Τα ίδια κεφάλαια που κατέχουν οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις πρέπει να αντιστοιχούν στο άθροισμα των βασικών ιδίων κεφαλαίων που προβλέπονται από το άρθρο 67 και των συμπληρωματικών ιδίων κεφαλαίων που προβλέπονται από το άρθρο 68 του παρόντος.
|
Τα βασικά ίδια κεφάλαια απαρτίζονται από τα ακόλουθα στοιχεία:
α) τη διαφορά μεταξύ του ενεργητικού και των υποχρεώσεων, όπως τούτα αποτιμώνται σύμφωνα με το άρθρο 50 και την Ενότητα 2 του παρόντος κεφαλαίου,
β) τις υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης. Το ποσό της διαφοράς που αναφέρεται στην περίπτωση α΄ του παρόντος μειώνεται κατά το ποσό των ιδίων μετοχών που κατέχονται από την ασφαλιστική
|
Με την επιφύλαξη του άρθρου 73 και της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 97 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, εφαρμόζονται, για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, οι κάτωθι ταξινομήσεις:
α) τα εγκεκριμένα από την Εποπτική Αρχή πλεονάζοντα κεφάλαια που εμπίπτουν στην παράγραφο 2 του άρθρου 70 του παρόντος ταξινομούνται στην κατηγορία 1 (Tier 1),
β) οι εγγυητικές επιστολές και λοιπές εγγυήσεις
|
Τα ποσά των συμπληρωματικών ιδίων κεφαλαίων που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των ιδίων κεφαλαίων υπόκεινται σε προηγούμενη έγκριση από την Εποπτική Αρχή.
|
Η Εποπτική Αρχή μπορεί να αποφασίζει ως μέτρο εξυγίανσης την αύξηση κεφαλαίου ασφαλιστικής επιχείρησης εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος προσδιορίζοντας το ελάχιστο ποσό της απαιτούμενης αύξησης κεφαλαίου, προκειμένου η επιχείρηση να διαθέτει κατ’ ελάχιστον κεφάλαια ανταποκρινόμενα στις Ενότητες 4 και 5 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος.
|
Τα ποσά των πλεοναζόντων κεφαλαίων που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των ιδίων κεφαλαίων υπόκεινται σε προηγούμενη έγκριση από την Εποπτική Αρχή, κατόπιν αιτήσεως της ενδιαφερόμενης ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής επιχείρησης.
|
Τα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια του ομίλου είναι το άθροισμα των κατωτέρω:
α) των ιδίων κεφαλαίων που είναι επιλέξιμα για την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας της συμμετέχουσας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης,
β) του αναλογικού μεριδίου της συμμετέχουσας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης στα ίδια κεφάλαια που είναι επιλέξιμα για την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας
|
Τα συμπληρωματικά ίδια κεφάλαια αποτελούνται από στοιχεία άλλα από αυτά που συγκροτούν τα βασικά ίδια κεφάλαια. Τα εν λόγω κεφάλαια μπορούν να προορίζονται για την απορρόφηση ζημιών. Τα συμπληρωματικά ίδια κεφάλαια δύνανται να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία, στο βαθμό που αυτά δεν αποτελούν στοιχεία των βασικών ιδίων κεφαλαίων:
α) όσον αφορά στις ανώνυμες εταιρείες το μη καταβληθέν μετοχικό
|
Όταν κάποιο από τα στοιχεία των συμπληρωματικών ιδίων κεφαλαίων των ανωνύμων εταιριών καταβληθεί ή στην περίπτωση των αλληλασφαλιστικών συνεταιρισμών καταστεί απαιτητό, τότε το εν λόγω στοιχείο θεωρείται στοιχείο του ενεργητικού και παύει πλέον να αποτελεί μέρος των στοιχείων των συμπληρωματικών ιδίων κεφαλαίων.
|
Για τους σκοπούς του παρόντος Κεφαλαίου, ως «υποκατάστημα» νοείται κάθε μόνιμη παρουσία ασφαλιστικής επιχείρησης τρίτης χώρας σε ελληνικό έδαφος, το οποίο λαμβάνει άδεια από την Εποπτική Αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου και ασκεί ασφαλιστικές εργασίες.
|
«Συμμετοχή»: η άμεση ή έμμεση μέσω δεσμού ελέγχου κατοχή τουλάχιστον του 20% του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου μιας επιχείρησης.
|
Ως πλεονάζοντα κεφάλαια νοούνται τα συσσωρευμένα κέρδη που δεν έχουν διατεθεί προς διανομή στους αντισυμβαλλομένους και τους δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση.
|
Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις διατηρούν επιλέξιμα ίδια κεφάλαια για την κάλυψη της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας.
|
Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις διαθέτουν επιλέξιμα βασικά ίδια κεφάλαια για την κάλυψη της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης.
|
Ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας με υποκατάστημα στην Ελλάδα σχηματίζει και διατηρεί επαρκείς τεχνικές προβλέψεις για την κάλυψη των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών υποχρεώσεων που αναλαμβάνονται στην Ελλάδα υπολογιζόμενες σύμφωνα με την Ενότητα 2 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του παρόντος Μέρους, αποτιμά τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις σύμφωνα με την Ενότητα 1 του Κεφαλαίου
|
Υποκαταστήματα υπαγόμενα στις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου ασκούν στην Ελλάδα είτε ασφαλίσεις κατά ζημιών είτε ασφαλίσεις ζωής.
|
Κεφαλαιοποίηση υπό την έννοια του παρόντος θεωρείται η εξασφάλιση ορισμένου κεφαλαίου καταβλητέου σε ορισμένο χρόνον αντί ορισμένων καταβολών, ενιαίων ή περιοδικών.
|
Η Εποπτική Αρχή εξετάζει, σε κάθε περίπτωση, και αξιολογεί:
α) για το σύστημα διακυβέρνησης, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η ίδια αξιολόγηση κινδύνου και φερεγγυότητας, τη συμμόρφωση της επιχείρησης με τις διατάξεις της Ενότητας 2, του Κεφαλαίου Δ΄ του παρόντος Μέρους,
β) για τις τεχνικές προβλέψεις, τη συμμόρφωση της επιχείρησης με τις διατάξεις της Ενότητας 2 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του παρόντος
|
Για τις περιπτώσεις που οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις αποτιμούν χωριστά τη βέλτιστη εκτίμηση και το περιθώριο κινδύνου, το περιθώριο κινδύνου υπολογίζεται επί τη βάσει του κόστους επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων ίσων προς την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας που απαιτούνται για την υποστήριξη των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών υποχρεώσεων σε όλη τη διάρκειά τους. Το ποσοστό
|
Η Εποπτική Αρχή δύναται να δημοσιεύει και επικαιροποιεί κατάλογο στοιχείων ιδίων κεφαλαίων, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 74 του παρόντος, που θεωρούνται ότι πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 72 του παρόντος. Ο κατάλογος αυτός περιλαμβάνει για κάθε στοιχείο των ιδίων κεφαλαίων ακριβή περιγραφή των χαρακτηριστικών επί τη βάσει των οποίων έγινε η συγκεκριμένη ταξινόμηση.
|
Το επιλέξιμο ποσό των βασικών ιδίων κεφαλαίων για την κάλυψη της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης που ορίζεται στο άρθρο 101 του παρόντος ισούται με το άθροισμα του ποσού της κατηγορίας 1 (Tier 1) και του επιλέξιμου ποσού των στοιχείων των βασικών ιδίων κεφαλαίων που ταξινομούνται στην κατηγορία 2 (Tier 2).
|
Το επιλέξιμο ποσό των βασικών ιδίων κεφαλαίων δεν δύναται να είναι κατώτερο του ημίσεως του απολύτως κατωτάτου ορίου που προβλέπεται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 102 του παρόντος. Η εγγύηση που κατατίθεται σύμφωνα με την περίπτωση ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 130 του παρόντος συνυπολογίζεται στα επιλέξιμα βασικά ίδια κεφάλαια για την κάλυψη της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης.
|
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 77 του παρόντος, η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας δεν καλύπτει τον κίνδυνο απώλειας βασικών ιδίων κεφαλαίων ως αποτέλεσμα μεταβολών στην προσαρμογή λόγω μεταβλητότητας.
|
Για κάθε στοιχείο των συμπληρωματικών ιδίων κεφαλαίων, η Εποπτική Αρχή βασίζει την έγκρισή της στην εκτίμηση των κατωτέρω παραγόντων:
α) της κατάστασης των εκάστοτε αντισυμβαλλομένων μερών, σε σχέση τόσο με την ικανότητα όσο και με τη βούλησή τους να πληρώσουν,
β) της δυνατότητας ανάκτησης των κεφαλαίων, λαμβανομένης υπόψη της νομικής μορφής του στοιχείου, καθώς και των τυχόν συνθηκών οι οποίες
|
Tα πλεονάζοντα κεφάλαια της ανωτέρω παραγράφου δεν θεωρούνται ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές υποχρεώσεις, μόνον εφόσον πληρούν τα κριτήρια της παραγράφου 1 του άρθρου 72 του παρόντος.
|
Τα στοιχεία των βασικών και συμπληρωματικών ιδίων κεφαλαίων, τα οποία δεν υπάγονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος, ταξινομούνται στην κατηγορία 3 (Tier 3).
|
Η υποενότητα κινδύνου μετοχών υπολογιζόμενη με την τυποποιημένη μέθοδο, περιλαμβάνει συμμετρική προσαρμογή στην επιβάρυνση του κεφαλαίου λόγω μετοχών για την κάλυψη του κινδύνου από μεταβολές στο επίπεδο των τιμών των μετοχών.
|
Η εποπτεία της φερεγγυότητας του ομίλου ασκείται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, με το άρθρο 201 και με το Κεφάλαιο Γ΄ του παρόντος Μέρους.
|
Το άθροισμα των ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 4 του παρόντος δεν υπερβαίνει την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας της συνδεδεμένης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης.
|
Η εποπτεία της συγκέντρωσης κινδύνων σε επίπεδο ομίλου ασκείται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος, με το άρθρο 201 του παρόντος και με το Κεφάλαιο Γ΄ του παρόντος Μέρους.
