13 Α' 2016

ΝΟΜΟΣ 4364/2016

Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ), στα άρθρα 2 και 8 της Oδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των Κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων και συναφείς διατάξεις της νομοθεσίας περί της ιδιωτικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ - ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΕ ΟΜΙΛΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ - ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗ ΤΗΣ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΟΜΙΛΟΥ
Άρθρο 202 - Αρχή εποπτείας του ομίλου (άρθρο 247 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, παράγραφος 16 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ, παράγραφος 65 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2014/51/ΕΕ)
05 Φεβρουαρίου 2016

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 13
5 Φεβρουαρίου 2016

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4364
Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ), στα άρθρα 2 και 8 της Oδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των Κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων και συναφείς διατάξεις της νομοθεσίας περί της ιδιωτικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 202Αρχή εποπτείας του ομίλου (άρθρο 247 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, παράγραφος 16 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ, παράγραφος 65 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2014/51/ΕΕ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Εποπτική Αρχή συμμετέχει στον ορισμό της αρχής εποπτείας κάθε ομίλου για τον οποίο αποτελεί ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 203 του παρόντος. Η εν λόγω αρχή εποπτείας του ομίλου είναι υπεύθυνη για το συντονισμό και την άσκηση της εποπτείας του ομίλου και ορίζεται σύμφωνα με τα κριτήρια της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου ή της παραγράφου 2 του άρθρου 247 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, με την επιφύλαξη των αναφερομένων στην παράγραφο 3 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σε περίπτωση που η Εποπτική Αρχή είναι αρμόδια για όλες τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις σε έναν όμιλο, το καθήκον της εποπτείας του ομίλου ασκείται από την Εποπτική Αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, η Εποπτική Αρχή και οι λοιπές ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, μπορεί, κατόπιν αιτήσεως οποιασδήποτε ενδιαφερόμενης εποπτικής αρχής, να λαμβάνουν κοινή απόφαση να παρεκκλίνουν από τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 6 του παρόντος ή στην παράγραφο 2 του άρθρου 247 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, εάν η εφαρμογή τους κρίνεται απρόσφορη, λαμβανομένης υπόψη της δομής του ομίλου και της σχετικής βαρύτητας των δραστηριοτήτων των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων στις διάφορες χώρες, και να ορίζουν διαφορετική εποπτική αρχή ως αρχή εποπτείας του ομίλου. Προς το σκοπό αυτόν, η Εποπτική Αρχή, όπως και κάθε άλλη ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή, μπορεί να ζητεί την έναρξη συζητήσεων σχετικά με την καταλληλότητα των κριτηρίων που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος ή στην παράγραφο 2 του άρθρου 247 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ. Οι συζητήσεις αυτές δεν λαμβάνουν χώρα περισσότερες της μιας φοράς ετησίως. Η Εποπτική Αρχή καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να καταλήξει σε κοινή απόφαση σχετικά με την επιλογή της αρχής εποπτείας του ομίλου, εντός τριών μηνών από την έκφραση του αιτήματος για συζήτηση. Πριν να λάβουν την απόφασή τους, οι ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές παρέχουν στον όμιλο τη δυνατότητα να εκφράσει τη γνώμη του. Η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, διαβιβάζει την κοινή απόφαση στον όμιλο μαζί με πλήρη αιτιολόγηση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Κατά τη διάρκεια της τρίμηνης περιόδου της παραγράφου 3 του παρόντος, η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου ή ως ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή, μπορεί να απευθύνεται στην ΕΑΑΕΣ και να ζητά τη, σύμφωνα με το άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) 1094/2010, συνδρομή της ΕΑΑΕΣ. Σε περίπτωση που ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή, συμπεριλαμβανομένης της Εποπτικής Αρχής, έχει