173 Α' 2013

ΝΟΜΟΣ 4177/2013

Kανόνες ρύθμισης της αγοράς προϊόντων και της παροχής υπηρεσιών και άλλες διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ - ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
08 Αυγούστου 2013

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 173
8 Αυγούστου 2013

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4177
Kανόνες ρύθμισης της αγοράς προϊόντων και της παροχής υπηρεσιών και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Άρθρο 1Πεδίο εφαρμογής

Με τον παρόντα νόμο ορίζονται κανόνες για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που διακινούνται, διατίθενται και παρέχονται στην ελληνική αγορά, από οικονομικούς φορείς που δραστηριοποιούνται στο στεγασμένο, υπαίθριο (πλανόδιο και στάσιμο) και από απόσταση εμπόριο. Για συναλλαγές που αφορούν σε προϊόντα και υπηρεσίες από απόσταση, όπως το ηλεκτρονικό εμπόριο και άλλες μορφές, εφαρμόζονται επιπλέον οι διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 2251/1994 (A΄191). Τα οριζόμενα ισχύουν με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων που απορρέουν από την εθνική ή ενωσιακή νομοθεσία. Από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου εξαιρούνται οι επιστημονικές υπηρεσίες που παρέχονται από τους ελεύθερους επαγγελματίες που προβλέπονται στο άρθρο 48 παρ. 1 του ν. 2238/1994 (Α΄ 151), καθώς και κάθε υπηρεσία τραπεζικής, πιστωτικής, ασφαλιστικής ή επενδυτικής φύσεως ή σχετική με ατομικές συντάξεις ή με πληρωμές.

Άρθρο 2Ορισμοί

Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: α) «Προϊόν»: κάθε προϊόν βιομηχανικής κατασκευής, κάθε χημικό προϊόν και κάθε προϊόν που συνιστά τρόφιμο. β) «Προσυσκευασμένο προϊόν»: κάθε προϊόν που έχει τοποθετηθεί σε συσκευασία οποιασδήποτε φύσεως, χωρίς την παρουσία του αγοραστή και με τρόπο που το περιεχόμενο της συσκευασίας δεν μπορεί να μεταβληθεί χωρίς φανερό άνοιγμα ή αλλοίωσή της. γ) «Προϊόν εναρμονισμένου τομέα»: κάθε μη εδώδιμο βιομηχανικό προϊόν, του οποίου οι προδιαγραφές και οι όροι εμπορίας καθορίζονται από κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης. δ) «Ανακαινισμένα ή μεταχειρισμένα ή μετασκευασμένα προϊόντα»: τα προϊόντα που μετά την αρχική τους πώληση έχουν υποστεί ανακαίνιση ή μετασκευή και πωλούνται εκ νέου. ε) «Χημικά προϊόντα»: αα) Ουσία: ένα χημικό στοιχείο και οι ενώσεις του σε φυσική κατάσταση, όπως λαμβάνονται από οποιαδήποτε διεργασία παρασκευής, συμπεριλαμβανομένου κάθε πρόσθετου που είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της σταθερότητάς της και κάθε πρόσμειξης που προέρχεται από τη χρησιμοποιούμενη διεργασία, αποκλειόμενου κάθε διαλύτη που μπορεί να διαχωρισθεί, χωρίς να επηρεάσει τη σταθερότητα της ουσίας ή να μεταβάλει τη σύνθεσή της. ββ) Μείγμα: ένα μείγμα ή διάλυμα που αποτελείται από δύο ή περισσότερες ουσίες. γγ) Αντικείμενο: αντικείμενο, το οποίο κατά τη διαδικασία παραγωγής αποκτά ειδικό σχήμα, επιφάνεια ή σχεδιασμό που καθορίζει τη χρηστική λειτουργία του σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι η χημική του σύνθεση. στ) «Τρόφιμα» (ή «είδη διατροφής»): ουσίες ή προϊόντα, είτε αυτά έχουν υποστεί πλήρη ή μερική επεξεργασία είτε όχι, τα οποία προορίζονται για βρώση από τον άνθρωπο ή αναμένεται ευλόγως ότι θα χρησιμεύσουν για το σκοπό αυτόν. ζ) «Επισήμανση τροφίμων»: οι μνείες, ενδείξεις, εμπορικά ή βιομηχανικά σήματα, εμπορικές ονομασίες, εικόνες ή σύμβολα που αναφέρονται σε ένα τρόφιμο και φέρονται σε κάθε συσκευασία, έγγραφο, πινακίδα, ετικέτα, δακτύλιο ή περιλαίμιο που συνοδεύουν ή αναφέρονται στο τρόφιμο αυτό. η) «Προσυσκευασμένο τρόφιμο»: η μονάδα πωλήσεως που προορίζεται να παρουσιασθεί ως έχει στον τελικό καταναλωτή και στις μονάδες ομαδικής εστίασης και που αποτελείται από ένα τρόφιμο και τη συσκευασία, μέσα στην οποία έχει τοποθετηθεί πριν από την προσφορά του προς πώληση, εφόσον η συσκευασία αυτή το καλύπτει ολικά ή μερικά, αλλά κατά τρόπο που να μην είναι δυνατόν να τροποποιηθεί το περιεχόμενο, χωρίς να ανοιχτεί ή να τροποποιηθεί η συσκευασία. θ) «Υπηρεσία»: κάθε μη μισθωτή οικονομική δραστηριότητα που παρέχεται κατά κανόνα έναντι αμοιβής από επιχείρηση ή φυσικό πρόσωπο, με την εξαίρεση των επιστημονικών υπηρεσιών του εδαφίου δ΄ του άρθρου 1 του παρόντος. ι) «Ηλεκτρονική υπηρεσία»: οποιαδήποτε υπηρεσία της κοινωνίας των πληροφοριών, ήτοι κάθε υπηρεσία που συνήθως παρέχεται έναντι αμοιβής, με ηλεκτρονικά μέσα εξ αποστάσεως και κατόπιν προσωπικής επιλογής ενός αποδέκτη υπηρεσιών. Για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, νοείται με τον όρο: αα) Εξ αποστάσεως: υπηρεσία που παρέχεται χωρίς τα συμβαλλόμενα μέρη να είναι ταυτόχρονα παρόντα. ββ) Με ηλεκτρονικά μέσα: υπηρεσία που παρέχεται στην αφετηρία της και γίνεται αποδεκτή στον προορισμό της μέσω εξοπλισμών ηλεκτρονικής επεξεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης ή αποθήκευσης δεδομένων και η οποία παρέχεται, διαβιβάζεται και λαμβάνεται εξ ολοκλήρου μέσω τηλεφωνικής γραμμής, ραδιοφωνικής μετάδοσης, οπτικής ίνας ή με άλλα ηλεκτρομαγνητικά μέσα. γγ) Κατόπιν συγκεκριμένης παραγγελίας ενός αποδέκτη υπηρεσιών: υπηρεσία που παρέχεται με μετάδοση δεδομένων κατόπιν συγκεκριμένης παραγγελίας. ια) «Εμπορικά έγγραφα»: έγγραφα με συγκεκριμένα στοιχεία μιας εμπορικής συναλλαγής, όπως εντολή ή παραγγελία, τιμολόγιο πώλησης ή απόδειξη παροχής υπηρεσιών, δελτίο αποστολής, πιστοποιητικό προέλευσης. ιβ) «Κατασκευαστής, παραγωγός, παρασκευαστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει ή παράγει ή παρασκευάζει προϊόν ή που αναθέτει σε άλλους το σχεδιασμό ή την κατασκευή ή την παραγωγή ή την παρασκευή προϊόντος και διοχετεύει στην αγορά το προϊόν αυτό υπό την επωνυμία του ή το εμπορικό του σήμα. ιγ) «Παρασκευαστής τροφίμων»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που παρασκευάζει, επεξεργάζεται, συσκευάζει, εισάγει από το εξωτερικό, συντηρεί, διατηρεί ή διαθέτει στην κατανάλωση τρόφιμα. ιδ) «Εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ε.Ε. που διαθέτει προϊόν τρίτης χώρας στην κοινοτική αγορά. ιε) «Διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά διαθέσιμο προϊόν στην αγορά. ιστ) «Διάθεση»: η θέση για πρώτη φορά σε κυκλοφορία προϊόντος ή υπηρεσίας. ιζ) «Υπεύθυνος διάθεσης»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ελλάδα, το οποίο υπό την ιδιότητα του κατασκευαστή ή του εισαγωγέα ή του διανομέα διαθέτει προϊόν στην ελληνική αγορά. ιθ) «Λιανεμπορική επιχείρηση» ή «Λιανοπωλητής»: η επιχείρηση ή το πρόσωπο που καθιστά διαθέσιμο προϊόν στον τελικό καταναλωτή. κ) «Χονδρεμπορική επιχείρηση»: η επιχείρηση που προμηθεύεται προϊόντα από παραγωγούς ή παρασκευαστές και τα μεταπωλεί σε επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου. κα) «Ποιότητα»: το σύνολο των στοιχείων και χαρακτηριστικών ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας, που προδιαγράφουν την ικανότητά του ή την ικανότητά της να ικανοποιήσει προδιαγεγραμμένες ανάγκες.

