195 Α' 2007

ΝΟΜΟΣ 3606/2007

Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ - ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ - ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
17 Αυγούστου 2007

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 195
17 Αυγούστου 2007

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 3606
Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Άρθρο 1Σκοπός

Σκοπός του Πρώτου Μέρους του νόμου αυτού είναι η ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «Για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου» της 21ης Απριλίου 2004 (L 145/30.4.2004).

Άρθρο 2Ορισμοί Για τους σκοπούς του νόμου αυτού, νοούνται ως:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

«Επιχείρηση Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (ΕΠΕΥ): κάθε νομικό πρόσωπο του οποίου το σύνηθες επάγγελμα ή δραστηριότητα είναι η παροχή μιας ή περισσότερων επενδυτικών υπηρεσιών σε τρίτους ή η διενέργεια μιας ή περισσότερων επενδυτικών δραστηριοτήτων σε επαγγελματική βάση. Ως ΕΠΕΥ νοείται και κάθε φυσικό πρόσωπο στο οποίο έχει χορηγηθεί σχετική άδεια από άλλο κράτος − μέλος σύμφωνα με την Οδηγία 2004/39/ΕΚ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

«Ανώνυμη Εταιρία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (ΑΕΠΕΥ): ΕΠΕΥ η οποία έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

«Πιστωτικό ίδρυμα»: το πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια του ν. 3601/2007 (ΦΕΚ 178 Α΄) ή, εφόσον πρόκειται για πιστωτικό ίδρυμα με καταστατική έδρα σε άλλο κράτος − μέλος, η επιχείρηση κατά την έννοια του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1α του άρθρου 4 της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ (L 177 /30.6.2006).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

«Συστηματικός εσωτερικοποιητής»: ΕΠΕΥ ή πιστωτικό ίδρυμα που συναλλάσσεται κατά τρόπο οργανωμένο, συχνά και συστηματικά για ίδιο λογαριασμό εκτελώντας εντολές πελατών εκτός οργανωμένης αγοράς ή Πολυμερούς Μηχανισμού Διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

«Ειδικός διαπραγματευτής»: πρόσωπο που δραστηριοποιείται στις χρηματοπιστωτικές αγορές σε συνεχή βάση και αναλαμβάνει να συναλλάσσεται για ίδιο λογαριασμό αγοράζοντας και πωλώντας χρηματοπιστωτικά μέσα έναντι ιδίων κεφαλαίων σε τιμές που έχει καθορίσει ο ίδιος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

«Πελάτης»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο παρέχει επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες μια ΕΠΕΥ ή ένα πιστωτικό ίδρυμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

«Επαγγελματίας πελάτης»: ο πελάτης ο οποίος διαθέτει την πείρα, τις γνώσεις και την εξειδίκευση ώστε να λαμβάνει τις δικές του επενδυτικές αποφάσεις και να εκτιμά δεόντως τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται και ο οποίος πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 6.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

«Ιδιώτης πελάτης»: κάθε πελάτης που δεν είναι επαγγελματίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

«Διαχειριστής αγοράς»: πρόσωπο το οποίο διευθύνει ή διαχειρίζεται τις δραστηριότητες μιας οργανωμένης αγοράς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

