149 Α' 2004

Νόμος 3259/2004

Περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών και άλλες διατάξεις.

04 Αυγούστου 2004

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 149

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3259
Περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΚΕΦΛΑΙΟ Α ΠΕΡΑΙΩΣΗ ΕΚΚΡΕΜΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ
Άρθρο 1Εισαγωγή

Με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου καθορίζεται προαιρετικός, ειδικός τρόπος επίλυσης των φορολογι­ κών διαφορών που προκύπτουν από τις ανέλεγκτες φο­ ρολογικές υποθέσεις, με σκοπό την περαίωσή τους.

Άρθρο 2Βασικές έννοιες Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφα­ λαίου οι παρακάτω όροι νοούνται ως εξής:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μοναδικός Συντελεστής Καθαρών Κερδών (Μ.Σ.Κ.Κ.): Θεωρείται ο συντελεστής καθαρού κέρδους που προ­ βλέπεται από τους οικείους πίνακες ή ο μέσος όρος των συντελεστών της κατηγορίας του Πίνακα στην οποία εντάσσεται ο επιτηδευματίας εφόσον δεν προβλέπεται γι' αυτόν μοναδικός συντελεστής. Προκειμένου για επιχει­ ρήσεις που εφαρμόζουν περισσότερους του ενός Μ.Σ.Κ.Κ., ως μοναδικός συντελεστής θα λαμβάνεται ο μέ­ σος σταθμικός συντελεστής που προκύπτει από τη διαί­ ρεση των συνολικών καθαρών κερδών που προκύπτουν με την εφαρμογή των Μ.Σ.Κ.Κ. κατά κατηγορία εσόδου δια των συνολικά δηλωθέντων ακαθάριστων εσόδων της κάθε χρήσης, ανεξάρτητα αν πρόκειται για αμιγώς εμπο­ ρικές επιχειρήσεις ή μικτές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα: Θεωρούνται αυτά που προκύπτουν από το έντυπο Ε3 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος μετά την αφαίρε­ ση: α) Εσόδων από συμμετοχές σε άλλες επιχειρήσεις. β) Εσόδων από μισθώματα ακινήτων. Για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον του Διοικητι­ κού Εφετείου, ως δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα θεω­ ρούνται αυτά που έχουν προσδιοριστεί με την πρωτόδικη απόφαση. 4 Αυγούστου 2004

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη: α) Η διαφορά μεταξύ των δηλούμενων ακαθάριστων εσόδων και αυτών που έχουν προσδιοριστεί με Εκθεση Ελέγχου Φόρου Εισοδήματος ή με το Ειδικό Σημείωμα Ελέγχου της Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών 1144/1998, εφόσον έχουν κοινοποιηθεί στην επιχείρηση μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος και δεν έχει υπογραφεί Διοικητική Επίλυση Διαφοράς. β) Όταν δεν έχει κοινοποιηθεί στην επιχείρηση έκθεση ελέγχου Φόρου Εισοδήματος ή Σημείωμα της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ. 1144/1998, το συγκεκριμένο ποσό που προκύπτει από Εκθεση Ελέγχου Κ.Β.Σ. ή Απόφαση Επιβολής Προ­ στίμου Κ.Β.Σ. ή Δελτίο Πληροφοριών της αρμόδιας ή άλ­ λης Δ.Ο.Υ. ή του Σ.Δ.Ο.Ε. ή άλλης αρχής και αφορά: αα) την απόκρυψη ποσού εσόδων ή αγορών (εμπορεύ­ σιμων ή πάγιων περιουσιακών στοιχείων), από παράλειψη έκδοσης ή λήψης φορολογικού στοιχείου, ββ) την απόκρυψη ποσού εσόδων ή αγορών από έκδο­ ση ή λήψη ανακριβούς ως προς την αξία φορολογικού στοιχείου, γγ) την έκδοση πλαστού ή εικονικού φορολογικού στοι­ χείου ή τη λήψη εικονικού φορολογικού στοιχείου για πώ­ ληση, αγορά ή δαπάνη. Όταν για κάποια από τις πιο πάνω περιπτώσεις απόκρυ­ ψης έχει διενεργηθεί ήδη Προσωρινός Έλεγχος Φ.Π.Α. και έχει εκδοθεί Φύλλο Ελέγχου για το οποίο έχει υπο­ γραφεί Διοικητική Επίλυση Διαφοράς, τότε για τις ανά­ γκες του παρόντος κεφαλαίου η περίπτωση αυτή θεωρεί­ ται μόνο ως παράβαση Κ.Β.Σ. σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση 5.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Δηλούμενα καθαρά κέρδη: Είναι αυτά που προκύπτουν από το έντυπο Ε1 ή Ε5 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος για τις επιχειρήσεις που τηρούν Βιβλία Α και Β Κατηγορίας του Κώδικα Βι­ βλίων και Στοιχείων, Π.Δ. 186/1992, για δε τους τηρού­ ντες Βιβλία Γ Κατηγορίας είναι τα καθαρά κέρδη του ισο­ λογισμού, όπως διαμορφώθηκαν μετά τη φορολογική τους αναμόρφωση στη δήλωση φόρου εισοδήματος. Για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον του Διοικητι­ κού Εφετείου, θεωρούνται αυτά που έχουν προσδιοριστεί με την πρωτόδικη απόφαση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Παραβάσεις Κ.Β.Σ. που επαυξάνουν το συντελεστή φόρου: α) Μη τήρηση ή μη διαφύλαξη οποιουδήποτε θεωρημέ­ νου βιβλίου Κ.Β.Σ. είτε βασικού είτε πρόσθετου. β) Μη επίδειξη των θεωρημένων Βιβλίων στον Τακτικό ή Προληπτικό Έλεγχο. γ) Ανακριβής τήρηση Βιβλίων ως προς τα έσοδα ή μη καταχώρηση εσόδων. δ) Ανακριβής τήρηση Βιβλίων ως προς τις Αγορές ή μη καταχώρηση αγορών. ε) Ανακριβής τήρηση Πρόσθετων Βιβλίων ή μη καταχώ­ ρηση δεδομένων που επηρεάζουν τα έσοδα ή τις αγορές. στ) Τήρηση Βιβλίων κατώτερης της προβλεπόμενης από τον Κ.Β.Σ. Κατηγορίας. ζ) Ανακρίβεια Απογραφής ως προς την ποσότητα ή την αξία. η) Μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση στοιχείου του Κ.Β.Σ. ή υπουργικών αποφάσεων. θ) Έκδοση αθεώρητου στοιχείου Κ.Β.Σ. μη καταχωρη­ μένου στα Βιβλία. ι) Μη διαφύλαξη εκδοθέντος ή ληφθέντος φορολογικού στοιχείου. ια) Έκδοση πλαστού ή εικονικού φορολογικού στοιχεί­ ου ή νόθευση φορολογικού στοιχείου. ιβ) Λήψη εικονικού φορολογικού στοιχείου. ιγ) Καταχώρηση στα Βιβλία ανύπαρκτων αγορών ή εξό­ δων. ιδ) Έκδοση ή σήμανση στοιχείου από μη νόμιμο φορο­ λογικό μηχανισμό μη καταχωρημένου στα Βιβλία. ιε) Μη αναγραφή του είδους των αγαθών. ιστ) Μη σύνταξη Απογραφής ή Ισολογισμού.

Άρθρο 3Υπαγόμενες υποθέσεις

Στη ρύθμιση που καθορίζεται με τα άρθρα 1 έως και 11 υπάγονται οι εκκρεμείς υποθέσεις φορολογίας εισοδή­ ματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων επιτηδευμα­ τιών οι οποίες αφορούν διαχειριστικές περιόδους που έκλεισαν μέχρι και τις 31.12.2002. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται εκείνες που, μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος: α) Δεν έχει αρχίσει ο έλεγχος ή έχει αρχίσει και δεν έχει περατωθεί. β) Έχει εκδοθεί Φύλλο Ελέγχου ή Πράξη Αποτελεσμά­ των, αλλά δεν έχει οριστικοποιηθεί. γ) Εκκρεμούν στα Διοικητικά Δικαστήρια Α και Β Βαθ­ μού δικαιοδοσίας και δεν έχουν συζητηθεί στο ακροατή­ ριο του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου.

Άρθρο 4Εξαιρούμενες υποθέσεις

Από τις υποθέσεις του προηγούμενου άρθρου εξαιρού­ νται και δεν υπάγονται στη ρύθμιση: α) Οι υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2003 εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος ή εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α. για κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις. β) Οι υποθέσεις επιτηδευματιών φυσικών προσώπων με εισοδήματα από γεωργικές επιχειρήσεις για τις οποίες εί­ τε δεν έχουν τηρηθεί βιβλία είτε έχουν τηρηθεί βιβλία του Κ.Β.Σ., αλλά κατηγορίας κατώτερης της τρίτης και μόνον όσον αφορά τα συγκεκριμένα εισοδήματα. γ) Οι υποθέσεις για τις οποίες έχει υποβληθεί συμπλη­ ρωματική δήλωση σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 6 του Ν. 2753/1999, με εξαίρεση τις ανέλε­ γκτες προηγούμενες ή επόμενες χρήσεις αυτών. δ) Από κάθε υπόθεση, η ανέλεγκτη χρήση στην οποία τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα είναι μεγαλύτερα του πο­ σού των τριών (3) δισ. δρχ. ή οκτώ εκατομμυρίων οκτακο­ σίων τεσσάρων χιλιάδων (8.804.000) ευρώ και όλες οι επόμενες αυτής χρήσεις. ε) Οι ανέλεγκτες υποθέσεις για τις οποίες υπάρχουν κα­ τασχεμένα ανεπίσημα βιβλία ή στοιχεία, εκτός αν αυτά έχουν τύχει επεξεργασίας και έχουν εκδοθεί πράξεις επι­ βολής προστίμου Κ.Β.Σ., οι οποίες είτε έχουν κοινοποιη­ θεί είτε θα κοινοποιηθούν μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την κατάθεση του παρόντος. στ) Οι υποθέσεις φορολογίας πλοίων, ακίνητης περιου­ σίας, μεγάλης ακίνητης περιουσίας, μεταβίβασης ακινήτων και κληρονομιών ­ δωρεών ­ προικών ­ γονικών παροχών. ζ) Οι υποθέσεις που αφορούν επιχειρήσεις που είναι ει­ σηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.

Άρθρο 5Προϋποθέσεις και αποτελέσματα περαίωσης Η κατά τις παρούσες διατάξεις περαίωση των ανέλε­ γκτων υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων γίνεται με τους πιο κάτω όρους και προϋποθέσεις:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Περαιώνεται υποχρεωτικά η πρώτη κατά σειρά ανέ­ λεγκτη και οι συνεχόμενες με αυτή ανέλεγκτες υποθέσεις που υπάγονται στη ρύθμιση του νόμου αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Περαιώνονται υποχρεωτικά όλες οι υπαγόμενες στη ρύθμιση ανέλεγκτες υποθέσεις, μη επιτρεπομένης της περαίωσης ορισμένων από αυτές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Μαζί με την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεων φό­ ρου εισοδήματος και λοιπών φορολογιών, ο επιτηδευμα­ τίας πρέπει να αποδεχθεί και την περαίωση των εκκρεμών Πράξεων Προστίμων Κ.Β.Σ. που αφορούν τις υποθέσεις αυτές σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ο ενδιαφερόμενος αποδέχεται τη βεβαίωση και κα­ ταβολή της συνολικής οφειλής φόρου που προκύπτει από το ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ του άρθρου 9, χωρίς να συμψηφίζεται ή να εκπίπτεται ο φόρος που βεβαιώθηκε με βάση τις οικείες δηλώσεις που υποβλήθηκαν ή τα πο­ σά κύριου και πρόσθετου φόρου που βεβαιώθηκαν με βά­ ση Απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου. Απεναντίας συμψηφίζεται το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της δια­ φοράς κύριου και πρόσθετου φόρου που τυχόν έχει βε­ βαιωθεί σε περίπτωση άσκησης προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με την υπογραφή της προβλεπόμενης από την πα­ ράγραφο 4 του άρθρου 9 πράξης, καταβάλλεται υποχρε­ ωτικά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) της συνολικής οφειλής φόρου εισοδήματος, Φ.Π.Α. και προστίμων Κ.Β.Σ. που περαιώνονται με τις παρούσες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται στο Δημόσιο κατ' εφαρμογή του Νόμου αυτού δεν αναζητούνται ούτε συμψηφίζονται πλην της περίπτωσης εφαρμογής της πα­ ραγράφου 2 του άρθρου 68 του Ν. 2238/1994.