ζητήσει, κατά τη διάρκεια της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος, τη σύμφωνα με το άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) 1094/2010 συνδρομή της ΕΑΑΕΣ, η Εποπτική Αρχή αναβάλλει της απόφασή της στο πλαίσιο της κοινής απόφασης της παραγράφου 3 του παρόντος, αναμένει την ενδεχόμενη έκδοση απόφασης από την ωΕΑΑΕΣ σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και λαμβάνει την απόφασή της στο πλαίσιο της κοινής απόφασης της παραγράφου 3 του παρόντος σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΑΕΣ. Η εν λόγω κοινή απόφαση αναγνωρίζεται ως καθοριστική και εφαρμόζεται υποχρεωτικά από την Εποπτική Αρχή και τις λοιπές ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές. Η Εποπτική Αρχή δεν απευθύνεται στην ΕΑΑΕΣ μετά την παρέλευση της τρίμηνης περιόδου ή μετά τη λήψη της κοινής απόφασης. Η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, διαβιβάζει την κοινή απόφαση στον όμιλο και στο Κολλέγιο εποπτικών αρχών μαζί με πλήρη αιτιολόγηση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Σε περίπτωση απουσίας κοινής απόφασης, τα καθήκοντα της εποπτείας του ομίλου ασκούνται από την εποπτική αρχή που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος ή την παράγραφο 2 του άρθρου 247 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Σε περίπτωση που η ίδια εποπτική αρχή είναι αρμόδια για όλες τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις σε έναν όμιλο, ως αρχή εποπτείας του ομίλου ώστε να ασκεί όλες τις σχετικές εργασίες ορίζεται η εποπτική αυτή αρχή. Σε όλες τις λοιπές περιπτώσεις και με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, η αρχή εποπτείας του ομίλου ώστε να ασκεί όλες τις σχετικές εργασίες ορίζεται ως ακολούθως: α) όταν του ομίλου ηγείται ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, αρχή εποπτείας του ομίλου ορίζεται η εποπτική αρχή που έχει χορηγήσει άδεια στην επιχείρηση αυτή, β) όταν του ομίλου δεν ηγείται ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση: βα) όταν η μητρική ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης είναι εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, αρχή εποπτείας του ομίλου ορίζεται η εποπτική αρχή η οποία έχει χορηγήσει άδεια στην εν λόγω ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, ββ) όταν περισσότερες της μιας ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν ως μητρική τους την ίδια εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή την ίδια μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, και μια από τις επιχειρήσεις αυτές έχει λάβει άδεια στο κράτος − μέλος στο οποίο η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών έχει την έδρα της, αρχή εποπτείας του ομίλου ορίζεται η εποπτική αρχή του κράτους−μέλους η οποία έχει χορηγήσει άδεια στην εν λόγω ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, βγ) όταν επικεφαλής του ομίλου βρίσκονται περισσότερες της μίας εταιρείες ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών που έχουν τις έδρες τους σε διαφορετικά κράτη μέλη, και υπάρχει ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση σε καθένα από τα αυτά τα κράτη μέλη, αρχή εποπτείας του ομίλου ορίζεται η εποπτική αρχή της ασφαλιστική ή αντασφαλιστικής επιχείρησης με το μεγαλύτερο σύνολο ισολογισμού, βδ) όταν περισσότερες της μιας ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν ως μητρική τους την ίδια εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, και καμία από τις επιχειρήσεις αυτές δεν έχει λάβει άδεια στο κράτος − μέλος στο οποίο η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών έχει την έδρα της, αρχή εποπτείας του ομίλου ορίζεται η εποπτική αρχή που χορήγησε άδεια στην ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση με το μεγαλύτερο σύνολο ισολογισμού, βε) όταν ο όμιλος είναι όμιλος χωρίς μητρική επιχείρηση ή σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση που δεν αναφέρεται στις περιπτώσεις βα΄ έως βδ΄ της παρούσας, αρχή εποπτείας του ομίλου ορίζεται η εποπτική αρχή η οποία έχει χορηγήσει την άδεια στη ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση με το μεγαλύτερο σύνολο ισολογισμού.

Αθήνα, 3 Φεβρουαρίου 2016
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΥΡΟΥΜΠΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΟΣΚΑΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΠΠΑΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 4 Φεβρουαρίου 2016
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