ΠΟΛ. 1151/2016

«Κοινοποίηση και οδηγίες εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 1 έως 6 της υποπαραγράφου Δ1 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ 94 Α΄), με τις οποίες τροποποιήθηκε το άρθρο 82 του ν.δ.356/1974 σχετικά με τη διάκριση ληξιπρόθεσμων οφειλών σε εισπράξιμες και ανεπίδεκτες είσπραξης, και της κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσας απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ΠΟΛ. 1089/2016 (ΦΕΚ 2114 Β΄)»

11 Οκτωβρίου 2016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Α. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ
ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
I. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ B΄, Γ΄, Ε΄
Τηλέφωνο : 213 2113108, 210 3614303
Ταχ. Δ/νση : Κ. Σερβίας 10
Ταχ. Κωδ. : 106 72 Αθήνα
FΑΧ : 210 3635077
II. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Ταχ. Δ/νση : Χανδρή 1, Μοσχάτο
Ταχ. Κωδ. : 115 26
Β. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑ Δ΄
Τηλέφωνο : 210 6987458
Ταχ. Δ/νση : Κηφισίας 124
Ταχ. Κωδ. : 115 26
Γ. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ
Ι. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ Γ.Γ.Δ.Ε.
ΤΜΗΜΑΤΑ Α΄- Ε΄
Τηλέφωνο : 213 133 2251
ΙΙ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Γ.Γ.Δ.Ε.
ΤΜΗΜΑ Γ΄
Ταχ. Δ/νση : Χανδρή 1, Μοσχάτο
Ταχ. Κωδ. : 183 46

Αθήνα, 11 Οκτωβρίου 2016

 

 

 

 

ΠΟΛ. 1151
ΠΡΟΣ : ΩΣ Π.Δ.
ΑΔΑ: 6Λ2ΟΗ-Ν3Σ
 

ΘΕΜΑ: «Κοινοποίηση και οδηγίες εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 1 έως 6 της υποπαραγράφου Δ1 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ 94 Α΄), με τις οποίες τροποποιήθηκε το άρθρο 82 του ν.δ.356/1974 σχετικά με τη διάκριση ληξιπρόθεσμων οφειλών σε εισπράξιμες και ανεπίδεκτες είσπραξης, και της κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσας απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ΠΟΛ. 1089/2016 (ΦΕΚ 2114 Β΄)»

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 6 της υποπαραγράφου Δ1 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ 94 Α΄/14-8-2015), με τις οποίες τροποποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 82 του ν.δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων – Κ.Ε.Δ.Ε.) με τίτλο «Διάκριση ληξιπρόθεσμων οφειλών σε εισπράξιμες και ανεπίδεκτες είσπραξης» και της κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσας υπ’ αριθ. ΠΟΛ.1089/2016 (ΦΕΚ. 2114 Β΄/8-7-2016) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, με την οποία τροποποιήθηκε η υπ’ αριθ. 1259/2013 όμοια απόφαση και παρέχουμε οδηγίες για την ενιαία εφαρμογή τους. Με τις νέες διατάξεις επιταχύνεται η διαδικασία χαρακτηρισμού οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης και συγκεκριμένα:

1. Προβλέπεται για το χαρακτηρισμό των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης να έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες για τον εντοπισμό των πάσης φύσεως περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της Φορολογικής Διοίκησης. Στην περίπτωση αυτή ένα ηλεκτρονικό μέσο για να είναι πρόσφορο αρκεί να συνεισφέρει, κατά την κοινή πείρα και τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, ικανώς στον εντοπισμό περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων. Τα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα, στα οποία απαιτείται να γίνεται έλεγχος, περιλαμβάνονται στον Πίνακα 1 της απόφασης. Κάθε μεταβολή που επέρχεται στα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα εξαιτίας της διαρκούς βελτίωσης συστημάτων και υπηρεσιών που παρέχονται στη Φορολογική Διοίκηση γνωστοποιείται εγγράφως από τη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, τη Διεύθυνση Υποστήριξης Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών και την Διεύθυνση Παροχής Φορολογικών Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων στη Διεύθυνση Εισπράξεων προκειμένου να παρασχεθούν οδηγίες στα αρμόδια όργανα.

2. Η ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης παύει εφεξής να αποτελεί προϋπόθεση για το χαρακτηρισμό ληξιπρόθεσμης οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης. Επομένως, δεν υφίσταται πλέον κώλυμα για την πρόοδο της διαδικασίας διάκρισης οφειλών σε εισπράξιμες και ανεπίδεκτες είσπραξης στις περιπτώσεις που ο οφειλέτης τελεί υπό καθεστώς εκκαθάρισης και δεν έχει ολοκληρωθεί τυπικά η διαδικασία εκκαθάρισης λόγω π.χ. μη διορισμού εκκαθαριστή ή μη αντικατάστασης παραιτηθέντος εκκαθαριστή, εφόσον βέβαια συντρέχουν σε κάθε περίπτωση όλες οι λοιπές γενικής ισχύος προϋποθέσεις για τον χαρακτηρισμό μιας ληξιπρόθεσμης οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης (διαπίστωση μη ύπαρξης περιουσιακών στοιχείων ή εκποίησης αυτών πριν από ή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκκαθάρισης κ.λπ.). Η κατάργηση της πρόσθετης προϋπόθεσης για ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης αφορά τόσο τις περιπτώσεις εκκαθάρισης νομικού προσώπου (δηλαδή εκκαθάρισης μετά τη λύση του νομικού προσώπου) όσο και τις περιπτώσεις εκκαθάρισης επιχείρησης (όπως της ειδικής εκκαθάρισης επιχειρήσεων κατά τα άρθρα 46 και 46α του ν. 1892/1990) ή περιουσίας (όπως της δικαστικής εκκαθάρισης κληρονομίας). Για το λόγο αυτό δεν απαιτείται πλέον η αναζήτηση και λήψη από τον εκκαθαριστή (του νομικού προσώπου ή τον ειδικό εκκαθαριστή) βεβαίωσης ότι έχουν περατωθεί οι ενέργειες της εκκαθάρισης ή έκθεσης λογοδοσίας αυτού ούτε από το αρμόδιο δικαστήριο πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται η παύση της διαδικασίας της δικαστικής εκκαθάρισης κληρονομίας.

