276 Α' 2006

ΝΟΜΟΣ 3522/2006

Μεταβολές στη φορολογία εισοδήματος, απλουστεύσεις στον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ - ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
22 Δεκεμβρίου 2006

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 276
22 Δεκεμβρίου 2006

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3522
Μεταβολές στη φορολογία εισοδήματος, απλουστεύσεις στον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣΚΕΦΑΛΑΙΟ A΄ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ Οι διατάξεις του π.δ. 186/1992 (ΦΕΚ 84 A΄) τροποποιούνται, αντικαθίστανται και συμπληρώνονται ως ακολούθως:
Άρθρο 27Γενικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το προτελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής: «Επιτηδευματίας για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος λογίζεται και κάθε αλλοδαπό νομικό πρόσωπο οποιασδήποτε μορφής που δεν έχει εγκατάσταση στην Ελλάδα, εφόσον αναγείρει ακίνητο εντός της ελληνικής επικράτειας ή πραγματοποιεί σε τέτοιο ακίνητο προσθήκες ή επεκτάσεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Δεν θεωρούνται επιτηδευματίες: α) ο αγρότης και η αγροτική εκμετάλλευση που ορίζονται από τα άρθρα 41 και 42 του ν.2859/2000 (ΦΕΚ 248 A΄), εφόσον δεν έχουν ενταχθεί για τη δραστηριότητά τους αυτή στο κανονικό καθεστώς του νόμου αυτού, β) το φυσικό πρόσωπο πλην του ελεύθερου επαγγελματία που παρέχει υπηρεσίες περιστασιακά σε επιτηδευματία ή σε πρόσωπο της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού και το σύνολο των ετήσιων αμοιβών του δεν υπερβαίνει το όριο της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού για αυτούς που παρέχουν υπηρεσίες, εφόσον δεν είναι επιτηδευματίας από άλλη αιτία, γ) ο συγγραφέας δημόσιος ή ιδιωτικός υπάλληλος, ο συνταξιούχος για την πρώτη μετά τη συνταξιοδότησή του έκδοση βιβλίου και ο εισηγητής επιμορφωτικών σεμιναρίων δημόσιος ή ιδιωτικός υπάλληλος ή συνταξιούχος, εφόσον τα πρόσωπα αυτά δεν είναι επιτηδευματίες από άλλη αιτία, δ) το φυσικό πρόσωπο που σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του ν. 2859/2000 (ΦΕΚ 248 A΄) δεν θεωρείται ότι ασκεί δραστηριότητα υπαγόμενη στο Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, με την προϋπόθεση ότι δεν έχει την ιδιότητα του επιτηδευματία από άλλη αιτία και παρέχει υπηρεσίες προς τα πρόσωπα της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, ε) το φυσικό πρόσωπο που συνδέεται με σχέση μίσθωσης έργου με φορέα εκτέλεσης ερευνητικού έργου το οποίο χρηματοδοτείται ή επιχορηγείται γενικώς από την Ευρωπαϊκή Ένωση, εφόσον δεν είναι επιτηδευματίας από άλλη αιτία, το ποσό αυτών των αμοιβών του δεν υπερβαίνει το διπλάσιο του ορίου που ορίζεται από την παράγραφο 5 του άρθρου αυτού για αυτούς που παρέχουν υπηρεσίες και οι υπηρεσίες που παρέχει αφορούν αποκλειστικά το ερευνητικό έργο που χρηματοδοτείται ή επιχορηγείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής: «Τις υποχρεώσεις της προηγούμενης παραγράφου έχει και η κοινοπραξία επιτηδευματιών, που θεωρείται επιτηδευματίας για την εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα αυτού, εφόσον έχει ορισμένη επαγγελματική διεύθυνση, αποβλέπει στη διενέργεια συγκεκριμένης πράξης, αποδεικνύεται με έγγραφη συμφωνία, που κατατίθεται στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) πριν από την έναρξη των εργασιών της, και τα μέλη της είναι, διαζευκτικά ή αθροιστικά: α) φυσικό ή νομικό πρόσωπο που το καθένα ασκεί δική του επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα, β) ομόρρυθμο μέλος διαφορετικής ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρίας, γ) αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί επιχείρηση εκτός της ελληνικής επικράτειας, με την προϋπόθεση ότι έχει λάβει αριθμό φορολογικού μητρώου στην Ελλάδα πριν τη συμμετοχή του στην κοινοπραξία και αυτή εκπροσωπείται από ημεδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής: «Το Δημόσιο, το ημεδαπό ή αλλοδαπό νομικό πρόσωπο ή επιτροπή ή ένωση προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το αλλοδαπό νομικό πρόσωπο που δεν έχει εγκατάσταση στην Ελλάδα και αποκτά κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου στην ημεδαπή, οι ξένες αποστολές και οι διεθνείς οργανισμοί υποχρεούνται μόνο στη λήψη, έκδοση, υποβολή και διαφύλαξη των στοιχείων που ορίζονται ρητά από τον Κώδικα αυτόν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η παράγραφος 4 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Οι αγρότες και οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις που ορίζονται από τα άρθρα 41 και 42 του ν. 2859/2000 (ΦΕΚ 248 A΄), εφόσον δεν έχουν ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς του νόμου αυτού, υποχρεούνται να εκδίδουν μόνο δελτίο αποστολής στις περιπτώσεις που ρητά ορίζεται από τον Κώδικα αυτόν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 2 τα όρια των εννέα χιλιάδων (9.000) ευρώ και των τεσσάρων χιλιάδων (4.000) ευρώ αντικαθίστανται σε δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ και πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ αντίστοιχα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής: «Ειδικά και ανεξάρτητα από το ύψος των ακαθάριστων εσόδων απαλλάσσεται από την τήρηση βιβλίων, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του παρόντος Κώδικα, ο πράκτορας κρατικών λαχείων και παιγνίων (ΠΡΟ−ΠΟ, ΛΟΤΤΟ και συναφή), ο εφημεριδοπώλης, ο υποπράκτορας εφημερίδων και περιοδικών και ο πλανόδιος λαχειοπώλης, μόνο για τις δραστηριότητες αυτές. Τα πρόσωπα αυτά, εάν διατηρούν και άλλο κλάδο πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, για την υποχρέωση τήρησης βιβλίων για τον κλάδο αυτόν κρίνονται αυτοτελώς.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 2 καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως εξής: «δ) ως παροχή υπηρεσιών και: αα) η διάθεση ηλεκτρομαγνητικών ή άλλων μέσων στα οποία ενσωματώνεται το δικαίωμα λήψης υπηρεσιών, ββ) η παροχή λογισμικού και η ενημέρωσή του, γγ) η επεξεργασία αγαθών τρίτων με τη χρησιμοποίηση ή μη ίδιων υλικών, των οποίων το κόστος σε κάθε περίπτωση δεν υπερβαίνει το ένα τρίτο (1/3) της συνολικής αμοιβής, δδ) η περίπτωση κατά την οποία χρησιμοποιούνται υλικά, των οποίων το κόστος σε κάθε περίπτωση δεν υπερβαίνει το ένα τρίτο (1/3) της συνολικής αμοιβής, με την προϋπόθεση ότι από τη χρησιμοποίηση των υλικών αυτών δεν παράγεται νέο είδος αγαθού.»

