Με τις διατάξεις του κεφαλαίου αυτού αντικαθίστανται τα άρθρα 1 έως 17 του [ν. 2832/2000] (ΦΕΚ 141 Α΄), με τα οποία κωδικοποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν οι διατάξεις του [ν. 2324/1995] (ΦΕΚ 146 Α΄) που είχαν ενσωματώσει την Οδηγία 94/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 1994 «περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων» και κωδικοποιούνται οι ρυθμίσεις σχετικά
|
προς αυτούς υποχρεώσεις τους, για απαιτήσεις που απορρέουν από την παροχή «καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών», ως τέτοιων νοουμένων, για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, των επενδυτικών υπηρεσιών που αναφέρονται στο[ άρθρο 4 του ν. 3606/2007] (ΦΕΚ 195 Α΄) παράγραφοι 1 (α) – (δ), (στ), (ζ) και της παρεπόμενης υπηρεσίας της παραγράφου 2 (α) του ίδιου άρθρου, με στόχο τη συμβολή στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού
|
Το ιδρυτικό κεφάλαιο του ΤΕΚΕ, ως καθολικού διαδόχου του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων (ΤΕΚ) κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 6 του άρθρου 27, ανέρχεται στο ποσό των οκτώ εκατομμυρίων οκτακοσίων τεσσάρων χιλιάδων εκατόν εννέα (8.804.109) ευρώ (εκ μετατροπής ποσού τριών δισεκατομμυρίων δραχμών) και έχει καλυφθεί ως εξής:
α) κατά έξι δέκατα (6/10) από την Τράπεζα της Ελλάδος,
β) κατά τέσσερα δέκατα
|
Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.
|
Ως υποκατάστημα για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου νοείται η μονάδα εκμετάλλευσης πιστωτικού ιδρύματος που δεν έχει ιδία νομική προσωπικότητα και παρέχει μερικές ή όλες από τις υπηρεσίες που θεωρούνται αναπόσπαστο τμήμα της δραστηριότητας του πιστωτικού ιδρύματος, συμπεριλαμβανομένων των καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών. Περισσότερες της μιας μονάδες εκμετάλλευσης που λειτουργούν στο ίδιο
|
α) Σε περίπτωση που τα διαθέσιμα του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ, που προκύπτουν από τους πόρους της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, δεν επαρκούν για την καταβολή αποζημιώσεων καταθετών, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του, το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ δανείζεται τα απαιτούμενα κεφάλαια από τα συμμετέχοντα σε αυτό πιστωτικά ιδρύματα ή/και από άλλες πηγές
|
με αυτό που ισχύει για τοποθετήσεις κεφαλαίων σε Έντοκα Γραμμάτια Ελληνικού Δημοσίου, εφεξής Ε.Γ.Ε.Δ., τρίμηνης διάρκειας της τελευταίας πριν την ως άνω ημερομηνία έκδοσης. Το επιτόκιο των καταθέσεων αυτών αναπροσαρμόζεται ανά τρίμηνο με βάση το ισχύον κατά την αναπροσαρμογή επιτόκιο Ε.Γ.Ε.Δ. τρίμηνης διάρκειας, οι δε προκύπτοντες τόκοι κεφαλαιοποιούνται. Αν δεν εκδίδονται πλέον Ε.Γ.Ε.Δ. τρίμηνης διάρκειας
|
ή υπαγωγής τους στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων, αρχική εισφορά ίση με το ποσό που προκύπτει από το γινόμενο του ύψους των συσσωρευμένων πόρων του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ επί το λόγο των ιδίων κεφαλαίων τους προς το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων που συμμετέχουν ήδη στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ. Ως ημερομηνία βάσης υπολογισμού των ιδίων κεφαλαίων των πιστωτικών
|
Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 11−16 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 4α, η συμμετοχή στο ιδρυτικό κεφάλαιο, καθώς και η κάθε μορφής εισφορά πιστωτικού ιδρύματος στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ δεν αποτελούν στοιχεία του ενεργητικού του πιστωτικού ιδρύματος και δεν επιστρέφονται σε αυτό για οποιονδήποτε λόγο.