Άρθρο 3

Γενικές αρχές που διέπουν τη διακίνηση και εμπορία προϊόντων και υπηρεσιών Όποιος διακινεί προϊόντα ή παρέχει υπηρεσίες υποχρεούται να εξασφαλίζει την ορθή, έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση του καταναλωτή, η οποία μπορεί να επηρεάσει την αγοραστική του απόφαση, την ορθότητα της συναλλαγής, καθώς και όλους τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας. Με τις προβλεπόμενες στο άρθρο 4 αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας εξειδικεύονται οι παραπάνω υποχρεώσεις, καθώς και οι επιβαλλόμενες κυρώσεις.

Άρθρο 4Ρυθμίσεις για τη διακίνηση και εμπορία προϊόντων και την παροχή υπηρεσιώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ρυθμίζονται τα επί μέρους ζητήματα για την εφαρμογή του παρόντος νόμου και ειδικότερα το είδος και το περιεχόμενο του προστατευτέου αγαθού, η παραβατική συμπεριφορά, η πράξη ή η παράλειψη που βλάπτει τον καταναλωτή, ο τρόπος προστασίας της αγοράς, οι κανόνες λειτουργίας της αγοράς, τα χαρακτηριστικά των προϊόντων, οι προϋποθέσεις λειτουργίας των διαφόρων καταστημάτων και επιχειρήσεων, οι κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης και κάθε άλλο θέμα που θα ανακύψει και σχετίζεται με την τήρηση των διατάξεων του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι αποφάσεις της παραγράφου 1 αποτελούν ενιαίο σύνολο με τον τίτλο: «Κανόνες Διακίνησης και Εμπορίας Προϊόντων και Παροχής Υπηρεσιών (Κανόνες ΔΙ.Ε.Π.Π.Υ.)» και κωδικοποιούνται ανά πενταετία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, κατόπιν γνώμης της Επιτροπής Ανταγωνισμού και εφόσον αυτό επιβάλλεται από λόγους δημοσίου συμφέροντος, μπορεί να καθορίζονται για συγκεκριμένες περιπτώσεις ανώτατες τιμές πώλησης προϊόντων σε επίπεδο χονδρικής ή λιανικής και παροχής υπηρεσιών, όταν εξ αντικειμένου δεν είναι εφικτό να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός.

Άρθρο 5Χορήγηση έντυπων οδηγιών

Σε κάθε πώληση ο προμηθευτής οφείλει να παρέχει στον καταναλωτή γραπτώς στην ελληνική γλώσσα ή με σύμβολα διεθνώς καθιερωμένα σαφείς και πλήρεις οδηγίες για την ασφαλή χρήση, διατήρηση, συντήρηση και πλήρη αξιοποίηση του προϊόντος και ενημέρωση για τους κινδύνους κατά τη χρήση και διατήρησή του. Από την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται τα προϊόντα που είναι απλά κατά την κατασκευή, τη χρήση και τη συντήρησή τους, εφόσον για τα προϊόντα αυτά δεν παρέχονται από τον κατασκευαστή οδηγίες σε οποιαδήποτε γλώσσα.

Άρθρο 6Επισήμανση τροφίμωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τα προσυσκευασμένα τρόφιμα που διατίθενται ως έχουν στον τελικό καταναλωτή επισημαίνονται σύμφωνα με το άρθρο 11 του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών, όπως ισχύει, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων επισήμανσης που προβλέπονται από ειδικές ενωσιακές ή εθνικές διατάξεις που ισχύουν για συγκεκριμένα τρόφιμα, όπως επίσης και τις γεωγραφικές ενδείξεις Προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) και Προϊόντα Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ). Για τη διασφάλιση του περιεχομένου των προσυσκευασμένων τροφίμων από οποιαδήποτε παρέμβαση, οι συσκευασίες πρέπει να είναι ασφαλισμένες από τον παραγωγό−συσκευαστή, έτσι ώστε οποιαδήποτε παρέμβαση στο περιεχόμενο να καθίσταται φανερή από την καταστροφή του συστήματος ασφαλείας ή χαρακτηριστικών στοιχείων επισήμανσης του παραγωγού−συσκευαστή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τρόφιμα που δεν είναι προσυσκευασμένα και προσφέρονται στον τόπο λιανικής πώλησης για άμεση πώληση στον καταναλωτή ή σε μονάδες ομαδικής εστίασης, ως ελάχιστες ενδείξεις επί της πινακίδας ορίζονται: α) Η ονομασία πώλησης ή το είδος του τροφίμου. β) Η ποιότητα και η ποικιλία του είδους αυτού, εφόσον προβλέπονται από άλλες διατάξεις. γ) Η χώρα καταγωγής ή ο τόπος προέλευσης του τροφίμου. δ) Η τιμή ανά μονάδα μέτρησης, όπως αυτή καθορίζεται με τις αποφάσεις του άρθρου 4.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα λοιπά προϊόντα, πλην τροφίμων που διατίθενται για τελική κατανάλωση, πρέπει να φέρουν τις ενδείξεις του προϊόντος, κατασκευαστή ή παρασκευαστή ή παραγωγού, εισαγωγέα, διανομέα, υπεύθυνου διάθεσης.

Άρθρο 7Τήρηση πινακίδωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Σε όλα τα προϊόντα που διατίθενται για κατανάλωση είτε εντός του καταστήματος είτε από υπαίθριους πωλητές τοποθετούνται πινακίδες λιανικής πώλησης με τις κάθε φορά απαιτούμενες ενδείξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η πινακίδα με τις απαιτούμενες ενδείξεις τοποθετείται επί ή στο σημείο του πωλούμενου προϊόντος και πρέπει να είναι άμεσα αντιληπτή και απόλυτα εμφανής στον καταναλωτή. Όλες οι ενδείξεις αναγράφονται υποχρεωτικά στην ελληνική γλώσσα, με ευδιάκριτα και ευανάγνωστα στοιχεία και με τέτοιο τρόπο, ώστε να καθίστανται άμεσα ορατές και αντιληπτές από τον καταναλωτή. Ειδικά η τελική τιμή πώλησης πρέπει να είναι με έντονη γραφή (bold).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η πινακίδα που φέρει τις απαιτούμενες πληροφορίες δεν πρέπει να καταστρέφεται για οποιονδήποτε λόγο ούτε να παραποιούνται, αλλοιώνονται ή αφαιρούνται οι αναγραφόμενες σε αυτήν ενδείξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τα διατιθέμενα προϊόντα, προσυσκευασμένα ή μη, πρέπει να εκτίθενται κατά τρόπο διακριτό, ώστε η διαφοροποίηση κάθε είδους να γίνεται άμεσα αντιληπτή από τον καταναλωτή, με βάση τις αναγραφόμενες ενδείξεις στην αντίστοιχη πινακίδα.

