220 Α' 2016

ΝΟΜΟΣ 4438/2016

Εναρμόνιση της νομοθεσίας με την Οδηγία 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για κατα- ναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κα- τοικία και την τροποποίηση των Οδηγιών 2008/ 48/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 1093/2010, και άλλες διατάξεις αρμοδιό- τητας του Υπουργείου Οικονομικών.

ΜΕΡΟΣ Β - Οδηγίες για τη συμπλήρωση του ESIS Για τη συμπλήρωση του ESIS ακολουθούνται οι παρα- κάτω οδηγίες. Τμήμα «1. Εισαγωγικό κείμενο» 1) Επισημαίνεται με γραμμοσκίαση η διάρκεια ισχύος. Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος, «διάρκεια ισχύος» σημαίνει το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι πληροφορίες, π.χ. το επιτόκιο χορηγήσεων, που πε- ριλαμβάνονται στο ESIS θα παραμείνουν αμετάβλητες και θα ισχύουν αν ο πιστωτικός φορέας αποφασίσει να χορηγήσει την πίστωση εντός αυτής της χρονικής περιόδου. Όταν ο προσδιορισμός του εφαρμοζόμενου επιτοκίου χορηγήσεων και των λοιπών επιβαρύνσεων εξαρτάται από τα αποτελέσματα της πώλησης υποκεί- μενων ομολόγων, το τελικό επιτόκιο χορηγήσεων και οι λοιπές επιβαρύνσεις πιθανόν να διαφέρουν από τα δηλωθέντα. Μόνο σε αυτές τις περιπτώσεις, αναφέρε- ται ότι η διάρκεια ισχύος δεν εφαρμόζεται στο επιτόκιο χορηγήσεων και στις λοιπές επιβαρύνσεις με την προ- σθήκη των λέξεων, «εκτός από το επιτόκιο και τις λοιπές επιβαρύνσεις». Τμήμα «1. Πιστωτικός φορέας» 1) Η επωνυμία/διακριτικός τίτλος, ο αριθμός τηλεφώ- νου και η ταχυδρομική διεύθυνση του πιστωτικού φορέα είναι τα στοιχεία επικοινωνίας που μπορεί να χρησιμο- ποιεί ο καταναλωτής για μελλοντική επικοινωνία. 2) Οι πληροφορίες σχετικά με τη διεύθυνση ηλεκτρο- νικού ταχυδρομείου, τον αριθμό φαξ, τη διαδικτυακή διεύθυνση και το πρόσωπο επικοινωνίας/σημείο επαφής είναι προαιρετικές. 3) Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 4θ του Ν. 2251/1994, εάν η συναλλαγή λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο σύναψης σύμβασης χρηματοοικονομικών υπηρεσιών εξ αποστάσεως, ο πιστωτικός φορέας ανα- φέρει, κατά περίπτωση, την επωνυμία/το διακριτικό τίτλο και την ταχυδρομική διεύθυνση του αντιπροσώ- που του στο κράτος μέλος διαμονής του καταναλωτή. Η αναφορά του αριθμού τηλεφώνου, της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και της διαδικτυακής δι- εύθυνσης του αντιπροσώπου του πιστωτικού φορέα είναι προαιρετική. 4) Όταν δεν εφαρμόζεται το τμήμα 2, ο πιστωτικός φο- ρέας ενημερώνει τον καταναλωτή σχετικά με το κατά πό- σον παρέχονται συμβουλευτικές υπηρεσίες και σε ποια βάση, χρησιμοποιώντας τη διατύπωση του μέρους Α. (Κατά περίπτωση) Τμήμα «2. Μεσίτης πιστώσεων» Όταν οι πληροφορίες για το προϊόν παρέχονται στον καταναλωτή από μεσίτη πιστώσεων, ο μεσίτης παρέχει τις ακόλουθες πληροφορίες: 1) Η επωνυμία/το όνομα, ο αριθμός τηλεφώνου και η ταχυδρομική διεύθυνση του μεσίτη πιστώσεων είναι τα στοιχεία επικοινωνίας που μπορεί να χρησιμοποιεί ο καταναλωτής για μελλοντική επικοινωνία. 2) Οι πληροφορίες σχετικά με τη διεύθυνση ηλεκτρο- νικού ταχυδρομείου, τον αριθμό φαξ, τη διαδικτυακή διεύθυνση και το πρόσωπο επικοινωνίας/σημείο επαφής είναι προαιρετικές. 3) Ο μεσίτης πιστώσεων ενημερώνει τον καταναλωτή σχετικά με το κατά πόσον παρέχονται συμβουλευτικές υπηρεσίες και σε ποια βάση, χρησιμοποιώντας τη δια- τύπωση του μέρους Α. 4) Εξήγηση για τον τρόπο αμοιβής του μεσίτη πιστώ- σεων. Αν εισπράττει προμήθεια από πιστωτικό φορέα, οφείλει να γνωστοποιήσει το ποσό και την επωνυμία/ το διακριτικό τίτλο του πιστωτικού φορέα, εάν είναι διαφορε- τική από την αναφερόμενη/το αναφερόμενο στο τμήμα 1. Τμήμα «3. Βασικά χαρακτηριστικά της πίστωσης» 1) Στο τμήμα αυτό περιγράφονται με σαφήνεια τα βα- σικά χαρακτηριστικά της πίστωσης συμπεριλαμβανομέ- νης της αξίας του νομίσματος και των πιθανών κινδύνων που σχετίζονται με το επιτόκιο χορηγήσεων, μεταξύ των οποίων τα αναφερόμενα στο σημείο 8), καθώς και την ανάλυση του τρόπου αποπληρωμής. 2) Όταν το νόμισμα της πίστωσης είναι διαφορετικό από το εθνικό νόμισμα του καταναλωτή, ο πιστωτικός φορέας δηλώνει ότι ο καταναλωτής θα λαμβάνει τακτική προειδοποίηση τουλάχιστον όταν η συναλλαγματική ισοτιμία παρουσιάζει διακύμανση μεγαλύτερη από 20 %, θα ενημερώνεται, κατά περίπτωση, για το δικαίωμα με- τατροπής του νομίσματος της σύμβασης πίστωσης ή τη δυνατότητα επαναδιαπραγμάτευσης των όρων της και για κάθε άλλο μέσο περιορισμού της έκθεσης σε συναλλαγματικό κίνδυνο τον οποίο προσφέρουν στον καταναλωτή προκειμένου να περιορίσει την έκθεση του στο συναλλαγματικό κίνδυνο. Όταν, στη σύμβαση πίστω- σης, υπάρχει διάταξη που περιορίζει τον συναλλαγμα- τικό κίνδυνο, ο πιστωτικός φορέας δηλώνει το ανώτατο ποσό που ο καταναλωτής ενδεχομένως θα πρέπει να αποπληρώσει. Όταν δεν υπάρχει διάταξη στη σύμβαση πίστωσης που να περιορίζει τον συναλλαγματικό κίνδυ- νο στον οποίο εκτίθεται ο καταναλωτής σε διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας μικρότερη του 20 %, ο πιστωτικός φορέας δίνει παράδειγμα του αποτελέσμα- τος που θα έχει για την αξία της πίστωσης μείωση κατά 20 % της αξίας του εθνικού νομίσματος του καταναλωτή σε σχέση με το νόμισμα της πίστωσης. 3) Η διάρκεια της πίστωσης εκφράζεται σε έτη ή μή- νες, ανάλογα με το ποιο ενδείκνυται κατά περίπτωση. Σε περίπτωση που η διάρκεια της πίστωσης μπορεί να μεταβληθεί κατά τη διάρκεια της σύμβασης ο πιστωτικός φορέας εξηγεί πότε και υπό ποιες συνθήκες μπορεί να γίνει αυτό. Όταν η πίστωση είναι αόριστης διάρκειας, για παράδειγμα πιστωτική κάρτα με εξασφάλιση, ο πιστωτι- κός φορέας δηλώνει σαφώς το γεγονός αυτό. 4) Το είδος της πίστωσης δηλώνεται σοφώς (π.χ. ενυπό- θηκη πίστωση, στεγαστικό δάνειο, πιστωτική κάρτα με εξασφάλιση). Η περιγραφή του είδους της πίστωσης ανα- φέρει σαφώς τον τρόπο αποπληρωμής του κεφαλαίου και των τόκων κατά τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης (δηλαδή την ανάλυση του τρόπου αποπληρωμής της πίστωσης), διευκρινίζοντας σαφώς αν η σύμβαση πίστω- σης προβλέπει εξόφληση κεφαλαίου ή μόνο πληρωμή των τόκων ή συνδυασμό των δύο. 5) Όταν για το σύνολο ή μέρος της πίστωσης καταβάλ- λονται μόνον οι τόκοι, προστίθεται εμφανώς στο τέλος αυ- τού του τμήματος δήλωση που αναφέρει σαφώς αυτό το γεγονός, χρησιμοποιώντας τη διατύπωση του μέρους Α. 6) Στο τμήμα αυτό εξηγείται αν το επιτόκιο χορηγήσε- ων είναι σταθερό ή κυμαινόμενο και, κατά περίπτωση, αναφέρονται οι περίοδοι κατά τις οποίες θα παραμείνει σταθερό, η συχνότητα των μεταγενέστερων αναπροσαρ- μογών αυτού και η ύπαρξη ορίων στη διακύμανση του επιτοκίου χορηγήσεων, όπως ανώτατων και κατώτατων ορίων. Εξηγείται ο μαθηματικός τύπος που χρησιμοποιείται για την αναπροσαρμογή του επιτοκίου χορηγήσεων και των διαφόρων στοιχείων του (π.χ. επιτόκιο αναφοράς, περιθώριο επιτοκίου (spread). Ο πιστωτικός φορέας δη- λώνει, για παράδειγμα μέσω αναφοράς διαδικτυακής διεύθυνσης, πού μπορούν να αναζητηθούν επιπλέον πληροφορίες για τους δείκτες ή τα επιτόκια που χρησιμο- ποιούνται στον μαθηματικό τύπο, π.χ. Euribor ή επιτόκιο αναφοράς κεντρικής τράπεζας. 7) Εάν ισχύουν διαφορετικά επιτόκια χορηγήσεων σε διαφορετικές περιστάσεις, παρέχονται πληροφορίες για όλα τα εφαρμοστέα επιτόκια. 8) Το «συνολικό ποσό προς αποπληρωμή» αντιστοιχεί στο συνολικό ποσό που οφείλει να καταβάλει ο κατα- ναλωτής. Αναγράφεται ως το άθροισμα του ποσού της πίστωσης και του συνολικού κόστους της πίστωσης για τον καταναλωτή. Όταν το επιτόκιο χορηγήσεων δεν είναι σταθερό σε όλη τη διάρκεια της σύμβασης, επισημαίνε- ται με γραμμοσκίαση ότι το ποσό αυτό είναι ενδεικτικό και μπορεί να μεταβάλλεται, ιδίως σε συνάρτηση με τη διακύμανση του επιτοκίου χορηγήσεων. 9) Σε περίπτωση που η πίστωση εξασφαλίζεται με προσημείωση υποθήκης επί του ακινήτου ή με άλλη εμπράγματη ασφάλεια ή με δικαίωμα σχετιζόμενο με ακίνητο, ο πιστωτικός φορέας εφιστά την προσοχή του καταναλωτή στο γεγονός αυτό. Κατά περίπτωση, ο πι- στωτικός φορέας αναγράφει την εκτιμώμενη αξία του ακινήτου ή τυχόν άλλης εξασφάλισης που λαμβάνεται υπόψη για την κατάρτιση του παρόντος ενημερωτικού εγγράφου. 10) Ο πιστωτικός φορέας αναφέρει, κατά περίπτωση: α) είτε το «μέγιστο διαθέσιμο ποσό πίστωσης σε σχέση με την αξία του ακινήτου», προσδιορίζοντας τον δείκτη αξίας δανείου προς αξία ενυπόθηκου ακινήτου (loan- to-value). Ο δείκτης αυτός πρέπει να συνοδεύεται από παράδειγμα, σε απόλυτους όρους, του μέγιστου ποσού που μπορεί να χορηγηθεί ως δάνειο για μια δεδομένη αξία ακινήτου, β) είτε την «ελάχιστη αξία του ακινήτου που απαιτείται από τον πιστωτικό φορέα προκειμένου να χορηγηθεί το αναγραφόμενο ποσό της πίστωσης». 11) Εάν οι πιστώσεις περιλαμβάνουν διακριτά μέρη (π.χ. ένα μέρος με σταθερό επιτόκιο και ένα μέρος με κυ- μαινόμενο επιτόκιο), αυτό αναφέρεται στην περιγραφή του είδους της πίστωσης και δίδονται οι απαιτούμενες πληροφορίες για κάθε μέρος της πίστωσης. Τμήμα «4. Επιτόκιο» και άλλες επιβαρύνσεις 1) Η αναφορά στο «επιτόκιο» αντιστοιχεί στο επιτόκιο ή επιτόκια χορηγήσεων. 