195 Α' 2007

ΝΟΜΟΣ 3606/2007

Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ - ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ - ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΤΩΝ
17 Αυγούστου 2007

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 195
17 Αυγούστου 2007

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 3606
Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΤΩΝ
Άρθρο 25Υποχρεώσεις επαγγελματικής συμπεριφοράς κατά την παροχή επενδυτικών υπηρεσιώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι ΑΕΠΕΥ οφείλουν να ενεργούν κατά την παροχή επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών σε πελάτες με αμεροληψία, εντιμότητα και επαγγελματισμό, ώστε να εξυπηρετούν με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών τους και ειδικότερα να συμμορφώνονται με τις αρχές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 8 του άρθρου αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι πληροφορίες που παρέχουν οι ΑΕΠΕΥ σε πελάτες ή σε δυνητικούς πελάτες, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, πρέπει να είναι ακριβείς, σαφείς και μη παραπλανητικές. Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις πρέπει να μπορούν να αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν στους πελάτες ή στους δυνητικούς πελάτες κατάλληλη πληροφόρηση σε κατανοητή μορφή, ώστε αυτοί να είναι ευλόγως σε θέση να κατανοούν τη φύση και τους κινδύνους της προσφερόμενης επενδυτικής ή παρεπόμενης υπηρεσίας και της συγκεκριμένης κατηγορίας του προτεινόμενου χρηματοπιστωτικού μέσου και ως εκ τούτου να λαμβάνουν επενδυτικές αποφάσεις επί τη βάσει αντικειμενικής πληροφόρησης. Οι πληροφορίες αυτές μπορεί να παρέχονται σε τυποποιημένη μορφή. Η πληροφόρηση περιλαμβάνει στοιχεία σχετικά με: (α) την ΑΕΠΕΥ και τις υπηρεσίες της, (β) τα χρηματοπιστωτικά μέσα και τις προτεινόμενες επενδυτικές στρατηγικές, καθώς και κατάλληλη καθοδήγηση και προειδοποιήσεις σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με τις επενδύσεις στα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα ή με την υιοθέτηση των εν λόγω επενδυτικών στρατηγικών, (γ) τους τόπους εκτέλεσης και (δ) το κόστος και τις σχετικές παρεπόμενες επιβαρύνσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όταν οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν επενδυτικές συμβουλές ή προβαίνουν σε διαχείριση χαρτοφυλακίου, οφείλουν να αντλούν τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την εμπειρία του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη στον επενδυτικό τομέα που σχετίζεται με τη συγκεκριμένη κατηγορία χρηματοπιστωτικού μέσου ή υπηρεσίας, καθώς και σχετικά με τη χρηματοοικονομική κατάσταση και τους επενδυτικούς στόχους του, ώστε να μπορούν να τους συστήσουν τις επενδυτικές υπηρεσίες και τα χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι κατάλληλα για την περίπτωσή τους (έλεγχος καταλληλότητας).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Όταν οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν άλλες επενδυτικές υπηρεσίες εκτός από αυτές που αναφέρονται στην παράγραφο 4, ζητούν από τον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την εμπειρία του στον επενδυτικό τομέα που σχετίζεται με τη συγκεκριμένη κατηγορία του προσφερόμενου ή ζη−τούμενου χρηματοπιστωτικού μέσου ή υπηρεσίας, ώστε να μπορούν οι ΑΕΠΕΥ να εκτιμήσουν κατά πόσον η σχεδιαζόμενη επενδυτική υπηρεσία ή το χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κατάλληλο για τον πελάτη (έλεγχος συμβατότητας). Εφόσον οι ΑΕΠΕΥ κρίνουν, βάσει των πληροφοριών που έχουν λάβει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ότι το χρηματοπιστωτικό μέσο ή η υπηρεσία δεν είναι κατάλληλα για τον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη, οφείλουν να τον προειδοποιήσουν σχετικά. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή. Εάν ο πελάτης ή ο δυνητικός πελάτης δεν παράσχει τις κατά το πρώτο εδάφιο πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την εμπειρία του ή αν παράσχει ανεπαρκείς σχετικές πληροφορίες, οι ΑΕΠΕΥ οφείλουν να τον προειδοποιήσουν ότι η απόφασή του αυτή δεν τους επιτρέπει να κρίνουν κατά πόσον η προσφερόμενη ή ζητούμενη επενδυτική υπηρεσία ή το προσφερόμενο ή ζητούμενο χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κατάλληλα γι’ αυτόν. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι ΑΕΠΕΥ που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες οι οποίες συνίστανται αποκλειστικά στην εκτέλεση εντολών πελατών ή τη λήψη και διαβίβαση εντολών με ή χωρίς παρεπόμενες υπηρεσίες μπορούν να παρέχουν τις εν λόγω επενδυτικές υπηρεσίες στους πελάτες τους χωρίς να έχουν λάβει τις πληροφορίες και χωρίς να έχουν καταλήξει στην κρίση που προβλέπεται στην παράγραφο 5, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις: (α) Οι εν λόγω υπηρεσίες αφορούν μετοχές, εισηγμένες για διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ή σε ισοδύναμη αγορά τρίτης χώρας, μέσα χρηματαγοράς, ομολογίες ή άλλες μορφές τιτλοποιημένου χρέους, (με την εξαίρεση των ομολογιών ή άλλων μορφών τιτλοποιημένου χρέους που ενσωματώνουν παράγωγα), μερίδια ΟΣΕΚΑ και άλλα μη σύνθετα χρηματοπιστωτικά μέσα. 4180− Αγορά τρίτης χώρας θεωρείται ισοδύναμη με οργανωμένη αγορά, εάν πληροί ισοδύναμες απαιτήσεις με τις οριζόμενες στο Κεφάλαιο ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του νόμου αυτού. (β) Η υπηρεσία παρέχεται κατόπιν πρωτοβουλίας του πελάτη ή δυνητικού πελάτη. (γ) Ο πελάτης ή δυνητικός πελάτης έχει ενημερωθεί σαφώς ότι, κατά την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας, η ΑΕΠΕΥ δεν υποχρεούται να αξιολογήσει τη συμβατότητα του χρηματοπιστωτικού μέσου που προσφέρεται ή της υπηρεσίας που παρέχεται και ότι δεν καλύπτεται από την αντίστοιχη προστασία των σχετικών κανόνων επαγγελματικής συμπεριφοράς. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή. (δ) Η ΑΕΠΕΥ συμμορφώνεται με τις κατά το άρθρο 13 υποχρεώσεις της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι ΑΕΠΕΥ τηρούν αρχείο με τα έγγραφα και τις συμβάσεις που καταρτίζονται μεταξύ του πελάτη και της ΑΕΠΕΥ, τα οποία αναφέρουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, καθώς και τους όρους υπό τους οποίους η ΑΕΠΕΥ παρέχει υπηρεσίες στον πελάτη. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών μπορούν να ορίζονται με αναφορά σε άλλα έγγραφα ή νομικά κείμενα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν σε κάθε πελάτη εγγράφως επαρκή ενημέρωση σχετικά με τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Στην ενημέρωση αυτή περιλαμβάνεται, όπου συντρέχει περίπτωση, το κόστος των συναλλαγών που εκτελούνται για λογαριασμό του και των υπηρεσιών που του παρέχονται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Όταν η επενδυτική υπηρεσία προσφέρεται ως μέρος χρηματοπιστωτικού προϊόντος που ήδη υπόκειται σε άλλες διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας ή σε κοινά ευρωπαϊκά πρότυπα σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα και την καταναλωτική πίστη όσον αφορά την αξιολόγηση του κινδύνου των πελατών και τις απαιτήσεις περί πληροφοριών, η παροχή της εν λόγω υπηρεσίας δεν υπόκειται επιπροσθέτως στις επιβαλλόμενες με το άρθρο αυτό υποχρεώσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις των ΕΠΕΥ που καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 8, σύμφωνα με τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 10 του άρθρου 19 της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ.

