260 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4312/2014

Ρύθμιση δεσμευμένων ή κατασχεμένων χρηματικών απαιτήσεων και μετρητών και άλλες διατάξεις.

12 Δεκεμβρίου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 260
12 Δεκεμβρίου 2014

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4312
Ρύθμιση δεσμευμένων ή κατασχεμένων χρηματικών απαιτήσεων και μετρητών και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 1ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στα εγκλήματα που προβλέπονται από τις διατάξεις: α) του ν. 2523/1997 (Α΄179), β) του ν. 2960/2001 (Α΄ 265), γ) του ν. 2803/2000 (Α΄48), δ) του ν. 3691/2008 (Α΄166), ε) του ν. 3213/2003 (Α΄309), στ) του ν. 4022/2011 (Α΄219), ζ) του Ποινικού Κώδικα που στρέφονται κατά της ιδιοκτησίας και των περιουσιακών δικαιωμάτων, τα οποία πραγματώθηκαν χωρίς βία ή απειλή και τελέσθηκαν σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Ο.Τ.Α. ή οποιουδήποτε Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ. του άρθρου 9 του ν. 1232/1982 (Α΄ 22) ή του άρθρου 1 του Κεφαλαίου Α΄ του ν. 3429/2005 ή οποιουδήποτε άλλου φορέα της Γενικής Κυβέρνησης ή οποιασδήποτε ανεξάρτητης διοικητικής αρχής ή άλλης κρατικής αρχής, καθώς και η) από τις διατάξεις των άρθρων 256 και 258 του Ποινικού Κώδικα (απιστία και υπεξαίρεση σχετικά με την υπηρεσία), ανεξαρτήτως της συνδρομής ή μη των προϋποθέσεων εφαρμογής του ν. 1608/1950 (Α΄ 301), σε περίπτωση κατάσχεσης, δέσμευσης, απαγόρευσης κίνησης τραπεζικών λογαριασμών ή ανοίγματος θυρίδων, η αρχή ή το δικαιοδοτικό όργανο που εξέδωσε την οικεία απόφαση, διάταξη ή βούλευμα, διατάσσει την παρακατάθεση των μετρητών, του υπολοίπου των τραπεζικών λογαριασμών ή των μετρητών που περιέχονται σε θυρίδες, σε δεσμευμένο άτοκο λογαριασμό στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ως δεσμευμένων χρηματικών απαιτήσεων κατά του υπόπτου ή του κατηγορουμένου. Οι ανωτέρω ρυθμίσεις ισχύουν και στα συναφή με όλα τα ανωτέρω εγκλήματα, που τελέστηκαν με σκοπό τη διευκόλυνση τέλεσης ή τη συγκάλυψη αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εάν τα εγκλήματα της παραγράφου 1 έχουν τελεστεί σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή στρέφονται κατά της ιδιοκτησίας και των περιουσιακών δικαιωμάτων αυτού, η αρχή ή το δικαιοδοτικό όργανο, που εξέδωσε την οικεία απόφαση, διάταξη ή βούλευμα, διατάσσει την απόδοση στο Ελληνικό Δημόσιο των μετρητών ή του υπολοίπου των τραπεζικών λογαριασμών ή των μετρητών που περιέχονται σε θυρίδες, συνυπολογιζομένων των τόκων, των προσαυξήσεων και των προστίμων, και μέχρι του συνολικού ποσού αυτών, έναντι της προσδιορισθείσας οφειλής ή ζημίας τους, κατά το χρόνο κατά τον οποίο η απαίτηση του Δημοσίου καθίσταται εισπρακτέα, είτε συνεπεία παρέλευσης της προθεσμίας αμφισβήτησης (διοικητικής ή δικαστικής) της σχετικής πράξης προσδιορισμού της είτε συνεπεία έκδοσης σχετικής οριστικής δικαστικής απόφασης στην περίπτωση έγερσης αμφισβήτησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εάν τα ίδια ως άνω εγκλήματα έχουν τελεστεί σε βάρος των λοιπών, πλην του Ελληνικού Δημοσίου, αναφερομένων στην παράγραφο 1 νομικών προσώπων ή φορέων ή στρέφονται κατά της ιδιοκτησίας ή των περιουσιακών δικαιωμάτων αυτών, η κατά την προηγούμενη παράγραφο απόδοση γίνεται κατά το χρόνο κατά τον οποίο η απαίτησή τους καθίσταται εισπρακτέα, είτε συνεπεία παρέλευσης της προθεσμίας αμφισβήτησης της σχετικής πράξης προσδιορισμού της είτε συνεπεία έκδοσης τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, στην περίπτωση έγερσης αμφισβήτησης. Στην περίπτωση των νομικών προσώπων ή φορέων της παραγράφου 1, που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο, για την, κατά τα προηγούμενα, απόδοση απαιτείται η έκδοση εκτελεστού τίτλου με ισχύ δεδικασμένου, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Σε περίπτωση κατά την οποία προβάλλονται ταυτόχρονα απαιτήσεις από περισσότερα από τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 πρόσωπα, η απόδοση διενεργείται κατά το λόγο της ζημίας ή της αξίωσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 δεν επηρεάζει την ποινική μεταχείριση του υπόπτου ή του κατηγορουμένου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στις κατά τις προηγούμενες παραγράφους περιπτώσεις παρακατάθεσης ή απόδοσης των μετρητών ή του περιεχομένου των τραπεζικών λογαριασμών, δεν θίγονται τα επικρατέστερα δικαιώματα τρίτων επί των μετρητών ή των τραπεζικών λογαριασμών, τα οποία είχαν τυχόν αποκτηθεί με βάση κείμενες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Κατά την σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους παρακατάθεση ή απόδοση των μετρητών ή του περιεχομένου των τραπεζικών λογαριασμών, το πιστωτικό ίδρυμα που διενεργεί την παρακατάθεση ή την απόδοση, παραδίδει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή, κατά περίπτωση, στο Ελληνικό Δημόσιο ή στο οικείο νομικό πρόσωπο ή φορέα της παραγράφου 1, πιστοποιητικό περί των αξιώσεων τρίτων επ’ αυτών, μαζί με όλα τα σχετικά αποδεικτικά έγγραφα. Την ίδια υποχρέωση έχει και το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων κατά την απόδοση στο Ελληνικό Δημόσιο ή στο οικείο νομικό πρόσωπο ή φορέα μετρητών ή υπολοίπων τραπεζικών λογαριασμών που τηρούνται σε αυτό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Εάν μετά την, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, απόδοση των μετρητών ή του υπολοίπου των τραπεζικών λογαριασμών ή των μετρητών που περιέχονται σε θυρίδες, οι απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου ή του νομικού προσώπου ή φορέα της παραγράφου 1 έπαψαν, για οποιονδήποτε λόγο, να είναι κατά τις κείμενες διατάξεις εισπρακτέες, εφόσον δεν έχει ήδη εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου, τα αποδοθέντα ποσά, με αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, παρακατατίθενται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1.

