73 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4249/2014

Αναδιοργάνωση της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, αναβάθμιση Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και ρύθμιση λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ Β΄ - ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
24 Μαρτίου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 73
24 Μαρτίου 2014

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4249
Αναδιοργάνωση της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, αναβάθμιση Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και ρύθμιση λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΜΕΡΟΣ Β΄ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ΑΠΟΣΤΟΛΗ − ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 11ΑποστολήΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Ελληνική Αστυνομία είναι Σώμα Ασφάλειας, με τοπική αρμοδιότητα σε όλη την επικράτεια, εκτός από τους χώρους αρμοδιότητας του Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής, σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4150/2013 (Α΄102) και έχει ως αποστολή: α. την εξασφάλιση της δημόσιας ειρήνης και ευταξίας και της απρόσκοπτης κοινωνικής διαβίωσης των πολιτών, που περιλαμβάνει την άσκηση της αστυνομίας γενικής αστυνόμευσης και τροχαίας, β. την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος και την προστασία του Κράτους και του δημοκρατικού πολιτεύματος, στο πλαίσιο της συνταγματικής τάξης, που περιλαμβάνει την άσκηση της αστυνομίας δημόσιας και κρατικής ασφάλειας, γ. την πρόληψη και αποτροπή της παράνομης εισόδουεξόδου αλλοδαπών στην Ελλάδα και τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων που αφορούν την είσοδο, έξοδο, παραμονή και εργασία των αλλοδαπών στη χώρα, που περιλαμβάνει την άσκηση της αστυνομίας αλλοδαπών και προστασίας συνόρων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Ελληνική Αστυνομία συμμετέχει στην αντιμετώπιση κάθε έκτακτης ανάγκης που προκύπτει από θεομηνίες και ατυχήματα ή άλλες καταστροφές σε περίοδο ειρήνης ή πολέμου σε συνεργασία με τις συναρμόδιες εθνικές αρχές και Υπηρεσίες, καθώς και σε συνεργασία με τις ένοπλες δυνάμεις στην εξασφάλιση της εθνικής άμυνας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η άσκηση της αστυνομίας γενικής αστυνόμευσης περιλαμβάνει ιδίως: α. τη διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης και ευταξίας και την παροχή έννομης προστασίας στους πολίτες και συνδρομής στις αρχές, β. την τήρηση της τάξης στους δημόσιους χώρους και στις δημόσιες συγκεντρώσεις και συναθροίσεις και την προστασία των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων των πολιτών κατά τις εκδηλώσεις αυτές, γ. τον έλεγχο της λειτουργίας δημόσιων κέντρων, θεαμάτων και καταστημάτων, δ. την τήρηση της τάξης στις συνεδριάσεις των δικαστηρίων και τη μεταγωγή των κρατουμένων, ε. τον έλεγχο της τήρησης της τουριστικής νομοθεσίας, στ. την άσκηση αρμοδιοτήτων δημοτικής αστυνόμευσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η άσκηση της αστυνομίας τροχαίας περιλαμβάνει: α. τη ρύθμιση της κυκλοφορίας πεζών και οχημάτων στους δρόμους και στους λοιπούς δημόσιους χώρους, β. τη μέριμνα για την εφαρμογή του κώδικα οδικής κυκλοφορίας και των λοιπών διατάξεων που σχετίζονται με την κυκλοφορία πεζών και οχημάτων, γ. τη διερεύνηση των τροχαίων ατυχημάτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η άσκηση της αστυνομίας δημόσιας ασφάλειας περιλαμβάνει ιδίως: α. τη δίωξη των εγκλημάτων κατά της ζωής, της προσωπικής ελευθερίας, της ιδιοκτησίας και λοιπών περιουσιακών δικαιωμάτων, β. τη δίωξη του οικονομικού και του ηλεκτρονικού εγκλήματος, γ. τον έλεγχο και τη δίωξη της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, δ. τη δίωξη του λαθρεμπορίου και της αρχαιοκαπηλίας, ε. τη μέριμνα για την προστασία των ανηλίκων και την εφαρμογή των διατάξεων για τα ήθη, στ. τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων που αφορούν τα υπομνήματα και την προστασία του εθνικού νομίσματος και συναλλάγματος, ζ. την επιτήρηση των τόπων όπου συχνάζουν οι ύποπτοι διάπραξης εγκλημάτων και τον έλεγχο των προσώπων αυτών, η. την αναζήτηση εξαφανισθέντων προσώπων και απολεσθέντων και κλεμμένων αντικειμένων, θ. την αναζήτηση και σύλληψη των διωκόμενων προσώπων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η άσκηση της αστυνομίας κρατικής ασφάλειας περιλαμβάνει ιδίως: α. την προστασία του Κράτους και του δημοκρατικού πολιτεύματος, β. την προστασία των επίσημων προσώπων, Ελλήνων και αλλοδαπών, που βρίσκονται στη χώρα, γ. τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων που αφορούν τα όπλα και τις εκρηκτικές ύλες, δ. τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων που αφορούν στη διάπραξη αδικημάτων σε βάρος προσώπων ή ομάδας προσώπων λόγω του χρώματος, της φυλής, της θρησκείας και της εθνικής ή εθνοτικής τους καταγωγής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η άσκηση της αστυνομίας αλλοδαπών και προστασίας συνόρων περιλαμβάνει ιδίως: α. την πρόληψη, αποτροπή και καταστολή της παράνομης εισόδου−εξόδου αλλοδαπών στη χώρα, β. τον εντοπισμό και τη σύλληψη των αλλοδαπών που εισέρχονται, εξέρχονται, διαμένουν ή εργάζονται παράνομα στη χώρα και την παραπομπή τους στη δικαιοσύνη ή τον επαναπατρισμό τους, καθώς και τον εντοπισμό και τη σύλληψη των προσώπων που διακινούν παράνομα μετανάστες ή διευκολύνουν την παράνομη είσοδο − έξοδο και εργασία των αλλοδαπών και την παραπομπή τους στη δικαιοσύνη, γ. τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων που αφορούν στην είσοδο προσώπων στο ελληνικό έδαφος και την έξοδο από αυτό, καθώς και την παραμονή και εργασία των αλλοδαπών στη χώρα, δ. τη μέριμνα για την ασφαλή προσωρινή κράτηση και φύλαξη σε ειδικές εγκαταστάσεις και υπό συνθήκες σεβασμού της αξιοπρέπειας των μη νόμιμων μεταναστών που τελούν υπό καθεστώς νόμιμου περιορισμού της ελευθερίας τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η Ελληνική Αστυνομία, για την εκπλήρωση της αποστολής της: α. χρησιμοποιεί επιστημονικές και τεχνικές μεθόδους διαλεύκανσης των εγκλημάτων και διαθέτει εγκληματολογικά εργαστήρια, τα οποία παρέχουν τις υπηρεσίες τους και σε άλλες αρχές, β. διαθέτει και χρησιμοποιεί τα αναγκαία επίγεια, εναέρια και πλωτά μεταφορικά και άλλα μέσα και υλικοτεχνικό εξοπλισμό, γ. μπορεί να συνάπτει μνημόνια συνεργασίας με φορείς και οργανισμούς άλλων Υπουργείων και Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης για θέματα γενικής αστυνόμευσης και εξυπηρέτησης των πολιτών, κοινής αρμοδιότητας, τα οποία εγκρίνονται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, δ. συνεργάζεται με τις αντίστοιχες αρχές και Υπηρεσίες των άλλων χωρών και συμμετέχει στο Διεθνή Οργανισμό Εγκληματολογικής Αστυνομίας (Δ.Ο.Ε.Α. – INTERPOL), στην Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία (EUROPOL), στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών − μελών της Ε.Ε. (FRONTEX), σε Διεθνείς και Περιφερειακούς Οργανισμούς, καθώς και στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που χειρίζονται θέματα αστυνομικής φύσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

H έκταση των αρμοδιοτήτων της Ελληνικής Αστυνομίας που εμπίπτουν στα κατά τις προηγούμενες παραγράφους του άρθρου αυτού θέματα της αποστολής της, προσδιορίζεται από τις ισχύουσες κάθε φορά για τα θέματα αυτά διατάξεις.

Άρθρο 12Σύνδεση Ελληνικής Αστυνομίας με Τοπική Αυτοδιοίκηση− Συγκρότηση Επιτροπών Περιφερειακής Συνεργασίας και ΑσφάλειαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην έδρα κάθε διοικητικής Περιφέρειας της χώρας λειτουργεί Επιτροπή Περιφερειακής Συνεργασίας και Ασφάλειας (Ε.Π.Σ.Α.), η οποία αποτελείται από τον οικείο Περιφερειάρχη, ως πρόεδρο, έναν περιφερειακό σύμβουλο από κάθε Περιφερειακή Ενότητα, που ορίζεται από αυτόν, έναν εκπρόσωπο της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων που υποδεικνύεται από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, τον Περιφερειακό Αστυνομικό Διευθυντή και τον Περιφερειακό Διευθυντή Ασφάλειας, ως μέλη. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματός τους, ο πρόεδρος της Επιτροπής αναπληρώνεται από αντιπεριφερειάρχη, τον οποίο ορίζει ο ίδιος και τα μέλη, πλην του Περιφερειακού Αστυνομικού Διευθυντή, από τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι ορίζονται από τα ίδια όργανα. Ο Περιφερειακός Αστυνομικός Διευθυντής και ο Περιφερειακός Διευθυντής Ασφάλειας αναπληρώνονται από τους νόμιμους αναπληρωτές τους. Στην Επιτροπή συμμετέχουν και τρεις (3) ακόμη, επιστήμονες, οι οποίοι διαμένουν στην οικεία Περιφέρεια και κατέχουν ειδικές γνώσεις στον τομέα της εγκληματικότητας, όπως εγκληματολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι, ιατροί και κοινωνιολόγοι, οι οποίοι προτείνονται από τον οικείο Περιφερειάρχη. Η γραμματειακή εξυπηρέτηση της Επιτροπής παρέχεται με μέριμνα του διευθυντή της οικείας Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι Ε.Π.Σ.Α. συγκροτούνται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη. Με όμοια απόφαση ρυθμίζονται θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των Ε.Π.Σ.Α., η συνεργασία τους με τις άλλες συναρμόδιες αρχές, υπηρεσίες και φορείς, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Η αποστολή των Ε.Π.Σ.Α. συνίσταται: α. Στο συντονισμό της δράσης των Τοπικών Συμβουλίων Πρόληψης Παραβατικότητας (ΤΟ.Σ.Π.ΠΑ.) που λειτουργούν στους δήμους της οικείας Περιφέρειας. β. Στη μελέτη και αξιολόγηση των εκθέσεων και προτάσεων των ΤΟ.Σ.Π.ΠΑ., σε συνδυασμό με άλλα συναφή στοιχεία και δεδομένα, την καταγραφή και εκτίμηση των πραγματικών διαστάσεων της εγκληματικότητας στην οικεία Περιφέρεια και τη σύνταξη σχετικής ετήσιας έκθεσης, στην οποία περιλαμβάνονται και προτάσεις βελτίωσης του επιπέδου προστασίας, ασφάλειας και εξυπηρέτησης των πολιτών ή αντιμετώπισης συγκεκριμένων προβλημάτων αστυνομικής φύσεως. Η έκθεση αυτή υποβάλλεται στο Κεντρικό Συμβούλιο Πρόληψης Παραβατικότητας (ΚΕ.Σ.Π.ΠΑ.) κατά το πρώτο δίμηνο κάθε έτους και κοινοποιείται στα Γραφεία του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και του Γενικού Γραμματέα Δημόσιας Τάξης, καθώς και στο Επιτελικό Γραφείο του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας. γ. Στην εκδήλωση και το συντονισμό πρωτοβουλιών που σχεδιάζονται και αναπτύσσονται σε συνεργασία με διάφορους κοινωνικούς φορείς, όπως συλλόγους, επαγγελματικές ενώσεις και θεραπευτικές κοινότητες, προς το σκοπό συνδρομής στο κοινωνικό έργο της Ελληνικής Αστυνομίας, ανάπτυξης της κοινωνικής αλληλεγγύης, ενίσχυσης της συμμετοχικής δράσης και ευαισθητοποίησης των τοπικών κοινωνιών στην αποτελεσματικότερη πρόληψη της εγκληματικότητας και αρωγής και πληροφόρησης σε θύματα εγκληματικών πράξεων. δ. Στην υποβολή προτάσεων προς τους αρμόδιους φορείς για την αναβάθμιση περιοχών που παρουσιάζουν χρόνια χωροταξικά, κοινωνικά και αστυνομικά προβλήματα. ε. Στο σχεδιασμό και τη μέριμνα για την υλοποίηση προγραμμάτων, σεμιναρίων, ενημερωτικού χαρακτήρα εκδηλώσεων και άλλων συναφών δράσεων και πρωτοβουλιών, σε συνεργασία με τα οικεία ΤΟ.Σ.Π.ΠΑ. και άλλες συναρμόδιες Υπηρεσίες και Φορείς, με σκοπό την προληπτική αντιμετώπιση της παραβατικής συμπεριφοράς σε τομείς, όπως η οδική ασφάλεια, η σχολική και εξωσχολική βία, η χρήση ναρκωτικών, η κακοποίηση και εκμετάλλευση ανηλίκων, η ένταξη σε αντικοινωνικές ή εγκληματικές ομάδες, η βία στους αθλητικούς χώρους, η ρατσιστική βία και οι φθορές ή καταστροφές σε δημόσια κτίρια, εγκαταστάσεις και άλλους χώρους. στ. Στην παροχή συμβουλευτικής υποστήριξης ή την υποβολή προτάσεων προς τα τοπικά Τμήματα Δημοτικής Αστυνόμευσης ή τις κατά τόπο αρμόδιες Αστυνομικές Υπηρεσίες σε θέματα σχεδιασμού μέτρων προληπτικής αστυνόμευσης ή αναβάθμισης της αστυνόμευσης σε περιοχές που εμφανίζουν αυξημένη εγκληματικότητα ή χρήζουν ειδικής μέριμνας και προστασίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι Τοπικές Ε.Π.ΣΑ., στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής τους, συνεργάζονται άμεσα με τα οικεία ΤΟ.Σ.Π.ΠΑ., το ΚΕ.Σ.Π.ΠΑ., τα Τμήματα Δημοτικής Αστυνόμευσης ή ελλείψει αυτών με τις καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιες Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, με τις Ε.Π.ΣΑ. όμορων Περιφερειών, με άλλες δημόσιες Υπηρεσίες και Οργανισμούς, με Ινστιτούτα Αντεγκληματικής Πολιτικής, με επιστημονικούς, επαγγελματικούς και κοινωνικούς φορείς, συλλόγους, θεραπευτικές κοινότητες, πανεπιστημιακά και άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα, με σωφρονιστικά καταστήματα, με ιδρύματα αποκατάστασης και θεραπείας, με τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, καθώς και με εκπροσώπους της χώρας μας σε διεθνείς Οργανισμούς ή όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δραστηριοποιούνται στο πεδίο της πρόληψης του εγκλήματος.

Άρθρο 13Χαρακτήρας Υπηρεσιών της Ελληνικής ΑστυνομίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Ελληνική Αστυνομία αποτελεί ιδιαίτερο ένοπλο Σώμα Ασφάλειας και διέπεται από ειδικούς οργανικούς νόμους. Το προσωπικό της διακρίνεται σε ένστολο και σε πολιτικό. Στο ένστολο προσωπικό ανήκουν οι αστυνομικοί, οι ειδικοί φρουροί και οι συνοριακοί φύλακες. Το ένστολο προσωπικό έχει ιδιαίτερη ιεραρχία και ειδικούς κανόνες πειθαρχίας και δεν εφαρμόζονται στο προσωπικό αυτό οι διατάξεις που αφορούν τους δημόσιους πολιτικούς υπαλλήλους, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε ειδική διάταξη νόμου. Στην Ελληνική Αστυνομία ανήκουν, ως ειδική κατηγορία προσωπικού, και οι δημοτικοί αστυνομικοί, που εντάσσονται σε αυτή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 81 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και το προσωπικό της τελούν σε διαρκή ετοιμότητα για την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος, την προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος και της έννομης τάξης και την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών. Το ένστολο προσωπικό θεωρείται ότι βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία, σε κάθε περίπτωση που καθίσταται αναγκαία η παρέμβασή του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας εκπαιδεύεται στη χρήση όπλων και ειδικών μέσων και μηχανημάτων και φέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του κατάλληλο οπλισμό, εφόδια και μέσα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας μπορεί να εκπαιδεύεται και στις σχολές και τα κέντρα εκπαίδευσης των ενόπλων δυνάμεων με τη συνδρομή ειδικών εκπαιδευτών των ενόπλων δυνάμεων. Επίσης, δύναται να εκπαιδεύεται σε σχολές και κέντρα εκπαίδευσης αντίστοιχων Υπηρεσιών του εξωτερικού.

Άρθρο 14Διάρθρωση Ελληνικής ΑστυνομίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Ελληνική Αστυνομία συγκροτείται από κεντρικές και περιφερειακές Υπηρεσίες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κεντρικές Υπηρεσίες είναι: α. Το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας, το οποίο συγκροτείται από: αα. τις επιτελικές Διευθύνσεις των Κλάδων Τάξης, Ασφάλειας και Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων, ββ. το Επιτελείο, γγ. το Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού, δδ. τα Γραφεία του Υπαρχηγού των Γενικών Επιθεωρητών και του Προϊσταμένου Επιτελείου, εε. το Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων. β. Οι κατωτέρω αυτοτελείς Υπηρεσίες: αα. η Γενική Διεύθυνση Προστασίας Επισήμων και Ευπαθών Στόχων, ββ. η Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών, γγ. η Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων, δδ. η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας, εε. η Διεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων, στστ. η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών, ζζ. η Διεύθυνση Υγειονομικού, ηη. η Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης. γ. Οι κατωτέρω Υπηρεσίες του Κλάδου Ασφάλειας: αα. η Διεύθυνση Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος, ββ. η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας, γγ. η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Περιφερειακές Υπηρεσίες είναι οι Γενικές Αστυνομικές Διευθύνσεις Αττικής και Θεσσαλονίκης, οι Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις, οι Διευθύνσεις Ασφάλειας Αττικής και Θεσσαλονίκης, οι Περιφερειακές Διευθύνσεις Ασφάλειας, οι Διευθύνσεις Αλλοδαπών και οι Υπηρεσίες που υπάγονται σε αυτές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 15Εποπτεία, έλεγχος, υπαγωγήΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι Κλάδοι και το Επιτελείο της Ελληνικής Αστυνομίας κατευθύνονται, συντονίζονται, εποπτεύονται και ελέγχονται ως ακολούθως: α. ο Κλάδος Τάξης από τον Γενικό Επιθεωρητή Τάξης, β. ο Κλάδος Ασφάλειας από τον Γενικό Επιθεωρητή Ασφάλειας, γ. ο Κλάδος Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων από τον Γενικό Επιθεωρητή Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων, δ. το Επιτελείο από τον Προϊστάμενο Επιτελείου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι Κλάδοι μεταξύ τους και προς το Επιτελείο είναι ισότιμοι και διαρθρώνονται σε Διευθύνσεις και οι Διευθύνσεις σε Τμήματα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού (Ε.Γ.Α.) λειτουργεί σε επίπεδο Διεύθυνσης και υπάγεται απευθείας στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων και οι αυτοτελείς κεντρικές υπηρεσίες εποπτεύονται και ελέγχονται ως ακολούθως: α. οι Διευθύνσεις Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών, Εσωτερικών Υποθέσεων και Οικονομικής Αστυνομίας από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, β. η Γενική Διεύθυνση Προστασίας Επισήμων και Ευπαθών Στόχων, το Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων και η Διεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων από τον Υπαρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, γ. η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών από τον Γενικό Επιθεωρητή Ασφάλειας, δ. οι Διευθύνσεις Υγειονομικού και Οικονομικής Επιθεώρησης από τον Προϊστάμενο Επιτελείου, ε. οι Διευθύνσεις Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος, Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας και Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, υπάγονται, απευθείας, στον Κλάδο Ασφάλειας και κατευθύνονται, συντονίζονται, εποπτεύονται και ελέγχονται από τον οικείο Γενικό Επιθεωρητή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Για την εξασφάλιση της γραμματειακής εξυπηρέτησης και της επικοινωνίας του Υπαρχηγού, των Γενικών Επιθεωρητών και του Προϊστάμενου Επιτελείου λειτουργούν αντίστοιχα Γραφεία, τα οποία στελεχώνονται με το απολύτως αναγκαίο για τη λειτουργία τους αστυνομικό και πολιτικό προσωπικό. Των Γραφείων αυτών προΐσταται ο οικείος υπασπιστής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Το Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού, το Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων και τα Γραφεία της παραγράφου 5 εξυπηρετούνται διοικητικά και διαχειριστικά από τις καθ’ ύλην αρμόδιες Διευθύνσεις του Επιτελείου.

Άρθρο 16Κλάδος ΤάξηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο Κλάδος Τάξης χειρίζεται τα θέματα γενικής αστυνόμευσης και τροχαίας και προγραμματίζει, κατευθύνει και ελέγχει το έργο των κεντρικών και περιφερειακών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας στα θέματα αυτά. Ο Κλάδος αυτός διαρθρώνεται στις εξής Επιτελικές Διευθύνσεις: α. Διεύθυνση Γενικής Αστυνόμευσης, β. Διεύθυνση Τροχαίας Αστυνόμευσης, γ. Διεύθυνση Εξυπηρέτησης Πολιτών και Δημοτικής Αστυνόμευσης, δ. Διεύθυνση Επιχειρησιακού Σχεδιασμού και Υποστήριξης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Διεύθυνση Γενικής Αστυνόμευσης χειρίζεται, σε επιτελικό επίπεδο, τα θέματα γενικής αστυνόμευσης, τουριστικής νομοθεσίας και πολιτικής κινητοποίησης και ιδίως θέματα σχετικά με: α. τη δημόσια υγεία, την πολεοδομία, την εργασία και τη λειτουργία δημόσιων κέντρων, καταστημάτων και θεαμάτων, β. την τήρηση της τάξης στις συνεδριάσεις των δικαστηρίων, καθώς και στους δημόσιους χώρους, στις δημόσιες συγκεντρώσεις, συναθροίσεις και αθλητικές εκδηλώσεις και την προστασία των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων στις εκδηλώσεις αυτές, γ. τις μεταγωγές κρατουμένων, δ. την εφαρμογή της τουριστικής νομοθεσίας, ε. την παλλαϊκή άμυνα – πολιτική σχεδίαση έκτακτης ανάγκης, στ. την εξασφάλιση της δημόσιας ειρήνης, της ευταξίας και της απρόσκοπτης κοινωνικής διαβίωσης των πολιτών, ζ. την παρακολούθηση και αξιοποίηση του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορά θέματα αρμοδιότητάς της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Διεύθυνση Τροχαίας Αστυνόμευσης χειρίζεται, σε επιτελικό επίπεδο, τα θέματα: α. εφαρμογής του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, β. ρύθμισης της κυκλοφορίας πεζών και οχημάτων στο οδικό δίκτυο και στους λοιπούς δημόσιους χώρους, γ. τροχονομικής αστυνόμευσης των βασικών εθνικών οδικών αξόνων της χώρας, δ. διερεύνησης των τροχαίων ατυχημάτων, ε. γενικά τα θέματα αστυνομίας τροχαίας, στ. παρακολούθησης και αξιοποίησης του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα αρμοδιότητάς της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η Διεύθυνση Εξυπηρέτησης Πολιτών και Δημοτικής Αστυνόμευσης χειρίζεται, σε επιτελικό επίπεδο, τα θέματα: α. επικοινωνίας, ενημέρωσης και εξυπηρέτησης των πολιτών σε θέματα αρμοδιότητας της Ελληνικής Αστυνομίας, β. των αρμοδιοτήτων δημοτικής αστυνόμευσης, που ανατέθηκαν στην Ελληνική Αστυνομία, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 81 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167), γ. συνεργασίας με τοπικούς Φορείς και ιδιώτες, καθώς και με Φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σε θέματα αρμοδιότητάς της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η Διεύθυνση Επιχειρησιακού Σχεδιασμού και Υποστήριξης είναι αρμόδια για: α. τη μελέτη και αξιολόγηση της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητας των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας σε θέματα αρμοδιότητας του Κλάδου Τάξης, β. την εκπόνηση σχεδίων και οδηγιών προς αυτές και την καθοδήγησή τους για το χειρισμό και την αντιμετώπιση σοβαρών γενικών ή ειδικών ζητημάτων αρμοδιότητάς τους, γ. τον προσδιορισμό των συνολικών αναγκών του Κλάδου σε έμψυχο δυναμικό, σε οικονομικούς πόρους, υλικοτεχνικό εξοπλισμό και μέσα και την κατανομή – ανακατανομή τους στις επιμέρους Υπηρεσίες, δ. τον προσδιορισμό των αναγκών των Υπηρεσιών του Κλάδου σε θέματα εκπαίδευσης – μετεκπαίδευσης και τη μέριμνα για την κατάρτιση και υλοποίηση σχετικών προγραμμάτων, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης Ανθρωπίνων Πόρων του Επιτελείου, ε. τη γραμματειακή και διοικητική υποστήριξη του οικείου Κλάδου, στ. τη διαπίστωση, τον προσδιορισμό και τη μέριμνα για την κάλυψη των αναγκών του προσωπικού σε περιπτώσεις μέτρων ή επιχειρήσεων τάξης, ασφάλειας και τροχαίας ευρείας κλίμακας, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις των Κλάδων και του Επιτελείου και τις κατά περίπτωση αρμόδιες κεντρικές και περιφερειακές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στον Κλάδο Τάξης υπάγονται, απευθείας, οι Γενικές Αστυνομικές Διευθύνσεις Αττικής και Θεσσαλονίκης και οι Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις.

