25 Α' 2012

ΝΟΜΟΣ 4043/2012

Μέτρα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στα καταστήματα κράτησης και άλλες διατάξεις.

Άρθρο 1 - Απόλυση κρατουμένων υπό τον όρο της ανάκλησης
13 Φεβρουαρίου 2012

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 25
13 Φεβρουαρίου 2012

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4043
Μέτρα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στα καταστήματα κράτησης και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Άρθρο 1Απόλυση κρατουμένων υπό τον όρο της ανάκλησηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κρατούμενοι οι οποίοι, κατά τη δημοσίευση του πα- ρόντος νόμου, εκτίουν στερητική της ελευθερίας ποινή που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη, απολύονται με διάταξη του εισαγγελέα πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής, υπό τον όρο της ανάκλησης, χωρίς τη συνδρομή των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και επόμενα του Ποινικού Κώδικα, κατά τις εξής διακρίσεις: α) εάν η ποι- νή τους έχει διάρκεια μέχρι τρία έτη εφόσον έχουν εκτί- σει ή εκτίουν με οποιονδήποτε τρόπο το ένα δέκατο αυ- τής, β) εάν η ποινή τους έχει διάρκεια μεγαλύτερη των τριών και μέχρι πέντε έτη, συμπεριλαμβανομένης και της κάθειρξης, εφόσον έχουν εκτίσει ή εκτίουν με οποιον- δήποτε τρόπο το ένα πέμπτο αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ανήλικοι κρατούμενοι, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος εκτίουν ποινή περιορισμού σε ειδικό κατά- στημα κράτησης νέων, απολύονται με διάταξη του ει- σαγγελέα πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποι- νής, υπό τον όρο της ανάκλησης, χωρίς τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 129 του Ποινικού Κώδι- κα, κατά τις εξής διακρίσεις: α) εάν η ποινή του περιορι- σμού έχει διάρκεια μέχρι τρία έτη εφόσον έχουν εκτίσει ή εκτίουν με οποιονδήποτε τρόπο το ένα δέκατο αυτής, β) εάν έχει διάρκεια μεγαλύτερη των τριών και μέχρι πέ- ντε έτη εφόσον έχουν εκτίσει ή εκτίουν με οποιονδήπο- τε τρόπο το ένα πέμπτο αυτής. Στους απολυόμενους μπορούν να επιβληθούν οι υπο- χρεώσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 5 του άρθρου 129 του Ποινικού Κώδικα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εξαιρούνται από τις ρυθμίσεις των προηγούμε- νων παραγράφων όσοι έχουν καταδικαστεί για παράβα- ση: α) του ν. 1608/1950, β) του ν. 1882/1990, γ) του ν. 2523/1997, δ) των άρθρων 87 παρ. 5 και 88 του ν. 3386/2005 και ε) των άρθρων187, 187Α, 235, 236, 237, 256, 258, 299, 322, 323Α, 324, 336, 339 παρ. 1 α΄, β΄, 342, 348A, 349, 351, 351A, 390 και 380 παράγραφοι 1β και 2 του Ποινικού Κώδικα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όσοι απολύονται, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2, αν υποπέσουν, μέσα σε πέντε έτη από την αποφυλάκισή τους, σε νέα από δόλο αξιό- ποινη πράξη και καταδικαστούν αμετάκλητα οποτεδήπο- τε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ή περιορισμού με- γαλύτερη του έτους, εκτίουν αθροιστικά και το υπόλοιπο της ποινής για την οποία έχουν απολυθεί υπό όρο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στους απολυόμενους, ο εισαγγελέας πλημμελειοδι- κών με την ίδια διάταξή του, μπορεί να επιβάλλει : α) την υποχρέωσή τους να εμφανίζονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα στις αστυνομικές αρχές του τόπου όπου δια- μένουν, β) τη μη απομάκρυνσή τους, χωρίς έγγραφη ά- δεια του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, από τον ως άνω τόπο, γ) οποιονδήποτε άλλον όρο από αυτούς που ανα- φέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 100 Π.Κ., κρίνει σκόπιμο. Ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, κατά την επι- βολή των ως άνω όρων, οφείλει να λαμβάνει υπόψη του την προσωπικότητα, καθώς και τις ατομικές, οικογενεια- κές και επαγγελματικές ανάγκες του απολυόμενου. Σε περίπτωση που ο τελευταίος παραβαίνει τους όρους που του έχουν τεθεί, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών δια- τάσσει την ανάκληση της απόλυσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι διευθυντές των καταστημάτων κράτησης υποβάλ- λουν, μέσα σε πέντε ημέρες από τη δημοσίευση του παρό- ντος νόμου, στον εισαγγελέα του τόπου έκτισης της ποι- νής τους φακέλους των καταδίκων, οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Απολύσεις που γίνονται, κατά τις διατάξεις του παρό- ντος, ανακοινώνονται από τους διευθυντές των καταστη- μάτων κράτησης τόσο στις αρμόδιες υπηρεσίες Ποινικού Μητρώου και καταχωρούνται στα οικεία δελτία των απολυ- θέντων, όσο και στη Διεύθυνση Αλλοδαπών του Κλάδου Α- σφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας. Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η υπό όρον απόλυση, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος, δεν κωλύεται από τη μη καταβολή των δι- καστικών εξόδων και της χρηματικής ποινής που τυχόν επιβλήθηκε.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Κάθε αμφισβήτηση ως προς την εφαρμογή των προ- ϋποθέσεων του άρθρου αυτού, λύεται από το συμβούλιο πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής, προκει- μένου δε για ανηλίκους από το τριμελές δικαστήριο α- νηλίκων του τόπου έκτισης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και στους καταδίκους που αποκτούν τις προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2: α) μετά τη δημοσίευση του παρό- ντος νόμου και σε χρονικό διάστημα μέχρι δέκα (10) μή- νες και β) μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου μετά από άσκηση ενδίκου μέσου και εφόσον η έκτιση της ποι- νής τους έχει αρχίσει κατά τη δημοσίευση του παρό- ντος. Άρθρo 2 Παραγραφή και μη εκτέλεση ποινών υπό όρο 1. Ποινές διάρκειας μέχρι έξι μηνών που έχουν επιβλη- θεί με αποφάσεις, οι οποίες έχουν εκδοθεί μέχρι τη δη- μοσίευση του παρόντος νόμου, εφόσον οι αποφάσεις δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες και οι ποινές αυτές δεν έχουν εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο μέχρι τη δημοσί- ευση του παρόντος νόμου, παραγράφονται και δεν εκτε- λούνται, υπό τον όρο ότι ο καταδικασθείς δεν θα τελέσει μέσα σε δύο έτη από τη δημοσίευση του νόμου αυτού νέα από δόλο αξιόποινη πράξη, για την οποία θα καταδι- καστεί αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι μηνών. Σε περίπτωση νέας καταδίκης ο καταδικασθείς εκτίει αθροιστικά, μετά την έ- κτιση της νέας ποινής και τη μη εκτιθείσα, και δεν υπο- λογίζεται στο χρόνο παραγραφής της μη εκτιθείσας ποι- νής, ο διανυθείς χρόνος από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη για τη νέα πράξη. 2. Οι μη εκτελεσθείσες κατά την παράγραφο 1 αποφά- σεις τίθενται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου εισαγ- γελέα ή δημόσιου κατηγόρου. 3. Εξαιρούνται των άνω ρυθμίσεων αποφάσεις που α- φορούν παραβάσεις των άρθρων 235, 236, 237, 242, 256, 258, 259 και 390 του Ποινικού Κώδικα. Άρθρo 3 Μετατροπή ποινών φυλάκισης σε χρηματική 1. Ποινές φυλάκισης που δεν έχουν εκτελεσθεί ούτε μετατραπεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και έχουν επιβληθεί για πλημμελήματα, με αποφάσεις οι οποίες κατέστησαν αμετάκλητες πριν από τη δημοσίευ- ση του νόμου, μετατρέπονται σε χρηματικές, ύστερα α- πό αίτηση του καταδικασθέντος που υποβάλλεται αυτο- προσώπως ή με πληρεξούσιο στον αρμόδιο για την εκτέ- λεση των ποινών εισαγγελέα, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυ- τού. Η μετατροπή αποκλείεται, αν η ποινή φυλάκισης έ- χει περιληφθεί ή μπορεί να περιληφθεί σε συνολική ποι- νή κάθειρξης που εξακολουθεί να ισχύει. 2. Για τη μετατροπή της ποινής αποφασίζει αμετάκλη- τα το δικαστήριο που εξέδωσε την καταδικαστική από- φαση, ύστερα από κλήτευση του αιτούντος. Ο αιτών μπορεί να παραιτηθεί από την κλήτευση, καθώς και να εκπροσωπηθεί από συνήγορο, εφόσον προβεί σε σχετι- κή δήλωση στην αίτησή του ή σε μεταγενέστερο έγγρα- φο προς τον εισαγγελέα ή το δικαστήριο. Κατά τη μετα- τροπή των ποινών του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 4 έως 8 του άρθρου 82 του Ποινικού Κώδικα. 3. Μετά την υποβολή της αίτησης της παραγράφου 1, δεν επιτρέπεται η άσκηση από τον καταδικασθέντα οποι- ουδήποτε τακτικού ή έκτακτου ένδικου μέσου κατά της απόφασης που επέβαλε την κατά τα άνω ποινή ή η άσκη- ση αίτησης ακύρωσης της διαδικασίας ή της απόφασης. Αν ασκηθεί τέτοιο ένδικο μέσο ή βοήθημα, κηρύσσεται τούτο απαράδεκτο σύμφωνα με το άρθρο 476 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

Αθήνα, 13 Φεβρουαρίου 2012
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΡΕΠΠΑΣ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 13 Φεβρουαρίου 2012
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