13 Α' 2016

ΝΟΜΟΣ 4364/2016

Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ), στα άρθρα 2 και 8 της Oδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των Κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων και συναφείς διατάξεις της νομοθεσίας περί της ιδιωτικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ - ΕΞΥΓΙΑΝΣΗ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
05 Φεβρουαρίου 2016

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 13
5 Φεβρουαρίου 2016

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4364
Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ), στα άρθρα 2 και 8 της Oδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των Κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων και συναφείς διατάξεις της νομοθεσίας περί της ιδιωτικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΕΞΥΓΙΑΝΣΗ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ
Άρθρο 220Πεδίο εφαρμογής (άρθρο 267 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)

Το παρόν Μέρος ρυθμίζει θέματα εξυγίανσης και εκκαθάρισης ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων των υποκαταστημάτων τους σε άλλα κράτη−μέλη, καθώς και υποκαταστημάτων ασφαλιστικών επιχειρήσεων τρίτων χωρών που είναι εγκατεστημένα στην Ελλάδα. Το παρόν Μέρος έχει εφαρμογή και σε υποκαταστήματα ελληνικών ασφαλιστικών επιχειρήσεων σε τρίτες χώρες, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από το δίκαιο της τρίτης χώρας.

Άρθρο 221Ορισμοί (άρθρα 268 και 296 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τους σκοπούς το παρόντος Μέρους δίδονται οι ακόλουθοι ορισμοί: α) «Αρμόδιες αρχές»: οι διοικητικές ή δικαστικές αρχές των κρατών−μελών, οι οποίες είναι αρμόδιες για τα μέτρα εξυγίανσης ή τις διαδικασίες εκκαθάρισης. Αναφορικά με τις επιχειρήσεις του άρθρου 220 του παρόντος, αρμόδια αρχή για τα μέτρα εξυγίανσης και τις διαδικασίες ασφαλιστικής εκκαθάρισης, είναι η Εποπτική Αρχή. β) «Μέτρα εξυγίανσης»: τα μέτρα τα οποία λαμβάνονται από την Εποπτική Αρχή και έχουν σκοπό να διαφυλάξουν ή να αποκαταστήσουν τη χρηματοοικονομική κατάσταση ασφαλιστικής επιχείρησης και τα οποία είναι δυνατόν να θίξουν προϋπάρχοντα δικαιώματα ληπτών ασφάλισης, ασφαλισμένων και δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση, καθώς και άλλων συμβαλλομένων μερών και λοιπών πιστωτών. γ) «Διαδικασίες εκκαθάρισης (κοινή εκκαθάριση)»: θεωρούνται οι συλλογικές διαδικασίες που συνεπάγονται τη ρευστοποίηση του ενεργητικού μιας ασφαλιστικής επιχείρησης και τη διανομή των εσόδων μεταξύ των πιστωτών, των μετόχων ή των μελών, όπως ενδείκνυται, και οι οποίες οπωσδήποτε συνεπάγονται παρέμβαση των αρμόδιων αρχών, ακόμη και όταν οι συλλογικές διαδικασίες περατώνονται με συμβιβασμό ή άλλο ανάλογο μέτρο είτε βασίζονται σε αφερεγγυότητα είτε όχι, και είτε είναι εκούσιες είτε υποχρεωτικές, δ) «Ασφαλιστική εκκαθάριση» είναι η συλλογική διαδικασία που συνεπάγεται τη ρευστοποίηση του ενεργητικού μίας ασφαλιστικής επιχείρησης και τη διανομή των εσόδων και η οποία διενεργείται από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή σε ασφαλιστική επιχείρηση, της οποίας έχει ανακληθεί η άδεια λειτουργίας της δυνάμει των άρθρων 103 και 114 του παρόντος, από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή. Διαρκεί μέχρι την πλήρη εξόφληση όλων των απαιτήσεων από ασφάλιση όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση η΄ της παρούσας ή μέχρι την εξάντληση της περιουσίας της επιχείρησης, εφόσον τούτο συμβεί νωρίτερα. ε) «Ασφαλιστικός Διαχειριστής»: κάθε πρόσωπο νομικό ή φυσικό, διοριζόμενο από τις αρμόδιες αρχές, έργο του οποίου είναι η υλοποίηση των μέτρων εξυγίανσης. στ) «Εκκαθαριστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, διοριζόμενο από τις αρμόδιες διοικητικές ή δικαστικές αρχές ή από τη Γενική Συνέλευση της ασφαλιστικής επιχείρησης στη περίπτωση της εκούσιας εκκαθάρισης, σύμφωνα με τη νομοθεσία του εκάστοτε κράτους−μέλους, έργο του οποίου είναι η διαχείριση των διαδικασιών εκκαθάρισης. ζ) «Ασφαλιστικός Εκκαθαριστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, διοριζόμενο από την Εποπτική Αρχή, το οποίο διενεργεί τις διαδικασίες ασφαλιστικής εκκαθάρισης. η) «Απαίτηση από ασφάλιση», θεωρείται κάθε υποχρέωση, γεγενημένη ή μη, για ποσό που οφείλει η ασφαλιστική επιχείρηση σε ασφαλισμένους, κατόχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων, δικαιούχους αποζημίωσης, ή σε κάθε ζημιωθέντα, οι οποίοι έχουν δικαίωμα άσκησης ευθείας αγωγής κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης που απορρέει από ασφαλιστικές συμβάσεις ή από τις εργασίες πρωτασφάλισης των περιπτώσεων ε΄ έως θ΄ του άρθρου 5 του παρόντος νόμου, περιλαμβανομένων των ποσών που αποθεματοποιούνται για τα προαναφερόμενα πρόσωπα, όταν δεν έχουν ακόμη καταστεί γνωστά ορισμένα στοιχεία της οφειλής. Τα ασφάλιστρα που οφείλονται από ασφαλιστική επιχείρηση λόγω μη κατάρτισης ή λόγω καταγγελίας ασφαλιστικών συμβάσεων ή των εργασιών που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, θεωρούνται επίσης απαιτήσεις από ασφάλιση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τους σκοπούς εφαρμογής των μέτρων εξυγίανσης και των διαδικασιών εκκαθάρισης του παρόντος Μέρους, που αφορούν υποκατάστημα ασφαλιστικής επιχείρησης της οποίας η έδρα ευρίσκεται εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, νοούνται ως: α) «κράτος − μέλος καταγωγής»: το κράτος − μέλος το οποίο χορήγησε στο υποκατάστημα άδεια λειτουργίας, σύμφωνα με τα άρθρα 130 έως 137 του παρόντος και β) «εποπτικές αρχές» και «αρμόδιες αρχές», οι αντίστοιχες αρχές του κράτους−μέλους στο οποίο το υποκατάστημα έλαβε άδεια λειτουργίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Όταν η ασφαλιστική επιχείρηση, η έδρα της οποίας ευρίσκεται εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει εγκατεστημένα υποκαταστήματα σε περισσότερα του ενός κράτη−μέλη, κάθε υποκατάστημα αντιμετωπίζεται, όσον αφορά στην εφαρμογή των μέτρων εξυγίανσης και εκκαθάρισης, αυτόνομα. Οι αρμόδιες αρχές και οι εποπτικές αρχές αυτών των κρατών−μελών προσπαθούν να συντονίζουν τις δράσεις τους. Οι ενδεχόμενοι ασφαλιστικοί διαχειριστές ή οι ασφαλιστικοί εκκαθαριστές ή οι εκκαθαριστές επίσης προσπαθούν να συντονίζουν τις δράσεις τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ΜΕΤΡΑ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
Άρθρο 222Λήψη μέτρων εξυγίανσης − Εφαρμοστέο δίκαιο (άρθρα 269, 285, 292 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αποκλειστικά αρμόδια να αποφασίζει για μέτρα εξυγίανσης στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις του άρθρου 220 είναι η Εποπτική Αρχή και εφαρμοστέο δίκαιο είναι το ελληνικό εκτός αν άλλως ορίζεται στο παρόν Κεφάλαιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα μέτρα εξυγίανσης παράγουν τα αποτελέσματα τους ταυτοχρόνως στην Ελλάδα και σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς να απαιτείται για αυτό περαιτέρω διατύπωση, καθώς και έναντι τρίτων στα άλλα κράτη−μέλη, ακόμα και αν το ισχύον δίκαιο στα κράτη−μέλη υποδοχής δεν προβλέπει τέτοια μέτρα ή εξαρτά την εφαρμογή τους από προϋποθέσεις οι οποίες δεν πληρούνται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αντιστοίχως, όταν η εξυγίανση αφορά ασφαλιστική επιχείρηση που έχει την καταστατική της έδρα σε άλλο κράτος − μέλος, αποκλειστικά αρμόδιες για τη λήψη των κατάλληλων μέτρων είναι οι αρχές του κράτους−μέλους αυτού και εφαρμοστέο το δίκαιο του ιδίου κράτουςμέλους εκτός αν άλλως ορίζεται στο παρόν Κεφάλαιο. Τα λαμβανόμενα από αυτές μέτρα εξυγίανσης παράγουν στην Ελλάδα αποτελέσματα χωρίς να απαιτείται άλλη διατύπωση, ακόμη και αν το ελληνικό δίκαιο δεν προβλέπει τέτοια μέτρα ή εξαρτά την εφαρμογή τους από προϋποθέσεις οι οποίες δεν πληρούνται, εκτός αν άλλως ορίζεται στο παρόν Κεφάλαιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τα μέτρα εξυγίανσης δεν εμποδίζουν την έναρξη διαδικασιών ασφαλιστικής ή κοινής εκκαθάρισης. Στην περίπτωση αυτή τα μέτρα εξυγίανσης διατηρούνται σε εφαρμογή και παράγουν αποτελέσματα παράλληλα με τις διαδικασίες ασφαλιστικής ή κοινής εκκαθάρισης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Τα αποτελέσματα των μέτρων εξυγίανσης επί των συμβάσεων και των δικαιωμάτων που προσδιορίζονται κατωτέρω, διέπονται από τους ακόλουθους κανόνες: α) Οι συμβάσεις απασχόλησης και οι εργασιακές σχέσεις διέπονται μόνον από το δίκαιο του κράτους μέλους το οποίο διέπει τη σύμβαση απασχόλησης ή την εργασιακή σχέση. β) Η σύμβαση η οποία παρέχει δικαίωμα χρήσεως ακινήτου ή κτήσεως κυριότητος επ’ αυτού, διέπεται μόνον από το δίκαιο του κράτους−μέλους στην επικράτεια του οποίου ευρίσκεται το ακίνητο. γ) Τα δικαιώματα της ασφαλιστικής επιχείρησης επί ακινήτου, πλοίου ή αεροσκάφους που υπόκεινται σε υποχρεωτική εγγραφή σε δημόσιο βιβλίο, διέπονται από το δίκαιο του κράτους−μέλους το οποίο επιτάσσει την τήρηση του βιβλίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στην περίπτωση εκκρεμοδικίας που αφορά στοιχείο του ενεργητικού ή δικαίωμα, το οποίο έχει απεκδυθεί η ασφαλιστική επιχείρηση, εφαρμοστέο δίκαιο καθίσταται μόνον το δίκαιο του κράτους−μέλους στο οποίο υφίσταται η εκκρεμοδικία.

Άρθρο 223Προϋποθέσεις ενεργοποίησης των μέτρων εξυγίανσης

Η Εποπτική Αρχή λαμβάνει τα κατάλληλα κατά την κρίση της μέτρα για την εξυγίανση ασφαλιστικής επιχείρησης, εκτιμώντας τα ακόλουθα: α) Τη διαφαινόμενη αδυναμία ασφαλιστικής επιχείρησης να ανακάμψει. β) Την αδυναμία λήψης εναλλακτικών μέτρων ισοδύναμου αποτελέσματος εντός κατάλληλου χρόνου για την αποτροπή αφερεγγυότητας της ασφαλιστικής επιχείρησης. γ) Τις εκτιμώμενες συνέπειες της αδυναμίας πληρωμών ασφαλιστικής επιχείρησης για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, λαμβανομένων υπόψη ιδίως: γα) του είδους των ασφαλιστικών εργασιών και του ύψους των τεχνικών προβλέψεων της ασφαλιστικής επιχείρησης και των απαιτήσεων επενδυτών κατ’ αυτού, γβ) του είδους και εύρους των υποχρεώσεων της ασφαλιστικής επιχείρησης έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων, επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, οργανισμών συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες και άλλων ασφαλιστικών επιχειρήσεων, και γγ) των συμμετοχών της ασφαλιστικής επιχείρησης στο μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών που ανήκουν στις αναφερόμενες στην υποπερίπτωση γβ΄ της παρούσας περίπτωσης κατηγορίες, όπως και των συμμετοχών τέτοιων εταιριών στο μετοχικό κεφάλαιο της ασφαλιστικής επιχείρησης, δ) την ανάγκη να επωμιστούν τις τυχόν απώλειες από την εξυγίανση της ασφαλιστικής επιχείρησης οι μέτοχοι, οι μη ενέγγυοι πιστωτές και με την επιφύλαξη της ανάγκης προστασίας της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας οι λήπτες ασφάλισης, οι ασφαλισμένοι και οι δικαιούχοι απαιτήσεων από ασφάλιση.

