Οδηγία 30/2009

Οδηγία 2009/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 με την οποία τροποποιείται η οδηγία 98/70/ΕΚ όσον αφορά τις προδιαγραφές για τη βενζίνη, το ντίζελ και το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης και την καθιέρωση μηχανισμού για την παρακολούθηση και τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, τροποποιείται η οδηγία 1999/32/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά την προδιαγραφή των καυσίμων που χρησιμοποιούνται στα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας και καταργείται η οδηγία 93/12/ΕΟΚ

23 Απριλίου 2009

(1)
(2)
(3)
(4)
(5)
(6)
L 140/88 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
ΟΔΗΓΙΑ 2009/30/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 23ης Απριλίου 2009
με την οποία τροποποιείται η οδηγία 98/70/ΕΚ όσον αφορά τις προδιαγραφές για τη βενζίνη, το ντίζελ και
το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης και την καθιέρωση μηχανισμού για την παρακολούθηση και τη μείωση των
εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, τροποποιείται η οδηγία 1999/32/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά την
προδιαγραφή των καυσίμων που χρησιμοποιούνται στα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας και καταργείται η
οδηγία 93/12/ΕΟΚ
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ
ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το
άρθρο  95 και το άρθρο  175 παράγραφος  1, σε συνδυασμό με το
άρθρο 1 παράγραφος 5 και το άρθρο 2 της παρούσας οδηγίας,
την πρόταση της Επιτροπής,
τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
(1)  ΕΕ C 44 της 16.2.2008, σ. 53.
,
Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο
άρθρο 251 της συνθήκης
(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2008 (δεν έχει
ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του
Συμβουλίου της 6ης Απριλίου 2009.
,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Η οδηγία 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου, της 13ης  Οκτωβρίου 1998, σχετικά με την
ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ
(3)  ΕΕ L 350 της 28.12.1998, σ. 58.
καθορίζει
ελάχιστες προδιαγραφές για τη βενζίνη και το ντίζελ που
χρησιμοποιούνται στα οδικά οχήματα και στα μη οδικά κινητά
μηχανήματα που καθορίζονται για λόγους υγείας και
περιβάλλοντος.
(2) Ένας από τους στόχους που ορίζονται στο έκτο κοινοτικό
πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον που υιοθετήθηκε με την
απόφαση αριθ.  1600/2002/ΕΚ
(4)  ΕΕ L 242 της 10.9.2002, σ. 1.
της 22ας  Ιουλίου 2002
είναι η επίτευξη επιπέδων ποιότητας του αέρα που δεν θα έχουν
ουσιαστικές αρνητικές επιπτώσεις ή κινδύνους για την
ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Η Επιτροπή, στη δήλωσή
της που συνοδεύει την οδηγία 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης  Μαΐου 2008,
σχετικά με την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και
καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη
(5)  ΕΕ L 152 της 11.6.2008, σ. 43.
, αναγνωρίζει την ανάγκη
περιορισμού των εκπομπών επιβλαβών ατμοσφαιρικών ρύπων,
προκειμένου να επιτευχθεί σημαντική πρόοδος για την
υλοποίηση των στόχων που καθορίστηκαν στο έκτο
πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον και προβλέπει ιδίως την
υποβολή νέων νομοθετικών προτάσεων, οι οποίες αναμένεται
να μειώσουν περαιτέρω τις επιτρεπόμενες εθνικές εκπομπές
βασικών ρύπων των κρατών μελών, να περιορίσουν τις
εκπομπές που συνδέονται με τον εφοδιασμό των
βενζινοκίνητων οχημάτων στα πρατήρια καυσίμων και να
αντιμετωπίσουν το ζήτημα της περιεκτικότητας των καυσίμων
σε θείο, συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων που
χρησιμοποιούνται στις θαλάσσιες μεταφορές.
(3) Η Κοινότητα δεσμεύθηκε με το πρωτόκολλο του Κιότο να
επιτύχει στόχους για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου την
περίοδο 2008-2012. Η Κοινότητα δεσμεύθηκε επίσης για
μείωση κατά 30 % των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως
το 2020, στο πλαίσιο παγκόσμιας συμφωνίας και για μείωση
20 % μονομερώς. Όλοι οι κλάδοι θα πρέπει να συμβάλουν σε
αυτούς τους στόχους.
(4) Μία πτυχή των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τις
μεταφορές έχει αντιμετωπιστεί με την κοινοτική πολιτική για
το CO2 και τα αυτοκίνητα. Τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται
για τις μεταφορές ευθύνονται για σημαντικό μερίδιο των
συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της Κοινότητας.
Η παρακολούθηση και η μείωση των εκπομπών αερίων του
θερμοκηπίου καθ’ όλο τον κύκλο ζωής του καυσίμου μπορεί
να συμβάλει στην εκπλήρωση από την Κοινότητα των στόχων
για μείωση των αερίων του θερμοκηπίου μέσω περιορισμού
του διοξειδίου του άνθρακα από τα καύσιμα για τις μεταφορές.
(5) Η Κοινότητα έχει θεσπίσει κανονιστικές διατάξεις που
περιορίζουν τις εκπομπές ρύπων από ελαφρά και βαρέα φορ­
τηγά οχήματα. Οι προδιαγραφές για τα καύσιμα είναι ένας από
τους παράγοντες που επηρεάζουν θετικά την τήρηση αυτών
των ορίων εκπομπών.
(6) Παρεκκλίσεις από τη μέγιστη τάση ατμών βενζίνης κατά τη
θερινή περίοδο θα πρέπει να περιορίζονται στα κράτη μέλη με
χαμηλές θερμοκρασίες περιβάλλοντος κατά τη θερινή περίοδο.
Είναι συνεπώς σκόπιμο να διευκρινιστεί σε ποια κράτη μέλη θα
πρέπει να επιτραπεί παρέκκλιση. Πρόκειται, καταρχήν, για τα
κράτη μέλη στα οποία η μέση θερμοκρασία στο μεγαλύτερο
μέρος του εδάφους τους είναι κάτω των 12 °C για τουλάχιστον
δύο από τους τρεις μήνες Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο.
(7) Η οδηγία 97/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1997, για την προσέγγιση
των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα ληπτέα μέτρα
κατά της εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων
προερχόμενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που
τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα
(6)  ΕΕ L 59 της 27.2.1998, σ. 1.
, καθορίζει
όρια εκπομπών για τους κινητήρες που χρησιμοποιούνται σε
μη οδικά κινητά μηχανήματα. Πρέπει να προβλεφθούν καύσιμα
που να καθιστούν δυνατή την ορθή λειτουργία των κινητήρων
αυτών των μηχανημάτων.
(8) Τα καύσιμα για τις οδικές μεταφορές ευθύνονται για περίπου
20 % των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην Κοινότητα.
Μία προσέγγιση για τη μείωση των εκπομπών αυτών είναι η
μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τον κύκλο
(1)
5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/89
ζωής αυτών των καυσίμων. Τούτο μπορεί να επιτευχθεί με
διαφόρους τρόπους. Με δεδομένα τη φιλοδοξία της
Κοινότητας να μειώσει περαιτέρω τις εκπομπές αερίων του
θερμοκηπίου και το σημαντικό μερίδιο των εκπομπών από τις
οδικές μεταφορές, είναι σκόπιμο να θεσπισθεί μηχανισμός με
τον οποίο θα απαιτείται από τους προμηθευτές καυσίμων να
υποβάλλουν δεδομένα σχετικά με τις εκπομπές αερίων του
θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής των καυσίμων που
προμηθεύουν και να τις μειώνουν από το 2011 και μετά. Η
μεθοδολογία για τον υπολογισμό των εκπομπών αερίων του
θερμοκηπίου στον κύκλο ζωής από βιοκαύσιμα θα πρέπει να
είναι πανομοιότυπη με εκείνη που καθορίζεται για τους σκο­
πούς της οδηγίας 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την
προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές
(1)  Βλ. σελίδα 16 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.
.
(9) Οι προμηθευτές θα πρέπει, έως τις 31  Δεκεμβρίου 2020, να
μειώσουν βαθμιαία τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στον
κύκλο ζωής μέχρι και κατά 10 % ανά μονάδα ενέργειας από
καύσιμα και ενέργεια που παρέχονται. Αυτή η μείωση πρέπει
να ανέρχεται τουλάχιστον σε 6 % έως το 2020, σε σύγκριση
με το μέσο επίπεδο EE των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου
κατά τον κύκλο ζωής ανά μονάδα ενέργειας από ορυκτά
καύσιμα το 2010, μέσω της χρήσης βιοκαυσίμων,
εναλλακτικών καυσίμων και μειώσεων της καύσης και του
εξαερισμού στις εγκαταστάσεις παραγωγής. Με την επιφύλαξη
επανεξέτασης, στην ανωτέρω μείωση πρέπει να περιλαμβάνεται
περαιτέρω μείωση κατά 2 % που θα επιτευχθεί με τη χρήση
φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών δέσμευσης και
αποθήκευσης του άνθρακα και ηλεκτρικών οχημάτων και
περαιτέρω μείωση κατά 2 % που θα επιτευχθεί με την αγορά
πιστωτικών μορίων βάσει του μηχανισμού καθαρής ανάπτυξης
του πρωτοκόλλου του Κιότο. Αυτές οι επιπρόσθετες μειώσεις
δεν θα πρέπει να είναι δεσμευτικές για τα κράτη μέλη ή για
τους προμηθευτές καυσίμων με την έναρξη ισχύος της
παρούσας οδηγίας. Η επανεξέταση θα πρέπει να αναφέρεται
στον μη δεσμευτικό χαρακτήρα τους.
(10) Η παραγωγή βιοκαυσίμων θα πρέπει να είναι αειφόρος. Συν­
επώς, θα πρέπει να είναι υποχρεωτικό, τα βιοκαύσιμα τα οποία
χρησιμοποιούνται με σκοπό τη συμμόρφωση προς το στόχο
της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου να
πληρούν τους στόχους αειφορίας που θέτει η παρούσα οδηγία.
Για να εξασφαλισθεί μια συνεκτική προσέγγιση μεταξύ ενερ­
γειακής και περιβαλλοντικής πολιτικής και προκειμένου να
αποφευχθούν το επιπλέον κόστος για τις επιχειρήσεις και οι
αντιφάσεις στα περιβαλλοντικά πρότυπα ως αποτέλεσμα μιας
μη συνεκτικής προσέγγισης, είναι σημαντικό να προβλέπονται
τα ίδια κριτήρια αειφορίας για τα βιοκαύσιμα για τους σκο­
πούς της παρούσας οδηγίας αφενός και για τους σκοπούς της
οδηγίας 2009/28/ΕΚ αφετέρου. Για τους ίδιους λόγους, θα
πρέπει να αποφεύγεται στο πλαίσιο αυτό η διπλή υποβολή
εκθέσεων. Πέραν τούτου, η Επιτροπή και οι αρμόδιες εθνικές
αρχές θα πρέπει να συντονίζουν τις δραστηριότητές τους στο
πλαίσιο μιας επιτροπής αρμόδιας ειδικά για ζητήματα
αειφορίας.
(11) Τα κίνητρα που προβλέπει η παρούσα οδηγία για τα
βιοκαύσιμα, καθώς και η αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση για
βιοκαύσιμα, δεν θα πρέπει να συνεπάγεται την ενθάρρυνση της
καταστροφής εδαφών με βιοποικιλότητα. Οι εν λόγω
εξαντλήσιμοι πόροι, των οποίων η αξία για την ανθρωπότητα
αναγνωρίστηκε σε διάφορα διεθνή κείμενα, θα πρέπει να
διαφυλαχθούν. Επιπλέον, οι καταναλωτές της Κοινότητας θα
θεωρούσαν ηθικά απαράδεκτο η αυξημένη από μέρους τους
χρήση βιοκαυσίμων να μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την
καταστροφή εδαφών με βιοποικιλότητα. Για τους λόγους
αυτούς, είναι αναγκαίο να προβλεφθούν κριτήρια αειφορίας
προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα βιοκαύσιμα μπορούν να
επωφεληθούν από την παροχή κινήτρων, μόνον εφόσον
υπάρξει εγγύηση ότι δεν προέρχονται από περιοχές με
βιοποικιλότητα ή, στην περίπτωση περιοχών που
χαρακτηρίζονται για την προστασία της φύσης ή για την
προστασία σπάνιων, απειλούμενων ή κινδυνευόντων από
εξαφάνιση οικοσυστημάτων ή ειδών, εφόσον η σχετική αρμόδια
αρχή αποδεικνύει ότι η παραγωγή πρώτων υλών δεν
παρεμποδίζει τους σκοπούς αυτούς. Σύμφωνα με τα κριτήρια
αειφορίας, ως δάσος με βιοποικιλότητα θα πρέπει να νοείται το
πρωτογενές δάσος κατά τον ορισμό που χρησιμοποιεί ο Οργα­
νισμός Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO)
στην αξιολόγησή του για τους παγκόσμιους δασικούς πόρους,
την οποία οι χώρες ανά τον κόσμο χρησιμοποιούν για να
αναφέρουν την έκταση των πρωτογενών δασών ή το δάσος που
προστατεύεται από την εθνική νομοθεσία για την προστασία
της φύσης. Περιλαμβάνονται οι περιοχές όπου συγκομίζονται
δασικά προϊόντα πλην του ξύλου, εφόσον οι επιπτώσεις της
ανθρώπινης δραστηριότητας είναι περιορισμένες. Άλλοι τύποι
δασών, όπως ορίζονται από τον FAO, όπως τα τροποποιημένα
φυσικά δάση, τα ημιφυσικά δάση και οι φυτείες, δεν θα πρέπει
να θεωρούνται ως πρωτογενή δάση. Επιπροσθέτως, λόγω της
μεγάλης βιοποικιλότητας ορισμένων λειμώνων, τόσο των
εύκρατων όσο και των τροπικών κλιμάτων,
συμπεριλαμβανομένων της σαβάνας, των στεπών, των
θαμνωδών περιοχών και των βοσκοτόπων υψηλής
βιοποικιλότητας, κρίνεται επίσης σκόπιμο τα βιοκαύσιμα που
παράγονται από πρώτες ύλες προερχόμενες από τα εν λόγω
εδάφη να μην έχουν δικαίωμα στα κίνητρα που προβλέπει η
παρούσα οδηγία. Η Επιτροπή θα πρέπει να θεσπίσει κατάλληλα
κριτήρια και γεωγραφικές ζώνες για να ορίσει αυτούς τους
μεγάλης βιοποικιλότητας λειμώνες σύμφωνα με τα βέλτιστα
διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία και συναφή διεθνή πρότυπα.
(12) Κατά τον υπολογισμό του αντικτύπου των εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου από τη μετατροπή των εδαφών, οι οικονομικοί
φορείς θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν πραγματικές
τιμές αποθεμάτων άνθρακα συνδεόμενες με τη χρήση γης ανα­
φοράς και τη χρήση γης μετά τη μετατροπή. Θα πρέπει επίσης
να είναι σε θέση να χρησιμοποιούν πρότυπες τιμές. Το έργο
της διακυβερνητικής ομάδας μελετών των αλλαγών του
κλίματος είναι κατάλληλη βάση για τέτοιες πρότυπες τιμές. Το
έργο αυτό δεν είναι αυτή τη στιγμή διατυπωμένο σε μορφή
που να είναι άμεσα εφαρμόσιμη από τους οικονομικούς φορείς.
Η Επιτροπή θα πρέπει συνεπώς να εκδώσει κατευθυντήριες
γραμμές για το έργο αυτό που θα χρησιμεύσουν ως βάση για
τον υπολογισμό των τροποποιήσεων στα αποθέματα άνθρακα
για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, όπου θα
περιλαμβάνονται όσον αφορά τις δασικές περιοχές με
συγκόμωση μεταξύ 10 % και 30 %, οι σαβάνες, οι θαμνώδεις
περιοχές και οι βοσκότοποι.
L 140/90 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
(13) Είναι σκόπιμο να αναπτύξει η Επιτροπή μεθοδολογίες με σκοπό
την αξιολόγηση του αντικτύπου της αποστράγγισης τυρφώνων
στις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου.
(14) Δεν θα πρέπει να αλλάξουν χρήση με σκοπό την παραγωγή
βιοκαυσίμων, τα εδάφη των οποίων η μετατροπή θα οδηγούσε
σε απώλεια του αποθέματος άνθρακα, η οποία δεν θα
μπορούσε, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος δεδομένου
του επείγοντος χαρακτήρα της αντιμετώπισης της αλλαγής του
κλίματος, να αντισταθμιστεί από τη μείωση των αερίων
θερμοκηπίου χάρη στην παραγωγή βιοκαυσίμων. Αυτό θα
απέτρεπε άσκοπες και επαχθείς έρευνες στους οικονομικούς
φορείς και τη μετατροπή εδαφών με υψηλό απόθεμα άνθρακα
που εκ των υστέρων θα αποδεικνύονταν μη επιλέξιμα για παρα­
γωγή πρώτων υλών για βιοκαύσιμα. Η απογραφή των
παγκόσμιων αποθεμάτων άνθρακα δείχνει ότι οι υγροβιότοποι
και οι περιοχές που υπόκεινται σε συνεχή αναδάσωση με
συγκόμωση μεγαλύτερη του 30 % θα πρέπει να
συμπεριληφθούν στην εν λόγω κατηγορία. Οι περιοχές που
υπόκεινται σε συνεχή αναδάσωση με συγκόμωση ανάμεσα σε
10 % και  30 %, θα πρέπει να συμπεριληφθούν στην εν λόγω
κατηγορία, εκτός αν υπάρχουν στοιχεία από τα οποία
αποδεικνύεται ότι το απόθεμά τους σε άνθρακα είναι τόσο
χαμηλό ώστε να δικαιολογεί τη μετατροπή τους σύμφωνα με
τους κανόνες που θεσπίζει η παρούσα οδηγία. Η αναφορά των
υγροβιοτόπων θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον ορισμό που
περιέχει η σύμβαση για τους υγροβιότοπους διεθνούς
σημασίας που υπογράφηκε στις 2  Φεβρουαρίου 1971 στο
Ραμσάρ.
(15) Τα κίνητρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία θα
ενθαρρύνουν τη μεγαλύτερη παραγωγή βιοκαυσίμων
παγκοσμίως. Όταν τα βιοκαύσιμα προέρχονται από πρώτες
ύλες που παράγονται εντός της Κοινότητας, θα πρέπει να
συμμορφώνονται και προς τις κοινοτικές περιβαλλοντικές
απαιτήσεις για τη γεωργία, συμπεριλαμβανομένων των
απαιτήσεων για την προστασία της ποιότητας των υπόγειων και
των επιφανειακών υδάτων, και προς τις κοινωνικές απαιτήσεις.
Ωστόσο, υπάρχει ανησυχία ότι η παραγωγή βιοκαυσίμων σε
ορισμένες τρίτες χώρες ενδέχεται να μην τηρεί στοιχειώδεις
περιβαλλοντικές ή κοινωνικές απαιτήσεις. Επομένως, είναι
σκόπιμο να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη πολυμερών και διμερών
συμφωνιών και εθελοντικών διεθνών ή εθνικών συστημάτων
που να καλύπτουν τα βασικά περιβαλλοντικά και κοινωνικά
θέματα, ώστε να προάγεται η αειφόρος παραγωγή βιοκαυσίμων
παγκοσμίως. Ελλείψει συμφωνιών ή συστημάτων αυτού του
είδους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαιτούν από τους οικο­
νομικούς φορείς να υποβάλουν εκθέσεις για τα εν λόγω
ζητήματα.
(16) Τα κριτήρια αειφορίας του περιβάλλοντος θα είναι αποτελε­
σματικά μόνο εάν οδηγούν σε αλλαγές στη συμπεριφορά των
παραγόντων της αγοράς. Οι παράγοντες της αγοράς θα
αλλάξουν τη συμπεριφορά τους μόνο εάν τα βιοκαύσιμα που
πληρούν τα κριτήρια πριμοδοτηθούν ως προς την τιμή σε
σύγκριση με όσα δεν πληρούν τα κριτήρια. Σύμφωνα με τη
μέθοδο ισοζυγίου μάζας για την εξακρίβωση της
συμμόρφωσης, υπάρχει φυσικός δεσμός μεταξύ της παρα­
γωγής βιοκαυσίμων που πληρούν τα κριτήρια αειφορίας και
της κατανάλωσης βιοκαυσίμων στην Κοινότητα, ο οποίος
δημιουργεί τη δέουσα ισορροπία μεταξύ προσφοράς και
ζήτησης και διασφαλίζει την πριμοδότηση τιμής η οποία είναι
υψηλότερη από ότι σε συστήματα όπου δεν υπάρχει τέτοιος
δεσμός. Ως εκ τούτου, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα
βιοκαύσιμα που πληρούν τα κριτήρια αειφορίας θα μπορούν
να πωληθούν σε υψηλότερη τιμή, για την εξακρίβωση της
συμμόρφωσης θα πρέπει να χρησιμοποιείται το σύστημα του
ισοζυγίου μάζας. Αυτό θα πρέπει να διαφυλάσσει την
ακεραιότητα του συστήματος αποφεύγοντας παράλληλα την
επιβολή αδικαιολόγητης επιβάρυνσης στη βιομηχανία.
Ωστόσο, θα πρέπει να μελετηθούν και άλλες μέθοδοι
εξακρίβωσης.
(17) Όπου χρειάζεται, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως
υπόψη την αξιολόγηση οικοσυστημάτων της χιλιετηρίδας που
περιέχει χρήσιμα στοιχεία για τη διατήρηση τουλάχιστον των
τομέων αυτών που παρέχουν βασικές υπηρεσίες
οικοσυστήματος σε κρίσιμες καταστάσεις, όπως η προστασία
της λεκάνης απορροής και ο έλεγχος της διάβρωσης.
(18) Τα παραπροϊόντα από την παραγωγή και χρήση καυσίμων θα
πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό των
εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Η μέθοδος υποκατάστασης
θεωρείται κατάλληλη για τους σκοπούς της ανάλυσης πολι­
τικής, αλλά όχι για κανονιστικούς σκοπούς που αφορούν τους
μεμονωμένους φορείς και τις μεμονωμένες αποστολές
καυσίμων για μεταφορές. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η μέθοδος
που θεωρείται η πλέον κατάλληλη είναι η μέθοδος της κατα­
νομής ενέργειας διότι εφαρμόζεται εύκολα, είναι προβλέψιμη
σε βάθος χρόνου, ελαχιστοποιεί τα αντιπαραγωγικά κίνητρα
και παράγει αποτελέσματα τα οποία γενικά είναι συγκρίσιμα με
εκείνα που παράγει η μέθοδος υποκατάστασης. Για τους σκο­
πούς της ανάλυσης πολιτικής, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης,
στις εκθέσεις της, να παρουσιάζει αποτελέσματα
χρησιμοποιώντας τη μέθοδο υποκατάστασης.
(19) Προκειμένου να αποφευχθεί η δυσανάλογη διοικητική
επιβάρυνση θα πρέπει να θεσπιστεί κατάλογος
προκαθορισμένων τιμών για τις κοινές οδούς παραγωγής
βιοκαυσίμων, ο οποίος θα πρέπει να επικαιροποιείται και να
επεκτείνεται όταν υπάρχουν περαιτέρω αξιόπιστα δεδομένα.
Για τα βιοκαύσιμα θα πρέπει πάντοτε να απαιτείται το επίπεδο
μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που θεσπίζεται
στον εν λόγω κατάλογο. Σε περίπτωση που η προκαθορισμένη
τιμή μείωσης των αερίων θερμοκηπίου από μια οδό παραγωγής
είναι χαμηλότερη από το απαιτούμενο ελάχιστο επίπεδο
μείωσης των αερίων θερμοκηπίου, οι παραγωγοί που
επιθυμούν να αποδείξουν τη συμμόρφωσή τους προς το
συγκεκριμένο ελάχιστο επίπεδο θα πρέπει να υποχρεούνται να
καταδεικνύουν ότι το επίπεδο των πραγματικών εκπομπών που
προέρχονται από τη διαδικασία παραγωγής τους είναι
κατώτερο από το επίπεδο της παραδοχής για τον υπολογισμό
των προκαθορισμένων τιμών.
(20) Τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό αυτών
των προκαθορισμένων τιμών είναι σκόπιμο να λαμβάνονται
από ανεξάρτητες επιστημονικές πηγές και, ανάλογα με την
περίπτωση, να επικαιροποιούνται ανάλογα με την πρόοδο των
εργασιών των πηγών αυτών. Η Επιτροπή θα πρέπει να
παροτρύνει τις πηγές αυτές να εξετάζουν, κατά τις επικαιρο­
ποιητικές τους εργασίες, τις εκπομπές από την καλλιέργεια,
τον αντίκτυπο των περιφερειακών και των κλιματικών
συνθηκών, τον αντίκτυπο της καλλιέργειας με αειφόρους γεωρ­
γικές μεθόδους και μεθόδους βιολογικής γεωργίας και τις επι­
στημονικές συμβολές των παραγωγών τόσο στις τρίτες χώρες
όσο και εντός της Κοινότητας και της κοινωνίας των πολιτών.
5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/91
(21) Προκειμένου να μην ενθαρρυνθεί η καλλιέργεια πρώτων υλών
για βιοκαύσιμα σε εδάφη όπου αυτό θα οδηγούσε σε υψηλές
εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, η χρήση των προκαθορισμένων
τιμών για την καλλιέργεια θα πρέπει να περιορίζεται σε
περιοχές όπου αυτή η επίπτωση μπορεί να αποκλειστεί μετά
βεβαιότητας. Ωστόσο, για να αποφευχθεί η δυσανάλογη διοι­
κητική επιβάρυνση, είναι σκόπιμο να καθορίσουν τα κράτη
μέλη εθνικούς ή περιφερειακούς μέσους όρους εκπομπών από
την καλλιέργεια, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης
λιπασμάτων.
(22) Η παγκόσμια ζήτηση πρώτων υλών αυξάνεται συνεχώς. Η
αυξανόμενη αυτή ζήτηση θα αντιμετωπιστεί εν μέρει με την
αύξηση των εδαφών που χρησιμοποιούνται για τη γεωργία. Η
αποκατάσταση των εδαφών που έχουν υποβαθμιστεί σοβαρά ή
μολυνθεί έντονα και, κατά συνέπεια, δεν μπορούν να
χρησιμοποιηθούν, ως έχουν, για γεωργική παραγωγή, αποτε­
λεί μέσο για την αύξηση των εδαφών που είναι διαθέσιμα για
την καλλιέργεια. Επειδή η προαγωγή των βιοκαυσίμων θα
συμβάλει στην αύξηση της ζήτησης γεωργικών πρώτων υλών,
το σύστημα αειφορίας θα πρέπει να προάγει την αποκατάσταση
των εδαφών που έχουν υποβαθμιστεί. Ακόμη και αν τα
βιοκαύσιμα παράγονται από πρώτες ύλες που προέρχονται από
ήδη καλλιεργούμενες εκτάσεις, η καθαρή αύξηση της ζήτησης
καλλιεργειών η οποία οφείλεται στην προώθηση των
βιοκαυσίμων ενδέχεται να οδηγήσει σε καθαρή αύξηση των
καλλιεργούμενων εκτάσεων. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί σε
εκτάσεις με υψηλό απόθεμα άνθρακα, οπότε θα μπορούσε να
επιφέρει απώλεια αποθεμάτων άνθρακα. Για να μετριαστεί ο
κίνδυνος αυτός, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν συνοδευτικά
μέτρα προκειμένου να ενθαρρυνθεί μεγαλύτερος ρυθμός
αύξησης της παραγωγικότητας σε εκτάσεις που
χρησιμοποιούνται ήδη για καλλιέργειες, η χρήση
υποβαθμισμένων εκτάσεων και η θέσπιση απαιτήσεων
αειφορίας, ανάλογων με εκείνες που καθορίζονται στην
παρούσα οδηγία για την κατανάλωση βιοκαυσίμων στην
Κοινότητα, σε άλλες χώρες κατανάλωσης βιοκαυσίμων. Η Επι­
τροπή θα πρέπει να αναπτύσσει συγκεκριμένη μεθοδολογία για
να ελαχιστοποιήσει τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που
προκαλούνται από έμμεσες αλλαγές χρήσης γης. Κατ’ αυτόν
τον τρόπο η Επιτροπή θα πρέπει να αναλύσει, βάσει των
βέλτιστων διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων, ιδίως, μεταξύ
άλλων, την ένταξη ενός συντελεστή για τις έμμεσες αλλαγές
χρήσης γης στον υπολογισμό των εκπομπών αερίων του
θερμοκηπίου και την ανάγκη να δώσει κίνητρα για την παρα­
γωγή βιοκαυσίμων με αειφόρο τρόπο, η οποία θα ελαχιστο­
ποιεί την επίδραση της αλλαγής της χρήσης γης και θα
βελτιώνει την αειφορία των βιοκαυσίμων σχετικά με την έμμεση
αλλαγή για χρήσης γης. Κατά την ανάπτυξη αυτής της
μεθοδολογίας η Επιτροπή θα πρέπει μεταξύ άλλων να εξετάσει
τις δυνητικές επιπτώσεις έμμεσης αλλαγής χρήσης γης των
βιοκαυσίμων που παράγονται από μη εδώδιμες κυτταρινούχες
ύλες και λιγνοκυτταρινούχες ύλες.
(23) Δεδομένου ότι τα μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 7β έως
7ε της οδηγίας 98/70/ΕΚ προάγουν επίσης τη λειτουργία της
εσωτερικής αγοράς εναρμονίζοντας τα κριτήρια αειφορίας για
τα βιοκαύσιμα για λόγους καταλογισμού των στόχων δυνάμει
της εν λόγω οδηγίας και με τον τρόπο αυτό διευκολύνουν,
κατά το άρθρο  7β παράγραφος  8 της εν λόγω οδηγίας, τις
συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά τα βιοκαύσιμα
τα οποία συμμορφώνονται προς τους εν λόγω όρους, τα μέτρα
αυτά βασίζονται στο άρθρο 95 της συνθήκης.
(24) Η συνεχής τεχνολογική πρόοδος στους τομείς του
αυτοκινήτου και των καυσίμων, καθώς και η σταθερή βούληση
εξασφάλισης βέλτιστων επιπέδων προστασίας του
περιβάλλοντος και της υγείας, επιβάλλουν περιοδική
επανεξέταση των προδιαγραφών των καυσίμων, η οποία να
βασίζεται σε περαιτέρω μελέτες και αναλύσεις των επιπτώσεων
που έχουν στις εκπομπές ρύπων τα πρόσθετα και τα βιοκαύσιμα
ως συστατικά. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να υποβάλλονται
τακτικές εκθέσεις σχετικά με τη δυνατότητα περιορισμού του
διοξειδίου του άνθρακα από τα καύσιμα για τις μεταφορές.
(25) Με τη χρησιμοποίηση απορρυπαντικών είναι δυνατόν να
διατηρούνται καθαροί οι κινητήρες και, με τον τρόπο αυτό, να
μειωθούν οι εκπομπές ρύπων. Μέχρι τώρα δεν έχει καθιερωθεί
ικανοποιητικός τρόπος δοκιμών, σε δείγματα καυσίμων, ως
προς τις απορρυπαντικές τους ιδιότητες. Κατά συνέπεια, η
ευθύνη ενημέρωσης των πελατών σχετικά με τα οφέλη των
απορρυπαντικών και της χρήσης τους βαρύνει τους προμη­
θευτές καυσίμων και οχημάτων. Ωστόσο, η Επιτροπή θα πρέπει
να επανεξετάσει κατά πόσον περαιτέρω εξελίξεις θα μπορούν
να οδηγήσουν σε καλύτερη προσέγγιση για τη βελτιστοποίηση
της χρήσης και των οφελών από τα απορρυπαντικά.
(26) Οι λεπτομερείς ρυθμίσεις σχετικά με την προσθήκη αιθανόλης
στη βενζίνη, ιδίως δε τα όρια της τάσης των ατμών και πιθανές
εναλλακτικές λύσεις που να εξασφαλίζουν ότι η τάση ατμών
μειγμάτων αιθανόλης δεν υπερβαίνει τα επιτρεπόμενα όρια, θα
πρέπει να επανεξετάζονται με βάση την πείρα από την εφαρ­
μογή της οδηγίας 98/70/ΕΚ.
(27) Η προσθήκη αιθανόλης στη βενζίνη αυξάνει την τάση ατμών
του καυσίμου που προκύπτει, ενώ η τάση ατμών των μειγμάτων
βενζίνης πρέπει να παραμένει υπό έλεγχο, ώστε να
περιορίζονται οι εκπομπές ατμοσφαιρικών ρύπων.
(28) Η προσθήκη αιθανόλης στη βενζίνη έχει ως αποτέλεσμα μη
γραμμική μεταβολή της τάσης ατμών του μείγματος καυσίμου
που προκύπτει. Είναι σκόπιμο να προβλέπεται η δυνατότητα
παρέκκλισης από το ανώτατο όριο της τάσης ατμών των εν
λόγω μειγμάτων κατά τη θερινή περίοδο αφού προβεί η Επι­
τροπή στη δέουσα αξιολόγηση. Η παρέκκλιση θα πρέπει να
υπόκειται στην προϋπόθεση περί συμμόρφωσης προς την κοι­
νοτική νομοθεσία σχετικά με την ποιότητα του αέρα. Η
παρέκκλιση αυτή θα πρέπει να αντιστοιχεί στην πραγματική
αύξηση της τάσης ατμών που προκύπτει από την προσθήκη
συγκεκριμένου ποσοστού αιθανόλης στη βενζίνη.
(29) Για να προωθηθεί η χρήση καυσίμων χαμηλής περιεκτικότητας
σε διοξείδιο του άνθρακα, ενώ, παράλληλα, να εκπληρώνονται
οι στόχοι για την ατμοσφαιρική ρύπανση, τα διυλιστήρια
πετρελαίου θα πρέπει, όπου είναι δυνατό, να διαθέτουν τις
απαιτούμενες ποσότητες βενζίνης με χαμηλή τάση ατμών.
Επειδή αυτό δεν συμβαίνει προς το παρόν, αυξάνεται το όριο
της τάσης ατμών των μειγμάτων με αιθανόλη, με την επιφύλαξη
ορισμένων προϋποθέσεων, προκειμένου να καταστεί δυνατή η
ανάπτυξη της αγοράς βιοκαυσίμων.
(1)
(2)
(3)
L 140/92 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
(30) Σε ορισμένα παλαιά οχήματα δεν δικαιολογείται η χρήση
βενζίνης με υψηλή περιεκτικότητα σε βιοκαύσιμα. Τα οχήματα
αυτά μπορούν να ταξιδεύουν από ένα κράτος μέλος σε άλλο.
Κατά συνέπεια, είναι σκόπιμο να εξασφαλιστεί η συνεχής
προμήθεια βενζίνης κατάλληλης για αυτά τα παλαιά οχήματα
για μεταβατική περίοδο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να
διασφαλίσουν τη δέουσα γεωγραφική κάλυψη που θα αντι­
στοιχεί στη ζήτηση τέτοιου είδους βενζίνης κατόπιν
διαβούλευσης με τους ενδιαφερομένους φορείς. Η σήμανση
της βενζίνης, π.χ. Ε5 ή Ε10, πρέπει να συνάδει με το σχετικό
πρότυπο που έχει καταρτιστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Τυποποίησης (CEN).
(31) Είναι σκόπιμο να προσαρμοσθεί το παράρτημα IV της οδηγίας
98/70/ΕΚ για να επιτραπεί η διάθεση στην αγορά καυσίμων
ντίζελ με υψηλότερη περιεκτικότητα σε βιοκαύσιμα («B7») από
την προβλεπόμενη στο πρότυπο ΕΝ 590:2004 («B5»). Θα
πρέπει το πρότυπο αυτό να ενημερωθεί καταλλήλως και επίσης
να θεσπιστούν όρια για τεχνικές παραμέτρους που δεν
περιλαμβάνονται στο εν λόγω παράρτημα, όπως είναι η
σταθερότητα οξείδωσης, το σημείο ανάφλεξης, το υπόλειμμα
άνθρακα, η περιεκτικότητα σε τέφρα, η περιεκτικότητα σε
ύδωρ, η συνολική νόθευση, η διάβρωση χάλκινου ελάσματος,
η λιπαντικότητα, το κινηματικό ιξώδες, το σημείο θόλωσης, το
σημείο απόφραξης ψυχρού φίλτρου, η περιεκτικότητα σε
φωσφόρο, ο δείκτης οξύτητας, τα υπεροξείδια, η διακύμανση
δείκτη οξύτητας, η έμφραξη εγχυτήρα αγκίστρωσης και η
προσθήκη αντιοξειδωτικών προσθέτων.
(32) Προκειμένου να διευκολυνθεί η αποτελεσματική εμπορία
βιοκαυσίμων, η CEN παροτρύνεται να συνεχίσει να εργάζεται
με ταχείς ρυθμούς για ένα πρότυπο που θα επιτρέπει την
προσθήκη στο ντίζελ συστατικών βιοκαυσίμων σε μεγαλύτερα
ποσοστά και, ιδίως, την ανάπτυξη ενός προτύπου για το «B10».
(33) Για τεχνικούς λόγους απαιτείται όριο στην περιεκτικότητα σε
μεθυλεστέρες λιπαρών οξέων (FAME). Ωστόσο, δεν απαιτείται
παρόμοιο όριο για άλλα συστατικά βιοκαυσίμων, όπως για
τους καθαρούς υδρογονάνθρακες με συμπεριφορά ντίζελ που
παράγονται από βιομάζα με τη χρήση της διεργασίας Fischer
Tropsch ή για το υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο.
(34) Τα κράτη μέλη και Επιτροπή θα πρέπει να λάβουν τα δέοντα
μέτρα για να διευκολύνουν τη διάθεση στην αγορά πετρελαίου
εσωτερικής καύσης περιεκτικότητας σε θείο 10ppm νωρίτερα
από την 1η Ιανουαρίου 2011.
(35) Η χρήση ειδικών μεταλλικών προσθέτων, και ιδίως η χρήση
μεταλλικής ουσίας μεθυλοκυκλοπενταδιένυλο — τρικαρβου­
νυλικό μαγγάνιο (ΜΜΤ), θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο
βλάβης στην ανθρώπινη υγεία και θα μπορούσε να προκαλέσει
βλάβες στους κινητήρες των οχημάτων και στο σύστημα
ελέγχου των εκπομπών. Πολλές αυτοκινητοβιομηχανίες
συνιστούν να μη γίνεται χρήση καυσίμων που περιέχουν μεταλ­
λικά πρόσθετα και η χρήση αυτών των καυσίμων μπορεί να
προκαλέσει την ακύρωση της εγγύησης για το όχημα. Κατά
συνέπεια, είναι σκόπιμο να επανεξετάζονται διαρκώς οι
επιπτώσεις της χρήσης μεταλλικών προσθέτων ΜΜΤ στα
καύσιμα σε διαβούλευση με όλους τους ενδιαφερόμενους
φορείς. Εν αναμονή περαιτέρω αναθεώρησης είναι απαραίτητη
η λήψη μέτρων για να περιορισθεί η σοβαρότητα των βλαβών
που μπορεί να προκληθούν. Κατά συνέπεια, είναι σκόπιμο να
ορισθεί ένα ανώτατο όριο για τη χρήση των MMT στα καύσιμα,
με βάση τις επιστημονικές γνώσεις που υπάρχουν σήμερα.
Αυτό το όριο θα πρέπει να αναθεωρηθεί προς τα
πάνω μόνον αν η χρήση υψηλότερης δοσολογίας αποδειχθεί
ότι δεν προκαλεί παρενέργειες. Για να αποφευχθεί η ακύρωση
των εγγυήσεων για τα οχήματα των καταναλωτών λόγω
άγνοιας, θα πρέπει επίσης να είναι υποχρεωτική η σήμανση
όλων των καυσίμων που περιέχουν μεταλλικά πρόσθετα.
(36) Σύμφωνα με το σημείο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη
βελτίωση της νομοθεσίας
(1)  ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1.
, τα κράτη μέλη παροτρύνονται να
καταρτίζουν, προς ιδία χρήση και προς όφελος της
Κοινότητας, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι αποτυπώνουν,
στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία ανάμεσα στην
παρούσα οδηγία και στα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο,
και να τους δημοσιοποιούν.
(37) Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή της οδηγίας
98/70/ΕΚ θα πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση
1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για
τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών
αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή
(2)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.
.
(38) Συγκεκριμένα, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να
θεσπίσει μέτρα εφαρμογής όσον αφορά τον μηχανισμό για την
παρακολούθηση και μείωση των εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου, να προσαρμόσει τις μεθοδολογικές αρχές και
τιμές που χρειάζονται για την αξιολόγηση του κατά πόσον
έχουν ικανοποιηθεί τα κριτήρια αειφορίας σε σχέση με τα
βιοκαύσιμα, να αναθεωρήσει το όριο περιεκτικότητας του
καυσίμου σε MMT και να προσαρμόσει στην τεχνική και επι­
στημονική πρόοδο τη μεθοδολογία για τον υπολογισμό των
εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής των
καυσίμων, τις επιτρεπόμενες αναλυτικές μεθόδους σχετικά με
τις προδιαγραφές καυσίμων και την επιτρεπόμενη απόκλιση
της τάσης ατμών για τη βενζίνη που περιέχει βιοαιθανόλη.
Δεδομένου ότι τα εν λόγω μέτρα έχουν γενικό πεδίο εφαρ­
μογής και έχουν εκπονηθεί για την τροποποίηση μη ουσιωδών
στοιχείων της παρούσας οδηγίας με την προσαρμογή των
μεθοδολογικών αρχών και τιμών, πρέπει να εγκριθούν
σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία
παραπέμπει το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.
(39) Στην οδηγία 98/70/ΕΚ προβλέπονται προδιαγραφές
καυσίμων, ορισμένες εκ των οποίων είναι πλέον περιττές.
Επιπλέον, η οδηγία περιλαμβάνει σειρά παρεκκλίσεων οι οποίες
έχουν παύσει να ισχύουν. Άρα, για λόγους σαφήνειας είναι
σκόπιμη η διαγραφή αυτών των διατάξεων.
(40) Στην οδηγία 1999/32/ΕΚ του Συμβουλίου, της
26ης  Απριλίου 1999, σχετικά με τη μείωση της
περιεκτικότητας ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο
(3)  ΕΕ L 121 της 11.5.1999, σ. 13.
,
καθορίζονται ορισμένες ρυθμίσεις σχετικά με τη χρήση
καυσίμων για τις εσωτερικές πλωτές μεταφορές. Χρειάζεται να
αποσαφηνιστεί η διαχωριστική γραμμή μεταξύ της οδηγίας
1999/32/ΕΚ και της οδηγίας 98/70/ΕΚ, δεδομένου ότι και οι
δύο εν λόγω οδηγίες καθορίζουν όρια για τη μέγιστη
περιεκτικότητα σε θείο του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που
χρησιμοποιείται σε σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας. Για λόγους
σαφήνειας και ασφάλειας δικαίου, είναι λοιπόν σκόπιμο να
προσαρμοστούν οι εν λόγω οδηγίες, έτσι ώστε το όριο αυτό να
ορίζεται σε μία και μόνη νομοθετική πράξη.
(1)
∙ και
(*)
(**) (***)
(****) ∙