|
Το ποσό της διαφοράς της ετήσιας τακτικής εισφοράς των πιστωτικών ιδρυμάτων που προκύπτει από την εφαρμογή της[ παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 3714/2008] (ΦΕΚ 231 Α΄) περιέρχεται σε ειδική ομάδα περιουσίας που προορίζεται αποκλειστικά για την ικανοποίηση απαιτήσεων των καταθετών των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικών ιδρυμάτων (το «Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης
|
Το Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων είναι ομάδα περιουσίας, της οποίας τα επί μέρους στοιχεία ανήκουν εξ αδιαιρέτου στα συμμετέχοντα σε αυτό πιστωτικά ιδρύματα, κατά το λόγο συμμετοχής τους σε αυτό και αποτελεί αντικείμενο διαχείρισης από το ΤΕΚΕ κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Συνιστάται και διαμορφώνεται με βάση τις, κατά την παράγραφο 11, εισφορές σε αυτό των συμμετεχόντων
|
Οι κατά την παράγραφο 11 εισφορές των πιστωτικών ιδρυμάτων στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων, πλέον των τυχόν προσόδων που αναλογούν σε αυτές, συνιστούν τις ατομικές τους μερίδες σε αυτό. Κάθε πιστωτικό ίδρυμα που συμμετέχει στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων έχει μία ατομική μερίδα σε αυτό. Οι ατομικές μερίδες αντιστοιχούν στο ποσοστό συμμετοχής του κάθε συμμετέχοντος στο Πρόσθετο
|
Οι ατομικές μερίδες των πιστωτικών ιδρυμάτων που απαρτίζουν το Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων είναι ακατάσχετες έναντι του ΤΕΚΕ. Τυχόν κατάσχεση επιτρέπεται μόνον εις βάρος της τυχόν επιστρεφόμενης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 4α, στο πιστωτικό ίδρυμα ατομικής του μερίδας και μέχρι της αξίας αυτής, σε περίπτωση αποχώρησης αυτού από το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ.
|
Σε περίπτωση καταβολής αποζημίωσης σε καταθέτες κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου χρησιμοποιείται αρχικώς, μέχρι την εξάντλησή της, η ατομική μερίδα του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων. Αν η μερίδα αυτή δεν επαρκεί, για το υπόλοιπο καταβλητέο ποσό, χρήση των κεφαλαίων του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων θα γίνεται κατά τα οριζόμενα
|
Το Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ αποκτά αυτοδικαίως απαιτήσεις κατά του περιελθόντος σε αδυναμία πιστωτικού ιδρύματος για ποσά που καταβάλλονται σε καταθέτες−πελάτες του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος από το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ, καθώς και από το Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων πέραν της ατομικής μερίδας του περιελθόντος σε αδυναμία πιστωτικού ιδρύματος
|
Σε περίπτωση που πιστωτικό ίδρυμα που συμμετέχει στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ παύσει, για οποιονδήποτε νόμιμο λόγο, να συμμετέχει σε αυτό, καταβάλλεται σε αυτό, σε μετρητά, η αξία της ατομικής του μερίδας στο Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων, με την αποτίμηση που ισχύει κατά το χρόνο της αποχώρησής του, όπως ορίζεται ειδικότερα με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΕΚΕ.
|
Για τον υπολογισμό του ενεργητικού του Πρόσθετου Κεφαλαίου Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ και, αντιστοίχως, της αξίας της μερίδας του αποχωρούντος, λαμβάνονται υπόψη και οι απαιτήσεις καταθετών συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικών ιδρυμάτων που τυχόν έχουν περιέλθει σε αδυναμία, εφόσον, αθροιστικώς, α) η αδυναμία επήλθε μέχρι και τρεις μήνες μετά την αποχώρηση και β
|
που θα περιλαμβάνει τα στοιχεία Ενεργητικού και Παθητικού που αφορούν το Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων, καταβάλλουν, πέραν της εκάστοτε αναλογούσας σε αυτά τακτικής εισφοράς, αρχική εισφορά ίση με το ποσό που προκύπτει από το γινόμενο του ύψους των συσσωρευμένων πόρων του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ επί το λόγο των ιδίων κεφαλαίων τους προς το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων
|
να καταβάλλονται εγκαίρως στους δικαιούχους οι οφειλόμενες σε αυτούς αποζημιώσεις, ιδίως εφόσον δεν επαρκούν τα κεφάλαια του Ενεργητικού του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ.
