262 Α' 2004

Νόμος 3300/2004

Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φορο­ διαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και ωφέλειας από κεφάλαιο.

23 Δεκεμβρίου 2004

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 262

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3300
Κύρωση της Σύμβασης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φορο­ διαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και ωφέλειας από κεφάλαιο.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο πρώτο

Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Σύμβαση μεταξύ της Ελληνι­ κής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδή­ ματος και ωφέλειας από κεφάλαιο, που υπογράφηκε στην Αθήνα την 24η Νοεμβρίου 2003, το κείμενο της οποίας σε πρωτότυπο στην ελληνική και αγγλική γλώσσα έχει ως εξής: ΣΥΜΒΑΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΥΓΗ ΤΗΣ ΔΙΠΛΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΤΡΟΠΗΣ ΤΗΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΦΟΡΟΥΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΩΦΕΛΕΙΑΣ ΑΠΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Κυβέρ­ νηση της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, επιθυμώντας να συνάψουν Σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολο­ γίας και της αποτροπής της φοροδιαφυγής αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και ωφέλειας από κεφάλαιο, συμφώνησαν τα ακόλουθα:

Άρθρο 1ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ Η ΣΥΜΒΑΣΗ

Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται επί προσώπων που είναι κάτοικοι του ενός ή και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών. 23 Δεκεμβρίου 2004

Άρθρο 2ΦΟΡΟΙ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται στους φόρους ει­ σοδήματος και ωφέλειας από κεφάλαιο που επιβάλλονται από το καθένα Συμβαλλόμενο Κράτος, ανεξάρτητα από τον τρόπο που επιβάλλονται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Φόροι επί του εισοδήματος και επί της ωφέλειας από κεφάλαιο θεωρούνται όλοι οι φόροι που επιβάλλονται στο συνολικό εισόδημα, ή σε στοιχεία του εισοδήματος, συ­ μπεριλαμβανομένων των φόρων που επιβάλλονται στην ωφέλεια που προκύπτει από την εκποίηση κινητής ή ακί­ νητης περιουσίας, καθώς και των φόρων επί της υπερα­ ξίας που προκύπτει από την ανατίμηση του κεφαλαίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι υφιστάμενοι φόροι στους οποίους εφαρμόζεται η παρούσα Σύμβαση είναι: α) Στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας: ί) ο φόρος εισοδήματος των φυσικών προσώπων και ίί) ο φόρος εισοδήματος των νομικών προσώπων, (εφεξής αναφερόμενος ως «Ελληνικός φόρος»). β) Στην περίπτωση της Ιρλανδίας: ί) ο φόρος εισοδήματος, ίί) ο φόρος εταιρειών και ίίί) ο φόρος από την ωφέλεια κεφαλαίου (εφεξής αναφερόμενος ως «Ιρλανδικός φόρος»).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η Σύμβαση εφαρμόζεται επίσης σε οποιουσδήποτε ταυτόσημους ή ουσιωδώς παρόμοιους φόρους που επι­ βάλλονται μετά την ημερομηνία υπογραφής της Σύμβα­ σης επί πλέον, ή σε αντικατάσταση, των υφιστάμενων φό­ ρων. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών γνωστοποιούν η μια στην άλλη οποιεσδήποτε σημαντικές αλλαγές έχουν επέλθει στις αντίστοιχες φορολογικές νο­ μοθεσίες τους.

Άρθρο 3ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τους σκοπούς αυτής της Σύμβασης, εκτός αν η έν­ νοια του κείμενου απαιτεί διαφορετικά: α) ο όρος «Ελληνική Δημοκρατία» περιλαμβάνει το έδα­ φος της Ελληνικής Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων των χωρικών της υδάτων καθώς επίσης και του τμήματος των υδάτων, του βυθού και του υπεδάφους κάτω από τη Μεσόγειο θάλασσα, επί των οποίων η Ελληνική Δημοκρα­ τία, σύμφωνα με την εσωτερική της νομοθεσία και το διε­ θνές δίκαιο, έχει κυριαρχικά δικαιώματα, προς το σκοπό εξερεύνησης, εξόρυξης ή εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων αυτών των περιοχών, β) ο όρος «Ιρλανδία» περιλαμβάνει οποιαδήποτε περιο­ χή εκτός των χωρικών υδάτων της Ιρλανδίας τα οποία, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, έχουν ή πρόκειται να προσδιοριστούν σύμφωνα με τους νόμους της Ιρλανδίας οι οποίοι αφορούν την υφαλοκρηπίδα, σαν μια περιοχή εντός της οποίας η Ιρλανδία μπορεί να ασκήσει δικαιώμα­ τα αναφορικά με το θαλάσσιο βυθό, και το θαλάσσιο υπέ­ δαφος και τους φυσικούς της πόρους, γ) οι όροι «Συμβαλλόμενο Κράτος», «ένα από τα Συμ­ βαλλόμενα Κράτη» και το «άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος», υποδηλώνουν την Ελληνική Δημοκρατία ή την Ιρλανδία, όπως το κείμενο απαιτεί, και ο όρος «Συμβαλλόμενα Κρά­ τη» υποδηλώνει την Ελληνική Δημοκρατία και την Ιρλαν­ δία, δ) ο όρος «πρόσωπο» περιλαμβάνει ένα φυσικό πρόσω­ πο, μια εταιρεία και οποιαδήποτε άλλη ένωση προσώπων, ε) ο όρος «εταιρεία» σημαίνει οποιαδήποτε εταιρική μορφή κεφαλαιουχικού χαρακτήρα ή οποιοδήποτε νομι­ κό πρόσωπο το οποίο έχει την ίδια φορολογική μεταχείρι­ ση με μια εταιρεία κεφαλαιουχικού χαρακτήρα, ζ) οι όροι «επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους» και «επιχείρηση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους» υποδηλώνουν αντίστοιχα μια επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και μια επιχείρηση που ασκείται από κάτοικο του άλλου Συμβαλ­ λόμενου Κράτους, η) ο όρος «διεθνείς μεταφορές» υποδηλώνει οιαδήποτε μεταφορά με πλοίο ή αεροσκάφος, εκτός αν το πλοίο ή το αεροσκάφος εκτελεί δρομολόγια αποκλειστικά μεταξύ τοποθεσιών μέσα σε ένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη, θ) ο όρος «υπήκοος» υποδηλώνει: σε σχέση με την Ελληνική Δημοκρατία ί) οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο που έχει την υπηκοό­ τητα της Ελληνικής Δημοκρατίας, και οιοδήποτε νομικό πρόσωπο, προσωπική εταιρεία ή ένωση που αποκτά το νομικό καθεστώς του από τους νόμους που ισχύουν στην Ελληνική Δημοκρατία, ίί) σε σχέση με την Ιρλανδία, οποιοσδήποτε πολίτης της Ιρλανδίας και οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο ή ένωση ή άλλη επιχείρηση που αποκτά νομικό καθεστώς από τους νόμους που ισχύουν στην Ιρλανδία. ι) ο όρος «αρμόδια αρχή» υποδηλώνει: ί) στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας, τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών ή τον εξουσιοδο­ τημένο αντιπρόσωπό του, ίί) στην περίπτωση της Ιρλανδίας το Διευθυντή Εσόδων ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όσον αφορά στην εφαρμογή της παρούσας Σύμβα­ σης από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, οποιοσδήποτε όρος ο οποίος δεν προσδιορίζεται σ' αυτή θα έχει, εκτός αν η έννοια του κειμένου απαιτεί διαφορετικά, την έννοια που έχει σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους ανα­ φορικά με τους φόρους στους οποίους εφαρμόζεται η Σύμβαση.

Άρθρο 4ΚΑΤΟΙΚΟΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τους σκοπούς αυτής της Σύμβασης, ο όρος «κά­ τοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους» σημαίνει οποιοδή­ ποτε πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, υπόκειται σε φορολογία σε αυτό λόγω κα­ τοικίας, διαμονής, τόπου διοίκησης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του ή άλλου παρόμοιας φύσης κριτηρί­ ου. Αλλά ο όρος αυτός δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο που υπόκεινται σε φορολογία στο Κράτος αυτό μόνον όσον αφορά σε εισόδημα που προέρχεται από πη­ γές μέσα σε αυτό το Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, ένα φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλο­ μένων Κρατών, τότε η νομική κατάστασή του καθορίζεται ως εξής: α) θεωρείται ότι είναι κάτοικος του Κράτους στο οποίο διαθέτει μόνιμη οικογενειακή εστία, αν διαθέτει μόνιμη οι­ κογενειακή εστία και στα δύο Κράτη, θεωρείται κάτοικος του Κράτους με το οποίο διατηρεί στενότερους προσω­ πικούς και οικονομικούς δεσμούς (κέντρο ζωτικών συμ­ φερόντων), β) αν το Κράτος στο οποίο έχει το κέντρο των ζωτικών συμφερόντων του δεν μπορεί να προσδιορισθεί, ή αν δεν διαθέτει μόνιμη οικογενειακή εστία σε κανένα από τα δύο Κράτη, θεωρείται κάτοικος μόνο του Κράτους στο οποίο έχει την συνήθη διαμονή του, γ) αν έχει συνήθη διαμονή και στα δύο Κράτη ή σε κανέ­ να από αυτά, θεωρείται κάτοικος του Κράτους του οποί­ ου είναι υπήκοος, δ) αν είναι υπήκοος και των δύο Κρατών ή κανενός από αυτά, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών δι­ ευθετούν το θέμα με αμοιβαία συμφωνία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αν κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 ένα πρόσω­ πο εκτός από φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών, τότε το πρόσωπο αυτό θεωρεί­ ται κάτοικος του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο βρί­ σκεται η έδρα της πραγματικής διοίκησής του.

Άρθρο 5ΜΟΝΙΜΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τους σκοπούς αυτής της Σύμβασης, ο όρος «μό­ νιμη εγκατάσταση» υποδηλώνει ένα καθορισμένο τόπο επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μέσω του οποίου οι ερ­ γασίες μιας επιχείρησης διεξάγονται εν όλω ή εν μέρει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» περιλαμβάνει ειδικό­ τερα: α) τόπο διοίκησης, β) υποκατάστημα, γ) γραφείο, δ) εργοστάσιο, ε) εργαστήριο, και ζ) ορυχείο, πηγή πετρελαίου ή αερίου, λατομείο ή οποι­ οδήποτε άλλο τόπο εξόρυξης φυσικών πόρων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» περιλαμβάνει επίσης, ένα εργοτάξιο, ένα έργο κατασκευής, συναρμολόγησης ή εγκατάστασης ή δραστηριότητες επίβλεψης συνδεόμε­ νη με αυτά, αν το εργοτάξιο, το έργο ή οι δραστηριότητες έχουν διάρκεια μεγαλύτερη από εννέα (9) μήνες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις αυτού του Άρθρου, ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» θεωρείται ότι δεν περιλαμβάνει: α) τη χρήση διευκολύνσεων αποκλειστικά με σκοπό την αποθήκευση, έκθεση ή παράδοση αγαθών ή εμπορευμά­ των που ανήκουν στην επιχείρηση, β) τη διατήρηση αποθέματος αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση αποκλειστικά με σκοπό την αποθήκευση, έκθεση ή παράδοση, γ) τη διατήρηση αποθέματος αγαθών ή εμπορευμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση αποκλειστικά με σκοπό την επεξεργασία από άλλη επιχείρηση, δ) τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αποκλειστικά με σκοπό την αγορά αγα­ θών ή εμπορευμάτων, ή για τη συλλογή πληροφοριών, για την επιχείρηση, ε) τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αποκλειστικά με σκοπό την άσκηση για την επιχείρηση οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας βοηθητικού ή προπαρασκευαστικού χαρακτήρα, ζ) τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, αποκλειστικά με σκοπό την άσκηση ενός συνδυασμού δραστηριοτήτων από τις αναφερόμε­ νες στις υποπαραγράφους α) έως ε), εφόσον η συνολική δραστηριότητα του εν λόγω καθορισμένου τόπου που προκύπτει από αυτόν το συνδυασμό είναι βοηθητικού ή προπαρασκευαστικού χαρακτήρα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 όταν ένα πρόσωπο­ εκτός από ανεξάρτητο πράκτορα για τον οποίο έχει εφαρμογή η παράγραφος 6­ ενεργεί για λογαριασμό μιας επιχείρησης και έχει εξουσιοδότηση βά­ σει της οποίας ενεργεί συστηματικά στο άλλο Συμβαλλό­ μενο Κράτος για να συνάπτει συμβόλαια στο όνομα της εν λόγω επιχείρησης, αυτή η επιχείρηση θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση στο Κράτος αυτό όσον αφορά σε οποιεσδήποτε δραστηριότητες αναλαμβάνει το εν λόγω πρόσωπο για την επιχείρηση, εκτός αν οι δραστηριότητες αυτού του προσώπου περιορίζονται σ' εκείνες που ανα­ φέρονται στην παράγραφο 4 οι οποίες, και αν ακόμη ασκούνται μέσω καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, δεν καθιστούν αυτόν τον καθορισμένο τόπο μόνιμη εγκατάσταση σύμφωνα με τις διατάξεις αυ­ τής της παραγράφου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Μια επιχείρηση δεν θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατά­ σταση σ' ένα Συμβαλλόμενο Κράτος απλά και μόνο επει­ δή διεξάγει εργασίες σ' αυτό το Κράτος μέσω μεσίτη, γε­ νικού αντιπροσώπου επί προμήθεια ή άλλου ανεξάρτητου πράκτορα, εφόσον τα εν λόγω πρόσωπα ενεργούν μέσα στα συνήθη πλαίσια της δραστηριότητάς τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Το γεγονός ότι μια επιχείρηση που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ελέγχει ή ελέγχεται από εταιρεία που είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, ή διεξάγει εργασίες σ' αυτό το άλλο Κράτος (εί­ τε μέσω μόνιμης εγκατάστασης είτε με άλλο τρόπο), δεν καθιστά την καθεμία από τις εταιρείες αυτές μόνιμη εγκα­ τάσταση της άλλης.

Άρθρο 6ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΑΠΟ ΑΚΙΝΗΤΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλ­ λόμενου Κράτους από ακίνητη περιουσία (συμπεριλαμ­ βανομένου του εισοδήματος από γεωργία ή δασοκομία) που βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να φορολογείται σ' αυτό το άλλο Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο όρος «ακίνητη περιουσία» θα έχει την έννοια που ορίζεται από τη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο βρίσκεται η εν λόγω περιουσία. Ο όρος περι­ λαμβάνει σε κάθε περίπτωση περιουσία παρεπόμενη της ακίνητης περιουσίας, τα ζώα και τον εξοπλισμό που χρη­ σιμοποιούνται στην γεωργία και δασοκομία, δικαιώματα στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του γενικού δικαίου για την έγγειο ιδιοκτησία, επικαρπία ακίνητης περιουσίας και δικαιώματα τα οποία παρέχουν προσόδους μεταβλη­ τές ή σταθερές πληρωμές ως αντάλλαγμα για την εκμε­ τάλλευση, ή δικαίωμα εκμετάλλευσης, μεταλλευτικών κοιτασμάτων, πηγών και άλλων φυσικών πόρων, πλοία, πλοιάρια και αεροσκάφη δεν θεωρούνται ως ακίνητη πε­ ριουσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται σε ει­ σόδημα που προέρχεται από την άμεση χρήση, εκμίσθω­ ση ή οποιασδήποτε άλλης μορφής χρήση ακίνητης περι­ ουσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 εφαρμόζονται επίσης στο εισόδημα από ακίνητη περιουσία μιας επιχεί­ ρησης και στο εισόδημα από ακίνητη περιουσία που χρη­ σιμοποιείται για την παροχή ανεξάρτητων προσωπικών υπηρεσιών.