2) Το επιτόκιο χορηγήσεων εκφράζεται ως ποσοστό επί τοις εκατό. Όταν το επιτόκιο χορηγήσεων είναι κυ- μαινόμενο και βασίζεται σε επιτόκιο αναφοράς, ο πι- στωτικός φορέας δύναται να προσδιορίσει το επιτόκιο χορηγήσεων αναφέροντας ένα επιτόκιο αναφοράς και ένα ποσοστό περιθωρίου επιτοκίου (spread) του πιστω- τικού φορέα. Ο πιστωτικός φορέας οφείλει ωστόσο να προσδιορίσει την τιμή του επιτοκίου αναφοράς που ισχύει την ημέρα έκδοσης του ESIS. Όταν το επιτόκιο χορηγήσεων είναι κυμαινόμενο, οι πληροφορίες περιλαμβάνουν: α) τις παραδοχές που χρη- σιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ΣΕΠΠΕ, β) κατά περίπτωση, τα ισχύοντα ανώτατα και κατώτατα όρια και γ) προειδοποίηση ότι η διακύμανση μπορεί να επηρεάσει το πραγματικό επίπεδο του ΣΕΠΠΕ. Για να τραβήξει την προσοχή του καταναλωτή, η προειδοποίηση αναγρά- φεται εμφανώς στο κύριο σώμα του ESIS και το μέγεθος των χαρακτήρων είναι μεγαλύτερο. Η προειδοποίηση συνοδεύεται από ένα ενδεικτικό παράδειγμα του ΣΕΠΠΕ. Όταν προβλέπεται ανώτατο όριο του επιτοκίου χορηγή- σεων, το παράδειγμα βασίζεται στην παραδοχή ότι το επιτόκιο χορηγήσεων θα ανέλθει με την πρώτη ευκαιρία στο υψηλότερο προβλεπόμενο επίπεδο. Όταν δεν προ- βλέπεται ανώτατο όριο στο παράδειγμα υπολογίζεται το ΣΕΠΠΕ με βάση: α) το υψηλότερο επιτόκιο αναφοράς τουλάχιστον των τελευταίων 20 ετών, ή, β) όταν τα διαθέσιμα στοιχεία για τον υπολογισμό του επιτοκίου χορηγήσεων καλύπτουν περίοδο μικρότερη των 20 ετών, βασίζεται στη μεγαλύ- τερη περίοδο για την οποία υπάρχουν τέτοια στοιχεία, με βάση την υψηλότερη τιμή κάθε εξωτερικού επιτο- κίου αναφοράς που χρησιμοποιείται για τον υπολογι- σμό του επιτοκίου χορηγήσεων, κατά περίπτωση, ή την υψηλότερη τιμή επιτοκίου αναφοράς που καθορίζει η αρμόδια αρχή ή η Ευρωπαϊκή, Αρχή Τραπεζών (EAT) η οποία έχει συσταθεί με τον Κανονισμό (ΕΕ) 1093/2010 όταν ο πιστωτικός φορέας δεν χρησιμοποιεί εξωτερικό επιτόκιο αναφοράς. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει για συμβάσεις πίστωσης στις οποίες το επιτόκιο χορηγήσε- ων είναι σταθερό για συγκεκριμένη αρχική περίοδο αρ- κετών ετών (σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 16) και στη συνέχεια μπορεί να καθοριστεί νέο σταθερό επιτόκιο μετά από διαπραγμάτευση μεταξύ του πιστωτι- κού φορέα και του καταναλωτή. Για τις τελευταίες αυτές συμβάσεις πίστωσης, οι πληροφορίες περιλαμβάνουν προειδοποίηση ότι το ΣΕΠΠΕ υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο χορηγήσεων της αρχικής περιόδου. Η προειδο- ποίηση συνοδεύεται από ένα συμπληρωματικό παρά- δειγμα ενδεικτικού ΣΕΠΠΕ που υπολογίζεται σύμφωνα με την παρόγραφο-5 του άρθρουίδ. Εάν οι πιστώσεις περιλαμβάνουν διακριτά μέρη (π.χ. ένα μέρος με στα- θερό επιτόκιο και ένα μέρος με κυμαινόμενο επιτόκιο), παρέχονται πληροφορίες για κάθε μέρος της πίστωσης. 3) Στην ένδειξη «Επιμέρους στοιχεία του ΣΕΠΠΕ» απα- ριθμούνται όλες οι υπόλοιπες επιβαρύνσεις που περι- λαμβάνονται στο ΣΕΠΠΕ, συμπεριλαμβανομένων των εφάπαξ επιβαρύνσεων όπως έξοδα διαχείρισης και των τακτικών επιβαρύνσεων, όπως τα ετήσια έξοδα διαχείρι- σης. Ο πιστωτικός φορέας καταγράφει όλες τις επιβαρύν- σεις ανά κατηγορία (επιβαρύνσεις που καταβάλλονται εφάπαξ, επιβαρύνσεις που καταβάλλονται σε τακτική βάση και περιλαμβάνονται στις δόσεις, επιβαρύνσεις που καταβάλλονται σε τακτική βάση αλλά δεν περιλαμβά- νονται στις δόσεις), προσδιορίζοντας το ύψος τους, σε ποιον πρέπει να καταβληθούν και πότε. Στις επιβαρύν- σεις αυτές δεν περιλαμβάνονται οι επιβαρύνσεις που προκύπτουν από αθέτηση συμβατικών υποχρεώσεων. Όταν το ποσό δεν είναι γνωστό, εφόσον είναι εφικτό, ο πιστωτικός φορέας αναφέρει ένα ενδεικτικό ποσό ή, αν αυτό δεν είναι δυνατόν, δηλώνει τον τρόπο υπολογισμού του ποσού και διευκρινίζει ότι το ποσό είναι απλώς ενδει- κτικό. Όταν ορισμένες επιβαρύνσεις δεν περιλαμβάνο- νται στο ΣΕΠΠΕ επειδή δεν είναι γνωστές στον πιστωτικό φορέα, το γεγονός αυτό επισημαίνεται με γραμμοσκίαση. Όταν ο καταναλωτής έχει πληροφορήσει τον πιστω- τικό φορέα για ένα ή περισσότερα χαρακτηριστικά της επιθυμητής από αυτόν πίστωσης, όπως η διάρκεια της σύμβασης πίστωσες και το συνολικό ποσό της πί- στωσης, ο πιστωτικός φορέας χρησιμοποιεί, κατά το δυνατόν, αυτά τα στοιχεία. Εάν η σύμβαση πίστωσης προβλέπει διαφόρους τρόπους ανάληψης (drawdown) με διαφορετικές επιβαρύνσεις ή επιτόκια χορηγήσεων και ο πιστωτικός φορέας χρησιμοποιεί τις παραδοχές του τμήματος ΙΙ του παραρτήματος Ι, δηλώνει ότι άλλοι μηχανισμοί ανάληψης για τον εν λόγω τύπο σύμβασης πίστωσης μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα υψηλότερο ΣΕΠΠΕ. Όταν οι όροι ανάληψης χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ΣΕΠΠΕ, ο πιστωτικός φορέας επιση- μαίνει με γραμμοσκίαση την επιβάρυνση που σχετίζεται με άλλους μηχανισμούς ανάληψης οι οποίοι δεν είναι απαραίτητα όμοιοι με αυτούς που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ΣΕΠΠΕ. 4) Όταν καταβάλλεται τέλος για την εγγραφή της προσημείωσης υποθήκης ή ανάλογης εμπράγματης εξασφάλισης, αυτό αναφέρεται στο εν λόγω τμήμα μαζί με το ποσόν, εφόσον είναι γνωστό, ή εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναφέρεται η βάση για τον υπολογισμό του ποσού. Όταν τα τέλη είναι γνωστά και συμπεριλαμβά- νονται στο ΣΕΠΠΕ, η ύπαρξη και το ποσό του τέλους δηλώνονται στο σημείο «Εφάπαξ επιβαρύνσεις». Όταν τα τέλη δεν είναι γνωστά στον πιστωτικό φορέα και άρα δεν περιλαμβάνονται στο ΣΕΠΠΕ, η ύπαρξη του τέλους δηλώνεται σαφώς στον κατάλογο των επιβαρύνσεων που δεν είναι γνωστές στον πιστωτικό φορέα. Σε κάθε περίπτωση, η τυποποιημένη διατύπωση του μέρους Α χρησιμοποιείται στο κατάλληλο σημείο. Τμήμα «5. Συχνότητα και αριθμός καταβολών» 1) Εάν οι καταβολές πρόκειται να πραγματοποιούνται σε τακτική βάση, αναφέρεται η συχνότητα των καταβο- λών (π.χ. μηνιαία). Εάν η συχνότητα των πληρωμών δεν είναι τακτική, αυτό εξηγείται σαφώς στον καταναλωτή. 2) Ο αριθμός των καταβολών που αναφέρεται καλύπτει ολόκληρη τη διάρκεια της πίστωσης. Τμήμα «6. Ποσό κάθε δόσης» 1) Αναφέρεται με σαφήνεια το νόμισμα της πίστωσης και το νόμισμα στο οποίο θα καταβάλλονται οι δόσεις. 2) Σε περίπτωση που το ποσό των δόσεων ενδέχεται να αλλάξει στη διάρκεια της πίστωσης, ο πιστωτικός φορέας διευκρινίζει την περίοδο κατά την οποία θα παραμείνει αμετάβλητο το αρχικό ποσό της δόσης, καθώς και πότε και πόσο συχνά θα αλλάζει στη συνέχεια. 3) Όταν το σύνολο ή μέρος της πίστωσης εξοφλείται στη λήξη της με ενδιάμεση καταβολή μόνον των τόκων (interest-only credit), στο τέλος αυτού του τμήματος προστίθεται εμφανώς δήλωση που επισημαίνει σαφώς αυτό το γεγονός χρησιμοποιώντας τη διατύπωση του μέρους Α. Εάν ο καταναλωτής απαιτείται να συνάψει σύμβαση για συνδεδεμένο αποταμιευτικό προϊόν προκειμένου να του χορηγηθεί πίστωση για την οποία ενδιαμέσως καταβάλλονται μόνον οι τόκοι και η οποία εξασφαλί- ζεται με προσημείωση υποθήκης ή με άλλη παρόμοια εμπράγματη εξασφάλιση, αναφέρονται το ποσό και η συχνότητα όλων των καταβολών για αυτό το προϊόν. 4) Όταν το επιτόκιο χορηγήσεων είναι κυμαινόμενο, στις πληροφορίες περιλαμβάνεται δήλωση που να επι- σημαίνει αυτό το γεγονός, χρησιμοποιώντας τη διατύ- πωση του μέρους Α, καθώς και ενδεικτικό παράδειγμα ανώτατου ποσού δόσης. Όταν προβλέπεται ανώτατο όριο, το ενδεικτικό παράδειγμα δείχνει το ποσό των δόσεων εάν το επιτόκιο χορηγήσεων φθάσει το ανώ- τατο αυτό όριο. Εάν δεν προβλέπεται ανώτατο όριο, το χειρότερο σενάριο δείχνει το επίπεδο των δόσεων με το υψηλότερο επιτόκιο χορηγήσεων των τελευταίων 20 ετών ή, όταν τα διαθέσιμα στοιχεία για τον υπολογισμό του επιτοκίου χορηγήσεων καλύπτουν περίοδο μικρό- τερη των 20 ετών, τη μεγαλύτερη περίοδο για την οποία είναι διαθέσιμα τέτοια στοιχεία, με βάση την υψηλότερη τιμή κάθε εξωτερικού επιτοκίου αναφοράς για τον υπο- λογισμό των εφαρμοστέου επιτοκίου χορηγήσεων, ή την υψηλότερη τιμή επιτοκίου αναφοράς που καθορίζει η αρμόδια αρχή ή η EAT όταν ο πιστωτικός φορέας δεν χρησιμοποιεί εξωτερικό επιτόκιο αναφοράς. Η υποχρέ- ωση παροχής ενδεικτικού παραδείγματος δεν ισχύει για συμβάσεις πίστωσης στις οποίες το επιτόκιο χορηγή- σεων είναι σταθερό για συγκεκριμένη αρχική περίοδο αρκετών ετών και στη συνέχεια μπορεί να καθοριστεί νέο σταθερό επιτόκιο μετά από διαπραγμάτευση μεταξύ του πιστωτικού φορέα και του καταναλωτή. Εάν οι πιστώσεις περιλαμβάνουν διακριτά μέρη (π.χ. ένα μέρος με στα- θερό επιτόκιο και ένα μέρος με κυμαινόμενο επιτόκιο), παρέχονται πληροφορίες για κάθε μέρος της πίστωσης. 5) (Κατά περίπτωση) Εάν το νόμισμα της πίστωσης εί- ναι διαφορετικό από το εθνικό νόμισμα του καταναλωτή ή όταν η πίστωση αναπροσαρμόζεται βάσει διακύμαν- σης της συναλλαγματικής ισοτιμίας ενός νομίσματος διαφορετικού από το εθνικό νόμισμα του καταναλωτή, ο πιστωτικός φορέας περιλαμβάνει αριθμητικό παρά- δειγμα στο οποίο φαίνεται σαφώς πώς οι μεταβολές της σχετικής ισοτιμίας μπορούν να επηρεάσουν το ποσό των δόσεων, χρησιμοποιώντας τη διατύπωση του μέρους Α. Το παράδειγμα αυτό βασίζεται σε παραδοχή μείωσης της αξίας του εθνικού νομίσματος του καταναλωτή κατά 20 % σε σχέση με την συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει κατά την χρονική στιγμή συμπληρώσεως του ESIS μεταξύ του νομίσματος της πίστωσης και του εθνικού νομίσμα- τος του καταναλωτή. Επιπλέον, συμπεριλαμβάνεται εμ- φανής δήλωση ότι οι δόσεις μπορεί να αυξηθούν ακόμα περισσότερο από το ποσό του εν λόγω παραδείγματος. Σε περίπτωση που προβλέπεται ανώτατο όριο που περι- ορίζει την αύξηση αυτή σε ποσοστό κατώτερο του 20 %, αναφέρεται η μέγιστη αξία των δόσεων στο νόμισμα του καταναλωτή και παραλείπεται η δήλωση για την πιθανό- τητα μεγαλύτερης αύξησης. 