Περισσότερες Επιλογές
Λέξη-κλειδί: Κεφάλαιο
Έτος: 2006
Καθαρισμός πεδίων
13 αποτελέσματα Απόκρυψη όλων / Εμφάνιση όλων

Σελίδα 1 από 1
Κανονισμός 1907/2006 - Για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ
Τύπος εγγράφου: ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ Ημ/νία Έκδοσης: 30/12/2006
Τύπος εγγράφου: ΝΟΜΟΣ Ημ/νία Έκδοσης: 22/12/2006
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ/ΚΕΦΑΛΑΙΟ A΄/Άρθρο 2/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3
Το πέμπτο εδάφιο της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής: «Με τις ίδιες ως άνω προϋποθέσεις η έκπτωση αυτή παρέχεται και επί αγοράς μεριδίων μετοχικών και μεικτών αμοιβαίων κεφαλαίων εσωτερικού που είναι συνδεδεμένα με ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής, καθώς και αυτά που είναι συνδεδεμένα με ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής μέσω εσωτερικού μεταβλητού κεφαλαίου
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ/ΚΕΦΑΛΑΙΟ A΄/Άρθρο 6/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
στην κατηγορία των εποπτικών κεφαλαίων για την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας, σύμφωνα με τις εκάστοτε πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, όταν όλα τα πιο πάνω εισοδήματα αποκτώνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, κατοίκους Ελλάδος.»
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ/ΚΕΦΑΛΑΙΟ A΄/Άρθρο 9/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3
Στην παράγραφο 11 του άρθρου 105 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής: «Ειδικά για το ποσό της ζημίας νομικού προσώπου της παραγράφου 1 του άρθρου 101, που αποσβέσθηκε με ειδική προς τούτο μείωση του μετοχικού ή εταιρικού κεφαλαίου αυτού, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4.»
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ/ΚΕΦΑΛΑΙΟ A΄/Άρθρο 10/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
πέντε τοις εκατό (5%) λαμβάνεται υπόψη και η κατώτατη πραγματική αξία των μετοχών που μεταβιβάζονται, η οποία εξευρίσκεται ως ακολούθως: α) Τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας, που εμφανίζονται στον τελευταίο πριν από τη μεταβίβαση επίσημο ισολογισμό και όπως αυτά διαμορφώνονται μετά από αύξηση ή μείωση που έχει πραγματοποιηθεί μέχρι και την προηγούμενη ημέρα της μεταβίβασης, προσαυξάνονται με την απόδοση
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ/ΚΕΦΑΛΑΙΟ A΄/Άρθρο 11
. Για τον προσδιορισμό της κατώτατης πραγματικής αξίας των μεριδίων που μεταβιβάζονται, ως κατώτατη πραγματική αξία ολόκληρης της εταιρίας λαμβάνεται το άθροισμα: i) των ιδίων κεφαλαίων της, που εμφανίζονται στον τελευταίο πριν από τη μεταβίβαση επίσημο ισολογισμό, ii) της άυλης αξίας της, iii) της αξίας των ακινήτων της εταιρείας κατά το μέρος που η αξία του καθενός από αυτά, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά το χρόνο
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ/ΚΕΦΑΛΑΙΟ A΄/Άρθρο 15/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
Η[ παράγραφος 2 του άρθρου 33 του ν. 3283/2004] (ΦΕΚ 210 A΄) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Τα εισοδήματα από κινητές αξίες που αποκτούν τα αμοιβαία κεφάλαια από την ημεδαπή ή αλλοδαπή απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος και δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου. Ειδικά για τους τόκους ομολογιακών δανείων, η απαλλαγή ισχύει με την προϋπόθεση ότι οι τίτλοι από τους οποίους προκύπτουν οι τόκοι
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ/ΚΕΦΑΛΑΙΟ A΄/Άρθρο 15/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2
Η[ παράγραφος 3 του άρθρου 33 του ν. 3283/2004] αντικαθίσταται ως εξής: «3. Η ΑΕΔΑΚ υποχρεούται σε καταβολή φόρου, του οποίου ο συντελεστής ορίζεται σε δέκα τοις εκατό (10%) επί του εκάστοτε ισχύοντος επιτοκίου παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Επιτοκίου Αναφοράς), προσαυξανόμενου ως ακολούθως, αναλόγως της κατηγορίας κάθε αμοιβαίου κεφαλαίου βάσει της υπ’ αριθ. 1/317/11.11.2004