Άρθρο 7ΚΕΡΔΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τα κέρδη μιας επιχείρησης ενός Συμβαλλόμενου Κράτους φορολογούνται μόνο σ' αυτό το Κράτος εκτός αν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλό­ μενο Κράτος μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης που βρί­ σκεται σ' αυτό. Αν η επιχείρηση διεξάγει εργασίες ως ανωτέρω, τότε τα κέρδη της επιχείρησης μπορούν να φο­ ρολογούνται στο άλλο Κράτος αλλά μόνο ως προς το τμή­ μα αυτών που αποδίδεται στην μόνιμη εγκατάσταση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3, αν μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους διε­ ξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μιας μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σ' αυτό, τότε στο κάθε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος αποδίδονται στη μό­ νιμη αυτή εγκατάσταση τα κέρδη τα οποία υπολογίζεται ότι θα πραγματοποιούσε αν ήταν μια διαφορετική και χω­ ριστή επιχείρηση που ασχολείται με τις ίδιες ή παρόμοιες δραστηριότητες κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθή­ κες και συναλλάσσεται εντελώς ανεξάρτητα με την επι­ χείρηση της οποίας αποτελεί μόνιμη εγκατάσταση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατά τον προσδιορισμό των κερδών μιας μόνιμης εγκατάστασης αναγνωρίζονται προς έκπτωση δαπάνες που πραγματοποιούνται για τους σκοπούς της μόνιμης εγκατάστασης, περιλαμβανομένων των πραγματοποιού­ μενων για τους σκοπούς της μόνιμης εγκατάστασης δια­ χειριστικών και γενικών διοικητικών εξόδων, είτε στο Κρά­ τος που βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση είτε αλλού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Εφόσον συνηθίζεται σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να καθορίζονται τα κέρδη που αποδίδονται σε μια μόνιμη εγκατάσταση με βάση τον καταμερισμό των συνολικών κερδών της επιχείρησης στα διάφορα τμήματα της, οι διατάξεις της παραγράφου 2 δεν εμποδίζουν αυτό το Συμβαλλόμενο Κράτος να προσδιορίζει τα φορολογητέα κέρδη με βάση αυτόν τον καταμερισμό, όπως συνηθίζε­ ται. Η υιοθετηθείσα όμως μέθοδος καταμερισμού πρέπει να είναι τέτοια ώστε το αποτέλεσμα να είναι σύμφωνο με τις αρχές που περιέχονται σε αυτό το άρθρο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Κανένα κέρδος δεν θεωρείται ότι ανήκει στη μόνιμη εγκατάσταση λόγω απλής αγοράς αγαθών ή εμπορευμά­ των από την μόνιμη εγκατάσταση για λογαριασμό της επι­ χείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Για τους σκοπούς των προηγούμενων παραγράφων, τα κέρδη που αποδίδονται στη μόνιμη εγκατάσταση προσδιορίζονται με την ίδια μέθοδο κάθε χρόνο εκτός αν υπάρχουν βάσιμοι και επαρκείς λόγοι για το αντίθετο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Σε περίπτωση που στα κέρδη περιλαμβάνονται στοι­ χεία εισοδήματος ή κέρδη από την εκποίηση οποιοιδήπο­ τε περιουσιακού στοιχείου η φορολογική μεταχείριση των οποίων ρυθμίζεται χωριστά με άλλα Άρθρα αυτής της Σύμβασης, τότε οι διατάξεις εκείνων των Άρθρων δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος Άρθρου.

Άρθρο 8ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κέρδη προερχόμενα από την εκμετάλλευση πλοίων σε διεθνείς μεταφορές φορολογούνται μόνο στο Συμ­ βαλλόμενο Κράτος στο οποίο είναι νηολογημένα τα πλοία ή από το οποίο έχουν εφοδιασθεί με ναυτιλιακά έγγραφα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 1, ει­ σόδημα που αποκτάται από μια επιχείρηση ενός Συμβαλ­ λομένου Κράτους από την εκμετάλλευση πλοίου σε διε­ θνείς μεταφορές, φορολογείται μόνο στο Συμβαλλόμενο αυτό Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κέρδη προερχόμενα από την εκμετάλλευση αερο­ σκάφους σε διεθνείς μεταφορές φορολογούνται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο βρίσκεται η έδρα της πραγματικής διεύθυνσης της επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για τους σκοπούς αυτού του Άρθρου, κέρδη προερ­ χόμενα από την εκμετάλλευση πλοίων ή αεροσκαφών σε διεθνείς μεταφορές περιλαμβάνουν κέρδη προερχόμενα από την ενοικίαση πλοίων ή αεροσκαφών εάν τέτοια πλοία ή αεροσκάφη δραστηριοποιούνται σε διεθνείς μεταφο­ ρές από τον ενοικιαστή ή εάν τέτοια κέρδη από ενοίκια εί­ ναι συμπτωματικά με άλλα κέρδη όπως αυτά περιγράφο­ νται στις παραγράφους 1, 2 και 3.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 αυτού του Άρθρου έχουν επίσης εφαρμογή σε κέρδη που πραγμα­ τοποιούνται από συμμετοχή σε «POOL» σε κοινοπρακτι­ κής μορφής εκμετάλλευση ή σε πρακτορείο που λειτουρ­ γεί σε διεθνές επίπεδο.

Άρθρο 9ΣΥΝΔΕΟΜΕΝΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αν α) επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους συμμετέ­ χει άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, τον έλεγχο ή το κεφά­ λαιο μιας επιχείρησης του άλλου Συμβαλλόμενου Κρά­ τους, ή β) τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο μιας επιχείρησης του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους και μιας επιχείρησης άλ­ λου Συμβαλλόμενου Κράτους, και σε κάθε μια από τις περιπτώσεις αυτές επικρατούν ή επιβάλλονται μεταξύ των δύο επιχειρήσεων στις εμπορι­ κές ή οικονομικές σχέσεις τους όροι οι οποίοι διαφέρουν από εκείνους που θα επικρατούσαν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε οποιαδήποτε κέρδη τα οποία θα είχαν πραγματοποιηθεί από μια από τις επιχειρήσεις, αλλά, λό­ γω αυτών των όρων, δεν έχουν πραγματοποιηθεί, μπο­ ρούν να συμπεριλαμβάνονται στα κέρδη αυτής της επι­ χείρησης και να φορολογούνται ανάλογα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν ένα Συμβαλλόμενο Κράτος περιλαμβάνει στα κέρ­ δη μιας επιχείρησης αυτού του Κράτους ­ και φορολογεί ανάλογα ­ κέρδη για τα οποία μια επιχείρηση του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους έχει φορολογηθεί σ' αυτό το άλλο Κράτος και τα κέρδη που έχουν έτσι περιληφθεί εί­ ναι κέρδη τα οποία θα είχαν πραγματοποιηθεί από την επι­ χείρηση του πρώτου ­ μνημονευθέντος Κράτους αν οι όροι που επικρατούν μεταξύ των δύο επιχειρήσεων ήταν οι ίδιοι με εκείνους που θα επικρατούσαν μεταξύ ανεξάρ­ τητων επιχειρήσεων, τότε αυτό το άλλο Κράτος προσαρ­ μόζει ανάλογα το ποσό του φόρου που έχει επιβληθεί μέ­ σα σ' αυτό το Κράτος επί εκείνων των κερδών. Κατά τον καθορισμό μιας τέτοιας προσαρμογής, πρέπει να λη­ φθούν υπόψη και οι λοιπές διατάξεις αυτής της Σύμβασης και οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών συμ­ βουλεύονται η μια την άλλη αν κριθεί απαραίτητο.

Άρθρο 10ΜΕΡΙΣΜΑΤΑΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μερίσματα που καταβάλλονται από εταιρεία που εί­ ναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορούν να φορο­ λογηθούν σ' αυτό το άλλο Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τέτοια μερίσματα μπορούν όμως, επίσης να φορολο­ γούνται στο Συμβαλλόμενο Κράτος του οποίου η εταιρεία που καταβάλλει τα μερίσματα είναι κάτοικος και σύμφω­ να με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά εάν ο ει­ σπράττων είναι ο δικαιούχος των μερισμάτων, ο φόρος που επιβάλλεται κατ' αυτόν τον τρόπο δεν υπερβαίνει: α) το 5% του ακαθάριστου ποσού των μερισμάτων εάν ο δικαιούχος είναι μία εταιρεία η οποία κατέχει άμεσα του­ λάχιστον 25% του δικαιώματος ψήφου της εταιρείας που καταβάλλει τα μερίσματα, β) το 15% του ακαθάριστου ποσού των μερισμάτων σε όλες τις άλλες περιπτώσεις. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών καθο­ ρίζουν με αμοιβαία συμφωνία, το τρόπο εφαρμογής αυ­ τών των περιορισμών. Η παρούσα παράγραφος δεν επηρεάζει τη φορολογία της εταιρείας όσον αφορά στα κέρδη από τα οποία κατα­ βάλλονται τα μερίσματα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο όρος «μερίσματα» όπως χρησιμοποιείται σ' αυτό το Άρθρο υποδηλώνει εισόδημα από μετοχές, ή άλλα δικαι­ ώματα, που δεν αποτελούν απαιτήσεις από χρέη και περι­ λαμβάνει οποιοδήποτε εισόδημα ή διανομή που εξομοι­ ούται με εισόδημα από μετοχές σύμφωνα με τους νόμους του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο είναι κάτοικος η εταιρεία που διενεργεί τη διανομή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν έχουν εφαρμογή αν ο δικαιούχος των μερισμάτων, όντας κάτοι­ κος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, διεξάγει εργα­ σίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος του οποίου η εται­ ρεία που καταβάλλει τα μερίσματα είναι κάτοικος, μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σ' αυτό, ή παρέχει ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες σ' αυτό το άλλο Κράτος μέσω καθορισμένης βάσης που βρίσκεται σ' αυ­ τό, και η συμμετοχή (holdίng) σε σχέση με την οποία κα­ ταβάλλονται τα μερίσματα, συνδέεται ουσιαστικά μ' αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σ' αυτή τη περίπτωση, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 7 ή 14, ανάλογα με την περίπτωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Αν μια εταιρεία που είναι κάτοικος ενός Συμβαλλόμε­ νου Κράτους πραγματοποιεί κέρδη ή αποκτά εισόδημα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, αυτό το άλλο Κράτος δεν μπορεί να επιβάλλει φόρο στα μερίσματα που κατα­ βάλλονται από την εταιρεία, εκτός αν αυτά τα μερίσματα καταβάλλονται σε κάτοικο αυτού του άλλου Κράτους ή η συμμετοχή (holdίng) σε σχέση με την οποία καταβάλλο­ νται τα μερίσματα συνδέεται ουσιαστικά με μόνιμη εγκα­ τάσταση ή καθορισμένη βάση που βρίσκεται σ' αυτό το άλλο Κράτος, ούτε μπορεί να υπαγάγει τα μη διανεμόμε­ να κέρδη σε φόρο επί μη διανεμόμενων κερδών, ακόμη και αν τα καταβαλλόμενα μερίσματα ή τα μη διανεμόμενα κέρδη αποτελούνται εν όλω ή εν μέρει από κέρδη ή εισο­ δήματα που προκύπτουν σ' αυτό το άλλο Κράτος.

Άρθρο 11ΤΟΚΟΙΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τόκοι που προκύπτουν σ' ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορούν να φορολογούνται σ' αυτό το άλλο Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εντούτοις, αυτοί οι τόκοι μπορούν επίσης να φορο­ λογούνται στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύ­ πτουν και σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά αν ο εισπράττων είναι ο δικαιούχος των τόκων, ο φό­ ρος που επιβάλλεται κατ' αυτόν τον τρόπο δεν υπερβαίνει το 5% του ακαθάριστου ποσού των τόκων. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Κρατών καθορίζουν με αμοι­ βαία συμφωνία το τρόπο εφαρμογής αυτού του περιορι­ σμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο όρος «τόκοι» όπως χρησιμοποιείται σ' αυτό το Άρ­ θρο υποδηλώνει εισόδημα από απαιτήσεις από χρέη κά­ θε είδους είτε εξασφαλίζονται με υποθήκη ή όχι, είτε πα­ ρέχουν ή όχι δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη του οφει­ λέτη, και ιδιαίτερα, εισόδημα από κρατικά χρεόγραφα και εισόδημα από ομολογίες με ή χωρίς ασφάλεια, περιλαμ­ βανομένων των δώρων (premίums) και βραβείων που συ­ νεπάγονται τέτοιου είδους χρεόγραφα και ομολογίες κα­ θώς επίσης και οιοδήποτε εισόδημα που έχει την ίδια φο­ ρολογική μεταχείριση με εισόδημα από δάνειο σύμφωνα με τους νόμους του Συμβαλλόμενου Κράτους στο οποίο προκύπτει το εν λόγω εισόδημα αλλά δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε εισόδημα το οποίο θεωρείται ως μέρισμα σύμφωνα με το Άρθρο 10. Πρόστιμα για καθυστερημένη πληρωμή δεν θα θεωρούνται τόκοι για τους σκοπούς αυ­ τού του Άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις των παραγράφων 1και 2 δεν έχουν εφαρ­ μογή αν ο δικαιούχος των τόκων, που είναι κάτοικος του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, διεξάγει εργασίες στο άλ­ λο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν οι τό­ κοι, μέσω μόνιμης εγκατάστασης σ' αυτό ή παρέχει στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρεσίες από καθορισμένη βάση που βρίσκεται σ' αυτό και η απαίτηση χρέους σε σχέση με την οποία καταβάλ­ λονται οι τόκοι συνδέεται ουσιαστικά μ' αυτήν την μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σ' αυτή τη περί­ πτωση, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14, ανάλογα με την περίπτωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Τόκοι θεωρούνται ότι προκύπτουν σ' ένα Συμβαλλό­ μενο Κράτος όταν ο καταβάλλων είναι το ίδιο αυτό το Κράτος, μια πολιτική υποδιαίρεση, τοπική αρχή ή κάτοι­ κος αυτού του Κράτους. Αν, όμως, το πρόσωπο που κα­ ταβάλλει τους τόκους, ανεξάρτητα αν είναι ή όχι κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, έχει σε ένα Συμβαλλόμε­ νο Κράτος μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση σε σχέση με την οποία προέκυψε η οφειλή για την οποία κα­ ταβάλλονται οι τόκοι, και αυτοί οι τόκοι βαρύνουν αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση, τότε αυτοί οι τόκοι θεωρούνται ότι προκύπτουν στο Κράτος που βρί­ σκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η καθορισμένη βάση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Σε περίπτωση που, λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του καταβάλλοντα και του δικαιούχου ή μεταξύ αυτών και κά­ ποιου άλλου προσώπου, το ποσό των τόκων, λαμβανομέ­ νης υπόψη της απαίτησης από το χρέος για την οποία κα­ ταβάλλονται, υπερβαίνει το ποσό το οποίο θα είχε συμ­ φωνηθεί μεταξύ του καταβάλλοντα και του δικαιούχου ελλείψει μιας τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις αυτού του Άρ­ θρου έχουν εφαρμογή μόνο στο τελευταίο αναφερθέν ποσόν. Σ' αυτή τη περίπτωση, το υπερβάλλον μέρος των πληρωμών φορολογείται σύμφωνα με τους νόμους του καθενός Συμβαλλόμενου Κράτους, λαμβανομένων υπό­ ψη και των λοιπών διατάξεων της παρούσας Σύμβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι διατάξεις αυτού του Άρθρου δεν εφαρμόζονται εάν η απαίτηση από χρέος σε σχέση με την οποία οι τόκοι καταβάλλονται δημιουργήθηκε ή εκχωρήθηκε κυρίως με σκοπό την απόκτηση των πλεονεκτημάτων αυτού του Άρ­ θρου και όχι για καθαρά (bonafίde) εμπορικούς σκοπούς.