Άρθρο 6Περαίωση υποθέσεων φορολογίας εισοδήματοςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η περαίωση καθεμιάς ανέλεγκτης υπόθεσης φορο­ λογίας εισοδήματος πραγματοποιείται με τη βεβαίωση φόρου επιπλέον εκείνου που τυχόν βεβαιώθηκε με βάση τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος που υποβλήθηκε. Ο επιπλέον αυτός φόρος υπολογίζεται σύμφωνα με τις δια­ τάξεις των επόμενων παραγράφων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Προκειμένου για επιτηδευματία που δεν τήρησε βι­ βλία ή τήρησε βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. το ποσό του βεβαιωτέου φόρου υπολογίζεται ως εξής: Τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται με συντελεστή λογιστικών διαφορών δύο τοις εκατό (2%). Το ποσό αυτό των λογιστικών διαφορών προσαυξάνεται με τη θετική διαφορά που προκύπτει μεταξύ των προσ­ διοριζόμενων εξωλογιστικά καθαρών κερδών με τη χρή­ ση του μοναδικού συντελεστή καθαρού κέρδους και των δηλούμενων καθαρών κερδών. Αν τα δηλούμενα καθαρά κέρδη είναι μεγαλύτερα των εξωλογιστικών καθαρών κερδών, η διαφορά αυτών μειώνει το ποσό των λογιστι­ κών διαφορών. Στο τελικό ποσό που προκύπτει από τους ως άνω υπολογισμούς επιβάλλεται φόρος με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%). Εάν από τον παραπάνω υπολογισμό δεν προκύπτει φό­ ρος ή προκύπτει: α) Ποσό μικρότερο από διακόσια (200) ευρώ για επιτη­ δευματία που δεν τήρησε βιβλία ή τήρησε βιβλία πρώτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται στα διακόσια (200) ευρώ. β) Ποσό μικρότερο των τριακοσίων (300) ευρώ για ελεύ­ θερο επαγγελματία, όπως η έννοια αυτού καθορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 48 του Ν. 2238/1994, το πο­ σό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται στα τριακόσια (300) ευρώ. γ) Ποσό μικρότερο από πεντακόσια (500) ευρώ για κά­ θε άλλο επιδημευματία που τήρησε βιβλία δεύτερης κα­ τηγορίας του Κ.Β.Σ., το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορί­ ζεται στα πεντακόσια (500) ευρώ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Προκειμένου για επιτηδευματία που τήρησε βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. το ποσό του βεβαιωτέου φόρου υπολογίζεται ως εξής: Τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται με συντελεστή λογιστικών διαφορών δύο τοις εκατό (2%). Το ποσό αυτό των λογιστικών διαφορών προσαυξάνεται με τη θετική διαφορά που προκύπτει μεταξύ των προσ­ διοριζόμενων εξωλογιστικά καθαρών κερδών με τη χρή­ ση του μοναδικού συντελεστή καθαρού κέρδους μειωμέ­ νου κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) και των δη­ λούμενων καθαρών κερδών. Αν τα δηλούμενα καθαρά κέρδη είναι μεγαλύτερα των εξωλογιστικών καθαρών κερδών, η διαφορά αυτών μειώνει το ποσό των λογιστι­ κών διαφορών. Στο τελικό ποσό που προκύπτει από τους ως άνω υπολογισμούς επιβάλλεται φόρος με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), για όλες τις περιπτώσεις, εκτός Α.Ε. και Ε.Π.Ε. στις οποίες επιβάλλεται φόρος με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%). Το ποσό του φόρου που προκύπτει από τον παραπάνω υπολογισμό δεν μπορεί να είναι μικρότερο από δύο τοις χιλίοις (2%) του ποσού των ακαθάριστων εσόδων συνο­ λικά (δηλωθέντων και τυχόν αποκρυβέντων).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για τον υπολογισμό του ποσού του βεβαιωτέου φό­ ρου, στην περίπτωση που υπάρχει Απόφαση Επιβολής Προστίμου Κ.Β.Σ. ή Έκθεση Ελέγχου Κ.Β.Σ. από την οποία προκύπτει απόκρυψη ακαθάριστων εσόδων συγκε­ κριμένου ύψους ή Δελτίο Πληροφοριών για έκδοση πλα­ στών ή εικονικών στοιχείων ή λήψη εικονικών στοιχείων με συγκεκριμένα ποσά απόκρυψης, τα ποσά αυτά προσαυ­ ξάνουν τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα του οικονομι­ κού έτους που αφορούν και ο συντελεστής υπολογισμού του φόρου γίνεται: α) Είκοσι οκτώ τοις εκατό (28%) όταν πρόκειται για Α.Ε. και Ε.Π.Ε. και είκοσι τρία τοις εκατό (23%) σε όλες τις άλ­ λες περιπτώσεις, όταν τα αποκρυβέντα ακαθάριστα έσο­ δα είναι μέχρι πέντε τοις εκατό (5%) των δηλούμενων ακα­ θάριστων εσόδων. β) Τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) όταν πρόκειται για Α.Ε. και Ε.Π.Ε και τριάντα τοις εκατό (30%) σε όλες τις άλ­ λες περιπτώσεις, όταν τα αποκρυβέντα ακαθάριστα έσο­ δα είναι πάνω από το πέντε τοις εκατό (5%) και μέχρι το δέκα τοις εκατό (10%) των δηλούμενων ακαθάριστων εσόδων. γ) Σαράντα πέντε τοις εκατό (45%) όταν πρόκειται για Α.Ε. και Ε.Π.Ε. και σαράντα τοις εκατό (40%) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, όταν τα αποκρυβέντα ακαθάριστα έσοδα είναι πάνω από το δέκα τοις εκατό (10%) και μέχρι το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) των δηλούμενων ακαθάρι­ στων εσόδων. δ) Πενήντα δύο τοις εκατό (52%) όταν πρόκειται για Α.Ε. και Ε.Π.Ε. και σαράντα εφτά τοις εκατό (47%) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, όταν τα αποκρυβέντα ακαθάριστα έσοδα είναι πάνω από το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) και μέχρι το είκοσι τοις εκατό (20%) των δηλούμενων ακαθά­ ριστων εσόδων. ε) Εξήντα τοις εκατό (60%) όταν πρόκειται για Α.Ε. και Ε.Π.Ε. και πενήντα πέντε τοις εκατό (55%) σε όλες τις άλ­ λες περιπτώσεις, όταν τα αποκρυβέντα ακαθάριστα έσο­ δα είναι πάνω από το είκοσι τοις εκατό (20%) των δηλού­ μενων ακαθάριστων εσόδων. στ) Είκοσι οκτώ τοις εκατό (28%) όταν πρόκειται για Α.Ε. και Ε.Π.Ε. και είκοσι τρία τοις εκατό (23%) σε όλες τις άλ­ λες περιπτώσεις που υπάρχει κάποια από τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 2 πλην όμως δεν προσδιορίζεται το ύψος της αποκρυβείσας φο­ ρολογητέας ύλης. Για την εφαρμογή των προηγούμενων περιπτώσεων λαμβάνονται υπόψη οι παραβάσεις του Κ.Β.Σ. οι οποίες: α) έχουν οριστικοποιηθεί, β) εκκρεμούν για διοικητική επί­ λυση της διαφοράς στη Δ.Ο.Υ. ή στα Διοικητικά Δικαστή­ ρια Α και Β βαθμού δικαιοδοσίας και δεν έχουν συζητη­ θεί στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, γ) προκύπτουν από Έκθεση Ελέγχου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή άλλης Δ.Ο.Υ. ή του Σ.Δ.Ο.Ε. και δεν έχει εκδοθεί ή έχει εκ­ δοθεί και δεν έχει κοινοποιηθεί η σχετική απόφαση επιβο­ λής προστίμου, δ) προκύπτουν αναμφισβήτητα από δελ­ τίο πληροφοριών ή άλλο έγγραφο στοιχείο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή άλλης Δ.Ο.Υ. ή του Σ.Δ.Ο.Ε. ή άλλης αρχής ή από την αντιπαραβολή των δεδομένων έγγραφων στοιχείων της Γ.Γ.Π.Σ. με τα αντίστοιχα δεδομένα της οικείας δήλω­ σης φορολογίας εισοδήματος ή των εντύπων που τη συ­ νοδεύουν, αλλά δεν έχει ακόμη συνταχθεί η σχετική έκθε­ ση ελέγχου. Για τις περιπτώσεις του εδαφίου αυτού (δ ) πριν από την περαίωση της υπόθεσης θα συντάσσεται σχετική Πράξη Προστίμου, ώστε να περαιώνεται αυτή ταυτόχρονα με την υπόθεση σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το ποσό του οφειλόμενου φόρου στην περίπτωση που δεν υπάρχει παράβαση Κ.Β.Σ. ή Αποκρυβείσα Φορο­ λογητέα Ύλη δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από ποσο­ στό ένα τοις εκατό (1%) των ακαθάριστων εσόδων, τη­ ρουμένων σε κάθε περίπτωση των κατώτατων ορίων των δύο τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2 του παρό­ ντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η ζημιά που τυχόν περιλαμβάνεται σε κάθε περαιού­ μενη ανέλεγκτη υπόθεση φορολογίας εισοδήματος συμ­ ψηφίζεται με το ποσό των λογιστικών διαφορών που υπο­ λογίζεται κατά τα οριζόμενα στις προηγούμενες παρα­ γράφους του παρόντος και το τυχόν ακάλυπτο ποσό αυτής δεν μεταφέρεται για συμψηφισμό με τα θετικά ει­ σοδήματα των επόμενων ετών σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Στις περιπτώσεις αυτές επιβάλλεται το ελάχιστο ποσό βεβαιωτέου φόρου σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρα­ γράφους 2 και 3 του άρθρου αυτού.

Άρθρο 7Περαίωση υποθέσεων λοιπών φορολογικών αντικειμένωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η περαίωση καθεμιάς ανέλεγκτης υπόθεσης φορο­ λογίας εισοδήματος συνεπάγεται αυτοδίκαια και την πε­ ραίωση ως ειλικρινών των ανέλεγκτων υποθέσεων των λοιπών φορολογικών αντικειμένων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για την περαίωση κάθε ανέλεγκτης υπόθεσης Φ.Π.Α. εξετάζεται: α) Εάν σε κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις υφίσταται περίπτωση επαύξησης των δηλούμενων ακαθάριστων εσόδων κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρ­ θρου 6, επί των επιπλέον ακαθάριστων εσόδων υπολογί­ ζεται Φ.Π.Α. με την εφαρμογή ως συντελεστή του μέσου σταθμικού που προκύπτει από τη σχέση συνολικών φο­ ρολογητέων εκροών προς συνολικό φόρο της εκκαθαρι­ στικής δήλωσης στη συγκεκριμένη χρήση, προσαυξημέ­ νου κατά είκοσι τοις εκατό (20%). β) Εάν το πιστωτικό υπόλοιπο Φ.Π.Α. έχει επαναπροσ­ διοριστεί είτε στην τελευταία κλεισμένη χρήση μετά από οριστικό έλεγχο είτε σε κάποια από τις ανέλεγκτες μετά από προσωρινό έλεγχο χωρίς να έχει γίνει αντίστοιχη ανα­ προσαρμογή στις περιοδικές ή την εκκαθαριστική δήλω­ ση, η διαφορά πιστωτικού υπολοίπου προσαυξάνει την οφειλή του Φ.Π.Α. της χρήσης αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εάν δεν έχει αποδοθεί ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας με έκτακτη δήλωση από επιτηδευματίες φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι απαλλασσόμενα ή εκτός πεδίου εφαρμογής Φ.Π.Α., ο οποίος προκύπτει από Δελτίο Πλη­ ροφοριών ή άλλο έγγραφο ημεδαπής ή αλλοδαπής αρ­ χής, τότε αυτός προσαυξάνει την οφειλή Φ.Π.Α. της χρή­ σης αυτής.

Άρθρο 8Περαίωση παραβάσεων του Κ.Β.Σ.ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Απαραίτητη προϋπόθεση για την περαίωση κάθε υπό­ θεσης είναι η ταυτόχρονη περαίωση και των πράξεων επι­ βολής προστίμου Κ.Β.Σ. που αφορούν την υπόθεση αυτή και εκκρεμούν στη Δ.Ο.Υ. ή ενώπιον των Διοικητικών Δικα­ στηρίων Α ή Β Βαθμού δικαιοδοσίας και δεν έχουν συζη­ τηθεί στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι εκκρεμείς αυτές πράξεις προστίμου περαιώνονται με περιορισμό στο ένα τέταρτο (1/4) οποιουδήποτε επι­ βληθέντος προστίμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με την κατά το παρόν άρθρο περαίωση συντάσσεται επί της Απόφασης Επιβολής Προστίμου Κ.Β.Σ. σχετική πράξη Διοικητικής Επίλυσης της Διαφοράς υπογραφόμε­ νη από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. και τον επιτηδευμα­ τία. Η υπογραφή της πράξης αυτής επιφέρει κατάργηση της τυχόν εκκρεμούς φορολογικής δίκης, για την επέλευ­ ση δε του αποτελέσματος αυτού αρκεί η προσαγωγή στο Διοικητικό Δικαστήριο προ ή κατά τη δικάσιμο απλού αντι­ γράφου της παραπάνω απόφασης από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ή επικυρωμένου αντιγράφου από τον επιτη­ δευματία.

Άρθρο 9Διαδικασία περαίωσηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για την υλοποίηση της περαίωσης των εκκρεμών υπο­ θέσεων ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., με την επι­ φύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 6 του παρό­ ντος άρθρου, συντάσσει Απογραφικό Δελτίο στο οποίο περιέρχονται όλα τα κατά περίπτωση αναγκαία δεδομένα για την εφαρμογή του παρόντος νόμου. Στη συνέχεια με βάση τα δεδομένα αυτού του σημειώματος εκδίδεται εις διπλούν Μηχανογραφημένο Εκκαθαριστικό Σημείωμα, το οποίο περιέχει για καθεμία υπόθεση και τα ακόλουθα στοιχεία: α) την αρμόδια Δ.Ο.Υ. και τον κωδικό της Δ.Ο.Υ. στην οποία υπεβλήθη η τελευταία ανέλεγκτη χρήση, β) τα οικονομικά έτη που εκκρεμούν, γ) τη νομική μορφή της επιχείρησης και την κατηγορία βιβλίων, δ) τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα, ε) την αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη ή άλλη παράβα­ ση Κ.Β.Σ. από τις αναφερόμενες στην περίπτωση 5 του άρθρου 2, στ) τα δηλούμενα καθαρά κέρδη, ζ) τον προβλεπόμενο μοναδικό Σ.Κ.Κ., η) το μέσο σταθμικό Συντελεστή Φ.Π.Α., θ) τη βάση υπολογισμού του φόρου, ι) το Συντελεστή του φόρου περαίωσης, ια) το ποσό του φόρου περαίωσης, ιβ) τη διαφορά του Φ.Π.Α. με βάση την αποκρυβείσα φο­ ρολογητέα ύλη, ιγ) τη διαφορά του Φ.Π.Α. από τυχόν επαναπροσδιορι­ σμό του Πιστωτικού Υπολοίπου ή τον μη αποδοθέντα Φ.Π.Α. (παράγραφος 3 άρθρου 7), ιδ) το σύνολο του φόρου περαίωσης κατά χρήση και το σύνολο της οφειλής, ιε) το ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) της συνολικής οφειλής που πρέπει να καταβληθεί με την υπογραφή της πράξης περαίωσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εάν μεταξύ της πρώτης και της τελευταίας ανέλε­ γκτης χρήσης παρεμβάλλονται περισσότερες από μία Δ.Ο.Υ., το ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ εκδίδεται από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. που είναι αρμόδια για την τε­ λευταία ανέλεγκτη χρήση. Σε αυτήν αποστέλλεται από τις άλλες Δ.Ο.Υ. που είναι αρμόδιες για τις προηγούμενες χρήσεις σχετικό ΑΠΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ μαζί με αντίγρα­ φο τυχόν εκκρεμούς Πράξης Επιβολής Προστίμου Κ.Β.Σ. που αφορά τη χρήση αυτή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το ένα αντίτυπο του Μηχανογραφημένου Εκκαθαρι­ στικού Σημειώματος αποστέλλεται ταχυδρομικώς στον επιτηδευματία και το άλλο παραμένει στην αρμόδια για την τελευταία ανέλεγκτη χρήση Δ.Ο.Υ. που αναγράφεται σε αυτό. Κατ' εξαίρεση στον προϊστάμενο της ίδιας Δ.Ο.Υ. παραμένουν και τα δύο αντίτυπα του Σημειώματος αυτού προκειμένου για επιτηδευματία φυσικό πρόσωπο ή επιτηδευματία μη φυσικό πρόσωπο που μέχρι και το έτος 2002 είχε διακόψει τις εργασίες του ή είχε λυθεί κατά πε­ ρίπτωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ο επιτηδευματίας, εφόσον επιθυμεί να περαιώσει τις ανέλεγκτες υποθέσεις του, προσέρχεται στον προϊστά­ μενο της Δ.Ο.Υ. που αναγράφεται στο Μηχανογραφημέ­ νο Εκκαθαριστικό Σημείωμα, συμπληρώνει τις οικείες εν­ δείξεις και επί του Σημειώματος αυτού συντάσσεται σχε­ τική πράξη, η οποία υπογράφεται από τον ίδιο και τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ.. Κατά την υπογραφή της πράξης καταβάλλεται υποχρεωτικώς το δέκα τοις εκατό (10%) του οφειλόμενου φόρου εισοδήματος, Φ.Π.Α. και τυχόν προστίμου Κ.Β.Σ.. Η υπογραφή από τον επιτηδευματία αυτής της πράξης συνεπάγεται την ανεπιφύλακτη και αμετάκλητη αποδοχή του περιεχομένου του Μηχανογρα­ φημένου Εκκαθαριστικού Σημειώματος, καθώς και όλων όσα ορίζονται με τον παρόντα νόμο σχετικά με την περαί­ ωση των παραπάνω υποθέσεών του. Η κατά τα παραπά­ νω προθεσμία προσέλευσης και υπογραφής δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης του Μηχανογρα­ φημένου Εκκαθαριστικού Σημειώματος. Σε περίπτωση που δεν παραλήφθηκε αυτό ταχυδρομι­ κά η προθεσμία προσέλευσης και υπογραφής δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από χρονικό διάστημα δέκα (10) ημε­ ρών από την κοινοποίησή του επί αποδείξει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η αποδοχή από τον επιτηδευματία του Εκκαθαριστι­ κού Σημειώματος συνεπάγεται την αυτόματη περαίωση όλων των δηλώσεων εισοδήματος και λοιπών φόρων που αφορούν τις χρήσεις αυτές και επιφέρει όλα τα αποτελέ­ σματα της Διοικητικής Επίλυσης της Διαφοράς, τα δε κα­ ταβληθέντα στο Δημόσιο χρηματικά ποσά κατ' εφαρμογή της ρύθμισης αυτής δεν αναζητούνται. Κατ' εξαίρεση των αναφερομένων στο προηγούμενο εδάφιο, σε περίπτωση που μετά την υπογραφή από τον επιτηδευματία της πράξης αποδοχής του Εκκαθαριστικού Σημειώματος περιέλθουν σε γνώση του Προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. νέα στοιχεία σύμφωνα με τις διατά­ ξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 68 του Ν. 2238/1994, εκδίδεται σύμφωνα με αυτά συμπληρωματικό φύλλο ελέγχου και συμψηφίζεται ο καταβληθείς φόρος εισοδή­ ματος και Φ.Π.Α..