Άρθρο 28Βιβλία επιτηδευματιώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Ο επιτηδευματίας εντάσσεται σε κατηγορία βιβλίων όπως ορίζεται στις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου αυτού ή απαλλάσσεται από την τήρηση βιβλίων όπως ορίζεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 2 του Κώδικα αυτού από την έναρξη κάθε διαχειριστικής του περιόδου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα τρία πρώτα εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 4 αντικαθίστανται ως εξής: «Στην τρίτη κατηγορία: α) Οι ημεδαπές και αλλοδαπές ανώνυμες και περιορισμένης ευθύνης εταιρίες. β) Τα πρόσωπα των περιπτώσεων β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 101 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994 – ΦΕΚ 151 A΄) που ασχολούνται με την ανέγερση και πώληση οικοδομών ή την κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων, καθώς και οι κοινοπραξίες που έχουν το ίδιο αντικείμενο εργασιών, εφόσον σε αυτές συμμετέχει τουλάχιστον ένα από τα πρόσωπα της παρούσας περίπτωσης ή ημεδαπή ανώνυμη ή περιωρισμένης ευθύνης εταιρεία. γ) Οι ομόρρυθμες και οι ετερόρρυθμες εταιρείες, οι κοινωνίες αστικού δικαίου και οι αστικές εταιρίες που ασχολούνται με την ανέγερση και πώληση οικοδομών για όλες τις δραστηριότητές τους, εφόσον σε αυτές συμμετέχει τουλάχιστον ένα από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 101 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. δ) Οι κοινοπραξίες στις οποίες εισφέρεται η κατασκευή τμήματος ή ολόκληρου δημόσιου ή ιδιωτικού τεχνικού έργου από τις κοινοπραξίες της περίπτωσης β΄.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 4 αντικαθίστανται ως εξής: «α) Ο εκμεταλλευτής πλοίου δεύτερης κατηγορίας του άρθρου 3 του ν. 27/1975, καθώς και ο επιτηδευματίας του οποίου τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται με ειδικό τρόπο σύμφωνα με τις διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος, με εξαίρεση τον επιτηδευματία που ασχολείται με την κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων. β) Ο πράκτορας εφημερίδων και περιοδικών, καθώς και ο πρατηριούχος χονδρικής πώλησης καπνοβιομηχανικών προϊόντων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «β) ο πωλητής οπωρολαχανικών, νωπών αλιευμάτων και λοιπών αγροτικών προϊόντων αποκλειστικά στις κινητές λαϊκές αγορές ή πλανοδίως,».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «Στην κατηγορία που αντιστοιχεί στα ετήσια ακαθάριστα έσοδά τους, όχι όμως σε κατηγορία κατώτερη της δεύτερης, οι λοιποί επιτηδευματίες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, για τους οποίους δεν προβλέπεται ένταξη με βάση τις διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου αυτού, οι νέοι επιτηδευματίες κατά την έναρξη των εργασιών τους, για τους οποίους δεν προβλέπεται ειδική ένταξη, καθώς και οι αστικές επαγγελματικές εταιρείες δικηγόρων που προεδρικού διατάγματος 518/1989 (ΦΕΚ 220 A΄).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 4 τα όρια τήρησης βιβλίων αντικαθίστανται και προστίθενται στην παράγραφο αυτή δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο ως εξής: «Κατηγορίες βιβλίων όρια ακαθάριστων εσόδων Πρώτη μέχρι και 150.000 ευρώ Δεύτερη μέχρι και 1.500.000 ευρώ Τρίτη άνω των 1.500.000 ευρώ» «Ειδικά οι ομόρρυθμες και οι ετερόρρυθμες εταιρείες, οι κοινωνίες αστικού δικαίου, οι αστικές εταιρείες και οι κοινοπραξίες, οι οποίες ασχολούνται με την ανέγερση και πώληση οικοδομών και στις οποίες δεν συμμετέχει πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 101 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, καθώς και οι επιτηδευματίες φυσικά πρόσωπα που ασχολούνται με το ίδιο αντικείμενο εργασιών για τις διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από 1.1.2008 και μετά εντάσσονται στην τρίτη κατηγορία βιβλίων για τη δραστηριότητα αυτή, εφόσον τα ετήσια ακαθάριστα έσοδα της προηγούμενης κάθε φορά διαχειριστικής περιόδου υπερβαίνουν τα πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ. Όποιος από τους επιτηδευματίες αυτούς ασχολείται και με την κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων, για την ένταξη σε κατηγορία βιβλίων ο κλάδος αυτός κρίνεται αυτοτελώς με βάση τα όρια του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Στην περίπτωση που έχει παράλληλα και άλλο κλάδο πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, τηρεί για όλες τις δραστηριότητές του τα βιβλία της κατηγορίας που αντιστοιχεί στο σύνολο των ετήσιων ακαθάριστων εσόδων του, με βάση τα όρια του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 4 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Για την υποχρέωση σύνταξης απογραφής από τον επιτηδευματία της δεύτερης κατηγορίας κατά την πρώτη διαχειριστική του περίοδο τα ακαθάριστα έσοδα αυτής δεν ανάγονται σε ετήσια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η παράγραφος 4 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Τα ποσά των εξόδων μέχρι εκατόν πενήντα (150) ευρώ έκαστο και ο Φ.Π.Α. που αντιστοιχεί σε αυτά μπορεί να καταχωρούνται καθημερινά στις στήλες που αφορούν συγκεντρωτικά με ένα ποσό, με αναγραφή και του πλήθους των αντίστοιχων δικαιολογητικών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής: «γ) Η αξία αγοράς και πώλησης των πάγιων στοιχείων, ο Φ.Π.Α. που αναλογεί σε αυτές, καθώς και οι αποσβέσεις τους, όταν εξάγεται λογιστικό αποτέλεσμα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής: «Μέχρι τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους στο βιβλίο εσόδων – εξόδων καταχωρείται ανάλυση των ακαθάριστων εσόδων από πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών, με διάκριση λιανικών – χονδρικών πωλήσεων, καθώς και των εξόδων για αμοιβές προσωπικού και τρίτων, για ενοίκια, για τόκους και για λοιπά έξοδα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 7 αντικαθίστανται ως εξής: «Διατάξεις που επιβάλλουν την τήρηση κλαδικών λογιστικών σχεδίων κατισχύουν των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Ο τίτλος και οι διατάξεις του άρθρου 8 αντικαθίστανται ως εξής: «Άρθρο 8 Βιβλίο αποθήκης, παραγωγής – κοστολογίου, τεχνικών προδιαγραφών 1. Ο επιτηδευματίας που πωλεί αγαθά για δικό του λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτων ή για ίδιο λογαριασμό και για λογαριασμό τρίτων, εφόσον κατά τις δύο προηγούμενες διαχειριστικές περιόδους τα ετήσια ακαθάριστα έσοδά του υπερέβησαν το ποσό των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ ή το ποσό των έξι εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων (6.500.000) ευρώ προκειμένου για επιτηδευματία που πωλεί τα αγαθά του εκτός της χώρας κατά ποσοστό άνω του ογδόντα τοις εκατό (80%), τηρεί βιβλίο αποθήκης. Στο βιβλίο αποθήκης καταχωρούνται για κάθε αγαθό οι αγορές και οι πωλήσεις κατά είδος, ποσότητα και αξία και η ποσοτική διακίνηση κατά είδος και ποσότητα κατά την εισαγωγή και εξαγωγή. Τα αγαθά των τρίτων παρακολουθούνται ξεχωριστά τουλάχιστον κατά είδος και ποσότητα. 2. Ο επιτηδευματίας που ενεργεί επεξεργασία για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτων ή για ίδιο λογαριασμό και για λογαριασμό τρίτων, εφόσον κατά τις δύο προηγούμενες διαχειριστικές περιόδους τα ετήσια ακαθάριστα έσοδά του υπερέβησαν το ποσό των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ ή το ποσό των έξι εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων (6.500.000) ευρώ προκειμένου για επιτηδευματία που πωλεί τα προϊόντα του εκτός της χώρας ή ενεργεί επεξεργασία για λογαριασμό κατοίκου άλλης χώρας κατά ποσοστό άνω του ογδόντα τοις εκατό (80%) του συνόλου των ετήσιων ακαθάριστων εσόδων του κλάδου επεξεργασίας, τηρεί βιβλίο αποθήκης πρώτων υλών, βοηθητικών υλών, υλικών συσκευασίας, έτοιμων προϊόντων και υποπροϊόντων. Στο βιβλίο αποθήκης καταχωρούνται, για κάθε αγαθό, οι αγορές και πωλήσεις κατ’ είδος, ποσότητα και αξία και η εντός και εκτός της επιχείρησης ποσοτική διακίνηση κατ’ είδος και ποσότητα. Όταν ο επιτηδευματίας ενεργεί επεξεργασία για λογαριασμό τρίτων, στο βιβλίο αποθήκης παρακολουθούνται μόνο οι πρώτες ύλες, οι βοηθητικές ύλες, τα υλικά συσκευασίας και τα έτοιμα προϊόντα των τρίτων ξεχωριστά τουλάχιστον κατ’ είδος και ποσότητα. Η αξία κτήσης των πρώτων υλών, των βοηθητικών υλών και των υλικών συσκευασίας που διατέθηκαν για την επεξεργασία, καθώς και το κόστος των έτοιμων προϊόντων και υποπροϊόντων που παράχθηκαν, αναγράφεται στο βιβλίο αποθήκης στο τέλος της διαχειριστικής περιόδου και μέχρι την προθεσμία σύνταξης του ισολογισμού. Βοηθητικές ύλες και υλικά συσκευασίας των οποίων η συνολική αξία δεν υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του συνολικού κόστους των προϊόντων με βάση τα στοιχεία της προηγούμενης χρήσης μπορεί να παρακολουθούνται στο βιβλίο αποθήκης συνολικά μόνο κατ’ αξία σε αντίστοιχο λογαριασμό. Σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου αυτού παρακολουθούνται συνολικά κατ’ αξία, μέχρι εξάντλησης του ανωτέρω ποσοστού, οι βοηθητικές ύλες και τα υλικά συσκευασίας που έχουν κατά σειρά τη μικρότερη κατ’ είδος συμμετοχή στο κόστος παραγωγής των προϊόντων. Ο παραπάνω επιτηδευματίας ο υπόχρεος σε τήρηση βιβλίου αποθήκης εκδίδει δελτίο εσωτερικής διακίνησης για την εντός της ημέρας εξαγωγή από την αποθήκη προς την παραγωγική διαδικασία πρώτων υλών, βοηθητικών υλών και υλικών συσκευασίας ιδίων ή τρίτων ή την επαναφορά τους στην αποθήκη, καθώς και για τα εντός της ημέρας παραχθέντα έτοιμα προϊόντα που εισάγονται στην αποθήκη ετοίμων. Στο δελτίο εσωτερικής διακίνησης αναγράφεται το είδος και η ποσότητα των αγαθών που διακινούνται, καθώς και ο χώρος προέλευσης και προορισμού των αγαθών. 3. Προκειμένου για επιτηδευματία που έχει παράλληλα με τον κλάδο εμπορίου και ξεχωριστό κλάδο επεξεργασίας, η υποχρέωση τήρησης του βιβλίου αποθήκης κρίνεται αυτοτελώς για κάθε κλάδο. 4. Ο επιτηδευματίας που υποχρεώνεται σε τήρηση βιβλίου αποθήκης τηρεί αυτό σε δύο συνεχείς διαχειριστικές περιόδους και σταματά την τήρησή του από την επόμενη διαχειριστική περίοδο εκείνης που για δεύτερη συνεχή διαχειριστική περίοδο δεν υπερέβη το εκάστοτε ισχύον όριο. Υποχρέωση τήρησης του βιβλίου αποθήκης δημιουργείται εκ νέου από την επόμενη διαχειριστική περίοδο εκείνης που για δεύτερη συνεχή διαχειριστική περίοδο τα ετήσια ακαθάριστα έσοδα υπερέβησαν το εκάστοτε ισχύον όριο. Για την τήρηση ή την παύση της τήρησης του βιβλίου αποθήκης στην περίπτωση αύξησης των οριζόμενων ορίων, λαμβάνονται υπόψη τα νέα όρια και για τις δύο προηγούμενες χρήσεις που λήγουν μέχρι το χρόνο έναρξης ισχύος των νέων ορίων. 5. Στο βιβλίο αποθήκης που τηρείται σύμφωνα με όσα ορίζονται στις παραγράφους 1 έως 2 αναγράφεται και η χρονολογία εισαγωγής ή εξαγωγής κατά περίπτωση με μνεία του οικείου δικαιολογητικού εγγραφής. Η ενημέρωση της εξαγωγής μπορεί να γίνεται με μία συγκεντρωτική εγγραφή σε ημερήσια βάση ανά είδος και σειρά στοιχείων που εκδίδονται, με την προϋπόθεση ότι, όταν ζητηθεί από τον έλεγχο και στο χρόνο που ορίζεται από αυτόν, είναι δυνατή η εκτύπωση ή η σύνταξη κατάστασης με την αναλυτική κίνηση ανά παραστατικό όλων ή μερικών ειδών. Σε ιδιαίτερες μερίδες του βιβλίου αποθήκης της έδρας παρακολουθούνται: α) η κίνηση κάθε υποκαταστήματος με εξαρτημένη λογιστική κατ’ είδος, ποσότητα και αξία κατά την εισαγωγή και εξαγωγή, β) η κίνηση κάθε αποθηκευτικού χώρου κατ’ είδος και ποσότητα κατά την εισαγωγή και εξαγωγή, γ) τα αγαθά που βρίσκονται σε τρίτους για οποιονδήποτε σκοπό κατ’ είδος, ποσότητα και ανά τρίτο επιτηδευματία. Όταν στο υποκατάστημα τηρείται βιβλίο αποθήκης κατ’ είδος, ποσότητα και αξία ή στον αποθηκευτικό χώρο κατ’ είδος και ποσότητα, η μερίδα του υποκαταστήματος ή του αποθηκευτικού χώρου που τηρείται στην έδρα μπορεί να ενημερώνεται με τη συνολική μηνιαία κίνηση του υποκαταστήματος ή του αποθηκευτικού χώρου εντός του επόμενου μήνα. 6. Στο υποκατάστημα από τα βιβλία του οποίου εξάγεται αυτοτελές λογιστικό αποτέλεσμα τηρείται ίδιο βιβλίο αποθήκης σύμφωνα με όσα ορίζονται από τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων. Στο υποκατάστημα από τα βιβλία του οποίου δεν εξάγεται αυτοτελές λογιστικό αποτέλεσμα και το οποίο βρίσκεται σε άλλο νομό ή νησί από την έδρα ή σε απόσταση μεγαλύτερη των πενήντα (50) χιλιομέτρων από αυτή τηρείται βιβλίο αποθήκης κατ’ είδος και ποσότητα με δυνατότητα τήρησής του και κατ’ αξία. Τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο ισχύουν ανάλογα και για τους αποθηκευτικούς χώρους. Αν το υποκατάστημα ή ο αποθηκευτικός χώρος βρίσκεται στον ίδιο νομό και νησί με την έδρα ή σε απόσταση μικρότερη των πενήντα (50) χιλιομέτρων από αυτή, δεν υπάρχει υποχρέωση τήρησης βιβλίου αποθήκης στις εγκαταστάσεις αυτές. Όταν στην έδρα δεν ενεργείται αποθήκευση ή διακίνηση αγαθών ή δεν ενεργούνται αγορές ή πωλήσεις και υπάρχει ένα υποκατάστημα, το βιβλίο αποθήκης μπορεί να τηρείται μόνο στο υποκατάστημα. Όταν οι εγκαταστάσεις του επιτηδευματία στεγάζονται στον ίδιο ή σε συνεχόμενο κτιριακό χώρο, μπορεί να τηρείται για κάθε αγαθό μία ενιαία μερίδα για όλες τις εγκαταστάσεις στο βιβλίο αποθήκης που τηρείται σε μία από αυτές. Όταν επαγγελματικές εγκαταστάσεις του επιτηδευματία απαλλάσσονται από την έκδοση δελτίων αποστολής, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του Κώδικα αυτού, μπορεί να τηρείται για όλες τις απαλλασσόμενες εγκαταστάσεις από την έκδοση δελτίων αποστολής μία ενιαία μερίδα για κάθε αγαθό στο βιβλίο αποθήκης που τηρείται σε μία από αυτές. 7. Αντί του τρόπου τήρησης του βιβλίου αποθήκης που ορίζεται από τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων μπορεί να τηρείται: Α) Στην έδρα ή στο υποκατάστημα με αυτοτελή λογιστική μερίδα «Κεντρικής Αποθήκης» για όλες τις εγκαταστάσεις, στην οποία καταχωρούνται για κάθε αγαθό: α) κατά ποσότητα και αξία οι αγορές και οι πωλήσεις, β) η ποσότητα των πρώτων υλών, βοηθητικών υλών και υλικών συσκευασίας που διατέθηκαν για επεξεργασία και γ) η ποσότητα των έτοιμων προϊόντων και υποπροϊόντων που παράχθηκαν. Η αξία κτήσης των πρώτων υλών, των βοηθητικών υλών και των υλικών συσκευασίας που διατέθηκαν στην παραγωγή, καθώς και το κόστος των έτοιμων προϊόντων που παράχθηκαν τίθεται στο τέλος της χρήσης με την κοστολόγηση. Β) Στην έδρα και σε κάθε υποκατάστημα ή αποθηκευτικό χώρο βιβλίο αποθήκης σε ιδιαίτερες μερίδες κατ’ είδος και ποσότητα κατά την εισαγωγή και εξαγωγή. Όταν το υποκατάστημα ή ο αποθηκευτικός χώρος βρίσκονται στον ίδιο νομό με την έδρα ή σε απόσταση μικρότερη των πενήντα (50) χιλιομέτρων από αυτή, όχι όμως σε άλλο νησί, η κίνηση αυτών κατ’ είδος και ποσότητα μπορεί να παρακολουθείται σε ιδιαίτερες μερίδες του βιβλίου αποθήκης της έδρας. Γ) Στην έδρα μία μερίδα ανά τρίτο, κατ’ είδος και ποσότητα, για τα αγαθά που βρίσκονται σε τρίτους για οποιονδήποτε σκοπό. 8. Ο επιτηδευματίας που είναι υπόχρεος στην τήρηση βιβλίου αποθήκης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, τηρεί για τα ίδια προϊόντα στην έδρα του ή στο υποκατάστημα που εξάγει αυτοτελές αποτέλεσμα: Α) Βιβλίο τεχνικών προδιαγραφών με ιδιαίτερη μερίδα κατ’ είδος προϊόντος, στην οποία αναγράφονται: α) Εντός δέκα ημερών από την ολοκλήρωση της πρώτης παραγωγής κάθε προϊόντος οι τεχνικές προδιαγραφές αυτού. Οι τεχνικές προδιαγραφές περιλαμβάνουν πλην των άλλων τεχνικών δεδομένων τη για κάθε μονάδα παραγόμενου έτοιμου προϊόντος απαιτούμενη ποσότητα πρώτων υλών, καθώς και βοηθητικών υλών και υλικών συσκευασίας, όταν γι’ αυτά τηρείται βιβλίο αποθήκης, καθώς και την προϋπολογιζόμενη φύρα παραγωγής. Για τα εξατομικευμένα αγαθά που κατασκευάζονται κατόπιν παραγγελίας του πελάτη αντί της αναγραφής τεχνικών προδιαγραφών καταχωρείται πριν από την έναρξη της παραγωγής στο βιβλίο τεχνικών προδιαγραφών ή στο βιβλίο αποθήκης πλήρης περιγραφή των προϊόντων που παραγγέλλονται. β) Μέχρι το κλείσιμο του ισολογισμού οι κανόνες του καταμερισμού του εργοστασιακού κόστους, οι οποίοι ακολουθούνται πάγια. Β) Βιβλίο παραγωγής κοστολογίου με ιδιαίτερη μερίδα κατ’ είδος, στο οποίο: α) Συγκεντρώνονται το βραδύτερο εντός της προθεσμίας σύνταξης του ισολογισμού οι εντός της διαχειριστικής περιόδου που έληξε ποσότητες πρώτων υλών που αναλώθηκαν για την παραγωγή έτοιμου προϊόντος, καθώς και των βοηθητικών υλών και των υλικών συσκευασίας, όταν γι’ αυτά τηρείται βιβλίο αποθήκης, σε μερίδες κατ’ είδος, καθώς και οι ποσότητες έτοιμου προϊόντος που παρήχθησαν μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο. β) Προσδιορίζεται για το έτοιμο προϊόν το βραδύτερο εντός της προθεσμίας σύνταξης του ισολογισμού το εργοστασιακό κόστος με βάση τους καταχωρημένους στο βιβλίο τεχνικών προδιαγραφών κανόνες. Το βιβλίο παραγωγής – κοστολογίου δεν τηρείται, όταν τα δεδομένα του προκύπτουν από τους λογαριασμούς της ομάδας 9 του Ε.Γ.Λ.Σ. (π.δ. 1123/1980). 9. Δεν υποχρεούται: Α) Στην τήρηση βιβλίου αποθήκης: α) ο εκμεταλλευτής ελαιοτριβείου, β) ο πρατηριούχος χονδρικής πώλησης καπνοβιομηχανικών προϊόντων, γ) ο πωλητής βενζίνης και πετρελαίου για λογαριασμό τρίτου, δ) ο εκμεταλλευτής πρατηρίου υγραερίου αυτοκινήτων, ε) ο εκμεταλλευτής πρατηρίου υγρών καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων, στ) ο εκμεταλλευτής εστιατορίου ή ζαχαροπλαστείου, ζ) ο εκμεταλλευτής ξενοδοχείου ή ξενώνα ή κάμπινγκ, η) ο πωλητής νωπών οπωρολαχανικών και ιχθύων, θ) ο πωλητής νωπών αγροτικών προϊόντων, πλην νωπών οπωρολαχανικών και ιχθύων, εκτός της χώρας κατά ποσοστό τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%) των συνολικών ετήσιων ακαθάριστων εσόδων του, ι) ο παραγωγός κινηματογραφικών και τηλεοπτικών ταινιών, ια) ο πράκτορας εφημερίδων και περιοδικών, ιβ) ο εκμεταλλευτής κλινικής, ιγ) ο επιτηδευματίας που ασχολείται με την κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων ή την ανέγερση και πώληση οικοδομών, ιδ) ο επιτηδευματίας που λειτουργεί μετά από έγκριση του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ως «Σύστημα Εναλλακτικής Διαχείρισης», που προβλέπεται από την παράγραφο 19 του άρθρου 2 του ν. 2939/2001 (ΦΕΚ 179 A΄), ιε) ο πωλητής ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου και αερίων γενικά που διατίθενται με συνεχή ροή. Στις περιπτώσεις της παραγράφου αυτής, προκειμένου για επιτηδευματία που έχει παράλληλα και άλλη δραστηριότητα, για την υποχρέωση τήρησης βιβλίου αποθήκης η άλλη δραστηριότητα κρίνεται αυτοτελώς. Β) Στην τήρηση του βιβλίου αποθήκης κατά την εξαγωγή ο εκμεταλλευτής καταστήματος Σούπερ − Μάρκετ που ασχολείται με την κατά κύριο λόγο λιανική πώληση με το σύστημα της «αυτοεξυπηρέτησης» ειδών διατροφής, κρέατος, απορρυπαντικών, ποτών, ειδών οικιακής χρήσης και άλλων ειδών. Γ) Στην τήρηση βιβλίου τεχνικών προδιαγραφών: α) ο εκμεταλλευτής λατομείου, μεταλλείου, ορυχείου για τα πρωτογενή υλικά που εξορύσσονται, β) ο παραγωγός αγροτικών προϊόντων πρωτογενούς παραγωγής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «Κατ’ εξαίρεση των όσων ορίζονται στα προηγούμενα εδάφια δεν θεωρούνται υποκαταστήματα οι προσωρινοί εκθεσιακοί χώροι, καθώς και οι λοιπές πρόσκαιρες εγκαταστάσεις που λειτουργούν για χρονικό διάστημα μέχρι τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Η παράγραφος 2 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Ο επιτηδευματίας που τηρεί βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας τηρεί και στο υποκατάστημά του ιδιαίτερο βιβλίο αγορών ή εσόδων – εξόδων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 9 προστίθεται όγδοο εδάφιο ως εξής: «Όταν τα βιβλία της έδρας και του υποκαταστήματος τηρούνται μηχανογραφικά, το ημερολόγιο ταμειακών και συμψηφιστικών πράξεων ή το μηνιαίο φύλλο ανάλυσης ελέγχου ή το ημερήσιο φύλλο συναλλαγών τηρούνται απλότυπα και τα δεδομένα τους αποστέλλονται στην έδρα με οποιονδήποτε τρόπο για την ενημέρωση των βιβλίων της.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 16