Άρθρο 8Κανόνες σχετικά με την ποσότητα προϊόντωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η αγοραπωλησία όλων των προσυσκευασμένων προϊόντων γίνεται με βάση την καθαρή ποσότητα περιεχομένου. Στην καθαρή ποσότητα δεν συνυπολογίζονται τυχόν πρόσθετα μέσα συσκευασίας που περιέχονται στον κύριο περιέκτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα προϊόντα χύδην επιτρέπεται να πωλούνται σε μικτό βάρος υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται από τις αποφάσεις του άρθρου 4.

Άρθρο 9Τήρηση τιμοκαταλόγου επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Επιχειρήσεις που παρέχουν κάθε μορφής υπηρεσίες προς τους πελάτες τους υποχρεούνται να αναρτούν σταθερά τιμοκατάλογο σε ορατό από τον πελάτη σημείο του καταστήματος ή γραφείου τους, στον οποίο αναγράφονται οι τιμές των υπηρεσιών που παρέχουν.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι ανωτέρω επιχειρήσεις υποχρεούνται να αναγράφουν στα τιμολόγια ή στις αποδείξεις (εκτός των αποδείξεων ταμειακών μηχανών) που εκδίδουν, ξεχωριστά για καθεμία παρεχόμενη υπηρεσία την αντίστοιχη αμοιβή που εισπράττουν προ και μετά ΦΠΑ.

Άρθρο 10Πρακτικές επικοινωνίας με τον καταναλωτήΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Πρακτικές επικοινωνίας με σκοπό την ενημέρωση του καταναλωτή ή την προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών πρέπει να γίνονται με τρόπο τέτοιο, ώστε ο καταναλωτής να είναι σε θέση να αντιληφθεί όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες πριν προβεί σε αγορά προϊόντος ή υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κατά την πώληση προϊόντων και παροχή υπηρεσιών και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ), του Ποινικού Κώδικα και του ν. 2523/1997 (Α΄179), ο καταναλωτής δεν υποχρεούται να καταβάλει το αντίτιμο, εάν δεν λάβει το νόμιμο παραστατικό στοιχείο, όπως αυτό ορίζεται στις οικείες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου υπάγονται οι προωθητικές ενέργειες, οι εκπτώσεις και οι προσφορές και οι τιμοκατάλογοι παροχής υπηρεσιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Νέο αγαθό ή υπηρεσία θεωρείται εκείνο που διαφέρει ουσιωδώς από άλλο αγαθό ή υπηρεσία. Η διαφορά από άλλα προϊόντα που διαθέτει ή υπηρεσίες που παρέχει η επιχείρηση μπορεί να αφορά αθροιστικά ή διαζευκτικά τα ακόλουθα στοιχεία: α) τη σύνθεση παραγωγής ή παροχής, β) το κόστος παραγωγής ή παροχής, γ) την ποιότητα, δ) τις ιδιότητες και ε) τη χρήση. Η αλλαγή της ονομασίας ή του κωδικού αριθμού περιγραφής, καθώς επίσης και η αλλαγή συσκευασίας αγαθού δεν χαρακτηρίζει το είδος ως νέο.

Άρθρο 11Μέσα αποθήκευσης − Ψυγεία

Κάθε τρόπος αποθήκευσης τροφίμων, συμπεριλαμβανομένης και της ψύξης ή κατάψυξης, γίνεται με τρόπο που εξασφαλίζει τους κανόνες υγιεινής και την προστασία του καταναλωτικού κοινού.

Άρθρο 12Διάθεση και διακίνηση προϊόντων προς τον έμπορο

Ο κάθε είδους προμηθευτής έχει την υποχρέωση να γνωστοποιεί τις τιμές πώλησης των προϊόντων του στον εκάστοτε ενδιαφερόμενο αγοραστή, εφόσον ζητηθεί, με κάθε πρόσφορο έγγραφο μέσο.

Άρθρο 13Παραστατικά εμπορίας και διακίνησης

Κατά τη διακίνηση και εμπορία προϊόντων ή την αποτίμηση παρεχόμενης υπηρεσίας εκδίδονται όλα τα νόμιμα παραστατικά. Στα εκδιδόμενα τιμολόγια αναγράφονται με ευκρινή στοιχεία όσα προβλέπονται στις κείμενες διατάξεις. Επίσης, αναγράφονται η συνολική ποσότητα και αξία, η ποιότητα, όπου αυτό επιβάλλεται από τις κείμενες διατάξεις, η προέλευση και η επωνυμία του είδους, εφόσον υπάρχει. Η χώρα προέλευσης, αν δεν προβλέπεται από άλλες διατάξεις, απαιτείται μόνο για προϊόντα που προέρχονται από χώρες εκτός Ε.Ε..

Άρθρο 14Όργανα μέτρησης

Όλα τα μη αυτόματα όργανα ζύγισης, καθώς και όλα τα λοιπά όργανα μέτρησης που υπόκεινται σε νόμιμο έλεγχο, συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της έγκρισης τύπου ΕΚ ή της εθνικής έγκρισης κυκλοφορίας αυτών. Τα μη αυτόματα όργανα ζύγισης συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της κοινής υπουργικής απόφασης υπ’ αριθμ. Φ2−1347/2013 (Β΄ 1392), όπως κάθε φορά ισχύει, και τα λοιπά όργανα μέτρησης συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της κοινής υπουργικής απόφασης υπ’ αριθμ. Φ2−1393/2007 (Β΄ 521), όπως κάθε φορά ισχύει.

Άρθρο 15Εκπτώσεις – ΠροσφορέςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Επιτρέπεται η πώληση εμπορευμάτων ή η παροχή υπηρεσιών με μειωμένες τιμές τέσσερις (4) φορές το χρόνο, ως εξής: α) Τακτικές εκπτώσεις: αα) από τη δεύτερη Δευτέρα του Ιανουαρίου μέχρι το τέλος του Φεβρουαρίου και αβ) από τη δεύτερη Δευτέρα του Ιουλίου μέχρι το τέλος του Αυγούστου. β) Ενδιάμεσες εκπτωτικές περίοδοι: βα) το πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου και ββ) το πρώτο δεκαήμερο του Νοεμβρίου. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στις πωλήσεις αυτοκινήτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τριάντα (30) ημέρες πριν από την έναρξη των εκπτώσεων απαγορεύεται στους υπεύθυνους των εμπορικών καταστημάτων να ανακοινώνουν προς το κοινό εκπτώσεις με οποιονδήποτε τρόπο, ιδίως με διαφήμιση, επιστολές ή ανάρτηση διαφημιστικών πινακίδων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατά τη διάρκεια των εκπτώσεων της παραγράφου 1, πέραν της αναγραφής της παλαιάς και της νέας τιμής των αγαθών και υπηρεσιών που πωλούνται με έκπτωση, επιτρέπεται και η αναγραφή και η εμπορική επικοινωνία ποσοστού έκπτωσης. Σε οποιαδήποτε άλλη περίοδο προσφορών επιτρέπεται αποκλειστικά και μόνον η ευκρινής αναγραφή της παλαιάς και της νέας τιμής των αγαθών ή των υπηρεσιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Επιτρέπονται οι προσφορές συγκεκριμένων προϊόντων ή προϊόντων ορισμένης κατηγορίας, για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί τις δέκα (10) συνεχόμενες ημέρες, εφόσον αναγράφονται ευκρινώς η παλαιά και η νέα τιμή των προϊόντων σε εμφανή σημεία του καταστήματος και οπωσδήποτε στα σημεία όπου εκτίθενται τα προσφερόμενα προϊόντα. Κατ’ εξαίρεση, το χρονικό διάστημα των προσφορών από εκθέσεις αυτοκινήτων δεν μπορεί να υπερβεί τις εξήντα (60) ημέρες. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στις προσφορές προϊόντων παντοπωλείου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Σε κάθε περίπτωση απαγορεύεται η προσφορά ειδών, των οποίων η ποσότητα υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) του συνόλου των ειδών που διαθέτει το κατάστημα. Ως είδος στο προηγούμενο εδάφιο νοείται ο κάθε κωδικός προϊόντος που πωλείται στην επιχείρηση. Νέα προσφορά του ίδιου προϊόντος δεν επιτρέπεται πριν παρέλθουν εξήντα (60) ημέρες από την προηγούμενη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ο υπεύθυνος κάθε εμπορικού καταστήματος οφείλει να ανακοινώνει με τηλεομοιοτυπία (fax) ή με ηλεκτρονική αλληλογραφία (e−mail) στο Παρατηρητήριο Τιμών της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας τις προσφορές που προτίθεται να κάνει, τουλάχιστον μία (1) ημέρα πριν από την έναρξή τους. Στην ανακοίνωση αναφέρονται τα προσφερόμενα προϊόντα και η χρονική διάρκεια της προσφοράς. Την ίδια ανακοίνωση υποχρεούται να αναρτήσει στην ιστοσελίδα του καταστήματος στο διαδίκτυο και δύναται να κοινοποιήσει με κάθε πρόσφορο τρόπο στον οικείο Εμπορικό Σύλλογο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας καθορίζεται η χρονική περίοδος κατά την οποία τα εποχικά είδη μπορούν να προσφέρονται σε μειωμένη τιμή. Με όμοια απόφαση καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού των καταστημάτων πώλησης αποθεμάτων (stock) και των εκπτωτικών καταστημάτων (outlet), καθώς και η πώληση εμπορευμάτων από τα καταστήματα αυτά.