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ο επιτηδευματίας του οποίου υπόθεση εκκρεμεί ενώ­ πιον των Διοικητικών Δικαστηρίων και δεν έχει συζητηθεί στο ακροατήριο, του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, εάν επιθυμεί την περαίωσή της μαζί με όλες τις επόμενες ανέ­ λεγκτες χρήσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρό­ ντος, θα πρέπει να υποβάλει το αργότερο μέσα σε διά­ στημα δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου αίτηση στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. που είναι αρ­ μόδια για την υπόθεση που εκκρεμεί στο Δικαστήριο, με την οποία θα ζητεί την έκδοση σχετικού ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙ­ ΚΟΥ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΟΣ, προσκομίζοντας ταυτόχρονα Βε­ βαίωση από το αρμόδιο Διοικητικό Δικαστήριο ότι η υπό­ θεσή του δεν έχει ακόμη συζητηθεί στο ακροατήριο. Εάν αρμόδια Δ.Ο.Υ. για την έκδοση του ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙ­ ΚΟΥ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΟΣ είναι διαφορετική από εκείνη στην οποία υποβλήθηκε η αίτηση, η τελευταία διαβιβάζει την αίτηση μαζί με τη βεβαίωση του Δικαστηρίου και το σχετι­ κό Απογραφικό Δελτίο στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. για την έκδο­ ση του ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΟΥ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΟΣ. Επίσης διαβι­ βάζεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ταυτόχρονα και αντίγραφο τυχόν εκκρεμών πράξεων επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ..Για την υπογραφή της σχετικής πράξης αποδοχής ισχύει το αναφερόμενο στην παράγραφο 4 χρονικό διάστημα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ο επιτηδευματίας φυσικό πρόσωπο του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου που επιθυμεί να περαιώσει τις ανέλεγκτες υποθέσεις του προ­ σέρχεται το αργότερο μέσα σε προθεσμία τριών (3) μη­ νών από την κατάθεση του παρόντος νόμου στον προϊ­ στάμενο της Δ.Ο.Υ όπου βρίσκεται το Μηχανογραφημένο Εκκαθαριστικό Σημείωμα που τον αφορά και ακολουθεί­ ται η διαδικασία της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού. Προκειμένου για επιτηδευματία μη φυσικό πρόσωπο του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, η περαίωση των ανέλεγκτων υποθέσεών του μπορεί να ζητηθεί από οποιοδήποτε μέλος ή εταίρο ή δι­ ευθύνοντα ή εντεταλμένο σύμβουλο ή μέλος του διοικη­ τικού συμβουλίου του κατά περίπτωση, με ανάλογη εφαρ­ μογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου. Σε αυ­ τήν την περίπτωση το μέλος ή ο εταίρος ή ο διευθύνων ή ο εντεταλμένος σύμβουλος ή το μέλος του διοικητικού συμβουλίου αναλαμβάνει και όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την κατά τον παρόντα νόμο περαίωση των υποθέσεων, χωρίς αυτό να συνεπάγεται την εξάλειψη των συναφών υποχρεώσεων των άλλων συνυποχρέων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Το Μηχανογραφημένο Εκκαθαριστικό Σημείωμα αμέ­ σως μετά τη σύνταξη επ' αυτού της σχετικής πράξης και την υπογραφή της καταχωρείται σε ειδικό βιβλίο, στο οποίο αναγράφονται ο αύξων αριθμός, το ονοματεπώνυ­ μο ή η επωνυμία του επιτηδευματία, ο Αριθμός Φορολογι­ κού Μητρώου (Α.Φ.Μ.), το επάγγελμα, η διεύθυνσή του, τα περαιούμενα οικονομικά έτη και τα ποσά των φόρων ανά Κωδικό Αριθμό.

Άρθρο 10Βεβαίωση των φόρωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο φόρος εισοδήματος, τα πρόστιμα του Κ.Β.Σ. και οι λοιποί φόροι, τέλη και γενικά οι λοιπές φορολογικές υπο­ χρεώσεις που προκύπτουν με βάση τις διατάξεις του πα­ ρόντος νόμου βεβαιώνονται στο όνομα του υπόχρεου. Κατ' εξαίρεση, στην περίπτωση που η περαίωση των ανέ­ λεγκτων υποθέσεων επιτηδευματία μη φυσικού προσώ­ που ζητήθηκε με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 9 από το μέλος ή τον εταίρο του ή τον διευ­ θύνοντα ή τον εντεταλμένο σύμβουλο ή το μέλος του δι­ οικητικού συμβουλίου του, ο φόρος εισοδήματος, ο φό­ ρος προστιθέμενης αξίας, οι πρόσθετοι φόροι και τα πρό­ στιμα βεβαιώνονται στο όνομα του προσώπου το οποίο υπέγραψε την προβλεπόμενη από το ίδιο άρθρο πράξη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η βεβαίωση ενεργείται από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. που έχει εκδώσει το ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ, τόσο για το σύνολο της οφειλής που προκύπτει απ' αυτό, όσο και για τα πρόστιμα του Κ.Β.Σ. από τυχόν εκκρεμείς πράξεις που περαιώθηκαν μαζί με αυτό, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τη βεβαίωση των οφειλόμενων ποσών ο προϊστά­ μενος της Δ.Ο.Υ. συντάσσει χρηματικό κατάλογο σύμφω­ να με τις κείμενες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Παράλληλα, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. που ενήργη­ σε τη βεβαίωση αποστέλλει στις άλλες Δ.Ο.Υ. που τυχόν είναι αρμόδιες για κάποια από τις χρήσεις που περαιώθη­ καν σύμφωνα με τον παρόντα νόμο: α) Επικυρωμένο φωτοαντίγραφο του ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙ­ ΚΟΥ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΟΣ μετά της επ' αυτού πράξης αποδο­ χής από τον επιτηδευματία. β) Επικυρωμένο φωτοαντίγραφο της Πράξης Επιβολής Προστίμου Κ.Β.Σ. μετά της επ' αυτής Διοικητικής Επίλυ­ σης της Διαφοράς που περαιώθηκε με τον παρόντα νόμο και έχει εκδοθεί από άλλη Δ.Ο.Υ..

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις.

Άρθρο 11Τρόπος καταβολής των φόρωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τα υπόλοιπα ποσά φόρου εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας που περιλαμβάνονται στο Ειδικό Εκ­ καθαριστικό Σημείωμα, όπως και των τυχόν προστίμων Κ.Β.Σ. που αφορούν τις περαιούμενες ανέλεγκτες υποθέ­ σεις του επιτηδευματία, καταβάλλονται ως ακολούθως: α) Όταν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής αυτών είναι μέχρι πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, σε δώδεκα (12), κατ' ανώτατο όριο, ίσες μηνιαίες δόσεις, και χωρίς το ποσό της κάθε δόσης να υπολείπεται των πεντακοσίων (500) ευρώ. β) Όταν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής αυτών είναι πάνω από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, σε δεκα­ οκτώ (18) ίσες μηνιαίες δόσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία ερ­ γάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από εκείνον εντός του οποίου υπογράφηκε η σχετική πράξη επί του Μηχανο­ γραφημένου Εκκαθαριστικού Σημειώματος και οι υπόλοι­ πες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των αντίστοιχων επόμενων μηνών, χωρίς να απαιτείται σχετική ειδοποίηση του υπόχρεου. Σε περίπτωση που ολόκληρο το οφειλόμενο κατά την παράγραφο 1 ποσό καταβληθεί μέσα στην προθεσμία κα­ ταβολής της πρώτης δόσης, παρέχεται έκπτωση ποσο­ στού πέντε τοις εκατό (5%).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΒΡΥΘΜΙΣΗ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΧΡΕΩΝ
Άρθρο 12Τρόπος ρύθμισηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Χρέη προς το Δημόσιο, βεβαιωμένα στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και τα Τελωνεία του Κρά­ τους, καθώς και χρέη υπέρ τρίτων που εισπράττονται μέ­ σω των Δ.Ο.Υ., τα οποία κατέστησαν ληξιπρόθεσμα, σύμ­ φωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.), μέχρι 29 Φεβρουαρίου 2004, ρυθμίζο­ νται με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τα επιβαρύνουν μέχρι 2 Ιουνίου 2004 και καταβάλλονται ως ακολούθως: α. σε μία δόση με απαλλαγή ποσοστού ογδόντα τοις εκα­ τό (80%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, β. μέχρι έξι (6) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού εβδομήντα επτά τοις εκατό (77 %) των προσαυξήσεων εκ­ πρόθεσμης καταβολής, γ. μέχρι δέκα (10) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσο­ στού εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) των προσαυξή­ σεων εκπρόθεσμης καταβολής, δ. μέχρι είκοσι (20) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσο­ στού εβδομήντα τοις εκατό (70%) των προσαυξήσεων εκ­ πρόθεσμης καταβολής, ε. μέχρι είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις με απαλ­ λαγή ποσοστού εξήντα οκτώ τοις εκατό (68%) των προ­ σαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, στ. μέχρι τριάντα (30) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή πο­ σοστού εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) των προσαυξήσε­ ων εκπρόθεσμης καταβολής, ζ. μέχρι σαράντα (40) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή πο­ σοστού εξήντα τοις εκατό (60%) των προσαυξήσεων εκ­ πρόθεσμης καταβολής, η. μέχρι σαράντα οκτώ (48) μηνιαίες δόσεις με απαλλα­ γή ποσοστού πενήντα έξι τοις εκατό (56%) των προσαυ­ ξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, θ. μέχρι πενήντα τέσσερις (54) μηνιαίες δόσεις με απαλ­ λαγή ποσοστού πενήντα τρία τοις εκατό (53%) των προ­ σαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, ι. μέχρι εξήντα (60) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσο­ στού πενήντα τοις εκατό (50%) των προσαυξήσεων εκ­ πρόθεσμης καταβολής. Όσοι οφειλέτες επιλέξουν την εξόφληση των ανωτέρω ληξιπρόθεσμων οφειλών τους με δόσεις και θελήσουν, κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε δόσης της ρύθμισης, να εξοφλήσουν το υπόλοιπο της οφειλής τους εφάπαξ, τους παρέχεται ποσοστό έκπτωσης επί των προσαυξήσεων εκ­ πρόθεσμης καταβολής, που αναλογούν στο ποσό αυτό, ίσο με το οριζόμενο ανωτέρω, ανάλογα με τον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται. Το ποσό που καταβάλλεται εφάπαξ για την εξόφληση της οφειλής θεωρείται ως η τελευταία μηνιαία δόση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να κατατεθεί μέχρι 31 Αυγούστου 2004 στην αρ­ μόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο, όπου είναι βεβαιωμένα τα χρέη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η καταβολή της πρώτης δόσης, καθώς και η εφάπαξ εξόφληση γίνεται την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση. Η δεύτερη δόση θα καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και οι επόμε­ νες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη. Το συνολικό ποσό κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μι­ κρότερο των εκατόν πενήντα (150) ευρώ.

Άρθρο 13Υπαγόμενες οφειλέςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στη ρύθμιση υπάγονται όλες οι ληξιπρόθεσμες, μέχρι 29.2.2004, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε., οφει­ λές, του ίδιου οφειλέτη, που είναι βεβαιωμένες στην υπη­ ρεσία όπου υποβάλλεται η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθ­ μιση, χωρίς δικαίωμά του να ζητήσει την εξαίρεση μέρους αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην ίδια ρύθμιση υπάγονται, μόνο εάν ζητηθεί από τον οφειλέτη: α) οι οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης με απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου, β) οι οφειλές που έχουν υπαχθεί σε διευκόλυνση τμη­ ματικής καταβολής κατά τις διατάξεις των άρθρων 14 έως 21 του Ν. 2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α ), καθώς και οι οφειλές που έχουν υπαχθεί σε άλλη ρύθμιση, που τηρείται κατά την υποβολή του αιτήματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Από τη ρύθμιση αυτή εξαιρούνται οι οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πτωχευτικό ή εξωπτωχευτικό συμβιβασμό που δεν έχει ανατραπεί, τα χρέη υπέρ των κρατών ­ μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα χρέη υπέρ ξένων κρατών.

Άρθρο 14Αποτελέσματα ρύθμισηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στον οφειλέτη που είναι συνεπής στη ρύθμιση: α) Χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των χρεών του προς το Δημόσιο μηνιαίας διάρκειας, εφόσον συ­ ντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 26 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α ). β) Δεν λαμβάνονται σε βάρος του τα προβλεπόμενα μέ­ τρα κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α ), του άρθρου 22 του Ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α ), όπως αυτά ισχύουν σήμερα, και των άρθρων 231 έως 243 του Ν. 2717/1999 (ΦΕΚ 97 Α ), αναστέλλονται δε τα τυ­ χόν ληφθέντα ως άνω μέτρα. γ) Αναστέλλεται η εκτέλεση της απόφασης για προσω­ ποκράτηση ή αν αυτή έχει αρχίσει διακόπτεται, καθώς και η ποινική δίωξη που προβλέπεται από το άρθρο 25 του Ν. 1882/1990 και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της διακόπτεται. δ) Αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας αναγκα­ στικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων με την προϋπό­ θεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο χρέη που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρί­ των ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδι­ δόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν συμ­ ψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η υπαγωγή και η συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθ­ μιση αυτή δεν εμποδίζει το Δημόσιο: α) Να λαμβάνει όλα τα προβλεπόμενα από τις ισχύου­ σες διατάξεις μέτρα για την είσπραξη των χρεών που κα­ θίστανται ληξιπρόθεσμα από την 1η Μαρτίου 2004 και με­ τά, καθώς και των χρεών που δεν έχουν υπαχθεί για οποι­ ονδήποτε λόγο στη ρύθμιση αυτή. β) Να επιβάλλει κατασχέσεις σε περιουσιακά στοιχεία ή να λαμβάνει ασφαλιστικά μέτρα, για τη διασφάλιση της εξόφλησης των οφειλών. γ) Να αρνείται τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότη­ τας για μεταβιβάσεις ακινήτων, εφόσον δεν διασφαλίζο­ νται τα συμφέροντα του Δημοσίου ή να ορίζει ποσοστό παρακράτησης μέρους ή του συνόλου του εισπραττόμε­ νου τιμήματος. δ) Να δίδει εντολή παρακράτησης μέρους και μέχρι πο­ σοστού πενήντα τοις εκατό (50%) της χρηματικής απαί­ τησης του οφειλέτη κατά τρίτων προσώπων, για την εί­ σπραξη της οποίας πρέπει να κατατεθεί αποδεικτικό ενη­ μερότητας. ε) Να συμψηφίζει τις απαιτήσεις του οφειλέτη κατά του Δημοσίου, κατά το μέρος που καλύπτεται ολόκληρη η οφειλή. στ) Να απαιτεί την καταβολή του συνόλου συγκεκριμέ­ νης οφειλής, εφόσον η καταβολή αυτή είναι υποχρεωτική από τις ισχύουσες διατάξεις για τη διενέργεια ορισμένων πράξεων ή συναλλαγών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παραγραφή των χρεών, για τα οποία υποβάλλεται σχετική αίτηση υπαγωγής τους στη ρύθμιση, αναστέλλε­ ται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης αυτής και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξάρτητα καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συ­ μπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη της τελευταίας δόσης αυτής.