Άρθρο 17Κλάδος ΑσφάλειαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο Κλάδος Αστυνομίας Ασφάλειας χειρίζεται τα θέματα δημόσιας και κρατικής ασφάλειας και προγραμματίζει, κατευθύνει και ελέγχει το έργο των κεντρικών και περιφερειακών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας στα θέματα αυτά. Ο Κλάδος Ασφάλειας διαρθρώνεται στις εξής Επιτελικές Διευθύνσεις: α. Διεύθυνση Ασφάλειας, β. Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας, γ. Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας, δ. Διεύθυνση Επιχειρησιακού Σχεδιασμού και Υποστήριξης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στον Κλάδο Ασφάλειας υπάγονται, απευθείας, οι κατωτέρω κεντρικές Υπηρεσίες: α. η Διεύθυνση Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος, β. η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας, γ. η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Διεύθυνση Ασφάλειας μελετά, αναλύει και σχεδιάζει την αντεγκληματική πολιτική και χειρίζεται, σε επιτελικό επίπεδο, τα θέματα δημόσιας και κρατικής ασφάλειας και ιδίως τα θέματα που αφορούν: α. στη δίωξη των εγκλημάτων κατά της ζωής, της προσωπικής ελευθερίας, της ιδιοκτησίας και των περιουσιακών δικαιωμάτων, β. στην προστασία του Κράτους και του δημοκρατικού πολιτεύματος και την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, γ. στον έλεγχο και τη δίωξη της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, του λαθρεμπορίου, της αρχαιοκαπηλίας, του οργανωμένου, του οικονομικού και του ηλεκτρονικού εγκλήματος, δ. στον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων που αφορούν τα υπομνήματα και την προστασία του εθνικού νομίσματος και συναλλάγματος, ε. στην παρακολούθηση της κίνησης και στη συλλογή και αξιοποίηση πληροφοριών από το εσωτερικό των καταστημάτων Κράτησης, προς το σκοπό αποφυγής αποδράσεων ή διάπραξης ποινικών αδικημάτων, στ. στην αναζήτηση και σύλληψη των διωκόμενων προσώπων, ζ. στην έκδοση δελτίων αστυνομικών ταυτοτήτων και την τήρηση σχετικού αρχείου, η. στην αναζήτηση εξαφανισθέντων προσώπων και απολεσθέντων πραγμάτων, θ. στη δίωξη των εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας, ι. στη μέριμνα για την προστασία των ανηλίκων, ια. στην επιτήρηση των τόπων όπου συχνάζουν οι ύποπτοι διάπραξης εγκλημάτων και του ελέγχου των προσώπων αυτών, ιβ. στον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων που αφορούν στα όπλα και τις εκρηκτικές ύλες, ιγ. στην αντιμετώπιση του ρατσισμού, ιδ. στην προστασία μαρτύρων, καθώς και ημεδαπών και αλλοδαπών επίσημων προσώπων που βρίσκονται στη χώρα, ιε. στη μελέτη, ανάλυση, αξιολόγηση και επίδραση στην ασφάλεια του Κράτους των κοινωνικών, πολιτιστικών και θρησκευτικών ζητημάτων, στη χώρα μας και διεθνώς, ιστ. στην παρακολούθηση και αξιοποίηση του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα αρμοδιότητάς της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας αποτελεί την εθνική αρχή στο πλαίσιο των συμβάσεων που κυρώθηκαν με τους νόμους 3640/1956 (Α΄ 303), 2514/1997 (Α΄ 140) και 2605/1998 (Α΄ 88) και είναι αρμόδια για το χειρισμό θεμάτων διεθνούς επικοινωνίας και συνεργασίας της Ελληνικής Αστυνομίας και ιδίως: α. θεμάτων που αφορούν στη συμμετοχή και εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας σε συνόδους οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε διεθνείς διασκέψεις και συνέδρια με περιεχόμενο αστυνομικού ενδιαφέροντος, β. ανταλλαγής πληροφοριών, εμπειριών και γνώσεων μεταξύ της Ελληνικής Αστυνομίας και ξένων αστυνομιών, γ. επεξεργασίας, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις των Κλάδων και του Επιτελείου της Ελληνικής Αστυνομίας συμφωνιών αστυνομικής συνεργασίας, δ. παρακολούθησης της διαδικασίας υλοποίησης ζητημάτων που υποβάλλονται στο πλαίσιο διμερών και πολυμερών συμφωνιών αστυνομικής συνεργασίας, ε. εκπροσώπησης της Ελληνικής Αστυνομίας σε ειρηνευτικές αστυνομικές επιχειρήσεις και αποστολές στο εξωτερικό, στ. εξασφάλισης της μετάφρασης ξενόγλωσσων κειμένων της Ηγεσίας ή συνδρομής στη μετάφραση ξενόγλωσσων κειμένων των Υπηρεσιών των Κλάδων και του Επιτελείου της Ελληνικής Αστυνομίας, ζ. εξασφάλισης διερμηνείας σε διεθνή συνέδρια, συναντήσεις και αποστολές στο εξωτερικό, όπου συμμετέχει η ηγεσία της Ελληνικής Αστυνομίας, η. οργανωτικής προετοιμασίας για τη συμμετοχή ή εκπροσώπηση της ηγεσίας του Σώματος σε συναντήσεις στο εξωτερικό, καθώς και την κατάρτιση σχετικού ενημερωτικού φακέλου επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης, θ. παρακολούθησης και αξιοποίησης του πρωτογενούς και παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα αρμοδιότητάς της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας είναι αρμόδια για: α. την παραλαβή των δικαιολογητικών και την έκδοση διαβατηρίων Ελλήνων πολιτών, β. την έκδοση ή εκτύπωση άλλων εγγράφων ασφαλείας, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, γ. την παρακολούθηση και αξιοποίηση του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα αρμοδιότητάς της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η Διεύθυνση Επιχειρησιακού Σχεδιασμού και Υποστήριξης είναι αρμόδια για: α. τη μελέτη, ανάλυση και αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των περιφερειακών Υπηρεσιών του Κλάδου Ασφάλειας, β. την εκπόνηση γενικών και ειδικών επιχειρησιακών σχεδίων και δράσεων και την παρακολούθηση της υλοποίησής τους από τις καθ’ ύλην αρμόδιες περιφερειακές Υπηρεσίες, προς το σκοπό αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης της εγκληματικότητας, γ. τον προσδιορισμό των συνολικών αναγκών του Κλάδου σε έμψυχο δυναμικό, σε οικονομικούς πόρους, υλικοτεχνικό εξοπλισμό και μέσα και την κατανομή – ανακατανομή τους στις επιμέρους Υπηρεσίες, δ. τον προσδιορισμό των αναγκών των Υπηρεσιών του Κλάδου σε θέματα εκπαίδευσης – μετεκπαίδευσης και τη μέριμνα για την κατάρτιση και υλοποίηση σχετικών προγραμμάτων, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης του Επιτελείου, ε. τη γραμματειακή και διοικητική υποστήριξη των λοιπών Διευθύνσεων του οικείου Κλάδου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η Διεύθυνση Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος (ΔΙ.ΔΟ.Ε.) εδρεύει στην Αττική, έχει ως αποστολή την πρόληψη και καταστολή εξαιρετικά σοβαρών ποινικών αδικημάτων που αφορούν στη δημόσια και κρατική ασφάλεια και ιδίως αδικημάτων τα οποία έχουν τα χαρακτηριστικά οργανωμένου εγκλήματος και δύναται να επιλαμβάνεται της διερεύνησης εγκλημάτων της καθ’ ύλην αρμοδιότητάς της σε ολόκληρη της Ελληνική Επικράτεια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Με έδρα τη Θεσσαλονίκη, λειτουργεί Υποδιεύθυνση Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος Βορείου Ελλάδος (Υ.Δ.Ο.Ε.Β.Ε.), η οποία υπάγεται διοικητικά στη Διεύθυνση Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος, έχει ταυτόσημη με αυτήν αποστολή και η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται στην εδαφική δικαιοδοσία της Διεύθυνσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης και των Περιφερειακών Διευθύνσεων Ασφάλειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας (Δ.Α.Ε.Ε.Β.) εδρεύει στην Αττική, η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται σε ολόκληρη την επικράτεια και έχει ως αποστολή την αντιμετώπιση των ειδικών εγκλημάτων βίας και ιδίως την πρόληψη και καταστολή τρομοκρατικών και εξτρεμιστικών εγκληματικών ενεργειών που στρέφονται γενικά κατά της ασφάλειας του κράτους και του δημοκρατικού πολιτεύματος, καθώς και κατά προσώπων ή πραγμάτων της χώρας μας ή άλλης χώρας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Με έδρα τη Θεσσαλονίκη, λειτουργεί Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας Βορείου Ελλάδος (Υ.Α.Ε.Ε.Β.Β.Ε.), η οποία υπάγεται διοικητικά στη Δ.Α.Ε.Ε.Β., έχει ταυτόσημη με αυτήν αποστολή και η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται στην εδαφική δικαιοδοσία της Διεύθυνσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης και των Περιφερειακών Διευθύνσεων Ασφάλειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (ΔΙ.Δ.Η.Ε.) εδρεύει στην Αττική, η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται σε ολόκληρη την επικράτεια και έχει ως αποστολή την ανακάλυψη, εξιχνίαση και δίωξη των εγκληματικών πράξεων που διαπράττονται μέσω του διαδικτύου και των άλλων μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας και ψηφιακής αποθήκευσης και ιδίως την εξιχνίαση και δίωξη των εγκλημάτων που διαπράττονται κατά των ανηλίκων, καθώς και το χειρισμό υποθέσεων παράνομης διείσδυσης σε υπολογιστικά συστήματα και κλοπής, καταστροφής ή παράνομης διακίνησης λογισμικού υλικού, ψηφιακών δεδομένων και οπτικοακουστικών έργων, που τελούνται σε ολόκληρη τη χώρα. Επίσης, η ΔΙ.Δ.Η.Ε. παρέχει συνδρομή στις αρμόδιες κρατικές Υπηρεσίες για την αποτροπή αυτοκτονιών που αναγγέλλονται μέσω διαδικτύου, καθώς και στις Υπηρεσίες που διερευνούν τις υποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Στον Κλάδο Ασφάλειας υπάγονται απευθείας και οι Διευθύνσεις Ασφάλειας Αττικής και Θεσσαλονίκης και οι Περιφερειακές Διευθύνσεις Ασφάλειας. Επίσης, στον Κλάδο αυτό υπάγονται, ως προς το ειδικό αντικείμενο της αποστολής τους, Υπηρεσίες των άλλων Κλάδων που ασκούν αρμοδιότητες δημόσιας και κρατικής ασφάλειας.

Άρθρο 18Κλάδος Αλλοδαπών και Προστασίας ΣυνόρωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο Κλάδος Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων χειρίζεται τα θέματα της αστυνομίας αλλοδαπών και προστασίας συνόρων και ιδίως τα θέματα εφαρμογής της νομοθεσίας περί αλλοδαπών, αντιμετώπισης της παράνομης εισόδου, εξόδου και παραμονής αλλοδαπών στη χώρα, ασφαλούς και υπό συνθήκες σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, κράτησης και επιστροφής τους και προγραμματίζει, κατευθύνει και ελέγχει το έργο των κεντρικών και περιφερειακών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας στα θέματα αυτά. Ο Κλάδος αυτός διαρθρώνεται στις εξής Επιτελικές Διευθύνσεις: α. Διεύθυνση Προστασίας Συνόρων, β. Διεύθυνση Δίωξης Παράνομης Μετανάστευσης, γ. Διεύθυνση Αλλοδαπών, δ. Διεύθυνση Επιχειρησιακού Σχεδιασμού και Υποστήριξης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Διεύθυνση Προστασίας Συνόρων χειρίζεται, σε επιτελικό επίπεδο, τα θέματα: α. αποτροπής της παράνομης εισόδου στο ελληνικό έδαφος και παράνομης εξόδου από αυτό αλλοδαπών, β. απομάκρυνσης των αλλοδαπών που αποπειρώνται παράνομη είσοδο στη χώρα, γ. εντοπισμού και σύλληψης των προσώπων που διακινούν παράνομα μετανάστες ή διευκολύνουν την παράνομη είσοδο και εργασία των αλλοδαπών και παραπομπής τους στη δικαιοσύνη, δ. επεξεργασίας συμφωνιών επανεισδοχής σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας, ε. συντονισμού και καθοδήγησης των περιφερειακών Υπηρεσιών Συνοριακής Φύλαξης σε θέματα πρόληψης και καταστολής της παράνομης μετανάστευσης, στ. υποστήριξης του Εθνικού Συντονιστικού Κέντρου Ελέγχου Συνόρων, Μετανάστευσης και Ασύλου (Ε.Σ.Κ.Ε.Σ.Μ.Α.), ζ. συνεργασίας με άλλους αρμόδιους Φορείς, Υπηρεσίες και Αρχές σε θέματα προστασίας των εξωτερικών συνόρων της χώρας, η. παρακολούθησης και αξιοποίησης του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα αρμοδιότητάς της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Διεύθυνση Δίωξης Παράνομης Μετανάστευσης χειρίζεται, σε επιτελικό επίπεδο, τα θέματα: α. ελέγχου της τήρησης των διατάξεων που αφορούν την είσοδο, παραμονή και εργασία των αλλοδαπών στη χώρα, β. κατεύθυνσης, συντονισμού και παροχής οδηγιών προς τις περιφερειακές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας αναφορικά με την αναζήτηση, εντοπισμό και σύλληψη των αλλοδαπών που διαμένουν ή εργάζονται στη χώρα, καθώς και τον εντοπισμό και τη σύλληψη των προσώπων που διακινούν παράνομα μετανάστες ή διευκολύνουν την παράνομη είσοδο και εργασία των αλλοδαπών και την παραπομπή τους στη δικαιοσύνη, γ. παρακολούθησης και αξιοποίησης του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα αρμοδιότητάς της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η Διεύθυνση Αλλοδαπών είναι αρμόδια για το χειρισμό, σε επιτελικό επίπεδο, θεμάτων: α. εφαρμογής της ισχύουσας νομοθεσίας περί αλλοδαπών και ιδίως θεμάτων διαβατηριακού ελέγχου και συνεργασίας με τις λοιπές αρμόδιες για θέματα αλλοδαπών κρατικές αρχές ή άλλους φορείς, β. καταχώρισης αλλοδαπών στους καταλόγους ανεπιθύμητων, γ. εφαρμογής διοικητικών μέτρων κατά ημεδαπών και αλλοδαπών, δ. διεκπεραίωσης της αλληλογραφίας αναφορικά με την καταχώριση ή άρση των προστίμων που επιβάλλονται και την εξέταση αιτημάτων που υποβάλλονται μέσω του εθνικού γραφείου SIRENE, ε. αναζήτησης και καταχώρισης σε νομίμως υφιστάμενες βάσεις δεδομένων των κλαπέντων ή απολεσθέντων διαβατηρίων και λοιπών ταξιδιωτικών εγγράφων, στ. καθοδήγησης των περιφερειακών Υπηρεσιών στην εφαρμογή των ισχυουσών διατάξεων που αφορούν ζητήματα των ομογενών, ζ. συνεργασίας με άλλες αρμόδιες ή συναρμόδιες κρατικές αρχές και άλλους Φορείς για την αντιμετώπιση προβλημάτων των ομογενών ή τη ρύθμιση θεμάτων απονομής ιθαγένειας σε αυτούς, η. παρακολούθησης και αξιοποίησης του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα αρμοδιότητάς της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η Διεύθυνση Επιχειρησιακού Σχεδιασμού και Υποστήριξης είναι αρμόδια για: α. τη μελέτη, ανάλυση και αξιολόγηση των στοιχείων που αφορούν στο μεταναστευτικό ζήτημα στη χώρα μας, β. την εκπόνηση γενικών ή ειδικών επιχειρησιακών σχεδίων και δράσεων για την αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης στην Ελληνική Επικράτεια, καθώς και για την έκδοση οδηγιών και κατευθύνσεων στις περιφερειακές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας για την αποτελεσματική αντιμετώπιση και διαχείριση του φαινομένου, γ. το συντονισμό των περιφερειακών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας σε θέματα διαχείρισης των αλλοδαπών που συλλαμβάνονται από αυτές να εισέρχονται, να διαμένουν ή να εργάζονται παράνομα στη χώρα, δ. την κατανομή των μη νόμιμων μεταναστών που τελούν υπό καθεστώς νόμιμου περιορισμού της ελευθερίας τους στα Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης, καθώς και τη μέριμνα για τη φύλαξη, τη διατροφή και την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στους χώρους αυτούς, μέσω των αρμοδίων προς τούτο Υπηρεσιών, ε. τον προσδιορισμό των συνολικών αναγκών του Κλάδου σε έμψυχο δυναμικό, σε οικονομικούς πόρους, υλικοτεχνικό εξοπλισμό και μέσα και την κατανομή – ανακατανομή τους στις επιμέρους Υπηρεσίες, στ. τον προσδιορισμό των αναγκών των Υπηρεσιών του Κλάδου σε θέματα εκπαίδευσης – μετεκπαίδευσης και τη μέριμνα για την κατάρτιση και υλοποίηση σχετικών προγραμμάτων, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης Ανθρωπίνων Πόρων του Επιτελείου, ζ. τη μελέτη και αξιολόγηση της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητας των περιφερειακών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας σε θέματα αρμοδιότητας του Κλάδου Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων, η. τη γραμματειακή και διοικητική υποστήριξη του οικείου Κλάδου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στον Κλάδο Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων υπάγονται, απευθείας, οι Διευθύνσεις Αλλοδαπών Αττικής και Θεσσαλονίκης, τα Τμήματα Συνοριακής Φύλαξης, τα Τμήματα Δίωξης Παράνομης Μετανάστευσης, τα Τμήματα Αλλοδαπών, τα Τμήματα Διαβατηριακού Ελέγχου και οι Υπηρεσίες Φύλαξης των Προαναχωρησιακών Κέντρων Κράτησης Αλλοδαπών. Επίσης, στον Κλάδο αυτόν υπάγονται και οι Υπηρεσίες των άλλων Κλάδων που ασκούν αρμοδιότητες σε θέματα διαβατηριακού ελέγχου, αλλοδαπών και δίωξης παράνομης μετανάστευσης, ως προς τα ειδικά αυτά αντικείμενα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι Υπηρεσίες του πρώτου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, με εξαίρεση τις Διευθύνσεις Αλλοδαπών Αττικής και Θεσσαλονίκης, εξυπηρετούνται διαχειριστικά από τις Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις στην περιοχή των οποίων λειτουργούν.