3. Προβλέπεται πλέον ρητά και στο νόμο ότι, σε περίπτωση που ο οφειλέτης τελεί σε κατάσταση πτώχευσης, πρέπει, για το χαρακτηρισμό ληξιπρόθεσμης οφειλής του ως ανεπίδεκτης είσπραξης, να έχει κηρυχθεί (με σχετική απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου) η παύση των εργασιών της πτώχευσης, ώστε, πριν από την έναρξη της διαδικασίας του άρθρου 82 του Κ.Ε.Δ.Ε., να έχει ολοκληρωθεί, πέραν της έρευνας από τη Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικό Κέντρο/Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης/Τελωνείο για τη διαπίστωση μη ύπαρξης περιουσιακών στοιχείων ή εκποίησης αυτών κ.λπ., κατά τις διατάξεις γενικής ισχύος, και η προσπάθεια του συνδίκου της πτώχευσης για τη ρευστοποίηση της πτωχευτικής περιουσίας και την ικανοποίηση των απαιτήσεων του Δημοσίου, ως πτωχευτικού πιστωτή. Επισημαίνεται ότι η παύση των εργασιών της πτώχευσης δεν σημαίνει άνευ άλλου έλλειψη πτωχευτικής περιουσίας, καθώς αυτή κηρύσσεται και σε περίπτωση που, παρά την ύπαρξη ενεργητικού στην πτωχευτική περιουσία, αυτό είναι δύσκολα ρευστοποιήσιμο από το σύνδικο. Επομένως, σε περίπτωση οφειλετών που έχουν ή είχαν κηρυχθεί σε πτώχευση απαιτείται να έχει περατωθεί αυτή ή να έχει κηρυχθεί η παύση των εργασιών της. Υπενθυμίζεται ότι στις πτωχεύσεις που ρυθμίζονται από τον Πτωχευτικό Κώδικα (ν. 3588/2007), η κήρυξη της παύσης εργασιών της πτώχευσης αποτελεί και λόγο περάτωσης αυτής, η οποία (περάτωση) επέρχεται μετά την πάροδο ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής (άρθρο 166 παρ. 2 Πτωχευτικού Κώδικα βλ. και υπ’ αριθ. ΠΟΛ 1050/2010).

4. Τροποποιούνται οι διατάξεις της περίπτωσης β της παραγράφου 1 του άρθρου 82 του ν.δ. 356/1974, προκειμένου να εναρμονιστούν με τις αλλαγές που επήλθαν στις διατάξεις του άρθρου 25 του ν.1882/1990, αναφορικά με την υποβολή αίτησης για την άσκηση ποινικής δίωξης.

5. Για το χαρακτηρισμό οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης, προβλέπεται η σύνταξη αιτιολογημένης έκθεσης από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή, ο οποίος υπηρετεί στην αρμόδια για την εισήγηση, φορολογική ή τελωνειακή αρχή και επιλέγεται από τον Προϊστάμενο αυτής, με την οποία πιστοποιείται αφενός ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1 της υπ’ αριθ. 1259/2013 απόφασης του Γ.Γ.Δ.Ε., όπως ισχύει, και αφετέρου ότι συντρέχουν, σωρευτικά, τα ακόλουθα (όπως ορίζονται στο άρθρο 1Α της υπ’ αριθ. ΠΟΛ.1259/2013 απόφασης του Γ.Γ.Δ.Ε.):
α) Λήφθηκαν όλα τα προβλεπόμενα ασφαλιστικά, διοικητικά, δικαστικά και αναγκαστικά μέτρα σε βάρος του οφειλέτη.
β) Διενεργήθηκε εκτεταμένη έρευνα για τον εντοπισμό κάθε κινητής ή ακίνητης περιουσίας και λήφθηκε αντίγραφο της μερίδας του οφειλέτη τουλάχιστον από τα υποθηκοφυλακεία και τα κτηματολογικά γραφεία του τόπου κατοικίας, επαγγελματικής δραστηριότητας και του τόπου καταγωγής.
γ) Διερευνήθηκε και διαπιστώθηκε ότι δεν υπόκεινται σε διάρρηξη, λόγω καταδολίευσης, μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.
δ) Ολοκληρώθηκε η έρευνα για τον εντοπισμό χρηματικών απαιτήσεων, όπως μισθωμάτων, μισθών, συντάξεων, απαιτήσεων στις τράπεζες και τα λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, τη μεταφορά χρημάτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη στο εξωτερικό και την απόληψη τόκων από το εξωτερικό και, στην περίπτωση πληροφοριών για πηγές αποπληρωμής της οφειλής στην αλλοδαπή, διαπιστώθηκε ότι υποβλήθηκε τουλάχιστον η αίτηση του άρθρου 298 του ν.4072/2012 (ΦΕΚ Α΄ 86, άρθρο 5 της Οδηγίας 2010/24/ΕΕ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 16ης Μαρτίου 2010) ή και άλλη συναφής αίτηση, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα σε σύμβαση για την αποφυγή διπλής φορολογίας ή σε άλλη διακρατική σύμβαση, εφόσον στην Οδηγία ή στις συμβάσεις αυτές προβλέπεται η παροχή, από αλλοδαπή αρχή, αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής στην είσπραξη.
ε) Διερευνήθηκε κάθε στοιχείο που περιλαμβάνεται στα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα στη Φορολογική Διοίκηση και στο φυσικό φάκελο του οφειλέτη, όπως φορολογικές δηλώσεις, δηλώσεις μητρώου, ισολογισμοί και λοιπές χρηματοοικονομικές καταστάσεις, έντυπα πληροφοριών για περιουσιακά στοιχεία. Ειδικά για τις οφειλές στα Τελωνεία ο οριζόμενος ελεγκτής θα απευθύνεται στην αρμόδια Φορολογική Αρχή για τη λήψη των ανωτέρω απαιτούμενων στοιχείων.
στ) Σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη, έχει κηρυχθεί η παύση των εργασιών της πτώχευσης ή έχει επέλθει περάτωση αυτής, τα οποία διαπιστώνονται με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως κοινοποίηση δικαστικής απόφασης και έλεγχος τελεσιδικίας αυτής, όταν απαιτείται από το νόμο, λήψη πιστοποιητικού από το αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο σχετικά με την πορεία της πτώχευσης ή έρευνα στη μερίδα του οφειλέτη που τηρείται στο ανωτέρω δικαστήριο.
ζ) Όλες οι ανωτέρω έρευνες, ενέργειες και μέτρα έχουν ολοκληρωθεί ή ληφθεί και κατά των συνυπόχρεων προσώπων χωρίς να προκύψει δυνατότητα αποπληρωμής τους χρέους.

