159 Α' 2011

ΝΟΜΟΣ 3990/2011

Κύρωση της Τροποποίησης της Σύμβασης για τη Φυσική Προστασία του Πυρηνικού Υλικού.

13 Ιουλίου 2011

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 159
13 Ιουλίου 2011

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3990
Κύρωση της Τροποποίησης της Σύμβασης για τη Φυσική Προστασία του Πυρηνικού Υλικού.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο πρώτοΚυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η τροποποίηση της Σύμβασης για τη Φυσική Προστασία του Πυρηνικού Υλικού (ν.1636/1986, Α΄ 106), που υπογράφηκε στη Βιέννη, στις 8 Ιουλίου 2005, το κείμενο της οποίας σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής: IAEA Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας Τα Άτομα για την Ειρήνη Wagramer Strasse 5, Τ.Θ. 100, Α−1400 Βιέννη, Αυστρία Τηλέφωνο: (+43 1) 2600 Fax: (+43 1) 26007 Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: Official.Mail@iaea.org Διαδίκτυο: http://www.iaea.org Απαντώντας παρακαλούμε αναφέρετε: Απευθείας τηλεφωνική γραμμή: (+431 ) 2600−21503 CPPNM/AC/5 8 Ιουλίου 2005 ΔΙΑΣΚΕΨΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΙΟΘΕΤΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΩΝ ΣΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΥΡΗΝΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ Βιέννη, 4 έως 8 Ιουλίου 2005 ΤΕΛΙΚΗ ΠΡΑΞΗ Τροποποίηση της Συμφωνίας για τη Φυσική Προστασία του Πυρηνικού ΥλικούΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο Τίτλος της Συμφωνίας για τη Φυσική Προστασία του Πυρηνικού Υλικού, η οποία υιοθετήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1979 (εφεξής αναφερόμενη ως η «Συμφωνία») αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο: ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΥΡΗΝΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΥΡΗΝΙΚΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Εισαγωγή της Συμφωνίας αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: ΤΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΚΡΑΤΗ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ, ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ το δικαίωμα όλων των Κρατών να αναπτύξουν και να εφαρμόσουν την πυρηνική ενέργεια για ειρηνικούς σκοπούς και τα νόμιμο ενδιαφέρον τους για τα ενδεχόμενα οφέλη τα οποία απορρέουν από την ειρηνική εφαρμογή της πυρηνικής ενέργειας, ΟΝΤΑΣ ΠΕΠΕΙΣΜΕΝΑ για την ανάγκη διευκόλυνσης της διεθνούς συνεργασίας και της μεταφοράς της πυρηνικής τεχνολογίας για την ειρηνική εφαρμογή της πυρηνικής ενέργειας, ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ ότι η φυσική προστασία είναι ζωτικής σημασίας για την προστασία της δημόσιας υγείας, της ασφάλειας, του περιβάλλοντος και για την εθνική και διεθνή προστασία, ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τους σκοπούς και τις αρχές του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, όσον αφορά στη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας και την προώθηση της καλής γειτονίας και των φιλικών σχέσεων και της συνεργασίας μεταξύ των Κρατών, ΘΕΩΡΩΝΤΑΣ ότι, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του Άρθρου 2 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών «Όλα τα μέλη θα απέχουν, στις διεθνείς σχέσεις τους, από την απειλή ή τη χρήση βίας κατά της εδαφικής ακεραιότητας ή της πολιτικής ανεξαρτησίας οποιουδήποτε Κράτους, ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, ασυμβίβαστο με τους σκοπούς των Ηνωμένων Εθνών», ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ τη Διακήρυξη για τα Μέτρα Εξάλειψης της Διεθνούς Τρομοκρατίας, η οποία προσαρτάται στο ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης 49/60, της 9ης Δεκεμβρίου 1994, ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να αποτρέψουν τους πιθανούς κινδύνους οι οποίοι ελλοχεύουν από την παράνομη διακίνηση, την παράνομη λήψη και χρήση πυρηνικού υλικού και τις δολιοφθορές του πυρηνικού υλικού και των πυρηνικών εγκαταστάσεων, και παρατηρώντας ότι η φυσική προστασία κατά των πράξεων αυτών έχει καταστεί θέμα αυξανόμενης εθνικής και διεθνούς ανησυχίας, ΑΝΗΣΥΧΩΝΤΑΣ ΠΟΛΥ για την παγκόσμια κλιμάκωση των πράξεων της τρομοκρατίας, σε όλες τις μορφές και τις εκδηλώσεις της, και για τις απειλές τις οποίες αντιπροσωπεύουν η διεθνής τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα, ΘΕΩΡΩΝΤΑΣ ότι η φυσική προστασία διαδραματίζει ένα σημαντικό ρόλο στην υποστήριξη της μη διάδοσης των πυρηνικών και των στόχων κατά της τρομοκρατίας, ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ, μέσω της παρούσας Συμφωνίας, να συμβάλλουν στην ενίσχυση, σε όλο τον κόσμο, της φυσικής προστασίας του πυρηνικού υλικού και των πυρηνικών εγκαταστάσεων, τα οποία χρησιμοποιούνται για ειρηνικούς σκοπούς, ΟΝΤΑΣ ΠΕΠΕΙΣΜΕΝΑ ότι τα αδικήματα, τα οποία σχετίζονται με το πυρηνικό υλικό και τις πυρηνικές εγκαταστάσεις, αποτελούν θέμα σοβαρής ανησυχίας και ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη να υιοθετηθούν κατάλληλα και αποτελεσματικά μέτρα, ή να ενισχυθούν τα υφιστάμενα μέτρα, προκειμένου να διασφαλιστεί η πρόληψη, η ανίχνευση και η τιμωρία των αδικημάτων αυτών, ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να ενισχύσουν, περαιτέρω, τη διεθνή συνεργασία, προκειμένου να θεσπιστούν, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο κάθε Συμβαλλόμενου Κράτους και με την παρούσα Συμφωνία, αποτελεσματικά μέτρα για τη φυσική προστασία του πυρηνικού υλικού και των πυρηνικών εγκαταστάσεων, ΟΝΤΑΣ ΠΕΠΕΙΣΜΕΝΑ ότι η παρούσα Συμφωνία θα πρέπει να συμπληρώνει την ασφαλή χρήση, αποθήκευση και μεταφορά του πυρηνικού υλικού και την ασφαλή λειτουργία των πυρηνικών εγκαταστάσεων, ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι υφίστανται διεθνώς διατυπωθείσες συστάσεις φυσικής προστασίας, οι οποίες ενημερώνονται κατά καιρούς και οι οποίες μπορούν να παράσχουν κατευθύνσεις σχετικά με τα σύγχρονα μέσα επίτευξης αποτελεσματικών επίπεδων φυσικής προστασίας, ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ, επίσης, ότι η αποτελεσματική φυσική προστασία του πυρηνικού υλικού και των πυρηνικών εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται για στρατιωτικούς σκοπούς, αποτελεί ευθύνη του Κράτους το οποίο κατέχει αυτό το πυρηνικό υλικό και τις πυρηνικές εγκαταστάσεις, και κατανοώντας ότι, σε αυτό το υλικό και εγκαταστάσεις, παρέχεται και θα συνεχίσει να παρέχεται αυστηρή φυσική προστασία, ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ στα εξής:

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο Άρθρο 1 της Συμφωνίας, μετά την παράγραφο (γ), προστίθενται δύο νέες παράγραφοι ως εξής: (δ) ο όρος «πυρηνικές εγκαταστάσεις» σημαίνει τις εγκαταστάσεις (συμπεριλαμβανόμενων και των συναφών κτηρίων και του εξοπλισμού) στις οποίες παράγεται, επεξεργάζεται, χρησιμοποιείται, διακινείται, αποθηκεύεται ή καταναλώνεται πυρηνικό υλικό, εάν η πρόκληση ζημίας ή η παρέμβαση στις εγκαταστάσεις αυτές θα μπορούσε να οδηγήσει στην απελευθέρωση σημαντικών ποσοτήτων ακτινοβολίας ή ραδιενεργού υλικού (ε) ο όρος «δολιοφθορά» σημαίνει οποιαδήποτε σκόπιμη πράξη, η οποία στρέφεται κατά πυρηνικών εγκαταστάσεων ή πυρηνικού υλικού κατά τη χρήση, αποθήκευση ή μεταφορά τους, η οποία θα μπορούσε, άμεσα ή έμμεσα, να θέσει σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια του προσωπικού, του κοινού ή του περιβάλλοντος, μέσω της έκθεσης σε ακτινοβολία ή της απελευθέρωσης ραδιενεργών ουσιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Μετά το Άρθρο 1 της Συμφωνίας, προστίθεται ένα νέο Άρθρο 1Α, ως εξής:

Άρθρο 1ΑΣκοπός της παρούσας Συμφωνίας είναι να επιτύχει και να διατηρήσει, σε όλο τον κόσμο, την αποτελεσματική φυσική προστασία του πυρηνικού υλικού, το οποίο χρησιμοποιείται για ειρηνικούς σκοπούς και των πυρηνικών εγκαταστάσεων οι οποίες χρησιμοποιούνται για ειρηνικούς σκοπούς, να αποτρέπει και να αντιμετωπίζει αδικήματα συναφή με αυτό το υλικό και εγκαταστάσεις, σε όλο τον κόσμο, καθώς επίσης και να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των Συμβαλλόμενων Κρατών, προς τις κατευθύνσεις αυτές. 5. Το Άρθρο 2 της Συμφωνίας αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παρούσα Συμφωνία θα ισχύει για το πυρηνικό υλικό το οποίο χρησιμοποιείται για ειρηνικούς σκοπούς κατά τη χρήση, την αποθήκευση και τη μεταφορά και για τις πυρηνικές εγκαταστάσεις οι οποίες χρησιμοποιούνται για ειρηνικούς σκοπούς, υπό τον όρο ότι, εντούτοις, τα Άρθρα 3 και 4 και η παράγραφος 4 του Άρθρου 5 της παρούσας Συμφωνίας θα ισχύουν για το πυρηνικό υλικό, μόνο για όσο διάστημα είναι υπό διεθνή πυρηνική μεταφορά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η ευθύνη για την θέσπιση, εφαρμογή και διατήρηση ενός καθεστώτος φυσικής προστασίας, εντός ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, επαφίεται, εξ ολοκλήρου, στο Κράτος αυτό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εκτός από τις δεσμεύσεις οι οποίες αναλαμβάνονται ρητώς από τα Συμβαλλόμενα Κράτη, στο πλαίσιο της παρούσας Συμφωνίας, καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν θα ερμηνεύεται ότι έχει επιπτώσεις στα κυρίαρχα δικαιώματα ενός Κράτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

