ΠΟΛ. 1067/2011

Αποστολή αναφορών στην Αρχή Καταπολέµησης της Νοµιµοποίησης Εσόδων από Εγκληµατικές ∆ραστηριότητες και της Χρηµατοδότησης της Τροµοκρατίας και Ελέγχου των ∆ηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης από τα υπόχρεα πρόσωπα του άρθρου 6, παρ. 2, περ. ε΄ του ν. 3691/2008.

05 Απριλίου 2011

[1]
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ∆ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ
& ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ∆/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ
∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ
ΤΜΗΜΑ Ε΄
Ταχ. ∆/νση : Καρ. Σερβίας 10
Ταχ. Κωδ. : 101 84 ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες : Μ. Στάντζου – Μ.Χ. Λόη
Χ. Νούνης
Τηλέφωνο : 210 3375 463 - 460 - 046
FAX : 210 3375416
Αθήνα, 5 Απριλίου 2011
ΠΟΛ. 1067
ΠΡΟΣ : ΩΣ Π.∆.
ΑΔΑ: 4ΑΓ9Η-5Μ

ΘΕΜΑ: Αποστολή αναφορών στην Αρχή Καταπολέµησης της Νοµιµοποίησης Εσόδων από Εγκληµατικές ∆ραστηριότητες και της Χρηµατοδότησης της Τροµοκρατίας και Ελέγχου των ∆ηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης από τα υπόχρεα πρόσωπα του άρθρου 6, παρ. 2, περ. ε΄ του ν. 3691/2008.
Σε συνέχεια της εγκυκλίου ΠΟΛ. 1127/31-8-2010, µε την οποία κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις του ν. 3691/2008 «Πρόληψη και καταστολή της νοµιµοποίησης εσόδων από εγκληµατικές δραστηριότητες και της χρηµατοδότησης της τροµοκρατίας και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. 166 Α΄) και παρασχέθηκαν οδηγίες για την εφαρµογή τους και µε αφορµή ερωτήµατα που τέθηκαν στην Υπηρεσία µας, αναφορικά µε το παραπάνω θέµα, παραθέτουµε τις ακόλουθες πρόσθετες διευκρινήσεις:
Η υποχρέωση των υπόχρεων προσώπων και των υπαλλήλων τους, στους οποίους περιλαµβάνονται τα διευθυντικά στελέχη, να ενηµερώνουν αµελλητί, µε δική τους πρωτοβουλία, την Επιτροπή καταπολέµησης της νοµιµοποίησης εσόδων από εγκληµατικές δραστηριότητες και χρηµατοδότησης της τροµοκρατίας (Επιτροπή άρθρου 7 του ν. 3691/2008), όταν γνωρίζουν ή έχουν σοβαρές ενδείξεις ή υποψίες ότι διαπράττεται ή επιχειρείται να διαπραχθεί, έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να διαπραχθεί νοµιµοποίηση εσόδων από εγκληµατικές δραστηριότητες ή χρηµατοδότηση της τροµοκρατίας, ορίζεται µε τις διατάξεις της περ. α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 26 του ν. 3691/2008.
Σηµειώνεται ότι, µε τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 3932/2011 (ΦΕΚ Α΄ 49) συστάθηκε η «Αρχή Καταπολέµησης της Νοµιµοποίησης Εσόδων από Εγκληµατικές ∆ραστηριότητες και της Χρηµατοδότησης της Τροµοκρατίας και Ελέγχου των ∆ηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης» (εφεξής Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει) [2]
και όπου στο ν. 3691/2008 γίνεται αναφορά στην «Επιτροπή» ή στην «Επιτροπή του άρθρου 7», νοείται η Α΄ Μονάδα της Αρχής του άρθρου 2 του ν. 3932/2011.
Επιπλέον, µε τις διατάξεις της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι τα πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις ε΄, στ΄ και ιγ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του ως άνω ν. 3691/2008, µεταξύ των οποίων οι λογιστές που δεν συνδέονται µε σχέση εξηρτηµένης εργασίας και οι ιδιώτες ελεγκτές, οι φορολογικοί ή φοροτεχνικοί σύµβουλοι και οι εταιρείες φορολογικών ή φοροτεχνικών συµβουλών, καθώς και οι συµβολαιογράφοι και δικηγόροι κατά την έννοια της ως άνω περίπτωσης ιγ΄, δεν υπόκεινται στις παραπάνω υποχρεώσεις όσον αφορά στις πληροφορίες που λαµβάνουν από ή σχετικά µε πελάτη τους, κατά τη διαπίστωση της νοµικής θέσης του πελάτη ή όταν τον υπερασπίζονται ή τον εκπροσωπούν στο πλαίσιο ή σχετικά µε δίκη, συµπεριλαµβανοµένων των συµβουλών για την κίνηση ή την αποφυγή δίκης, ανεξαρτήτως αν οι πληροφορίες λαµβάνονται πριν, κατά τη διάρκεια ή µετά τη δίκη.