Άρθρο 224Διαδικασία ορισμού ασφαλιστικού διαχειριστήΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Εποπτική Αρχή δύναται να διορίσει σε ασφαλιστική επιχείρηση ασφαλιστικό διαχειριστή φυσικό ή νομικό πρόσωπο με ειδική γνώση και πείρα σε θέματα ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή πιστωτικών ιδρυμάτων όταν συντρέχει μία εκ των παρακάτω περιπτώσεων: α) η επιχείρηση παρακωλύει με οποιονδήποτε τρόπο τον έλεγχο που ασκείται από την Εποπτική Αρχή, β) όταν η ασφαλιστική επιχείρηση προβαίνει σε σοβαρές ή κατ’ εξακολούθηση παραβάσεις του παρόντος νόμου ή του αμέσου εφαρμογής ευρωπαϊκού δικαίου ή των αποφάσεων της Εποπτικής Αρχής ή όταν η επιχειρηματική της πορεία δημιουργεί εύλογες αμφιβολίες για τη χρηστή και συνετή διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων από τη διοίκησή της, με συνέπεια να τίθενται σε κίνδυνο η φερεγγυότητα της ασφαλιστικής επιχείρησης ή τα συμφέροντα των ληπτών ασφάλισης, ασφαλισμένων και δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση, γ) όταν διαφαίνεται ότι η ασφαλιστική επιχείρηση δεν διαθέτει επαρκή ίδια κεφάλαια ή ότι δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της ή δεν διαθέτει κατάλληλα περιουσιακά στοιχεία για την κάλυψη των ασφαλιστικών υποχρεώσεών της, δ) όταν διαπιστώνεται από την Εποπτική Αρχή επιδείνωση της κατάστασης φερεγγυότητας σύμφωνα με το άρθρο 112 του παρόντος, ε) όταν η ασφαλιστική επιχείρηση υποβάλλει σχετικό αίτημα, στ) όταν η ασφαλιστική επιχείρηση δεν έχει λάβει τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα που έχουν υποδειχθεί από την Εποπτική Αρχή, ζ) όταν η ασφαλιστική επιχείρηση δεν συμμορφώνεται με την απόφαση της Εποπτικής Αρχής για αύξηση μετοχικού κεφαλαίου σύμφωνα με το άρθρο 227 του παρόντος, η) όταν η ασφαλιστική επιχείρηση δεν συμμορφώνεται με την απόφαση της Εποπτικής Αρχής για υποχρεωτική μεταβίβαση χαρτοφυλακίου σύμφωνα με το άρθρο 228 του παρόντος, θ) όταν η ασφαλιστική επιχείρηση δεν συμμορφώνεται με την απόφαση της Εποπτικής Αρχής για αναστολή πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 229 του παρόντος, ι) όταν η ασφαλιστική επιχείρηση δεν συμμορφώνεται με την απόφαση της Εποπτικής Αρχής για μείωση απαιτήσεων από ασφάλιση σύμφωνα με το άρθρο 230 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η απόφαση της Εποπτικής Αρχής για το διορισμό ασφαλιστικού διαχειριστή κοινοποιείται αμελλητί στην ασφαλιστική επιχείρηση με άμεση ισχύ και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Από την κοινοποίηση στην ασφαλιστική επιχείρηση του διορισμού του ασφαλιστικού διαχειριστή και εφεξής, κάθε πράξη που αφορά στη διοίκηση της ασφαλιστικής επιχείρησης είναι ανίσχυρη εάν δεν συνέπραξε και ο ασφαλιστικός διαχειριστής. Εάν η Εποπτική Αρχή, κατόπιν σχετικής εισήγησης του ασφαλιστικού διαχειριστή ή και από άλλα στοιχεία και πληροφορίες που διαθέτει, κρίνει ότι οι εργασίες της ασφαλιστικής επιχείρησης δεν δύνανται να εξακολουθήσουν υπό την παρούσα διοίκηση, αποφασίζει την ανάθεση της διοίκησής της στον ασφαλιστικό διαχειριστή. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου δύναται να ληφθεί παράλληλα με το διορισμό του ασφαλιστικού διαχειριστή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ο ασφαλιστικός διαχειριστής διορίζεται για διάστημα που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες. Ο ως άνω διορισμός μπορεί να παρατείνεται με απόφαση της Εποπτικής Αρχής για διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες κάθε φορά. Η συνολική περίοδος των παρατάσεων δεν μπορεί να υπερβεί τους τριάντα έξι (36) μήνες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με την απόφαση διορισμού ασφαλιστικού διαχειριστή δύναται να καθορίζονται θέματα για τα οποία απαιτείται απόφαση της Εποπτικής Αρχής ή σχετική εκ μέρους της έγκριση. Επιπλέον, με την ως άνω απόφαση δύναται να απαιτείται από τον ασφαλιστικό διαχειριστή η λήψη συγκεκριμένων μέτρων ή η αποφυγή συγκεκριμένων ενεργειών προς ικανοποίηση του σκοπού της παραγράφου 1 του άρθρου 225 του παρόντος. Ο διορισμός ασφαλιστικού διαχειριστή δεν συνεπάγεται την ακύρωση, καταγγελία ή τροποποίηση των ασφαλιστικών συμβάσεων ή λοιπών συμφωνιών συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας ή έμμισθης εντολής, το ληξιπρόθεσμο οποιουδήποτε χρέους της ασφαλιστικής επιχείρησης ή την αναστολή των ατομικών διώξεων κατ’ αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Όταν δυνάμει δικαστικής αποφάσεως προκύπτει άμεσα ή έμμεσα θέμα νομιμότητας ή εγκυρότητας της εκλογής, συγκρότησης, σύνθεσης ή λειτουργίας του διοικητικού συμβουλίου ασφαλιστικής επιχείρησης, η Εποπτική Αρχή διορίζει ασφαλιστικό διαχειριστή, ο οποίος ασκεί τη διοίκηση της ασφαλιστικής επιχείρησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 225 του παρόντος, για διάστημα τριών (3) έως έξι (6) μηνών που μπορεί να παρατείνεται και, σε κάθε περίπτωση, μέχρι τη συγκρότηση νέου διοικητικού συμβουλίου.

Άρθρο 225Καθήκοντα του ασφαλιστικού διαχειριστή (άρθρα 293 και 294 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ασφαλιστικός διαχειριστής αξιολογεί την εν γένει οικονομική, διοικητική και οργανωτική κατάσταση της ασφαλιστικής επιχείρησης και καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της, με σκοπό είτε την ανάκαμψη της επιχείρησης είτε την προετοιμασία θέσης της επιχείρησης υπό ασφαλιστική εκκαθάριση κατά το άρθρο 235 του παρόντος. Σε μεταβιβάσεις χαρτοφυλακίου που διενεργούνται από ασφαλιστικές επιχειρήσεις στις οποίες έχει διορισθεί ασφαλιστικός διαχειριστής δεν εφαρμόζεται το άρθρο 479 του Αστικού Κώδικα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο ασφαλιστικός διαχειριστής υποχρεούται να υποβάλει στην Εποπτική Αρχή τις ακόλουθες εκθέσεις: α) Το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός τριάντα (30) ημερών από την απόφαση διορισμού του, έκθεση απογραφής των στοιχείων του ενεργητικού και παθητικού της ασφαλιστικής επιχείρησης. β) Το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός εξήντα (60) ημερών από την απόφαση διορισμού του έκθεση για: βα) τα ζητήματα που η Εποπτική Αρχή θα του θέσει, ιδίως για την κεφαλαιακή επάρκεια, το σχηματισμό προβλέψεων, όπως ασφαλιστικών, για τους εργαζόμενους, των επισφαλών απαιτήσεων κ.λπ., τα έξοδα πρόσκτησης, την αντασφάλιση, την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων, και την εν γένει οικονομική, διοικητική και οργανωτική κατάσταση της ασφαλιστικής επιχείρησης. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει απαραιτήτως έναν αναθεωρημένο ισολογισμό και μια προκαταρκτική εκτίμηση της καταλληλότητας των μέτρων εξυγίανσης του παρόντος Κεφαλαίου και των ενδεχόμενων επιπτώσεων για τους λήπτες ασφάλισης, ασφαλισμένους και δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση, καθώς και άλλων συμβαλλομένων μερών και λοιπών πιστωτών σε περίπτωση ασφαλιστικής εκκαθάρισης, ββ) το προτεινόμενο σχέδιο δράσης που μπορεί να περιλαμβάνει προτάσεις: ββα) για την επιστροφή της ασφαλιστικής επιχείρησης σε ομαλή λειτουργία μέσω διορθωτικών μέτρων, καθώς και για την πολιτική διανομής μερισμάτων και αμοιβών, βββ) για τα αναγκαία, κατά την άποψή του, μέτρα εξυγίανσης που σκοπό έχουν να διαφυλάξουν ή να αποκαταστήσουν τη χρηματοοικονομική κατάσταση ασφαλιστικής επιχείρησης και τα οποία είναι δυνατόν να θίξουν προϋπάρχοντα δικαιώματα άλλων συμβαλλομένων μερών και όχι αυτήν καθ’ αυτήν την ασφαλιστική επιχείρηση, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των μέτρων που συνεπάγονται τη δυνατότητα αναστολής πληρωμών, αναστολής εκτελεστικών μέτρων ή μείωσης των αποζημιώσεων, ββγ) για την προετοιμασία θέσης της ασφαλιστικής επιχείρησης υπό καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθάρισης σε περίπτωση που δεν κρίνεται εφικτή η ανάκαμψη ή εξυγίανσή της. Ο ασφαλιστικός διαχειριστής υποχρεούται να παρέχει οποιοδήποτε άλλο στοιχείο ή να υποβάλει οποιαδήποτε πρόσθετη έκθεση του ζητηθεί από την Εποπτική Αρχή. Ο ασφαλιστικός διαχειριστής επιβλέπει την εφαρμογή ή εφαρμόζει ο ίδιος το σχέδιο δράσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η διοίκηση και οι εργαζόμενοι της ασφαλιστικής επιχείρησης υποχρεούνται να παρέχουν στον ασφαλιστικό διαχειριστή οποιοδήποτε στοιχείο ή πληροφορία τους ζητηθεί σχετικά με την επιχείρηση και να διευκολύνουν την άσκηση των κατά το νόμο και την απόφαση της Εποπτικής Αρχής καθηκόντων του ασφαλιστικού διαχειριστή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ο ασφαλιστικός διαχειριστής είτε αναλαμβάνει είτε συμπράττει απλώς στη διοίκηση της ασφαλιστικής επιχείρησης, δύναται: α) να προσλαμβάνει εξωτερικούς νομικούς ή οικονομικούς συμβούλους, καθώς και λοιπό βοηθητικό προσωπικό και β) να ασκεί στο όνομα της ασφαλιστικής επιχείρησης κάθε ένδικο βοήθημα ή μέσο για την προάσπιση των συμφερόντων της, συμπεριλαμβανομένων αγωγών αποζημίωσης κατά προσώπων της διοίκησης ή του προσωπικού, εφόσον με πράξεις ή παραλείψεις τους ζημίωσαν την ασφαλιστική επιχείρηση. Τα σχετικά έξοδα βαρύνουν την ασφαλιστική επιχείρηση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ο ασφαλιστικός διαχειριστής υπόκειται στον έλεγχο και την εποπτεία της Εποπτικής Αρχής και ευθύνεται μόνο για δόλο και βαρειά αμέλεια. Η αμοιβή και το εν γένει κόστος που συνεπάγεται η άσκηση των καθηκόντων του ασφαλιστικού διαχειριστή καλύπτονται από την ασφαλιστική επιχείρηση στην οποία έχει διορισθεί ασφαλιστικός διαχειριστής και καθορίζονται με σχετική απόφαση της Εποπτικής Αρχής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ο ασφαλιστικός διαχειριστής δικαιούται να ασκεί στο έδαφος όλων των κρατών−μελών όλες τις εξουσίες που δικαιούται να ασκεί στην Ελλάδα. Μπορεί να εξουσιοδοτεί περαιτέρω πρόσωπα, νομικά ή φυσικά, για να τον επικουρούν ή να τον εκπροσωπούν σε άλλα κράτη−μέλη και ειδικότερα για να διευκολύνονται οι εκεί δικαιούχοι ασφαλίσματος. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του σε άλλο κράτος − μέλος, ο ασφαλιστικός διαχειριστής τηρεί τους νόμους του κράτους αυτού και ιδίως τις διαδικασίες ρευστοποίησης του ενεργητικού και ενημέρωσης των εργαζομένων. Οι αρμοδιότητες αυτές δεν περιλαμβάνουν δικαίωμα χρήσης βίας ούτε δικαίωμα λήψης απόφασης επί νομικών διαδικασιών ή διαφορών. Επίσης ο ασφαλιστικός διαχειριστής και κάθε άλλο δεόντως εξουσιοδοτημένο πρόσωπο μπορεί να ζητά καταχώριση της απόφασης για τη λήψη μέτρων εξυγίανσης στα δημόσια βιβλία που τηρούνται στα άλλα κράτη−μέλη. Τα έξοδα καταχώρησης λογίζονται ως έξοδα και δαπάνες της διαδικασίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Για την απόδειξη διορισμού ασφαλιστικού διαχειριστή άλλου κράτους−μέλους απαιτείται η προσκόμιση επικυρωμένου αντιγράφου του πρωτοτύπου της απόφασης διορισμού του ή οποιασδήποτε άλλης βεβαίωσης που εκδίδει η αρμόδια αρχή αυτού του κράτους−μέλους, μεταφρασμένων στην ελληνική γλώσσα.