Άρθρο 15Ειδικά θέματαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Πρόσωπα που ευθύνονται, μαζί με τον οφειλέτη, για την καταβολή μέρους οφειλής δεν δικαιούνται να ρυθμί­ σουν μόνο το μέρος αυτό της οφειλής με τις παρούσες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι οφειλές που θα υπαχθούν στη ρύθμιση με καταβο­ λή μηνιαίων δόσεων και οι οφειλέτες που θα είναι συνε­ πείς σε αυτή δεν επιβαρύνονται περαιτέρω με προσαυξή­ σεις εκπρόθεσμης καταβολής μέχρι την εξόφλησή τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η καθυστέρηση πληρωμής μιας δόσης έχει ως συνέ­ πεια την επιβάρυνση του συνόλου της, με τις κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ο οφειλέτης εκπίπτει του δικαιώματος της ρύθμισης εάν δεν καταβάλει δύο συνεχείς μηνιαίες δόσεις αυτής ή δεν είναι ενήμερος σύμφωνα με τις διατάξεις της περί­ πτωσης β της παραγράφου 3 του άρθρου 26 του Ν.1882/1990 για χρέη που καθίστανται ληξιπρόθεσμα με­ τά την 1η Μαρτίου 2004 για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών. Στην περίπτωση αυτή το υπόλοιπο της οφειλής που είχε ρυθμιστεί επιβαρύνεται με όλες τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής με βάση τα στοι­ χεία της βεβαίωσης και επιδιώκεται η είσπραξή του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα.

Άρθρο 16Τροποποίηση του Ν. 2960/2001

Στο άρθρο 178 του Ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α ) προστί­ θεται παράγραφος 3, που έχει ως ακολούθως: «3. α) Σε όσες περιπτώσεις έχει ασκηθεί νόμιμα προ­ σφυγή κατά καταλογιστικής πράξης με την οποία επιβάλ­ λονται πολλαπλά τέλη και η δικαστική απόφαση επί της προσφυγής κατέστη τελεσίδικη πριν από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, με αποτέλεσμα να έχουν επιδικα­ στεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου Τε­ λωνειακού Κώδικα (Ν. 1165/1918) αλλά να μην έχουν ακό­ μα εισπραχθεί εν μέρει ή εν όλω πολλαπλά τέλη, το ύψος των οποίων υπερβαίνει το τριπλάσιο των προβλεπόμενων δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, το ποσό των πολλα­ πλών τελών πέραν του τριπλασίου διαγράφεται, ανεξαρ­ τήτως ταμειακής βεβαιώσεως αυτών από το αρμόδιο Τε­ λωνείο. Η είσπραξη των ανωτέρω πολλαπλών τελών θα περιοριστεί συνολικά, λαμβανομένων υπόψη και κατόπιν συμψηφισμού των ήδη εισπραχθέντων, στο τριπλάσιο των ανωτέρω επιβαρύνσεων. β) Τυχόν νόμιμες προσαυξήσεις, τέλη εκπρόθεσμης κα­ ταβολής και λοιπές επιβαρύνσεις επί των ανωτέρω πολ­ λαπλών τελών περιορίζονται και εισπράττονται υπολογι­ ζόμενα με βάση το ύψος των συνολικώς καταβαλλόμενων πολλαπλών τελών, όπως αυτό θα διαμορφωθεί μετά την εφαρμογή της ανωτέρω υπό α διάταξης. Οι προσαυξή­ σεις πέραν του ανωτέρω ύψους διαγράφονται. γ) Σε περίπτωση που το ήδη εισπραχθέν ποσό υπερβαί­ νει το τριπλάσιο των προβλεπόμενων δασμοφορολογι­ κών επιβαρύνσεων, το Ελληνικό Δημόσιο δεν υποχρεού­ ται σε επιστροφή του υπερβάλλοντος. δ) Η απαλλαγή χορηγείται μετά από αίτηση του οφειλέ­ τη στο Τελωνείο ή την αρμόδια Δ.Ο.Υ. στην οποία ανήκει η είσπραξη των πολλαπλών τελών, σύμφωνα με όσα ορί­ ζονται στη διάταξη του άρθρου 152 παρ. 7 εδάφ. 2 του πα­ ρόντος νόμου.»

Άρθρο 17Ειδικές περιπτώσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι υφιστάμενες απαιτήσεις του Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. Α.Ε. που εκχωρήθηκαν στο Δημόσιο, κατ' εφαρμογή των δια­ τάξεων του άρθρου 4 παρ. 4 του Ν. 2702/1999, καταβάλ­ λονται εφάπαξ χωρίς τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης κα­ ταβολής και τους οφειλόμενους τόκους της βασικής οφειλής μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2004.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οφειλές προς το Δημόσιο από δάνεια που χορηγήθη­ καν από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (πρώην ΕΚΤΕ) με βάση τις διατάξεις του Ν.Δ. 1138/1972 (ΦΕΚ 63 Α ) και του Ν. 1641/1986 (ΦΕΚ 122 Α ), εκχωρήθηκαν στο Δημόσιο κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 21 του Ν. 2198/1994 (ΦΕΚ 43 Α ), 32 του Ν. 2224/1994 (ΦΕΚ 112 Α ) και 30 παρ. 11 του Ν. 2789/2000 (ΦΕΚ 21 Α ), βεβαιώθηκαν στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες ως δημόσια έσοδα και δεν έχουν εξοφληθεί, μέχρι την έναρξη ισχύος του πα­ ρόντος νόμου, μπορεί να εξοφληθούν μέχρι 30 Σεπτεμ­ βρίου 2004 χωρίς τις αναλογούσες κατά τις διατάξεις του Ν.Δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) προσαυξήσεις εκπρόθεσμης κα­ ταβολής και με παροχή έκπτωσης κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) επί του βεβαιωμένου ληξιπρόθεσμου και μη ποσού σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι υφιστάμενες στις Δ.Ο.Υ. οφειλές γουνοποιητικών επιχειρήσεων των Νομών Καστοριάς, Φλώρινας, Γρεβε­ νών και Κοζάνης από δάνεια που χορηγήθηκαν με την εγ­ γύηση του Δημοσίου και είχαν υπαχθεί στη ρύθμιση της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του Ν. 3052/2002 (ΦΕΚ 221 Α ), μπορεί το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή της διάταξης αυτής να εξοφληθεί μέχρι 30 Δεκεμβρίου 2004 με όλα τα ευεργετήματά της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΓΥΠΟΒΟΛΗ ΕΚΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΔΗΛΩΣΕΩΝ
Άρθρο 18Υπαγόμενες περιπτώσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Υπόχρεοι φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων οι οποίοι μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος δεν έχουν υποβάλει δήλωση ή έχουν υποβάλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση για την κατα­ βολή ή μη φόρων, τελών ή εισφορών υπέρ του Δημοσίου για εισοδήματα που αποκτήθηκαν μέχρι και το ημερολο­ γιακό έτος 2003 δύνανται να υποβάλλουν στον προϊστά­ μενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) σχετική εκπρόθεσμη (αρχική ή συμπληρωματική) δήλωση χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, προσαύ­ ξησης, προστίμου ή οποιασδήποτε άλλης κύρωσης μέχρι 31 Αυγούστου 2004.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η δυνατότητα υποβολής δήλωσης κατά την προη­ γούμενη παράγραφο παρέχεται αναλόγως και στις πιο κάτω φορολογίες για τις οποίες η φορολογική υποχρέω­ ση γεννήθηκε μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 2003: α) Αυτοτελούς φορολογίας εισοδημάτων των άρθρων 11 και 13 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. β) Φόρου υπεραξίας από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων με βάση τις διατάξεις των άρθρων 20 έως και 27 του Ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α ). γ) Φόρου κύκλου εργασιών. δ) Φόρου πολυτελείας, ειδικού φόρου κατανάλωσης του Ν.Δ. 3829/1958 (ΦΕΚ 126 Α ) και φόρου κατανάλωσης στις κηρώδεις ύλες του Ν. 4324/1963 (ΦΕΚ 152 Α ), στα απορρυπαντικά του άρθρου 4 του Α.Ν. 156/1967 (ΦΕΚ 179 Α ), στα φορτηγά αυτοκίνητα του Ν. 1223/1981 (ΦΕΚ 340 Α ), όπως ίσχυσαν και μετά την ενοποίηση των φόρων κατανάλωσης και πολυτελείας του άρθρου 3 του Ν. 1477/1984 (ΦΕΚ 144 Α ). ε) Φόρου κατανάλωσης στα επιβατικά αυτοκίνητα που κατασκευάζονται, διασκευάζονται ή συναρμολογούνται στο εσωτερικό του Ν. 363/1976 (ΦΕΚ 152 Α ), στα λιπαντι­ κά έλαια του άρθρου 57 του Ν. 12/1975 (ΦΕΚ 34 Α ) και στα ελαφρά και μέσα έλαια του Ν. 216/1975 (ΦΕΚ 260 Α ), όπως ίσχυσαν. στ) Φόρου κατανάλωσης στις ανυψωτικές συσκευές του άρθρου 65 του Ν. 542/1977 και φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα μισθώματα δρομώνων ίππων του άρ­ θρου 58 του Ν. 1249/1982, όπως ίσχυσαν. ζ) Τελών χαρτοσήμου, εκτός από τις συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή. η) Φόρων που παρακρατούνται ή προκαταβάλλονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις από τις κάθε είδους αμοιβές, αποδοχές και αποζημιώσεις. θ) Εισφοράς υπέρ Ο.Γ.Α., Δήμων και Κοινοτήτων του άρ­ θρου 10 του Ν. 4169/1961 (ΦΕΚ 81 Α ), εισφοράς υπέρ Ο.Γ.Α. του εδαφίου β της περίπτωσης ζ της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του Ν. 4169/1961 και εισφοράς υπέρ Ο.Γ.Α. του άρθρου 3 του Ν. 1066/1980 (ΦΕΚ 183 Α ), όπως ίσχυσαν. ι) Φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) του Ν. 2859/2000 (ΦΕΚ 248 Α ). ια) Εισφοράς υπέρ ΕΛ.Γ.Α. του άρθρου 31 του Ν. 2040/1992 (ΦΕΚ 70 Α ). ιβ) Φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων και ειδικού φόρου τραπεζικών εργασιών του Ν. 1676/1986 (ΦΕΚ 204 Α ). ιγ) Οποιουδήποτε άλλου φόρου, τέλους, εισφοράς ή κράτησης υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων που δεν περιλαμ­ βάνεται στις περιπτώσεις α έως και ιβ , με εξαίρεση τα τέ­ λη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων και μοτοσικλετών. ιδ) Τέλους εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης αεροδρο­ μίων του άρθρου 4 του Ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α ).

Άρθρο 19Εξαιρούμενες περιπτώσεις

Οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου δεν έχουν εφαρμογή: α) Στις υποθέσεις των φορολογουμένων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί καταλογιστικές πράξεις, φύλλα ελέγ­ χου και αποφάσεις επιβολής προστίμων μέχρι την ημερο­ μηνία κατάθεσης του παρόντος. β) Στις υποθέσεις της φορολογίας κληρονομιών, δωρε­ ών, γονικών παροχών, μεταβίβασης ακινήτων και ακίνη­ της περιουσίας. γ) Στις φορολογικές δηλώσεις που υποβάλλονται με επιφύλαξη. δ) Στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με τις οποί­ ες δηλώνεται ζημία. ε) Στις υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία έκδοσης και κοινοποίησης των φύλλων ελέγ­ χου, των καταλογιστικών πράξεων και των αποφάσεων επιβολής προστίμων της περίπτωσης α μέχρι την ημερο­ μηνία κατάθεσης του παρόντος, εφόσον για αυτές τα βι­ βλία και τα στοιχεία των επιτηδευματιών που προβλέπο­ νται από τον Κ.Β.Σ. έχουν κριθεί ανεπαρκή ή ανακριβή από τις επιτροπές της παραγράφου 5 του άρθρου 30 του Π.Δ. 186/1992 ή εφόσον παρήλθε άπρακτη η προβλεπό­ μενη από τις ίδιες διατάξεις προθεσμία προσφυγής ενώ­ πιον των Επιτροπών αυτών. Στις υποθέσεις της περίπτω­ σης αυτής εμπίπτουν και εκείνες που εκκρεμούν ενώπιον των ανωτέρω Επιτροπών.