Άρθρο 2Συνέπειες από την πλήρη ικανοποίηση του παθόντοςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος για την τέλεση των εγκλημάτων του άρθρου 1 και οποιοσδήποτε τρίτος που ενεργεί με εντολή και για λογαριασμό του, μπορούν, με ανέκκλητη έγγραφη δήλωσή τους προς τον εισαγγελέα, τον ανακριτή ή το Δικαστικό Συμβούλιο, κατά περίπτωση, να καταβάλουν το συνολικό ποσό της οριζόμενης στο κατηγορητήριο, στο κλητήριο θέσπισμα ή στο βούλευμα ζημίας ή αξίωσης, προς πλήρη ικανοποίηση του Ελληνικού Δημοσίου ή των νομικών προσώπων ή φορέων του άρθρου 1 και, σε περίπτωση περισσοτέρων ζημιωθέντων ή εχόντων αξίωση, του συνόλου αυτών, από κεφάλαια στα οποία δεν έχει επιβληθεί κατάσχεση, δέσμευση ή απαγόρευση κίνησης λογαριασμών. Η πλήρης ικανοποίηση μπορεί να γίνει μέχρι και την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, με την κατάθεση των χρημάτων σε δεσμευμένο άτοκο λογαριασμό στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ως δεσμευμένων χρηματικών απαιτήσεων κατά του υπόπτου ή του κατηγορουμένου. Η απόδοσή τους στο Ελληνικό Δημόσιο και τα νομικά πρόσωπα ή τους φορείς του άρθρου 1 γίνεται κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο αυτό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος για την τέλεση των εγκλημάτων του άρθρου 1 ή τρίτος, σε βάρος των οποίων έχει επιβληθεί ή διαταχθεί δέσμευση, κατάσχεση ή απαγόρευση κίνησης τραπεζικών λογαριασμών ή ανοίγματος θυρίδων, ο ίδιος και σε περίπτωση κοινών λογαριασμών και οι συνδικαιούχοι αυτών, μπορούν, με ανέκκλητη έγγραφη δήλωσή τους προς τον εισαγγελέα, τον ανακριτή, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο, να συναινέσουν στην οριστική απόδοση στο Ελληνικό Δημόσιο και στα νομικά πρόσωπα ή στους φορείς της παραγράφου 1 του άρθρου 1, και προς πλήρη ικανοποίηση αυτών, μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, του ποσού της οριζόμενης στο κατηγορητήριο, το κλητήριο θέσπισμα ή το παραπεμπτικό βούλευμα ζημίας ή αξίωσής τους, για το οποίο έχει επιβληθεί ή διαταχθεί δέσμευση, κατάσχεση ή απαγόρευση κίνησης τραπεζικών λογαριασμών ή ανοίγματος θυρίδων, εφόσον κατά το χρόνο της υποβολής της δήλωσής τους δεν υφίσταται ήδη εισπρακτέα απαίτησή τους, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 1. Στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου διατάσσεται από το ανωτέρω αρμόδιο όργανο η άρση της κατάσχεσης, της δέσμευσης ή της απαγόρευσης και η καταβολή του ως άνω οριζομένου ποσού στο Ελληνικό Δημόσιο και τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα ή φορείς και του τυχόν υπερβάλλοντος στον δικαιούχο αυτού, με την επιφύλαξη των προβλέψεων της παραγράφου 6 του άρθρου 1.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ως πλήρης ικανοποίηση, κατά τις προηγούμενες παραγράφους, νοείται η ολοσχερής απόδοση του ποσού της οριζόμενης στο κατηγορητήριο, στο κλητήριο θέσπισμα ή στο βούλευμα, ζημίας ή αξίωσης ενός εκάστου νομικού προσώπου ή φορέα του άρθρου 1, η οποία προέρχεται από την τέλεση των ερευνώμενων εγκλημάτων. Το αποδιδόμενο με την ανέκκλητη έγγραφη δήλωση ποσό πρέπει να είναι ελεύθερο από επικρατέστερα, κατά τις κείμενες διατάξεις, δικαιώματα τρίτων επί των μετρητών ή των τραπεζικών λογαριασμών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στις περιπτώσεις της, σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2, και 3, πλήρους ικανοποίησης του ζημιωθέντος και, σε περίπτωση περισσοτέρων, του συνόλου αυτών, επιβάλλονται στον κηρυχθέντα ένοχο οι εξής ποινές: α) αν η προβλεπόμενη στο νόμο ποινή είναι ισόβια κάθειρξη, επιβάλλεται: αα) κάθειρξη μέχρι δέκα (10) έτη, αν η ικανοποίηση των ανωτέρω προσώπων λάβει χώρα μέχρι την απολογία του κατηγορουμένου στον ανακριτή και ββ) κάθειρξη μέχρι δεκαπέντε (15) έτη, αν η ικανοποίησή τους λάβει χώρα μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στην πρωτοβάθμια δίκη, β) αν η προβλεπόμενη στο νόμο ποινή είναι κάθειρξη άνω των δέκα (10) ετών επιβάλλεται: αα) φυλάκιση, τουλάχιστον ενός (1) έτους, αν η ικανοποίηση των ανωτέρω προσώπων λάβει χώρα μέχρι την απολογία του κατηγορουμένου στον ανακριτή και ββ) φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) ετών, αν η ικανοποίησή τους λάβει χώρα μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στην πρωτοβάθμια δίκη και γ) αν η προβλεπόμενη στο νόμο ποινή είναι κάθειρξη μέχρι δέκα (10) έτη, επιβάλλεται: αα) φυλάκιση μέχρι δύο (2) έτη, αν η ικανοποίηση των ανωτέρω προσώπων λάβει χώρα μέχρι την απολογία του κατηγορουμένου στον ανακριτή και ββ) φυλάκιση μέχρι τρία (3) έτη, αν η ικανοποίησή τους λάβει χώρα μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στην πρωτοβάθμια δίκη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ο κακουργηματικός χαρακτήρας των πράξεων του άρθρου 1 εξακολουθεί να παραμένει ακόμα και στην περίπτωση πρόβλεψης ποινής φυλάκισης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Επί πλημμελημάτων, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 384 και 406Α του Ποινικού Κώδικα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Σε περιπτώσεις συμμετοχής, η κατά τα ανωτέρω πλήρης ικανοποίηση από έναν ή ορισμένους εκ των περισσοτέρων συμμετεχόντων, ωφελεί και τους υπόλοιπους που συμφωνούν. Ο συμμέτοχος που δεν συμφωνεί, δεν υπάγεται στις ανωτέρω ρυθμίσεις.