Η παράγραφος 4 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Δεν υπάρχει υποχρέωση τήρησης των βιβλίων υποκαταστήματος στις εξής περιπτώσεις: α) Στο υποκατάστημα που στεγάζεται σε συνεχόμενο ή στον ίδιο κτιριακό χώρο με την έδρα ή με άλλο υποκατάστημα. β) Στις οποιεσδήποτε πρόσκαιρες εγκαταστάσεις. Τα στοιχεία των συναλλαγών των εγκαταστάσεων της περίπτωσης αυτής καταχωρούνται στα βιβλία της έδρας ή του υποκαταστήματος στο οποίο ανήκουν το αργότερο μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση ή τη λήψη τους, κατά περίπτωση. γ) Στο υποκατάστημα που βρίσκεται στον ίδιο νομό και νησί με την έδρα ή σε απόσταση μικρότερη των πενήντα (50) χιλιομέτρων από αυτή. Τα στοιχεία των συναλλαγών των εγκαταστάσεων της περίπτωσης αυτής καταχωρούνται στα βιβλία της έδρας και ειδικά οι αγορές και οι πωλήσεις κάθε υποκαταστήματος παρακολουθούνται χωριστά από τα αντίστοιχα δεδομένα της έδρας ή άλλου υποκαταστήματος. Επί τήρησης βιβλίων Γ΄ κατηγορίας παρακολουθείται χωριστά και το ταμείο κάθε υποκαταστήματος. Το υποκατάστημα της πιο πάνω περίπτωσης α΄ απαλλάσσεται μετά από γνωστοποίηση στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. και από την τήρηση ιδιαίτερου πρόσθετου βιβλίου της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του παρόντος Κώδικα, εφόσον τα δεδομένα του καταχωρούνται στο πρόσθετο βιβλίο που τηρείται στην έδρα ή σε άλλο υποκατάστημα του ίδιου ή συνεχόμενου κτιριακού χώρου. Το υποκατάστημα της πιο πάνω περίπτωσης β΄ απαλλάσσεται και από την τήρηση ιδιαίτερου βιβλίου αποθήκης, καθώς και από τη σύνταξη καταστάσεων ποσοτικής καταχώρισης των αποθεμάτων, εφόσον τα δεδομένα του βιβλίου ή των καταστάσεων αυτών καταχωρούνται διακεκριμένα στα αντίστοιχα βιβλία ή καταστάσεις της έδρας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 17

