Τα άρθρα 6 και 6Α αντικαθίστανται ως εξής: «Άρθρο 6 Διαδικασίες ενεργοποίησης του Ταμείου 1. Στην περίπτωση που πιστωτικό ίδρυμα έχει κεφαλαιακό έλλειμμα, όπως αυτό έχει προσδιοριστεί από την αρμόδια αρχή, όπως αυτή ορίζεται στο εδάφιο 5 της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015, μπορεί να υποβάλει αίτημα κεφαλαιακής ενίσχυσης στο Ταμείο μέχρι του ποσού του κεφαλαιακού ελλείμματος που προσδιορίσθηκε από την αρμόδια αρχή. 2. Το αίτημα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου συνοδεύεται από την επιστολή της αρμόδιας αρχής, η οποία ορίζει το κεφαλαιακό έλλειμμα, την καταληκτική ημερομηνία στην οποία το πιστωτικό ίδρυμα θα πρέπει να έχει καλύψει το προαναφερόμενο κεφαλαιακό έλλειμμα και το σχέδιο άντλησης κεφαλαίων όπως έχει υποβληθεί στην αρμόδια αρχή. α) Όσον αφορά πιστωτικά ιδρύματα τα οποία έχουν ήδη εγκεκριμένο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχέδιο αναδιάρθρωσης κατά το χρόνο υποβολής του ανωτέρω αιτήματος, το αίτημα συνοδεύεται από το προσχέδιο τροποποίησης του ήδη εγκεκριμένου σχεδίου αναδιάρθρωσης. β) Όσον αφορά πιστωτικά ιδρύματα τα οποία δεν έχουν ήδη εγκεκριμένο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχέδιο αναδιάρθρωσης κατά το χρόνο υποβολής του ανωτέρω αιτήματος, το αίτημα συνοδεύεται από προσχέδιο σχεδίου αναδιάρθρωσης. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης ή το προσχέδιο σχεδίου αναδιάρθρωσης πρέπει να περιγράφει, υπό το πρίσμα συντηρητικών εκτιμήσεων, με ποια μέσα το πιστωτικό ίδρυμα θα επανέλθει σε ικανοποιητική κερδοφορία στα επόμενα τρία (3) έως πέντε (5) έτη. 3. Το Ταμείο μπορεί να ζητήσει από το πιστωτικό ίδρυμα που έχει υποβάλει αίτημα κεφαλαιακής ενίσχυσης να γίνουν αλλαγές ή προσθήκες στο προσχέδιο σχεδίου αναδιάρθρωσης ή στο προσχέδιο του τροποποιούμενου σχεδίου αναδιάρθρωσης. Κατόπιν της έγκρισης από το Ταμείο του προσχεδίου σχεδίου αναδιάρθρωσης ή του προσχεδίου του τροποποιούμενου σχεδίου αναδιάρθρωσης, αυτό διαβιβάζεται στο Υπουργείο Οικονομικών και υποβάλλεται από το Υπουργείο Οικονομικών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προς έγκριση. 4. Για την πραγματοποίηση του σκοπού του Ταμείου και την άσκηση των δικαιωμάτων του, το Ταμείο καθορίζει το περίγραμμα της «συμφωνίας−πλαίσιο» ή της τροποποιούμενης «συμφωνίας−πλαίσιο» με όλα τα πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία λαμβάνουν ή έχουν λάβει χρηματοοικονομική βοήθεια από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) ή από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ). Τα πιστωτικά ιδρύματα υπογράφουν την προαναφερόμενη «συμφωνίαπλαίσιο». Τα πιστωτικά ιδρύματα παρέχουν στο Ταμείο όλες τις πληροφορίες που το ΕΤΧΣ ή ο ΕΜΣ ευλόγως ζητά προκειμένου το Ταμείο να τις γνωστοποιήσει στον ΕΤΧΣ ή τον ΕΜΣ, εκτός αν το Ταμείο ενημερώσει τα πιστωτικά ιδρύματα ότι οφείλουν να αποστείλουν τις αιτούμενες πληροφορίες απευθείας στο ΕΤΧΣ ή τον ΕΜΣ. 5. Το Ταμείο μπορεί να χορηγεί σε πιστωτικό ίδρυμα της παραγράφου 2α, επιστολή με την οποία δεσμεύεται ότι θα συμμετάσχει στην αύξηση του Μετοχικού Κεφαλαίου του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος, υπό την προϋπόθεση της εφαρμογής της διαδικασίας του άρθρου 6α και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7, μέχρι του ποσού του κεφαλαιακού ελλείμματος που προσδιορίζεται από την αρμόδια αρχή υπό την προϋπόθεση ότι το πιστωτικό ίδρυμα εμπίπτει στην εξαίρεση της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης δ΄ της παρ. 3 του εσωτερικού άρθρου 32 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (προληπτική ανακεφαλαιοποίηση). Το Ταμείο χορηγεί την επιστολή χωρίς την