|
Η εποπτεία των συναλλαγών στο εσωτερικό του ομίλου ασκείται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος, με το άρθρο 201 του παρόντος και με το Κεφάλαιο Γ΄ του παρόντος Μέρους.
|
Αποκλειστικά αρμόδια να αποφασίζει για μέτρα εξυγίανσης στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις του άρθρου 220 είναι η Εποπτική Αρχή και εφαρμοστέο δίκαιο είναι το ελληνικό εκτός αν άλλως ορίζεται στο παρόν Κεφάλαιο.
|
Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις που δύνανται να συσσωρεύονται τα ετήσια κέρδη και να χρησιμοποιούνται τα πλεονάζοντα κεφάλαια για απορρόφηση ζημιών των επιχειρήσεων.
|
Όσον αφορά στη συμμόρφωση των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων προς την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας, τα επιλέξιμα ποσά των στοιχείων της κατηγορίας 2 (Tier 2) και της κατηγορίας 3 (Tier 3) υπόκεινται σε ποσοτικά όρια τέτοια ώστε να διασφαλίζεται ότι:
α) η αναλογία των στοιχείων της κατηγορίας 1 (Tier 1) στα επιλέξιμα ίδια κεφάλαια είναι υψηλότερη από το ένα τρίτο του συνολικού
|
Όσον αφορά στη συμμόρφωση των επιχειρήσεων προς την Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση, το ποσό των στοιχείων των βασικών ιδίων κεφαλαίων που είναι επιλέξιμα για την κάλυψη των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων που ταξινομούνται στην κατηγορία 2 (Tier 2) υπόκειται σε ποσοτικά όρια τέτοια ώστε να διασφαλίζεται, κατ’ ελάχιστο, ότι το ποσοστό των στοιχείων της κατηγορίας 1 (Tier 1) στα επιλέξιμα βασικά
|
Η συμμετρική προσαρμογή της βάσει τυποποιημένης μεθόδου επιβάρυνσης του κεφαλαίου λόγω μετοχών για την κάλυψη του κινδύνου από μεταβολές στο επίπεδο των τιμών των μετοχών δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την εφαρμογή επιβάρυνσης κεφαλαίου λόγω κινδύνου μετοχών χαμηλότερης κατά περισσότερες από 10 ποσοστιαίες μονάδες ή υψηλότερης κατά περισσότερο από 10 ποσοστιαίες μονάδες, από αυτή που προκύπτει
|
Τα ακόλουθα στοιχεία δεν περιλαμβάνονται σε κάθε περίπτωση στον υπολογισμό:
α) το εγγεγραμμένο αλλά μη καταβεβλημένο κεφάλαιο το οποίο αντιπροσωπεύει δυνητική υποχρέωση της συμμετέχουσας επιχείρησης,
β) το εγγεγραμμένο αλλά μη καταβεβλημένο κεφάλαιο της συμμετέχουσας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης το οποίο αντιπροσωπεύει δυνητική υποχρέωση της συνδεδεμένης ασφαλιστικής
|
Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής γνωστοποιεί στο Επικουρικό Κεφάλαιο την αναλυτική κατάσταση με τις βεβαιωμένες απαιτήσεις από ασφαλίσεις αστικής ευθύνης αυτοκινήτων, καθώς και κάθε επικαιροποίηση αυτής. Το Επικουρικό Κεφάλαιο καταβάλει αποζημίωση σε κάθε δικαιούχο με βάση την κατάσταση του προηγουμένου εδαφίου και σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο ν.δ.489/1976 (Α΄ 331). Στην περίπτωση
|
Τα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων ταξινομούνται σε τρεις κατηγορίες (Tiers). Η ταξινόμηση αυτών των στοιχείων εξαρτάται από το εάν είναι στοιχεία βασικών ιδίων κεφαλαίων ή συμπληρωματικών ιδίων κεφαλαίων, καθώς και από το βαθμό στον οποίο διαθέτουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
α) το στοιχείο είναι διαθέσιμο ή σε πρώτη ζήτηση καταβλητέο, για την πλήρη απορρόφηση ζημιών στη βάση συνεχούς λειτουργίας
|
Η ταξινόμηση των στοιχείων των ιδίων κεφαλαίων σε κατηγορίες (Tiers) γίνεται από τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 72 του παρόντος. Προς το σκοπό αυτόν, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ανατρέχουν στον κατάλογο των ιδίων κεφαλαίων που αναφέρεται στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 97 της Οδηγίας 2009/138/ ΕΚ
|
«Εθνικό Ταμείο Εγγυήσεως»: ο φορέας της παραγράφου 4 του άρθρου 1 της Οδηγίας 84/5/ΕΟΚ και για την Ελλάδα το Επικουρικό Κεφάλαιο του άρθρου 16 του κ.ν. 489/1976 (Α΄ 331).
|
Το επιλέξιμο ποσό των βασικών ιδίων κεφαλαίων που απαιτούνται για την κάλυψη της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης και το κατώτατο όριο αυτής διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 75 του παρόντος.
|
Η κάλυψη νομικής προστασίας αποτελεί αντικείμενο αυτοτελούς ασφαλιστηρίου συμβολαίου διαφορετικό από εκείνο που συνάπτεται για άλλους κλάδους ή αντικείμενο αυτοτελούς κεφαλαίου εντός ενιαίου ασφαλιστηρίου, όπου ρητά αναφέρονται οι όροι ασφάλισης νομικής προστασίας και το σχετικό ασφάλιστρο.
|
Η Εποπτική Αρχή, εφόσον έχει λάβει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, δύναται να περιορίζει την εποπτεία του ομίλου της τελικής μητρικής επιχείρησης σε εθνικό επίπεδο σε μία ή περισσότερες από τις Ενότητες του Κεφαλαίου Β΄ του παρόντος Μέρους.
|
η μέθοδος 2, την αναλογία του εγγεγραμμένου κεφαλαίου που κατέχεται, άμεσα ή έμμεσα, από τη συμμετέχουσα επιχείρηση. Ωστόσο, ανεξάρτητα από τη χρησιμοποιούμενη μέθοδο, όταν η συνδεδεμένη επιχείρηση είναι θυγατρική και δεν διαθέτει επαρκή επιλέξιμα ίδια κεφάλαια για να καλύψει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας, λαμβάνεται υπόψη το συνολικό έλλειμμα φερεγγυότητας της θυγατρικής. Όταν, κατά τη γνώμη
|
Ο υπολογισμός της φερεγγυότητας του ομίλου της συμμετέχουσας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης πραγματοποιείται στη βάση των ενοποιημένων λογαριασμών. Η φερεγγυότητα του ομίλου της συμμετέχουσας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης είναι η διαφορά μεταξύ των ακολούθων στοιχείων:
α) των επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων για τη κάλυψη της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας
|
Τα συστήματα και οι διαδικασίες πληροφόρησης που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος υπόκεινται σε εποπτική αξιολόγηση από την αρχή εποπτείας του ομίλου, σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στο Κεφάλαιο Γ΄ του παρόντος Μέρους.
|
Εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων γίνονται σε αξίες που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής καθορίζονται όλες οι λεπτομέρειες που αφορούν στις εκτιμήσεις των αξιών των περιουσιακών στοιχείων του προηγούμενου εδαφίου.
|
Από την 1η Ιανουαρίου 2016 η περίπτωση θ΄ του άρθρου 1 του κ.ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής: «θ. Κέντρο πληροφοριών είναι η υπηρεσιακή μονάδα του επικουρικού κεφαλαίου ασφάλισης ευθύνης από ατυχήματα αυτοκινήτων και ορίζεται στο άρθρο 27β του παρόντος».
|
Από την 1η Ιανουαρίου 2016 η παρ. 1 του άρθρου 27β του κ.ν. 489/1976 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Το κέντρο πληροφοριών αποτελεί υπηρεσιακή μονάδα του επικουρικού κεφαλαίου ασφάλισης ευθύνης από ατυχήματα αυτοκινήτων του άρθρου 16 του παρόντος.»
|
Στις επιχειρήσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 7 του παρόντος δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των Ενοτήτων 1, 2 και 3 του Κεφαλαίου Δ΄, καθώς και του Κεφαλαίου ΣΤ’ του παρόντος Μέρους, ενώ οι υπόλοιπες διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλόγως. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του παρόντος, η χορηγούμενη άδεια στις ως άνω επιχειρήσεις από την Εποπτική Αρχή
|
Σε περίπτωση ανεπάρκειας του ποσού των στοιχείων των επιλέξιμων βασικών ιδίων κεφαλαίων όσον αφορά μία από τις δραστηριότητες, προκειμένου να καλυφθούν τα ελάχιστα όρια οικονομικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του παρόντος, η Εποπτική Αρχή εφαρμόζει, για την ελλειμματική δραστηριότητα, τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα νόμο, ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα
|
Το ποσό που καταλογίζεται σε κάθε στοιχείο των συμπληρωματικών ιδίων κεφαλαίων πρέπει να αντικατοπτρίζει τη δυνατότητα απορρόφησης ζημιών αυτού του στοιχείου και να βασίζεται σε συνετές και ρεαλιστικές παραδοχές. Για συμπληρωματικά ίδια κεφάλαια με σταθερή ονομαστική αξία, το ύψος του συγκεκριμένου στοιχείου ισούται με την ονομαστική του αξία μόνο εφόσον αυτή αντικατοπτρίζει σωστά τη δυνατότητα
|
Τα στοιχεία των βασικών ιδίων κεφαλαίων ταξινομούνται στην κατηγορία 2 (Tier 2) εφόσον διαθέτουν ουσιωδώς το χαρακτηριστικό που προβλέπεται στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 71 του παρόντος, λαμβανομένων περαιτέρω υπόψη των χαρακτηριστικών που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 71 του παρόντος. Τα στοιχεία των συμπληρωματικών ιδίων κεφαλαίων ταξινομούνται στην κατηγορία 2 (Tier 2
|
Υποκαταστήματα ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων τρίτης χώρας εγκατεστημένα στην Ελλάδα διαθέτουν επιλέξιμο ποσό ιδίων κεφαλαίων αποτελούμενο από τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 75 του παρόντος. Η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας και η Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των Ενοτήτων 4 και 5 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του παρόντος Μέρους
|
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του παρόντος, τα ακόλουθα στοιχεία μπορούν να συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό μόνον εφόσον είναι επιλέξιμα για την κάλυψη των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας της σχετικής συνδεδεμένης επιχείρησης:
α) τα πλεονάζοντα κεφάλαια που εμπίπτουν στην παράγραφο 2 του άρθρου 70 του παρόντος συνδεδεμένης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης ζωής
|
Κατά τον υπολογισμό της φερεγγυότητας σε επίπεδο ομίλου, δεν λαμβάνονται υπόψη επιλέξιμα ίδια κεφάλαια για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας συνδεδεμένης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης της συμμετέχουσας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης για την οποία υπολογίζεται η φερεγγυότητα σε επίπεδο ομίλου, όταν τα σχετικά ίδια κεφάλαια προκύπτουν από αμοιβαία χρηματοδότηση
|
επιχείρηση αφαιρείται από τα ίδια κεφάλαια που είναι επιλέξιμα για τη φερεγγυότητα σε επίπεδο ομίλου. Στην περίπτωση αυτή, τα μη πραγματοποιηθέντα κέρδη που συνδέονται με τη συμμετοχή αυτή δεν αναγνωρίζονται ως επιλέξιμα ίδια κεφάλαια για τη φερεγγυότητα του ομίλου.