6) Όταν η πίστωση εν όλω ή εν μέρει είναι πίστωση με κυμαινόμενο επιτόκιο και ισχύει το σημείο 3), το πα- ράδειγμα στο σημείο 5) δίνεται με βάση το ποσό δόσης που αναφέρεται στο σημείο 1). 7) Εάν το νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πλη- ρωμή των δόσεων είναι διαφορετικό από το νόμισμα της πίστωσης ή αν το ποσό της κάθε δόσης εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα του καταναλωτή εξαρτάται από το αντίστοιχο ποσό σε διαφορετικό νόμισμα, στο παρόν τμήμα αναγράφεται σαφώς η ημερομηνία κατά την οποία υπολογίζεται η συναλλαγματική ισοτιμία και είτε η συναλλαγματική ισοτιμία είτε η βάση υπολογισμού της και η συχνότητα προσαρμογής τους. Κατά περίπτω- ση, αναγράφεται επίσης ο φορέας που δημοσιεύει την ισοτιμία. 8) Όταν πρόκειται για πίστωση με αναβαλλόμενη κα- ταβολή τόκων στο πλαίσιο της οποίας οι οφειλόμενοι τόκοι δεν πληρώνονται εξ ολοκλήρου από τις δόσεις και προστίθενται στο οφειλόμενο συνολικό ποσό πίστωσης, εξηγείται: πώς και πότε οι απλήρωτοι/αναβαλλόμενοι τόκοι προστίθενται στην πίστωση σαν συγκεκριμένο χρηματικό ποσό και ποιες είναι οι συνέπειες για τον κα- ταναλωτή όσον αφορά το υπολειπόμενο χρέος. Τμήμα «7. Ενδεικτικός πίνακας καταβολών» 1) Το τμήμα αυτό περιλαμβάνεται όταν πρόκειται για πίστωση με αναβαλλόμενη καταβολή τόκων στο πλαίσιο της οποίας οι οφειλόμενοι τόκοι δεν πληρώνονται εξ ολοκλήρου από τις δόσεις και προστίθενται στο οφει- λόμενο συνολικό ποσό της πίστωσης ή όταν το επιτό- κιο χορηγήσεων καθορίζεται για όλη τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης. Το τμήμα αυτό περιλαμβάνεται ανεξάρτητα από τον τρόπο πληρωμής της σύμβασης. Όταν στον καταναλωτής παρέχεται το δικαίωμα να λάβει αναθεωρημένο πίνακα απόσβεσης (amortization table), αυτό δηλώνεται μαζί με τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να ασκήσει αυτό το δικαίωμα. 2) Σε περίπτωση που το επιτόκιο χορηγήσεων μπορεί να μεταβάλλεται κατά τη διάρκεια της πίστωσης ο πιστω- τικός φορέας επισημαίνει την περίοδο κατά την οποία το αρχικό επιτόκιο χορηγήσεων θα παραμείνει αμετάβλητο. 3) Ο πίνακας που περιλαμβάνεται σε αυτό το σημείο περιέχει τις ακόλουθες στήλες: «χρονοδιάγραμμα απο- πληρωμής» (π.χ. μήνας 1, μήνας 2, μήνας 3), «ποσό της δόσης», «πληρωτέος τόκος ανά δόση», «άλλες επιβαρύν- σεις που περιλαμβάνονται στη δόση» (κατά περίπτωση), «εξοφληθέν κεφάλαιο ανά δόση» και «οφειλόμενο κεφά- λαιο μετά από κάθε δόση». 4) Για το πρώτο έτος αποπληρωμής, οι πληροφορίες παρέχονται για κάθε δόση και αναγράφεται υποσύνο- λο για κάθε στήλη στο τέλος του πρώτου έτους. Για τα επόμενα έτη, οι λεπτομέρειες μπορούν να παρέχονται σε ετήσια βάση. Στο τέλος του πίνακα προστίθεται επι- πλέον σειρά με το γενικό σύνολο, όπου αναγράφονται τα συνολικά ποσά για κάθε στήλη. Το συνολικό πληρωτέο από τον καταναλωτή ποσό (ήτοι το συνολικό άθροισμα της στήλης «ποσό της δόσης») επισημαίνεται με γραμ- μοσκίαση και αναφέρεται με αυτή την ονομασία. 5) Εάν το επιτόκιο χορηγήσεων υπόκειται σε ανα- προσαρμογή και δεν είναι γνωστό το ποσό της δόσης μετά την κάθε αναπροσαρμογή, ο πιστωτικός φορέας μπορεί να αναφέρει στον πίνακα απόσβεσης το ίδιο ποσό δόσης για ολόκληρη τη διάρκεια της πίστωσης. Στην περίπτωση αυτή, ο πιστωτικός φορέας εφιστά την προσοχή του καταναλωτή στο γεγονός αυτό, δι- αφοροποιώντας εμφανώς τα ποσά που είναι γνωστά από εκείνα που είναι υποθετικά (π.χ. χρησιμοποιώντας διαφορετική γραμματοσειρά, πλαίσια ή σκίαση). Επι- πλέον, σε ευανάγνωστο κείμενο εξηγείται για ποιες περιόδους ενδέχεται να μεταβάλλονται τα ποσά που παρουσιάζονται στον πίνακα και γιατί. Τμήμα «8. Πρόσθετες υποχρεώσεις» 1) Ο πιστωτικός φορέας αναφέρει στο παρόν τμήμα υποχρεώσεις, όπως υποχρέωση ασφάλισης του ακινή- του, σύναψης ασφάλειας ζωής, καταβολής μισθού σε λο- γαριασμό που τηρείται στον πιστωτικό φορέα ή αγοράς οποιουδήποτε άλλου προϊόντος ή υπηρεσίας. Για κάθε υποχρέωση, ο πιστωτικός φορέας διευκρινίζει έναντι ποιου προσώπου και έως πότε πρέπει να εκπληρωθεί η υποχρέωση. 2) Ο πιστωτικός φορέας προσδιορίζει τη διάρκεια της υποχρέωσης, π.χ. μέχρι τη λήξη της σύμβασης πίστωσης. Ο πιστωτικός φορέας προσδιορίζει για κάθε υποχρέωση την ενδεχόμενη επιβάρυνση του καταναλωτή που δεν περιλαμβάνεται στο ΣΕΠΠΕ. 3) Ο πιστωτικός φορέας διευκρινίζει στο σημείο αυτό κατά πόσον είναι υποχρεωτικό για τον καταναλωτή να λάβει οποιεσδήποτε συμπληρωματικές υπηρεσίες προ- κειμένου να του χορηγηθεί η πίστωση με τους αναφε- ρόμενους όρους και, στην περίπτωση αυτή, κατά πόσον ο καταναλωτής είναι υποχρεωμένος να τις προμηθευτεί από φορέα παροχής υπηρεσιών της προτίμησης του πι- στωτικού φορέα ή από φορέα της επιλογής του ιδίου. Εάν η δυνατότητα αυτή παρέχεται υπό την προϋπόθε- ση ότι οι συμπληρωματικές υπηρεσίες έχουν ορισμένα ελάχιστα χαρακτηριστικά, τα χαρακτηριστικά αυτά πε- ριγράφονται στο σημείο αυτό. Όταν η σύμβαση πίστωσης είναι ομαδοποιημένη με άλλα προϊόντα, ο πιστωτικός φορέας αναφέρει τα βασικά χαρακτηριστικά των προϊόντων αυτών και διευκρινίζει ρητά εάν ο καταναλωτής έχει δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση πίστωσης ή τα ομαδοποιημένα προϊόντα χωρι- στά, τους όρους και τις συνέπειες μιας τέτοιας ενέργειας και, κατά περίπτωση, τις πιθανές συνέπειες της καταγγε- λίας των συμπληρωματικών υπηρεσιών που απαιτούνται σε συνδυασμό με τη συμφωνία σύμβασης. Τμήμα «9. Πρόωρη αποπληρωμή» 1) Ο πιστωτικός φορέας αναφέρει υπό ποιους όρους ο καταναλωτής μπορεί να προβεί σε πρόωρη εξόφληση ολόκληρης της πίστωσης ή ενός μέρους αυτής υπό την προϋπόθεση ότι η πρόωρη εξόφληση πραγματοποιείται εντός χρονικού διαστήματος για το οποίο έχει συμφω- νηθεί σταθερό επιτόκιο χορηγήσεων. 2) Στο τμήμα για την αποζημίωση λόγω πρόωρης αποπληρωμής, ο πιστωτικός φορέας εφιστά την προ- σοχή του καταναλωτή σε οποιαδήποτε οφειλόμενη αποζημίωση λόγω της πρόωρης αποπληρωμής της πίστωσης ή σε τυχόν άλλες επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβληθούν στην περίπτωση αυτή με σκοπό την αποζημίωση του πιστωτικού φορέα και, εφόσον είναι εφικτό, δηλώνεται το ύψος τους. Σε περίπτωση που το ποσό της αποζημίωσης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως το ποσό που έχει αποπληρωθεί ή το ισχύον επιτόκιο κατά τη στιγμή της πρόωρης απο- πληρωμής, ο πιστωτικός φορέας αναφέρει τον τρόπο υπολογισμού της αποζημίωσης και το μέγιστο ποσό στο οποίο μπορεί να ανέλθει η πιθανή επιβάρυνση, ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναφέρει ενδεικτικό πα- ράδειγμα προκειμένου να καταστήσει κατανοητό στον καταναλωτή το ύψος της αποζημίωσης σύμφωνα με διάφορα πιθανό σενάρια. Τμήμα «10. Δυνατότητες ευελιξίας» 1) Κατά περίπτωση, ο πιστωτικός φορέας εξηγεί τη δυνατότητα και τους όρους υπό τους οποίους η πίστωση μπορεί, με πρωτοβουλία του καταναλωτή, να μεταβι- βαστεί σε άλλον πιστωτικό φορέα ή να εισφερθεί άλλο ακίνητο ως εμπράγματη εξασφάλιση. 2) (Κατά περίπτωση) Πρόσθετες δυνατότητες ευελιξίας της σύμβασης πίστωσης: Εάν η σύμβαση πίστωσης περι- λαμβάνει κάποιες από τις δυνατότητες που αναφέρονται στο σημείο 5), το τμήμα αυτό πρέπει να αναφέρει τις δυνατότητες αυτές και να εξηγεί εν συντομία: (α) τις συνθήκες υπό τις οποίες ο καταναλωτής μπορεί να κάνει χρήση αυτών, (β) τις προϋποθέσεις που διέπουν την εν λόγω δυνα- τότητα, (γ) κατά πόσον το γεγονός ότι η δυνατότητα ευελιξίας περιλαμβάνεται στην πίστωση που εξασφαλίζεται με προσημείωση υποθήκης ή με άλλη παρόμοια εμπράγ- ματη εξασφάλιση σημαίνει ότι ο καταναλωτής χάνει οι- αδήποτε νόμιμη ή άλλη προστασία που συνήθως συν- δέεται με τη δυνατότητα ευελιξίας και τον φορέα που προσφέρει τη δυνατότητα (εφόσον δεν πρόκειται για τον πιστωτικό φορέα). 3) Εάν η δυνατότητα ευελιξίας περιλαμβάνει τη λήψη οποιασδήποτε συμπληρωματικής πίστωσης, πρέπει στο σημείο αυτό να εξηγείται στον καταναλωτή: (α) το συνολικό ποσό της πίστωσης (συμπεριλαμβανο- μένης της πίστωσης που εξασφαλίζεται με προσημείωση υποθήκης ή με άλλη παρόμοια εμπράγματη εξασφάλι- ση), (β) κατά πόσον η συμπληρωματική πίστωση εξασφα- λίζεται ή όχι (γ) τα σχετικά επιτόκια χορηγήσεων, και (δ) κατά πόσον η συμπληρωματική πίστωση υπόκειται σε ρυθμιστικό πλαίσιο ή όχι. Τέτοιου είδους συμπληρωματική πίστωση είτε περι- λαμβάνεται στην αρχική αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη είτε, σε άλλη περίπτωση, διευκρινίζεται στο σημείο αυτό ότι η χορήγηση της συ- μπληρωματικής πίστωσης εξαρτάται από τη διενέργεια περαιτέρω αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας του καταναλωτή να αποπληρώσει το δάνειο. 4) Εάν η δυνατότητα περιλαμβάνει ένα αποταμιευτικό προϊόν (savings vehicle), πρέπει να εξηγούνται τα σχε- τικά επιτόκια. 