86 Α' 2012

ΝΟΜΟΣ 4072/2012

Βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος − Νέα εταιρική μορφή − Σήματα − Μεσίτες Ακινήτων − Ρύθμιση θεμάτων ναυτιλίας, λιμένων και αλιείας και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟ - ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ - ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
11 Απριλίου 2012

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 86
11 Απριλίου 2012

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4072
Βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος − Νέα εταιρική μορφή − Σήματα − Μεσίτες Ακινήτων − Ρύθμιση θεμάτων ναυτιλίας, λιμένων και αλιείας και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Άρθρο 320Τροποποιήσεις των νόμων 3054/2002, 3784/2009, 2960/2001 και του άρθρου 187 Π.Κ.ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην αρχή της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 6 του ν. 3054/2002 (Α΄230) προστίθενται τα εξής εδάφια: «γ. Διαθεσιμότητα μεταφορικών μέσων (βυτιοφόρα οχήματα ή πλωτά μέσα), που να μπορούν να εξασφαλίσουν την ομαλή τροφοδοσία της αγοράς και την ομαλή και συνεχή διακίνηση μέρους των προϊόντων που εμπορεύεται ο κάτοχος της Άδειας Εμπορίας, λαμβάνοντας υπόψη τις υποχρεώσεις τροφοδοσίας γεωγραφικών περιοχών που μπορεί να έχουν επιβληθεί στον κάτοχο της άδειας, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 του νόμου αυτού. Τα μεταφορικά μέσα (Φ.Ι.Χ. ή Φ.Δ.Χ.) πρέπει να είναι αποκλειστικής χρήσεως και να φέρουν εμφανώς το εμπορικό σήμα του κατόχου της Άδειας Εμπορίας ο οποίος τα χρησιμοποιεί σύμφωνα με τα στοιχεία της άδειάς του. Τα μεταφορικά μέσα (Φ.Ι.Χ. ή Φ.Δ.Χ.) των εταιρειών Εμπορίας κατηγορίας Β1 και Β2 θα φέρουν επιπλέον ειδικά σήματα. Το εμπορικό σήμα του κατόχου της Άδειας Εμπορίας φέρουν υποχρεωτικά και τα πλωτά εφοδιαστικά μέσα (σλέπια). Όλα τα παραπάνω μεταφορικά μέσα φέρουν υποχρεωτικά ηλεκτρονικό σήμα εντοπισμού (GPS). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι τεχνικές λεπτομέρειες ανά είδος καυσίμου για την εφαρμογή των ανωτέρω εδαφίων. Στα ανωτέρω μεταφορικά μέσα υγρών καυσίμων δύναται να εγκατασταθούν ηλεκτρονικά συστήματα διασφάλισης της ποσοτικής και ποιοτικής ακεραιότητας κατά τη διακίνηση προμετρημένων ποσοτήτων καυσίμου, μέσω σφράγισης των διαμερισμάτων, με δυνατότητα τηλεματικής μεταφοράς δεδομένων, σχετικών με την οποιαδήποτε παρέμβαση κατά τη διακίνηση. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι προδιαγραφές, η διαδικασία και οι όροι εγκατάστασης των ανωτέρω συστημάτων, το ακριβές χρονοδιάγραμμα εφαρμογής, οι συγκεκριμένες κατηγορίες βυτιοφόρων (Φ.Ι.Χ. και Φ.Δ.Χ.) και πλωτών εφοδιαστικών μέσων που υπάγονται στην ανωτέρω ρύθμιση, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 6 του ν. 3054/2002 τροποποιείται ως εξής: «Οι κάτοχοι Άδειας Λιανικής Εμπορίας «Ανεξάρτητου Πρατηρίου» της παραγράφου 4 του άρθρου 7, με την επιφύλαξη των σχετικών αγορανομικών διατάξεων, ευθύνονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17, για την ποιότητα και την ποσότητα των πετρελαιοειδών προϊόντων που διακινούν ή διαθέτουν στους Τελικούς Καταναλωτές από κοινού με τον ή τους κατόχους Άδειας Εμπορίας που τροφοδοτούν το πρατήριό τους, σύμφωνα με τα παραστατικά πώλησης και διακίνησης ή, κατά περίπτωση, τον κάτοχο Άδειας Διύλισης, εφόσον η τροφοδοσία έγινε απευθείας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν. 3054/2002 προστίθενται οι λέξεις «εφαρμοζομένων σε κάθε περίπτωση των διατάξεων της παραγράφου 8α του παρόντος άρθρου σε όλη τη διάρκεια της διακίνησης εντός της Ελληνικής Επικράτειας.» β. Στο τέλος της παραγράφου 8 του άρθρου 15 του ν. 3054/2002 προστίθεται παράγραφος 8α ως εξής: «8.α. Δεν επιτρέπεται η διακίνηση πετρελαιοειδών προϊόντων με μεταφορικό μέσο βυτιοφόρο (Φ.Ι.Χ. ή Φ.Δ.Χ.) ή πλωτό (σλέπια), εφόσον δεν φέρει σε εμφανές σημείο το εμπορικό σήμα του κατόχου της Άδειας Εμπορίας, σύμφωνα με την παράγραφο 5γ του άρθρου 6 ή, κατά περίπτωση, της Άδειας Διύλισης, όταν η διακίνηση γίνεται άμεσα από τα διυλιστήρια. Ομοίως, δεν επιτρέπεται διακίνηση πετρελαιοειδών προϊόντων με μεταφορικό μέσο βυτιοφόρο (Φ.Ι.Χ. ή Φ.Δ.Χ.) ή πλωτό (σλέπια) που δεν έχει σήμα ηλεκτρονικού εντοπισμού (GPS). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζεται ο χρόνος και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης.» γ. Στο άρθρο 15 του ν. 3054/2002 προστίθεται παράγραφος 11 ως εξής: «11. Τα υγρά καύσιμα που διατίθενται στην κατανάλωση ή διακινούνται ή αποθηκεύονται εντός της Ελληνικής Επικράτειας, ιχνηθετούνται με ραδιοϊσότοπα ή μοριακής τεχνολογίας ιχνηθέτες. Υγρά καύσιμα που καταναλώθηκαν, διακινήθηκαν ή αποθηκεύτηκαν και δεν ανιχνεύεται η σήμανσή τους με ραδιοϊσότοπα ή μοριακής τεχνολογίας ιχνηθέτες, θεωρούνται παράνομα, έστω κι αν διαθέτουν σχετικά παραστατικά. Με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ρυθμίζονται τεχνικά ζητήματα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου ανά είδος καυσίμου και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το άρθρο 16 του ν. 3054/2002 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Όποιος χωρίς νόμιμη άδεια ή κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 6 παράγραφος 5 περίπτωση γ΄ και του άρθρου 15 παράγραφος 8α του παρόντος νόμου διυλίζει, αποθηκεύει, εμπορεύεται, διακινεί, παραδίδει, προμηθεύει, εφοδιάζει, εμφιαλώνει ή πωλεί αργό πετρέλαιο ή πετρελαιοειδή ή άλλα ενεργειακά προϊόντα υπό την έννοια του παρόντος νόμου και με την επιφύλαξη των περί λαθρεμπορίας διατάξεων του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) ετών και χρηματική ποινή δέκα χιλιάδων (10.000) μέχρι πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ. 2. Αν ο υπαίτιος διαπράττει την πράξη της προηγούμενης παραγράφου κατ’ εξακολούθηση και η συνολική αξία του αντικειμένου αυτής υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000) ευρώ, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή πενήντα χιλιάδων (50.000) μέχρι τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ. 3. Οι διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται για τις πράξεις των προηγούμενων παραγράφων είναι ανεξάρτητες από τις ποινικές κυρώσεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 17 του ν. 3054/2002 προστίθεται εδάφιο ε΄ ως εξής: «ε. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της παραγράφου 8α του άρθρου 15 τα μεταφορικά μέσα κατάσχονται άμεσα. Στους ιδιοκτήτες των ανωτέρω μεταφορικών μέσων που: i) δεν φέρουν το εμπορικό σήμα της εταιρείας Άδειας Εμπορίας ή, κατά περίπτωση, της εταιρείας Άδειας Διύλισης, όταν η τροφοδοσία γίνεται απευθείας από τα διυλιστήρια ή ii) δεν φέρουν το ειδικό ηλεκτρονικό σήμα εντοπισμού (GPS) επιβάλλεται πρόστιμο επτά χιλιάδες (7.000) ευρώ ανά παράβαση και αφαιρείται η άδεια κυκλοφορίας του μεταφορικού μέσου για διάστημα έξι (6) μηνών. Σε κάθε περίπτωση υποτροπής εντός μιας τριετίας για την ίδια παράβαση, όπως αυτή προκύπτει από τις ισχύουσες εγγραφές στο Βιβλίο Κυρώσεων, το πρόστιμο τριπλασιάζεται. Η επιβολή του προστίμου δεν αποκλείει την επιβολή άλλων διοικητικών ή ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις. Επιπλέον, αφαιρείται το ναυτικό φυλλάδιο του πλοιάρχου ή ανακαλείται η άδεια άσκησης επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα αντίστοιχα για διάστημα έξι (6) μηνών. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού καθορίζονται ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 31 του ν. 3784/2009 (Α΄137) προστίθενται παράγραφοι 8 και 9 ως εξής: «8. α. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, επιβάλλεται πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως ένα εκατομμύριο πεντακόσιες χιλιάδες (1.500.000) ευρώ για κάθε παράβαση διάταξης που αφορά το σύστημα ελέγχου εισροών−εκροών. Το ύψος του επιβαλλόμενου προστίμου υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη ως κριτήρια, ιδίως, τη βαρύτητα της παράβασης, τις συνέπειες που προκύπτουν από αυτήν, το βαθμό υπαιτιότητας και την τυχόν υποτροπή του παραβάτη. Για την αξιολόγηση της παραβατικής συμπεριφοράς ως υποτροπής, λαμβάνονται υπόψη οι ισχύουσες εγγραφές στα τηρούμενα αρχεία παραβατών. Όποιος μέσα σε τρία χρόνια από την έκδοση της απόφασης, με την οποία επιβάλλεται σε αυτόν πρόστιμο ή άλλη κύρωση για παράβαση διάταξης περί συστήματος εισροών−εκροών, τελεί νέα παράβαση, τεκμαίρεται ότι βρίσκεται σε υποτροπή. Τα ονόματα των παραβατών αναρτώνται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας στο διαδίκτυο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2472/1997 (Α΄ 50). β. Με απόφαση του ιδίου Υπουργού μπορούν να κατηγοριοποιούνται οι ανωτέρω παραβάσεις και να καθορίζονται η διαδικασία επιβολής και τα όρια του προστίμου κάθε κατηγορίας ή και κάθε επί μέρους παράβασης, εντός των ορίων του πρώτου εδαφίου της παρούσας, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με όμοια απόφαση μπορούν να αναπροσαρμόζονται τα όρια αυτά. γ. Για την ίδια παράβαση επιβάλλεται πρόστιμο μόνο από ένα προς τούτο αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας αρμοδιότητας του εν λόγω Υπουργείου. Τυχόν επιβολή δεύτερου προστίμου για την ίδια παράβαση δεν παράγει οποιαδήποτε έννομη συνέπεια. Η επιβολή του προστίμου δεν αποκλείει την επιβολή άλλων διοικητικών ή ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις. 9. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας επεκτείνεται η εφαρμογή των ολοκληρωμένων συστημάτων ηλεκτρονικού ελέγχου εισροών−εκροών σε πλωτά μέσα μεταφοράς πετρελαιοειδών και ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τις διαδικασίες και τους όρους εγκατάστασης, το ακριβές χρονοδιάγραμμα εφαρμογής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 63 του ν. 2960/2001 (Α΄265) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ειδικά για τις φορολογικές αποθήκες πετρελαιοειδών προϊόντων στις οποίες κατέχονται ενεργειακά προϊόντα του άρθρου 72 εγκαθίστανται ολοκληρωμένα συστήματα ηλεκτρονικού ελέγχου εισροών−εκροών στα οποία συνδέεται υποχρεωτικά φορολογικός ηλεκτρονικός μηχανισμός. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι προδιαγραφές και ρυθμίζονται τα θέματα εγκατάστασης των συστημάτων ελέγχου εισροών−εκροών, των συστημάτων ιχνηθέτησης, καθώς και οι διαδικασίες, οι όροι και οι προϋποθέσεις της εγκατάστασης, για το κάθε είδος καυσίμου, των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, το ακριβές χρονοδιάγραμμα εφαρμογής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

α. H παράγραφος 9 του άρθρου 147 του ν. 2960/ 2001 αντικαθίσταται ως εξής: «9. Σε περίπτωση μη καταχώρισης ή εκπρόθεσμης καταχώρισης ή ανακριβούς καταχώρισης των συναλλαγών πετρελαίου θέρμανσης στο Πληροφοριακό Σύστημα Παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης, εντός της κατά το άρθρο 73 παράγραφος 2 περίπτωση α΄ του παρόντος νόμου χρονικής περιόδου, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, επιβάλλεται ανά φορολογικό στοιχείο πρόστιμο εκατό (100) ευρώ. Δεν συνιστά παράβαση, κατά τα ανωτέρω, ανακριβής δήλωση η οποία επανεισήχθη διορθωμένη στο ως άνω σύστημα από μέλος ΔΙΠΕΘΕ, εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 5 παράγραφος 1 του ν. 3899/2010 προθεσμίας.» β. Οι διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 147 του ν.2960/2001, όπως αντικαθίσταται με την προηγούμενη υποπαράγραφο της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, και επί εκπρόθεσμης καταχώρησης, ανακριβούς καταχώρησης και μη καταχώρησης φορολογικών παραστατικών συναλλαγής πετρελαίου θέρμανσης στο Πληροφοριακό Σύστημα Παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης, οι οποίες τελέστηκαν από 1.1.2011 μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εντός προθεσμίας δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, στις ακόλουθες περιπτώσεις: i) Όταν έχει εκδοθεί καταλογιστική πράξη και δεν έχει ασκηθεί προσφυγή κατά αυτής ή έχει ασκηθεί αλλά δεν έχει εκδοθεί επ’ αυτής τελεσίδικη απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου, με υποχρέωση δήλωσης παραίτησης από το δικαίωμα άσκησης ένδικων μέσων ή από το ήδη ασκηθέν ένδικο μέσο. ii) Όταν έχει ήδη καταβληθεί ολόκληρο το ποσό ή μέρος των καταλογισθέντων προστίμων, με την οποία αιτούνται την επιστροφή της διαφοράς μεταξύ των καταβληθέντων προστίμων και των προβλεπόμενων από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου προστίμων. Δεν απαιτείται αίτηση για υπαγωγή στις διατάξεις της παρούσας παραγράφου στην περίπτωση που δεν έχει εκδοθεί καταλογιστική πράξη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

α. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 187 Π.Κ. προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Με την ίδια ποινή τιμωρείται ο υπαίτιος της πράξεως του πρώτου εδαφίου, αν η εγκληματική οργάνωση επιδιώκει την τέλεση περισσότερων αξιόποινων πράξεων σχετικά με την αποφυγή καταβολής νόμιμου φόρου, τέλους, δασμού ή άλλης επιβαρύνσεως κατά την αγορά, πώληση, παραλαβή, παράδοση, μεταφορά, διαμετακόμιση, εμπορία, κατοχή, αποθήκευση, εισαγωγή ή εξαγωγή εμπορεύματος ή και προϊόντος απομίμησης, παραποίησης ή πειρατείας». β. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 187 Π.Κ. προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Με την ίδια ποινή τιμωρείται το μέλος της οργάνωσης αν κατά τον χρόνο τέλεσης του εγκλήματος του δευτέρου εδαφίου της πρώτης παραγράφου ήταν δημόσιος υπάλληλος ή υπάλληλος υπό την έννοια του άρθρου 263α.» γ. Στο τέλος της παραγράφου 6 του άρθρου 187 Π.