6. Η δέσμευση του συνόλου (εκατό τοις εκατό και ανεξαρτήτως του χρόνου σύναψης της σύμβασης μεταξύ του οφειλέτη ή των συνυπόχρεων προσώπων και του πιστωτικού ιδρύματος), των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και παρακαταθηκών, μέχρι του ύψους των οφειλών προς το Δημόσιο και των συμβεβαιωμένων οφειλών προς τρίτους, επεκτείνεται στο περιεχόμενο των θυρίδων σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διαδικασίας των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 46 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, και σύμφωνα με τα ειδικώς οριζόμενα στην περίπτωση γ της παραγράφου 3 του άρθρου 82 του Κ.Ε.Δ.Ε καθώς και στην περίπτωση δ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 και στο νέο άρθρο 4Α της υπ’ αριθ. ΠΟΛ. 1259/2013 απόφασης του Γ.Γ.Δ.Ε. προκειμένου να αποτραπεί η απόκρυψη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και να επιβληθούν τα προβλεπόμενα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης. Ειδικότερα, ο αρμόδιος, κατά περίπτωση, για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου/Τελωνείου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, ενημερώνει άμεσα με έγγραφη ενέργειά του, στην οποία αναφέρονται οι έννομες συνέπειες που επέρχονται λόγω του χαρακτηρισμού της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (Ακαδημίας 40 – Τ.Κ. 106 72 Αθήνα) και την Τράπεζα της Ελλάδος (Δ/νση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος – Τομέας Πρόληψης Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομη Δραστηριότητα – Αμερικής 3 – ΤΚ. 102 50 Αθήνα), προκειμένου να ενημερωθούν εκ μέρους της τα λειτουργούντα στην Ελλάδα πιστωτικά ιδρύματα. Η ως άνω έγγραφη ενέργεια του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου/Τελωνείου ή της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης κοινοποιείται στον οφειλέτη και τα συνυπόχρεα πρόσωπα. Η ανωτέρω δέσμευση δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις ακατασχέτων κατά τις κείμενες διατάξεις. Περαιτέρω, η δέσμευση αίρεται, με έγγραφη ενέργεια του αρμόδιου, κατά περίπτωση, για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου/Τελωνείου ή του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, με τον επαναχαρακτηρισμό της οφειλής ως εισπράξιμης ή την καθ’ οιονδήποτε τρόπο ακύρωση ή ανάκληση της απόφασης χαρακτηρισμού της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης ή την εξόφληση των οφειλών ή για άλλο νόμιμο λόγο. Σημειώνουμε ότι για τον επαναχαρακτηρισμό οφειλής ως εισπράξιμης αρκεί να διαπιστωθεί ότι υπάρχει, πριν την παραγραφή της, δυνατότητα μερικής ή ολικής ικανοποίησής της είτε από τον οφειλέτη είτε από συνυπόχρεο πρόσωπο. Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι η Φορολογική Διοίκηση δύναται να αντιτάσσει σε συμψηφισμό παραγεγραμμένη απαίτηση του Δημοσίου για μια τριετία από τη συμπλήρωση της παραγραφής (βλ. άρθρο 83, παρ. 2 του ΚΕΔΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 48, παρ. 2 του ν. 4174/2013, προκειμένου για απαιτήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής αυτού, καθώς και τις ομοίου περιεχομένου διατάξεις των άρθρων 89 του ν. 2362/1995 και 139 του ν.4270/2014, κατά περίπτωση). Τα πιστωτικά ιδρύματα από της ενημερώσεώς τους ενεργούν, χωρίς καμία άλλη διαδικασία ή διατύπωση, για την εφαρμογή των δεσμεύσεων με την υποχρέωση να ενημερώσουν εγγράφως την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, άμεσα σε περίπτωση εντοπισμού περιουσιακών στοιχείων ή εντός τριμήνου σε κάθε άλλη περίπτωση.