Άρθρο 16Λειτουργία καταστημάτων τις ΚυριακέςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Επιτρέπεται προαιρετικά η λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων τις εξής Κυριακές: α) Την πρώτη Κυριακή κατά την έναρξη των χρονικών περιόδων της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του παρόντος νόμου. Σε περίπτωση που η πρώτη Κυριακή συμπίπτει με επίσημη αργία, η δυνατότητα μετατίθεται την επόμενη Κυριακή. β) Τις δύο (2) Κυριακές πριν από την ημέρα των Χριστουγέννων. γ) Την Κυριακή των Βαΐων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με αιτιολογημένη απόφαση του κατά τόπον αρμόδιου Αντιπεριφερειάρχη, η οποία εκδίδεται εντός διαστήματος τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, ορίζονται οι περιοχές, στις οποίες επιτρέπεται προαιρετικά η λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων και άλλες Κυριακές, πλην των αναφερομένων στην παράγραφο 1 λαμβανομένων υπόψη των τοπικών ιδιαιτεροτήτων, υπό τις εξής προϋποθέσεις: α) τα εμπορικά καταστήματα να έχουν συνολική επιφάνεια εμβαδού, όπως αυτό αναγράφεται στο λογαριασμό παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, μέχρι διακόσια πενήντα (250) τετραγωνικά μέτρα, β) να μην ανήκουν υπό οποιαδήποτε νομική σχέση σε αλυσίδα καταστημάτων, εξαιρουμένων των περιπτώσεων συμβάσεων δικαιόχρησης (franchise), γ) να μην λειτουργούν με συμφωνίες συνεργασίας τύπου «κατάστημα εντός καταστήματος» («shops−in−ashop») και να μην βρίσκονται σε εκπτωτικά καταστήματα («outlet»), εμπορικά κέντρα ή εκπτωτικά χωριά. Εφόσον η προθεσμία των τριών (3) μηνών του προηγούμενου εδαφίου παρέλθει άπρακτη, ο Αντιπεριφερειάρχης υπέχει πειθαρχική ευθύνη σύμφωνα με τα άρθρα 233 και 234 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87). Η απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη δύναται να αναθεωρείται ετησίως, με απόφαση που εκδίδεται κατά το μήνα Ιανουάριο και πρώτη εφαρμογή τον Ιανουάριο του 2015. Εάν δεν εκδοθεί η απόφαση, ισχύει η προηγούμενη ρύθμιση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Με την επιφύλαξη των ειδικώς οριζομένων για τα καταστήματα που αναφέρονται στο άρθρο 42 του ν. 1892/1990 (Α’ 101) και στο άρθρο 14 του ν. 2194/1994 (Α΄34), κατά τη λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων τις Κυριακές, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, εφαρμόζεται το πλαίσιο του ωραρίου του άρθρου 23 του ν. 2224/1994, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 3377/2005 (Α΄ 202). β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 23 του ν. 2224/1994, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 3377/2005, αντικαθίσταται ως εξής: «Το ανωτέρω πλαίσιο ωραρίου καθορίζεται για τις καθημερινές ημέρες μέχρι την 21:00 ώρα, το Σάββατο μέχρι την 20:00 ώρα και την Κυριακή από ώρα 11:00 έως ώρα 20:00.»

Άρθρο 17Υπηρεσίες αρμόδιες για τον έλεγχοΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αρμόδιες υπηρεσίες για τον έλεγχο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος και των κατ’ εξουσιοδότησή τους εκδιδομένων υπουργικών αποφάσεων, πλην των αναφερομένων στα αντικείμενα του επίσημου ελέγχου τροφίμων, είναι: α) Οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. β) Οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. γ) Οι υπηρεσίες Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. δ) Οι Διευθύνσεις Ανάπτυξης των Περιφερειών. ε) Οι Οργανισμοί Λαϊκών Αγορών Αττικής και Θεσσαλονίκης, όσον αφορά τους χώρους λειτουργίας των Λαϊκών Αγορών και Λαϊκών Αγορών Προϊόντων Βιολογικής Γεωργίας. στ) Οι Υπηρεσίες του Λιμενικού Σώματος, στη ζώνη δικαιοδοσίας τους. ζ) Οι Υπηρεσίες του Γενικού Χημείου του Κράτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ειδικά για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου και των κατ’ εξουσιοδότησή τους εκδιδομένων υπουργικών αποφάσεων σχετικά με τη νομοθεσία περί τροφίμων, αρμόδιοι φορείς είναι οι Κεντρικές Αρμόδιες Αρχές και οι Αρμόδιες Αρχές που προβλέπονται από την κείμενη εθνική νομοθεσία. Ειδικά για τα τρόφιμα που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, αρμόδιος φορέας ελέγχου είναι το Γενικό Χημείο του Κράτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι ποινικές και διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται σε επιχειρήσεις που δεν συμμορφώνονται με τη νομοθεσία περί τροφίμων καθορίζονται από τις διατάξεις των ειδικότερων περί ελέγχου τροφίμων νόμων και των σχετικών κανονιστικών πράξεων που έχουν θεσπίσει οι Κεντρικές Αρμόδιες Αρχές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Διατάξεις που αφορούν τις διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται από το Γενικό Χημείο του Κράτους διατηρούνται σε ισχύ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι κυρώσεις που επιβάλλονται δυνάμει του παρόντος νόμου δεν θίγουν ειδικότερα διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλονται από τα αρμόδια όργανα μέσω πράξεων βεβαίωσης παράβασης κατά τον έλεγχο στους χώρους του υπαίθριου εμπορίου (πλανόδιου και στάσιμου), των λαϊκών αγορών και των λαϊκών αγορών προϊόντων βιολογικής γεωργίας, καθώς και τις κυρώσεις που επιβάλλονται από τους Οργανισμούς Λαϊκών Αγορών που λειτουργούν στη χώρα.

