Έχοντας υπόψη:
1. Τo άρθρο 11 παρ. 1 περιπτ. α΄, β΄, στ΄ και ζ΄ του ν. 1481/1984 «Οργανισμός Υπουργείου Δημόσιας Τάξης» (Α΄ 152), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1590/1986 (Α΄ 49).
2. Τα άρθρα 14 παρ. 7 και 28 παρ. 1 του ν. 2800/2000 «Αναδιάρθρωση Υπηρεσιών Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, σύσταση Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας και άλλες διατάξεις» (Α΄ 41).
3. Το άρθρο 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, που κωδικοποιήθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98).
4. Το άρθρο 22 παρ. 3 του ν. 2362/1995 «Περί δημοσίου λογιστικού ελέγχου των δαπανών του κράτους και άλλες διατάξεις» (Α΄ 247).
5. Το π.δ. 184/2009 «Σύσταση Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και καθορισμός των αρμοδιοτήτων του» (Α΄ 213).
6. Την 2672/3−12−2009 απόφαση του Πρωθυπουργού και
του Υπουργού Οικονομικών «Καθορισμός αρμοδιοτήτων του Υφυπουργού Οικονομικών Φιλίππου Σαχινίδη (Β΄ 2408).
7. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος προκαλούνται δαπάνες σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού ύψους 242.650 Ευρώ, περίπου, για το έτος 2011 και 212.000 Ευρώ, περίπου, για το έτος 2012 και καθένα από τα επόμενα έτη. Οι ανωτέρω δαπάνες θα αντιμετωπίζονται από τις πιστώσεις που θα εγγράφονται για το σκοπό αυτό στον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη (Ε.Φ. 43 – 110 «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ» ΚΑΕ των ομάδων 0800, 1100, 1200, 1300, 1400, 1500, 1700, 1900).
8. Την υπ’ αριθμ. 29/2011 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και του Υφυπουργού Οικονομικών, αποφασίζουμε:
΄Αρθρο 1
Συγκρότηση Υπηρεσίας Οικονομικής Αστυνομίας
και Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος
1. Συνιστάται Υπηρεσία Οικονομικής Αστυνομίας και Δίω−
ξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (ΥΠ.Ο.Α.Δ.Η.Ε.) ως αυτοτελής
Κεντρική Υπηρεσία, επιπέδου Αστυνομικής Διεύθυνσης, η
οποία υπάγεται στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας
και εποπτεύεται και ελέγχεται από τον Αρχηγό.
2. Η Υπηρεσία της προηγουμένης παραγράφου εδρεύει
στο νομό Αττικής, ασκεί τις αρμοδιότητές της σε όλη την
επικράτεια, εκτός από τους χώρους για τους οποίους ει−
δικές διατάξεις προβλέπουν αρμοδιότητα του Λιμενικού
Σώματος και έχει ως αποστολή την πρόληψη και καταστολή
οικονομικών εγκλημάτων, καθώς και των εγκλημάτων που
διαπράττονται μέσω της χρήσης του διαδικτύου ή άλλων
μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας.
3. Η ΥΠ.Ο.Α.Δ.Η.Ε. διαρθρώνεται ως εξής:
α. Επιτελείο.
β. Υποδιεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας.
γ. Υποδιεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος.
΄Αρθρο 2
Επιτελείο
1. Το Επιτελείο της ΥΠ.Ο.Α.Δ.Η.Ε. διαρθρώνεται στα ακό−
λουθα τμήματα:
α. Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης το οποίο είναι αρμό−
διο για το χειρισμό θεμάτων προσωπικού, τη διαχείριση
του χρηματικού και υλικού, τη γραμματειακή και τεχνική
υποστήριξη και γενικά την εξυπηρέτηση των λειτουργικών
αναγκών της Υπηρεσίας.
β. Τμήμα Εκπαίδευσης, το οποίο είναι αρμόδιο για τη
διαρκή εξειδικευμένη εκπαίδευση και μετεκπαίδευση του
προσωπικού της ΥΠ.Ο.Α.Δ.Η.Ε. καθώς και προσωπικού άλλων
Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας σε θέματα καταπο−
λέμησης του οικονομικού και ηλεκτρονικού εγκλήματος.
Προς τούτο, καταρτίζει και υλοποιεί σχετικά προγράμματα
εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης, σε συνεργασία με τη Δι−
εύθυνση Εκπαίδευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυ−
νομίας, καθώς και με άλλες αρμόδιες υπηρεσίες ή φορείς
της χώρας μας και άλλων χωρών.