7. Ο χαρακτηρισμός της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης και η καταχώρισή της στα ειδικά βιβλία ανεπίδεκτων είσπραξης για συνολική ληξιπρόθεσμη βεβαιωμένη οφειλή έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ διενεργείται με απόφαση του Προϊσταμένου της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής φορολογικής ή τελωνειακής υπηρεσίας κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου του Τμήματος που έχει την αρμοδιότητα του Δικαστικού και με σύμφωνη γνώμη του Προϊσταμένου Υποδιεύθυνσης της υπηρεσίας ή, σε περίπτωση που δεν προβλέπεται Υποδιεύθυνση, με σύμφωνη γνώμη του νόμιμου αναπληρωτή του Προϊσταμένου της υπηρεσίας. Επισημαίνουμε ότι η γνωμοδότηση αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας χαρακτηρισμού της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης και το αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο οφείλει να αξιολογεί τα στοιχεία της υπόθεσης και να διατυπώνει θετική ή αρνητική γνώμη για την καταχώριση της οφειλής στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης, λαμβάνοντας υπόψη και τη σχετική εισήγηση. Μάλιστα, η ειδικά αιτιολογημένη γνώμη, η οποία συντάσσεται σε ξεχωριστό διοικητικό έγγραφο, είναι ‘’σύμφωνη’’, και δεσμεύει, εφόσον είναι θετική, το όργανο που αποφασίζει είτε να εκδώσει την απόφαση σύμφωνα με τη γνωμοδότηση είτε, εάν δεν την κάνει δεκτή, να απόσχει από την έκδοση της απόφασης αιτιολογώντας ειδικά την επιλογή του αυτή. Η αρνητική σύμφωνη γνώμη εμποδίζει το αρμόδιο όργανο να εκδώσει απόφαση χαρακτηρισμού οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης.

8. Ο χαρακτηρισμός της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης και η καταχώρισή της στα ειδικά βιβλία ανεπίδεκτων είσπραξης για συνολική ληξιπρόθεσμη βεβαιωμένη οφειλή μεγαλύτερη από τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ και έως ενάμισυ εκατομμύριο (1.500.000) ευρώ διενεργείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής φορολογικής ή τελωνειακής υπηρεσίας και με σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής του άρθρου 15 του ν.2648/1998. Πίνακας 1. Διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα στη Φορολογική Διοίκηση (Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα/ Επιχ. Μονάδα Είσπραξης) για τη διενέργεια ερευνών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 82, παρ. 1α του ΚΕΔΕ:

Α. Σε πληροφοριακά συστήματα του Υπ. Οικονομικών:
1. Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (Ο.Π.Σ.) Taxis στα υποσυστήματα: μητρώου, εσόδων, δικαστικού, ΚΦΑΣ, ΦΠΑ, εισοδήματος νομικών προσώπων, πρωτοκόλλου, άλλων φόρων,
2. πληροφοριακό σύστημα εισοδήματος φυσικών προσώπων,
3. περαίωση φυσικών προσώπων,
4. πληροφοριακό σύστημα οχημάτων,
5. πληροφοριακό σύστημα περιουσιολογίου (δηλώσεις Ε9 και εκκαθαρίσεις φόρου ακίνητης περιουσίας –ενιαίου τέλους ακινήτων για φυσικά πρόσωπα και ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας φυσικών και νομικών προσώπων),
6. Ο.Π.Σ. Elenxis, στα υποσυστήματα: προφίλ φορολογούμενου και discoverer – αναφορές,
7. Ηλεκτρονική υπηρεσία προβολής δηλώσεων πληροφοριακών στοιχείων μισθώσεων ακίνητης περιουσίας και
8. στα στοιχεία συγκεντρωτικών καταστάσεων Πελατών / Προμηθευτών

Β. Σε πληροφοριακά συστήματα εκτός Υπ. Οικονομικών:
1. Μητρώο τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών,
2. επιβεβαίωση στοιχείων ταυτότητας από την Ελληνική Αστυνομία,
3. επιβεβαίωση στοιχείων μεταναστών από το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής
Ανασυγκρότησης.
Επίσης, σε στοιχεία που τηρούνται ηλεκτρονικά στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και τα οποία συλλέγονται από άλλους φορείς στα πλαίσια υποχρέωσης παροχής τους σύμφωνα με το αρθ. 15 του ν.4174/2013 (ΠΟΛ. 1033/2014).

Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων
Γεώργιος Πιτσιλής

Συνημμένα: α) απόσπασμα από το ΦΕΚ 94 Α΄/14.8.2015: οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 6 της υποπαραγράφου Δ1 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (2 φύλλα) και β) οι διατάξεις της υπ’ αριθ. ΠΟΛ. 1259/2013, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους από την υπ’αριθ. ΠΟΛ. 1089/2016.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ
Α. ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΠΡΟΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑ
1. Όλες οι Δ.Ο.Υ.
2. Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.)
3. Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π.)
4. Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης
5. Όλα τα Τελωνεία και τα Τοπικά Τελωνειακά Γραφεία αυτών
6. Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Γ.Γ.Δ.Ε.
7. Διεύθυνση Υποστήριξης Ηλεκτρονικών υπηρεσιών ΓΓΔΕ (και για ανάρτηση στο
διαδικτυακό τόπο της ΓΓΔΕ)
8. Διεύθυνση Παροχής Φορολογικών Υπηρεσιών

 

 

 

 

Β. ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
1.Αποδέκτες πίνακα Α΄ έως και Γ΄ (εκτός όσων περιλαμβάνονται στους αποδέκτες προς
ενέργεια)
2.Ελεγκτικό Συνέδριο, Τσόχα και Βουρνάζου 4, 101 68, Αθήνα
3.Τράπεζα της Ελλάδος, Ακαδημίας 40 , 106 72, Αθήνα, προκειμένου να ενημερώσει τις τράπεζες ή τα πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα
4.Τράπεζα της Ελλάδος, Δ/νση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος – Τομέας Πρόληψης Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομη Δραστηριότητα, Αμερικής 3, 102 50, Αθήνα
5.Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, Ακαδημίας 40, 101 74, Αθήνα
6. Ελληνική Ένωση Τραπεζών, Αμερικής 21 Α , 106 62, Αθήνα
7.Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών Ελλάδος, Σκουφά 50, 106 82, Αθήνα