Άρθρο 18Έλεγχοι – Δειγματοληψίες Εργαστηριακές ΕξετάσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κατά τη διενέργεια των ελέγχων, οι αρμόδιοι υπάλληλοι έχουν καθήκοντα ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Οι αρμοδιότητες που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 39 του ν. 3959/2011 (Α΄ 93) εφαρμόζονται αναλόγως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην περίπτωση που οι υπάλληλοι που διενεργούν τον έλεγχο διαπιστώσουν ενδείξεις τέλεσης παράβασης, για την οποία δεν έχουν αρμοδιότητα επιβολής κύρωσης, υποχρεούνται να ενημερώσουν προς τούτο αμέσως τις εκάστοτε αρμόδιες αρχές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αρμόδιες αρχές για την άσκηση ελέγχων δύνανται να επιθεωρούν οποιονδήποτε χώρο όπου παρέχονται υπηρεσίες ή παράγονται, αποθηκεύονται, διακινούνται, διατίθενται στην αγορά ή εκτίθενται προϊόντα που προορίζονται για διάθεση στον καταναλωτή και να προβαίνουν σε σχετικούς ελέγχους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για την είσοδο στις εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών ή παραγωγής, αποθήκευσης, διακίνησης και διάθεσης των προϊόντων των ελεγχομένων, τα αρμόδια όργανα ελέγχου οφείλουν να επιδεικνύουν τα σχετικά διοικητικά και άλλα έγγραφα των αρμόδιων αρχών εποπτείας της αγοράς που αποδεικνύουν τις σχετικές εντολές ελέγχου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι ελεγχόμενοι υποχρεούνται σε κάθε περίπτωση να παρέχουν συνδρομή στα αρμόδια ελεγκτικά όργανα κατά την εκτέλεση του έργου τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στο πλαίσιο των ελέγχων, οι αρμόδιοι υπάλληλοι δύνανται να λαμβάνουν άνευ ανταλλάγματος δείγματα από όλα τα ελεγχόμενα προϊόντα για περαιτέρω διεξαγωγή εργαστηριακών ελέγχων και για τη διαπίστωση της συμμόρφωσής τους προς την κείμενη νομοθεσία. Όλα τα δείγματα που λαμβάνονται για τους σκοπούς των ελέγχων παρόντων των ελεγχομένων επισημαίνονται και σφραγίζονται μονοσήμαντα από τα αρμόδια όργανα προκειμένου να σταλούν για περαιτέρω εργαστηριακό έλεγχο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Κατά τη δειγματοληψία συντάσσεται Πρωτόκολλο Δειγματοληψίας από τους ελεγκτές, το οποίο περιέχει τουλάχιστον: α) τα στοιχεία της επιχείρησης όπου ελήφθησαν τα δείγματα, β) στοιχεία του προϊόντος επαρκή για να εξασφαλίζεται η ιχνηλασιμότητα του δείγματος και συνολική ποσότητα που δειγματίστηκε, γ) ευρήματα ή παρατηρήσεις που προέκυψαν κατά τον επιτόπιο έλεγχο που διενεργήθηκε, δ) υπογραφές από τους ελεγκτές και τον ελεγχθέντα, ε) ενυπόγραφη δήλωση του υπευθύνου της επιχείρησης όπου λαμβάνεται το δείγμα, στην οποία αποδέχεται τη συσχέτιση του δείγματος με το τιμολόγιο αγοράς, το οποίο παραδίδει στους υπαλλήλους που διενεργούν τη δειγματοληψία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Για τον τρόπο λήψης του δείγματος, την ποσότητα αυτού, τη μέθοδο σφράγισης και επισήμανσης, τα σχετικά με τη διασφάλιση της ταυτότητας του δείγματος και κάθε λεπτομέρεια που αφορά τη δειγματοληψία εφαρμόζονται οι ισχύουσες κατά περίπτωση διατάξεις ή τα προβλεπόμενα από τα ισχύοντα για κάθε προϊόν πρότυπα, καθώς και από τα προγράμματα ελέγχου που καταρτίζουν οι αρμόδιες αρχές. Σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας για τα τρόφιμα ο αριθμός των λαμβανομένων δειγμάτων και η ποσότητα κάθε δείγματος πρέπει να είναι ισόποσα, εύλογα και επαρκή: α) για την πρώτη εργαστηριακή εξέταση, β) για τη δεύτερη, αν ασκηθεί έφεση κατά του αποτελέσματος της πρώτης εργαστηριακής εξέτασης από τους οικονομικούς φορείς, και γ) για την τρίτη εργαστηριακή εξέταση, σε περίπτωση ασυμφωνίας των αποτελεσμάτων μεταξύ πρώτης και δεύτερης εργαστηριακής εξέτασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Οι εργαστηριακοί έλεγχοι προϊόντων διενεργούνται σε διαπιστευμένα ή κοινοποιημένα ή αναγνωρισμένα ή εγκεκριμένα κατά περίπτωση εργαστήρια, όπως ορίζεται στην κείμενη νομοθεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Η πρώτη εργαστηριακή εξέταση των προϊόντων που ελήφθησαν από τα εντεταλμένα ελεγκτικά όργανα γίνεται με μέριμνα και δαπάνη της αρμόδιας αρχής. Αν δεν υπάρχει διαθέσιμος ή πλήρης τεχνικός φάκελος για το δειγματιζόμενο προϊόν, μολονότι αυτό επιβάλλεται από τις ισχύουσες διατάξεις, βαρύνεται με το κόστος της πρώτης εξέτασης ο ελεγχόμενος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Αν από τα αποτελέσματα της πρώτης εργαστηριακής εξέτασης προκύπτει ότι το δειγματισθέν προϊόν δεν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτεί η σχετική νομοθεσία, ο ελεγχόμενος, αφού ενημερωθεί αρμοδίως, μπορεί να ασκήσει έφεση κατά των αποτελεσμάτων της πρώτης εργαστηριακής εξέτασης, εντός προθεσμίας δύο (2) εργάσιμων ημερών. Το κόστος της δεύτερης (κατ’ έφεση) εργαστηριακής εξέτασης βαρύνει τον ελεγχόμενο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Στις περιπτώσεις που προκύπτουν διαφορές στα αποτελέσματα της πρώτης και δεύτερης (κατ’ έφεση) εξέτασης, διενεργείται υποχρεωτικά από την αρμόδια αρχή με δαπάνες της και τρίτη εργαστηριακή εξέταση σε διαφορετικό εργαστήριο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

α) Στην περίπτωση που ο εργαστηριακός έλεγχος διενεργείται από Υπηρεσίες του Γενικού Χημείου του Κράτους (ΓΧΚ), εφαρμόζονται οι ειδικότερες διατάξεις περί δειγματοληψίας, χημικών εξετάσεων, γνωματεύσεων και ευαλλοίωτων δειγμάτων που προβλέπονται από τα οικεία άρθρα του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών και τις σχετικές Αποφάσεις του Ανωτάτου Χημικού Συμβουλίου (ΑΧΣ). β) Επιπλέον, για τα δείγματα τα οποία εξετάζονται στις Υπηρεσίες του Γενικού Χημείου του Κράτους, ο κύριος του είδους ή αυτός από τον οποίο αγόρασε το είδος τρίτος, μπορεί να υποβάλει έφεση στη δειγματίσασα αρχή κατά του αποτελέσματος της πρώτης εξέτασης εντός της οριζομένης στην παράγραφο 11 προθεσμίας. Η κατ’ έφεση εξέταση εκτελείται από άλλον χημικό του ΓΧΚ, με δυνατότητα παράστασης ιδιώτη χημικού, εκπροσώπου του ενδιαφερομένου, κατά τα οριζόμενα στο οικείο άρθρο του ΚΤΠ σχετικά με τις κατ’ έφεση εξετάσεις. Η αίτηση για έφεση διαβιβάζεται από τη δειγματίσασα αρχή στην αρμόδια υπηρεσία του ΓΧΚ, συνοδευόμενη από διπλότυπο είσπραξης παραβόλου, το οποίο καθορίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Προκειμένου περί ευαλλοίωτων τροφίμων, οι Υπηρεσίες του ΓΧΚ προβαίνουν αυτεπάγγελτα στην εξέταση του δεύτερου (κατ’ έφεση) δείγματος, εκτός αν ρητά αναγράφεται στο πρωτόκολλο δειγματοληψίας ότι ο ενδιαφερόμενος δεν επιθυμεί έφεση, τηρουμένων των διαδικασιών που προβλέπονται στο οικείο άρθρο του ΚΤΠ. γ) Στις περιπτώσεις που υπάρχει: γα) διαφορά αποτελέσματος ή γνωμάτευσης μεταξύ της πρώτης και της κατ’ έφεση εξέτασης στο Γενικό Χημείο του Κράτους ή γβ) διαφωνία του ιδιώτη χημικού με το αποτέλεσμα ή τη γνωμάτευση του Γενικού Χημείου του Κράτους, αποφαίνεται το ΑΧΣ περί της κανονικότητας του δείγματος με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο σχετικό άρθρο του ΚΤΠ για τις κατ’ έφεση εξετάσεις, με την επιφύλαξη ειδικών αποφάσεων του ΑΧΣ.