Στην παράγραφο 5 του άρθρου 9 η φράση «Με αίτηση του επιτηδευματία και έγκριση του προϊσταμένου» του πρώτου εδαφίου και η φράση «Οι ανωτέρω εγκρίσεις» του τρίτου εδαφίου αντικαθίσταται αντίστοιχα με τις φράσεις «Με γνωστοποίηση του επιτηδευματία στον προϊστάμενο» και «Οι ανωτέρω γνωστοποιήσεις».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 18

Η παράγραφος 6 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «6. Με αίτηση του επιτηδευματία και έγκριση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας της έδρας μπορεί να επιτραπεί ή μη τήρηση ή η κατά διάφορο τρόπο τήρηση όλων ή μερικών βιβλίων του υποκαταστήματος και του αποθηκευτικού χώρου, με εξαίρεση το βιβλίο αποθήκης. Η έγκριση αυτή κοινοποιείται και στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας στον οποίο υπάγεται το υποκατάστημα ή ο αποθηκευτικός χώρος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 19

Η παράγραφος 1 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Ο επιτηδευματίας επί ποσοτικής παραλαβής σε επαγγελματική του εγκατάσταση χωρίς στοιχείο διακίνησης εμπορεύσιμων ή πάγιων αγαθών από οποιονδήποτε τρίτο για αγορά, πώληση, απλή διαμεσολάβηση προς πώληση, αποθήκευση, φύλαξη, χρήση, καθώς και για επεξεργασία στην περίπτωση που ο αποστολέας είναι επιτηδευματίας ή αγρότης του ειδικού καθεστώτος, τηρεί στην επαγγελματική εγκατάσταση στην οποία διενεργείται η παραλαβή, βιβλίο ποσοτικής παραλαβής ή διπλότυπο δελτίο ποσοτικής παραλαβής για κάθε παραλαβή. Στο βιβλίο ή δελτίο καταχωρούνται με την παραλαβή των αγαθών η χρονολογία της παραλαβής, το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, το επάγγελμα και η διεύθυνση του αποστολέα, το είδος και η ποσότητα των αγαθών που παραλαμβάνονται, καθώς και ο σκοπός της παραλαβής. Όταν κατά την παραλαβή των αγαθών εκδίδεται άμεσα τιμολόγιο αγοράς ή δελτίο εισαγωγής της υποπερίπτωσης ηα΄ της περίπτωσης η΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του Κώδικα αυτού, δεν τηρείται βιβλίο ή δελτίο ποσοτικής παραλαβής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 20

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «Έξοδα πρώτης εγκατάστασης, αγορές και λοιπές συναλλαγές που πραγματοποιούνται από τον ιδρυτή πριν τη σύσταση νομικού προσώπου ή υποκαταστήματος αλλοδαπού προσώπου ή κοινοπραξίας ή την έναρξη λειτουργίας ατομικής επιχείρησης και οποιασδήποτε επιχείρησης γενικά, δύναται να καταχωρούνται είτε στα βιβλία των προσώπων αυτών μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) ημέρα του επόμενου μήνα από τη σύστασή τους ή την υποβολή της δήλωσης έναρξης εργασιών κατά περίπτωση είτε σε βιβλία που θεωρούνται στο όνομα του ιδρυτή από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. της κατοικίας ή της έδρας αυτού με μνεία της υπό σύσταση επιχείρησης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 21

Η υποπερίπτωση γβ΄ της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «γβ) Βιβλίο μεριδολογίου για τους συνεργαζόμενους γιατρούς που παρέχουν ειδική περίθαλψη σε ασθενείς και αμείβονται από αυτούς. Το βιβλίο τηρείται σε μερίδες για κάθε γιατρό με αναγραφή της διεύθυνσής του, του Α.Φ.Μ. και της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. και όταν παρέχονται υπηρεσίες κατ΄ εντολή και για λογαριασμό τρίτου, στο βιβλίο αναγράφεται ακόμη το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία και ο Α.Φ.Μ. του τρίτου. Σε κάθε μερίδα καταχωρεί το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του ασθενή που δέχεται την ειδική ιατρική περίθαλψη, τη χρονολογία παροχής της περίθαλψης και την κατηγορία της θέσης νοσηλείας του ασθενή. Επί ειδικής ιατρικής περίθαλψης του ασθενή από περισσότερους γιατρούς τα δεδομένα αυτά καταχωρούνται στις μερίδες όλων των γιατρών. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και από τα νοσοκομεία ανεξάρτητα από τη νομική μορφή με την οποία λειτουργούν και την τυχόν απαλλαγή τους από το φόρο εισοδήματος ή το φόρο προστιθέμενης αξίας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 22

Η περίπτωση στ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «στ) ο εκπαιδευτής οδηγών αυτοκινήτων, μοτοποδηλάτων και μοτοσικλετών τηρεί για κάθε εκπαιδευτικό αυτοκίνητο ή μοτοποδήλατο ή μοτοσικλέτα βιβλίο εκπαιδευόμενων οδηγών, στο οποίο καταχωρεί το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του εκπαιδευομένου, το ποσό της αμοιβής που συμφωνείται, τη χρονολογία και την ώρα έναρξης και λήξης κάθε μαθήματος. Ανάλογη υποχρέωση έχει και για την παράστασή του κατά την εξέταση των υποψήφιων οδηγών. Το βιβλίο τηρείται στο αυτοκίνητο ή στο μοτοποδήλατο ή στη μοτοσικλέτα κατά τη διάρκεια του μαθήματος ή της εξέτασης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 23

Η περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «ζ) ο επισκευαστής ηλεκτρικών ή ηλεκτρονικών συσκευών, επίπλων, μηχανών και μηχανημάτων, όταν παραλαμβάνει στην επαγγελματική του εγκατάσταση αγαθά για επισκευή που δεν συνοδεύονται με στοιχείο διακίνησης που προβλέπεται από τον Κώδικα αυτόν τηρεί βιβλίο ή δελτίο επισκευής αγαθών, στο οποίο καταχωρούνται με την παραλαβή των αγαθών η χρονολογία της παραλαβής, το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, το επάγγελμα και η διεύθυνση του αποστολέα, το είδος και η ποσότητα των αγαθών που παραλαμβάνονται,».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 24

Η περίπτωση ι΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «ι) Ο επιτηδευματίας που διατηρεί συνεργείο επισκευής και συντήρησης αυτοκινήτων, μοτοσικλετών, μοτοποδηλάτων, γεωργικών και λοιπών αυτοκινούμενων μηχανημάτων τηρεί βιβλίο εισερχομένων, στο οποίο καταχωρεί για κάθε όχημα τη χρονολογία εισόδου και εξόδου, το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία και τη διεύθυνση του κατόχου, καθώς και τον αριθμό κυκλοφορίας του οχήματος και εφόσον δεν υπάρχει τέτοιος αριθμός, το είδος του οχήματος. Κατ’ εξαίρεση, ο εκμεταλλευτής πλυντηρίου αυτοκινήτων, μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων δεν αναγράφει το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του κατόχου. Η καταχώρηση στο βιβλίο εισερχομένων γίνεται όταν το όχημα εισέλθει και σταθμεύσει στον κύριο χώρο του συνεργείου και αποχωρήσει ο οδηγός του ή αρχίσει η εργασία επισκευής. Στην περίπτωση επισκευής για την οποία δεν λαμβάνεται αμοιβή, αναγράφεται, σε ειδική στήλη του βιβλίου αυτού, η ένδειξη «δωρεάν» και υπογράφει παραπλεύρως ο πελάτης. Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής δεν εφαρμόζονται για τα πλυντήρια που λειτουργούν με το σύστημα της αυτοεξυπηρέτησης, εφόσον τα στοιχεία αξίας εκδίδονται αυτόματα κατά τη συναλλαγή μέσω κατάλληλης διασύνδεσης φορολογικού μηχανισμού εγκεκριμένου μοντέλου του ν. 1809/1988 (ΦΕΚ 222 A΄).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 25

Το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης ιδ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «Ειδικά ο φυσιοθεραπευτής, καθώς και τα πρόσωπα των περιπτώσεων δ΄ και ια΄ που έχουν συμβληθεί με το Δημόσιο ή με ασφαλιστικά ταμεία (Ι.Κ.Α., Τ.Ε.Β.Ε. κ.λπ.) και δεν λαμβάνουν ιδιαίτερη αμοιβή κατά επίσκεψη από τους πελάτες ή ασθενείς ασφαλισμένους του Δημοσίου ή των ταμείων αυτών, μπορεί να μην καταχωρούν τα στοιχεία των πελατών αυτών ή των ασθενών στο βιβλίο πελατών ή επίσκεψης ασθενών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 26

Η περίπτωση ιε΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «ιε) Ο επιτηδευματίας που διατηρεί επιχείρηση πώλησης μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, μοτοσικλετών, μοτοποδηλάτων, τροχόσπιτων, σκαφών αναψυχής, γεωργικών και λοιπών αυτοκινούμενων μηχανημάτων, για λογαριασμό του ή για λογαριασμό τρίτου, τηρεί βιβλίο μεταχειρισμένων αγαθών, στο οποίο καταχωρεί για κάθε αγαθό που αγοράζει ή παραλαμβάνει από τρίτο για πώληση τη χρονολογία εισόδου και εξόδου, το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία και τη διεύθυνση του κατόχου και τον αριθμό κυκλοφορίας του οχήματος και εφόσον δεν υπάρχει τέτοιος αριθμός, το είδος του οχήματος.»