Άρθρο 226Λήξη θητείας ή παύση ασφαλιστικού διαχειριστήΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται να αντικαθίσταται ο ασφαλιστικός διαχειριστής ή να τερματίζεται το έργο του. Ο τερματισμός του έργου του ασφαλιστικού διαχειριστή πριν από τη λήξη της ορισθείσας θητείας επιτρέπεται εφόσον η Εποπτική Αρχή διαπιστώσει ότι: α) οι λόγοι διορισμού κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 224 του παρόντος δεν υφίστανται πλέον ή β) η ασφαλιστική επιχείρηση δεν μπορεί να ανακάμψει ή να εξυγιανθεί. Στην τελευταία περίπτωση, η Εποπτική Αρχή αποφασίζει την ανάκληση της άδειας της ασφαλιστικής επιχείρησης κατά το άρθρο 114 του παρόντος και τη θέτει υπό ασφαλιστική εκκαθάριση κατά το άρθρο 235 του παρόντος. Σε περίπτωση τερματισμού του έργου του ασφαλιστικού διαχειριστή που δεν σχετίζεται με τη θέση της ασφαλιστικής επιχείρησης υπό ασφαλιστική εκκαθάριση, ο ασφαλιστικός διαχειριστής εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του μέχρι το διορισμό ή την εκλογή νέου διοικητικού συμβουλίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο ασφαλιστικός διαχειριστής δύναται να παραμένει στην ασφαλιστική επιχείρηση, με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, και μετά τη θέση της σε ασφαλιστική εκκαθάριση και σε συνεργασία με τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή, να συνεχίσει ορισμένες δραστηριότητες της ασφαλιστικής επιχείρησης, εφόσον αυτό απαιτείται για τη διασφάλιση των ασφαλισμένων και των τρίτων δικαιούχων αποζημίωσης ή εφόσον βρίσκεται σε εξέλιση η διαδικασία του άρθρου 228 του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή, δεν υφίστανται οι χρονικοί περιορισμοί της παραγράφου 4 του άρθρου 224 του παρόντος.

Άρθρο 227Αύξηση κεφαλαίου ως μέτρου εξυγίανσηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Εποπτική Αρχή μπορεί να αποφασίζει ως μέτρο εξυγίανσης την αύξηση κεφαλαίου ασφαλιστικής επιχείρησης εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος προσδιορίζοντας το ελάχιστο ποσό της απαιτούμενης αύξησης κεφαλαίου, προκειμένου η επιχείρηση να διαθέτει κατ’ ελάχιστον κεφάλαια ανταποκρινόμενα στις Ενότητες 4 και 5 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το διοικητικό συμβούλιο της ασφαλιστικής επιχείρησης και ο τυχόν ασφαλιστικός διαχειριστής που έχει διοριστεί στην εν λόγω ασφαλιστική επιχείρηση προβαίνουν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για την υλοποίηση της απόφασης της παραγράφου 1 του παρόντος, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην ως άνω απόφαση.

Άρθρο 228Υποχρεωτική μεταβίβαση χαρτοφυλακίουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Εποπτική Αρχή μπορεί με απόφασή της να υποχρεώσει ασφαλιστική επιχείρηση στη μεταβίβαση, εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, μέρους ή συνόλου ενός ή περισσοτέρων χαρτοφυλακίων ασφαλιστικών υποχρεώσεων της επιχείρησης. Το είδος των χαρτοφυλακίων των προς μεταβίβαση ασφαλιστικών υποχρεώσεων προσδιορίζεται στην απόφαση του προηγουμένου εδαφίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η διαδικασία μεταβίβασης είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις του άρθρου 28 του παρόντος, όμως το ποσοστό της υποπερίπτωσης αδ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 7 του ανωτέρω άρθρου προσδιορίζεται σε πενήντα επί τοις εκατό (50%), οι δε αποτιμήσεις των προς μεταβίβαση στοιχείων ενεργητικού και ασφαλιστικών υποχρεώσεων διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος. Στις μεταβιβάσεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται το άρθρο 479 του Αστικού Κώδικα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το διοικητικό συμβούλιο της ασφαλιστικής επιχείρησης και ο τυχόν ασφαλιστικός διαχειριστής που έχει διοριστεί στην εν λόγω ασφαλιστική επιχείρηση προβαίνουν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για την υλοποίηση της απόφασης της παραγράφου 1 του παρόντος καλώντας ασφαλιστικές επιχειρήσεις που κατά την κρίση τους και σύμφωνα με τις διαθέσιμες σε αυτούς κατά το χρόνο αυτόν πληροφορίες είναι κατάλληλες για την κτήση των υπό μεταβίβαση χαρτοφυλακίων ασφαλιστικών υποχρεώσεων σε άτυπη και εμπιστευτική διαδικασία υποβολής προσφορών για την απόκτησή τους. Η υποβαλλόμενη από κάθε ασφαλιστική επιχείρηση προσφορά προσδιορίζει το ύψος των περιουσιακών στοιχείων που θα επιθυμούσε να της μεταβιβαστούν ώστε να δεχθεί να αναλάβει τη σχετική ασφαλιστική υποχρέωση. Οι κληθείσες σε υποβολή προσφορών ασφαλιστικές επιχειρήσεις, καθώς και οι διοικούντες, υπάλληλοι και συνεργάτες τους, τηρούν απόρρητο ως προς κάθε πληροφορία που απέκτησαν με την ευκαιρία αυτή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Σε περίπτωση που για κάποιο ασφαλιστικό χαρτοφυλάκιο η αξία των προς μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων υπολείπεται της αξίας των αναγκαίων για την ολοκλήρωση της ως άνω μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων, τότε η Εποπτική Αρχή μπορεί να εφαρμόζει ανάλογη μείωση των αντίστοιχων ασφαλιστικών υποχρεώσεων σύμφωνα με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις του άρθρου 230 του παρόντος.

Άρθρο 229Αναστολή πληρωμώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Εποπτική Αρχή, με απόφασή της, μπορεί να αναστέλλει για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα την πληρωμή μερικώς ή ολικώς ληξιπρόθεσμων ή μη απαιτήσεων από ασφάλιση ή υποχρεώσεων μιας ασφαλιστικής επιχείρησης προς ασφαλισμένους, δικαιούχους ασφαλίσματος ή αποζημίωσης είτε λόγω καταγγελίας είτε λήξης της σύμβασης είτε λόγω επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης ή την καταβολή συγκεκριμένων παροχών προς ασφαλισμένους ή κατόχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων, καθώς και προς άλλα συμβαλλόμενα μέρη ή και προς λοιπούς πιστωτές εξαιρουμένων των απαιτήσεων από την παροχή εξαρτημένης εργασίας ή από έμμισθη εντολή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η απόφαση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου καθορίζει χρονικό διάστημα εφαρμογής της αναστολής και το εύρος εφαρμογής της αναστολής η οποία μπορεί να αφορά είτε στο σύνολο των υποχρεώσεων της επιχείρησης είτε σε μέρος αυτών όπως ενδεικτικά σε συγκεκριμένους ασφαλιστικούς κλάδους των άρθρων 4 και 5 του παρόντος ή συγκεκριμένες ομογενείς ομάδες κινδύνου ή κατηγορίες δραστηριοτήτων του άρθρου 61 του παρόντος ή συγκεκριμένες κατηγορίες πιστωτών ή αντισυμβαλλομένων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατά τη διάρκεια της ως άνω αναστολής αναστέλλονται οι προθεσμίες και η άσκηση των διαδικαστικών πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης. Το ίδιο ισχύει για τις αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η αναστολή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν ισχύει για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της ασφαλιστικής επιχείρησης που πηγάζουν από συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα που συνάπτονται σε κεφαλαιαγορές ή και αγορές χρήματος.

Άρθρο 230Μείωση των απαιτήσεων από ασφάλισηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Εποπτική Αρχή μπορεί να αποφασίζει, ως μέσο εξυγίανσης, την μείωση του συνόλου ή μέρους των ασφαλιστικών υποχρεώσεων μιας ασφαλιστικής επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η απόφαση της παραγράφου 1 του παρόντος νόμου καθορίζει, για τις απαιτήσεις από ασφάλιση αναφορικά με εκκρεμείς αποζημιώσεις το ποσοστό μείωσης αυτών, για δε τις ασφαλιστικές υποχρεώσεις από εν ισχύ ασφαλιστικές συμβάσεις το ποσοστό μείωσης των συμβατικά καθορισμένων ασφαλισμένων ποσών ή παροχών. Το ποσοστό μείωσης του προηγουμένου εδαφίου μπορεί να διαφοροποιείται ανά ασφαλιστικό κλάδο των άρθρων 4 και 5 του παρόντος ή ανά συγκεκριμένη ομογενή ομάδα κινδύνου ή κατηγορία δραστηριοτήτων του άρθρου 61 του παρόντος ή ανά είδος παροχής ή παρεχόμενης κάλυψης και δεν μπορεί να καταλήγει σε ασφαλισμένα ποσά μικρότερα από τυχόν ελάχιστα οριζόμενα από νόμο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Εποπτική Αρχή, για τον καθορισμό του ύψους της εν λόγω μείωσης, λαμβάνει υπόψη της το βαθμό επιδείνωσης της οικονομικής θέσης των ληπτών της ασφάλισης σε σχέση με αυτή στην οποία θα βρίσκονταν εάν η ασφαλιστική επιχείρηση ετίθετο άμεσα σε ασφαλιστική εκκαθάριση πριν από την εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το τελικό μετά την εν λόγω μείωση ασφαλισμένο κεφάλαιο ή το τελικό μετά την εν λόγω μείωση ύψος των καλυπτόμενων παροχών, καθώς και οι τυχόν λοιπές ή συνεπακόλουθες τροποποιήσεις που επέρχονται σε στοιχεία που περιλαμβάνονται σε εν ισχύ ασφαλιστικές συμβάσεις, γνωστοποιούνται εγγράφως σε κάθε έναν κάτοχο ασφαλιστηρίου συμβολαίου.

Άρθρο 231Ενημέρωση των εποπτικών αρχών (άρθρο 270 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)

Η Εποπτική Αρχή ενημερώνει αμελλητί τις εποπτικές αρχές των λοιπών κρατών−μελών, καθώς και την ΕΑΑΕΣ για κάθε απόφαση περί λήψης μέτρων εξυγίανσης, καθώς και για τις ενδεχόμενες πρακτικές συνέπειες των μέτρων αυτών.

Άρθρο 232Δημοσίευση των αποφάσεων περί μέτρων εξυγίανσης (άρθρο 271 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Εποπτική Αρχή δημοσιοποιεί την απόφαση περί του μέτρου εξυγίανσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και, περαιτέρω, δημοσιεύει αμελλητί απόσπασμα της εν λόγω απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η δημοσίευση αναφέρει οπωσδήποτε την Εποπτική Αρχή ως αρμόδια αρχή, το εφαρμοστέο δίκαιο σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 222 του παρόντος, καθώς και τα στοιχεία του ασφαλιστικού διαχειριστή που έχει τυχόν διοριστεί.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Εποπτική Αρχή, εφόσον ενημερωθεί για την απόφαση περί μέτρου εξυγίανσης σε άλλο κράτος − μέλος από τον αρμόδιο προς τούτο δημοσιεύει την απόφαση αυτή στον ιστότοπό της. Η εν λόγω δημοσίευση διενεργείται τουλάχιστον στην ελληνική γλώσσα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα μέτρα εξυγίανσης εφαρμόζονται και παράγουν πλήρη αποτελέσματα έναντι ληπτών ασφάλισης, ασφαλισμένων και δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση, καθώς και άλλων συμβαλλομένων μερών και λοιπών πιστωτών ανεξάρτητα από την εφαρμογή των διατάξεων περί δημοσίευσης του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση που τα μέτρα εξυγίανσης θίγουν αποκλειστικά τα δικαιώματα μετόχων ή μελών σε περίπτωση αλληλασφαλιστικών συνεταιρισμών ή υπαλλήλων της ασφαλιστικής επιχείρησης που ενεργούν υπό αυτήν την ιδιότητα, οπότε η ενημέρωσή τους γίνεται με τρόπο που καθορίζεται με απόφαση της Εποπτικής Αρχής.