(*)
5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/93
(41) Έχουν αναπτυχθεί νέες και καθαρότερες τεχνολογίες
κινητήρων για σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας. Οι κινητήρες
αυτοί μπορούν να χρησιμοποιούν μόνο καύσιμα πολύ χαμηλής
περιεκτικότητας σε θείο. Η περιεκτικότητα σε θείο των
καυσίμων των σκαφών εσωτερικής ναυσιπλοΐας θα μειωθεί το
ταχύτερο δυνατό.
(42) Κατά συνέπεια, θα πρέπει να τροποποιηθούν καταλλήλως οι
οδηγίες 98/70/ΕΚ και 1999/32/ΕΚ.
(43) Η οδηγία 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης  Μαρτίου
1993, σχετικά με την περιεκτικότητα ορισμένων υγρών
καυσίμων σε θείο
(1)  ΕΕ L 74 της 27.3.1993, σ. 81.
, έχει τροποποιηθεί ευρέως με την πάροδο
του χρόνου και, ως αποτέλεσμα αυτού, δεν περιέχει πλέον
ουσιαστικά στοιχεία. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να καταργηθεί.
(44) Επειδή οι στόχοι της παρούσας οδηγίας και συγκεκριμένα η
εξασφάλιση ενιαίας αγοράς καυσίμων για τις οδικές μεταφορές
και για τα μη οδικά κινητά μηχανήματα και η τήρηση των
ελάχιστων επιπέδων προστασίας του περιβάλλοντος από τη
χρήση αυτών των καυσίμων δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν
ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και, κατά συνέπεια, μπορούν
να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Κοινότητας, η Κοινότητα
δικαιούται να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της
επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης.
Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία επίσης
διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν
υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων
αυτών,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Τροποποιήσεις στην οδηγία 98/70/ΕΚ
Η οδηγία 98/70/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:
1) Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής
Η παρούσα οδηγία καθορίζει, όσον αφορά τα οδικά οχήματα και
τα μη οδικά κινητά μηχανήματα (συμπεριλαμβανομένων των
σκαφών εσωτερικής ναυσιπλοΐας όταν δεν βρίσκονται στη
θάλασσα), τους γεωργικούς και δασικούς ελκυστήρες και τα
σκάφη αναψυχής όταν δεν βρίσκονται στη θάλασσα:
α) τεχνικές προδιαγραφές για λόγους υγείας και
περιβάλλοντος για τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται στα
οχήματα με κινητήρα επιβαλλόμενης ανάφλεξης και στα
οχήματα με κινητήρες ανάφλεξης με συμπίεση,
λαμβανομένων υπόψη των τεχνικών απαιτήσεων των
κινητήρων αυτών
β) στόχο για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου
κατά τον κύκλο ζωής.».
2) Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:
α) στο πρώτο εδάφιο:
i) η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:
«3. “Πετρέλαια εσωτερικής καύσης που
προορίζονται για χρήση από κινητά μη
οδικά μηχανήματα (συμπεριλαμβανομένων
των σκαφών εσωτερικής ναυσιπλοΐας), γεωργι­
κούς και δασικούς ελκυστήρες και σκάφη ανα­
ψυχής”, οποιοδήποτε υγρό προερχόμενο από το
πετρέλαιο που εμπίπτει στους κωδικούς ΣΟ
2710 19 41 και 2710 19 45 προορίζεται για
χρήση σε κινητήρες αναφερόμενους στις οδηγίες
του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου 94/25/ΕΚ , 97/68/ΕΚ
και 2000/25/ΕΚ
(*) Η αρίθμηση των εν λόγω κωδικών συνδυασμένης
ονοματολογίας  όπως ορίζεται στο κοινό
δασμολόγιο (ΕΕ L 256 της 7.6.1987, σ. 1).
(**) ΕΕ L 164 της 30.6.1994, σ. 15.
(***) ΕΕ L 59 της 27.2.1998, σ. 1.
(****) ΕΕ L 173 της 12.7.2000, σ. 1.»
ii) προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:
«5. “κράτη μέλη με χαμηλές θερμοκρασίες
περιβάλλοντος”, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία,
Ιρλανδία, Λεττονία, Λιθουανία, Σουηδία και
Ηνωμένο Βασίλειο.
6. “εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά τον
κύκλο ζωής”, όλες οι καθαρές τιμές εκπομπών
CO2, CH4 και N2O που μπορούν να αποδοθούν
στα καύσιμα (περιλαμβανομένων τυχόν
συστατικών ανάμειξης) ή στην παρεχόμενη
ενέργεια. Σε αυτές περιλαμβάνονται όλα τα σχε­
τικά στάδια, από τη λήψη ή την καλλιέργεια,
περιλαμβανομένων των αλλαγών στη χρήση γης,
έως τις μεταφορές και τη διανομή, την επεξεργασία
και την καύση, ανεξάρτητα από το στάδιο κατά το
οποίο παράγονται.
7. “εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ανά μονάδα
ενέργειας”, η συνολική μάζα εκπομπών αερίων του
θερμοκηπίου ισοδύναμων με CO2 που συνδέονται
με το καύσιμο ή με την παρεχόμενη ενέργεια,
διαιρούμενη διά του συνολικού ενεργειακού
περιεχομένου του καυσίμου ή της παρεχόμενης
ενέργειας (το καύσιμο εκπεφρασμένο στη χαμηλή
θερμογόνο δύναμή του).
8. “προμηθευτής”, ο φορέας που είναι υπεύθυνος για
τη διέλευση των καυσίμων από σημείο επιβολής
ειδικού φόρου κατανάλωσης ή, εάν δεν οφείλεται
ειδικός φόρος κατανάλωσης, κάθε άλλος σχετικός
φορέας που έχει ορισθεί από κράτος μέλος.
9. “βιοκαύσιμα”, ο όρος έχει την ίδια σημασία με
αυτόν της οδηγίας 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της
23ης  Απριλίου 2009, σχετικά με την προώθηση
της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές .
(*) ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 16.»
β) η δεύτερη παράγραφος διαγράφεται.
∙ και

L 140/94 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
3) Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:
α) οι παράγραφοι  2 έως 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο
κείμενο:
«2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η βενζίνη μπορεί να
διατίθεται στην αγορά, στο έδαφός τους, μόνο εάν πληροί
τις περιβαλλοντικές προδιαγραφές που καθορίζονται στο
παράρτημα I.
Πάντως, τα κράτη μέλη μπορούν όσον αφορά τις εξόχως
απόκεντρες περιοχές να θεσπίσουν ειδικές διατάξεις για την
καθιέρωση βενζίνης με μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο
10 mg/kg. Τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση της παρούσας
διάταξης ενημερώνουν την Επιτροπή αναλόγως.
3. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους προμηθευτές να
εξασφαλίζουν τη διάθεση στην αγορά βενζίνης με μεγίστη
περιεκτικότητα σε οξυγόνο 2,7 % και μέγιστη
περιεκτικότητα σε αιθανόλη 5 % έως το 2013 και μπορούν
να απαιτούν τη διάθεση στην αγορά αυτής της βενζίνης για
μεγαλύτερο χρονικό διάστημα εάν το κρίνουν απαραίτητο.
Εξασφαλίζουν την παροχή της δέουσας πληροφόρησης
στους καταναλωτές όσον αφορά την περιεκτικότητα της
βενζίνης σε βιοκαύσιμα και, ειδικότερα, την ενδεδειγμένη
χρήση των διαφόρων μειγμάτων βενζίνης.
4. Τα κράτη μέλη όπου οι θερινές θερμοκρασίες
περιβάλλοντος είναι χαμηλές μπορούν, με την επιφύλαξη
της παραγράφου  5, να επιτρέπουν τη διάθεση στην αγορά
κατά τη θερινή περίοδο βενζίνης με μέγιστη τάση ατμών
70 kPa.
Τα κράτη μέλη στα οποία δεν εφαρμόζεται η παρέκκλιση
που εμφαίνεται στο πρώτο εδάφιο, μπορούν, με την
επιφύλαξη της παραγράφου  5, να επιτρέπουν τη διάθεση
στην αγορά κατά τη θερινή περίοδο βενζίνης που περιέχει
αιθανόλη με μέγιστη τάση ατμών 60 kPa και επιπροσθέτως
την επιτρεπόμενη απόκλιση της τάσης ατμών που
προσδιορίζεται στο παράρτημα III, υπό τον όρο ότι η
χρησιμοποιούμενη αιθανόλη είναι βιοκαύσιμο.
5. Όταν τα κράτη επιθυμούν να εφαρμόσουν είτε τη μία
είτε την άλλη παρέκκλιση που προβλέπονται στην
παράγραφο  4, κοινοποιούν την πρόθεσή τους στην Επι­
τροπή και παρέχουν κάθε σχετική πληροφορία. Η Επιτροπή
αξιολογεί τη σκοπιμότητα και τη διάρκεια της παρέκκλισης
λαμβάνοντας υπόψη αμφότερα τα ακόλουθα:
α) την αποφυγή κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων που
απορρέουν από την υψηλότερη τάση των ατμών,
περιλαμβανομένων των χρονικά περιορισμένων
αναγκών τεχνικής προσαρμογής
β) τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και την υγεία από την
υψηλότερη τάση ατμών και, ειδικότερα, τον αντίκτυπο
στη συμμόρφωση προς την κοινοτική νομοθεσία σχε­
τικά με την ποιότητα του αέρα, τόσο στο
ενδιαφερόμενο κράτος μέλος όσο και στα άλλα κράτη
μέλη.
Εάν η αξιολόγηση της Επιτροπής δείξει ότι η παρέκκλιση θα
καταλήξει σε απουσία συμμόρφωσης προς την κοινοτική
νομοθεσία για την ποιότητα του αέρα ή την ατμοσφαιρική
ρύπανση, περιλαμβανομένων των σχετικών οριακών τιμών
και ανώτατων ορίων εκπομπών, η εφαρμογή απορρίπτεται. Η
Επιτροπή πρέπει επίσης να λάβει υπόψη τις σχετικές τιμές
στόχους.
Εάν η Επιτροπή δεν διατυπώσει αντιρρήσεις εντός έξι μηνών
από την παραλαβή όλων των σχετικών πληροφοριών, το
ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να εφαρμόσει την
παρέκκλιση που ζήτησε.
6. Παρά την παράγραφο  1, τα κράτη μέλη μπορούν να
επιτρέπουν την εμπορία μολυβδούχου βενζίνης
περιεκτικότητας σε μόλυβδο κάτω των 0,15 g/l, σε μικρές
ποσότητες που να μην υπερβαίνουν το 0,03 % των
συνολικών πωλήσεων, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν
από παλαιά χαρακτηριστικού τύπου οχήματα και να
διατεθούν μέσω ομάδων ειδικών συμφερόντων.»
β) η παράγραφος 7 διαγράφεται.
4) Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Άρθρο 4
Καύσιμο ντίζελ
1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το καύσιμο ντίζελ να μπο­
ρεί να διατίθεται στην αγορά στο έδαφός τους, μόνο εάν πληροί
τις προδιαγραφές που καθορίζονται στο παράρτημα II.
Παρά τις απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΙ, τα κράτη μέλη
μπορούν να επιτρέπουν τη διάθεση στην αγορά ντίζελ με
περιεκτικότητα σε μεθυλεστέρες λιπαρών οξέων (FAME)
μεγαλύτερη από 7 %.
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την παροχή της δέουσας
πληροφόρησης στους καταναλωτές όσον αφορά την
περιεκτικότητα του καυσίμου ντίζελ σε βιοκαύσιμα, ιδίως σε
FAME.
2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, από 1ης Ιανουαρίου 2008
το αργότερο, τα πετρέλαια εσωτερικής καύσης που προορίζονται
για χρήση σε μη οδικά κινητά μηχανήματα (περιλαμβανομένων
των πλοίων εσωτερικής ναυσιπλοΐας), γεωργικούς και δασικούς
ελκυστήρες και για σκάφη αναψυχής να μπορούν να διατίθενται
στην αγορά στο έδαφός τους μόνον εάν η περιεκτικότητα σε θείο
αυτού πετρελαίου εσωτερικής καύσης δεν υπερβαίνει τα
1 000 mg/kg. Από 1ης  Ιανουαρίου 2011, η μέγιστη
επιτρεπόμενη περιεκτικότητα σε θείο αυτών των πετρελαίων εσω­
τερικής καύσης είναι 10 mg/kg. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε
τα υγρά καύσιμα πλην αυτών των πετρελαίων εσωτερικής καύσης
να μπορούν να χρησιμοποιούνται σε πλοία εσωτερικής
ναυσιπλοΐας και σκάφη αναψυχής μόνον εάν η περιεκτικότητά
τους σε θείο δεν υπερβαίνει τη μέγιστη επιτρεπόμενη
περιεκτικότητα του πετρελαίου εσωτερικής καύσης.
Πάντως, για να ληφθεί υπόψη η ρύπανση ήσσονος σημασίας στην
αλυσίδα εφοδιασμού, τα κράτη μέλη μπορούν, από
1ης  Ιανουαρίου 2011, να επιτρέπουν το πετρέλαιο εσωτερικής
καύσης που προορίζεται για χρήση σε μη οδικά κινητά
μηχανήματα (περιλαμβανομένων των σκαφών εσωτερικής
ναυσιπλοΐας), γεωργικούς και δασικούς ελκυστήρες και σκάφη
αναψυχής να περιέχει μέχρι 20 mg/kg θείου στο σημείο τελικής
διανομής στους τελικούς χρήστες. Τα κράτη μέλη μπορούν
επίσης να επιτρέπουν τη συνέχιση της διάθεσης στην αγορά έως
την 31η  Δεκεμβρίου 2011 πετρελαίου εσωτερικής καύσης που
περιέχει θείο μέχρι 1 000 mg/kg για σιδηροδρομικά οχήματα
και γεωργικούς και δασικούς ελκυστήρες, υπό τον όρον ότι
μπορούν να διασφαλίσουν ότι δεν θα τεθεί εν κινδύνω η σωστή
λειτουργία των συστημάτων ελέγχου των εκπομπών.
∙ και



(*)