Άρθρο 19ΕπιτελείοΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το Επιτελείο της Ελληνικής Αστυνομίας χειρίζεται τα θέματα προσλήψεων, προσδιορισμού των αναγκών εκπαίδευσης και επιμόρφωσης του προσωπικού κατά ειδικότητα ή τομέα δραστηριότητας, ανάπτυξης ανθρωπίνων πόρων, πειθαρχίας και εν γένει υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού, οργάνωσης, λειτουργίας και καθορισμού των αρμοδιοτήτων των οργάνων και των Υπηρεσιών του Σώματος, κατάρτισης, ερμηνείας και παρακολούθησης της νομοθεσίας, εξυπηρέτησης των δημοσίων σχέσεων, προϋπολογισμού, αποδοχών και γενικά οικονομικών και ασφαλιστικών θεμάτων του προσωπικού του Σώματος, καθώς και τα θέματα υλικοτεχνικού εξοπλισμού, πληροφορικής και στέγασης των Υπηρεσιών, σύμφωνα με τις προτάσεις των Διευθύνσεων των Κλάδων και προγραμματίζει, κατευθύνει, εποπτεύει και ελέγχει το έργο των Υπηρεσιών στα θέματα αυτά. Το Επιτελείο υποστηρίζει στα θέματα αρμοδιότητάς του τις Κεντρικές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και διαρθρώνεται στις εξής Διευθύνσεις: α. Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού και Εσωτερικών Λειτουργιών, β. Διεύθυνση Πολιτικού Προσωπικού, γ. Διεύθυνση Οργάνωσης και Στρατηγικού Σχεδιασμού, δ. Διεύθυνση Νομικής Υποστήριξης, ε. Διεύθυνση Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης Ανθρωπίνων Πόρων, στ. Διεύθυνση Οικονομικών, ζ. Διεύθυνση Τεχνικής Υποστήριξης, η. Διεύθυνση Πληροφορικής, θ. Διεύθυνση Επικοινωνίας, ι. Διεύθυνση Τεχνικών Εφαρμογών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού και Εσωτερικών Λειτουργιών χειρίζεται τα θέματα: α. τοποθετήσεων, μεταθέσεων, αποσπάσεων, ανακλήσεων και λοιπών μετακινήσεων, κρίσεων, επανακρίσεων, προαγωγών, αποστρατείας, παραιτήσεων, ηθικών αμοιβών, πειθαρχικών υποθέσεων και γενικά όλα τα θέματα που αφορούν στην υπηρεσιακή κατάσταση του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, β. υπηρεσιακής κατάστασης των δημοτικών αστυνομικών, γ. γραμματειακής υποστήριξης των συμβουλίων κρίσεων των αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, δ. φρούρησης και ασφάλειας του κτιρίου, των εγκαταστάσεων και του περιβάλλοντος χώρου του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και των στεγαζόμενων στο κτίριο αυτό Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, ε. διακίνησης της αλληλογραφίας, στ. παρακολούθησης των θεμάτων του προσωπικού που υπηρετεί στις κεντρικές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας που είναι αποσπασμένο στις Υπηρεσίες του Υπουργείου ή εκτελεί υπηρεσία στα εποπτευόμενα από αυτό Ιδρύματα, ζ. διαχείρισης του χρηματικού – υλικού, εξυπηρετώντας διαχειριστικά στα θέματα αυτά και τις Υπηρεσίες των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2 του ν. 2800/2000 (Α΄ 41), η. μερικής διαχείρισης του ιδρύματος «Εξοχές Ελληνικής Αστυνομίας».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Διεύθυνση Πολιτικού Προσωπικού χειρίζεται τα θέματα διορισμών, εντάξεων, μονιμοποιήσεων, μετατάξεων, προαγωγών, αδειών, ηθικών αμοιβών, πειθαρχικών και ποινικών υποθέσεων, μεταθέσεων, αποσπάσεων, προσωρινών μετακινήσεων, εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης και γενικά κάθε άλλο θέμα που αφορά το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου πολιτικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας. Επίσης, χειρίζεται και τα θέματα του προσωπικού του άρθρου 19 του ν. 1339/1983 (Α΄ 35), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 1590/1986 (Α΄ 46).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η Διεύθυνση Οργάνωσης και Στρατηγικού Σχεδιασμού χειρίζεται τα θέματα οργάνωσης, λειτουργίας και στρατηγικού σχεδιασμού της Ελληνικής Αστυνομίας και ιδίως τα θέματα: α. διαρθρωτικής και λειτουργικής οργάνωσης της Ελληνικής Αστυνομίας, χωροταξικής κατανομής των αστυνομικών Υπηρεσιών και σχεδιασμού των θέσεων εργασίας κάθε Υπηρεσίας, β. μελέτης και εκπόνησης ολοκληρωμένων προγραμμάτων βελτίωσης της δομής και της λειτουργίας της Ελληνικής Αστυνομίας και εκσυγχρονισμού της λειτουργίας των Υπηρεσιών, γ. καθορισμού μεθόδων και διαδικασιών εκτέλεσης των εργασιών και αξιολόγησης, μέτρησης και ελέγχου της απόδοσης των Υπηρεσιών, του προσωπικού και των εφαρμοζόμενων μεθόδων και διαδικασιών, δ. τυποποίησης εργασιών και μέσων και καθιέρωσης συστημάτων και μεθόδων διεύθυνσης των εργασιών και διοίκησης του προσωπικού, ε. καθορισμού της στολής του προσωπικού, στ. χρόνου εργασίας και τόπου εργασίας του προσωπικού, ζ. εισαγωγής στη διοικητική λειτουργία των Υπηρεσιών μεθόδων και διαδικασιών ποιότητας και αναβάθμισης του διοικητικού έργου, η. παρακολούθησης των κοινωνικών μεταβολών και συνθηκών που επηρεάζουν την επίτευξη της αποστολής της Ελληνικής Αστυνομίας και την αξιοποίηση των σχετικών πορισμάτων στο πλαίσιο του γενικού στρατηγικού σχεδιασμού, θ. καθορισμού των ποιοτικών και ποσοτικών στόχων απόδοσης της Ελληνικής Αστυνομίας ανά Αστυνομικό Τμήμα και των πόρων, μεθόδων, μέσων και διαδικασιών που χρησιμοποιούνται για την υλοποίηση των στόχων αυτών, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές προτάσεις των Κλάδων και συνεργαζόμενη άμεσα μαζί τους για την υλοποίησή τους, ι. παρακολούθησης και χειρισμού ζητημάτων προστασίας και σεβασμού των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών, στο πλαίσιο της αστυνομικής δράσης, ια. κατάρτισης του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας της παραγράφου 13 του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η Διεύθυνση Νομικής Υποστήριξης χειρίζεται τα θέματα κατάρτισης και επεξεργασίας σχεδίων νομικών κειμένων, συγκέντρωσης και κωδικοποίησης της νομοθεσίας και νομολογίας που ενδιαφέρει την Ελληνική Αστυνομία, παροχής νομικής υποστήριξης στις κεντρικές και περιφερειακές Υπηρεσίες του Σώματος και ιδίως τα θέματα: α. κατάρτισης και επεξεργασίας σχεδίων νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και κανονιστικών αποφάσεων, β. μελέτης του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και προετοιμασίας εναρμόνισης της ελληνικής νομοθεσίας προς αυτό, σε συνεργασία με τις κατά περίπτωση αρμόδιες Διευθύνσεις, γ. μελέτης σχεδίων νόμων άλλων Υπουργείων που αφορούν την Ελληνική Αστυνομία και τη διατύπωση σχετικών σχολίων και προτάσεων, δ. συνεργασίας με τους συναρμόδιους κρατικούς φορείς για την επεξεργασία σχεδίων νόμων, διαταγμάτων και αποφάσεων κοινής αρμοδιότητας, ε. επεξεργασίας ερωτημάτων προς τις εισαγγελικές αρχές και το Γραφείο του Νομικού Συμβούλου του Κράτους στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, στ. συλλογής της νομολογίας των δικαστηρίων, των γνωμοδοτήσεων των εισαγγελικών αρχών και του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, των γνωμοδοτήσεων και των αποφάσεων των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών και των εγκυκλίων διαταγών των Υπουργείων που αφορούν την Ελληνική Αστυνομία, ζ. τήρησης του αρχείου Φύλλων Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, η. χρήσης της τράπεζας νομικών πληροφοριών, θ. συγκέντρωσης, μελέτης, επεξεργασίας, ταξινόμησης και κωδικοποίησης της νομοθεσίας που ενδιαφέρει την Ελληνική Αστυνομία, ι. έκδοσης συλλογής της νομοθεσίας που παρουσιάζει αστυνομικό ενδιαφέρον και συλλογής οργανικών νόμων και κανονισμών της Ελληνικής Αστυνομίας, ια. παροχής υποστήριξης στις κεντρικές και περιφερειακές Υπηρεσίες για την ορθή εφαρμογή της νομοθεσίας στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η Διεύθυνση Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης Ανθρωπίνων Πόρων είναι αρμόδια, ιδίως, για: α. τη μελέτη και τον προσδιορισμό των εκπαιδευτικών αναγκών του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και την προώθηση στην Αστυνομική Ακαδημία προς υλοποίηση σχετικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, β. τη μέριμνα για υλοποίηση του στρατηγικού σχεδιασμού σε θέματα ανάπτυξης ανθρωπίνων πόρων, γ. τη φροντίδα για την προκήρυξη και τη διενέργεια των εισιτήριων και προαγωγικών εξετάσεων στις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις, δ. τη μελέτη και τον προσδιορισμό, σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο επίπεδο, των αναγκών του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας σε δεξιότητες, γνώσεις και εξειδικεύσεις, σε συνεργασία με τους Κλάδους και την προώθηση σχετικών εισηγήσεων για την κάλυψή τους, ε. τη μελέτη και προώθηση εισηγήσεων για την υλοποίηση από την Αστυνομική Ακαδημία συγκεκριμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, στ. την εισήγηση αναφορικά με τις μεθόδους και τις διαδικασίες απόκτησης και πιστοποίησης συγκεκριμένων τυπικών προσόντων και δεξιοτήτων του αστυνομικού προσωπικού, τα οποία είναι αναγκαία για την εκπλήρωση της αποστολής του, ζ. το χειρισμό θεμάτων εκπαιδευτικών αδειών και εκπαιδευτικών αποστολών στο εξωτερικό, η. τη συμμετοχή του προσωπικού σε εκπαιδευτικά προγράμματα άλλων δημόσιων ή ιδιωτικών σχολών και κέντρων εκπαίδευσης και επιμόρφωσης, θ. την κατάρτιση και υλοποίηση, σε συνεργασία με την Αστυνομική Ακαδημία, εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, ι. τη συμμετοχή προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας σε ευρωπαϊκά και διεθνή εκπαιδευτικά προγράμματα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η Διεύθυνση Οικονομικών είναι αρμόδια για το χειρισμό, σε κεντρικό επίπεδο, όλων των θεμάτων οικονομικής φύσεως και ιδίως των θεμάτων που αφορούν: α. στην κατάρτιση του σχεδίου του τακτικού προϋπολογισμού εξόδων του ειδικού φορέα «Ελληνική Αστυνομία» και την παρακολούθηση της εκτέλεσής του, β. στην κατανομή, ανακατανομή και τον έλεγχο της κίνησης της πάγιας προκαταβολής, γ. στην κατανομή οικονομικών πόρων στους Κλάδους βάσει των αντίστοιχων αναγκών και των προβλέψεων του προϋπολογισμού, δ. στο διορισμό δημοσίων υπολόγων, ε. στην έγκριση της πραγματοποίησης δαπανών, στ. στη σύνταξη εκθέσεων κάλυψης δαπανών, ζ. στην κατάρτιση, έγκριση και παρακολούθηση της εκτέλεσης του προγράμματος προμηθειών της Ελληνικής Αστυνομίας και τη διεκπεραίωση των σχετικών διαδικασιών σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, η. στη στέγαση των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και του Υπουργείου, θ. στην αγορά, επισκευή και συντήρηση κτιρίων, οχημάτων, εναέριων μέσων και πλωτών σκαφών, ι. στον προσδιορισμό των αναγκών του προσωπικού σε ατομικά εφόδια και είδη εξάρτυσης και την κατανομή τους σε αυτό μέσω των οικείων Κλάδων, ια. στις αποδοχές, αποζημιώσεις και κάθε είδους αμοιβές, καθώς και στην ασφάλιση και συνταξιοδότηση του ένστολου και πολιτικού προσωπικού και των δημοτικών αστυνομικών του Σώματος, ιβ. στην οργάνωση, τη λειτουργία και τον έλεγχο των λεσχών της Ελληνικής Αστυνομίας, ιγ. στην εποπτεία και τον έλεγχο του Ιδρύματος «Παιδικές Εξοχές», ιδ. στον έλεγχο των βιβλίων υλικού των Διαχειρίσεων Υλικού της Ελληνικής Αστυνομίας, ιε. στον προέλεγχο της πληρότητας, της κανονικότητας και της νομιμότητας των δαπανών που πληρώνονται από την πάγια προκαταβολή ή με τακτικά χρηματικά εντάλματα που εκδίδονται σε βάρος του εκτελούμενου προϋπολογισμού εξόδων της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και των δαπανών που αφορούν τις πάσης φύσεως αποδοχές, οδοιπορικά έξοδα, λοιπές αποζημιώσεις και αμοιβές και μετακινήσεις του προσωπικού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η Διεύθυνση Τεχνικής Υποστήριξης είναι αρμόδια για το χειρισμό των θεμάτων υλικοτεχνικού εξοπλισμού και υποστήριξης της Ελληνικής Αστυνομίας και ιδίως θεμάτων: α. οργάνωσης, λειτουργίας, συντήρησης, ανάπτυξης, ασφάλειας και βελτίωσης δικτύων και συστημάτων ενσύρματης και ασύρματης επικοινωνίας, β. προσδιορισμού και κάλυψης των αναγκών των αστυνομικών Υπηρεσιών σε μεταφορικά και τεχνικά μέσα, μηχανολογικό και λοιπό εξοπλισμό, οπλισμό, εξομοιωτές, συσκευές εργαστηρίων βλητικών δοκιμών και άλλο αναγκαίο αμυντικό, τεχνολογικό και εργαστηριακό υλικό, σε συνεργασία με τους Κλάδους, γ. εκπόνησης και υλοποίησης κτιριολογικών προγραμμάτων για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, δ. αποδοχής δωρεών, κληρονομιών και κρατικών παραχωρήσεων ακινήτων, ε. αξιοποίησης, ανάπτυξης, συντήρησης και υποστήριξης των τεχνολογικών συστημάτων και παρακολούθησης των σχετικών με αυτά συμβάσεων, στ. παραλαβής, αποθήκευσης, φύλαξης, διαχείρισης, κατανομής και αποστολής στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας οπλισμού, ατομικών εφοδίων, μεταφορικών και τηλεπικοινωνιακών μέσων και γενικών εφοδίων, σε συνεργασία με τους Κλάδους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η Διεύθυνση Πληροφορικής είναι αρμόδια για το σχεδιασμό μηχανογραφημένων πληροφοριακών συστημάτων και τη δημιουργία και υποστήριξη της κατάλληλης τεχνικής και λειτουργικής υποδομής και των αναγκαίων εφαρμογών πληροφορικής, για την υποβοήθηση του έργου των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας. Ειδικότερα, η Διεύθυνση αυτή είναι αρμόδια, ιδίως, για: α. την ανάπτυξη, την τεχνική υποστήριξη, την παρακολούθηση της απόδοσης, τη βελτίωση και την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των συστημάτων, των δικτύων και γενικά όλου του μηχανογραφικού και διαδικτυακού εξοπλισμού και των υπολογιστικών συστημάτων του δικτυού πληροφορικής της Ελληνικής Αστυνομίας, β. τον προσδιορισμό των αναγκών της Ελληνικής Αστυνομίας σε εξοπλισμό πληροφορικής και τη μέριμνα για την προμήθειά του και κατανομή ή ανακατανομή αυτού στις Υπηρεσίες, γ. την ανάπτυξη και τεχνική υποστήριξη κόμβου της Ελληνικής Αστυνομίας και τη δημιουργία και ενημέρωση ιστοσελίδων στο διαδίκτυο (INTERNET) και την υποβοήθηση του έργου των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, μέσω της ανάπτυξης και περαιτέρω βελτίωσης σχετικών μηχανογραφικών εφαρμογών και τη μέριμνα για την ενημέρωση, επιμόρφωση και περαιτέρω εξειδίκευση του προσωπικού σε θέματα πληροφορικής, δ. την τεχνική υποστήριξη του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (EUROPOL), καθώς και τη διασφάλιση της τεχνικής επικοινωνίας και συνεργασίας με την EUROPOL και τους συναρμόδιους φορείς σε θέματα πληροφορικής και προστασίας δεδομένων, ε. την τεχνική υποστήριξη και εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας του πληροφοριακού συστήματος της εθνικής αρχής, στο πλαίσιο της σύμβασης SCHENGEN που κυρώθηκε με το ν. 2514/1997 (Α΄ 140), καθώς και τη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων ασφαλείας του συστήματος, στ. τη μέριμνα για τον έλεγχο και την εισαγωγή στοιχείων σε μαγνητικά αρχεία ή υπολογιστικά συστήματα, ζ. τη μέριμνα για τη συντήρηση του εξοπλισμού πληροφορικής που είναι ενταγμένος στο δίκτυο της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και για την τήρηση των όρων συντήρησης που προβλέπονται στις σχετικές συμβάσεις, η. την υποστήριξη των τελικών χρηστών και των περιφερειακών Γραφείων Πληροφορικής σε θέματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης, θ. τη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων προστασίας και ασφάλειας των αρχείων και των βάσεων δεδομένων του κεντρικού συστήματος πληροφορικής της Ελληνικής Αστυνομίας και την καθοδήγηση των Υπηρεσιών στη λήψη ανάλογων μέτρων προστασίας και ασφάλειας του εξοπλισμού, των ηλεκτρονικών αρχείων και των βάσεων δεδομένων που διαθέτουν, ι. την προετοιμασία νομοθετικών και διοικητικών πράξεων σε θέματα αρμοδιότητάς της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Η Διεύθυνση Επικοινωνίας είναι αρμόδια για την κάλυψη των αναγκών επικοινωνίας και δημοσίων σχέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας και ιδίως για: α. την προβολή του έργου της Ελληνικής Αστυνομίας μέσω του τύπου, των μέσων μαζικής ενημέρωσης και της διοργάνωσης σχετικών εκθέσεων, παρουσιάσεων, ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών και άλλων πρόσφορων τρόπων, β. την επικοινωνία με δημοσιογράφους και λοιπούς παράγοντες ενημέρωσης του κοινού, γ. την οργάνωση τελετών και λοιπών κοινωνικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων, δ. την ανάπτυξη κοινωνικού, μορφωτικού, επιστημονικού και πολιτιστικού χαρακτήρα σχέσεων με συλλόγους, σωματεία και οργανώσεις, ε. τη φροντίδα για συμμετοχή της Ελληνικής Αστυνομίας σε παρελάσεις, εκδηλώσεις εθνικών εορτών και άλλων επετείων ή την αντιπροσώπευσή της σε κοινωνικές και άλλες εκδηλώσεις, στ. τη διοργάνωση συνεδρίων και διεθνών συναντήσεων αστυνομικού ενδιαφέροντος, ζ. τη διοργάνωση αθλητικών, μουσικών και εικαστικών εκδηλώσεων και εκθέσεων για φιλανθρωπικούς και ψυχαγωγικούς σκοπούς, η. την υποστήριξη της ηγεσίας της Ελληνικής Αστυνομίας στις εθιμοτυπικές υποχρεώσεις της, θ. την επιμέλεια της έκδοσης και της διαχείρισης του περιοδικού της Ελληνικής Αστυνομίας και όλων των εκδόσεων που αποβλέπουν στην άσκηση και προώθηση των δημοσίων σχέσεων και του έργου της, ι. τη συλλογή, επεξεργασία και αξιοποίηση στοιχείων αναφορικά με την ιστορία της εξέλιξης του αστυνομικού θεσμού στη χώρα μας, ια. την οργάνωση και λειτουργία βιβλιοθήκης, ιβ. την τήρηση αρχείων δημοσιογραφικής ύλης και οπτικοακουστικού υλικού για τις ανάγκες των εκδόσεων, ιγ. την επικοινωνία με τους απόστρατους της Ελληνικής Αστυνομίας και την εξυπηρέτησή τους σε θέματα αστυνομικού ενδιαφέροντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Η Διεύθυνση Τεχνικών Εφαρμογών εδρεύει στο Νομό Αττικής και έχει ως αποστολή: α. τη συντήρηση και επισκευή του οπλισμού, των κτιρίων, των μεταφορικών μέσων, του τηλεπικοινωνιακού υλικού και λοιπών τεχνικών μέσων και γενικών εφοδίων των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, β. την εκτέλεση όλων των εργασιών εκτύπωσης και βιβλιοδεσίας που επιτρέπει ο τεχνικός της εξοπλισμός, γ. την παροχή τεχνικής υποστήριξης στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, δ. τη διαχείριση των χαρακτηρισθέντων ως πέραν οικονομικής εκμετάλλευσης (Π.Ο.Ε.) μεταφορικών μέσων, ε. τη μεταφορά προσωπικού, υλικών και εφοδίων της Ελληνικής Αστυνομίας, στ. την παροχή ειδικής μετεκπαίδευσης στους οδηγούς υπηρεσιακών οχημάτων της Ελληνικής Αστυνομίας, σε αντικείμενα που αφορούν ιδίως επιχειρήσεις καταδίωξης, ασφαλούς διενέργειας συνοδειών ασφαλείας και επιχειρήσεις έκτακτης ανάγκης, ζ. την ίδρυση και λειτουργία συνεργείων επισκευής και συντήρησης μεταφορικών μέσων της Ελληνικής Αστυνομίας και την έκδοση των σχετικών αδειών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

α. Με έδρα το Νομό Θεσσαλονίκης λειτουργεί Υποδιεύθυνση Τεχνικών Εφαρμογών Βορείου Ελλάδος (Υ.Τ.Ε.Β.Ε.), η οποία υπάγεται διοικητικά στη Διεύθυνση Τεχνικών Εφαρμογών και παρέχει τεχνική υποστήριξη στις Υπηρεσίες που λειτουργούν στις περιφέρειες της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης και των Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας και Θεσσαλίας. β. Στη Διεύθυνση Τεχνικών Εφαρμογών, καθώς και στην Υποδιεύθυνση Τεχνικών Εφαρμογών Βορείου Ελλάδος λειτουργούν Συνεργεία Επισκευής Μεταφορικών Μέσων, τα οποία είναι αρμόδια για την επισκευή και τη συντήρηση των μεταφορικών μέσων της Ελληνικής Αστυνομίας. Για την ίδρυση και τη λειτουργία των Συνεργείων Επισκευής Μεταφορικών Μέσων της Ελληνικής Αστυνομίας εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 14 του π.δ. 78/1988 (Α΄ 34), ως ισχύουν. γ. Οι άδειες ίδρυσης και λειτουργίας των Συνεργείων Μεταφορικών Μέσων της Ελληνικής Αστυνομίας εκδίδονται από τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Τεχνικών Εφαρμογών του Επιτελείου της Ελληνικής Αστυνομίας, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής της επόμενης περίπτωσης. δ. Με απόφαση του Προϊσταμένου Επιτελείου της Ελληνικής Αστυνομίας συγκροτείται τριμελής Επιτροπή, η οποία είναι αρμόδια για τον έλεγχο των όρων και των προϋποθέσεων ίδρυσης και λειτουργίας των Συνεργείων Μεταφορικών Μέσων και την υποβολή σχετικής πρότασης προς τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Τεχνικών Εφαρμογών. Ένα τουλάχιστον μέλος της Επιτροπής αυτής είναι αξιωματικός ειδικών καθηκόντων της Ελληνικής Αστυνομίας, ειδικότητας μηχανολόγος− μηχανικός ή άλλης συναφούς ειδικότητας. ε. Ο περιοδικός τακτικός και o έκτακτος έλεγχος της λειτουργίας των Συνεργείων Μεταφορικών Μέσων πραγματοποιείται από Επιτροπή, η οποία συγκροτείται με διαταγή του Διευθυντή της Διεύθυνσης Τεχνικών Εφαρμογών της Ελληνικής Αστυνομίας, από αξιωματικούς ειδικών καθηκόντων συναφούς ειδικότητας. στ. Επιμέρους θέματα που αφορούν την οργάνωση και τη λειτουργία των συνεργείων της Διεύθυνσης Τεχνικών Εφαρμογών και της Υποδιεύθυνσης Τεχνικών Εφαρμογών Βορείου Ελλάδος ρυθμίζονται με εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας, ο οποίος εκδίδεται από τον οικείο προϊστάμενο και εγκρίνεται με απόφαση του Διευθυντή της Διεύθυνσης Τεχνικών Εφαρμογών. ζ. Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη μπορεί να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων των περιπτώσεων β΄ έως και στ΄ της παρούσας παραγράφου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Το πενταετές Στρατηγικό και Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Ελληνικής Αστυνομίας (Σ.Ε.Π.Ε.Α.) καταρτίζεται με μέριμνα της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Στρατηγικού Σχεδιασμού. Κατά την κατάρτισή του αξιολογούνται και συνεκτιμώνται, ιδίως, οι διαθέσιμοι οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι, σε σχέση με τις υφιστάμενες και μεσοπρόθεσμες λειτουργικές και επιχειρησιακές ανάγκες του Σώματος. Το Σ.Ε.Π.Ε.Α. ολοκληρώνεται και υποβάλλεται στο Συμβούλιο Επιτελικού Σχεδιασμού και Διαχείρισης Κρίσεων του άρθρου 13 του ν. 2800/2000 κατά το μήνα Μάιο και αφορά στην περίοδο που αρχίζει το μήνα Ιανουάριο του επόμενου έτους και για τα επόμενα τέσσερα έτη. Το Σ.Ε.Π.Ε.Α. αναθεωρείται τακτικά κάθε έτος βάσει των συμπερασμάτων που προκύπτουν από την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που παράγει η εφαρμογή του και των μεταβολών των συναφών δεδομένων. Επίσης, το Σ.Ε.Π.Ε.Α. μπορεί να αναθεωρηθεί και εκτάκτως σε ιδιαιτέρως σοβαρές ή επείγουσες περιπτώσεις, οι οποίες επηρεάζουν την εφαρμογή του ή απαιτούν την άμεση προσαρμογή του στα νέα δεδομένα. Το Σ.Ε.Π.Ε.Α. εξειδικεύεται σε επιμέρους στρατηγικούς και επιχειρησιακούς άξονες, οι οποίοι αφορούν ιδίως στην οργανωτική δομή του Σώματος, στη διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων, στον υλικοτεχνικό εξοπλισμό, στον προϋπολογισμό λειτουργίας συνολικά και ανά οργανωτική δομή, στους βασικούς στρατηγικούς και επιχειρησιακούς στόχους, στον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και στη συνεργασία με άλλες Αρχές, Υπηρεσίες και Φορείς και ιδίως με τους οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Μετά την έγκριση του Σ.Ε.Π.Ε.Α. από το Συμβούλιο Επιτελικού Σχεδιασμού και Διαχείρισης Κρίσεων, η οποία πραγματοποιείται εντός δύο (2) μηνών από την κατάθεσή του, καταρτίζονται, βάσει αυτού, από τους καθ’ ύλην αρμόδιους Κλάδους τα ειδικότερα ετήσια επιχειρησιακά σχέδια και προγράμματα δράσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Στο πλαίσιο του Επιτελείου λειτουργούν και η Υπηρεσία Θρησκευτικού, η Υπηρεσία Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού και η Υπηρεσία Μουσικής της Ελληνικής Αστυνομίας. Οι Υπηρεσίες αυτές λειτουργούν σε επίπεδο Υποδιεύθυνσης, υπάγονται διοικητικά στη Διεύθυνση Επικοινωνίας και εποπτεύονται και ελέγχονται από τον Προϊστάμενο Επιτελείου.

Άρθρο 20Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού Ελληνικής ΑστυνομίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού (Ε.Γ.Α.), υπάγεται απευθείας στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, έχει ως αποστολή την υποστήριξη του Αρχηγού στην εκπλήρωση των καθηκόντων του και ιδίως αναφορικά με τη συνολική λειτουργία και δραστηριότητα των Κλάδων, του Επιτελείου αλλά και επιμέρους Υπηρεσιών και υποβάλλει σχετικές εκθέσεις και εισηγήσεις στον Αρχηγό. Επίσης, το Ε.Γ.Α. είναι αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση του Αρχηγού και την εξασφάλιση της επικοινωνίας του με τις διάφορες αρχές, Υπηρεσίες και ιδιώτες, τη μέριμνα για την ανταπόκριση στις εθιμοτυπικές του υποχρεώσεις και γενικά για τη διεκπεραίωση κάθε άλλης αρμοδιότητας που του ανατίθεται από τον Αρχηγό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ως προϊστάμενος του Ε.Γ.Α. τοποθετείται, με απόφαση του Αρχηγού, αξιωματικός γενικών καθηκόντων της Ελληνικής Αστυνομίας με το βαθμό του Ταξίαρχου ή του Αστυνομικού Διευθυντή, ο οποίος φέρει τον τίτλο του Διευθυντή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το Ε.Γ.Α. στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής του συνεργάζεται με το Επιτελείο, τους Κλάδους και τις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, χωρίς να υποκαθιστά τη λειτουργία τους ή να παρεμβαίνει στο επιτελικό και επιχειρησιακό τους έργο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο Ε.Γ.Α. λειτουργεί υπασπιστήριο στο οποίο προΐσταται ο υπασπιστής του Αρχηγού.

Άρθρο 21Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων

Το Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων (Ε.Σ.Κ.Ε.ΔΙ.Κ.) λειτουργεί σε επίπεδο Διεύθυνσης και έχει ως αποστολή: α. το συντονισμό και την επίτευξη της διαλειτουργικότητας των περιφερειακών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας για την αντιμετώπιση κάθε μορφής εγκληματικότητας και κυρίως του οργανωμένου εγκλήματος, β. τον επιτελικό σχεδιασμό, την οργάνωση και τη δοκιμασία του συστήματος χειρισμού κρίσιμων περιστατικών της Ελληνικής Αστυνομίας, γ. την τήρηση των επιχειρησιακών σχεδίων ανταπόκρισης, δ. τη συμβουλευτική υποστήριξη της δομής διοίκησης κρίσιμων περιστατικών κατά τη διαχείρισή τους, ε. την παροχή συμβουλευτικής υποστήριξης στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη σε περιπτώσεις γενικευμένων κρίσεων εσωτερικής ασφάλειας σε εθνικό επίπεδο, είτε η κύρια ευθύνη ανταπόκρισης ανήκει στην Ελληνική Αστυνομία είτε λειτουργεί υποστηρικτικά προς άλλο αρμόδιο φορέα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ
Άρθρο 22Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης ΠληροφοριώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών εδρεύει στην Αττική, υπάγεται απευθείας στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας και έχει ως αποστολή τη συγκέντρωση, ιδίως μέσω των περιφερειακών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, την αξιολόγηση, ταξινόμηση, ανάλυση και διάθεση επεξεργασμένων ή μη πληροφοριών, προς το σκοπό αντιμετώπισης κάθε μορφής εγκληματικότητας και ιδίως της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος, καθώς και την τήρηση, ενημέρωση και διασφάλιση των ειδικών βάσεων δεδομένων, στις οποίες καταχωρείται και αποθηκεύεται πληροφοριακό υλικό, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όλες οι Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας υποχρεούνται να αποστέλλουν στη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών τις πληροφορίες που συλλέγουν στο πλαίσιο της υπηρεσιακής τους αποστολής, στον απολύτως αναγκαίο χρόνο, προβαίνοντας παράλληλα, εφόσον αυτό επιβάλλεται, στις απαραίτητες ενέργειες για την άμεση επιχειρησιακή τους αξιοποίηση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Πληροφορίες και στοιχεία, τα οποία συλλέγονται από τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών, κατ’ εφαρμογήν της προηγούμενης παραγράφου, διαβαθμίζονται ανάλογα με το αντικείμενο και τη σπουδαιότητά τους παίρνοντας ανάλογο βαθμό ασφαλείας και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκπλήρωση της αποστολής της Ελληνικής Αστυνομίας, εφαρμοζόμενων, σε κάθε περίπτωση, των διατάξεων του ν. 2472/ 1997 (Α΄ 50).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της, χρησιμοποιεί ή διαθέτει σε άλλες καθ’ ύλην αρμόδιες Υπηρεσίες, πρόσφορα για το σκοπό αυτόν τεχνικά μέσα, εφαρμοζόμενων, σε κάθε περίπτωση των ισχυουσών για τη χρήση των μέσων αυτών διατάξεων.

Άρθρο 23Διεύθυνση Εσωτερικών ΥποθέσεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων (Δ.Ε.Υ.) εδρεύει στο νομό Αττικής, υπάγεται απευθείας στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας και η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται σε ολόκληρη την επικράτεια. Για την αποστολή, τη διάρθρωση, την οργάνωση, τη στελέχωση, τα καθήκοντα των οργάνων διοίκησης και του προσωπικού της Υπηρεσίας αυτής, καθώς και κάθε άλλη συναφή με τη λειτουργία της λεπτομέρεια εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 2713/1999 (Α΄ 89) και του π.δ. 179/1999 (Α΄ 169), όπως ισχύουν κάθε φορά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στη Βόρεια Ελλάδα λειτουργεί Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων Βορείου Ελλάδος (Υ.Ε.Υ.Β.Ε.) με έδρα τη Θεσσαλονίκη, διοικητική υπαγωγή στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων και τοπική αρμοδιότητα, η οποία εκτείνεται σε ολόκληρη την περιφέρεια της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης και των Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας και Θεσσαλίας.

Άρθρο 24Διεύθυνση Οικονομικής ΑστυνομίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας (Δ.Ο.Α.), εδρεύει στην Αττική και η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται σε ολόκληρη την επικράτεια, εκτός από τους χώρους αρμοδιότητας του Λιμενικού Σώματος−Ελληνικής Ακτοφυλακής, σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4150/2013. Η Δ.Ο.Α. έχει ως αποστολή την πρόληψη, έρευνα και καταστολή οικονομικών εγκλημάτων που τελέστηκαν σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων του Δημοσίου και της εθνικής οικονομίας γενικότερα και εμφανίζουν τα χαρακτηριστικά του οργανωμένου εγκλήματος, καθώς και την έρευνα, πρόληψη και καταστολή της αδήλωτης και της ανασφάλιστης εργασίας και της εισφοροδιαφυγής, ακόμα και στις περιπτώσεις που δεν συνιστούν αξιόποινες πράξεις. Επίσης, η Δ.Ο.Α., στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της, παρακολουθεί, μελετά, αναλύει, αξιολογεί και αξιοποιεί, αναλόγως, σημαντικά, ειδικά ή ιδιαίτερου ενδιαφέροντος οικονομικά γεγονότα και κινήσεις, τόσο στο εσωτερικό όσο και σε διεθνές περιβάλλον και επιλαμβάνεται σε υποθέσεις της καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητάς της, συνεργαζόμενη προς τούτο, σε πληροφοριακό ή και σε επιχειρησιακό επίπεδο με συναρμόδιες Υπηρεσίες, Αρχές και Φορείς, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με έδρα τη Θεσσαλονίκη λειτουργεί Υποδιεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας Βορείου Ελλάδος (Υ.Ο.Α.Β.Ε.), η οποία υπάγεται διοικητικά στη Δ.Ο.Α., έχει ταυτόσημη με αυτήν αποστολή και η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται στην εδαφική δικαιοδοσία της Διεύθυνσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης και των Περιφερειακών Διευθύνσεων Ασφάλειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου.