Άρθρο 12ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Δικαιώματα που προκύπτουν σ' ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και καταβάλλονται σε κάτοικο του άλλου Συμ­ βαλλόμενου Κράτους μπορούν να φορολογούνται σ' αυ­ τό το άλλο Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τέτοια δικαιώματα μπορούν, όμως, να φορολογού­ νται επίσης στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύ­ πτουν και σύμφωνα με τους νόμους αυτού του Κράτους, αλλά αν ο εισπράττων είναι ο δικαιούχος των δικαιωμά­ των, ο φόρος που επιβάλλεται κατ' αυτόν τον τρόπο δεν υπερβαίνει το 5% του ακαθάριστου ποσού των δικαιωμά­ των. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών ρυθμί­ ζουν με αμοιβαία συμφωνία τον τρόπο εφαρμογής αυτού του περιορισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο όρος «δικαιώματα» όπως χρησιμοποιείται σ' αυτό το Άρθρο σημαίνει: πληρωμές κάθε είδους που εισπράττονται ως αντάλ­ λαγμα για τη χρήση, ή το δικαίωμα χρήσης, οποιουδήπο­ τε δικαιώματος αναπαραγωγής, φιλολογικής, καλλιτεχνι­ κής ή επιστημονικής εργασίας, (περιλαμβανομένων των κινηματογραφικών ταινιών, ή ταινιών, μαγνητοταινιών για τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές ή άλλα μέσα ανα­ παραγωγής ή μετάδοση ή οποιουδήποτε άλλου μέσου για ηχητική ή τηλεοπτική αναπαραγωγή) οιασδήποτε ευ­ ρεσιτεχνίας, εμπορικού σήματος, σχεδίου ή προτύπου, μηχανολογικού σχεδίου, μυστικού τύπου ή διαδικασίας παραγωγής, ή για τη χρήση, ή το δικαίωμα χρήσης, βιο­ μηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού, ή για πληροφορίες που αφορούν σε βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική εμπειρία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν έχουν εφαρμογή αν ο δικαιούχος των δικαιωμάτων, όντας κά­ τοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, διεξάγει εργασίες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο προκύπτουν τα δικαιώματα, μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκε­ ται σ' αυτό, ή παρέχει σ' αυτό το άλλο Κράτος ανεξάρτη­ τες προσωπικές υπηρεσίες από καθορισμένη βάση που βρίσκεται σ' αυτό, και το δικαίωμα ή η περιουσία σε σχέ­ ση με την οποία καταβάλλονται τα δικαιώματα συνδέεται ουσιαστικά με αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορι­ σμένη βάση. Σ' αυτή τη περίπτωση έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 7 ή του άρθρου 14, ανάλογα με την περίπτωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Δικαιώματα θεωρούνται ότι προκύπτουν σ' ένα Συμ­ βαλλόμενο Κράτος αν ο καταβάλλων είναι αυτό το ίδιο το Κράτος, μια πολιτική υποδιαίρεση, μια τοπική αρχή ή κά­ τοικος αυτού του Κράτους. Αν, όμως, το πρόσωπο που καταβάλλει τα δικαιώματα, ανεξάρτητα αν είναι ή όχι κά­ τοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, έχει σ' ένα Συμ­ βαλλόμενο Κράτος μόνιμη εγκατάσταση ή καθορισμένη βάση σε σχέση με την οποία προέκυψε η υποχρέωση κα­ ταβολής των δικαιωμάτων, και τα δικαιώματα αυτά βαρύ­ νουν τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση, τό­ τε τα εν λόγω δικαιώματα θεωρούνται ότι προκύπτουν στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο βρίσκεται η μόνιμη εγκατάσταση ή η καθορισμένη βάση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Σε περίπτωση που, λόγω ειδικής σχέσης μεταξύ του καταβάλλοντα και του δικαιούχου ή μεταξύ αυτών των δύο και κάποιου άλλου προσώπου, το ποσόν των δικαιω­ μάτων, λαμβανομένης υπόψη της χρήσης ή του δικαιώ­ ματος χρήσης ή των πληροφοριών για τα οποία καταβάλ­ λονται τα δικαιώματα, υπερβαίνει το ποσό το οποίο θα εί­ χε συμφωνηθεί μεταξύ του καταβάλλοντα και του δικαιούχου ελλείψει μιας τέτοιας σχέσης, οι διατάξεις του παρόντος Άρθρου έχουν εφαρμογή μόνο στο τελευταίο μνημονευόμενο ποσόν. Σ' αυτή τη περίπτωση, το υπερ­ βάλλον μέρος της καταβολής φορολογείται σύμφωνα με τους νόμους του καθενός Συμβαλλόμενου Κράτους, λαμ­ βανομένων υπ' όψη και των λοιπών διατάξεων της παρού­ σας Σύμβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι διατάξεις αυτού του Άρθρου δεν θα έχουν εφαρ­ μογή αν το δικαίωμα ή η περιουσία λόγω των οποίων προ­ κύπτουν τα δικαιώματα δημιουργήθηκε ή εκχωρήθηκε κυ­ ρίως με σκοπό την απόκτηση των πλεονεκτημάτων αυτού του Άρθρου και όχι για καθαρά ( bonafίde) εμπορικούς σκοπούς.

Άρθρο 13ΩΦΕΛΕΙΑ ΑΠΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ωφέλεια που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλό­ μενου Κράτους από την εκποίηση ακίνητης περιουσίας που αναφέρεται στο άρθρο 6 και βρίσκεται στο άλλο Συμ­ βαλλόμενο Κράτος μπορεί να φορολογείται σ' αυτό το άλ­ λο Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ωφέλεια που αποκτήθηκε από κάτοικο ενός Συμβαλ­ λόμενου Κράτους από την εκποίηση μετοχών οι οποίες προέρχονται περισσότερο από 50% της άξιας τους άμε­ σα ή έμμεσα από κινητή περιούσια η οποία βρίσκεται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ωφέλεια, άλλη από αυτή που αναφέρεται στην παρά­ γραφο 2, από την εκποίηση κινητής περιουσίας ή οποία αποτελεί μέρος της επαγγελματικής περιουσίας μιας μό­ νιμης εγκατάστασης την οποία επιχείρηση του ενός Συμ­ βαλλόμενου Κράτους διατηρεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος ή κινητής περιουσίας η οποία αποδίδεται σε μια καθορισμένη βάση την οποία κάτοικος ενός Συμβαλλόμε­ νου Κράτους διατηρεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για το σκοπό της άσκησης ανεξάρτητων προσωπικών υπηρεσιών, περιλαμβανομένων τέτοιων κερδών από την εκποίηση μιας τέτοιας μόνιμης εγκατάστασης (μόνη ή μα­ ζί με ολόκληρη την επιχείρηση) ή μιας καθορισμένης βά­ σης, μπορεί να φορολογηθεί σε αυτό το άλλο Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ωφέλεια από την εκποίηση πλοίων ή αεροσκαφών που εκτελούν διεθνείς μεταφορές ή κινητής περιουσίας που συνδέεται με την εκμετάλλευση τέτοιων πλοίων ή αε­ ροσκαφών, φορολογείται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κρά­ τος, στο οποίο τα κέρδη από την εκμετάλλευση των εν λό­ γω πλοίων ή αεροσκαφών φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 8.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Κέρδη από την εκποίηση οποιασδήποτε περιουσίας εκτός από εκείνη που αναφέρεται στις προηγούμενες πα­ ραγράφους του Άρθρου αυτού, φορολογείται μόνο στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο είναι κάτοικος ο εκποι­ ών την περιουσία. Στην περίπτωση κατά την οποία ο εκ­ ποιών ήταν κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών που προη­ γούνται του έτους της εκποίησης της περιουσίας, τότε τα κέρδη μπορούν επίσης να φορολογηθούν στο άλλο Συμ­ βαλλόμενο Κράτος.

Άρθρο 14ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Εισόδημα που αποκτά κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έναντι επαγγελματικών υπηρεσιών ή άλλων δραστηριοτήτων ανεξάρτητου χαρακτήρα φορολογού­ νται μόνο σ' αυτό το Κράτος εκτός αν διατηρεί κατά συ­ νήθη τρόπο μια καθορισμένη βάση στο άλλο Συμβαλλό­ μενο Κράτος για τον σκοπό άσκησης των δραστηριοτή­ των του. Αν έχει μια τέτοια καθορισμένη βάση, το εισόδημα μπορεί να φορολογείται στο άλλο Συμβαλλόμε­ νο Κράτος αλλά μόνο κατά το τμήμα εκείνο που αποδίδε­ ται σ' αυτήν την καθορισμένη βάση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο όρος «επαγγελματικές υπηρεσίες» περιλαμβάνει ιδιαίτερα ανεξάρτητες επιστημονικές, φιλολογικές, καλ­ λιτεχνικές, εκπαιδευτικές ή διδακτικές δραστηριότητες καθώς επίσης και τις ανεξάρτητες δραστηριότητες ια­ τρών, δικηγόρων, μηχανικών, αρχιτεκτόνων, οδοντιά­ τρων και λογιστών.

Άρθρο 15ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 16, 18, 19 και 21 μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοι­ βές που αποκτά κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους για εξαρτημένη απασχόληση φορολογούνται μόνο σ' αυ­ τό το Κράτος εκτός αν η απασχόληση ασκείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος. Αν η απασχόληση ασκείται έτσι η αμοιβή που αποκτάται από αυτήν μπορεί να φορολογείται στο άλλο Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1, αμοιβή που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους έναντι εξαρτημένης απασχόλησης που ασκείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος φορολογείται μόνο στο πρώτο μνημονευόμενο Κράτος εάν: α) ο δικαιούχος της αμοιβής βρίσκεται στο άλλο Κράτος για περίοδο ή περιόδους που δεν υπερβαίνουν συνολικά τις 183 μέρες σε οποιαδήποτε περίοδο 12 μηνών που αρ­ χίζει ή τελειώνει στο οικείο οικονομικό έτος αυτού του άλ­ λου Κράτους, και β) η αμοιβή καταβάλλεται από, ή για λογαριασμό, εργο­ δότη που δεν είναι κάτοικος του άλλου Κράτους, και γ) η αμοιβή δεν βαρύνει μόνιμη εγκατάσταση ή καθορι­ σμένη βάση που έχει ο εργοδότης στο άλλο Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις αυτού του Άρθρου, αμοιβή που αποκτάται από εξαρτημένη απα­ σχόληση που ασκείται σε πλοίο ή αεροσκάφος από δρα­ στηριότητες σε διεθνείς μεταφορές, μπορεί να φορολο­ γείται στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο τα κέρδη ενός τέτοιου πλοίου ή αεροσκάφους φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 8.

Άρθρο 16ΑΜΟΙΒΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΩΝ

Αμοιβές διευθυντών και άλλες παρόμοιες πληρωμές που καταβάλλονται σε κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους υπό την ιδιότητα του ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου μιας εταιρείας που είναι κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους μπορεί να φορολογούνται σ' αυτό το άλλο Κράτος.

Άρθρο 17ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΕΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15, εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμε­ νου Κράτους ως πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες ψυχα­ γωγίας, όπως καλλιτέχνης θεάτρου, κινηματογράφου, ραδιοφώνου ή τηλεόρασης ή μουσικός ή ως αθλητής, από την άσκηση των προσωπικών δραστηριοτήτων του στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, μπορούν να φορολο­ γούνται σ' αυτό το άλλο Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν εισόδημα από την άσκηση προσωπικών δραστη­ ριοτήτων από πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες ψυχαγω­ γίας ή έναν αθλητή υπό την ιδιότητα του αυτή, δεν πε­ ριέρχεται στο πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες ψυχαγω­ γίας ή του αθλητή αλλά σε άλλο πρόσωπο, αυτό το εισόδημα μπορεί, ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρ­ θρων 7, 14 και 15, να φορολογείται στο Συμβαλλόμενο Κράτος στο οποίο ασκούνται οι δραστηριότητες του προ­ σώπου που παρέχει υπηρεσίες ψυχαγωγίας ή του αθλη­ τή.

Άρθρο 18ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΕΤΗΣΙΕΣ ΠΑΡΟΧΕΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με τις επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 του άρ­ θρου 19, συντάξεις και άλλες παρόμοιες αμοιβές που κα­ ταβάλλονται σε κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Κρά­ τους για απασχόληση που πρόσφερε στο παρελθόν και οποιαδήποτε παροχή που καταβάλλεται σε αυτό τον κά­ τοικο φορολογούνται μόνο στο Κράτος αυτό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

O όρος «παροχή», σημαίνει ορισμένο ποσό που κατα­ βάλλεται περιοδικώς κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα εφ' όρου ζωής ή κατά την διάρκεια ενός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος συνέπεια αναληφθείσας υποχρέ­ ωσης για την πραγματοποίηση των καταβολών αυτών έναντι επαρκούς και πλήρους χρηματικού ανταλλάγμα­ τος ή ανταλλάγματος το οποίο αποτιμάται σε χρήμα.

Άρθρο 19ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α) Μισθοί, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοιβές, εκτός από σύνταξη, που καταβάλλονται από ένα Συμβαλ­ λόμενο Κράτος ή μία πολιτική υποδιαίρεση ή μια τοπική αρχή αυτού σ' ένα φυσικό πρόσωπο έναντι υπηρεσιών που παρασχέθηκαν προς το Κράτος αυτό ή προς την υπο­ διαίρεση ή προς την τοπική αρχή φορολογούνται μόνο σ' αυτό το Κράτος. β) Εντούτοις, αυτοί οι μισθοί, ημερομίσθια και άλλες πα­ ρόμοιες αμοιβές φορολογούνται μόνο στο άλλο Συμβαλ­ λόμενο Κράτος αν οι υπηρεσίες παρέχονται μέσα στο Κράτος αυτό και το φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος αυ­ τού του Κράτους και: ί) είναι υπήκοος αυτού του Κράτους, ή ίίί) δεν έγινε κάτοικος αυτού του Κράτους αποκλειστικά και μόνο για το σκοπό παροχής των υπηρεσιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Οποιαδήποτε σύνταξη που καταβάλλεται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή μία πολιτική υποδιαίρεση ή από τοπική αρχή αυτού ή από ταμεία που συστάθηκαν από αυ­ τά, σ' ένα φυσικό πρόσωπο για υπηρεσίες που παρασχέ­ θηκαν προς το Κράτος αυτό ή προς την υποδιαίρεση ή προς την τοπική αρχή φορολογείται μόνο σ' αυτό το Κρά­ τος. β) Μια τέτοια σύνταξη όμως, φορολογείται μόνο στο άλ­ λο Συμβαλλόμενο Κράτος αν το φυσικό πρόσωπο είναι υπήκοος και κάτοικος του Κράτους αυτού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διατάξεις των άρθρων 15, 16, 17 και 18 εφαρμόζο­ νται σε μισθούς, ημερομίσθια και άλλες παρόμοιες αμοι­ βές και συντάξεις για υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σε σχέση με επιχειρηματική δραστηριότητα που διεξάγεται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος ή πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτού.

Άρθρο 20ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ

Χρηματικά ποσά, τα οποία σπουδαστής ή μαθητευό­ μενος ο οποίος είναι ή ήταν αμέσως πριν από την μετά­ βασή του σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, κάτοικος του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, και ο οποίος βρίσκεται στο πρώτο­μνημονευόμενο Συμβαλλόμενο Κράτος μόνο για το σκοπό της εκπαίδευσής του ή της εξάσκησής του, λαμβάνει για το σκοπό της συντήρησής του, της εκπαί­ δευσής του ή της εξάσκησής του, δεν φορολογoύνται σ' αυτό το Κράτος υπό την προϋπόθεση ότι τα χρηματικά αυτά ποσά προκύπτουν από πηγές εκτός του Κράτους αυτού.