5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/95
3. Τα κράτη μέλη μπορούν όσον αφορά τις εξόχως
απόκεντρες περιοχές να θεσπίσουν ειδική διάταξη για την
καθιέρωση καυσίμου ντίζελ με μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο
10 mg/kg. Τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση της παρούσας
διάταξης ενημερώνουν την Επιτροπή αναλόγως.
4. Για τα κράτη μέλη με δριμύ χειμώνα, το μέγιστο σημείο
απόσταξης 65 % στους 250 °C για καύσιμα ντίζελ και πετρέλαια
εσωτερικής καύσης μπορεί να αντικατασταθεί από μέγιστο σημείο
απόσταξης 10 % (vol/vol) στους 180 °C.».
5) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:
«Άρθρο 7α
Μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου
1. Τα κράτη μέλη ορίζουν τον προμηθευτή ή τους προμη­
θευτές που είναι υπεύθυνοι για την παρακολούθηση και υποβολή
δεδομένων σχετικά με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου
κύκλου ζωής ανά μονάδα ενέργειας από τα παρεχόμενα καύσιμα
και ενέργεια. Στην περίπτωση παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας για
χρήση σε οδικά οχήματα, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι αυτοί
οι πάροχοι μπορούν να επιλέγουν να συμβάλλουν στην
υποχρέωση μείωσης των εκπομπών που ορίζεται στην
παράγραφο  2, εάν μπορούν να αποδείξουν ότι μπορούν να
μετρούν και παρακολουθούν καταλλήλως την παρεχόμενη ηλεκ­
τρική ενέργεια για χρήση σε αυτά τα οχήματα.
Από 1ης Ιανουαρίου 2011, οι προμηθευτές υποβάλλουν έκθεση
ετησίως, στην αρχή που ορίζεται από το κράτος μέλος, για την
ένταση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου των καυσίμων και της
ενέργειας που προμηθεύουν εντός κάθε κράτους μέλους,
παρέχοντας τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
α) τον συνολικό όγκο κάθε τύπου παρεχόμενου καυσίμου ή
ενέργειας, αναφέροντας τον τόπο αγοράς και την προέλευσή
του
β) τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου καθ’ όλη τη διάρκεια του
κύκλου ζωής των καυσίμων ανά μονάδα ενέργειας.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εκθέσεις υπόκειται σε
επαλήθευση.
Η Επιτροπή καταρτίζει, κατά περίπτωση, κατευθυντήριες γραμμές
για την εφαρμογή αυτής της παραγράφου.
2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους προμηθευτές να
μειώσουν όσο το δυνατόν πιο σταδιακά τις εκπομπές αερίων του
θερμοκηπίου κύκλου ζωής ανά μονάδα ενέργειας από το
παρεχόμενο καύσιμο ή ενέργεια κατά 10 % έως τις
31  Δεκεμβρίου 2020, σε σύγκριση με το βασικό πρότυπο
καυσίμου που εμφαίνεται στην παράγραφο  5 στοιχείο  β). Η
μείωση αυτή συνίσταται σε:
α) 6 % έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020. Τα κράτη μέλη μπορούν
να απαιτήσουν από τους προμηθευτές όσον αφορά αυτή τη
μείωση να συμμορφωθούν προς τους ακόλουθους
ενδιάμεσους στόχους: 2 % έως τις 31  Δεκεμβρίου 2014
και 4 % έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017
β) επιπρόσθετο ενδεικτικό στόχο 2 % έως τις 31  Δεκεμβρίου
2020, με την επιφύλαξη του άρθρου  9, παράγραφος  1
στοιχείο η), που θα επιτευχθεί μέσω μιας ή αμφοτέρων των
κάτωθι μεθόδων:
i) παροχή ενέργειας για μεταφορές προς χρήση σε
οιοδήποτε τύπο οδικού οχήματος ή μη οδικού κινητού
μηχανήματος (περιλαμβανομένων των πλοίων εσωτε­
ρικής ναυσιπλοΐας), σε γεωργικούς και δασικούς
ελκυστήρες και σκάφη αναψυχής
ii) χρήση οιασδήποτε τεχνολογίας (περιλαμβανομένης της
τεχνολογίας δέσμευσης και αποθήκευσης του άνθρα­
κα) ικανής να μειώσει τις ανά μονάδα ενέργειας
εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά τον κύκλο
ζωής του καυσίμου ή της παρεχόμενη ενέργεια
γ) επιπρόσθετο ενδεικτικό στόχο 2 % έως τις 31  Δεκεμβρίου
2020, με την επιφύλαξη του άρθρου  9 παράγραφος  1
στοιχείο θ), που θα επιτευχθεί μέσω των πιστωτικών μορίων
τα οποία αγοράζονται διά του μηχανισμού καθαρής
ανάπτυξης του πρωτοκόλλου του Κιότο, δυνάμει των όρων
που τίθενται στην οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης  Οκτωβρίου
2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας
δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της
Κοινότητας , για μειώσεις στον τομέα της προμήθειας
καυσίμων.
3. Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στον κύκλο ζωής
από βιοκαύσιμα υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο  7δ. Οι
εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής άλλων
καυσίμων και ενέργειας υπολογίζονται χρησιμοποιώντας τη
μεθοδολογία που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο  5 του
παρόντος άρθρου.
4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι μια ομάδα προμηθευτών
μπορεί να επιλέξει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις μείωσης
σύμφωνα με την παράγραφο 2 από κοινού. Στην περίπτωση αυτή
θεωρούνται ένας και μόνον προμηθευτής για τους σκοπούς της
παραγράφου 2.
5. Τα μέτρα που απαιτούνται για την υλοποίηση των
διατάξεων του παρόντος άρθρου, που αποσκοπούν σε
τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με
συμπλήρωσή της, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική
διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο  11
παράγραφος 4. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν ιδίως:
α) τη μεθοδολογία για τον υπολογισμό των εκπομπών αερίων
του θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής από καύσιμα πλην
των βιοκαυσίμων και από ενέργεια
β) τη μεθοδολογία που προσδιορίζει, πριν από την
1η  Ιανουαρίου 2011, το βασικό πρότυπο καυσίμου βάσει
των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κύκλου ζωής ανά
μονάδα ενέργειας από ορυκτά καύσιμα το 2010 για τους
σκοπούς της παραγράφου 2
γ) οιουσδήποτε αναγκαίους κανόνες για την εφαρμογή της
παραγράφου 4
δ) τη μεθοδολογία για τον υπολογισμό της συμβολής
ηλεκτρικών οδικών οχημάτων, που είναι συμβατή με το
άρθρο 3 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/28/ΕΚ.
(*) ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32.».

∙ ή

∙ ή


L 140/96 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
6) Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:
«Άρθρο 7β
Κριτήρια αειφορίας για τα βιοκαύσιμα
1. Ασχέτως εάν οι πρώτες ύλες καλλιεργήθηκαν εντός ή εκτός
του εδάφους της Κοινότητας, η ενέργεια από βιοκαύσιμα
λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στο
άρθρο  7α μόνο εφόσον πληρούν τα κριτήρια αειφορίας των
παραγράφων 2 έως 6 του παρόντος άρθρου.
Ωστόσο, για να λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που
αναφέρονται στο άρθρο 7α, τα βιοκαύσιμα που παράγονται από
απόβλητα και κατάλοιπα, πλην των καταλοίπων της γεωργίας,
των υδατοκαλλιεργειών, της αλιείας και της δασοκομίας,
χρειάζεται να πληρούν μόνον τα κριτήρια της αειφορίας που
ορίζεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
2. Η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που
επιτυγχάνεται με τη χρήση βιοκαυσίμων τα οποία λαμβάνονται
υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο  1
είναι τουλάχιστον 35 %.
Από την 1η  Ιανουαρίου 2017, η μείωση των εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου που επιτυγχάνεται με τη χρήση βιοκαυσίμων, τα
οποία λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται
στην παράγραφο  1 είναι τουλάχιστον 50 %. Από την
1η  Ιανουαρίου 2018 η εν λόγω μείωση θα είναι τουλάχιστον
60 % για τα βιοκαύσιμα που παράγονται σε εγκαταστάσεις των
οποίων η παραγωγή θα έχει αρχίσει από την 1η Ιανουαρίου 2017
και μετά.
Η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που επιτυγχάνεται
με τη χρήση βιοκαυσίμων υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 7δ
παράγραφος 1.
Στην περίπτωση βιοκαυσίμων που έχουν παραχθεί από
εγκαταστάσεις που λειτουργούσαν την 23η  Ιανουαρίου 2008,
το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται από 1ης Απριλίου 2013.
3. Τα βιοκαύσιμα που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς
που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν πρέπει να έχουν παραχ­
θεί από πρώτες ύλες προερχόμενες από εδάφη με υψηλή αξία
βιοποικιλότητας, δηλαδή από εδάφη που είχαν έναν από τους
ακόλουθους χαρακτηρισμούς τον Ιανουάριο του 2008 ή
μετέπειτα, ανεξαρτήτως του εάν τα εδάφη αυτά εξακολουθούν να
έχουν αυτόν το χαρακτηρισμό:
α) πρωτογενή δάση και άλλες δασωμένες εκτάσεις, ήτοι δάση
και άλλες δασωμένες εκτάσεις γηγενών ειδών, εφόσον δεν
υπάρχει σαφής ένδειξη ανθρώπινης δραστηριότητας και δεν
έχουν διαταραχθεί σημαντικά οι οικολογικές διεργασίες
β) ζώνες που έχουν κηρυχθεί προστατευόμενες:
i) εκ του νόμου ή από τη σχετική αρμόδια αρχή με σκοπό
την προστασία της φύσης
ii) ζώνες για την προστασία σπάνιων, απειλούμενων ή υπό
εξαφάνιση οικοσυστημάτων ή ειδών που
αναγνωρίζονται από διεθνείς συμφωνίες ή
συμπεριλαμβάνονται σε καταλόγους καταρτισμένους
από διακυβερνητικούς οργανισμούς ή από τη Διεθνή
Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης, με την επιφύλαξη
της αναγνώρισής τους σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο
του άρθρου 7γ παράγραφος 4,
εκτός εάν υποβάλλονται στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η
παραγωγή των εν λόγω πρώτων υλών δεν θίγει τους σκο­
πούς αυτούς
γ) λειμώνες υψηλής βιοποικιλότητας, ήτοι:
i) φυσικοί λειμώνες οι οποίοι θα παραμείνουν λειμώνες
ελλείψει ανθρώπινων δραστηριοτήτων και στους
οποίους διατηρούνται η σύνθεση των φυσικών ειδών
και τα οικολογικά χαρακτηριστικά και διεργασίες
ii) μη φυσικοί λειμώνες οι οποίοι θα παύσουν να είναι
λειμώνες ελλείψει ανθρώπινων δραστηριοτήτων και οι
οποίοι παρουσιάζουν μεγάλο πλούτο ειδών και καμία
υποβάθμιση, εκτός αν αποδεικνύεται ότι η συγκομιδή
πρώτων υλών είναι απαραίτητη για τη διατήρηση του
χαρακτηρισμού τους ως λειμώνων.
Η Επιτροπή καθορίζει τα κριτήρια και τις γεωγραφικές ζώνες
βάσει των οποίων καθορίζονται οι λειμώνες που καλύπτονται από
το στοιχείο  γ) πρώτο εδάφιο. Το μέτρο αυτό που αποσκοπεί σε
τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας
μέσω της συμπλήρωσής της, θεσπίζεται σύμφωνα με την κανονι­
στική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 11
παράγραφος 4.
4. Τα βιοκαύσιμα που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς
που αναφέρονται στην παράγραφο  1 δεν έχουν παραχθεί από
πρώτες ύλες προερχόμενες από εδάφη υψηλών αποθεμάτων
άνθρακα, δηλαδή από εδάφη που είχαν τον Ιανουάριο του 2008,
αλλά δεν έχουν πλέον, έναν από τους ακόλουθους
χαρακτηρισμούς:
α) υγροβιότοποι, δηλαδή εδάφη καλυπτόμενα ή κορεσμένα
από νερό είτε μόνιμα είτε για σημαντικό μέρος του έτους
β) συνεχώς δασωμένες περιοχές, δηλαδή εκτάσεις με επιφάνεια
μεγαλύτερη από 1 εκτάριο, με δένδρα ύψους άνω των 5
μέτρων και με συγκόμωση μεγαλύτερη του 30 %, ή με
δένδρα που έχουν τη δυνατότητα να φθάσουν τα όρια αυτά
επιτόπου
γ) γη έκτασης άνω του 1 εκταρίου με δέντρα ύψους άνω των
5 μέτρων και συγκόμωση μεταξύ 10 % και  30 %, ή με
δέντρα ικανά να φτάσουν τα όρια αυτά επιτοπίως, εκτός εάν
τεκμηριώνεται με στοιχεία ότι το απόθεμα άνθρακα της
περιοχής πριν και μετά τη μετατροπή είναι τέτοιο ώστε, όταν
εφαρμοστεί η μεθοδολογία του μέρους Γ του παραρτήματος
IV, θα πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του
παρόντος άρθρου.
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται εάν,
κατά τον χρόνο λήψης των πρώτων υλών, το έδαφος είχε τον ίδιο
χαρακτηρισμό με εκείνον που είχε τον Ιανουάριο του 2008.
(*)