Άρθρο 25Γενική Διεύθυνση Προστασίας Επισήμων και Ευπαθών ΣτόχωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Γενική Διεύθυνση Προστασίας Επισήμων και Ευπαθών Στόχων εδρεύει στην Αττική, εποπτεύεται και ελέγχεται από τον Υπαρχηγό και έχει ως αποστολή: α. την ασφάλεια και την προστασία: αα. του Προέδρου της Δημοκρατίας, των μελών της οικογένειάς του και της κατοικίας του, ββ. της Βουλής των Ελλήνων και των Υπηρεσιών της, γγ. του Προέδρου της Κυβέρνησης, της οικογένειάς του, της κατοικίας και του πολιτικού του Γραφείου, δδ. των Αρχηγών Πολιτικών Κομμάτων, εε. των μελών της Κυβέρνησης και άλλων πολιτικών και πολιτειακών οργάνων, στστ. των αρχηγών ξένων κρατών και διπλωματικών αποστολών, ζζ. των πολιτικών προσώπων και άλλων επίσημων αλλοδαπών αξιωματούχων και προσωπικοτήτων, ηη. των ημεδαπών και αλλοδαπών επισήμων ή μη προσώπων για τα οποία συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι ασφάλειας, θθ. των κατοικιών, κτιρίων, γραφείων και εγκαταστάσεων που βρίσκονται στην περιοχή της Αττικής και ενδέχεται να αποτελέσουν στόχο εγκληματικής ενέργειας, β. την κατεύθυνση, το συντονισμό και την παροχή οδηγιών προς τις περιφερειακές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας αναφορικά με την ασφάλεια και την προστασία προσώπων και ευπαθών στόχων στις περιοχές της τοπικής τους αρμοδιότητας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Γενική Διεύθυνση Προστασίας Επισήμων και Ευπαθών Στόχων συγκροτείται από το Επιτελείο της και τις ακόλουθες Υπηρεσίες, οι οποίες λειτουργούν σε επίπεδο Διεύθυνσης: α. Υπηρεσία Προστασίας Προέδρου Δημοκρατίας, β. Υπηρεσία Προστασίας Προέδρου Κυβέρνησης, γ. Υπηρεσία Ασφάλειας Βουλής των Ελλήνων, δ. Υπηρεσία Ασφάλειας Μελών της Κυβέρνησης και Πολιτικών Προσώπων, ε. Υπηρεσία Προστασίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων και Ευπαθών Στόχων,

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Υπηρεσία Προστασίας Προέδρου Δημοκρατίας διαρθρώνεται και λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 261/2001 (Α΄ 187) και έχει ως αποστολή: α. την ασφάλεια του προσώπου του Προέδρου της Δημοκρατίας και των μελών της οικογένειάς του που συνοικούν με αυτόν, καθώς και της κατοικίας του και των χώρων και εγκαταστάσεων της Προεδρίας της Δημοκρατίας, β. την προσωπική ασφάλεια όσων έχουν διατελέσει Πρόεδροι της Δημοκρατίας μετά τις 9.6.1975, γ. την ασφάλεια των αρχηγών κρατών και των προσωπικοτήτων ξένων κρατών που επισκέπτονται επίσημα τη χώρα μας κατόπιν προσκλήσεως του Προέδρου της Δημοκρατίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η Υπηρεσία Προστασίας Προέδρου της Κυβέρνησης έχει την ευθύνη της ασφάλειας του Πρωθυπουργού και των μελών της οικογένειάς του που συνοικούν με αυτόν, καθώς και της κατοικίας και των χώρων και μέσων λειτουργίας του Πολιτικού του Γραφείου και λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1299/1982 (Α΄ 129).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η Υπηρεσία Ασφάλειας Βουλής των Ελλήνων έχει την ευθύνη της ασφάλειας του κτιρίου της Βουλής και των Υπηρεσιών της, καθώς και της διασφάλισης της τάξης κατά τις συνεδριάσεις της, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής και τις οδηγίες του Προέδρου της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η Υπηρεσία Ασφάλειας Μελών της Κυβέρνησης και Πολιτικών Προσώπων έχει ως αποστολή την ασφάλεια των μελών της Κυβέρνησης, των Αρχηγών Κομμάτων, των Βουλευτών και Ευρωβουλευτών, καθώς και των προσώπων τα οποία κατείχαν πολιτικές θέσεις και λόγω της θέσης ή της ιδιότητας αυτής ενδέχεται να αποτελέσουν στόχους εγκληματικής ενέργειας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η Υπηρεσία Προστασίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων και Ευπαθών Στόχων έχει ως αποστολή: α. την προστασία ή τη μέριμνα για την προστασία και την παροχή συνοδευτικής ασφάλειας στους διαπιστευμένους στη χώρα μας αρχηγούς κρατών και τα λοιπά μέλη των ξένων διπλωματικών αποστολών, καθώς και στα επίσημα πρόσωπα ή άλλους αλλοδαπούς αξιωματούχους κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στη χώρα μας. β. την ασφάλεια των ημεδαπών ή μη προσώπων, πλην πολιτικών, τα οποία λόγω της θέσης ή της ιδιότητάς τους ενδέχεται να αποτελέσουν στόχους εγκληματικής ενέργειας, γ. τη φρούρηση ή τη μέριμνα για τη φρούρηση ή την επιτήρηση, κατά περίπτωση, κατοικιών, γραφείων και εγκαταστάσεων, τα οποία λόγω της ιδιότητας του ιδιοκτήτη τους, του προορισμού τους ή των προσώπων που εργάζονται ή κατοικούν σ’ αυτές είναι πιθανό να αποτελέσουν στόχο δολιοφθοράς ή άλλης εγκληματικής ενέργειας.

Άρθρο 26Διεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών ΔυνάμεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Διεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων (Δ.Ε.Α.Δ.) εδρεύει στην Αττική, εποπτεύεται και ελέγχεται από τον Υπαρχηγό και έχει ως αποστολή: α. την από αέρος υποστήριξη και ενίσχυση του έργου των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους για την καταπολέμηση του εγκλήματος, την κατοχύρωση και διατήρηση της δημόσιας τάξης, τη συμβολή στην εξασφάλιση της πολιτικής άμυνας και της εθνικής άμυνας της χώρας και την αντιμετώπιση αστυνομικών προβλημάτων ιδιαίτερης σημασίας, β. την εξουδετέρωση και καταστροφή εκρηκτικών μηχανισμών και αυτοσχέδιων βομβών στους χώρους στους οποίους εκτείνεται η τοπική αρμοδιότητα της Ελληνικής Αστυνομίας, γ. τη διάθεση συνοδών – χειριστών αστυνομικών σκύλων όλων των κατηγοριών, προς το σκοπό συνδρομής στο έργο των αρμοδίων Υπηρεσιών, δ. τη διάθεση δυνάμεων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση σοβαρών και εξαιρετικά επικίνδυνων καταστάσεων για τις οποίες απαιτείται επέμβαση ειδικώς εκπαιδευμένων και πλήρως εξοπλισμένων με σύγχρονα όπλα και υλικά μέσα αστυνομικών δυνάμεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Δ.Ε.Α.Δ. συγκροτείται από τις κατωτέρω Υπηρεσίες, οι οποίες λειτουργούν σε επίπεδο Υποδιεύθυνσης: α. Την Υπηρεσία Εναέριων Μέσων Ελληνικής Αστυνομίας (Υ.Ε.Μ.Ε.Α.), η οποία έχει την καθοριζόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 2334/1995 (Α΄ 184) αποστολή και ασκεί τις αρμοδιότητές της σύμφωνα με τις διατάξεις του ιδίου νόμου και του π.δ. 36/1997 (Α΄ 36), όπως ισχύουν κάθε φορά. β. Την Υπηρεσία Εξουδετέρωσης Εκρηκτικών Μηχανισμών και Συνοδών Αστυνομικών Σκύλων, η οποία είναι αρμόδια για την επισήμανση, περισυλλογή, εξουδετέρωση και καταστροφή εκρηκτικών μηχανισμών και αυτοσχέδιων βομβών στους χώρους τοπικής αρμοδιότητας της Ελληνικής Αστυνομίας, πλην αυτών για τους οποίους ειδικές διατάξεις προβλέπουν αρμοδιότητα των ενόπλων δυνάμεων. Είναι, επίσης, αρμόδια για τη διάθεση συνοδών – χειριστών αστυνομικών σκύλων όλων των κατηγοριών, προς το σκοπό συνδρομής του έργου των αρμοδίων Υπηρεσιών στην ανίχνευση εκρηκτικών υλών και ναρκωτικών ουσιών, στην ανεύρεση προσώπων και πραγμάτων και στη διενέργεια αστυνομικών περιπολιών. γ. Την Ειδική Κατασταλτική Αντιτρομοκρατική Μονάδα (Ε.Κ.Α.Μ.), η οποία έχει ως αποστολή τη διάθεση δυνάμεων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση σοβαρών και εξαιρετικά επικίνδυνων καταστάσεων, όπως τρομοκρατικές ενέργειες, ένοπλες συγκρούσεις, οργανωμένες ληστείες, αεροπειρατείες, απαγωγές προσώπων και γενικά περιπτώσεις για τις οποίες απαιτείται επέμβαση ειδικώς εκπαιδευμένων και πλήρως εξοπλισμένων με σύγχρονα όπλα και υλικά μέσα αστυνομικών δυνάμεων. Η επιμέρους οργάνωση, η επιχειρισιακή τακτική, η εκπαίδευση και τα προσόντα του προσωπικού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στη λειτουργία και τη δράση της Ε.Κ.Α.Μ. ρυθμίζεται με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας και δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με έδρα τη Θεσσαλονίκη λειτουργεί Υποδιεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων Βορείου Ελλάδος (Υ.Ε.Α.Δ.Β.Ε.), η οποία υπάγεται διοικητικά στη Δ.Ε.Α.Δ. και ασκεί στην περιοχή αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης και των Περιφερειακών Διευθύνσεων Ασφάλειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου, τις αρμοδιότητες των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της προηγούμενης παραγράφου.

Άρθρο 27Διεύθυνση Εγκληματολογικών ΕρευνώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών (Δ.Ε.Ε.) είναι η εθνική Εγκληματολογική Υπηρεσία της χώρας, εδρεύει στην Αττική, εποπτεύεται από τον Γενικό Επιθεωρητή Ασφάλειας και έχει ως αποστολή: α. Την παρακολούθηση της εγκληματικότητας, τη συγκέντρωση και ταξινόμηση όλων των στοιχείων σήμανσης των εγκληματούντων, την εισήγηση νομοθετικών ή άλλων μέτρων για την προσφορότερη δίωξη του εγκλήματος και το συντονισμό της δράσης όλων των περιφερειακών εγκληματολογικών Υπηρεσιών της χώρας. β. Τη διεξαγωγή της υπηρεσίας εξακρίβωσης της ταυτότητας των εγκληματιών με βάση τις αναγνωρισμένες επιστημονικές μεθόδους και την οργάνωση των εγκληματολογικών αναζητήσεων προς ανακάλυψη των καταζητούμενων και την ανεύρεση εξαφανισθέντων ατόμων και κλαπέντων ή απολεσθέντων αντικειμένων. γ. Τη διερεύνηση του τόπου τέλεσης εγκλημάτων, την περισυλλογή και αξιοποίηση των ιχνών και πειστηρίων με τη χρησιμοποίηση σύγχρονου επιστημονικοτεχνικού εξοπλισμού και την εφαρμογή επιστημονικών και τεχνικών μεθόδων. δ. Την παροχή πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές για την πρόληψη και καταστολή των εγκλημάτων και τη μέριμνα για την επαγγελματική επιμόρφωση στις επιστημονικές και τεχνικές μεθόδους της εγκληματολογίας του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και κάθε άλλης αρχής που ασχολείται με τη δίωξη του εγκλήματος. ε. Την τήρηση των εθνικών αρχείων γενετικών τύπων (DNA) και δακτυλικών αποτυπωμάτων και την εξασφάλιση της ανταλλαγής δεδομένων και πληροφοριών στο πλαίσιο της διασυνοριακής συνεργασίας ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος σύμφωνα με τις αποφάσεις 2008/615/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 23.6.2008 και 2008/616/ ΔΕΥ του Συμβουλίου της 23.6.2008 (CL 210/6.8.2008) και μεριμνά για την παρακολούθηση και αξιοποίηση του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί θεμάτων αρμοδιότητάς της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Δ.Ε.Ε. ορίζεται ως εθνικό σημείο επαφής για τους σκοπούς των άρθρων 6 και 11 της απόφασης 2008/ 615/ ΔΕΥ του Συμβουλίου της 23ης Ιουνίου 2008.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στη Βόρεια Ελλάδα λειτουργεί Υποδιεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών Βορείου Ελλάδος (Υ.Ε.Ε.Β.Ε.), με έδρα τη Θεσσαλονίκη, διοικητική υπαγωγή στη Δ.Ε.Ε. και τοπική αρμοδιότητα, η οποία εκτείνεται σε ολόκληρη την περιφέρεια της Διεύθυνσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης και των Περιφερειακών Διευθύνσεων Ασφάλειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου.

Άρθρο 28Διεύθυνση Υγειονομικού

Η Διεύθυνση Υγειονομικού εδρεύει στην Αττική και έχει ως αποστολή την άσκηση της υγειονομικής υπηρεσίας της Ελληνικής Αστυνομίας και ιδίως: α. την παροχή εξωνοσοκομειακής, ιατρικής και οδοντιατρικής περίθαλψης στο προσωπικό και την παρακολούθηση της υγείας του, β. τη μέριμνα για την οργάνωση και λειτουργία ιατρείων, οδοντιατρείων, εργαστηρίων παρακλινικών εξετάσεων, φυσιοθεραπευτηρίων, αναρρωτηρίων, υγειονομικών επιτροπών και τραπεζών αίματος, γ. τη μέριμνα για την περίθαλψη των ασθενών και την επίβλεψη της πορείας των νοσηλευόμενων σε νοσηλευτικά ιδρύματα, δ. την παροχή επείγουσας ιατρικής βοήθειας σε ιδιώτες ασθενείς που κρατούνται ή μετάγονται από Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, ε. την εξέταση της σωματικής ικανότητας του προσωπικού και των υποψηφίων για να προσληφθούν στην Ελληνική Αστυνομία, καθώς και εκείνων που πρόκειται να προσληφθούν ως προσωπικό ασφαλείας σύμφωνα με το άρθρο 19 του ν. 1339/1983 (Α΄ 35), στ. τη μελέτη και εισήγηση επί υγειονομικής φύσης θεμάτων της Ελληνικής Αστυνομίας, ζ. τον προγραμματισμό και την εισήγηση μέτρων για την επάρκεια, την κατάρτιση και την επιμόρφωση του επιστημονικού και λοιπού προσωπικού της Διεύθυνσης, η. τη μέριμνα για τον εφοδιασμό των υγειονομικών μονάδων του Σώματος με τα απαραίτητα επιστημονικά όργανα, εργαλεία και λοιπά είδη και μέσα, θ. την εξέταση των μελών των οικογενειών του εν ενεργεία προσωπικού, καθώς και του προσωπικού που έχει συνταξιοδοτηθεί και των μελών των οικογενειών του, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα με διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.

Άρθρο 29Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης

Η Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης εδρεύει στην Αττική, εποπτεύεται και ελέγχεται από τον Προϊστάμενο Επιτελείου και είναι αρμόδια για τον έλεγχο των διαχειρίσεων χρηματικού και υλικού όλων των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, τον έλεγχο της λειτουργίας των οικονομικών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και τον οικονομικό έλεγχο άλλων Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη που ανατίθεται σε αυτήν με ειδικές διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ
Άρθρο 30Γενικές Αστυνομικές Διευθύνσεις Αττικής και ΘεσσαλονίκηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής (Γ.Α.Δ.Α.) συγκροτείται από τις κατωτέρω Υπηρεσίες: α. Επιτελείο, β. Διεύθυνση Αστυνομίας Αθηνών, γ. Διεύθυνση Αστυνομίας Πειραιώς, δ. Διεύθυνση Αστυνομίας Δυτικής Αττικής, ε. Διεύθυνση Αστυνομίας Βορειοανατολικής Αττικής, στ. Διεύθυνση Αστυνομίας Νοτιοανατολικής Αττικής, ζ. Διεύθυνση Άμεσης Δράσης Αττικής, η. Διεύθυνση Τροχαίας Αττικής, θ. Διεύθυνση Αστυνόμευσης Αερολιμένα Αθηνών, ι. Διεύθυνση Αστυνομικών Επιχειρήσεων Αττικής, ια. Διεύθυνση Μεταγωγών − Δικαστηρίων Αττικής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης (Γ.Α.Δ.Θ.) συγκροτείται από τις κατωτέρω Υπηρεσίες: α. Επιτελείο, β. Διεύθυνση Αστυνομίας Θεσσαλονίκης, γ. Διεύθυνση Άμεσης Δράσης Θεσσαλονίκης, δ. Διεύθυνση Τροχαίας Θεσσαλονίκης, ε. Διεύθυνση Αστυνόμευσης Κρατικού Αερολιμένα Θεσσαλονίκης, στ. Διεύθυνση Αστυνομικών Επιχειρήσεων Θεσσαλονίκης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα Επιτελεία των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης διαρθρώνονται σε Τμήματα και έχουν ως αποστολή την εξασφάλιση της διοικητικής υποστήριξης των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων, ιδίως σε θέματα προσωπικού, διαχείρισης του χρηματικού και υλικού, γραμματειακής εξυπηρέτησης, τεχνικής υποστήριξης, εκπαίδευσης και πολιτικής σχεδίασης έκτακτης ανάγκης, καθώς και το συντονισμό των υφισταμένων τους Υπηρεσιών στην εκπλήρωση της αποστολής τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι Διευθύνσεις Αστυνομίας των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης εδρεύουν σε δήμο της εδαφικής τους δικαιοδοσίας και ασκούν στην περιοχή αυτή τις αρμοδιότητες της αστυνομίας γενικής αστυνόμευσης και πολιτικής κινητοποίησης. Στις Διευθύνσεις Αστυνομίας υπάγονται τα Αστυνομικά Τμήματα και οι Αστυνομικοί Σταθμοί που λειτουργούν στις περιοχές δικαιοδοσίας τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι Διευθύνσεις Άμεσης Δράσης Αττικής και Θεσσαλονίκης εδρεύουν σε δήμους της Αττικής και της Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, και έχουν ως αποστολή τη διενέργεια συνεχών περιπολιών για την εξασφάλιση της δημόσιας τάξης, την άμεση επέμβαση στα συμβάντα αστυνομικής φύσεως, την παροχή ειδικής υποστήριξης στις λοιπές Υπηρεσίες των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και την άμεση και συνεχή παροχή υπηρεσιών προς τους πολίτες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι Διευθύνσεις Τροχαίας Αττικής και Θεσσαλονίκης εδρεύουν σε δήμους της εδαφικής τους δικαιοδοσίας, ασκούν στις περιοχές των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, τις αρμοδιότητες της αστυνομίας τροχαίας, με εξαίρεση τις περιοχές αρμοδιότητας των Διευθύνσεων της επόμενης παραγράφου. Στις Διευθύνσεις Τροχαίας Αττικής και Θεσσαλονίκης υπάγονται διοικητικά οι Υποδιευθύνσεις και τα Τμήματα Τροχαίας που λειτουργούν στις περιοχές δικαιοδοσίας τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η Διεύθυνση Αστυνόμευσης Αερολιμένα Αθηνών και η Διεύθυνση Αστυνόμευσης Κρατικού Αερολιμένα Θεσσαλονίκης εδρεύουν σε χώρο των εγκαταστάσεων του αερολιμένα Αθηνών και του αερολιμένα Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα και ασκούν στην περιοχή δικαιοδοσίας τους το σύνολο των αστυνομικών αρμοδιοτήτων, όπως αυτές καθορίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 11 του παρόντος νόμου. Ειδικά ως προς τα θέματα δημόσιας και κρατικής ασφάλειας και αλλοδαπών και προστασίας συνόρων, οι Διευθύνσεις Αστυνόμευσης Αερολιμένα Αθηνών και Αστυνόμευσης Κρατικού Αερολιμένα Θεσσαλονίκης υπάγονται, αντίστοιχα, στις Διευθύνσεις Ασφάλειας και στις Διευθύνσεις Αλλοδαπών, Αττικής και Θεσσαλονίκης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Οι Διευθύνσεις Αστυνομικών Επιχειρήσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης εδρεύουν στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη, αντίστοιχα και έχουν ως αποστολή τη διάθεση Διμοιριών, για μεν τις περιφέρειες της τοπικής τους δικαιοδοσίας κατόπιν διαταγής του αντίστοιχου Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή, για δε την υπόλοιπη χώρα κατόπιν διαταγής του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας. Η διάθεση των διμοιριών αποσκοπεί στην ενίσχυση των κατά τόπο αρμοδίων Διευθύνσεων Αστυνομίας ή Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων για την αποκατάσταση της δημόσιας τάξης, εφόσον αυτό δεν είναι εφικτό από τις λοιπές αστυνομικές δυνάμεις κατά την κρίση του οικείου Διευθυντή Αστυνομίας ή Περιφερειακού Αστυνομικού Διευθυντή. Επίσης, είναι αρμόδιες για τη λήψη μέτρων τάξης στις διάφορες συγκεντρώσεις και δημόσιες συναθροίσεις και γενικά σε δημόσιους χώρους ή σε άλλα σοβαρά συμβάντα αστυνομικής αρμοδιότητας. Οι Διευθύνσεις Αστυνομικών Επιχειρήσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης συγκροτούνται από Επιτελείο και Υποδιευθύνσεις. Η επιμέρους διάρθρωση, η επιχειρησιακή τακτική, η εκπαίδευση του προσωπικού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στη λειτουργία και τη δράση των Διευθύνσεων Αστυνομικών Επιχειρήσεων ρυθμίζεται με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας και δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η Διεύθυνση Μεταγωγών – Δικαστηρίων Αττικής εδρεύει στην Αττική και είναι αρμόδια για την ασφαλή μεταγωγή των κρατουμένων, καθώς και για την τήρηση της τάξης στους χώρους των δικαστηρίων που λειτουργούν στο νομό Αττικής.

Άρθρο 31Περιφερειακές Αστυνομικές ΔιευθύνσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις (Π.Α.Δ.) συγκροτούνται από το Επιτελείο τους και τις Υπηρεσίες Νομών που υπάγονται σε αυτές, σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 4.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το Επιτελείο της Π.Α.Δ. λειτουργεί σε επίπεδο Τμήματος, διαρθρώνεται σε Γραφεία και έχει ως αποστολή το χειρισμό των θεμάτων γραμματειακής και διοικητικής υποστήριξης αυτής, την παροχή οδηγιών και κατευθύνσεων προς τις υφιστάμενες Υπηρεσίες της για την αποτελεσματική εκπλήρωση της αποστολής τους και τη διεκπεραίωση διοικητικού χαρακτήρα υποθέσεων που ανάγονται στις αρμοδιότητές της. Ειδικότερα, στην αποστολή του Επιτελείου Π.Α.Δ., περιλαμβάνονται, ιδίως: α. ο χειρισμός θεμάτων μετακινήσεων, αδειών, πειθαρχίας, ηθικών και υλικών αμοιβών και εν γένει υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού, β. η μέριμνα για την κατάρτιση προγραμμάτων μετεκπαίδευσης και επιμόρφωσης του προσωπικού που υπηρετεί στις Υπηρεσίες της Διεύθυνσης και η υποβολή τους στη Διεύθυνση Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης Ανθρώπινων Πόρων του Επιτελείου της Ελληνικής Αστυνομίας για έγκριση, καθώς και προγραμμάτων εξάσκησης του προσωπικού σε θέματα αυτοάμυνας και σκοποβολής, γ. η γραμματειακή υποστήριξη του Επιτελείου και ο χειρισμός θεμάτων επικοινωνίας και δημοσίων σχέσεων, δ. ο χειρισμός θεμάτων οικονομικού και διοικητικού χαρακτήρα, όπως η διαχείριση της πάγιας προκαταβολής, ο εφοδιασμός των Υπηρεσιών με όλα τα απαραίτητα μέσα, μηχανήματα και υλικοτεχνικό εξοπλισμό και η μέριμνα για την καλή λειτουργία και συντήρησή τους, ε. η κατανομή και ανακατανομή του οπλισμού, των μέσων και του υλικοτεχνικού εξοπλισμού μεταξύ των υπαγομένων στη Διεύθυνση Υπηρεσιών, στ. η παροχή οδηγιών και κατευθύνσεων και η έκδοση διαταγών προς τις υφιστάμενες Υπηρεσίες της Διεύθυνσης προς το σκοπό υλοποίησης των τιθέμενων στόχων και γενικά για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση της αποστολής τους, ζ. η προετοιμασία έκδοσης αστυνομικών διατάξεων, η. ο χειρισμός θεμάτων οργάνωσης, κατεύθυνσης, συντονισμού και ελέγχου της δράσης των Υπηρεσιών της Διεύθυνσης και την παροχή οδηγιών σε αυτές για την εφαρμογή της νομοθεσίας που ανάγεται στην αρμοδιότητά τους, θ. η εκπόνηση σχεδίων και η εισήγηση για την έκδοση διαταγών αναφορικά με τη λήψη μέτρων τάξης, την εκδήλωση επιχειρησιακών δράσεων και την ανάπτυξη και βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των Υπηρεσιών, προς το σκοπό ενίσχυσης της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητάς τους, ι. η μέριμνα για την ομαλή λειτουργία του οικείου Κέντρου Επιχειρήσεων και τη συντήρηση του υλικοτεχνικού του εξοπλισμού, ια. η παρακολούθηση και αξιολόγηση της λειτουργίας και της επιχειρησιακής δράσης των Υπηρεσιών της Διεύθυνσης και η εισήγηση τρόπων, διαδικασιών και μεθόδων αναβάθμισής της, ιβ. ο χειρισμός θεμάτων πολιτικής σχεδίασης έκτακτης ανάγκης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στις Π.Α.Δ. υπάγονται τα Αστυνομικά Τμήματα, τα Τμήματα Άμεσης Δράσης, τα Τμήματα Τροχαίας, τα Αστυνομικά Τμήματα Αερολιμένα, τα Τμήματα Τουριστικής Αστυνομίας, τα Τμήματα Μεταγωγών – Δικαστηρίων, τα Τμήματα Αστυνομικών Επιχειρήσεων, οι Ομάδες Ειδικών Αποστολών και οι περιορισμένης ή μη χρονικής διάρκειας, Αστυνομικοί Σταθμοί, Σταθμοί Τουριστικής Αστυνομίας, Σταθμοί Τροχαίας και Αστυνομικοί Σταθμοί Αερολιμένα που λειτουργούν στην περιοχή της τοπικής τους αρμοδιότητας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η τοπική αρμοδιότητα κάθε Π.Α.Δ. ταυτίζεται με εκείνη της οικείας διοικητικής περιφέρειας, με εξαίρεση την Π.Α.Δ. Κεντρικής Μακεδονίας, η τοπική αρμοδιότητα της οποίας περιλαμβάνει τις περιοχές των νομών Ημαθίας, Κιλκίς, Πιερίας, Πέλλας, Σερρών και Χαλκιδικής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι Υπηρεσίες των Π.Α.Δ., ανάλογα με τις καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητές τους, χειρίζονται, ιδίως, τα θέματα γενικής αστυνόμευσης, τροχαίας, πολιτικής κινητοποίησης, δημοτικής αστυνόμευσης και εξυπηρέτησης των πολιτών, λήψης μέτρων τάξης, προληπτικής αστυνόμευσης, τουριστικής αστυνόμευσης, φύλαξης στόχων, μεταγωγής κρατουμένων και τήρησης της τάξης στις συνεδριάσεις των δικαστηρίων. Όσες από τις Υπηρεσίες αυτές ασκούν και αρμοδιότητες δημόσιας και κρατικής ασφάλειας και αλλοδαπών και προστασίας συνόρων, υπάγονται, ως προς αυτά τα ειδικά αντικείμενα στις καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιες Υπηρεσίες των Κλάδων Ασφάλειας και Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων, αντίστοιχα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Τα Αστυνομικά Τμήματα και οι Αστυνομικοί Σταθμοί επιλαμβάνονται και σε θέματα ασφάλειας, εφόσον η περιοχή της εδαφικής τους δικαιοδοσίας δεν καλύπτεται από Υπηρεσία Ασφάλειας ή δεν είναι δυνατή η άμεση ανταπόκριση της κατά τόπο αρμόδιας Υπηρεσίας Ασφάλειας. Στην τελευταία περίπτωση, τα Αστυνομικά Τμήματα και οι Αστυνομικοί Σταθμοί προβαίνουν στις προβλεπόμενες άμεσες δικονομικές και υπηρεσιακές ενέργειες έως ότου επιληφθεί η αρμόδια Υπηρεσία Ασφάλειας και στην οποία παραδίδουν το προανακριτικό ή άλλο υλικό που συνέλεξαν. Επίσης, τα Αστυνομικά Τμήματα και οι Αστυνομικοί Σταθμοί επιλαμβάνονται και επί θεμάτων τροχαίας, εφόσον η περιοχή τους δεν καλύπτεται από Υπηρεσία Τροχαίας.