Άρθρο 21ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΚΑΙ ΔΑΣΚΑΛΟΙΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Καθηγητής ή δάσκαλος ο οποίος επισκέπτεται ένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη για περίοδο που δεν θα υπερβαίνει τα δυο έτη με μοναδικό σκοπό τη διδασκα­ λία ή την εκπόνηση προηγμένης μελέτης (συμπεριλαμ­ βανομένης και της έρευνας) σε ένα πανεπιστήμιο, κο­ λέγιο ή άλλο αναγνωρισμένο ερευνητικό κέντρο σε αυ­ τό το Συμβαλλόμενο Κράτος και ο οποίος ήταν αμέσως πριν την επίσκεψη αυτή κάτοικος του άλλου Συμβαλλό­ μενου Κράτους θα εξαιρείται από τη φορολογία στο πρώτο μνημονευόμενο Συμβαλλόμενο Κράτος για οποι­ αδήποτε αμοιβή λαμβάνει για την διδασκαλία ή την έρευνα για μια περίοδο που δεν θα υπερβαίνει τα δυο έτη από την ημερομηνία της πρώτης επίσκεψης σε αυ­ τό το Συμβαλλόμενο Κράτος για το σκοπό αυτό. Τα άτο­ μα που καλύπτονται από το Άρθρο αυτό έχουν δικαίω­ μα να κάνουν χρήση των ευεργετικών διατάξεων του μόνο μια φορά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι προηγούμενες διατάξεις του Άρθρου αυτού δεν θα έχουν εφαρμογή στην αποζημίωση που λαμβάνει ένας κα­ θηγητής ή ένας δάσκαλος για την εκπόνηση έρευνας εάν η έρευνα αυτή γίνεται κυρίως για προσωπικό όφελος ενός συγκεκριμενου προσώπου ή προσώπων.

Άρθρο 22ΑΛΛΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Εισοδήματα κατοίκου ενός Συμβαλλόμενου Κρά­ τους, οπουδήποτε και αν προκύπτουν, η φορολογική με­ ταχείριση των οποίων δεν ρυθμίζεται με τα προηγούμενα άρθρα αυτής της Σύμβασης φορολογούνται μόνο στο Κράτος αυτό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται επί εισοδήματος, με εξαίρεση το εισόδημα από ακίνητη περιουσία όπως ορίζεται στη παράγραφο 2 του άρθρου 6, αν ο δικαιούχος αυτού του εισοδήματος όντας κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, διεξάγει επιχειρηματική δραστηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος μέσω μόνιμης εγκατάστασης που βρίσκεται σ' αυτό, ή ασκεί σ' αυτό το άλλο Κράτος ανεξάρτητες προσωπικές υπηρε­ σίες από μια καθορισμένη βάση που βρίσκεται σ' αυτό, και το δικαίωμα ή η περιουσία σε σχέση με την οποία κατα­ βάλλεται το εισόδημα συνδέεται ουσιαστικά με αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση ή την καθορισμένη βάση. Σε μια τέ­ τοια περίπτωση εφαρμόζονται οι διατάξεις του Άρθρου 7 ή του Άρθρου 14, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 23ΔΙΑΦΟΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΕΧΟΥΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΕ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΥΠΕΡΑΚΤΙΕΣ (OFFSHORE) ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις αυτού του Άρθρου έχουν ισχύ ανεξάρ­ τητα από κάθε άλλη διάταξη αυτής της Σύμβασης όπου οι δραστηριότητες (σε αυτό το άρθρο ονομάζονται «σχετι­ κές δραστηριότητες»)διεξάγονται υπεράκτια σχετικά με την εξερεύνηση ή εκμετάλλευση της υφαλοκρηπίδας και του υπεδάφους και τους φυσικούς πόρους που βρίσκο­ νται σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους η οποία διεξάγει σχετικές δραστηριότητες στο άλλο Συμ­ βαλλόμενο Κράτος θα, υπό την επιφύλαξη της παραγρά­ φου 3, θεωρείται ότι διεξάγει εργασίες σε αυτό το άλλο Κράτος διαμέσου μιας μόνιμης εγκατάστασης η οποία βρίσκεται σε αυτό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Σχετικές δραστηριότητες οι οποίες διεξάγονται από μια επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος για περίοδο ή περιόδους οι οποί­ ες δεν υπερβαίνουν αθροιζόμενες τις 30 ημέρες μέσα σε οποιαδήποτε 12 μήνη περίοδο δεν θα θεωρείται ότι συνι­ στούν μόνιμη εγκατάσταση μέσω της οποίας διεξάγονται αυτές οι δραστηριότητες. Για τους σκοπούς της παρα­ γράφου αυτής: α) Όταν επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους διε­ ξάγει σχετικές δραστηριότητες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος συνδέεται με άλλη επιχείρηση η οποία διεξάγει ουσιαστικά παρόμοιες σχετικές δραστηριότητες σε αυτό η πρώτη επιχείρηση θα θεωρείται ότι διεξάγει καθ' ολο­ κληρίαν η ίδια τις δραστηριότητες της δεύτερης επιχεί­ ρησης, εκτός κατά το μέτρο που αυτές οι δραστηριότητες διεξάγονται ταυτόχρονα με τις δικές της δραστηριότη­ τες. β) μια επιχείρηση θεωρείται ότι συνδέεται με μια άλλη επιχείρηση εάν συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, έλεγχο ή κεφάλαιο της άλλης επιχείρησης ή εάν τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διοίκηση, έλεγχο ή κεφάλαιο και των δυο επιχειρήσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Κάτοικος ενός Συμβαλλόμενου Κράτους ο οποίος διε­ ξάγει σχετικές δραστηριότητες στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, οι οποίες είναι επαγγελματικές υπηρεσίες ή άλλες δραστηριότητες ανεξαρτήτου χαρακτήρα, θα θεωρούνται ότι ασκούν αυτές τις δραστηριότητες από μια καθορισμέ­ νη βάση σε αυτό το άλλο Κράτος. Σε κάθε περίπτωση, ει­ σόδημα αποκτώμενο από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σε σχέση με τέτοια δραστηριότητα η οποία ασκεί­ ται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος δεν θα υπόκειται σε φορολογία στο άλλο Κράτος εάν οι δραστηριότητες ασκούνται σε αυτό το άλλο Κράτος για μια περίοδο ή πε­ ριόδους οι οποίες δεν υπερβαίνουν συνολικά τις 30 ημέρες για οποιαδήποτε χρονική περίοδο δώδεκα μηνών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Μισθοί, ημερομίσθια και παρόμοιες αμοιβές που απο­ κτώνται από κάτοικο ενός Συμβαλλόμενου Κράτους σχε­ τικά με απασχόληση, η οποία συνδέεται με σχετική δρα­ στηριότητα στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος, στο μέτρο που η εργασία εκτελείται πέραν των θαλασσίων ακτών αυ­ τού του αλλού Κράτους, μπορούν να φορολογούνται σε αυτό το άλλο Κράτος.

Άρθρο 24ΑΠΑΛΟΙΦΗ ΤΗΣ ΔΙΠΛΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της εσωτερικής νομοθεσίας της Ελληνικής Δημοκρατίας αναφορικά με την έκπτωση ως πίστωση έναντι του ελληνικού φόρου, του φόρου που έχει καταβληθεί σε έδαφος εκτός της Ελ­ ληνικής Δημοκρατίας (ο οποίος δεν θα επηρεάζει τη βα­ σική αρχή του παρόντος): α) Ο Ιρλανδικός φόρος που καταβλήθηκε σύμφωνα με τους νόμους της Ιρλανδίας και σε συμφωνία με τη Σύμβα­ ση αυτή, είτε άμεσα ή ως αφαίρεση στα κέρδη, εισόδημα ή ωφέλεια από πηγές εντός της Ιρλανδίας (αποκλειομέ­ νου στη περίπτωση του μερίσματος του φόρου που κατα­ βάλλεται σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία το μέρισμα καταβάλλεται) θα αναγνωρίζεται ως πίστωση έναντι οιο­ δήποτε ελληνικού φόρου υπολογιζόμενου με βάση το ίδιο κέρδος, εισόδημα ή ωφέλεια αναφορικά με τα οποία υπο­ λογίσθηκε ο Ιρλανδικός φόρος. β) Στην περίπτωση που μέρισμα καταβλήθηκε από εται­ ρεία η οποία είναι κάτοικος της Ιρλανδίας σε μια εταιρεία η οποία είναι κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας και η οποία ελέγχει άμεσα ή έμμεσα το 10% (δέκα τοις εκατό) ή περισσότερο του δικαιώματος ψήφου της εταιρείας που καταβάλλει το μέρισμα, ή πίστωση θα λαμβάνει υπόψη (επιπρόσθετα του οποιοιδήποτε Ιρλανδικού φόρου που πιστώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγρά­ φου (α) αυτής της παραγράφου) τον Ιρλανδικό φόρο που καταβάλλεται από την εταιρεία σε σχέση με τα κέρδη από τα ποια καταβάλλεται το μέρισμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με την προϋπόθεση των διατάξεων των νόμων της Ιρ­ λανδίας αναφορικά με την αναγνώριση της έκπτωσης ως πίστωση έναντι του Ιρλανδικού φόρου, του φόρου που έχει καταβληθεί σε έδαφος εκτός Ιρλανδίας (ο οποίος δεν θα επηρεάζει τη βασική αρχή του παρόντος): α) Τον Ελληνικό φόρο που καταβλήθηκε σύμφωνα με νόμους της Ελληνικής Δημοκρατίας κα σε συμφωνία με ΦΕΚ 6409 τη Σύμβαση αυτή, είτε άμεσα ή ως αφαίρεση, στα κέρδη, εισόδημα ή ωφέλεια από πηγές εντός της Ελληνικής Δη­ μοκρατίας (αποκλειομένου σε περίπτωση μερίσματος του φόρου που καταβάλλεται όσον αφορά τα κέρδη από τα οποία το μέρισμα καταβάλλεται) θα αναγνωρίζεται ως πίστωση έναντι οιονδήποτε Ιρλανδικού φόρου υπολογι­ ζόμενου με βάση το ίδιο κέρδος, εισόδημα ή ωφέλεια με βάση τα οποία υπολογίσθηκε ο Ελληνικός φόρος. β) Στη περίπτωση που μέρισμα καταβλήθηκε από εται­ ρεία η οποία είναι κάτοικος της Ελληνικής Δημοκρατίας, σε μια εταιρεία η οποία είναι κάτοικος της Ιρλανδίας και η οποία ελέγχει άμεσα ή έμμεσα το 10% (δέκα τοις εκατό) ή περισσότερο του δικαιώματος ψήφου της εταιρείας που καταβάλει το μέρισμα, η πίστωση θα λαμβάνει υπόψη (επιπρόσθετα του οιονδήποτε Ελληνικού φόρου που πι­ στώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (α) αυτής της παραγράφου) τον Ελληνικό φόρο που κα­ ταβάλλεται από την εταιρεία σε σχέση με τα κέρδη από τα οποία καταβάλλεται το μέρισμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2 κέρδη, ει­ σόδημα και ωφέλεια που κατέχει κάτοικος του ενός Συμ­ βαλλόμενου Κράτους τα οποία μπορούν να φορολογη­ θούν στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος σύμφωνα με την Σύμβαση αυτή θα θεωρούνται ότι αποκτώνται από πηγές εντός αυτού του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Εάν σύμφωνα με τις όποιες διατάξεις της Σύμβασης αυτής εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο του ενός Συμβαλλόμενου Κράτους απαλλάσσεται του φόρου σε αυτό το Κράτος, αυτό το Κράτος μπορεί εντούτοις, κατά τον υπολογισμό του ποσού του φόρου επί του εναπομεί­ ναντος εισοδήματος αυτού του κατοίκου, να λάβει υπόψη στον υπολογισμό το απαλλασσόμενο εισόδημα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Όπου, με τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης, εισόδη­ μα ή ωφέλεια είναι μερικώς ή ολικώς απαλλασσόμενα του φόρου σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος και, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του άλλου Συμβαλλόμενου Κρά­ τους, ένα άτομο, όσον αφορά το αναφερόμενο εισόδημα ή ωφέλεια, είναι υποκείμενο στο φόρο σε σχέση με το πο­ σό το οποίο εμβάζεται ή λαμβάνεται σε αυτό το άλλο Κρά­ τος, και όχι σε σχέση με το συνολικό πόσο, τότε η απαλ­ λαγή που αναγνωρίζεται σύμφωνα με τη Σύμβαση αυτή στο πρώτο αναφερόμενο Κράτος θα εφαρμόζεται μόνο στο τμήμα του εισοδήματος ή ωφέλειας που εμβάζεται ή λαμβάνεται σε αυτό το άλλο Κράτος.

Άρθρο 25ΜΗ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Υπήκοοι ενός Συμβαλλόμενου Κράτους δεν υπόκει­ νται στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος σε οποιαδήποτε φο­ ρολογία ή οποιαδήποτε σχετική με αυτή διαδικασία, η οποία είναι διάφορη ή περισσότερο επαχθής από τη φο­ ρολογία και την σχετική διαδικασία στην οποία υπόκεινται ή μπορούν να υπαχθούν υπήκοοι αυτού του άλλου Κρά­ τους κάτω από τις ίδιες συνθήκες. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του Άρθρου 1, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται επί­ σης σε πρόσωπα τα οποία δεν είναι κάτοικοι του ενός ή και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η φορολογία επί μιας μόνιμης εγκατάστασης την οποία επιχείρηση ενός Συμβαλλόμενου Κράτους διατη­ ρεί στο άλλο Συμβαλλόμενο Κράτος δεν επιβάλλεται κα­ τά τρόπο λιγότερο ευνοϊκό σ' αυτό το άλλο Κράτος από τον τρόπο που επιβάλλεται η φορολογία επί επιχειρήσε­ ων αυτού του άλλου Κράτους που διεξάγουν τις ίδιες δραστηριότητες. Η διάταξη αυτή δεν ερμηνεύεται ότι υποχρεώνει ένα Συμβαλλόμενο Κράτος να χορηγεί σε κα­ τοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους οποιεσδή­ ποτε προσωπικές εκπτώσεις, απαλλαγές και μειώσεις για φορολογικούς σκοπούς λόγω προσωπικής κατάστασης ή οικογενειακών υποχρεώσεων τις οποίες χορηγεί στους δικούς του κατοίκους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εκτός των περιπτώσεων κατά τις οποίες οι διατάξεις της παραγράφου 1 του Άρθρου 9, της παραγράφου 6 ή 7 του Άρθρου 11, ή της παραγράφου 6 ή 7 του Άρθρου 12, εφαρμόζονται, τόκοι, δικαιώματα και άλλες πληρωμές που καταβάλλονται από μία επιχείρηση ενός Συμβαλλό­ μενου Κράτους σε κάτοικο του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, αναγνωρίζονται κατά τον υπολογισμό των φο­ ρολογητέων κερδών της εν λόγω επιχείρησης, ως έκπτω­ ση με τους ίδιους όρους σαν να είχαν καταβληθεί σε κά­ τοικο του πρώτου ­ μνημονευόμενου Κράτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Επιχειρήσεις ενός Συμβαλλόμενου Κράτους, των οποίων το κεφάλαιο εν όλω ή εν μέρει ανήκει ή ελέγχεται, άμεσα ή έμμεσα, από ένα ή περισσότερους κατοίκους του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους δεν υπόκεινται στο πρώ­ το μνημονευόμενο Κράτος σε οποιαδήποτε φορολογία ή οποιαδήποτε σχετική με αυτή διαδικασία η οποία είναι διάφορη ή περισσότερο επαχθής από τη φορολογία και τη σχετική διαδικασία στην οποία υπόκεινται ή μπορούν να υπαχθούν άλλες παρόμοιες επιχειρήσεις του πρώτου ­ μνημονευόμενου Κράτους.