Κ. προστίθεται εδάφιο, ως εξής: «Επιβαρυντική περίσταση συνιστά επίσης η τέλεση της πράξεως του τελευταίου εδαφίου της πρώτης παραγράφου με υλικό αντικείμενο το αργό πετρέλαιο ή άλλο πετρελαιοειδές ή ενεργειακό προϊόν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Οι παραβάσεις που προβλέπονταν ως αυτοτελείς, σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων ιγ΄, ιδ΄ και ιε΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 5 του ν.2523/1997 (Α΄179), που καταργήθηκαν από 1.1.2011, με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 5 του ν.3899/2010 (Α΄ 212) και διαπράχθηκαν μέχρι 31.12.2010, για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί από τους προϊσταμένους των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών οι σχετικές αποφάσεις επιβολής προστίμου ή έχουν εκδοθεί οι αποφάσεις αυτές και κατά το χρόνο έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος, δεν έχουν περαιωθεί οριστικά με διοικητική επίλυση της διαφοράς, ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσής τους, λογίζονται ως γενικές παραβάσεις και επιβάλλεται ένα (1) ενιαίο πρόστιμο, ανά διαχειριστική περίοδο, με βάση την κατηγορία βιβλίων που τηρούνταν κατά την πρώτη ημέρα της διαχειριστικής περιόδου στην οποία ανάγονται αυτές, με συντελεστή βαρύτητας (Σ.Β.), κατά περίπτωση, ως εξής: α) Για τη μη υποβολή στοιχείων, για τις συναλλαγές πετρελαίου της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ. (π.δ.186/1992), ο Σ.Β. = τρία (3). β) Για την εκπρόθεσμη υποβολή στοιχείων, για τις συναλλαγές πετρελαίου της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ., καθώς και την ανακριβή υποβολή αυτών ως προς την ποσότητα, ο Σ.Β. = δύο (2). γ) Για τη μη υποβολή ή την εκπρόθεσμη υποβολή των αντιτύπων των φορολογικών παραστατικών, για τις συναλλαγές πετρελαίου της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ., ανεξάρτητα αν η παράλειψη αυτή αφορά ένα ή περισσότερα από αυτά, ο Σ.Β. = ένα (1). Τα ως άνω ισχύουν με την προϋπόθεση ότι το ποσό του προστίμου, που προβλέπεται από τις διατάξεις αυτές, δεν είναι μεγαλύτερο από αυτό που θα προέκυπτε, με βάση τις προϊσχύουσες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Τα αναφερόμενα στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και για τις παραβάσεις που εκκρεμεί η συζήτηση προσφυγής κατ’ αυτών ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και του Σ.τ.Ε., εφόσον προβλέπουν επιεικέστερη μεταχείριση. Για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων αυτών, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον αρμόδιο προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος, να ζητήσουν τη διοικητική επίλυση της διαφοράς με βάση τις υπόψη διατάξεις, ακολουθουμένης της διαδικασίας του ν.δ. 4600/1966 (Α΄ 242).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος, ποσά προστίμων που έχουν καταβληθεί δεν επιστρέφονται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Οι υπηρεσίες του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος έχουν ελεύθερη πρόσβαση στο Σύστημα Ελέγχου Εισαγωγών ICS−1, στο Σύστημα Ελέγχου Εξαγωγών ECS και στο Σύστημα Παρακολούθησης και Ελέγχου Διακίνησης Προϊόντων Ε.Φ.Κ. EMCS, τα οποία εφαρμόζονται στην Ελληνική Επικράτεια δυνάμει των Κανονισμών (αρ) 648/2005 και (ΕΚ) 684/2009. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

Άρθρο 321Τροποποιήσεις των νόμων 1078/1980, 1882/1990, 3842/2010, 2238/1994, 3427/2005, 4002/2011, 4014/2011, 4015/2011 και 4038/2011ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 (Α΄ 238), όπως είχε τροποποιηθεί με την παράγραφο 1 του άρθρου 21 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58), αντικαθίσταται ως εξής: «γ) οι πολίτες των κρατών−μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου,».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 26 του ν. 1882/ 1990 (Α΄ 43) προστίθεται προτελευταίο εδάφιο ως εξής: «Η πληροφόρηση μέσω ηλεκτρονικής υπηρεσίας για τη φορολογική ενημερότητα φυσικών ή νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων, όπως ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο, υπέχει θέση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο από τον φορέα, υπηρεσία ή πρόσωπο που αιτήθηκε για τη λήψη του και μόνο για τη αιτία που αναφέρεται στην αίτησή του.» β. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 23 του ν. 3427/2005 (Α΄ 312), μετά το τρίτο εδάφιο, προστίθενται εδάφια ως εξής: «Από το έτος 2012 και επόμενα η δήλωση στοιχείων ακινήτων υποβάλλεται ατομικά από κάθε φυσικό πρόσωπο, στο έτος που προκύπτει τέτοια υποχρέωση. Για την ακίνητη περιουσία των προστατευομένων, κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, ανήλικων τέκνων, η δήλωση υποβάλλεται από τον υπόχρεο γονέα στο όνομα του τέκνου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. H παράγραφος 3 του άρθρου 34 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58) τροποποιείται ως εξής: «H δήλωση των φυσικών προσώπων συντίθεται μηχανογραφικά από το Υπουργείο Οικονομικών, χωριστά ανά φυσικό πρόσωπο, από τις δηλώσεις στοιχείων ακινήτων των υπόχρεων.» β. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου ισχύουν από 1.1.2010.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

α. Στην περίπτωση ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που κυρώθηκε με το ν. 2238/1994 (Α΄151), προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής: «Επίσης, δεν εκπίπτουν οι ακόλουθοι φόροι, τέλη και εισφορές που βαρύνουν την επιχείρηση: αα) ο φόρος υπεραξίας λόγω αναπροσαρμογής της αξίας των ακινήτων που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 24 του ν. 2065/1992 (Α΄113), ββ) ο φόρος ακίνητης περιουσίας της παραγράφου 2 του άρθρου 50 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58), γγ) το ενιαίο τέλος ακινήτων της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν. 3634/2008 (Α΄ 9), δδ) το τέλος επιτηδεύματος του άρθρου 31 του ν. 3986/ 2011 (Α΄152), εε) το έκτακτο ειδικό τέλος ηλεκτροδοτούμενων δομημένων επιφανειών του άρθρου 53 του ν. 4021/2011 (Α΄ 218), ζζ) η έκτακτη εισφορά του πέμπτου άρθρου του ν. 3845/2010 (Α΄ 65), ηη) η έκτακτη εισφορά του άρθρου 2 του ν. 3808/2009 (Α΄ 227) και θθ) η έκτακτη εισφορά ακινήτων του άρθρου 3 του ν. 3808/ 2009.» β. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου έχουν ισχύ από την έναρξη ισχύος των αντίστοιχων αναφερόμενων διατάξεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο τέλος του άρθρου 59 του ν. 2238/1994 προστίθεται νέα παράγραφος 8 ως εξής: «8. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της προσωρινής δήλωσης ΦΜΥ η οποία εκτός από τα ακαθάριστα ποσά, το φόρο και το ποσό της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 29 του ν.3986/2011 που παρακρατήθηκε από ορισμένες κατηγορίες υποχρέων στον προηγούμενο ημερολογιακό μήνα, δύναται να περιλαμβάνει και τις οφειλόμενες εισφορές κοινωνικής ασφάλισης που αντιστοιχούν στις ανωτέρω ακαθάριστες αποδοχές και γενικά ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα που αφορά την υποβολή των δηλώσεων αυτών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

α. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 61 του ν.2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής: «Εξαιρείται το φυσικό πρόσωπο, που αποκτά αποκλειστικά ετήσιο εισόδημα με βάση τις διατάξεις του άρθρου 16 μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ.» β. Το πέμπτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 61 του ν.2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής: «Ειδικά, προκειμένου για τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία αποκτούν αποκλειστικά εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, αυτά υποχρεούνται να υποβάλουν δήλωση, αν το ετήσιο φορολογούμενο εισόδημά τους υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, εφόσον έχουν την κατοικία τους στην Ελλάδα και δεν συντρέχει μία από τις περιπτώσεις α΄, ε΄, στ’, η΄ και ι΄ αυτής της παραγράφου.» γ. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου έχουν εφαρμογή για εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.2011 και μετά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 70Α του ν.2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Συνιστάται στη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών πενταμελής Επιτροπή αποτελούμενη από έναν πρώην δικαστικό λειτουργό ή πρώην λειτουργό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ως Πρόεδρο, δύο υπαλλήλους με βαθμό τουλάχιστον Β΄ της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, έναν υπάλληλο του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, προϊστάμενο οργανικής μονάδας επιπέδου Διεύθυνσης ή Υποδιεύθυνσης και έναν εκπρόσωπο του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Οι διατάξεις του άρθρου 77 του ν. 2238/1994 αντικαθίστανται ως εξής: «1. Ιδιωτικά έγγραφα μίσθωσης αστικών ακινήτων ασχέτως ποσού μισθώματος ή γεωργικών ακινήτων, εφόσον το μίσθωμα είναι ανώτερο των εκατό (100) ευρώ κατά μήνα, υποβάλλονται με τη χρήση σύγχρονων ηλεκτρονικών μεθόδων και δικτυακών υποδομών από τον εκμισθωτή ή τον μισθωτή, μέσα στον επόμενο μήνα από τη σύνταξή τους. 2. Τα έγγραφα της προηγούμενης παραγράφου εφόσον δεν έχουν υποβληθεί, στερούνται κάθε αποδεικτικής δύναμης και δεν εξετάζονται από τα δικαστήρια και τις δημόσιες γενικά αρχές. Επίσης, στερούνται αποδεικτικής δύναμης και τα αντέγγραφα, με τα οποία συμφωνείται μίσθωμα διαφορετικό από το καθοριζόμενο στο έγγραφο της μίσθωσης. 3. Αν μεταβιβασθεί η κυριότητα ακινήτου, ο νέος κύριος είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρο συνυπεύθυνος με τον προκάτοχο για την πληρωμή του φόρου των τριών (3) πριν από τη μεταβίβαση ετών, που αναλογεί επιμεριστικά στο εισόδημα του ακινήτου που μεταβιβάστηκε και προκύπτει από την εγγραφή που υπάρχει κατά την ημέρα της μεταβίβασης. Οι συμβολαιογράφοι έχουν υποχρέωση να υπενθυμίζουν τη διάταξη αυτή στους συμβαλλόμενους και να αναγράφουν τούτο ρητά στο συμβόλαιο της αγοραπωλησίας. 4. Όσοι δεν υποβάλλουν τα έγγραφα μίσθωσης ακινήτου ή τα υποβάλλουν εκπρόθεσμα, καθώς και οι συμβολαιογράφοι που δεν εφαρμόζουν τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, υπόκεινται σε πρόστιμο που ορίζεται με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να καθορίζονται ο τρόπος, ο χρόνος και η διαδικασία υποβολής τους και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η υποπαράγραφος 3β΄ του άρθρου 23 του ν. 4002/ 2011 (Α΄ 180) αντικαθίσταται ως εξής: «β) Της Διεύθυνσης και των Τμημάτων Α΄−Σχεδιασμού, Διαχείρισης και Ελέγχου των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής, Β΄ − Παρακολούθησης της Εφαρμογής των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής που υλοποιούνται από υπηρεσίες εκτός του Υπουργείου Οικονομικών και Γ΄ − Παρακολούθησης της Εφαρμογής των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής που υλοποιούνται από υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών προΐστανται υπάλληλοι, κατηγορίας ΠΕ, όλων των κλάδων του Υπουργείου Οικονομικών. Του Τμήματος Δ΄ Γραμματειακής και Διοικητικής Υποστήριξης προΐσταται υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ. Η τοποθέτηση των προϊσταμένων της Διεύθυνσης και των Τμημάτων διενεργείται με μόνη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Οι υπάλληλοι που τοποθετούνται προϊστάμενοι με την απόφαση του προηγούμενου εδαφίου, πρέπει να διαθέτουν τουλάχιστον το βαθμό Δ΄, μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών και άριστη γνώση μίας (1) τουλάχιστον εκ των γλωσσών εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά). 10. Οι διοικητικές λύσεις που εκδίδονται από τις φορολογικές διευθύνσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, είτε με τη μορφή εγκυκλίων είτε ατομικών απαντήσεων, αναρτώνται στο διαδίκτυο, ταυτόχρονα με τη διεκπεραίωσή τους, αφού προηγουμένως απαλειφθούν από τις ατομικές απαντήσεις τα στοιχεία των φορολογουμένων, καθώς και τυχόν αναφερόμενα ποσά φόρων. 11. α. Η παράγραφος 3 του άρθρου 15 του ν. 4015/ 2011 (Α΄ 210) αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής: «3. Αγορές μεταχειρισμένων κινητών μέσων αγροτικής παραγωγής από ΣΑΟ έχουν την ίδια φορολογική μεταχείριση όπως το Δημόσιο». β. Οι παράγραφοι 6 και 11 του άρθρου 15 του ν. 4015/ 2011 καταργούνται από τότε που ίσχυσε. 12. Αν ελλείπει ο Γενικός Γραμματέας της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων του Υπουργείου Οικονομικών, ο οποίος προεδρεύει της Επιτροπής Διοίκησης Κρατικών Λαχείων (α.ν. 339/1936Α΄512), στη θέση του Προέδρου της ως άνω Επιτροπής προεδρεύει Γενικός Γραμματέας ή Ειδικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών που ορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών, με την απόφαση ορισμού των μελών της Επιτροπής ή Προϊστάμενος Γενικής Διεύθυνσης του Υπουργείου Οικονομικών, ο οποίος ορίζεται με την ίδια απόφαση. 13. Η παράγραφος 9 του άρθρου 7 του ν.4038/2012 (Α΄ 14) αντικαθίσταται ως εξής: «9. Επί ανωνύμων εταιρειών, οι μετοχές των οποίων ανήκουν, είτε στην «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.», είτε στο Ελληνικό Δημόσιο, εφόσον στη Γενική τους Συνέλευση αυτό εκπροσωπείται από την «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.», και δεν είναι εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφαρμόζονται οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, κατά παρέκκλιση του ν. 3429/2005 (Α΄ 34), του άρθρου 42 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66) και των σχετικών διατάξεων των καταστατικών τους.» 14. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 65 του ν. 2362/1995 (Α΄ 247) προστίθεται περίπτωση δ΄ που έχει ως εξής: «δ. Εγγυήσεις που παρέχονται σε εταιρικές περιπτώσεις προκειμένου να διασφαλιστεί η παροχή υπηρεσιών δημοσίου ενδιαφέροντος από εταιρείες των οποίων η πλειοψηφία το μετοχικού κεφαλαίου ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο.»