Άρθρο 29Στοιχεία επιτηδευματιώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 11 προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής: «Κατ΄ εξαίρεση δεν απαιτείται η έκδοση δελτίου αποστολής για τις διακινήσεις ανταλλακτικών παγίων από τον επιτηδευματία μεταξύ των εγκαταστάσεών του, εφόσον δεν αποτελούν γι’ αυτόν αντικείμενο εμπορίας και προορίζονται αποκλειστικά για την αποκατάσταση βλαβών στις εγκαταστάσεις του και οι διακινήσεις αυτές διενεργούνται με μεταφορικά μέσα ιδιωτικής χρήσης κυριότητάς του ή μισθωμένα δημόσιας χρήσης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 11 αντικαθίσταται ως εξής: «Τα πρόσωπα της παραγράφου 4 του άρθρου 2 εκδίδουν δελτία αποστολής, εφόσον διακινούν οπωρολαχανικά, νωπά αλιεύματα, άνθη και φυτά για πώληση απευθείας ή μέσω τρίτων, για επεξεργασία ή συσκευασία, ανεξάρτητα από το χρησιμοποιούμενο μεταφορικό μέσο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 11 αντικαθίσταται ως εξής: «Με την επιστροφή στην επιχείρηση αναγράφεται στο πρωτότυπο του συγκεντρωτικού δελτίου αποστολής η ποσότητα των αγαθών που επιστρέφονται ή εκδίδεται συγκεντρωτικό δελτίο επιστροφής, στο οποίο αναγράφονται το είδος και η ποσότητα των επιστρεφόμενων αγαθών, καθώς και ο αύξων αριθμός του συγκεντρωτικού δελτίου αποστολής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι παράγραφοι 4 και 6 του άρθρου 11 καταργούνται για διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και μετά και η περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 11 αντικαθίσταται ως εξής: «ζ) Επί αποστολής αγαθών εκτός της χώρας με σκοπό την αποθήκευση και εν συνεχεία την πώληση, αναγράφεται και η αξία των αγαθών που αποστέλλονται.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στην παράγραφο 5 του άρθρου 11 προστίθενται νέα εδάφια ως εξής: «Το δελτίο αποστολής, σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής από τον τόπο έναρξης της διακίνησης μέχρι τον τόπο παράδοσης ή προορισμού, συνοδεύει τα διακινούμενα αγαθά και επιδεικνύεται άμεσα στο φορολογικό έλεγχο. Η επικαιρότητα του δελτίου αποστολής, εξαρτάται από την απόσταση, τον τρόπο της μεταφοράς, το είδος των χρησιμοποιούμενων μεταφορικών μέσων και τις ειδικότερες συνθήκες της μεταφοράς. Το βάρος της απόδειξης της χρονικής διάρκειας των δελτίων αποστολής φέρει ο υπόχρεος σε έκδοσή τους, ο οποίος μπορεί να αναγράφει στα δελτία αποστολής, γεγονότα ή καταστάσεις, που δικαιολογούν τη χρονική διάρκεια αυτών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 12 αντικαθίσταται ως εξής: «Με βάση τα δεδομένα της κατάστασης αυτής εκδίδεται το τιμολόγιο την τελευταία ημέρα του μήνα εκείνου που αφορά, στο οποίο δεν απαιτείται αναλυτική περιγραφή, εφόσον η πιο πάνω κατάσταση συντάσσεται σε δύο αντίτυπα, ένα των οποίων επισυνάπτεται στο τιμολόγιο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Το τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 12 αντικαθίστανται ως εξής: «Την τελευταία ημέρα κάθε μήνα εκδίδεται εκκαθάριση κατά εντολέα, στην οποία αναγράφονται τα πλήρη στοιχεία του εντολέα, η συνολική αξία των πωλήσεων ή της αμοιβής κατά συντελεστή Φ.Π.Α., το ποσό του Φ.Π.Α., η προμήθεια που αναλογεί, ο Φ.Π.Α. της προμήθειας, καθώς και οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για λογαριασμό του εντολέα. Η εκκαθάριση με το ένα αντίτυπο της κατάστασης και τα δικαιολογητικά των δαπανών, που εκδόθηκαν στο όνομα του εντολέα και αναγράφονται αναλυτικά στην κατάσταση, αποστέλλονται στον εντολέα μέχρι τη δεκάτη πέμπτη (15η) ημέρα του μήνα της εκκαθάρισης και προκειμένου για τον τελευταίο μήνα της διαχειριστικής περιόδου μέχρι την εικοστή (20ή) ημέρα του επόμενου μήνα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 12 προστίθενται εδάφια ως εξής: «Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται ανάλογα και επί παροχής υπηρεσιών για λογαριασμό τρίτου. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί να καθορίζονται οι κατηγορίες των υπηρεσιών ή και των επιτηδευματιών που θα εμπίπτουν στην ανωτέρω ρύθμιση, σε ολόκληρη τη χώρα ή σε τμήματα αυτής, ο χρόνος, ο τρόπος έκδοσης, το είδος και το περιεχόμενο των στοιχείων, η θεώρηση αυτών, καθώς και κάθε διαδικασία και λεπτομέρεια εφαρμογής της ρύθμισης αυτής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η παράγραφος 12 του άρθρου 12 αντικαθίσταται ως εξής: «12. Στο τιμολόγιο που εκδίδει ο αντιπρόσωπος οίκου εξωτερικού, εκτός από τα στοιχεία του, τα στοιχεία του αντισυμβαλλόμενου οίκου εξωτερικού και τα στοιχεία της συναλλαγής, όπως αυτά αναφέρονται στις παραγράφους 9, 10 και 11 του άρθρου αυτού αναγράφει και τα στοιχεία της τράπεζας που διαμεσολαβεί για την καταβολή της προμήθειας ή πιστώνει το λογαριασμό του και τον αριθμό του τιμολογίου ή της παραγγελίας, στα οποία αναφέρεται η προμήθεια. Επίσης, εκδίδει τιμολόγιο με το ίδιο περιεχόμενο και στις περιπτώσεις που παίρνει προμήθεια και από τον παραγγελέα ή μόνο από αυτόν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Στην παράγραφο 15 του άρθρου 12 μετά το πρώτο εδάφιο προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Ειδικά για τις οριστικές πωλήσεις συγγραμμάτων των οποίων η τιμή ορίζεται με απόφαση της αρμόδιας Επιτροπής του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων το τιμολόγιο εκδίδεται εντός μηνός από ΦΕΚ 3069 την ημερομηνία δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της σχετικής απόφασης και πάντως μέχρι το τέλος της διαχειριστικής περίοδου μέσα στην οποία δημοσιεύεται αυτή.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 16 του άρθρου 12 αντικαθίσταται ως εξής: «γ) Στις περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών, καθώς και στις πωλήσεις μη εμπορεύσιμων αγαθών για τον αγοραστή επιτηδευματία του άρθρου 2 του Κώδικα αυτού ή τα πρόσωπα των παραγράφων 3 και 4 του ίδιου άρθρου, αξίας κάθε συναλλαγής μέχρι πενήντα (50) ευρώ, εφόσον εκδίδεται απόδειξη παροχής υπηρεσιών ή απόδειξη λιανικής πώλησης, κατά περίπτωση, υπό την προϋπόθεση της αποδοχής του στοιχείου αυτού από τον αντισυμβαλλόμενο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 17 του άρθρου 12 αντικαθίσταται ως εξής: « Όλα τα φορολογικά στοιχεία του παρόντος άρθρου που εκδίδονται στο τέλος κάθε μήνα, επιτρέπεται να εκδίδονται μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) ημέρα του επόμενου μήνα με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα του προηγούμενου μήνα, με εξαίρεση τα τιμολόγια που εκδίδονται στο χρόνο που προβλέπεται από τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 14, τα οποία επιτρέπεται να εκδίδονται εντός του επόμενου δεκαπενθημέρου από τον προβλεπόμενο αυτόν χρόνο και με ημερομηνία έκδοσης αυτή της συμπλήρωσης ενός μήνα από την παράδοση ή την αποστολή των αγαθών στον αγοραστή.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 13 αντικαθίσταται ως εξής: «Κατ’ εξαίρεση, όταν για τη διακίνηση έχει εκδοθεί δελτίο αποστολής, η απόδειξη μπορεί να εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) ημέρα του επόμενου μήνα με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα του μήνα αποστολής και πάντως όχι πέραν της διαχειριστικής περιόδου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 15 αντικαθίσταται ως εξής: «Ο επιτηδευματίας που τηρεί βιβλία οποιασδήποτε κατηγορίας και τα πρόσωπα της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του Κώδικα αυτού για κάθε δαπάνη που αφορά την άσκηση της επιχείρησής του ή την εκτέλεση του σκοπού τους, αντίστοιχα, για την οποία ο δικαιούχος δεν υποχρεούται στην έκδοση στοιχείου του Κώδικα αυτού, εκδίδει διπλότυπη απόδειξη δαπάνης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 16 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Ο μεταφορέας με βάση τα έγγραφα των προηγούμενων παραγράφων 3 και 4, εκδίδει κατά την παραλαβή των προς μεταφορά αγαθών και το αργότερο πριν την εκκίνηση του μεταφορικού μέσου, για κάθε μεταφορά, φορτωτική κατά φορτωτή και παραλήπτη σε τέσσερα (4) αντίτυπα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 16