Άρθρο 32Διευθύνσεις ΑσφάλειαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η τοπική αρμοδιότητα των Διευθύνσεων Ασφάλειας Αττικής και Θεσσαλονίκης ταυτίζεται, αντίστοιχα, με την τοπική αρμοδιότητα των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης. Ομοίως, η τοπική αρμοδιότητα των Περιφερειακών Διευθύνσεων Ασφάλειας ταυτίζεται με την τοπική αρμοδιότητα των αντίστοιχων Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σε περιπτώσεις χειρισμού σοβαρών υποθέσεων ασφάλειας, καθώς και σε περιπτώσεις που απαιτείται η συμμετοχή ή συνδρομή Υπηρεσιών των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων ή των Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, η αρμόδια Διεύθυνση Ασφάλειας ενημερώνει σχετικά τον οικείο Γενικό Αστυνομικό Διευθυντή ή Περιφερειακό Αστυνομικό Διευθυντή και συνεργάζεται μαζί του για τον καλύτερο συντονισμό των Υπηρεσιών και την αποτελεσματική αντιμετώπιση του ζητήματος. Οι Υπηρεσίες των οποίων ζητείται η συνδρομή οφείλουν να ανταποκρίνονται στο σχετικό αίτημα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι Διευθύνσεις Ασφάλειας Αττικής και Θεσσαλονίκης διαρθρώνονται εσωτερικά σε Υποδιευθύνσεις, ενώ οι Περιφερειακές Διευθύνσεις Ασφάλειας σε Τμήματα. Στις Διευθύνσεις Ασφάλειας υπάγονται οι Υποδιευθύνσεις Ασφάλειας, τα Τμήματα Ασφάλειας και τα Τμήματα Δίωξης Ναρκωτικών, που λειτουργούν στην περιοχή της τοπικής τους αρμοδιότητας.

Άρθρο 33Διευθύνσεις ΑλλοδαπώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι Διευθύνσεις Αλλοδαπών Αττικής και Θεσσαλονίκης εδρεύουν στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη, αντίστοιχα, υπάγονται απευθείας στον Κλάδο Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων και ασκούν στις περιοχές δικαιοδοσίας τους τις αρμοδιότητες επί θεμάτων αλλοδαπών και αντιμετώπισης της παράνομης μετανάστευσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι Διευθύνσεις Αλλοδαπών διαρθρώνονται εσωτερικά σε Υποδιευθύνσεις ή και σε Τμήματα. Στις Διευθύνσεις αυτές υπάγονται τα Τμήματα Αλλοδαπών, τα Τμήματα Δίωξης Παράνομης Μετανάστευσης και οι Σταθμοί Ελέγχου Διαβατηρίων – Συναλλάγματος που λειτουργούν στην περιοχή της τοπικής τους αρμοδιότητας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η τοπική αρμοδιότητα των Διευθύνσεων Αλλοδαπών Αττικής και Θεσσαλονίκης ταυτίζεται με την τοπική αρμοδιότητα των αντίστοιχων Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων.

Άρθρο 34Ειδικές − Επιχειρησιακές Ομάδες, Αστυνομικές Μονάδες και Κλιμάκια ΥπηρεσιώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι Γενικοί Επιθεωρητές των Κλάδων Τάξης, Ασφάλειας και Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων, προς το σκοπό αποτελεσματικότερης εκπλήρωσης της αποστολής των περιφερειακών Υπηρεσιών των Κλάδων τους και αντιμετώπισης σοβαρών ή έκτακτων γεγονότων ή καταστάσεων, δύνανται να εισηγούνται, στον Αρχηγό του Σώματος, τη συγκρότηση Ειδικών − Επιχειρησιακών Ομάδων, Αστυνομικών Μονάδων και Κλιμακίων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι Ομάδες και οι Μονάδες της προηγούμενης παραγράφου συγκροτούνται με απόφαση του Αρχηγού του Σώματος, στελεχώνονται με προσωπικό των κατά τόπο και καθ’ ύλην αρμοδίων περιφερειακών Υπηρεσιών των Κλάδων και η συγκρότησή τους, κατά Κλάδο, έχει ως εξής: α. Στις Γενικές Αστυνομικές Διευθύνσεις Αττικής και Θεσσαλονίκης και στις Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις του Κλάδου Τάξης δύναται να συγκροτούνται: αα. Κινητές Αστυνομικές Μονάδες (Κ.Α.Μ.) που λειτουργούν και δραστηριοποιούνται βάσει των διατάξεων του άρθρου 77Α΄ του π.δ. 141/1991 (Α΄ 58), όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο 1 του π.δ. 80/2007 (Α΄ 96) και έχουν ως αποστολή τη συμπλήρωση της οργανωμένης αστυνομικής δράσης σε θέματα γενικής αστυνόμευσης, μέσω της διενέργειας περιπολιών και της παροχής εξυπηρέτησης στους πολίτες, ιδίως των απομακρυσμένων περιοχών. ββ. Ομάδες Προληπτικής Αστυνόμευσης (Ο.Π.Α.), οι οποίες έχουν ως αποστολή τη διενέργεια πεζών ή και εποχούμενων περιπολιών, ιδίως σε αστικές περιοχές ή σημεία τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης αστυνόμευσης, προς το σκοπό αποτροπής παράνομων ενεργειών και εμπέδωσης του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών. γγ. Ομάδες Δίκυκλης Αστυνόμευσης (ΔΙ.ΑΣ.), σε περιοχές στις οποίες δεν λειτουργούν αυτοτελείς Υπηρεσίες Άμεσης Δράσης, προς το σκοπό ενίσχυσης της αστυνόμευσης και αμεσότερης ανταπόκρισης των Υπηρεσιών σε περιπτώσεις που απαιτείται η αστυνομική παρέμβαση. δδ. Ομάδες Ελέγχου και Πρόληψης Τροχαίων Ατυχημάτων (Ο.Ε.Π.Τ.Α.), οι οποίες στελεχώνονται με προσωπικό Υπηρεσιών Τροχαίας και έχουν ως αποστολή την πρόληψη και καταστολή της τροχαίας παραβατικότητας, τη βελτίωση του επιπέδου οδικής ασφάλειας και τη μείωση των τροχαίων ατυχημάτων. β. Στις Διευθύνσεις Ασφάλειας Αττικής και Θεσσαλονίκης και στις Περιφερειακές Διευθύνσεις Ασφάλειας του Κλάδου Ασφάλειας δύνανται να συγκροτούνται: αα. Ομάδες Πρόληψης και Καταστολής Εγκληματικότητας (Ο.Π.Κ.Ε.), οι οποίες έχουν ως αποστολή τη συμβολή και παροχή ειδικής υποστήριξης στο έργο των οικείων Διευθύνσεων και Περιφερειακών Διευθύνσεων Ασφάλειας, για την αποτελεσματικότερη πρόληψη και καταπολέμηση του εγκλήματος, την αντιμετώπιση ειδικών, αυξημένης ή ιδιαίτερης σημασίας αστυνομικών προβλημάτων και την ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών. ββ. Ομάδες Ειδικών Δράσεων (Ο.Ε.Δ.), οι οποίες στελεχώνονται από ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό και έχουν ως αποστολή την άμεση και αποτελεσματική αντιμετώπιση ειδικών ή σημαντικών ζητημάτων ασφάλειας, καθώς και την αντιμετώπιση σοβαρών και επικίνδυνων καταστάσεων δημόσιας τάξης στις περιοχές που δεν λειτουργούν ή σε περιπτώσεις που δεν δύνανται να ανταποκριθούν άμεσα οι αρμόδιες αυτοτελείς Υπηρεσίες Ειδικών Αποστολών. γ. Στις Διευθύνσεις Αλλοδαπών Αττικής και Θεσσαλονίκης του Κλάδου Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων, καθώς και στις Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις, δύνανται να συγκροτούνται Ειδικές Ομάδες Δίωξης Παράνομης Μετανάστευσης, οι οποίες έχουν ως αποστολή την αναζήτηση και τον εντοπισμό σημείων, διαδρομών και μεθόδων παράνομης εισόδου αλλοδαπών στη χώρα, την εξάρθρωση κυκλωμάτων διακίνησης παράνομων μεταναστών προς τη χώρα και εντός αυτής, καθώς και την άμεση και αποτελεσματική ανταπόκριση του Σώματος στην αντιμετώπιση, ειδικών ή σοβαρών περιπτώσεων παράνομης εισόδου, παραμονής και διακίνησης αλλοδαπών στην Ελληνική Επικράτεια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι Ομάδες και οι Μονάδες των προηγουμένων παραγράφων δύνανται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατόπιν σχετικής διαταγής του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, να διατίθενται και σε άλλες εκτός των οικείων Γενικών και Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, Διευθύνσεων και Περιφερειακών Διευθύνσεων Ασφάλειας ή Διευθύνσεων Αλλοδαπών περιοχών, για ενίσχυση των κατά τόπο αρμοδίων Υπηρεσιών. Επίσης, κατά την ίδια διαδικασία είναι δυνατή η αμοιβαία συνδρομή Ομάδων και Μονάδων διαφορετικών Κλάδων για την αντιμετώπιση γεγονότων ή καταστάσεων κοινού υπηρεσιακού ενδιαφέροντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ειδικότερα ζητήματα που αφορούν στην επιλογή, τη σύνθεση, στην εκπαίδευση και τη μετεκπαίδευση του προσωπικού και στην υπαγωγή, την επιχειρησιακή τακτική και δράση και στον υλικοτεχνικό εξοπλισμό των Ομάδων και Μονάδων των προηγούμενων παραγράφων ρυθμίζονται με διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία εκδίδεται με μέριμνα των οικείων Κλάδων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Τα Κλιμάκια ιδρύονται με διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, στελεχώνονται με προσωπικό της Υπηρεσίας της οποίας συστατικό μέρος αποτελούν, δεν έχουν αυτόνομη διοικητική και επιχειρησιακή λειτουργία και συγκροτούνται στις περιπτώσεις εκείνες που ιδιαίτεροι λόγοι αστυνόμευσης, σε περιοχές εκτός της έδρας της Υπηρεσίας, επιβάλλουν τη μόνιμη και επί μακρό χρονικό διάστημα αστυνομική παρουσία στις περιοχές αυτές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η συγκρότηση άλλων Ομάδων, Μονάδων και Κλιμακίων, εκτός των προβλεπόμενων στις προηγούμενες παραγράφους, κατόπιν σχετικής αιτιολογημένης εισήγησης των Γενικών Επιθεωρητών Τάξης, Ασφάλειας και Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων στην οποία θα διατυπώνονται οι λόγοι οι οποίοι επιβάλλουν τη συγκρότησή τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ − ΔΙΟΙΚΗΣΗ
Άρθρο 35Συντονισμός ΥπηρεσιώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η αποστολή της Ελληνικής Αστυνομίας εκπληρώνεται μέσω της συντονισμένης, συνεχούς και αλληλοσυμπληρωματικής δράσης των κεντρικών και περιφερειακών της Υπηρεσιών. Προς το σκοπό αυτόν όλες οι Υπηρεσίες του Σώματος συνεργάζονται μεταξύ τους τόσο σε στρατηγικό – επιτελικό όσο και τακτικό – επιχειρησιακό επίπεδο, συμμετέχοντας σε επιχειρήσεις ή συνδράμοντας δράσεις κοινού ενδιαφέροντος, ιδίως σε περιπτώσεις λήψης μέτρων τάξης και ασφάλειας, συλλογής, ανταλλαγής και αξιοποίησης πληροφοριών, διενέργειας πεζών και εποχούμενων περιπολιών και αστυνομικών ελέγχων, αστυνομικών επιχειρήσεων, αναζητήσεων προσώπων και πραγμάτων και αντιμετώπισης έκτακτων και σοβαρών καταστάσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η βασική στρατηγική κατεύθυνση για την αποτελεσματική εκπλήρωση της αποστολής της Ελληνικής Αστυνομίας σχεδιάζεται από τις καθ’ ύλην αρμόδιες Διευθύνσεις των Κλάδων, εγκρίνεται από την ηγεσία του Σώματος και υλοποιείται από τους αρμόδιους Κλάδους. Στο πλαίσιο αυτό: α. Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας συντονίζει, εποπτεύει και ελέγχει τη λειτουργία και το έργο των Κλάδων και του Επιτελείου της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και των αυτοτελών κεντρικών Υπηρεσιών που υπάγονται απευθείας σε αυτόν. Στο πλαίσιο αυτό, σε σοβαρές περιπτώσεις και κατόπιν σχετικής εισήγησης των Γενικών Επιθεωρητών, δύναται να διατάσσει την επιχειρησιακή δραστηριοποίηση οποιασδήποτε Υπηρεσίας των Κλάδων Τάξης, Ασφάλειας και Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων και σε περιοχές εκτός της τοπικής τους αρμοδιότητας. β. Ο Υπαρχηγός συντονίζει, εποπτεύει και ελέγχει τη λειτουργία και το έργο των αυτοτελών κεντρικών Υπηρεσιών της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 15 του παρόντος νόμου. γ. Οι Γενικοί Επιθεωρητές συνεργάζονται μεταξύ τους και με τον Προϊστάμενο του Επιτελείου, προς το σκοπό εξειδίκευσης της στρατηγικής κατεύθυνσης και καθορισμού του πλαισίου διοικητικής υποστήριξης και διακλαδικής δράσης συντονισμού των κεντρικών και περιφερειακών Υπηρεσιών, δίδοντας σχετικές εντολές προς τις Υπηρεσίες αρμοδιότητάς τους και παρακολουθώντας την εφαρμογή τους. δ. Οι Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές Αττικής και Θεσσαλονίκης, οι Περιφερειακοί Αστυνομικοί Διευθυντές, οι Διευθυντές των Διευθύνσεων Ασφάλειας Αττικής και Θεσσαλονίκης, οι Περιφερειακοί Διευθυντές Ασφάλειας και οι προϊστάμενοι των αυτοτελών κεντρικών Υπηρεσιών του Σώματος συνεργάζονται μεταξύ τους, προς το σκοπό σχεδιασμού και υλοποίησης ειδικότερων επιχειρησιακών δράσεων, οι οποίες συμβάλλουν στην αποτελεσματική εκπλήρωση της στρατηγικής κατεύθυνσης του Σώματος. Στο πλαίσιο αυτό παρακολουθούν, συντονίζουν και ελέγχουν το έργο των υφισταμένων τους Υπηρεσιών και παρεμβαίνουν άμεσα στην επίλυση τυχόν δυσλειτουργικών προβλημάτων που ανακύπτουν. ε. Οι διευθυντές, διοικητές ή προϊστάμενοι των περιφερειακών Υπηρεσιών του Σώματος διευθύνουν, διοικούν ή προΐστανται των Υπηρεσιών τους, διαχειριζόμενοι κατά τρόπο υπεύθυνο, ορθολογικό, επαγγελματικό και με γνώμονα το ευρύτερο υπηρεσιακό και δημόσιο συμφέρον, το προσωπικό και τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό που διαθέτουν, προς το σκοπό αποτελεσματικής εκπλήρωσης της αποστολής τους. Οι διευθυντές, διοικητές ή προϊστάμενοι όμορων αστυνομικών Υπηρεσιών ή Υπηρεσιών, οι οποίες δραστηριοποιούνται σε περιοχές κοινής εδαφικής δικαιοδοσίας, συνεργάζονται άμεσα και ουσιαστικά μεταξύ τους είτε στο πλαίσιο ανταλλαγής χρήσιμων υπηρεσιακών πληροφοριών είτε στο σχεδιασμό και την υλοποίηση μεικτών επιχειρησιακών δράσεων, εντός της γενικότερης στρατηγικής κατεύθυνσης και των εντολών, οδηγιών και κατευθύνσεων των ιεραρχικά προϊσταμένων τους Υπηρεσιών και οργάνων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Σε περιπτώσεις σχεδιασμού και υλοποίησης μέτρων τάξης και άλλων επιχειρησιακών δράσεων διακλαδικού χαρακτήρα σε περιφερειακό επίπεδο, την ευθύνη έχει ο Γενικός Αστυνομικός Διευθυντής ή ο Περιφερειακός Αστυνομικός Διευθυντής ή ο Διευθυντής Ασφάλειας ή ο Περιφερειακός Διευθυντής Ασφάλειας ή ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Αλλοδαπών στην αρμοδιότητα του οποίου περιλαμβάνεται το αντικείμενο των δράσεων αυτών αντιστοίχως. Σε περίπτωση που το συγκεκριμένο αντικείμενο άπτεται των αρμοδιοτήτων περισσοτέρων του ενός Κλάδων, την ευθύνη έχει ο ανώτερος κατά βαθμό ή αρχαιότερος των αξιωματικών αυτών. Οι προϊστάμενοι των Υπηρεσιών που εμπλέκονται στην υλοποίηση των μέτρων και των δράσεων αυτών οφείλουν να συνεργάζονται, κατά τα διαλαμβανόμενα στις περιπτώσεις δ΄ και ε΄ της προηγούμενης παραγράφου και να παρέχουν κάθε δυνατή συνδρομή στο όργανο το οποίο έχει τη συνολική ευθύνη. Οποιαδήποτε μεταξύ τους διαφωνία αίρεται με απόφαση των ιεραρχικά προϊσταμένων τους και, εν τέλει, των Γενικών Επιθεωρητών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Σε κάθε Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση, πέραν των βοηθών του δεύτερου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 37, τοποθετείται, επιπλέον, ο απαραίτητος αριθμός αξιωματικών, προκειμένου να εξασφαλίζεται η άμεση και αποτελεσματική εποπτεία, συντονισμός και έλεγχος των υφισταμένων της Υπηρεσιών. Οι αξιωματικοί αυτοί είναι ανώτεροι αξιωματικοί, κατώτεροι στο βαθμό ή νεότεροι των βοηθών του οικείου Περιφερειακού Αστυνομικού Διευθυντή και φέρουν τον τίτλο του Αστυνομικού Διευθυντή Τάξης. Στον τίτλο αυτόν, προστίθεται η ονομασία του αντίστοιχου νομού. Προς τούτο, ο οικείος Περιφερειακός Αστυνομικός Διευθυντής ορίζει, με διαταγή του, τον τομέα ευθύνης των Αστυνομικών Διευθυντών Τάξης, τα ειδικότερα καθήκοντά τους, καθώς και το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ τους. Κάθε τομέας ευθύνης ταυτίζεται εδαφικά με το σύνολο της τοπικής αρμοδιότητας των Υπηρεσιών της οικείας Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης που λειτουργούν στην περιοχή του αντίστοιχου νομού της εδαφικής της δικαιοδοσίας. Οι Αστυνομικοί Διευθυντές Τάξης εδρεύουν σε Υπηρεσίες της Π.Α.Δ. που λειτουργούν στις πρωτεύουσες των οικείων νομών και εποπτεύουν, συντονίζουν, κατευθύνουν και ελέγχουν τις Υπηρεσίες του τομέα ευθύνης τους, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και τις εντολές και οδηγίες του Περιφερειακού Αστυνομικού Διευθυντή. Ειδικά για τους νομούς που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου λειτουργούν περισσότερες από μία Αστυνομικές Διευθύνσεις ορίζονται ισάριθμοι Αστυνομικοί Διευθυντές Τάξης και στον τίτλο τους προστίθεται η ονομασία του τομέα ευθύνης τους. Οι Αστυνομικοί Διευθυντές Τάξης υποστηρίζονται στην εκπλήρωση των καθηκόντων τους από το απολύτως αναγκαίο προς τούτο προσωπικό της οικείας Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ο συντονισμός, η εποπτεία και ο έλεγχος των Τμημάτων Συνοριακής Φύλαξης, των Τμημάτων Δίωξης Παράνομης Μετανάστευσης, των Τμημάτων Αλλοδαπών, των Τμημάτων Διαβατηριακού Ελέγχου και των Υπηρεσιών Φύλαξης των Προαναχωρησιακών Κέντρων Κράτησης Αλλοδαπών που λειτουργούν στις περιοχές των Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, καθώς και των Υπηρεσιών των άλλων Κλάδων που λειτουργούν στις περιοχές αυτές και ασκούν αρμοδιότητες σε θέματα διαβατηριακού ελέγχου, αλλοδαπών και δίωξης παράνομης μετανάστευσης, ως προς τα ειδικά αυτά αντικείμενα, εξασφαλίζεται από ειδικούς προς τούτο, αξιωματικούς− συντονιστές. Ως αξιωματικοί− συντονιστές επί θεμάτων αλλοδαπών τοποθετούνται Αστυνομικοί Διευθυντές ή Αστυνομικοί Υποδιευθυντές του Κλάδου Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων. Οι αξιωματικοί αυτοί φέρουν τον τίτλο του Περιφερειακού Συντονιστή Αλλοδαπών, στον οποίο προστίθεται η ονομασία της Περιφέρειας ή της γεωγραφικής περιοχής στην οποία δραστηριοποιούνται. Οι Περιφερειακοί Συντονιστές Αλλοδαπών εδρεύουν όπου και οι αντίστοιχες Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις και υποστηρίζονται στην εκπλήρωση των καθηκόντων τους από το απολύτως αναγκαίο προς τούτο προσωπικό. Σε περιπτώσεις που στην περιοχή Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης είναι απαραίτητος ο ορισμός περισσότερων του ενός Περιφερειακών Συντονιστών Αλλοδαπών, από τον οικείο Κλάδο καθορίζονται και ο τομέας ευθύνης και η έδρα αυτών. Οι Περιφερειακοί Συντονιστές Αλλοδαπών και το προσωπικό από το οποίο υποστηρίζονται υπάγονται στον Κλάδο Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων και εξυπηρετούνται διαχειριστικά από το Επιτελείο των οικείων Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Για τυχόν συγχύσεις ή δυσλειτουργίες που ανακύπτουν μεταξύ Υπηρεσιών στο πλαίσιο της λειτουργικής και επιχειρησιακής τους δράσης αποφαίνονται για την επίλυσή τους: α. ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας, προκειμένου για τους Κλάδους, το Επιτελείο και τις Υπηρεσίες που υπάγονται απευθείας σε αυτόν, β. ο Υπαρχηγός, προκειμένου για αυτοτελείς κεντρικές ή περιφερειακές Υπηρεσίες διαφορετικών Κλάδων, καθώς και για τις αυτοτελείς κεντρικές Υπηρεσίες που εποπτεύονται και ελέγχονται από τον ίδιο, γ. οι Γενικοί Επιθεωρητές, ως προς τις Διευθύνσεις του Κλάδου τους και τις Υπηρεσίες που υπάγονται απευθείας σε αυτούς, επιπέδου Διεύθυνσης και άνω, δ. ο Προϊστάμενος του Επιτελείου, προκειμένου για τις Διευθύνσεις του Επιτελείου και τις αυτοτελείς κεντρικές Υπηρεσίες, οι οποίες εποπτεύονται και ελέγχονται από τον ίδιο, ε. οι Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές, οι Περιφερειακοί Αστυνομικοί Διευθυντές, οι Διευθυντές και Περιφερειακοί Διευθυντές Ασφάλειας και οι Διοικητές, Διευθυντές ή Προϊστάμενοι Υπηρεσιών, για τις υφιστάμενες Yπηρεσίες τους.