∙ και
5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/97
5. Τα βιοκαύσιμα που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς
που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν πρέπει να έχουν παραχ­
θεί από πρώτες ύλες προερχόμενες από εδάφη που τον Ιανουάριο
του 2008 ήταν τυρφώνες, εκτός εάν αποδεικνύεται ότι η
καλλιέργεια και συγκομιδή αυτής της πρώτης ύλης δεν
συνεπάγεται την αποστράγγιση εδάφους που προηγουμένως δεν
αποστραγγιζόταν.
6. Οι γεωργικές πρώτες ύλες που καλλιεργούνται στην
Κοινότητα και χρησιμοποιούνται για την παραγωγή βιοκαυσίμων,
τα οποία λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται
στο άρθρο 7α, πρέπει να λαμβάνονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις
και τα πρότυπα που προβλέπονται στις διατάξεις υπό τον τίτλο
“Περιβάλλον”, στο μέρος Α του παραρτήματος II του κανονι­
σμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου, της 19ης Ιανουαρίου
2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα
άμεσης στήριξης για τους γεωργούς στο πλαίσιο της κοινής
γεωργικής πολιτικής και τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων
στήριξης για τους γεωργούς και στο σημείο 9 του
παραρτήματος ΙΙ του ίδιου κανονισμού και σύμφωνα με τις
στοιχειώδεις απαιτήσεις καλής γεωργικής και περιβαλλοντικής
κατάστασης που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο  6
παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.
7. Η Επιτροπή υποβάλλει ανά διετία έκθεση στο Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο τόσο για τρίτες χώρες όσο και
για κράτη μέλη που αποτελούν σημαντική πηγή πρώτων υλών για
βιοκαύσιμα που καταναλώνονται εντός της Κοινότητας, σχετικά
με τα εθνικά μέτρα που λαμβάνονται για την τήρηση των
κριτηρίων αειφορίας των παραγράφων  2 έως 5, και για την
προστασία του εδάφους, των υδάτων και του αέρα. Η πρώτη
έκθεση θα υποβληθεί το 2012.
Ανά διετία, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
και το Συμβούλιο έκθεση που θα αφορά τον αντίκτυπο της
αυξημένης ζήτησης βιοκαυσίμων στην κοινωνική βιωσιμότητα
εντός της Κοινότητας και σε τρίτες χώρες με αυξημένη ζήτηση
βιοκαυσίμων, τον αντίκτυπο της πολιτικής βιοκαυσίμων της ΕΕ
στη διαθεσιμότητα τροφίμων σε προσιτές τιμές, ιδίως στις
αναπτυσσόμενες χώρες, και γενικότερα αναπτυξιακά ζητήματα.
Οι εκθέσεις θα αναφέρονται στην τήρηση των δικαιωμάτων
χρήσης της γης. Οι εκθέσεις θα αναφέρουν, για τρίτες χώρες και
κράτη μέλη της ΕΕ που αποτελούν σημαντική πηγή πρώτων υλών
για τα βιοκαύσιμα που καταναλώνονται εντός της Κοινότητας, αν
η χώρα αυτή έχει επικυρώσει και εφαρμόζει καθεμιά από τις
ακόλουθες συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας:
— σύμβαση περί της αναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας
(αριθ. 29),
— σύμβαση περί συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας
συνδικαλιστικού δικαιώματος (αριθ. 87),
— σύμβαση περί εφαρμογής των αρχών του δικαιώματος
οργανώσεως και συλλογικής διαπραγματεύσεως (αριθ. 98),
— σύμβαση περί ίσης αμοιβής μεταξύ αρρένων και θηλέων
εργαζομένων δι’ εργασίαν ίσης αξίας (αριθ. 100),
— σύμβαση για την κατάργηση της αναγκαστικής εργασίας
(αριθ. 105),
— σύμβαση για τη διάκριση στην απασχόληση και στο
επάγγελμα (αριθ. 111),
— σύμβαση περί του κατωτάτου ορίου ηλικίας εισόδου εις την
απασχόληση (αριθ. 138),
— σύμβαση για την απαγόρευση των χειρότερων μορφών
εργασίας των παιδιών και την άμεση δράση με σκοπό την
εξάλειψή τους (αριθ. 182).
Οι εκθέσεις θα αναφέρουν, για τρίτες χώρες και κράτη μέλη της
ΕΕ που αποτελούν σημαντική πηγή πρώτων υλών για τα
βιοκαύσιμα που καταναλώνονται εντός της Κοινότητας, αν η
χώρα αυτή έχει επικυρώσει και εφαρμόζει καθεμιά από τις
ακόλουθες Συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας:
— το πρωτόκολλο της Καρθαγένης για τη βιοασφάλεια
— τη σύμβαση για το διεθνές εμπόριο ειδών της άγριας πανίδας
και χλωρίδας που απειλούνται με εξαφάνιση.
Η πρώτη έκθεση θα υποβληθεί το 2012. Ανάλογα με την
περίπτωση, η Επιτροπή προτείνει διορθωτικές ενέργειες, ιδίως εάν
υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η παραγωγή
βιοκαυσίμων έχει σημαντικό αντίκτυπο στην τιμή των τροφίμων.
8. Για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα
κράτη μέλη δεν αρνούνται να λάβουν υπόψη, επικαλούμενα
άλλους λόγους αειφορίας, τα βιοκαύσιμα που παράγονται
σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
Άρθρο 7γ
Επαλήθευση της τήρησης των κριτηρίων αειφορίας για τα
βιοκαύσιμα
1. Όταν τα βιοκαύσιμα πρέπει να ληφθούν υπόψη για τους
σκοπούς του άρθρου 7α, τα κράτη μέλη απαιτούν από τους οικο­
νομικούς φορείς να αποδεικνύουν ότι έχουν τηρηθεί τα κριτήρια
αειφορίας που καθορίζονται στο άρθρο 7β παράγραφοι 2 έως 5.
Για τον σκοπό αυτό απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να
χρησιμοποιούν ένα σύστημα ισοζυγίου μάζας το οποίο:
α) επιτρέπει να αναμειγνύονται παρτίδες πρώτων υλών ή
βιοκαυσίμων με διαφορετικά χαρακτηριστικά αειφορίας
β) απαιτεί οι πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά
αειφορίας και τα μεγέθη των παρτίδων που αναφέρονται στο
στοιχείο α) να αποδίδονται επίσης στο μείγμα
γ) προβλέπει ότι το σύνολο όλων των παρτίδων που
αποσύρονται από το μείγμα περιγράφεται ως έχον τα ίδια
χαρακτηριστικά αειφορίας, στις ίδιες ποσότητες, με το
σύνολο όλων των παρτίδων που προστίθενται στο μείγμα.
L 140/98 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
2. Το 2010 και το 2012, η Επιτροπή θα υποβάλει στο
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τη
λειτουργία της μεθόδου επαλήθευσης ισοζυγίου μάζας που
περιγράφεται στην παράγραφο 1 και σχετικά με τις δυνατότητες
έγκρισης της χρήσης άλλων μεθόδων επαλήθευσης για
ορισμένους ή όλους τους τύπους πρώτων υλών ή βιοκαυσίμων.
Στην εκτίμησή της, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη μεθόδους
επαλήθευσης σύμφωνα με τις οποίες οι πληροφορίες σχετικά με
τα χαρακτηριστικά αειφορίας δεν αποδίδονται αναγκαστικά σε
συγκεκριμένες παρτίδες ή μείγματα. Στην εν λόγω εκτίμηση
λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη, αφενός μεν, να διατηρούνται η
ακεραιότητα και η αποτελεσματικότητα του συστήματος
επαλήθευσης, αφετέρου δε, να μην επιβαρύνονται υπερβολικά οι
οικονομικοί φορείς. Ανάλογα με την περίπτωση, η έκθεση
συνοδεύεται από προτάσεις προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και
το Συμβούλιο για έγκριση άλλων μεθόδων επαλήθευσης.
3. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι
οι οικονομικοί φορείς υποβάλλουν αξιόπιστες πληροφορίες και
θέτουν στη διάθεση του κράτους μέλους, κατόπιν σχετικού
αιτήματος, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για τη
διαμόρφωση των πληροφοριών. Τα κράτη μέλη απαιτούν από
τους οικονομικούς φορείς να εξασφαλίζουν κατάλληλο επίπεδο
ανεξάρτητου ελέγχου των υποβαλλόμενων πληροφοριών, και να
παρέχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν τη διενέργεια του
ελέγχου αυτού. Με τον έλεγχο επαληθεύεται ότι τα συστήματα
που χρησιμοποιούνται από τους οικονομικούς φορείς είναι
ακριβή, αξιόπιστα και δεν επιδέχονται απάτη. Αξιολογούνται η
συχνότητα και η μεθοδολογία των δειγματοληψιών και η
ορθότητα των δεδομένων.
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της
παρούσας παραγράφου περιλαμβάνουν ιδίως πληροφορίες για τη
συμμόρφωση προς τα κριτήρια αειφορίας του άρθρου  7β
παράγραφοι 2 έως 5, κατάλληλες και σχετικές πληροφορίες για
τα μέτρα που λαμβάνονται για την προστασία του εδάφους, του
νερού και του αέρα, την αποκατάσταση των υποβαθμισμένων
εδαφών, την αποφυγή υπερβολικής κατανάλωσης νερού σε
περιοχές όπου το νερό σπανίζει, καθώς και κατάλληλες και σχε­
τικές πληροφορίες για τα μέτρα που λαμβάνονται για να ληφθούν
υπόψη τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο7β παράγραφος 7
δεύτερο εδάφιο.
Η Επιτροπή καταρτίζει κατάλογο των πληροφοριών που
αναφέρονται στα δύο πρώτα εδάφια σύμφωνα με τη συμβουλευ­
τική διαδικασία του άρθρου 11 παράγραφος 3. Συγκεκριμένα, η
Επιτροπή μεριμνά ώστε η υποβολή των πληροφοριών αυτών να
μη συνιστά υπερβολικό διοικητικό φόρτο για τους οικονομικούς
φορείς εν γένει, ιδίως δε για τους μικροκαλλιεργητές, τις
οργανώσεις παραγωγών και τους συνεταιρισμούς.
Οι υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο
ισχύουν άσχετα αν τα βιοκαύσιμα παράγονται εντός της
Κοινότητας ή εισάγονται.
Τα κράτη μέλη υποβάλλουν συνολικά τις πληροφορίες που
αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου στην
Επιτροπή, η οποία τις δημοσιεύει στην πλατφόρμα διαφάνειας
που προβλέπεται στο άρθρο  24 της οδηγίας 2009/28/ΕΚ συν­
οπτικά τηρώντας το απόρρητο των εμπορικά ευαίσθητων
πληροφοριών.
4. Η Κοινότητα επιδιώκει τη σύναψη διμερών ή πολυμερών
συμφωνιών με τρίτες χώρες, οι οποίες περιλαμβάνουν διατάξεις
για κριτήρια αειφορίας που αντιστοιχούν προς τα κριτήρια της
παρούσας οδηγίας. Όταν η Κοινότητα συνάπτει συμφωνίες αυτού
του είδους που περιλαμβάνουν διατάξεις οι οποίες καλύπτουν τα
θέματα τα οποία καλύπτονται από τα κριτήρια αειφορίας του
άρθρου  7β παράγραφοι  2 έως 5, η Επιτροπή μπορεί να
αποφασίσει ότι οι συμφωνίες αυτές αποδεικνύουν ότι τα
βιοκαύσιμα που παράγονται από πρώτες ύλες καλλιεργούμενες
στις χώρες αυτές πληρούν τα εν λόγω κριτήρια αειφορίας. Κατά
τη σύναψη των συμφωνιών αυτών, αποδίδεται η επιβαλλόμενη
προσοχή στα μέτρα που λαμβάνονται για τη διατήρηση των
εκτάσεων που παρέχουν βασικές υπηρεσίες οικοσυστήματος σε
κρίσιμες καταστάσεις (όπως η προστασία της λεκάνης απορροής
και ο έλεγχος της διάβρωσης), την προστασία του εδάφους, του
νερού και του αέρα, τις έμμεσες μεταβολές της χρήσης της γης,
την αποκατάσταση των υποβαθμισμένων εδαφών, την αποφυγή
υπερβολικής κατανάλωσης νερού σε περιοχές όπου το νερό
σπανίζει, καθώς και στα στοιχεία του άρθρου 7β παράγραφος 7
δεύτερο εδάφιο.
Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίζει ότι τα εθελοντικά εθνικά ή
διεθνή συστήματα που καθορίζουν πρότυπα για την παραγωγή
προϊόντων βιομάζας περιέχουν ακριβή δεδομένα για τους σκο­
πούς του άρθρου  7β παράγραφος  2 ή αποδεικνύουν ότι οι
παρτίδες βιοκαυσίμων πληρούν τα κριτήρια αειφορίας που
προβλέπονται στο άρθρο  7β παράγραφοι  3 έως 5. Η Επιτροπή
μπορεί να αποφασίζει ότι τα συστήματα αυτά περιέχουν ακριβή
στοιχεία όσον αφορά τις πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που
λαμβάνονται για τη διατήρηση των εκτάσεων που παρέχουν
βασικές υπηρεσίες οικοσυστήματος σε κρίσιμες καταστάσεις
(όπως η προστασία της λεκάνης απορροής και ο έλεγχος της
διάβρωσης), την προστασία του εδάφους, του νερού και του
αέρα, την αποκατάσταση των υποβαθμισμένων εδαφών, την απο­
φυγή υπερβολικής κατανάλωσης νερού σε περιοχές όπου το νερό
σπανίζει, και τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο  7β
παράγραφος  7 δεύτερο εδάφιο. Η Επιτροπή μπορεί επίσης να
αναγνωρίζει ζώνες για την προστασία σπάνιων, απειλούμενων ή
υπό εξαφάνιση οικοσυστημάτων ή ειδών, που αναγνωρίζονται
από διεθνείς συμφωνίες ή συμπεριλαμβάνονται σε καταλόγους
καταρτισμένους από διακυβερνητικούς οργανισμούς ή από τη
Διεθνή Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης και των Φυσικών
Πόρων για τους σκοπούς του άρθρου  7β παράγραφος  3
στοιχείο β) σημείο ii).
Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίζει ότι τα εθελοντικά εθνικά ή
διεθνή συστήματα μέτρησης της μείωσης των αερίων
θερμοκηπίου περιέχουν ακριβή δεδομένα για τους σκοπούς του
άρθρου 7β παράγραφος 2.
Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίζει ότι τα εδάφη που
περιλαμβάνονται σε εθνικό ή περιφερειακό σχέδιο για τη μετα­
τροπή σοβαρά υποβαθμισμένων ή έντονα μολυσμένων εδαφών
υπάγονται στα κριτήρια που αναφέρονται στο σημείο 9 του
μέρους Γ του παραρτήματος IV.
5. Η Επιτροπή εκδίδει αποφάσεις σύμφωνα με την
παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου μόνον εάν η συγκεκριμένη
συμφωνία ή το συγκεκριμένο σύστημα πληροί κατάλληλα
πρότυπα αξιοπιστίας, διαφάνειας και ανεξάρτητου ελέγχου. Στην
περίπτωση των συστημάτων μέτρησης της μείωσης των αερίων
θερμοκηπίου, τα συστήματα αυτά πρέπει επίσης να πληρούν τις
μεθοδολογικές απαιτήσεις του παραρτήματος IV. Στην
περίπτωση των ζωνών με υψηλή αξία από άποψη βιοποικιλότητας
∙ και

∙ ή
(**)

∙ ή
5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/99
που αναφέρονται στο άρθρο  7β παράγραφος  3 στοιχείο  β)
σημείο ii), οι κατάλογοι των ζωνών αυτών πρέπει να πληρούν
κατάλληλα πρότυπα αντικειμενικότητας και συνέπειας με διεθνώς
αναγνωρισμένα πρότυπα και να προβλέπουν τις δέουσες
διαδικασίες προσφυγής.
6. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει της παραγράφου 4
εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που
αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3. Η διάρκεια ισχύος των
αποφάσεων αυτών δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη.
7. Όταν ένας οικονομικός φορέας υποβάλλει αποδείξεις ή
δεδομένα που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο συμφωνίας ή
συστήματος για τα οποία έχει ληφθεί απόφαση σύμφωνα με την
παράγραφο  4, στο βαθμό που καλύπτονται από την εν λόγω
απόφαση, το κράτος μέλος δεν απαιτεί από τον προμηθευτή να
υποβάλει περαιτέρω αποδείξεις της τήρησης των κριτηρίων
αειφορίας που καθορίζονται στο άρθρο 7β παράγραφοι 2 έως 5,
ή τις πληροφορίες για τα μέτρα που αναφέρονται στην
παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου.
8. Κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους ή με δική της
πρωτοβουλία, η Επιτροπή εξετάζει την εφαρμογή του άρθρου 7β
σε σχέση με πηγή βιοκαυσίμου και, εντός έξι μηνών από την
παραλαβή αιτήσεως και σύμφωνα με τη συμβουλευτική
διαδικασία του άρθρου  11 παράγραφος  3, αποφασίζει εάν το
ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δύναται να λάβει υπόψη τα
βιοκαύσιμα που προέρχονται από τη συγκεκριμένη πηγή για τους
σκοπούς του άρθρου 7α.
9. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012, η Επιτροπή θα υποβάλει στο
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με:
α) την αποτελεσματικότητα του συστήματος που εφαρμόζεται
για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τα κριτήρια
αειφορίας
β) τη δυνατότητα και τη σκοπιμότητα θέσπισης υποχρεωτικών
απαιτήσεων όσον αφορά την προστασία του αέρα, του
εδάφους ή του νερού, λαμβάνοντας υπόψη τα τελευταία
επιστημονικά στοιχεία και τις διεθνείς υποχρεώσεις της
Κοινότητας.
Η Επιτροπή προτείνει εν ανάγκη διορθωτικά μέτρα.
Άρθρο 7δ
Υπολογισμός του κύκλου ζωής των εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου από βιοκαύσιμα
1. Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κύκλου ζωής από
βιοκαύσιμα, για τους σκοπούς του άρθρου 7α και του άρθρου 7β
παράγραφος 2, υπολογίζονται ως εξής:
α) εάν στο μέρος Α ή Β του παραρτήματος IV προβλέπεται
προκαθορισμένη τιμή για τη μείωση των εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου για την οδό παραγωγής του βιοκαυσίμου και
εάν η τιμή el για τα βιοκαύσιμα αυτά, η οποία υπολογίζεται
σύμφωνα με το σημείο 7 του μέρους Γ του παραρτήματος
IV είναι ίση ή μικρότερη από το μηδέν, χρησιμοποιώντας
αυτή την προκαθορισμένη τιμή
β) χρησιμοποιώντας μια πραγματική τιμή η οποία υπολογίζεται
με τη μεθοδολογία που καθορίζεται στο μέρος Γ του
παραρτήματος IV
γ) χρησιμοποιώντας μια τιμή που υπολογίζεται ως το άθροι­
σμα των παραγόντων του τύπου ο οποίος αναφέρεται στο
σημείο 1 του μέρους Γ του παραρτήματος IV, όταν μπορούν
να χρησιμοποιούνται αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές του
μέρους Δ ή Ε του παραρτήματος IV για ορισμένους
παράγοντες και πραγματικές τιμές που υπολογίζονται
σύμφωνα με τη μεθοδολογία του μέρους Γ του
παραρτήματος IV, για όλους τους άλλους παράγοντες.
2. Το αργότερο μέχρι τις 31 Μαρτίου 2010, τα κράτη μέλη
υποβάλλουν στην Επιτροπή έκθεση η οποία περιλαμβάνει
κατάλογο των ζωνών της επικράτειάς τους που ταξινομούνται
στο επίπεδο 2 της στατιστικής ονοματολογίας των εδαφικών
μονάδων (εφεξής “NUTS”) ή σε αναλυτικότερο επίπεδο NUTS
σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ.  1059/2003 του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου
2003, για τη θέσπιση μιας κοινής ονοματολογίας των εδαφικών
στατιστικών μονάδων (NUTS) , όπου οι τυπικές εκπομπές
αερίων θερμοκηπίου από την καλλιέργεια γεωργικών πρώτων
υλών αναμένεται να είναι χαμηλότερες ή ίσες προς τις εκπομπές
που κοινοποιούνται βάσει του τίτλου “Αναλυτικές
προκαθορισμένες τιμές για καλλιέργεια” του μέρους Δ του
παραρτήματος ΙV της παρούσας οδηγίας, η οποία συνοδεύεται
από περιγραφή της μεθόδου και των δεδομένων που
χρησιμοποιήθηκαν για την κατάρτισή του. Η εν λόγω μέθοδος
λαμβάνει υπόψη τα χαρακτηριστικά του εδάφους, το κλίμα και
την αναμενόμενη απόδοση πρώτων υλών.
3. Οι προκαθορισμένες τιμές του μέρους Α του
παραρτήματος IV για τα βιοκαύσιμα, και οι αναλυτικές
προκαθορισμένες τιμές για την καλλιέργεια του μέρους Δ του
παραρτήματος IV, επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται μόνον όταν
οι αντίστοιχες πρώτες ύλες:
α) καλλιεργούνται εκτός της Κοινότητας
β) καλλιεργούνται εντός της Κοινότητας, σε ζώνες
περιλαμβανόμενες στους καταλόγους που αναφέρονται
στην παράγραφο 2
γ) είναι απόβλητα ή κατάλοιπα πλην των γεωργικών
καταλοίπων και των καταλοίπων υδατοκαλλιεργειών και
αλιείας.
Για τα βιοκαύσιμα που δεν εμπίπτουν στα στοιχεία α), β) ή γ),
χρησιμοποιούνται οι πραγματικές τιμές για την καλλιέργεια.
4. Το αργότερο μέχρι τις 31  Μαρτίου 2010, η Επιτροπή
υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση
σχετικά με τη σκοπιμότητα εκπόνησης καταλόγων ζωνών τρίτων
χωρών όπου οι τυπικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από την
καλλιέργεια γεωργικών πρώτων υλών αναμένεται να είναι
χαμηλότερη ή ίση προς τις εκπομπές που κοινοποιούνται βάσει
του τίτλου “Καλλιέργεια” του μέρους Δ του παραρτήματος IV
της παρούσας οδηγίας, η οποία συνοδεύεται, εφόσον είναι
δυνατόν, από τους καταλόγους αυτούς και από περιγραφή της
μεθόδου και των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την
κατάρτισή τους. Ανάλογα με την περίπτωση, η έκθεση της Επι­
τροπής συνοδεύεται από κατάλληλες προτάσεις.
5. Έως τις 31  Δεκεμβρίου 2012 το αργότερο και, εφεξής,
ανά διετία, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις κατ’
εκτίμηση τυπικές και προκαθορισμένες τιμές που παρατίθενται
στα μέρη Β και Ε του παραρτήματος IV, αποδίδοντας ιδιαίτερη
έμφαση στις εκπομπές που οφείλονται στις μεταφορές και στη
μεταποιητική βιομηχανία και μπορεί, εφόσον απαιτείται, να
αποφασίσει τη διόρθωση των τιμών. Το μέτρο αυτό τροποποίησης
μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας εκδίδεται
σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που
αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 4.


