Ή παράγραφος 3 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως ε ξής: "Ο ισολογισμός και ο λογαριασμός αποτελεσμάτων χρή σης υπογράφονται και από τον υπεύθυνο κατάρτισης αυ τών λογιστή φοροτεχνικό κάτοχο σχετικής άδειας ασκή σεως επαγγέλματος κατά τα ειδικότερα οριζόμενα από τις διατάξεις του π.δ. 340/1998 (ΦΕΚ 228 Α') με αναγραφή του ονοματεπωνύμου, της διεύθυνσης κατοικίας του ή της έ δρας του επαγγέλματός του, κατά περίπτωση, του Α.Φ.Μ., της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. για τη φορολογία του, τον αριθμό μη τρώου της άδειας άσκησης επαγγέλματος και την κατη γορία της άδειας. Όταν ο λογιστής φοροτεχνικός υπογράφει ως εκπρό σωπος γραφείου παροχής λογιστικών και φοροτεχνικών υπηρεσιών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του π.δ. 340/1998, αναγράφεται ακόμη η επωνυμία του γρα φείου, η διεύθυνση της έδρας, ο Α.Φ.Μ., η αρμόδια Δ.Ο.Υ. και ο αριθμός μητρώου της άδειας λειτουργίας του γρα φείου." Άρθρο Κύρος βιβλίων και στοιχείων 1. Ή παράγραφος 3 του άρθρου 30 αντικαθίσταται ως ε ξής: "3. Τα βιβλία και στοιχεία της δεύτερης και τρίτης κατη γορίας κρίνονται ανεπαρκή όταν ο υπόχρεος διαζευκτικά ή αθροιστικά:
α) δεν τηρεί κατά περίπτωση το ισοζύγιο γενικού ανα λυτικών καθολικών ή τη μηνιαία κατάσταση του βιβλίου ε σόδων εξόδων, δεν τηρεί τα ημερολόγια ή το βιβλίο εσό δων εξόδων ή δεν διαφυλάσσει τα αθεώρητα ημερολόγια ή το αθεώρητο βιβλίο εσόδων εξόδων, το βιβλίο αποθή κης, το βιβλίο παραγωγής κοστολογίου, το βιβλίο τεχνι κών προδιαγραφών, το βιβλίο απογραφών, καθώς και τα πρόσθετα βιβλία που ορίζονται από την παράγραφο 1 του άρθρου 10 του Κώδικα αυτού με εξαίρεση το βιβλίο που τηρείται από τα πρόσωπα του δεύτερου εδάφιου της ίδιας παραγράφου,
β) τηρεί ή εκδίδει ή διαφυλάσσει τα βιβλία και στοιχεία του Κώδικα αυτού κατά τρόπο που αντιβαίνει τις διατάξεις αυτού ή τηρεί βιβλία κατηγορίας κατώτερης εκείνης στην οποία εντάσσεται,
γ) λαμβάνει εικονικά ως προς τον αντισυμβαλλόμενο φο ρολογικά στοιχεία διακίνησης ή αξίας,
δ) εξοφλεί τιμολόγια αξίας 15.000 ευρώ και άνω με τρό πο διαφορετικό από τον οριζόμενο. Οι πράξεις ή οι παρατυπίες ή οι παραλείψεις της παρα γράφου αυτής τότε μόνο συνιστούν ανεπάρκεια, όταν δεν οφείλονται σε παραδρομή ή συγγνωστή πλάνη ή όταν κα θιστούν αντικειμενικά αδύνατο και όχι απλώς δυσχερή το λογιστικό έλεγχο των φορολογικών υποχρεώσεων. Δεν συνιστούν αντικειμενική αδυναμία ελέγχου οι περιπτώσεις που αναφέρονται σε διαπιστωθείσες πλημμέλειες στα τη ρηθέντα βιβλία και στοιχεία όταν καλύπτονται από κατα στάσεις ή ηλεκτρομαγνητικά μέσα ή άλλα αναλυτικά στοι χεία, τα οποία παρέχονται στο φορολογικό έλεγχο στην προθεσμία που τάσσεται από αυτόν, με την προϋπόθεση ότι προκύπτουν με σαφήνεια τα δεδομένα, ώστε να είναι δυνατές οι ελεγκτικές επαληθεύσεις και επαληθεύονται αυτά από τα βιβλία και στοιχεία. Ή ανεπάρκεια πρέπει να αναφέρεται σε αδυναμία διε νέργειας συγκεκριμένων ελεγκτικών επαληθεύσεων για οικονομικά μεγέθη μεγάλης έκτασης σε σχέση με τα με γέθη των βιβλίων και στοιχείων και να είναι αιτιολογημένη." 