τήρηση της διαδικασίας του άρθρου 6α. Η κεφαλαιακή ενίσχυση παρέχεται από το Ταμείο, μόνο κατόπιν της έγκρισης της κρατικής ενίσχυσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και της δημοσίευσης της Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6α και σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 7. Η ανωτέρω δέσμευση του Ταμείου δεν ισχύει σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο ανακληθεί η άδεια του πιστωτικού ιδρύματος, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 19 του ν. 4261/2014 ή έχει ληφθεί κάποιο από τα μέτρα εξυγίανσης που προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 4335/2015. 6. Μετά την έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του σχεδίου αναδιάρθρωσης ή του τροποποιημένου σχεδίου αναδιάρθρωσης που αναφέρονται ανωτέρω στην παράγραφο 3, το Ταμείο παράσχει την προβλεπόμενη στο άρθρο 7 κεφαλαιακή ενίσχυση σύμφωνα με τα άρθρα 6α ή 6β και σύμφωνα πάντοτε με το νομοθετικό πλαίσιο περί κρατικών ενισχύσεων και τις σχετικές πρακτικές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. 7. Το Ταμείο παρακολουθεί και αξιολογεί την προσήκουσα εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης, καθώς και, κατά περίπτωση, κάθε τυχόν τροποποιημένου σχεδίου αναδιάρθρωσης, και οφείλει περαιτέρω να παράσχει στο Υπουργείο Οικονομικών κάθε αναγκαία πληροφορία, προκειμένου να διασφαλίζεται η ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Άρθρο 6Α Προϋποθέσεις της παροχής κεφαλαιακής ενίσχυσης για σκοπούς προληπτικής ανακεφαλαιοποίησης 1. Εφόσον τα εθελοντικά μέτρα που προβλέπονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης ή του τροποποιημένου σχεδίου αναδιάρθρωσης της παραγράφου 2 του άρθρου 6 δεν μπορούν να καλύψουν το συνολικό κεφαλαιακό έλλειμμα του πιστωτικού ιδρύματος, όπως αυτό έχει προσδιορισθεί από την αρμόδια αρχή, και προκειμένου να αποφευχθούν σημαντικές διαταραχές στην οικονομία με αρνητικές συνέπειες στους πολίτες, και προκειμένου η κρατική ενίσχυση να είναι η μικρότερη δυνατή, με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, κατόπιν σχετικής εισήγησης από την Τράπεζα της Ελλάδος, αποφασίζεται η υποχρεωτική εφαρμογή των μέτρων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, προς το σκοπό της κατανομής του υπολοίπου του κεφαλαιακού ελλείμματος του πιστωτικού ιδρύματος στους κατόχους κεφαλαιακών μέσων και άλλων υποχρεώσεων, όπως κρίνεται κάθε φορά αναγκαίο. Η κατανομή ολοκληρώνεται με τη δημοσίευση της ως άνω Πράξης του Υπουργικού Συμβουλίου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η ανωτέρω κατανομή, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, γίνεται σύμφωνα με την ακόλουθη σειρά απαιτήσεων, η οποία εφαρμόζεται σύμφωνα με τον Κανονισμό 575/2013 της ΕΕ και το άρθρο 145Α(1) του ν. 4261/2014: α. στις κοινές μετοχές, β. εάν είναι απαραίτητο, στις προνομιούχες μετοχές και στα άλλα μέσα κεφαλαίου της κατηγορίας 1 (CET 1 instruments), γ. εάν είναι απαραίτητο, στα πρόσθετα μέσα κατηγορίας 1 (Tier 1 instruments), δ. εάν είναι απαραίτητο, στα μέσα κατηγορίας 2 (Tier 2 instruments), ε. εάν είναι απαραίτητο, σε όλες τις άλλες υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης, στ. εάν είναι απαραίτητο, στις μη εξασφαλισμένες κοινές υποχρεώσεις που δεν κατατάσσονται προνομιακά σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου (unsecured senior liabilities non preferred by mandatory provisions of law). Σε περίπτωση μετατροπής των προνομιούχων μετοχών, που εκδόθηκαν βάσει του άρθρου 1 του ν. 3723/2008 (Α΄ 250), σε κοινές μετοχές του πιστωτικού ιδρύματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, η