Γ. ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΙΑΝΟΜΗ
1. Γραφείο Υπουργού
2. Γραφείο Αναπληρωτή Υπουργού
3. Γραφείο Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων
4. Γραφείο Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης
5. Γραφείο Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ.
6. Γραφείο Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού
7. Διεύθυνση Εισπράξεων – Τμήματα Α΄-Ε΄, Γραμματεία
8. Διεύθυνση Τελωνειακών Διαδικασιών

Οι διατάξεις της υπ’ αριθ. ΠΟΛ. 1259/2013 (ΦΕΚ Β΄ 3119), όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή της με τις υπ’ αριθ. ΠΟΛ.1188/2014 (ΦΕΚ Β΄ 2175) και 1089/2016 (Β΄ 2114) έχουν ως εξής:

ΘΕΜΑ : Διαδικασία διάκρισης ληξιπροθέσμων οφειλών προς το Δημόσιο σε εισπράξιμες και ανεπίδεκτες είσπραξης –Εκχώρηση αρμοδιοτήτων Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και καθορισμός αρμοδίων οργάνων.

Άρθρο 1
Κριτήρια και προϋποθέσεις για το χαρακτηρισμό οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης

1. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο και οι συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους χαρακτηρίζονται ως ανεπίδεκτες είσπραξης εφόσον συντρέχουν σωρευτικά τα ακόλουθα:

α) έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της φορολογικής διοίκησης και από τις έρευνες αυτές δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων, ή διαπιστώθηκε η καθ’ οιονδήποτε τρόπο εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων που δεν υπόκεινται σε ακύρωση ή σε διάρρηξη κατά τα άρθρα 939 και
επόμενα του Αστικού Κώδικα και ειδικότερα διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων ή απαιτήσεων κατά των ανωτέρω ευθυνόμενων προσώπων με επίσπευση του Δημοσίου ή τρίτων ή από τον εκκαθαριστή στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθάρισης και η παύση των εργασιών της πτώχευσης, εφόσον έχει λάβει χώρα κήρυξη των ευθυνόμενων προσώπων σε
πτώχευση, η οποία δεν έχει περατωθεί,

β) έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν.1882/1990 (Α΄ 43), όπως ισχύει, σε όσες περιπτώσεις συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις ή δεν είναι δυνατή η υποβολή αυτής,

γ) έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή της αρμόδιας υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης, ο οποίος πιστοποιεί, με βάση ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων περιπτώσεων και ότι είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη των οφειλών από τον οφειλέτη και τα συνυπόχρεα πρόσωπα.

2. Για εταιρείες του τελούν υπό κρατικό έλεγχο ή στις οποίες ασκείται κρατική εποπτεία και οι οποίες τελούν υπό εκκαθάριση ή πτώχευση απαιτείται η αναγγελία του Δημοσίου στις διαδικασίες αυτές και η συνδρομή των περιπτώσεων β) και γ) της προηγούμενης παραγράφου.

3. Για οφειλές που αφορούν κοινότητες ομογενειακών οργανώσεων που έχουν στην κυριότητά τους ελληνικά σχολεία στην αλλοδαπή απαιτείται η συνδρομή της ως άνω περίπτωσης γ)

Άρθρο 1Α
Έκθεση Ελέγχου

1. Η συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 1 της παρούσας απόφασης για το χαρακτηρισμό οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης πιστοποιείται με ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου. Η έκθεση ελέγχου υποβάλλεται από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή, ο οποίος υπηρετεί στην αρμόδια για την εισήγηση φορολογική ή τελωνειακή αρχή και επιλέγεται από τον Προϊστάμενο αυτής. Για τη διαπίστωση της αντικειμενικής αδυναμίας είσπραξης του οφειλέτη με την έκθεση ελέγχου πιστοποιείται ότι:

α) λήφθηκαν όλα τα προβλεπόμενα ασφαλιστικά, διοικητικά, δικαστικά και αναγκαστικά μέτρα σε βάρος του οφειλέτη,

β) διενεργήθηκε εκτεταμένη έρευνα για τον εντοπισμό κάθε κινητής ή ακίνητης περιουσίας και λήφθηκε αντίγραφο της μερίδας του οφειλέτη τουλάχιστον από τα υποθηκοφυλακεία και τα κτηματολογικά γραφεία του τόπου κατοικίας, επαγγελματικής δραστηριότητας και του τόπου καταγωγής,

γ) διερευνήθηκε και διαπιστώθηκε ότι δεν υπόκεινται σε διάρρηξη, λόγω καταδολίευσης, μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη,

δ) ολοκληρώθηκε η έρευνα για τον εντοπισμό χρηματικών απαιτήσεων, όπως μισθωμάτων, μισθών, συντάξεων, απαιτήσεων στις τράπεζες και τα λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, τη μεταφορά χρημάτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη στο εξωτερικό και την απόληψη τόκων από το εξωτερικό και, στην περίπτωση πληροφοριών για πηγές αποπληρωμής της οφειλής στην αλλοδαπή, ότι υποβλήθηκε
τουλάχιστον η αίτηση του άρθρου 298 του ν.4072/2012 (ΦΕΚ Α΄ 86, άρθρο 5 της Οδηγίας 2010/24/ΕΕ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 16ης Μαρτίου 2010) ή και άλλη συναφής αίτηση, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα σε σύμβαση για την αποφυγή διπλής φορολογίας ή σε άλλη διακρατική σύμβαση, εφόσον στην Οδηγία ή στις συμβάσεις αυτές προβλέπεται η παροχή, από αλλοδαπή αρχή,
αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής στην είσπραξη,

ε) διερευνήθηκε κάθε στοιχείο που περιλαμβάνεται στα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα στη Φορολογική Διοίκηση και στο φυσικό φάκελο του οφειλέτη, όπως φορολογικές δηλώσεις, δηλώσεις μητρώου, ισολογισμοί και λοιπές χρηματοοικονομικές καταστάσεις, έντυπα πληροφοριών για περιουσιακά στοιχεία.
Ειδικά για τις οφειλές στα Τελωνεία ο οριζόμενος ελεγκτής θα απευθύνεται στην αρμόδια Φορολογική Αρχή για τη λήψη των ανωτέρω απαιτούμενων στοιχείων.