Άρθρο 26Παροχή υπηρεσιών μέσω άλλης ΕΠΕΥΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

ΑΕΠΕΥ που λαμβάνει, με τη μεσολάβηση άλλης ΕΠΕΥ, οδηγίες για την παροχή επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών για λογαριασμό ενός πελάτη μπορεί να βασίζεται στις σχετικές με τον πελάτη πληροφορίες που της γνωστοποιεί η μεσολαβούσα ΕΠΕΥ. Η μεσολαβούσα ΕΠΕΥ παραμένει υπεύθυνη για την πληρότητα και την ακρίβεια των διαβιβαζόμενων πληροφοριών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η ΑΕΠΕΥ που λαμβάνει οδηγίες για την παροχή υπηρεσιών για λογαριασμό ενός πελάτη από μεσολαβούσα ΕΠΕΥ μπορεί να βασίζεται σε οποιεσδήποτε συστάσεις έχουν δοθεί στον πελάτη από τη μεσολαβούσα ΕΠΕΥ σχετικά με την υπηρεσία ή με τη συναλλαγή. Η μεσολαβούσα ΕΠΕΥ παραμένει υπεύθυνη για την καταλληλότητα των παρεχόμενων συστάσεων ή συμβουλών για το συγκεκριμένο πελάτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η ΑΕΠΕΥ που λαμβάνει οδηγίες ή εντολές ενός πελάτη με τη μεσολάβηση άλλης ΕΠΕΥ παραμένει υπεύθυνη για την παροχή της υπηρεσίας ή την ολοκλήρωση της συναλλαγής βάσει αυτών των πληροφοριών ή συστάσεων, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κεφαλαίου αυτού.