|
Κατά την ενεργοποίηση της διαδικασίας αποζημίωσης επενδυτών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 13, τα κεφάλαια του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ που είναι κατατεθειμένα στο περιελθόν σε αδυναμία πιστωτικό ίδρυμα, οι προκύπτοντες δεδουλευμένοι τόκοι, καθώς και κάθε τυχόν οφειλόμενη εισφορά προς το Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ αποδίδονται αμέσως στο τελευταίο από τους ασκούντες τη
|
Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, ως καταθέσεις ορίζονται τα πιστωτικά υπόλοιπα των κατατεθειμένων σε λογαριασμούς κεφαλαίων ή τα πιστωτικά υπόλοιπα προσωρινού χαρακτήρα που προκύπτουν κατά τις συνήθεις τραπεζικές συναλλαγές και τα οποία το πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να επιστρέψει βάσει των εφαρμοζόμενων νόμιμων και συμβατικών όρων, καθώς και οι υποχρεώσεις για τις οποίες το πιστωτικό ίδρυμα
|
των λογαριασμών, το νόμισμα ή τη χώρα λειτουργίας του υποκαταστήματος του πιστωτικού ιδρύματος στο οποίο τηρείται η κατάθεση. Για τη μετατροπή από τους καταθέτες των καταβαλλόμενων αποζημιώσεων που αφορούν τις καταθέσεις σε ξένα νομίσματα που τηρούνται στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό στα αντίστοιχα νομίσματα, εφαρμόζονται οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί συναλλάγματος και κίνησης κεφαλαίων. Στο ως άνω όριο
|
Η αποζημίωση καταβάλλεται στον πραγματικό δικαιούχο των κεφαλαίων ή χρηματοπιστωτικών μέσων, εφόσον η ταυτότητά του διαπιστώνεται ή δύναται να διαπιστωθεί πριν από την ημερομηνία κατά την οποία διαπιστώνεται αδυναμία του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 13 του παρόντος νόμου. Σε περίπτωση περισσότερων πραγματικών δικαιούχων, για τον υπολογισμό του ορίου
|
Οι τίτλοι που αποτελούν στοιχεία των «ιδίων κεφαλαίων» των πιστωτικών ιδρυμάτων, κατά την έννοια της ΠΔ/ΤΕ 2587/2007.
|
Οι καταθέσεις των μετόχων του συμμετέχοντος στο ΤΕΚΕ πιστωτικού ιδρύματος που περιέρχεται σε αδυναμία, των οποίων η συμμετοχή άμεσα ή έμμεσα στο κεφάλαιό του ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον ίσο με πέντε τοις εκατό (5%) του μετοχικού του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου, καθώς και των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη διενέργεια του προβλεπόμενου στη νομοθεσία ελέγχου των οικονομικών
|
του κεφάλαια που τους οφείλει ή κεφάλαιά τους που βρίσκονται στην κατοχή του, άμεσα ή έμμεσα, στο πλαίσιο της εκ μέρους του παροχής καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών,
β) είτε να παραδώσει στους επενδυτές−πελάτες του χρηματοπιστωτικά μέσα, κατά την έννοια του[ άρθρου 5 του ν. 3606/2007], που τους ανήκουν και τα οποία το συμμετέχον στο ΤΕΚΕ πιστωτικό ίδρυμα κατέχει, διαχειρίζεται ή φυλάσσει για λογαριασμό
|
αναγκαστικής εκτέλεσης, το ΤΕΚΕ κατατάσσεται στη σειρά που προβλέπεται από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία για τις απαιτήσεις του Συνεγγυητικού Κεφαλαίου Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών του [ν. 2533/1997] κατά οφειλέτη−ΕΠΕΥ, όπως ισχύει.
|
Με την επιφύλαξη της διάταξης της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, η κάλυψη των επενδυτώνπελατών πιστωτικών ιδρυμάτων για τις παρεχόμενες από αυτά καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες διέπεται αποκλειστικά από τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.
|
Τα πιστωτικά ιδρύματα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες και υποχρεούνται να συμμετάσχουν στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ βάσει των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου οφείλουν να έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία συμμετοχής τους στο ΤΕΚΕ εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, τηρώντας τη διαδικασία που καθορίζει το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ.
|
Επενδύσεων του ΤΕΚΕ κατά τις διατάξεις του άρθρου 3, δεν υπέχουν δε οποιαδήποτε υποχρέωση έναντι του Συνεγγυητικού Κεφαλαίου Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών του [ν. 2533/1997], όπως ισχύει.