|
Αντιστοίχως, όταν η εξυγίανση αφορά ασφαλιστική επιχείρηση που έχει την καταστατική της έδρα σε άλλο κράτος − μέλος, αποκλειστικά αρμόδιες για τη λήψη των κατάλληλων μέτρων είναι οι αρχές του κράτους−μέλους αυτού και εφαρμοστέο το δίκαιο του ιδίου κράτουςμέλους εκτός αν άλλως ορίζεται στο παρόν Κεφάλαιο. Τα λαμβανόμενα από αυτές μέτρα εξυγίανσης παράγουν στην Ελλάδα αποτελέσματα χωρίς
|
Κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης της οντότητας και αφού δοθεί η σχετική έγκριση της αρμόδιας εποπτικής αρχής, το διαθέσιμο περιθώριο φερεγγυότητας μπορεί να αποτελείται από:
α) το ήμισυ του μη καταβληθέντος μετοχικού ή αρχικού κεφαλαίου, εφόσον το καταβληθέν τμήμα ισούται με το είκοσι πέντε επί τοις εκατό (25%) του αρχικού κεφαλαίου, μέχρι ποσοστού πενήντα επί τοις εκατό (50%) του μικρότερου ποσού
|
Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της [παρ. 2 του άρθρου 20 του π.δ. 237/1986] (Α΄ 110) όπως ισχύει, τροποποιούνται και αντικαθίστανται ως εξής: «Αναστέλλεται κάθε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του Επικουρικού Κεφαλαίου, είτε εις χείρας του, είτε εις χείρας τρίτων, από την έναρξη ισχύος του παρόντος μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2018. Απαγορεύεται, επίσης, ο συμψηφισμός των εισφορών των μελών του με τυχόν
|
Αναφορικά με τις εκκαθαρίσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, το Επικουρικό Κεφάλαιο διοικεί και διαθέτει όλα τα περιουσιακά στοιχεία που έχουν διατεθεί σε τοποθέτηση ασφαλίσεων αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα. Τα εκ των μεταβιβαζομένων περιουσιακών στοιχείων ακίνητα εκποιούνται από το Επικουρικό Κεφάλαιο με πλειοδοτικό διαγωνισμό, που διενεργείται με υποβολή κλειστών
|
το κεφάλαιο κινδύνου δεν είναι αρνητικό, ποσοστό τρία δέκατα επί τοις εκατό (0,3%) από αυτό το κεφάλαιο, το οποίο έχει αναληφθεί από την οντότητα, πολλαπλασιάζεται με τον κατά την τελευταία χρήση λόγο του συνολικού κεφαλαίου κινδύνου με ίδια κράτηση της οντότητας μετά την αφαίρεση των αντασφαλιστικών εκχωρήσεων και αντεκχωρήσεων, προς το συνολικό κεφάλαιο κινδύνου στο οποίο περιλαμβάνονται
|
στοιχείων ενεργητικού−υποχρεώσεων, αξιολογεί, σε τακτική βάση τουλάχιστον τα ακόλουθα:
α) την ευαισθησία των τεχνικών προβλέψεων και των επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων της ως προς τις υποθέσεις στις οποίες βασίζεται ο υπολογισμός της προσαρμογής αντιστοίχισης, συμπεριλαμβανομένου του υπολογισμού του βασικού πιστωτικού περιθωρίου της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του παρόντος, καθώς
|
της Ενότητας 4 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του Παρόντος σε σχέση με την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας και στις ίδιες προϋποθέσεις με αυτές που ορίζονται στα Τμήματα 1, 2 και 3 της Ενότητας 3 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του Παρόντος σε σχέση με τα επιλέξιμα ίδια κεφάλαια που καλύπτουν την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας.
|
«Ειδική Συμμετοχή»: η άμεση ή έμμεση κατοχή τουλάχιστον του 10% του μετοχικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου μιας επιχείρησης, ή κάθε άλλη δυνατότητα άσκησης ουσιώδους επιρροής στη διαχείριση της επιχείρησης αυτής. Για τον υπολογισμό της ειδικής συμμετοχής λαμβάνονται υπόψη τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 43 του παρόντος.
|
Η Εποπτική Αρχή με απόφασή της η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζει κάθε γενικότερο ή ειδικότερο θέμα για τη λειτουργία των επιχειρήσεων της παραγράφου 1 του παρόντος, ενδεικτικά ως τις ελάχιστες προϋποθέσεις διακυβέρνησης, τον τρόπο υπολογισμού των τεχνικών προβλέψεων, τον τρόπο αποτίμησης των περιουσιακών τους στοιχείων, το ύψος και το είδος του κεφαλαίου φερεγγυότητας
|
Για την επέκταση αδείας ασφαλιστικής επιχείρησης σε νέους κλάδους ή σε κινδύνους ενός κλάδου, ή αντασφαλιστικής επιχείρησης σε νέες εργασίες, η επιχείρηση υποβάλλει προς την Εποπτική Αρχή πρόγραμμα δραστηριοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 16 και αποδεικνύει ότι διαθέτει τα επιλέξιμα ίδια κεφάλαια για την κάλυψη της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας και της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης
|
Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, στο πλαίσιο της διαχείρισης συγχρονισμού στοιχείων ενεργητικού − υποχρεώσεων, αξιολογούν, σε τακτική βάση την ευαισθησία των τεχνικών προβλέψεων και των επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων τους ως προς τις υποθέσεις στις οποίες βασίζεται η παρέκταση της σχετικής χρονικής διάρθρωσης επιτοκίων άνευ κινδύνου του άρθρου 53 του παρόντος.
|
συμμόρφωση, σε συνεχή βάση, με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις και τις διατάξεις για τις τεχνικές προβλέψεις σύμφωνα με τα οριζόμενα στις Ενότητες 4 και 5 «Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας» και «Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση» του Κεφαλαίου ΣΤ’ και της Ενότητας 2 «Κανόνες σχετικά με τις τεχνικές προβλέψεις» του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του παρόντος Μέρους,
γ) το εύρος της απόκλισης του προφίλ κινδύνου της επιχείρησης
|
Εφόσον πληρούνται τα ελάχιστα όρια των οικονομικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος, και με την επιφύλαξη της ενημερώσεως της Εποπτικής Αρχής, η επιχείρηση δύναται να χρησιμοποιεί, για την κάλυψη της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας που ορίζεται στο άρθρο 76 του παρόντος, συγκεκριμένα στοιχεία των επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων, που είναι ακόμη διαθέσιμα για τη μία
|
Για κάθε ένα στοιχείο των συμπληρωματικών ιδίων κεφαλαίων, η Εποπτική Αρχή εγκρίνει ένα εκ των κατωτέρω:
α) ένα νομισματικό ποσό,
β) μία μέθοδο για τον προσδιορισμό του ποσού του στοιχείου. Στην περίπτωση αυτή, η έγκριση από την Εποπτική Αρχή του ποσού που καθορίζεται σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή χορηγείται για συγκεκριμένη χρονική περίοδο.
|
Τα στοιχεία των βασικών ιδίων κεφαλαίων ταξινομούνται στην κατηγορία 1 (Tier 1) εφόσον διαθέτουν ουσιωδώς τα χαρακτηριστικά που προβλέπονται στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 71 του παρόντος, λαμβανομένων περαιτέρω υπόψη των χαρακτηριστικών που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 71 του παρόντος.
|
Το επιλέξιμο ποσό των ιδίων κεφαλαίων για την κάλυψη της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας που ορίζεται στο άρθρο 76 του παρόντος ισούται με το άθροισμα του ποσού της κατηγορίας 1 (Tier 1), του επιλέξιμου ποσού της κατηγορίας 2 (Tier 2) και του επιλέξιμου ποσού της κατηγορίας 3 (Tier 3).
|
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του παρόντος, η Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση υπολογίζεται ως γραμμική συνάρτηση ενός συνόλου ή υποσυνόλου των εξής μεταβλητών: τεχνικών προβλέψεων, εγγεγραμμένων ασφαλίστρων, κεφαλαίου σε κίνδυνο, αναβαλλόμενων φόρων και διοικητικών δαπανών της επιχείρησης. Οι ως άνω μεταβλητές μετρώνται μετά την αφαίρεση των αντασφαλιστικών εκχωρήσεων.
|
κεφαλαίων, καθώς και οι αρμοδιότητες και υποχρεώσεις του θεματοφύλακα.
|
στην Ενότητα 4 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος, επί τη βάσει προβλεπόμενου ισολογισμού, καθώς και τη μέθοδο υπολογισμού που χρησιμοποιείται για να παραχθούν αυτές οι προβλέψεις,
δ) τις προβλέψεις για τη μελλοντική Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση, όπως προβλέπεται στην Ενότητα 5 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος, επί τη βάσει προβλεπόμενου ισολογισμού, καθώς και τη μέθοδο
|
Κατά παρέκκλιση των οριζομένων στην προηγούμενη παράγραφο, υποκαταστήματα υπαγόμενα στις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου, που κατά την 1η Ιανουαρίου 1981 ασκούσαν στην Ελλάδα ταυτόχρονα ασφαλίσεις ζωής και κατά ζημιών μπορούν να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους αυτή, εφόσον τηρούν τις περί διακριτής διαχείρισης διατάξεις και ειδικότερα το άρθρο 49 του παρόντος.