Άρθρο 36ΔιοίκησηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας ασκεί τη διοίκηση του Σώματος και είναι υπεύθυνος έναντι του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη για την άσκηση των καθηκόντων του. Ο Αρχηγός επιλέγεται από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και Άμυνας (ΚΥ.Σ.Ε.Α.) για θητεία δύο ετών, η οποία δύναται να παραταθεί μέχρι ένα ακόμη έτος. Η αποστρατεία του Αρχηγού πριν από τη λήξη της θητείας του επιτρέπεται είτε κατόπιν αιτήσεώς του είτε για σοβαρούς λόγους που ανάγονται στην άσκηση των καθηκόντων του ή το κύρος της θέσεώς του, μετά από αιτιολογημένη απόφαση του ΚΥ.Σ.Ε.Α.. Με την ίδια απόφαση του ΚΥ.Σ.Ε.Α. μπορεί στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας που αποστρατεύεται να απονέμεται ο βαθμός του Στρατηγού εν αποστρατεία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο Υπαρχηγός είναι ο αρχαιότερος Αντιστράτηγος μετά τον Αρχηγό και άμεσος βοηθός του Αρχηγού, τον οποίο και αναπληρώνει σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο Αρχηγός και ο Υπαρχηγός βοηθούνται στην εκτέλεση των καθηκόντων τους από τους Γενικούς Επιθεωρητές Τάξης, Ασφάλειας και Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων και τον Προϊστάμενο του Επιτελείου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι Γενικοί Επιθεωρητές καθοδηγούν, συντονίζουν, εποπτεύουν και ελέγχουν το έργο όλων των Περιφερειακών Αστυνομικών Υπηρεσιών του οικείου Κλάδου, καθώς και των αυτοτελών κεντρικών Υπηρεσιών του Σώματος των οποίων η εποπτεία και ο έλεγχος του έχει ανατεθεί.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ο Προϊστάμενος Επιτελείου καθοδηγεί, συντονίζει, εποπτεύει και ελέγχει το έργο των Διευθύνσεων του Επιτελείου και της Διεύθυνσης Υγειονομικού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας μπορεί με απόφασή του, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να μεταβιβάζει στον Υπαρχηγό, στους Γενικούς Επιθεωρητές, στον Προϊστάμενο του Επιτελείου, στους Διευθυντές των Διευθύνσεων των Κλάδων και του Επιτελείου της Ελληνικής Αστυνομίας και στους Προϊσταμένους των Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης και Διεύθυνσης, ορισμένες αρμοδιότητές του, εκτός από αυτές που του μεταβίβασε με απόφασή του ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη. Επίσης, μπορεί να μεταβιβάζει στα πιο πάνω όργανα το δικαίωμα να υπογράφουν «με εντολή του».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ο Υπαρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας, οι Γενικοί Επιθεωρητές, ο Προϊστάμενος του Επιτελείου, οι Διευθυντές των Διευθύνσεων των Κλάδων και του Επιτελείου και οι Προϊστάμενοι των Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης και Διεύθυνσης μπορούν να μεταβιβάζουν, ύστερα από έγκριση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, σε υφισταμένους τους το δικαίωμα υπογραφής «με εντολή τους» για θέματα αρμοδιότητάς τους, εκτός από αυτά που τους μεταβίβασαν με αποφάσεις τους οι προϊστάμενοί τους.

Άρθρο 37Βαθμοί ΔιοικούντωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας φέρει το βαθμό του Αντιστράτηγου Αστυνομίας. Τον ίδιο βαθμό φέρουν ο Υπαρχηγός και οι Γενικοί Επιθεωρητές των Κλάδων Τάξης και Ασφάλειας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο Γενικός Επιθεωρητής του Κλάδου Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων και ο Προϊστάμενος του Επιτελείου φέρουν το βαθμό του Αντιστράτηγου ή του Υποστράτηγου Αστυνομίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Σε καθέναν από τους Κλάδους Τάξης, Ασφάλειας και Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων, καθώς και στο Επιτελείο τοποθετούνται τουλάχιστον δύο ανώτατοι αξιωματικοί, με το βαθμό του Υποστράτηγου ή του Ταξίαρχου Αστυνομίας, ως βοηθοί των οικείων Γενικών Επιθεωρητών και του Προϊστάμενου Επιτελείου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης, ο Γενικός Διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων Προσώπων και Ευπαθών Στόχων, οι Περιφερειακοί Αστυνομικοί Διευθυντές, οι Διευθυντές και Περιφερειακοί Διευθυντές Ασφάλειας, οι Διευθυντές της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας, της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας, της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, καθώς και ο υγειονομικός αξιωματικός που τοποθετείται Διευθυντής της Διεύθυνσης Υγειονομικού, φέρουν το βαθμό του Υποστράτηγου ή του Ταξίαρχου Αστυνομίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι Διευθυντές των Διευθύνσεων των Κλάδων και οι Διευθυντές των Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών επιπέδου Διεύθυνσης φέρουν το βαθμό του Ταξίαρχου Αστυνομίας ή του Αστυνομικού Διευθυντή. Επίσης, το βαθμό του Ταξίαρχου Αστυνομίας ή του Αστυνομικού Διευθυντή φέρουν και οι αξιωματικοί που τοποθετούνται ως βοηθοί των Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών Αττικής και Θεσσαλονίκης, των Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθυντών και των Διευθυντών και Περιφερειακών Διευθυντών Ασφάλειας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Διευθυντές, Προϊστάμενοι ή Τμηματάρχες, κατά περίπτωση, των αυτοτελών ή μη Υπηρεσιών επιπέδου Υποδιεύθυνσης τοποθετούνται Αστυνομικοί Διευθυντές ή Αστυνομικοί Υποδιευθυντές ή Αστυνόμοι Α΄.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Τμηματάρχες των Τμημάτων των Διευθύνσεων των Κλάδων και του Επιτελείου τοποθετούνται Αστυνομικοί Διευθυντές ή Αστυνομικοί Υποδιευθυντές ή Αστυνόμοι Α΄.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Διοικητές ή Προϊστάμενοι των Κεντρικών και Περιφερειακών, αυτοτελών ή μη, Υπηρεσιών επιπέδου Τμήματος τοποθετούνται Αστυνομικοί Υποδιευθυντές ή Αστυνόμοι Α΄ ή Αστυνόμοι Β΄ ή Υπαστυνόμοι Α΄ και Β΄.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Διοικητές των Υπηρεσιών επιπέδου Αστυνομικού Σταθμού τοποθετούνται Υπαστυνόμοι Α΄ και Β΄ ή Ανθυπαστυνόμοι − Αρχιφύλακες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Διευθυντές των Διευθύνσεων Επικοινωνίας και Πολιτικού Προσωπικού τοποθετούνται πολιτικοί υπάλληλοι που έχουν τις προβλεπόμενες από τις ισχύουσες διατάξεις προϋποθέσεις. Στη Διεύθυνση Τεχνικών Εφαρμογών μπορεί να τοποθετείται Διευθυντής και πολιτικός υπάλληλος. Σε θέσεις προϊσταμένων Τμημάτων κεντρικών και περιφερειακών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας τοποθετούνται και πολιτικοί υπάλληλοι των κατηγοριών Π.Ε., Τ.Ε. και Δ.Ε., σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Οι ανώτατοι αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας τοποθετούνται με απόφαση του Αρχηγού του Σώματος. Η τοποθέτηση των ομοιόβαθμων Γενικών Επιθεωρητών των Κλάδων Τάξης, Ασφάλειας, Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων, καθώς και του Προϊστάμενου του Επιτελείου πραγματοποιείται ανεξαρτήτως της σειράς αρχαιότητάς τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ − ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 38ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Αστυνομική Ακαδημία αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και η εποπτεία σε αυτήν ασκείται από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη μέσω του Επιτελείου της Ελληνικής Αστυνομίας και από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Αστυνομική Ακαδημία έχει ως αποστολή την εκπαίδευση, μετεκπαίδευση, επιμόρφωση και εξειδίκευση όλων των κατηγοριών και βαθμών του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας. Στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της η Αστυνομική Ακαδημία αναπτύσσει συνεργασίες με εκπαιδευτικά Ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα του εσωτερικού και του εξωτερικού και συμμετέχει σε προγράμματα, δράσεις και πρωτοβουλίες εκπαιδευτικού ή ερευνητικού χαρακτήρα που συμβάλλουν γενικά στην αναβάθμιση της παρεχόμενης από αυτήν επαγγελματικής και ακαδημαϊκής εκπαίδευσης. Οι απόφοιτοι των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας έχουν πρόσβαση σε συναφή με την αποστολή της Ελληνικής Αστυνομίας και τα ειδικότερα καθήκοντα του προσωπικού της, μεταπτυχιακά προγράμματα των ανώτατων και ανώτερων εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων της χώρας ή και του εξωτερικού, ιδίως στους τομείς της νομικής, διοικητικής και οικονομικής επιστήμης, της πληροφορικής, της εγκληματολογίας, της ανάπτυξης και διοίκησης ανθρώπινου δυναμικού και της κοινωνιολογίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Αστυνομική Ακαδημία συγκροτείται από το Επιτελείο της και τις ακόλουθες Σχολές: α. Σχολή Αστυφυλάκων Ελληνικής Αστυνομίας, β. Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας, γ. Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης Ελληνικής Αστυνομίας, δ. Σχολή Εθνικής Ασφάλειας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η Σχολή Αστυφυλάκων Ελληνικής Αστυνομίας ανήκει στην ανώτερη βαθμίδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όπως αυτή ορίζεται από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις και παρέχει ισότιμη εκπαίδευση και χορηγεί ισότιμα πτυχία, προς εκείνα που χορηγούνται από τα αντίστοιχου επιπέδου εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Στην ανώτερη βαθμίδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανήκει και το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης Ελληνικής Αστυνομίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας είναι ισότιμη με τα Ιδρύματα και τις Σχολές του Πανεπιστημιακού τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης, όπως αυτή ορίζεται από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις και τις αντίστοιχες παραγωγικές Σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας και παρέχει ισότιμη εκπαίδευση και χορηγεί ισότιμα πτυχία, προς εκείνα που χορηγούνται από τα Ιδρύματα και τις Σχολές αυτές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Τα πτυχία και οι βεβαιώσεις φοίτησης ή παρακολούθησης μαθημάτων στις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας υπογράφονται από τον διοικητή αυτής και απονέμονται σε ειδική τελετή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Τα εκπαιδευτικά όργανα της Αστυνομικής Ακαδημίας είναι: α. Τo Εκπαιδευτικό Συμβούλιο, το οποίο συγκροτείται από το διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας, ως πρόεδρο και τον υποδιοικητή αυτής, το διοικητή της οικείας Σχολής, το διευθυντή της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης Ανθρωπίνων Πόρων του Επιτελείου Ελληνικής Αστυνομίας και τον Διευθυντή Σπουδών, καθώς και έναν εκπρόσωπο του διδακτικού προσωπικού της οικείας Σχολής, ως μέλη. Χρέη γραμματέα εκτελεί ο προϊστάμενος του Τμήματος Εκπαιδευτικών Μελετών του Επιτελείου της Αστυνομικής Ακαδημίας, ο οποίος τηρεί τα πρακτικά και το βιβλίο αποφάσεων του εκπαιδευτικού συμβουλίου. Τo Εκπαιδευτικό Συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας. β. Ο Διευθυντής Σπουδών κάθε Σχολής, ο οποίος επιλέγεται από το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της προηγούμενης παραγράφου, μεταξύ του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) της χώρας που διδάσκει στην Αστυνομική Ακαδημία. Αν δεν υπάρχει τέτοιο προσωπικό, ως Διευθυντής Σπουδών ορίζεται διδάσκων καθηγητής, κάτοχος διδακτορικού τίτλου, της οικείας Σχολής. Η αποζημίωση για την πέραν των διδακτικών τους καθηκόντων απασχόληση των Διευθυντών Σπουδών καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

α. Το διδακτικό προσωπικό της Αστυνομικής Ακαδημίας ορίζεται με απόφαση του διοικητή της και επιλέγεται ως ακολούθως: (1) Για την επιλογή του διδακτικού προσωπικού των ακαδημαϊκού χαρακτήρα μαθημάτων αποφασίζει τριμελής Επιτροπή, η οποία συντίθεται από τον υποδιοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας ή τον αναπληρωτή του, ως πρόεδρο και μέχρι δύο (2) καθηγητές ή αναπληρωτές καθηγητές Α.Ε.Ι. της χώρας, του ιδίου ή συναφούς με την υπό πλήρωση θέση γνωστικού αντικειμένου. (2) Για την επιλογή του διδακτικού προσωπικού των μη ακαδημαϊκών μαθημάτων αποφασίζει τριμελής Επιτροπή, η οποία συντίθεται από τον υποδιοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας ή τον αναπληρωτή του, τον διοικητή της οικείας Σχολής και τον διευθυντή της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης του Επιτελείου της Ελληνικής Αστυνομίας. Χρέη προέδρου της Επιτροπής εκτελεί το κατά βαθμό ανώτερο ή αρχαιότερο μέλος αυτής. β. Οι Επιτροπές των υποπεριπτώσεων (1) και (2) της προηγούμενης περίπτωσης συγκροτούνται με απόφαση του διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας. γ. Με τις ίδιες ως άνω διαδικασίες επιλέγονται και ορίζονται ισάριθμοι προς τους τακτικούς αναπληρωτές καθηγητές. δ. Ως εκπρόσωπος του διδακτικού προσωπικού κάθε Σχολής ορίζεται διδάσκων καθηγητής της Σχολής αυτής, κάτοχος διδακτορικού τίτλου, ο οποίος επιλέγεται από το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Για την επιλογή του διδακτικού προσωπικού της προηγούμενης παραγράφου προηγείται, απαραιτήτως, η δημοσίευση σχετικής προκήρυξης, με την οποία καθορίζονται τα προσόντα που απαιτούνται, τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται προς πιστοποίηση των προσόντων των υποψηφίων, καθώς επίσης η διάρκεια και οι λοιποί όροι εργασίας. Για τη διδασκαλία, στην Αστυνομική Ακαδημία, μαθήματος του οποίου το γνωστικό αντικείμενο διδάσκεται σε Α.Ε.Ι., απαιτείται η κατοχή διδακτορικού τίτλου σπουδών στο ίδιο ή σε συναφές αντικείμενο και μόνον εφόσον δεν υπάρχει υποψήφιος καθηγητής για το μάθημα αυτό επιτρέπεται η διδασκαλία του από καθηγητή κάτοχο μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών σε συναφές αντικείμενο. Η προκήρυξη εκδίδεται από το διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας, ύστερα από σχετική εισήγηση του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου, η οποία υποβάλλεται πριν από τη λήξη του προηγούμενου ακαδημαϊκού έτους και δημοσιεύεται σε τουλάχιστον δύο (2) ημερήσιες εφημερίδες πανελλαδικής κυκλοφορίας. Με την προκήρυξη καθορίζεται και η αμοιβή των καθηγητών ή αναπληρωτών καθηγητών Α.Ε.Ι. που συμμετέχουν στις τριμελείς Επιτροπές επιλογής της προηγούμενης παραγράφου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Ο Διευθυντής Σπουδών κάθε Σχολής, σε συνεργασία με τον διοικητή αυτής, εντός ενός (1) μηνός από τη λήξη του εκπαιδευτικού έτους, εισηγείται προς το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο αναφορικά με το πρόγραμμα σπουδών, τις θεματικές ενότητες της διδακτέας ύλης, τα εκπαιδευτικά βοηθήματα, συγγράμματα και λοιπό εκπαιδευτικό υλικό που θεωρείται αναγκαίο για την εκπαίδευση των φοιτητών της Σχολής, καθώς και για κάθε άλλο θέμα που αφορά στην εκπαιδευτική και ακαδημαϊκή λειτουργία της Σχολής για το επόμενο εκπαιδευτικό έτος. Επί της εισηγήσεως αποφασίζει το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο εντός ενός (1) μηνός από την υποβολή της και σε κάθε περίπτωση είκοσι (20) τουλάχιστον ημέρες πριν από την έναρξη του νέου εκπαιδευτικού έτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Από τη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας μπορεί, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της, να οργανώνονται και να υλοποιούνται, αυτοδυνάμως ή σε συνεργασία με Α.Ε.Ι. της χώρας ή ανάλογου επιπέδου εκπαιδευτικά ιδρύματα άλλων χωρών, προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών και να απονέμονται αντίστοιχοι τίτλοι σπουδών. Τα προγράμματα αυτά καταρτίζονται από ειδική τριμελή Επιτροπή, η οποία συγκροτείται για αυτόν το σκοπό με απόφαση του διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας και συντίθεται από τον διοικητή της Σχολής, ως πρόεδρο και μέλη το Διευθυντή Σπουδών της Σχολής αυτής και έναν καθηγητή Α.Ε.Ι. του ιδίου ή συναφούς προς το μεταπτυχιακό πρόγραμμα γνωστικού αντικειμένου, ο οποίος, σε περίπτωση συνεργασίας, προέρχεται από το συνεργαζόμενο Α.Ε.Ι.. Το περιεχόμενο του προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών υποβάλλεται στο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο και εγκρίνεται από αυτό. Μέρος των μεταπτυχιακών προγραμμάτων μπορεί να υλοποιείται σε Σχολές ή Τμήματα Α.Ε.Ι. της χώρας μας ή και στην αλλοδαπή. Διευθυντής του Προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών είναι ο Διευθυντής Σπουδών της Σχολής, ο οποίος μεριμνά για την ομαλή υλοποίησή του. Με τον οικείο κανονισμό ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα και λεπτομέρειες εφαρμογής του προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών, τα οποία αφορούν, ιδίως: α. το αντικείμενο, το σκοπό και τη χρονική διάρκεια του προγράμματος, καθώς και το είδος των μεταπτυχιακών τίτλων που απονέμονται, β. τις κατηγορίες των πτυχιούχων που γίνονται δεκτές, τη διαδικασία εισαγωγής τους, τα διδασκόμενα μαθήματα, τις πρακτικές ασκήσεις, τον αριθμό των μεταπτυχιακών φοιτητών και τη διδακτική και ερευνητική απασχόλησή τους, γ. τις ανάγκες σε προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή για την απρόσκοπτη εφαρμογή του προγράμματος, το συνολικό κόστος υλοποίησής του, καθώς και τις πηγές και το ύψος χρηματοδότησής του, αναλυτικά, δ. την τυχόν αναθεώρηση επιμέρους παραμέτρων του σχετικού προγράμματος σπουδών και ε. κάθε άλλο θέμα που αφορά στην οργάνωση και υλοποίηση του προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Στο Επιτελείο της Αστυνομικής Ακαδημίας λειτουργεί Υπηρεσία Οικονομικής Διαχείρισης και Τεχνικής Υποστήριξης, η οποία είναι αρμόδια για τη διαχείριση των θεμάτων οικονομικής φύσεως και υλικοτεχνικού εξοπλισμού της Αστυνομικής Ακαδημίας και των υπαγομένων σε αυτήν Υπηρεσιών, όπως τα θέματα προϋπολογισμού, μισθοδοσίας, δαπανών, προμηθειών και γενικά, διαχείρισης των οικονομικών πόρων, καθώς και τα θέματα εφοδιασμού, συντήρησης και διανομής στο προσωπικό και τις Υπηρεσίες των απαραίτητων μέσων, μηχανημάτων και λοιπών εφοδίων και υλικών. Στις αρμοδιότητες της Υπηρεσίας αυτής περιλαμβάνονται, ιδίως: α. η κατάρτιση, η έγκαιρη υποβολή για έγκριση, τροποποίηση ή αναμόρφωση και η παρακολούθηση της εκτέλεσης του προϋπολογισμού της Αστυνομικής Ακαδημίας και η συγκέντρωση, επεξεργασία και η αξιολόγηση των συναφών προς το ζήτημα αυτό στοιχείων, β. η έγκαιρη κατάρτιση και υποβολή για έγκριση του ετήσιου ή μεσοπρόθεσμου προγράμματος προμηθειών, η μέριμνα για την εκτέλεσή του και η διεκπεραίωση όλων των συναφών με το ζήτημα αυτό διαδικασιών, όπως η διενέργεια διαγωνισμών, η παραλαβή των προμηθειών και η εκποίηση ή καταστροφή του περιορισμένης οικονομικής εκμετάλλευσης ή άχρηστου υλικού, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις, γ. η διεκπεραίωση των διαδικασιών που αφορούν στην εκκαθάριση δαπανών της Αστυνομικής Ακαδημίας, η διαχείριση της πάγιας προκαταβολής και η σύνταξη του απολογισμού και ισολογισμού και η υποβολή τους για έγκριση, δ. η διεκπεραίωση των διαδικασιών που προβλέπονται για τη μισθοδοσία, την αμοιβή ή την αποζημίωση του πάσης φύσεως προσωπικού της Αστυνομικής Ακαδημίας, η παρακολούθηση και τακτοποίηση των μισθολογικών του μεταβολών και η μέριμνα για τη μηχανογραφική επεξεργασία, ανάλυση και τήρηση των σχετικών στοιχείων, ε. η παραλαβή και η μέριμνα για την εξόφληση των χρηματικών ενταλμάτων και η διεκπεραίωση των σχετικών διαδικασιών, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, στ. η καταγραφή, παρακολούθηση, αξιοποίηση και διαχείριση της ακίνητης και κινητής περιουσίας και του κάθε είδους εξοπλισμού της Αστυνομικής Ακαδημίας και η διεκπεραίωση των σχετικών διαδικασιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Πόροι της Αστυνομικής Ακαδημίας είναι, ιδίως: α. η ετήσια κρατική επιχορήγηση, που εγγράφεται στον προϋπολογισμό εξόδων του ΕΦ.43−110 «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ», β. οι πρόσοδοι από τη μίσθωση ή κατ’ άλλον τρόπο αξιοποίηση περιουσιακών της στοιχείων, γ. τα έσοδα από τη συμμετοχή της σε εθνικά και ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης, δ. οι κάθε είδους εισφορές, επιχορηγήσεις, δωρεές, κληρονομιές, κληροδοσίες και πόροι συναφείς προς το σκοπό και την αποστολή της. Για το έτος 2014 η κρατική επιχορήγηση της περίπτωσης α΄ δίδεται με ισόποση μείωση των αντίστοιχων Κ.Α.Ε. λειτουργικών δαπανών του προϋπολογισμού εξόδων του ΕΦ.43−110 «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ». Από το έτος 2015 και μετά η ανωτέρω κρατική επιχορήγηση δίδεται εντός των ανωτάτων ορίων πιστώσεων που ισχύουν για τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής, όπως ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Ως προϊστάμενος της Αστυνομικής Ακαδημίας τοποθετείται, με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, αξιωματικός με το βαθμό του Υποστράτηγου Αστυνομίας ή Ταξίαρχου Αστυνομίας, ο οποίος φέρει τον τίτλο του διοικητή. Ως υποδιοικητής ορίζεται αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας με το βαθμό του Ταξίαρχου ή του Αστυνομικού Διευθυντή. Ως διοικητές των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας ορίζονται αξιωματικοί με το βαθμό του Ταξίαρχου ή του Αστυνομικού Διευθυντή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Η λειτουργία της Αστυνομικής Ακαδημίας και η εισαγωγή για εκπαίδευση και μετεκπαίδευση στις Σχολές της διέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 41 παράγραφοι 1, 3, 7 έως 10, 42 και 43 του ν. 1481/1984 (Α΄ 152) και του ν. 2226/1994 (Α΄ 122).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 16

Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται μετά από πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη ρυθμίζονται, μέσα στο πλαίσιο του άρθρου αυτού, τα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών που υπάγονται σε αυτήν, της διδακτέας ύλης, του διδακτικού και διοικητικού προσωπικού, των υποχρεώσεων και των δικαιωμάτων των δοκίμων, των εξετάσεων και των λοιπών τρόπων ελέγχου της επίδοσης των φοιτητών, η φοίτηση και η αποφοίτηση από τις Σχολές και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Τα προεδρικά διατάγματα του προηγούμενου εδαφίου κωδικοποιούνται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και απαρτίζουν τον κανονισμό εκπαίδευσης του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ΤΕΛΙΚΕΣ − ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 39Τελικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τη ρύθμιση των θεμάτων οργάνωσης και λειτουργίας των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και του προσωπικού της εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 11 του ν. 1481/1984 (Α΄ 152) και 28 παρ. 1 του ν. 2800/2000 (Α΄ 41).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Διατάξεις νόμων και κανονιστικών πράξεων που ρυθμίζουν θέματα προσωπικού και Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας εξακολουθούν να ισχύουν, εφόσον δεν αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για την εφαρμογή των ρυθμίσεων των προεδρικών διαταγμάτων 100/2003 και 211/2005, ως περιοχή μετάθεσης νοείται η περιφέρεια της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης ή των πρώην Αστυνομικών Διευθύνσεων, η έδρα των οποίων λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των μορίων λόγω απόστασης. Προκειμένου για νησιωτικές περιοχές η απόσταση για τον υπολογισμό των μορίων προσμετράται από το κύριο λιμάνι του νησιού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας που κατά τη δημοσίευση του παρόντος υπηρετεί σε Υπηρεσίες Αστυνομικών Διευθύνσεων δεν μετατίθεται χωρίς αίτησή του εκτός αυτών, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 12, 15, 16 και 17 του π.δ. 100/2003 και των άρθρων 11, 12 και 13 του π.δ. 211/2005.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Για την εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου 30Α του ν.1264/1982, όπως ισχύει, ως «Αστυνομική Διεύθυνση νομού» νοείται η περιφέρεια των πρώην Αστυνομικών Διευθύνσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Τα ειδικά επιδόματα τα οποία χορηγούνται στο προσωπικό των υπηρεσιών των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 26, σύμφωνα με ισχύουσες διατάξεις εξακολουθούν να καταβάλλονται σε αυτό και μετά την υπαγωγή των υπηρεσιών αυτών στη Διεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Στο τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παρ. 2 του άρθρου 3 του π.δ. 100/2003 (Α΄ 94), το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 1 του π.δ. 107/2012 (Α΄ 185), μετά τη λέξη «Ξάνθης», προστίθεται η λέξη «Δράμας».

Άρθρο 40Μεταβατικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μέχρι την έκδοση των κανονιστικών πράξεων με τις οποίες θα καθοριστούν η οργάνωση, η λειτουργία και οι αρμοδιότητες των Υπηρεσιών που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, οι Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας εξακολουθούν να λειτουργούν σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, εφόσον αυτές δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Μέχρι την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων του πρώτου εδαφίου της παρ. 16 του άρθρου 38 του παρόντος νόμου, η Αστυνομική Ακαδημία και οι Σχολές που υπάγονται σε αυτήν εξακολουθούν να λειτουργούν σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τα ήδη λειτουργούντα συνεργεία μεταφορικών μέσων της Ελληνικής Αστυνομίας απαιτείται μόνο άδεια λειτουργίας η οποία εκδίδεται, εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 12 του άρθρου 19. Μέχρι την έκδοση της ως άνω άδειας τα συνεργεία αυτά εξακολουθούν να λειτουργούν νόμιμα σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του Κεφαλαίου Β΄ του β.δ. 24/1970 (Α΄ 7).