∙ και

L 140/100 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
6. Έως τις 31  Δεκεμβρίου 2010, η Επιτροπή υποβάλλει
έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο με την
οποία επισκοπεί τον αντίκτυπο που έχει η έμμεση αλλαγή της
χρήσης της γης στην εκπομπή αερίων θερμοκηπίου και εξετάζει
τρόπους για την ελαχιστοποίηση αυτού του αντικτύπου. Εφόσον
ενδείκνυται, η έκθεση αυτή συνοδεύεται από πρόταση βασισμένη
στα εγκυρότερα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία, η οποία
περιέχει συγκεκριμένη μεθοδολογία για τις εκπομπές που
οφείλονται σε μεταβολές του αποθέματος άνθρακα
προκαλούμενες από έμμεση αλλαγή της χρήσης της γης, και
εξασφαλίζει τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία, και ιδίως
προς τις διατάξεις του άρθρου 7β παράγραφος 2.
Η πρόταση περιλαμβάνει τις αναγκαίες εγγυήσεις προκειμένου να
υπάρχει ασφάλεια για τις επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν
πριν από την εφαρμογή της μεθοδολογίας αυτής. Όσον αφορά
τις εγκαταστάσεις που παρήγαν βιοκαύσιμα πριν από το τέλος
του 2013, η εφαρμογή των μέτρων του πρώτου εδαφίου δεν θα
πρέπει να οδηγήσει, έως τις 31  Δεκεμβρίου 2017, στο ότι τα
βιοκαύσιμα που παράγονται από τις εγκαταστάσεις αυτές δεν
συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις αειφορίας της παρούσας
οδηγίας, εάν κατά τα άλλα θα συνέβαινε αυτό, υπό την
προϋπόθεση ότι τα εν λόγω βιοκαύσιμα επιτυγχάνουν μείωση των
αερίων θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 45 %. Αυτό ισχύει για
την παραγωγική ικανότητα που είχαν αυτές οι εγκαταστάσεις
βιοκαυσίμων στο τέλος του 2012.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο επιδιώκουν να
αποφασίσουν έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012 το αργότερο σχετικά
με οιεσδήποτε τέτοιες προτάσεις της Επιτροπής.
7. Το παράρτημα IV μπορεί να προσαρμόζεται στην τεχνική
και επιστημονική πρόοδο, μεταξύ άλλων, με την προσθήκη τιμών
για άλλες οδούς παραγωγής βιοκαυσίμων από τις ίδιες ή από
άλλες πρώτες ύλες και με την τροποποίηση της μεθοδολογίας
του μέρους Γ. Ένα τέτοιο μέτρο που αποσκοπεί στην
τροποποίηση των μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας,
μεταξύ άλλων συμπληρώνοντάς την, θεσπίζονται με την κανονι­
στική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 11 παράγραφος 4.
Όσον αφορά τις προκαθορισμένες τιμές και τη μεθοδολογία του
παραρτήματος IV, ιδιαίτερη προσοχή δίδεται:
— στη μέθοδο εκτίμησης των αποβλήτων και υπολειμμάτων
— στη μέθοδο καταγραφής των παραπροϊόντων
— στη μέθοδο εκτίμησης της συμπαραγωγής
— στο καθεστώς που αναγνωρίζεται στα υπολείμματα γεωρ­
γικής καλλιέργειας ως παραπροϊόντα.
Οι προκαθορισμένες τιμές για το βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα
φυτικά έλαια ή ζωικά λίπη επανεξετάζονται το συντομότερο
δυνατόν.
Για οποιαδήποτε τροποποίηση του καταλόγου των
προκαθορισμένων τιμών του παραρτήματος IV ή για οποιαδήποτε
προσθήκη στον κατάλογο αυτόν, τηρούνται οι ακόλουθοι
κανόνες:
α) όταν η συμβολή ενός παράγοντα στις συνολικές εκπομπές
είναι μικρή, ή όταν υπάρχει περιορισμένη διακύμανση, ή
όταν το κόστος ή η δυσχέρεια καθορισμού των πραγματικών
τιμών είναι υψηλά, οι προκαθορισμένες τιμές είναι οι τυπικές
τιμές των κανονικών διαδικασιών παραγωγής
β) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, οι προκαθορισμένες τιμές
είναι συντηρητικές σε σύγκριση με τις κανονικές διαδικασίες
παραγωγής.
8. Διατυπώνονται λεπτομερείς ορισμοί, στους οποίους
περιλαμβάνονται οι τεχνικές προδιαγραφές που απαιτούνται για
τις κατηγορίες του σημείου 7β του μέρους Γ του παραρτήματος
IV. Το μέτρο αυτό που αποσκοπεί σε τροποποίηση μη ουσιωδών
στοιχείων της παρούσας οδηγίας μέσω της συμπλήρωσής της,
θεσπίζεται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο
στην οποία παραπέμπει το άρθρο 11 παράγραφος 4.
Άρθρο 7ε
Εκτελεστικά μέτρα και εκθέσεις σε σχέση με την αειφορία
των βιοκαυσίμων
1. Τα εκτελεστικά μέτρα του άρθρου  7β παράγραφος  3
δεύτερο εδάφιο, του άρθρου 7γ παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο, του
άρθρου  7γ παράγραφος 6, του άρθρου  7γ παράγραφος 8, του
άρθρου 7δ παράγραφος 5, του άρθρου 7δ παράγραφος 7 πρώτο
εδάφιο και του άρθρου 7δ παράγραφος 8 της παρούσας οδηγίας
λαμβάνουν επίσης πλήρως υπόψη τους σκοπούς της οδηγίας
2009/28/ΕΚ.
2. Οι εκθέσεις της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο που αναφέρονται στο άρθρο 7β
παράγραφος  7, στο άρθρο  7γ παράγραφος  2, στο άρθρο  7γ
παράγραφος  9, στο άρθρο  7δ παράγραφοι  4 και  5 και στο
άρθρο  7δ παράγραφος  6 πρώτο εδάφιο, καθώς και οι εκθέσεις
και πληροφορίες που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο  7γ
παράγραφος  3 πρώτο και πέμπτο εδάφιο και το άρθρο  7δ
παράγραφος  2 της παρούσας οδηγίας, εκπονούνται και
διαβιβάζονται για τους σκοπούς τόσο της οδηγίας 2009/28/ΕΚ
όσο και της παρούσας οδηγίας.
(*) ΕΕ L 30 της 31.1.2009, σ. 16.
(**) ΕΕ L 154 της 21.6.2003, σ. 1.».
7) Η παράγραφος 8 του άρθρου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο
κείμενο:
«1. Τα κράτη μέλη παρακολουθούν τη συμμόρφωση με τις
απαιτήσεις των άρθρων 3 και 4, όσον αφορά τα καύσιμα βενζίνη
και ντίζελ, με βάση τις αναλυτικές μεθόδους που εμφαίνονται στα
ευρωπαϊκά πρότυπα EN 228:2004 και EN 590:2004
αντιστοίχως.».
8) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:
«Άρθρο 8α
Μεταλλικά πρόσθετα
1. Η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση των κινδύνων για την
υγεία και το περιβάλλον από τη χρήση μεταλλικών προσθέτων σε
καύσιμα και αναπτύσσει για τον σκοπό αυτό μεθοδολογία
δοκιμών. Υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο
Συμβούλιο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012.
2. Εν αναμονή της ανάπτυξης της μεθοδολογίας δοκιμών που
εμφαίνεται στην παράγραφο 1, η παρουσία της πρόσθετης μεταλ­
λικής ουσίας μεθυλοκυκλοπενταδιένυλο — τρικαρβονυλικό
μαγγάνιο (ΜΜΤ) στα καύσιμα περιορίζεται σε 6 mg μαγγάνιο
ανά λίτρο από 1ης  Ιανουαρίου 2011. Το όριο καθορίζεται σε
2 mg μαγγάνιο ανά λίτρο από 1ης Ιανουαρίου 2014.





(*) ∙



5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/101
3. Το όριο για την περιεκτικότητα του καυσίμου σε MMT που
προσδιορίζεται στην παράγραφο  2 αναθεωρείται βάσει των
αποτελεσμάτων της αξιολόγησης που διενεργείται
χρησιμοποιώντας τη μεθοδολογία δοκιμών της παραγράφου  1.
Μπορεί να μηδενισθεί εάν αιτιολογείται από την αξιολόγηση
κινδύνου. Δεν μπορεί να αυξηθεί εκτός εάν αιτιολογείται από την
αξιολόγηση κινδύνου. Ένα τέτοιο μέτρο τροποποίησης μη
ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας εκδίδεται σύμφωνα
με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου  11
παράγραφος 4.
4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τοποθετείται επιγραφή
που αφορά την περιεκτικότητα του καυσίμου σε μεταλλικό
πρόσθετο σε όλα τα σημεία στα οποία διατίθεται στους κατανα­
λωτές καύσιμο με μεταλλικό πρόσθετο.
5. Η επιγραφή περιέχει το ακόλουθο κείμενο: “Περιέχει μεταλ­
λικά πρόσθετα”.
6. Η επιγραφή τοποθετείται στο μέρος στο οποίο παρέχονται
πληροφορίες για τον τύπο του καυσίμου, σε σαφώς ορατή θέση.
Το μέγεθος της επιγραφής και των στοιχείων επ’ αυτής είναι
αρκετά μεγάλο ώστε αυτή να είναι ευδιάκριτη και ευανάγνωστη.».
9) Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Άρθρο 9
Υποβολή εκθέσεων
1. Η Επιτροπή υποβάλλει, μέχρι την 31η  Δεκεμβρίου 2012
και εν συνεχεία ανά τριετία, έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
και στο Συμβούλιο, συνοδευόμενη, εφόσον τούτο είναι σκόπιμο,
από πρόταση τροποποίησης της οδηγίας. Η έκθεση
πραγματεύεται ιδίως τα ακόλουθα:
α) τη χρήση και εξέλιξη της τεχνολογίας αυτοκινήτων και,
ειδικότερα, τη σκοπιμότητα της αύξησης της μέγιστης
επιτρεπόμενης περιεκτικότητας της βενζίνης και του ντίζελ
σε βιοκαύσιμα και την ανάγκη για επανεξέταση της
ημερομηνίας που εμφαίνεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3
β) την κοινοτική πολιτική σχετικά με τις εκπομπές CO2 από τα
οχήματα για τις οδικές μεταφορές
γ) τη δυνατότητα εφαρμογής των απαιτήσεων του
παραρτήματος II και ειδικότερα την οριακή τιμή για τους
πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες, σε κινητά
μη οδικά μηχανήματα (συμπεριλαμβανομένων των σκαφών
εσωτερικής ναυσιπλοΐας), γεωργικούς και δασικούς
ελκυστήρες και σκάφη αναψυχής
δ) την αύξηση της χρήσης απορρυπαντικών στα καύσιμα
ε) τη χρήση μεταλλικών προσθέτων άλλων εκτός από το MMT
στα καύσιμα
στ) τη συνολική ποσότητα των στοιχείων που χρησιμοποιούνται
στη βενζίνη και το ντίζελ λαμβάνοντας υπόψη τη νομοθεσία
της ΕΕ για το περιβάλλον συμπεριλαμβανομένων των στόχων
της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
και του Συμβουλίου, της 23ης  Οκτωβρίου 2000, για τη
θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολι­
τικής των υδάτων και των θυγατρικών οδηγιών της
ζ) τις συνέπειες του στόχου μείωσης των αερίων του
θερμοκηπίου που ορίζεται στο άρθρο 7α παράγραφος 2 για
το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών
η) τη δυνητική ανάγκη για προσαρμογές στο άρθρο  2
παράγραφοι  6 και  7 και στο άρθρο  7α παράγραφος  2
στοιχείο  β) με σκοπό να αξιολογηθεί η δυνατή συμβολή
στην υλοποίηση του στόχου μείωσης των αερίων
θερμοκηπίου μέχρι 10 % έως το 2020. Αυτές οι σκέψεις
βασίζονται στο δυναμικό για μειώσεις εκπομπών αερίων του
θερμοκηπίου κύκλου ζωής από καύσιμα και ενέργεια εντός
της Κοινότητας, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη οιεσδήποτε
εξελίξεις στους τομείς των ασφαλών για το περιβάλλον
τεχνολογιών δέσμευσης και αποθήκευσης του άνθρακα και
των ηλεκτρικών οδικών οχημάτων καθώς και τη σχέση
κόστους αποτελεσματικότητας των μέσων μείωσης αυτών
των εκπομπών, όπως εμφαίνεται στο άρθρο  7α
παράγραφος 2 στοιχείο β)
θ) τη δυνατότητα εισαγωγής επιπρόσθετων μέτρων για τους
προμηθευτές με σκοπό να μειώσουν κατά 2 % τις εκπομπές
αερίων θερμοκηπίου κύκλου ζωής ανά μονάδα ενέργειας, σε
σύγκριση με το βασικό πρότυπο καυσίμου που εμφαίνεται
στο άρθρο 7α παράγραφος 5 στοιχείο β), μέσω της χρήσης
των πιστωτικών μορίων του μηχανισμού καθαρής ανάπτυξης
του πρωτοκόλλου του Κιότο δυνάμει των όρων που
ορίζονται στην οδηγία 2003/87/ΕΚ, με σκοπό να αξιολο­
γηθεί περαιτέρω η δυνατή συμβολή στην υλοποίηση του
στόχου μείωσης των αερίων θερμοκηπίου μέχρι 10 % έως το
2020, όπως εμφαίνεται στο άρθρο  7α παράγραφος  2
στοιχείο γ) της παρούσας οδηγίας
ι) επικαιροποιημένη ανάλυση κόστους ωφελείας και
αντικτύπου της μείωσης της επιτρεπόμενης μέγιστης τάσης
ατμών για τη βενζίνη κάτω των 60 kPa για τη θερινή
περίοδο.
2. Το αργότερο το 2014, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την
υλοποίηση του στόχου μείωσης των εκπομπών αερίων του
θερμοκηπίου για το 2020 που εμφαίνεται στο άρθρο  7α,
λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να υπάρχει συνέπεια ανάμεσα σε
αυτόν τον στόχο και τον στόχο του άρθρου 3 παράγραφος 3 της
οδηγίας 2009/28/ΕΚ, όσον αφορά το μερίδιο ενέργειας από
ανανεώσιμες πηγές στις μεταφορές, με γνώμονα τις εκθέσεις που
αναφέρονται στο άρθρο  23 παράγραφοι  8 και  9 της εν λόγω
οδηγίας.
Ανάλογα με την περίπτωση, η έκθεση της Επιτροπής συνοδεύεται
από πρόταση για τροποποίηση του στόχου.
(*) ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1».
(*)
(**)