Άρθρο 27Υποχρέωση εκτέλεσης των εντολών με τους πλέον ευνοϊκούς για τον πελάτη όρουςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι ΑΕΠΕΥ λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο, ώστε να επιτυγχάνουν, κατά την εκτέλεση εντολών, το βέλτιστο αποτέλεσμα για τον πελάτη, λαμβάνοντας υπόψη την τιμή, το κόστος, την ταχύτητα, την πιθανότητα εκτέλεσης και διακανονισμού, τον όγκο, τη φύση και οποιονδήποτε άλλον παράγοντα αφορά την εκτέλεση της εντολής. Σε περίπτωση που υπάρχουν συγκεκριμένες οδηγίες του πελάτη, η ΑΕΠΕΥ εκτελεί την εντολή σύμφωνα με αυτές τις οδηγίες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι ΑΕΠΕΥ καταρτίζουν και εφαρμόζουν αποτελεσματικές ρυθμίσεις για να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παραγράφου 1. Οι ΑΕΠΕΥ πρέπει, ιδίως, να καταρτίζουν και να εφαρμόζουν πολιτική εκτέλεσης εντολών που να τους επιτρέπει να επιτυγχάνουν το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα για τις εντολές των πελατών τους, σύμφωνα με την παράγραφο 1.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η πολιτική εκτέλεσης εντολών περιέχει, για κάθε κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων, στοιχεία σχετικά με τους διάφορους τόπους διαπραγμάτευσης όπου η ΑΕΠΕΥ εκτελεί τις εντολές των πελατών της και τους παράγοντες που επηρεάζουν την επιλογή του τόπου διαπραγμάτευσης. Η πολιτική περιλαμβάνει τουλάχιστον τους τόπους εκείνους όπου η ΑΕΠΕΥ μπορεί συστηματικά να επιτυγχάνει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για την εκτέλεση των εντολών των πελατών. Οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν στους πελάτες τους κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με την πολιτική εκτέλεσης εντολών που ακολουθούν και λαμβάνουν την προηγούμενη συναίνεση των πελατών τους σχετικά με την εν λόγω πολιτική.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όταν η ακολουθούμενη πολιτική εκτέλεσης εντολών προβλέπει τη δυνατότητα εκτέλεσης εντολών εκτός οργανωμένων αγορών ή ΠΜΔ, οι ΑΕΠΕΥ ενημερώνουν σχετικά τους πελάτες ή τους δυνητικούς πελάτες τους. Οι ΑΕΠΕΥ εξασφαλίζουν εκ των προτέρων τη ρητή συναίνεση των πελατών τους προτού εκτελέσουν εντολές πελατών εκτός οργανωμένων αγορών ή ΠΜΔ. Οι ΑΕΠΕΥ μπορούν να εξασφαλίζουν την εν λόγω συναίνεση με τη μορφή γενικής συμφωνίας ή για συγκεκριμένες συναλλαγές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι ΑΕΠΕΥ παρακολουθούν την αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων και της πολιτικής που ακολουθούν ως προς την εκτέλεση εντολών, ώστε να εντοπίζουν και να διορθώνουν, όπου χρειάζεται, τυχόν ελλείψεις. Ειδικότερα, οι ΑΕΠΕΥ εξετάζουν τακτικά κατά πόσον οι τόποι διαπραγμάτευσης, που προβλέπονται στην πολιτική εκτέλεσης εντολών, επιτυγχάνουν το βέλτιστο αποτέλεσμα για τους πελάτες τους και να τροποποιούν αναλόγως τις ρυθμίσεις εκτέλεσης εντολών που ακολουθούν. Οι ΑΕΠΕΥ πληροφορούν τους πελάτες τους για κάθε ουσιαστική αλλαγή των ρυθμίσεων και της πολιτικής που ακολουθούν ως προς την εκτέλεση εντολών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι ΑΕΠΕΥ, κατόπιν αιτήματος των πελατών τους, παρέχουν σε αυτούς τα στοιχεία ότι έχουν εκτελέσει −7 τις εντολές τους σύμφωνα με την πολιτική εκτέλεσης εντολών που ακολουθούν.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις των ΑΕΠΕΥ που προβλέπονται στις παραγράφους 1, 3, 4 και 5 σύμφωνα με τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 6 του άρθρου 21 της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ.

Άρθρο 28Κανόνες εκτέλεσης των εντολών πελατώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι ΑΕΠΕΥ που έχουν λάβει άδεια να εκτελούν εντολές για λογαριασμό πελατών εφαρμόζουν διαδικασίες και μηχανισμούς που διασφαλίζουν την έγκαιρη, δίκαιη και ταχεία εκτέλεση των εντολών πελατών σε σχέση με τις εντολές άλλων πελατών ή με τα συμφέροντα της ΑΕΠΕΥ, περιλαμβανομένων των επενδύσεων της ΑΕΠΕΥ σε χρηματοπιστωτικά μέσα. Οι εν λόγω διαδικασίες και μηχανισμοί επιτρέπουν την εκτέλεση συγκρίσιμων εντολών πελατών με χρονική προτεραιότητα ανάλογα με το χρόνο λήψης κάθε εντολής από την ΑΕΠΕΥ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σε περίπτωση εντολής πελάτη με όριο που αφορά μετοχές εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά η οποία δεν εκτελείται αμέσως υπό τις επικρατούσες συνθήκες της αγοράς, οι ΑΕΠΕΥ πρέπει, εκτός εάν ο πελάτης έχει δώσει ρητά άλλες οδηγίες, να λάβουν μέτρα για να διευκολύνουν την ταχύτερη δυνατή εκτέλεση της εντολής ανακοινώνοντας αμέσως δημόσια την εντολή αυτή του πελάτη με τρόπο προσιτό στους άλλους συμμετέχοντες στην αγορά. Οι ΑΕΠΕΥ θεωρείται ότι εκπληρώνουν την υποχρέωσή τους αυτή εάν διαβιβάσουν την εντολή του πελάτη σε οργανωμένη αγορά ή ΠΜΔ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί: (α) να εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις των ΑΕΠΕΥ του άρθρου αυτού και (β) να απαλλάσσονται οι ΑΕΠΕΥ από την υποχρέωση δημοσιοποίησης εντολής με όριο της οποίας το μέγεθος είναι μεγάλο σε σύγκριση με το κανονικό μέγεθος των συναλλαγών στην αγορά σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 56.