Άρθρο 3

Η εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1 και 2 δεν επηρεάζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την προβολή και την ικανοποίηση των μη περιουσιακών αξιώσεων του πολιτικώς ενάγοντος, καθώς και τα δικαιώματα αυτού.

Άρθρο 4Εξαιρέσεις

Οι ρυθμίσεις του άρθρου 2 δεν εφαρμόζονται, αν ο δράστης των πράξεων, κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης, είχε την ιδιότητα του Πρωθυπουργού, Υπουργού, Αναπληρωτή Υπουργού, Υφυπουργού, Βουλευτή, Ευρωβουλευτή, Γενικού και Ειδικού Γραμματέα, Περιφερειάρχη, Αντιπεριφερειάρχη, Δημάρχου, Αντιδημάρχου ή αν τα πρόσωπα αυτά συμμετείχαν στη διάπραξη των εγκλημάτων.

Άρθρο 5

Στις υποθέσεις του άρθρου 1, για τις οποίες έχει εκδοθεί παραπεμπτικό βούλευμα, αρμόδιο να διατάξει τα οριζόμενα στα άρθρα 1 και 2 είναι το κατά περίπτωση Δικαστικό Συμβούλιο. Εάν η υπόθεση εκκρεμεί στην κύρια ανάκριση, αρμόδιος είναι ο Ανακριτής. Μετά την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας αρμόδιο είναι το Δικαστήριο που έχει επιληφθεί.