Άρθρο 19Ειδικές ποινικές κυρώσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Όποιος παρεμποδίζει τον ασκούμενο έλεγχο ή αρνείται με οποιονδήποτε τρόπο να παραδώσει στους αρμόδιους υπαλλήλους κάθε στοιχείο απαραίτητο για τη διεξαγωγή του ελέγχου, όπως ιδίως τα τιμολόγια αγοραπωλησίας ή άλλα έγγραφα, τιμωρείται με φυλάκιση. Παρεμπόδιση ελέγχου θεωρείται και η απόκρυψη των απαιτούμενων στοιχείων ή η παραποίηση των στοιχείων αυτών ή η ψευδής παράθεσή τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Όποιος παράγει, διακινεί ή διαθέτει τρόφιμα μη ασφαλή ή ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση ή νοθεύει τρόφιμα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών. β) Όποιος παράγει, διακινεί ή διαθέτει τρόφιμα μη ασφαλή ή επιβλαβή για την υγεία, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών. γ) Όποιος αναμιγνύει παράνομα και πωλεί είδη διαφορετικών ποιοτήτων, τιμωρείται με φυλάκιση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Όποιος παραποιεί ή νοθεύει, εν γνώσει του κατέχει προς εμπορία, πωλεί, θέτει σε κυκλοφορία ή παραδίδει για χρήση άλλα είδη βιοτικής ανάγκης πλην τροφίμων παραποιημένα ή νοθευμένα, που προορίζονται για εμπορία, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όποιος παράγει, διακινεί ή διαθέτει προϊόντα που εξεταζόμενα ευρίσκονται, με βάση τις γνωματεύσεις των αρμόδιων υπηρεσιών του ΓΧΚ, να μην πληρούν τις ειδικές προδιαγραφές και τα χαρακτηριστικά ποιότητας που καθορίζονται από τις σχετικές διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας ή και τις οικείες αποφάσεις του ΑΧΣ, τιμωρείται με φυλάκιση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Όποιος καθ’ οιονδήποτε τρόπο καταδολιεύει ή αλλοιώνει το μηχανολογικό ή ηλεκτρολογικό ή ηλεκτρονικό μέρος των οργάνων μέτρησης ή το λογισμικό αυτών ή το λογισμικό κάθε συσχετιζόμενου με το όργανο συστήματος ή αλλοιώνει τις ενδείξεις των οργάνων μέτρησης ή τα δεδομένα που δέχονται ή που παράγουν τα όργανα μέτρησης, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Τα όργανα μέτρησης, καθώς και τα μέσα καταδολίευσης κατάσχονται. Οι ανωτέρω κυρώσεις επιβάλλονται και σε περιπτώσεις εντοπισμού ιχνών καταδολίευσης ή αλλοίωσης. Σε περίπτωση που εντός διαστήματος δύο (2) ετών από την επιβολή της κύρωσης διαπιστωθεί εκ νέου παράβαση, αφαιρείται οριστικά η άδεια λειτουργίας της επιχείρησης, με απόφαση της αδειοδοτούσας αρχής, της πράξης χαρακτηριζόμενης ως σοβαρής παράβασης των όρων χορήγησης της σχετικής άδειας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στους παραβάτες των παραγράφων 1 έως 5 του παρόντος άρθρου, πέραν των ποινικών κυρώσεων, επιβάλλονται και διοικητικές κυρώσεις κατά το άρθρο 22 του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Όποιος εμπορεύεται, παραχωρεί, κατασκευάζει ή εγκαθιστά τα μέσα για τη διάπραξη του αδικήματος της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους και με διοικητικό πρόστιμο ύψους είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Όταν ο διαπράξας το αδίκημα αυτό είναι εξουσιοδοτημένο ή αδειοδοτημένο συνεργείο και διαπιστωθεί εκ νέου παράβαση εντός διαστήματος δύο (2) ετών από την επιβολή της κύρωσης, αφαιρείται επιπλέον οριστικά η εξουσιοδότηση ή η άδεια λειτουργίας, με απόφαση της εξουσιοδοτούσας ή της αδειοδοτούσας αρχής, της πράξης χαρακτηριζόμενης ως σοβαρής παράβασης των όρων χορήγησης της σχετικής εξουσιοδότησης ή άδειας.

Άρθρο 20Ειδικές κυρώσεις για κατόχους αδειών εμπορίας και λιανικής εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στις εγκαταστάσεις των κατόχων αδειών εμπορίας και λιανικής εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων και διάθεσης βιοκαυσίμων, η καθ’ οιονδήποτε τρόπο καταδολίευση ή αλλοίωση στο μηχανολογικό ή ηλεκτρολογικό ή ηλεκτρονικό μέρος των μετρητών ροής και των διανεμητών (αντλιών – fuel dispensers) ή στο λογισμικό αυτών ή στο λογισμικό κάθε συσχετιζόμενου με τους διανεμητές συστήματος ή η αλλοίωση των ενδείξεών τους ή η αλλοίωση των δεδομένων που δέχονται ή που παράγουν, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Τα μέσα καταδολίευσης ή αλλοίωσης κατάσχονται και επιβάλλεται στον κάτοχο της αδείας διοικητικό πρόστιμο ύψους τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ για κάθε επηρεαζόμενο μετρητή. Συγχρόνως, αφαιρείται υποχρεωτικά οριστικά η άδεια λειτουργίας της εν λόγω επιχείρησης, με απόφαση της αδειοδοτούσας αρχής, της πράξης χαρακτηριζόμενης ως σοβαρής παράβασης των όρων χορήγησης της σχετικής άδειας, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 17 παρ. 6 του ν. 3054/2002 (Α΄ 230), όπως ισχύει. Για την έκδοση της ανωτέρω απόφασης, η ελεγκτική αρχή αποστέλλει το φάκελο της υπόθεσης, συνοδευόμενο από σχετική εισήγηση, στην αδειοδοτούσα αρχή, εντός πέντε εργάσιμων ημερών από τη διαπίστωση της παράβασης. Δεν επιτρέπεται η χορήγηση νέας άδειας λειτουργίας παρόμοιας επιχείρησης στον ίδιο χώρο στον παραβάτη ή σε σύζυγο ή σε συγγενείς αυτού μέχρι δεύτερου βαθμού, εφόσον ο χώρος ή οι εγκαταστάσεις είναι ιδιοκτησίας του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όποιος εμπορεύεται, παραχωρεί, κατασκευάζει ή εγκαθιστά τα μέσα για τη διάπραξη του αδικήματος της παραγράφου 1 τιμωρείται με κάθειρξη και με διοικητικό πρόστιμο εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ειδικά εάν, κατά τη διενέργεια ελέγχου από τα αρμόδια όργανα, διαπιστωθεί σφάλμα μετρητή καυσίμων που κατά τις κατωτέρω διακρίσεις βρίσκεται εντός ή υπερβαίνει τα κατωτέρω όρια, επιβάλλονται οι ακόλουθες κυρώσεις: Σφάλμα μετρητή Κύρωση 1α: Βενζίνες − πετρέλαια −0,5% < σφάλμα ≤ −1,0% Διοικητικό πρόστιμο δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ για κάθε ελεγχόμενο μετρητή. 1β: Υγραέρια −1,0 % < σφάλμα ≤ −2,0% 2α: Βενζίνες –πετρέλαια −1,0% < σφάλμα ≤ −1,5% Διοικητικό πρόστιμο είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ για κάθε ελεγχόμενο μετρητή. 2β: Υγραέρια −2,0% < σφάλμα ≤ −3,0% 3α: Βενζίνες – πετρέλαια −1,5% < σφάλμα Αφαίρεση άδειας λειτουργίας της επιχείρησης με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παραγράφο 1 του παρόντος άρθρου. Η κύρωση επιβάλλεται για σφάλμα ακόμα και σε έναν μετρητή. 3β: Υγραέρια −3,0% < σφάλμα Στην περίπτωση που εντός διαστήματος ενός (1) έτους από την επιβολή της κύρωσης διαπιστωθεί εκ νέου παράβαση στις περιπτώσεις 1 και 2 του παραπάνω πίνακα, αφαιρείται η άδεια λειτουργίας της επιχείρησης με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 1. Στις περιπτώσεις 1α, 1β, 2α και 2β του παραπάνω πίνακα, δεν επιτρέπεται στον ελεγχόμενο η μεταβίβαση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης στον σύζυγο ή στη σύζυγο ή σε πρόσωπα έχοντα μέχρι και β΄ βαθμού συγγένεια με αυτόν, εντός διαστήματος ενός (1) έτους από τη διαπίστωση της παράβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για τη διαπίστωση των παραβάσεων της παραγράφου 1, ο έλεγχος μπορεί να διενεργείται και με ειδικά μετασκευασμένο για το σκοπό αυτόν αυτοκινούμενο όχημα με συμβατικές πινακίδες κυκλοφορίας, χωρίς προηγούμενη γνωστοποίηση στον ελεγχόμενο. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας καθορίζονται οι λεπτομέρειες για τη διαδικασία ελέγχου, τα είδη και ο τρόπος παραγωγής και αξιολόγησης των επίσημων έντυπων στοιχείων που δημιουργούνται κατά τον έλεγχο, το μέγιστο ανεκτό σφάλμα του χρησιμοποιούμενου συστήματος ελέγχου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία ρύθμιση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Τα πρόσωπα που κατέχουν, διακινούν και εμπορεύονται νοθευμένα καύσιμα τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους και αυτά που κατέχουν, διακινούν και εμπορεύονται μη κανονικά καύσιμα τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών. Στα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται και υπολογίζονται σύμφωνα με τα ειδικώς καθοριζόμενα στην απόφαση Δ19/Φ.11/οικ.13098/1156/7.7.2010 (Β΄1039), όπως εκάστοτε ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Για τα ποινικά αδικήματα του παρόντος άρθρου ως αυτουργοί διώκονται οι νόμιμοι εκπρόσωποι και οι εν τοις πράγμασι ασκούντες τη διοίκηση και διαχείριση της επιχείρησης.