2. Ή παράγραφος 4 του άρθρου 30 αντικαθίσταται ως ε ξής: "4. Τα βιβλία και τα στοιχεία της δεύτερης και τρίτης κα τηγορίας κρίνονται ανακριβή όταν ο υπόχρεος διαζευκτι κά ή αθροιστικά: α) δεν εμφανίζει στα βιβλία του έσοδα ή έξοδα ή εμφανί ζει αυτά ανακριβώς ή εμφανίζει έξοδα που δεν έχουν πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδοθεί φορολογικό στοι χείο, β) δεν απογράφει περιουσιακά στοιχεία ή απογράφει αυτά ανακριβώς, γ) δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβή ή εικονικά ή πλαστά ως προς την ποσότητα ή την αξία ή τον αντισυμβαλλόμενο φορολογικά στοιχεία διακίνησης ή αξίας, ή λαμβάνει ανα κριβή ή εικονικά ως προς την ποσότητα ή την αξία τέτοια στοιχεία, δ) δεν εμφανίζει την πραγματική κατάσταση της επιχεί ρησής του, για τον επιτηδευματία της τρίτης κατηγορίας,
ε) δεν τηρεί ή δεν διαφυλάσσει τα πρόσθετα βιβλία του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 10 και της παραγράφου 5 του ίδιου άρθρου ή δεν καταχωρεί τις συναλλαγές ή καταχωρεί σ' αυτά ανακριβώς τα στοιχεία που προσδιορίζουν το ύψος της συναλλαγής,
στ) δεν διαφυλάσσει ή δεν επιδεικνύει στον τακτικό φο ρολογικό έλεγχο, εντός τακτού ευλόγου χρόνου, που ορί ζεται με σημείωμα της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., κατά περίπτωση το ισοζύγιο γενικού αναλυτικών καθολικών ή τη μηνιαία κατάσταση του βιβλίου εσόδων εξόδων επί μηχανογρα φικής τήρησης των βιβλίων ή τα θεωρημένα ημερολόγια και το θεωρημένο βιβλίο εσόδων εξόδων επί χειρόγρα φης τήρησης, τα συνοδευτικά στοιχεία των αγαθών, κα θώς και τα προβλεπόμενα από τον Κώδικα αυτό παραστα τικά, με τα οποία ενεργούνται οι πρωτογενείς εγγραφές, ανεξάρτητα από τις διαχειριστικές περιόδους στις οποίες αυτά αφορούν. Δεν εμπίπτει στην περίπτωση αυτή η μη διαφύλαξη και ε πίδειξη, η οποία οφείλεται σε λόγους αποδεδειγμένης α νωτέρας βίας, εφαρμοζομένων αναλόγως των οριζομέ νων στις διατάξεις της παραγράφου 3,
ζ) νοθεύει τα φορολογικά στοιχεία,
η) εμφανίζει αθροιστικά λάθη όταν τηρούνται βιβλία δεύτερης κατηγορίας. Οι πράξεις ή οι παραλείψεις της παραγράφου αυτής, για να συνεπάγονται εξωλογιστικό προσδιορισμό των αποτε λεσμάτων, πρέπει να είναι μεγάλης έκτασης σε σχέση με τα οικονομικά μεγέθη των βιβλίων, ώστε να τα επηρεάζουν σημαντικά ή να οφείλονται σε πρόθεση του υπόχρεου για απόκρυψη φορολογητέας ύλης. Δε λογίζεται ως ανακρίβεια η υπερτίμηση ή υποτίμηση κατά την απογραφή των εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων, καθώς και η καταχώρηση εσόδου ή εξόδου σε χρήση άλλη από εκείνη που αφορά." 3. Ή παράγραφος 5 του άρθρου 30 αντικαθίσταται ως ε ξής: "5. Ή απόρριψη των βιβλίων και των στοιχείων των επιτη δευματιών που ελέγχονται από το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο (ΕΘ.Ε.Κ.), στα οποία διαπιστώθηκαν πράξεις ή παραλείψεις οι οποίες κατά την κρίση της ελεγκτικής αρχής συνιστούν α νεπάρκειες ή ανακρίβειες, όπως αυτές προσδιορίζονται α πό το άρθρο αυτό μπορεί να κριθεί, μετά από αίτηση του ε πιτηδευματία από πενταμελή επιτροπή, πριν από την κοινο ποίηση του φύλλου ελέγχου ή της πράξης. Στην περίπτωση αυτή ο προϊστάμενος του ΕΘ.Ε.