Άρθρο 29Συνδεδεμένοι αντιπρόσωποιΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι ΑΕΠΕΥ μπορούν να ορίζουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα ως συνδεδεμένους αντιπροσώπους, εφόσον είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού, κατόπιν προηγούμενης ενημέρωσης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή της Τράπεζας της Ελλάδος προκειμένου για πιστωτικά ιδρύματα. Οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι δεν επιτρέπεται να κατέχουν χρήματα ή χρηματοπιστωτικά μέσα για λογαριασμό πελατών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι ενεργούν για λογαριασμό μιας και μόνο ΑΕΠΕΥ υπό την πλήρη και άνευ όρων ευθύνη της. Οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι μπορούν να διαφημίζουν τις επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες που δύναται να παρέχει η ΑΕΠΕΥ σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες, να λαμβάνουν και να διαβιβάζουν εντολές πελατών σχετικά με επενδυτικές υπηρεσίες ή χρηματοπιστωτικά μέσα, να μεσολαβούν για την τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων και να παρέχουν συμβουλές σε πελάτες σχετικά με τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα και υπηρεσίες που παρέχει η ΑΕΠΕΥ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι ΑΕΠΕΥ διασφαλίζουν ότι ο συνδεδεμένος αντιπρόσωπος γνωστοποιεί την ιδιότητα υπό την οποία ενεργεί και την ΑΕΠΕΥ την οποία αντιπροσωπεύει όποτε έρχεται σε επαφή με δυνητικό πελάτη ή προτού διαφημίσει ή παράσχει τις υπηρεσίες της παραγράφου 2 σε πελάτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι ΑΕΠΕΥ που ορίζουν συνδεδεμένους αντιπροσώπους λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να αποφεύγεται κάθε ενδεχόμενο δυσμενών επιπτώσεων των μη υποκείμενων στον παρόντα νόμο δραστηριοτήτων του συνδεδεμένου αντιπροσώπου στις δραστηριότητες που ασκεί αυτός για λογαριασμό της ΑΕΠΕΥ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα εγγράφονται από την ΑΕΠΕΥ ή το πιστωτικό ίδρυμα που αντιπροσωπεύουν σε μητρώο συνδεδεμένων αντιπροσώπων που τηρείται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και την Τράπεζα της Ελλάδος αντίστοιχα. Το μητρώο ενημερώνεται τακτικά και η πρόσβαση του κοινού είναι ελεύθερη. Οι ΑΕΠΕΥ και τα πιστωτικά ιδρύματα που προτείνουν την εγγραφή συνδεδεμένου αντιπροσώπου στο μητρώο βεβαιώνουν ότι αυτός διαθέτει καλή φήμη και κατάλληλες γενικές, εμπορικές και επαγγελματικές γνώσεις που τους επιτρέπουν να παρέχουν με ακρίβεια στον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη κάθε χρήσιμη πληροφορία για την προτεινόμενη υπηρεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή με Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος καθορίζονται αντίστοιχα οι προϋποθέσεις για την εγγραφή των συνδεδεμένων αντιπροσώπων στο μητρώο, το οποίο τηρείται κατά περίπτωση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και την Τράπεζα της Ελλάδος αντίστοιχα, καθώς και οι τεχνικές λεπτομέρειες για την τήρηση και ενημέρωση του μητρώου και την πρόσβαση του επενδυτικού κοινού σε αυτό. Με την ίδια απόφαση και πράξη ορίζονται οι οργανωτικές απαιτήσεις των ΑΕΠΕΥ και των πιστωτικών ιδρυμάτων αντίστοιχα, που χρησιμοποιούν συνδεδεμένους αντιπροσώπους, καθώς και των συνδεδεμένων αντιπροσώπων και ρυθμίζεται κάθε αναγκαίο θέμα σχετικά με τη λειτουργία των συνδεδεμένων αντιπροσώπων.