Άρθρο 21Ειδικές κυρώσεις για εκπτώσεις, προσφορέςvκαι λειτουργία τις ΚυριακέςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15 επιβάλλεται πρόστιμο ποσού ίσου με το 0,5% του ετήσιου κύκλου εργασιών και πάντως όχι κατώτερο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ. Για τον υπολογισμό του κύκλου εργασιών εφαρμόζεται το άρθρο 10 του ν. 3959/2011 (Α΄93). Σε περίπτωση που επιβληθεί για δεύτερη φορά πρόστιμο για την ίδια παράβαση μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών, το πρόστιμο αυξάνεται στο 3% του ετήσιου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν οι εκπτώσεις είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές ως προς το ποσοστό τους ή ως προς την ακρίβεια των αναγραφόμενων τιμών ή ως προς την ποσότητα των προσφερόμενων με έκπτωση προϊόντων ή ενέχουν οποιασδήποτε μορφής απόκρυψη ή παραπλάνηση, επιβάλλεται σε βάρος των υπευθύνων πρόστιμο ποσού ίσου με το 1% του ετήσιου κύκλου εργασιών και πάντως όχι κατώτερο από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης. Σε περίπτωση που επιβληθεί για δεύτερη φορά πρόστιμο για την ίδια παράβαση μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών, το πρόστιμο αυξάνεται στο 3% του ετήσιου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αν οι προσφορές είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές ως προς τις τιμές ή ως προς την ποσότητα αυτών ή ενέχουν οποιασδήποτε μορφής απόκρυψη ή παραπλάνηση, επιβάλλεται σε βάρος των υπευθύνων πρόστιμο ποσού ίσου με το 1% του ετήσιου κύκλου εργασιών και πάντως όχι κατώτερο από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης. Σε περίπτωση που επιβληθεί για δεύτερη φορά πρόστιμο για την ίδια παράβαση μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών, το πρόστιμο αυξάνεται στο 3% του ετήσιου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Σε όσους παραβαίνουν τις προϋποθέσεις που τίθενται στο άρθρο 16, σχετικά με τη λειτουργία τις Κυριακές των εμπορικών καταστημάτων που προσδιορίζονται σε αυτό, επιβάλλεται σε βάρος των υπευθύνων πρόστιμο ποσού ίσου με το 1% του ετήσιου κύκλου εργασιών και πάντως όχι κατώτερο από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης. Σε περίπτωση που επιβληθεί για δεύτερη φορά πρόστιμο για την ίδια παράβαση μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών, το πρόστιμο αυξάνεται στο 3% του ετήσιου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Αρμόδιος για την επιβολή των προστίμων του παρόντος άρθρου είναι ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, όπου διαπιστώνεται η παράβαση, και ο οποίος υποχρεούται ανά μήνα να κοινοποιεί τις σχετικές αποφάσεις στον Γενικό Γραμματέα Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος άρθρου σε πλοία, αρμόδιος για την επιβολή των προστίμων είναι ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης στην περιοχή αρμοδιότητας του οποίου εδρεύει η Υπηρεσία του Λιμενικού Σώματος, όργανο της οποίας βεβαίωσε την παράβαση.

Άρθρο 22Διοικητικές κυρώσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με την επιφύλαξη των άρθρων 20 και 21, καθώς και των άρθρων 5 παρ. 1 και 7 παρ. 10 του ν. 2323/1995 (Α΄145), για παραβάσεις του παρόντος νόμου, καθώς και των κατ’ εξουσιοδότησή του εκδιδομένων υπουργικών αποφάσεων κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 4, πέραν των ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 19, επιβάλλεται πρόστιμο από πεντακόσια (500) ευρώ μέχρι τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, εκτός εάν άλλως ορίζεται. Σε περίπτωση υποτροπής για την ίδια παράβαση εντός τριετίας, το ποσό του επιβαλλόμενου προστίμου διπλασιάζεται και σε περίπτωση επανειλημμένης υποτροπής εντός του ίδιου χρονικού διαστήματος το ποσό του προστίμου τριπλασιάζεται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας καθορίζονται ειδικότερα τα κριτήρια επιβολής και το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται για καθεμία από τις παραβάσεις ή την κατηγορία παραβάσεων του παρόντος νόμου, εντός των ορίων που προβλέπει αυτή, και μπορεί να ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα που αφορά το πρόστιμο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας καθορίζονται και οι διαδικασίες για τη δέσμευση των προϊόντων ή τη σφράγιση των εγκαταστάσεων σε συνεργασία με τις λιμενικές και αστυνομικές αρχές που προβλέπονται στις κείμενες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας μπορεί να αναπροσαρμόζεται το όριο των προστίμων της παραγράφου 1.