(α) Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν θα έχει επιπτώσεις σε άλλα δικαιώματα, υποχρεώσεις και ευθύνες των Συμβαλλόμενων Κρατών, βάσει του διεθνούς δικαίου και, ειδικότερα, στους σκοπούς και τις αρχές του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου. (β) Οι δραστηριότητες των ενόπλων δυνάμεων, κατά τη διάρκεια μιας ένοπλης σύγκρουσης, όπως οι όροι αυτοί νοούνται βάσει του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, οι οποίες διέπονται από το δίκαιο αυτό, δεν διέπονται από την παρούσα Συμφωνία, και οι δραστηριότητες οι οποίες αναλαμβάνονται από τις στρατιωτικές δυνάμεις ενός Κράτους, κατά την άσκηση των επίσημων καθηκόντων του, στο βαθμό που αυτές διέπονται από άλλους κανόνες του διεθνούς δικαίου, δεν διέπονται από την παρούσα Συμφωνία. (γ) Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν θα ερμηνεύεται ως νόμιμη εξουσιοδότηση χρήσης ή απειλή χρήσης βίας κατά πυρηνικού υλικού ή πυρηνικών εγκαταστάσεων, τα οποία χρησιμοποιούνται για ειρηνικούς σκοπούς. (δ) Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν αφήνει ατιμώρητες ή καθιστά νόμιμες κατά τα λοιπά παράνομες πράξεις, ούτε αποκλείει την ποινική τους δίωξη βάσει άλλων νόμων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η παρούσα Συμφωνία δεν θα ισχύει για το πυρηνικό υλικό το οποίο χρησιμοποιείται ή διατηρείται για στρατιωτικούς σκοπούς ή για πυρηνικές εγκαταστάσεις οι οποίες εμπεριέχουν τέτοιο υλικό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Μετά το Άρθρο 2 της Συμφωνίας, προστίθεται ένα νέο Άρθρο 2Α ως εξής:

Άρθρο 2ΑΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος θα θεσπίζει, εφαρμόζει και διατηρεί ένα καθεστώς κατάλληλης φυσικής προστασίας, το οποίο θα ισχύει για το πυρηνικό υλικό και τις πυρηνικές εγκαταστάσεις υπό την δικαιοδοσία του, με στόχο: (α) την προστασία από κλοπή και άλλη παράνομη απόκτηση του πυρηνικού υλικού, κατά τη χρήση, αποθήκευση και μεταφορά του (β) τη διασφάλιση της εφαρμογής επειγόντων και εκτενών μέτρων για τον εντοπισμό και, κατά περίπτωση, την ανάκτηση αγνοούμενου ή κλαπέντος πυρηνικού υλικού. Όταν το υλικό βρίσκεται εκτός του εδάφους του, το Συμβαλλόμενο Κράτος θα ενεργεί σύμφωνα με το Άρθρο 5 (γ) την προστασία του πυρηνικού υλικού και των πυρηνικών εγκαταστάσεων από δολιοφθορά, και (δ) το μετριασμό ή την ελαχιστοποίηση των ραδιολογικών συνεπειών της δολιοφθοράς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εφαρμόζοντας την παράγραφο 1, κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος: (α) θα θεσπίζει και θα διατηρεί ένα νομοθετικό και ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο θα διέπει τη φυσική προστασία (β) θα συνιστά ή θα διορίζει μια αρμόδια αρχή ή αρχές, υπεύθυνη για την εφαρμογή του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου, και (γ) θα λαμβάνει άλλα κατάλληλα μέτρα, τα οποία απαιτούνται για τη φυσική προστασία του πυρηνικού υλικού και των πυρηνικών εγκαταστάσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εφαρμόζοντας τις υποχρεώσεις του στο πλαίσιο των παραγράφων 1 και 2, κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος, με επιφύλαξη ως προς οποιεσδήποτε άλλες διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας, θα εφαρμόζει, στο βαθμό που αυτές είναι εύλογες και εφαρμόσιμες, τις ακόλουθες Θεμελιώδεις Αρχές Φυσικής Προστασίας Πυρηνικού Υλικού και Πυρηνικών Εγκαταστάσεων. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ Α: Ευθύνη του Κράτους Η ευθύνη για την θέσπιση, την εφαρμογή και τη διατήρηση ενός καθεστώτος φυσικής προστασίας, εντός ενός Κράτους, επαφίεται, εξ ολοκλήρου, στο Κράτος αυτό. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ Β: Ευθύνες κατά τη Διάρκεια Διεθνούς Μεταφοράς. Η ευθύνη, ενός Κράτους, να διασφαλίζει ότι το πυρηνικό υλικό προστατεύεται επαρκώς, επεκτείνεται και στη διεθνή μεταφορά του, έως ότου η ευθύνη αυτή μεταβιβαστεί δεόντως σε ένα άλλο Κράτος, κατά περίπτωση. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ Γ: Νομοθετικό και Ρυθμιστικό Πλαίσιο. Το Κράτος είναι υπεύθυνο για τη θέσπιση και τη διατήρηση ενός νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου, το οποίο θα διέπει τη φυσική προστασία. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να προβλέπει τη θέσπιση εφαρμόσιμων απαιτήσεων φυσικής προστασίας και να συμπεριλαμβάνει ένα σύστημα αξιολόγησης και αδειοδοτήσεων ή άλλες διαδικασίες, με τις οποίες θα παρέχεται η εξουσιοδότηση. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει και ένα σύστημα επιθεώρησης των πυρηνικών εγκαταστάσεων και των μεταφορών, προκειμένου να πιστοποιείται η συμμόρφωση με τις εφαρμόσιμες απαιτήσεις και τους όρους της άδειας ή ενός άλλου εξουσιοδοτικού εγγράφου, και να θεσπίζει μέσα επιβολής των εφαρμόσιμων απαιτήσεων και όρων, συμπεριλαμβανόμενων και των αποτελεσματικών κυρώσεων. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ Δ: Αρμόδια Αρχή Το Κράτος θα πρέπει να συνιστά ή να διορίζει μια αρμόδια αρχή, η οποία θα είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου, και στην οποία θα παρέχεται επαρκής εξουσία, αρμοδιότητα και οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι, προκειμένου να εκπληρώσει τις ευθύνες με τις οποίες έχει επιφορτιστεί. Το Κράτος θα πρέπει να λαμβάνει μέτρα, προκειμένου να διασφαλίζει μια αποτελεσματική ανεξαρτησία μεταξύ των καθηκόντων της κρατικής αρμόδιας αρχής και εκείνων οποιουδήποτε άλλου φορέα, υπεύθυνου για την προώθηση ή τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ Ε: Ευθύνη των Κατόχων Άδειας Οι ευθύνες για την εφαρμογή των διαφόρων στοιχείων φυσικής προστασίας, εντός ενός Κράτους, θα πρέπει να προσδιορίζονται σαφώς. Το Κράτος θα πρέπει να διασφαλίζει ότι η πρωταρχική ευθύνη για την εφαρμογή της φυσικής προστασίας του πυρηνικού υλικού ή των πυρηνικών εγκαταστάσεων θα επαφίεται στους κατόχους των σχετικών αδειών ή των λοιπών εξουσιοδοτικών εγγράφων (π.χ. χειριστές ή μεταφορείς). ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ ΣΤ: Κλίμα Ασφάλειας Όλοι οι οργανισμοί οι οποίοι εμπλέκονται στην υλοποίηση της φυσικής προστασίας θα πρέπει να δίνουν τη δέουσα προτεραιότητα στο κλίμα ασφάλειας, στην ανάπτυξη και τη διατήρησή του, οι οποίες απαιτούνται για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής υλοποίησής της σε ολόκληρο τον οργανισμό. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ Ζ: Απειλή Η κρατική φυσική προστασία θα πρέπει να βασίζεται στην τρέχουσα αξιολόγηση της απειλής εκ μέρους του Κράτους. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ Η: Διαβαθμισμένη Προσέγγιση Οι απαιτήσεις φυσικής προστασίας θα πρέπει να βασίζονται σε μια διαβαθμισμένη προσέγγιση, λαμβάνοντας υπόψη την τρέχουσα αξιολόγηση της απειλής, τη σχετική ελκυστικότητά της, τη φύση του υλικού και τις πιθανές συνέπειες οι οποίες σχετίζονται με την παράνομη αφαίρεση του πυρηνικού υλικού και με τις δολιοφθορές κατά του πυρηνικού υλικού ή των πυρηνικών εγκαταστάσεων. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ Θ: Άμυνα σε Βάθος Οι απαιτήσεις του Κράτους για φυσική προστασία θα πρέπει να απεικονίζουν μια σύλληψη αρκετών στρωμάτων και μεθόδων προστασίας (δομικών ή άλλων τεχνικών, προσωπικού και οργανωτικών), τα οποία θα πρέπει να υπερνικηθούν ή να παρακαμφθούν από έναν αντίπαλο, προκειμένου αυτός να επιτύχει τους στόχους του. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ Ι: Διασφάλιση της Ποιότητας Θα πρέπει να θεσπιστούν και να εφαρμοστούν μια πολιτική διασφάλισης της ποιότητας και προγράμματα διασφάλισης της ποιότητας, με σκοπό την παροχή εμπιστοσύνης ότι πληρούνται οι συγκεκριμένες απαιτήσεις για όλες τις δραστηριότητες οι οποίες είναι σημαντικές για τη φυσική προστασία. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ Κ: Σχέδια Έκτακτης Ανάγκης Θα πρέπει να εκπονούνται και να ασκούνται κατάλληλα, από όλους τους κατόχους αδειών και τις ενδιαφερόμενες αρχές, σχέδια έκτακτης ανάγκης για αντίδραση σε περίπτωση παράνομης αφαίρεσης πυρηνικού υλικού ή δολιοφθοράς πυρηνικών εγκαταστάσεων ή πυρηνικού υλικού, ή απόπειράς τους. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ Λ: Εμπιστευτικότητα Το Κράτος θα πρέπει να θεσπίσει απαιτήσεις για την προστασία της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών, η παράνομη αποκάλυψη των οποίων θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη φυσική προστασία του πυρηνικού υλικού και των πυρηνικών εγκαταστάσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