|
Πιστωτικά ιδρύματα τα οποία κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου συμμετέχουν στο Συνεγγυητικό Κεφάλαιο Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών του [ν. 2533/1997], όπως ισχύει, εξακολουθούν να συμμετέχουν στο τελευταίο και δεν υπέχουν υποχρέωση συμμετοχής στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ.
|
) ημερών, ακόμη και αν το όχημα δεν έχει ταξινομηθεί επίσημα. Εάν κατά το χρονικό διάστημα των τριάντα (30) ημερών το όχημα εμπλακεί σε ατύχημα χωρίς να έχει ασφαλισθεί, το Επικουρικό Κεφάλαιο είναι υποχρεωμένο να καταβάλει την κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 19 του παρόντος διατάγματος αποζημίωση.»
|
Στην[ παράγραφο 1 του άρθρου 19 του π.δ. 237/1986] (ΦΕΚ 110 Α΄), όπως ισχύει, προστίθεται περίπτωση ε) ως εξής: «ε) Το ατύχημα προήλθε από ορισμένους τύπων οχημάτων ή ορισμένα οχήματα με ειδική πινακίδα κυκλοφορίας και των οποίων η ευθύνη δεν είχε καλυφθεί σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή το Επικουρικό Κεφάλαιο, το οποίο αποζημίωσε ζημία που προκλήθηκε από όχημα ειδικού
|
Το σημείο (γ) στο άρθρο 2α του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α΄), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «γ) «Αντασφαλιστική επιχείρηση»: θεωρείται η επιχείρηση η οποία έχει λάβει διοικητική άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου 12 του παρόντος διατάγματος.»
|
Στο άρθρο 2α του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α΄), όπως ισχύει, προστίθεται νέο σημείο (λζ) ως εξής: «λζ) Ως «αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας»: νοείται η επιχείρηση η οποία, εάν είχε την έδρα της εντός Ε.Ε., θα χρειαζόταν διοικητική άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου 12 του παρόντος διατάγματος.»
|
χώρας, την αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας, την ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή την ασφαλιστική εταιρία χαρτοφυλακίου μεικτής δραστηριότητας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του 11ου Κεφαλαίου. 3. Κατά την άσκηση της συμπληρωματικής χρηματοοικονομικής εποπτείας λαμβάνονται υπόψη: − συνδεδεμένες επιχειρήσεις με την ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, − συμμετέχουσες επιχειρήσεις
|
του περιθωρίου φερεγγυότητας της συνδεδεμένης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης και του αναγκαίου περιθωρίου φερεγγυότητας της συνδεδεμένης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης αντιστοίχως. 2. Για τον υπολογισμό, που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ισχύουν τα εξής: α) Αναλογικό μερίδιο σημαίνει την αναλογία του εγγεγραμμένου κεφαλαίου των οικείων συνδεδεμένων επιχειρήσεων, το οποίο ανήκει
|
Μετά την περίπτωση κα΄ του κεφαλαίου Α του άρθρου 13γ του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α΄), όπως ισχύει, προστίθεται περίπτωση κβ΄, ως εξής: «κβ) Κάθε ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου μπορεί να καθορίζεται με απόφαση της ΕΠ.Ε.Ι.Α.»