|
Η Εποπτική Αρχή μπορεί να διαβιβάζει προς άλλες εποπτικές αρχές και να αναζητήσει από αυτές όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας Ενότητας. Για τη διαδικασία συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών εφαρμόζονται οι διατάξεις της Ενότητας 5 του Κεφαλαίου Δ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος.
|
Όταν η Εποπτική Αρχή αποφασίζει να εφαρμόσει στην τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό επίπεδο τις διατάξεις της Ενότητας 1 του Κεφαλαίου Β΄ του παρόντος Μέρους, η εν λόγω επιχείρηση δεν επιτρέπεται να ζητήσει, σύμφωνα με τα άρθρα 193 ή 198 του παρόντος, την άδεια να υπαγάγει οποιαδήποτε από τις θυγατρικές της στα άρθρα 195 και 196 του παρόντος.
|
Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 171 του παρόντος, οι συμμετέχουσες ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις μεριμνούν ώστε να υπάρχουν διαθέσιμα επιλέξιμα ίδια κεφάλαια στον όμιλο, τα οποία να είναι πάντοτε τουλάχιστον ίσα με την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας του ομίλου, όπως αυτές υπολογίζονται σύμφωνα με τα Τμήματα 2, 3 και 4 της παρούσας Ενότητας.
|
Στη περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 171 του παρόντος, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις σε έναν όμιλο μεριμνούν ώστε να υπάρχουν διαθέσιμα επιλέξιμα κεφάλαια στον όμιλο, τα οποία να είναι πάντοτε ίσα με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας του ομίλου, όπως αυτές υπολογίζονται σύμφωνα με το Τμήμα 5 της παρούσας Ενότητας.
|
Οι απαιτήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος υπόκεινται σε εποπτική εξέταση από την Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, σύμφωνα με το Κεφάλαιο Γ΄ του παρόντος Μέρους. Το άρθρο 107 του παρόντος και οι παράγραφοι 1 έως 4 του άρθρου 109 του παρόντος εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών.
|
Δεν επιτρέπεται ο διπλός υπολογισμός ιδίων κεφαλαίων που είναι επιλέξιμα για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας μεταξύ των διαφόρων ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων που λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό αυτό. Προς το σκοπό αυτόν κατά τον υπολογισμό της φερεγγυότητας σε επίπεδο ομίλου, και εφόσον οι μέθοδοι που περιγράφονται στο Τμήμα 4 της παρούσας Ενότητας
|
Τα επιλέξιμα ίδια κεφάλαια συνδεδεμένης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης της συμμετέχουσας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, για την οποία υπολογίζεται η φερεγγυότητα σε επίπεδο ομίλου, τα οποία υπόκεινται σε προηγούμενη εποπτική έγκριση σύμφωνα με το άρθρο 69 του παρόντος, μπορούν να συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό μόνον εφόσον έχουν δεόντως εγκριθεί από την αρχή, η οποία
|
Κατά τον υπολογισμό της φερεγγυότητας σε επίπεδο ομίλου, δεν λαμβάνονται υπόψη για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας επιλέξιμα ίδια κεφάλαια τα οποία απορρέουν από αμοιβαία χρηματοδότηση μεταξύ της συμμετέχουσας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης και κάποιας εκ των κατωτέρω:
α) συνδεδεμένης επιχείρησης,
β) συμμετέχουσας επιχείρησης,
γ) άλλης συνδεδεμένης επιχείρησης οιασδήποτε
|
Θεωρείται ότι υπάρχει αμοιβαία χρηματοδότηση όταν τουλάχιστον μία ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή οποιαδήποτε από τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις της, κατέχει μερίδια σε άλλη επιχείρηση ή δανειοδοτεί άλλη επιχείρηση η οποία, άμεσα ή έμμεσα, κατέχει ίδια κεφάλαια επιλέξιμα για την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας των πρώτων επιχειρήσεων.
|
Στις περιπτώσεις στις οποίες μια ενδιάμεση εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή ενδιάμεση μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών κατέχει δάνεια μειωμένης εξασφάλισης (διασφάλισης) ή άλλα επιλέξιμα ίδια κεφάλαια που υπόκεινται σε περιορισμό σύμφωνα με το άρθρο 75 του παρόντος, αναγνωρίζονται ως επιλέξιμα ίδια κεφάλαια μέχρι τα ποσά που υπολογίζονται με την εφαρμογή των ορίων που προβλέπονται
|
Η Εποπτική Αρχή, όταν αναλαμβάνει το ρόλο της εποπτείας του ομίλου σε σχέση με κάποιο συγκεκριμένο όμιλο, δύναται να αποφασίζει, μετά από αίτημα της συμμετέχουσας επιχείρησης ή με δική της πρωτοβουλία, να αφαιρεί οποιαδήποτε συμμετοχή που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος από τα επιλέξιμα ίδια κεφάλαια για την κάλυψη της φερεγγυότητας του ομίλου της συμμετέχουσας επιχείρησης.
|
Η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας σε επίπεδο ομίλου με βάση τα ενοποιημένα δεδομένα (ενοποιημένη Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας ομίλου) υπολογίζεται σύμφωνα είτε με την τυποποιημένη μέθοδο είτε με εγκεκριμένο εσωτερικό υπόδειγμα, κατά τρόπο συνεπή προς τις γενικές αρχές που περιλαμβάνονται στα Τμήματα 1 και 2 της Ενότητας 4 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος και στις Ενότητες 1
|
Η φερεγγυότητα του ομίλου της συμμετέχουσας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης προκύπτει ως διαφορά μεταξύ των κατωτέρω:
α) των συνολικών επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων του ομίλου, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2 του παρόντος,
β) την αξία στη συμμετέχουσα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση των συνδεδεμένων ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων και των συνολικών κεφαλαιακών
|
Το τελικό μετά την εν λόγω μείωση ασφαλισμένο κεφάλαιο ή το τελικό μετά την εν λόγω μείωση ύψος των καλυπτόμενων παροχών, καθώς και οι τυχόν λοιπές ή συνεπακόλουθες τροποποιήσεις που επέρχονται σε στοιχεία που περιλαμβάνονται σε εν ισχύ ασφαλιστικές συμβάσεις, γνωστοποιούνται εγγράφως σε κάθε έναν κάτοχο ασφαλιστηρίου συμβολαίου.
|
Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ο υπολογισμός της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων, των τεχνικών προβλέψεων συμπεριλαμβανομένων, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ’ του Πρώτου Μέρους του παρόντος. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής καθορίζονται όλες οι λεπτομέρειες που αφορούν τις μεθόδους υπολογισμού της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων
|
Ο υπολογισμός της αξίας των περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο των εκκαθαρίσεων της παραγράφου 1 του παρόντος γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής καθορίζονται όλες οι λεπτομέρειες που αφορούν τις μεθόδους υπολογισμού της αξίας των περιουσιακών στοιχείων, οι οποίες αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο.
|
Το Επικουρικό Κεφάλαιο επίσης δικαιούται, με ιδιωτικό συμφωνητικό:
α) να αναδέχεται από την υπό εκκαθάριση επιχείρηση τυχόν εκκρεμείς οφειλές του κλάδου αστικής ευθύνης από αυτοκίνητα και να καθίσταται ως προς αυτές καθολικός διάδοχος, και
β) να παραιτείται από απαιτήσεις του κατά της υπό εκκαθάριση επιχείρησης, με σκοπό τη λήξη της εκκαθάρισης του κλάδου αστικής ευθύνης από αυτοκίνητα.
|
συγχρονισμού στοιχείων ενεργητικού−υποχρεώσεων, αξιολογεί, σε τακτική βάση, τουλάχιστον τα ακόλουθα:
α) την ευαισθησία των τεχνικών προβλέψεων και των επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων της ως προς τις υποθέσεις στις οποίες βασίζεται ο υπολογισμός της προσαρμογής λόγω μεταβλητότητας, και την πιθανή επίπτωση που θα είχε στα επιλέξιμα ίδια κεφάλαιά της μια αναγκαστική πώληση περιουσιακών στοιχείων, και
β) την επίπτωση
|
Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις:
α) υπολογίζουν την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας τουλάχιστον μία φορά ετησίως, υποβάλλουν δε το αποτέλεσμα του υπολογισμού αυτού στην Εποπτική Αρχή,
β) διατηρούν επιλέξιμα ίδια κεφάλαια που καλύπτουν την τελευταία υποβληθείσα κεφαλαιακή απαίτηση φερεγγυότητας,
γ) παρακολουθούν σε συνεχή βάση το ποσό των επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων
|
Εάν η Εποπτική Αρχή ή άλλη ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θεωρήσουν ότι ορισμένα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων που είναι επιλέξιμα για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας μιας συνδεδεμένης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, πέραν εκείνων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος, δεν μπορούν ουσιαστικά να διατεθούν για την κάλυψη των κεφαλαιακών
|
η εν λόγω επιχείρηση έχει την έδρα της την υποβάλλει σε διαδικασία χορήγησης αδείας και της επιβάλλει καθεστώς φερεγγυότητας τουλάχιστον ισοδύναμο με εκείνο που ορίζεται στο Κεφάλαιο ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος, τότε κατά τον υπολογισμό, λαμβάνονται υπόψη, όσον αφορά στη συγκεκριμένη επιχείρηση, η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας και τα ίδια κεφάλαια που είναι επιλέξιμα για την κάλυψη
|
Οι επιχειρήσεις που ασκούν ασφαλίσεις ζωής δύνανται να συσσωρεύουν πλεονάζοντα κεφάλαια, αποτελούμενα από μέρος των κερδών που πραγματοποιούν κάθε έτος, για κάλυψη αποκλειστικά μελλοντικών ζημιών των αντίστοιχων εργασιών ασφαλίσεων ζωής ή για μελλοντική διανομή στους αντισυμβαλλόμενους και δικαιούχους. Το συνολικό ποσοστό κέρδους προς συσσώρευση ανά κατηγορία ασφαλιστικών εργασιών, το ποσοστό
|
ΙΙΙ – «Ασφαλίσεις ζωής συνδεδεμένες με επενδύσεις»: Περιλαμβάνει ασφαλίσεις των Κλάδων Ι.1., Ι.2. και ΙΙ οι οποίες συνδέονται με επενδυτικά κεφάλαια.