Άρθρο 26ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΜΟΙΒΑΙΟΥ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αν ένα πρόσωπο θεωρεί ότι οι ενέργειες ενός ή και των δύο Συμβαλλομένων Κρατών έχουν ή θα έχουν γι' αυτό ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας η οποία δεν είναι σύμ­ φωνη με τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης, μπορεί, ανε­ ξάρτητα από τα μέσα θεραπείας που προβλέπονται από την εσωτερική νομοθεσία αυτών των Κρατών, να παρουσιάσει την υπόθεση του στην αρμόδια αρχή του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι κάτοικος ή, αν εφαρμόζεται γι' αυ­ τό το πρόσωπο η παράγραφος 1 του Άρθρου 24, της αρμό­ διας αρχής του Συμβαλλόμενου Κράτους του οποίου είναι υπήκοος. Η υπόθεση πρέπει να παρουσιαστεί μέσα σε τρία χρόνια από την πρώτη κοινοποίηση της πράξης η οποία έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας η οποία δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Σύμβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η αρμόδια αρχή προσπαθεί, αν η ένσταση θεωρηθεί απ' αυτήν ως βάσιμη και η ίδια δεν μπορεί να δώσει ικανο­ ποιητική λύση, να επιλύει τη διαφορά με αμοιβαία συμ­ φωνία με την αρμόδια αρχή του άλλου Συμβαλλόμενου Κράτους, με σκοπό την αποφυγή φορολογίας που δεν εί­ ναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Σύμβασης. Οποιαδήπο­ τε συμφωνία επιτευχθεί εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τις προθεσμίες που ορίζονται στην εσωτερική νομοθεσία των Συμβαλλομένων Κρατών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών προ­ σπαθούν να επιλύουν με αμοιβαία συμφωνία οποιεσδή­ ποτε δυσχέρειες ή αμφιβολίες ανακύπτουν ως προς την ερμηνεία ή την εφαρμογή της Σύμβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών μπο­ ρούν να επικοινωνούν μεταξύ τους απευθείας, με σκοπό την επίτευξη μιας συμφωνίας κατά την έννοια των προη­ γούμενων παραγράφων.

Άρθρο 27ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών ανταλλάσσουν πληροφορίες οι οποίες είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της Σύμβασης ή των εσωτερικών νομοθεσιών των Συμβαλλομένων Κρατών σε σχέση με τους φόρους που καλύπτονται από τη Σύμβαση στο μέτρο που η φορολογία σύμφωνα με αυτές δεν είναι αντίθετη με τη Σύμβαση. Η ανταλλαγή πληροφοριών δεν περιορίζεται από το Άρθρο 1. Όλες οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται θεωρούνται ως απόρρητες κατά τον ίδιο τρόπο όπως οι πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία του Κράτους αυτού και απο­ καλύπτονται μόνο σε πρόσωπα ή αρχές (συμπεριλαμβα­ νομένων δικαστηρίων και διοικητικών οργάνων) που σχε­ τίζονται με τη βεβαίωση ή είσπραξη, την αναγκαστική εκτέ­ λεση ή δίωξη, ή την εκδίκαση προσφυγών, αναφορικά με τους φόρους που καλύπτονται από τη Σύμβαση. Τα πρό­ σωπα αυτά ή οι αρχές χρησιμοποιούν τις πληροφορίες μό­ νο για τους ως άνω σκοπούς. Μπορούν να αποκαλύπτουν τις πληροφορίες στο δικαστήριο κατά την έπ' ακροατηρίω διαδικασία ή σε δικαστικές αποφάσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σε καμία περίπτωση οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν ερμηνεύονται ότι επιβάλλουν σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος την υποχρέωση: α) να λαμβάνει διοικητικά μέτρα αντίθετα με τη νομοθε­ σία και τη διοικητική πρακτική αυτού ή του άλλου Συμ­ βαλλόμενου Κράτους. β) να παρέχει πληροφορίες που δεν μπορούν ν' απο­ κτηθούν σύμφωνα με τη νομοθεσία ή κατά τη συνήθη πρακτική της διοίκησης αυτού ή του άλλου Συμβαλλόμε­ νου Κράτους. γ) να παρέχει πληροφορίες που να αποκαλύπτουν οποι­ οδήποτε συναλλακτικό, επιχειρηματικό, βιομηχανικό, εμπορικό ή επαγγελματικό απόρρητο ή παραγωγική δια­ δικασία, ή πληροφορία, η αποκάλυψη των οποίων θα ήταν αντίθετη με κανόνα δημόσιας τάξης (ordre publίc).

Άρθρο 28ΜΕΛΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΙ

ΠΡΟΞΕΝΙΚΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Τίποτα σ' αυτή τη Σύμβαση δεν επηρεάζει τα φορολογι­ κά προνόμια των μελών των διπλωματικών ή των προξενι­ κών αποστολών τα οποία προβλέπονται από τους γενι­ κούς κανόνες του διεθνούς δικαίου ή από διατάξεις ειδι­ κών συμφωνιών.

Άρθρο 29ΘΕΣΗ ΣΕ ΙΣΧΥΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το καθένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη γνωστοποιεί στο άλλο την ολοκλήρωση των εσωτερικών νομικών δια­ δικασιών για τη θέση σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αυτή η Σύμβαση θα έχει εφαρμογή κατά την ημερο­ μηνία λήψης των γνωστοποιήσεων οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 και οι διατάξεις της θα έχουν ισχύ: α) Στην Ελληνική Δημοκρατία: ί) αναφορικά με εισόδημα που αποκτάται κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο η Σύμβαση τέθηκε σε ισχύ. ίί) αναφορικά με παρακρατούμενους στην πηγή φό­ ρους κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο η Σύμβαση τέθηκε σε ισχύ. β) Στην Ιρλανδία: ί) αναφορικά με φόρους εισοδήματος και φόρους από ωφέλεια από κεφάλαιο για οποιαδήποτε έτος κτήσης το οποίο αρχίζει κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρί­ ου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο η Σύμβαση τέθηκε σε ισχύ. ίί) αναφορικά με τον εταιρικό φόρο για οποιοδήποτε οι­ κονομικό έτος που αρχίζει κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί το έτος κατά το οποίο η Σύμβαση τέθηκε σε ισχύ.

Άρθρο 30ΛΗΞΗΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παρούσα Σύμβαση παραμένει σε ισχύ μέχρι να κα­ ταγγελθεί από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος. Καθένα από τα Συμβαλλόμενα Κράτη μπορεί να καταγγείλει αυτή την Σύμβαση, σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή μετά τη συ­ μπλήρωση πέντε ετών από την ημερομηνία κατά την οποία η Σύμβαση τέθηκε σε ισχύ με την προϋπόθεση ότι θα δοθεί έγγραφη γνωστοποίηση της λήξης τουλάχιστον έξι μήνες πριν μέσω διπλωματικής οδού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σ' αυτή τη περίπτωση, η Σύμβαση παύει να έχει εφαρ­ μογή: α) Στην Ελληνική Δημοκρατία: ί) αναφορικά με τους φόρους που παρακρατούνται στην πηγή, σε εισόδημα που αποκτάται κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί την περίοδο που ορίζεται στην αναφερό­ μενη γνωστοποίηση της καταγγελίας για παύση της Σύμ­ βασης. ίί) αναφορικά με τους λοιπούς φόρους, εισόδημα που αποκτάται κατά το φορολογικό έτος που αρχίζει κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του ημερολογια­ κού έτους που ακολουθεί την ημερομηνία κατά την οποία λήγει η περίοδος που ορίζεται στην αναφερόμενη γνω­ στοποίηση της καταγγελίας για παύση β) Στην Ιρλανδία: ί) αναφορικά με φόρο εισοδήματος και φόρο από ωφε­ λεία κεφαλαίου, για οποιοδήποτε έτος βεβαίωσης που αρχίζει ή τελειώνει κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Ια­ νουαρίου κατά το ημερολογιακό έτος που ακολουθεί την ημέρα που ακολουθεί την ημερομηνία κατά την οποία λή­ γει η ως άνω γνωστοποίηση. ίί) αναφορικά με το εταιρικό φόρο, για οποιοδήποτε οι­ κονομικό έτος που αρχίζει κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί την ημερομηνία κατά την οποία λήγει η ως άνω γνωστο­ ποίηση. ΣΕ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ οι υπογεγραμμένοι, νόμιμα εξουσιοδοτημένοι για αυτό, υπέγραψαν αυτή τη Σύμβαση. Έγινε σε δυο αντίγραφα στην Αθήνα την 24 Νοεμβρίου του 2003 στην Ελληνική και Αγγλική γλώσσα, όλα τα κεί­ μενα είναι εξίσου αυθεντικά. Σε περίπτωση αμφιβολίας στη μετάφραση, το αγγλικό κείμενο υπερισχύει. Για την Κυβέρνηση Για την Κυβέρνηση της της Ελληνικής Δημοκρατίας Δημοκρατίας της Ιρλανδίας ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ MΑRGARET HENNESSY Υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Αmbassador Πρωτόκολλο Κατά την στιγμή της υπογραφής της Σύμβασης για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την αποτροπή της φοροδιαφυγής, μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ιρλανδίας, αναφορικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου, οι υπογεγραμμένοι συμφώνησαν ότι τα ακόλουθα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της Σύμβασης. Συμπληρωματικά στο Άρθρο 4 4. Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, ένα ανα­ γνωρισμένο συνταξιοδοτικό ταμείο που εδρεύει σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος θεωρείται κάτοικος του Κράτους αυτού. Σε επιβεβαίωση των ανωτέρω, οι υπογεγραμμένοι νόμι­ μα εξουσιοδοτημένοι γι' αυτό, υπέγραψαν αυτή την Σύμ­ βαση. Έγινε σε δυο πρωτότυπα στις 24 Noεμβρίου του 2003 στην Αγγλική και Ελληνική γλώσσα, κάθε κείμενο είναι εξί­ σου αυθεντικό, σε περίπτωση αμφιβολίας στη μετάφρα­ ση το Αγγλικό κείμενο υπερισχύει. Για την Κυβέρνηση Για την Κυβέρνηση της της Ελληνικής Δημοκρατίας Δημοκρατίας της Ιρλανδίας ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ MΑRGARET HENNESSY Υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Αmbassador CONVENΤION ΒEΤWEEN ΤHE HELLENIC REPUΒLIC AND IRELAND FOR ΤHE AVOIDANCE OF DOUΒLE ΤAXAΤION AND ΤHE PREVENΤION OF FISCAL EVASION WIΤH RESPECΤ ΤO ΤAXES ON INCOME AND CAPIΤAL GAINS Τhe Government of the Hellenίc Republίc and the Gov­ ernment of Ireland, desίrίng to conclude a Conventίon for the avoίdance of double taxatίon and the preventίon of fίs­ cal evasίon wίth respect to taxes on ίncome and capίtal gaίns, have agreed as follows: Artίcle 1 PERSONAL SCOPE Τhίs Conventίon shall apply to persons who are resίdents of one or both of the Contractίng States. Artίcle 2 ΤAXES COVERED 1. Τhίs Conventίon shall apply to taxes on ίncome and capίtal gaίns ίmposed by each Contractίng State, ίrre­ spectίve of the manner ίn whίch they are levίed. 2. Τhere shall be regarded as taxes on ίncome and cap­ ίtal gaίns all taxes ίmposed on total ίncome or on elements of ίncome, ίncludίng taxes on gaίns from the alίenatίon of movable or ίmmovable property, as well as taxes on capίtal apprecίatίon.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τhe exίstίng taxes to whίch thίs Conventίon shall apply are: (a) ίn the case of the Hellenίc Republίc: (ί) ίncome tax on ίndίvίduals; and (ίί) ίncome tax on legal persons (hereίnafter referred to as «Hellenίc tax»); (b) ίn the case of Ireland: (ί) the ίncome tax; (ίί) the corporatίon tax; and (ίίί) the capίtal gaίns tax; (hereίnafter referred to as «Irίsh tax»).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τhe Conventίon shall apply also to any ίdentίcal or substantίally sίmίlar taxes whίch are ίmposed after the date of sίgnature of the Conventίon ίn addίtίon to, or ίn place of, the exίstίng taxes. Τhe competent authorίtίes of the Con­ tractίng States shall notίfy each other of any substantίal changes whίch have been made ίn theίr respectίve taxatίon laws. Artίcle 3 GENERAL DEFINIΤIONS 1. For the purposes of thίs Conventίon, unless the con­ text otherwίse requίres: (a) the term «Hellenίc Republίc» comprίses the terrίtory of the Hellenίc Republίc ίncludίng ίts terrίtorίal sea as well as the part of the sea, the sea­bed and ίts subsoίl under the Medίterranean Sea, over whίch the Hellenίc Republίc, ίn accordance wίth ίts ίnternal legίslatίon and ίnternatίonal law, has sovereίgn rίghts for the purpose of exploratίon, extractίon or exploίtatίon of the natural resources of such areas; (b) the term «Ireland» ίncludes any area outsίde the ter­ rίtorίal waters of Ireland whίch, ίn accordance wίth ίnter­ natίonal law, has been or may hereafter be desίgnated un­ der the laws of Ireland concernίng the Contίnental Shelf, as an area wίthίn whίch the rίghts of Ireland wίth respect to the sea bed and subsoίl and theίr natural resources may be exercίsed; (c) the terms «Contractίng State», «one of the Contrac­ tίng States» and «the other Contractίng State» mean the Hellenίc Republίc or Ireland, as the context requίres; and the term «Contractίng States» means the Hellenίc Repub­ lίc and Ireland; (d) the term «person» ίncludes an ίndίvίdual, a company and any other body of persons; (e) the term «company» means any body corporate or any entίty whίch ίs treated as a body corporate for tax pur­ poses; (f) the terms «enterprίse of a Contractίng State» and «en­ terprίse of the other Contractίng State» mean respectίvely an enterprίse carrίed on by a resίdent of a Contractίng State and an enterprίse carrίed on by a resίdent of the oth­ er Contractίng State; (g) the term «ίnternatίonal traffίc» means any transport by a shίp or aίrcraft, except when the shίp or aίrcraft ίs oper­ ated solely between places ίn the other Contractίng State; (h) the term «a natίonal» means: (ί) ίn relatίon to the Hellenίc Republίc, any ίndίvίdual pos­ sessίng the natίonalίty of the Hellenίc Republίc and any le­ gal person, partnershίp and assocίatίon derίvίng ίts status as such from the laws of the Hellenίc Republίc; (ίί) ίn relatίon to Ireland, any cίtίzen of Ireland and any le­ gal person, assocίatίon or other entίty derίvίng ίts status as such from the laws ίn force ίn Ireland; (ί) the term «competent authorίty» means: (ί) ίn the case of the Hellenίc Republίc, the Mίnίster of Economy and Fίnance or hίs authorίsed representatίve; (ίί) ίn the case of Ireland, the Revenue Commίssίoners or theίr authorίsed representatίve. 2. As regards the applίcatίon of the Conventίon by a Con­ tractίng State, any term not defίned thereίn shall, unless the context otherwίse requίres, have the meanίng whίch ίt has under the laws of that State concernίng the taxes to whίch the Conventίon applίes. Artίcle 4 RESIDENΤ 1. For the purposes of thίs Conventίon, the term «resίdent of a Contractίng State» means any person who, under the laws of that State, ίs lίable to tax thereίn by reason of hίs domίcίle, resίdence, place of management or any other crί­ terίon of a sίmίlar nature. Βut thίs term does not ίnclude any person who ίs lίable to tax ίn that State ίn respect only of ίn­ come from sources ίn that State. 2. Where by reason of the provίsίons of paragraph 1 an ίndίvίdual ίs a resίdent of both Contractίng States, then hίs status shall be determίned as follows: (a) he shall be deemed to be a resίdent of the State ίn whίch he has a permanent home avaίlable to hίm; ίf he has a permanent home avaίlable to hίm ίn both States, he shall be deemed to be a resίdent only of the State wίth whίch hίs personal and economίc relatίons are closer (centre of vίtal ίnterests); (b) ίf the State ίn whίch he has hίs centre of vίtal ίnterests cannot be determίned, or ίf he has not a permanent home avaίlable to hίm ίn eίther State, he shall be deemed to be a resίdent only of the State ίn whίch he has an habίtual abode; (c) ίf he has an habίtual abode ίn both States or ίn neίther of them, he shall be deemed to be a resίdent only of the State of whίch he ίs a natίonal; (d) ίf he ίs a natίonal of both States or of neίther of them, the competent authorίtίes of the Contractίng States shall settle the questίon by mutual agreement. 3. Where by reason of the provίsίons of paragraph 1 a per­ son other than an ίndίvίdual ίs a resίdent of both Contrac­ tίng States, then ίt shall be deemed to be a resίdent only of the State ίn whίch ίts place of effectίve management ίs sίt­ uated. Artίcle 5 PERMANENΤ ESΤAΒLISHMENΤ 1. For the purposes of thίs Conventίon, the term «perma­ nent establίshment» means a fίxed place of busίness through whίch the busίness of an enterprίse ίs wholly or partly carrίed on. 2. Τhe term «permanent establίshment» ίncludes espe­ cίally: (a) a place of management; (b) a branch; (c) an offίce; (d) a factory; (e) a workshop; and (f) a mίne, an oίl or gas well, a quarry or any other place of extractίon of natural resources. 3. Τhe term «permanent establίshment» shall also ίn­ clude a buίldίng sίte, a constructίon, assembly or ίnstal­ latίon project, or supervίsory actίvίtίes ίn connectίon there­ wίth, but only ίf such buίldίng sίte, project or actίvίtίes last more than nίne months. 4. Notwίthstandίng the precedίng provίsίons of thίs Artί­ cle, the term «permanent establίshment» shall be deemed not to ίnclude: (a) the use of facίlίtίes solely for the purpose of storage, dίsplay or delίvery of goods or merchandίse belongίng to the enterprίse; (b) the maίntenance of a stock of goods or merchandίse belongίng to the enterprίse solely for the purpose of stor­ age, dίsplay or delίvery; (c) the maίntenance of a stock of goods or merchandίse belongίng to the enterprίse solely for the purpose of pro­ cessίng by another enterprίse; (d) the maίntenance of a fίxed place of busίness solely for the purpose of purchasίng goods or merchandίse, or of collectίng ίnformatίon, for the enterprίse; (e) the maίntenance of a fίxed place of busίness solely for the purpose of carryίng on, for the enterprίse, any other ac­ tίvίty of a preparatory or auxίlίary character; (f) the maίntenance of a fίxed place of busίness solely for any combίnatίon of actίvίtίes mentίoned ίn subparagraphs (a) to (e), provίded that the overall actίvίty of the fίxed place of busίness resultίng from thίs combίnatίon ίs of a preparatory or auxίlίary character.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Notwίthstandίng the provίsίons of paragraphs 1 and 2, where a person ­ other than an agent of an ίndependent status to whom paragraph 6 applίes ­ ίs actίng on behalf of an enterprίse and has, and habίtually exercίses, ίn a Con­ tractίng State an authorίty to conclude contracts ίn the name of the enterprίse, that enterprίse shall be deemed to have a permanent establίshment ίn that State ίn respect of any actίvίtίes whίch that person undertakes for the enter­ prίse, unless the actίvίtίes of such person are lίmίted to those mentίoned ίn paragraph 4 whίch, ίf exercίsed through a fίxed place of busίness, would not make thίs fίxed place of busίness a permanent establίshment under the provίsίons of that paragraph.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