Άρθρο 233Κοινοποίηση μέτρων εξυγίανσης (άρθρο 272 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 230 του παρόντος, εφόσον θίγονται δικαιώματα ληπτών ασφάλισης, ασφαλισμένων, δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση ή άλλων συμβαλλομένων μερών ή λοιπών πιστωτών, ο ασφαλιστικός διαχειριστής, εφόσον έχει οριστεί, ή η Εποπτική Αρχή σε διαφορετική περίπτωση, κοινοποιεί τα μέτρα εξυγίανσης στους λήπτες ασφάλισης, στους ασφαλισμένους, στους δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση, καθώς στα άλλα συμβαλλόμενα μέρη και λοιπούς πιστωτές που έχουν στην Ελλάδα την κατοικία, τη συνήθη διαμονή ή την καταστατική τους έδρα, με την ανάρτηση περίληψης της σχετικής απόφασης στον ιστότοπο της ασφαλιστικής επιχείρησης και της Εποπτικής Αρχής. Σε παρόμοια κοινοποίηση υποχρεούνται και για τους λήπτες ασφάλισης, ασφαλισμένους, δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση και για τα άλλα συμβαλλόμενα μέρη και λοιπούς πιστωτές οι οποίοι είναι γνωστοί και έχουν την κατοικία, τη συνήθη διαμονή ή την καταστατική τους έδρα σε άλλα κράτη−μέλη. Η ενημέρωση των προσώπων του προηγουμένου εδαφίου γίνεται σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρου 244 του παρόντος, εφαρμοζόμενο αναλόγως.

Άρθρο 234Λοιπά θέματα εξυγίανσης (άρθρα 286, 287, 288, 289, 291 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τα μέτρα εξυγίανσης δεν θίγουν τα εμπράγματα δικαιώματα πιστωτών ή τρίτων επί ενσωμάτων ή άυλων πραγμάτων, κινητών ή ακινήτων, επί συγκεκριμένων στοιχείων του ενεργητικού ή και στοιχείων του ενεργητικού ως συνόλου, που κατά καιρούς αλλάζει, τα οποία ανήκουν στην ασφαλιστική επιχείρηση και ευρίσκονται εντός της επικράτειας άλλου κράτους−μέλους κατά την έναρξη των εν λόγω μέτρων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα δικαιώματα που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο είναι ιδίως: α) Το δικαίωμα απευθείας ή μέσω τρίτου διάθεσης στοιχείου του ενεργητικού και ικανοποίησης από το τίμημα ή τις προσόδους του, ιδίως δυνάμει ενεχύρου ή υποθήκης. β) Το αποκλειστικό δικαίωμα είσπραξης μιας απαιτήσεως και ιδίως το δικαίωμα, το ασφαλιζόμενο είτε με ενέχυρο, αντικείμενο του οποίου είναι η απαίτηση, είτε με εκχώρηση απαιτήσεως ως εγγύηση. γ) Το δικαίωμα διεκδίκησης και η απαίτηση επιστροφής του στοιχείου του ενεργητικού εις χείρας οποιουδήποτε κατέχοντος ή καρπουμένου αντίθετα προς τη βούληση του δικαιούχου. δ) Το εμπράγματο δικαίωμα επικαρπίας επί στοιχείου του ενεργητικού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εξομοιώνεται προς εμπράγματο δικαίωμα, το δικαίωμα το εγγεγραμμένο σε δημόσιο βιβλίο και αντιτάξιμο έναντι τρίτων, δια του οποίου είναι δυνατή η απόκτηση εμπραγμάτου δικαιώματος κατά την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τα μέτρα εξυγίανσης ασφαλιστικής επιχείρησης, ως αγοραστή στοιχείου του ενεργητικού, δεν θίγουν τα δικαιώματα του πωλητή που βασίζονται σε επιφύλαξη κυριότητας εάν, κατά την έναρξη των εν λόγω μέτρων, το στοιχείο του ενεργητικού ευρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος. Η επιβολή μέτρων εξυγίανσης, μετά την παράδοση του πωληθέντος από αυτήν στοιχείου του ενεργητικού, δεν αποτελεί λόγο λύσεως ή καταγγελίας της πωλήσεως ούτε κωλύει τον αγοραστή να αποκτήσει την κυριότητα του πωληθέντος εάν, κατά την επιβολή, το πωληθέν στοιχείο του ενεργητικού ευρίσκεται σε άλλο κράτος − μέλος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η λήψη μέτρων εξυγίανσης δεν θίγει το δικαίωμα των πιστωτών να προτείνουν συμψηφισμό των απαιτήσεών τους προς τις αντίστοιχες απαιτήσεις της ασφαλιστικής επιχείρησης, εφόσον ο εν λόγω συμψηφισμός επιτρέπεται από το δίκαιο που διέπει την απαίτηση της ασφαλιστικής επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος, τα αποτελέσματα των μέτρων εξυγίανσης επί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμμετεχόντων σε οργανωμένη αγορά, διέπονται μόνον από το δίκαιο που διέπει την εν λόγω αγορά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Σε περίπτωση που η ασφαλιστική επιχείρηση μετά την έναρξη της λήψη μέτρων εξυγίανσης συνάπτει δικαιοπραξία με την οποία διατίθενται εξ επαχθούς αιτίας: α) ακίνητο, β) πλοίο ή αεροσκάφος εγγραφόμενο υποχρεωτικά σε δημόσιο βιβλίο ή γ) κινητές αξίες ή άλλοι τίτλοι, προϋπόθεση της ύπαρξης ή της μεταβίβασης των οποίων είναι η εγγραφή σε βιβλίο ή λογαριασμό, κατά τα οριζόμενα από το νόμο, ή οι οποίες κινητές αξίες ή άλλοι τίτλοι τοποθετούνται σε κεντρικό σύστημα καταθέσεων διεπόμενο από το δίκαιο κράτους−μέλους. Το κύρος της δικαιοπραξίας διέπεται από το δίκαιο του κράτους−μέλους στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται το ακίνητο ή το δίκαιο του κράτους−μέλους το οποίο επιτάσσει την τήρηση του βιβλίου, του συστήματος ή του λογαριασμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ
Άρθρο 235Έναρξη διαδικασιών εκκαθάρισης (άρθρο 273 και παράγραφος 2 του άρθρου 284 της Οδηγίας 2009/138/EK)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Εποπτική Αρχή είναι η μόνη αρμόδια να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης του άρθρου 220 του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή ακολουθεί το στάδιο ασφαλιστικής εκκαθάρισης, εκτός αν άλλως ορίζεται στην απόφαση. Η σχετική απόφαση αναγνωρίζεται χωρίς άλλες διατυπώσεις και παράγει τα αποτελέσματά της ταυτόχρονα σε όλα τα κράτη−μέλη. Η απόφαση αυτή μπορεί να λαμβάνεται ανεξάρτητα από τη λήψη ή διατήρηση μέτρων εξυγίανσης. Η ανάκληση της άδειας λειτουργίας διενεργείται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 114 του παρόντος. Ανάλογες αποφάσεις των άλλων κρατών−μελών, εφόσον λαμβάνονται σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους−μέλους καταγωγής, παράγουν αποτελέσματα στην Ελλάδα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Εποπτική Αρχή ενημερώνει αμελλητί τις εποπτικές αρχές των λοιπών κρατών−μελών, καθώς και την ΕΑΑΕΣ για κάθε απόφαση περί έναρξης ασφαλιστικής εκκαθάρισης, καθώς και για τις ενδεχόμενες πρακτικές συνέπειες που μπορεί αυτή να συνεπάγεται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στην περίπτωση ασφαλιστικής εκκαθάρισης εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα, και επί ζητημάτων που δεν ρυθμίζονται από τον Πτωχευτικό Κώδικα, οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 και του ΚΠολΔ. Παράβαση των διατάξεων αυτών επιφέρει τις ίδιες κυρώσεις και πρόστιμα στο πρόσωπο του ασφαλιστικού εκκαθαριστή όπως στην περίπτωση του Διοικητικού Συμβουλίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τριάντα (30) ημέρες μετά την ανάκληση της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης θεωρούνται αυτοδίκαια λυμένες όλες οι ασφαλιστικές συμβάσεις της. Η Εποπτική Αρχή μπορεί με απόφασή της να παρατείνει, για ένα ή περισσότερα ασφαλιστικά χαρτοφυλάκια, το χρονικό διάστημα του πρώτου εδαφίου της παρούσας, για όσο χρόνο βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία του άρθρου 228 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Εφόσον για κάποιο χαρτοφυλάκιο δεν βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία του άρθρου 228 του παρόντος, η μεταβίβασή του γίνεται ύστερα από άδεια της Εποπτικής Αρχής σύμφωνα με την διαδικασία της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 28 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η Εποπτική Αρχή μπορεί να ζητά από τις εποπτικές αρχές άλλων κρατών μελών κάθε πληροφόρηση για την εξέλιξη της διαδικασίας εκκαθάρισης ασφαλιστικής επιχείρησης άλλου κράτους−μέλους. Αντιστοίχως, οι εποπτικές αρχές άλλων κρατών−μελών μπορούν να ζητούν πληροφορίες για την εξέλιξη της διαδικασίας εκκαθάρισης από την Εποπτική Αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ασφαλιστική επιχείρηση δεν κηρύσσεται σε πτώχευση ούτε είναι δυνατόν να ανοίξει επ’ αυτής προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης. Λύση, για οποιονδήποτε λόγο, του νομικού προσώπου ασφαλιστικής επιχείρησης δεν μπορεί να επέλθει εφόσον η Εποπτική Αρχή δεν έχει προηγουμένως ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας της επιχείρησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 236Δημοσίευση των αποφάσεων περί έναρξης διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης (άρθρο 280 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η απόφαση θέσης της ασφαλιστικής επιχείρησης σε ασφαλιστική εκκαθάριση καταχωρείται από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή στο μητρώο ανωνύμων εταιριών που τηρείται στο Υπουργείο Ανάπτυξης και στο μητρώο ασφαλιστικών εταιριών που τηρείται στην Εποπτική Αρχή. Περίληψη αυτής δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθώς και στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η δημοσίευση αναφέρει οπωσδήποτε την Εποπτική Αρχή ως αρμόδια αρχή, το εφαρμοστέο δίκαιο σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 246 του παρόντος, καθώς και τα στοιχεία του ασφαλιστικού εκκαθαριστή που έχει διοριστεί.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Εποπτική Αρχή, εφόσον ενημερωθεί για την απόφαση περί έναρξης διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης σε άλλο κράτος − μέλος από τον αρμόδιο προς τούτο, δύναται να δημοσιεύει την απόφαση αυτή στον ιστότοπό της. Η εν λόγω δημοσίευση θα πρέπει να γίνει τουλάχιστον στην ελληνική γλώσσα.

Άρθρο 237Διαδικασία διορισμού ασφαλιστικού εκκαθαριστήΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Εποπτική Αρχή διορίζει με απόφασή της, από κατάλογο προσώπων που έχει διαμορφώσει και βρίσκεται αναρτημένος στην ιστοσελίδα της και τον οποίο επικαιροποιεί ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ως ασφαλιστικό εκκαθαριστή φυσικό ή νομικό πρόσωπο με ειδική γνώση και πείρα σε θέματα ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή πιστωτικών ιδρυμάτων. Ο διορισμός ανακαλείται σε κάθε χρονική στιγμή για οποιονδήποτε λόγο. Η απόφαση αυτή δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται και η αμοιβή του ασφαλιστικού εκκαθαριστή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής ή εφόσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο, οι νόμιμοι εκπρόσωποί του, δεν υπέχει ποινική ευθύνη ούτε προσωποκρατείται ούτε υπέχει οποιαδήποτε άλλη ευθύνη για χρέη της ασφαλιστικής επιχείρησης προς το Δημόσιο ή τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους. Ευθύνεται μόνο για δόλο και βαριά αμέλεια.