στ) Σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη, έχει κηρυχθεί η παύση των εργασιών της πτώχευσης ή έχει επέλθει περάτωση αυτής, τα οποία διαπιστώνονται με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως κοινοποίηση δικαστικής απόφασης και έλεγχος τελεσιδικίας αυτής, όταν απαιτείται από το νόμο, λήψη πιστοποιητικού από το αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο σχετικά με την πορεία της πτώχευσης ή έρευνα στη μερίδα
του οφειλέτη που τηρείται στο ανωτέρω δικαστήριο,

ζ) όλες οι έρευνες, ενέργειες και μέτρα που προβλέπονται στις περιπτώσεις α) έως στ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου έχουν ολοκληρωθεί ή ληφθεί και κατά των συνυπόχρεων προσώπων και δεν προέκυψε τόσο για αυτούς, όσο και για τον
οφειλέτη, δυνατότητα αποπληρωμής του χρέους.

Άρθρο 2

Διαδικασία διάκρισης ληξιπροθέσμων οφειλών σε εισπράξιμες και ανεπίδεκτες είσπραξης

1.Η διαδικασία για τη διάκριση των ληξιπροθέσμων οφειλών προς το Δημόσιο σε εισπράξιμες και ανεπίδεκτες είσπραξης άρχεται με την υποβολή τεκμηριωμένης εισήγησης για τον χαρακτηρισμό οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης από το αρμόδιο προς τούτο όργανο προς την υπηρεσία ή το όργανο που είναι αρμόδιο για τη χορήγηση γνώμης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 της παρούσας. Για τις εισηγήσεις του παρόντος τηρείται ηλεκτρονικό αρχείο.

Η εισήγηση πρέπει υποχρεωτικά :
α) να περιέχει την αιτιολογημένη άποψη αυτού,
β) να συνοδεύεται από τα απαραίτητα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι έχουν εξαντληθεί όλες οι ενέργειες (όπως αναφέρονται στα άρθρα 1 και 1Α της παρούσας απόφασης) για την είσπραξη της οφειλής, προκειμένου αυτή να χαρακτηριστεί ως ανεπίδεκτη είσπραξης και

2. Ο έλεγχος, η επαλήθευση και η διαπίστωση της πληρότητας της υποβληθείσας εισήγησης, καθώς και των συνημμένων παραστατικών, διενεργείται από το αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο, το οποίο δύναται να ζητά συμπληρωματικά στοιχεία από τον εισηγητή, άλλη υπηρεσία ή τρίτο, τα οποία πρέπει να αποστέλλονται άμεσα, ή να επιστρέφει το φάκελο με τα συνημμένα στοιχεία στις περιπτώσεις που εντοπίζονται
κενά στην πρόταση, προκειμένου να συμπληρωθεί ο φάκελος.

3. Το αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο αξιολογεί τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης και τα τυχόν πρόσθετα συμπληρωματικά στοιχεία και διατυπώνει θετική ή αρνητική γνώμη για την καταχώριση της οφειλής στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης, λαμβάνοντας υπόψη και την εισήγηση. Η διαδικασία του χαρακτηρισμού οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης ολοκληρώνεται με την έκδοση απόφασης από το αποφασίζον
κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 της παρούσας όργανο με σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου γνωμοδοτικού οργάνου.

4. Η καταχώριση της απόφασης στο βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης του άρθρου 3 της παρούσας, γίνεται από την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής κατά περίπτωση.

Άρθρο 3
Ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης

1.Ως «ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης» ορίζεται το βιβλίο όπου περιλαμβάνονται οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και
συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους, που έχουν βεβαιωθεί κατά τις κείμενες διατάξεις και χαρακτηρίζονται από το αρμόδιο όργανο ως ανεπίδεκτες είσπραξης. Το βιβλίο αυτό τηρείται σε ηλεκτρονική μορφή στο δικαστικό τμήμα της υπηρεσίας που είναι αρμόδια για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής, με δυνατότητα ανάκτησης και εκτύπωσης των καταχωρισθέντων στοιχείων, και ενημερώνεται κατά περίπτωση από
τον αρμόδιο υπάλληλο.

2. Στο «ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης» περιλαμβάνονται τα ακόλουθα στοιχεία:
α) ο Α.Φ.Μ. και το ονοματεπώνυμο ή επωνυμία του υποχρέου και των συνυποχρέων με αυτόν προσώπων. Ειδικότερα, για την περίπτωση των συνυποχρέων, πρέπει επιπροσθέτως να περιλαμβάνεται ποσό ή ποσοστό συνυποχρέωσης επί μέρους ή του συνόλου της οφειλής,
β) τα στοιχεία βεβαίωσης της οφειλής,
γ) το συνολικό ποσό οφειλής που χαρακτηρίζεται ως ανεπίδεκτο είσπραξης ανά ΑΦΜ,
δ) ο αριθμός και η ημερομηνία της απόφασης του αρμοδίου οργάνου,
ε) ο αριθμός πρωτοκόλλου και ημερομηνία του εισερχομένου στην υπηρεσία ενημερωτικού εγγράφου,
στ) ο αριθμός και η ημερομηνία καταχώρισης της οφειλής στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης.