δ) Κλάδος ΙV – «Διαρκής ασφάλιση ασθένειας»: Αφορά σε τύπους διαρκούς ασφάλισης ασθενείας, μη υποκείμενης σε ακύρωση από τον ασφαλιστή. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής καθορίζονται τα χαρακτηριστικά των ασφαλίσεων αυτών ανάλογα προς τα ισχύοντα για τις
|
ασφαλιστικών συμμετοχών ή της μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 178 του παρόντος, καθώς και τα άρθρα 179 έως 191 του παρόντος Για τους σκοπούς του υπολογισμού αυτού, η μητρική επιχείρηση αντιμετωπίζεται ως εάν να ήταν ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση υποκείμενη στους κανόνες που ορίζονται στα Τμήματα 1, 2 και 3 της Ενότητας 4 του Κεφαλαίου ΣΤ
|
του Κεφαλαίου Θ΄ του παρόντος Μέρους,
δ) στις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα σε οποιοδήποτε κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που λειτουργούν στην Ελλάδα είτε υπό καθεστώς εγκατάστασης είτε υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, κατά τις διατάξεις του Κεφαλαίου Η’ του παρόντος Μέρους.
|
Κατά την αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο τα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων διαθέτουν τα χαρακτηριστικά που ορίζονται στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του παρόντος, τόσο επί του εκάστοτε τρέχοντος χρόνου όσο και στο μέλλον, αποδίδεται η δέουσα προσοχή στην οικονομική μέση διάρκεια (duration) του στοιχείου, ιδίως στο εάν το στοιχείο έχει καθορισμένη λήξη ή όχι. Εάν ένα στοιχείο των ιδίων
|
εκτίμησης και κατανομής του οικονομικού κεφαλαίου και του κεφαλαίου φερεγγυότητας, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 33 του παρόντος. Επιπλέον, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις αποδεικνύουν ότι η συχνότητα υπολογισμού της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας με τη χρήση του εσωτερικού υποδείγματος συμβαδίζει με τη συχνότητα με την οποία χρησιμοποιούν το εσωτερικό
|
Με την επιφύλαξη των ελάχιστων ποσών της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του παρόντος, η Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση δεν μπορεί να είναι κατώτερη του είκοσι πέντε επί τοις εκατό (25%) ούτε να υπερβαίνει το σαράντα πέντε επί τοις εκατό (45%) της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας της επιχείρησης, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με τα Τμήματα 2 και 3 της Ενότητας 4 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του παρόντος Μέρους
|
34 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2014/51/ΕΕ) Κατά παρέκκλιση των οριζομένων στα άρθρα 110 και 114, εφόσον ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση συμμορφώνεται μεν κατά την 31 Δεκεμβρίου 2015 με το Απαιτούμενο Περιθώριο Φερεγγυότητας που προβλέπεται στα άρθρα 17α,17β, 17γ και 98 του ν.δ.400/1970, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία αυτή, αλλά δεν διαθέτει επαρκή επιλέξιμα βασικά ίδια κεφάλαια
|
Κατά παρέκκλιση του άρθρου 72, στοιχεία των βασικών ιδίων κεφαλαίων περιλαμβάνονται στην κατηγορία 1 (Tier 1) των βασικών ιδίων κεφαλαίων για διάστημα έως δέκα (10) ετών από την 1η Ιανουαρίου 2016, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω στοιχεία:
α) έχουν εκδοθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2016 ή πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που αναφέρεται στο άρθρο 97
|
Κατά παρέκκλιση του άρθρου 72 του παρόντος, στοιχεία των βασικών ιδίων κεφαλαίων περιλαμβάνονται στην κατηγορία 2 (Tier 2) των βασικών ιδίων κεφαλαίων για διάστημα έως δέκα (10) ετών από την 1η Ιανουαρίου 2016, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω στοιχεία:
α) έχουν εκδοθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2016 ή πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που αναφέρεται στο άρθρο
|
«Φορέας Ειδικού Σκοπού»: οποιαδήποτε επιχείρηση, με εταιρική μορφή ή χωρίς, η οποία, χωρίς να έχει λάβει άδεια λειτουργίας ως ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, αναλαμβάνει κινδύνους από ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και χρηματοδοτεί πλήρως την έκθεσή της σε αυτούς με έσοδα από ομολογιακές εκδόσεις ή άλλους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς, όπου η επιστροφή κεφαλαίου, ήτοι
|
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Κεφαλαίου Η’ του Πρώτου Μέρους του παρόντος «Ελευθερία Εγκατάστασης και ελεύθερη παροχή υπηρεσιών», η άσκηση δραστηριότητας πρωτασφάλισης ή αντασφάλισης που εμπίπτει στον παρόντα νόμο υπόκειται σε προηγούμενη χορήγηση αδείας από την Εποπτική Αρχή η οποία ισχύει για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ενιαία άδεια) σε περίπτωση που η ενδιαφερόμενη επιχείρηση
|
Η χρηματοοικονομική εποπτεία της παραγράφου 1 του παρόντος περιλαμβάνει την εξακρίβωση, για το σύνολο των δραστηριοτήτων της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, ή των υποκαταστημάτων ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης τρίτης χώρας, της κατάστασης της φερεγγυότητάς της, της σύστασης τεχνικών προβλέψεων, των στοιχείων του ενεργητικού της και των επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων, σύμφωνα
|
προς τις διατάξεις της Ενότητας 6 «Επενδύσεις» του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του παρόντος Μέρους.
|
Η συμμετρική προσαρμογή της βάσει τυποποιημένης μεθόδου επιβάρυνσης κεφαλαίου λόγω μετοχών, βαθμονομημένη σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 80 του παρόντος, για την κάλυψη του κινδύνου από μεταβολές στο επίπεδο των τιμών των μετοχών, υπολογίζεται ως συνάρτηση του τρέχοντος επιπέδου κατάλληλου δείκτη μετοχών και ενός σταθμισμένου μέσου επιπέδου του συγκεκριμένου δείκτη. Ο σταθμισμένος μέσος
|
Εντός δύο μηνών από τη διαπίστωση της ως άνω μη συμμόρφωσής της, η ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση υποβάλλει προς έγκριση στην Εποπτική Αρχή ρεαλιστικό σχέδιο οικονομικής ανάκαμψης, το οποίο προσδιορίζει και περιέχει όλα τα κατάλληλα και αναγκαία μέτρα, ώστε η επιχείρηση να επιτυγχάνει την αποκατάσταση του επιπέδου επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων που καλύπτουν την Κεφαλαιακή Απαίτηση
|
Εντός μηνός από τη διαπίστωση της ως άνω μη συμμόρφωσής της, η ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση υποβάλλει προς έγκριση στην Εποπτική Αρχή, ρεαλιστικό πρόγραμμα βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης, προκειμένου να αποκαταστήσει, εντός τριών μηνών από τη στιγμή της διαπίστωσης, τα επιλέξιμα βασικά ίδια κεφάλαια τουλάχιστον στο επίπεδο της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης ή να μειώσει το προφίλ
|
Σε περίπτωση ασφαλιστικής επιχείρησης, η οποία μέσω εγκατάστασής της σε άλλο κράτος − μέλος, καλύπτει υπό το καθεστώς της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών κινδύνους του κλάδου 10 «ασφάλιση αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα», εκτός της ευθύνης του μεταφορέα, στην Ελλάδα, η εν λόγω επιχείρηση οφείλει να εγγραφεί στο Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης και στο Επικουρικό Κεφάλαιο και να καταβάλει τις
|
απαίτηση φερεγγυότητας, λαμβάνοντας υπόψη και τις εργασίες του υποκαταστήματος.
β) Έχουν σχηματίσει τεχνικές προβλέψεις και αποτιμήσει και επενδύσει τα περιουσιακά τους στοιχεία σύμφωνα με τις Ενότητες 1, 2 και 6 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος.
|
επιρροή. Η Εποπτική Αρχή μπορεί να προσδιορίζει ως συμμετοχή την κατοχή, άμεση ή έμμεση, δικαιωμάτων ψήφου ή κεφαλαίου σε επιχείρηση επί της οποίας, κατά την απόλυτη κρίση της, ασκείται πραγματικά σημαντική επιρροή.