Άρθρο 322Μετασχηματισμοί επιχειρήσεων – Φορολογία μετοχώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις του άρθρου 1 του ν.δ.1297/1972 (Α΄ 217) αντικαθίστανται ως εξής: «Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται επί συγχωνεύσεως ή μετατροπής επιχειρήσεων, οποιασδήποτε μορφής, σε ανώνυμη εταιρεία ή προς το σκοπό ίδρυσης ανώνυμης εταιρείας, καθώς και επί συγχωνεύσεως ή μετατροπής επιχειρήσεων, οποιασδήποτε μορφής, εφόσον σε αυτές δεν περιλαμβάνεται ανώνυμη εταιρεία, σε εταιρεία περιορισμένης ευθύνης ή προς το σκοπό ίδρυσης εταιρείας περιορισμένης ευθύνης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν από το χρόνο λήξης που προβλεπόταν από τις αντικατασταθείσες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το άρθρο 12 του ν.δ. 1297/1972 παύει να ισχύει για συγχωνεύσεις ή μετατροπές επιχειρήσεων που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του νομοθετήματος αυτού από τη δημοσίευση του παρόντος και μετά. Επίσης, παύει να ισχύει η παράγραφος 11 του άρθρου 7 του ν. 2386/1996 (Α΄43) για μετασχηματισμούς επιχειρήσεων που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 έως και 5 του ν. 2166/1993 (Α΄ 137). Το προηγούμενο εδάφιο καταλαμβάνει μετασχηματισμούς για την πραγματοποίηση των οποίων συντάσσονται ισολογισμοί μετασχηματισμού από τη δημοσίευση του παρόντος και μετά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν. 2166/1993 (Α΄ 137) προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής: «Ειδικά για τη ζημία παρελθουσών χρήσεων της απορροφώσας ανώνυμης εταιρείας ή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του Κ.Φ.Ε.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για απορροφήσεις για την πραγματοποίηση των οποίων συντάσσονται ισολογισμοί μετασχηματισμού από τη δημοσίευση του παρόντος και μετά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στο άρθρο 109 του ν. 2238/1994 προστίθεται παράγραφος 6 που έχει ως εξής: «6. Όταν μετατρέπεται ανώνυμη εταιρεία σε προσωπική εταιρεία, στα ήδη φορολογηθέντα κέρδη που υφίστανται κατά το χρόνο της μετατροπής επιβάλλεται σε βάρος του νομικού προσώπου ο οριζόμενος από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του Κ.Φ.Ε. φόρος. Επίσης, όταν η μετατροπή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης σε προσωπική εταιρεία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, επιβάλλεται ο οριζόμενος από τις διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 φόρος. Το οφειλόμενο ποσό φόρου αποδίδεται εφάπαξ, μέσα στον επόμενο από την ολοκλήρωση της μετατροπής μήνα, με τα έντυπα απόδοσης του παρακρατούμενου σύμφωνα με τις πάνω διατάξεις φόρου. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου έχουν εφαρμογή και για τα αφορολόγητα αποθεματικά που έχουν σχηματιστεί λόγω πραγματοποίησης παραγωγικών επενδύσεων με βάση αναπτυξιακό νόμο, καθώς και από αφορολόγητα έσοδα ή αυτοτελώς φορολογηθέντα εισοδήματα. Τα ανωτέρω δεν έχουν εφαρμογή για τα φορολογηθέντα κέρδη παρελθουσών χρήσεων που έχουν σχηματισθεί από εταιρείες περιορισμένης ευθύνης μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2010.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η παράγραφος 1 του άρθρου 16 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 2579/1998 (Α΄ 31) και της παραγράφου 2 του άρθρου 27 του ν. 2703/1999 (Α΄ 72) εξακολουθούν να εφαρμόζονται για μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών (Χ.Α.) ή σε αλλοδαπό χρηματιστήριο ή σε άλλο διεθνώς αναγνωρισμένο χρηματιστηριακό θεσμό, κατά περίπτωση, οι οποίες έχουν αποκτηθεί μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2012. Για τις πιο πάνω μετοχές που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 2013 και μετά έχουν εφαρμογή αποκλειστικά οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 38 του Κ.Φ.Ε.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 38 του ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Τα κέρδη τα οποία αποκτούν φυσικά πρόσωπα ή επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο Χ.Α. σε τιμή ανώτερη της τιμής απόκτησής τους, φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις, όταν οι μετοχές αυτές αποκτώνται με οποιονδήποτε τρόπο από την 1η Ιανουαρίου 2013 και μετά.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 38 του ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Τα κέρδη από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο Χ.Α. σε τιμή ανώτερη της τιμής απόκτησής τους, που αποκτούν επιχειρήσεις οποιασδήποτε μορφής με βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις, όταν οι μετοχές αυτές αποκτώνται με οποιονδήποτε τρόπο από την 1η Ιανουαρίου 2013 και μετά.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Η παράγραφος 5 του άρθρου 16 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66) αντικαθίσταται ως εξής: «5. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 38 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος εξακολουθούν να εφαρμόζονται για μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών ή σε αλλοδαπό χρηματιστήριο και οι οποίες έχουν αποκτηθεί μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2012.»

Άρθρο 323Ρυθμίσεις θεμάτων της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο άρθρο 1 του ν. 3832/2010 (Α΄ 38) προστίθεται νέα παράγραφος 5, με αντίστοιχη αναρίθμηση των επόμενων παραγράφων, ως εξής: «5. Κατά την ανάπτυξη, παραγωγή και διάδοση των στατιστικών οι φορείς του ΕΛ.Σ.Σ. εφαρμόζουν τον κώδικα ορθής πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές, όπως κάθε φορά ισχύει.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Μετά το άρθρο 3 του ν. 3832/2010 προστίθεται νέο άρθρο 4, με αντίστοιχη αναρίθμηση των επόμενων άρθρων 4 έως και 12, ως ακολούθως: «Άρθρο 4 Συμβουλευτική Επιτροπή Ορθής Πρακτικής 1. Συνιστάται ανεξάρτητη συμβουλευτική επιτροπή αποτελούμενη από πέντε μέλη, ως εξής: α) ένα μέλος που υποδεικνύεται από τη Βουλή, β) ένα μέλος που υποδεικνύεται από την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat), γ) ένα μέλος που υποδεικνύεται από τον Ευρωπαϊκό Συμβουλευτικό Φορέα για τη Διακυβέρνηση στον τομέα της Στατιστικής (ESGAB), δ) ένα μέλος που υποδεικνύεται από την Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Στατιστικού Συστήματος (ESSC) και ε) έναν εκπρόσωπο της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. 2. Έργο της επιτροπής είναι αποκλειστικά η κατάρτιση ετήσιας έκθεσης σχετικά με την εφαρμογή των αρχών 1−6 (θεσμικό πλαίσιο) του Κώδικα Ορθής Πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές στο Ελληνικό Στατιστικό Σύστημα. Η επιτροπή υποβάλλει την έκθεσή της στην Βουλή αφού ενημερώσει τον Ευρωπαϊκό Συμβουλευτικό Φορέα για τη Διακυβέρνηση στον τομέα της Στατιστικής. Η έκθεση της επιτροπής έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα. Η επιτροπή δεν έχει αρμοδιότητες ως προς τη διοίκηση και οργάνωση της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και ως προς τη συλλογή, παραγωγή και διάδοση των στατιστικών της ΕΛ.ΣΤΑΤ. 3. Τα μέλη της επιτροπής επιλέγονται μεταξύ εμπειρογνωμόνων με εξαιρετική ικανότητα και εθνική ή/και διεθνή επαγγελματική πείρα στα πεδία που αναφέρονται στον Κώδικα Ορθής Πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές. 4. Ο πρόεδρος της επιτροπής ορίζεται με ψηφοφορία μεταξύ των μελών της. 5. Στις συνεδριάσεις της επιτροπής συμμετέχει ο πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. χωρίς ψήφο. 6. Τα μέλη της επιτροπής διορίζονται για διετή θητεία με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. 7. Η ετήσια έκθεση της επιτροπής, δημοσιοποιείται, αφού υποβληθεί στη Βουλή. 8. Οι φορείς του Ελληνικού Στατιστικού Συστήματος παρέχουν στην επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκτέλεση του έργου της μετά από αίτησή της που υποβάλλεται στο ανώτατο όργανο διοίκησης του αντίστοιχου φορέα. 