An enterprίse shall not be deemed to have a perma­ nent establίshment ίn a Contractίng State merely because ίt carrίes on busίness ίn that State through a broker, gen­ eral commίssίon agent or any other agent of an ίndepen­ dent status, provίded that such persons are actίng ίn the ordίnary course of theίr busίness.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Τhe fact that a company whίch ίs a resίdent of a Con­ tractίng State controls or ίs controlled by a company whίch ίs a resίdent of the other Contractίng State, or whίch carrίes on busίness ίn that other State (whether through a perma­ nent establίshment or otherwίse), shall not of ίtself con­ stίtute eίther company a permanent establίshment of the other. Artίcle 6 INCOME FROM IMMOVAΒLE PROPERΤY 1. Income derίved by a resίdent of a Contractίng State from ίmmovable property (ίncludίng ίncome from agrί­ culture or forestry) sίtuated ίn the other Contractίng State may be taxed ίn that other State. 2. Τhe term «ίmmovable property» shall have the meanίng whίch ίt has under the law of the Contractίng State ίn whίch the property ίn questίon ίs sίtuated. Τhe term shall ίn any case ίnclude property accessory to ίmmovable property, lίvestock and equίpment used ίn agrίculture and forestry, rίghts to whίch the provίsίons of general law respectίng landed property apply, usufruct of ίmmovable property and rίghts to varίable or fίxed payments as consίderatίon for the workίng of, or the rίght to work, mίneral deposίts, sources and other natural resources; shίps, boats and aίrcraft shall not be regarded as ίmmovable property. 3. Τhe provίsίons of paragraph 1 shall apply to ίncome derίved from the dίrect use, lettίng or use ίn any other form of ίmmovable property. 4. Τhe provίsίons of paragraphs 1 and 3 shall also apply to the ίncome from ίmmovable property of an enterprίse and to ίncome from ίmmovable property used for the per­ formance of ίndependent personal servίces. Artίcle 7 ΒUSINESS PROFIΤS 1. Τhe profίts of an enterprίse of a Contractίng State shall be taxable only ίn that State unless the enterprίse carrίes on busίness ίn the other Contractίng State through a per­ manent establίshment sίtuated thereίn. If the enterprίse carrίes on busίness as aforesaίd, the profίts of the enter­ prίse may be taxed ίn the other State but only so much of them as ίs attrίbutable to that permanent establίshment. 2. Subject to the provίsίons of paragraph 3, where an en­ terprίse of a Contractίng State carrίes on busίness ίn the other Contractίng State through a permanent establίsh­ ment sίtuated thereίn, there shall ίn each Contractίng State be attrίbuted to that permanent establίshment the profίts whίch ίt mίght be expected to make ίf ίt were a dίstίnct and separate enterprίse engaged ίn the same or sίmίlar actίvί­ tίes under the same or sίmίlar condίtίons and dealίng whol­ ly ίndependently wίth the enterprίse of whίch ίt ίs a perma­ nent establίshment. 3. In determίnίng the profίts of a permanent establίsh­ ment, there shall be allowed as deductίons expenses whίch are ίncurred for the purposes of the permanent es­ tablίshment, ίncludίng executίve and general admίn­ ίstratίve expenses so ίncurred, whether ίn the State ίn whίch the permanent establίshment ίs sίtuated or else­ where. 4. Insofar as ίt has been customary ίn a Contractίng State to determίne the profίts to be attrίbuted to a permanent es­ tablίshment on the basίs of an apportίonment of the total profίts of the enterprίse to ίts varίous parts, nothίng ίn para­ graph 2 shall preclude that Contractίng State from deter­ mίnίng the profίts to be taxed by such an apportίonment as may be customary; the method of apportίonment adopted shall, however, be such that the result shall be ίn accor­ dance wίth the prίncίples contaίned ίn thίs Artίcle. 5. No profίts shall be attrίbuted to a permanent establίsh­ ment by reason of the mere purchase by that permanent establίshment of goods or merchandίse for the enterprίse. 6. For the purposes of the precedίng paragraphs, the profίts to be attrίbuted to the permanent establίshment shall be determίned by the same method year by year un­ less there ίs good and suffίcίent reason to the contrary. 7. Where profίts ίnclude ίtems of ίncome or gaίns from the alίenatίon of any property whίch are dealt wίth separately ίn other Artίcles of thίs Conventίon, then the provίsίons of those Artίcles shall not be affected by the provίsίons of thίs Artίcle. Artίcle 8 SHIPPING AND AIR ΤRANSPORΤ 1. Profίts derίved from the operatίon of shίps engaged ίn ίnternatίonal traffίc shall be taxable only ίn the Contractίng State ίn whίch the shίps are regίstered or by whίch they are documented. 2. Subject to the provίsίons of paragraph 1, ίncome de­ rίved by an enterprίse of a Contractίng State from the op­ eratίon of shίps ίn ίnternatίonal traffίc shall be taxable only ίn that Contractίng State. 3. Profίts derίved from the operatίon of aίrcraft ίn ίnter­ natίonal traffίc shall be taxable only ίn the Contractίng State ίn whίch the place of effectίve management of the enter­ prίse ίs sίtuated. 4. For the purposes of thίs Artίcle, profίts derίved from the operatίon of shίps or aίrcraft ίn ίnternatίonal traffίc ίnclude profίts derίved from the rental of shίps or aίrcraft ίf such shίps or aίrcraft are operated ίn ίnternatίonal traffίc by the lessee or ίf such rental profίts are ίncίdental to other profίts descrίbed ίn paragraphs 1,2 and 3. 5. Τhe provίsίons of paragraphs 1, 2 and 3 of thίs Artίcle shall also apply to profίts from the partίcίpatίon ίn a pool, a joίnt busίness or an ίnternatίonal operatίng agency. Artίcle 9 ASSOCIAΤED ENΤERPRISES 1. Where (a) an enterprίse of a Contractίng State partίcίpates dί­ rectly or ίndίrectly ίn the management, control or capίtal of an enterprίse of the other Contractίng State, or (b) the same persons partίcίpate dίrectly or ίndίrectly ίn the management, control or capίtal of an enterprίse of a Con­ tractίng State and an enterprίse of the other Contractίng State, and ίn eίther case condίtίons are made or ίmposed be­ tween the two enterprίses ίn theίr commercίal or fίnancίal relatίons whίch dίffer from those whίch would be made be­ tween ίndependent enterprίses, then any profίts whίch would, but for those condίtίons, have accrued to one of the enterprίses, but, by reason of those condίtίons have not so accrued, may be ίncluded ίn the profίts of that enterprίse and taxed accordίngly. 2. Where a Contractίng State ίncludes ίn the profίts of an enterprίse of that State ­ and taxes accordίngly ­ profίts on whίch an enterprίse of the other Contractίng State has been charged to tax ίn that other State and the profίts so ίn­ cluded are profίts whίch would have accrued to the enter­ prίse of the fίrst­mentίoned State ίf the condίtίons made be­ tween the two enterprίses had been those whίch would have been made between ίndependent enterprίses, then that other State shall make an approprίate adjustment to the amount of the tax charged thereίn on those profίts. In determίnίng such adjustment, due regard shall be had to the other provίsίons of thίs Conventίon and the competent authorίtίes of the Contractίng States shall ίf necessary con­ sult each other. Artίcle 10 DIVIDENDS 1. Dίvίdends paίd by a company whίch ίs a resίdent of a Contractίng State to a resίdent of the other Contractίng State may be taxed ίn that other State. 2. However, such dίvίdends may also be taxed ίn the Contractίng State of whίch the company payίng the dίvί­ dends ίs a resίdent and accordίng to the laws of that State, but ίf the recίpίent ίs the benefίcίal owner of the dίvίdends the tax so charged shall not exceed: (a) 5 per cent of the gross amount of the dίvίdends ίf the benefίcίal owner ίs a company whίch holds dίrectly at least 25 per cent of the votίng power of the company payίng the dίvίdends; (b) 15 per cent of the gross amount of the dίvίdends ίn all other cases. Τhe competent authorίtίes of the Contractίng States shall by mutual agreement settle the mode of applίcatίon of these lίmίtatίons. Τhίs paragraph shall not affect the taxatίon of the com­ pany ίn respect of the profίts out of whίch the dίvίdends are paίd. 3. Τhe term «dίvίdends» as used ίn thίs Artίcle means ίn­ come from shares or other rίghts, not beίng debt­claίms, and ίncludes any ίncome or dίstrίbutίon assίmίlated to ίn­ come from shares under the taxatίon laws of the Contrac­ tίng State of whίch the company payίng the dίvίdends or ίn­ come or makίng the dίstrίbutίon ίs a resίdent. 4. Τhe provίsίons of paragraphs 1 and 2 shall not apply ίf the benefίcίal owner of the dίvίdends, beίng a resίdent of a Contractίng State, carrίes on busίness ίn the other Con­ tractίng State of whίch the company payίng the dίvίdends ίs a resίdent, through a permanent establίshment sίtuated thereίn, or performs ίn that other State ίndependent per­ sonal servίces from a fίxed base sίtuated thereίn, and the holdίng ίn respect of whίch the dίvίdends are paίd ίs effec­ tίvely connected wίth such permanent establίshment or fίxed base. In such case the provίsίons of Artίcle 7 or Artί­ cle 14, as the case may be, shall apply. 5. Where a company whίch ίs a resίdent of a Contractίng State derίves profίts or ίncome from the other Contractίng State, that other State may not ίmpose any tax on the dίvί­ dends paίd by the company, except ίnsofar as such dίvί­ dends are paίd to a resίdent of that other State or ίnsofar as the holdίng ίn respect of whίch the dίvίdends are paίd ίs ef­ fectίvely connected wίth a permanent establίshment or a fίxed base sίtuated ίn that other State, nor subject the com­ pany's undίstrίbuted profίts to a tax on the company's undίstrίbuted profίts, even ίf the dίvίdends paίd or the undίstrίbuted profίts consίst wholly or partly of profίts or ίn­ come arίsίng ίn such other State. Artίcle 11 INΤERESΤ 1. Interest arίsίng ίn a Contractίng State and paίd to a res­ ίdent of the other Contractίng State may be taxed ίn that other State. 2. However, such ίnterest may also be taxed ίn the Con­ tractίng State ίn whίch ίt arίses and accordίng to the laws of that State, but ίf the recίpίent ίs the benefίcίal owner of the ίnterest the tax so charged shall not exceed 5 per cent of the gross amount of the ίnterest. Τhe competent authorίtίes of the Contractίng States shall by mutual agreement settle the mode of applίcatίon of thίs lίmίtatίon. 3. Τhe term «ίnterest», as used ίn thίs Artίcle, means ίn­ come from debt­claίms of every kίnd, whether or not se­ cured by mortgage, and whether or not carryίng a rίght to partίcίpate ίn the debtor's profίts, and ίn partίcular, ίncome from government securίtίes and ίncome from bonds or debentures, ίncludίng premίums and prίzes attachίng to such securίtίes, bonds or debentures as well as all other ίn­ come assίmίlated to ίncome from money lent by the laws of the State ίn whίch the ίncome arίses but does not ίnclude any ίncome whίch ίs treated as a dίvίdend under Artίcle 10. Penalty charges for late payment shall not be regarded as ίnterest for the purpose of thίs Artίcle. 4. Τhe provίsίons of paragraphs 1 and 2 shall not apply ίf the benefίcίal owner of the ίnterest, beίng a resίdent of a Contractίng State, carrίes on busίness ίn the other Con­ tractίng State ίn whίch the ίnterest arίses, through a per­ manent establίshment sίtuated thereίn, or performs ίn that other State ίndependent personal servίces from a fίxed base sίtuated thereίn, and the debt­claίm ίn respect of whίch the ίnterest ίs paίd ίs effectίvely connected wίth such permanent establίshment or fίxed base. In such case the provίsίons of Artίcle 7 or Artίcle 14, as the case may be, shall apply. 5. Interest shall be deemed to arίse ίn a Contractίng State when the payer ίs that State ίtself, a polίtίcal subdίvίsίon, a local authorίty or a resίdent of that State. Where, however, the person payίng the ίnterest, whether he ίs a resίdent of a Contractίng State or not, has ίn a Contractίng State a per­ manent establίshment or a fίxed base ίn connectίon wίth whίch the ίndebtedness on whίch the ίnterest ίs paίd was ίncurred, and such ίnterest ίs borne by such permanent es­ tablίshment or fίxed base, then such ίnterest shall be deemed to arίse ίn the State ίn whίch the permanent es­ tablίshment or fίxed base ίs sίtuated. 6. Where, by reason of a specίal relatίonshίp between the payer and the benefίcίal owner or between both of them and some other person, the amount of the ίnterest, havίng regard to the debt­claίm for whίch ίt ίs paίd, exceeds the amount whίch would have been agreed upon by the payer and the benefίcίal owner ίn the absence of such relatίon­ shίp, the provίsίons of thίs Artίcle shall apply only to the last­mentίoned amount. In such case, the excess part of the payments shall remaίn taxable accordίng to the laws of each Contractίng State, due regard beίng had to the other provίsίons of thίs Conventίon. 7. Τhe provίsίons of thίs Artίcle shall not apply ίf the debt­ claίm ίn respect of whίch the ίnterest ίs paίd was created or assίgned maίnly for the purpose of takίng advantage of thίs Artίcle and not for bona fίde commercίal reasons. Artίcle 12 ROYALΤIES 1. Royaltίes arίsίng ίn a Contractίng State and paίd to a resίdent of the other Contractίng State may be taxed ίn that other State. 2. However, such royaltίes may also be taxed ίn the Con­ tractίng State ίn whίch they arίse and accordίng to the law of that State, but ίf the recίpίent ίs the benefίcίal owner of the royaltίes the tax so charged shall not exceed 5 per cent of the gross amount of the royaltίes. Τhe competent authorίtίes of the Contractίng States shall by mutual agreement settle the mode of applίcatίon of thίs lίmίtatίon. 