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ/ΚΕΦΑΛΑΙΟ A΄/Άρθρο 15/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6
Η[ παράγραφος 2 του άρθρου 20 του ν. 2778/1999] (ΦΕΚ 295 A΄) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η φορολόγηση των κερδών του αμοιβαίου κεφαλαίου ακινήτων γίνεται, σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφοι 2 και 3 του [ν. 3283/2004], όπως ισχύει. Ο συντελεστής ορίζεται σε δέκα τοις εκατό (10%) επί του εκάστοτε ισχύοντος επιτοκίου παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Επιτοκίου Αναφοράς), προσαυξανόμενου
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ/ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄/Άρθρο 22
Οι διατάξεις του Κώδικα Φ.Π.Α. αντικαθίστανται ως εξής: Στις διατάξεις του Κεφαλαίου A΄ − ΑΓΑΘΑ− του Παραρτήματος ΙΙΙ (ΑΓΑΘΑ και ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΣΕ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ Φ.Π.Α. 9%) του [ν. 2859/2000]: Α. Τροποποιούνται οι παράγραφοι 47, 48 και 49 ως εξής: «47. Αμαξάκια τύπου πολυθρόνας και άλλα οχήματα για αναπήρους, έστω και με κινητήρα ή άλλο μηχανισμό προώθησης, ανταλλακτικά αναπηρικού αμαξιδίου
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ/ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄/Άρθρο 23/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
Οι διατάξεις του Κώδικα Φ.Π.Α. αντικαθίστανται και συμπληρώνονται ως εξής: Στις διατάξεις του Κεφαλαίου Β΄ − ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ − του Παραρτήματος ΙΙΙ (ΑΓΑΘΑ και ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΣΕ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ Φ.Π.Α. 9%) του [ν.2859/2000] (ΦΕΚ 248 A΄), όπως ισχύει, προστίθενται νέες παράγραφοι 16 και 17, ως εξής: «16. Επισκευής ποδηλάτων, υποδημάτων και δερματίνων ειδών. 17. Ανακαίνιση και επισκευή παλαιών
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ/ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄/Άρθρο 37/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6
επιτροπών τα μέλη, σύμβουλοι ή φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν στο εταιρικό ή μετοχικό κεφάλαιο ή στη διοίκηση επιχειρήσεων ή έχουν καταρτίσει ή συμμετάσχει στην κατάρτιση επενδυτικών σχεδίων ή έχουν αξιολογήσει ή ελέγξει αιτήσεις υπαγωγής, κατά την τελευταία πενταετία, που έχουν υπαχθεί στους νόμους 3299/2004 και 2601/1998 ή έχουν υποβάλει αίτηση για να υπαχθούν στις διατάξεις του παρόντος, εφόσον στις
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ/ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄/Άρθρο 37/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8
της επιχείρησης και αναφέρονται σε: − τόκους εξωτερικής χρηματοδότησης και μερίσματα των χρησιμοποιούμενων ιδίων κεφαλαίων, με επιτόκιο που δεν υπερβαίνει το επιτόκιο αναφοράς, − έξοδα μίσθωσης εγκαταστάσεων/εξοπλισμού παραγωγής, − δαπάνες για ενέργεια, ύδρευση και θέρμανση, οι φόροι (εκτός του Φ.Π.Α. και των εταιρικών φόρων) και οι διοικητικές επιβαρύνσεις, − αποσβέσεις, έξοδα χρηματοδοτικής μίσθωσης
Τύπος εγγράφου: ΝΟΜΟΣ Ημ/νία Έκδοσης: 07/08/2006
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄/Άρθρο 2/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3
Η[ παράγραφος 2 του άρθρου 2 του ν. 1665/1986] αντικαθίσταται ως εξής: «2. (α) Το καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο που απαιτείται για τη σύσταση και τη λειτουργία των ανωνύμων εταιριών χρηματοδοτικής μίσθωσης ή το ύψος των ιδίων κεφαλαίων, προκειμένου περί ανώνυμης εταιρείας που μετατρέπεται σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το ήμισυ του ελάχιστου μετοχικού
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄/Άρθρο 6
με το ύψος των ιδίων κεφαλαίων του, βάσει των εκάστοτε ισχυόντων κανόνων εποπτείας. Σε κάθε περίπτωση κατά τον ως άνω υπολογισμό θα πρέπει να αφαιρείται το ποσό κατά το οποίο οι σχηματισμένες προβλέψεις υπολείπονται των απαιτουμένων, σύμφωνα με την κατά [το άρθρο 18 παρ. 5 του ν. 2076/1992] (ΦΕΚ 130 Α΄), που προστέθηκε με [το άρθρο 38 παρ. 3β του ν. 2937/2001] (ΦΕΚ 169 Α΄), έκθεση των ορκωτών ελεγκτών