Άρθρο 238Καθήκοντα του ασφαλιστικού εκκαθαριστή (άρθρα 293, 294 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής δικαιούται να ασκεί όλες τις κατά τον παρόντα νόμο αρμοδιότητες του εντός όλων των κρατών−μελών. Ο διορισμός του αποδεικνύεται με την προσκόμιση επικυρωμένου αντιγράφου του πρωτοτύπου της απόφασης διορισμού του. Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής δύναται να ορίζει με ειδικό πληρεξούσιο, πρόσωπα, φυσικά ή νομικά, για τη διευθέτηση θεμάτων που προκύπτουν σε άλλο κράτος−μέλος, εάν τούτο είναι αναγκαίο, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του σε άλλο κράτος−μέλος, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής τηρεί τους νόμους του κράτους αυτού και ιδίως τις διαδικασίες ρευστοποίησης του ενεργητικού και ενημέρωσης των εργαζομένων. Οι αρμοδιότητες αυτές δεν περιλαμβάνουν δικαίωμα χρήσης βίας ούτε δικαίωμα λήψης απόφασης επί νομικών διαδικασιών ή διαφορών. Επίσης, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής και κάθε κατάλληλα εξουσιοδοτημένο πρόσωπο μπορούν να ζητούν καταχώρηση της απόφασης για τη διαδικασία εκκαθάρισης στα δημόσια βιβλία που τηρούνται στα άλλα κράτη−μέλη. Τα έξοδα καταχώρησης λογίζονται ως έξοδα και δαπάνες της διαδικασίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για την απόδειξη διορισμού εκκαθαριστή άλλου κράτους−μέλους απαιτείται προσκόμιση επικυρωμένου αντιγράφου του πρωτοτύπου της απόφασης διορισμού του ή οποιασδήποτε άλλης βεβαίωσης που εκδίδει η αρμόδια αρχή αυτού του κράτους−μέλους, μεταφρασμένων στην ελληνική γλώσσα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής διεκπεραιώνει την ασφαλιστική εκκαθάριση και μεριμνά για κάθε αναγκαία, προς τούτο, εργασία. Συντάσσει εναρκτήριο ισολογισμό εντός των πρώτων τριών (3) μηνών από την ημερομηνία ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της ασφαλιστικής επιχείρησης και μεριμνά για την αναζήτηση ληξιπρόθεσμων ασφαλίστρων και λοιπών απαιτήσεων, λαμβάνοντας όλα τα νόμιμα μέτρα εντός των πρώτων δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της ασφαλιστικής επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η Εποπτική Αρχή μπορεί να ζητά από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή οποιαδήποτε πληροφορία για την πορεία της ασφαλιστικής εκκαθάρισης και τον ελέγχει για τις ενέργειες, πράξεις και παραλείψεις του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής έχει τη δυνατότητα να προσλαμβάνει προσωπικό ή να αναθέτει σε νομικά ή φυσικά πρόσωπα, νομικούς ή οικονομικούς ή άλλους συμβούλους, για την εκπλήρωση των καθηκόντων του, κατόπιν εγκρίσεως της Εποπτικής Αρχής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η Εποπτική Αρχή, με απόφασή της που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται να καθορίζει το περιεχόμενο και τη συχνότητα υποβολής από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή των πληροφοριών του παρόντος άρθρου, καθώς και τις διαδικασίες εφαρμογής του.

Άρθρο 239Διαδικασία ασφαλιστικής εκκαθάρισης (Άρθρα 279, 284 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η έναρξη ασφαλιστικής εκκαθάρισης δεν εμποδίζει τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή να συνεχίζει ορισμένες δραστηριότητες της ασφαλιστικής επιχείρησης, εφόσον αυτό απαιτείται ή ενδείκνυται για τους σκοπούς της εκκαθάρισης με την άδεια και υπό την εποπτεία της Εποπτικής Αρχής, ενδεικτικά να διαχειρίζεται την περιουσία της επιχείρησης και να συνάπτει δάνεια με πιστωτικά ιδρύματα με σκοπό να εξοφλεί δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση. Οι απαιτήσεις από τα δάνεια αυτά έχουν το προνόμιο της παραγράφου 1 του άρθρου 240 του παρόντος. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής καθορίζονται ειδικότερα οι όροι εφορμογής της παρούσας παραγράφου και οι προϋποθέσεις της συνέχισης των κατά τα ανωτέρω δραστηριοτήτων της ασφαλιστικής επιχείρησης από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής ενημερώνει τακτικά με τον πλέον πρόσφορο τρόπο τους δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση και λοιπούς πιστωτές σχετικά με την πορεία της εκκαθάρισης. Προς τούτο, ενημερώνει την ιστοσελίδα της υπό εκκαθάριση επιχείρησης τουλάχιστον μηνιαίως σχετικά με την πορεία της εκκαθάρισης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατά το χρονικό διάστημα που η ασφαλιστική επιχείρηση βρίσκεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση αναστέλλεται κάθε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της και σε βάρος των ασφαλισμένων της για ασφαλίσεις αστικής ευθύνης, μέχρι το ποσό για το οποίο ευθύνεται εις ολόκληρο η ασφαλιστική επιχείρηση. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα αναστέλλονται οι ατομικές διώξεις των δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Αγωγές του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών εισάγονται και εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Εκκρεμείς διαφορές στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας εισάγονται, με κλήση οποιουδήποτε νομιμοποιουμένου, στο μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης ανεξάρτητα από το ποσό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Κατάσχεση ή δέσμευση περιουσιακών στοιχείων της ασφαλιστικής επιχείρησης στα χέρια της ιδίας ή τρίτου δεν επιτρέπεται κατά το χρονικό διάστημα που η ασφαλιστική επιχείρηση βρίσκεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση.

Άρθρο 240Προνομιακή κατάταξη απαιτήσεων (άρθρα 275 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι απαιτήσεις από ασφαλίσεις έχουν απόλυτη προνομιακή μεταχείριση έναντι οποιασδήποτε άλλης απαιτήσεως κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης, στο σύνολο των στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 1 του παρόντος, οι δαπάνες που αφορούν στα έξοδα της διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης συμπεριλαμβανομένων των αμοιβών και των εξόδων του ασφαλιστικού εκκαθαριστή, έχουν προνόμιο επί του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού της επιχείρησης, που προηγείται των απαιτήσεων από ασφάλιση. Η Εποπτική Αρχή με απόφασή της μπορεί να περιορίζει τις δαπάνες ή να καθορίζει το μέγιστο ποσό των δαπανών του προηγουμένου εδαφίου που διαθέτουν προνόμιο που προηγείται των απαιτήσεων από ασφάλιση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Επίσης, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 1 και μετά τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 του παρόντος, οι ακόλουθες απαιτήσεις έχουν προνόμιο επί του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού της επιχείρησης, που προηγείται των απαιτήσεων από ασφάλιση υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 241 του παρόντος: α) Οι απαιτήσεις από την παροχή εξαρτημένης εργασίας, οι απαιτήσεις από αμοιβές, έξοδα και αποζημιώσεις των δικηγόρων, που αμείβονται με πάγια περιοδική αμοιβή, εφόσον προέκυψαν μέσα στην τελευταία διετία πριν τη θέση σε ασφαλιστική εκκαθάριση, καθώς και απαιτήσεις από αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σχέσεως εργασίας και απαιτήσεις των δικηγόρων για αποζημίωση λόγω λύσης της σύμβασης έμμισθης εντολής ανεξάρτητα από το χρόνο που προέκυψαν, β) οι φορολογικές απαιτήσεις του Δημοσίου, γ) οι απαιτήσεις των ταμείων κοινωνικής ασφάλισης, δ) οι απαιτήσεις επί στοιχείων του ενεργητικού βεβαρημένων με εμπράγματα δικαιώματα.

Άρθρο 241Στοιχεία του ενεργητικού που αντιστοιχούν σε προνομιακές απαιτήσεις (άρθρα 276 και 278 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μεριμνούν ώστε οι απαιτήσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 240 του παρόντος και οι οποίες έχουν καταχωρηθεί στους λογαριασμούς της ασφαλιστικής επιχείρησης να καλύπτονται, ανά πάσα στιγμή και ανεξαρτήτως πιθανής εκκαθάρισης, με στοιχεία του ενεργητικού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων που δεν αντιστοιχούν στις απαιτήσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 240 του παρόντος υπερβαίνει σε κάθε χρονική στιγμή την αξία των αντίστοιχων τεχνικών προβλέψεων. Σε περίπτωση, όμως, που η ως άνω αξία υπολείπεται σε κάποια χρονική στιγμή της αξίας των τεχνικών προβλέψεων, η ασφαλιστική επιχείρηση συμπληρώνει άμεσα τα περιουσιακά στοιχεία, ώστε να πληρούται η προϋπόθεση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Η μη άμεση συμπλήρωσή του αποτελεί λόγο λήψης μέτρων εξυγίανσης ή και ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης από την Εποπτική Αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, ο υπολογισμός της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων, των τεχνικών προβλέψεων συμπεριλαμβανομένων, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ’ του Πρώτου Μέρους του παρόντος. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής καθορίζονται όλες οι λεπτομέρειες που αφορούν τις μεθόδους υπολογισμού της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, οι οποίες αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Από το χρόνο ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης, οι εγγραφές στους λογαριασμούς της παραγράφου 1 του παρόντος δεν μεταβάλλονται, εκτός των διορθώσεων προφανών ή τεχνικών λαθών, χωρίς προηγούμενη άδεια της Εποπτικής Αρχής.

Άρθρο 242Εργασίες εκκαθάρισης – Εξασφάλιση και αναγγελία απαιτήσεων από ασφάλισηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αμέσως μετά την ανάκληση της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης και τη θέση της σε ασφαλιστική εκκαθάριση, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής προβαίνει σε σφράγιση, απογραφή και εν συνεχεία αποσφράγιση των κεντρικών γραφείων, των υποκαταστημάτων και των γραφείων εξυπηρέτησης της επιχείρησης σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του ΚΠολΔ. Ανεξάρτητα από την υπαγωγή της επιχείρησης στο καθεστώς της ασφαλιστικής εκκαθάρισης, η περάτωση των εκτός του ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου εκκρεμών υποθέσεων συνεχίζεται κατά τις διατάξεις της κοινής εκκαθάρισης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής καλεί μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από το διορισμό του ή από την πάροδο του χρονικού διαστήματος της παραγράφου 4 του άρθρου 235 του παρόντος, τους δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση, με ανακοίνωση, που δημοσιεύεται μια (1) φορά την εβδομάδα, επί τρεις (3) συνεχείς εβδομάδες σε πέντε (5) ημερήσιες, πανελλαδικής κυκλοφορίας, εφημερίδες, καθώς και στην ιστοσελίδα της επιχείρησης, να του αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους με όλα τα δικαιολογητικά τους στοιχεία. Οι αναγγελίες απαιτήσεων γίνονται δεκτές εντός προθεσμίας τεσσάρων (4) μηνών από την πρώτη δημοσίευση. Η επαλήθευση των απαιτήσεων από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή, αρχίζει το αργότερο μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από τη λήξη της ως άνω προθεσμίας και ολοκληρώνεται στο συντομότερο χρονικό διάστημα. Γίνονται δεκτές οι απαιτήσεις από ασφαλίσεις που δεν αμφισβητούνται από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή ή έχουν επιδικασθεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή με απόφαση διαιτητικού δικαστηρίου, εναντίον της οποίας δεν έχει ασκηθεί αγωγή ακύρωσης εντός της προβλεπόμενης από τον ΚΠολΔ προθεσμίας, ή αυτή έχει απορριφθεί τελεσίδικα. Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής δημοσιεύει κατάσταση των δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση. Στην κατάσταση αυτήν περιλαμβάνονται: α) οι δικαιούχοι απαιτήσεων από ασφαλίσεις ζωής, β) οι δικαιούχοι απαιτήσεων από ασφαλίσεις κατά ζημιών, που έχουν δηλώσει την επέλευση της ασφαλιστικής περίπτωσης και έχει καταχωρηθεί η δήλωση στα βιβλία της ασφαλιστικής επιχείρησης, γ) όσοι αναγγέλθηκαν μέσα στην ως άνω προθεσμία. Στην ανωτέρω κατάσταση περιλαμβάνονται και εκείνεςοι απαιτήσεις που αμφισβητούνται δικαστικά ή εξώδικα, με αναφορά στο ποσό που διεκδικεί ο δικαιούχος απαιτήσεων από ασφάλιση, καθώς και στο τυχόν ποσό που εκτιμά ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής ότι αναλογεί στην απαίτηση. Μέσα σε δύο (2) μήνες από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των αναγγελιών η ως άνω κατάσταση αναρτάται στην ιστοσελίδα της επιχείρησης και η ανακοίνωση της καταχώρησής της δημοσιεύεται σε δύο (2) τουλάχιστον ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες από τις οποίες η μία (1) τουλάχιστον εκδίδεται στην έδρα της επιχείρησης, μία (1) φορά την εβδομάδα επί τρεις (3) συνεχείς εβδομάδες. Αντιρρήσεις κατά της πιο πάνω κατάστασης ασκούνται με ανακοπή στο μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης μέσα σε σαράντα πέντε (45) ημέρες από την τελευταία δημοσίευση και εκδικάζονται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. ’Έφεση κατά της απόφασης του πρωτοδικείου εκδικάζεται από το αρμόδιο εφετείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Η απόφαση του εφετείου δεν υπόκειται σε κανένα ένδικο μέσο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής γνωστοποιεί στο Επικουρικό Κεφάλαιο την αναλυτική κατάσταση με τις βεβαιωμένες απαιτήσεις από ασφαλίσεις αστικής ευθύνης αυτοκινήτων, καθώς και κάθε επικαιροποίηση αυτής. Το Επικουρικό Κεφάλαιο καταβάλει αποζημίωση σε κάθε δικαιούχο με βάση την κατάσταση του προηγουμένου εδαφίου και σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο ν.δ.489/1976 (Α΄ 331). Στην περίπτωση αυτή, το Επικουρικό Κεφάλαιο δεν υποκαθίσταται στα εξ’ αιτίας του ατυχήματος δικαιώματα του προσώπου που ζημιώθηκε έναντι του υποχρέου για αποζημίωση, υποκαθίσταται όμως, μέχρι του ποσού της αποζημίωσης που κατέβαλε, στο κατ’ άρθρο 240 του παρόντος προνόμιο των απαιτήσεων από ασφάλιση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής ικανοποιεί από το προϊόν της εκποίησης περιουσιακών στοιχείων δικαιούχους από ασφάλιση συμμέτρως.