Περαιτέρω, µε τις διατάξεις της περ. γ΄ του άρθρου 29 του ίδιου ως άνω ν.
3691/2008
ορίζεται η υποχρέωση των υπόχρεων προσώπων να υποβάλλουν στην Επιτροπή του άρθρου 7 του νόµου αυτού (νυν Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει) αναφορές ύποπτων συναλλαγών που ενδέχεται να συνδέονται µε αδικήµατα φορολογικής και τελωνειακής νοµοθεσίας, καθώς και µε λοιπά αδικήµατα αρµοδιότητας ελέγχου του Σ.∆.Ο.Ε. που υπάγονται στα βασικά αδικήµατα του άρθρου 3 του ίδιου νόµου (δηλαδή όλα τα αδικήµατα που απαριθµούνται στο εν λόγω άρθρο, πλην των περιπτώσεων α’, β’ και ιγ’, κατά το µέρος που από τη διάπραξή τους προκύπτει οικονοµικό όφελος).
Από τα ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν να υποβάλλουν αναφορά στην Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει, όταν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους αντιλαµβάνονται ύποπτες συναλλαγές, δηλαδή συναλλαγές οι οποίες ενδεχοµένως υποκρύπτουν νοµιµοποίηση προϊόντος εγκλήµατος (µετατροπή, µεταβίβαση, κατοχή, χρησιµοποίηση κ.λπ.), το οποίο µπορεί να προέρχεται από οποιαδήποτε εγκληµατική δραστηριότητα, από αυτές που αναφέρονται στο άρθρο 3 του ν. 3691/2008 (π.χ. δωροδοκία, σωµατεµπορία, εµπορία ναρκωτικών, φοροδιαφυγή που συνιστά φορολογικό αδίκηµα, αδικήµατα λαθρεµπορίας κ.λπ.), και όχι για αυτήν καθ’ αυτήν την εγκληµατική πράξη. Συνεπώς, αντικείµενο αναφορών των υπόχρεων προσώπων θα πρέπει να αποτελεί η χρήση του προερχόµενου από εγκληµατική δραστηριότητα προϊόντος µε σκοπό την νοµιµοποίησή του και όχι η τέλεση συγκεκριµένης και εξειδικευµένης αξιόποινης πράξης (π.χ. απάτη ή υπεξαίρεση ή κλοπή κ.λπ.), για την τέλεση της οποίας αρκεί απλή και γενική υπόνοια.
Παραδείγµατα:
α) Οι λογιστές – ελεύθεροι επαγγελµατίες, οι ιδιώτες ελεγκτές και οι φορολογικοί ή φοροτεχνικοί σύµβουλοι δεν είναι υποχρεωµένοι να αναφέρουν στην Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει, περιπτώσεις ενδεχόµενης φοροδιαφυγής ή δωροδοκίας ή λαθρεµπορίας που υποπίπτουν στην αντίληψή τους κατά την άσκηση των καθηκόντων [3] τους, αλλά µόνο περιπτώσεις ενδεχόµενης νοµιµοποίησης εσόδων (ξέπλυµα χρήµατος) που προέρχονται από τη συγκεκριµένη εγκληµατική δραστηριότητα. Έτσι, για παράδειγµα, όταν λογιστές παρατηρήσουν, κατά την άσκηση της εργασίας τους, ότι πελάτες τους ενδεχοµένως προβαίνουν σε πράξεις φοροδιαφυγής γενικώς (π.χ. δεν έχουν αποδώσει τους οφειλόµενους φόρους), δεν αποστέλλουν σχετική αναφορά στην Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει. Αντιθέτως, όταν διαπιστώσουν περίπτωση φοροδιαφυγής (π.χ. µη απόδοση Φ.Π.Α.) εκ µέρους πελάτη τους και ταυτόχρονα αγορά από τον ίδιο κινητών ή ακίνητων περιουσιακών στοιχείων µεγάλης αξίας, τότε οφείλουν να αποστείλουν σχετική αναφορά στην ανωτέρω Αρχή.