«Οργανωμένη αγορά»: πολυμερές σύστημα το οποίο: (α) τελεί υπό τη διεύθυνση ή τη διαχείριση διαχειριστή αγοράς, (β) επιτρέπει ή διευκολύνει την προσέγγιση πλειόνων συμφερόντων τρίτων για την αγορά και την πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων, εντός του συστήματος και σύμφωνα με τους κανόνες του οι οποίοι δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια, κατά τρόπο καταλήγοντα στη σύναψη σύμβασης σχετικής με χρηματοπιστωτικά μέσα, τα οποία είναι εισηγμένα προς διαπραγμάτευση, βάσει των κανόνων και των συστημάτων του, και (γ) έχει λάβει άδεια λειτουργίας και λειτουργεί κανονικά σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του νόμου αυτού. 11.«Πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ)»: πολυμερές σύστημα το οποίο τελεί υπό τη διαχείριση ΕΠΕΥ, πιστωτικού ιδρύματος ή διαχειριστή αγοράς και εντός του οποίου συναντώνται πλείονα συμφέροντα τρίτων για την αγορά και την πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων, εντός του συστήματος και σύμφωνα με κανόνες που δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια κατά τρόπο καταλήγοντα στη σύναψη σύμβασης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις διατάξεις των Κεφαλαίων Β΄ έως Δ΄ του Πρώτου Μέρους του νόμου αυτού. 12. «Εντολή με όριο»: εντολή αγοράς ή πώλησης ορισμένου αριθμού χρηματοπιστωτικών μέσων σε συγκεκριμένη ή σε καλύτερη τιμή. 13. «Κινητές αξίες»: οι κατηγορίες κινητών αξιών που είναι δεκτικές διαπραγμάτευσης στην κεφαλαιαγορά, εξαιρουμένων των μέσων πληρωμής και ιδίως: (α) μετοχές και άλλοι τίτλοι ισοδύναμοι με μετοχές εταιριών, προσωπικών εταιριών και άλλων οντοτήτων, καθώς και πιστοποιητικά κατάθεσης αυτών, (β) ομόλογα ή άλλες μορφές τιτλοποιημένου χρέους, καθώς και πιστοποιητικά κατάθεσης αυτών, (γ) κάθε άλλη κινητή αξία που παρέχει δικαίωμα αγοράς ή πώλησης παρόμοιων μεταβιβάσιμων κινητών αξιών ή που είναι δεκτική διακανονισμού με ρευστά διαθέσιμα και που προσδιορίζεται με αναφορά προς κινητές αξίες, νομίσματα, επιτόκια ή αποδόσεις, εμπορεύματα ή άλλους δείκτες ή μεγέθη. 14. «Μέσα χρηματαγοράς»: κατηγορίες μέσων που αποτελούν συνήθως αντικείμενο διαπραγμάτευσης στη χρηματαγορά, όπως τα έντοκα γραμμάτια, τα αποδεικτικά κατάθεσης (Certificates of Deposit) και τα εμπορικά γραμμάτια (Commercial Paper) εξαιρουμένων των μέσων πληρωμής. 15. «Κράτος − μέλος»: κάθε κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κάθε άλλο κράτος που έχει κυρώσει τη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (Ε.Ο.Χ.). 16 «Κράτος μέλος καταγωγής»: (α) της ΕΠΕΥ: (αα) εάν η ΕΠΕΥ είναι φυσικό πρόσωπο, το κράτος − μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά του γραφεία, (ββ) εάν η ΕΠΕΥ είναι νομικό πρόσωπο, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική του έδρα, (γγ) εάν η ΕΠΕΥ δεν έχει, βάσει της εθνικής της νομοθεσίας, καταστατική έδρα, το κράτος − μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά της γραφεία, (β) της οργανωμένης αγοράς: το κράτος − μέλος στο οποίο είναι καταχωρημένη η οργανωμένη αγορά ή, εάν βάσει της νομοθεσίας του εν λόγω κράτους − μέλους, αυτή δεν έχει καταστατική έδρα, το κράτος − μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία της οργανωμένης αγοράς. 17. «Κράτος − μέλος υποδοχής»: το κράτος − μέλος, διάφορο του κράτους − μέλους καταγωγής, στο οποίο μια ΕΠΕΥ ή πιστωτικό ίδρυμα έχει υποκατάστημα ή παρέχει υπηρεσίες ή ασκεί δραστηριότητες, ή το κράτος − μέλος στο οποίο οργανωμένη αγορά παρέχει τους κατάλληλους μηχανισμούς για να διευκολύνει την πρόσβαση μελών εξ αποστάσεως ή συμμετεχόντων εγκατεστημένων στο εν λόγω κράτος − μέλος στις διενεργούμενες στο σύστημά της συναλλαγές. 