Άρθρο 243Εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων ασφαλιστικής εκκαθάρισηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων γίνονται σε αξίες που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής καθορίζονται όλες οι λεπτομέρειες που αφορούν στις εκτιμήσεις των αξιών των περιουσιακών στοιχείων του προηγούμενου εδαφίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ειδικώς, οι εκποιήσεις ακινήτων διενεργούνται με πλειοδοτικό διαγωνισμό, που διενεργείται με υποβολή κλειστών και σφραγισμένων έγγραφων προσφορών και τιμή εκκίνησης την προσδιοριζόμενη σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής ορίζονται τα στοιχεία που πρέπει να περιέχει η διακήρυξη διενέργειας του πλειοδοτικού διαγωνισμού και ενδεικτικά ο τρόπος κατάθεσης των προσφορών, η διαδικασία αποσφράγισής τους, η αξιολόγηση αυτών, τα κριτήρια επιλογής του τελικού πλειοδότη, η δημοσίευση της διακήρυξης και η διαδικασία διενέργειας επαναληπτικού διαγωνισμού, σε περίπτωση που ο προηγούμενος δεν τελεσφορήσει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εάν το προϊόν ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων της υπό εκκαθάρισης επιχείρησης υστερεί της υπολογιζόμενης σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 241 του παρόντος, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής αιτιολογεί το γεγονός αυτό στην Εποπτική Αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Κατά παρέκκλιση των κείμενων φορολογικών, ασφαλιστικών και λοιπών διατάξεων, στις περιπτώσεις μεταβίβασης ή εκποίησης περιουσιακών στοιχείων ασφαλιστικών εταιρειών που τελούν υπό καθεστώς ασφαλιστικής εκκαθάρισης, δεν είναι αναγκαία η προσκομιδή πιστοποιητικού φορολογικής ή ασφαλιστικής ενημερότητας και κάθε άλλου εγγράφου γενικά που απαιτείται να προσαχθεί από δημόσια αρχή ή Ν.Π.Δ.Δ. για το χρόνο που έχει προηγηθεί της ανάκλησης και θέσης της εταιρείας σε ασφαλιστική εκκαθάριση για τη σύνταξη του σχετικού συμβολαίου ή της μεταβιβαστικής εν γένει σύμβασης. Ο συμβολαιογράφος συντάσσει το συμβόλαιο χωρίς την προσκομιδή πιστοποιητικού φορολογικής ενημερότητας ή κάθε άλλου, από τα προαναφερθέντα, εγγράφου και οι αρμόδιες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες υποχρεούνται να προβαίνουν σε θεώρηση βιβλίων και στοιχείων των υπό εκκαθάριση ασφαλιστικών εταιρειών, χωρίς επίσης προσκομιδή των απαιτούμενων πιστοποιητικών και εγγράφων.

Άρθρο 244Ενημερώσεις κατοίκων άλλων κρατών−μελών (άρθρα 281, 282 και 283 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με την έναρξη της διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής ενημερώνει αμελλητί με ατομική επιστολή κάθε γνωστό λήπτη ασφάλισης, ασφαλισμένο, δικαιούχο απαιτήσεων από ασφάλιση, καθώς και κάθε γνωστό συμβαλλόμενο μέρος και πιστωτή που έχει συνήθη διαμονή, κατοικία ή έδρα σε άλλο κράτος − μέλος. Το ως άνω σημείωμα αναφέρει ιδίως τις προθεσμίες, τις κυρώσεις που ορίζονται για τις εν λόγω προθεσμίες, το όργανο που έχει εξουσιοδοτηθεί προκειμένου να δεχθεί την αναγγελία απαιτήσεων ή παρατηρήσεις σχετικά με τις απαιτήσεις, καθώς και τα υπόλοιπα επιβληθέντα μέτρα. Το σημείωμα αναφέρει επίσης αν οι λήπτες της ασφάλισης, οι ασφαλισμένοι, οι δικαιούχοι απαιτήσεων από ασφάλιση και λοιπά συμβαλλόμενα Μέρη και πιστωτές των οποίων οι απαιτήσεις είναι προνομιακές ή έχουν εμπράγματη ασφάλεια, οφείλουν να προβούν σε αναγγελία των απαιτήσεών τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην περίπτωση απαιτήσεων από ασφάλιση το σημείωμα αναφέρει επίσης: α) τα γενικά αποτελέσματα της διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης επί των ασφαλιστηρίων συμβολαίων, και ιδίως την ημερομηνία από την οποία τα ασφαλιστήρια συμβόλαια ή οι πράξεις παύουν να παράγουν αποτελέσματα και β) τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του ασφαλισμένου όσον αφορά στην ασφαλιστική σύμβαση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι πληροφορίες του σημειώματος παρέχονται στην ελληνική γλώσσα σε έντυπο που φέρει τον τίτλο, διατυπωμένο σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, «πρόσκληση για αναγγελία απαιτήσεως − τηρητέες προθεσμίες» ή «πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων σχετικά με απαιτήσεις». Κατ’ εξαίρεση, οι πληροφορίες του σημειώματος παρέχονται στην επίσημη γλώσσα του κράτους συνήθους διαμονής, κατοικίας ή έδρας του πιστωτή που είναι δικαιούχος απαιτήσεως από ασφάλιση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Δικαιούχοι απαιτήσεων από ασφάλιση και πιστωτές που έχουν συνήθη διαμονή, κατοικία ή έδρα σε άλλο κράτος − μέλος, συμπεριλαμβανομένων των δημοσίων αρχών των κρατών μελών, δικαιούνται να αναγγέλλουν τις απαιτήσεις τους, τυγχάνοντας της αυτής μεταχείρισης και κατάταξης με τις ομοειδείς απαιτήσεις δικαιούχων, οι οποίοι έχουν συνήθη διαμονή, κατοικία ή έδρα στην Ελλάδα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η αναγγελία των προαναφερομένων απαιτήσεων μπορεί να γίνεται στην επίσημη γλώσσα του κράτουςμέλους συνήθους διαμονής, κατοικίας ή έδρας των δικαιούχων. Στην περίπτωση αυτή το έντυπο αναγγελίας φέρει τον τίτλο, διατυπωμένο σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, «αναγγελία απαιτήσεως» ή «παρατηρήσεις σχετικά με απαιτήσεις».

Άρθρο 245Περάτωση και λήξη ασφαλιστικής εκκαθάρισηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ύστερα από αίτηση είτε των μετόχων ή εταίρων που αντιπροσωπεύουν περισσότερο από πενήντα εκατοστά (50%) του κεφαλαίου ασφαλιστικής επιχείρησης είτε του ασφαλιστικού εκκαθαριστή είτε με πρωτοβουλία της Εποπτικής Αρχής, η Εποπτική Αρχή μπορεί, εφόσον έχει, σύμφωνα με βεβαίωση του ασφαλιστικού εκκαθαριστή, περατωθεί η εκκαθάριση του ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου ή έχει εξαντληθεί η περιουσία της επιχείρησης, να κηρύξει τη λήξη της ασφαλιστικής εκκαθάρισης. Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής υποχρεούται να χορηγεί την προαναφερόμενη βεβαίωση, εφόσον έχει περατώσει τις εκ του νόμου προβλεπόμενες εργασίες για την εκκαθάριση του ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου, ανεξαρτήτως του εάν έχει λάβει χώρα ή όχι έλεγχος της φορολογικής αρχής στην ασφαλιστική επιχείρηση. Μετά τη λήξη της ασφαλιστικής εκκαθάρισης, η εκκαθάριση δοσοληψιών εκτός ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου συνεχίζεται κατά τις διατάξεις που διέπουν την εκκαθάριση του νομικού προσώπου της επιχείρησης (κοινή εκκαθάριση). Σε περίπτωση αδυναμίας, για οποιονδήποτε λόγο, εκλογής εκκαθαριστή της κοινής εκκαθάρισης μετά την περάτωση της ασφαλιστικής εκκαθάρισης, από τη συνέλευση των μετόχων ή μελών της επιχείρησης, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής αιτείται στα αρμόδια δικαστήρια το διορισμό εκκαθαριστή κοινής εκκαθάρισης και διατηρεί τα καθήκοντά του μέχρι το διορισμό αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εάν η διάρκεια της ασφαλιστικής εκκαθάρισης υπερβεί την τριετία, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής υποβάλει στην Εποπτική Αρχή, εντός δύο (2) μηνών από την παρέλευση της τριετίας, σχέδιο επιτάχυνσης και περάτωσης της ασφαλιστικής εκκαθάρισης. Το σχέδιο αυτό περιλαμβάνει έκθεση για τις μέχρι τότε εργασίες της ασφαλιστικής εκκαθάρισης και τους λόγους της καθυστέρησης και προτείνει μέτρα για την ταχεία περάτωσή της. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν παραίτηση της επιχείρησης από δικαιώματα, δικόγραφα και αιτήσεις, αν η επιδίωξη τούτων είναι ασύμφορη σε σχέση με τα προσδοκώμενα οφέλη ή αβέβαιη ή απαιτεί μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα ανωτέρω μέτρα μπορούν να περιλαμβάνουν και συμβιβασμούς, αναδιαπραγματεύσεις ή καταγγελία συμβάσεων, όπως και σύναψη νέων. Εφόσον το σχέδιο εγκριθεί από την Εποπτική Αρχή, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής ολοκληρώνει την ασφαλιστική εκκαθάριση σύμφωνα με τα προβλεπόμενα σε αυτό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής ορίζονται οι λεπτομέρειες για την περάτωση και τη λήξη της ασφαλιστικής εκκαθάρισης, ιδίως αναφορικά με το περιεχόμενο της βεβαίωσης της παραγράφου 1 του παρόντος.

Άρθρο 246Εφαρμοστέο δίκαιο στην εκκαθάριση (άρθρα 274, 285, 290, 292 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Εφαρμοστέο δίκαιο στην έκδοση απόφασης για την έναρξη της ασφαλιστικής εκκαθάρισης επιχείρησης του άρθρου 220, καθώς και στη διαδικασία και τα αποτελέσματά της, είναι το ελληνικό δίκαιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το ελληνικό δίκαιο εφαρμόζεται και καθορίζει τουλάχιστον: α) τα στοιχεία του ενεργητικού που αποτελούν την περιουσία και τη μεταχείριση των στοιχείων του ενεργητικού που απέκτησε η ασφαλιστική επιχείρηση ή έχουν υπαχθεί σε αυτήν, μετά την έναρξη της διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης, β) τις αντίστοιχες εξουσίες και δικαιώματα της ασφαλιστικής επιχείρησης και του ασφαλιστικού εκκαθαριστή, γ) τις προϋποθέσεις επιτρεπτού του συμψηφισμού, δ) τα αποτελέσματα της διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης στις ισχύουσες συμβάσεις στις οποίες η ασφαλιστική επιχείρηση είναι συμβαλλόμενο μέρος, ε) τα αποτελέσματα της διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης στις εκκρεμείς δίκες που έχουν κινήσει οι πιστωτές, με την εξαίρεση εκκρεμοδικίας της παραγράφου 4 του παρόντος, στ) τις απαιτήσεις που μπορούν να αναγγελθούν και τη νομική μεταχείριση αυτών που γεννώνται μετά την έναρξη διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης, ζ) τις προϋποθέσεις αναγγελίας, επαλήθευσης και αποδοχής των απαιτήσεων, η) τις προϋποθέσεις που διέπουν τη διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης του ενεργητικού, τη σειρά κατάταξης των απαιτήσεων και τα δικαιώματα των πιστωτών που ικανοποιήθηκαν μερικώς μετά την έναρξη της ασφαλιστικής εκκαθάρισης με βάση εμπράγματο δικαίωμα ή δια συμψηφισμού, θ) τους όρους, τα αποτελέσματα της περάτωσης της διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης, ιδίως μετά από συμβιβασμό, καθώς και τα δικαιώματα των πιστωτών μετά την περάτωση αυτής, ι) τον καταλογισμό των εξόδων και των δαπανών της διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης, ια) τους κανόνες περί ακυρότητος, ακύρωσης και κήρυξης του ανενεργού των επιβλαβών για τους πιστωτές δικαιοπραξιών, εκτός εάν, το πρόσωπο που ωφελήθηκε από δικαιοπραξία επιβλαβή για το σύνολο των πιστωτών αποδείξει ότι: α) η εν λόγω δικαιοπραξία διέπεται από το δίκαιο άλλου κράτους−μέλους και β) το δίκαιο αυτό δεν προβλέπει, στη συγκεκριμένη περίπτωση, προσβολή της δικαιοπραξίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατ’ εξαίρεση των ανωτέρω: α) Οι συμβάσεις απασχόλησης και οι εργασιακές σχέσεις διέπονται μόνον από το δίκαιο του κράτους−μέλους το οποίο διέπει τη σύμβαση απασχόλησης ή την εργασιακή σχέση. β) Η σύμβαση η οποία παρέχει δικαίωμα χρήσεως ακινήτου ή κτήσεως κυριότητος επ΄ αυτού, διέπεται μόνον από το δίκαιο του κράτους−μέλους στην επικράτεια του οποίου ευρίσκεται το ακίνητο. γ) Τα δικαιώματα της ασφαλιστικής επιχείρησης επί ακινήτου, πλοίου ή αεροσκάφους που υπόκεινται σε υποχρεωτική εγγραφή σε δημόσιο βιβλίο, διέπονται από το δίκαιο του κράτους−μέλους το οποίο επιτάσσει την τήρηση του βιβλίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στην περίπτωση εκκρεμοδικίας που αφορά στοιχείο του ενεργητικού ή δικαίωμα, το οποίο έχει απεκδυθεί η ασφαλιστική επιχείρηση, εφαρμοστέο δίκαιο καθίσταται μόνον το δίκαιο του κράτους−μέλους στο οποίο υφίσταται η εκκρεμοδικία.