Άρθρο 6Απόδοση χρημάτων με δικαστική απόφασηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Σε περίπτωση τελεσίδικης καταδίκης το Δικαστήριο καθορίζει το ύψος της ζημίας ή της αξίωσης, καθώς και το πρόσωπο σε βάρος του οποίου τελέστηκε το οποιοδήποτε από τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 αδικήματα. Εφόσον ζημιωθέν πρόσωπο είναι το Ελληνικό Δημόσιο και οποιοδήποτε άλλο από τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 νομικά πρόσωπα ή φορείς, το Δικαστήριο με την απόφασή του διατάσσει την οριστική απόδοση του ισόποσου της ζημίας ή της αξίωσης εκ των κατασχεθέντων ή κατατεθέντων χρημάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 αντίστοιχα. Σε περίπτωση περισσοτέρων εκ των αναφερομένων στο άρθρο 1 προσώπων, το δικαστήριο διατάσσει την οριστική απόδοση κατά το λόγο της ζημίας ή της αξίωσής τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σε περίπτωση αμετάκλητης απαλλαγής ή αθώωσης, διότι δεν αποδείχθηκε η αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος, αποδίδονται στους δικαιούχους εντόκως τα χρήματα που έχουν αποδοθεί στο Ελληνικό Δημόσιο ή σε οποιοδήποτε άλλο από τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 νομικά πρόσωπα ή φορείς, κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 του άρθρου 1 και 1 και 2 του άρθρου 2, εκτός εάν υπάρχει αξίωση κατά του αθωωθέντος που είναι δυνατόν να συμψηφιστεί, είτε αυτή εδράζεται στην ίδια είτε σε άλλη αιτία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εφόσον η ποινική δίωξη πάψει λόγω παραγραφής ή για οποιονδήποτε άλλο μη ουσιαστικό λόγο το Συμβούλιο ή το Δικαστήριο αποφαίνεται υποχρεωτικά σχετικά με την ύπαρξη αξίωσης και διατάσσει την απόδοση των σχετικών ποσών στους ζημιωθέντες. Το επιτόκιο του πρώτου εδαφίου ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Άρθρο 7Εξουσιοδοτική διάταξηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία και ο χρόνος απόδοσης των χρηματικών απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου και των λοιπών φορέων του άρθρου 1, τα σχετικά με την παρακατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και τον τρόπο απόδοσης και διαφύλαξης από αυτό των χρηματικών ποσών και των εγγράφων που αφορούν δικαιώματα τρίτων, ο τύπος των πιστοποιητικών, τα σχετικά με την επιστροφή των χρηματικών ποσών στους δικαιούχους, οι απαιτούμενες ηλεκτρονικές διαδικασίες και κάθε άλλη αναγκαία σχετική λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων άρθρων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με όμοια απόφαση καθορίζεται η διαδικασία ανοίγματος και καταγραφής του περιεχομένου θυρίδων για τις οποίες έχει επιβληθεί ή διαταχθεί δέσμευση, κατάσχεση ή το άνοιγμά τους.

Άρθρο 8Μεταβατικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στις εκκρεμείς υποθέσεις κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, η αρχή ή το δικαιοδοτικό όργανο που εξέδωσε την οικεία απόφαση, διάταξη ή βούλευμα κατάσχεσης, δέσμευσης, απαγόρευσης κίνησης τραπεζικών λογαριασμών ή ανοίγματος θυρίδων, ή ο Ανακριτής ή το Δικαστικό Συμβούλιο ή το Δικαστήριο που έχει επιληφθεί διατάσσει την παρακατάθεση των μετρητών ή των υπολοίπων λογαριασμών ή των μετρητών που περιέχονται σε θυρίδες, σε δεσμευμένο άτοκο λογαριασμό στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ως δεσμευμένων χρηματικών απαιτήσεων κατά του υπόπτου ή του κατηγορουμένου, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 1 και

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τις υποθέσεις, όμως, στις οποίες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου υφίσταται εισπρακτέα απαίτηση ή εκτελεστός τίτλος του Δημοσίου ή νομικού προσώπου ή φορέα της παραγράφου 1 του άρθρου 1, κατά τα αναφερόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου αυτού, διατάσσεται η απόδοση των μετρητών ή των υπολοίπων λογαριασμών ή των μετρητών που περιέχονται σε θυρίδες. Σε περίπτωση κατά την οποία κατά την έναρξη ισχύος του νόμου υπάρχουν περισσότεροι δικαιούχοι η απόδοση γίνεται κατά το λόγο της ζημίας ή της αξίωσής τους. 2. Οι ρυθμίσεις των υποπεριπτώσεων ββ΄ των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 2 εφαρμόζονται αναλογικά και στις υποθέσεις στις οποίες δεν συντρέχουν τα αναφερόμενα στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου: α) έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση σε πρώτο βαθμό, εφόσον λάβουν χώρα τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 2 έως την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο ή β) έχει ξεκινήσει η διαδικασία, είτε στο πρωτοβάθμιο είτε στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, εφόσον λάβουν χώρα τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 2 εντός τριάντα ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

Άρθρο 9Τελικές διατάξεις

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 18 παρ. 3 του ν. 2523/1997, όπως ισχύει. H διάταξη του άρθρου 158 του ν. 2960/2001 διατηρείται σε ισχύ.