18. «Εταιρία διαχείρισης»: η εταιρία διαχείρισης κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του ν. 3283/2004 (ΦΕΚ 210 Α΄) ή, εφόσον πρόκειται για εταιρία διαχείρισης με καταστατική έδρα σε άλλο κράτος − μέλος, η επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 1α της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου (L 375/31.12.1975), συμπεριλαμβανομένης και της Ανώνυμης Εταιρίας Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων (ΑΕΔΑΚ) της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν. 3283/2004, καθώς και κάθε επιχείρηση η οποία έχει την καταστατική της έδρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η οποία θα ήταν υποχρεωμένη να ζητήσει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 5 της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ, εάν είχε την καταστατική της έδρα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 19. «Υποκατάστημα»: τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας πλην της έδρας, ο οποίος αποτελεί τμήμα της ΕΠΕΥ ή του πιστωτικού ιδρύματος, στερείται νομικής προσωπικότητας και παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκεί επενδυτικές δραστηριότητες ενδεχομένως δε και παρεπόμενες υπηρεσίες για τις οποίες η ΕΠΕΥ έχει λάβει άδεια λειτουργίας. Όλοι οι τόποι επιχειρηματικής δραστηριότητας που συγκροτούνται στο αυτό κράτος − μέλος από ΕΠΕΥ με έδρα σε άλλο κράτος − μέλος θεωρούνται ως ένα και μόνο υποκατάστημα. 20. «Ειδική συμμετοχή»: άμεση ή έμμεση συμμετοχή σε ΕΠΕΥ που αντιπροσωπεύει το 10% τουλάχιστον του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου, κατά την έννοια των άρθρων 9 και 10 της Οδηγίας 2004/109/ΕΚ (L 390/31.12.2004), λαμβανομένων υπόψη των όρων για την άθροισή τους που προβλέπονται στις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 12 της Οδηγίας αυτής ή που επιτρέπει την άσκηση σημαντικής επιρροής στη διαχείριση της ΕΠΕΥ στην οποία υπάρχει η εν λόγω συμμετοχή. Για τον προσδιορισμό της ειδικής συμμετοχής δεν προσμετρώνται τα δικαιώματα ψήφου που κατέχουν ΕΠΕΥ ή πιστωτικά ιδρύματα στο πλαίσιο παροχής της επενδυτικής υπηρεσίας της αναδοχής ή τοποθέτησης χρηματοπιστωτικών μέσων με δέσμευση ανάληψης, υπό την προϋπόθεση αφ’ ενός ότι τα δικαιώματα αυτά δεν ασκούνται ούτε χρησιμοποιούνται με άλλον τρόπο με σκοπό την παρέμβαση στη διαχείριση του εκδότη και αφ’ ετέρου ότι θα μεταβιβαστούν μέσα σε ένα (1) έτος από την απόκτησή τους. 21. «Μητρική επιχείρηση»: η μητρική επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε ή της παραγράφου 1 του άρθρου 106 του κ.ν. 2190/1920 (ΦΕΚ 37 Α΄) ή, εφόσον πρόκειται για μητρική επιχείρηση με καταστατική έδρα σε άλλο κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 1 της έβδομης Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ (L 193/18.7.1983). 22. «Θυγατρική επιχείρηση»: η θυγατρική επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε ή της παραγράφου 1 του άρθρου 106 του κ.ν. 2190/1920 ή, εφόσον πρόκειται για θυγατρική επιχείρηση με καταστατική έδρα σε άλλο κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 1 της έβδομης Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ. Όλες οι θυγατρικές επιχειρήσεις θυγατρικών επιχειρήσεων θεωρούνται θυγατρικές επιχειρήσεις της μητρικής επιχείρησης. 23. «Έλεγχος»: μία επιχείρηση θεωρείται ότι ελέγχει άλλη όταν συντρέχει μία τουλάχιστον από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στα άρθρα 42ε ή 106 του κ.ν. 2190/1920 ή στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 1 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ. 24. «Στενοί δεσμοί»: κατάσταση στην οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται με: (α) «σχέση συμμετοχής», δηλαδή κατοχή, άμεσα ή μέσω ελέγχου, του 20% ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου μιας επιχείρησης, (β) «σχέση ελέγχου», δηλαδή σχέση μεταξύ μητρικής και θυγατρικής επιχείρησης κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920 ή παρόμοια σχέση μεταξύ οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου και μιας επιχείρησης. Κατάσταση στην οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται μόνιμα με ένα και το αυτό πρόσωπο με σχέση ελέγχου θεωρείται επίσης ότι συνιστά στενό δεσμό μεταξύ αυτών των προσώπων.