κυριότητα των κοινών μετοχών περιέρχεται αυτοδικαίως στο Ταμείο. Με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, απαιτήσεις της ίδιας τάξης τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης. Διαφοροποιήσεις στην τάξη, με βάση το άρθρο 145Α(1) του ν. 4261/2014 και τις σχετικές συμφωνίες, μεταξύ απαιτήσεων που εμπίπτουν στην ίδια τάξη της ανωτέρω σειράς κατάταξης λαμβάνονται υπόψη στην ανωτέρω κατανομή. Αποκλίσεις, τόσο από την ανωτέρω σειρά κατάταξης όσο και από τον κανόνα της ίσης μεταχείρισης, δικαιολογούνται όταν υφίστανται αντικειμενικοί λόγοι για αυτό, σύμφωνα με την παράγραφο 5. 2. Τα ανωτέρω μέτρα περιλαμβάνουν: α. την απορρόφηση τυχόν ζημιών από τους μετόχους ώστε να εξασφαλίζεται ότι η καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος είναι μηδενική, όπου είναι απαραίτητο, δια της μείωσης της ονομαστικής αξίας των μετοχών, ύστερα από απόφαση του αρμοδίου οργάνου του πιστωτικού ιδρύματος. β. Τη μείωση της ονομαστικής αξίας των προνομιούχων μετοχών και άλλων μέσων κεφαλαίου κατηγορίας 1, και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, της ονομαστικής αξίας των πρόσθετων μέσων κατηγορίας 1, και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, της ονομαστικής αξίας των μέσων κατηγορίας 2 και των λοιπών υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης, και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, της ονομαστικής αξίας των μη εξασφαλισμένων κοινών υποχρεώσεων που δεν κατατάσσονται προνομιακά σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος θα είναι ίση με μηδέν ή γ. σε περίπτωση που η καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος είναι ανωτέρα του μηδενός, τη μετατροπή των άλλων μέσων κεφαλαίου κατηγορίας 1 και, εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, της ονομαστικής αξίας των πρόσθετων μέσων κατηγορίας 1, και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, της ονομαστικής αξίας των μέσων κατηγορίας 2, και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, των λοιπών υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης, και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, της ονομαστικής αξίας των μη εξασφαλισμένων κοινών υποχρεώσεων που δεν κατατάσσονται προνομιακά σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου, σε κοινές μετοχές, ώστε να αποκατασταθεί το αναγκαίο επίπεδο του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας για τα πιστωτικά ιδρύματα, όπως αυτό απαιτείται από την αρμόδια αρχή. 3. Αντικείμενο των ανωτέρω μέτρων δύνανται να αποτελούν και: α. οποιεσδήποτε υποχρεώσεις έχει αναλάβει το πιστωτικό ίδρυμα μέσω της παροχής εγγυήσεων σε σχέση με την έκδοση τίτλων κεφαλαίου ή υποχρεώσεων από τρίτα νομικά πρόσωπα που περιλαμβάνονται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του πιστωτικού ιδρύματος, και β. οποιεσδήποτε απαιτήσεις έναντι του πιστωτικού ιδρύματος λόγω δανειακών συμφωνιών μεταξύ του πιστωτικού ιδρύματος και των ως άνω τρίτων νομικών προσώπων. Το άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 2α του κ.ν. 2190/1920 δεν εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση. 4. Με την Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου της παραγράφου 1, κατόπιν της εισήγησης της Τράπεζας της Ελλάδος, καθορίζονται κατά τάξη, είδος, ποσοστό και ποσό συμμετοχής, τα μέσα ή οι υποχρεώσεις που υπόκεινται στα μέτρα που πρόκειται να εφαρμοστούν σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, με βάση, εάν είναι απαραίτητο, αποτίμηση ανεξάρτητου ελεγκτή που ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η διενέργεια της αποτίμησης αυτής θεωρείται ότι εξαντλεί κάθε υποχρέωση λήψης ανεξάρτητης αποτίμησης που προβλέπεται σε οποιονδήποτε άλλον εφαρμοστέο νόμο, εκτός του παρόντος. Αποτίμηση που πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 36 του ν. 4335/2015 μπορεί να λειτουργήσει ως αποτίμηση που απαιτείται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο. Τα ανωτέρω μέσα ή υποχρεώσεις μετατρέπονται υποχρεωτικά σε κεφαλαιακά μέσα στο πλαίσιο αύξησης του Μετοχικού Κεφαλαίου που αποφασίζεται από το πιστωτικό ίδρυμα σύμφωνα με το άρθρο 7 του παρόντος νόμου. 