γ. Τμήμα Μελετών, το οποίο είναι αρμόδιο για τη συλλογή,
μελέτη, ανάλυση και επεξεργασία πληροφοριών, στοιχείων
και δεδομένων σχετικών με την αποστολή της Υπηρεσίας
και την προώθηση των επεξεργασμένων στοιχείων στις
Υποδιευθύνσεις για επιχειρησιακή αξιοποίηση, κατά λόγο
αρμοδιότητας. Επίσης, είναι αρμόδιο για την παρακολούθη−
ση των εξελίξεων σε θέματα οικονομικού και ηλεκτρονικού
εγκλήματος, τόσο σε εσωτερικό όσο και σε διεθνές επίπεδο,
την εκπόνηση σχετικής ετήσιας μελέτης, με συναγωγή συ−
μπερασμάτων για την εγκληματικότητα επί των αδικημάτων
αυτών στη χώρα μας και την υποβολή συγκεκριμένων αιτι−
ολογημένων προτάσεων για την αντιμετώπισή τους.
3. Στο Επιτελείο της ΥΠ.Ο.Α.Δ.Η.Ε. λειτουργεί Κέντρο Επι−
χειρήσεων το οποίο εξασφαλίζει το συντονισμό και την
επικοινωνία του προσωπικού της Υπηρεσίας κατά τη διάρ−
κεια της επιχειρησιακής του δράσης. Επίσης, στο Κέντρο
Επιχειρήσεων λειτουργεί σε 24ωρη βάση τηλεφωνικό κέντρο
με ειδική γραμμή καταγγελιών καθώς και ηλεκτρονική διεύ−
θυνση για την επικοινωνία των πολιτών με την Υπηρεσία.
΄Αρθρο 3
Υποδιεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας
1. Η Υποδιεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας (ΥΠ.Ο.Α.) έχει
ως αποστολή την πρόληψη, έρευνα και καταστολή οικο−
νομικών εγκλημάτων και, ιδίως, αυτών που τελέστηκαν σε
βάρος των οικονομικών συμφερόντων του Δημοσίου και της
εθνικής οικονομίας γενικότερα ή εμφανίζουν τα χαρακτη−
ριστικά του οργανωμένου εγκλήματος.
2. Η ΥΠ.Ο.Α. διαρθρώνεται στα ακόλουθα τμήματα:
α. Τμήμα Προστασίας Δημόσιας Περιουσίας, το οποίο
είναι αρμόδιο για την έρευνα και τη δίωξη οικονομικών
εγκλημάτων τα οποία διαπράττονται από φυσικά ή νομικά
πρόσωπα και βλάπτουν ή απειλούν τα συμφέροντα του
ελληνικού δημοσίου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα και
αφορούν, ιδίως:
αα. Στην καθ’ οιονδήποτε τρόπο κατάχρηση της δημόσιας
περιουσίας.
ββ. Στην καθ’ οιονδήποτε τρόπο αυθαίρετη καταπάτηση
ανταλλάξιμων και δημοσίων κτημάτων, εκτάσεων δασικού
χαρακτήρα, κρατικών εγκαταστάσεων και άλλων ακινή−
των.
γγ. Στην αδιαφανή, παράνομη ή εκτός των προβλεπομέ−
νων διαδικασιών διαχείριση κοινοτικών πόρων και κρατικών
χρηματοδοτήσεων και ενισχύσεων.
δδ. Στη σκοπούμενη καταστροφή ή φθορά κινητής ή ακίνη−
της δημόσιας περιουσίας, μέσων, υλικού και εγκαταστάσεων
οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και δημοσίων επιχειρή−
σεων και οργανισμών καθώς και επιχειρήσεων, ιδρυμάτων,
νομικών προσώπων, σωματείων και συλλόγων στα οποία
συμμετέχει το Δημόσιο ή επιχορηγούνται από το Κράτος και
την Ευρωπαϊκή ΄ Ενωση, εφόσον η απειλούμενη ή επελθούσα
βλάβη είναι ιδιαιτέρως σημαντική ή τα συνολικά αποτελέ−
σματα της πράξης επιφέρουν σοβαρή αναστάτωση στην
κοινωνικοοικονομική ζωή της χώρας.
εε. Σε κάθε παράνομη πράξη από την οποία απειλείται
σοβαρά ή βλάπτεται το δημόσιο συμφέρον και η εθνική
οικονομία γενικότερα.