Άρθρο 247Λοιπά θέματα εκκαθάρισης (άρθρα 286, 287, 288, 289, 291 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η έναρξη διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης δεν θίγει τα εμπράγματα δικαιώματα πιστωτών ή τρίτων επί ενσωμάτων ή άυλων πραγμάτων, κινητών ή ακινήτων, επί συγκεκριμένων στοιχείων του ενεργητικού ή και στοιχείων του ενεργητικού ως συνόλου, που κατά καιρούς αλλάζει, τα οποία ανήκουν στην ασφαλιστική επιχείρηση και ευρίσκονται εντός της επικράτειας άλλου κράτους−μέλους κατά την έναρξη της διαδικασίας. Το προηγούμενο εδάφιο δεν κωλύει τις σχετικές αγωγές ακυρότητας, ακύρωσης ή κήρυξης της δικαιοπραξίας ανενεργού, οι οποίες ερείδονται στη περίπτωση ια΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 246 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα δικαιώματα που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο είναι ιδίως: α) το δικαίωμα απευθείας ή μέσω τρίτου διάθεσης στοιχείου του ενεργητικού και ικανοποίησης από το τίμημα ή τις προσόδους του, ιδίως δυνάμει ενεχύρου ή υποθήκης, β) το αποκλειστικό δικαίωμα είσπραξης μιας απαιτήσεως και ιδίως το δικαίωμα, το ασφαλιζόμενο είτε με ενέχυρο, αντικείμενο του οποίου είναι η απαίτηση, είτε με εκχώρηση απαιτήσεως ως εγγύηση, γ) το δικαίωμα διεκδίκησης και η απαίτηση επιστροφής του στοιχείου του ενεργητικού εις χείρας οιουδήποτε κατέχοντος ή καρπουμένου αντίθετα προς τη βούληση του δικαιούχου, δ) το εμπράγματο δικαίωμα καρπώσεως στοιχείου του ενεργητικού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εξομοιώνεται προς εμπράγματο δικαίωμα, το δικαίωμα το εγγεγραμμένο σε δημόσιο βιβλίο και αντιτάξιμο έναντι τρίτων, δια του οποίου είναι δυνατή η απόκτηση εμπραγμάτου δικαιώματος κατά την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η διαδικασία ασφαλιστικής εκκαθάρισης κατά ασφαλιστικής επιχείρησης, ως αγοραστή στοιχείου του ενεργητικού, δεν θίγει τα δικαιώματα του πωλητή που βασίζονται σε επιφύλαξη κυριότητας εάν, κατά την έναρξη της διαδικασίας, το στοιχείο του ενεργητικού ευρίσκεται σε άλλο κράτος − μέλος. Η έναρξη διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης, μετά την παράδοση του πωληθέντος από την εν λόγω ασφαλιστική επιχείρηση στοιχείου του ενεργητικού, δεν αποτελεί λόγο λύσεως ή καταγγελίας της πωλήσεως ούτε κωλύει τον αγοραστή να αποκτήσει την κυριότητα του πωληθέντος εάν, κατά την επιβολή, το πωληθέν στοιχείο του ενεργητικού ευρίσκεται σε άλλο κράτος − μέλος. Η παρούσα παράγραφος δεν κωλύει τις σχετικές αγωγές ακυρότητας, ακύρωσης ή κήρυξης της δικαιοπραξίας ανενεργού, οι οποίες ερείδονται στη περίπτωση ια΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 246 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η έναρξη διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης δεν θίγει το δικαίωμα των πιστωτών να προτείνουν συμψηφισμό των απαιτήσεών τους προς τις αντίστοιχες απαιτήσεις της ασφαλιστικής επιχείρησης, εφόσον ο εν λόγω συμψηφισμός επιτρέπεται από το δίκαιο που διέπει την απαίτηση της ασφαλιστικής επιχείρησης. Η παρούσα παράγραφος δεν κωλύει τις σχετικές αγωγές ακυρότητας, ακύρωσης ή κήρυξης της δικαιοπραξίας ανενεργού, οι οποίες ερείδονται στη περίπτωση ια΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 246 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος, τα αποτελέσματα της έναρξης διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης επί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμμετεχόντων σε οργανωμένη αγορά, διέπονται μόνον από το δίκαιο που διέπει την εν λόγω αγορά. Η παρούσα παράγραφος δεν κωλύει τις σχετικές αγωγές ακυρότητας, ακύρωσης ή κήρυξης της δικαιοπραξίας ανενεργού, οι οποίες ερείδονται στη περίπτωση ια΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 246 του παρόντος που τυχόν ασκούνται όσον αφορά στην προσωρινή παύση πληρωμών ή συναλλαγών δυνάμει του δικαίου που διέπει την εν λόγω αγορά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Σε περίπτωση που η ασφαλιστική επιχείρηση μετά την έναρξη της διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης συνάπτει δικαιοπραξία με την οποία διατίθενται εξ επαχθούς αιτίας: α) ακίνητο, β) πλοίο ή αεροσκάφος εγγραφόμενο υποχρεωτικά σε δημόσιο βιβλίο ή γ) κινητές αξίες ή άλλοι τίτλοι, προϋπόθεση της ύπαρξης ή της μεταβίβασης των οποίων είναι η εγγραφή σε βιβλίο ή λογαριασμό, κατά τα οριζόμενα από το νόμο, ή οι οποίες κινητές αξίες ή άλλοι τίτλοι τοποθετούνται σε κεντρικό σύστημα καταθέσεων διεπόμενο από το δίκαιο κράτους−μέλους, το κύρος της δικαιοπραξίας διέπεται από το δίκαιο του κράτους−μέλους στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται το ακίνητο, ή το δίκαιο του κράτους−μέλους το οποίο επιτάσσει την τήρηση του βιβλίου, του συστήματος ή του λογαριασμού.