Άρθρο 30Συναλλαγές με επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενουςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι ΑΕΠΕΥ που έχουν λάβει άδεια να εκτελούν εντολές για λογαριασμό πελατών ή να διαπραγματεύονται για ίδιο λογαριασμό ή να λαμβάνουν και να διαβιβάζουν εντολές μπορούν να συμφωνούν τη διενέργεια συναλλαγών με επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους χωρίς να υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις των άρθρων 25 και 27 και της παραγράφου 1 του άρθρου 28, όσον αφορά τις συναλλαγές αυτές ή οποιαδήποτε παρεπόμενη υπηρεσία άμεσα σχετιζόμενη με αυτές τις συναλλαγές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ως επιλέξιμοι αντισυμβαλλόμενοι νοούνται οι ΑΕΠΕΥ, τα πιστωτικά ιδρύματα, οι ασφαλιστικές εταιρίες, οι Οργανισμοί Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ) και οι εταιρίες διαχείρισής τους, οι ανώνυμες εταιρίες επενδύσεως χαρτοφυλακίου, τα συνταξιοδοτικά ταμεία και οι εταιρίες διαχείρισής τους, άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας 4180− ή υπόκεινται σε ρυθμίσεις κοινοτικού δικαίου ή του δικαίου κράτους − μέλους, οι επιχειρήσεις που εξαιρούνται από την εφαρμογή του νόμου αυτού σύμφωνα με τις περιπτώσεις ια΄ και ιβ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 3, οι εθνικές κυβερνήσεις και οι αντίστοιχες υπηρεσίες τους, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων φορέων που διαχειρίζονται το δημόσιο χρέος, οι κεντρικές τράπεζες και οι υπερεθνικοί οργανισμοί. Οι επιχειρήσεις αυτές μπορούν να ζητήσουν να αντιμετωπιστούν, είτε γενικά είτε για συγκεκριμένες συναλλαγές, ως πελάτες των οποίων οι σχέσεις με την ΑΕΠΕΥ υπόκεινται στις διατάξεις των άρθρων 25, 27 και 28.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Σε περίπτωση συναλλαγής, στην οποία ο επιλέξιμος αντισυμβαλλόμενος είναι επιχείρηση εγκατεστημένη σε άλλο κράτος − μέλος, οι ΑΕΠΕΥ αποδέχονται το καθεστώς του επιλέξιμου αντισυμβαλλόμενου, όπως αυτό καθορίζεται από τη νομοθεσία του κράτους − μέλους εγκατάστασής του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι ΑΕΠΕΥ, πριν διενεργήσουν συναλλαγές της παραγράφου 1, λαμβάνουν από τον επιλέξιμο αντισυμβαλλόμενο, εφόσον συντρέχει περίπτωση, ρητή επιβεβαίωση ότι δέχεται να αντιμετωπιστεί ως επιλέξιμος αντισυμβαλλόμενος. Η επιβεβαίωση αυτή λαμβάνεται είτε με μορφή γενικής συμφωνίας είτε για κάθε μεμονωμένη συναλλαγή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται οι διαδικασίες αίτησης για τη μεταχείριση πελατών ως επιλέξιμοι αντισυμβαλλόμενοι, οι διαδικασίες λήψης ρητής επιβεβαίωσης από αυτούς και κάθε άλλο σχετικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια σύμφωνα με τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 5 του άρθρου 24 της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ.

Αθήνα, 17 Αυγούστου 2007
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Π. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ Γ. ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗΣ
ΥΦΥΠ. ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Γ. ΟΡΦΑΝΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του
Κράτους.