|
Όταν η Εποπτική Αρχή αποφασίζει να εφαρμόσει στην τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό επίπεδο τις διατάξεις της Ενότητας 1 του Κεφαλαίου Β΄ του παρόντος Μέρους, η επιλογή της μεθόδου που γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 178 του παρόντος από την αρχή που ασκεί την εποπτεία του ομίλου σε σχέση με την τελική μητρική επιχείρηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 173 του παρόντος, θεωρείται
|
της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά εκτός Ελλάδος, κατά τον υπολογισμό λαμβάνονται υπόψη, ως προς τη συνδεδεμένη επιχείρηση, η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας και τα επιλέξιμα ίδια κεφάλαια για την ικανοποίηση των απαιτήσεων αυτών, όπως ορίζεται σε αυτό το άλλο κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
|
Οι απαιτήσεις που ορίζονται στην Ενότητα 2 του Κεφαλαίου Δ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος εφαρμόζονται αναλόγως στο επίπεδο του ομίλου. Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, τα συστήματα διαχείρισης των κινδύνων και εσωτερικού ελέγχου και οι διαδικασίες αναφοράς εφαρμόζονται με συνέπεια σε όλες τις επιχειρήσεις που περιλαμβάνονται στο πεδίο εποπτείας του ομίλου, σύμφωνα
|
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του παρόντος, οι μηχανισμοί εσωτερικού ελέγχου του ομίλου περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:
α) κατάλληλους μηχανισμούς, όσον αφορά στη φερεγγυότητα του ομίλου, για τον εντοπισμό και τη μέτρηση όλων των σημαντικών κινδύνων και για την κατάλληλη σύνδεση των επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων με τους κινδύνους,
β) ορθές διαδικασίες αναφοράς και λογιστικής
|
Η διαδικασία μεταβίβασης είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις του άρθρου 28 του παρόντος, όμως το ποσοστό της υποπερίπτωσης αδ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 7 του ανωτέρω άρθρου προσδιορίζεται σε πενήντα επί τοις εκατό (50%), οι δε αποτιμήσεις των προς μεταβίβαση στοιχείων ενεργητικού και ασφαλιστικών υποχρεώσεων διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους
|
Ειδικώς, οι εκποιήσεις ακινήτων διενεργούνται με πλειοδοτικό διαγωνισμό, που διενεργείται με υποβολή κλειστών και σφραγισμένων έγγραφων προσφορών και τιμή εκκίνησης την προσδιοριζόμενη σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής ορίζονται τα στοιχεία που πρέπει να περιέχει η διακήρυξη διενέργειας του πλειοδοτικού διαγωνισμού
|
Επί της περιουσίας της υπό ασφαλιστική εκκαθάριση επιχείρησης ακολουθείται η εξής σειρά προνομίων:
α) έξοδα εκκαθάρισης και αμοιβές ασφαλιστικού εκκαθαριστή, εφόσον δεν υπερβαίνουν το 10% της συνολικής περιουσίας της επιχείρησης. Κατά παρέκκλιση του προηγούμενου εδαφίου, με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, κατόπιν σχετικής εισήγησης είτε του Εγγυητικού Κεφαλαίου είτε του Επικουρικού Κεφαλαίου είτε
|
Από τη δημοσίευση του παρόντος, η Εποπτική Αρχή:
α) καθορίζει το επίπεδο και την έκταση της εποπτείας των ομίλων, σύμφωνα με τις Ενότητες 2 και 3 του Κεφαλαίου Α΄ του Τρίτου Μέρους του παρόντος, για κάθε όμιλο για τον οποίο η Εποπτική Αρχή αποτελεί ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή,
β) προσδιορίζει την αρχή εποπτείας του ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 202 του παρόντος νόμου,
γ) συγκροτεί Κολλέγια εποπτικών
|
Η περιγραφή της υποπερίπτωσης εα΄ της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του παρόντος περιλαμβάνει ανάλυση οποιωνδήποτε σημαντικών αλλαγών σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο αναφοράς, επεξήγηση ενδεχόμενων σοβαρών διαφορών σε σχέση με την αξία των στοιχείων αυτών στις οικονομικές καταστάσεις της τρέχουσας περιόδου αναφοράς, και σύντομη περιγραφή της δυνατότητας μεταφοράς των κεφαλαίων
|
Η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, καθορίζει, μετά από διαβουλεύσεις με τις άλλες ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές και τον ίδιο τον όμιλο, το αναλογικό μερίδιο που λαμβάνεται υπόψη στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) όταν δεν υπάρχουν δεσμοί κεφαλαίου μεταξύ ορισμένων από τις επιχειρήσεις ενός ομίλου,
β) όταν η Εποπτική Αρχή ή άλλη εποπτική αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει
|
της φερεγγυότητας του ομίλου, η μητρική επιχείρηση αντιμετωπίζεται ως εάν ήταν ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση υποκείμενη στις ίδιες προϋποθέσεις που αναφέρονται στα Τμήματα 1, 2 και 3 της Ενότητας 3 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος σε σχέση με τα ίδια κεφάλαια που είναι επιλέξιμα για την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας και σε ένα από τα ακόλουθα:
α) Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας
|
επενδύσεων σε κινητές αξίες και άλλων ασφαλιστικών επιχειρήσεων, και
γγ) των συμμετοχών της ασφαλιστικής επιχείρησης στο μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών που ανήκουν στις αναφερόμενες στην υποπερίπτωση γβ΄ της παρούσας περίπτωσης κατηγορίες, όπως και των συμμετοχών τέτοιων εταιριών στο μετοχικό κεφάλαιο της ασφαλιστικής επιχείρησης, δ) την ανάγκη να επωμιστούν τις τυχόν απώλειες από την εξυγίανση
|
για τους πελάτες της.
δ) Η επιχείρηση υποβάλλει στην Εποπτική Αρχή το καταστατικό της και πρόγραμμα δραστηριοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 16 του παρόντος.
ε) Η επιχείρηση παρέχει αποδείξεις στην Εποπτική Αρχή ότι:
εα) Διαθέτει επιλέξιμα βασικά ίδια κεφάλαια ώστε να καλύπτει το κατώτατο όριο της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης, όπως προβλέπεται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 102 του παρόντος
|
Η διαδικασία για την έγκριση της τροποποίησης του καταστατικού των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων διέπεται από τις ισχύουσες γενικές διατάξεις. Απαιτείται έγκριση της Εποπτικής Αρχής για την τροποποίηση που αφορά στο είδος των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, καθώς και σε κάθε περίπτωση μείωσης ή αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου αυτής, ή των αλληλασφαλιστικών μερίδων σε περίπτωση
|
διακυβέρνησης που εφαρμόζει, τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές δραστηριότητες που ασκεί, τους κανόνες αποτίμησης που ακολουθεί για τον υπολογισμό των εποπτικών της κεφαλαίων, τους κινδύνους που αντιμετωπίζει και τα συστήματα διαχείρισης των κινδύνων αυτών, την κεφαλαιακή της δομή, τις κεφαλαιακές της ανάγκες και τον τρόπο άσκησης της διοίκησής τους,
β) να λαμβάνει τις κατάλληλες αποφάσεις και να προβαίνει
|
, θα είχε ως αποτέλεσμα τη μη συμμόρφωση της με την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας, η εν λόγω επιχείρηση υποβάλλει επιπλέον ανάλυση των μέτρων που θα μπορούσε να εφαρμόσει σε μια τέτοια περίπτωση ώστε να αποκαταστήσει το επίπεδο των επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων που καλύπτουν την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας ή ώστε να μειώσει το προφίλ κινδύνου της για να αποκατασταθεί η συμμόρφωση
|
Κατ’ ελάχιστο όριο, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 5 του άρθρου 48 του παρόντος, καθώς και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ζωής της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 269 του παρόντος καλύπτουν τα ακόλουθα με ισοδύναμο ποσό στοιχείων επιλέξιμων βασικών ιδίων κεφαλαίων:
α) το θεωρητικό ποσό για την Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση, όσον αφορά στις
|
διαδικασίες λήψης αποφάσεων, στην κατανομή των κεφαλαίων και στο σύστημα διακυβέρνησης των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 94 του παρόντος. Το εσωτερικό υπόδειγμα πρέπει να καλύπτει όλους τους σημαντικούς κινδύνους στους οποίους εκτίθενται οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις. Τα εσωτερικά υποδείγματα καλύπτουν τουλάχιστον τους κινδύνους που αναφέρονται
|
Αν μια ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις περί τεχνικών προβλέψεων της Ενότητας 2 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του παρόντος Μέρους, η Εποπτική Αρχή, με απόφασή της που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται να απαγορεύσει την ελεύθερη διάθεση στοιχείων του ενεργητικού, αφού γνωστοποιήσει προηγουμένως αμελλητί την πρόθεσή της αυτή στις εποπτικές αρχές
|
στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 του παρόντος και στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 του παρόντος, τα οποία περιλαμβάνουν αντίστοιχα τα αναλογικά μερίδια των ιδίων κεφαλαίων που είναι επιλέξιμα για την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας των συνδεδεμένων ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων και την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας των συνδεδεμένων ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων
|
Απαίτηση, η αποκατάσταση του επιπέδου επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων για την κάλυψη της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης, ή η μείωση του προφίλ κινδύνου της, ώστε να εξασφαλισθεί συμμόρφωση προς την Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση. Το Κολλέγιο εποπτικών αρχών ενημερώνεται επίσης σχετικά με οποιοδήποτε μέτρο λαμβάνει η Εποπτική Αρχή για την ενίσχυση της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης στο επίπεδο της θυγατρικής.
|
της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας σε επίπεδο ομίλου βάσει ενοποιημένων δεδομένων ή της συνολικής Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας του ομίλου, σύμφωνα με τη μέθοδο υπολογισμού που χρησιμοποιείται σύμφωνα με το Τμήμα 4 της Ενότητας 1 του Κεφαλαίου Γ΄ του Τρίτου Μέρους του παρόντος,
γ) σε περίπτωση που προκύπτουν άλλες εξαιρετικές περιστάσεις.
|
Το Επικουρικό Κεφάλαιο υπεισέρχεται αυτοδικαίως στις υποχρεώσεις και στα δικαιώματα της υπό ασφαλιστικής εκκαθάρισης ασφαλιστικής επιχείρησης, διαχειρίζεται από κοινού με τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή το χαρτοφυλάκιο κλάδου αστικής ευθύνης αυτοκινήτων και υποχρεούται να καταβάλει στον ασφαλιστικό εκκαθαριστή το ποσό που αντιστοιχεί στην αναλογική συμμετοχή του στα έξοδα εκκαθάρισης
|
από το Επικουρικό Κεφάλαιο και τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή και σχετική έγκριση της Εποπτικής Αρχής. Το ως άνω αίτημα συνοδεύεται από έκθεση του ασφαλιστικού εκκαθαριστή και του Επικουρικού Κεφαλαίου, από την οποία προκύπτει η συνδρομή των όρων που ορίζονται στο επόμενο εδάφιο και από έκθεση του υποψήφιου αναδόχου προς την Εποπτική Αρχή περί της διατήρησης του αναγκαίου περιθωρίου φερεγγυότητας μετά την απόκτηση
|
προστασίας. Το ύψος των επιπρόσθετων αυτών περιουσιακών στοιχείων αντανακλά τον κίνδυνο και την περιουσιακή βάση της οντότητας αυτής αναφορικά με το πλήρες φάσμα των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων παροχών που παρέχει ή διαχειρίζεται. Τα περιουσιακά αυτά στοιχεία είναι ελεύθερα από κάθε υποχρέωση που δύναται να προβλεφθεί και αποτελεί κεφάλαιο ασφαλείας για την κάλυψη των αποκλίσεων μεταξύ των προβλεπομένων
|
μη συμμόρφωσης παύει αυτοδικαίως να έχει αποτέλεσμα η άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από τη συμμετοχή του φυσικού ή του νομικού προσώπου στο μετοχικό κεφάλαιο της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης και η Εποπτική Αρχή μπορεί να επιβάλει κυρώσεις σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 256 του παρόντος.
β) Σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί συμμετοχή ή αυξηθεί η υφιστάμενη συμμετοχή στο κεφάλαιο
|
Η Εποπτική Αρχή δύναται, από την δημοσίευση του παρόντος και εφεξής, να λαμβάνει αποφάσεις και να χορηγεί εγκρίσεις σύμφωνα με τις διαδικασίες και προϋποθέσεις που καθορίζονται στα σχετικά άρθρα του παρόντος νόμου αναφορικά με τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) των συμπληρωματικών ιδίων κεφαλαίων σύμφωνα με το άρθρο 69 του παρόντος,
β) της ταξινόμησης των ιδίων κεφαλαίων που αναφέρεται στην παράγραφο
|
αυτή, αλλά δεν συμμορφώνονται προς την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας κατά το έτος 2016, να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να επιτύχουν το επίπεδο επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων που καλύπτουν την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας ή να μειώσουν το προφίλ κινδύνου τους για να αποκαταστήσουν τη συμμόρφωση προς την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017. Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις
|
) διαθέτει τα επιλέξιμα βασικά ίδια κεφάλαια ώστε να καλύπτει το κατώτατο όριο της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης για επιχειρήσεις ασφάλισης ζωής, καθώς και το κατώτατο όριο της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης για επιχειρήσεις ασφάλισης κατά ζημιών, όπως ορίζονται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 102 του παρόντος,
β) αναλαμβάνει τη δέσμευση να ανταποκρίνεται στα ελάχιστα όρια οικονομικών
|
του παρόντος, στην Εποπτική Αρχή ότι:
α) Διαθέτει τα επιλέξιμα βασικά ίδια κεφάλαια ώστε να καλύπτει το κατώτατο όριο της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης για επιχειρήσεις ασφάλισης ζωής, καθώς και το κατώτατο όριο της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης για επιχειρήσεις ασφάλισης κατά ζημιών, όπως αναφέρονται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 102 του παρόντος,
β) αναλαμβάνει τη δέσμευση
|
επιχείρηση,
β) το είδος των αντασφαλιστικών συμβάσεων που η αντασφαλιστική επιχείρηση προτίθεται να παρέχει στις εκχωρούσες επιχειρήσεις,
γ) τις κατευθυντήριες αρχές όσον αφορά την αντασφάλιση και την αντεκχώρηση,
δ) τα περιουσιακά στοιχεία των βασικών ιδίων κεφαλαίων που συγκροτούν το κατώτατο όριο της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης,
ε) τις προβλέψεις για τα έξοδα εγκατάστασης των διοικητικών υπηρεσιών
|
, τα στοιχεία των επιλέξιμων βασικών ιδίων κεφαλαίων που καλύπτουν κάθε θεωρητικό ποσό Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης της παραγράφου 2 του παρόντος.
|
δραστηριότητες όσο και τις νέες δραστηριότητες που αναμένεται να αναληφθούν μέσα στους επόμενους δώδεκα (12) μήνες. Όσον αφορά στις υφιστάμενες δραστηριότητες, η κεφαλαιακή απαίτηση φερεγγυότητας καλύπτει μόνο τις μη αναμενόμενες ζημίες,
δ) αντιστοιχεί στην αξία σε κίνδυνο (Value−at−Risk) των βασικών ιδίων κεφαλαίων ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης με επίπεδο εμπιστοσύνης 99,5% για περίοδο ενός (1
|
χρόνο, για τη συγκεκριμένη τρίτη χώρα και λαμβάνει απόφαση που έρχεται σε σύγκρουση με τις αποφάσεις αυτές μόνον όταν είναι αναγκαίο να ληφθούν υπόψη σημαντικές αλλαγές στο καθεστώς εποπτείας είτε στο καθοριζόμενο στο Κεφάλαιο ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος είτε σε αυτό της τρίτης χώρας. Η Εποπτική Αρχή, εφόσον διαφωνεί με απόφαση άλλης εποπτικής αρχής περί ισοδυναμίας μίας τρίτης χώρας, δύναται
|
%) των τεχνικών προβλέψεων, το οποίο υπολογίζεται με τον ίδιο τρόπο, εφόσον η οντότητα δεν φέρει κινδύνους επενδύσεων και η κατανομή για την κάλυψη των εξόδων διοίκησης είναι σταθερή για περίοδο που υπερβαίνει τα 5 χρόνια, και
β) του τρία δέκατα επί τοις εκατό (0,3%) του κεφαλαίου κινδύνου, το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με το καθοριζόμενο στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του παρόντος δεύτερο αποτέλεσμα
|
αντασφαλιστικές επιχειρήσεις τηρούν τις διατάξεις του παρόντος νόμου και της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ που αναφέρονται στην άσκηση αντασφαλιστικών δραστηριοτήτων, καθώς και τις απαιτήσεις των περιπτώσεων α΄, γ΄, ε΄ και στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 14, της παραγράφου 1 του άρθρου 15 και των Ενοτήτων 2, 3 και 4 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος.
|
στο Κεφάλαιο Β΄ του Τετάρτου Μέρους του παρόντος και έχει οριστεί ασφαλιστικός διαχειριστής.
|
Αρχή, αναφέροντας τα μέτρα που έλαβαν και την πρόοδο που έχουν σημειώσει όσον αφορά την αποκατάσταση, στο τέλος της μεταβατικής περιόδου που καθορίζεται στην παράγραφο 2 το παρόντος, επιπέδου επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων το οποίο καλύπτει την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας, ή τη μείωση του προφίλ κινδύνου τους ώστε να αποκατασταθεί η συμμόρφωση προς την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας,
γ
|
Η Εποπτική Αρχή μπορεί να επιβάλλει πρόσθετη κεφαλαιακή απαίτηση μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) όταν διαπιστώνει ότι το προφίλ κινδύνου της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης αποκλίνει σημαντικά από τις παραδοχές στις οποίες βασίζεται ο υπολογισμός της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας με την τυποποιημένη μέθοδο του Τμήματος 2 της Ενότητας 4 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του παρόντος Μέρους
|
για την αποτίμησή τους, με επεξήγηση τυχόν σημαντικών αποκλίσεων από τις αντίστοιχες τεχνικές βάσεις και μεθόδους που έχουν χρησιμοποιηθεί κατά την σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων,
ε) περιγραφή της διαχείρισης των κεφαλαίων, και κατ’ ελάχιστον περιγραφή:
εα) της διάρθρωσης και του ύψους των ιδίων κεφαλαίων, καθώς και της ποιότητάς τους,
εβ) των ποσών της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας και της Ελάχιστης
|
Η Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση υπολογίζεται επί τη βάσει των ακόλουθων αρχών:
α) χρησιμοποιείται σαφής και απλή μέθοδος, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η δυνατότητα ελέγχου του υπολογισμού,
β) αντιστοιχεί σε ένα ποσό επιλέξιμων βασικών ιδίων κεφαλαίων, κάτω από το οποίο οι αντισυμβαλλόμενοι και οι δικαιούχοι απαιτήσεων από ασφάλιση θα εκτίθεντο σε μη αποδεκτό επίπεδο κινδύνου εάν οι ασφαλιστικές
|
απαιτήσεων από ασφάλιση,
γ) όταν διαφαίνεται ότι η ασφαλιστική επιχείρηση δεν διαθέτει επαρκή ίδια κεφάλαια ή ότι δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της ή δεν διαθέτει κατάλληλα περιουσιακά στοιχεία για την κάλυψη των ασφαλιστικών υποχρεώσεών της,
δ) όταν διαπιστώνεται από την Εποπτική Αρχή επιδείνωση της κατάστασης φερεγγυότητας σύμφωνα με το άρθρο 112 του παρόντος,
ε) όταν η ασφαλιστική
|
αρμοδιότητες,
αγ) των ειδικών εξεταστικών επιτροπών της Βουλής, κατά τη, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής, άσκηση των καθηκόντων τους,
αδ) των οργάνων τα οποία νόμιμα μετέχουν σε διαδικασίες εκκαθάρισης ή πτώχευσης ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, καθώς και των εγγυητικών κεφαλαίων, όπως ενδεικτικά του Επικουρικού Κεφαλαίου και του Εγγυητικού Κεφαλαίου Ζωής, για την εκπλήρωση της αποστολής
|
Για τις τρεις πρώτες εταιρικές χρήσεις, το πρόγραμμα δραστηριοτήτων της επιχείρησης περιλαμβάνει πέραν των προβλεπομένων στην παράγραφο 1 του παρόντος τα εξής:
α) προβλεπόμενο ισολογισμό,
β) τις προβλέψεις για την μελλοντική Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας, όπως προβλέπεται στο Τμήμα 1 της Ενότητας 4 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του παρόντος Μέρους, επί τη βάσει του προβλεπόμενου ισολογισμού
|
στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα,
ζ) τα συστήματα και τις δομές της επιχείρησης για την παροχή πληροφοριών για σκοπούς εποπτείας, καθώς και την τεκμηριωμένη έγγραφη πολιτική της παραγράφου 3 του παρόντος,
η) την καταλληλότητα του συστήματος διακυβέρνησης της επιχείρησης,
θ) το επίπεδο των ιδίων κεφαλαίων που καλύπτουν την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας και την Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση,
ι) το γεγονός
|
Η μεταβίβαση εγκρίνεται κατά την προηγούμενη παράγραφο εφόσον η επιχείρηση προς την οποία γίνεται η μεταβίβαση έχει κατάλληλη άδεια λειτουργίας των κλάδων στους οποίους κατατάσσονται οι κίνδυνοι ή οι υποχρεώσεις του μεταβιβαζόμενου χαρτοφυλακίου και κατέχει τα επιλέξιμα ίδια κεφάλαια ώστε να καλύπτει την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας της παραγράφου 1 του άρθρου 76 του παρόντος, αφού ληφθεί
|
των Ενοτήτων 4 και 5 «Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας» και «Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση» του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του παρόντος Μέρους και της αξιολόγησης που προβλέπεται στο άρθρο 33 του παρόντος.