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄/Άρθρο 14
συναλλάγματος οφείλουν να έχουν λάβει ειδική άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος. Το κανονιστικό πλαίσιο για τα ανταλλακτήρια συναλλάγματος μπορεί να προβλέπει την υποχρέωση καταβολής ελάχιστου μετοχικού κεφαλαίου μεγαλύτερου από το προβλεπόμενο για τις ανώνυμες εταιρείες, τη διαφοροποίησή του, ανάλογα με τον αριθμό των λειτουργούντων καταστημάτων και τους εν γένει αναλαμβανόμενους κινδύνους, καθώς
Τύπος εγγράφου: ΝΟΜΟΣ Ημ/νία Έκδοσης: 07/08/2006
Άρθρο 2/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
Η παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται στους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου που επιβάλλονται για λογαριασμό ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ή των διοικητικών υποδιαιρέσεων του ή των τοπικών αρχών του, ανεξάρτητα από τον τρόπο που επιβάλλονται.
Άρθρο 2/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2
Φόροι εισοδήματος και κεφαλαίου θεωρούνται όλοι οι φόροι που επιβάλλονται στο συνολικό εισόδημα, στο συνολικό κεφάλαιο, ή σε στοιχεία του εισοδήματος ή του κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των φόρων που επιβάλλονται στην ωφέλεια που προκύπτει από την εκποίηση κινητής ή ακίνητης περιουσίας, καθώς και των φόρων επί της υπεραξίας που προκύπτει από την ανατίμηση του κεφαλαίου.
Άρθρο 2/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3
Οι υφιστάμενοι φόροι στους οποίους εφαρμόζεται η παρούσα Συμφωνία ειδικότερα είναι: α) Στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας: i) ο φόρος εισοδήματος και κεφαλαίου φυσικών προσώπων, ii) ο φόρος εισοδήματος και κεφαλαίου νομικών προσώπων, (εφεξής αναφερόμενος ως «Ελληνικός φόρος»). β) Στην περίπτωση της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου: i) ο φόρος ακίνητης περιουσίας (συμπεριλαμβανομένων
Άρθρο 4/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
. Αλλά ο όρος αυτός δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο που υπόκειται σε φορολογία στο Κράτος αυτό όσον αφορά μόνο το εισόδημα που προέρχεται από πηγές μέσα σε αυτό ή σε κεφάλαιο που βρίσκεται σε αυτό.
Άρθρο 9/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
Αν: α) επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ή β) τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο μιας επιχείρησης του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και μιας επιχείρησης άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, και σε κάθε μια από τις περιπτώσεις αυτές επικρατούν
Άρθρο 23/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
Κεφάλαιο αντιπροσωπευόμενο από ακίνητη περιουσία όπως αναφέρεται στο Άρθρο 6, η οποία ανήκει σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μπορεί να φορολογείται σ’ αυτό το άλλο Κράτος.
Άρθρο 23/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2
Κεφάλαιο αντιπροσωπευόμενο από κινητή περιουσία που αποτελεί τμήμα της επαγγελματικής περιουσίας μιας μόνιμης εγκατάστασης την οποία μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έχει στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ή από κινητή περιουσία η οποία συνδέεται με καθορισμένη βάση την οποία διαθέτει κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για τον σκοπό άσκησης ανεξάρτητων προσωπικών
Άρθρο 23/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3
Κεφάλαιο αντιπροσωπευόμενο από πλοία ή αεροσκάφη που δραστηριοποιούνται σε διεθνείς μεταφορές ή από κινητή περιουσία που συνδέεται με την εκμετάλλευση τέτοιων πλοίων ή αεροσκαφών, φορολογείται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο τα κέρδη από την εκμετάλλευση των ανωτέρω μνημονευόμενων πλοίων ή αεροσκαφών φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 8.