9. Τα μέλη της επιτροπής υποχρεούνται να μην αποκαλύπτουν πληροφορίες στις οποίες έλαβαν πρόσβαση μέσω διαδικασιών της επιτροπής, εάν ενημερωθούν από τον αρμόδιο φορέα ότι οι εν λόγω πληροφορίες είναι δικαιολογημένα εμπιστευτικού χαρακτήρα. 10. Τα μέλη της επιτροπής δύνανται να απομακρυνθούν πριν τη λήξη της θητείας τους μόνο για σπουδαίο λόγο που αφορά την εκτέλεση του έργου της επιτροπής. 11. Στα μέλη της επιτροπής δεν καταβάλλεται αμοιβή. 12. Η τεχνική και διοικητική υποστήριξη της επιτροπής παρέχονται από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. με τρόπο που να διασφαλίζει την ανεξαρτησία της επιτροπής. Η δαπάνη λειτουργίας της επιτροπής βαρύνει τον προϋπολογισμό της ΕΛ.ΣΤΑΤ. 13. Η επιτροπή συνιστάται για δύο έτη από την πρώτη συγκρότησή της, οπότε θα επανεξεταστούν ο ρόλος και η αποτελεσματικότητά της.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παράγραφος 1 του άρθρου 5 (που πριν την ανωτέρω αρίθμηση έφερε τον αριθμό 4) του ν. 3832/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Η ΕΛ.ΣΤΑΤ., ύστερα από γνώμη του ΣΥ.ΕΛ.Σ.Σ., εγκρίνει ανά τριετία το Ελληνικό Στατιστικό Πρόγραμμα (ΕΛ. Σ.Π.). Το ΕΛ.Σ.Π. εγκρίνεται έως το τέλος Μαρτίου του προηγούμενου της εφαρμογής έτους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 5 (που πριν την ανωτέρω αναρίθμηση έφερε τον αριθμό 4) του ν. 3832/2010, η λέξη «Μαρτίου» αντικαθίσταται από τη λέξη «Μαΐου».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 10 (που πριν την ανωτέρω αναρίθμηση έφερε τον αριθμό 9) του ν. 3832/2010 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η ΕΛ.ΣΤΑΤ. έχει διακεκριμένη νομική προσωπικότητα και παρίσταται αυτοτελώς σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείμενο δικαιώματα ή υποχρεώσεις της, καθώς και πράξεις ή παραλείψεις της.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η παράγραφος 7 του άρθρου 11 (που πριν την ανωτέρω αναρίθμηση έφερε τον αριθμό 10) του ν. 3832/2010 καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 12 (που πριν την ανωτέρω αναρίθμηση έφερε τον αριθμό 11) του ν. 3832/2010 καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 12 (που πριν την ανωτέρω αναρίθμηση έφερε τον αριθμό 11) του ν. 3832/2010, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ο Κανονισμός μπορεί να προβλέπει ότι η εξειδίκευση διατάξεών του μπορεί να γίνεται με αποφάσεις του Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ή με συμφωνίες συνεργασίας με τους φορείς του ΕΛ.Σ.Σ., καθώς και η δημοσίευση των αποφάσεων αυτών στο διαδικτυακό τόπο της ΕΛ.ΣΤΑΤ., χωρίς να απαιτείται δημοσίευσή του. 9. Το άρθρο 13 (που πριν την ανωτέρω αναρίθμηση έφερε τον αριθμό 12) του ν. 3832/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 13 Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. 1. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. επιλέγεται από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, με εισήγηση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από δημόσια προκήρυξη, με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων (4/5) των μελών της. 2. Αποκλειστικό κριτήριο επιλογής στη θέση του Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ., είναι η υψηλή επιστημονική κατάρτιση, με ακαδημαϊκή ή επαγγελματική εξειδίκευση στο αντικείμενο της στατιστικής ή συναφών κλάδων ή σε αντικείμενο συναφές προς το αντικείμενο των στατιστικών ερευνών και μελετών. Επιπρόσθετα, ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. πρέπει να διαθέτει διδακτορικό τίτλο σπουδών. 3. Μετά την επιλογή του από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. διορίζεται για πενταετή θητεία, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η θητεία του μπορεί να ανανεώνεται για μία μόνο φορά, με όμοια απόφαση και την ίδια διαδικασία. Δεν επιτρέπεται να ορισθεί εκ νέου Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ., πρόσωπο που έχει εκπέσει από την ιδιότητα αυτή. 4. Οι παράγραφοι 4, 6 και 8 του άρθρου 3 του ν. 3051/ 2002 (A΄ 220) εφαρμόζονται και για τον Πρόεδρο της ΕΛ.ΣΤΑΤ.» 10. Το άρθρο 13 του ν. 3832/2010 καταργείται, χωρίς αναρίθμηση των επόμενων άρθρων. 11. Το άρθρο 14 του ν. 3832/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 14 Αρμοδιότητες Προέδρου 1. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. είναι το ανώτατο όργανο της ΕΛ.ΣΤΑΤ., ασκεί όλες τις αρμοδιότητές της και έχει την ευθύνη της εύρυθμης λειτουργίας της για την εκπλήρωση των σκοπών της σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας, του Κώδικα Ορθής Πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές και των βέλτιστων διεθνών στατιστικών πρακτικών. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. έχει ιδίως τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α) εγκρίνει το ΕΛ.Σ.Π., β) καταρτίζει τον Κανονισμό Στατιστικών Υποχρεώσεων των φορέων του ΕΛ.Σ.Σ. και τον Κανονισμό Λειτουργίας και Διαχείρισης της ΕΛ.ΣΤΑΤ., γ) καταρτίζει το ετήσιο στατιστικό πρόγραμμα εργασίας της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και την έκθεση αξιολόγησης του στατιστικού προγράμματος, του προηγούμενου έτους, δ) αποφασίζει την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 12 του παρόντος νόμου, ε) λαμβάνει τις αποφάσεις σχετικά με τις στατιστικές μεθόδους, τα πρότυπα και τις διαδικασίες, καθώς και με το περιεχόμενο και τη χρονική στιγμή της δημοσίευσης στατιστικών στοιχείων, σχετικά με τη διαβίβαση των επίσημων στατιστικών του ΕΛ.Σ.Σ. στην Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat) και γενικότερα σχετικά με τη διαβίβαση, υποβολή ή γνωστοποίηση στατιστικών στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής και διεθνούς στατιστικής συνεργασίας. στ) Είναι αρμόδιος για το συντονισμό όλων των δραστηριοτήτων των λοιπών φορέων του ΕΛ.Σ.Σ. που αφορούν την ανάπτυξη, την παραγωγή και τη διάδοση των επίσημων στατιστικών της χώρας, καθώς και για την εφαρμογή του εθνικού πλαισίου διασφάλισης ποιότητας των στατιστικών. ζ) Μπορεί να αποφασίζει τη διενέργεια κάθε είδους στατιστικών ερευνών, απογραφών και μελετών, επιπλέον αυτών που προβλέπονται στο ΕΛ.Σ.Π. και στο ετήσιο στατιστικό πρόγραμμα εργασίας της ΕΛ.ΣΤΑΤ. η) Εκπροσωπεί την ΕΛ.ΣΤΑΤ. δικαστικώς και εξωδίκως, ενώπιον των Δικαστηρίων, κάθε Αρχής και τρίτων. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. μπορεί να αναθέσει την εκπροσώπησή της στον Νομικό Σύμβουλο της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ή σε υπάλληλο της ΕΛ.ΣΤΑΤ. θ) Προΐσταται των υπηρεσιών της ΕΛ.ΣΤΑΤ., συντονίζει και κατευθύνει τη λειτουργία τους, παρέχει τις υπηρεσιακές εντολές για την εκτέλεση κάθε ενέργειας που αφορά την εκπλήρωση της αποστολής της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και συγκροτεί ομάδες εργασίας από το ειδικό επιστημονικό ή το λοιπό προσωπικό της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ορίζοντας και το αντικείμενό τους. ι) Προΐσταται ιεραρχικά και πειθαρχικά του προσωπικού της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και μεριμνά για τη συγκρότηση και τη λειτουργία του Υπηρεσιακού και του Πειθαρχικού Συμβουλίου, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. ια) Καταρτίζει τους ετήσιους προϋπολογισμούς, απολογισμούς και ισολογισμούς της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ιβ) Είναι αρμόδιος για κάθε θέμα που αφορά τη διοικητική λειτουργία και την οικονομική διαχείριση της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και αναλαμβάνει ως διατάκτης των δαπανών της ΕΛ.ΣΤΑΤ. τις υποχρεώσεις σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού της. ιγ) Δύναται να μεταβιβάζει αρμοδιότητές του σε άλλα όργανα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και να εξουσιοδοτεί με απόφασή του όργανα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. να υπογράφουν «με εντολή Προέδρου» έγγραφα ή άλλες πράξεις της με αποφάσεις που δημοσιεύονται με ανάρτηση στο διαδικτυακό τόπο της ΕΛ.