5) Οι ενδεχόμενες πρόσθετες δυνατότητες ευελιξίας είναι οι εξής: (α) «καθ’ υπέρβαση πληρωμές/ανεπαρκείς πληρωμές» [καταβολή μεγαλύτερου ή μικρότερου ποσού από τη δόση που απαιτείται κανονικά σύμφωνα με τον πίνακα αποπληρωμής], (β) «Διακοπές πληρωμής» (payment holiday) [περίοδοι κατά τις οποίες ο καταναλωτής δεν είναι υποχρεωμένος να πληρώνει], (γ) «Επαναδανεισμός» (borrow back) [δυνατότητα του καταναλωτή να δανείζεται εκ νέου κεφάλαια που έχει εισπράξει και αποπληρώσει], (δ) «Δυνατότητα πρόσθετης πίστωσης χωρίς νέα έγκρι- ση», (ε) «Πρόσθετη εξασφαλισμένη ή μη εξασφαλισμένη πίστωση» [σύμφωνα με το ανωτέρω σημείο 3)], (στ) «Πιστωτική κάρτα», (ζ) «Συνδεδεμένος τρεχούμενος λογαριασμός» και (η) «Συνδεδεμένος λογαριασμός ταμιευτηρίου». 6) Ο πιστωτικός φορέας μπορεί να συμπεριλάβει κάθε άλλη παρεχόμενη δυνατότητα ως μέρος της σύμβασης πίστωσης που δεν αναφέρεται στα προηγούμενα τμή- ματα. Τμήμα «11. Λοιπά δικαιώματα του δανειολήπτη» 1) Ο πιστωτικός φορέας επεξηγεί το/τα δικαίωμα/δι- καιώματα που υπάρχουν, π.χ. δικαίωμα υπαναχώρησης ή μελέτης και κατά περίπτωση άλλα δικαιώματα, όπως δυνατότητα μεταφοράς της πίστωσης (συμπεριλαμβα- νομένης της υποκατάστασης), διευκρινίζει τους όρους στους οποίους υπόκειται η άσκηση των εν λόγω δικαι- ωμάτων, τη διαδικασία που χρειάζεται να ακολουθήσει ο καταναλωτής για την άσκηση τους, μεταξύ άλλων, τη διεύθυνση στην οποία θα πρέπει να αποσταλεί η κοινο- ποίηση της υπαναχώρησης, καθώς και τις αντίστοιχες χρεώσεις (κατά περίπτωση). Αναφορές στο παρόν τμήμα στην περίοδο μελέτης παρέχονται μόνο όταν υπάρχει δεσμευτική προσφορά. 2) Η περίοδος μελέτης ή το δικαίωμα υπαναχώρησης για τον καταναλωτή, δηλώνεται σαφώς. 3) Εάν η συναλλαγή λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο σύ- ναψης σύμβασης χρηματοοικονομικών υπηρεσιών εξ αποστάσεως, ο καταναλωτής ενημερώνεται για την άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης κατά τα ειδι- κότερα προβλεπόμενα στο Ν. 2251/1994. Τμήμα «12. Καταγγελίες / Παράπονα» 1) Στο τμήμα αυτό αναγράφεται το εσωτερικό σημείο επαφής [όνομα της σχετικής υπηρεσίας] και ο τρόπος επικοινωνίας με σκοπό τη διατύπωση καταγγελίας-πα- ραπόνου [ταχυδρομική διεύθυνση] ή [αριθμός τηλεφώ- νου] ή [το αρμόδιο πρόσωπο επικοινωνίας]: [στοιχεία επικοινωνίας] και ηλεκτρονική παραπομπή στη διαδι- κασία υποβολής παραπόνων/ καταγγελιών του σχετικού ιστοτόπου ή παρεμφερούς πηγής πληροφοριών. 2) Αναγράφεται το όνομα του σχετικού φορέα εναλλα- κτικής επίλυσης διαφορών, ο οποίος είναι εγγεγραμμέ- νος στο μητρώο των φορέων ΕΕΔ σύμφωνα με τα προ- βλεπόμενα στην υπουργική απόφαση Α.Π. 70330οικ./ 30-6-2015(ΦΕΚ 1421 Β΄ 2015) και, εάν η χρησιμοποίηση της εσωτερικής διαδικασίας υποβολής παραπόνων απο- τελεί προϋπόθεση για την πρόσβαση σε αυτόν, αυτό δη- λώνεται χρησιμοποιώντας τη διατύπωση του μέρους Α. 3) Σε περίπτωση συμβάσεων πίστωσης με καταναλωτή που κατοικεί σε άλλο κράτος μέλος, ο πιστωτικός φορέας παραπέμπει στο FIN-NET (http://ec.europa.eu/internal market/fin-net/). Τμήμα «13. Αθέτηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης: συνέπειες για τον δανειο- λήπτη». 1) Σε περίπτωση που η αθέτηση οποιασδήποτε εκ των υποχρεώσεων του καταναλωτή που απορρέουν από την σύμβαση πίστωσης ενδέχεται να έχει οικονομικές ή νομικές συνέπειες για τον καταναλωτή, ο πιστωτικός φορέας περιγράφει στο παρόν τμήμα τις σημαντικότε- ρες περιπτώσεις (π.χ. καθυστέρηση/αθέτηση πληρωμών, αθέτηση των υποχρεώσεων του τμήματος 8 «Πρόσθετες υποχρεώσεις») και αναφέρει πού μπορούν να αναζητη- θούν περισσότερες πληροφορίες. 2) Για κάθε μία από τις περιπτώσεις αυτές, ο πιστωτικός φορέας διευκρινίζει, με σαφείς και κατανοητούς όρους, τις κυρώσεις ή τις συνέπειες που μπορεί να ακολου- θήσουν. Δίνεται έμφαση στην αναφορά των σοβαρών συνεπειών. 3) Σε περίπτωση που το ακίνητο που αποτελεί εμπράγ- ματη εξασφάλιση της πίστωσης μπορεί να επιστραφεί ή μεταβιβασθεί στον πιστωτικό φορέα, εάν ο καταναλωτής δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του, στο τμήμα αυτό περιλαμ- βάνεται σχετική δήλωση, με τη διατύπωση του μέρους Α. Τμήμα «14. Πρόσθετες πληροφορίες» 1) Σε περίπτωση εμπορίας εξ αποστάσεως (distance marketing), το παρόν τμήμα θα περιλαμβάνει κάθε ρή- τρα σχετικά με το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σύμβαση πίστωσης ή την παρέκταση της αρμοδιότητας. 2) Εάν ο πιστωτικός φορέας προτίθεται να επικοινωνεί με τον καταναλωτή κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβα- σης σε γλώσσα διαφορετική από τη γλώσσα του ESIS, το γεγονός αυτό αναφέρεται και κατονομάζεται η γλώσσα επικοινωνίας. Αυτό ισχύει υπό την επιφύλαξη της τελευ- ταίας περίπτωσης του σημείου (iii) του στοιχείου (α) της παραγράφου 3 του άρθρου 4θ του Ν. 2251/1994. 3) Ο πιστωτικός φορέα ή ο μεσίτης πιστώσεων επιση- μαίνει το δικαίωμα να χορηγηθεί ή να προσφερθεί, κατά περίπτωση, στον καταναλωτή αντίγραφο του σχεδίου της σύμβασης πίστωσης τουλάχιστον αφού έχει γίνει δεσμευτική προσφορά για τον πιστωτικό φορέα. Τμήμα «15. Εποπτική αρχή» Αναφέρονται η αρμόδια αρχή ή οι αρμόδιες αρχές ανα- φορικά με την εφαρμογή του προσυμβατικού σταδίου της διαδικασίας χορήγησης. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ Υπολογισμός της αποζημίωσης του πιστωτικού φορέα λόγω πρόωρης αποπληρωμής της σύμβασης πίστωσης Η εξίσωση βάσει της οποίας υπολογίζεται η αποζημίω- ση του πιστωτικού φορέα λόγω της πρόωρης εξόφλησης της πίστωσης από τον καταναλωτή λαμβάνει υπόψη τη διαφορά των επιτοκίων στην αγορά χρήματος (διατρα- πεζική αγορά), μεταξύ της χρονικής στιγμής έναρξης του σταθερού επιτοκίου και αυτής της επανατοποθέτησης του πρόωρα εξοφλούμενου κεφαλαίου. Το επιτόκιο της διατραπεζικής αγοράς βάσει του οποίου υπολογίζεται η αποζημίωση του πιστωτικού φορέα προσδιορίζεται με ακρίβεια στη σύμβαση. Η αποζημίωση του πιστωτικού φορέα ισούται με το γινόμενο της διαφοράς των σχετικών επιτοκίων της δι- ατραπεζικής αγοράς, εφόσον αυτή είναι θετική, επί το προώρως εξοφλούμενο ποσό επί το υπολειπόμενο χρο- νικό διάστημα της περιόδου ισχύος σταθερού επιτοκίου, σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο: (θετική διαφορά επιτοκίων χ Προεξοφλούμενο ποσό χ Υπολειπόμενος χρόνος)/365=Χ Όπου: - Χ είναι το ποσό της αποζημίωσης σε δεκαδική μορφή (μέχρι δύο δεκαδικά ψηφία) - «Θετική διαφορά επιτοκίων» (σε δεκαδική μορφή) είναι η θετική διαφορά μεταξύ του σταθερού επιτοκίου της διατραπεζικής αγοράς που ίσχυε κατά την έναρξη της περιόδου σταθερού επιτοκίου, για διάρκεια ίση με το χρονικό διάστημα ισχύος του σταθερού επιτοκίου στη σύμβαση πίστωσης, και του σταθερού διατραπεζικού επιτοκίου που ίσχυε κατά την προηγούμενη ημέρα της προώρου εξοφλήσεως της σύμβασης για διάρκεια ίση με το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία πρόωρης εξό- φλησης έως τη συμβατική λήξη του σταθερού επιτοκίου - «Προεξοφλούμενο ποσό» είναι το προώρως εξο- φλούμενο άληκτο κεφάλαιο της πίστωσης - «Υπολειπόμενος χρόνος» (σε ημέρες) είναι το υπο- λειπόμενο χρονικό διάστημα της περιόδου σταθερού επιτοκίου στη σύμβαση πίστωσης. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV Ελάχιστες απαιτήσεις γνώσεων και επάρκειας 1. Οι ελάχιστες απαιτήσεις γνώσεων και επάρκειας όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο 8 σχετικά με το προσωπικό των πιστωτικών φορέων, και των μεσιτών πίστωσης και στην περίπτωση γ) της παρ. 2 του άρθρου 28 σχετικά με τα εκεί αναφερόμενα πρόσωπα περιλαμ- βάνουν τουλάχιστον τα εξής: α) κατάλληλη γνώση των πιστωτικών προϊόντων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 και των συμπληρωματικών, κατά την έννοια της παρ. 4 του άρ- θρου 2 υπηρεσιών, β) κατάλληλη γνώση της νομοθεσίας που αφορά τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές, ιδίως όσον αφο- ρά την προστασία των καταναλωτών γ) κατάλληλη γνώση και κατανόηση της διαδικασίας αγοράς ακινήτων, δ) κατάλληλες γνώσεις για την αποτίμηση της εξασφά- λισης εγγυήσεων, ε) κατάλληλη γνώση σχετικά με την οργάνωση και τη λειτουργία των υποθηκοφυλακίων και κτηματολογίων, στ) κατάλληλη γνώση της αγοράς του σχετικού κρά- τους ζ) κατάλληλη γνώση των προτύπων επαγγελματικής δεοντολογίας, η) κατάλληλη γνώση της διαδικασίας αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας των καταναλωτών ή, κατά πε- ρίπτωση, επάρκεια για την αξιολόγηση της πιστοληπτι- κής ικανότητας των καταναλωτών, θ) κατάλληλο επίπεδο επάρκειας σε χρηματοοικονο- μικά και οικονομικά θέματα. 2. Κατά τον καθορισμό των ελάχιστων απαιτήσεων γνώσεων και επάρκειας, η αρμόδια αρχή μπορεί να θε- σπίζει διαφορετικά επίπεδα και είδη απαιτήσεων σε σχέ- ση με τα αναφερόμενα στο άρθρο 8 για το προσωπικό των πιστωτικών φορέων και των μεσιτών πίστωσης και σε σχέση με τα αναφερόμενα στην περιπτ. γ της παρ. 2 του άρθρου 28 πρόσωπα. 3. Η αρμόδια αρχή καθορίζει το κατάλληλο επίπεδο γνώσεων και επάρκειας με βάση: α) τα επαγγελματικά προσόντα, π.χ. διπλώματα, πτυχία, κατάρτιση, δοκιμασίες δεξιοτήτων, ή β) την επαγγελματική πείρα, η οποία μπορεί να οριστεί ως ελάχιστος αριθμός ετών εργασίας σε τομείς σχετικούς με την παραγωγή, διάθεση ή τις δραστηριότητες πιστω- τικής διαμεσολάβησης, κατά την έννοια των περιπτ. α), β),και γ) της παρ. 5 του άρθρου 3 του παρόντος. 4. Μετά τις 21 Μαρτίου 2019, ο καθορισμός του κατάλ- ληλου επιπέδου γνώσεων και επάρκειας, δεν βασίζεται αποκλειστικά στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην περιπτ. β) της παρ.3.