|
Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 17β του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α΄), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «α) Όταν πρόκειται για δραστηριότητες ασφαλίσεων κατά ζημιών, το εγγυητικό κεφάλαιο αποτελείται από τα στοιχεία που απαριθμούνται στο άρθρο 17α παράγραφος 3 σημεία i και ii και εδάφιο γ΄ του σημείου iii, και σε καμία περίπτωση το κεφάλαιο αυτό, δεν μπορεί να είναι κατώτερο
|
Η παράγραφος 1 του άρθρου 17γ του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α΄), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «1. α) Η ΕΠ.Ε.Ι.Α. διαπιστώνει την εκ μέρους των ασφαλιστικών επιχειρήσεων τήρηση των διατάξεων του παρόντος που αφορούν το περιθώριο φερεγγυότητας και το εγγυητικό κεφάλαιο, προβαίνοντας σε, τουλάχιστον ετήσιους επιτόπιους, ως και εξ αποστάσεως ελέγχους της οικονομικής τους κατάστασης. Προς το σκοπό
|
και της περίπτωσης (Ι) του στοιχείου Α του
άρθρου 13γ του παρόντος νομοθετικού διατάγματος, β)
του Υπεύθυνου Αναλογιστή, αρμόδιου για την τήρηση
των προβλεπομένων στις παραγράφους 2 έως και 7
του παρόντος άρθρου, γ) του Υπεύθυνου Εσωτερικού
Μεταβλητού Κεφαλαίου, αρμόδιου για την τήρηση των
προβλεπομένων στο άρθρο 13.Γ. περ. Ι του παρόντος νο−
μοθετικού διατάγματος, δ) του Υπεύθυνου Διαχείρισης
Κινδύνων, αρμόδιου
|
Μετά το Ενδέκατο Κεφάλαιο του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ
10 Α΄), όπως ισχύει, προστίθεται Κεφάλαιο Δωδέκατο
ως εξής:
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ
ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ
ΤΙΤΛΟΣ Ι: ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ
Άρθρο 79
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος κεφαλαίου είναι η ενσωμάτωση
στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2005/68/ΕΚ του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης
Νοεμβρίου 2005 (ΕΕ L 323 της 9.12.2005) σχετικά
|
Aρχικό εγγυητικό κεφάλαιο αντασφαλιστικής
επιχείρησης
1. Το αρχικό εγγυητικό κεφάλαιο αντασφαλιστικής
επιχείρησης, προκειμένου για τη χορήγηση της άδειας
λειτουργίας της, ανέρχεται τουλάχιστον σε τρία εκα−
τομμύρια (3.000.000) ευρώ.
2. Οι μετοχές των αντασφαλιστικών επιχειρήσεων
είναι ονομαστικές.
3. Για να εκδοθεί άδεια σύστασης σε αντασφαλιστική
επιχείρηση, σύμφωνα με τις διατάξεις περί
|
Προϋποθέσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας
αντασφαλιστικής επιχείρησης
1. Η ΕΠ.Ε.Ι.Α. χορηγεί άδεια λειτουργίας μόνον εφόσον
πληρούνται οι προϋποθέσεις του παρόντος κεφαλαίου
και ειδικότερα εφόσον:
α) έχει καταβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 84 του πα−
ρόντος διατάγματος το αρχικό εγγυητικό κεφάλαιο,
β) έχει κριθεί η καταλληλότητα των ιδιοκτητών (μετό−
χων) και διοικητών της ασφαλιστικής επιχείρησης
|
που αναλύουν διεξοδικά:
α) τη φύση των κινδύνων, τους οποίους η αντασφα−
λιστική επιχείρηση προτίθεται να καλύψει·
β) τα είδη των αντασφαλιστικών ρυθμίσεων τις οποίες
η αντασφαλιστική επιχείρηση προτίθεται να πραγμα−
τοποιήσει με τις εκχωρούσες επιχειρήσεις·
γ) τις κατευθυντήριες αρχές όσον αφορά την αντεκ−
χώρηση·
δ) τα οικονομικά στοιχεία που συγκροτούν το ελάχι−
στο εγγυητικό κεφάλαιο·
ε) τις προβλέψεις
|
της διαβούλευσης της πα−
ρούσας παραγράφου.
5. Αντασφαλιστική επιχείρηση, η οποία λαμβάνει γνώση
οποιασδήποτε απόκτησης ή εκχώρησης συμμετοχών στο
κεφάλαιό της με την οποία οι συμμετοχές σε αυτήν υπερ−
βαίνουν ή κατέρχονται κάτω από τα όρια του πρώτου εδα−
φίου της παραγράφου 3, ενημερώνει άμεσα την ΕΠ.Ε.Ι.Α.. Οι
αντασφαλιστικές επιχειρήσεις γνωστοποιούν στην ΕΠ.Ε.Ι.Α.,
μέχρι τις 31 Ιανουαρίου κάθε έτους
|
Οικονομικές Καταστάσεις και τακτικός έλεγχος
αντασφαλιστικής επιχείρησης
1. Οι διατάξεις του εντέκατου κεφαλαίου του παρό−
ντος διατάγματος εφαρμόζονται στις αντασφαλιστικές
αναλήψεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, διέπουν
δε αναλογικά εφαρμοζόμενες και τις αντασφαλιστικές
επιχειρήσεις.