Άρθρο 3Πεδίο εφαρμογήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις του Πρώτου Μέρους του νόμου αυτού εφαρμόζονται στις ΑΕΠΕΥ, στις οργανωμένες αγορές και τους διαχειριστές αγοράς, καθώς και στις Ανώνυμες Εταιρίες Επενδυτικής Διαμεσολάβησης (ΑΕΕΔ), εφόσον παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες σύμφωνα με την άδεια λειτουργίας τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στα πιστωτικά ιδρύματα, εφόσον παρέχουν μία ή περισσότερες επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις: (α) το άρθρο 2, (β) η παράγραφος 5 του άρθρου αυτού, καθώς και τα άρθρα 6, 7, 12 έως 15 και 19, (γ) τα άρθρα 25 έως 30, (δ) οι παράγραφοι 1, 6 και 7 του άρθρου 31, οι παράγραφοι 1, 2, 4 και 5 του άρθρου 32, τα άρθρα 34 και 49 έως 58, (ε) τα άρθρα 59 έως 62, 66 και 69 και (στ) το άρθρο 71.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στις ΑΕΔΑΚ, εφόσον παρέχουν τις επενδυτικές υπηρεσίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του ν. 3283/2004, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις: (α) η παράγραφος 5 του άρθρου αυτού και (β) τα άρθρα 10, 12 και 25.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις του νόμου αυτού δεν εφαρμόζονται: (α) στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις του άρθρου 2 του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α΄) ή στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 1 της Οδηγίας 73/239/ΕΟΚ (L 228/16.8.1973) ή του άρθρου 1 της Οδηγίας 2002/83/ΕΚ (L 345/19.12.2002), και στις επιχειρήσεις που ασκούν τις δραστηριότητες αντασφάλισης και αντεκχώρησης που αναφέρονται στην Οδηγία 64/225/ΕΟΚ (ΕΕ 56/4.4.1964), (β) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες αποκλειστικά στις μητρικές τους επιχειρήσεις, στις θυγατρικές τους επιχειρήσεις ή σε άλλες θυγατρικές επιχειρήσεις των μητρικών τους επιχειρήσεων, (γ) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτική υπηρεσία ως παρεπόμενη δραστηριότητα στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, υπό τον όρο ότι η δραστηριότητα αυτή διέπεται από νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις ή από επαγγελματικό κώδικα δεοντολογίας που δεν απαγορεύουν την παροχή της υπηρεσίας αυτής, (δ) στα πρόσωπα που δεν παρέχουν άλλες επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες πλην της διενέργειας πράξεων για ίδιο λογαριασμό, εκτός εάν είναι ειδικοί διαπραγματευτές ή εάν διενεργούν πράξεις για ίδιο λογαριασμό εκτός οργανωμένης αγοράς ή ΠΜΔ κατά τρόπο οργανωμένο, συχνά και συστηματικά, παρέχοντας ένα σύστημα προσβάσιμο σε τρίτα μέρη, ώστε να πραγματοποιούν συναλλαγές με αυτά, (ε) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες οι οποίες συνίστανται αποκλειστικά στη διαχείριση συστημάτων συμμετοχής των εργαζομένων, (στ) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες που συνίστανται μόνο στη διαχείριση συστημάτων συμμετοχής των εργαζομένων και στην παροχή επενδυτικών υπηρεσιών αποκλειστικά στις μητρικές τους επιχειρήσεις, στις θυγατρικές τους επιχειρήσεις ή σε άλλες θυγατρικές επιχειρήσεις των μητρικών τους επιχειρήσεων, (ζ) στα μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και στους άλλους εθνικούς οργανισμούς που επιτελούν παρόμοιες λειτουργίες και στους λοιπούς δημόσιους φορείς που διαχειρίζονται το δημόσιο χρέος ή παρεμβαίνουν στη διαχείρισή του, (η) στους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων και στα συνταξιοδοτικά ταμεία, είτε υπόκεινται σε συντονισμό σε κοινοτικό επίπεδο είτε όχι, και στους θεματοφύλακες και διαχειριστές αυτών των επιχειρήσεων, (θ) στα πρόσωπα τα οποία προβαίνουν σε διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό με αντικείμενο χρηματοπιστωτικά μέσα ή τα οποία παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες με αντικείμενο παράγωγα επί εμπορευμάτων ή συμβάσεις επί παραγώγων, που περιλαμβάνονται στην περίπτωση ι΄ του άρθρου 5 στους πελάτες της κύριας δραστηριότητάς τους, υπό τον όρο ότι αυτό αποτελεί παρεπόμενη δραστηριότητα ως προς την κύρια δραστηριότητά τους, θεωρούμενη σε επίπεδο ομίλου, και ότι η εν λόγω κύρια δραστηριότητά τους δεν είναι η παροχή επενδυτικών υπηρεσιών ούτε η παροχή τραπεζικών υπηρεσιών βάσει του ν. 3601/2007 ή της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ, (ι) στα πρόσωπα τα οποία παρέχουν επενδυτικές συμβουλές κατά την άσκηση άλλης επαγγελματικής δραστηριότητας, που δεν αποτελεί επενδυτική υπηρεσία ή δραστηριότητα, υπό την προϋπόθεση ότι δεν αμείβονται ειδικά για την παροχή των συμβουλών αυτών. (ια) στα πρόσωπα των οποίων η κύρια δραστηριότητα συνίσταται στη διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό με αντικείμενο εμπορεύματα ή παράγωγα επί εμπορευμάτων, εφόσον δεν αποτελούν μέρος ομίλου, κύρια δραστηριότητα του οποίου είναι η παροχή άλλων επενδυτικών υπηρεσιών ή τραπεζικών υπηρεσιών βάσει του ν. 3601/2007 ή της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ, (ιβ) στις επιχειρήσεις οι οποίες παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες που συνίστανται αποκλειστικά στη διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό σε αγορές συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης ή δικαιωμάτων προαίρεσης επί χρηματοπιστωτικών μέσων ή άλλων παραγώγων και σε αγορές αξιών με μόνο σκοπό την αντιστάθμιση κινδύνων θέσεων σε αγορές παραγώγων ή στις επιχειρήσεις οι οποίες διενεργούν συναλλαγές για λογαριασμό άλλων μελών των αγορών αυτών ή διαμορφώνουν τιμές για τα μέλη των αγορών αυτών, εφόσον οι επιχειρήσεις καλύπτονται από την εγγύηση εκκαθαριστικών μελών των αγορών αυτών και την ευθύνη για τις συμβάσεις που συνάπτουν οι επιχειρήσεις αυτές φέρουν τα εκκαθαριστικά μέλη των αγορών αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Τα δικαιώματα που απορρέουν από το νόμο αυτόν δεν ισχύουν για υπηρεσίες που παρέχονται από αντισυμβαλλομένους σε πράξεις που διενεργούνται από δημόσιους φορείς που χειρίζονται το δημόσιο χρέος ή από μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τη Συνθήκη και το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή κατά την άσκηση ισοδύναμων καθηκόντων δυνάμει εθνικών διατάξεων.