28 Νοεμβρίου 2016

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 220
28 Νοεμβρίου 2016

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4438
Εναρμόνιση της νομοθεσίας με την Οδηγία 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για κατα- ναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κα- τοικία και την τροποποίηση των Οδηγιών 2008/ 48/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 1093/2010, και άλλες διατάξεις αρμοδιό- τητας του Υπουργείου Οικονομικών.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΜΕΡΟΣ ΒΟδηγίες για τη συμπλήρωση του ESIS Για τη συμπλήρωση του ESIS ακολουθούνται οι παρα- κάτω οδηγίες. Τμήμα «1. Εισαγωγικό κείμενο» 1) Επισημαίνεται με γραμμοσκίαση η διάρκεια ισχύος. Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος, «διάρκεια ισχύος» σημαίνει το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι πληροφορίες, π.χ. το επιτόκιο χορηγήσεων, που πε- ριλαμβάνονται στο ESIS θα παραμείνουν αμετάβλητες και θα ισχύουν αν ο πιστωτικός φορέας αποφασίσει να χορηγήσει την πίστωση εντός αυτής της χρονικής περιόδου. Όταν ο προσδιορισμός του εφαρμοζόμενου επιτοκίου χορηγήσεων και των λοιπών επιβαρύνσεων εξαρτάται από τα αποτελέσματα της πώλησης υποκεί- μενων ομολόγων, το τελικό επιτόκιο χορηγήσεων και οι λοιπές επιβαρύνσεις πιθανόν να διαφέρουν από τα δηλωθέντα. Μόνο σε αυτές τις περιπτώσεις, αναφέρε- ται ότι η διάρκεια ισχύος δεν εφαρμόζεται στο επιτόκιο χορηγήσεων και στις λοιπές επιβαρύνσεις με την προ- σθήκη των λέξεων, «εκτός από το επιτόκιο και τις λοιπές επιβαρύνσεις». Τμήμα «1. Πιστωτικός φορέας» 1) Η επωνυμία/διακριτικός τίτλος, ο αριθμός τηλεφώ- νου και η ταχυδρομική διεύθυνση του πιστωτικού φορέα είναι τα στοιχεία επικοινωνίας που μπορεί να χρησιμο- ποιεί ο καταναλωτής για μελλοντική επικοινωνία. 2) Οι πληροφορίες σχετικά με τη διεύθυνση ηλεκτρο- νικού ταχυδρομείου, τον αριθμό φαξ, τη διαδικτυακή διεύθυνση και το πρόσωπο επικοινωνίας/σημείο επαφής είναι προαιρετικές. 3) Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 4θ του Ν. 2251/1994, εάν η συναλλαγή λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο σύναψης σύμβασης χρηματοοικονομικών υπηρεσιών εξ αποστάσεως, ο πιστωτικός φορέας ανα- φέρει, κατά περίπτωση, την επωνυμία/το διακριτικό τίτλο και την ταχυδρομική διεύθυνση του αντιπροσώ- που του στο κράτος μέλος διαμονής του καταναλωτή. Η αναφορά του αριθμού τηλεφώνου, της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και της διαδικτυακής δι- εύθυνσης του αντιπροσώπου του πιστωτικού φορέα είναι προαιρετική. 4) Όταν δεν εφαρμόζεται το τμήμα 2, ο πιστωτικός φο- ρέας ενημερώνει τον καταναλωτή σχετικά με το κατά πό- σον παρέχονται συμβουλευτικές υπηρεσίες και σε ποια βάση, χρησιμοποιώντας τη διατύπωση του μέρους Α. (Κατά περίπτωση) Τμήμα «2. Μεσίτης πιστώσεων» Όταν οι πληροφορίες για το προϊόν παρέχονται στον καταναλωτή από μεσίτη πιστώσεων, ο μεσίτης παρέχει τις ακόλουθες πληροφορίες: 1) Η επωνυμία/το όνομα, ο αριθμός τηλεφώνου και η ταχυδρομική διεύθυνση του μεσίτη πιστώσεων είναι τα στοιχεία επικοινωνίας που μπορεί να χρησιμοποιεί ο καταναλωτής για μελλοντική επικοινωνία. 2) Οι πληροφορίες σχετικά με τη διεύθυνση ηλεκτρο- νικού ταχυδρομείου, τον αριθμό φαξ, τη διαδικτυακή διεύθυνση και το πρόσωπο επικοινωνίας/σημείο επαφής είναι προαιρετικές. 3) Ο μεσίτης πιστώσεων ενημερώνει τον καταναλωτή σχετικά με το κατά πόσον παρέχονται συμβουλευτικές υπηρεσίες και σε ποια βάση, χρησιμοποιώντας τη δια- τύπωση του μέρους Α. 4) Εξήγηση για τον τρόπο αμοιβής του μεσίτη πιστώ- σεων. Αν εισπράττει προμήθεια από πιστωτικό φορέα, οφείλει να γνωστοποιήσει το ποσό και την επωνυμία/ το διακριτικό τίτλο του πιστωτικού φορέα, εάν είναι διαφορε- τική από την αναφερόμενη/το αναφερόμενο στο τμήμα 1. Τμήμα «3. Βασικά χαρακτηριστικά της πίστωσης» 1) Στο τμήμα αυτό περιγράφονται με σαφήνεια τα βα- σικά χαρακτηριστικά της πίστωσης συμπεριλαμβανομέ- νης της αξίας του νομίσματος και των πιθανών κινδύνων που σχετίζονται με το επιτόκιο χορηγήσεων, μεταξύ των οποίων τα αναφερόμενα στο σημείο 8), καθώς και την ανάλυση του τρόπου αποπληρωμής. 2) Όταν το νόμισμα της πίστωσης είναι διαφορετικό από το εθνικό νόμισμα του καταναλωτή, ο πιστωτικός φορέας δηλώνει ότι ο καταναλωτής θα λαμβάνει τακτική προειδοποίηση τουλάχιστον όταν η συναλλαγματική ισοτιμία παρουσιάζει διακύμανση μεγαλύτερη από 20 %, θα ενημερώνεται, κατά περίπτωση, για το δικαίωμα με- τατροπής του νομίσματος της σύμβασης πίστωσης ή τη δυνατότητα επαναδιαπραγμάτευσης των όρων της και για κάθε άλλο μέσο περιορισμού της έκθεσης σε συναλλαγματικό κίνδυνο τον οποίο προσφέρουν στον καταναλωτή προκειμένου να περιορίσει την έκθεση του στο συναλλαγματικό κίνδυνο. Όταν, στη σύμβαση πίστω- σης, υπάρχει διάταξη που περιορίζει τον συναλλαγμα- τικό κίνδυνο, ο πιστωτικός φορέας δηλώνει το ανώτατο ποσό που ο καταναλωτής ενδεχομένως θα πρέπει να αποπληρώσει. Όταν δεν υπάρχει διάταξη στη σύμβαση πίστωσης που να περιορίζει τον συναλλαγματικό κίνδυ- νο στον οποίο εκτίθεται ο καταναλωτής σε διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας μικρότερη του 20 %, ο πιστωτικός φορέας δίνει παράδειγμα του αποτελέσμα- τος που θα έχει για την αξία της πίστωσης μείωση κατά 20 % της αξίας του εθνικού νομίσματος του καταναλωτή σε σχέση με το νόμισμα της πίστωσης. 3) Η διάρκεια της πίστωσης εκφράζεται σε έτη ή μή- νες, ανάλογα με το ποιο ενδείκνυται κατά περίπτωση. Σε περίπτωση που η διάρκεια της πίστωσης μπορεί να μεταβληθεί κατά τη διάρκεια της σύμβασης ο πιστωτικός φορέας εξηγεί πότε και υπό ποιες συνθήκες μπορεί να γίνει αυτό. Όταν η πίστωση είναι αόριστης διάρκειας, για παράδειγμα πιστωτική κάρτα με εξασφάλιση, ο πιστωτι- κός φορέας δηλώνει σαφώς το γεγονός αυτό. 4) Το είδος της πίστωσης δηλώνεται σοφώς (π.χ. ενυπό- θηκη πίστωση, στεγαστικό δάνειο, πιστωτική κάρτα με εξασφάλιση). Η περιγραφή του είδους της πίστωσης ανα- φέρει σαφώς τον τρόπο αποπληρωμής του κεφαλαίου και των τόκων κατά τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης (δηλαδή την ανάλυση του τρόπου αποπληρωμής της πίστωσης), διευκρινίζοντας σαφώς αν η σύμβαση πίστω- σης προβλέπει εξόφληση κεφαλαίου ή μόνο πληρωμή των τόκων ή συνδυασμό των δύο. 5) Όταν για το σύνολο ή μέρος της πίστωσης καταβάλ- λονται μόνον οι τόκοι, προστίθεται εμφανώς στο τέλος αυ- τού του τμήματος δήλωση που αναφέρει σαφώς αυτό το γεγονός, χρησιμοποιώντας τη διατύπωση του μέρους Α. 6) Στο τμήμα αυτό εξηγείται αν το επιτόκιο χορηγήσε- ων είναι σταθερό ή κυμαινόμενο και, κατά περίπτωση, αναφέρονται οι περίοδοι κατά τις οποίες θα παραμείνει σταθερό, η συχνότητα των μεταγενέστερων αναπροσαρ- μογών αυτού και η ύπαρξη ορίων στη διακύμανση του επιτοκίου χορηγήσεων, όπως ανώτατων και κατώτατων ορίων. Εξηγείται ο μαθηματικός τύπος που χρησιμοποιείται για την αναπροσαρμογή του επιτοκίου χορηγήσεων και των διαφόρων στοιχείων του (π.χ. επιτόκιο αναφοράς, περιθώριο επιτοκίου (spread). Ο πιστωτικός φορέας δη- λώνει, για παράδειγμα μέσω αναφοράς διαδικτυακής διεύθυνσης, πού μπορούν να αναζητηθούν επιπλέον πληροφορίες για τους δείκτες ή τα επιτόκια που χρησιμο- ποιούνται στον μαθηματικό τύπο, π.χ. Euribor ή επιτόκιο αναφοράς κεντρικής τράπεζας. 7) Εάν ισχύουν διαφορετικά επιτόκια χορηγήσεων σε διαφορετικές περιστάσεις, παρέχονται πληροφορίες για όλα τα εφαρμοστέα επιτόκια. 8) Το «συνολικό ποσό προς αποπληρωμή» αντιστοιχεί στο συνολικό ποσό που οφείλει να καταβάλει ο κατα- ναλωτής. Αναγράφεται ως το άθροισμα του ποσού της πίστωσης και του συνολικού κόστους της πίστωσης για τον καταναλωτή. Όταν το επιτόκιο χορηγήσεων δεν είναι σταθερό σε όλη τη διάρκεια της σύμβασης, επισημαίνε- ται με γραμμοσκίαση ότι το ποσό αυτό είναι ενδεικτικό και μπορεί να μεταβάλλεται, ιδίως σε συνάρτηση με τη διακύμανση του επιτοκίου χορηγήσεων. 9) Σε περίπτωση που η πίστωση εξασφαλίζεται με προσημείωση υποθήκης επί του ακινήτου ή με άλλη εμπράγματη ασφάλεια ή με δικαίωμα σχετιζόμενο με ακίνητο, ο πιστωτικός φορέας εφιστά την προσοχή του καταναλωτή στο γεγονός αυτό. Κατά περίπτωση, ο πι- στωτικός φορέας αναγράφει την εκτιμώμενη αξία του ακινήτου ή τυχόν άλλης εξασφάλισης που λαμβάνεται υπόψη για την κατάρτιση του παρόντος ενημερωτικού εγγράφου. 10) Ο πιστωτικός φορέας αναφέρει, κατά περίπτωση: α) είτε το «μέγιστο διαθέσιμο ποσό πίστωσης σε σχέση με την αξία του ακινήτου», προσδιορίζοντας τον δείκτη αξίας δανείου προς αξία ενυπόθηκου ακινήτου (loan- to-value). Ο δείκτης αυτός πρέπει να συνοδεύεται από παράδειγμα, σε απόλυτους όρους, του μέγιστου ποσού που μπορεί να χορηγηθεί ως δάνειο για μια δεδομένη αξία ακινήτου, β) είτε την «ελάχιστη αξία του ακινήτου που απαιτείται από τον πιστωτικό φορέα προκειμένου να χορηγηθεί το αναγραφόμενο ποσό της πίστωσης». 11) Εάν οι πιστώσεις περιλαμβάνουν διακριτά μέρη (π.χ. ένα μέρος με σταθερό επιτόκιο και ένα μέρος με κυ- μαινόμενο επιτόκιο), αυτό αναφέρεται στην περιγραφή του είδους της πίστωσης και δίδονται οι απαιτούμενες πληροφορίες για κάθε μέρος της πίστωσης. Τμήμα «4. Επιτόκιο» και άλλες επιβαρύνσεις 1) Η αναφορά στο «επιτόκιο» αντιστοιχεί στο επιτόκιο ή επιτόκια χορηγήσεων. 