Άρθρο 248Υφιστάμενες εκκαθαρίσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διέπονται οι υφιστάμενες κατά την 31.12.2015 ασφαλιστικές εκκαθαρίσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στις εκκαθαρίσεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογή τα άρθρα 235 παράγραφοι 1, 2, 3, 5 και 6, 236 έως 239, 242 παράγραφοι 1 και 4, 243 παράγραφοι 1, 2 και 4, 244, 245 παράγραφοι 1 και 3, 246 και 247 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η θητεία των ασφαλιστικών εκκαθαριστών και των εποπτών ασφαλιστικής εκκαθάρισης οι οποίοι είναι ήδη διορισμένοι στις εκκαθαρίσεις της παραγράφου 1 κατά τις 31.12.2015 παρατείνεται μέχρι τις 30.6.2016, και λήγει αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διατύπωση την 1η.7.2016. Οι απερχόμενοι εκκαθαριστές και επόπτες υποβάλουν από κοινού εντός δεκαπενθημέρου προς την Εποπτική Αρχή απολογιστική έκθεση για τις μέχρι το χρόνο λήξης της θητείας τους κατά τα ανωτέρω, εργασίες εκκαθάρισης, τις υπολειπόμενες εκκρεμότητες και τους λόγους μη διευθέτησής τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ο υπολογισμός της αξίας των περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο των εκκαθαρίσεων της παραγράφου 1 του παρόντος γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής καθορίζονται όλες οι λεπτομέρειες που αφορούν τις μεθόδους υπολογισμού της αξίας των περιουσιακών στοιχείων, οι οποίες αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Από το χρόνο ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης, οι εγγραφές στα μητρώα της επιχείρησης δεν μεταβάλλονται χωρίς προηγούμενη άδεια της Εποπτικής Αρχής, εκτός των διορθώσεων προφανών ή τεχνικών λαθών. Οποιαδήποτε ελεύθερη περιουσία της υπό εκκαθάριση ασφαλιστικής επιχείρησης, η οποία δεσμεύθηκε με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, κατανέμεται αναλογικά από τον εκκαθαριστή, με κριτήριο τις τεχνικές προβλέψεις ανά κλάδο ασφάλισης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Εάν το προϊόν ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων της υπό ασφαλιστική εκκαθάριση επιχείρησης υστερεί της αναγραφόμενης στα μητρώα της, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής αιτιολογεί το αποτέλεσμα αυτό στην Εποπτική Αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Επί της περιουσίας της υπό ασφαλιστική εκκαθάριση επιχείρησης ακολουθείται η εξής σειρά προνομίων: α) έξοδα εκκαθάρισης και αμοιβές ασφαλιστικού εκκαθαριστή, εφόσον δεν υπερβαίνουν το 10% της συνολικής περιουσίας της επιχείρησης. Κατά παρέκκλιση του προηγούμενου εδαφίου, με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, κατόπιν σχετικής εισήγησης είτε του Εγγυητικού Κεφαλαίου είτε του Επικουρικού Κεφαλαίου είτε και των δύο, κατά περίπτωση, το ποσοστό αυτό δύναται να αναπροσαρμόζεται. Οι ασφαλιστικές εκκαθαρίσεις για τις οποίες το άθροισμα των εξόδων εκκαθάρισης και των αμοιβών των οργάνων εκκαθάρισης μέχρι την 31.12.2015, ισούται ή έχει υπερβεί, σωρευτικά, ποσοστό 10% της συνολικής περιουσίας της επιχείρησης όπως προκύπτει από τον ελεγμένο από νόμιμο ελεγκτή ισολογισμό έναρξης αυτής της επιχείρησης, υποχρεούνται να υποβάλλουν στην Εποπτική Αρχή αίτημα αναπροσαρμογής του ανωτέρω ποσοστού συνοδευόμενο από τα κατάλληλα στοιχεία και δικαιολογητικά. Η Εποπτική Αρχή λαμβάνει απόφαση αναπροσαρμογής του ανωτέρω ποσοστού κατόπιν γνώμης είτε του Επικουρικού Κεφαλαίου είτε του Εγγυητικού Κεφαλαίου, είτε και των δύο, κατά περίπτωση. β) Οι απαιτήσεις από σχέση εξαρτημένης εργασίας και έμμισθης εντολής, εκτός των απαιτήσεων προσώπων που ασκούν τη διοίκηση και διαχείριση της ασφαλιστικής επιχείρησης. Στις απαιτήσεις αυτές συμπεριλαμβάνεται η αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας ή της έμμισθης εντολής, η οποία αποζημίωση όμως περιορίζεται στη συμπλήρωση του υπολοίπου του ποσού που υποχρεούται να καταβάλει ασφαλιστικό ταμείο ή άλλος οργανισμός για τη κάλυψη ασφαλισμένου του σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη. γ) Οι απαιτήσεις των δικαιούχων απαιτήσεων από ασφαλίσεις ζωής, των δικαιούχων απαιτήσεων από ασφαλίσεις αστικής ευθύνης από την κυκλοφορία αυτοκινήτων και των δικαιούχων απαιτήσεων από ασφαλίσεις των λοιπών ασφαλίσεων κατά ζημιών, αποκλειστικά όμως στα περιουσιακά στοιχεία που έχουν διατεθεί σε ασφαλιστική τοποθέτηση αντίστοιχα για καθεμιά από τις ασφαλίσεις αυτές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Μέσα σε δέκα (10) ημέρες από το διορισμό του, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής καλεί τους δικαιούχους από ασφάλιση, με ανακοίνωση που δημοσιεύεται μία (1) φορά την εβδομάδα, επί τρεις (3) συνεχείς εβδομάδες σε τρεις (3) ημερήσιες, πανελλαδικής κυκλοφορίας, εφημερίδες, καθώς και στην ιστοσελίδα της επιχείρησης, να του αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους με όλα τα δικαιολογητικά τους στοιχεία. Δεν καλούνται οι δικαιούχοι ασφαλίσεων αστικής ευθύνης από την κυκλοφορία αυτοκινήτων, καθώς και οι δικαιούχοι ασφαλίσεων ζωής, για τους οποίους δεν έχει επέλθει ασφαλιστική περίπτωση. Οι αναγγελίες απαιτήσεων γίνονται δεκτές εντός προθεσμίας τεσσάρων (4) μηνών από την πρώτη δημοσίευση. Η επαλήθευση των απαιτήσεων από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή ολοκληρώνεται εντός δύο (2) μηνών από τη λήξη της ως άνω προθεσμίας με τη σύνταξη κατάστασης δικαιούχων και την υποβολή της στην Εποπτική Αρχή. Γίνονται δεκτές οι απαιτήσεις που επαληθεύονται από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή ή έχουν επιδικασθεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή (εκτελεστή) απόφαση διαιτητικού δικαστηρίου, η αγωγή ακύρωσης της οποίας είτε δεν έχει ασκηθεί εντός της προβλεπομένης προθεσμίας του άρθρου 899 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως ισχύει, είτε έχει απορριφθεί τελεσίδικα. Στην κατάσταση δικαιούχων περιλαμβάνονται: α) οι δικαιούχοι απαιτήσεων από ασφαλίσεις ζωής, συμπεριλαμβανομένων εκείνων για τους οποίους επήλθε λήξη του συμβολαίου και εκείνων που υπέβαλαν αίτημα εξαγοράς πριν την ημερομηνία ανάκλησης της άδειας λειτουργίας, β) οι δικαιούχοι απαιτήσεων από ασφαλίσεις κατά ζημιών που έχουν δηλώσει την επέλευση της ασφαλιστικής περίπτωσης και έχει καταχωρισθεί η δήλωση στα βιβλία της ασφαλιστικής επιχείρησης, γ) οι δικαιούχοι απαιτήσεων από ασφαλίσεις κατά ζημιών οι οποίοι δεν είχαν αναγγείλει την επέλευση της ασφαλιστικής περίπτωσης πριν την ανάκληση της άδειας λειτουργίας, δ) όσοι αναγγέλθηκαν μέσα στην ως άνω προθεσμία χωρίς να τυγχάνουν των προνομίων της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου, οι οποίοι θα ικανοποιηθούν κατά τις διαδικασίες της κοινής εκκαθάρισης, ε) οι απαιτήσεις που αμφισβητούνται δικαστικά ή εξώδικα με το ποσό που εκτιμά ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής και το ποσό που διεκδικεί ο δικαιούχος από ασφάλιση. Η κατάσταση αναρτάται στην ιστοσελίδα της Εποπτικής Αρχής εντός τριών (3) ημερών από την υποβολή της και διατηρείται εκεί τουλάχιστον για εξήντα (60) μέρες. Αντιρρήσεις κατά της υπό ασφαλιστική εκκαθάριση επιχείρησης αναφορικά με την πιο πάνω κατάσταση ασκούνται με ανακοπή στο μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την ανάρτηση και εκδικάζονται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Έφεση κατά της απόφασης του πρωτοδικείου εκδικάζεται από το αρμόδιο εφετείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Η απόφαση του εφετείου δεν υπόκειται σε κανένα ένδικο μέσο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Το Επικουρικό Κεφάλαιο υπεισέρχεται αυτοδικαίως στις υποχρεώσεις και στα δικαιώματα της υπό ασφαλιστικής εκκαθάρισης ασφαλιστικής επιχείρησης, διαχειρίζεται από κοινού με τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή το χαρτοφυλάκιο κλάδου αστικής ευθύνης αυτοκινήτων και υποχρεούται να καταβάλει στον ασφαλιστικό εκκαθαριστή το ποσό που αντιστοιχεί στην αναλογική συμμετοχή του στα έξοδα εκκαθάρισης και στην ικανοποίηση των προνομιακών απαιτήσεων των εργαζομένων, η οποία υπολογίζεται κατά το λόγο της ασφαλιστικής τοποθέτησης του κλάδου αστικής ευθύνης από την κυκλοφορία αυτοκινήτων προς το σύνολο της ασφαλιστικής τοποθέτησης της εταιρείας σε όλους τους κλάδους που ασκούσε. Το τυχόν εναπομένον υπόλοιπο μετά την καταβολή του κατά τα άνω ποσού και την ικανοποίηση των δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση, επιστρέφεται στον ασφαλιστικό εκκαθαριστή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Η Εποπτική Αρχή μπορεί να επιτρέψει την αποδέσμευση των περιουσιακών στοιχείων που έχουν διατεθεί σε ασφαλιστική τοποθέτηση των λοιπών κλάδων ασφάλισης, πλην του κλάδου ασφάλισης αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα, μετά από αίτημα του ασφαλιστικού εκκαθαριστή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Επιτρέπεται η μεταβίβαση από υπό ασφαλιστική εκκαθάριση επιχείρηση, του συνόλου ή μέρους των απαιτήσεων και των περιουσιακών στοιχείων, που έχουν διατεθεί σε ασφαλιστική τοποθέτηση του κλάδου αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα και τα οποία καλύπτουν τα τεχνικά αποθέματα εκκρεμών ζημιών (μεταβίβαση χαρτοφυλακίου εκκρεμών ζημιών) ύστερα από αίτημα που υποβάλλεται από κοινού από το Επικουρικό Κεφάλαιο και τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή και σχετική έγκριση της Εποπτικής Αρχής. Το ως άνω αίτημα συνοδεύεται από έκθεση του ασφαλιστικού εκκαθαριστή και του Επικουρικού Κεφαλαίου, από την οποία προκύπτει η συνδρομή των όρων που ορίζονται στο επόμενο εδάφιο και από έκθεση του υποψήφιου αναδόχου προς την Εποπτική Αρχή περί της διατήρησης του αναγκαίου περιθωρίου φερεγγυότητας μετά την απόκτηση του ως άνω χαρτοφυλακίου και περί των δεσμεύσεων που αναλαμβάνει, για την εξόφληση των υποχρεώσεων του μεταβιβαζομένου χαρτοφυλακίου. Η μεταβίβαση εγκρίνεται από την Εποπτική Αρχή με απόφαση που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθοι όροι: α) η επιχείρηση προς την οποία γίνεται η μεταβίβαση δραστηριοποιείται νόμιμα στην Ελλάδα και διαθέτει άδεια λειτουργίας του κλάδου αστικής ευθύνης από την κυκλοφορία οχημάτων, β) η επιχείρηση διασφαλίζει ότι θα διαθέτει το αναγκαίο περιθώριο φερεγγυότητας τόσο κατά το χρόνο της μεταβίβασης όσο και μετά από αυτήν, γ) δεν θίγονται συμφέροντα των δικαιούχων αποζημίωσης. Η απόφαση της Εποπτικής Αρχής που εγκρίνει τη μεταβίβαση περιλαμβάνει τη μεταφορά του χαρτοφυλακίου εκκρεμών ζημιών στην ανάδοχο επιχείρηση. Μετά τη δημοσίευσή της δεν δύναται να αντιταχθούν κατά αυτής οι ασφαλισμένοι, οι συμβαλλόμενοι στην ασφαλιστική σύμβαση, οι δικαιούχοι του ασφαλίσματος και οι πιστωτές της ασφαλιστικής επιχείρησης. H εκπλήρωση από την ανάδοχο επιχείρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το χαρτοφυλάκιο εκκρεμών ζημιών της υπό ασφαλιστικής εκκαθάρισης επιχείρησης λόγω συνδρομής της περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 19 του π.δ. 237/1986 υπόκειται στις διατάξεις των παραγράφων 2 και 5 του ιδίου άρθρου του ως άνω διατάγματος. Η μεταβίβαση ολοκληρώνεται με τη σύνταξη πρωτοκόλλου παράδοσης και παραλαβής των μεταβιβαζόμενων στοιχείων μεταξύ του αναδόχου, του Επικουρικού Κεφαλαίου και του ασφαλιστικού εκκαθαριστή, στο οποίο αναφέρεται το ύψος των τεχνικών αποθεμάτων εκκρεμών ζημιών κατά την ημερομηνία σύνταξης του πρωτοκόλλου, καθώς και τα περιουσιακά στοιχεία που μεταβιβάζονται στην ανάδοχο ασφαλιστική επιχείρηση, η οποία με τη μεταβίβαση καθίσταται αποκλειστικά υπεύθυνη για την εξόφληση των υποχρεώσεων εκ του χαρτοφυλακίου, η δε ασφαλιστική εκκαθάριση λήγει καθ’ όσον αφορά το Επικουρικό Κεφάλαιο, εξοφλουμένης και της υποχρέωσής του προς συμμετοχή στα έξοδα εκκαθάρισης σύμφωνα με την παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου. Η μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων των προηγουμένων παραγράφων και κάθε άλλη πράξη που συνδέεται με αυτήν απαλλάσσεται από κάθε φόρο εισφορά ή τέλος, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν υπεραξίας που προκύπτει από τη μεταβίβαση αυτή με εξαίρεση τη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων. Κάθε ειδικότερο θέμα της μεταβίβασης ρυθμίζεται με απόφαση της Εποπτικής Αρχής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Αναφορικά με τις εκκαθαρίσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, το Επικουρικό Κεφάλαιο διοικεί και διαθέτει όλα τα περιουσιακά στοιχεία που έχουν διατεθεί σε τοποθέτηση ασφαλίσεων αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα. Τα εκ των μεταβιβαζομένων περιουσιακών στοιχείων ακίνητα εκποιούνται από το Επικουρικό Κεφάλαιο με πλειοδοτικό διαγωνισμό, που διενεργείται με υποβολή κλειστών και σφραγισμένων έγγραφων προσφορών. Η τιμή πρώτης προσφοράς δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 2/3 της αξίας των περιουσιακών στοιχείων, η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής ορίζονται τα στοιχεία που πρέπει να περιέχει η διακήρυξη διενέργειας του πλειοδοτικού διαγωνισμού και ενδεικτικά ο τρόπος κατάθεσης των προσφορών, η διαδικασία αποσφράγισής τους, η αξιολόγηση αυτών, τα κριτήρια επιλογής του τελικού πλειοδότη, η δημοσίευση της διακήρυξης και η διαδικασία διενέργειας επαναληπτικού διαγωνισμού σε περίπτωση που ο πρώτος δεν τελεσφορήσει, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. Τίτλοι, ομόλογα και λοιπά παρόμοια και άμεσα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία εκποιούνται στην τρέχουσα χρηματιστηριακή τους αξία ή στην τρέχουσα ή συνήθη αξία τους στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου. Καταθέσεις σε τράπεζες περιέρχονται στην άμεση διάθεση και διαχείριση του Επικουρικού Κεφαλαίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Το Επικουρικό Κεφάλαιο επίσης δικαιούται, με ιδιωτικό συμφωνητικό: α) να αναδέχεται από την υπό εκκαθάριση επιχείρηση τυχόν εκκρεμείς οφειλές του κλάδου αστικής ευθύνης από αυτοκίνητα και να καθίσταται ως προς αυτές καθολικός διάδοχος, και β) να παραιτείται από απαιτήσεις του κατά της υπό εκκαθάριση επιχείρησης, με σκοπό τη λήξη της εκκαθάρισης του κλάδου αστικής ευθύνης από αυτοκίνητα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Τακτική γενική συνέλευση συγκαλείται από τον εκκαθαριστή κατά τη λήξη της ασφαλιστικής εκκαθάρισης. Ο εκκαθαριστής διορίζει ανεξάρτητο ελεγκτή για κάθε χρήση και ενημερώνει για το διορισμό και τα αποτελέσματα του ελέγχου την Εποπτική Αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής υποβάλλει στην Εποπτική Αρχή, σχέδιο επιτάχυνσης και περάτωσης της ασφαλιστικής εκκαθάρισης. Το σχέδιο αυτό περιλαμβάνει έκθεση για τις μέχρι τότε εργασίες της ασφαλιστικής εκκαθάρισης και τους λόγους της καθυστέρησης και προτείνει μέτρα για την ταχεία περάτωσή της. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν παραίτηση της επιχείρησης από δικαιώματα, δικόγραφα και αιτήσεις, αν η επιδίωξη τούτων είναι ασύμφορη σε σχέση με τα προσδοκώμενα οφέλη ή αβέβαιη ή απαιτεί μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα ανωτέρω μέτρα μπορούν να περιλαμβάνουν και συμβιβασμούς, αναδιαπραγματεύσεις ή καταγγελία συμβάσεων, όπως και σύναψη νέων. Εφόσον το σχέδιο εγκριθεί από την Εποπτική Αρχή, ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής ολοκληρώνει την ασφαλιστική εκκαθάριση σύμφωνα με τα προβλεπόμενα σε αυτό.

Αθήνα, 3 Φεβρουαρίου 2016
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΥΡΟΥΜΠΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΟΣΚΑΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΠΠΑΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 4 Φεβρουαρίου 2016
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