3. Τhe term «royaltίes», as used ίn thίs Artίcle, means pay­ ments of any kίnd receίved as a consίderatίon for the use of, or the rίght to use, any copyrίght of lίterary, artίstίc or scί­ entίfίc work (ίncludίng motίon pίctures or fίlms, recordίngs on tape or other medίa used for radίo or televίsίon broad­ castίng or other means of reproductίon or transmίssίon), any patent, trade mark, desίgn or model, plan, secret for­ mula or process, or for the use of, or the rίght to use, ίn­ dustrίal, commercίal or scίentίfίc equίpment, or for ίnfor­ matίon concernίng ίndustrίal, commercίal or scίentίfίc experίence. 4. Τhe provίsίons of paragraphs 1 and 2 shall not apply ίf the benefίcίal owner of the royaltίes, beίng a resίdent of a Contractίng State, carrίes on busίness ίn the other Con­ tractίng State ίn whίch the royaltίes arίse, through a per­ manent establίshment sίtuated thereίn, or performs ίn that other State ίndependent personal servίces from a fίxed base sίtuated thereίn, and the rίght or property ίn respect of whίch the royaltίes are paίd ίs effectίvely connected wίth such permanent establίshment or fίxed base. In such case the provίsίons of Artίcle 7 or Artίcle 14, as the case may be, shall apply. 5. Royaltίes shall be deemed to arίse ίn a Contractίng State where the payer ίs that State ίtself, a polίtίcal subdίvί­ sίon, a local authorίty or a resίdent of that State. Where, however, the person payίng the royaltίes, whether he ίs a resίdent of a Contractίng State or not, has ίn a Contractίng State a permanent establίshment or a fίxed base ίn con­ nectίon wίth whίch the oblίgatίon to pay the royaltίes was ίncurred and such royaltίes are borne by that permanent establίshment or fίxed base, then such royaltίes shall be deemed to arίse ίn the Contractίng State ίn whίch the per­ manent establίshment or fίxed base ίs sίtuated. 6. Where, by reason of a specίal relatίonshίp between the payer and the benefίcίal owner or between both of them and some other person, the amount of the royaltίes, havίng regard to the use, rίght or ίnformatίon for whίch they are paίd, exceeds the amount whίch would have been agreed upon by the payer and the benefίcίal owner ίn the absence of such relatίonshίp, the provίsίons of thίs Artίcle shall ap­ ply only to the last­mentίoned amount. In such case, the excess part of the payments shall remaίn taxable accord­ ίng to the laws of each Contractίng State, due regard beίng had to the other provίsίons of thίs Conventίon. 7. Τhe provίsίons of thίs Artίcle shall not apply ίf the rίght or property gίvίng rίse to the royaltίes was created or as­ sίgned maίnly for the purpose of takίng advantage of thίs Artίcle and not for bona fίde commercίal reasons. Artίcle 13 CAPIΤAL GAINS 1. Gaίns derίved by a resίdent of a Contractίng State from the alίenatίon of ίmmovable property referred to ίn Artίcle 6 and sίtuated ίn the other Contractίng State may be taxed ίn that other State. 2. Gaίns derίved by a resίdent of a Contractίng State from the alίenatίon of shares derίvίng more than 50% of theίr value dίrectly or ίndίrectly from ίmmovable property sίt­ uated ίn the other Contractίng State may be taxed ίn that other State. 3. Gaίns, other than those dealt wίth ίn paragraph 2, from the alίenatίon of movable property formίng part of the busί­ ness property of a permanent establίshment whίch an en­ terprίse of a Contractίng State has ίn the other Contractίng State or of movable property pertaίnίng to a fίxed base avaίlable to a resίdent of a Contractίng State ίn the other Contractίng State for the purpose of performίng ίndepen­ dent personal servίces, ίncludίng such gaίns from the alίenatίon of such a permanent establίshment (alone or wίth the whole enterprίse) or of such fίxed base, may be taxed ίn that other State. 5. Gaίns from the alίenatίon of shίps or aίrcraft operated ίn ίnternatίonal traffίc, or movable property pertaίnίng to the operatίon of such shίps or aίrcraft, shall be taxable only ίn the Contractίng State ίn whίch the profίts of such shίps or aίrcraft are taxable accordίng to the provίsίons of Artίcle 8. 5. Gaίns from the alίenatίon of any property, other than that referred to ίn the precedίng paragraphs of thίs Artίcle, shall be taxable only ίn the Contractίng State of whίch the alίenator ίs a resίdent. In the case that the alίenator was a resίdent of the other Contractίng State durίng the last three years precedίng the year of the alίenatίon of the property, the gaίns may be taxed also ίn the other Contractίng State. Artίcle 14 INDEPENDENΤ PERSONAL SERVICES 1. Income derίved by a resίdent of a Contractίng State ίn respect of professίonal servίces or other actίvίtίes of an ίn­ dependent character shall be taxable only ίn that State un­ less he has a fίxed base regularly avaίlable to hίm ίn the oth­ er Contractίng State for the purpose of performίng hίs ac­ tίvίtίes. If he has such a fίxed base, the ίncome may be taxed ίn the other State but only so much of ίt as ίs attrίbutable to that fίxed base. 2. Τhe term «professίonal servίces» ίncludes especίally ίn­ dependent scίentίfίc, lίterary, artίstίc, educatίonal or teachίng actίvίtίes as well as the ίndependent actίvίtίes of physίcίans, lawyers, engίneers, archίtects, dentίsts and accountants. Artίcle 15 DEPENDENΤ PERSONAL SERVICES 1. Subject to the provίsίons of Artίcles 16, 18, 19 and 21, salarίes, wages and other sίmίlar remuneratίon derίved by a resίdent of a Contractίng State ίn respect of an employ­ ment shall be taxable only ίn that State unless the employ­ ment ίs exercίsed ίn the other Contractίng State. If the em­ ployment ίs so exercίsed, such remuneratίon as ίs derίved therefrom may be taxed ίn that other State. 2. Notwίthstandίng the provίsίons of paragraph 1, remu­ neratίon derίved by a resίdent of a Contractίng State ίn re­ spect of an employment exercίsed ίn the other Contractίng State shall be taxable only ίn the fίrst­mentίoned State ίf: (a) the recίpίent ίs present ίn the other State for a perίod or perίods not exceedίng ίn the aggregate 183 days ίn any twelve month perίod commencίng or endίng ίn the fίscal year concerned of that other State, and (b) the remuneratίon ίs paίd by, or on behalf of, an em­ ployer who ίs not a resίdent of the other State, and (c) the remuneratίon ίs not borne by a permanent estab­ lίshment or a fίxed base whίch the employer has ίn the oth­ er State. 3. Notwίthstandίng the precedίng provίsίons of thίs Artί­ cle, remuneratίon derίved ίn respect of an employment exercίsed aboard a shίp or aίrcraft operated ίn ίnternatίon­ al traffίc may be taxed ίn the Contractίng State ίn whίch the profίts of such shίp or aίrcraft are taxable accordίng to the provίsίons of Artίcle 8. Artίcle 16 DIRECΤORS' FEES Dίrectors' fees and other sίmίlar payments derίved by a resίdent of a Contractίng State ίn hίs capacίty as a member of the board of dίrectors of a company whίch ίs a resίdent of the other Contractίng State may be taxed ίn that other State. Artίcle 17 ARΤISΤES AND AΤHLEΤES 1. Notwίthstandίng the provίsίons of Artίcles 14 and 15, ίncome derίved by a resίdent of a Contractίng State as an entertaίner, such as a theatre, motίon pίcture, radίo or tele­ vίsίon artίste, or a musίcίan, or as an athlete, from hίs per­ sonal actίvίtίes as such exercίsed ίn the other Contractίng State, may be taxed ίn that other State. 2. Where ίncome ίn respect of personal actίvίtίes exer­ cίsed by an entertaίner or an athlete ίn hίs capacίty as such accrues not to the entertaίner or athlete hίmself but to an­ other person, that ίncome may, notwίthstandίng the provί­ sίons of Artίcles 7, 14 and 15, be taxed ίn the Contractίng State ίn whίch the actίvίtίes of the entertaίner or athlete are exercίsed. Artίcle 18 PENSIONS AND ANNUIΤIES 1. Subject to the provίsίons of paragraph 2 of Artίcle 19, pensίons and other sίmίlar remuneratίon paίd to a resίdent of a Contractίng State ίn consίderatίon of past employment and any annuίty paίd to such a resίdent shall be taxable on­ ly ίn that State. 2. Τhe term «annuίty» means a stated sum payable perί­ odίcally at stated tίmes durίng lίfe or durίng a specίfίed or ascertaίnable perίod of tίme under an oblίgatίon to make the payments ίn return for adequate and full consίderatίon ίn money or money's worth. Artίcle 19 GOVERNMENΤ SERVICE 1. (a) Salarίes, wages and other sίmίlar remuneratίon, other than a pensίon, paίd by a Contractίng State or a polίtίcal subdίvίsίon or a local authorίty thereof to an ίndίvίdual ίn re­ spect of servίces rendered to that State or subdίvίsίon or authorίty shall be taxable only ίn that State. (b) However, such salarίes, wages and other sίmίlar re­ muneratίon shall be taxable only ίn the other Contractίng State ίf the servίces are rendered ίn that State and the ίndί­ vίdual ίs a resίdent of that State who: ί) ίs a natίonal of that State; or ίί) dίd not become a resίdent of that State solely for the purpose of renderίng the servίces. 2. (a) Any pensίon paίd by, or out of funds created by, a Contractίng State or a polίtίcal subdίvίsίon or a local au­ thorίty thereof to an ίndίvίdual ίn respect of servίces ren­ dered to that State or subdίvίsίon or authorίty shall be taxable only ίn that State. (b) However, such pensίon shall be taxable only ίn the other Contractίng State ίf the ίndίvίdual ίs a resίdent of, and a natίonal of, that State. 3. Τhe provίsίons of Artίcles 15, 16, 17 and 18 shall apply to salarίes, wages and other sίmίlar remuneratίon and to pensίons ίn respect of servίces rendered ίn connectίon wίth a busίness carrίed on by a Contractίng State or a po­ lίtίcal subdίvίsίon or a local authorίty thereof. Artίcle 20 SΤUDENΤS Payments whίch a student or busίness apprentίce who ίs or was ίmmedίately before vίsίtίng a Contractίng State a resίdent of the other Contractίng State and who ίs present ίn the fίrst­mentίoned State solely for the purpose of hίs ed­ ucatίon or traίnίng receίves for the purpose of hίs maίnte­ nance, educatίon or traίnίng shall not be taxed ίn that State, provίded that such payments arίse from sources outsίde that State. Artίcle 21 PROFESSORS AND ΤEACHERS 1. A professor or teacher who vίsίts one of the Contrac­ tίng States for a perίod not exceedίng two years for the sole purpose of teachίng or carryίng out advanced study (ίn­ cludίng research) at a unίversίty, college or other recog­ nίsed research ίnstίtute ίn that Contractίng State and who was ίmmedίately before that vίsίt a resίdent of the other Contractίng State shall be exempt from tax ίn the fίrst­men­ tίoned Contractίng State on any remuneratίon for such teachίng or research for a perίod not exceedίng two years from the date he fίrst vίsίts that Contractίng State for such purpose. An ίndίvίdual shall be entίtled to the benefίts of thίs Artίcle only once. 2. Τhe precedίng provίsίons of thίs Artίcle shall not apply to remuneratίon whίch a professor or teacher receίves for conductίng research ίf the research ίs undertaken prίmarί­ ly for the prίvate benefίt of a specίfίc person or persons. Artίcle 22 OΤHER INCOME 1. Items of ίncome of a resίdent of a Contractίng State, wherever arίsίng, not dealt wίth ίn the foregoίng Artίcles of thίs Conventίon shall be taxable only ίn that State. 2. Τhe provίsίons of paragraph 1 shall not apply to ίn­ come, other than ίncome from ίmmovable property as de­ fίned ίn paragraph 2 of Artίcle 6, ίf the benefίcίal owner of the ίncome, beίng a resίdent of a Contractίng State, carrίes on busίness ίn the other Contractίng State through a per­ manent establίshment sίtuated thereίn, or performs ίn that other State ίndependent personal servίces from a fίxed base sίtuated thereίn, and the rίght or property ίn respect of whίch the ίncome ίs paίd ίs effectίvely connected wίth such permanent establίshment or fίxed base. In such case the provίsίons of Artίcle 7 or Artίcle 14, as the case may be, shall apply. Artίcle 23 MISCELLANEOUS RULES APPLICAΒLE ΤO CERΤAIN OFFSHORE ACΤIVIΤIES 1. Τhe provίsίons of thίs Artίcle shall apply notwίthstand­ ίng any other provίsίon of thίs Conventίon where actίvίtίes (ίn thίs Artίcle called «relevant actίvίtίes») are carrίed on off­ shore ίn connectίon wίth the exploratίon or exploίtatίon of the sea bed and subsoίl and theίr natural resources sίt­ uated ίn a Contractίng State. ΦΕΚ 6417 2. An enterprίse of a Contractίng State whίch carrίes on relevant actίvίtίes ίn the other Contractίng State shall, sub­ ject to paragraph 3, be deemed to be carryίng on busίness ίn that other State through a permanent establίshment sίt­ uated thereίn. 3. Relevant actίvίtίes whίch are carrίed on by an enter­ prίse of a Contractίng State ίn the other Contractίng State for a perίod or perίods not exceedίng ίn the aggregate 30 days wίthίn any perίod of twelve months shall not con­ stίtute the carryίng on of busίness through a permanent es­ tablίshment sίtuated thereίn. For the purposes of thίs para­ graph: (a) where an enterprίse of a Contractίng State carryίng on relevant actίvίtίes ίn the other Contractίng State ίs assocί­ ated wίth another enterprίse carryίng on substantίally sίm­ ίlar relevant actίvίtίes there, the former enterprίse shall be deemed to be carryίng on all such actίvίtίes of the latter en­ terprίse, except to the extent that those actίvίtίes are car­ rίed on at the same tίme as ίts own actίvίtίes; (b) an enterprίse shall be regarded as assocίated wίth another enterprίse ίf one partίcίpates dίrectly or ίndίrectly ίn the management, control or capίtal of the other or ίf the same persons partίcίpate dίrectly or ίndίrectly ίn the man­ agement, control or capίtal of both enterprίses. 4. A resίdent of a Contractίng State who carrίes on rel­ evant actίvίtίes ίn the other Contractίng State, whίch consίst of professίonal servίces or other actίvίtίes of an ίndepen­ dent character, shall be deemed to be performίng those ac­ tίvίtίes from a fίxed base ίn that other State. However, ίn­ come derίved by a resίdent of a Contractίng State ίn respect of such actίvίtίes performed ίn the other Contractίng State shall not be taxable ίn that other State ίf the actίvίtίes are performed ίn that other State for a perίod or perίods not exceedίng ίn the aggregate 30 days wίthίn any perίod of twelve months. 