Άρθρο 4Επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες και παρεπόμενες υπηρεσίεςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ως επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες νοούνται οι εξής: (α) Η λήψη και διαβίβαση εντολών, η οποία συνίσταται στη λήψη και διαβίβαση εντολών για λογαριασμό πελατών, για κατάρτιση συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα. (β) Η εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών, η οποία συνίσταται στην κατάρτιση συμβάσεων αγοράς ή πώλησης ενός ή περισσότερων χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών. (γ) Η διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό, η οποία συνίσταται στη διαπραγμάτευση από ΕΠΕΥ με κεφάλαιά της ενός ή περισσότερων χρηματοπιστωτικών μέσων προς κατάρτιση συναλλαγών επ’ αυτών. (δ) Η διαχείριση χαρτοφυλακίων, η οποία συνίσταται στη διαχείριση, κατά τη διακριτική ευχέρεια της ΕΠΕΥ, χαρτοφυλακίων πελατών, στο πλαίσιο εντολής τους, που περιλαμβάνουν ένα ή περισσοτερα χρηματοπιστωτικά μέσα. (ε) Η παροχή επενδυτικών συμβουλών, η οποία συνίσταται στην παροχή προσωπικών συμβουλών σε πελάτη, είτε κατόπιν αιτήσεώς του είτε με πρωτοβουλία της ΕΠΕΥ, σχετικά με μία ή περισσότερες συναλλαγές που αφορούν χρηματοπιστωτικά μέσα. (στ) Η αναδοχή χρηματοπιστωτικών μέσων ή η τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων με δέσμευση ανάληψης. (ζ) Η τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων χωρίς δέσμευση ανάληψης. (η) Η λειτουργία πολυμερούς μηχανισμού διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ως παρεπόμενες υπηρεσίες νοούνται οι εξής: (α) Η φύλαξη και διοικητική διαχείριση χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών, περιλαμβανομένης της παροχής υπηρεσιών θεματοφύλακα και παροχής συναφών υπηρεσιών όπως η διαχείριση χρηματικών διαθεσίμων ή παρεχόμενων ασφαλειών. (β) Η παροχή πιστώσεων ή δανείων σε επενδυτή προς διενέργεια συναλλαγής σε ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα, στην οποία μεσολαβεί η ΕΠΕΥ, η οποία παρέχει την πίστωση ή το δάνειο. (γ) Η παροχή συμβουλών σε επιχειρήσεις σχετικά με τη διάρθρωση του κεφαλαίου τους, την κλαδική στρατηγική και συναφή θέματα, καθώς και παροχή συμβουλών και υπηρεσιών σχετικά με συγχωνεύσεις και εξαγορές επιχειρήσεων. (δ) Η παροχή υπηρεσιών ξένου συναλλάγματος εφόσον συνδέονται με την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών. (ε) Η έρευνα στον τομέα των επενδύσεων και χρηματοοικονομική ανάλυση ή άλλες μορφές γενικών συστάσεων που σχετίζονται με συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα. (στ) Η παροχή υπηρεσιών σχετιζόμενων με την αναδοχή. (ζ) Η παροχή επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών σχετικά με τα υποκείμενα μέσα των παραγώγων που περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις ε΄ έως ζ΄ και ι΄ του άρθρου 5, εφόσον σχετίζονται με την παροχή επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών.