β) Οι κτηµατοµεσίτες, όταν µεσολαβούν στη µεταβίβαση ακινήτων και, από τις γενικές πληροφορίες που συλλέγουν για τους πελάτες τους µε βάση τις υποχρεώσεις τους που προβλέπονται από το ν. 3691/2008, αποκοµίζουν την εντύπωση ότι η γενική οικονοµική κατάσταση κάποιου πελάτη δεν δικαιολογεί το ύψος της συναλλαγής, τότε οφείλουν να αποστείλουν σχετική αναφορά στην Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει.
γ) Εάν έµποροι αγαθών µεγάλης αξίας, π.χ. έµποροι πολυτελών αυτοκινήτων, κατά το άρθρο 5, παρ. 1 περ. ι΄ του ν. 3691/2008 (σχετική η Κ.Υ.Α. 1077797/20542/∆Ε-Ε/8-6- 2010), διαπιστώσουν επιµονή του πελάτη για αγορά αυτοκινήτου τοις µετρητοίς, παρά µάλιστα τη σχετική απαγόρευση µε βάση τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου 20 του ν. 3842/2010 (σχετική η Α.Υ.Ο./ΠΟΛ. 1027/2011), τότε οφείλουν να αναφέρουν το γεγονός στην Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει, διότι στην
περίπτωση αυτή ενδέχεται να υποκρύπτεται απόπειρα ξεπλύµατος χρήµατος.
Τα ίδια ως άνω ισχύουν αναλογικά και για τα λοιπά υπόχρεα πρόσωπα αρµοδιότητας Γενικής ∆/νσης Φορολογικών Ελέγχων του Υπουργείου Οικονοµικών, ήτοι οίκους δηµοπρασίας, εκπλειστηριαστές και ενεχυροδανειστές.
Σηµειώνεται, επίσης, ότι σύµφωνα µε τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 26 του ως άνω νόµου, τα υποκαταστήµατα και γραφεία αντιπροσωπείας ελληνικών πιστωτικών ιδρυµάτων ή χρηµατοπιστωτικών οργανισµών που λειτουργούν σε άλλη χώρα διαβιβάζουν τις πληροφορίες της παραγράφου 1 στην αντίστοιχη µε την Επιτροπή του άρθρου 7 (νυν Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει) αλλοδαπή υπηρεσία ή µονάδα ή αρχή και στη µητρική τους εταιρεία, µε την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 32. Ειδικά, σύµφωνα µε τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 26, η αναφορά ύποπτων συναλλαγών προς την Επιτροπή του άρθρου 7 (νυν Αρχή του άρθρου 7 του ν.
3691/2008
, όπως ισχύει) από τα πιστωτικά ιδρύµατα, τους χρηµατοπιστωτικούς οργανισµούς και τους χρηµατοπιστωτικούς οµίλους, συνεπώς και από τις εταιρείες κεφαλαίου επιχειρηµατικών συµµετοχών, υποβάλλεται σύµφωνα µε τα προβλεπόµενα στο άρθρο 44 του ν. 3691/2008.
[4]
Υπενθυµίζουµε ότι στην ιστοσελίδα της Επιτροπής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008 (νυν Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει) (www.hellenic-fiu.gr) έχουν αναρτηθεί, µεταξύ άλλων, και υποδείγµατα αναφοράς ύποπτων συναλλαγών ανά κατηγορία υπόχρεων προσώπων, για τη διευκόλυνση των αναφερόντων.
Τέλος, κρίνουµε σκόπιµο να υπενθυµίσουµε επίσης ότι, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 31 του ν. 3691/2008, τα υπόχρεα νοµικά πρόσωπα, οι υπάλληλοι και τα διευθυντικά στελέχη τους και τα υπόχρεα φυσικά πρόσωπα απαγορεύεται να γνωστοποιούν στον εµπλεκόµενο πελάτη ή σε τρίτους, µε την επιφύλαξη των οριζοµένων στο άρθρο 32 του ν. 3691/2008, ότι διαβιβάστηκαν αρµοδίως ή ζητήθηκαν πληροφορίες ή ότι διεξάγεται ή ενδέχεται ή πρόκειται να διεξαχθεί έρευνα για αδικήµατα ξεπλύµατος χρήµατος ή χρηµατοδότησης της τροµοκρατίας. Με τις ίδιες διατάξεις ορίζεται ότι τα φυσικά πρόσωπα που παραβιάζουν από πρόθεση το καθήκον εχεµύθειας τιµωρούνται µε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών µηνών και µε χρηµατική ποινή.
ΑΚΡΙΒΕΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ
Η Προϊσταµένη της Γραµµατείας
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ∆ΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΑΝΤΩΝΗΣ ΝΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
[5]
Π Ι Ν Α Κ Α Σ ∆ Ι Α Ν Ο Μ Η Σ
1. ∆.Ο.Υ.