Άρθρο 20Ειδικές ρυθμίσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η οφειλή για φόρους, τέλη και εισφορές που βεβαιώ­ νεται με βάση τις αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις του άρθρου 18 του παρόντος καταβάλλεται, εκτός του φόρου εισοδήματος, σε τέσσερις (4) ίσες μηνιαίες δό­ σεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται ταυτόχρονα με την υποβολή των δηλώσεων και καθεμία από τις επό­ μενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των αντίστοιχων επόμενων μηνών. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των διακοσίων (200) ευρώ. Ο φόρος εισοδήματος καταβάλλε­ ται, προκειμένου για τα νομικά πρόσωπα ολόκληρος με την υποβολή της δήλωσης, προκειμένου δε για τα φυσικά πρόσωπα μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κατά την υποβολή των δηλώσεων που προβλέπονται από το άρθρο 18 του παρόντος δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του Ν. 2523/1997, προκειμένου για τις αιτήσεις που υποβάλ­ λονται για την έκδοση των οικείων πιστοποιητικών κατά το χρόνο ισχύος των διατάξεων αυτού του άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ Ν. 3219/2004
Άρθρο 21ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το άρθρο 11 του Ν. 2601/1998, όπως αντικαταστάθη­ κε από το άρθρο 6 του Ν. 3219/2004, αντικαθίσταται ως εξής: « Άρθρο 11 Υποχρεώσεις ενισχυόμενων επιχειρήσεων Συνέπειες μη τήρησης 1. Α. Επιχειρήσεις των οποίων επενδύσεις έχουν υπα­ χθεί στο καθεστώς επιχορήγησης, επιδότησης τόκων και χρηματοδοτικής μίσθωσης του νόμου αυτού, μετά την υπαγωγή τους και μέχρι την παρέλευση πενταετίας από τη δημοσίευση της απόφασης έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας οφείλουν: (α) Να τηρούν τους όρους της υπαγωγής. (β) Οι υπαχθείσες ως νέοι φορείς να μην συγχωνευθούν ή απορροφηθούν ή απορροφήσουν άλλη εταιρία ή επι­ χείρηση ή κλάδο αυτής που αποτελεί παλαιό φορέα. (γ) Να αποκτούν την κυριότητα του μισθωμένου εξοπλι­ σμού με τη λήξη της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης. (δ) Να μη διακόπτουν την παραγωγική δραστηριότητα της επένδυσης, εκτός αν συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας που προκαλούνται από φυσικά φαινόμενα. (ε) Να μην παύσουν τη λειτουργία της επιχείρησης, εκτός αν συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας που προκα­ λούνται από φυσικά φαινόμενα. (στ) Να μη μεταβιβάζουν για οποιονδήποτε λόγο πάγια περιουσιακά στοιχεία που έχουν ενισχυθεί, εκτός εάν αυ­ Φ.Ε.Κ. 5359 τά αντικατασταθούν εντός εξαμήνου από άλλα κυριότη­ τας του φορέα και ανάλογης αξίας, που ανταποκρίνονται στην εξυπηρέτηση της παραγωγικής λειτουργίας της επι­ χείρησης, με υποχρέωση γνωστοποίησης της αντικατά­ στασης εντός τριών (3) μηνών στην αρμόδια υπηρεσία. Β. Οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στην περίπτωση Α για το ίδιο χρονικό διάστημα δεν επιτρέπεται χωρίς έγκρι­ ση του αρμόδιου για την έκδοση της απόφασης υπαγω­ γής οργάνου: (α) Να μεταβάλουν κατά οποιονδήποτε τρόπο την εταιρι­ κή τους σύνθεση ως προς τα πρόσωπα ή τα ποσοστά συμ­ μετοχής τους. Εξαιρούνται οι εταιρίες των οποίων οι μετο­ χές είναι εισηγμένες ή εισάγονται στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών και οι μεταβιβάσεις λόγω κληρονομικής διαδοχής. (β) Να εκμισθώσουν μέρος ή το σύνολο της ενισχυθεί­ σας επένδυσης. Η έγκριση δίδεται με τον όρο της συνέχι­ σης της λειτουργίας της επιχείρησης στο ίδιο παραγωγι­ κό αντικείμενο και η ευθύνη για την τήρηση των όρων υπα­ γωγής παραμένει στον εκμισθωτή. Γ. Οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στην περ. Α μετά την υπαγωγή τους και για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών από τη δημοσίευση της απόφασης έναρξης της πα­ ραγωγικής λειτουργίας οφείλουν να διατηρούν τον αριθ­ μό των δημιουργούμενων νέων θέσεων απασχόλησης, όπως ορίζεται στην παρ. 2α του άρθρου 6. 2. Α. Εάν ενισχυθείσα επιχείρηση παραβεί τις υποχρεώ­ σεις υπαγωγής πριν από την έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας: (α) Ανακαλείται η απόφαση υπαγωγής και επιστρέφεται η ενίσχυση στις περιπτώσεις β και ε της παραγράφου 1Α. (β) Δύναται να ανακληθεί η απόφαση υπαγωγής και να επιστραφεί η ενίσχυση ή να παρακρατηθεί ή επιστραφεί μέρος αυτής, στις περιπτώσεις α , δ της παραγράφου 1Α και α , β της παραγράφου 1Β. Β. Εάν ενισχυθείσα επιχείρηση παραβεί τις υποχρεώ­ σεις υπαγωγής μετά τη δημοσίευση της απόφασης έναρ­ ξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης και εντός του οριζόμενου στην παρ. 1Α χρονικού περιορι­ σμού, επιστρέφεται το σύνολο ή μέρος της ενίσχυσης. Γ. Εάν ενισχυθείσα επιχείρηση παραβεί τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην περίπτωση 1Αγ, επιστρέφεται η αναλο­ γούσα στο συγκεκριμένο εξοπλισμό καταβληθείσα ενίσχυ­ ση στο σύνολό της. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση λύσης με οποιονδήποτε τρόπο της σύμβασης και επιστροφής του εξοπλισμού στην εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης. Δ. Εάν διαπιστωθεί μείωση των μέσων όρων του αριθ­ μού των δημιουργούμενων θέσεων απασχόλησης, που προσδιόρισαν την ενίσχυση, επιστρέφεται μέρος της ενί­ σχυσης, ούτως ώστε να τηρείται το ύψος της επιχορήγη­ σης ανά θέση εργασίας. 3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονο­ μικών καθορίζονται ο τρόπος διενέργειας του ελέγχου συμμόρφωσης των επιχειρήσεων που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του νόμου αυτού, η διαδικασία, ο τρόπος επέ­ λευσης των συνεπειών σε περίπτωση μη τήρησης αυτών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. 4. Η επιστροφή των ενισχύσεων που δίδονται με βάση το νόμο αυτόν γίνεται με τη διαδικασία είσπραξης δημο­ σίων εσόδων, τα δε επιστρεφόμενα ποσά προσαυξάνο­ νται κατά το ποσό των νόμιμων τόκων από την εκάστοτε καταβολή τους. Οι σχετικές αποδείξεις καταβολής των ενισχύσεων από το Δημόσιο αποτελούν τίτλο για τη βε­ βαίωση του χρέους από την αρμόδια Δ.Ο.Υ.. 5. Απώλεια της φορολογικής απαλλαγής και καταβολή των οφειλόμενων φόρων. Α. Το αφορολόγητο αποθεματικό της απαλλαγής που σχηματίστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος προστίθεται στα κέρδη της επιχείρησης και φορολογείται στη διαχειριστική χρήση κατά την οποία: (α) Πωλήθηκαν τα πάγια περιουσιακά στοιχεία πριν πε­ ράσουν πέντε (5) χρόνια από τότε που αγοράστηκαν ή έπαψαν να χρησιμοποιούνται τα μηχανήματα των οποίων η χρήση είχε αποκτηθεί με χρηματοδοτική μίσθωση και ακυρώθηκε η σύμβαση, για το ποσό που το αφορολόγητο αποθεματικό αντιστοιχεί στην αξία των πάγιων αυτών στοιχείων. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται, αν η επιχεί­ ρηση αντικαταστήσει τα πάγια αυτά στοιχεία, μέσα σε έξι (6) μήνες από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου που έγινε η πώληση ή η διακοπή της χρηματοδοτικής μίσθω­ σής τους, με νέα πάγια στοιχεία ίσης τουλάχιστον αξίας, τα οποία συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις της ενισχυό­ μενης δαπάνης της επένδυσης ή της χρηματοδοτικής μί­ σθωσης που ορίζει το παρόν. (β) Θα γίνει διανομή ή ανάληψη του αντίστοιχου ποσού του αφορολόγητου αποθεματικού και για το ποσό που θα διανεμηθεί ή θα αναληφθεί. (γ) Διαλύεται η ατομική επιχείρηση ή η εταιρία λόγω θα­ νάτου του επιχειρηματία ή μέλους της εταιρίας. Β. Επίσης το αφορολόγητο αποθεματικό που σχηματί­ στηκε φορολογείται: (α) Σε περίπτωση αποχώρησης εταίρου, στο όνομά του, στο χρόνο αποχώρησής του και για το ποσό που αναλογεί σε αυτόν, με βάση το ποσοστό συμμετοχής του στην εται­ ρία. (β) Σε περίπτωση μεταβίβασης εταιρικής μερίδας, στο όνομα του μεταβιβάζοντος, στο χρόνο της μεταβίβασης και για το ποσό που αναλογεί σε αυτόν, με βάση το ποσο­ στό συμμετοχής του στην εταιρία. (γ) Σε περίπτωση ανάληψης του αποθεματικού από εταίρο ή τους κληρονόμους του, στο όνομα του αναλαμ­ βάνοντος, στο χρόνο της ανάληψης και για το ποσό που αναλαμβάνεται από αυτόν. (δ) Σε περίπτωση θανάτου ενός εταίρου και εφόσον η εταιρία συνεχίζεται νόμιμα μόνο μεταξύ των λοιπών εταί­ ρων, στο όνομα του κληρονόμου και για το ποσό που ανα­ λογεί σε αυτόν, με βάση το ποσοστό συμμετοχής του θα­ νόντος στην εταιρία. (ε) Σε περίπτωση που η επιχείρηση μετά τη λήξη της χρηματοδοτικής μίσθωσης δεν αποκτά την κυριότητα του εξοπλισμού. Γ. Σε περίπτωση μη ολοκλήρωσης της επένδυσης ή/και μη απόκτησης της χρήσης του εξοπλισμού με χρηματο­ δοτική μίσθωση εντός της πενταετούς προθεσμίας που ορίζεται από την παρ. 27 του άρθρου 6, η επιχείρηση υπο­ χρεούται στην υποβολή συμπληρωματικών δηλώσεων φο­ ρολογίας εισοδήματος για κάθε οικονομικό έτος και για το μέρος των κερδών που απηλλάγησαν της φορολογίας λό­ γω σχηματισμού του αφορολόγητου αποθεματικού. Οι πιο πάνω δηλώσεις θεωρούνται εκπρόθεσμες και οι υπόχρεοι που υποβάλλουν αυτές ή δεν υποβάλλουν ή υποβάλλουν ανακριβείς υπόκεινται στις κυρώσεις του Ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α ). Το συνολικό ποσό φόρου ει­ σοδήματος και πρόσθετου φόρου, που οφείλεται με βάση τη δήλωση της παραγράφου αυτής, καταβάλλεται σε πέ­ ντε (5) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η μεν πρώτη με την υποβολή της δήλωσης, οι δε υπόλοιπες τέσσερις την τελευταία εργάσιμη ημέρα των τεσσάρων επόμενων από την υποβολή της δήλωσης μηνών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι ρυθμίσεις του άρθρου 11 του Ν. 2601/1998, όπως τίθενται στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου, ισχύουν και για τις επενδύσεις που έχουν υπαχθεί στο Ν. 2601/1998, για τις οποίες δεν έχει ακόμα εκδοθεί η απόφαση πιστο­ ποίησης της ολοκλήρωσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 12 του άρθρου 8 του Ν. 3219/2004 αντικαθίσταται ως εξής: « Οι αποζημιώσεις των εδαφίων α και β της παρ. 22 του άρθρου 8 του Ν. 2601/1998 (ΦΕΚ 81 Α ) δεν υπόκεινται στους περιορισμούς του Ν. 1256/1982, του άρθρου 15 του Ν. 2703/1999 και του άρθρου 17 του Ν. 3205/ 2003

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι λοιπές διατάξεις του Ν. 3219/2004 καταργούνται από τότε που ίσχυσαν, πλην των διατάξεων του άρθρου 2 παρ. 4, του άρθρου 7 παρ. 1, του άρθρου 8 παρ. 11, 12 εδάφια α και β , 13 και 15, του άρθρου 9 παρ. 2 και του άρ­ θρου 11. Η παρ. 4 του άρθρου 2 του Ν. 3219/2004 ισχύει και για μισθώσεις που έχουν καταρτιστεί με ιδιωτικό έγ­ γραφο πριν από την 27.1.2004.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο τέλος της παρ. 33 του άρθρου 6 του Ν. 2601/1998, όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 2778/1999, προστίθενται εδάφια ως εξής: «Από 1.1.2004 για επενδύσεις ή προγράμματα χρημα­ τοδοτικής μίσθωσης που υπερβαίνουν τα πενήντα εκα­ τομμύρια (50.000.000) ευρώ το ανώτατο χορηγούμενο ποσό ενίσχυσης προσδιορίζεται ως εξής: (α) για το τμήμα μέχρι πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) ευρώ παρέχεται το 100% του κατά περίπτω­ ση ανώτατου ορίου περιφερειακής ενίσχυσης, (β) για το τμήμα από πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) ευρώ έως εκατό εκατομμύρια (100.000.000) ευρώ παρέ­ χεται το 50% του κατά περίπτωση ανώτατου ορίου περι­ φερειακής ενίσχυσης, (γ) για το τμήμα που υπερβαίνει τα εκατό εκατομμύρια (100.000.000) ευρώ παρέχεται το 34% του κατά περίπτω­ ση ανώτατου ορίου περιφερειακής ενίσχυσης. Αν για την υπαγωγή επενδύσεων στις διατάξεις του Ν. 2601/1998 απαιτείται προηγούμενη έγκριση της Επι­ τροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η διαδικασία έκδοσης της απόφασης υπαγωγής αρχίζει ύστερα από τη λήψη της έγκρισης αυτής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

α. Στην παρ. 7 του άρθρου 6 του Ν. 2601/1998 προ­ στίθεται εδάφιο, ως εξής: «Αν χωρίς να συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας η επέν­ δυση ολοκληρωθεί εντός έξι μηνών από τη λήξη της αρχι­ κής ή μετά παράταση προθεσμίας, η ολοκλήρωση επι­ τρέπεται να πιστοποιηθεί εφόσον κατατεθεί σχετική αίτη­ ση για πιστοποίηση και ενισχύονται μόνο οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν εμπρόθεσμα.» β. Η ρύθμιση της περ. α της παραγράφου αυτής ισχύει και για τις επενδύσεις που έχουν υπαχθεί στο Ν. 2601/1998 για τις οποίες δεν έχει ακόμα εκδοθεί η απόφαση πιστοποί­ ησης της ολοκλήρωσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η προθεσμία που προβλέπεται στη διάταξη του τελευ­ ταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 2601/1998 και όπως είχε παραταθεί με την παρ. 2 του άρθρου 34 του Ν. 3130/2003 (ΦΕΚ 76 Α ) παρατείνεται αφότου έληξε μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2004.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η προθεσμία που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης υ της παρ. 3 του άρθρου 5 του Ν. 2601/1998, όπως αυτή είχε παραταθεί με την παρ. 3 του άρθρου 34 του Ν. 3130/2003 (ΦΕΚ 76 Α ), παρατείνεται αφότου έληξε μέχρι την 15η Σεπτεμβρίου 2004.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Εκκρεμείς αιτήσεις υπαγωγής που υπεβλήθησαν από 1.1. 2004 εξετάζονται από τις υπηρεσίες στις οποίες υπο­ βλήθηκαν μέσα σε τρεις μήνες από τη λήξη της προθε­ σμίας της παρ. 11 του άρθρου αυτού, σύμφωνα με τις δια­ τάξεις του Ν. 2601/1998, όπως ισχύει, με συμπλήρωση ή και αντικατάσταση των υποβληθέντων δικαιολογητικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Αποφάσεις υπαγωγής ή μη που εκδόθηκαν κατ' εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 3219/2004 ανακαλού­ νται και οι σχετικές αιτήσεις επανακρίνονται από τις υπη­ ρεσίες στις οποίες υποβλήθηκαν σύμφωνα με τις διατά­ ξεις του Ν. 2601/1998, όπως ισχύει, με συμπλήρωση ή και αντικατάσταση των υποβληθέντων δικαιολογητικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Στις περιπτώσεις των προηγούμενων παραγράφων 9 και 10 για την εξέταση των αιτήσεων υποβάλλεται από τους ενδιαφερόμενους φορείς δήλωση με αναγκαία δικαιολογη­ τικά σε συμπλήρωση ή αντικατάσταση των υποβληθέντων μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Εάν δεν υποβληθούν δηλώσεις, οι αιτήσεις τί­ θενται στο αρχείο και επιστρέφεται το οικείο παράβολο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΦΑΛΑΙΟ Ε ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 22Κατάργηση διατάξεων του Ν. 3220/2004ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 3220/2004 (ΦΕΚ 15 Α ) καταργούνται από την έναρξη της ισχύος τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις των άρθρων 16 έως και 25 του Κεφαλαί­ ου Β του Ν. 3220/2004 καταργούνται από την έναρξη της ισχύος τους και από την ίδια ημερομηνία επαναφέρονται σε ισχύ οι διατάξεις που καταργήθηκαν ή αντικαταστάθη­ καν από αυτές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα δύο τελευταία εδάφια της περίπτωσης α της πα­ ραγράφου 1 του άρθρου 38 του Κώδικα Φ.Π.Α. (Ν. 2859/2000 ­ ΦΕΚ 248 Α ), τα οποία προστέθηκαν με την παράγραφο 18 του άρθρου 39 του Ν. 3220/2004, καταρ­ γούνται από την έναρξη της ισχύος τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 23Σύσταση Διαπεριφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου (Δ.Ε.Κ.) Θεσσαλονίκης στο Υπουργείο Οικονομίας και ΟικονομικώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Συστήνεται στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομι­ κών Υπηρεσία φορολογικού ελέγχου, με τίτλο «Διαπερι­ φερειακό Ελεγκτικό Κέντρο Θεσσαλονίκης» και έδρα τη Θεσσαλονίκη. Το παραπάνω Διαπεριφερειακό Ελεγκτικό Κέντρο (Δ.Ε.Κ.) λειτουργεί σε επίπεδο Διεύθυνσης και υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το Δ.Ε.Κ. Θεσσαλονίκης διαρθρώνεται στις παρακά­ τω οργανικές μονάδες, επιπέδου Τμήματος, μεταξύ των οποίων κατανέμονται οι αρμοδιότητες αυτού: α) Α Τμήμα Ελέγχου β) Β Τμήμα Ελέγχου γ) Γ Τμήμα Ελέγχου δ) Δ Τμήμα Διαδικασιών και Γραμματείας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι καθ' ύλην αρμοδιότητες του Δ.Ε.Κ. Θεσσαλονίκης είναι ίδιες με του Εθνικού Ελεγκτικού Κέντρου (ΕΘ.Ε.Κ.), που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 2343/1995 (ΦΕΚ 211 Α ) και του Π.Δ. 280/1997 (ΦΕΚ 203 Α ), το οποίο μετονομάζεται σε Διαπεριφερειακό Ελεγκτι­ κό Κέντρο (Δ.Ε.Κ.) Αθηνών. Τα Τμήματα Ελέγχου και το Τμήμα Διαδικασιών και Γραμματείας του Δ.Ε.Κ. Θεσσα­ λονίκης έχουν τις ίδιες αρμοδιότητες με τις Εποπτείες Ελέγχου και το Τμήμα Διαδικασιών και Γραμματείας του Δ.Ε.Κ. Αθηνών, αντίστοιχα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η κατά τόπον αρμοδιότητα του Δ.Ε.Κ. Θεσσαλονίκης εκτείνεται στα όρια των Διοικητικών Περιφερειών Δυτικής Μακεδονίας, Κεντρικής Μακεδονίας, Ανατολικής Μακε­ δονίας και Θράκης και Θεσσαλίας, καθώς και της περιο­ χής της νήσου Λήμνου, ενώ του Δ.Ε.Κ. Αθηνών περιορίζε­ ται στα όρια των λοιπών περιοχών της χώρας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο Δ.Ε.Κ. Θεσσαλονίκης συστήνεται μία θέση Υπο­ διευθυντή. Ο παραπάνω Υποδιευθυντής έχει τα εξής κα­ θήκοντα: Βοηθά τον Προϊστάμενο του Δ.Ε.Κ. στην άσκηση των καθηκόντων του και εκτελεί τα καθήκοντα που του ανατί­ θενται από αυτόν. Αναπληρώνει τον Προϊστάμενο του Δ.Ε.Κ. σε περίπτω­ ση απουσίας, κωλύματος ή έλλειψης αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι οργανικές θέσεις προσωπικού του Δ.Ε.Κ. Θεσσα­ λονίκης, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, θα καθορι­ στούν με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικο­ νομικών, που θα εκδοθεί κατά τις διατάξεις της παραγρά­ φου 2 του άρθρου 20 του Ν. 2469/1997 (ΦΕΚ 38 Α ).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Για τους Προϊσταμένους του Δ.Ε.Κ. Θεσσαλονίκης και των Τμημάτων του, καθώς και για τον Υποδιευθυντή και τους ελεγκτές που στελεχώνουν το Δ.Ε.Κ. Θεσσαλο­ νίκης, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 4 και των παραγράφων 1 και 3 του άρ­ θρου 5 του Π.Δ. 280/1997. Στις προβλεπόμενες θέσεις Δι­ ευθυντών του κλάδου ΠΕ Εφοριακών, προστίθενται δύο (2) θέσεις για την πλήρωση της θέσης του Διευθυντή και του Υποδιευθυντή του συνιστώμενου Δ.Ε.Κ. Θεσσαλονί­ κης, μειουμένων ισάριθμα των συνολικών θέσεων με βαθ­ μό Δ ­ Α του ίδιου κλάδου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Ο χρόνος έναρξης λειτουργίας του συνιστώμενου Δ.Ε.Κ. Θεσσαλονίκης ορίζεται με απόφαση του Υπουρ­ γού Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του Δ.Ε.Κ. Θεσσαλονίκης, το ΕΘ.Ε.Κ. θα λειτουργήσει με το νέο τίτ­ λο και την περιορισμένη κατά τόπον αρμοδιότητα, που προβλέπονται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Οι υφιστάμενες μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία εκκρεμείς υποθέσεις του ΕΘ.Ε.Κ., που υπάγονται κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου στο Δ.Ε.Κ. Θεσσαλονίκης και για τις οποίες έχουν εκδοθεί εντολές ελέγχου και έχει αρχίσει ο έλεγχος αυτών, ολοκληρώνονται από το Δ.Ε.Κ. Αθηνών.