Άρθρο 10Ρύθμιση θεμάτων αλιείας

Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις διενέργειας αλιείας για ερευνητικούς σκοπούς, αποκλειστικά και μόνο στην περίπτωση που η υλοποίηση του ερευνητικού προγράμματος απαιτεί συντονισμό σε εθνικό επίπεδο και συμμετοχή σκαφών από όλη την επικράτεια. Οι σχετικές άδειες χορηγούνται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Άρθρο 11

Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 58 του ν. 2776/1999 «Σωφρονιστικός Κώδικας», προστίθενται εδάφια που έχουν ως εξής: «Η φοίτηση καταδίκων και υποδίκων φοιτητών και σπουδαστών Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων μπορεί να γίνεται και με παρακολούθηση μαθημάτων εξ αποστάσεως. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Παιδείας και Θρησκευμάτων και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθορίζονται οι προϋποθέσεις, ο τρόπος και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εξ αποστάσεως παρακολούθηση των μαθημάτων και των εργαστηρίων, καθώς και η συμμετοχή στις εξετάσεις των ανωτέρω φοιτητών ή σπουδαστών, σύμφωνα με το πρόγραμμα σπουδών της σχολής στην οποία φοιτούν. Στους ίδιους φοιτητές και σπουδαστές μπορεί να χορηγείται άδεια με ηλεκτρονική επιτήρηση, χωρίς περιορισμούς του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 282 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, εφόσον έχουν με επιτυχία παρακολουθήσει το ένα τρίτο (1/3) των μαθημάτων και εργαστηρίων, κατά τους όρους που ορίζονται με την Κοινή Υπουργική Απόφαση του προηγούμενου εδαφίου επί ένα ακαδημαϊκό εξάμηνο. Στην τελευταία περίπτωση η αίτηση δεν απορρίπτεται από το Συμβούλιο του άρθρου 70 παρ. 1 παρά μόνο με ειδική αιτιολογία.»