Άρθρο 5Χρηματοπιστωτικά μέσα

Για τους σκοπούς του νόμου αυτού στην έννοια των χρηματοπιστωτικών μέσων εμπίπτουν: (α) Οι κινητές αξίες. (β) Τα μέσα χρηματαγοράς. (γ) Τα μερίδια οργανισμών συλλογικών επενδύσεων. (δ) Τα συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, οι συμβάσεις ανταλλαγής, οι προθεσμιακές συμβάσεις επιτοκίων και άλλες παράγωγες συμβάσεις σχετιζόμενες με κινητές αξίες, νομίσματα, επιτόκια ή αποδόσεις ή άλλα παράγωγα μέσα, χρηματοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηματοπιστωτικά μεγέθη που είναι δεκτικά εκκαθάρισης με φυσική παράδοση ή με ρευστά διαθέσιμα. (ε) Τα συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, οι συμβάσεις ανταλλαγής (swaps), οι προθεσμιακές συμβάσεις επιτοκίου και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με εμπορεύματα, που πρέπει να εκκαθαρισθούν με ρευστά διαθέσιμα ή μπορούν να εκκαθαρισθούν με ρευστά διαθέσιμα κατ’ επιλογή ενός συμβαλλόμενου μέρους (αλλά όχι λόγω αδυναμίας πληρωμής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύμβασης). (στ) Τα συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, οι συμβάσεις ανταλλαγής και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με εμπορεύματα, που είναι δεκτικά εκκαθάρισης με φυσική παράδοση, εφόσον είναι διαπραγματεύσιμα σε οργανωμένη αγορά ή ΠΜΔ. (ζ) Τα συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, οι συμβάσεις ανταλλαγής (swaps), οι προθεσμιακές συμβάσεις (forwards) και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με εμπορεύματα, που είναι δεκτικά εκκαθάρισης με φυσική παράδοση, εφόσον δεν αναφέρονται άλλως στην περίπτωση στ΄ του άρθρου αυτού και δεν προορίζονται για εμπορικούς σκοπούς και που έχουν τα χαρακτηριστικά άλλων παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το κατά πόσον υπόκεινται σε εκκαθάριση ή διακανονισμό μέσω αναγνωρισμένων γραφείων συμψηφισμού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων. (η) Τα παράγωγα μέσα για τη μετακύληση του πιστωτικού κινδύνου. (θ) Οι χρηματοπιστωτικές συμβάσεις επί διαφορών (contracts for differences). (ι) Τα συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, οι συμβάσεις ανταλλαγής (swaps), οι προθεσμιακές συμβάσεις επιτοκίου και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με κλιματικές μεταβλητές, ναύλους, άδειες εκπομπής ρύπων, ή ποσοστά πληθωρισμού ή άλλες επίσημες οικονομικές στατιστικές, που εκκαθαρίζονται υποχρεωτικά με ρευστά διαθέσιμα ή μπορούν να εκκαθαρισθούν με ρευστά διαθέσιμα κατ’ επιλογή ενός συμβαλλόμενου μέρους (αλλά όχι λόγω αδυναμίας πληρωμής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύμβασης, καθώς και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα, υποχρεώσεις, δείκτες και μέτρα, εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν άρθρο, που έχουν τα χαρακτηριστικά άλλων παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το κατά πόσον είναι διαπραγματεύσιμα σε οργανωμένη αγορά ή ΠΜΔ, υπόκεινται σε εκκαθάριση ή διακανονισμό μέσω αναγνωρισμένων γραφείων συμψηφισμού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.