Η παράγραφος 6 του άρθρου 16 αντικαθίσταται ως εξής: «6. Το μεταφορικό γραφείο ή ο διαμεταφορέας, με βάση τα έγγραφα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου αυτού, εκδίδει για κάθε μεταφορά, φορτωτική κατά αποστολέα και παραλήπτη σε τέσσερα (4) αντίτυπα. Το πρώτο αντίτυπο προορίζεται για το μεταφορικό γραφείο ή τον διαμεταφορέα, το δεύτερο παραδίδεται στον αποστολέα, το τρίτο έχει την ένδειξη «Αποδεικτικό Δαπάνης» και παραδίδεται σε αυτόν που καταβάλλει τα κόμιστρα και το τέταρτο παραμένει ως στέλεχος. Όταν η φόρτωση των αγαθών γίνεται από τις εγκαταστάσεις του μεταφορικού γραφείου ή του διαμεταφορέα, η φορτωτική εκδίδεται με την παραλαβή των προς μεταφορά αγαθών και το αργότερο πριν την εκκίνηση του μεταφορικού μέσου και το πρώτο αντίτυπο αυτής συνοδεύει τα αγαθά και επιστρέφεται στο μεταφορικό γραφείο ή στον διαμεταφορέα. Όταν η μεταφορά ενεργείται κατ’ εντολή του μεταφορικού γραφείου ή του διαμεταφορέα απευθείας από τον αποστολέα στον παραλήπτη, η φορτωτική του μεταφορικού γραφείου ή του διαμεταφορέα εκδίδεται μέχρι το τέλος της επόμενης ημέρας από την ολοκλήρωση της μεταφοράς και με ημερομηνία έκδοσης αυτή της προηγούμενης ημέρας. Στην περίπτωση αυτή το πρώτο αντίτυπο της φορτωτικής μπορεί να παραμένει στο μεταφορικό γραφείο ή στον διαμεταφορέα εφόσον φυλάσσεται για όσο χρόνο ορίζεται από τις διατάξεις του Κώδικα αυτού και επιδεικνύεται όταν ζητηθεί από τον έλεγχο. Για τη μεταφορά των αγαθών το μεταφορικό γραφείο ή ο διαμεταφορέας, όταν η φόρτωση γίνεται από τις εγκαταστάσεις του, εκδίδει διπλότυπη κατάσταση αποστολής αγαθών, στην οποία αναγράφει το είδος και τους αριθμούς των δεμάτων, το είδος και την ποσότητα των μεταφερόμενων αγαθών και τον τόπο του προορισμού τους. Το ένα αντίτυπο της κατάστασης αυτής παραδίδεται στον μεταφορέα για την έκδοση της συγκεντρωτικής φορτωτικής. Εφόσον στην κατάσταση επισυνάπτεται αντίγραφο των τετραπλότυπων φορτωτικών που εκδόθηκαν, αναγράφεται μόνον ο αριθμός κάθε φορτωτικής, το συνολικό βάρος των αγαθών που μεταφέρονται και ο συνολικός αριθμός των δεμάτων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 17

Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 16 αντικαθίσταται ως εξής: «β) όταν η μεταφορά ενεργείται απευθείας από τον αποστολέα στον παραλήπτη, κατ’ εντολή μεταφορικού γραφείου, διαμεταφορέα ή άλλου τρίτου, στη φορτωτική αναγράφονται και τα πλήρη στοιχεία του εντολέα,».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 18

Η πρώτη περίοδος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 16 αντικαθίσταται ως εξής: «10. Ο μεταφορέας, το μεταφορικό γραφείο ή ο διαμεταφορέας εκδίδει διορθωτικό σημείωμα μεταφοράς σε τρία αντίτυπα:».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 19

Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 18α αντικαθίσταται ως εξής: «α) Τα πρόσωπα αυτά να είναι υποκείμενα στο φόρο στη χώρα εγκατάστασής τους. Ειδικά, όταν τα πρόσωπα αυτά είναι εγκατεστημένα σε χώρα με την οποία δεν υφίσταται νομική πράξη για την αμοιβαία συνδρομή ανάλογης εμβέλειας με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 1402/1983 (ΦΕΚ 167 A΄), του ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178 A΄) και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2003 (Επίσημη Εφημερίδα L 264/15.10.2003 σελ. 001−011) θα πρέπει να αποδεικνύεται η άσκηση δραστηριότητας από τα πρόσωπα αυτά στη χώρα εγκατάστασής τους από επίσημο έγγραφο της οικείας φορολογικής αρχής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 20

Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 18α αντικαθίσταται ως εξής: «Να έχει καταρτισθεί έγγραφη συμφωνία μεταξύ τους, η οποία να έχει κατατεθεί πριν την έκδοση του πρώτου τιμολογίου στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. του επιτηδευματία για λογαριασμό του οποίου ο πελάτης ή ο τρίτος εκδίδει τιμολόγια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 21

Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 18α αντικαθίσταται ως εξής: «Τα ανωτέρω ισχύουν αναλόγως και στην περίπτωση έκδοσης τιμολογίων από τον πελάτη ή τον τρίτο που είναι εγκατεστημένος σε χώρα με την οποία δεν υφίσταται νομική πράξη για την αμοιβαία συνδρομή με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 1402/1983, του ν. 1914/ 1990 και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2003.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 22

Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 18α αντικαθίσταται ως εξής: «δ) Όταν ο υπόχρεος στο Φ.Π.Α. είναι φορολογικός αντιπρόσωπος κατά την έννοια του άρθρου 35 του Κώδικα Φ.Π.Α., τα πλήρη στοιχεία του προσώπου αυτού, καθώς και ο Α.Φ.Μ. του.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 23

Η παράγραφος 4 του άρθρου 18α αντικαθίσταται ως εξής: «4. Η φορολογική αρχή δικαιούται να ζητά για λόγους ελέγχου, μετάφραση των τιμολογίων που εκφράζονται σε ξένη γλώσσα, εφόσον αυτά αφορούν συναλλαγές στο εσωτερικό της χώρας ή λαμβάνονται από τα πρόσωπα του άρθρου 2 του Κώδικα αυτού, τα οποία προσκομίζονται μεταφρασμένα εντός ευλόγου προθεσμίας, η οποία τίθεται από τη φορολογική αρχή. Τα ποσά που αναφέρονται στα τιμολόγια είναι δυνατόν να εκφράζονται σε οποιοδήποτε νόμισμα, υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό του οφειλόμενου φόρου εκφράζεται στο εθνικό νόμισμα του κράτους − μέλους στο οποίο πραγματοποιείται η παράδοση των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών με τη χρήση του μηχανισμού μετατροπής που προβλέπεται στο άρθρο 11 τίτλος Γ΄ παράγραφος 2 της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 24

Η παράγραφος 10 του άρθρου 18α αντικαθίσταται ως εξής: «10. Όταν η αποθήκευση δεν πραγματοποιείται με ηλεκτρονικά μέσα που να εξασφαλίζουν την πλήρη και επιγραμμική (on line) πρόσβαση στα σχετικά δεδομένα, o επιτηδευματίας υποχρεούται να αποθηκεύει στο εσωτερικό της χώρας τα τιμολόγια που εκδίδει ή λαμβάνει σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κώδικα αυτόν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 25

Η παράγραφος 11 του άρθρου 18α αντικαθίσταται ως εξής: «11. Όταν η αποθήκευση γίνεται σε χώρα με την οποία δεν υφίσταται νομική πράξη για την αμοιβαία συνδρομή με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 1402/ 1983, του ν. 1914/1990 και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2003 και σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης με ηλεκτρονικά μέσα, τηλεκφόρτωσης και χρήσης που προβλέπεται στην παράγραφο 14, ο επιτηδευματίας υποχρεούται να αποθηκεύει στο εσωτερικό της χώρας, τα τιμολόγια που εκδίδει ή λαμβάνει σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κώδικα αυτόν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 26

Οι περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 18 του άρθρου 18α αντικαθίστανται ως εξής: «α) να επιβάλλονται στους επιτηδευματίες που πραγματοποιούν παραδόσεις αγαθών ή παροχή υπηρεσιών στο εσωτερικό της χώρας πρόσθετοι όροι έκδοσης των τιμολογίων από τους πελάτες τους ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασής τους, ή ειδικοί όροι στην περίπτωση που ο πελάτης ή ο τρίτος που εκδίδει τα τιμολόγια είναι εγκατεστημένος σε χώρα με την οποία δεν υφίσταται νομική πράξη για την αμοιβαία συνδρομή που προβλέπεται από τις διατάξεις του ν. 1402/1983, του ν. 1914/1990 και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2003, β) να προβλέπονται ειδικοί όροι για την ηλεκτρονική έκδοση τιμολογίων σχετικά με παραδόσεις αγαθών ή παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό της χώρας, από χώρα με την οποία δεν υφίσταται νομική πράξη για την αμοιβαία συνδρομή ανάλογης εμβέλειας με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν.1402/1983, του ν.1914/1990 και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1798/ 2003 του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2003, γ) να επιβάλλονται και άλλοι ειδικοί όροι που να απαγορεύουν ή να περιορίζουν την αποθήκευση των τιμολογίων σε χώρα με την οποία δεν υφίσταται νομική πράξη σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή ανάλογης εμβέλειας με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 1402/ 1983, του ν.1914/1990 και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 και σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης με ηλεκτρονικά μέσα, τηλεκφόρτωσης και χρήσης που προβλέπεται στην παράγραφο 14,».