2. Ελεγκτικά Κέντρα (∆.Ε.Κ. και Π.Ε.Κ.)
3. Αποδέκτες ΠΙΝΑΚΩΝ ΣΤ΄ (οι µε αριθµό 1, 2 και 7), Η΄ (εκτός των µε αριθµό 4, 8, 9, 10 και 11), Θ΄ (οι µε αριθµό 3, 9 και 13), Ι΄, ΙΒ΄ (οι µε αριθ. 1, 3, 4, 5 και 8), ΙΣΤ΄ (οι µε αριθµό 1, 5, 12, 14, 15, 17, 19 έως 24 και 32)
4. Επαγγελµατικό Επιµελητήριο Αθηνών Ελ. Βενιζέλου 44 & Χαρ. Τρικούπη , 10679 Αθήνα
5. Σύνδεσµος Ελλήνων Κτηµατοµεσιτών Γρ. Λαµπράκη 87, 185 34 Πειραιάς
6. Οµοσπονδία Μεσιτών Αστικών Συµβάσεων Ελλάδος Χ. Τρικούπη 24, 106 72 Αθήνα
7. Ένωση Ελληνικών Εταιρειών Επιχειρηµατικών Κεφαλαίων Αµερικής 12, 106 71 Αθήνα
8. Ελληνικό Κέντρο Αργυροχρυσοχοΐας (ΕΛ.Κ.Α. Α.Ε.) Βύρωνος 7, 172 35 ∆άφνη
9. Πανελλήνια Οµοσπονδία Βιοτεχνών Αργυροχρυσοχόων Κοσµηµατοπωλών Ωρολογοπωλών (Π.Ο.Β.Α.Κ.Ω.), Λέκκα 20, 105 62 Αθήνα
10. Κέντρο Ελληνικής Γούνας (Κ.Ε.Γ. Α.Ε.) 1ο χλµ. ∆ισπηλιού – Καστοριάς, 521 00 Καστοριά
11. Σωµατείο Αρχαιοπωλών & Εµπόρων Έργων Τέχνης της Ελλάδος Καπνικαρέας 9-11, 105 56 Αθήνα
12. Ο.∆.∆.Υ. Α.Ε. Σταδίου 60, 105 64 Αθήνα
13. Π.Ο.Ε. – ∆.Ο.Υ.
14. Περιοδικό «ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ» ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ∆ΙΑΝΟΜΗ:
1. Γραφείο Υπουργού
2. Γραφείο Υφυπουργού
3. Γραφείο Γεν. Γραµµατέα Υπ. Οικονοµικών
4. Γραφείο Γεν. Γραµµατέα Φορολογικών και Τελωνειακών Θεµάτων
5. Γραφείο Γεν. Γραµµατέα Πληροφοριακών Συστηµάτων
6. Γραφείο Ειδ. Γραµµατέα Σ.∆.Ο.Ε.
7. Γραφείο Γεν. ∆/ντή Οικονοµικής Πολιτικής
8. Γραφεία Γεν. ∆/ντών Φορολογικών Ελέγχων, Φορολογίας, ∆ιοικητικής Υποστήριξης, ∆ηµόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτηµάτων, Οικονοµικής Επιθεώρησης και ΚΕ.Π.Υ.Ο.

9. ∆/νση Πιστωτικών και ∆ηµοσιονοµικών Υποθέσεων
10. ∆/νσεις Γεν. ∆ιευθύνσεων Φορολογίας και Οικονοµικής Επιθεώρησης
11. ∆/νσεις Σ.∆.Ο.Ε. (Κ.Υ.)
12. Γ.Γ.Π.Σ. – ∆/νση 30η Εφαρµογών Η/Υ (3 αντίγραφα)
13. ∆/νση Μητρώου (3 αντίγραφα)
14. ∆/νση Ελέγχου – Τµήµατα Α΄, Β΄, Γ΄, ∆΄ (από 3 αντίγραφα), Ε΄ (10 αντίγραφα)
15. Μονάδα Επιστηµονικής Τεκµηρίωσης και Ανάλυσης (Μ.Ε.Τ.Α.)
[6]
16. Τράπεζα ∆ηµοσιονοµικών ∆εδοµένων (Τ.∆.∆.)
17. Γραφείο Επικοινωνίας και Πληροφόρησης Πολιτών (5 αντίγραφα)
18. Γραφείο Τύπου και ∆ηµοσίων Σχέσεων (10 αντίγραφα)