Άρθρο 23Πρόσθετα διοικητικά μέτραΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων του παρόντος νόμου, σε περίπτωση τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης για στερητική της ελευθερίας ποινή πάνω από έξι (6) μήνες για αδικήματα του παρόντος νόμου, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας επιβάλλεται η προσωρινή ανάκληση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης ή η προσωρινή απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας για διάστημα τριάντα (30) ημερών. Σε περίπτωση νέας τελεσίδικης καταδίκης για το ίδιο αδίκημα, το διάστημα προσωρινής ανάκλησης ή προσωρινής απαγόρευσης της άσκησης δραστηριότητας ορίζεται σε έξι (6) μήνες και σε περίπτωση τρίτης τελεσίδικης καταδίκης για το ίδιο αδίκημα, επιβάλλεται οριστική ανάκληση, μερική ή εξ ολοκλήρου, της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης ή απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν για τα αδικήματα αυτά εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, ανακαλείται η απόφαση με την οποία επιβλήθηκε η προσωρινή ανάκληση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης ή η προσωρινή απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας ή η οριστική ανάκληση, μερική ή εξ ολοκλήρου, της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης ή η απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος προηγουμένως θα προσκομίσει στην υπηρεσία που εξέδωσε την απόφαση της παραγράφου 1, επίσημο αντίγραφο της αθωωτικής του δικαστηρίου απόφασης και βεβαίωση περί του αμετακλήτου αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι ανωτέρω αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας εκτελούνται από την υπηρεσία που έχει εκδώσει την άδεια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Σε περίπτωση μεταβολής του φορέα της επιχείρησης με οποιονδήποτε τρόπο, η απαγόρευση λειτουργίας της επιχείρησης ισχύει και κατά του νέου φορέα, για όσο χρόνο διαρκεί η ανάκληση της άδειας λειτουργίας ή η απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Επί τελεσιδικίας της υπόθεσης, κατά τις διατάξεις της ως άνω παραγράφου 1, οι Προϊστάμενοι της Γραμματείας των Δικαστηρίων που εξέδωσαν τις καταδικαστικές αποφάσεις υποβάλλουν, μέσα σε σαράντα (40) ημέρες από την τελεσιδικία της απόφασης, αντίγραφο στο αρμόδιο για την επιβολή των πρόσθετων διοικητικών μέτρων της παραγράφου 1 όργανο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στην περίπτωση που προβλέπεται η επιβολή μόνο διοικητικών προστίμων κατ’ εφαρμογή του παρόντος ή των κατ’ εξουσιοδότηση εκδιδομένων υπουργικών αποφάσεων, εάν μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών επιβληθούν στον ίδιο παραβάτη συνολικά πρόστιμα ύψους άνω του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας με απόφασή του επιβάλλει την προσωρινή ανάκληση της άδειας λειτουργίας ή την προσωρινή απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών. Εάν κατά το ίδιο χρονικό διάστημα των πέντε (5) ετών επιβληθούν συνολικά πρόστιμα ύψους άνω των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ, ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας με απόφασή του επιβάλλει την οριστική ανάκληση, μερική ή εξ ολοκλήρου, της άδειας λειτουργίας ή την οριστική απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας.

Άρθρο 24Διαδικασία επιβολής προστίμουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τα πρόστιμα επιβάλλονται με απόφαση του Προϊσταμένου της υπηρεσίας στην οποία υπάγονται τα ελεγκτικά όργανα που διαπίστωσαν την παράβαση. Σε περίπτωση που η υπηρεσία στην οποία υπάγονται τα ελεγκτικά όργανα δεν είναι αρμόδια για την επιβολή κύρωσης, τα πρόστιμα επιβάλλονται με απόφαση του Προϊσταμένου της υπηρεσίας που είναι αρμόδια για την επιβολή κύρωσης, στην οποίαν διαβιβάζεται η σχετική έκθεση ελέγχου. Τα ελεγκτικά όργανα υποχρεούνται να υποβάλουν εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία διαπίστωσης τέλεσης της παράβασης τις σχετικές εκθέσεις στα όργανα που είναι αρμόδια για την επιβολή του προστίμου. Η απόφαση επιβολής προστίμου εκδίδεται μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την υποβολή της σχετικής έκθεσης, και αφού ζητηθεί ακρόαση του διοικουμένου κατά το άρθρο 6 του ν. 2690/1999 (Α΄ 45), και κοινοποιείται αμελλητί στον παραβάτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Περίληψη των πράξεων, με τις οποίες επιβάλλεται το πρόστιμο των προηγούμενων παραγράφων, αναρτάται υποχρεωτικά στο διαδικτυακό τόπο (site) του φορέα ή της αρχής που εξέδωσε την πράξη εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία απόφασης. Η περίληψη περιλαμβάνει την επωνυμία ή το ονοματεπώνυμο του παραβάτη, την έδρα και τον τόπο της παράβασης, περιγραφή της παράβασης και το επιβληθέν πρόστιμο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα σχετικά με τον τρόπο επιβολής των προστίμων που επιβάλλονται από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα κατά τη διαπίστωση της παράβασης, σε εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού.

Άρθρο 25Είσπραξη και απόδοση των διοικητικών προστίμων

Τα διοικητικά πρόστιμα του παρόντος νόμου εισπράττονται, σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) (ν.δ. 356/1974, Α΄90), και αποδίδονται, με την επιφύλαξη της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 2946/ 2001 (Α΄224), στον Κρατικό Προϋπολογισμό.

Άρθρο 26Διοικητική και δικαστική προστασίαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η απόφαση επιβολής διοικητικού προστίμου του παρόντος νόμου υπόκειται σε ενδικοφανή προσφυγή μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η ενδικοφανής προσφυγή ασκείται ενώπιον του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, εφόσον οι διοικητικές κυρώσεις έχουν εκδοθεί από την κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου, και ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στην περιφέρεια του οποίου διαπιστώθηκε η παράβαση, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις. Η απόφαση επί της προσφυγής εκδίδεται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κατάθεση της προσφυγής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η απόφαση επί της ενδικοφανούς προσφυγής υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου του τόπου όπου εδρεύει το όργανο που εξέδωσε την απόφαση επιβολής προστίμου, μέσα στην προθεσμία της παραγράφου 1 του άρθρου 66 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Η εμπρόθεσμη άσκηση της προσφυγής και η τυχόν υποβολή αίτησης αναστολής δεν αναστέλλουν την είσπραξη του είκοσι τοις εκατό (20%) του προστίμου. Μετά την έκδοση απόφασης από το Διοικητικό Πρωτοδικείο το ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) που εισπράχθηκε συμψηφίζεται ή επιστρέφεται ολικά ή μερικά στον διοικούμενο, ανάλογα με την περίπτωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το ύψος του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου μειώνεται στο ήμισυ εάν ο υπόχρεος εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτόν της σχετικής πράξης και σε κάθε περίπτωση πριν την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής της παραγράφου 1, προβεί σε καταβολή του προστίμου. Η καταβολή αυτή συνεπάγεται την αυτοδίκαιη παραίτηση του υπόχρεου από κάθε δικαίωμα προσβολής ή αμφισβήτησης της πράξης επιβολής προστίμου.

Άρθρο 27Τμήμα Τήρησης Μητρώου Κυρώσεων

Το Αυτοτελές Τμήμα Τήρησης Μητρώου Κυρώσεων Αγορανομικού Κώδικα της Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικού Εμπορίου της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, το οποίο έχει συσταθεί με το άρθρο 13 του ν. 3668/2008 (Α΄115), μετατρέπεται σε τμήμα και μεταφέρεται και υπάγεται εφεξής, ως σύνολο υπηρεσιών, αρμοδιοτήτων και θέσεων, στην Υπηρεσία Εποπτείας Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Το προσωπικό που υπηρετεί στο εν λόγω τμήμα κατά τη δημοσίευση του παρόντος διατηρεί την υπάρχουσα οργανική, μισθολογική και υπαλληλική του κατάσταση. Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται το Αυτοτελές Τμήμα Τήρησης Μητρώου Κυρώσεων Αγορανομικού Κώδικα, εννοείται εφεξής το Τμήμα Τήρησης Μητρώου Κυρώσεων Αγορανομικού Κώδικα της Υπηρεσίας Ελέγχου Αγοράς.

Αθήνα, 7 Αυγούστου 2013
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
XAΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