Άρθρο 23/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4
Όλα τα άλλα στοιχεία κεφαλαίου κατοίκου ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σ’ αυτό το Κράτος.
Άρθρο 24/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
Όταν ένας κάτοικος ενός .Συμβαλλόμενου Κράτους αποκτά εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Συμφωνίας μπορεί να φορολογηθεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, το πρώτο−μνημονευόμενο Κράτος επιτρέπει: α) σαν έκπτωση από τον φόρο εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ένα ποσό ίσο με τον φόρο εισοδήματος που έχει πληρωθεί στο άλλο Κράτος, β) σαν έκπτωση από τον φόρο κεφαλαίου
Άρθρο 25/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5
Επιχειρήσεις ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, των οποίων το κεφάλαιο εν όλω ή εν μέρει ανήκει ή ελέγχεται, άμεσα ή έμμεσα, από ένα ή περισσότερους κατοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους δεν υπόκεινται στο πρώτο μνημονευόμενο Κράτος σε οποιαδήποτε φορολογία’ ή οποιαδήποτε σχετική με αυτή διαδικασία η οποία είναι διάφορη ή περισσότερο επαχθής από τη φορολογία και τη σχετική διαδικασία στην οποία
Τύπος εγγράφου: ΝΟΜΟΣ Ημ/νία Έκδοσης: 28/06/2006
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄/Άρθρο 24
Ως δημόσιες επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις κοινής ωφελείας κατά το [ν. 1264/1982] που εξαιρούνται της καταβολής αγγελιοσήμου κατά την έννοια της διατάξεως της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν.δ. 1344/1973 (ΦΕΚ 36 Α΄) νοούνται εκείνες που ανήκουν κατά απόλυτη πλειοψηφία του καταβεβλημένου μετοχικού τους κεφαλαίου στο Ελληνικό Δημόσιο. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι κείμενες διατάξεις περί καταβολής αγγελιοσήμου.
Τύπος εγγράφου: ΝΟΜΟΣ Ημ/νία Έκδοσης: 08/06/2006
Άρθρο 9/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
Η σφραγίδα των Δήμων και Κοινοτήτων είναι μελανού χρώματος και αποτελείται από τρεις ομόκεντρους κύκλους, από τους οποίους ο εξωτερικός έχει διάμετρο 0,04 μ.. Στον εσωτερικό κύκλο τίθεται το έμβλημα της Ελληνικής Δημοκρατίας, σύμφωνα με το[ άρθρο 2 του ν. 48/1975] (ΦΕΚ 108 Α΄). Στο δεύτερο κύκλο αναγράφεται με κεφαλαία γράμματα το όνομα του Δήμου ή Κοινότητας και στον εξωτερικό οι λέξεις
Άρθρο 29/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3
έργου ή δημοτικής υπηρεσίας, ύψους άνω των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ συνολικά ετησίως. β. Μέλη διοικητικών συμβουλίων, διαχειριστές, μέτοχοι και εταίροι κεφαλαιουχικών εταιρειών, που έχουν συμβληθεί με το Δήμο ή την Κοινότητα, εφόσον το ποσοστό συμμετοχής τους στις εταιρείες υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του συνολικού κεφαλαίου της εταιρίας, εταίροι προσωπικών εταιριών, καθώς
Άρθρο 120/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6
περιλαμβάνονται ιδιαίτερα κεφάλαια για κάθε δημοτικό διαμέρισμα. δ. Το πιο πάνω σχέδιο προϋπολογισμού εξόδων δημοτικού διαμερίσματος, αν δεν καταρτιστεί ή δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα στη δημαρχιακή επιτροπή, καταρτίζεται από αυτήν.