Άρθρο 24Σύσταση και αναδιοργάνωση Δ.Ο.Υ. του Υπουργείου Οικονομίας και ΟικονομικώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Συνιστάται Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) Β Τάξης, επιπέδου Τμήματος, με τίτλο «Δ.Ο.Υ. Παλαμά» και έδρα το Δήμο Παλαμά του Νομού Καρδίτσας. Η κατά τό­ πον αρμοδιότητα της Δ.Ο.Υ. Παλαμά εκτείνεται στα όρια των περιοχών των Δήμων Παλαμά και Φύλλου, οι οποίες αποσπώνται από την αρμοδιότητα της Δ.Ο.Υ. Καρδίτσας και της Δ.Ο.Υ. Σοφάδων, αντίστοιχα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) Αγίου Αθα­ νασίου Νομού Θεσσαλονίκης (περ. 21 παρ. 1 του άρθρου 164 του Π.Δ. 551/1988 ­ ΦΕΚ 259 Α ) αναβαθμίζεται από Β Τάξης επιπέδου Τμήματος, σε Α Τάξης επιπέδου Διεύ­ θυνσης. Η κατά τόπον αρμοδιότητα της Δ.Ο.Υ. Αγίου Αθα­ νασίου εκτείνεται στα όρια των περιοχών των Δήμων Αγί­ ου Αθανασίου, Κουφαλίων και Χαλκηδόνας, οι οποίες αποσπώνται από την κατά τόπον αρμοδιότητα της Δ.Ο.Υ. Ιωνίας Νομού Θεσσαλονίκης. Η Δ.Ο.Υ. Αγίου Αθανασίου διαρθρώνεται στα παρακάτω Τμήματα: α) Ελέγχου β) Φορολογικής Διαδικασίας γ) Εσόδων δ) Εξόδων ε) Μητρώου στ) Δικαστικό

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στις προβλεπόμενες θέσεις προσωπικού του Υπουρ­ γείου Οικονομίας και Οικονομικών με βαθμό Διευθυντή, συνιστάται μία (1) θέση εκτός της Βαθμολογικής Κλίμα­ κας των κλάδων ΠΕ ή ΤΕ ή ΔΕ Εφοριακών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ο χρόνος έναρξης λειτουργίας της συνιστώμενης Δ.Ο.Υ. Παλαμά και της Δ.Ο.Υ. Αγίου Αθανασίου με τη νέα οργανωτική της δομή θα καθοριστεί με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στις Δ.Ο.Υ. Νομών Θεσσαλονίκης και Καρδίτσας, που προβλέπονται στους πίνακες των διατάξεων των παρα­ γράφων 2 και 3 του άρθρου 1 του Π.Δ. 42/2001 (ΦΕΚ 32 Α ), εντάσσονται και οι Δ.Ο.Υ. Αγ. Αθανασίου και Παλαμά, αντίστοιχα, ως εξής: «ΝΟΜΟΣ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ Α ΤΑΞΗΣ Α ­ Β ΤΑΞΗΣ Α Θεσ/νίκης Λαγκαδά Β Θεσ/νίκης (Β ,Γ ) Δ Θεσ/νίκης Ε Θεσ/νίκης ΣΤ Θεσ/νίκης Ζ Θεσ/νίκης Η Θεσ/νίκης Θ Θεσ/νίκης Ι Θεσ/νίκης ΦΑΕ Θεσ/νίκης Αμπελοκήπων Θεσ/νίκης Ιωνίας Θεσ/νίκης Καλαμαριάς Νεάπολης Θεσ/νίκης Τούμπας Σταυρούπολης Αγίου Αθανασίου» «ΝΟΜΟΣ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ Δ.Ο.Υ. Α Δ.Ο.Υ. Β ΤΑΞΗΣ ΤΑΞΗΣ Καρδίτσας Σοφάδων Μουζακίου Παλαμά» 6. Τα άρθρα 164 και 196 του Π.Δ. 551/1988 (ΦΕΚ 259 Α ), όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με τις διατά­ ξεις του Π.Δ. 277/2000 (ΦΕΚ 227 Α ) και του Π.Δ. 42/2001 (ΦΕΚ 32 Α ), τροποποιούνται ανάλογα, κατά το μέρος που ρυθμίζονται διαφορετικά με τις διατάξεις του παρόντος. Άρθρο 25 Φορολογική μεταχείριση των κερδών αλλοδαπών πλοιοκτητριών επιχειρήσεων από τη ναύλωση πλοίων τους για τις ανάγκες των Ολυμπιακών Αγώνων 1. Τα καθαρά κέρδη από τη ναύλωση των κρουαζιερό­ πλοιων των αλλοδαπών πλοιοκτητριών επιχειρήσεων, που έχουν ανακηρυχθεί ανάδοχοι από την Οργανωτική Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων Αθήνα 2004 Α.Ε., προσ­ διορίζονται με πολλαπλασιασμό των εσόδων (αμοιβών) από τη ναύλωση με το συντελεστή καθαρού κέρδους δέ­ κα τοις εκατό (10%) με την προϋπόθεση ότι οι επιχειρή­ σεις αυτές δεν ασκούν κατά το χρόνο αυτόν άλλη δρα­ στηριότητα στην Ελλάδα. Ως ακαθάριστα έσοδα (αμοιβές) από τη ναύλωση λαμ­ βάνονται αυτά που προκύπτουν από τα συμφωνητικά ναυ­ λώσεως, που θα πρέπει να κατατίθενται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την κατάρ­ τισή τους. Τα συμφωνητικά ναυλώσεως που έχουν καταρ­ τισθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος θα πρέπει να κατατεθούν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. εντός είκοσι (20) εργάσι­ μων ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Τα προκύπτοντα καθαρά κέρδη φορολογούνται με συ­ ντελεστή τριάντα πέντε τοις εκατό (35%), ο οφειλόμενος δε φόρος καταβάλλεται εφάπαξ με δήλωση που υποβάλ­ λεται στη Δ.Ο.Υ. Φορολογίας Πλοίων Πειραιά μέχρι τη 10η Αυγούστου 2004. Με την καταβολή του παραπάνω φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των παραπάνω επιχειρήσεων, οι οποίες δεν υποχρεούνται να τηρούν βιβλία και στοιχεία για τα έσοδα από τη ναύλωση των κρουαζιερόπλοιων. 2. Οι Λιμενικές Αρχές υποχρεούνται να αρνηθούν τη χο­ ρήγηση άδειας απόπλου για τα πλοία που φορολογούνται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, αν δεν προσκομι­ σθεί σε αυτές βεβαίωση του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. για την καταβολή του οφειλόμενου φόρου. Οι διατάξεις του άρθρου 113 του Κ.Φ.Ε. και του Ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α ) εφαρμόζονται αναλόγως και για το φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις του άρ­ θρου αυτού. 3. Στα κρουαζιερόπλοια τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για τη διαμονή των θεατών των Ολυμπιακών Αγώνων, και θα είναι ελλιμενισμένα στο λιμάνι του Πειραιά από 1.8.2004 έως 31.8.2004, θα διατηρηθεί το καθεστώς ατέ­ λειας στα τροφοεφόδια, τα καύσιμα, καθώς και τα είδη, τα οποία θα διατίθενται από τα καταστήματα των πλοίων. Επί των πωλούμενων ειδών και των παρεχόμενων υπηρεσιών από τα καταστήματα θα υπολογίζεται Φ.Π.Α. σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Για τα καπνικά και τα οινοπνευ­ ματώδη ποτά, θα εφαρμοστούν οι ισχύουσες διατάξεις επιβολής των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης. Άρθρο 26 Αμοιβές πτυχιούχων Α.Ε.Ι., Τ.Ε.Ι. και λοιπών προσώπων που καταβάλλονται από την Ο.Ε.Ο.Α. ΑΘΗΝΑ 2004 Α.Ε. 1. Οι αμοιβές που καταβάλλει εξ ελευθεριότητος η Ορ­ γανωτική Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων Αθήνα 2004 Α.Ε. από 1.1.2004 κατόπιν απόφασης του Διοικητικού Συμ­ βουλίου της στους δικαιούχους του προγράμματος επι­ μόρφωσης «SΤΑGΕ», το οποίο καταρτίστηκε με την 33097/25.9.2003 (ΦΕΚ 1420 Β /1.10.2003) κοινή υπουργι­ κή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, εξαιρούνται από την παρακράτηση του φόρου εισοδήματος. 2. Τα ποσά φόρου εισοδήματος, που ήδη παρακρατή­ θηκαν και αποδόθηκαν από την Οργανωτική Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων Αθήνα 2004 Α.Ε., θα της επιστρα­ φούν από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. εντός μηνός από την υπο­ βολή της σχετικής αίτησης. 3. Η υποχρέωση κοινωνικής ασφάλισης στους ασκού­ μενους που τοποθετούνται από 1.1.2004 και μετά στην Ο.Ε.Ο.Α. ΑΘΗΝΑ 2004 Α.Ε., στα πλαίσια του προγράμμα­ τος «SΤΑGΕ», βάσει της υπ' αριθμ. 33097/2003 κοινής υπουργικής απόφασης, εξαντλείται στο μέρος της απο­ ζημίωσης που καταβάλλεται και χρηματοδοτείται από τον Ο.Α.Ε.Δ., κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 18 του Ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α ) και του άρθρου 18 του Ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α ). Άρθρο 27 Στο κοινωφελές ίδρυμα με την επωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ΜΙ­ ΧΑΛΗΣ ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ», του οποίου η σύσταση εγκρίθη­ κε και ο οργανισμός διοίκησης και διαχείρισης κυρώθηκε με το από 10 Φεβρουαρίου 2004 Προεδρικό Διάταγμα (ΦΕΚ 347 Β ), εφαρμόζονται τα άρθρα 1 παράγραφος 1 και 12 παράγραφος 1 του Ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89 Α ), που ανα­ φέρονται στην έγκριση σύστασης ιδρύματος με την επω­ νυμία «ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΛΑΣΣΙ­ ΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ» και στην κύρωση του οργανισμού αυτού. Άρθρο 28 Παράταση προθεσμίας Η περίπτωση δ της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Ν. 2992/2002 (ΦΕΚ 54 Α ) αντικαθίσταται ως εξής: «δ) Ο μετασχηματισμός ολοκληρωθεί από την 1η Ιανου­ αρίου 2002 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2005».

Άρθρο 29Τελικές διατάξεις

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομι­ κών μπορούν να ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμο­ γής, τα χρονικά διαστήματα ισχύος και κάθε ειδικότερο θέμα των κεφαλαίων Α , Β και Γ του παρόντος νόμου.

Άρθρο 30Ρυθμίσεις για το Άλσος της Σχολής ΕυελπίδωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Επιτρέπεται οι κάτοχοι άδειας λειτουργίας καταστη­ μάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος, που βρίσκονται επί των οδών που περικλείουν το Άλσος της Σχολής Ευελπί­ δων, να τοποθετούν προσωρινά τραπεζοκαθίσματα, κα­ θώς και το αναγκαίο δίκτυο ηλεκτροφωτισμού, σε τμήμα του Άλσους που παραχωρήθηκε στο Δήμο Αθηναίων με την υπ' αριθμ. 91875/888/29.10.2001 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέ­ ντρωσης, Οικονομικών και Γεωργίας κατά κυριότητα, νο­ μή και κατοχή, υπό τους ακόλουθους όρους: α) Η τοποθέτηση των τραπεζοκαθισμάτων και η εγκα­ τάσταση του αναγκαίου ηλεκτροφωτισμού επιτρέπεται σε τμήμα του Άλσους συνολικού εμβαδού δύο (2) στρεμ­ μάτων, όπως αυτό απεικονίζεται στο υπ' αριθμ. 3172/23 Ιουλίου 2003 τοπογραφικό διάγραμμα του τμήματος το­ πογραφικού της Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Δήμου Αθηναίων, το οποίο εγκρίθηκε την 23η Ιουλίου 2003, από τη Διεύθυνση Δασών της Περιφέρειας Αττικής, αποκλει­ στικά και μόνο για το χρονικό διάστημα από πρώτης ΜαΊου έως τριακοστής Σεπτεμβρίου κάθε έτους. β) Κατά την τοποθέτηση των τραπεζοκαθισμάτων και των εγκαταστάσεων ηλεκτροφωτισμού απαγορεύεται η κοπή, αποκλάδωση και τραυματισμός των δένδρων του Άλσους και η παρεμπόδιση της απρόσκοπτης διέλευσης των επισκεπτών αυτού. γ) Απαγορεύεται η δημιουργία οποιασδήποτε μόνιμης ή προσωρινής εγκατάστασης, πλην των παραπάνω, στο, κατά τα ανωτέρω, οριοθετημένο τμήμα του Άλσους. δ) Οι υπεύθυνοι των καταστημάτων, που χρησιμοποίησαν το συγκεκριμένο χώρο του Άλσους της Σχολής Ευελπίδων, οφείλουν να απομακρύνουν τα τραπεζοκαθίσματα και τις εγκαταστάσεις ηλεκτροφωτισμού και να τον αποκαταστή­ σουν στην αρχική του μορφή, μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου κάθε χρόνου, με δικές τους δαπάνες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η μη τήρηση των ανωτέρω όρων συνεπάγεται την ανάκληση της άδειας λειτουργίας του καταστήματος.