2. Ο έλεγχος των οικονομικών καταστάσεων των
αντασφαλιστικών επιχειρήσεων διενεργείται υποχρε−
ωτικά
|
) εάν απέκτησε την άδεια λειτουργίας με ψευδείς
δηλώσεις ή με οποιονδήποτε άλλο παράνομο τρόπο,
(γ) εάν κρίνει ότι έχουν παύσει να συντρέχουν πλέον
οι προϋποθέσεις με βάση τις οποίες είχε χορηγηθεί η
άδεια λειτουργίας,
(δ) εάν η αντασφαλιστική επιχείρηση δεν πληροί τις
προϋποθέσεις των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας
για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων,
(ε) εάν η αντασφαλιστική επιχείρηση έχει υποπέσει
|
Απόθεμα εξισορρόπησης
1. Κάθε αντασφαλιστική επιχείρηση που αντασφα−
λίζει κινδύνους του Κλάδου 14 του Κεφαλαίου Α΄ της
παρ. 1 του άρθρου 13 του παρόντος διατάγματος («Πι−
στώσεις») υποχρεούται σε σχηματισμό, σύμφωνα με το
προηγούμενο άρθρο του παρόντος διατάγματος, και
κάλυψη, σύμφωνα με το επόμενο άρθρο του παρόντος
διατάγματος, αποθέματος εξισορρόπησης, με σκοπό την
αντιστάθμιση τυχόν
|
αντασφαλίσεις ζωής και τις
αντασφαλίσεις κατά ζημιών.
4. Αντασφαλιστική επιχείρηση, που δεν συμμορφώνε−
ται στις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου, θεωρείται
επιχείρηση σε δυσπραγία, υπόκειται δε στις διαδικασίες
του Τίτλου V του παρόντος κεφαλαίου.
|
Ύψος κεφαλαίου εγγυήσεων
1. Το ελάχιστο εγγυητικό κεφάλαιο αντασφαλιστικής
επιχείρησης ανέρχεται σε τουλάχιστον 3.000.000 ευρώ
ή στο τυχόν υψηλότερο ποσό που αντιστοιχεί στο ένα
τρίτο του αναγκαίου περιθωρίου φερεγγυότητάς της,
όπως αυτό έχει διαμορφωθεί επί τη βάσει των προβλέ−
ψεων του άρθρου 98 του παρόντος διατάγματος.
2. Το ελάχιστο εγγυητικό κεφάλαιο αντασφαλιστικής
επιχείρησης
|
.. Για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας
εφαρμόζονται οι διατάξεις των Τίτλων ΙΙ, ΙΙΙ, V και VI του
παρόντος κεφαλαίου. Με απόφαση της ΕΠ.Ε.Ι.Α. μπορεί
να εξειδικεύονται η διαδικασία, οι προϋποθέσεις και τα
δικαιολογητικά που απαιτούνται, καθώς και οι ειδικό−
τεροι όροι για τη χορήγηση της προβλεπόμενης στην
παρούσα παράγραφο άδειας και να ρυθμίζεται κάθε
τεχνικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια.
ΤΙΤΛΟΣ V
|
η οικονομική κατάσταση της
αντασφαλιστικής επιχείρησης, μπορεί επίσης να περιορί−
σει ή να απαγορεύσει την ελεύθερη διάθεση των περιου−
σιακών στοιχείων της αντασφαλιστικής επιχείρησης.
4. Εάν το περιθώριο φερεγγυότητας υπολείπεται
πλέον του ελάχιστου εγγυητικού κεφαλαίου του άρ−
θρου 99 του παρόντος διατάγματος, η ΕΠ.Ε.Ι.Α. απαιτεί
από την αντασφαλιστική επιχείρηση να της υποβάλει
προς έγκριση βραχυπρόθεσμο
|
άλλο γενικής ή ειδικής κατηγορίας
σε όλα τα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης. Οι
αμοιβές και τα έξοδα του συνδίκου για τις εργασίες
εκκαθάρισης του ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου έχουν
το ίδιο προνόμιο.