Άρθρο 134/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3
Ο πάρεδρος έχει τα ακόλουθα ειδικά καθήκοντα: α. Συμμετέχει στη διοίκηση κληροδοτήματος στην οποία προβλέπεται σύμφωνα με την πράξη σύστασής του η συμμετοχή του προέδρου ή συμβούλων της καταργούμενης Κοινότητας. Στην περίπτωση που το κληροδότημα αποτελεί κεφάλαιο αυτοτελούς διαχείρισης, τις πράξεις διαχείρισης εκδίδει το κοινοτικό συμβούλιο μετά από γνώμη του παρέδρου. Η αποδοχή κληροδοτήματος
Άρθρο 161/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3
Το αποθεματικό κεφάλαιο του δημοτικού ή κοινοτικού προϋπολογισμού δεν μπορεί να υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του συνόλου των τακτικών εσόδων που είναι γραμμένα στον προϋπολογισμό.
Άρθρο 241/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2
α. Είναι δυνατόν επίσης δημοτικά ή κοινοτικά πρόσωπα να συγχωνεύονται με δημοτικά ή κοινοτικά ιδρύματα, εφόσον επιδιώκουν τον ίδιο ή παρεμφερή κοινωφελή σκοπό. Περιουσία, κατά την έννοια του άρθρου 96 παρ. 1 του α.[ν. 2039/1939] (ΦΕΚ 455 Α΄) εξακολουθεί και μετά τη συγχώνευση να αποτελεί κεφάλαιο αυτοτελούς διαχείρισης, διακεκριμένο από την υπόλοιπη περιουσία, το οποίο διέπεται από τις διατάξεις
Άρθρο 252/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3
Αυτοδιοικήσεις ή και άλλους φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης θεωρούνται επιχειρήσεις Ο.Τ.Α., εφόσον τα νομικά αυτά πρόσωπα διαθέτουν την πλειοψηφία του εταιρικού κεφαλαίου. Το υπόλοιπο εταιρικό κεφάλαιο μπορεί να κατέχεται από άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Στην εταιρεία της μορφής αυτής είναι δυνατή η συμμετοχή του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ.. β. Οι ανώνυμες εταιρείες, στο εταιρικό κεφάλαιο των οποίων συμμετέχουν μόνον
Άρθρο 252/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8
Η ευθύνη Δήμου ή Κοινότητας που συμμετέχει σε επιχείρηση Ο.Τ.Α. περιορίζεται κατά το τμήμα της συμμετοχής του στο κεφάλαιο της επιχείρησης.
Άρθρο 253/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
Η σύσταση ή η συμμετοχή σε επιχείρηση οποιασδήποτε μορφής γίνεται μετά από απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του. Στην απόφαση αυτή καθορίζονται η επωνυμία, η κατηγορία, ο σκοπός, η διάρκεια, η έδρα της επιχείρησης, το κεφάλαιο, η διοίκηση, οι πόροι και κάθε άλλο στοιχείο αναγκαίο κατά την κρίση του δημοτικού
Άρθρο 253/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2
Της ανωτέρω αποφάσεως προηγείται η εκπόνηση σχετικής οικονομοτεχνικής μελέτης βιωσιμότητας. Η ίδια υποχρέωση υφίσταται και σε κάθε περίπτωση αύξησης του κεφαλαίου ή της εισφοράς του Ο.Τ.Α. στην επιχείρηση.
Άρθρο 256/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
Οι αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου της επιχείρησης εγκρίνονται από το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο, αν αυτές αφορούν: α) Την ψήφιση του προϋπολογισμού, του ισολογισμού και της έκθεσης πεπραγμένων. β) Την αγορά ή εκποίηση ακινήτων ή την επιβάρυνση αυτών με εμπράγματο δικαίωμα. γ) Τη διάθεση των καθαρών κερδών ή τη διενέργεια επενδύσεων. δ) Την αύξηση του κεφαλαίου της επιχείρησης. ε) Τη
Άρθρο 259/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5
Αύξηση κεφαλαίου κοινωφελούς επιχείρησης δεν επιτρέπεται πριν την πάροδο τετραετίας από τη σύστασή της. Το κεφάλαιο που προέρχεται από αύξηση κεφαλαίου αφορά μόνον σε επενδυτικό πρόγραμμα ή σε επέκταση των σκοπών της επιχείρησης, αποκλειομένης απολύτως της χρησιμοποίησής του για την κάλυψη λειτουργικών δαπανών της.