Άρθρο 12

1) Στο τέλος της περίπτωσης Β΄ του άρθρου 17 του ν. 1756/1988, όπως ισχύει, προστίθεται περίπτωση Βα ως εξής: «Βα. Καθορισμός υπηρεσίας και κλήρωση προεδρευόντων σε τριμελή πλημμελειοδικεία και σε ποινικά εφετεία. 1. Όταν για οποιονδήποτε λόγο αναβάλλεται ή ματαιώνεται η ουσιαστική εκδίκαση ποινικής υπόθεσης από το τριμελές πλημμελειοδικείο ή από το ποινικό εφετείο, αυτή προσδιορίζεται σε δικάσιμο, κατά την οποία προεδρεύει ο ίδιος δικαστής. Για το σκοπό αυτό και ύστερα από σύμφωνη πρόταση του Εισαγγελέα, η υπηρεσία των προεδρευόντων προκαθορίζεται για όσο χρόνο κρίνεται αναγκαίο, από το τριμελές συμβούλιο ή το δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο, με βάση τον αριθμό των υποθέσεων, που είναι κάθε φορά εκκρεμείς, σε κάθε δε περίπτωση τουλάχιστον για τις δικασίμους στις οποίες είναι ήδη προσδιορισμένες για εκδίκαση υποθέσεις σε αριθμό ίσο ή ανώτερο του προβλεπομένου, ως ανωτάτου ορίου από τον οικείο εσωτερικό κανονισμό. 2. Η κλήρωση των προεδρευόντων γίνεται κατά τους μήνες Ιανουάριο και Ιούνιο κάθε έτους ή συμπληρωματικά κατά την παράγραφο 5 και για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο κατά την παράγραφο 1. Συγχρόνως, για την περίπτωση, που θα χρειαστεί να αντικατασταθούν οι προεδρεύοντες λόγω μεταθέσεως, προαγωγής ή για άλλη νόμιμη αιτία, κληρώνεται εύλογος, κατά την κρίση του τριμελούς συμβουλίου ή του δικαστή που διευθύνει το Δικαστήριο, αριθμός αναπληρωτών προεδρευόντων. 3. Ο εισαγγελέας οφείλει, δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες πριν από την κλήρωση, να αποστέλει στον πρόεδρο του τριμελούς συμβουλίου ή τον διευθύνοντα το δικαστήριο δικαστή, αναλυτικό πίνακα, στον οποίο να εμφαίνεται ο αριθμός των υποθέσεων, που έχουν ήδη προσδιοριστεί για εκδίκαση ανά ακροατήριο και ανά δικάσιμο. 4. Το πρακτικό της κλήρωσης αποστέλλεται αυθημερόν στον εισαγγελέα και δεν επιτρέπεται έκτοτε ο προσδιορισμός από αυτόν άλλων υποθέσεων στις δικασίμους για τις οποίες έχει γίνει κλήρωση προεδρευόντων, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ. 9 στοιχείο Β΄. 5. Με πράξη του τριμελούς συμβουλίου ή του δικαστή που διευθύνει το Δικαστήριο και μετά από σύμφωνη πρόταση του εισαγγελέα, μπορεί: α) να εφαρμοσθεί η ανωτέρω ρύθμιση αναλόγως και σε άλλα ποινικά δικαστήρια, β) να αποφασίζεται η διεξαγωγή συμπληρωματικής κλήρωσης προεδρευόντων και αναπληρωτών προεδρευόντων, όποτε αυτό κρίνεται αναγκαίο. 6. Η ισχύς των διατάξεων των παραπάνω παραγράφων αρχίζει την 1.1.2015. 2) Η περίπτωση δ΄ του άρθρου 135 του ν. 2812/2000 «Κύρωση Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων», όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Η εκτέλεση της ποινής της προσωρινής παύσης αρχίζει την επόμενη ημέρα από την επίδοση της απόφασης του δευτεροβαθμίου πειθαρχικού οργάνου στον δικαστικό υπάλληλο ή την επομένη ημέρα από εκείνη, από την οποία η απόφαση του πρωτοβαθμίου πειθαρχικού οργάνου έγινε τελεσίδικη. Ο χρόνος της προσωρινής παύσης δεν θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας. Κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της ποινής της προσωρινής παύσης, ο δικαστικός υπάλληλος δεν μπορεί να ασκεί τα υπηρεσιακά του καθήκοντα ούτε άλλη αρμοδιότητα ή καθήκον, που έχει ανατεθεί σε αυτόν με την ιδιότητά του ως δικαστικού υπαλλήλου.» 3) Στο τέλος του άρθρου 56 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Οι διατάξεις για την κατ’ οίκον έκτιση της ποινής έχουν εφαρμογή και σε καταδίκους που πάσχουν από νοσήματα με ποσοστό αναπηρίας ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω, με εξαίρεση τους καταδικασθέντες για πράξεις των άρθρων 134 και 187Α. Η διακρίβωση της αναπηρίας γίνεται, μετά από αίτηση του καταδίκου, από το αρμόδιο συμβούλιο πλημμελειοδικών, το οποίο διατάσσει ειδική πραγματογνωμοσύνη, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 110Α.» 4) Η περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4285/2014 (Α΄191), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «β) Από 1ης Ιουνίου 2016 των εισαγγελέων πρωτοδικών κατά τέσσερις (4) και από 1ης Ιανουαρίου 2015 των αντεισαγγελέων πρωτοδικών − παρέδρων εισαγγελίας κατά τρεις (3), οριζομένου του συνολικού αριθμού αυτών σε εκατόν σαράντα (140) και διακοσίων σαράντα έξι (246), αντιστοίχως.» 5) Η παρ. 3 του άρθρου 43 του ν. 1756/1988, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «3. Δεν οφείλεται μισθός για το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο ο δικαστικός λειτουργός από δική του υπαιτιότητα δεν παρέχει υπηρεσία. Ως μη παροχή υπηρεσίας νοείται και η, κατά την κρίση των οργάνων που αναφέρονται στην επομένη παράγραφο, αδικαιολόγητη καθυστέρηση παράδοσης σχεδίων αποφάσεων και δικογραφιών που του ανατίθενται προς επεξεργασία, καθώς και η αδικαιολόγητη μη συμμετοχή στις συνεδριάσεις των οργάνων του δικαστηρίου ή η αδικαιολόγητη μη εκτέλεση υπηρεσίας που του ανατέθηκε αρμοδίως.» 6) Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 43 του ν. 1756/1988, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Η πράξη της περικοπής τίθεται στον ατομικό φάκελο του δικαστικού λειτουργού και συνεκτιμάται για την προαγωγή του.» 7) Η παρ. 11 του άρθρου 44 του ν. 1756/1988, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «11. Δικαστικός λειτουργός δεν έχει δικαίωμα να κάνει χρήση δικαστικών διακοπών ή κανονικής αδείας, εφόσον, κατά την κρίση του οικείου προϊσταμένου, υπάρχει κίνδυνος ουσιώδους καθυστέρησης στην έκδοση αποφάσεων ή βουλευμάτων σε επείγουσες υποθέσεις, εκτός αν συντρέχουν λίαν σοβαροί λόγοι υγείας.»

Άρθρο 13

Για τους εκλεγέντες Δημάρχους «ορεινών Δήμων», όπως αυτοί αναφέρονται ονομαστικά στο ν. 3852/2010 (Α΄87), δεν αναστέλλεται η επαγγελματική τους δραστηριότητα αν ο πληθυσμός του Δήμου είναι κάτω των 10.000 κατοίκων, έστω και αν η επαγγελματική δραστηριότητα θεωρείται ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του Δημάρχου, και κάθε αντίθετη διάταξη περί αυτού καταργείται.