Άρθρο 31ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τις ανάγκες που θα προκύψουν από την προετοι­ μασία της υποψηφιότητας της Ελλάδας ως μη μόνιμου μέλους στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνω­ μένων Εθνών και από την προβλεπόμενη εκλογή και συμ­ μετοχή της σε αυτό, επιτρέπεται η απόσπαση από 15.9.2004 έως 28.2.2007 στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρ­ κη των εξής υπαλλήλων του Υπουργείου Εξωτερικών: έως πέντε υπαλλήλων του διπλωματικού κλάδου με βαθ­ μό Συμβούλου Πρεσβείας Α ή Β , έως πέντε υπαλλήλων του διπλωματικού κλάδου με βαθμό Γραμματέα Πρεσβεί­ ας Α , Β ή Γ , ενός υπαλλήλου του επιστημονικού προσω­ πικού της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας, έως τριών υπαλ­ λήλων του κλάδου Διοικητικής, Λογιστικής και Γραμμα­ τειακής Υποστήριξης, ενός υπαλλήλου του κλάδου Επικοινωνιών και Πληροφορικής και έως δύο υπαλλήλων του κλάδου βοηθητικού προσωπικού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο άρθρο 31 του Ν. 3196/2003 (ΦΕΚ 274 Α ) προστί­ θεται παράγραφος 4 ως εξής: «4. Συνιστάται Γραφείο Συνδέσμου της Ελλάδας στην Πρίστινα του Κοσόβου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στον πίνακα Α του άρθρου 2 του Π.Δ. 194/1998 (ΦΕΚ 144 Α ), όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν. 2694/1999 (ΦΕΚ 55 Α ) και της παραγράφου 2 του άρθρου 31 του Ν. 3196/2003 (ΦΕΚ 274 Α ), προστίθεται περίπτωση 95 ως εξής: «95. Γραφείο Συνδέσμου στην Πρίστινα: ­ Πληρεξούσιος Υπουργός Α ή Β ­ Γραμματέας Πρεσβείας Α , Β ή Γ ­ Τρεις υπάλληλοι του κλάδου Διοικητικής, Λογιστικής και Γραμματειακής Υποστήριξης ­ Υπάλληλος του κλάδου Επικοινωνιών και Πληροφορικής ­ Ιδιαίτερος Γραμματέας ­ Μεταφραστής ­ Κλητήρας ­ Οδηγός ­ Φύλακας ­ θυρωρός ­ Οικιακός βοηθός.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 17 του Ν. 3072/2002 (ΦΕΚ 294 Α ) αντικαθίσταται ως εξής: «Η μεταφορά των δικηγόρων ενεργείται σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, κατά προτίμηση εποπτευόμενα από τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο Υπουργεία, ανάλογα με τις ανάγκες τους, καθώς επίσης και στη Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η παράγραφος 3 του άρθρου 4 του «Οργανισμού του Υπουργείου Εξωτερικών», που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2594/1998 ( ΦΕΚ 62 Α ), όπως αυτή έχει τρο­ ποποιηθεί και ισχύει με το Ν. 3196/2003 (ΦΕΚ 274 Α ), αντι­ καθίσταται ως εξής: «3. Συνιστάται στο Υπουργείο Εξωτερικών Γενική Γραμ­ ματεία Απόδημου Ελληνισμού της οποίας προΊσταται ο εκάστοτε αρμόδιος για θέματα απόδημου ελληνισμού Υφυπουργός Εξωτερικών. Η θέση του Γενικού Γραμμα­ τέα Απόδημου Ελληνισμού καταργείται. Οι οργανικές θέ­ σεις της εν λόγω Γραμματείας καθορίζονται με προεδρι­ κό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Εξωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών. Η Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού λειτουργεί ως αυτοτελής δημόσια υπηρεσία, στο πλαίσιο του Υπουρ­ γείου Εξωτερικών, με δικό της οργανισμό λειτουργίας, ο οποίος καθορίζεται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Εξωτερικών και Οικο­ νομίας και Οικονομικών. Στη Γενική Γραμματεία Απόδη­ μου Ελληνισμού συνιστώνται μία θέση Γενικού Διευθυντή και μία θέση Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή, αμφότεροι μετακλητοί υπάλληλοι, οι οποίοι θα ορίζονται με απόφα­ ση του Υφυπουργού Εξωτερικών. Ο Γενικός Διευθυντής και ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής επικουρούν τον Υφυπουργό Εξωτερικών στο έργο του ως προϊσταμένου της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού και ασκούν τα καθήκοντα που θα τους ανατεθούν με απόφα­ ση του Υφυπουργού Εξωτερικών. Οι εν λόγω υπάλληλοι θα πρέπει να διαθέτουν πτυχίο Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή ισό­ τιμο της αλλοδαπής, καθώς και εμπειρία σχετική προς το αντικείμενο. Οι υπάλληλοι αυτοί εξομοιώνονται βαθμολο­ γικά και μισθολογικά, ο μεν Γενικός Διευθυντής με Πλη­ ρεξούσιο Υπουργό Α , ο δε Αναπληρωτής Γενικός Διευθυ­ ντής με Πληρεξούσιο Υπουργό Β της Κεντρικής Υπηρε­ σίας του Υπουργείου Εξωτερικών. Σε περίπτωση που οι ανωτέρω είναι υπάλληλοι ή λειτουργοί του δημόσιου το­ μέα, ο χρόνος υπηρεσίας στη θέση του Γενικού Διευθυ­ ντή ή του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού λογίζεται για όλες τις συνέπειες ως πραγματική υπηρεσία στην οργανική του θέση. Για την υποστήριξη του Υφυπουργού στο εν θέ­ ματι έργο του συνιστώνται δύο θέσεις ειδικών συμβούλων και δύο θέσεις ειδικών συνεργατών, που προσλαμβάνο­ νται με απόφαση του Υφυπουργού Εξωτερικών με σύμ­ βαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, η οποία λύεται αυτοδι­ καίως, χωρίς αποζημίωση, και ο προσληφθείς απολύεται με την αποχώρηση του Υφυπουργού που τον προσέλαβε. Οι ειδικοί σύμβουλοι και οι ειδικοί συνεργάτες πρέπει να έχουν τα γενικά προσόντα που απαιτούνται για το διορι­ σμό των δημοσίων διοικητικών πολιτικών υπαλλήλων, εκτός από το ανώτατο όριο ηλικίας, καθώς επίσης να είναι κάτοχοι πτυχίου Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή ισότιμου της αλ­ λοδαπής ή να διαθέτουν εμπειρία στο θεματικό αντικείμε­ νο των καθηκόντων που θα τους ανατεθούν, ενώ για τις αποδοχές τους ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις που ρυθ­ μίζουν τις αποδοχές των ειδικών συμβούλων και συνερ­ γατών του Ν. 1558/1985 (ΦΕΚ 137 Α ).»

Άρθρο 32Απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης ασθενοφόρων αυτοκινήτων

Η παράγραφος 9 του άρθρου 132 του Ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α ) «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας», όπως αυτή προστέθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 27 του Ν. 3156/2003 (ΦΕΚ 157 Α ) «Ομολογιακά δάνεια, τιτλοποί­ ηση απαιτήσεων και απαιτήσεων από ακίνητα και άλλες διατάξεις», αντικαθίσταται ως ακολούθως: «9. Απαλλάσσονται από το τέλος ταξινόμησης τα ασθε­ νοφόρα αυτοκίνητα που παραλαμβάνονται από το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, τα Περι­ φερειακά Συστήματα Υγείας Πρόνοιας (Πε.Σ.Υ.Π.) και αποκεντρωμένες μονάδες αυτών, το Εθνικό Κέντρο Άμε­ σης Βοήθειας (Ε.Κ.Α.Β.), καθώς και νοσοκομεία που λει­ τουργούν ως Ν.Π.Ι.Δ. επιχορηγούμενα από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από τη δημοσίευση του Ν. 3156/2003 (ΦΕΚ 157 Α ).»

Άρθρο 33Επιστροφή παρακρατηθέντος φόρου επί τόκων ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου σε κατοίκους εξωτερικού

Το δικαίωμα αξίωσης της επιστροφής στους μόνιμους κατοίκους εξωτερικού του παρακρατηθέντος φόρου επί των τόκων ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, που κατα­ βλήθηκαν σε αυτούς μέσα στο έτος 1999, παρατείνεται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2004.

Άρθρο 34ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παράγραφος 1 (Δ) του άρθρου 4 του Π.Δ. 274/2000, η οποία είχε προστεθεί με το άρθρο 1 παράγραφος 2 εδά­ φιο στ του Π.Δ. 103/2003, αντικαθίσταται ως εξής: «Όταν η χρηματοδότηση γίνεται από προγράμματα ή χρηματοδοτικά σχήματα που διαχειρίζονται οι Περιφέ­ ρειες της χώρας, η ένταξη των πράξεων διενεργείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα στον οποίο υπάγεται η διαχειριστική αρχή του προγράμματος, σύμφωνα με το Ν. 2860/2000, όπως ισχύει, ενώ οι σχετικές αποφάσεις χρηματοδότησης υπογράφονται από τον Γενικό Γραμμα­ τέα Έρευνας και Τεχνολογίας και συνυπογράφονται από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αντικαθίστανται τα εδάφια, τα οποία είχαν προστεθεί στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του Ν. 1514/1985 με το άρθρο 1 παράγραφος 5 του Ν. 2919/2001, με το ακόλουθο εδάφιο, ως εξής: «Βιομηχανικές επιχειρήσεις και άλλες παραγωγικές μο­ νάδες φυσικών ή νομικών προσώπων οποιασδήποτε φύ­ σεως και μορφής του ιδιωτικού ή δημόσιου τομέα που λει­ τουργούν στη χωρική αρμοδιότητα καθεμιάς των Διοικη­ τικών Περιφερειών του Κράτους, μπορούν, μετά από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος της οικείας Περι­ φέρειας ή της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνο­ λογίας (Γ.Γ.Ε.Τ.), να υποβάλλουν προτάσεις για χρημα­ τοδότηση (επιχορήγηση ή συνδρομή) αυτών, από προ­ γράμματα και άλλα χρηματοδοτικά σχήματα που διαχειρίζεται η Περιφέρεια. Το Π.Δ. 274/2000 εφαρμόζε­ ται αναλόγως και σε αυτήν την περίπτωση.»

Άρθρο 35

Το σύνολο των εργαζομένων σε όλα, ανεξαιρέτως, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (έντυπα και ηλεκτρονικά) και το κάθε είδους προσωπικό, το οποίο εμπλέκεται στην πα­ ραγωγή, διανομή και διακίνηση τύπου, υποχρεούται να παρέχει την εργασία του κατά την αργία της 13ης Αυγού­ στου 2004, ημερομηνία έναρξης των Ολυμπιακών Αγώ­ νων και αμείβεται για την εργασία του αυτή κατά τις κεί­ μενες διατάξεις για παροχή εργασίας σε ημέρες αργίας.

Άρθρο 36

Μέχρι και την 31η Οκτωβρίου 2004 απαγορεύονται οι διαδικασίες και η λήψη μέτρων ατομικής ή συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένων και των ασφαλιστικών μέτρων, καθώς και των προσωρινών διατα­ γών, εντός ή εκτός της χώρας, σε βάρος των Εταιρειών «ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ ­ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ Α.Ε.» και «ΟΛΥ­ ΜΠΙΑΚΗ ΑΕΡΟΠΛΟΪΑ Α.Ε.», και οποιουδήποτε περιου­ σιακού τους στοιχείου, ομοίως δε και κατά παντός πα­ ραρτήματος τούτου, αναγκαίου ή πρόσφορου προς εξυ­ πηρέτηση αυτού ή των χρηστών του, οι δε τυχόν ανωτέρω εκκρεμείς διαδικασίες, καθώς και οι συνέπειες των μέ­ τρων τούτων αναστέλλονται κατά το άνω διάστημα.

Άρθρο 37ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο τέλος του άρθρου 78 «Διαχειριστικές υποχρεώ­ σεις Α.Α.Ε. και Τ.Α.Α.» του Ν. 2725/1999, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα, προστίθεται παράγρα­ φος 6 που έχει ως εξής: «6. Ειδικότερα για την αγωνιστική περίοδο 2004­2005 στο άθλημα του ποδοσφαίρου, ως έναρξη αυτής θεωρεί­ ται η ημερομηνία έναρξης του πρωταθλήματος της Α Εθνικής Κατηγορίας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αντικαθίσταται η παράγραφος 1 του άρθρου 110 του Ν. 2725/1999, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα, «Πρωταθλήματα επαγγελματικού ποδοσφαί­ ρου» και διατυπώνεται ως εξής: «1. Όσον αφορά τη λειτουργία της Γ Εθνικής Κατηγο­ ρίας ισχύουν τα ακόλουθα: Οι ανερχόμενες ποδοσφαιρικές ομάδες από τη Δ στη Γ Εθνική Κατηγορία για την αγωνιστική περίοδο 2004­2005 και εφεξής δύνανται να επιλέγουν τη μορφή της Ποδο­ σφαιρικής Ανώνυμης Εταιρίας ή του Τ.Α.Π. με την οποία θα μετέχουν στο πρωτάθλημα της Γ Εθνικής Κατηγορίας. Οι ανωτέρω ομάδες οφείλουν να συστήσουν Π.Α.Ε. ή Τ.Α.Π. το αργότερο δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από την έναρξη του οικείου πρωταθλήματος, αλλιώς αποβάλλο­ νται από αυτό. Την απόφαση της αποβολής λαμβάνει το Δ.Σ. της Ε.Π.Α.Ε. ύστερα από πρόταση της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού, το αργότερο δέκα (10) ημέ­ ρες πριν από την έναρξη του πρωταθλήματος. Οι Π.Α.Ε. που δικαιούνται συμμετοχής στο πρωτάθλημα της Γ Εθνικής Κατηγορίας δύνανται, μετά από σχετική απόφαση των μετόχων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2190/1920, να αποφασίσουν τη λύση τους και με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μελών του Ιδρυτι­ κού Σωματείου να αντικατασταθούν από Τμήματα Αμει­ βομένων Ποδοσφαιριστών (Τ.Α.Π.), σύμφωνα με τις δια­ τάξεις του Ν. 2725/1999, και τα οποία υποκαθιστούν στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τις Π.Α.Ε.. Για την ασφαλιστική κάλυψη των ποδοσφαιριστών του Τ.Α.Π. εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 89 του Ν. 2725/1999, όπως αυτός ισχύει σήμερα. Τα Τ.Α.Π. διέπονται από τους κανονισμούς που ισχύουν για όλες τις ομάδες Α , Β και Γ Εθνικής Κατηγορίας. 3. Τροποποιείται η παρ.1 του άρθρου 112 του Ν. 2725/1999, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί και ισχύει έως σήμερα, «Πρωταθλήματα επαγγελματικού ποδο­ σφαίρου», ως ακολούθως: «1. Τα κατ' έτος διεξαγόμενα πρωταθλήματα του επαγ­ γελματικού ποδοσφαίρου είναι: α) το πρωτάθλημα της Α Εθνικής Κατηγορίας και β) το πρωτάθλημα της Β Εθνικής Κατηγορίας.» 4.α. Τροποποιείται η παράγραφος 1 του άρθρου 99 του Ν. 2725/1999 και επαναδιατυπώνεται ως κατωτέρω: «1. Μέλη της Ε.Π.Α.Ε. καθίστανται οι Π.Α.Ε. και τα Τ.Α.Π. που έχουν δικαίωμα συμμετοχής στα Ποδοσφαιρικά Πρωταθλήματα Α , Β και Γ Εθνικής Κατηγορίας.» β. Τροποποιείται η παράγραφος 2β του άρθρου 99 του Ν. 2725/1999 και επαναδιατυπώνεται ως εξής: «Πάρεδρα μέλη είναι οι Π.Α.Ε. και τα Τ.Α.Π. που συμμε­ τέχουν στο πρωτάθλημα της Γ Εθνικής Κατηγορίας.» 5. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 115 του Ν. 2725/1999 η φράση «Από την αγωνιστική περίοδο 2004­2005» αντι­ καθίσταται από τη φράση «Από την αγωνιστική περίοδο 2006­2007». 6. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 117 του Ν. 2725/1999 η φράση «Για τις αγωνιστικές περιόδους 2001­2002, 2002­2003 και 2003­2004» αντικαθίσταται από τη φράση «Για τις αγωνιστικές περιόδους 2004­2005 και 2005­ 2006». 7. Η παράγραφος 1 του άρθρου 118 του Ν. 2725/1999 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Για τις αγωνιστικές περιόδους 2004­2005 και 2005­ 2006 σε κάθε Τ.Α.Κ. της Α2 Εθνικής Κατηγορίας καλαθο­ σφαίρισης παρέχεται από τη Γ.Γ.Α. ετήσια τακτική επιχο­ ρήγηση εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.» 8. Προστίθεται παράγραφος 6 στο τέλος του άρθρου 115 του Ν. 2725/1999, όπως αυτός ισχύει σήμερα: «6. Οι Κ.Α.Ε. που δικαιούνται συμμετοχής στο πρωτά­ θλημα της Α2 Εθνικής Κατηγορίας δύνανται, μετά από σχετική απόφαση των μετόχων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2190/1920 να αποφασίσουν τη λύση τους και με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των με­ λών του Ιδρυτικού Σωματείου να αντικατασταθούν από Τμήματα Αμειβομένων Καλαθοσφαιριστών (Τ.Α.Κ.), σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2725/1999, και τα οποία υποκαθιστούν στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τις Κ.Α.Ε..»