2) Το επιτόκιο χορηγήσεων εκφράζεται ως ποσοστό επί τοις εκατό. Όταν το επιτόκιο χορηγήσεων είναι κυ- μαινόμενο και βασίζεται σε επιτόκιο αναφοράς, ο πι- στωτικός φορέας δύναται να προσδιορίσει το επιτόκιο χορηγήσεων αναφέροντας ένα επιτόκιο αναφοράς και ένα ποσοστό περιθωρίου επιτοκίου (spread) του πιστω- τικού φορέα. Ο πιστωτικός φορέας οφείλει ωστόσο να προσδιορίσει την τιμή του επιτοκίου αναφοράς που ισχύει την ημέρα έκδοσης του ESIS. Όταν το επιτόκιο χορηγήσεων είναι κυμαινόμενο, οι πληροφορίες περιλαμβάνουν: α) τις παραδοχές που χρη- σιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ΣΕΠΠΕ, β) κατά περίπτωση, τα ισχύοντα ανώτατα και κατώτατα όρια και γ) προειδοποίηση ότι η διακύμανση μπορεί να επηρεάσει το πραγματικό επίπεδο του ΣΕΠΠΕ. Για να τραβήξει την προσοχή του καταναλωτή, η προειδοποίηση αναγρά- φεται εμφανώς στο κύριο σώμα του ESIS και το μέγεθος των χαρακτήρων είναι μεγαλύτερο. Η προειδοποίηση συνοδεύεται από ένα ενδεικτικό παράδειγμα του ΣΕΠΠΕ. Όταν προβλέπεται ανώτατο όριο του επιτοκίου χορηγή- σεων, το παράδειγμα βασίζεται στην παραδοχή ότι το επιτόκιο χορηγήσεων θα ανέλθει με την πρώτη ευκαιρία στο υψηλότερο προβλεπόμενο επίπεδο. Όταν δεν προ- βλέπεται ανώτατο όριο στο παράδειγμα υπολογίζεται το ΣΕΠΠΕ με βάση: α) το υψηλότερο επιτόκιο αναφοράς τουλάχιστον των τελευταίων 20 ετών, ή, β) όταν τα διαθέσιμα στοιχεία για τον υπολογισμό του επιτοκίου χορηγήσεων καλύπτουν περίοδο μικρότερη των 20 ετών, βασίζεται στη μεγαλύ- τερη περίοδο για την οποία υπάρχουν τέτοια στοιχεία, με βάση την υψηλότερη τιμή κάθε εξωτερικού επιτο- κίου αναφοράς που χρησιμοποιείται για τον υπολογι- σμό του επιτοκίου χορηγήσεων, κατά περίπτωση, ή την υψηλότερη τιμή επιτοκίου αναφοράς που καθορίζει η αρμόδια αρχή ή η Ευρωπαϊκή, Αρχή Τραπεζών (EAT) η οποία έχει συσταθεί με τον Κανονισμό (ΕΕ) 1093/2010 όταν ο πιστωτικός φορέας δεν χρησιμοποιεί εξωτερικό επιτόκιο αναφοράς. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει για συμβάσεις πίστωσης στις οποίες το επιτόκιο χορηγήσε- ων είναι σταθερό για συγκεκριμένη αρχική περίοδο αρ- κετών ετών (σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 16) και στη συνέχεια μπορεί να καθοριστεί νέο σταθερό επιτόκιο μετά από διαπραγμάτευση μεταξύ του πιστωτι- κού φορέα και του καταναλωτή. Για τις τελευταίες αυτές συμβάσεις πίστωσης, οι πληροφορίες περιλαμβάνουν προειδοποίηση ότι το ΣΕΠΠΕ υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο χορηγήσεων της αρχικής περιόδου. Η προειδο- ποίηση συνοδεύεται από ένα συμπληρωματικό παρά- δειγμα ενδεικτικού ΣΕΠΠΕ που υπολογίζεται σύμφωνα με την παρόγραφο-5 του άρθρουίδ. Εάν οι πιστώσεις περιλαμβάνουν διακριτά μέρη (π.χ. ένα μέρος με στα- θερό επιτόκιο και ένα μέρος με κυμαινόμενο επιτόκιο), παρέχονται πληροφορίες για κάθε μέρος της πίστωσης. 3) Στην ένδειξη «Επιμέρους στοιχεία του ΣΕΠΠΕ» απα- ριθμούνται όλες οι υπόλοιπες επιβαρύνσεις που περι- λαμβάνονται στο ΣΕΠΠΕ, συμπεριλαμβανομένων των εφάπαξ επιβαρύνσεων όπως έξοδα διαχείρισης και των τακτικών επιβαρύνσεων, όπως τα ετήσια έξοδα διαχείρι- σης. Ο πιστωτικός φορέας καταγράφει όλες τις επιβαρύν- σεις ανά κατηγορία (επιβαρύνσεις που καταβάλλονται εφάπαξ, επιβαρύνσεις που καταβάλλονται σε τακτική βάση και περιλαμβάνονται στις δόσεις, επιβαρύνσεις που καταβάλλονται σε τακτική βάση αλλά δεν περιλαμβά- νονται στις δόσεις), προσδιορίζοντας το ύψος τους, σε ποιον πρέπει να καταβληθούν και πότε. Στις επιβαρύν- σεις αυτές δεν περιλαμβάνονται οι επιβαρύνσεις που προκύπτουν από αθέτηση συμβατικών υποχρεώσεων. Όταν το ποσό δεν είναι γνωστό, εφόσον είναι εφικτό, ο πιστωτικός φορέας αναφέρει ένα ενδεικτικό ποσό ή, αν αυτό δεν είναι δυνατόν, δηλώνει τον τρόπο υπολογισμού του ποσού και διευκρινίζει ότι το ποσό είναι απλώς ενδει- κτικό. Όταν ορισμένες επιβαρύνσεις δεν περιλαμβάνο- νται στο ΣΕΠΠΕ επειδή δεν είναι γνωστές στον πιστωτικό φορέα, το γεγονός αυτό επισημαίνεται με γραμμοσκίαση. Όταν ο καταναλωτής έχει πληροφορήσει τον πιστω- τικό φορέα για ένα ή περισσότερα χαρακτηριστικά της επιθυμητής από αυτόν πίστωσης, όπως η διάρκεια της σύμβασης πίστωσες και το συνολικό ποσό της πί- στωσης, ο πιστωτικός φορέας χρησιμοποιεί, κατά το δυνατόν, αυτά τα στοιχεία. Εάν η σύμβαση πίστωσης προβλέπει διαφόρους τρόπους ανάληψης (drawdown) με διαφορετικές επιβαρύνσεις ή επιτόκια χορηγήσεων και ο πιστωτικός φορέας χρησιμοποιεί τις παραδοχές του τμήματος ΙΙ του παραρτήματος Ι, δηλώνει ότι άλλοι μηχανισμοί ανάληψης για τον εν λόγω τύπο σύμβασης πίστωσης μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα υψηλότερο ΣΕΠΠΕ. Όταν οι όροι ανάληψης χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ΣΕΠΠΕ, ο πιστωτικός φορέας επιση- μαίνει με γραμμοσκίαση την επιβάρυνση που σχετίζεται με άλλους μηχανισμούς ανάληψης οι οποίοι δεν είναι απαραίτητα όμοιοι με αυτούς που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ΣΕΠΠΕ. 4) Όταν καταβάλλεται τέλος για την εγγραφή της προσημείωσης υποθήκης ή ανάλογης εμπράγματης εξασφάλισης, αυτό αναφέρεται στο εν λόγω τμήμα μαζί με το ποσόν, εφόσον είναι γνωστό, ή εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναφέρεται η βάση για τον υπολογισμό του ποσού. Όταν τα τέλη είναι γνωστά και συμπεριλαμβά- νονται στο ΣΕΠΠΕ, η ύπαρξη και το ποσό του τέλους δηλώνονται στο σημείο «Εφάπαξ επιβαρύνσεις». Όταν τα τέλη δεν είναι γνωστά στον πιστωτικό φορέα και άρα δεν περιλαμβάνονται στο ΣΕΠΠΕ, η ύπαρξη του τέλους δηλώνεται σαφώς στον κατάλογο των επιβαρύνσεων που δεν είναι γνωστές στον πιστωτικό φορέα. Σε κάθε περίπτωση, η τυποποιημένη διατύπωση του μέρους Α χρησιμοποιείται στο κατάλληλο σημείο. Τμήμα «5. Συχνότητα και αριθμός καταβολών» 1) Εάν οι καταβολές πρόκειται να πραγματοποιούνται σε τακτική βάση, αναφέρεται η συχνότητα των καταβο- λών (π.χ. μηνιαία). Εάν η συχνότητα των πληρωμών δεν είναι τακτική, αυτό εξηγείται σαφώς στον καταναλωτή. 2) Ο αριθμός των καταβολών που αναφέρεται καλύπτει ολόκληρη τη διάρκεια της πίστωσης. Τμήμα «6. Ποσό κάθε δόσης» 1) Αναφέρεται με σαφήνεια το νόμισμα της πίστωσης και το νόμισμα στο οποίο θα καταβάλλονται οι δόσεις. 2) Σε περίπτωση που το ποσό των δόσεων ενδέχεται να αλλάξει στη διάρκεια της πίστωσης, ο πιστωτικός φορέας διευκρινίζει την περίοδο κατά την οποία θα παραμείνει αμετάβλητο το αρχικό ποσό της δόσης, καθώς και πότε και πόσο συχνά θα αλλάζει στη συνέχεια. 3) Όταν το σύνολο ή μέρος της πίστωσης εξοφλείται στη λήξη της με ενδιάμεση καταβολή μόνον των τόκων (interest-only credit), στο τέλος αυτού του τμήματος προστίθεται εμφανώς δήλωση που επισημαίνει σαφώς αυτό το γεγονός χρησιμοποιώντας τη διατύπωση του μέρους Α. Εάν ο καταναλωτής απαιτείται να συνάψει σύμβαση για συνδεδεμένο αποταμιευτικό προϊόν προκειμένου να του χορηγηθεί πίστωση για την οποία ενδιαμέσως καταβάλλονται μόνον οι τόκοι και η οποία εξασφαλί- ζεται με προσημείωση υποθήκης ή με άλλη παρόμοια εμπράγματη εξασφάλιση, αναφέρονται το ποσό και η συχνότητα όλων των καταβολών για αυτό το προϊόν. 4) Όταν το επιτόκιο χορηγήσεων είναι κυμαινόμενο, στις πληροφορίες περιλαμβάνεται δήλωση που να επι- σημαίνει αυτό το γεγονός, χρησιμοποιώντας τη διατύ- πωση του μέρους Α, καθώς και ενδεικτικό παράδειγμα ανώτατου ποσού δόσης. Όταν προβλέπεται ανώτατο όριο, το ενδεικτικό παράδειγμα δείχνει το ποσό των δόσεων εάν το επιτόκιο χορηγήσεων φθάσει το ανώ- τατο αυτό όριο. Εάν δεν προβλέπεται ανώτατο όριο, το χειρότερο σενάριο δείχνει το επίπεδο των δόσεων με το υψηλότερο επιτόκιο χορηγήσεων των τελευταίων 20 ετών ή, όταν τα διαθέσιμα στοιχεία για τον υπολογισμό του επιτοκίου χορηγήσεων καλύπτουν περίοδο μικρό- τερη των 20 ετών, τη μεγαλύτερη περίοδο για την οποία είναι διαθέσιμα τέτοια στοιχεία, με βάση την υψηλότερη τιμή κάθε εξωτερικού επιτοκίου αναφοράς για τον υπο- λογισμό των εφαρμοστέου επιτοκίου χορηγήσεων, ή την υψηλότερη τιμή επιτοκίου αναφοράς που καθορίζει η αρμόδια αρχή ή η EAT όταν ο πιστωτικός φορέας δεν χρησιμοποιεί εξωτερικό επιτόκιο αναφοράς. Η υποχρέ- ωση παροχής ενδεικτικού παραδείγματος δεν ισχύει για συμβάσεις πίστωσης στις οποίες το επιτόκιο χορηγή- σεων είναι σταθερό για συγκεκριμένη αρχική περίοδο αρκετών ετών και στη συνέχεια μπορεί να καθοριστεί νέο σταθερό επιτόκιο μετά από διαπραγμάτευση μεταξύ του πιστωτικού φορέα και του καταναλωτή. Εάν οι πιστώσεις περιλαμβάνουν διακριτά μέρη (π.χ. ένα μέρος με στα- θερό επιτόκιο και ένα μέρος με κυμαινόμενο επιτόκιο), παρέχονται πληροφορίες για κάθε μέρος της πίστωσης. 5) (Κατά περίπτωση) Εάν το νόμισμα της πίστωσης εί- ναι διαφορετικό από το εθνικό νόμισμα του καταναλωτή ή όταν η πίστωση αναπροσαρμόζεται βάσει διακύμαν- σης της συναλλαγματικής ισοτιμίας ενός νομίσματος διαφορετικού από το εθνικό νόμισμα του καταναλωτή, ο πιστωτικός φορέας περιλαμβάνει αριθμητικό παρά- δειγμα στο οποίο φαίνεται σαφώς πώς οι μεταβολές της σχετικής ισοτιμίας μπορούν να επηρεάσουν το ποσό των δόσεων, χρησιμοποιώντας τη διατύπωση του μέρους Α. Το παράδειγμα αυτό βασίζεται σε παραδοχή μείωσης της αξίας του εθνικού νομίσματος του καταναλωτή κατά 20 % σε σχέση με την συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει κατά την χρονική στιγμή συμπληρώσεως του ESIS μεταξύ του νομίσματος της πίστωσης και του εθνικού νομίσμα- τος του καταναλωτή. Επιπλέον, συμπεριλαμβάνεται εμ- φανής δήλωση ότι οι δόσεις μπορεί να αυξηθούν ακόμα περισσότερο από το ποσό του εν λόγω παραδείγματος. Σε περίπτωση που προβλέπεται ανώτατο όριο που περι- ορίζει την αύξηση αυτή σε ποσοστό κατώτερο του 20 %, αναφέρεται η μέγιστη αξία των δόσεων στο νόμισμα του καταναλωτή και παραλείπεται η δήλωση για την πιθανό- τητα μεγαλύτερης αύξησης. 6) Όταν η πίστωση εν όλω ή εν μέρει είναι πίστωση με κυμαινόμενο επιτόκιο και ισχύει το σημείο 3), το πα- ράδειγμα στο σημείο 5) δίνεται με βάση το ποσό δόσης που αναφέρεται στο σημείο 1). 