Άρθρο 30Ενημέρωση, θεώρηση, τόπος τήρησης βιβλίων και στοιχείων − Υποβολή καταστάσεων Μηχανογραφική τήρηση βιβλίωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 17 καταργείται και η περίπτωση ε΄ της ίδιας παραγράφου αναριθμείται σε περίπτωση δ΄.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 4 του άρθρου 17 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Τα βιβλία του Κώδικα αυτού, πλην των πρόσθετων βιβλίων των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 10 και του βιβλίου τεχνικών προδιαγραφών, όταν δεν ενημερώνονται ή δεν εκτυπώνονται ή δεν εγγράφονται σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα κατά περίπτωση μέχρι το τέλος της επόμενης διαχειριστικής περιόδου, είναι ως να μη τηρήθηκαν για τη χρήση που αφορούν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 17 αντικαθίσταται ως εξής: «Εφόσον συντρέχουν ειδικοί λόγοι, ο προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. μπορεί με έγκρισή του να παρατείνει την προθεσμία ενημέρωσης των βιβλίων που ορίζεται από τις παραγράφους 1, 2 περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ και 5 του άρθρου αυτού μέχρι πενήντα (50) ημέρες και όχι πέραν από την προθεσμία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ή το χρόνο κλεισίματος του ισολογισμού όταν τηρούνται βιβλία Γ΄ κατηγορίας. Με σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου επιθεωρητή και με τις ίδιες προϋποθέσεις η ανωτέρω προθεσμία ενημέρωσης των βιβλίων μπορεί να παραταθεί και πέραν των πενήντα ημερών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι περιπτώσεις δ΄, ιγ΄ και ιη΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 17 αντικαθίστανται και προστίθεται νέα περίπτωση κβ΄ ως εξής: «δ) του βιβλίου επενδύσεων μέχρι την προθεσμία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ή κλεισίματος του ισολογισμού όταν τηρούνται βιβλία Γ΄ κατηγορίας,» «ιγ) του βιβλίου εισερχομένων, όταν το όχημα εισέλθει και σταθμεύσει στον κύριο χώρο του συνεργείου και αποχωρήσει ο οδηγός του ή αρχίσει η εργασία επισκευής και με την έξοδο του οχήματος,» «ιη) του βιβλίου μεταχειρισμένων αγαθών με την παραλαβή και παράδοση αυτών,» «κβ) του βιβλίου επισκευής αγαθών με την παραλαβή των αγαθών.».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 18 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Κατ’ εξαίρεση των αναφερομένων στο προηγούμενο εδάφιο, επιτρέπεται ο συμψηφισμός αμοιβαίων ανταπαιτήσεων μεταξύ μητρικής εταιρείας και θυγατρικών εταιρειών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 18 αντικαθίσταται ως εξής: «Επιτρέπεται μετά από γνωστοποίηση στον αρμόδιο προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. η χρησιμοποίηση συγχρόνως περισσότερων σειρών για κάθε είδος στοιχείου, καθώς και για τα πρόσθετα βιβλία της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του Κώδικα αυτού για τη διαρκή παροχή υπηρεσίας, με την προϋπόθεση ότι τα στοιχεία φέρουν διακριτικό σειράς και τα βιβλία θεωρούνται με την ένδειξη «Διαρκής παροχή υπηρεσίας».»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης Β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 19 αντικαθίσταται ως εξής: «α) το δελτίο αποστολής και το συγκεντρωτικό δελτίο επιστροφής,».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στην παράγραφο 4 του άρθρου 19 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής: «Επί συνένωσης βιβλίου με στοιχείο το βιβλίο μπορεί να τηρείται σε περισσότερα του ενός αντίτυπα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η παράγραφος 4 του άρθρου 20 καταργείται και οι παράγραφοι 5, 6 και 7 του άρθρου αυτού αναριθμούνται σε 4, 5 και 6 αντίστοιχα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Η παράγραφος 6 του άρθρου 20 που αναριθμήθηκε σε 5 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Δεν υποχρεούνται στην υποβολή των καταστάσεων της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού: α) οι τράπεζες για τους τόκους καταθέσεων που χορηγούν, καθώς και για τους τόκους και τις προμήθειες που χορηγούν σε άλλες τράπεζες ή επιτηδευματίες και πρόσωπα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 2 του Κώδικα αυτού ή λαμβάνουν από τα παραπάνω πρόσωπα, με την εξαίρεση των προμηθειών που λαμβάνουν από επιτηδευματίες ή πρόσωπα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 2 του Κώδικα αυτού που πωλούν αγαθά ή παρέχουν υπηρεσίες σε κατόχους − χρήστες πιστωτικών καρτών, β) οι επιτηδευματίες και τα πρόσωπα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 2 του Κώδικα αυτού για τους τόκους καταθέσεων που λαμβάνουν από τράπεζες, για τους τόκους και τις προμήθειες που καταβάλλουν σε τράπεζες ή λαμβάνουν από αυτές, καθώς και για τους μισθούς, τα ημερομίσθια και τις συντάξεις που χορηγούν, με την εξαίρεση των προμηθειών που καταβάλλουν στις τράπεζες λόγω πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών σε κατόχους − χρήστες πιστωτικών καρτών, γ) οι επιτηδευματίες και τα πρόσωπα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 2 του Κώδικα αυτού για τις πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών εκτός της χώρας, καθώς και για τις αγορές αγαθών ή υπηρεσιών από επιχειρήσεις που δεν ασκούν δραστηριότητα εντός της χώρας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21 αντικαθίσταται ως εξής: «Τα βιβλία, τα στοιχεία και τα λοιπά δικαιολογητικά των εγγραφών τηρούνται στην έδρα του επιτηδευματία, με εξαίρεση τα βιβλία, τα στοιχεία και τα λοιπά δικαιολογητικά των λοιπών εγκαταστάσεων τα οποία τηρούνται σε αυτές.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21 αντικαθίσταται ως εξής: «Μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος τα βιβλία, τα στοιχεία και τα λοιπά δικαιολογητικά κάθε διαχειριστικής περιόδου μπορεί να φυλάσσονται σε διαφορετικό τόπο από αυτόν που ορίζεται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, επιφυλασσομένων των διατάξεων της παραγράφου 9 του άρθρου 18α του παρόντος Κώδικα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Η περίπτωση θ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 23 καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 24 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής: «Παρέχεται η δυνατότητα εμφάνισης στο ισοζύγιο του προηγούμενου εδαφίου τουλάχιστον των πρωτοβάθμιων λογαριασμών, με την προϋπόθεση ανάπτυξής του σε λογαριασμούς της κατώτερης βαθμίδας, εφαρμοζομένων αναλόγως των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 7 του άρθρου 24 του παρόντος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 24 αντικαθίσταται ως εξής: «γ) Εκτυπώνει τα αναλυτικά καθολικά, το γενικό καθολικό και το μητρώο παγίων στο τέλος της διαχειριστικής περιόδου και μέσα στην προθεσμία σύνταξης του ισολογισμού, με δυνατότητα μη εκτύπωσής τους, εφόσον τα δεδομένα τους φυλάσσονται σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα αποθήκευσης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 16

Στην παράγραφο 2 του άρθρου 24 προστίθενται δύο νέα εδάφια ως εξής: «Ο επιτηδευματίας εκτυπώνει το βιβλίο τεχνικών προδιαγραφών εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας ενημέρωσής του και το βιβλίο παραγωγής κοστολογίου στο τέλος της διαχειριστικής περιόδου και μέσα στην προθεσμία σύνταξης του ισολογισμού, με δυνατότητα μη εκτύπωσής του, εφόσον τα δεδομένα του φυλάσσονται σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα αποθήκευσης. Με την ίδια προϋπόθεση παρέχεται η δυνατότητα μη εκτύπωσης των δελτίων εσωτερικής διακίνησης της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του Κώδικα αυτού.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 17

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 24 αντικαθίσταται ως εξής: «Η κατά ποσότητα και αξία εκτύπωση των αποθεμάτων γίνεται μέσα στην προθεσμία της παραγράφου 8 του άρθρου 17 του Κώδικα αυτού, με δυνατότητα μη εκτύπωσής τους, όταν αποθηκεύονται σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 18

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 24 αντικαθίσταται ως εξής: «Με την προϋπόθεση του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να εκτυπώνεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα και το βιβλίο κίνησης οχημάτων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 19

Τα τρία τελευταία εδάφια της παραγράφου 7 του άρθρου 24 αντικαθίστανται ως εξής: «Τα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 6 του άρθρου αυτού, καθώς και της παραγράφου 6 του άρθρου 27 του ίδιου Κώδικα εκτυπώνονται εντός τριών (3) ημερών, όταν ζητηθεί από το φορολογικό έλεγχο. Η ανωτέρω προθεσμία μπορεί να παρατείνεται μέχρι δεκαπέντε (15) ημέρες, εφόσον η εκτύπωση των δεδομένων αυτών είναι εξαιρετικά δυσχερής στην προβλεπόμενη προθεσμία. Η μη διαφύλαξη των ηλεκτρομαγνητικών μέσων ή η αδυναμία αναπαραγωγής του περιεχομένου αυτών εξομοιώνεται με μη τήρηση των βιβλίων ή των καταστάσεων που εμπεριέχονται σε αυτά.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 20

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 24 αντικαθίσταται ως εξής: «Οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 17 του Κώδικα αυτού έχουν ανάλογη εφαρμογή και για την παράταση της προθεσμίας εκτύπωσης ή της εγγραφής σε θεωρημένο οπτικό δίσκο που ορίζεται από τις παραγράφους 1 περιπτώσεις α΄ και β΄, 2 έως και 4 του άρθρου αυτού.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 21

Η παράγραφος 5 του άρθρου 25 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Σε περίπτωση βλάβης μηχανήματος ή γενικά μη λειτουργίας του λογισμικού: Α) Τα στοιχεία μπορεί να εκδίδονται από χειρόγραφα στελέχη ιδιαίτερης σειράς εντύπων ή τα δεδομένα αυτών να αναγράφονται χειρόγραφα στα μηχανογραφικά έντυπα και η καταχώριση των δεδομένων στα πρόσθετα ή ειδικά βιβλία γίνεται χειρόγραφα στα μηχανογραφικά έντυπα. Β) Υποβάλλεται σχετική γνωστοποίηση στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. εντός της μεθεπόμενης εργάσιμης για τη Δ.Ο.Υ. ημέρας και παρατείνεται για δέκα (10) ημέρες και όχι πέραν από την προθεσμία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ή κλεισίματος του ισολογισμού επί τήρησης βιβλίων Γ΄ κατηγορίας: α) Η προθεσμία εκτύπωσης ή εγγραφής σε θεωρημένο οπτικό δίσκο, η οποία ορίζεται από τις παραγράφους 1 περιπτώσεις α΄ και β΄, 2 έως και 4 του άρθρου 24 του Κώδικα αυτού, καθώς και η προθεσμία εκτύπωσης των πρόσθετων και ειδικών βιβλίων που εκτυπώνονται ή εγγράφονται σε θεωρημένο οπτικό δίσκο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα. β) Η προθεσμία ενημέρωσης που ορίζεται από τις παραγράφους 1, 2 περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ και 5 του άρθρου 17 του Κώδικα αυτού. Όταν τα αίτια της μη ενημέρωσης συνεχίζονται και μετά από το χρόνο της παράτασης αυτής, οι πρωτογενείς εγγραφές μέχρι την αποκατάσταση της βλάβης γίνονται χειρόγραφα σε αθεώρητα έντυπα. Μετά τη λειτουργική αποκατάσταση του συστήματος γίνεται αμέσως η μεταφορά των εγγραφών από τα χειρόγραφα βιβλία στον Η/Υ, καθώς και η εκτύπωση των βιβλίων ή καταστάσεων, εφόσον παρήλθε η προθεσμία εκτύπωσής τους.»