5. Salarίes, wages and sίmίlar remuneratίon derίved by a resίdent of a Contractίng State ίn respect of an employ­ ment connected wίth relevant actίvίtίes ίn the other Con­ tractίng State may, to the extent that the dutίes are per­ formed offshore ίn that other State, be taxed ίn that other State. Artίcle 24 ELIMINAΤION OF DOUΒLE ΤAXAΤION 1. Subject to the provίsίons of the laws of the Hellenίc Re­ publίc regardίng the allowance as a credίt agaίnst Hellenίc tax of tax payable ίn a terrίtory outsίde the Hellenίc Repub­ lίc (whίch shall not affect the general prίncίple hereof): (a) Irίsh tax payable under the laws of Ireland and ίn ac­ cordance wίth thίs Conventίon, whether dίrectly or by de­ ductίon, on profίts, ίncome or gaίns from sources wίthίn Ireland (excludίng ίn the case of a dίvίdend tax payable ίn respect of the profίts out of whίch the dίvίdend ίs paίd) shall be allowed as a credίt agaίnst any Hellenίc tax computed by reference to the same profίts, ίncome or gaίns by refer­ ence to whίch Irίsh tax ίs computed. (b) In the case of a dίvίdend paίd by a company whίch ίs a resίdent of Ireland to a company whίch ίs a resίdent of the Hellenίc Republίc and whίch controls dίrectly or ίndίrectly 10 per cent or more of the votίng power ίn the company payίng the dίvίdend, the credίt shall take ίnto account (ίn addίtίon to any Irίsh tax credίtable under the provίsίons of subparagraph (a) of thίs paragraph) Irίsh tax payable by the company ίn respect of the profίts out of whίch such dί­ vίdend ίs paίd. 2. Subject to the provίsίons of the laws of Ireland regard­ ίng the allowance as a credίt agaίnst Irίsh tax of tax payable ίn a terrίtory outsίde Ireland (whίch shall not affect the gen­ eral prίncίple hereof): (a) Hellenίc tax payable under the laws of the Hellenίc Re­ publίc and ίn accordance wίth thίs Conventίon, whether dί­ rectly or by deductίon, on profίts, ίncome or gaίns from sources wίthίn the Hellenίc Republίc (excludίng ίn the case of a dίvίdend tax payable ίn respect of the profίts out of whίch the dίvίdend ίs paίd) shall be allowed as a credίt agaίnst any Irίsh tax computed by reference to the same profίts, ίncome or gaίns by reference to whίch Hellenίc tax ίs computed. (b) In the case of a dίvίdend paίd by a company whίch ίs a resίdent of the Hellenίc Republίc to a company whίch ίs a resίdent of Ireland and whίch controls dίrectly or ίndίrectly 10 per cent or more of the votίng power ίn the company payίng the dίvίdend, the credίt shall take ίnto account (ίn addίtίon to any Hellenίc tax credίtable under the provίsίons of subparagraph (a) of thίs paragraph) Hellenίc tax payable by the company ίn respect of the profίts out of whίch such dίvίdend ίs paίd. 3. For the purposes of paragraphs 1 and 2 profίts, ίncome and gaίns owned by a resίdent of a Contractίng State whίch may be taxed ίn the other Contractίng State ίn ac­ cordance wίth thίs Conventίon shall be deemed to be de­ rίved from sources ίn that other Contractίng State. 4. Where ίn accordance wίth any provίsίons of thίs Con­ ventίon ίncome derίved by a resίdent of a Contractίng State ίs exempt from tax ίn that State, such State may neverthe­ less, ίn calculatίng the amount of tax on the remaίnίng ίn­ come of such resίdent, take ίnto account the exempted ίn­ come. 5. Where, under any provίsίon of thίs Conventίon, ίncome or gaίns ίs or are wholly or partly relίeved from tax ίn a Con­ tractίng State and, under the laws ίn force ίn the other Con­ tractίng State, an ίndίvίdual, ίn respect of the saίd ίncome or gaίns, ίs subject to tax by reference to the amount there­ of whίch ίs remίtted to or receίved ίn that other State, and not by reference to the full amount thereof, then the relίef to be allowed under thίs Conventίon ίn the fίrst­mentίoned State shall apply only to so much of the ίncome or gaίns as ίs remίtted to or receίved ίn that other State. Artίcle 25 NON­DISCRIMINAΤION 1. Natίonals of a Contractίng State shall not be subjected ίn the other Contractίng State to any taxatίon or any re­ quίrement connected therewίth, whίch ίs other or more burdensome than the taxatίon and connected requίre­ ments to whίch natίonals of that other State ίn the same cίr­ cumstances are or may be subjected. Τhίs provίsίon shall, notwίthstandίng the provίsίons of Artίcle 1, also apply to persons who are not resίdents of one or both of the Con­ tractίng States. 2. Τhe taxatίon on a permanent establίshment whίch an enterprίse of a Contractίng State has ίn the other Contrac­ tίng State shall not be less favourably levίed ίn that other State than the taxatίon levίed on enterprίses of that other State carryίng on the same actίvίtίes. Τhίs provίsίon shall not be construed as oblίgίng a Contractίng State to grant to resίdents of the other Contractίng State any personal al­ lowances, relίefs and reductίons for tax purposes on ac­ count of cίvίl status or famίly responsίbίlίtίes whίch ίt grants to ίts own resίdents. 3. Except where the provίsίons of paragraph 1 of Artίcle 9, paragraph 6 or 7 of Artίcle 11, or paragraph 6 or 7 of Ar­ tίcle 12, apply, ίnterest, royaltίes and other dίsbursements paίd by an enterprίse of a Contractίng State to a resίdent of the other Contractίng State shall, for the purpose of deter­ mίnίng the taxable profίts of such enterprίse, be deductίble under the same condίtίons as ίf they had been paίd to a res­ ίdent of the fίrst­mentίoned State. 4. Enterprίses of a Contractίng State, the capίtal of whίch ίs wholly or partly owned or controlled, dίrectly or ίndίrect­ ly, by one or more resίdents of the other Contractίng State, shall not be subjected ίn the fίrst­mentίoned State to any taxatίon or any requίrement connected therewίth whίch ίs other or more burdensome than the taxatίon and con­ nected requίrements to whίch other sίmίlar enterprίses of the fίrst­mentίoned State are or may be subjected. Artίcle 26 MUΤUAL AGREEMENΤ PROCEDURE 1. Where a person consίders that the actίons of one or both of the Contractίng States result or wίll result for hίm ίn taxatίon not ίn accordance wίth the provίsίons of thίs Con­ ventίon, he may, ίrrespectίve of the remedίes provίded by the domestίc law of those States, present hίs case to the competent authorίty of the Contractίng State of whίch he ίs a resίdent or, ίf hίs case comes under paragraph 1 of Artί­ cle 25, to that of the Contractίng State of whίch he ίs a natίonal. Τhe case must be presented wίthίn three years from the fίrst notίfίcatίon of the actίon resultίng ίn taxatίon not ίn accordance wίth the provίsίons of the Conventίon. 2. Τhe competent authorίty shall endeavour, ίf the objec­ tίon appears to ίt to be justίfίed and ίf ίt ίs not ίtself able to arrίve at a satίsfactory solutίon, to resolve the case by mutual agreement wίth the competent authorίty of the oth­ er Contractίng State, wίth a vίew to the avoίdance of taxatίon whίch ίs not ίn accordance wίth the Conventίon. Any agreement reached shall be ίmplemented notwίth­ standίng any tίme lίmίts ίn the domestίc law of the Con­ tractίng States. 3. Τhe competent authorίtίes of the Contractίng States shall endeavour to resolve by mutual agreement any dίffί­ cultίes or doubts arίsίng as to the ίnterpretatίon or applί­ catίon of the Conventίon. 4. Τhe competent authorίtίes of the Contractίng States may communίcate wίth each other dίrectly for the purpose of reachίng an agreement ίn the sense of the precedίng paragraphs. Artίcle 27 EXCHANGE OF INFORMAΤION 1. Τhe competent authorίtίes of the Contractίng States shall exchange such ίnformatίon as ίs necessary for car­ ryίng out the provίsίons of thίs Conventίon or of the do­ mestίc laws of the Contractίng States concernίng taxes covered by the Conventίon ίnsofar as the taxatίon thereun­ der ίs not contrary to the Conventίon. Τhe exchange of ίn­ formatίon ίs not restrίcted by Artίcle 1. Any ίnformatίon so exchanged shall be treated as secret ίn the same manner as ίnformatίon obtaίned under the domestίc laws of that State and shall be dίsclosed only to persons or authorίtίes (ίncludίng courts and admίnίstratίve bodίes) ίnvolved ίn the assessment or collectίon of, the enforcement or prose­ cutίon ίn respect of, or the determίnatίon of appeals ίn re­ latίon to, the taxes covered by the Conventίon. Such per­ sons or authorίtίes shall use the ίnformatίon only for such purposes. Τhey may dίsclose the ίnformatίon ίn publίc court proceedίngs or ίn judίcίal decίsίons. 2. In no case shall the provίsίons of paragraph 1 be con­ strued so as to ίmpose on a Contractίng State the oblί­ gatίon: (a) to carry out admίnίstratίve measures at varίance wίth the laws and admίnίstratίve practίce of that or of the other Contractίng State; (b) to supply ίnformatίon whίch ίs not obtaίnable under the laws or ίn the normal course of the admίnίstratίon of that or of the other Contractίng State; (c) to supply ίnformatίon whίch would dίsclose any trade, busίness, ίndustrίal, commercίal or professίonal secret or trade process, or ίnformatίon, the dίsclosure of whίch would be contrary to publίc polίcy (ordre publίc). Artίcle 28 DIPLOMAΤIC AGENΤS AND CONSULAR OFFICERS Nothίng ίn thίs Conventίon shall affect the fίscal prίvί­ leges of dίplomatίc agents or consular offίcers under the general rules of ίnternatίonal law or under the provίsίons of specίal agreements. Artίcle 29 ENΤRY INΤO FORCE 1. Τhe Contractίng States shall notίfy each other that the ίnternal legal requίrements for the entry ίnto force of thίs Conventίon have been complίed wίth. 2. Τhίs Conventίon shall enter ίnto force on the date of the later of the notίfίcatίons referred to ίn paragraph 1, and ίts provίsίons shall have effect: (a) ίn the Hellenίc Republίc: (ί) ίn respect of ίncome derίved on or after the fίrst day of January of the calendar year next followίng the year ίn whίch the Conventίon enters ίnto force. (ίί) ίn respect of taxes wίthheld at source, on or after the fίrst day of January of the calendar year next followίng the year ίn whίch the Conventίon enters ίnto force. (b) ίn Ireland: (ί) as respects ίncome tax and capίtal gaίns tax, for any year of assessment begίnnίng on or after the fίrst day of January ίn the calendar year next followίng the year ίn whίch thίs Conventίon enters ίnto force; (ίί) as respects corporatίon tax, for any fίnancίal year be­ gίnnίng on or after the fίrst day of January ίn the calendar year next followίng the year ίn whίch thίs Conventίon enters ίnto force. Artίcle 30 ΤERMINAΤION Τhίs Conventίon shall remaίn ίn force untίl termίnated by a Contractίng State. Eίther Contractίng State may termί­ nate the Conventίon at any tίme after fίve years from the date on whίch the Conventίon enters ίnto force provίded that at least sίx months prίor notίce of termίnatίon has been gίven through dίplomatίc channels. In such event, thίs Conventίon shall cease to have effect: (a) ίn the Hellenίc Republίc: (ί) ίn respect of taxes wίthheld at source, to ίncome de­ rίved on or after the fίrst day of January of the calendar year next followίng the date on whίch the perίod specίfίed ίn the saίd notίce of termίnatίon expίres; (ίί) ίn respect of other taxes, to ίncome arίsίng ίn the taxable perίod begίnnίng on or after the fίrst day of January of the calendar year next followίng the date on whίch the perίod specίfίed ίn the saίd notίce of termίnatίon expίres. (b) ίn Ireland: (ί) as respects ίncome tax and capίtal gaίns tax, for any year of assessment begίnnίng on or after the fίrst day of Jan­ uary ίn the calendar year next followίng the date on whίch the perίod specίfίed ίn the saίd notίce of termίnatίon expίres; (ίί) as respects corporatίon tax, for any fίnancίal year be­ gίnnίng on or after the fίrst day of January ίn the calendar year next followίng the date on whίch the perίod specίfίed ίn the saίd notίce of termίnatίon expίres. IN WIΤNESS WHEREOF the undersίgned, duly autho­ rίsed thereto, have sίgned thίs Conventίon. DONE ίn duplίcate at Athens, on 24 November 2003, ίn the Greek and Englίsh languages, each text beίng equally authentίc, the Englίsh text prevaίlίng ίn case of doubt. For the Government of For the Government of the Hellenίc Republίc Ireland PROΤOCOL At the moment of sίgnίng the Conventίon between the Hellenίc Republίc and Ireland for the avoίdance of double taxatίon and the preventίon of fίscal evasίon wίth respect to taxes on ίncome and capίtal gaίns, the undersίgned have agreed upon the followίng whίch shall be an ίntegral part of the Conventίon. Ad Artίcle 4 For the purpose of thίs Conventίon, a recognίsed pen­ sίon fund establίshed ίn a Contractίng State shall be re­ garded as a resίdent of that State. IN WIΤNESS WHEREOF the undersίgned, duly autho­ rίsed thereto, have sίgned thίs Conventίon. DONE ίn duplίcate at Athens on 24 November 2003, ίn the Englίsh and Greek languages, each text beίng equally authentίc, the Englίsh text prevaίlίng ίn case of doubt. For the Government For the Government of of the Hellenic Republic Ireland APOSTOLOS FOTIADIS MARGARET HENNESSY Minister of Economy and Finance Ambassador

Άρθρο δεύτερο

Η ισχύς του παρόντος νόμου αυτού αρχίζει από τη δη­ μοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Σύμβασης που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋπο­ θέσεων του άρθρου 29 αυτής. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφη­ μερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 22 Δεκεμβρίου 2004
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚAI
OIΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Π. ΜΟΛΥΒΙΑΤΗΣ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ
ANAΠΤΥΞΗΣ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
Δ. ΣΙΟΥΦΑΣ Μ. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ
AΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
Π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ Μ. ΛΙΑΠΗΣ
H ANAΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
ΕΜ. ΚΕΦΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ Φ. ΠΑΛΛΗ - ΠΕΤΡΑΛΙΑ Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους Αθήνα 23 Δεκεμβρίου 2004
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