|
και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών αφότου λάβουν γνώση, γνωστοποιούν στην Εποπτική Αρχή, την απόκτηση ή εκχώρηση συμμετοχών στο κεφάλαιο τους, οι οποίες αυξάνουν ή μειώνουν τα ποσοστά συμμετοχής πάνω ή κάτω από ένα από τα όρια που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του παρόντος, καθώς και οποιαδήποτε αλλαγή στην ταυτότητα ή στα στοιχεία των προσώπων
|
/2012] (Α΄ 250) ή στην Οδηγία 2009/65/ΕΚ ή με την αξία περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται σε κάποιο εσωτερικό κεφάλαιο που τηρείται από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, συνήθως διηρημένο σε μερίδια, οι τεχνικές προβλέψεις σε σχέση με τις παροχές αυτές πρέπει να αντικρίζονται κατά το μέγιστο δυνατόν από τα μερίδια αυτά ή, στην περίπτωση που δεν έχουν καθοριστεί μερίδια, από τα εν λόγω περιουσιακά
|
Σε περιπτώσεις στις οποίες φέρουν τον επενδυτικό κίνδυνο αντισυμβαλλόμενοι που είναι φυσικά πρόσωπα, τότε οι ασφαλίσεις συνδέονται αποκλειστικά με χρηματοπιστωτικά μέσα ή δείκτες αναφοράς σύμφωνα με τα άρθρα 59 έως 65 του[ ν. 4099/2012] (Α΄ 250). Στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου όταν οι ασφαλίσεις συνδέονται με εσωτερικά κεφάλαια που τηρούνται από ασφαλιστικές επιχειρήσεις
|
, συμπεριλαμβανομένων των κοινοποιήσεων που θα απευθύνονται στο νόμιμο αντιπρόσωπο,
δ) σε περίπτωση που η ασφαλιστική επιχείρηση πρόκειται να ασκήσει στην Ελλάδα τον κλάδο 10 «ασφάλιση αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα», εξαιρουμένης της ευθύνης του μεταφορέα, τη δήλωση εγγραφής της στο Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης και το Επικουρικό Κεφάλαιο,
ε) την πιστοποίηση ότι η ασφαλιστική επιχείρηση πληροί τις προϋποθέσεις
|
Κεφάλαιο.
|
κεφάλαια επαρκή για την κάλυψη των Κεφαλαιακών Απαιτήσεων Φερεγγυότητας,
β) η νομοθεσία του κράτους − μέλους, όπου είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα επιτρέπει την εν λόγω μεταβίβαση, και
γ) το εν λόγω κράτος − μέλος έχει συναινέσει στην μεταβίβαση.
|
απαίτηση φερεγγυότητάς της βάσει της τυποποιημένης μεθόδου που αναφέρεται στα Τμήματα 1 και 2 της Ενότητας 4 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος. Σύμφωνα με τις περιπτώσεις α΄ και γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 26 του παρόντος, η Εποπτική Αρχή μπορεί να επιβάλει πρόσθετη κεφαλαιακή απαίτηση στην Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας αυτής της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης
|
του επιπέδου επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων ή η μείωση του προφίλ κινδύνου της, ώστε να εξασφαλισθεί η συμμόρφωση προς την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας. Η Εποπτική Αρχή καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την επίτευξη συμφωνίας στο πλαίσιο του Κολλεγίου Εποπτικών Αρχών, σχετικά με την πρότασή της όσον αφορά στην έγκριση ή μη του σχεδίου ανάκαμψης μέσα σε τέσσερεις μήνες από την ημερομηνία κατά την οποία
|
κεφαλαιακή απαίτηση δυνάμει του άρθρου 26 του παρόντος και της επιβολής οιουδήποτε περιορισμού στη χρήση εσωτερικού υποδείγματος για τον υπολογισμό της κεφαλαιακής απαίτησης φερεγγυότητας δυνάμει του Τμήματος 3 της Ενότητας 4 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος. Για τους σκοπούς των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παρούσας παραγράφου, η Εποπτική Αρχή ζητεί πάντοτε τη γνώμη της αρχής εποπτείας
|
Ύστερα από αίτηση είτε των μετόχων ή εταίρων που αντιπροσωπεύουν περισσότερο από πενήντα εκατοστά (50%) του κεφαλαίου ασφαλιστικής επιχείρησης είτε του ασφαλιστικού εκκαθαριστή είτε με πρωτοβουλία της Εποπτικής Αρχής, η Εποπτική Αρχή μπορεί, εφόσον έχει, σύμφωνα με βεβαίωση του ασφαλιστικού εκκαθαριστή, περατωθεί η εκκαθάριση του ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου ή έχει εξαντληθεί η περιουσία
|
α) Σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί ειδική συμμετοχή ή αυξηθεί η υφιστάμενη συμμετοχή στο κεφάλαιο ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, χωρίς την, βάσει του άρθρου 43 του παρόντος, απαιτούμενη κατά περίπτωση γνωστοποίηση ή έγκρισή της από την Εποπτική Αρχή, η Εποπτική Αρχή μπορεί να επιβάλλει στους κατόχους των συμμετοχών αυτών τις παρακάτω κυρώσεις, διαζευκτικά ή σωρευτικά:
αα) Πρόστιμο
|
στην Εποπτική Αρχή, στην οποία προσδιορίζει τα μέτρα που λαμβάνει και την πρόοδο που έχει σημειώσει στην αποκατάσταση του επιπέδου των επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων που καλύπτουν την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας ή τη μείωση του προφίλ κινδύνου για τη διασφάλιση της συμμόρφωσής της προς την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας. Η απόφαση περί παράτασης της προθεσμίας, που η Εποπτική Αρχή έχει λάβει δυνάμει
|
ή αντασφαλιστική επιχείρηση, ούτως ώστε το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου ή του μετοχικού κεφαλαίου που θα κατέχει να φθάνει ή να υπερβαίνει τα όρια του 20%, του 1/3 ή του 50% ή ώστε να αποκτήσει, άμεσα ή έμμεσα, τον έλεγχο της ασφαλιστικής ή της αντασφαλιστικής επιχείρησης (στο εξής: «προτεινόμενη εξαγορά»), αρχικά απευθύνεται εγγράφως στην Εποπτική Αρχή και της γνωστοποιεί το ύψος της σκοπούμενης συμμετοχής
|
υπόψη τα ανακτήσιμα ποσά από αντασφαλιστικές συμβάσεις και Φορείς Ειδικού Σκοπού,
στ) η ασφαλιστική επιχείρηση δεν παρέχει υπηρεσίες σε άλλα κράτη μέλη, είτε υπό καθεστώς εγκατάστασης είτε υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Η΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος.
|
και των αντασφαλιστικών επιχειρήσεων να αποκαταστήσουν το επίπεδο ιδίων κεφαλαίων που καλύπτουν την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας ή να μειώσουν το προφίλ κινδύνου για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση προς την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας,
στ) στις περιπτώσεις που οι ασφαλιστικές και οι αντασφαλιστικές επιχειρήσεις εφαρμόζουν τα μεταβατικά μέτρα που καθορίζονται στα άρθρα 274 και 275 του παρόντος
|
του παρόντος,
θ) πληροί τις απαιτήσεις διακυβέρνησης που καθορίζονται στην Ενότητα 2 του Κεφαλαίου Δ΄ του παρόντος Μέρους.
|
του αντισυμβαλλομένου, ββ) τη διάρκεια της σύμβασης, βγ) τον τρόπο καταγγελίας της σύμβασης,
βδ) λεπτομέρειες για τον τρόπο και χρόνο καταβολής των ασφαλίστρων,
βε) τον τρόπο υπολογισμού και συμμετοχής στα κέρδη, βστ) ενδεικτικές τιμές της αξίας εξαγοράς και του κεφαλαίου ελευθέρου περαιτέρω καταβολών και το βαθμό στον οποίο αυτά είναι εγγυημένα, βζ) πληροφορίες για τα ασφάλιστρα που αφορούν σε κάθε κάλυψη, είτε
|
κεφάλαιο του ενιαίου ασφαλιστηρίου που προβλέπεται στο άρθρο 162 του παρόντος. Αν η ως άνω επιχείρηση με αυτοτελή νομική προσωπικότητα συνδέεται με ασφαλιστική επιχείρηση που ασκεί έναν ή περισσότερους κλάδους που προβλέπονται στο άρθρο 4 του παρόντος, τα μέλη του προσωπικού της επιχείρησης αυτής, τα οποία ασχολούνται με τη διαχείριση ασφαλιστικών περιπτώσεων του κλάδου νομικής προστασίας ή την παροχή
|
Όταν η Εποπτική Αρχή αποφασίζει να εφαρμόσει στην τελική μητρική επιχείρηση σε εθνικό επίπεδο τις διατάξεις της Ενότητας 1 του Κεφαλαίου Β΄ του παρόντος Μέρους, και όταν η τελική μητρική επιχείρηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο που αναφέρεται στο άρθρο 173 του παρόντος έχει λάβει, σύμφωνα με το άρθρο 189 του παρόντος ή την παράγραφο 5 του άρθρου 191 του παρόντος, την άδεια να υπολογίζει τις κεφαλαιακές
|
έναν αναθεωρημένο ισολογισμό και μια προκαταρκτική εκτίμηση της καταλληλότητας των μέτρων εξυγίανσης του παρόντος Κεφαλαίου και των ενδεχόμενων επιπτώσεων για τους λήπτες ασφάλισης, ασφαλισμένους και δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση, καθώς και άλλων συμβαλλομένων μερών και λοιπών πιστωτών σε περίπτωση ασφαλιστικής εκκαθάρισης,
ββ) το προτεινόμενο σχέδιο δράσης που μπορεί να περιλαμβάνει προτάσεις
|
ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση υποβάλλει στην Εποπτική Αρχή σχέδιο σταδιακής εφαρμογής στο οποίο καθορίζονται τα μέτρα που προορίζονται για τον καθορισμό του επιπέδου επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων για την κάλυψη της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας ή για τη μείωση του προφίλ κινδύνου της ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας στο τέλος της μεταβατικής περιόδου
|