Άρθρο 41Κατάργηση κενών οργανικών θέσεων – Σύσταση οργανικών θέσεων αστυνομικού προσωπικού ειδικών καθηκόντωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Από το σύνολο των κενών, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, οργανικών θέσεων αστυφυλάκων γενικών καθηκόντων, καταργούνται έξι χιλιάδες επτακόσιες (6.700) οργανικές θέσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Συνιστώνται τριακόσιες (300) νέες οργανικές θέσεις αστυνομικού προσωπικού ειδικών καθηκόντων, οι οποίες προστίθενται στις προβλεπόμενες από την περίπτωση δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 19 του ν. 2800/2000 οργανικές θέσεις. Ο αριθμός των θέσεων αυτών, κατά κατηγορία και ειδικότητα, καθορίζεται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη.

Άρθρο 42Τροποποίηση διατάξεωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι παράγραφοι 1 και 7 του άρθρου 13 του ν. 2800/2000 (Α΄ 41) αντικαθίστανται ως εξής: «1. Στο Επιτελικό Γραφείο του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας συνιστάται και λειτουργεί Συμβούλιο Επιτελικού Σχεδιασμού και Διαχείρισης Κρίσεων, το οποίο συγκροτείται από τους: α. Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας ως πρόεδρο, β. Υπαρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, γ. Γενικούς Επιθεωρητές Τάξης, Ασφάλειας και Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων και δ. Προϊστάμενο Επιτελείου, ως μέλη.» «7. Το Συμβούλιο συνεδριάζει με την παρουσία τουλάχιστον τεσσάρων (4) μελών. Όταν συγκαλείται για τη διαχείριση κρίσεων ή για σοβαρά θέματα ασφάλειας, μπορεί να καλούνται και να συμμετέχουν και οι οικείοι Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές ή Περιφερειακοί Αστυνομικοί Διευθυντές και οι Διευθυντές ή Περιφερειακοί Διευθυντές Ασφάλειας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 7 του ν. 1711/1987 (Α΄ 109), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3181/2003 (Α΄ 218), αντικαθίσταται ως εξής: «Το προσωπικό αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τριακόσια (300) άτομα».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 16 του ν. 2713/1999 (Α΄ 89), το οποίο προστέθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 13 του ν. 3387/2005 (Α΄ 224), αντικαθίσταται ως εξής: «4. Στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη συνιστάται Κεντρικό Συμβούλιο Πρόληψης Παραβατικότητας (ΚΕ.Σ.Π.ΠΑ.), με αποστολή την παροχή επιστημονικών κατευθύνσεων και οδηγιών στις Επιτροπές Περιφερειακής Συνεργασίας και Ασφάλειας (Ε.Π.Σ.Α.), καθώς και το συντονισμό των δραστηριοτήτων που αναπτύσσουν στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής τους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το άρθρο 34 παρ. 23 του ν. 4115/2013 τροποποιείται ως εξής: «Κατά τα σχολικά έτη 2012−2013 και 2013−2014 οι εξετάσεις εισαγωγής ιδιωτών στη Σχολή Αστυφυλάκων και στη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας θα πραγματοποιηθούν κανονικά και οι επιτυχόντες θα εγγραφούν στις οικείες σχολές κατά το ακαδημαϊκό έτος 2015−2016.»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 43Ρύθμιση θεμάτων της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής ΑστυνομίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 2713/1999 (Α΄ 89) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Το όνομα και άλλα στοιχεία του καταγγέλλοντος μπορεί με απόφαση του Διοικητή της Υπηρεσίας να μην ανακοινώνονται κατά το στάδιο της διερεύνησης της βασιμότητας των καταγγελλομένων, αν το ζητήσει ρητά ο καταγγέλλων, εφόσον δεν διενεργείται ακόμη προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση. Όταν η καταγγελία είναι ανώνυμη, διερευνάται εφόσον περιέχει στοιχεία που παρέχουν βάση για τη διερεύνησή της, άλλως η έρευνα αναστέλλεται, με πράξη του Διοικητή της Υπηρεσίας, έως ότου αναφανούν νέα στοιχεία, τα οποία δικαιολογούν επανεξέταση της υπόθεσης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 2713/1999 (Α΄ 89), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 3103/2003, αντικαθίσταται ως εξής: «5. Οι αρμοδιότητες των άλλων δικαστικών και διωκτικών αρχών δεν θίγονται από τις διατάξεις του νόμου αυτού. Όταν άλλη αστυνομική Υπηρεσία ενεργεί, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 243 παρ. 2 του Κ.Π.Δ., προανακριτικές πράξεις για τις αξιόποινες πράξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, που διαπράττονται από αστυνομικούς, καθώς και από υπαλλήλους και λειτουργούς του δημοσίου τομέα, υπαλλήλους ή αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Διεθνών Οργανισμών που δραστηριοποιούνται στην Ελληνική Επικράτεια, υποχρεούται να ενημερώνει αμέσως με έγγραφό της, που δεν κοινοποιείται σε άλλες υπηρεσίες ή αρχές, τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων. Οι άλλες αρχές οφείλουν να ενημερώνουν σχετικά την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παρ. 6 του άρθρου 4 του ν. 2713/1999 (Α΄ 89), όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση α΄ της παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 3686/2008 (Α΄ 158) και την παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 3938/2011 (Α΄ 61), αντικαθίσταται ως εξής: «6. Οι αστυνομικοί της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων, μετά τη λήξη της αρχικής θητείας τους, μετατίθενται, εφόσον επιθυμούν, σε Υπηρεσίες του τόπου συμφερόντων τους (άρθρο 2 του π.δ. 100/2003, Α΄ 94), έστω κι αν δεν υπάρχει κενή οργανική θέση.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο τέλος του άρθρου 3 του ν. 2713/1999, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 36 του ν. 2800/2000 και την παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 3103/2003 (Α΄ 23), προστίθεται εδάφιο, ως εξής: «Όποιος προβαίνει στην άσκηση σωματικής βίας, απειλών ή εκφοβισμού ή οποιασδήποτε άλλης επέμβασης στην άσκηση υπηρεσιακών καθηκόντων του εποπτεύοντος εισαγγελικού λειτουργού ή αστυνομικού που υπηρετεί στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων, επηρεάζει τον μάρτυρα ή αλλοιώνει ή αποκρύπτει αποδεικτικά μέσα, σε σχέση με τα αδικήματα που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 1 με σκοπό την παρακώλυση του ανακριτικού έργου ή την παρεμπόδιση απονομής της Δικαιοσύνης τιμωρείται κατά τις διατάξεις του άρθρου 225 του Π.Κ., αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη ποινική διάταξη.»

Άρθρο 44Ρύθμιση ειδικών θεμάτων της Διεύθυνσης Οικονομικής ΑστυνομίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το εδάφιο β΄ της παρ. 2 του άρθρου 21 του ν. 2523/1997 (Α΄ 179), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 παρ. 2 περίπτωση θ΄ του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), αντικαθίσταται ως εξής: «Η μηνυτήρια αναφορά υποβάλλεται από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή τον Προϊστάμενο της υπηρεσίας που διενήργησε τον έλεγχο σε περίπτωση που ο έλεγχος διενεργήθηκε από όργανα του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε) ή της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας της Ελληνικής Αστυνομίας ή των ελεγκτικών κέντρων του άρθρου 3 του ν. 2343/1995 (Α΄ 211) ή υποβάλλεται από τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων του Υπουργείου Οικονομικών, ως εξής:».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παρ. 4 του άρθρου 32 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152) αντικαθίσταται ως εξής: «4. α. Στις περιπτώσεις που από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας της Ελληνικής Αστυνομίας διενεργείται έλεγχος για τη βεβαίωση παραβάσεων της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση για οικονομικά εγκλήματα που υπάγονται στην αρμοδιότητά της δεν ισχύει το φορολογικό, τελωνειακό, τραπεζικό, χρηματιστηριακό ή επιχειρηματικό απόρρητο. β. Η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας με την ολοκλήρωση των ερευνών της διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές του Υπουργείου Οικονομικών στοιχεία που συγκέντρωσε κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της από τα οποία προκύπτει η τέλεση φορολογικών και τελωνειακών παραβάσεων, προκειμένου να επιβληθούν οι κατά περίπτωση προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις. γ. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται ο τρόπος ενημέρωσης, η διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριακών στοιχείων και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας μεταξύ της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας και των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας της Ελληνικής Αστυνομίας, πέραν των λοιπών αρμοδιοτήτων της, δύναται να προβαίνει σε ελέγχους για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας σε περιπτώσεις παραβάσεων ειδικής βαρύτητας και ενδιαφέροντος, όπως είναι οι λαθρεμπορικές πράξεις ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, οι παραβάσεις που λαμβάνουν χώρα με τη χρήση δυσχερώς ανιχνεύσιμων ή νέων μηχανισμών απάτης και ιδιαίτερων τεχνασμάτων κ.λπ.. Για την εκπλήρωση της αποστολής της η Δ.Ο.Α.: αα) Λαμβάνει γνώση και ελέγχει τις φορολογικές δηλώσεις, φορολογικά στοιχεία και κάθε άλλο υποχρεωτικό και προαιρετικό βιβλίο και στοιχείο που ορίζονται από τη φορολογική και τελωνειακή νομοθεσία. Ο έλεγχος των βιβλίων και στοιχείων γίνεται στα γραφεία της Υπηρεσίας ή στην επαγγελματική εγκατάσταση του ελεγχόμενου. ββ) Καλεί εγγράφως τον ελεγχόμενο ή άλλο πρόσωπο να δώσει μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του σχετικού αιτήματος πληροφορίες για τη διευκόλυνση του φορολογικού ή τελωνειακού ελέγχου, καθώς και να παρέχει αντίγραφα μέρους των βιβλίων και στοιχείων ή οποιουδήποτε συναφούς εγγράφου, συμπεριλαμβανομένων πελατολογίων και καταλόγων προμηθευτών και αντίγραφα των ηλεκτρονικών αρχείων, εφόσον αυτά εκδίδονται μηχανογραφικά, εκτός εάν ο ελεγχόμενος προσκομίσει επαρκείς αποδείξεις για πιθανές δυσχέρειες κατά την προετοιμασία και υποβολή των πληροφοριών που του ζητήθηκαν, εφόσον οι δυσχέρειες αυτές οφείλονται σε πράξεις ή παραλείψεις της Δημόσιας Διοίκησης ή σε λόγους ανωτέρας βίας. Η Δ.Ο.Α. υποχρεούται να παραδίδει στον ελεγχόμενο αποδεικτικό παράδοσης, στο οποίο γίνεται μνεία όλων των παραδοθέντων εγγράφων ή αρχείων. γγ) Ενεργεί κατά τον έλεγχο κάθε αναγκαία εξέταση ή έρευνα στην επαγγελματική εγκατάσταση του ελεγχόμενου, ιδίως στους χώρους παραγωγής, επεξεργασίας, αποθήκευσης ή παράδοσης των αγαθών, στον τόπο παροχής των υπηρεσιών, καθώς και στα μεταφορικά μέσα. δδ) Ενεργεί έρευνες εγγράφων και λοιπών στοιχείων που δεν ευρίσκονται στο χώρο της επαγγελματικής απασχόλησης του ελεγχόμενου μετά από συναίνεση του ελεγχόμενου ή του επιτόπιου εισαγγελέα. εε) Λαμβάνει αντίγραφα των βιβλίων και στοιχείων, καθώς και λοιπών εγγράφων, για τα οποία ο ελεγχόμενος δηλώνει ότι αντιπροσωπεύουν ακριβή αντίγραφα. Σε περίπτωση άρνησης, οι διενεργούντες τον έλεγχο αστυνομικοί προβαίνουν σε σχετική επισημείωση επί των εγγράφων. Οι διενεργούντες τον έλεγχο δύνανται να απαιτούν από τον ελεγχόμενο ή τον εκπρόσωπό του να παρίσταται στον τόπο, όπου διενεργείται ο έλεγχος και να απαντά σε ερωτήματα που του τίθενται, ώστε να διευκολύνεται η διενέργεια του ελέγχου. Σε περίπτωση κατά την οποία τα βιβλία και στοιχεία τηρούνται σε ηλεκτρονική μορφή, η Δ.Ο.Α. έχει δικαίωμα πρόσβασης σε οποιαδήποτε φυλασσόμενα αρχεία, καθώς και στα λογιστικά προγράμματα και τις πληροφορίες που έχουν καταχωριστεί σε αυτά ενώ δικαιούται να λαμβάνει τα ηλεκτρονικά αρχεία σε αναγνώσιμη ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή. στστ) Κατάσχει βιβλία και στοιχεία που τηρούνται ή διαφυλάσσονται σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία, οποιαδήποτε άλλα ανεπίσημα βιβλία, έγγραφα, αρχεία, στοιχεία, ηλεκτρονικά μέσα αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων, καθώς και αγαθά και μέσα μεταφοράς εφόσον το θεωρήσει αναγκαίο, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποδεικτική αξία αυτών. ζζ) Συντάσσει μετά την ολοκλήρωση του φορολογικού ελέγχου την κατά περίπτωση προβλεπόμενη έκθεση ελέγχου την οποία διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές για την επιβολή των διοικητικών κυρώσεων. β. Για την έρευνα και την κατάσχεση που διενεργείται από τη Δ.Ο.Α. συντάσσεται έκθεση, η οποία υπογράφεται από αυτούς που ενεργούν την κατάσχεση και τον ελεγχόμενο ή τον παρόντα κατά τη διενέργεια του ελέγχου εταίρο ή μέλος ή συγγενικό προς τους ανωτέρω πρόσωπο ή πρόσωπο που μετέχει στη διοίκηση ή διαχείριση ή υπάλληλο ή λογιστή της επιχείρησης. Αντίγραφο της έκθεσης παραδίδεται στον ελεγχόμενο ή στον παριστάμενο, κατά τις διακρίσεις του προηγούμενου εδαφίου, πρόσωπο. Σε περίπτωση άρνησης των παραπάνω να υπογράψουν, εφαρμόζονται οι σχετικές με τις κοινοποιήσεις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Ο ελεγχόμενος δικαιούται να λάβει αντίγραφα ή φωτοτυπίες των κατασχεθέντων βιβλίων, στοιχείων και λοιπών εγγράφων, με δαπάνες του. γ. Κατόπιν έγγραφου ή ηλεκτρονικού αιτήματος του διευθυντή της Δ.Ο.Α., οι κρατικές υπηρεσίες και κάθε φορέας της Γενικής Κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών και εισαγγελικών αρχών και όλων των δημόσιων οργανισμών, φορέων και εταιρειών, όπου συμμετέχει ή έχει την εποπτεία το Κράτος, καθώς και οι ανεξάρτητες αρχές και λοιπά τρίτα πρόσωπα όπως ιδίως τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων, τα επιμελητήρια, οι συμβολαιογράφοι, οι υποθηκοφύλακες, οι προϊστάμενοι των κτηματολογικών γραφείων, οι οικονομικοί ή κοινωνικοί ή επαγγελματικοί φορείς ή οργανώσεις υποχρεούνται να παρέχουν στη Δ.Ο.Α. κάθε διαθέσιμη πληροφορία και να επιδεικνύουν, χωρίς τη μεταφορά τους εκτός των εγκαταστάσεων, όλα τα πρωτότυπα έγγραφα, μητρώα και στοιχεία που έχουν στην κατοχή τους.

Άρθρο 45Κριτήρια πρόσληψης ειδικών φρουρών και συνοριακών φυλάκωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 2734/1999 (Α΄ 161), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του δεύτερου άρθρου του ν. 3547/2007 (Α΄ 67) και το άρθρο 9 του ν. 3938/2011 (Α΄ 61), αντικαθίσταται ως εξής: «Κριτήρια πρόσληψης αποτελούν ο γενικός βαθμός απολυτηρίου Λυκείου, η γνώση ξένης γλώσσας, η εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων, κατά προτίμηση ως εφέδρων αξιωματικών ή σε ειδικές δυνάμεις των Ενόπλων Δυνάμεων ή στην Προεδρική Φρουρά ή ως εθελοντών πενταετούς υποχρέωσης ή επαγγελματιών οπλιτών, η κατοχή άδειας ικανότητας οδηγού μοτοποδηλάτου ή μοτοσικλέτας ή αυτοκινήτου, η κατοχή πτυχίου δημοσίου Ι.Ε.Κ. ειδικότητας «Στέλεχος Υπηρεσιών Ασφαλείας» και η υπαγωγή στις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παρ. 1 και της παρ. 2 του άρθρου 42 του ν. 1481/1984 (Α΄ 152), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η περίπτωση στ΄ της παρ. 3 του άρθρου 1 του π.δ. 84/2008 (Α΄ 125) αντικαθίσταται ως εξής: «στ. Ο υποψήφιος να είναι γονέας ή τέκνο: αα) πολύτεκνης οικογένειας, ββ) οικογένειας με τρία ζώντα τέκνα από νόμιμο γάμο ή νομιμοποιηθέντα ή νομίμως αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων άγαμων μητέρων με τρία μη αναγνωρισθέντα ζώντα τέκνα.»

Άρθρο 46Σύσταση Αστυνομικού ΦαρμακείουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 1481/1984 (Α΄ 152) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Με όμοια απόφαση είναι δυνατό να λειτουργούν στις λέσχες της παρ. 1 του παρόντος άρθρου και πρατήριο ειδών – τροφίμων, καθώς και Αστυνομικό Φαρμακείο κατά παρέκκλιση των σχετικών διατάξεων, που είναι απαραίτητα για την κάλυψη των σχετικών αναγκών του εν ενεργεία και εν συντάξει προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και των μελών των οικογενειών τους. Με απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη ρυθμίζονται τα ζητήματα εξυπηρέτησης από το Αστυνομικό Φαρμακείο του προσωπικού του Π.Σ. (πυροσβεστικού προσωπικού, Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης, πολιτικού προσωπικού), εν ενεργεία και εν συντάξει και των μελών των οικογενειών τους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα Αστυνομικά Φαρμακεία εποπτεύονται από τη Διεύθυνση Υγειονομικού της Ελληνικής Αστυνομίας και στελεχώνονται με το αναγκαίο αστυνομικό και πολιτικό προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, καθώς και με προσωπικό, σύμφωνα με το άρθρο 91 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167). Ως προϊστάμενος του φαρμακείου τοποθετείται κάτοχος άδειας άσκησης του φαρμακευτικού επαγγέλματος. Κατά τα λοιπά, για τα θέματα οργάνωσης και εν γένει λειτουργίας των πρατηρίων και φαρμακείων του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 1481/1984 (Α΄ 152) και οι κατ΄ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσες κανονιστικές πράξεις, όπως κάθε φορά ισχύουν.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, Υγείας και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη δύνανται να ανακαθορίζονται οι κατηγορίες δικαιούχων παροχής υπηρεσιών από τα αστυνομικά φαρμακεία. Με απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Υγείας και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται το ποσοστό μείωσης των τιμών των φαρμάκων και των συναφών φαρμακευτικών προϊόντων που διατίθενται στους παραπάνω δικαιούχους από τα Αστυνομικά Φαρμακεία.

Άρθρο 47Ένταξη ειδικών φρουρών και συνοριακών φυλάκων στο αστυνομικό προσωπικό την προτεραία του θανάτου τους και λοιπά ζητήματα συνοριακών φυλάκωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο τέλος της παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 3387/2005 «Κέντρο Μελετών Ασφάλειας (ΚΕ.ΜΕ.Α.) και άλλες διατάξεις» (Α΄ 224), προστίθενται εδάφια ως εξής: «Οι θανόντες Ειδικοί Φρουροί και Συνοριακοί φύλακες εντάσσονται στο αστυνομικό προσωπικό γενικών καθηκόντων με το βαθμό του Αστυφύλακα από την προτεραία του θανάτου τους, ανεξαρτήτως των ετών υπηρεσίας, εφόσον κρίνονται ή έχουν ήδη κριθεί ικανοί για τη μόνιμη παραμονή τους στο Σώμα από το αρμόδιο Συμβούλιο. Η ένταξη γίνεται με διαπιστωτική πράξη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο τέλος του άρθρου 13 του ν. 3686/2008 (Α΄ 158) προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής: «8. Για τους πολύτεκνους και τους γονείς τριών τέκνων αστυφύλακες που προέρχονται από συνοριακούς φύλακες, ο ελάχιστος χρόνος για υποβολή αίτησης μετάθεσης ορίζεται σε τρία (3) έτη από την ημερομηνία ένταξής τους, κατ’ απόκλιση των ισχυόντων στις παραγράφους 3 και 5 του παρόντος. Ειδικά για το έτος 2014 οι αστυφύλακες του προηγούμενου εδαφίου έχουν δικαίωμα υποβολής αίτησης μετάθεσης εντός είκοσι (20) ημερών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.»

Άρθρο 48Άδεια χωρίς αποδοχές για εργασία σε διεθνή οργανισμόΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στον αστυνομικό που αποδέχεται θέση, υπό καθεστώς σύμβασης, στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή σε διεθνή οργανισμό στον οποίο μετέχει η Ελλάδα, χορηγείται άδεια χωρίς αποδοχές, μέχρι πέντε έτη, με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, ύστερα από γνώμη της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Κλάδου Ασφάλειας της Ελληνικής Αστυνομίας. Η άδεια μπορεί να παραταθεί με την ίδια διαδικασία μέχρι μία ακόμα πενταετία. Σε περίπτωση προηγούμενης απόσπασης του αιτούντος αστυνομικού στο εξωτερικό, η άδεια χορηγείται εφόσον έχει παρέλθει χρονικό διάστημα διπλάσιο της διάρκειας της τελευταίας απόσπασής του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με την έγκριση της άδειας της προηγούμενης παραγράφου ο αστυνομικός μετατίθεται στη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Κλάδου Ασφάλειας της Ελληνικής Αστυνομίας. Κατά τη διάρκεια της άδειας η ανωτέρω Υπηρεσία συγκεντρώνει τα απαιτούμενα για τη σύνταξη της έκθεσης αξιολόγησης του αστυνομικού στοιχεία, σχετικά με τα ουσιαστικά προσόντα και τις πειθαρχικές ποινές που έχουν επιβληθεί στον αξιολογούμενο, από τον προϊστάμενό του στον φορέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στο διεθνή οργανισμό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο αστυνομικός υπέχει πειθαρχική ευθύνη για τα παραπτώματα που διαπράττει κατά τη διάρκεια της άδειας της παραγράφου 1, εφόσον αυτά επισύρουν ποινή αργίας με πρόσκαιρη παύση ή αργίας με απόλυση ή απόταξης και υποχρεούται να ενημερώνει τη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Κλάδου Ασφάλειας της Ελληνικής Αστυνομίας για τυχόν πειθαρχικές ποινές που του επιβλήθηκαν από το διεθνή οργανισμό ή φορέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Κατά τη διάρκεια της άδειας χωρίς αποδοχές ο αστυνομικός υποχρεούται να καταβάλλει τις νόμιμες κρατήσεις για κύρια και επικουρική ασφάλιση στα μετοχικά και επικουρικά ταμεία, καθώς και στα ταμεία πρόνοιας και αλληλοβοήθειας, οι οποίες αντιστοιχούν στο βαθμό ή το μισθό της υπηρεσίας στην οποία ανήκει οργανικά, ως καθορίζεται από τη Διεύθυνση Οικονομικών του Επιτελείου Ελληνικής Αστυνομίας. Το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο υπόχρεος δεν αποδίδει τις ως άνω κρατήσεις, δεν αποτελεί χρόνο πραγματικής υπηρεσίας και δεν υπολογίζεται για τις βαθμολογικές και μισθολογικές προαγωγές και προσαυξήσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ο χρόνος της άδειας, με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης περίπτωσης, αποτελεί χρόνο πραγματικής υπηρεσίας, λαμβάνεται υπόψη στις προαγωγές για τον υπολογισμό του ελάχιστου χρόνου υπηρεσίας σε κάθε βαθμό, καθώς και του συνολικού χρόνου υπηρεσίας και λογίζεται ως χρόνος υπηρεσίας διανυθείς στον τόπο συμφερόντων του αστυνομικού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η άδεια χωρίς αποδοχές διακόπτεται σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης με το διεθνή οργανισμό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται και στους αστυνομικούς που έχουν λάβει άδεια άνευ αποδοχών προκειμένου να εργαστούν σε διεθνή οργανισμό ή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 2 και της παραγράφου 4 του άρθρου 51 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, Α΄ 26).

Άρθρο 49Αναδρομική εφαρμογή ρυθμίσεων

Οι διατάξεις του άρθρου 2 του π.δ. 108/2012 (Α΄ 191), οι οποίες δεν παρέχουν δικαίωμα καταβολής αναδρομικών αποδοχών, ισχύουν από την 1η Ιουλίου 2012.

Άρθρο 50Αναγνώριση χρόνου υπηρεσίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο χρόνος που μεσολάβησε από την κλήση προς κατάταξη ή την κύρωση των πινάκων επιτυχίας μέχρι και την κατάταξη ή το διορισμό τους, αντίστοιχα, των επιτυχόντων στους διαγωνισμούς, που προκηρύχθηκαν με την υπ’ αριθμ. 6002/2/10στ/11.1.1989 προκήρυξη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας και την υπ’ αριθμ. 5896Φ300.2/22.2.1989 απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης για κατάταξη στην Ελληνική Αστυνομία και το Πυροσβεστικό Σώμα, λαμβάνεται υπόψη μόνο για τον υπολογισμό του συνολικού χρόνου υπηρεσίας από την κατάταξη προς θεμελίωση βαθμολογικής προαγωγής, εκτός των περιπτώσεων προαγωγών εκτός οργανικών θέσεων ενόψει αποστρατείας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο χρόνος της προηγούμενης παραγράφου που λαμβάνεται υπόψη για τη θεμελίωση βαθμολογικής προαγωγής δεν δύναται να υπερβαίνει τα δύο έτη και δεν συνιστά χρόνο πραγματικής υπηρεσίας για άλλες συνέπειες. Η ισχύς του παρόντος αρχίζει μετά τις ετήσιες κρίσεις του 2014.