Άρθρο 265/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
διατηρούν πάντοτε κοινές μη προνομιούχες μετοχές, που αντιπροσωπεύουν αθροιστικά την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου. Κατά το υπόλοιπο μπορεί να συμμετέχουν το Δημόσιο και φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. β. Όλες οι μετοχές είναι ονομαστικές και δεν εισάγονται στο Χρηματιστήριο Αξιών. Οι κοινές μετοχές είναι δεσμευμένες ονομαστικές, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 3
Άρθρο 265/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3
Οι ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α. της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν επιχορηγούνται άμεσα ή έμμεσα από Ο.Τ.Α.. Κατ’ εξαίρεση, είναι επιτρεπτή η επιχορήγηση από Ο.Τ.Α. νησιωτικών περιοχών ανώνυμης εταιρείας ή ναυτικής εταιρείας του [ν. 959/1979], που αυτοί έχουν συστήσει ή συμμετέχουν κατά πλειοψηφία στο εταιρικό τους κεφάλαιο για τη διεξαγωγή θαλάσσιων συγκοινωνιών και μεταφορών, καθώς επίσης
Άρθρο 265/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8
Οι ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α. συγχωνεύονται, διασπώνται ή λύονται σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του κ.[ν. 2190/1920], όπως ισχύει. Λύονται υποχρεωτικώς, αν για τρεις συνεχείς εταιρικές χρήσεις μετά διετία από την ίδρυσή τους είναι ζημιογόνες ή, αν για ισάριθμες φορές εντός δεκαετίας τα ίδια αυτών κεφάλαια, όπως προσδιορίζονται στο υπόδειγμα ισολογισμού που προβλέπεται από το άρθρο 42γ του κ.[ν
Άρθρο 266/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
Για την αξιοποίηση της δημοτικής ή κοινοτικής ακίνητης περιουσίας ή για την εκμετάλλευση κοινόχρηστων χώρων είναι δυνατή η σύσταση ανώνυμης εταιρείας μόνο από ένα Δήμο ή μία Κοινότητα, οι οποίοι και εισφέρουν το σύνολο του εταιρικού κεφαλαίου.
Άρθρο 271/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2
Μέχρι την έναρξη ισχύος του Κώδικα Δημοτολογίων, κατά τη διάταξη του[ άρθρου 19 του ν. 3274/2004] (ΦΕΚ 195 Α΄), καθώς και μέχρι την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων που προβλέπονται στο κεφάλαιο Γ΄ του ανωτέρω νόμου, για την κατάρτιση και τήρηση του Εθνικού Δημοτολογίου, η κατάρτιση και τήρηση των υφιστάμενων δημοτολογίων, ο τύπος αυτών, τα δικαιολογητικά και η διαδικασία υποβολής τους
Τύπος εγγράφου: ΝΟΜΟΣ Ημ/νία Έκδοσης: 07/04/2006
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄/Άρθρο 2/ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4
Οι περιπτώσεις γ ,΄ δ΄ και ε΄ του[ άρθρου 9 του ν.2578/ 1998] αντικαθίστανται ως εξής: «γ) «μητρική εταιρεία»: η εταιρεία που εμπίπτει στην περίπτωση α΄ και η οποία συμμετέχει κατ’ ελάχιστο όριο με ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) στο κεφάλαιο εταιρείας που εμπίπτει στην περίπτωση β΄ ή στο κεφάλαιο ημεδαπής εταιρείας, το οποίο ανήκει εν όλω ή εν μέρει σε μόνιμη εγκατάσταση εταιρείας της πιο πάνω
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄/Άρθρο 3
στην ελληνική νομοθεσία με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β΄ «ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΕΝΔΟΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΒΟΗΘΕΙΑ» του [ν. 1914/1990] (ΦΕΚ 178 A΄), όπως η παραπάνω Οδηγία έχει τροποποιηθεί με την υπ’ αριθμ. 2004/56/ΕΚ Οδηγία του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (L. 127/70/29.4.2004).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄/Άρθρο 4
Οι διατάξεις του Κεφαλαίου Β΄ του [ν.1914/1990], όπως αυτό τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από τις διατάξεις του άρθρου 2 του Πρώτου Κεφαλαίου του [ν. 3312/2005], τροποποιούνται και συμπληρώνονται ως εξής: 1) Η[ παράγραφος 6 του άρθρου 20 του ν. 1914/1990] αντικαθίσταται ως εξής: «6) Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ως εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος του Υπουργού Οικονομίας
Σελίδα 1 από 1