3. Στις καταστάσεις ληξιπροθέσμων και στις λοιπές εκτυπώσεις, όπου απαιτείται, εμφανίζεται διακριτά το ποσό των ανεπίδεκτων προς είσπραξη οφειλών και ανά οφειλέτη.

Άρθρο 4
Συνέπειες χαρακτηρισμού οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης

1. Από την ημερομηνία καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης και για χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών από τη λήξη του έτους μέσα στο οποίο έγινε η καταχώριση, επέρχονται οι ακόλουθες έννομες συνέπειες :
α) αναστέλλεται αυτοδίκαια η παραγραφή της οφειλής,
β) δεν χορηγείται στον οφειλέτη και σε όλα τα συνυπόχρεα πρόσωπα αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για οποιαδήποτε αιτία. Εφόσον πρόκειται για είσπραξη χρημάτων που θα διατεθούν για την ικανοποίηση του Δημοσίου ή για εκποίηση περιουσιακών στοιχείων, το προϊόν των οποίων θα διατεθεί για τον ίδιο σκοπό, χορηγείται βεβαίωση οφειλής.
γ) δεν χορηγείται στον οφειλέτη και σε όλα τα συνυπόχρεα πρόσωπα άλλο προβλεπόμενο από το νόμο πιστοποιητικό για μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων, εκτός αν πρόκειται για εκποίηση περιουσιακών στοιχείων, το προϊόν των οποίων θα διατεθεί για τον ίδιο σκοπό.
Οι αρμόδιες κατά τη χορήγηση των ανωτέρω πιστοποιητικών υπηρεσίες πρέπει να εξετάζουν αν η οφειλή έχει καταχωρισθεί στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης.
δ) δεσμεύονται στο σύνολό τους οι τραπεζικοί και επενδυτικοί λογαριασμοί και το περιεχόμενο των θυρίδων σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα των παραπάνω προσώπων κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διαδικασίας των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 46 του ν.4174/2013.

2.Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα λήψης όλων των προβλεπόμενων από τις κείμενες διατάξεις αναγκαστικών ή μη μέτρων, διενέργειας συμψηφισμού κ.λπ. σε περίπτωση διαπίστωσης ύπαρξης περιουσιακών στοιχείων και μετά την καταχώριση της οφειλής στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης.

Άρθρο 4Α
Διαδικασία δέσμευσης και λοιπά θέματα

1. Οι δεσμεύσεις της περίπτωσης δ) του άρθρου 4 της παρούσας απόφασης αφορούν στο σύνολο (εκατό τοις εκατό και ανεξαρτήτως του χρόνου σύναψης της σύμβασης) των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και παρακαταθηκών και του περιεχομένου των θυρίδων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων και μέχρι του ύψους των οφειλών προς το Δημόσιο και των συμβεβαιωμένων οφειλών προς
τρίτους.

2. Για την εφαρμογή των δεσμεύσεων αυτών, ο αρμόδιος, κατά περίπτωση, για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου/Τελωνείου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, ενημερώνει άμεσα με έγγραφη ενέργειά του, στην οποία αναφέρονται οι έννομες συνέπειες που επέρχονται λόγω του χαρακτηρισμού της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (Ακαδημίας 40 – Τ.Κ. 106 72 Αθήνα) και την Τράπεζα της Ελλάδος (Δ/νση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος – Τομέας Πρόληψης Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομη Δραστηριότητα – Αμερικής 3 – ΤΚ. 102 50 Αθήνα), προκειμένου να ενημερωθούν εκ μέρους της τα λειτουργούντα στην Ελλάδα πιστωτικά ιδρύματα. Οι ανωτέρω υπηρεσίες και φορείς από της ενημερώσεώς τους ενεργούν αμέσως, χωρίς καμία άλλη διαδικασία ή διατύπωση, για την εφαρμογή των δεσμεύσεων με την υποχρέωση να ενημερώσουν εγγράφως την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, άμεσα σε περίπτωση εντοπισμού περιουσιακών στοιχείων ή εντός τριμήνου σε κάθε άλλη περίπτωση. Η ως άνω έγγραφη ενέργεια, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου/Τελωνείου ή της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, κοινοποιείται στον οφειλέτη και τα συνυπόχρεα πρόσωπα.

3. Η δέσμευση αίρεται, με έγγραφη ενέργεια του αρμόδιου, κατά περίπτωση, για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου/Τελωνείου ή του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, με τον επαναχαρακτηρισμό της οφειλής ως εισπράξιμης ή την καθ’ οιονδήποτε τρόπο ακύρωση ή ανάκληση της απόφασης χαρακτηρισμού της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης ή την εξόφληση των οφειλών ή για άλλο νόμιμο λόγο.

4. Η δέσμευση της περίπτωσης δ) του άρθρου 4 της παρούσας απόφασης δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις ακατασχέτων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

Άρθρο 5
Επαναχαρακτηρισμός ως εισπράξιμων των καταχωρισθεισών ως ανεπίδεκτων είσπραξης οφειλών

1.Οφειλή που έχει καταχωρισθεί κατά το άρθρο 2 της παρούσας στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης διαγράφεται από το βιβλίο αυτό και επαναχαρακτηρίζεται ως εισπράξιμη, εάν πριν από την παραγραφή της διαπιστωθεί ότι υπάρχει ή αποκτήθηκε από τον οφειλέτη ή συνυπόχρεο πρόσωπο περιουσιακό στοιχείο που καθιστά δυνατή τη μερική ή ολική εξόφληση της οφειλής.

2.Η διαδικασία για τον επαναχαρακτηρισμό ως εισπράξιμων των καταχωρισθεισών ως ανεπίδεκτων είσπραξης οφειλών γίνεται με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 2 της παρούσας.