7) Εάν το νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πλη- ρωμή των δόσεων είναι διαφορετικό από το νόμισμα της πίστωσης ή αν το ποσό της κάθε δόσης εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα του καταναλωτή εξαρτάται από το αντίστοιχο ποσό σε διαφορετικό νόμισμα, στο παρόν τμήμα αναγράφεται σαφώς η ημερομηνία κατά την οποία υπολογίζεται η συναλλαγματική ισοτιμία και είτε η συναλλαγματική ισοτιμία είτε η βάση υπολογισμού της και η συχνότητα προσαρμογής τους. Κατά περίπτω- ση, αναγράφεται επίσης ο φορέας που δημοσιεύει την ισοτιμία. 8) Όταν πρόκειται για πίστωση με αναβαλλόμενη κα- ταβολή τόκων στο πλαίσιο της οποίας οι οφειλόμενοι τόκοι δεν πληρώνονται εξ ολοκλήρου από τις δόσεις και προστίθενται στο οφειλόμενο συνολικό ποσό πίστωσης, εξηγείται: πώς και πότε οι απλήρωτοι/αναβαλλόμενοι τόκοι προστίθενται στην πίστωση σαν συγκεκριμένο χρηματικό ποσό και ποιες είναι οι συνέπειες για τον κα- ταναλωτή όσον αφορά το υπολειπόμενο χρέος. Τμήμα «7. Ενδεικτικός πίνακας καταβολών» 1) Το τμήμα αυτό περιλαμβάνεται όταν πρόκειται για πίστωση με αναβαλλόμενη καταβολή τόκων στο πλαίσιο της οποίας οι οφειλόμενοι τόκοι δεν πληρώνονται εξ ολοκλήρου από τις δόσεις και προστίθενται στο οφει- λόμενο συνολικό ποσό της πίστωσης ή όταν το επιτό- κιο χορηγήσεων καθορίζεται για όλη τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης. Το τμήμα αυτό περιλαμβάνεται ανεξάρτητα από τον τρόπο πληρωμής της σύμβασης. Όταν στον καταναλωτής παρέχεται το δικαίωμα να λάβει αναθεωρημένο πίνακα απόσβεσης (amortization table), αυτό δηλώνεται μαζί με τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να ασκήσει αυτό το δικαίωμα. 2) Σε περίπτωση που το επιτόκιο χορηγήσεων μπορεί να μεταβάλλεται κατά τη διάρκεια της πίστωσης ο πιστω- τικός φορέας επισημαίνει την περίοδο κατά την οποία το αρχικό επιτόκιο χορηγήσεων θα παραμείνει αμετάβλητο. 3) Ο πίνακας που περιλαμβάνεται σε αυτό το σημείο περιέχει τις ακόλουθες στήλες: «χρονοδιάγραμμα απο- πληρωμής» (π.χ. μήνας 1, μήνας 2, μήνας 3), «ποσό της δόσης», «πληρωτέος τόκος ανά δόση», «άλλες επιβαρύν- σεις που περιλαμβάνονται στη δόση» (κατά περίπτωση), «εξοφληθέν κεφάλαιο ανά δόση» και «οφειλόμενο κεφά- λαιο μετά από κάθε δόση». 4) Για το πρώτο έτος αποπληρωμής, οι πληροφορίες παρέχονται για κάθε δόση και αναγράφεται υποσύνο- λο για κάθε στήλη στο τέλος του πρώτου έτους. Για τα επόμενα έτη, οι λεπτομέρειες μπορούν να παρέχονται σε ετήσια βάση. Στο τέλος του πίνακα προστίθεται επι- πλέον σειρά με το γενικό σύνολο, όπου αναγράφονται τα συνολικά ποσά για κάθε στήλη. Το συνολικό πληρωτέο από τον καταναλωτή ποσό (ήτοι το συνολικό άθροισμα της στήλης «ποσό της δόσης») επισημαίνεται με γραμ- μοσκίαση και αναφέρεται με αυτή την ονομασία. 5) Εάν το επιτόκιο χορηγήσεων υπόκειται σε ανα- προσαρμογή και δεν είναι γνωστό το ποσό της δόσης μετά την κάθε αναπροσαρμογή, ο πιστωτικός φορέας μπορεί να αναφέρει στον πίνακα απόσβεσης το ίδιο ποσό δόσης για ολόκληρη τη διάρκεια της πίστωσης. Στην περίπτωση αυτή, ο πιστωτικός φορέας εφιστά την προσοχή του καταναλωτή στο γεγονός αυτό, δι- αφοροποιώντας εμφανώς τα ποσά που είναι γνωστά από εκείνα που είναι υποθετικά (π.χ. χρησιμοποιώντας διαφορετική γραμματοσειρά, πλαίσια ή σκίαση). Επι- πλέον, σε ευανάγνωστο κείμενο εξηγείται για ποιες περιόδους ενδέχεται να μεταβάλλονται τα ποσά που παρουσιάζονται στον πίνακα και γιατί. Τμήμα «8. Πρόσθετες υποχρεώσεις» 1) Ο πιστωτικός φορέας αναφέρει στο παρόν τμήμα υποχρεώσεις, όπως υποχρέωση ασφάλισης του ακινή- του, σύναψης ασφάλειας ζωής, καταβολής μισθού σε λο- γαριασμό που τηρείται στον πιστωτικό φορέα ή αγοράς οποιουδήποτε άλλου προϊόντος ή υπηρεσίας. Για κάθε υποχρέωση, ο πιστωτικός φορέας διευκρινίζει έναντι ποιου προσώπου και έως πότε πρέπει να εκπληρωθεί η υποχρέωση. 2) Ο πιστωτικός φορέας προσδιορίζει τη διάρκεια της υποχρέωσης, π.χ. μέχρι τη λήξη της σύμβασης πίστωσης. Ο πιστωτικός φορέας προσδιορίζει για κάθε υποχρέωση την ενδεχόμενη επιβάρυνση του καταναλωτή που δεν περιλαμβάνεται στο ΣΕΠΠΕ. 3) Ο πιστωτικός φορέας διευκρινίζει στο σημείο αυτό κατά πόσον είναι υποχρεωτικό για τον καταναλωτή να λάβει οποιεσδήποτε συμπληρωματικές υπηρεσίες προ- κειμένου να του χορηγηθεί η πίστωση με τους αναφε- ρόμενους όρους και, στην περίπτωση αυτή, κατά πόσον ο καταναλωτής είναι υποχρεωμένος να τις προμηθευτεί από φορέα παροχής υπηρεσιών της προτίμησης του πι- στωτικού φορέα ή από φορέα της επιλογής του ιδίου. Εάν η δυνατότητα αυτή παρέχεται υπό την προϋπόθε- ση ότι οι συμπληρωματικές υπηρεσίες έχουν ορισμένα ελάχιστα χαρακτηριστικά, τα χαρακτηριστικά αυτά πε- ριγράφονται στο σημείο αυτό. Όταν η σύμβαση πίστωσης είναι ομαδοποιημένη με άλλα προϊόντα, ο πιστωτικός φορέας αναφέρει τα βασικά χαρακτηριστικά των προϊόντων αυτών και διευκρινίζει ρητά εάν ο καταναλωτής έχει δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση πίστωσης ή τα ομαδοποιημένα προϊόντα χωρι- στά, τους όρους και τις συνέπειες μιας τέτοιας ενέργειας και, κατά περίπτωση, τις πιθανές συνέπειες της καταγγε- λίας των συμπληρωματικών υπηρεσιών που απαιτούνται σε συνδυασμό με τη συμφωνία σύμβασης. Τμήμα «9. Πρόωρη αποπληρωμή» 1) Ο πιστωτικός φορέας αναφέρει υπό ποιους όρους ο καταναλωτής μπορεί να προβεί σε πρόωρη εξόφληση ολόκληρης της πίστωσης ή ενός μέρους αυτής υπό την προϋπόθεση ότι η πρόωρη εξόφληση πραγματοποιείται εντός χρονικού διαστήματος για το οποίο έχει συμφω- νηθεί σταθερό επιτόκιο χορηγήσεων. 2) Στο τμήμα για την αποζημίωση λόγω πρόωρης αποπληρωμής, ο πιστωτικός φορέας εφιστά την προ- σοχή του καταναλωτή σε οποιαδήποτε οφειλόμενη αποζημίωση λόγω της πρόωρης αποπληρωμής της πίστωσης ή σε τυχόν άλλες επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβληθούν στην περίπτωση αυτή με σκοπό την αποζημίωση του πιστωτικού φορέα και, εφόσον είναι εφικτό, δηλώνεται το ύψος τους. Σε περίπτωση που το ποσό της αποζημίωσης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως το ποσό που έχει αποπληρωθεί ή το ισχύον επιτόκιο κατά τη στιγμή της πρόωρης απο- πληρωμής, ο πιστωτικός φορέας αναφέρει τον τρόπο υπολογισμού της αποζημίωσης και το μέγιστο ποσό στο οποίο μπορεί να ανέλθει η πιθανή επιβάρυνση, ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναφέρει ενδεικτικό πα- ράδειγμα προκειμένου να καταστήσει κατανοητό στον καταναλωτή το ύψος της αποζημίωσης σύμφωνα με διάφορα πιθανό σενάρια. Τμήμα «10. Δυνατότητες ευελιξίας» 1) Κατά περίπτωση, ο πιστωτικός φορέας εξηγεί τη δυνατότητα και τους όρους υπό τους οποίους η πίστωση μπορεί, με πρωτοβουλία του καταναλωτή, να μεταβι- βαστεί σε άλλον πιστωτικό φορέα ή να εισφερθεί άλλο ακίνητο ως εμπράγματη εξασφάλιση. 2) (Κατά περίπτωση) Πρόσθετες δυνατότητες ευελιξίας της σύμβασης πίστωσης: Εάν η σύμβαση πίστωσης περι- λαμβάνει κάποιες από τις δυνατότητες που αναφέρονται στο σημείο 5), το τμήμα αυτό πρέπει να αναφέρει τις δυνατότητες αυτές και να εξηγεί εν συντομία: (α) τις συνθήκες υπό τις οποίες ο καταναλωτής μπορεί να κάνει χρήση αυτών, (β) τις προϋποθέσεις που διέπουν την εν λόγω δυνα- τότητα, (γ) κατά πόσον το γεγονός ότι η δυνατότητα ευελιξίας περιλαμβάνεται στην πίστωση που εξασφαλίζεται με προσημείωση υποθήκης ή με άλλη παρόμοια εμπράγ- ματη εξασφάλιση σημαίνει ότι ο καταναλωτής χάνει οι- αδήποτε νόμιμη ή άλλη προστασία που συνήθως συν- δέεται με τη δυνατότητα ευελιξίας και τον φορέα που προσφέρει τη δυνατότητα (εφόσον δεν πρόκειται για τον πιστωτικό φορέα). 3) Εάν η δυνατότητα ευελιξίας περιλαμβάνει τη λήψη οποιασδήποτε συμπληρωματικής πίστωσης, πρέπει στο σημείο αυτό να εξηγείται στον καταναλωτή: (α) το συνολικό ποσό της πίστωσης (συμπεριλαμβανο- μένης της πίστωσης που εξασφαλίζεται με προσημείωση υποθήκης ή με άλλη παρόμοια εμπράγματη εξασφάλι- ση), (β) κατά πόσον η συμπληρωματική πίστωση εξασφα- λίζεται ή όχι (γ) τα σχετικά επιτόκια χορηγήσεων, και (δ) κατά πόσον η συμπληρωματική πίστωση υπόκειται σε ρυθμιστικό πλαίσιο ή όχι. Τέτοιου είδους συμπληρωματική πίστωση είτε περι- λαμβάνεται στην αρχική αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη είτε, σε άλλη περίπτωση, διευκρινίζεται στο σημείο αυτό ότι η χορήγηση της συ- μπληρωματικής πίστωσης εξαρτάται από τη διενέργεια περαιτέρω αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας του καταναλωτή να αποπληρώσει το δάνειο. 4) Εάν η δυνατότητα περιλαμβάνει ένα αποταμιευτικό προϊόν (savings vehicle), πρέπει να εξηγούνται τα σχε- τικά επιτόκια. 5) Οι ενδεχόμενες πρόσθετες δυνατότητες ευελιξίας είναι οι εξής: (α) «καθ’ υπέρβαση πληρωμές/ανεπαρκείς πληρωμές» [καταβολή μεγαλύτερου ή μικρότερου ποσού από τη δόση που απαιτείται κανονικά σύμφωνα με τον πίνακα αποπληρωμής], (β) «Διακοπές πληρωμής» (payment holiday) [περίοδοι κατά τις οποίες ο καταναλωτής δεν είναι υποχρεωμένος να πληρώνει], (γ) «Επαναδανεισμός» (borrow back) [δυνατότητα του καταναλωτή να δανείζεται εκ νέου κεφάλαια που έχει εισπράξει και αποπληρώσει], (δ) «Δυνατότητα πρόσθετης πίστωσης χωρίς νέα έγκρι- ση», (ε) «Πρόσθετη εξασφαλισμένη ή μη εξασφαλισμένη πίστωση» [σύμφωνα με το ανωτέρω σημείο 3)], (στ) «Πιστωτική κάρτα», (ζ) «Συνδεδεμένος τρεχούμενος λογαριασμός» και (η) «Συνδεδεμένος λογαριασμός ταμιευτηρίου». 6) Ο πιστωτικός φορέας μπορεί να συμπεριλάβει κάθε άλλη παρεχόμενη δυνατότητα ως μέρος της σύμβασης πίστωσης που δεν αναφέρεται στα προηγούμενα τμή- ματα. Τμήμα «11. Λοιπά δικαιώματα του δανειολήπτη» 1) Ο πιστωτικός φορέας επεξηγεί το/τα δικαίωμα/δι- καιώματα που υπάρχουν, π.