L 140/102 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
10) Η παράγραφος  10 του άρθρου  1 αντικαθίσταται από το
ακόλουθο κείμενο:
«1. Εάν η προσαρμογή των επιτρεπομένων αναλυτικών
μεθόδων του παραρτήματος I ή II στην τεχνική πρόοδο είναι
απαραίτητη, οι τροποποιήσεις που αποσκοπούν στην
τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας,
θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο
στην οποία παραπέμπει το άρθρο  11 παράγραφος  4. Το
παράρτημα III μπορεί επίσης να προσαρμοστεί στην τεχνική και
επιστημονική πρόοδο. Το μέτρο αυτό, που αποσκοπεί σε
τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας,
θεσπίζεται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο
στην οποία παραπέμπει το άρθρο 11 παράγραφος 4.».
11) Το άρθρο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Άρθρο 11
Διαδικασία επιτροπής
1. Εκτός από τις περιπτώσεις που εμφαίνονται στην
παράγραφο  2, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή
ποιότητας καυσίμου.
2. Για ζητήματα που σχετίζονται με την αειφορία των
βιοκαυσίμων δυνάμει των άρθρων 7β, 7γ και  7δ, η Επιτροπή
επικουρείται από την “Επιτροπή για την αειφορία των
βιοκαυσίμων και βιορευστών” που συστήνεται δυνάμει του
άρθρου 25, παράγραφος 2 της οδηγίας 2009/28/ΕΚ.
3. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας
παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα  3 και  7 της απόφασης
1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου  8 της
ίδιας απόφασης.
4. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας
παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο  5α παράγραφοι  1 έως 4
και το άρθρο  7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των
διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.».
12) Το άρθρο 14 διαγράφεται.
13) Τα παραρτήματα Ι, ΙΙ, III και  IV αντικαθίστανται από το κείμενο
του παραρτήματος της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 2
Τροποποιήσεις στην οδηγία 1999/32/ΕΚ
Η οδηγία 1999/32/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:
1) Το άρθρο 2 τροποποιείται ως ακολούθως:
α) το σημείο 3 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:
«3. καύσιμο πλοίων: κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του
πετρελαίου που προορίζεται για πλοία ή
χρησιμοποιείται επ’ αυτών, συμπεριλαμβανομένων των
καυσίμων που ορίζονται στο πρότυπο ISO 8217.
Περιλαμβάνει κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του
πετρελαίου που χρησιμοποιείται σε σκάφη εσωτερικής
ναυσιπλοΐας ή σκάφη αναψυχής, όπως ορίζονται στην
οδηγία 97/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και
του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1997, για την
προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά
με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και
σωματιδιακών ρύπων προερχόμενων από κινητήρες
εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά
κινητά μηχανήματα και στην οδηγία 94/25/ΕΚ του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της
16ης  Ιουνίου 1994, για την προσέγγιση των
νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων
των κρατών μελών οι οποίες αφορούν τα σκάφη ανα­
ψυχής , όταν τα σκάφη αυτά βρίσκονται στη
θάλασσα
(*) ΕΕ L 59 της 27.2.1998, σ. 1.
(**) ΕΕ L 164 της 30.6.1994, σ. 15.»
β) το σημείο 3ι διαγράφεται.
2) Το άρθρο 4β τροποποιείται ως εξής:
α) ο τίτλος αντικαθίσταται ως εξής: «Μέγιστη περιεκτικότητα
σε θείο των καυσίμων πλοίων που χρησιμοποιούνται από
σκάφη ελλιμενισμένα σε κοινοτικούς λιμένες»
β) στην παράγραφο 1, το στοιχείο α) διαγράφεται
γ) στην παράγραφο 2, το στοιχείο β) διαγράφεται.
3) Στο άρθρο  6 παράγραφος  1α, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται
από το ακόλουθο κείμενο:
«Η δειγματοληψία αρχίζει την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει
να ισχύει το σχετικό όριο μέγιστης περιεκτικότητας του καυσίμου
σε θείο. Διεξάγεται με επαρκή συχνότητα, σε επαρκείς ποσότητες
και κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι τα δείγματα είναι αντι­
προσωπευτικά του εξεταζόμενου καυσίμου και του καυσίμου που
χρησιμοποιείται από τα σκάφη ενώ βρίσκονται σε σχετικές
θαλάσσιες περιοχές και λιμένες.».
Άρθρο 3
Κατάργηση
Η οδηγία 93/12/ΕΟΚ καταργείται.
Άρθρο 4
Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανο­
νιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την
παρούσα οδηγία το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010.
Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω
διατάξεων.
Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες
αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από
παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος
αυτής της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.
2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των
ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον
τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 5
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη
δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/103
Άρθρο 6
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Στρασβούργο, 23 Απριλίου 2009.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
H.-G. PÖTTERING
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
P. NEČAS
L 140/104 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΥΣΙΜΑ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ
ΟΧΗΜΑΤΑ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΕΣ ΕΠΙΒΑΛΛΟΜΕΝΗΣ ΑΝΑΦΛΕΞΗΣ
Τύπος: Βενζίνη
Παράμετρος (1) Μονάδα
Όρια (2)
Ελάχιστο Μέγιστο
Αριθμός οκτανίου research 95 (3) —
Αριθμός οκτανίου κινητήρα 85 —
Τάση ατμών, θερινή περίοδος (4) kPa — 60,0 (5)
Απόσταξη:
— απόσταγμα στους 100 °C % v/v 46,0 —
— απόσταγμα στους 150 °C % v/v 75,0 —
Ανάλυση υδρογονανθράκων:
— ολεφίνες % v/v — 18,0
— αρωματικοί % v/v — 35,0
— βενζόλιο % v/v — 1,0
Περιεκτικότητα σε οξυγόνο % m/m 3,7
Οξυγονούχες ουσίες:
— μεθανόλη % v/v 3,0
— αιθανόλη (μπορεί να χρειάζεται η προσθήκη σταθεροποιητών) % v/v 10,0
— ισοπροπυλική αλκοόλη % v/v — 12,0
— τριτοταγής βουτυλική αλκοόλη % v/v — 15,0
— ισοβουτυλική αλκοόλη % v/v — 15,0
— αιθέρες με 5 ή περισσότερα άτομα άνθρακα ανά μόριο % v/v — 22,0
— άλλες οξυγονούχες ουσίες (6) % v/v — 15,0
Περιεκτικότητα σε θείο mg/kg — 10,0
Περιεκτικότητα σε μόλυβδο g/l — 0,005
(1) Μέθοδοι δοκιμών είναι εκείνες που καθορίζονται στο ευρωπαϊκό πρότυπο EN 228:2004. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν αναλυτική μέθοδο,
η οποία καθορίζεται ειδικά προς αντικατάσταση του προτύπου ΕΝ 228:2004, εφόσον μπορεί να αποδειχθεί ότι η νέα μέθοδος παρέχει τουλάχιστον
την ίδια ακρίβεια και τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο επαναληπτικότητας με την αναλυτική μέθοδο που αντικαθιστά.
(2) Οι τιμές που αναφέρονται στην προδιαγραφή είναι «αληθείς τιμές». Κατά τον καθορισμό των οριακών τιμών τους, εφαρμόστηκαν οι όροι του διεθ­
νούς προτύπου EN ISO 4259 «Προϊόντα πετρελαίου — Προσδιορισμός και εφαρμογή των δεδομένων ακριβείας σε σχέση με τις μεθόδους
δοκιμών», ενώ στον καθορισμό ελάχιστης τιμής έχει ληφθεί υπόψη μια ελάχιστη διαφορά 2 R άνω του μηδενός (R = αναπαραγωγιμότητα). Τα
αποτελέσματα των μεμονωμένων μετρήσεων ερμηνεύονται βάσει των κριτηρίων που περιγράφονται στο EN ISO 4259:2006.
(3) Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να επιτρέψουν τη διάθεση στην αγορά αμόλυβδης βενζίνης με ελάχιστο αριθμό οκτανίου κινητήρα (MON)
81 και ελάχιστο αριθμό οκτανίου research (RON) 91.
(4) Η θερινή περίοδος αρχίζει το αργότερο την 1η Μαΐου και λήγει το νωρίτερο στις 30 Σεπτεμβρίου. Για τα κράτη μέλη με χαμηλές θερμοκρασίες
περιβάλλοντος κατά το θέρος, η θερινή περίοδος αρχίζει το αργότερο την 1η Ιουνίου και λήγει το νωρίτερο στις 31 Αυγούστου.
(5) Στην περίπτωση κρατών μελών με χαμηλές θερμοκρασίες περιβάλλοντος κατά το θέρος και για τα οποία ισχύει παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 3
παράγραφοι 4 και 5, η μέγιστη τάση ατμών είναι 70 kPa. Στην περίπτωση των κρατών μελών για τα οποία ισχύει παρέκκλιση σύμφωνα με το
άρθρο 3 παράγραφοι 4 και 5 για τη βενζίνη που περιέχει αιθανόλη, η μέγιστη τάση ατμών είναι 60 kPa συν την απόκλιση τάσης ατμών που
προσδιορίζεται στο παράρτημα III.
(6) λλες μονο-αλκοόλες και αιθέρες με τελικό σημείο ζέσεως όχι υψηλότερο από εκείνο που αναφέρεται στο ΕΝ 228:2004.
5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/105
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΓΙΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΕΣ ΑΝΑΦΛΕΞΗΣ ΜΕ ΣΥΜΠΙΕΣΗ
Τύπος: Ντίζελ
Παράμετρος (1) Μονάδα
Όρια (2)
Ελάχιστο Μέγιστο
Αριθμός κετανίου 51,0 —
Πυκνότητα στους 15 °C Kg/m (3) — 845,0
Απόσταξη:
— 95 % v/v ανάκτηση στους: °C — 360,0
Πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες % m/m — 8,0
Περιεκτικότητα σε θείο Mg/kg — 10,0
Περιεκτικότητα σε FAME — EN 14078 % v/v — 7,0 (3)
(1) Μέθοδοι δοκιμών είναι εκείνες που καθορίζονται στο ευρωπαϊκό πρότυπο EN 590:2004. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν αναλυτική μέθοδο,
η οποία καθορίζεται ειδικά προς αντικατάσταση του προτύπου ΕΝ 590:2004, εφόσον μπορεί να αποδειχθεί ότι η νέα μέθοδος παρέχει τουλάχιστον
την ίδια ακρίβεια και τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο επαναληπτικότητας με την αναλυτική μέθοδο που αντικαθιστά.
(2) Οι τιμές που αναφέρονται στην προδιαγραφή είναι «αληθείς τιμές». Κατά τον καθορισμό των οριακών τιμών τους, εφαρμόστηκαν οι όροι του διεθ­
νούς προτύπου EN ISO 4259 «Προϊόντα πετρελαίου — Προσδιορισμός και εφαρμογή των δεδομένων ακριβείας σε σχέση με τις μεθόδους
δοκιμών», ενώ στον καθορισμό ελάχιστης τιμής έχει ληφθεί υπόψη μια ελάχιστη διαφορά 2 R άνω του μηδενός (R = αναπαραγωγιμότητα). Τα
αποτελέσματα των μεμονωμένων μετρήσεων ερμηνεύονται βάσει των κριτηρίων που περιγράφονται στο EN ISO 4259:2006.
(3) Το FAME συμμορφώνεται προς το EN 14214.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
ΕΠΙΤΡΕΠΟΜΕΝΗ ΑΠΟΚΛΙΣΗ ΤΗΣ ΤΑΣΗΣ ΑΤΜΩΝ ΣΕ ΒΕΝΖΙΝΗ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΒΙΟΑΙΘΑΝΟΛΗ
Περιεκτικότητα σε βιοαιθανόλη (% v/v) Επιτρεπόμενη απόκλιση της τάσης ατμών (kPa)
0 0
1 3,65
2 5,95
3 7,20
4 7,80
5 8,0
6 8,0
7 7,94
8 7,88
9 7,82
10 7,76
Η επιτρεπόμενη απόκλιση της τάσης ατμών για τιμή περιεκτικότητας σε βιοαιθανόλη μεταξύ των παραπάνω τιμών καθορίζεται με
γραμμική παρεμβολή μεταξύ της αμέσως μεγαλύτερης και αμέσως μικρότερης τιμής περιεκτικότητας.
(1)
L 140/106 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ ΖΩΗΣ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΕΡΙΩΝ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ ΑΠΟ
ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ
Α.  Τυπικές και προκαθορισμένες τιμές για τα βιοκαύσιμα τα οποία παράγονται χωρίς καθαρές εκπομπές άνθρακα λόγω
αλλαγών στη χρήση γης
Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου
Τυπικές τιμές μείωσης των
εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου
Προκαθορισμένες τιμές
μείωσης των εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου
Αιθανόλη ζαχαρότευτλων 61 % 52 %
Αιθανόλη σίτου (δεν διευκρινίζεται το καύσιμο διεργασίας) 32 % 16 %
Αιθανόλη σίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε
σταθμό ΣΠΗΘ)
32 % 16 %
Αιθανόλη σίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας
σε συμβατικό λέβητα)
45 % 34 %
Αιθανόλη σίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας
σε σταθμό ΣΠΗΘ)
53 % 47 %
Αιθανόλη σίτου (με χρήση άχυρου ως καυσίμου διεργασίας σε
σταθμό ΣΠΗΘ)
69 % 69 %
Αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου
διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ), παραγόμενη στην Κοινότητα
56 % 49 %
Αιθανόλη ζαχαροκάλαμου 71 % 71 %
Το ποσοστό ΕΤΒΕ (αιθυλοτριτοβουτυλαιθέρα) που προέρχεται από
ανανεώσιμες πηγές
Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης
Το ποσοστό ΤΑΕΕ (τριταμυλαιθυλαιθέρα) που προέρχεται από
ανανεώσιμες πηγές
Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης
Βιοντίζελ κράμβης 45 % 38 %
Βιοντίζελ ηλίανθου 58 % 51 %
Βιοντίζελ σπόρων σόγιας 40 % 31 %
Βιοντίζελ φοινικέλαιου (δεν διευκρινίζεται η μέθοδος επεξεργασίας) 36 % 19 %
Βιοντίζελ φοινικέλαιου (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα
επεξεργασίας)
62 % 56 %
Βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα φυτικά ή ζωικά έλαια (*) 88 % 83 %
Υδρογονοκατεργασμένο κραμβέλαιο 51 % 47 %
Υδρογονοκατεργασμένο ηλιέλαιο 65 % 62 %
Υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (δεν
διευκρινίζεται η μέθοδος επεξεργασίας)
40 % 26 %
Υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με
δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)
68 % 65 %
Καθαρό κραμβέλαιο 58 % 57 %
Βιοαέριο από αστικά οργανικά απόβλητα, ως συμπιεσμένο φυσικό
αέριο
80 % 73 %
Βιοαέριο από υγρή ζωική κοπριά, ως συμπιεσμένο φυσικό αέριο 84 % 81 %
Βιοαέριο από ξηρή ζωική κοπριά, ως συμπιεσμένο φυσικό αέριο 86 % 82 %
(*) Δεν περιλαμβάνονται τα ζωικά λίπη που παράγονται από ζωικά υποπροϊόντα τα οποία ταξινομούνται ως υλικό κατηγορίας 3 σύμφωνα με τον
κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 2002, για τον καθορισμό
υγειονομικών κανόνων σχετικά με τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο
(1)  ΕΕ L 273 της 10.10.2002, σ. 1.
.








∙ και
∙ και
5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/107
B.  Εκτιμώμενες τυπικές και προκαθορισμένες τιμές για τα μελλοντικά βιοκαύσιμα –ανύπαρκτα ή υπάρχοντα μόνο σε
αμελητέες ποσότητες στην αγορά τον Ιανουάριο του 2008– που παράγονται χωρίς καθαρές εκπομπές άνθρακα λόγω
αλλαγών στη χρήση γης
Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου
Τυπικές τιμές μείωσης των
εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου
Προκαθορισμένες τιμές
μείωσης των εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου
Αιθανόλη από άχυρο σίτου 87 % 85 %
Αιθανόλη από απόβλητα ξύλου 80 % 74 %
Αιθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας 76 % 70 %
Ντίζελ Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου 95 % 95 %
Ντίζελ Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας 93 % 93 %
ΔΜΕ (διμεθυλαιθέρας) από απόβλητα ξύλου 95 % 95 %
ΔΜΕ από ξυλεία καλλιέργειας 92 % 92 %
Μεθανόλη από απόβλητα ξύλου 94 % 94 %
Μεθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας 91 % 91 %
Το ποσοστό ΜΤΒΕ (μεθυλοτριτοβουτυλαιθέρα) που προέρχεται
από ανανεώσιμες πηγές
Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής μεθανόλης
Γ.  Μεθοδολογία
1. Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που οφείλονται στην παραγωγή και χρήση βιοκαυσίμων υπολογίζονται σύμφωνα με τον
ακόλουθο τύπο:
E = eec + el + ep + etd + eu – esca – eccs – eccr – eee
όπου:
E = συνολικές εκπομπές από τη χρήση του καυσίμου
eec = εκπομπές από τη λήψη ή την καλλιέργεια των πρώτων υλών
el = ετήσιες εκπομπές από την τροποποίηση των αποθεμάτων άνθρακα που οφείλονται σε αλλαγή της χρήσης γης
ep = εκπομπές από την επεξεργασία
etd = εκπομπές από τη μεταφορά και διανομή
eu = εκπομπές από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο
esca = μείωση εκπομπών μέσω σώρευσης άνθρακα στο έδαφος χάρη στην καλύτερη γεωργική διαχείριση
eccs = μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης και παγίδευσης του άνθρακα
eccr = μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης και αντικατάστασης του άνθρακα
eee = μείωση εκπομπών λόγω πλεονάζουσας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στους σταθμούς συμπαραγωγής
ηλεκτρισμού-θερμότητας.
Οι εκπομπές από την κατασκευή των μηχανημάτων και εξοπλισμού δεν λαμβάνονται υπόψη.
2. Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που οφείλονται στη χρήση των καυσίμων (E) εκφράζονται σε γραμμάρια ισοδυνάμου
CO2 ανά MJ καυσίμου, gCO2eq/MJ.
3. Κατά παρέκκλιση από το σημείο 2, οι τιμές που εκφράζονται σε gCO2eq/MJ μπορούν να αναπροσαρμόζονται ώστε να
λαμβάνονται υπόψη οι διαφορές μεταξύ καυσίμων όσον αφορά το παραγόμενο ωφέλιμο έργο, εκφραζόμενο σε km/MJ.
Οι προσαρμογές αυτές επιτρέπονται μόνον εφόσον αποδεικνύονται οι διαφορές ως προς το παραγόμενο ωφέλιμο έργο.
4. Η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που οφείλεται στα βιοκαύσιμα υπολογίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο
τύπο:
ΜΕΙΩΣΗ = (EF – EB)/EF
όπου:
EB = συνολικές εκπομπές από το βιοκαύσιμο
EF = συνολικές εκπομπές από το αντικαθιστάμενο ορυκτό καύσιμο.
(1)