Άρθρο 6
Εκχώρηση αρμοδιοτήτων Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων
Ορισμός αρμοδίων οργάνων

1. Ο χαρακτηρισμός οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης και η καταχώρισή της στα ειδικά βιβλία του άρθρου 3 γίνεται:
α) με απόφαση του Προϊσταμένου της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής φορολογικής ή τελωνειακής υπηρεσίας κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου του Τμήματος που έχει την αρμοδιότητα του Δικαστικού και με σύμφωνη γνώμη του Προϊσταμένου Υποδιεύθυνσης της υπηρεσίας ή σε περίπτωση που δεν προβλέπεται Υποδιεύθυνση, με σύμφωνη γνώμη του νόμιμου αναπληρωτή του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας, εφόσον πρόκειται για συνολική ληξιπρόθεσμη βεβαιωμένη οφειλή μικρότερη των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ,
β) με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής φορολογικής ή τελωνειακής υπηρεσίας και με σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής του άρθρου 15 του ν.2648/1998 (ΦΕΚ Α΄ 238), εφόσον πρόκειται για συνολική ληξιπρόθεσμη βεβαιωμένη οφειλή μεγαλύτερη των τριακοσίων (300.000) χιλιάδων ευρώ και έως ενάμισυ εκατομμύριο (1.500.000) ευρώ και
γ) με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης και με σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφόσον πρόκειται για συνολική ληξιπρόθεσμη βεβαιωμένη οφειλή μεγαλύτερη από ενάμισυ εκατομμύριο (1.500.000) ευρώ.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων μπορεί να ζητεί τη σύμφωνη γνώμη Κλιμακίου ή Τμήματος ή Διεύθυνσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που συγκροτείται με απόφαση της Ολομέλειάς του για οφειλές που υπολείπονται του ανωτέρω ποσού.

2. Τα όργανα που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο είναι αρμόδια, με τις ίδιες διακρίσεις, και για τον επαναχαρακτηρισμό ανεπίδεκτης είσπραξης οφειλής ως εισπράξιμης.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ∆ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 94
14 Αυγούστου 2015

ΝOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4336
Συνταξιοδοτικές διατάξεις − Κύρωση του Σχεδίου Σύµβασης Οικονοµικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισµό Σταθερότητας και ρυθµίσεις για την υλοποίηση της Συµφωνίας Χρηµατοδότησης.

Ο ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ∆ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή:

ΜΕΡΟΣ Α΄
ΣΥΝΤΑΞΙΟ∆ΟΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ∆ΗΜΟΣΙΟΥ
Άρθρο 1
1. α. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της περ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 3865/2010 (Α΄ 120) αντικαθίστανται ως εξής:
«α. Τα πρόσωπα των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1 ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, που έχουν αποχωρήσει ή αποχωρούν από την Υπηρεσία από 1.1.2015 και µετά.»
β. Οι διατάξεις της περ. α΄ της παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 3865/2010 αντικαθίστανται ως εξής:
«α) έχουν συµπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους,».
γ. Στην περ. γ΄ της παρ, 3 του άρθρου 3 του ν. 3865/ 2010 η φράση «διαµένουν µόνιµα στην Ελλάδα για τουλάχιστον δεκαπέντε (15) έτη µεταξύ του 15ου και του 65ου έτους της ηλικίας τους.» αντικαθίσταται µε τη φράση «διαµένουν µόνιµα στην Ελλάδα για τουλάχιστον
δεκαπέντε (15) έτη µεταξύ του 15ου και του 67ου έτους της ηλικίας τους.»
δ. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3865/2010 η φράση «πλην των αποδοχών του µήνα κατά τον οποίο υποβάλλεται η αίτηση συνταξιοδότησης» αντικαθίσταται µε τη φράση «πλην των αποδοχών του µήνα αποχώρησης από την Υπηρεσία του υπαλλήλου ή του στρατιωτικού».
ε. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3865/2010 η φράση «πλην των ασφαλιστέων αποδοχών του τελευταίου έτους ή τµήµατος έτους κατά το οποίο υποβάλλεται η αίτηση συνταξιοδότησης,» αντικαθίσταται µε τη φράση «πλην των ασφαλιστέων αποδοχών του έτους ή τµήµατος έτους κατά το οποίο αποχωρεί από την Υπηρεσία ο υπάλληλος ή ο στρατιωτικός».
στ. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 3865/2010 (Α΄ 120) αντικαθίστανται ως εξής:
« 3. Όσοι έχουν προσληφθεί στο ∆ηµόσιο µέχρι και την 31.12.2010 και έχουν αποχωρήσει ή αποχωρούν από την Υπηρεσία από 30.8.2015 και µετά δικαιούνται:»
ζ. Στον έκτο στίχο της περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 3865/2010 η φράση «που θεµελιώνουν δικαίωµα σύνταξης µετά την 1.1.2015» αντικαθίσταται µε τη φράση «που έχουν αποχωρήσει ή αποχωρούν από την Υπηρεσία από 1.1.2015 και µετά,».
η. Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 3865/2010 προστίθεται περίπτωση γ΄ ως εξής:
«γ. Οι διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 4002/ 2011 (Α΄ 180) έχουν ανάλογη εφαρµογή και για τις συντάξεις που υπολογίζονται µε βάση τις διατάξεις των προηγούµενων παραγράφων και αυτής.»
θ. Οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 3865/ 2010 καταργούνται.
ι. Συντάξεις που έχουν κανονισθεί αντίθετα µε τα οριζόµενα στις διατάξεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 4 του ν. 3865/2010, όπως αυτές ισχύουν µετά την τροποποίησή τους µε τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, αναπροσαρµόζονται οίκοθεν από την αρµόδια Υπηρεσία
Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, τα δε οικονοµικά αποτελέσµατα αρχίζουν από την ηµεροµηνία έναρξης καταβολής της σύνταξης και όχι πριν την 30.8.2015.