Άρθρο 51Ζητήματα μετακινήσεων προσωπικού και εκκαθάρισης δαπανώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, δύναται να επιτρέπεται η διανυκτέρευση του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας κατά τη διάρκεια αστυνομικών επιχειρήσεων ευρείας κλίμακας που διατάσσονται από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας όταν η απόσταση μετακίνησης του προσωπικού από την έδρα της Υπηρεσίας του είναι μεγαλύτερη από εξήντα (60) χιλιόμετρα, εφόσον κινείται με ιδιόκτητο ή υπηρεσιακό αυτοκίνητο ή συγκοινωνιακό μέσο και μεγαλύτερη από δέκα (10) ναυτικά μίλια για μετακινήσεις προς τη νησιωτική Ελλάδα ή από πέντε (5) ναυτικά μίλια για μετακινήσεις από νήσο σε νήσο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τις μετακινήσεις του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας που πραγματοποιήθηκαν από 1.6.2012 έως 31.12.2013 κατά τη διάρκεια αστυνομικών επιχειρήσεων, δικαιολογείται διανυκτέρευση εφόσον η απόσταση από την έδρα της Υπηρεσίας του προσωπικού είναι μεγαλύτερη από εξήντα (60) χιλιόμετρα και κινήθηκε με ιδιόκτητο ή υπηρεσιακό αυτοκίνητο ή συγκοινωνιακό μέσο και μεγαλύτερη από δέκα (10) ναυτικά μίλια για μετακινήσεις προς τη νησιωτική Ελλάδα ή από πέντε (5) ναυτικά μίλια για μετακινήσεις από νήσο σε νήσο. Οι δαπάνες που προκύπτουν από την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου δύνανται να εκκαθαριστούν σε βάρος των εγγεγραμμένων πιστώσεων του προϋπολογισμού του Ε.Φ. 43−110 «Ελληνική Αστυνομία» του οικονομικού έτους 2014.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι κάθε είδους δαπάνες μετακινήσεων, μεταθέσεων, εκπαιδεύσεων και αποζημιώσεων υπερωριακής εργασίας και εργασίας νυχτερινών, Κυριακών και εξαιρέσιμων του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, οι οποίες λόγω επιτακτικών αναγκών δημόσιας ασφάλειας και πυροπροστασίας πραγματοποιήθηκαν έως 31.12.2012 χωρίς την πιστή τήρηση της διαδικασίας που προβλέπεται στο π.δ. 113/2010 (Α΄ 194), δύναται να εκκαθαρισθούν σε βάρος των οικείων πιστώσεων των προϋπολογισμών του οικονομικού έτους 2014 των δύο Σωμάτων, αντίστοιχα, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης.

Άρθρο 52Σύσταση θέσεων ειδικών φρουρών για τη φύλαξη σταθμών και εγκαταστάσεων της ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε.

Συνιστώνται τριάντα πέντε (35) θέσεις ειδικών φρουρών για τη φύλαξη και προστασία των σταθμών, των εγκαταστάσεων και των αμαξοστοιχιών της «ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε.», η οποία αναλαμβάνει τις δαπάνες πρόσληψης, εκπαίδευσης, εξοπλισμού, μισθοδοσίας, ασφάλισης και αποζημίωσης, καθώς και κάθε άλλη σχετική δαπάνη που προκύπτει από την εκτέλεση του ως άνω έργου. Με σύμβαση που καταρτίζεται μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της «ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε.» καθορίζονται το ύψος και η διαδικασία απόδοσης στο Δημόσιο από την εταιρεία των σχετικών δαπανών.

Άρθρο 52AΣυνήγορος του ΑστυνομικούΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α. Στους αστυνομικούς, ειδικούς φρουρούς και συνοριακούς φύλακες, κατά των οποίων ασκείται ποινική δίωξη για αδικήματα που τους αποδίδονται ότι τέλεσαν κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και ένεκα ταύτης, παρέχεται η δυνατότητα υπεράσπισης ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων, από λειτουργούς του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., μετά από προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, εφόσον: αα. μετά τη διενεργηθείσα διοικητική εξέταση δεν διαπιστώνεται από τον αρμόδιο να αποφασίσει επ’ αυτής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 38 και 39 του π.δ.120/2008, η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος σχετικού με την πράξη για την οποία διώκεται και ββ. δεν θα εκπροσωπηθούν από δικηγόρο κατά την ενώπιον του δικαστηρίου διαδικασία. β. Οι παραπάνω στερούνται της νομικής κάλυψης, στην περίπτωση που η άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον τους αποτελεί συνέπεια καταγγελίας εκ μέρους της υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α. Στους αναφερόμενους στην παράγραφο 1 δύναται να χορηγείται από το Δημόσιο, προκαταβολή των εξόδων στα οποία υποβάλλονται προς υπεράσπισή τους στο στάδιο της προδικασίας και ενώπιον των Δικαστηρίων, εφόσον: αα. έχει ασκηθεί σε βάρος τους ποινική δίωξη για ενέργειες ή παραλείψεις τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή εξαιτίας αυτών και ββ. μετά τη διενεργηθείσα διοικητική εξέταση δεν διαπιστώνεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος σχετικού με την πράξη για την οποία διώκονται. β. Τα έξοδα καλύπτουν την αμοιβή του συνηγόρου της επιλογής του κατηγορουμένου για την παράσταση αυτού σε όλα τα στάδια της προδικασίας και ενώπιον των Δικαστηρίων όλων των βαθμών, η οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το τριπλάσιο του καθοριζόμενου κάθε φορά ελαχίστου ορίου. γ. Η προκαταβολή των εξόδων γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2362/1995 «Περί Δημοσίου Λογιστικού ελέγχου των δαπανών του κράτους και άλλες διατάξεις» (Α΄ 247). δ. Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης σε βάρος του ως άνω προσωπικού, τα έξοδα που τυχόν έχουν κατά τα ανωτέρω προκαταβληθεί, αποδίδονται στο Δημόσιο είτε εφάπαξ είτε με τμηματική παρακράτηση από το μισθό του. ε. Με προεδρικό διάταγμα, που προτείνεται από τους Υπουργούς Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, καθορίζονται η διαδικασία, οι προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. στ. Από τις διατάξεις του παρόντος δεν θίγονται οι ρυθμίσεις του π.δ. 15/2007 (Α΄ 11).

Άρθρο 53Σύσταση θέσεων ειδικών φρουρών για τη φύλαξη σταθμών και εγκαταστάσεων της ΣΤΑΣΥ Α.Ε.

Συνιστώνται τριάντα (30) θέσεις ειδικών φρουρών για τη φύλαξη των σταθμών και εγκαταστάσεων του δικτύου της «ΣΤΑΣΥ Α.Ε.», οι οποίες προστίθενται στις προβλεπόμενες από τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 2838/2000 (Α΄ 179) και ο συνολικός αριθμός αυτών ορίζεται σε εκατόν τριάντα (130). Η ανωτέρω εταιρία αναλαμβάνει τις δαπάνες πρόσληψης, εκπαίδευσης, εξοπλισμού, μισθοδοσίας, ασφάλισης και αποζημίωσης, καθώς και κάθε άλλη σχετική δαπάνη που προκύπτει από την εκτέλεση του ως άνω έργου. Με σύμβαση που καταρτίζεται μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της εταιρίας «ΣΤΑΣΥ Α.Ε.» καθορίζονται το ύψος και η διαδικασία απόδοσης από την εταιρία των σχετικών δαπανών.

Άρθρο 54Αναπλήρωση εισαγγελικών λειτουργών του Συμβουλίου Συντονισμού και Ανάλυσης Ερευνών και της Ε.Υ.Π.ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 2265/1994 (Α΄ 209), όπως το εδάφιο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 3424/2005 (Α΄ 305), προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Αν ο εισαγγελικός λειτουργός απουσιάζει ή για οποιονδήποτε λόγο κωλύεται, αναπληρώνεται από τον εισαγγελικό λειτουργό που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 3 του ν. 3649/2008

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 3649/2008 (Α΄ 39) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Αν ο εισαγγελικός λειτουργός απουσιάζει ή για οποιονδήποτε λόγο κωλύεται, αναπληρώνεται από τον εισαγγελικό λειτουργό που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 3 του ν. 2265/1994

Άρθρο 55Επισκευή και συντήρηση οχημάτων

Ελληνικής Αστυνομίας και Πυροσβεστικού Σώματος σε συνεργεία των Περιφερειών Εργασίες συντήρησης και επισκευής οχημάτων που ανήκουν στη δύναμη των Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, δύνανται να εκτελούνται στα συνεργεία των οικείων Περιφερειών με μέσα και υλικά όπως ανταλλακτικά, ελαστικά, λιπαντικά που διατίθενται από αυτά, μετά από απόφαση του αρμόδιου Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης και σύμφωνη γνώμη του οικείου Περιφερειάρχη.

Άρθρο 56Θέσπιση ποινικών κυρώσεων εις βάρος όσων συντελούν στη λειτουργία επιχειρήσεων στις οποίες επιβλήθηκε σφράγιση

Όποιος το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο ισχύει η σφράγιση επιχείρησης που επιβλήθηκε με απόφαση αρμόδιας αρχής λειτουργεί ή συντελεί στη λειτουργία της παρέχοντας υπηρεσία ή συνδρομή με οποιαδήποτε ιδιότητα ή σχέση εργασίας, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών. Η ποινή δεν μετατρέπεται, ούτε αναστέλλεται και η έφεση σε κάθε περίπτωση δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Όποιος παραβιάζει με οποιονδήποτε τρόπο σφραγίδα που έχει θέσει η αρχή για παράβαση της εν γένει φορολογικής νομοθεσίας τιμωρείται με την ποινή του άρθρου 178 ΠΚ.

Άρθρο 57Προϋποθέσεις σφράγισης κέντρων διασκέδασης και καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος

Μετά την παρ. 7 του άρθρου 80 του ν. 3463/2006 «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων» (Α΄ 114), προστίθεται παράγραφος 7Α ως εξής: «7Α. Η αστυνομική αρχή του τόπου της έδρας των κέντρων διασκεδάσεως και των καταστημάτων του άρθρου 1 παρ. 1 του π.δ. 180/1979 (Α΄ 46), καθώς και των λοιπών καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος, στα οποία σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά υγειονομικές διατάξεις προσφέρονται οινοπνευματώδη ποτά για άμεση εντός αυτών κατανάλωση, σφραγίζει υποχρεωτικά το κατάστημα για χρονικό διάστημα δέκα ημερών, αν βεβαιώνονται από αστυνομικούς συνολικά, εντός έτους, τρεις παραβάσεις των διατάξεων του άρθρου 2 παρ. 2 περίπτωση α΄ του π.δ. 180/1979, ως ισχύει. Αντίγραφο της απόφασης σφράγισης του καταστήματος και της σχετικής έκθεσης κοινοποιούνται αυθημερόν στον κατά τόπο αρμόδιο δήμο, ο οποίος οφείλει στο χρονικό αυτό διάστημα να εκδώσει την απόφαση αφαίρεσης της άδειας λειτουργίας του καταστήματος. Σε περίπτωση που αποφασισθεί από τον οικείο δήμο η αφαίρεση της άδειας λειτουργίας για διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ημερών, η σφράγιση διατηρείται και για τον πέραν των δέκα ημερών χρόνο.»

Άρθρο 58Προπαρασκευαστικές πράξεις εμπρησμού σε δάση

Στο άρθρο 265 του π.δ. 283/1985 (Α΄ 106) προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής: «3. Όποιος με σκοπό να διαπράξει το έγκλημα της παραγράφου 1 προβαίνει σε οποιαδήποτε προπαρασκευαστική ενέργεια τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Η ποινή αυτή δεν μετατρέπεται, ούτε αναστέλλεται και η έφεση δεν αναστέλλει την εκτέλεσή της.»

Άρθρο 59Τροποποίηση διατάξεων του ν. 2168/1993ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 8 του ν. 2168/1993 (Α΄ 147), όπως προστέθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 10 του ν. 3944/2011 (Α΄ 67), αντικαθίσταται με εδάφια ως εξής: «Στην περίπτωση αυτή, ο κάτοχος υποχρεούται να καταβάλει, για την έκδοση άδειας κατοχής κυνηγετικού όπλου, το δεκαπλάσιο των τελών που προβλέπονται κάθε φορά. Ο κάτοχος κυνηγετικού όπλου δεν υπέχει ποινική ευθύνη αν εντός διετίας από τη λήξη της ισχύος της άδειας κατοχής υποβάλει στις αρμόδιες αστυνομικές αρχές τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την ανανέωση της άδειας και καταβάλει το πενταπλάσιο των προβλεπόμενων τελών για την ανανέωσή της. Μετά την πάροδο της ως άνω διετούς προθεσμίας, ο κάτοχος του κυνηγετικού όπλου δεν υπέχει ποινική ευθύνη αν με δική του θέληση και πριν εξετασθεί με οποιονδήποτε τρόπο για παράνομη κατοχή κυνηγετικού όπλου από την αρχή υποβάλει στις αρμόδιες αστυνομικές αρχές τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την ανανέωση της άδειας και καταβάλλει το πενταπλάσιο των προβλεπόμενων τελών. 2. Η περίπτωση α΄ της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 2168/1993, αντικαθίσταται ως εξής: «α. Για την ατομική τους ασφάλεια μετά από γνώμη του αρμόδιου εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, εφόσον συντρέχουν ιδιαίτερα σοβαροί λόγοι και εξετασθούν επιτυχώς, ιδίως σε θέματα λύσης, αρμολόγησης, γέμισης, απογέμισης και ασφαλούς χρήσης, μεταφοράς και φύλαξης του αιτουμένου όπλου. Για την εξέτασή τους στα ως άνω θέματα οι αιτούντες καταβάλλουν παράβολο ύψους 150 ευρώ υπέρ Δημοσίου, το οποίο μπορεί να αναπροσαρμόζεται ανά διετία με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη. Από την ως άνω εξέταση, εξαιρούνται οι υπηρετούντες ή υπηρετήσαντες ως μόνιμοι στις Ένοπλες Δυνάμεις και στα Σώματα Ασφαλείας, ως κατέχοντες υπηρεσιακά όπλα.» 3. Εντός τριμήνου, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, οι αρμόδιες υπηρεσίες καλούν υποχρεωτικά όσους κατέχουν άδεια οπλοφορίας για την ατομική τους ασφάλεια να υποβληθούν στην εξέταση της περίπτωσης α΄ της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 2168/1993 (Α΄ 147), όπως αυτή τροποποιείται δια του παρόντος. Όποιος για οποιονδήποτε λόγο δεν υποβληθεί στην παραπάνω εξέταση κατά το χρόνο που ορίζεται στην πρόσκληση ή εξετασθεί ανεπιτυχώς, δεν επιτρέπεται να οπλοφορεί και ανακαλείται η άδεια οπλοφορίας του. 4. Η παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 2168/1993 (Α΄ 147) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Οι προβλεπόμενες από τον παρόντα νόμο άδειες δεν χορηγούνται: α) Σε όσους έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για: αα. πράξεις που προβλέπονται και τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος και ββ. παραβάσεις των νόμων περί ναρκωτικών και προστασίας της κοινωνίας από το οργανωμένο έγκλημα, για τρομοκρατικές πράξεις, για παραβάσεις διατάξεων που αφορούν αλιεία με εκρηκτικές ύλες ή τοξικές ουσίες και για παραβάσεις του άρθρου 15 του παρόντος νόμου. Η απαγόρευση αυτή ισχύει μέχρι την έκδοση αμετακλήτου απαλλακτικού βουλεύματος ή αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης ή θέσεως της υπόθεσης στο αρχείο κατ’ άρθρο 43 παράγραφοι 2 και 3 του ΚΠΔ ή, σε περίπτωση επιβολής ποινής, για διάστημα πέντε ετών από την έκτισή της ή την άφεσή της με χάρη ή, σε περίπτωση επιβολής της ποινής με αναστολή, για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή. β) Σε όσους έχουν καταδικασθεί αμετάκλητα για: αα. οποιοδήποτε πλημμέλημα που διώκεται αυτεπαγγέλτως και τελείται με πρόθεση, για το οποίο τους επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών και ββ. οποιοδήποτε πλημμέλημα που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου ανεξαρτήτως του ύψους της επιβληθείσας ποινής. Η απαγόρευση αυτή ισχύει για διάστημα πέντε ετών, από την έκτιση ή την άφεση με χάρη και σε περίπτωση επιβολής της ποινής με αναστολή, για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή.»

Άρθρο 60Μέτρα για την ασφάλεια των ταχυδρομικών μεταφορών

Στο ν. 4053/2012 (Α΄ 44) μετά το άρθρο 13 προστίθεται άρθρο 13Α, ως εξής: «1. Σε περίπτωση αποστολής ταχυδρομικών αντικειμένων βάρους άνω των 100 γραμμαρίων, το προσωπικό της ταχυδρομικής επιχείρησης υποχρεούται: α. Όταν το προς αποστολή αντικείμενο παραδίδεται από τον αποστολέα ή εκπρόσωπό του: αα. Στην καταγραφή των πλήρων στοιχείων ταυτότητας του αποστολέα ή του εκπροσώπου του, όπως αυτά αναγράφονται είτε στο δελτίο ταυτότητάς τους είτε στα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 3 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 (Α΄ 45), όπως ισχύει. ββ. Στον έλεγχο και την καταγραφή με γενικό χαρακτηρισμό, ύστερα από δήλωση του αποστολέα ή του εκπροσώπου του, του περιεχομένου του αποστελλόμενου ταχυδρομικού αντικειμένου. β. Όταν το προς αποστολή αντικείμενο αποστέλλεται μέσω γραμματοκιβωτίων ή τα ως άνω πρόσωπα δεν φέρουν έγγραφο από το οποίο να προκύπτουν τα στοιχεία της ταυτότητάς τους, τότε το περιεχόμενο του ταχυδρομικού αντικειμένου ελέγχεται μέσω ειδικών μηχανημάτων. 2. Ο υπαίτιος παράβασης των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων, πέραν της τυχόν πειθαρχικής ή άλλης ευθύνης, υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση σε περίπτωση πρόκλησης οποιασδήποτε ζημίας από την παράλειψη τήρησης των αναφερομένων σε αυτές υποχρεώσεων. 3. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, ύστερα από γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, καθορίζεται ο τύπος των ειδικών μηχανημάτων με τα οποία θα διενεργείται ο έλεγχος του περιεχομένου των προς αποστολή αντικειμένων, η διαδικασία ελέγχου και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος και τη διασφάλιση του απορρήτου της ταχυδρομικής επικοινωνίας και της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.»

Άρθρο 61Συντονιστική Υπηρεσία Διαχείρισης Κρίσεων Εσωτερικής ΑσφάλειαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Συνιστάται στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη αυτοτελής υπηρεσία με την επωνυμία «Συντονιστική Υπηρεσία Διαχείρισης Κρίσεων Εσωτερικής Ασφάλειας» (εφεξής Σ.Υ.Δ.Κ.Ε.Α.), η οποία λειτουργεί υπό την εν γένει εποπτεία του Πρωθυπουργού. Η Σ.Υ.Δ.Κ.Ε.Α. διοικείται από τον Διοικητή Σ.Υ.Δ.Κ.Ε.Α., ο οποίος είναι ανώτατος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, με υποδιοικητή ανώτατο αξιωματικό του Λιμενικού Σώματος−Ελληνικής Ακτοφυλακής. Ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής αποσπώνται στη Σ.Υ.Δ.Κ.Ε.Α. με διετή θητεία, η οποία δύναται να ανανεώνεται έως δύο φορές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Σ.Υ.Δ.Κ.Ε.Α. συνιστά την Εθνική Αρχή της Χώρας μας σε θέματα συντονισμού και αντιμετώπισης σοβαρών τρομοκρατικών ενεργειών ή απειλών και, γενικότερα, κάθε είδους κρίσιμων περιστατικών εσωτερικής ασφάλειας για τα οποία αποφασίζεται από τον Πρωθυπουργό ότι είναι αναγκαίο αυτή να επιληφθεί, διασφαλίζει δε τη συνεργασία, ως και την άμεση και αποτελεσματική κοινή και διαλειτουργική δράση όλων των εμπλεκόμενων, ανάλογα με τη φύση του περιστατικού, δυνάμεων, φορέων και υπηρεσιών, τόσο σε επιτελικό όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατά την επιχειρησιακή της δράση η Σ.Υ.Δ.Κ.Ε.Α. συντονίζεται, εποπτεύεται και ελέγχεται, κατά περίπτωση, από τους Υπουργούς Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και Ναυτιλίας και Αιγαίου, ανάλογα με το αν το προς διαχείριση περιστατικό εσωτερικής ασφάλειας υπάγεται στο χώρο αρμοδιότητας της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Λιμενικού Σώματος σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και Ναυτιλίας και Αιγαίου, ρυθμίζονται θέματα που αφορούν την οργάνωση της Σ.Υ.Δ.Κ.Ε.Α. σε επιχειρησιακό και επιτελικό επίπεδο, τη λειτουργία, τη στελέχωση, την κοινή εκπαίδευση των στελεχών της και ιδίως της Ειδικής Κατασταλτικής Αντιτρομοκρατικής Μονάδας της Ελληνικής Αστυνομίας (Ε.Κ.Α.Μ.) που αναλαμβάνει δράση στο χώρο αρμοδιότητας της Ελληνικής Αστυνομίας, συνεπικουρούμενη από τη Μονάδα Υποβρυχίων Αποστολών (Μ.Υ.Α.), όταν αυτό διαταχθεί, και της Μονάδας Υποβρυχίων Αποστολών (Μ.Υ.Α.) του Λιμενικού Σώματος−Ελληνικής Ακτοφυλακής που αναλαμβάνει δράση στο χώρο αρμοδιότητας του Λιμενικού Σώματος−Ελληνικής Ακτοφυλακής, συνεπικουρούμενη από την Ειδική Κατασταλτική Αντιτρομοκρατική Μονάδα (Ε.Κ.Α.Μ.), όταν αυτό διαταχθεί, και κάθε άλλο αναγκαίο ζήτημα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α) Οι περιπτώσεις β΄ και στ΄ της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 1940/1991 (Α΄ 40), όπως αυτό έχει αντικατασταθεί και ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής: «β) Σε περιπτώσεις που ο νόμος προβλέπει η Μ.Υ.Α./ Λ.Σ. υπάγεται σε ειδικό επιχειρησιακό στρατηγείο και συνεπικουρεί την ΕΚΑΜ/ΕΛΑΣ μετά από σχετική εντολή του Διοικητή του Επιχειρησιακού Στρατηγείου.» «στ) Εκτέλεση κάθε εξειδικευμένης καταδυτικής δραστηριότητας έως τα 120 μέτρα και διαχείρισης ναυαγίων.» β) Στο άρθρο 2 του ν. 1940/1991 (Α΄ 40), όπως αυτό έχει αντικατασταθεί και ισχύει, προστίθεται παράγραφος 8, ως εξής: «8. Το Επιχειρησιακό προσωπικό της Μ.Υ.Α./Λ.Σ. απαγορεύεται να διατίθεται ή να αποσπάται ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο να απομακρύνεται από τη δύναμη της Μονάδας πριν παρέλθουν δέκα (10) έτη από την ένταξη του υποβρυχίου καταστροφέα σε αυτή. Εξαίρεση αποτελεί η απόσπαση με σκοπό την παροχή εκπαίδευσης σε άλλους φορείς και η διαδικασία αποπομπής που προβλέπεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου.» Η επόμενη παράγραφος αναριθμείται σε 9.

Άρθρο 62Ρυθμίσεις θεμάτων Κοινών Ομάδων Έρευνας

Το άρθρο 13 του ν. 3663/2008 (Α΄ 99) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 13 1. Κοινή ομάδα έρευνας είναι η ομάδα προσώπων, η οποία συγκροτείται για να διεξάγει έρευνα σε ένα ή περισσότερα κράτη−μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα εγκλήματα της παραγράφου 2, ιδίως όταν: α) η έρευνα απαιτεί δυσχερείς και περίπλοκες ενέργειες συνδεδεμένες με άλλα κράτη−μέλη, β) η φύση και η πολυπλοκότητα της υπόθεσης απαιτεί συντονισμένη και εναρμονισμένη δράση στα ενδιαφερόμενα κράτη−μέλη. 2. Κοινή ομάδα έρευνας, μπορεί να συσταθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 1, για τη διακρίβωση των εγκλημάτων των τρομοκρατικών πράξεων (άρθρο 187Α ΠΚ), της παραχάραξης (άρθρο 207 ΠΚ), της κυκλοφορίας παραχαραγμένων νομισμάτων (άρθρο 208 ΠΚ), της πλαστογραφίας (άρθρο 216 ΠΚ), του εμπρησμού (άρθρο 264 ΠΚ), του εμπρησμού σε δάση (άρθρο 265 ΠΚ), της έκρηξης (άρθρο 270 ΠΚ), των παραβάσεων σχετικών με τις εκρηκτικές ύλες (άρθρο 272 ΠΚ), της πρόκλησης ναυαγίου (άρθρο 277 ΠΚ), της δηλητηρίασης πηγών και τροφίμων (άρθρο 279 ΠΚ), της διατάραξης της ασφάλειας σιδηροδρόμων, πλοίων και αεροσκαφών (άρθρο 291 ΠΚ), της αρπαγής (άρθρο 322 ΠΚ), του εμπορίου δούλων (άρθρο 323 ΠΚ), της εμπορίας ανθρώπων (άρθρο 323Α ΠΚ), της αρπαγής ανηλίκων (άρθρο 324 ΠΚ), του βιασμού (άρθρο 336 ΠΚ), της αποπλάνησης παιδιών (άρθρο 339 ΠΚ), της πορνογραφίας ανηλίκων (άρθρο 348Α ΠΚ), της σωματεμπορίας (άρθρο 351 ΠΚ), των διακεκριμένων περιπτώσεων κλοπής (άρθρο 374 ΠΚ), της υπεξαίρεσης (άρθρο 375 ΠΚ), της ληστείας (άρθρο 380 ΠΚ), της εκβίασης (άρθρο 385 ΠΚ), της απάτης (άρθρο 386 ΠΚ), της απάτης με υπολογιστή (άρθρο 386Α ΠΚ), της διευκόλυνσης παράνομης εισόδου υπηκόου τρίτης χώρας εκ κερδοσκοπίας πραττόμενη από δύο ή περισσότερα πρόσωπα (παρ. 5 άρθρο 87 του ν. 3386/2005, Α΄ 212), της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών (ν. 3459/2006, Α΄ 103), καθώς και κακουργημάτων που προβλέπονται στη νομοθεσία περί όπλων, εκρηκτικών υλών και προστασίας από υλικά που εκπέμπουν επιβλαβείς για τον άνθρωπο ακτινοβολίες, ως και στη νομοθεσία για την προστασία Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς.»

Αθήνα, 24 Μαρτίου 2014
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΙΧΕΛΑΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ
ΔΙΟΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΚΑΙ
ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΚΩΝ/ΝΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ
ΥΓΕΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ
ΣΠΥΡΙΔΩΝ−ΑΔΩΝΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΡΟΥΤΣΗΣ
ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΝΙΑΤΗΣ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΚΑΙ
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΙΓΑΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ−ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΝΔΙΑΣ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 24 Μαρτίου 2014
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