∙ και
∙ και


L 140/108 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
5. Τα αέρια θερμοκηπίου που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς του σημείου 1 είναι τα εξής: CO2, N2O και CH4. Για
τον υπολογισμό της ισοδυναμίας CO2, στα αέρια αυτά αποδίδονται οι ακόλουθες τιμές:
CO2: 1
N2O: 296
CH4: 23
6. Στις εκπομπές από τη λήψη ή την καλλιέργεια των πρώτων υλών (eec) συμπεριλαμβάνονται οι εκπομπές από την ίδια τη
διαδικασία εξόρυξης ή τη διαδικασία καλλιέργειας, από τη συλλογή των πρώτων υλών, από τα απόβλητα και τις διαρροές,
και από την παραγωγή των χημικών ουσιών ή προϊόντων που χρησιμοποιούνται για τη λήψη και καλλιέργεια. Δεν
λαμβάνεται υπόψη η δέσμευση του CO2 κατά την καλλιέργεια των πρώτων υλών. Αφαιρούνται οι πιστοποιημένες μειώσεις
εκπομπών αερίων θερμοκηπίου λόγω καύσης αερίου στους πυρσούς ασφαλείας των ανά τον κόσμο εγκαταστάσεων
πετρελαίου. Για τις εκτιμήσεις των εκπομπών από τις καλλιέργειες πρώτων υλών μπορούν να χρησιμοποιούνται μέσοι όροι
υπολογιζόμενοι για γεωγραφικές ζώνες μικρότερες από εκείνες που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των
προκαθορισμένων τιμών, εάν δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν πραγματικές τιμές.
7. Οι ετήσιες εκπομπές από την τροποποίηση των αποθεμάτων άνθρακα λόγω αλλαγής στη χρήση γης (el) υπολογίζονται
διαιρώντας ισομερώς τις συνολικές εκπομπές μιας εικοσαετίας. Για τον υπολογισμό αυτών των εκπομπών, χρησιμοποιείται
ο ακόλουθος τύπος:
el = (CSR – CSA) × 3,664 × 1/20 × 1/P – eB
(1)  Η σταθερά που προκύπτει από τη διαίρεση του μοριακού βάρους του CO2 (44,010 g/mol) με το μοριακό βάρος του άνθρακα (12,011 g/mol)
ισούται προς 3,664.
όπου:
el = ετήσιες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από την τροποποίηση των αποθεμάτων άνθρακα λόγω αλλαγής στη χρήση
γης (μετρούμενες σε μάζα ισοδυνάμου CO2 ανά μονάδα ενέργειας παραγόμενης από βιοκαύσιμο)
CSR = απόθεμα άνθρακα ανά εδαφική μονάδα συνδεόμενη με τη χρήση γης αναφοράς (μετρούμενο ως μάζα άνθρακα
ανά εδαφική μονάδα, συμπεριλαμβανομένων του εδάφους και της βλάστησης). Η χρήση γης αναφοράς είναι η
χρήση γης τον Ιανουάριο του 2008 ή 20 έτη πριν από τη λήψη των πρώτων υλών, εάν η ημερομηνία αυτή είναι
μεταγενέστερη
CSA = απόθεμα άνθρακα ανά εδαφική μονάδα συνδεόμενη με την πραγματική χρήση γης (μετρούμενο ως μάζα άνθρακα
ανά εδαφική μονάδα, συμπεριλαμβανομένων του εδάφους και της βλάστησης). Σε περιπτώσεις όπου το απόθεμα
άνθρακα συσσωρεύεται περισσότερο από ένα έτος, η τιμή που αποδίδεται στο CSA είναι το υπολογιζόμενο
απόθεμα ανά εδαφική μονάδα μετά από είκοσι έτη ή όταν η καλλιέργεια ωριμάσει, ανάλογα με το ποιο από τα
δύο θα συμβεί πρώτο
P = παραγωγικότητα της καλλιέργειας (μετρώμενη ως ενέργεια παραγόμενη από βιοκαύσιμα ανά εδαφική μονάδα
ετησίως)
eB = προσαύξηση 29 gCO2eq/MJ για τα βιοκαύσιμα των οποίων η βιομάζα προέρχεται από αποκατεστημένα
υποβαθμισμένα εδάφη υπό τους όρους του σημείου 8.
8. Η προσαύξηση 29 gCO2eq/MJ αναγνωρίζεται εφόσον διατεθούν στοιχεία ότι τα εδάφη:
α) δεν χρησιμοποιούνταν για γεωργικούς ή οιουσδήποτε άλλους σκοπούς τον Ιανουάριο 2008
β) εμπίπτει σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:
i) ήταν είτε σοβαρά υποβαθμισμένα, συμπεριλαμβανομένων των εδαφών που προηγουμένως χρησιμοποιούνταν
για γεωργικούς σκοπούς
ii) είτε έντονα μολυσμένα.
Η προσαύξηση 29 gCO2eq/MJ εφαρμόζεται επί δέκα το πολύ έτη από την ημερομηνία μετατροπής των εδαφών σε γεωρ­
γική εκμετάλλευση, υπό τον όρο ότι εξασφαλίζονται τακτική αύξηση του αποθέματος άνθρακα και μείωση της διάβρωσης
των σοβαρά υποβαθμισμένων εδαφών της περίπτωσης i) και, στην περίπτωση των μολυσμένων εδαφών της περίπτωσης ii),
μείωση της μόλυνσης.
9. Οι κατηγορίες του σημείου 8β) ορίζονται ως εξής:
α) ως «σοβαρά υποβαθμισμένα εδάφη» νοούνται τα εδάφη των οποίων η περιεκτικότητα σε αλάτι αυξήθηκε σημαντικά
κατά τη διάρκεια σημαντικής περιόδου ή των οποίων η περιεκτικότητα σε οργανικές ύλες είναι ιδιαίτερα χαμηλή και
τα οποία είναι σοβαρά διαβρωμένα
β) ως «σημαντικά μολυσμένα εδάφη» νοούνται τα εδάφη που δεν προσφέρονται για την παραγωγή τροφίμων ή
ζωοτροφών λόγω του επιπέδου μόλυνσης.
Συμπεριλαμβάνονται τα εδάφη για τα οποία η Επιτροπή έχει λάβει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο  7γ παράγραφος  4
τέταρτο εδάφιο.
5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/109
10. Ο οδηγός που εγκρίνεται σύμφωνα με το σημείο 10 του μέρους Γ του παραρτήματος V της οδηγίας 2009/28/ΕΚ
χρησιμεύει ως βάση για τον υπολογισμό των αποθεμάτων άνθρακα των εδαφών για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.
11. Στις εκπομπές από την επεξεργασία (ep) περιλαμβάνονται οι εκπομπές από την ίδια τη διαδικασία επεξεργασίας, από τα
απόβλητα και τις διαρροές, και από την παραγωγή των χημικών ουσιών ή προϊόντων που χρησιμοποιούνται στην
επεξεργασία.
Για τον υπολογισμό της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας μη παραγόμενης στη μονάδα παραγωγής καυσίμου, η ένταση
εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της παραγωγής και διανομής αυτής της ηλεκτρικής ενέργειας λογίζεται ως ίση προς τη
μέση ένταση εκπομπών της παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας σε μια δεδομένη περιφέρεια. Κατ’ εξαίρεση από
τον κανόνα αυτό οι παραγωγοί μπορούν να χρησιμοποιούν μια μέση τιμή για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από
έναν σταθμό ηλεκτροπαραγωγής, εφόσον ο σταθμός αυτός δεν είναι συνδεδεμένος με το δίκτυο ηλεκτροδότησης.
12. Στις εκπομπές από τη μεταφορά και διανομή (etd) συμπεριλαμβάνονται οι εκπομπές από τη μεταφορά και αποθήκευση
πρώτων υλών και ημιτελών υλικών και από την αποθήκευση και διανομή τελικών υλικών. Το παρόν σημείο δεν καλύπτει
τις εκπομπές από τις δραστηριότητες μεταφοράς και διανομής οι οποίες λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο του σημείου 6.
13. Οι εκπομπές από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο (eu) λογίζονται ως μηδενικές για τα βιοκαύσιμα.
14. Η μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης και παγίδευσης του άνθρακα (eccs) περιορίζεται στις εκπομπές που αποφεύγονται χάρη
στη δέσμευση και την παγίδευση του εκπεμπόμενου CO2 που συνδέεται άμεσα με την εξόρυξη, τη μεταφορά, την
επεξεργασία και τη διανομή του καυσίμου.
15. Η μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης και υποκατάστασης του άνθρακα (eccr) περιορίζεται στις εκπομπές που αποφεύγονται
χάρη στη δέσμευση του CO2 που προέρχεται από βιομάζα και που χρησιμοποιείται προς υποκατάσταση του ορυκτής
προέλευσης CO2 που χρησιμοποιείται σε εμπορικά προϊόντα και υπηρεσίες.
16. Η μείωση εκπομπών λόγω πλεονάζουσας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στους σταθμούς συμπαραγωγής ηλεκτρισμού-
θερμότητας (eee) λαμβάνεται υπόψη σε σχέση με την πλεονάζουσα ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από συστήματα παρα­
γωγής καυσίμου που χρησιμοποιούν συμπαραγωγή εκτός εάν το καύσιμο που χρησιμοποιείται για τη συμπαραγωγή είναι
παραπροϊόν άλλο πλην υπολείμματος γεωργικής καλλιέργειας. Για τον υπολογισμό αυτής της πλεονάζουσας ηλεκτρικής
ενέργειας, το μέγεθος της μονάδας συμπαραγωγής λογίζεται ως το ελάχιστο απαιτούμενο για την παροχή, από τη μονάδα
συμπαραγωγής, της θερμότητας που χρειάζεται για την παραγωγή του καυσίμου. Η μείωση των εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου που συνδέεται με αυτή την πλεονάζουσα ηλεκτρική ενέργεια λογίζεται ως ίση προς την ποσότητα αερίων
θερμοκηπίου που θα εκπέμπονταν εάν ίση ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας παραγόταν σε σταθμό ηλεκτροπαραγωγής που
χρησιμοποιεί το ίδιο καύσιμο με τη μονάδα συμπαραγωγής.
17. Όταν μια διεργασία παραγωγής καυσίμου παράγει, σε συνδυασμό, το καύσιμο για το οποίο υπολογίζονται οι εκπομπές
και ένα ή περισσότερα άλλα προϊόντα («παραπροϊόντα»), οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου διαιρούνται μεταξύ του
καυσίμου ή του ενδιάμεσου προϊόντος του και των παραπροϊόντων του κατ’ αναλογία προς το ενεργειακό τους περιεχόμενο
(που προσδιορίζεται από την κατώτερη θερμογόνο δύναμη στην περίπτωση παραπροϊόντων διαφορετικών από την ηλεκ­
τρική ενέργεια).
18. Για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 17, οι προς διαίρεση εκπομπές είναι eec + el, τα κλάσματα
εκπομπών ep, etd και eee που παράγονται κατά τα στάδια της διαδικασίας μέχρι και το στάδιο παραγωγής παραπροϊόντος.
Εάν ο καταλογισμός εκπομπών σε παραπροϊόντα έχει γίνει σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας στο πλαίσιο του κύκλου
ζωής, το κλάσμα των εκπομπών που αποδίδονται κατά το τελευταίο αυτό στάδιο της διαδικασίας στο ενδιάμεσο καύσιμο
προϊόν χρησιμοποιείται για τον σκοπό αυτόν, αντί του συνόλου των εκπομπών αυτών.
Για τους σκοπούς του εν λόγω υπολογισμού, λαμβάνονται υπόψη όλα τα παραπροϊόντα, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκ­
τρικής ενέργειας που δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του σημείου 16, με εξαίρεση τα κατάλοιπα γεωργικής καλλιέργειας
(π.χ. άχυρο, υπολείμματα ζαχαροκάλαμου, φλοιοί, σπάδικες αραβοσίτου και κελύφη καρπών). Για τους σκοπούς του ίδιου
υπολογισμού, τα παραπροϊόντα που έχουν αρνητικό ενεργειακό περιεχόμενο λογίζονται ως έχοντα μηδενικό ενεργειακό
περιεχόμενο.
Τα απόβλητα, τα υπολείμματα γεωργικής καλλιέργειας, όπως άχυρο, υπολείμματα ζαχαροκάλαμου, φλοιοί, σπάδικες
αραβοσίτου και κελύφη καρπών και τα κατάλοιπα επεξεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της ακαθάριστης γλυκερίνης (ήτ­
οι, μη διυλισμένης γλυκερίνης), λογίζεται ότι έχουν μηδενικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής τους
μέχρι τη διαδικασία συλλογής τους.
Στην περίπτωση των καυσίμων που παράγονται σε διυλιστήρια, η μονάδα ανάλυσης για τους σκοπούς του υπολογισμού
που αναφέρεται στο σημείο 17 είναι το διυλιστήριο.
19. Για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 4, οι εκπομπές από το ορυκτό καύσιμο σύγκρισης (EF)
είναι οι πιο πρόσφατες διαθέσιμες πραγματικές μέσες εκπομπές από το ορυκτό μέρος της βενζίνης και του ντίζελ που
καταναλώνονται στην Κοινότητα, όπως κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Εάν δεν υπάρχουν τα δεδομένα
αυτά, χρησιμοποιείται η τιμή 83,8 gCO2eq/MJ.
L 140/110 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
Δ.  Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για τα βιοκαύσιμα
Α ν α λ υ τ ι κ έ ς π ρ ο κ α θ ο ρ ι σ μ έ ν ε ς τ ι μ έ ς γ ι α κ α λ λ ι έ ρ γ ε ι α : « e e c » ό π ω ς ο ρ ί ζ ε τ α ι σ τ ο μ έ ρ ο ς Γ τ ο υ
π α ρ ό ν τ ο ς π α ρ α ρ τ ή μ α τ ο ς
Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου
Τυπικές εκπομπές αερίων
θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Προκαθορισμένες εκπομπές
αερίων θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Αιθανόλη ζαχαρότευτλων 12 12
Αιθανόλη σίτου 23 23
Αιθανόλη αραβοσίτου, παραγόμενη στην Κοινότητα 20 20
Αιθανόλη ζαχαροκάλαμου 14 14
Το ποσοστό ΕΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης
Το ποσοστό ΤΑΕΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης
Βιοντίζελ κράμβης 29 29
Βιοντίζελ ηλίανθου 18 18
Βιοντίζελ σπόρων σόγιας 19 19
Βιοντίζελ φοινικέλαιου 14 14
Βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα φυτικά έλαια ή ζωικά λίπη (*) 0 0
Υδρογονοκατεργασμένο κραμβέλαιο 30 30
Υδρογονοκατεργασμένο ηλιέλαιο 18 18
Υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο 15 15
Καθαρό κραμβέλαιο 30 30
Βιοαέριο από αστικά οργανικά απόβλητα, ως συμπιεσμένο φυσικό
αέριο
0 0
Βιοαέριο από υγρή ζωική κοπριά, ως συμπιεσμένο φυσικό αέριο 0 0
Βιοαέριο από ξηρή ζωική κοπριά, ως συμπιεσμένο φυσικό αέριο 0 0
(*) Δεν περιλαμβάνονται τα ζωικά λίπη που παράγονται από ζωικά υποπροϊόντα τα οποία ταξινομούνται ως υλικό κατηγορίας 3 σύμφωνα με τον
κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002.
Α ν α λ υ τ ι κ έ ς π ρ ο κ α θ ο ρ ι σ μ έ ν ε ς τ ι μ έ ς γ ι α ε π ε ξ ε ρ γ α σ ί α ( σ υ μ π ε ρ ι λ α μ β α ν ο μ έ ν η ς τ η ς
π λ ε ο ν ά ζ ο υ σ α ς η λ ε κ τ ρ ι κ ή ς ε ν έ ρ γ ε ι α ς ) : « e p – e e e » ό π ω ς ο ρ ί ζ ε τ α ι σ τ ο μ έ ρ ο ς Γ τ ο υ π α ρ ό ν τ ο ς
π α ρ α ρ τ ή μ α τ ο ς
Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου
Τυπικές εκπομπές αερίων
θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Προκαθορισμένες εκπομπές
αερίων θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Αιθανόλη ζαχαρότευτλων 19 26
Αιθανόλη σίτου (δεν διευκρινίζεται το καύσιμο διεργασίας) 32 45
Αιθανόλη σίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε
σταθμό ΣΠΗΘ)
32 45
Αιθανόλη σίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας
σε συμβατικό λέβητα)
21 30
Αιθανόλη σίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας
σε σταθμό ΣΠΗΘ)
14 19
Αιθανόλη σίτου (με χρήση άχυρου ως καυσίμου διεργασίας σε
σταθμό ΣΠΗΘ)
1 1
Αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου
διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ), παραγόμενη στην Κοινότητα
15 21
Αιθανόλη ζαχαροκάλαμου 1 1
Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου
Τυπικές εκπομπές αερίων
θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Προκαθορισμένες εκπομπές
αερίων θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/111
Το ποσοστό ΕΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης
Το ποσοστό ΤΑΕΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης
Βιοντίζελ κράμβης 16 22
Βιοντίζελ ηλίανθου 16 22
Βιοντίζελ σπόρων σόγιας 18 26
Βιοντίζελ φοινικέλαιου (δεν διευκρινίζεται η μέθοδος επεξεργασίας) 35 49
Βιοντίζελ φοινικέλαιου (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα
επεξεργασίας)
13 18
Βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα φυτικά έλαια ή ζωικά λίπη 9 13
Υδρογονοκατεργασμένο κραμβέλαιο 10 13
Υδρογονοκατεργασμένο ηλιέλαιο 10 13
Υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (δεν
διευκρινίζεται η μέθοδος επεξεργασίας)
30 42
Υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με
δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)
7 9
Καθαρό κραμβέλαιο 4 5
Βιοαέριο από αστικά οργανικά απόβλητα, ως συμπιεσμένο φυσικό
αέριο
14 20
Βιοαέριο από υγρή ζωική κοπριά, ως συμπιεσμένο φυσικό αέριο 8 11
Βιοαέριο από ξηρή ζωική κοπριά, ως συμπιεσμένο φυσικό αέριο 8 11
Α ν α λ υ τ ι κ έ ς π ρ ο κ α θ ο ρ ι σ μ έ ν ε ς τ ι μ έ ς γ ι α μ ε τ α φ ο ρ ά κ α ι δ ι α ν ο μ ή : « e t d » ό π ω ς ο ρ ί ζ ε τ α ι σ τ ο μ έ ρ ο ς
Γ τ ο υ π α ρ ό ν τ ο ς π α ρ α ρ τ ή μ α τ ο ς
Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου
Τυπικές εκπομπές αερίων
θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Προκαθορισμένες εκπομπές
αερίων θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Αιθανόλη ζαχαρότευτλων 2 2
Αιθανόλη σίτου 2 2
Αιθανόλη αραβοσίτου, παραγόμενη στην Κοινότητα 2 2
Αιθανόλη ζαχαροκάλαμου 9 9
Το ποσοστό ΕΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης
Το ποσοστό ΤΑΕΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης
Βιοντίζελ κράμβης 1 1
Βιοντίζελ ηλίανθου 1 1
Βιοντίζελ σπόρων σόγιας 13 13
Βιοντίζελ φοινικέλαιου 5 5
Βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα φυτικά έλαια ή ζωικά λίπη 1 1
Υδρογονοκατεργασμένο κραμβέλαιο 1 1
Υδρογονοκατεργασμένο ηλιέλαιο 1 1
Υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο 5 5
Καθαρό κραμβέλαιο 1 1
Βιοαέριο από αστικά οργανικά απόβλητα, ως συμπιεσμένο φυσικό
αέριο
3 3
Βιοαέριο από υγρή ζωική κοπριά, ως συμπιεσμένο φυσικό αέριο 5 5
Βιοαέριο από ξηρή ζωική κοπριά, ως συμπιεσμένο φυσικό αέριο 4 4
L 140/112 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2009
Σ ύ ν ο λ ο γ ι α κ α λ λ ι έ ρ γ ε ι α , ε π ε ξ ε ρ γ α σ ί α , μ ε τ α φ ο ρ ά κ α ι δ ι α ν ο μ ή
Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου
Τυπικές εκπομπές αερίων
θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Προκαθορισμένες εκπομπές
αερίων θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Αιθανόλη ζαχαρότευτλων 33 40
Αιθανόλη σίτου (δεν διευκρινίζεται το καύσιμο διεργασίας) 57 70
Αιθανόλη σίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε
σταθμό ΣΠΗΘ)
57 70
Αιθανόλη σίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας
σε συμβατικό λέβητα)
46 55
Αιθανόλη σίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας
σε σταθμό ΣΠΗΘ)
39 44
Αιθανόλη σίτου (με χρήση άχυρου ως καυσίμου διεργασίας σε
σταθμό ΣΠΗΘ)
26 26
Αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου
διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ), παραγόμενη στην Κοινότητα
37 43
Αιθανόλη ζαχαροκάλαμου 24 24
Το ποσοστό ΕΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης
Το ποσοστό ΤΑΕΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης
Βιοντίζελ κράμβης 46 52
Βιοντίζελ ηλίανθου 35 41
Βιοντίζελ σπόρων σόγιας 50 58
Βιοντίζελ φοινικέλαιου (δεν διευκρινίζεται η μέθοδος επεξεργασίας) 54 68
Βιοντίζελ φοινικέλαιου (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα
επεξεργασίας)
32 37
Βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα φυτικά έλαια ή ζωικά λίπη 10 14
Υδρογονοκατεργασμένο κραμβέλαιο 41 44
Υδρογονοκατεργασμένο ηλιέλαιο 29 32
Υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (δεν
διευκρινίζεται η μέθοδος επεξεργασίας)
50 62
Υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με
δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)
27 29
Καθαρό κραμβέλαιο 35 36
Βιοαέριο από αστικά οργανικά απόβλητα, ως συμπιεσμένο φυσικό
αέριο
17 23
Βιοαέριο από υγρή ζωική κοπριά, ως συμπιεσμένο φυσικό αέριο 13 16
Βιοαέριο από ξηρή ζωική κοπριά, ως συμπιεσμένο φυσικό αέριο 12 15
E.  Εκτιμώμενες αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για τα μελλοντικά βιοκαύσιμα που ήταν ανύπαρκτα ή υπήρχαν μόνο
σε αμελητέες ποσότητες στην αγορά τον Ιανουάριο του 2008
Α ν α λ υ τ ι κ έ ς τ ι μ έ ς γ ι α τ η ν κ α λ λ ι έ ρ γ ε ι α : « e e c » ό π ω ς ο ρ ί ζ ε τ α ι σ τ ο μ έ ρ ο ς Γ τ ο υ π α ρ ό ν τ ο ς
π α ρ α ρ τ ή μ α τ ο ς
Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου
Τυπικές εκπομπές αερίων
θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Προκαθορισμένες εκπομπές
αερίων θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Αιθανόλη από άχυρο σίτου 3 3
Αιθανόλη από απόβλητα ξύλου 1 1
Αιθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας 6 6
Ντίζελ Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου 1 1
Ντίζελ Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας 4 4
ΔΜΕ από απόβλητα ξύλου 1 1
ΔΜΕ από ξυλεία καλλιέργειας 5 5
Μεθανόλη από απόβλητα ξύλου 1 1
Μεθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας 5 5
Το ποσοστό ΜΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής μεθανόλης
5.6.2009 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 140/113
Α ν α λ υ τ ι κ έ ς τ ι μ έ ς γ ι α τ η ν ε π ε ξ ε ρ γ α σ ί α ( σ υ μ π ε ρ ι λ α μ β α ν ο μ έ ν η ς τ η ς π λ ε ο ν ά ζ ο υ σ α ς η λ ε κ τ ρ ι κ ή ς
ε ν έ ρ γ ε ι α ς ) : « e p – e e e » ό π ω ς ο ρ ί ζ ε τ α ι σ τ ο μ έ ρ ο ς Γ τ ο υ π α ρ ό ν τ ο ς π α ρ α ρ τ ή μ α τ ο ς
Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου
Τυπικές εκπομπές αερίων
θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Προκαθορισμένες εκπομπές
αερίων θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Αιθανόλη από άχυρο σίτου 5 7
Αιθανόλη από ξύλο 12 17
Ντίζελ Fischer-Tropsch από ξύλο 0 0
ΔΜΕ από ξύλο 0 0
Μεθανόλη από ξύλο 0 0
Το ποσοστό ΜΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής μεθανόλης
Α ν α λ υ τ ι κ έ ς τ ι μ έ ς γ ι α τ η μ ε τ α φ ο ρ ά κ α ι τ η δ ι α ν ο μ ή : « e t d » ό π ω ς ο ρ ί ζ ε τ α ι σ τ ο μ έ ρ ο ς Γ τ ο υ
π α ρ ό ν τ ο ς π α ρ α ρ τ ή μ α τ ο ς
Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου
Τυπικές εκπομπές αερίων
θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Προκαθορισμένες εκπομπές
αερίων θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Αιθανόλη από άχυρο σίτου 2 2
Αιθανόλη από απόβλητα ξύλου 4 4
Αιθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας 2 2
Ντίζελ Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου 3 3
Ντίζελ Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας 2 2
ΔΜΕ από απόβλητα ξύλου 4 4
ΔΜΕ από ξυλεία καλλιέργειας 2 2
Μεθανόλη από απόβλητα ξύλου 4 4
Μεθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας 2 2
Το ποσοστό ΜΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής μεθανόλης
Σ ύ ν ο λ ο γ ι α τ η ν κ α λ λ ι έ ρ γ ε ι α , τ η ν ε π ε ξ ε ρ γ α σ ί α , τ η μ ε τ α φ ο ρ ά κ α ι τ η δ ι α ν ο μ ή
Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου
Τυπικές εκπομπές αερίων
θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Προκαθορισμένες εκπομπές
αερίων θερμοκηπίου
(gCO2eq/MJ)
Αιθανόλη από άχυρο σίτου 11 13
Αιθανόλη από απόβλητα ξύλου 17 22
Αιθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας 20 25
Ντίζελ Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου 4 4
Ντίζελ Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας 6 6
ΔΜΕ από απόβλητα ξύλου 5 5
ΔΜΕ από ξυλεία καλλιέργειας 7 7
Μεθανόλη από απόβλητα ξύλου 5 5
Μεθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας 7 7
Το ποσοστό ΜΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη
χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής μεθανόλης»