Άρθρο 6Επαγγελματίες πελάτεςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τους σκοπούς του νόμου αυτού θεωρούνται ως επαγγελματίες πελάτες, για όλες τις επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες και ως προς όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα, οι εξής πελάτες: (α) Οι ακόλουθες επιχειρήσεις, οι οποίες υποχρεούνται να λάβουν άδεια λειτουργίας ή υπόκεινται υποχρεωτικά σε εποπτικούς κανόνες για να ασκήσουν τις χαρακτηριστικές δραστηριότητές τους στις χρηματοπιστωτικές αγορές ανεξάρτητα από το εάν έχουν λάβει άδεια από ένα κράτος − μέλος κατ’ εφαρμογή κοινοτικής νομοθεσίας ή έχουν λάβει άδεια ή υπόκεινται στους εποπτικούς κανόνες κράτους − μέλους χωρίς αναφορά σε οδηγία ή είναι επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια ή υπόκεινται σε εποπτικούς κανόνες τρίτης χώρας: (αα) πιστωτικά ιδρύματα, (ββ) ΕΠΕΥ, (γγ) άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, (δδ) ασφαλιστικές επιχειρήσεις, (εε) οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων και οι εταιρίες διαχείρισής τους, (στστ) συνταξιοδοτικά ταμεία και οι εταιρίες διαχείρισής τους, (ζζ) διαπραγματευτές σε χρηματιστήρια εμπορευμάτων και συναφών παραγώγων, (ηη) τοπικές επιχειρήσεις, (θθ) ανώνυμες εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου και άλλοι θεσμικοί επενδυτές. (β) Μεγάλες επιχειρήσεις που πληρούν σε ατομική βάση τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα κριτήρια μεγέθους: (αα) σύνολο ισολογισμού: 20.000.000 ευρώ, (ββ) καθαρό κύκλο εργασιών: 40.000.000 ευρώ, (γγ) ίδια κεφάλαια: 2.000.000 ευρώ. (γ) Εθνικές και περιφερειακές κυβερνήσεις, δημόσιοι φορείς που διαχειρίζονται το δημόσιο χρέος, κεντρικές τράπεζες, διεθνείς και υπερεθνικοί οργανισμοί, όπως η Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. (δ) Άλλοι θεσμικοί επενδυτές των οποίων κύρια δραστηριότητα είναι η επένδυση σε χρηματοπιστωτικά μέσα, συμπεριλαμβανομένων οντοτήτων που έχουν ως αποκλειστικό σκοπό την τιτλοποίηση στοιχείων ενεργητικού ή άλλες χρηματοδοτικές συναλλαγές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι επαγγελματίες πελάτες έχουν τη δυνατότητα να ζητούν να αντιμετωπιστούν ως μη επαγγελματίες και οι ΕΠΕΥ μπορούν να δεχθούν να τους παράσχουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας. Πριν παράσχει υπηρεσίες σε πελάτη που εντάσσεται στην παράγραφο 1, η ΕΠΕΥ πρέπει να τον ενημερώσει: (α) ότι θεωρείται, με βάση τις πληροφορίες που διαθέτει η ίδια, επαγγελματίας πελάτης, (β) ότι μπορεί να ζητήσει την αλλαγή των όρων της σύμβασης για να τύχει υψηλότερης προστασίας, και (γ) ότι θα αντιμετωπιστεί ως επαγγελματίας πελάτης, εκτός εάν η ΕΠΕΥ και ο πελάτης συμφωνήσουν διαφορετικά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο πελάτης που θεωρείται επαγγελματίας έχει το βάρος να ζητήσει υψηλότερο επίπεδο προστασίας εάν θεωρεί ότι δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει ή να διαχειριστεί ορθά τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το υψηλότερο επίπεδο προστασίας παρέχεται εάν ο πελάτης που θεωρείται επαγγελματίας συνάπτει γραπτή συμφωνία με την ΕΠΕΥ ότι δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως επαγγελματίας για τους σκοπούς της εφαρμογής των κανόνων συμπεριφοράς ΕΠΕΥ. Η συμφωνία πρέπει να διευκρινίζει εάν αυτό ισχύει για μία ή περισσότερες υπηρεσίες ή συναλλαγές, ή για ένα ή περισσότερα είδη προϊόντων ή συναλλαγών.