β. Τμήμα Προστασίας Οικονομίας, το οποίο είναι αρμόδιο
για την έρευνα και τη δίωξη εγκλημάτων τα οποία έχουν
δυσμενείς επιπτώσεις στα έσοδα του Δημοσίου και επη−
ρεάζουν σημαντικά την ομαλή λειτουργία της αγοράς και
ιδίως:
αα. Η καθ’ οιονδήποτε τρόπο παράνομη νομιμοποίηση
εσόδων.
ββ. Η παράνομη διακίνηση και νόθευση αγαθών και άλλων
προϊόντων.
γγ. Οι οποιεσδήποτε παράνομες συναλλαγές ή δραστη−
ριότητες που τελούνται στο πλαίσιο λειτουργίας των πι−
στωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων του άρθρου 2 του
ν. 3601/2007 (ΦΕΚ Α΄ 178) των χρηματοπιστωτικών οργανι−
σμών και ομίλων όπως οι έννοιες αυτές ορίζονται στο άρθρο
4 του ν. 3691/2008 (ΦΕΚ Α΄ 166), και του χρηματοπιστωτικού
τομέα γενικότερα.
δδ. Η καθ’ οιονδήποτε τρόπο παράνομη μεταφορά κεφα−
λαίων και διακίνηση χρήματος.
εε. Η παραβίαση κανόνων του ελεύθερου ανταγωνισμού
και της αγοράς και ιδίως οι εναρμονισμένες πρακτικές ως
προς τις τιμές των προϊόντων.
στστ. Οι παραβάσεις που τελούνται στο πλαίσιο λειτουρ−
γίας επιχειρήσεων, οργανισμών, πρακτορείων ή άλλων φο−
ρέων διεξαγωγής τυχερών παιγνίων και καζίνο.
ζζ. Κάθε άλλη οικονομική παράβαση, που προβλέπεται
σε ποινικό νόμο από την τέλεση της οποίας βλάπτονται
τα δημόσια έσοδα και προκαλούνται σημαντικές δυσλει−
τουργίες στην αγορά.
γ. Τμήμα Φορολογικής Αστυνόμευσης, το οποίο είναι αρ−
μόδιο για τη δίωξη εγκλημάτων που αφορούν στη φορο−
λογική και τελωνειακή νομοθεσία και ιδίως:
αα. Η απόκρυψη ή σκόπιμη αλλοίωση φορολογητέας ύλης
ή άλλων στοιχείων, προς το σκοπό αποφυγής του φορο−
λογικού ελέγχου ή μείωσης των προβλεπομένων από τις
ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις φόρων και εισφορών.
ββ. Η λαθραία εισαγωγή και εξαγωγή αγαθών και άλλων
προϊόντων.
γγ. Η μη έκδοση των προβλεπομένων αποδείξεων, δελτίων
και παραστατικών κατά την πώληση και τη διακίνηση προϊ−
όντων ή την προσφορά υπηρεσιών, κατά περίπτωση.
δ. Τμήμα Κοινωνικής και Ασφαλιστικής Προστασίας, το
οποίο είναι αρμόδιο για την έρευνα και τη δίωξη παραβάσε−
ων σε βάρος οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, πρόνοιας
και περίθαλψης των πολιτών και ιδίως:
αα. Η μη καταβολή των προβλεπομένων ασφαλιστικών
εισφορών από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εταιρείες, οργα−
νισμούς και γενικά από κάθε υπόχρεο προς τούτο.
ββ. Οι παράνομες συνταγογραφήσεις.
γγ. Οι ψευδείς ιατρικές γνωματεύσεις και πιστοποιήσεις
από τις οποίες επέρχεται οικονομική επιβάρυνση σε βάρος
των ασφαλιστικών φορέων και του δημοσίου γενικότερα.
δδ. Η μη έκδοση αποδείξεων παροχής ιατρικών ή νοση−
λευτικών υπηρεσιών.
εε. Οι υπερτιμολογήσεις φαρμάκων, ιατρικού εξοπλισμού,
βοηθημάτων και υλικών.
στστ. Η χρήση εικονικών, πλαστών ή ψευδών στοιχείων,
δικαιολογητικών και γνωματεύσεων για παροχή υπηρεσιών
υγείας σε μη δικαιούχους.
ζζ. Η χρήση παραποιημένων ή αναληθών δικαιολογητικών
ή οποιουδήποτε άλλου στοιχείου, προς το σκοπό χορήγησης
ή λήψης παροχών από οποιονδήποτε φορέα ή οργανισμό
ασφάλισης και κοινωνικής πρόνοιας.
ηη. Οποιαδήποτε άλλη παράβαση από την οποία προκα−
λείται οικονομική βλάβη σε βάρος των οργανισμών, φορέων,
ταμείων και υπηρεσιών κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας
καθώς και νοσηλευτικών ιδρυμάτων, υπηρεσιών και φορείς
παροχής ιατρικής φροντίδας.