Άρθρο 14ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο τέλος της πρώτης παραγράφου του άρθρου 64 του ν. 4277/2014 «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο ΑθήναςΑττικής και άλλες διατάξεις» (Α΄156), προστίθενται δύο νέα εδάφια, ως εξής: «Στο Υπουργείο Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας λειτουργεί Ομάδα Διοίκησης Έργου (Ο.Δ.Ε.), Μονάδα Προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι», με αντικείμενο το συντονισμό και την παρακολούθηση του προγράμματος, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και αποτελείται από εννέα (9) τουλάχιστον μέλη. Με την απόφαση συγκρότησης, καθορίζονται η εξειδίκευση του αντικειμένου, οι όροι, οι προϋποθέσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία της. Στην Ο.Δ.Ε. συμμετέχουν εκπρόσωποι του Υπουργείου Εσωτερικών και της Κ.Ε.Δ.Ε., καθώς και στελέχη της Γενικής Γραμματείας Πρόνοιας, της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Ασφάλισης, του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, της ΕΕΤΑΑ και εκπρόσωποι των εργαζομένων. Οι φορείς υλοποίησης του προγράμματος, Ο.Τ.Α. και νομικά τους πρόσωπα, ή Ν.Π.Δ.Δ. δύνανται, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, να αντικαταστήσουν εργαζόμενους που απεχώρησαν από το πρόγραμμα και για να καλυφθούν αυξημένες ανάγκες, μετά από έγκριση του φορέα που εποπτεύει το πρόγραμμα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 64 του ν. 4277/2014 «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας−Αττικής και άλλες διατάξεις» (Α΄156), που αντικατέστησε το άρθρο 127 του ν. 4199/2013 (Α΄216), σε όποιο σημείο της παραγράφου αναφέρεται «...ή άλλα νομικά πρόσωπα της αυτοδιοίκησης» προστίθεται η φράση «...ή Ν.Π.Δ.Δ.».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η ισχύς των συμβάσεων που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο της Πράξης «Ενέργειες στήριξης ηλικιωμένων και λοιπών ατόμων που χρήζουν βοήθειας για την ενίσχυση της απασχολησιμότητας των εμμέσως ωφελούμενων ατόμων», η οποία εντάσσεται στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού» του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας (Θεματικός Άξονας 4, κατηγορία Παρεμβάσεων 3 «Ενέργειες στήριξης ατόμων που χρήζουν βοήθειας») και συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) για την Προγραμματική Περίοδο 2007−2013, μεταξύ της Ε.Ε.Τ.Α.Α. Α.Ε. ως δικαιούχου αυτής και των αναδόχων που αναδείχθηκαν από το σχετικό ανοικτό διαγωνισμό, παρατείνεται από τη λήξη τους μέχρι τις 30.9.2015. Η χρηματοδότηση για το παραπάνω χρονικό διάστημα προέρχεται από πόρους του ΕΣΠΑ 2007−2014 και εθνικούς πόρους και ιδιαίτερα για τους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης και από πόρους του άρθρου 159 του ν. 3852/2010, οι οποίοι αποδίδονται στον δικαιούχο. Το ύψος της χρηματοδότησης, η διαδικασίας απόδοσης στον δικαιούχο, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ορίζεται με απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Εσωτερικών. Συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου του απασχολούμενου προσωπικού στους αναδόχους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης για την εφαρμογή της Πράξης της προηγούμενης παραγράφου παρατείνονται από τη λήξη τους ομοίως μέχρι τις 30.9.2015. Οι ανωτέρω συμβάσεις του προσωπικού σε καμία περίπτωση δεν μετατρέπονται σε αορίστου χρόνου, κατά τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 2190/1994.

Άρθρο 15ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 16 του ν. 4275/2014 (Α΄149) οι λέξεις «Κέντρο Αποθεραπείας και Αποκατάστασης Παιδιών με Αναπηρία Ξάνθης» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Κέντρο Ατόμων με Αναπηρία Ξάνθης». Στο δεύτερο εδάφιο του ιδίου άρθρου οι λέξεις «Παράρτημα Αποθεραπείας και Αποκατάστασης Παιδιών με Αναπηρία Ξάνθης» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Παράρτημα Ατόμων με Αναπηρία Ξάνθης».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην αρχή της πρώτης παραγράφου του άρθρου 16 του ν. 4275/2014 (Α΄149) τίθεται ο αριθμός 1. Στο ίδιο άρθρο, στην αρχή της δεύτερης παραγράφου τίθεται ο αριθμός 2.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο άρθρο 16 του ν. 4275/2014 (Α΄149) προστίθενται παράγραφοι ως εξής: «3. Το προσωπικό του Ψυχολογικού Κέντρου Βορείου Ελλάδος − Παράρτημα Ξάνθης που υπηρετεί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου έως 31.12.2014 μεταφέρεται από 1.1.2015 στο Ν.Π.Δ.Δ. Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης − Παράρτημα Ατόμων με Αναπηρία Ξάνθης και υπηρετεί με την ίδια σχέση εργασίας και την ίδια ειδικότητα. Για το σκοπό αυτόν εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Προέδρου του Δ.Σ. του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Τυχόν προσωπικό με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου ή έκτακτο προσωπικό συνεχίζει να εργάζεται μέχρι τη λήξη της σύμβασής του και με τους όρους αυτής. Το προσωπικό που μεταφέρεται, υπάγεται στις διατάξεις του ν. 3205/2003 (Α΄297), όπως έχει τροποποιηθεί με το ν. 4024/2011 (Α΄226) και ισχύει, λαμβάνει τα επιδόματα και τις παροχές του προσωπικού των Κέντρων Κοινωνικής Πρόνοιας και ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας που έχει διανυθεί στο Ψυχολογικό Κέντρο Βορείου Ελλάδος − Παράρτημα Ξάνθης λαμβάνεται υπόψη για τη μισθολογική του εξέλιξη και θεωρείται ως πραγματική υπηρεσία για όλα τα θέματα της υπηρεσιακής του κατάστασης. 4. Οι κρατήσεις επί των αποδοχών του προσωπικού για σχηματισμό κεφαλαίων εφάπαξ χρηματικού βοηθήματος του ν. 103/1975 (Α΄167), από την ημερομηνία μετατροπής του ανωτέρω ιδρύματος σε Ν.Π.Δ.Δ., αποτελούν έσοδο του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας−Θράκης, στον προϋπολογισμό του οποίου εγγράφονται πιστώσεις για την καταβολή εφάπαξ χρηματικού βοηθήματος στους υπαλλήλους που αποχωρούν από την υπηρεσία. Αναλογία του εφάπαξ χρηματικού βοηθήματος του ν. 103/1975 σε κάθε περίπτωση δικαιούνται οι εργαζόμενοι από την ημερομηνία έναρξης των κρατήσεων επί των αποδοχών τους για το σχηματισμό κεφαλαίων αυτού, για δε το προηγούμενο διάστημα λαμβάνουν αναλογία της αποζημίωσης εργαζομένων ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 410/1988 (Α΄191). 5. Το προσωπικό που υπηρετεί έως 31.12.2014 στο Ψυχολογικό Κέντρο Βορείου Ελλάδος − Παράρτημα Ξάνθης, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μεταφέρεται από 1.1.2015 στο Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας− Θράκης − Παράρτημα Ατόμων με Αναπηρία Ξάνθης. Το εν λόγω προσωπικό εξακολουθεί να υπάγεται ως προς την κύρια και επικουρική ασφάλιση στους φορείς που υπάγονταν πριν τη μεταφορά του. 6. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα εφαρμογής του παρόντος.»