5. Κατ’ εξαίρεση και υπό την προϋπόθεση προηγούμενης θετικής απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σύμφωνα με τα άρθρα 107 έως 109 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα ανωτέρω μέτρα μπορεί να μην εφαρμόζονται είτε συνολικά είτε σε σχέση με συγκεκριμένα μέσα, σε περίπτωση που το Υπουργικό Συμβούλιο κρίνει, κατόπιν εισήγησης από την Τράπεζα της Ελλάδος, ότι: α. τα μέτρα αυτά δύνανται να θέσουν σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, ή β. η εφαρμογή των ανωτέρω μέτρων δύναται να οδηγήσει σε δυσανάλογα αποτελέσματα, όπως στην περίπτωση που η κεφαλαιακή ενίσχυση που πρόκειται να παρασχεθεί από το Ταμείο είναι μικρή σε σχέση με το σταθμισμένο έναντι κινδύνων ενεργητικό του πιστωτικού ιδρύματος ή όταν ένα σημαντικό μέρος του κεφαλαιακού ελλείμματος έχει καλυφθεί μέσω μέτρων του ιδιωτικού τομέα. Η τελική εκτίμηση των ανωτέρω εξαιρέσεων εναπόκειται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία κρίνει κατά περίπτωση. 6. Τα μέτρα που εφαρμόζονται στα πιστωτικά ιδρύματα κατά τις παραγράφους 1 έως 4 και την παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου θεωρούνται, για τους σκοπούς της ανακεφαλαιοποίησης που διενεργείται στο πλαίσιο του παρόντος νόμου, ως μέτρα αναδιάρθρωσης του άρθρου 3 του ν. 3458/2006 (Α΄ 94). 7. Η εφαρμογή των μέτρων των παραγράφων 1 έως 4, εθελοντικών ή υποχρεωτικών, δεν δύναται σε καμία περίπτωση: α) να αποτελεί αιτία ενεργοποίησης συμβατικών ρητρών, οι οποίες τίθενται σε εφαρμογή σε περίπτωση εκκαθάρισης ή αφερεγγυότητας ή επέλευσης άλλου γεγονότος, το οποίο δύναται να χαρακτηρίζεται ή να αντιμετωπίζεται ως πιστωτικό γεγονός ή να οδηγεί σε παράβαση συμβατικών υποχρεώσεων από το πιστωτικό ίδρυμα, και β) να λογίζεται ως μη εκπλήρωση ή παράβαση συμβατικών υποχρεώσεων του πιστωτικού ιδρύματος για τη θεμελίωση από τρίτους σπουδαίου λόγου πρόωρης καταγγελίας ή ακύρωσης σύμβασης με το πιστωτικό ίδρυμα. Συμβατικοί όροι που αντίκεινται στα ανωτέρω δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα. Τα προηγούμενα εδάφια εφαρμόζονται επίσης και στην περίπτωση αφερεγγυότητας ή επέλευσης γεγονότος έναντι τρίτων μερών από μέλος του ομίλου, όταν αυτή οφείλεται στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου επί απαιτήσεων κατά άλλου μέλους του ίδιου ομίλου. 8. Οι κάτοχοι κεφαλαιακών μέσων ή άλλων απαιτήσεων, συμπεριλαμβανομένων μη εξασφαλισμένων κοινών υποχρεώσεων που δεν κατατάσσονται προνομιακά σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου του πιστωτικού ιδρύματος, το οποίο υπόκειται στα μέτρα ανακεφαλαιοποίησης που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, δεν θα πρέπει, κατόπιν της εφαρμογής των μέτρων αυτών, να βρίσκονται σε δυσμενέστερη οικονομική θέση συγκριτικά με τη θέση στην οποία θα βρίσκονταν στην περίπτωση που το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα ετίθετο σε ειδική εκκαθάριση (αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης του πιστωτή). Στην περίπτωση κατά την οποία η προηγούμενη αρχή δεν τηρηθεί, οι ανωτέρω κάτοχοι κεφαλαιακών μέσων και άλλων συμπεριλαμβανομένων μη εξασφαλισμένων