3. Η ΥΠ.Ο.Α. προς το σκοπό εκπλήρωσης της αποστολής
της συνεργάζεται με το Κέντρο Συλλογής και Διαχείρισης
Επιχειρησιακών Πληροφοριών (ΚΕ.ΣΥ.Δ.Ε.Π.) του Αρχηγείου
Ελληνικής Αστυνομίας και τις άλλες υπηρεσίες της Ελληνι−
κής Αστυνομίας και του Λιμενικού Σώματος, καθώς και με
άλλες αρμόδιες υπηρεσίες, αρχές και φορείς, στελεχώνεται
με το αναγκαίο αστυνομικό και επιστημονικό προσωπικό και
εξοπλίζεται με τα απαραίτητα υλικοτεχνικά μέσα. Στο πλαί−
σιο της επιχειρησιακής της δράσης δύναται να έχει πρό−
σβαση στα αρχεία οποιασδήποτε αστυνομικής υπηρεσίας,
καθώς και σε αρχεία άλλων υπηρεσιών, αρχών, οργανισμών
και φορέων, εφόσον η έρευνα σ’ αυτά είναι αναγκαία για
τη διερεύνηση παραβάσεων στις οποίες έχει επιληφθεί. Σε
κάθε περίπτωση ενημερώνεται σχετικά ο προϊστάμενος των
εν λόγω υπηρεσιών, ο οποίος οφείλει να παράσχει κάθε
δυνατή συνδρομή. Επίσης, η ΥΠ.Ο.Α. συνεργάζεται με αντί−
στοιχες υπηρεσίες, οργανισμούς και φορείς της Ευρωπαϊ−
κής ΄Ενωσης και άλλων χωρών, σύμφωνα με τις ισχύουσες
διατάξεις και τις διεθνείς συμφωνίες και συμβάσεις.
4. Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας οι οποίες έχουν
επιληφθεί αρχικά υποθέσεων αρμοδιότητας της ΥΠ.Ο.Α.
παραδίδουν, διαβιβάζουν ή γνωστοποιούν άμεσα σ’ αυτήν
οποιοδήποτε στοιχείο, πληροφορία ή γεγονός που σχετίζε−
ται με τις υποθέσεις αυτές, εφόσον η περαιτέρω διερεύνησή
τους αναλαμβάνεται από την εν λόγω Υπηρεσία.
΄Αρθρο 4
Υποδιεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος
Η Υποδιεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος διαρ−
θρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α. Τμήμα Γενικών Υποθέσεων και Προστασίας Προσω−
πικών Δεδομένων, το οποίο είναι αρμόδιο για τη συνεχή
έρευνα του διαδικτύου και των άλλων μέσων ηλεκτρονικής
επικοινωνίας και ψηφιακής αποθήκευσης προς ανακάλυψη,
εξιχνίαση και δίωξη των εγκληματικών πράξεων που δια−
πράττονται σ’ αυτά ή μέσω αυτών σε ολόκληρη τη χώρα,
πλην αυτών που προβλέπονται στη περίπτωση β΄ του πα−
ρόντος άρθρου.
β. Τμήμα Προστασίας Ανηλίκων, το οποίο είναι αρμόδιο
για την εξιχνίαση και δίωξη των εγκλημάτων που διαπράτ−
τονται κατά των ανηλίκων με τη χρήση του διαδικτύου και
των άλλων μέσων ηλεκτρονικής ή ψηφιακής επικοινωνίας
και αποθήκευσης.
γ. Τμήμα Προστασίας Λογισμικού και Πνευματικών Δικαι−
ωμάτων, το οποίο είναι αρμόδιο για το χειρισμό υποθέσεων
παράνομης διείσδυσης σε υπολογιστικά συστήματα και κλο−
πής, καταστροφής ή παράνομης διακίνησης λογισμικού υλι−
κού, ψηφιακών δεδομένων και οπτικοακουστικών έργων, που
τελούνται σε ολόκληρη τη χώρα, καθώς και για την παροχή
συνδρομής σε άλλες αρμόδιες υπηρεσίες που διερευνούν
τις υποθέσεις αυτές, κατά την ισχύουσα νομοθεσία.
δ. Τμήμα Ασφάλειας Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, το οποίο
λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις της 7001/2/1261−κα από
28−8−2009 κοινής υπουργικής απόφασης των Υπουργών Εσωτε−
ρικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης (Β΄ 1879).