(α) Οι διατάξεις του παρόντος Άρθρου δεν θα ισχύουν για οποιοδήποτε πυρηνικό υλικό, το οποίο το Συμβαλλόμενο Κράτος εύλογα αποφασίζει ότι δεν χρειάζεται να υπόκειται στο καθεστώς φυσικής προστασίας, το οποίο θεσπίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του υλικού, την ποσότητα και τη σχετική ελκυστικότητα του και τις πιθανές ραδιολογικές και λοιπές συνέπειες οι οποίες σχετίζονται με οποιαδήποτε παράνομη πράξη κατευθύνεται εναντίον του και την τρέχουσα αξιολόγηση της απειλής εναντίον του. (β) Το πυρηνικό υλικό το οποίο δεν υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Άρθρου, σύμφωνα με το εδάφιο (α), θα πρέπει να προστατεύεται όπως προβλέπεται από τη συνετή διαχειριστική πρακτική. 7. Το Άρθρο 5 της Συμφωνίας αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: 1. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη θα προσδιορίζουν και θα γνωστοποιούν, το ένα στο άλλο, απευθείας ή μέσω του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας, τον υπεύθυνο επικοινωνίας τους, σε σχέση με τα θέματα που αφορούν το πεδίο εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας. 2. Σε περίπτωση κλοπής, ληστείας ή οποιασδήποτε άλλης παράνομης απόκτησης πυρηνικού υλικού ή αξιόπιστης απειλής της, τα Συμβαλλόμενα Κράτη, σύμφωνα με την εθνικό τους δίκαιο, θα παρέχουν συνεργασία και συνδρομή, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, για την ανάκτηση και την προστασία του υλικού αυτού, σε οποιοδήποτε Κράτος το ζητήσει. Ειδικότερα: (α) Ένα Συμβαλλόμενο Κράτος θα λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να ενημερώσει, το συντομότερο δυνατό, τα άλλα Κράτη, τα οποία θεωρεί ότι έχουν σχέση, για οποιαδήποτε κλοπή, ληστεία ή άλλη παράνομη απόκτηση πυρηνικού υλικού ή αξιόπιστη απειλή της, και να ενημερώσει, κατά περίπτωση, το Διεθνή Οργανισμό Πυρηνικής Ενέργειας και άλλους συναφείς διεθνείς οργανισμούς (β) Με τον τρόπο αυτό, κατά περίπτωση, τα ενδιαφερόμενα Συμβαλλόμενα Κράτη θα ανταλλάσσουν πληροφορίες, το ένα με το άλλο, με το Διεθνή Οργανισμό Πυρηνικής Ενέργειας και με άλλους συναφείς διεθνείς οργανισμούς, με σκοπό την προστασία του απειλούμενου πυρηνικού υλικού, την πιστοποίηση της ακεραιότητας του εμπορευματοκιβωτίου ή την ανάκτηση του παράνομα αποκτηθέντος πυρηνικού υλικού και: (i) θα συντονίζουν τις προσπάθειές τους, μέσω της διπλωματικής και άλλων οδών οι οποίες θα συμφωνηθούν (ii) θα παρέχουν συνδρομή, εάν αυτό ζητηθεί (iii) θα διασφαλίζουν την επιστροφή του ανακτηθέντος πυρηνικού υλικού, το οποίο εκλάπη ή αγνοείτο, συνεπεία των προαναφερθέντων γεγονότων. Τα μέσα υλοποίησης της συνεργασίας αυτής θα καθορίζονται από τα ενδιαφερόμενα Συμβαλλόμενα Κράτη. 3. Σε περίπτωση αξιόπιστης απειλής δολιοφθοράς πυρηνικού υλικού ή πυρηνικών εγκαταστάσεων ή σε περίπτωση δολιοφθοράς τους, τα Συμβαλλόμενα Κράτη, θα συνεργάζονται, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, σύμφωνα με την εθνικό τους δίκαιο και σε συνέπεια με τις συναφείς υποχρεώσεις τους, βάσει του διεθνούς δικαίου, ως εξής: (α) εάν ένα Συμβαλλόμενο Κράτος λάβει γνώση μιας αξιόπιστης απειλής δολιοφθοράς πυρηνικού υλικού ή πυρηνικών εγκαταστάσεων σε ένα άλλο Κράτος, θα αποφασίζει για τα κατάλληλα μέτρα, τα οποία πρέπει να ληφθούν προκειμένου να ενημερώσει το Κράτος αυτό, το συντομότερο δυνατό, και, κατά περίπτωση, το Διεθνή Οργανισμό Πυρηνικής Ενέργειας και άλλους συναφείς διεθνείς οργανισμούς για την απειλή αυτή, με σκοπό την παρεμπόδιση της δολιοφθοράς (β) σε περίπτωση δολιοφθοράς πυρηνικού υλικού ή πυρηνικών εγκαταστάσεων σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και εάν, κατά την άποψή του, άλλα Κράτη είναι πιθανό να υποστούν ραδιολογικές επιπτώσεις, αυτό, με επιφύλαξη ως προς τις άλλες υποχρεώσεις του, βάσει του διεθνούς δικαίου, θα λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να ενημερώσει, το συντομότερο δυνατό, το Κράτος ή τα Κράτη τα οποία είναι πιθανό να υποστούν ραδιολογικές επιπτώσεις και θα ενημερώνει, κατά περίπτωση, το Διεθνή Οργανισμό Πυρηνικής Ενέργειας και άλλους συναφείς διεθνείς οργανισμούς, με σκοπό την ελαχιστοποίηση ή το μετριασμό των ραδιολογικών συνεπειών τους (γ) εάν, σύμφωνα με τα εδάφια (α) και (β), ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ζητήσει συνδρομή, κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος, προς το οποίο απευθύνεται ένα αίτημα συνδρομής, θα αποφασίζει αμέσως και θα ειδοποιεί το αιτούν Συμβαλλόμενο Κράτος, απευθείας ή μέσω του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας, για το εάν είναι σε θέση να παράσχει τη ζητούμενη συνδρομή και το πεδίο εφαρμογής και τους όρους της συνδρομής η οποία μπορεί να παρασχεθεί (δ) ο συντονισμός της συνεργασίας, σύμφωνα με τα εδάφια (α) έως (γ), θα γίνεται μέσω της διπλωματικής ή άλλων οδών οι οποίες θα συμφωνηθούν. Τα μέσα υλοποίησης της συνεργασίας αυτής θα καθορίζονται διμερώς ή πολυμερώς από τα ενδιαφερόμενα Συμβαλλόμενα Κράτη. 4. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη θα συνεργάζονται και θα διαβουλεύονται, κατά περίπτωση, το ένα με το άλλο, απευθείας ή μέσω του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας και των λοιπών συναφών διεθνών οργανισμών, με σκοπό τη λήψη οδηγιών σχετικά με το σχεδιασμό, τη συντήρηση και τη βελτίωση των συστημάτων φυσικής προστασίας του πυρηνικού υλικού, στον τομέα των διεθνών μεταφορών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ένα Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να διαβουλεύεται και να συνεργάζεται, κατά περίπτωση, με άλλα Συμβαλλόμενα Κράτη, απευθείας ή μέσω του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας και των λοιπών συναφών διεθνών οργανισμών, με σκοπό τη λήψη οδηγιών εκ μέρους τους σχετικά με το σχεδιασμό, τη συντήρηση και τη βελτίωση του εθνικού του συστήματος φυσικής προστασίας του πυρηνικού υλικού, κατά την εσωτερική χρήση, αποθήκευση και μεταφορά του, και των πυρηνικών εγκαταστάσεων. 8. Το Άρθρο 6 της Συμφωνίας αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: 1. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη θα λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, σύμφωνα με την εθνικό τους δίκαιο, προκειμένου να προστατεύσουν την εμπιστευτικότητα οποιωνδήποτε πληροφοριών λαμβάνουν εμπιστευτικά, δυνάμει των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας, από ένα άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ή μέσω της συμμετοχής σε μια δραστηριότητα η οποία υλοποιείται για την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας. Εάν τα Συμβαλλόμενα Κράτη παρέχουν, εμπιστευτικά, πληροφορίες σε διεθνείς οργανισμούς ή σε Κράτη, τα οποία δεν είναι συμβαλλόμενα μέρη στην παρούσα Συμφωνία, θα λαμβάνονται μέτρα προκειμένου να διασφαλίζεται η προστασία της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών αυτών. Ένα Συμβαλλόμενο Κράτος το οποίο έχει λάβει πληροφορίες, εμπιστευτικά, από ένα άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μπορεί να διαβιβάσει τις πληροφορίες αυτές σε τρίτους, μόνο με τη συναίνεση αυτού του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους. 2. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη δεν θα απαιτείται από την παρούσα Συμφωνία να παρέχουν οποιεσδήποτε πληροφορίες οι οποίες δεν επιτρέπεται να κοινοποιηθούν, σύμφωνα με την εθνικό τους δίκαιο ή οι οποίες θα έθεταν σε κίνδυνο την ασφάλεια του ενδιαφερόμενου Κράτους ή τη φυσική προστασία του πυρηνικού υλικού ή των πυρηνικών εγκαταστάσεων. 9. Η παράγραφος 1 του Άρθρου 7 της Συμφωνίας αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: 1. Η εκ προθέσεως διάπραξη: (α) μιας πράξης χωρίς νόμιμη εξουσία, η οποία συνιστά παραλαβή, κατοχή, χρήση, μεταφορά, αλλαγή, διάθεση ή διασπορά πυρηνικού υλικού και η οποία προκαλεί ή είναι πιθανό να προκαλέσει θάνατο ή σοβαρό τραυματισμό σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή σημαντική καταστροφή σε περιουσιακά στοιχεία ή στο περιβάλλον (β) κλοπής ή ληστείας πυρηνικού υλικού (γ) κατάχρησης ή δόλιας απόκτησης πυρηνικού υλικού (δ) μιας πράξης η οποία συνιστά μεταφορά, αποστολή, ή διακίνηση πυρηνικού υλικού, προς ή από ένα Κράτος, χωρίς νόμιμη εξουσία (ε) μιας πράξης η οποία στρέφεται κατά πυρηνικών εγκαταστάσεων, ή μιας πράξης η οποία παρεμποδίζει τη λειτουργία πυρηνικών εγκαταστάσεων, με την οποία ο παραβάτης προκαλεί εσκεμμένα, ή γνωρίζει ότι η πράξη είναι πιθανό να προκαλέσει, θάνατο ή σοβαρό τραυματισμό σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή σημαντικές ζημίες σε περιουσιακά στοιχεία ή στο περιβάλλον, από την έκθεση σε ακτινοβολία ή την απελευθέρωση ραδιενεργών ουσιών, εκτός αν η πράξη αυτή διενεργείται σύμφωνα με την εθνικό δίκαιο του Συμβαλλόμενου Κράτους, στο έδαφος του οποίου βρίσκονται οι πυρηνικές εγκαταστάσεις (στ) μιας πράξης η οποία συνιστά αξίωση για παροχή πυρηνικού υλικού, με απειλή ή χρήση βίας ή με οποιαδήποτε άλλη μορφή εκφοβισμού (ζ) απειλής: (i) χρήσης πυρηνικού υλικού, προκειμένου να προκληθεί θάνατος ή σοβαρός τραυματισμός σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή σημαντικές ζημιές σε περιουσιακά στοιχεία ή στο περιβάλλον ή να διαπραχθεί το αδίκημα το οποίο περιγράφεται στο εδάφιο (ε), ή (ii) διάπραξης ενός αδικήματος το οποίο περιγράφεται στα εδάφια (β) και (η), προκειμένου να εξαναγκαστεί ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ένας διεθνής οργανισμός ή ένα Κράτος να προβούν ή να απόσχουν από την εκτέλεση οποιασδήποτε πράξης (θ) μιας προσπάθειας διάπραξης οποιουδήποτε αδικήματος περιγράφεται στα εδάφια (α) έως (ε) (ι) μιας πράξης η οποία συνιστά συμμετοχή σε οποιοδήποτε αδίκημα περιγράφεται στα εδάφια (α) έως (η) (κ) μιας πράξης οποιουδήποτε προσώπου, το οποίο οργανώνει ή κατευθύνει άλλους να διαπράξουν ένα αδίκημα, το οποίο περιγράφεται στα εδάφια (α) έως (η), και (λ) μιας πράξης η οποία συμβάλλει στη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος περιγράφεται στα εδάφια (α) έως (η), από μια ομάδα προσώπων τα οποία ενεργούν από κοινού. Η πράξη αυτή θα είναι σκόπιμη και: (i) είτε θα γίνεται με στόχο την εξυπηρέτηση της εγκληματικής δραστηριότητας ή του εγκληματικού σκοπού της ομάδας, στην περίπτωση που, μια τέτοια δραστηριότητα ή σκοπός, συμπεριλαμβάνουν την διάπραξη ενός αδικήματος το οποίο περιγράφεται στα εδάφια (α) έως (ζ), (ii) είτε θα γίνεται με γνώση της πρόθεσης της ομάδας να διαπράξει ένα αδίκημα το οποίο περιγράφεται στα εδάφια (α) έως (ζ) θα συνιστά τιμωρητέο αδίκημα από κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος, βάσει του εθνικού δικαίου του. 10. Μετά το Άρθρο 11 της Συμφωνίας, προστίθενται δύο νέα Άρθρα, το Άρθρο 11Α και το Άρθρο 11B, ως εξής:

Άρθρο 11ΑΚανένα από τα αδικήματα τα οποία εκτίθενται στο

Άρθρο 7 δεν θα θεωρείται, για τους σκοπούς της έκδοσης ή της αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής, ως πολιτικό αδίκημα ή ως αδίκημα συνδεόμενο με πολιτικό αδίκημα ή ως αδίκημα εμπνεόμενο από πολιτικά κίνητρα. Συνεπώς, ένα αίτημα έκδοσης ή αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής, βασισμένο σε ένα τέτοιο αδίκημα δεν μπορεί να απορριφθεί βάσει μόνο του ότι αφορά ένα πολιτικό αδίκημα ή ένα αδίκημα το οποίο συνδέεται με πολιτικό αδίκημα ή ένα αδίκημα εμπνεόμενο από πολιτικά κίνητρα.

Άρθρο 11B

Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν θα ερμηνεύεται ότι επιβάλλει μια υποχρέωση έκδοσης ή παροχής αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής, εάν το ερωτώμενο Συμβαλλόμενο Κράτος έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι το αίτημα έκδοσης για τα αδικήματα τα οποία εκτίθενται στο Άρθρο 7 ή για αμοιβαία δικαστική συνδρομή, όσον αφορά στα αδικήματα αυτά, έχει υποβληθεί με σκοπό τη δίωξη ή την τιμωρία ενός προσώπου, λόγω της φυλής, της θρησκείας, της υπηκοότητας, της εθνικής καταγωγής ή των πολιτικών απόψεων του προσώπου αυτού ή ότι η συμμόρφωση με το αίτημα θα προκαλούσε βλάβη στη θέση του προσώπου αυτού, για οποιονδήποτε από τους λόγους αυτούς. 11. Μετά το Άρθρο 13 της Συμφωνίας, προστίθεται ένα νέο Άρθρο 13 Α, ως εξής:

Άρθρο 13ΑΚαμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν θα έχει επιπτώσεις στη μεταφορά της πυρηνικής τεχνολογίας για ειρηνικούς σκοπούς, η οποία διενεργείται προκειμένου να ενισχύσει τη φυσική προστασία του πυρηνικού υλικού και των πυρηνικών εγκαταστάσεων. 12. Η παράγραφος 3 του Άρθρου 14 της Συμφωνίας αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: 3. Στην περίπτωση κατά την οποία ένα αδίκημα αφορά πυρηνικό υλικό υπό καθεστώς εσωτερικής χρήσης, αποθήκευσης ή μεταφοράς, και τόσο ο υποτιθέμενος παραβάτης όσο και το πυρηνικό υλικό παραμένουν στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Κράτους, στο οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα, ή στην περίπτωση κατά την οποία ένα αδίκημα αφορά πυρηνικές εγκαταστάσεις και ο υποτιθέμενος παραβάτης παραμένει στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Κράτους, στο οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα, καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν θα ερμηνεύεται ότι απαιτεί, από αυτό το Συμβαλλόμενο Κράτος, να παράσχει πληροφορίες σχετικά με τις ποινικές διαδικασίες οι οποίες προκύπτουν από ένα τέτοιο αδίκημα. 13. Το Άρθρο 16 της Συμφωνίας αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Θα συγκληθεί μια διάσκεψη των Συμβαλλόμενων Κρατών, από το θεματοφύλακα, πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος της Τροποποίησης η οποία υιοθετήθηκε στις 8 Ιουλίου 2005, προκειμένου να επανεξετάσει την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας και την επάρκειά της, όσον αφορά στην εισαγωγή, το όλο ενεργό της μέρος και τα παραρτήματά της, ενόψει της τότε επικρατούσας κατάστασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εφεξής, σε διαστήματα όχι μικρότερα των πέντε ετών, η πλειοψηφία των Συμβαλλόμενων Κρατών μπορεί να ζητά, υποβάλλοντας μια πρόταση, για το σκοπό αυτό, στο θεματοφύλακα, τη σύγκληση περαιτέρω διασκέψεων, με τον ίδιο στόχο. 14. Η υποσημείωση β/ του Παραρτήματος II της Συμφωνίας αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: β/ Υλικό το οποίο δεν δέχεται ακτινοβολία σε έναν αντιδραστήρα ή υλικό το οποίο δέχεται ακτινοβολία σε έναν αντιδραστήρα, αλλά με επίπεδο ακτινοβολίας ίσο με ή μικρότερο από 1 gray/ώρα (100 rads/ώρα), ανά αθωράκιστο μέτρο. 15. Η υποσημείωση ε/ του Παραρτήματος II της Συμφωνίας αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: ε/ Άλλα καύσιμα τα οποία, δυνάμει της αρχικής περιεκτικότητάς τους σε σχάσιμο υλικό, ταξινομούνται ως Κατηγορίας Ι και II, πριν την ακτινοβολία, μπορούν να μειωθούν κατά ένα επίπεδο κατηγορίας, για όσο διάστημα το επίπεδο ακτινοβολίας από τα καύσιμα υπερβαίνει το 1 gray/ώρα (100 rads/ώρα), ανά αθωράκιστο μέτρο.

Άρθρο δεύτερο

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Τροποποίησης της Σύμβασης που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 20 παρ. 2 της Σύμβασης.