ΣΤΑΤ. χωρίς να απαιτείται άλλη δημοσίευσή τους. ιδ) Ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. που προβλέπει ο νόμος και ο Κανονισμός Λειτουργίας και Διαχείρισης της ΕΛ.ΣΤΑΤ. 2. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματός του, ο Πρόεδρος αναπληρώνεται στην άσκηση όλων των καθηκόντων του από τον Γενικό Διευθυντή Στατιστικών Ερευνών, και σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος και αυτού, από τον Γενικό Διευθυντή Διοίκησης και Οργάνωσης.» 12. Το άρθρο 15 του ν. 3832/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 15 Εγγυήσεις ανεξαρτησίας − Κωλύματα 1. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. απολαύει προσωπικής ανεξαρτησίας δεσμευόμενος κατά την άσκηση των καθηκόντων του από τις εκάστοτε κείμενες διατάξεις. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. τελεί υποχρεωτικά σε καθεστώς πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. 2. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. δύναται να παυθεί, με απόφαση του οργάνου που τον διόρισε, για αδυναμία άσκησης των καθηκόντων του λόγω κωλύματος, νόσου ή αναπηρίας ή για σπουδαίο λόγο που αφορά την εκτέλεση των καθηκόντων του, όπως ιδίως η αποκάλυψη εμπιστευτικών θεμάτων, για τα οποία έλαβε γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ή η κατάχρηση της θέσης του για ίδιο, προσωπικό ή εμπορικό όφελος. Οι λόγοι παύσης δεν επιτρέπεται να θέτουν σε κίνδυνο την επαγγελματική και επιστημονική του ανεξαρτησία. 3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι πάσης φύσεως αποδοχές του Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ.» 13. Η παράγραφος 2 του άρθρου 16 του ν. 3832/2010, αντικαθίσταται ως εξής: «2. Ο προϋπολογισμός της ΕΛ.ΣΤΑΤ. περιλαμβάνει όλα τα κονδύλια που είναι αναγκαία για τη διάθεση στους χρήστες στατιστικών υψηλής ποιότητας σύμφωνα με όλες τις εθνικές και ευρωπαϊκές υποχρεώσεις. Τον προϋπολογισμό της ΕΛ.ΣΤΑΤ. εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ., ο οποίος είναι και διατάκτης των δαπανών της. Με απόφαση του Προέδρου είναι δυνατή η κατά την διάρκεια του οικονομικού έτους εγγραφή ή αύξηση πιστώσεων στον προϋπολογισμό της ΕΛ.ΣΤΑΤ. με ισόποση μείωση άλλων πιστώσεων του προϋπολογισμού. Η εκτέλεση του προϋπολογισμού παρακολουθείται από την Επιτροπή του Απολογισμού και του Γενικού Ισολογισμού του Κράτους και ελέγχου της εκτέλεσης του Προϋπολογισμού του Κράτους, όπως ορίζεται από τον Κανονισμό της Βουλής. Η ΕΛ.ΣΤΑΤ. έχει υποχρέωση να τηρεί λογαριασμούς στους οποίους συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα χρήσης και ο ισολογισμός, όπως ειδικότερα ορίζεται στον Κανονισμό Λειτουργίας και Διαχείρισης. Ο έλεγχος των οικονομικών στοιχείων και των ετήσιων λογαριασμών και οικονομικών καταστάσεων γίνεται από δύο (2) ορκωτούς λογιστές. Τα στοιχεία αυτά και οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και στο διαδικτυακό τόπο της ΕΛ.ΣΤΑΤ. Οι λογαριασμοί και ο απολογισμός της ΕΛ.ΣΤΑΤ. υπόκεινται στον προληπτικό και στον κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. 14. Η παράγραφος 3 του άρθρου 16 του ν. 3832/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Κάθε ζήτημα σχετικά με την οικονομική διαχείριση της ΕΛ.ΣΤΑΤ., ιδίως όσον αφορά το λογιστικό σχέδιο που εφαρμόζει, το είδος, τη δομή και το περιεχόμενο των λογαριασμών και των βιβλίων που τηρεί, την έγκριση και εκκαθάριση των δαπανών της, την έκδοση χρηματικών ενταλμάτων ως και χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής, τον τρόπο πληρωμής των δαπανών, την ταμειακή διαχείριση, την εξόφληση των χρηματικών ενταλμάτων, τη διαχείριση διαθεσίμων, τον έλεγχο της οικονομικής διαχείρισης, τις κάθε είδους συμβάσεις (ιδίως προμήθειας αγαθών, ανάθεσης εκτέλεσης έργων, παροχής υπηρεσιών, μίσθωσης, εκμίσθωσης, αγοράς ή εκποίησης ακινήτων), καθώς και σχετικά με τη χρηματοδότηση και την κατανομή των δαπανών κάθε απογραφής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται στον Κανονισμό Λειτουργίας και Διαχείρισης της ΕΛ.ΣΤΑΤ. Μέχρι την έκδοση του Κανονισμού Λειτουργίας και Διαχείρισης της ΕΛ.ΣΤΑΤ. εφαρμόζονται οι διατάξεις του δημοσίου λογιστικού.» 15. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 20 του ν. 3832/ 2010, η φράση «μετά από γνώμη της ΕΛ.ΣΤΑΤ.», αντικαθίσταται από τη φράση «μετά από πρόταση της ΕΛ.ΣΤΑΤ.» 16. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του ν. 3832/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Με απόφαση του Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ. δύναται επίσης να ανατεθεί στο Τμήμα Ερευνών και Μελετών ή σε στελέχη που υπηρετούν σε αυτό και ορίζονται προς τούτο από τον Πρόεδρο, η εκπόνηση κοινωνικοοικονομικών μελετών, αυτοτελώς ή σε συνεργασία με άλλες υπηρεσιακές μονάδες της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ή με άλλους φορείς, καθώς και η εκτέλεση κάθε άλλης εργασίας στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της ΕΛ.ΣΤΑΤ.» 17. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 20 του ν. 3832/2010 οι λέξεις «σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 1649/1986 (Α΄ 149)» διαγράφονται και στο τέλος της παραγράφου προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ο Νομικός Σύμβουλος προσλαμβάνεται ύστερα από προκήρυξη, στην οποία ορίζονται τα κριτήρια, τα προσόντα και οι όροι αμοιβής και συνεργασίας.» 18. Στο άρθρο 23 του ν. 3832/2010 αναριθμείται η υφιστάμενη παράγραφος 6 σε 7 και προστίθεται νέα παράγραφος 6 ως εξής: «6. Η παράγραφος 4 του άρθρου 14 του ν. 3470/2006 και η παράγραφος 12 του άρθρου 21 του ν. 3144/2003 συμπληρώνεται ως εξής: «Η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) επιτρέπεται να αναθέτει με σύμβαση μίσθωσης έργου, για συγκεκριμένο έργο, σε εταιρικές και ατομικές επιχειρήσεις ή, για ορισμένη χρονική διάρκεια και όχι πέραν του οκταμήνου, σε φυσικά πρόσωπα την παροχή υπηρεσιών, όπως μεταφορά υλικού, χειρισμό μηχανημάτων και συναφείς εργασίες και άλλες υπηρεσίες που δεν αναφέρονται ρητά στο παρόν, προς εξυπηρέτηση αναγκών που απορρέουν από τις δραστηριότητές της.»» Άρθρο 324 Έγκριση του Σχεδίου Συμφωνίας Συμβιβασμού μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και των εταιρειών Siemens AG και Siemens A.E. 1. Εγκρίνεται το Σχέδιο Συμφωνίας Συμβιβασμού μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και των εταιρειών Siemens AG, που εδρεύει στην πόλη του Μονάχου στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και Siemens A.E., που εδρεύει στον Δήμο Αμαρουσίου του Νομού Αττικής, όπως το Σχέδιο αυτό με τα συνημμένα παραρτήματά του στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφρασή τους στην ελληνική γλώσσα προσαρτάται στον παρόντα νόμο ως Παράρτημα XI. 2. Παρέχεται στον Υπουργό Οικονομικών η εξουσιοδότηση να εκπροσωπήσει την Ελληνική Δημοκρατία και να υπογράψει την, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, Συμφωνία Συμβιβασμού. Άρθρο 325 Ρυθμίσεις για το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων 1. Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων δύναται να αναθέτει, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί προμηθειών του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., την εκτέλεση του έργου της φύλαξης των κτιρίων στέγασης των υπηρεσιών του, καθώς και της διενέργειας χρηματαποστολών σε ειδικές εταιρείες φύλαξης και χρηματαποστολών. 2.α. Ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα μπορούν να συνιστούν στο δεσμευμένο τομέα του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων λογαριασμούς ειδικού σκοπού, για την από το Ταμείο, έναντι αμοιβής και σύμφωνα με ορισμένους όρους, εκτέλεση ιδίως νομίμων ρυθμίσεων ή ειδικών μεταξύ τους συμφωνιών ή άρση αμφισβητήσεων επί κινητών ή ακινήτων ή ομαλή ολοκλήρωση συγκεκριμένης μεταξύ τους συναλλαγής. β. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι σκοποί των λογαριασμών, οι αναγκαίοι όροι συνομολόγησης των σχετικών προς τους λογαριασμούς συμβάσεων των μερών με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και οι λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής της προηγούμενης υποπαραγράφου. Άρθρο 326 Ρύθμιση θεμάτων Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και άλλες διατάξεις 1. Το άρθρο 3 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213) και το άρθρο 110Α του π.δ. 1225/1981 (Α΄ 304), όπως προστέθηκε με το άρθρο 70 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51) καταργούνται. Η διάταξη του προηγουμένου εδαφίου καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος αιτήσεις αναιρέσεως. 2. Οι παράγραφοι 2, 4 και 6 του άρθρου 61 του ν.δ. 86/1969 (Α΄ 7) αντικαθίστανται ως εξής: «2. Η ανακοπή κατά του πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής ασκείται κατά του Δημοσίου ή κατά των νομικών προσώπων της παρ. 1, στα οποία ανήκει η έκταση επί της οποίας επιχειρείται η παράνομη ενέργεια και απευθύνεται στο μονομελές πρωτοδικείο της τοποθεσίας του ακινήτου.» «4. Κατά της αποφάσεως του μονομελούς πρωτοδικείου δεν χωρεί ένδικο μέσο. Σε περίπτωση κατά την οποία, η απόφαση που εκδίδεται ακυρώνει το πρωτόκολλο, για λόγους που αφορούν την κυριότητα ή τη νομή του κτήματος, ο ανακόπτων οφείλει να ασκήσει τακτική αγωγή εντός ενενήντα ημερών από την επίδοση της αποφάσεως, άλλως το πρωτόκολλο παραμένει σε ισχύ και εκτελείται. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 8 του α.ν. 1539/1938, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 περ. 18 Εισ. Ν.Κ.Πολ.Δ.» «6. Η ανακοπή δεν αναστέλλει την εκτέλεση του πρωτοκόλλου αποβολής, δύναται όμως το μονομελές πρωτοδικείο να αναστείλει την εκτέλεση, κατόπιν αιτήσεως του ανακόπτοντος μέχρις εκδόσεως αποφάσεως επί της ανακοπής.» 3. Tα δέκατο και ενδέκατο εδάφια του άρθρου 115 του από 11/12.11.1929 διατάγματος «περί διοικήσεως δημοσίων κτημάτων» (Α΄ 399), τα οποία είχαν προστεθεί με την παρ. 1 του άρθρου 20 του α.ν. 1540/1938 (Α΄ 488) και αντικατασταθεί με την παρ. 1 του άρθρου 6 του α.ν. 1331/1949 (Α΄ 330), αντικαθίστανται ως εξής: «Αρμόδιο δικαστήριο προς εκδίκαση της ανακοπής είναι το μονομελές πρωτοδικείο της τοποθεσίας του κτήματος. Κατά των αποφάσεων που εκδίδονται δεν χωρεί ένδικο μέσο. Αν η απόφαση που εκδίδεται ακυρώνει το πρωτόκολλο για λόγους που αφορούν την κυριότητα ή τη νομή του κτήματος, ο ανακόπτων οφείλει να ασκήσει τακτική αγωγή εντός ενενήντα ημερών από την επίδοση της αποφάσεως, άλλως το πρωτόκολλο παραμένει σε ισχύ και εκτελείται. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 8 του α.ν. 1539/1938, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 περ. 18 Εισ.Ν.Κ.Πολ.Δ. Όπου στις διατάξεις του παρόντος άρθρου αναφέρεται «Πρόεδρος Πρωτοδικών» ή «Πρόεδρος» ή «Ειρηνοδίκης» νοείται το «Μονομελές Πρωτοδικείο». 4. Στο άρθρο 20 του ν. 3086/2002 (Α΄ 324) προστίθεται παράγραφος 5, ως εξής: «5. Κατά την εκδίκαση σε πρώτο βαθμό των προσφυγών: α) της παρ. 2 του άρθρου 24 του ν. 2224/1994 (Α΄ 112), β) της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν. 2639/1998 (Α΄ 205) και γ) της παρ. 6 του άρθρου 24 του ν. 3996/2011(Α΄ 170) το Ελληνικό Δημόσιο εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο της υπηρεσίας που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη επιβολής προστίμου ή υπάλληλο νομίμως εξουσιοδοτημένο από αυτόν. Για την εκπροσώπηση ενημερώνεται η Κεντρική Υπηρεσία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Η αρμόδια Υπηρεσία μπορεί να ζητήσει αιτιολογημένα σε συγκεκριμένη υπόθεση τον ορισμό ως εκπροσώπου μέλους του Ν.Σ.Κ. Κατά των αποφάσεων που εκδίδονται ασκείται έφεση από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ύστερα από αιτιολογημένο έγγραφο της Διοίκησης, στο οποίο επισυνάπτεται ο φάκελος της υποθέσεως.» 5. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 3068/2002 (Α΄274) προστίθενται εδάφια ως εξής: «Η εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων ή άλλων εκτελεστών τίτλων, που υπόκεινται σε ένδικα μέσα ή βοηθήματα και από τους οποίους απορρέει χρηματική υποχρέωση του Δημοσίου, διενεργείται ύστερα από προσκόμιση εκ μέρους του δικαιούχου ισόποσης εγγυητικής επιστολής Τραπέζης. Το δικαστήριο, που εξέδωσε την εκτελεστή απόφαση ή το δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί η εκδίκαση του ενδίκου βοηθήματος, μπορεί, κατόπιν σχετικού αιτήματος, αναλόγως της φερεγγυότητας του δικαιούχου ή των λοιπών εγγυήσεων που προσφέρει ή κρίνονται αναγκαίες να μειώσει το ύψος της εγγυητικής επιστολής μέχρι του ενός δευτέρου. Αν η άσκηση του ενδίκου βοηθήματος δεν υπόκειται σε χρονικό περιορισμό ο εκτελεστός τίτλος μπορεί να εκτελεσθεί χωρίς εγγύηση, μετά την άπρακτη πάροδο 90 ημερών από την επίδοσή του. Η εγγυητική επιστολή εκδίδεται υπέρ της υπηρεσίας, που είναι αρμόδια για την καταβολή, και επιστρέφεται μετά από την προσκόμιση πιστοποιητικού αμετάκλητης, υπέρ του αντιδίκου του υπόχρεου, επίλυσης της διαφοράς ή της μη ασκήσεως ενδίκου μέσου ή βοηθήματος μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται από το νόμο.» 6. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 57 του ν. 3086/ 2002 (Α΄ 324) προστίθενται εδάφια ως εξής: «Απαγορεύεται η απόσπαση διοικητικών υπαλλήλων του Ν.Σ.Κ., κατ’ εφαρμογή γενικής ή ειδικής διάταξης, σε άλλη Υπηρεσία, αρχή, σώμα, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ.» 7. Στο άρθρο 6 του ν. 3086/2002 (Α΄ 324) προστίθεται παράγραφος 7 που έχει ως εξής: «7. Διατάξεις νόμων με έναρξη ισχύος μεταγενέστερη της ισχύος του παρόντος νόμου, που προβλέπουν εφεξής την ανάθεση αρμοδιοτήτων στο Ν.Σ.Κ., ισχύουν εφόσον: 1) έχει εκδοθεί σχετικώς γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ. και 2) με απόφαση της ίδιας Ολομέλειας διαπιστώνεται η συνδρομή των προϋποθέσεων που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή τους.» 8. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 228 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), μετά τις λέξεις «η πράξη αναστέλλεται» προστίθενται λέξεις ως εξής: «, ως προς τους δανειστές των οποίων προσβάλλεται η κατάταξη, ».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στα εδάφια πρώτο και δεύτερο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 2318/1995 «Κώδικας Δικαστικών Επιμελητών» (Α΄ 126) αντί των λέξεων «τριακοστό πέμπτο» τίθεται η λέξη «τεσσαρακοστό».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Οι περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 2318/1995 αντικαθίστανται ως εξής: «β) είναι πτυχιούχος Νομικής Σχολής ημεδαπού πανεπιστημίου ή ισότιμου αλλοδαπού, αναγνωρισμένου από το νόμο. γ) έχει συμπληρώσει άσκηση έξι (6) μηνών σε δικαστικό επιμελητή, σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα στο άρθρο 6 του παρόντος και», 11. Η παράγραφος 2 του άρθρου 2 του ν. 2318/1995 καταργείται. 12. Στην παράγραφο 12 του άρθρου 3 του ν. 2318/1995 μετά την περίπτωση δ΄ προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Εγγεγραμμένοι ασκούμενοι πριν από την 8η Μαϊου 2012 μπορούν να συμμετάσχουν στο διαγωνισμό και για την επόμενη τριετία.» 13. Στον πρώτο στίχο του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 4043/2012 (Α΄ 25) απαλείφονται οι λέξεις «εκτελεσθεί ούτε» και στον τέταρτο στίχο αντί των λέξεων «κατέστησαν αμετάκλητες» τίθεται η λέξη «εκδόθηκαν».

Αθήνα, 11 Απριλίου 2012
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΡΕΠΠΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΙΑΝΝΙΤΣΗΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΣΑΧΙΝΙΔΗΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΗΜΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΑΝΝΑ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΞΥΝΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ ΒΟΡΙΔΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΥΤΡΟΥΜΑΝΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ ΠΑΥΛΟΣ ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 11 Απριλίου 2012
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