Άρθρο 38Φορολόγηση επαναπατριζόμενων κεφαλαίωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Φυσικά και νομικά πρόσωπα που είναι φορολογικά υπόχρεα στην Ελλάδα δύνανται να μεταφέρουν κεφά­ λαια, τα οποία διαθέτουν σε οποιαδήποτε μορφή τραπε­ ζικών λογαριασμών στην αλλοδαπή, σε τραπεζικούς λο­ γαριασμούς της ημεδαπής, σε χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καταβάλλο­ ντας φόρο με συντελεστή 3% επί της αξίας τους κατά το χρόνο της μεταφοράς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με την καταβολή του προβλεπόμενου στην προη­ γούμενη παράγραφο φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του υποχρέου για τα κεφάλαια αυτά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η εισαγωγή των κεφαλαίων θα γίνεται μέσω τραπε­ ζών ή άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, εγκατεστη­ μένων στην ημεδαπή, με δήλωση ­ εξουσιοδότηση του εν­ διαφερομένου προς την τράπεζα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι τράπεζες υποχρεούνται να παρακρατούν το φόρο κατά την εισαγωγή των κεφαλαίων και να τον αποδίδουν με ειδική δήλωση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε.Ε. Αθηνών την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα, τη­ ρώντας το τραπεζικό και φορολογικό απόρρητο όσον αφορά την ταυτότητα των ενδιαφερομένων. Ο τύπος και το περιεχόμενο της παραπάνω δήλωσης, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομι­ κών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η καταβολή του φόρου νομιμοποιεί φορολογικά τη χρήση των κεφαλαίων αυτών στην Ελλάδα και απαλλάσ­ σει τον υπόχρεο από γεγεννημένες φορολογικές υποχρε­ ώσεις, καθώς και από τυχόν φορολογικά αδικήματα που προέβλεπε ή προβλέπει η κείμενη νομοθεσία, αναφορικά με τα κεφάλαια αυτά και μόνο. Κατά τα λοιπά εφαρμόζο­ νται οι λοιπές μη φορολογικού χαρακτήρα διατάξεις, ιδίως των Νόμων 2331/1995 και 3034/2002.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Σε περίπτωση απόκτησης περιουσιακών στοιχείων δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 17 του Ν. 2238/1994.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονο­ μικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνή­ σεως, καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία μεταφοράς των κεφαλαίων αυτών στην Ελλάδα, ο τύπος και το περιε­ χόμενο της υποβαλλόμενης από τον υπόχρεο δήλωσης, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 39Οφειλές προς πιστωτικά ιδρύματαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η συνολική ληξιπρόθεσμη οφειλή από κάθε είδους συμβάσεις δανείων ή πιστώσεων, οι οποίες συνομολο­ γούνται ή έχουν συνομολογηθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου με πιστωτικά ιδρύματα, δεν δύναται να υπερβαίνει το τριπλάσιο του κατά περίπτωση ληφθέντος κεφαλαίου εκάστου δανείου ή πίστωσης ή του αθροίσματος των ληφθέντων κεφαλαίων περισσότερων δανείων ή πιστώσεων ή προκειμένου περί αλληλόχρεων λογαριασμών, του ποσού της οφειλής, όπως αυτή δια­ μορφώθηκε κατά την τελευταία εκταμίευση του λογαρια­ σμού, με την επιφύλαξη των παραγράφων 4 και 5 του πα­ ρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να αναπροσαρμό­ σουν το ύψος των απαιτήσεών τους σύμφωνα με τη διά­ ταξη της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρ­ θρου. Τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να μην προχωρή­ σουν σε έναρξη διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπραξή τους ούτε σε συνέχιση διαδικασιών που έχουν ήδη αρχίσει, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2004 ή εφό­ σον εκκρεμεί η αίτηση του επόμενου εδαφίου για τη συ­ νομολόγηση της ρύθμισης ή για όσο χρόνο ο οφειλέτης είναι ενήμερος. Μέχρι την 31η Οκτωβρίου 2004 οι οφει­ λέτες ή οι εγγυητές πρέπει να υποβάλουν στα πιστωτικά ιδρύματα αίτηση για την υπαγωγή τους στη ρύθμιση. Η αποπληρωμή της προκύπτουσας κατά τα ως άνω οφειλής πρέπει να έχει διάρκεια πέντε (5) έως επτά (7) ετών, εκ των οποίων δύο (2) έτη θα αποτελούν περίοδο χάριτος και η αποπληρωμή θα γίνεται με ισόποσες περιο­ δικές δόσεις, εκτός και αν τα δύο μέρη συμφωνήσουν δια­ φορετικά. Η οφειλή θα είναι έντοκη με το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο της ενήμερης οφειλής για όμοιες χρηματοδοτή­ σεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Παρέλευση της προθεσμίας της προηγούμενης πα­ ραγράφου άπρακτης ή καθυστέρηση στην εξόφληση δό­ σης που έχει συμφωνηθεί με τη ρύθμιση πέραν των ενε­ νήντα (90) ημερών παρέχει το δικαίωμα στο πιστωτικό ίδρυμα να αρχίσει ή να συνεχίσει τις διαδικασίες αναγκα­ στικής εκτέλεσης για την είσπραξη της ανεξόφλητης οφειλής, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί σύμφωνα με τα ανωτέρω. Στην περίπτωση αυτή η οφειλή θα εκτοκίζεται με το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο υπερημερίας από την πρώτη ημέρα καθυστέρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στην περίπτωση απαιτήσεων από κάθε είδους συμ­ βάσεις δανείων ή πιστώσεων που είχαν συνομολογηθεί κατά την ισχύ του Ν. 2789/2000 και το ύψος των οποίων υπερβαίνει τα 2.201.000,00 ευρώ, όπως αυτές είχαν δια­ μορφωθεί την 31.12.1999 με το κεφάλαιο, τους συμβατι­ κούς τόκους χωρίς ανατοκισμό και λοιπά έξοδα ή το αρ­ χικό κεφάλαιο υπερβαίνει τις 400.000,00 ευρώ, δεν εφαρ­ μόζονται οι διατάξεις της παρ. 1 και του α εδαφίου της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Και στην περίπτωση αυτή δεν επιτρέπεται η έναρξη διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης ούτε η συνέχιση διαδικασιών που έχουν αρχί­ σει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2004 ή εφόσον εκκρεμεί η αίτηση του επόμενου εδαφίου για τη συνομολόγηση της ρύθμισης ή για όσο χρόνο ο οφειλέτης είναι ενήμερος. Τα πιστωτικά ιδρύματα θα προχωρήσουν, κατά τους όρους των τελευταίων δύο εδαφίων της παραγράφου 2 του πα­ ρόντος άρθρου, σε ρύθμιση της εξόφλησης της κατά πε­ ρίπτωση συνολικής οφειλής που απορρέει από τις παρα­ πάνω συμβάσεις, μετά από αίτηση των οφειλετών ή των εγγυητών που πρέπει να υποβληθεί στα πιστωτικά ιδρύ­ ματα μέχρι την 31η Οκτωβρίου 2004 το αργότερο. Μη εμπρόθεσμη υποβολή αίτησης κατά τα προαναφερ­ θέντα ή καθυστέρηση στην εξόφληση δόσης που έχει συμφωνηθεί με τη ρύθμιση πέραν των ενενήντα (90) ημε­ ρών, παρέχει το δικαίωμα στο πιστωτικό ίδρυμα να αρχί­ σει ή να συνεχίσει τις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλε­ σης για την είσπραξη της ανεξόφλητης οφειλής. Στην πε­ ρίπτωση αυτή η οφειλή θα εκτοκίζεται με το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο υπερημερίας από την πρώτη ημέρα κα­ θυστέρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Προκειμένου περί οφειλών κατά κύριο επάγγελμα αγροτών σχετικών με την επαγγελματική τους αυτή δρα­ στηριότητα, που υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 30 του Ν. 2789/2000, όπως ισχύει, το συνολικό ύψος τους δεν δύναται να υπερβαίνει το διπλάσιο του κατά περίπτω­ ση ληφθέντος κεφαλαίου ή προκειμένου περί αλληλό­ χρεων λογαριασμών το διπλάσιο του ποσού της οφειλής, όπως διαμορφώθηκε κατά την τελευταία εκταμίευση. Για δάνεια που χορηγήθηκαν πριν από το έτος 1990, εφόσον δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία των οφειλών αυτών για την ανεύρεση του αρχικού κεφαλαίου, η συνολική οφειλή δεν δύναται να υπερβαίνει ποσοστό 150% του ποσού της οφειλής, όπως αυτή διαμορφώθηκε στην τελευταία προ του έτους 1990 ρύθμιση. Τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρε­ ούνται να υπολογίζουν το ύψος της οφειλής της παρού­ σας παραγράφου, να τη γνωστοποιούν στον οφειλέτη και να συνομολογούν τη ρύθμιση εντός προθεσμίας ενενή­ ντα (90) ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης, η οποία πρέπει να υποβληθεί μέχρι την 31η Οκτωβρίου 2004 το αργότερο. Και ως προς τις οφειλές αυτές ισχύουν οι λοιπές διατάξεις του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου πρέπει να συνο­ μολογούνται από τα πιστωτικά ιδρύματα εντός προθε­ σμίας ενενήντα (90) ημερών από την εμπρόθεσμη υποβο­ λή της αίτησης, εφαρμοζομένης και στην περίπτωση αυ­ τή της διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 47 του Ν. 2873/2000, όπως ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Εάν κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου διαγραφούν από τα πιστωτικά ιδρύματα ποσά τό­ κων ή κεφαλαιοποιημένα ποσά τόκων: α) αυτό δεν θα επιφέρει επιβολή προστίμων, προσαυ­ ξήσεων ή τελών, που προβλέπονται με διατάξεις της κεί­ μενης νομοθεσίας, β) τα ποσά αυτά δύνανται να έρχονται σε μείωση της κα­ θαρής θέσης ή να αποσβεσθούν σε διάρκεια πέντε (5) ετών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Καταβολές που έγιναν οποτεδήποτε από τον οφειλέ­ τη, τον εγγυητή ή τρίτο και αφορούν σε οφειλές ρυθμιζό­ μενες με τις ανωτέρω παραγράφους, αφαιρούνται από το συνολικό ποσό της οφειλής, όπως αυτή διαμορφώνεται με βάση τις διατάξεις του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στις διατάξεις του παρόντος άρθρου υπάγονται και οι οφειλές επιχειρήσεων που τέθηκαν σε εκκαθάριση ή ειδι­ κή εκκαθάριση χωρίς όμως να έχει εγκατασταθεί και να αρχίσει τις εργασίες του ο εκκαθαριστής ή ο ειδικός εκ­ καθαριστής αντίστοιχα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Στις διατάξεις του παρόντος άρθρου υπάγονται και τα δάνεια που έχουν ρυθμισθεί με βάση το Ν. 128/1975.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Τα δικαιώματα του παρόντος άρθρου έχουν και οι καθολικοί διάδοχοι του πρωτοφειλέτη ή του εγγυητή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Κατά τα λοιπά ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 30 του Ν. 2789/2000, όπως ισχύει.

Άρθρο 40Αρχεία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς Ο χρόνος τήρησης και χρήσης από τα πιστωτικά ιδρύ­ ματα ή τρίτους ή χάριν αυτών δεδομένων οικονομικής συ­ μπεριφοράς δεν μπορεί να υπερβαίνει τα ακόλουθα χρο­ νικά διαστήματα για τις αντιστοίχως αναφερόμενες περι­ πτώσεις, υπό την προϋπόθεση ότι έχει εξοφληθεί η οφειλή στο σύνολό της και έχει παρέλθει το προβλεπόμε­ νο χρονικό διάστημα για το σύνολο των καταχωρημένων στο αρχείο δεδομένων:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Απλήρωτες επιταγές επί του σώματος των οποίων έχει βεβαιωθεί εμπρόθεσμα από την πληρώτρια τράπεζα η αδυναμία πληρωμής και απλήρωτες, κατά τη λήξη τους, συναλλαγματικές και γραμμάτια εις διαταγήν, τρία (3) έτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Καταγγελίες συμβάσεων δανείων και πιστώσεων, τρία (3) έτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Διαταγές πληρωμής, πέντε (5) έτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Προγράμματα πλειστηριασμών και περιλήψεις εκθέ­ σεων κατάσχεσης, επτά (7) έτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Κατασχέσεις και επιταγές προς πληρωμή του Ν.Δ. της 17.7/13.8.1923 «Περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύ­ μων εταιρειών», επτά (7) έτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Διοικητικές κυρώσεις του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, επτά (7) έτη.

Άρθρο 41Έναρξη ισχύοςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις των κεφαλαίων Α , Β και Γ του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται από τη 15η Ιουλίου 2004.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι λοιπές διατάξεις του Νόμου αυτού ισχύουν από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφη­ μερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως Νόμου του Κράτους.

Ρίο, 3 Αυγούστου 2004
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ
ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Π. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Π. ΜΟΛΥΒΙΑΤΗΣ Δ. ΣΙΟΥΦΑΣ
ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ Ν. ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ
ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Σ. ΤΣΙΤΟΥΡΙΔΗΣ Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ
ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
Μ. Γ. ΛΙΑΠΗΣ Θ. ΡΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΥΦΥΠ. ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Γ. ΟΡΦΑΝΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους Αθήνα, 4 Αυγούστου 2004
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