Άρθρο 16

Ι. Η παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 1999/1991 τροποποιείται ως ακολούθως: «3. Το διοικητικό συμβούλιο (Δ.Σ.) του Ινστιτούτου της παρ. 1 του άρθρου αυτού απαρτίζεται: α) Από καθηγητές του Διεθνούς Δικαίου, του Ναυτικού Δικαίου ή συναφών κλάδων, οι οποίοι προτείνονται από τα οικεία τμήματα ανά ένας: από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Πανεπιστήμιο Πειραιώς. β) Από έναν εκπρόσωπο του Δικηγορικού Συλλόγου Ρόδου και έναν του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς, οι οποίοι ορίζονται με τους αναπληρωτές τους με απόφαση του Δ.Σ. των οικείων συλλόγων. γ) Από τον διευθυντή του ιδρύματος, που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου αυτού. Τα υπό στοιχεία α΄ και β΄ μέλη του διοικητικού συμβουλίου έχουν τριετή θητεία και διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. δ) Στην προεδρία του Δ.Σ. του Ινστιτούτου εναλλάσσονται για θητεία ενός έτους κάθε φορά, τα μέλη του Δ.Σ. υπό στοιχείο α΄, με την αναφερόμενη σειρά, με αντιπρόεδρο κάθε φορά τον προβλεπόμενο από τη διάταξη αυτή ως επόμενο πρόεδρο. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μπορεί να αυξηθεί ο αριθμός των μελών του διοικητικού συμβουλίου μέχρι έντεκα (11), με μέλη προερχόμενα από πανεπιστημιακό διδακτικό προσωπικό, από ιστορικούς ή νομικούς.» IΙ. Η παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 1999/1991 τροποποιείται ως ακολούθως: «6. Πόροι του Ινστιτούτου Αιγαίου του Δικαίου της Θάλασσας και του Ναυτικού Δικαίου είναι: α) Ετήσια κρατική επιχορήγηση εγγραφόμενη στους προϋπολογισμούς των Υπουργείων: Εξωτερικών, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ναυτιλίας και Αιγαίου. β) Ετήσια επιχορήγηση εγγραφόμενη στους προϋπολογισμούς των Πανεπιστημίων: Αιγαίου, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Πανεπιστήμιο Πειραιώς. γ) Επιχορηγήσεις των Δικηγορικών Συλλόγων Ρόδου και Πειραιώς.»

Άρθρο 17

Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 19α του ν. 4015/2011, όπως ισχύει, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Αναστέλλεται για τα πρόσωπα της παραγράφου αυτής κάθε πράξη εκτελέσεως, που αφορά στην ατομική τους περιουσία κινητή και ακίνητη επισπευδομένη εναντίον τους και με την άνω ιδιότητά τους, σε όλα τα προαναφερόμενα νομικά πρόσωπα, από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένου του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ., των Οργανισμών κυρίας και επικουρικής Ασφάλισης, κατά το χρονικό διάστημα, που διαρκεί η εκκαθάριση ή η ειδική εκκαθάριση ή η πτώχευση των νομικών αυτών προσώπων και μέχρι το πέρας αυτής, με εξαίρεση τον εκκαθαριστή ή τον σύνδικο.»

Άρθρο 18

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 11 Δεκεμβρίου 2014
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΓΚΙΚΑΣ ΧΑΡΔΟΥΒΕΛΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ
ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 12 Δεκεμβρίου 2014
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΧΑΡΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