χ. δικαίωμα υπαναχώρησης ή μελέτης και κατά περίπτωση άλλα δικαιώματα, όπως δυνατότητα μεταφοράς της πίστωσης (συμπεριλαμβα- νομένης της υποκατάστασης), διευκρινίζει τους όρους στους οποίους υπόκειται η άσκηση των εν λόγω δικαι- ωμάτων, τη διαδικασία που χρειάζεται να ακολουθήσει ο καταναλωτής για την άσκηση τους, μεταξύ άλλων, τη διεύθυνση στην οποία θα πρέπει να αποσταλεί η κοινο- ποίηση της υπαναχώρησης, καθώς και τις αντίστοιχες χρεώσεις (κατά περίπτωση). Αναφορές στο παρόν τμήμα στην περίοδο μελέτης παρέχονται μόνο όταν υπάρχει δεσμευτική προσφορά. 2) Η περίοδος μελέτης ή το δικαίωμα υπαναχώρησης για τον καταναλωτή, δηλώνεται σαφώς. 3) Εάν η συναλλαγή λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο σύ- ναψης σύμβασης χρηματοοικονομικών υπηρεσιών εξ αποστάσεως, ο καταναλωτής ενημερώνεται για την άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης κατά τα ειδι- κότερα προβλεπόμενα στο Ν. 2251/1994. Τμήμα «12. Καταγγελίες / Παράπονα» 1) Στο τμήμα αυτό αναγράφεται το εσωτερικό σημείο επαφής [όνομα της σχετικής υπηρεσίας] και ο τρόπος επικοινωνίας με σκοπό τη διατύπωση καταγγελίας-πα- ραπόνου [ταχυδρομική διεύθυνση] ή [αριθμός τηλεφώ- νου] ή [το αρμόδιο πρόσωπο επικοινωνίας]: [στοιχεία επικοινωνίας] και ηλεκτρονική παραπομπή στη διαδι- κασία υποβολής παραπόνων/ καταγγελιών του σχετικού ιστοτόπου ή παρεμφερούς πηγής πληροφοριών. 2) Αναγράφεται το όνομα του σχετικού φορέα εναλλα- κτικής επίλυσης διαφορών, ο οποίος είναι εγγεγραμμέ- νος στο μητρώο των φορέων ΕΕΔ σύμφωνα με τα προ- βλεπόμενα στην υπουργική απόφαση Α.Π. 70330οικ./ 30-6-2015(ΦΕΚ 1421 Β΄ 2015) και, εάν η χρησιμοποίηση της εσωτερικής διαδικασίας υποβολής παραπόνων απο- τελεί προϋπόθεση για την πρόσβαση σε αυτόν, αυτό δη- λώνεται χρησιμοποιώντας τη διατύπωση του μέρους Α. 3) Σε περίπτωση συμβάσεων πίστωσης με καταναλωτή που κατοικεί σε άλλο κράτος μέλος, ο πιστωτικός φορέας παραπέμπει στο FIN-NET (http://ec.europa.eu/internal market/fin-net/). Τμήμα «13. Αθέτηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης: συνέπειες για τον δανειο- λήπτη». 1) Σε περίπτωση που η αθέτηση οποιασδήποτε εκ των υποχρεώσεων του καταναλωτή που απορρέουν από την σύμβαση πίστωσης ενδέχεται να έχει οικονομικές ή νομικές συνέπειες για τον καταναλωτή, ο πιστωτικός φορέας περιγράφει στο παρόν τμήμα τις σημαντικότε- ρες περιπτώσεις (π.χ. καθυστέρηση/αθέτηση πληρωμών, αθέτηση των υποχρεώσεων του τμήματος 8 «Πρόσθετες υποχρεώσεις») και αναφέρει πού μπορούν να αναζητη- θούν περισσότερες πληροφορίες. 2) Για κάθε μία από τις περιπτώσεις αυτές, ο πιστωτικός φορέας διευκρινίζει, με σαφείς και κατανοητούς όρους, τις κυρώσεις ή τις συνέπειες που μπορεί να ακολου- θήσουν. Δίνεται έμφαση στην αναφορά των σοβαρών συνεπειών. 3) Σε περίπτωση που το ακίνητο που αποτελεί εμπράγ- ματη εξασφάλιση της πίστωσης μπορεί να επιστραφεί ή μεταβιβασθεί στον πιστωτικό φορέα, εάν ο καταναλωτής δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του, στο τμήμα αυτό περιλαμ- βάνεται σχετική δήλωση, με τη διατύπωση του μέρους Α. Τμήμα «14. Πρόσθετες πληροφορίες» 1) Σε περίπτωση εμπορίας εξ αποστάσεως (distance marketing), το παρόν τμήμα θα περιλαμβάνει κάθε ρή- τρα σχετικά με το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σύμβαση πίστωσης ή την παρέκταση της αρμοδιότητας. 2) Εάν ο πιστωτικός φορέας προτίθεται να επικοινωνεί με τον καταναλωτή κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβα- σης σε γλώσσα διαφορετική από τη γλώσσα του ESIS, το γεγονός αυτό αναφέρεται και κατονομάζεται η γλώσσα επικοινωνίας. Αυτό ισχύει υπό την επιφύλαξη της τελευ- ταίας περίπτωσης του σημείου (iii) του στοιχείου (α) της παραγράφου 3 του άρθρου 4θ του Ν. 2251/1994. 3) Ο πιστωτικός φορέα ή ο μεσίτης πιστώσεων επιση- μαίνει το δικαίωμα να χορηγηθεί ή να προσφερθεί, κατά περίπτωση, στον καταναλωτή αντίγραφο του σχεδίου της σύμβασης πίστωσης τουλάχιστον αφού έχει γίνει δεσμευτική προσφορά για τον πιστωτικό φορέα. Τμήμα «15. Εποπτική αρχή» Αναφέρονται η αρμόδια αρχή ή οι αρμόδιες αρχές ανα- φορικά με την εφαρμογή του προσυμβατικού σταδίου της διαδικασίας χορήγησης. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ Υπολογισμός της αποζημίωσης του πιστωτικού φορέα λόγω πρόωρης αποπληρωμής της σύμβασης πίστωσης Η εξίσωση βάσει της οποίας υπολογίζεται η αποζημίω- ση του πιστωτικού φορέα λόγω της πρόωρης εξόφλησης της πίστωσης από τον καταναλωτή λαμβάνει υπόψη τη διαφορά των επιτοκίων στην αγορά χρήματος (διατρα- πεζική αγορά), μεταξύ της χρονικής στιγμής έναρξης του σταθερού επιτοκίου και αυτής της επανατοποθέτησης του πρόωρα εξοφλούμενου κεφαλαίου. Το επιτόκιο της διατραπεζικής αγοράς βάσει του οποίου υπολογίζεται η αποζημίωση του πιστωτικού φορέα προσδιορίζεται με ακρίβεια στη σύμβαση. Η αποζημίωση του πιστωτικού φορέα ισούται με το γινόμενο της διαφοράς των σχετικών επιτοκίων της δι- ατραπεζικής αγοράς, εφόσον αυτή είναι θετική, επί το προώρως εξοφλούμενο ποσό επί το υπολειπόμενο χρο- νικό διάστημα της περιόδου ισχύος σταθερού επιτοκίου, σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο: (θετική διαφορά επιτοκίων χ Προεξοφλούμενο ποσό χ Υπολειπόμενος χρόνος)/365=Χ Όπου: - Χ είναι το ποσό της αποζημίωσης σε δεκαδική μορφή (μέχρι δύο δεκαδικά ψηφία) - «Θετική διαφορά επιτοκίων» (σε δεκαδική μορφή) είναι η θετική διαφορά μεταξύ του σταθερού επιτοκίου της διατραπεζικής αγοράς που ίσχυε κατά την έναρξη της περιόδου σταθερού επιτοκίου, για διάρκεια ίση με το χρονικό διάστημα ισχύος του σταθερού επιτοκίου στη σύμβαση πίστωσης, και του σταθερού διατραπεζικού επιτοκίου που ίσχυε κατά την προηγούμενη ημέρα της προώρου εξοφλήσεως της σύμβασης για διάρκεια ίση με το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία πρόωρης εξό- φλησης έως τη συμβατική λήξη του σταθερού επιτοκίου - «Προεξοφλούμενο ποσό» είναι το προώρως εξο- φλούμενο άληκτο κεφάλαιο της πίστωσης - «Υπολειπόμενος χρόνος» (σε ημέρες) είναι το υπο- λειπόμενο χρονικό διάστημα της περιόδου σταθερού επιτοκίου στη σύμβαση πίστωσης. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV Ελάχιστες απαιτήσεις γνώσεων και επάρκειας 1. Οι ελάχιστες απαιτήσεις γνώσεων και επάρκειας όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο 8 σχετικά με το προσωπικό των πιστωτικών φορέων, και των μεσιτών πίστωσης και στην περίπτωση γ) της παρ. 2 του άρθρου 28 σχετικά με τα εκεί αναφερόμενα πρόσωπα περιλαμ- βάνουν τουλάχιστον τα εξής: α) κατάλληλη γνώση των πιστωτικών προϊόντων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 και των συμπληρωματικών, κατά την έννοια της παρ. 4 του άρ- θρου 2 υπηρεσιών, β) κατάλληλη γνώση της νομοθεσίας που αφορά τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές, ιδίως όσον αφο- ρά την προστασία των καταναλωτών γ) κατάλληλη γνώση και κατανόηση της διαδικασίας αγοράς ακινήτων, δ) κατάλληλες γνώσεις για την αποτίμηση της εξασφά- λισης εγγυήσεων, ε) κατάλληλη γνώση σχετικά με την οργάνωση και τη λειτουργία των υποθηκοφυλακίων και κτηματολογίων, στ) κατάλληλη γνώση της αγοράς του σχετικού κρά- τους ζ) κατάλληλη γνώση των προτύπων επαγγελματικής δεοντολογίας, η) κατάλληλη γνώση της διαδικασίας αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας των καταναλωτών ή, κατά πε- ρίπτωση, επάρκεια για την αξιολόγηση της πιστοληπτι- κής ικανότητας των καταναλωτών, θ) κατάλληλο επίπεδο επάρκειας σε χρηματοοικονο- μικά και οικονομικά θέματα. 2. Κατά τον καθορισμό των ελάχιστων απαιτήσεων γνώσεων και επάρκειας, η αρμόδια αρχή μπορεί να θε- σπίζει διαφορετικά επίπεδα και είδη απαιτήσεων σε σχέ- ση με τα αναφερόμενα στο άρθρο 8 για το προσωπικό των πιστωτικών φορέων και των μεσιτών πίστωσης και σε σχέση με τα αναφερόμενα στην περιπτ. γ της παρ. 2 του άρθρου 28 πρόσωπα. 3. Η αρμόδια αρχή καθορίζει το κατάλληλο επίπεδο γνώσεων και επάρκειας με βάση: α) τα επαγγελματικά προσόντα, π.χ. διπλώματα, πτυχία, κατάρτιση, δοκιμασίες δεξιοτήτων, ή β) την επαγγελματική πείρα, η οποία μπορεί να οριστεί ως ελάχιστος αριθμός ετών εργασίας σε τομείς σχετικούς με την παραγωγή, διάθεση ή τις δραστηριότητες πιστω- τικής διαμεσολάβησης, κατά την έννοια των περιπτ. α), β),και γ) της παρ. 5 του άρθρου 3 του παρόντος. 4. Μετά τις 21 Μαρτίου 2019, ο καθορισμός του κατάλ- ληλου επιπέδου γνώσεων και επάρκειας, δεν βασίζεται αποκλειστικά στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην περιπτ. β) της παρ.3.

Αθήνα, 28 Νοεμβρίου 2016
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
Οι Υπουργοί
Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης
Εσωτερικών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΚΟΥΡΛΕΤΗΣ ΔΗΜΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ Δικαιοσύνης, Διαφάνειας Αναπληρωτής Υπουργός
και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Οικονομικών Οικονομικών
ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΟΝΤΟΝΗΣ ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ Υφυπουργός Οικονομικών Διοικητικής Ανασυγκρότησης Πολιτισμού και Αθλητισμού ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ ΟΛΓΑ ΓΕΡΟΒΑΣΙΛΗ ΛΥΔΙΑ ΚΟΝΙΟΡΔΟΥ Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 28 Νοεμβρίου 2016
Ο επί της Δικαιοσύνης Υπουργός
ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΟΝΤΟΝΗΣ
Καποδιστρίου 34, Τ.Κ. 104 32, Αθήνα Τηλ. Κέντρο 210 5279000
Κείμενα προς δημοσίευση: webmaster.et@et.gr *01002202811160040*