κοινών υποχρεώσεων που δεν κατατάσσονται προνομιακά σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου έχουν το δικαίωμα να αποζημιωθούν από το Ελληνικό Κράτος, εφόσον αποδείξουν ότι η οφειλόμενη άμεσα στην εφαρμογή των υποχρεωτικών μέτρων ζημία τους είναι μεγαλύτερη από αυτή που θα είχαν υποστεί στην περίπτωση θέσης του πιστωτικού ιδρύματος σε ειδική εκκαθάριση. Σε κάθε περίπτωση, η αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβεί τη διαφορά μεταξύ της αξίας των απαιτήσεών τους μετά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και της αξίας των απαιτήσεών τους σε περίπτωση ειδικής εκκαθάρισης, όπως η αξία αυτή προσδιορίζεται με βάση την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου. 9. Για τη διασφάλιση εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 8, διενεργείται αποτίμηση, η οποία προσδιορίζει τις απώλειες που θα υφίσταντο οι κάτοχοι των κεφαλαιακών μέσων ή άλλων υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ανεξασφάλιστων υποχρεώσεων με εξοφλητική προτεραιότητα που δεν κατατάσσονται προνομιακά σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου, του παρόντος άρθρου αν, αντί της εφαρμογής των υποχρεωτικών μέτρων της παραγράφου 2 του παρόντος, το πιστωτικό ίδρυμα ετίθετο σε ειδική εκκαθάριση. Κάθε μορφή κρατικής ενίσχυσης προς το πιστωτικό ίδρυμα δεν θα λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της εν λόγω αποτίμησης. Η αποτίμηση αυτή πραγματοποιείται μετά την εφαρμογή των μέτρων της παραγράφου 2 από ανεξάρτητο εκτιμητή που ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος προκειμένου να εκτιμήσει κατά πόσο οι μέτοχοι και οι δικαιούχοι υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης που υπόκεινται στα μέτρα του παρόντος άρθρου θα βρίσκονταν σε ευμενέστερη οικονομική θέση στην περίπτωση που το πιστωτικό ίδρυμα είχε τεθεί σε ειδική εκκαθάριση αμέσως πριν από την εφαρμογή της εν λόγω απόφασης. 10. Η Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου της παραγράφου 1 δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Περίληψη της δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην ελληνική γλώσσα, και σε δύο φύλλα ημερήσιου τύπου, που κυκλοφορούν σε ολόκληρη την επικράτεια του κράτους−μέλους όπου το πιστωτικό ίδρυμα διατηρεί υποκατάστημα ή όπου άμεσα παρέχει τραπεζικές και άλλες αμοιβαία αποδεκτές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, στην επίσημη γλώσσα αυτού του κράτους−μέλους. Η περίληψη περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία: α. τους λόγους και τη νομική βάση για την έκδοση της Πράξεως της παραγράφου 1, β. τα διαθέσιμα ένδικα βοηθήματα κατά της Πράξεως και την προθεσμία άσκησής τους, γ. τα αρμόδια δικαστήρια ενώπιον των οποίων ασκούνται τα ανωτέρω ένδικα βοηθήματα κατά της Πράξεως της παραγράφου 1. 11. Οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένων ειδικότερα της διαδικασίας ορισμού των ανεξάρτητων εκτιμητών, του περιεχομένου των ανεξάρτητων αποτιμήσεων και της εισήγησης της Τράπεζας της Ελλάδος, των μεθόδων αποτίμησης των απαιτήσεων ή των κεφαλαιακών μέσων που μετατρέπονται, της δυνατότητας υποκατάστασης του εκδότη των μέσων, της διενέργειας της μετατροπής, καθώς και των λεπτομερειών για την τυχόν αποζημίωση των κατόχων των μέσων σύμφωνα με την παράγραφο 8, ρυθμίζονται με σχετική Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 12. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου αποσκοπούν στην προστασία υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος, συνιστούν διατάξεις δεσμευτικού και άμεσου αποτελέσματος και υπερέχουν έναντι κάθε διάταξης με αντίθετο περιεχόμενο».