10. Ύστερα από αίτηση των μετόχων που αντιπροσω−
πεύουν περισσότερα από 50% του κεφαλαίου αντασφα−
λιστικής επιχείρησης, του εκκαθαριστή ή του επόπτη, η
ΕΠ.Ε.Ι.Α. μπορεί, εφόσον έχει περατωθεί
|
−
σμένου κινδύνου αλλά και στις λοιπές δραστηριότη−
τες των επιχειρήσεων αυτών, ώστε να εξασφαλίζεται
η επάρκεια, ρευστότητα, ασφάλεια, κερδοφορία και
απόδοση των επενδύσεών της,
στ) την πρόβλεψη ειδικών κανόνων σχετικά με το δι−
αθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας, το απαιτούμενο
περιθώριο φερεγγυότητας και το ελάχιστο εγγυητικό
κεφάλαιο, που καλείται να διατηρεί η αντασφαλιστική
επιχείρηση όσον αφορά τις
|
η επιστροφή κεφαλαίου, ήτοι η αποπληρωμή, των
ομολογιούχων ή των εν γένει κατόχων των τίτλων που
εκδόθηκαν στα πλαίσια των χρηματοδοτικών αυτών
μηχανισμών, υπόκειται χρονικά στις υποχρεώσεις αντα−
σφάλισης, που φέρει ο Φορέας Ειδικού Σκοπού.
2. Επιτρέπεται η ίδρυση Φορέων Ειδικού Σκοπού, οι
οποίοι έχουν, εφόσον εδρεύουν στην Ελλάδα, υποχρεω−
τικά την μορφή ανώνυμης εταιρείας και, προκειμένου για
τη σύστασή
|
Ακυρωτικός έλεγχος
Οι ατομικές διοικητικές πράξεις, που εκδίδει η ΕΠ.Ε.Ι.Α.,
σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου υπό−
κεινται σε αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου
της Επικρατείας.»
|
Μετά το Δωδέκατο Κεφάλαιο του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ
10 Α΄), όπως ισχύει, προστίθεται Κεφάλαιο Δέκατο Τρίτο
ως εξής:
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ
ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ, ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΕΛΕΓΚΤΕΣ,
ΑΠΟΡΡΗΤΟ, ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Άρθρο 111
Αρμόδια αρχή
1. Η ΕΠ.Ε.Ι.Α. ρυθμίζει με ειδικότερες αποφάσεις της και
εποπτεύει το σύνολο των εργασιών μίας ασφαλιστικής ή
αντασφαλιστικής επιχείρησης, τόσο εντός Ελλάδος
|
:
«7. Ο Πρόεδρος είναι πλήρους και αποκλειστικής
απασχόλησης και δεν επιτρέπεται να ασκεί, κατά τη
διάρκεια της θητείας του, οποιοδήποτε επάγγελμα ή
οποιαδήποτε αμειβόμενη δραστηριότητα. Ο Πρόεδρος
και ο Αντιπρόεδρος δεν επιτρέπεται, κατά τη διάρκεια
της θητείας τους και κατά τα τρία επόμενα έτη από
την καθ’ οιονδήποτε τρόπο λήξη αυτής, να συμμετέχουν
στην ίδρυση, στη διοίκηση ή στο κεφάλαιο
|
επιδοτείται κατά εκατό τοις εκατό
(100%) καθ’ όλη τη διάρκεια των δανείων και βαρύνει
το λογαριασμό του [ν. 128/1975] (ΦΕΚ 178 Α΄), όπως ισχύει.
Τα ανωτέρω δάνεια εξοφλούνται με ισόποσες ετήσιες
χρεολυτικές δόσεις.
Το ύψος των δανείων των επιχειρήσεων ανέρχεται
στο ποσό της ζημίας, το οποίο πιστοποιείται από την
Επιτροπή της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου.
3. Επιτρέπεται η χορήγηση κεφαλαίων κίνησης
|
%)
του υπαγόμενου στη ρύθμιση κεφαλαίου, πλέον των
προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν
στο ποσοστό αυτό, όπως αυτές διαμορφώνονται με
την παρούσα ρύθμιση. Η δεύτερη δόση θα καταβάλλε−
ται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου
μήνα από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και
οι επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των
επόμενων μηνών, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδο−
ποίηση
|
Ρύθμιση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων
1. Οι διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ «Περαίωση εκκρεμών
φορολογικών υποθέσεων» του [ν. 3259/2004] (ΦΕΚ 149 Α΄),
όπως ισχύουν, τροποποιούνται ως ακολούθως:
α. Η περίπτωση α΄ του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως
εξής:
«α) Οι υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί
μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2008 εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη
αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος ή εκκαθαριστική δή
|