Κ. υποχρεούται να κοινο ποιήσει στον επιτηδευματία σημείωμα με τις διαπιστώσεις του ελέγχου. Ο επιτηδευματίας δικαιούται, εντός είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση του σημειώματος, να ζητήσει την κρίση της Επιτροπής, η οποία αποφαίνεται εντός δύο μηνών, με αιτιολογημένη απόφασή της, αν οι ανεπάρκειες ή ανακρίβειες που αναφέρονται στο σημείωμα συνεπάγονται απόρριψη των βιβλίων και στοιχείων και εξωλογιστικό προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης. Ή Επιτροπή μπορεί να διατάσσει συμπληρωματικό έλεγχο για διευκρίνιση των λόγων για τους οποίους ζητείται η απόρριψη των βιβλίων και στοιχείων. Ή απόφαση της Επιτροπής είναι δεσμευτική για τον προϊστάμενο της ελεγκτικής αρχής. Ή εν λόγω Επιτροπή έχει την έδρα της στην Κεντρική Υ πηρεσία του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού αποτελούμενη από: α) έναν σύμβουλο ή πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ως πρόεδρο, που ορίζεται με τον αναπληρω τή του από τον Υπουργό, β) έναν εκ των προϊσταμένων των διευθύνσεων της Γενι κής Διεύθυνσης Φορολογίας, που ορίζεται από τον Υ πουργό και αναπληρώνεται από τον νόμιμο αναπληρωτή του, γ) έναν εκ των προϊσταμένων των Διευθύνσεων της Γενι κής Διεύθυνσης Ελέγχων, που ορίζεται από τον Υπουργό και αναπληρώνεται από τον νόμιμο αναπληρωτή του, δ) έναν εκπρόσωπο του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελ λάδας, που προτείνεται με τον αναπληρωτή του από αυτό, ε) έναν εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητη ρίων Ελλάδας, που προτείνεται με τον αναπληρωτή του α πό αυτή. Χρέη γραμματέα της Επιτροπής εκτελεί φοροτεχνικός υπάλληλος ΠΕ κατηγορίας που ορίζεται με τον αναπλη ρωτή του από τον Πρόεδρο. Εισηγητής για κάθε υπόθεση ορίζεται υπάλληλος του ΕΘ.Ε.Κ. που προτείνεται από τον Προϊστάμενο της αρχής αυτής. Για τη συγκρότηση, απαρτία, πλειοψηφία και λειτουργία της επιτροπής εφαρμόζονται οι διατάξεις του Οργανι σμού του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών για τα συλλογικά όργανα. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομι κών ορίζεται η αποζημίωση του Προέδρου, των μελών και του γραμματέα της Επιτροπής, καθώς και κάθε άλλη ανα γκαία λεπτομέρεια." 4. Ή παράγραφος 6 του άρθρου 30 αντικαθίσταται ως ε ξής: "6. Τα βιβλία και στοιχεία της πρώτης κατηγορίας κρί νονται ανακριβή όταν ο επιτηδευματίας δεν καταχωρεί ή καταχωρεί ανακριβώς σ' αυτά αγορές ή καταχωρεί αγο ρές που δεν έχουν πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδο θεί φορολογικό στοιχείο, ή δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακρι βή ή εικονικά ή πλαστά ως προς την ποσότητα ή την αξία ή ως προς τον αντισυμβαλλόμενο φορολογικά στοιχεία διακίνησης και αξίας ή λαμβάνει ανακριβή ή εικονικά ως προς την ποσότητα ή την αξία τέτοια στοιχεία, εμφανίζει αθροιστικά λάθη, εφόσον οι πράξεις ή παραλείψεις αυ τές επηρεάζουν σημαντικά τα οικονομικά μεγέθη των βι βλίων της χρήσης στην οποία αναφέρονται, ή οφείλονται σε πρόθεση του υπόχρεου για απόκρυψη φορολογητέας ύλης. Οι διατάξεις της περίπτωσης ζ' και της περίπτωσης στ' της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή και για τους τηρούντες βιβλίο αγορών." 