Άρθρο 7Πελάτες που μπορεί να αντιμετωπίζονται ως επαγγελματίεςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Πελάτες που δεν εντάσσονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6, περιλαμβανομένων των δημόσιων φορέων και των ιδιωτών επενδυτών ατομικά, δύνανται να παραιτηθούν από μέρος της προστασίας που τους παρέχουν οι κανόνες συμπεριφοράς των ΕΠΕΥ. Οι ΕΠΕΥ μπορούν να αντιμετωπίζουν τους πελάτες αυτούς ως επαγγελματίες, εφόσον τηρούνται τα κριτήρια και οι διαδικασίες που αναφέρονται στην επόμενη παράγραφο. Οι πελάτες αυτοί δεν πρέπει ωστόσο να θεωρούνται ότι έχουν γνώση της αγοράς και πείρα συγκρίσιμη με εκείνη των πελατών που απαριθμούνται στο άρθρο 6.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παραίτηση από την προστασία των κανόνων συμπεριφοράς ισχύει μόνο εάν η ΕΠΕΥ πεισθεί ευλόγως μετά από κατάλληλη αξιολόγηση της ικανότητας, της πείρας και των γνώσεων του πελάτη, ότι, λαμβανομένης υπόψη της φύσης των σχεδιαζόμενων συναλλαγών ή υπηρεσιών, ο πελάτης είναι ικανός να λάβει μόνος του επενδυτικές αποφάσεις και να κατανοήσει τους κινδύνους που αυτές ενέχουν. Ως κριτήρια για την αξιολόγηση της πείρας και των γνώσεων μπορεί να χρησιμοποιούνται ανάλογα τα κριτήρια καταλληλότητας που χρησιμοποιούνται στους διαχειριστές και στους διευθυντές εταιριών που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από αρμόδια αρχή. Στην περίπτωση μιας μικρής οντότητας, το πρόσωπο που αποτελεί αντικείμενο της ανωτέρω αξιολόγησης είναι το πρόσωπο που εξουσιοδοτείται να διενεργεί συναλλαγές για λογαριασμό της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Πριν δεχθεί την παραίτηση από την προστασία αυτή, η EΠEY οφείλει να λάβει κάθε εύλογο μέτρο για να βεβαιωθεί ότι ο πελάτης που επιθυμεί να αντιμετωπιστεί ως επαγγελματίας πελάτης πληροί δύο τουλάχιστον από τα ακόλουθα κριτήρια: (α) ο πελάτης πραγματοποίησε κατά μέσον όρο 10 συναλλαγές επαρκούς όγκου ανά τρίμηνο στη σχετική αγορά στη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων τριμήνων, (β) η αξία του χαρτοφυλακίου χρηματοπιστωτικών μέσων του πελάτη, οριζόμενο ως καταθέσεις μετρητών συν χρηματοπιστωτικά μέσα, υπερβαίνει τα πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ, (γ) ο πελάτης κατέχει ή κατείχε επί ένα (1) έτος τουλάχιστον επαγγελματική θέση στο χρηματοπιστωτικό τομέα η οποία απαιτεί γνώση των σχεδιαζόμενων συναλλαγών ή υπηρεσιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι πελάτες του άρθρου αυτού μπορούν να παραιτηθούν από την προστασία των κανόνων συμπεριφοράς μόνο με την ακόλουθη διαδικασία: (α) οι πελάτες γνωστοποιούν γραπτώς στην ΕΠΕΥ την επιθυμία τους να αντιμετωπιστούν ως επαγγελματίες πελάτες, είτε γενικά είτε για μια συγκεκριμένη επενδυτική υπηρεσία ή συναλλαγή είτε για ένα είδος συναλλαγών ή προϊόντων, (β) η ΕΠΕΥ τους αποστέλλει γραπτή προειδοποίηση στην οποία διευκρινίζει σαφώς την προστασία και τα δικαιώματα αποζημίωσης που ενδέχεται να απωλέσουν, (γ) οι πελάτες δηλώνουν γραπτώς, σε έγγραφο χωριστό από τη σύμβαση, ότι έχουν επίγνωση των συνεπειών που έχει η απώλεια αυτής της προστασίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι ΕΠΕΥ ταξινομούν τους πελάτες ως ιδιώτες ή επαγγελματίες σύμφωνα με την εσωτερική πολιτική και τις διαδικασίες που έχουν διατυπώσει εγγράφως. Τυχόν μεταβολές της εσωτερικής πολιτικής και των διαδικασιών ΕΠΕΥ δεν επηρεάζει υποχρεωτικά τις σχέσεις της με τους πελάτες που έχουν ήδη ταξινομηθεί ως επαγγελματίες με κριτήρια και διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο αυτό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι επαγγελματίες πελάτες οφείλουν να γνωστοποιούν στην ΕΠΕΥ κάθε μεταβολή που μπορεί να επηρεάσει την ταξινόμησή τους. Εάν η ΕΠΕΥ διαπιστώσει ότι ένας πελάτης δεν πληροί πλέον τους όρους βάσει των οποίων ταξινομήθηκε ως επαγγελματίας πελάτης, λαμβάνει κατάλληλα μέτρα και ιδίως τον ταξινομεί ως ιδιώτη πελάτη και τον ενημερώνει σχετικά.

Άρθρο 8Παροχή επενδυτικών υπηρεσιών και άσκηση επενδυτικών δραστηριοτήτωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με εξαίρεση τις ΕΠΕΥ που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας και εποπτεύονται από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους − μέλους, η καθ’ οιονδήποτε τρόπο κατ’ επάγγελμα παροχή επενδυτικών υπηρεσιών και άσκηση επενδυτικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα επιτρέπεται μόνο στις ΑΕΠΕΥ και στα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και στις ΑΕΕΔ και στις ΑΕΔΑΚ, κατά τις διακρίσεις που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία και την άδεια λειτουργίας τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όποιος με πρόθεση παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκεί επενδυτικές δραστηριότητες κατά παράβαση της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους. Σε περίπτωση που οι επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες παρέχονται ή ασκούνται από νομικά πρόσωπα, με την ποινή του προηγούμενου εδαφίου τιμωρείται όποιος ασκεί τη διοίκηση ή διαχείριση του νομικού προσώπου.

Αθήνα, 17 Αυγούστου 2007
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Π. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ Γ. ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗΣ
ΥΦΥΠ. ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Γ. ΟΡΦΑΝΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του
Κράτους.