5. Ή παράγραφος 7 του άρθρου 30 αντικαθίσταται ως ε ξής: "7. Δεν επηρεάζεται το κύρος των βιβλίων και στοιχείων για πράξεις ή παραλείψεις των παραγράφων 3, 4 και 6 για συνολικά οικονομικά μεγέθη μέχρι τα όρια των ποσοστών ακαθάριστων εσόδων και των αξιών που αναφέρονται κα τωτέρω, ως εξής: α) Ποσοστό 3% και για αξία μικρότερη ή ίση των 3.500 ευρώ, για ακαθάριστα έσοδα μέχρι και 150.000 ευρώ. β) Ποσοστό 2% και για αξία μικρότερη ή ίση των 18.000 ευρώ, για ακαθάριστα έσοδα από 150.001 ευρώ έως και 1.500.000 ευρώ. γ) Ποσοστό 1% και για αξία μικρότερη ή ίση των 45.000 ευρώ, για ακαθάριστα έσοδα από 1.500.001 ευρώ έως και 9.000.000 ευρώ. δ) Ποσοστό 0,5% και για αξία μικρότερη ή ίση των 90.000 ευρώ, για ακαθάριστα έσοδα από 9.000.001 ευρώ έως και 30.000.000 ευρώ. ε) Ποσοστό 0,3% για αξία μικρότερη ή ίση των 180.000 ευρώ, για ακαθάριστα έσοδα άνω των 30.000.000 ευρώ. Κατ' εξαίρεση τα οριζόμενα όρια στις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται για τις περι πτώσεις: α) Μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης φορολογικών στοιχείων, τουλάχιστον για δύο (2) συναλλαγές, στην ίδια χρήση, που διαπιστώνονται από διαφορετικούς ελέγ χους. β) Μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης φορολογικών στοιχείων, τουλάχιστον για τρεις (3) συναλλαγές στην ίδια χρήση, που διαπιστώνονται από τον ίδιο έλεγχο. γ) Μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης ενός στοιχείου α ξίας άνω των 880 ευρώ. δ) Επί μη καταχώρησης ή ανακριβούς καταχώρησης στα πρόσθετα βιβλία του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 και της παραγράφου 5 του άρθρου 10 των συναλλαγών για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί τα στοιχεία εσόδων ε φαρμόζονται αναλόγως τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α', β' και γ' του εδαφίου αυτού. ε) Χρήση πλαστών, εικονικών ή νοθευμένων στοιχείων αξίας άνω των 880 ευρώ για κάθε στοιχείο ή μικρότερης α ξίας εφόσον αθροιστικά λαμβανόμενα στην ίδια χρήση ξε περνούν το όριο αυτό." 6. Στο τέλος του άρθρου 30 προστίθενται δύο νέες πα ράγραφοι 8 και 9 ως εξής: "8. Ειδικά όταν τα όρια είναι μεγαλύτερα από αυτά που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο της προηγούμενης πα ραγράφου ή όταν εφαρμόζονται οι διατάξεις του δεύτε ρου εδαφίου της ίδιας παραγράφου, τότε το κύρος των βι βλίων και των στοιχείων κρίνεται με τις γενικές διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 6 του ίδιου άρθρου του Κώδικα αυτού. 9. Οι νέες διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 6 όπου προ βλέπουν επιεικέστερη μεταχείριση, καθώς και οι διατάξεις της παραγράφου 7 εφαρμόζονται και για τις υποθέσεις που μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δεν έχουν ε λεγχθεί, καθώς και για εκείνες που έχουν ελεγχθεί και δεν έχουν περαιωθεί οριστικά με διοικητική επίλυση της δια φοράς ή εκκρεμεί η συζήτηση προσφυγής ενώπιον των δι οικητικών δικαστηρίων και του ΣτΕ. Για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων αυτών, οι ενδιαφερό μενοι μπορούν με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον αρ μόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος να ζητήσουν τη διοικητική ε πίλυση της διαφοράς, ακολουθούμενης της διαδικασίας του ν.δ. 4600/1966 (ΦΕΚ 242 Α'). Αν δεν επιτευχθεί η διοικητική επίλυση της διαφοράς, οι υποθέσεις αυτές κρίνονται με βάση τις προϊσχύσασες δια τάξεις."