Άρθρο 31Διαδικασίες προσδιορισμού αποτελεσμάτων Κύρος βιβλίωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 27 αντικαθίσταται ως εξής: «Για τα λοιπά στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού, τα οποία παρακολουθούνται με περιληπτικούς – γενικούς λογαριασμούς, μπορεί να καταχωρούνται στο βιβλίο απογραφών τα υπόλοιπα μόνο των οικείων λογαριασμών, εφόσον ανάλυση καθενός λογαριασμού καταχωρείται σε καταστάσεις ή ισοζύγια ή αποθηκεύεται σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα αποθήκευσης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 7 του άρθρου 27 αντικαθίσταται ως εξής: «7. Στο βιβλίο απογραφών καταχωρούνται χωριστά κατά είδος και ποσότητα όλα τα περιουσιακά στοιχεία κυριότητας άλλου επιτηδευματία που βρίσκονται κατά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου στις εγκαταστάσεις του, εφόσον τα δεδομένα αυτά δεν προκύπτουν από το βιβλίο αποθήκης ή από άλλα πρόσθετα βιβλία.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το πέμπτο και το έκτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 28 αντικαθίστανται ως εξής: «Για τη βελτίωση της λειτουργικότητας της επιχείρησης ή για άλλους σπουδαίους λόγους επιτρέπεται, μετά από έγκριση της Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων (Ε.Λ.Β.), η αλλαγή της μεθόδου προσδιορισμού της τιμής κτήσης ή του ιστορικού κόστους παραγωγής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η περίπτωση α΄ του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 30 αντικαθίσταται ως εξής: «α) δεν τηρεί ή δεν διαφυλάσσει το βιβλίο παραγωγής – κοστολογίου ή το βιβλίο τεχνικών προδιαγραφών ή το βιβλίο ή δελτίο ποσοτικής παραλαβής που ορίζεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 10 του Κώδικα αυτού,».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι περιπτώσεις β΄, ε΄ και η΄ του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 30 αντικαθίστανται και προστίθεται μετά την περίπτωση η΄ νέα περίπτωση θ΄ ως εξής: «β) δεν καταχωρεί στο βιβλίο απογραφών αποθέματα ή καταχωρεί αυτά ανακριβώς ως προς την ποσότητα,» «ε) δεν τηρεί ή δεν διαφυλάσσει ή δεν επιδεικνύει στον τακτικό φορολογικό έλεγχο τα πρόσθετα βιβλία της παραγράφου 5 του άρθρου 10 ή δεν καταχωρεί σε αυτά τις συναλλαγές ή καταχωρεί σε αυτά ανακριβώς τα στοιχεία που προσδιορίζουν το ύψος της συναλλαγής,» «η) εμφανίζει αθροιστικά λάθη στο βιβλίο εσόδων – εξόδων, στη μηνιαία κατάσταση του βιβλίου εσόδων – εξόδων, καθώς και στο βιβλίο απογραφών,» «θ) δεν τηρεί κατά περίπτωση τα ημερολόγια ή το ισοζύγιο του γενικού − αναλυτικών καθολικών ή το βιβλίο εσόδων − εξόδων ή τη μηνιαία κατάσταση του βιβλίου εσόδων − εξόδων ή δεν τηρεί ή δεν διαφυλάσσει το βιβλίο αποθήκης ή τις καταστάσεις της ποσοτικής καταχώρισης των αποθεμάτων ή το βιβλίο απογραφών όταν δεν συντάσσονται τέτοιες καταστάσεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 4 του άρθρου 30 αντικαθίστανται ως εξής: «Οι πράξεις ή οι παραλείψεις της παραγράφου αυτής, για να συνεπάγονται εξωλογιστικό προσδιορισμό των αποτελεσμάτων, πρέπει να είναι μεγάλης έκτασης, ώστε να τα επηρεάζουν σημαντικά ή να καθιστούν αντικειμενικά αδύνατο το λογιστικό έλεγχο των φορολογικών υποχρεώσεων, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των δύο τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού για τις πράξεις ή παραλείψεις των περιπτώσεων στ΄ και θ΄ της παραγράφου αυτής. Δεν λογίζονται ως ανεπάρκεια ή ως ανακρίβεια: α) η καταχώριση εσόδου ή εξόδου σε χρήση άλλη από εκείνη που αφορά, β) οι πράξεις της περίπτωσης η΄ της παραγράφου αυτής, όταν από αυτές δεν μειώνεται το φορολογικό αποτέλεσμα, γ) η αποτίμηση των αποθεμάτων με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που ορίζεται με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 28 του παρόντος Κώδικα, με την προϋπόθεση ότι είναι δυνατή στο χρόνο που θα ζητηθεί από το φορολογικό έλεγχο η σύνταξη κατάστασης αποτίμησης αυτών με τον τρόπο που ορίζεται από τις προαναφερόμενες διατάξεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η παράγραφος 6 του άρθρου 30 αντικαθίσταται ως εξής: «6. Τα βιβλία και στοιχεία της πρώτης κατηγορίας κρίνονται ανακριβή όταν ο επιτηδευματίας δεν καταχωρεί ή καταχωρεί ανακριβώς σε αυτά αγορές που δεν έχουν πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδοθεί φορολογικό στοιχείο ή δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβή ή εικονικά ή πλαστά ως προς την ποσότητα ή την αξία ή ως προς τον αντισυμβαλλόμενο φορολογικά στοιχεία διακίνησης και αξίας ή λαμβάνει ανακριβή ή εικονικά ως προς την ποσότητα ή την αξία τέτοια στοιχεία, εμφανίζει αθροιστικά λάθη. Οι διατάξεις των περιπτώσεων στ΄, ζ΄ και θ΄ του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, καθώς και των δύο τελευταίων εδαφίων της ίδιας παραγράφου έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους τηρούντες βιβλίο αγορών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Οι περιπτώσεις α΄ έως ε΄ του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 30 αντικαθίστανται ως εξής: «α) Ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) και για αξία μικρότερη ή ίση των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ για ακαθάριστα έσοδα μέχρι και ένα εκατομμύριο πεντακόσιες χιλιάδες (1.500.000) ευρώ. β) Ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) και για αξία μικρότερη ή ίση των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ για ακαθάριστα έσοδα άνω του ενός εκατομμυρίου πεντακοσίων χιλιάδων (1.500.000) ευρώ.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η περίπτωση δ΄ του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 30 αντικαθίσταται ως εξής: «δ) Επί μη καταχώρισης ή ανακριβούς καταχώρισης στα πρόσθετα βιβλία της παραγράφου 5 του άρθρου 10 συναλλαγών για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί τα στοιχεία εσόδων εφαρμόζονται αναλόγως τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ του εδαφίου αυτού.»

Άρθρο 32Ειδικές αρμοδιότητεςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι περιπτώσεις ι΄, ιβ΄ και ιγ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 36 καταργούνται, η περίπτωση ια΄ της ίδιας παραγράφου αναριθμείται σε ι΄ και το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 αυτού του άρθρου αντικαθίσταται ως εξής: «Για τις κατασχέσεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των πέντε τελευταίων εδαφίων της επόμενης παραγράφου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 36 αντικαθίσταται ως εξής: «β) δεν έχει υποβάλει στη δημόσια οικονομική υπηρεσία δηλώσεις απόδοσης οποιουδήποτε παρακρατούμενου ή επιρριπτόμενου φόρου, τέλους, εισφοράς από οποιαδήποτε αιτία, καθώς και δηλώσεις φόρου εισοδήματος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παράγραφος 10 του άρθρου 36 αντικαθίσταται ως εξής: «10. Τα δικαιώματα του αρμόδιου προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. που ορίζονται από τις διατάξεις των παραγράφων 1, 3, 6 και 7 του άρθρου αυτού ενασκούνται παράλληλα και από τους Γενικούς Διευθυντές Φορολογίας, Επιθεώρησης και Ελέγχων, καθώς και από τους προϊσταμένους της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.Ε.Ε.).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 37 αντικαθίσταται ως εξής: «Για την απαλλαγή από την υποχρέωση τήρησης του βιβλίου αποθήκης, παραγωγής κοστολογίου και τεχνικών προδιαγραφών ή τον περιορισμό των υποχρεώσεων αυτών ή την κατά διάφορο τρόπο τήρηση αυτών, καθώς και τον καθορισμό του είδους ως ουσιώδους ποιοτικής διάκρισης των αγαθών για την εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα αυτού.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η παράγραφος 4 του άρθρου 37 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Η αίτηση του επιτηδευματία υποβάλλεται: α) για την απαλλαγή ή την κατά διάφορο τρόπο τήρηση του βιβλίου αποθήκης, παραγωγής κοστολογίου και τεχνικών προδιαγραφών πέντε (5) μήνες πριν την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου για την οποία ζητείται ρύθμιση ή απαλλαγή από τις υποχρεώσεις αυτές. Ειδικά επί έναρξης νέας δραστηριότητας ή επί μετασχηματισμού επιχείρησης και άμεσης υποχρέωσης τήρησης βιβλίου αποθήκης η αίτηση υποβάλλεται στο χρόνο της εμπρόθεσμης ενημέρωσης του βιβλίου αποθήκης, β) για την αλλαγή της μεθόδου προσδιορισμού της τιμής κτήσης ή του ιστορικού κόστους παραγωγής πέντε (5) μήνες πριν από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 37 αντικαθίσταται ως εξής: «Ο Γραμματέας της Επιτροπής υποχρεούται όπως, τουλάχιστον πέντε (5) ημέρες πριν από τη συνεδρίαση, γνωστοποιήσει την ημερομηνία και την ώρα της συνεδρίασης στον επιτηδευματία που έχει υποβάλει σχετικό αίτημα παράστασης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η υποπερίπτωση γγ΄ της περίπτωσης γ΄ του άρθρου 38 αντικαθίσταται ως εξής: «γγ) να ρυθμίζει διαφορετικά τον τρόπο, το χρόνο έκδοσης το περιεχόμενο και τον προορισμό των εγγράφων μεταφοράς για τις αστικές, τις ειδικές και τις διεθνείς μεταφορές, τις ταχυμεταφορές, καθώς και για τις μεταφορές με δημόσιας χρήσης μέσα ή με τρίκυκλα οχήματα δημόσιας χρήσης ή μικτής χρήσης αυτοκίνητα ή τρίκυκλα ιδιωτικής χρήσης,».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η υποπερίπτωση γε΄ της περίπτωσης γ΄ του άρθρου 38 αντικαθίσταται ως εξής: «γε) Να ορίζει διαφορετικά τα φορολογικά στοιχεία που υποβάλλονται, τον τρόπο και το χρόνο υποβολής αυτών, καθώς και των δεδομένων των βιβλίων του Κώδικα αυτού, για όλους τους υπόχρεους ή για κατηγορίες μόνο από αυτούς, σε ολόκληρη τη χώρα ή σε τμήματα μόνο αυτής,».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η υποπερίπτωση γστ΄ της περίπτωσης γ΄ του άρθρου 38 αντικαθίσταται ως εξής: «γστ) να ορίζει για όλους τους επιτηδευματίες ή για κατηγορίες μόνο από αυτούς τον τρόπο και τα μέσα τήρησης και έκδοσης όλων ή μερικών βιβλίων και στοιχείων που ορίζονται με τις διατάξεις του Κώδικα αυτού, καθώς και να ρυθμίζει διαφορετικά για όλους τους επιτηδευματίες ή για κατηγορίες μόνο από αυτούς τον τρόπο θεώρησης και τήρησης των βιβλίων και στοιχείων, τον τρόπο και το χρόνο ενημέρωσης των βιβλίων και έκδοσης των στοιχείων, τον τρόπο και τα μέσα διαφύλαξης όλων ή μερικών βιβλίων και στοιχείων και οποιαδήποτε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Στην περίπτωση γ΄ του άρθρου 38 προστίθεται υποπερίπτωση γιδ΄ ως εξής: «γιδ. να καθορίζει τις τεχνικές απαιτήσεις, τις διαδικασίες, το χρόνο, τον τρόπο, τα μέσα και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη διασφάλιση της γνησιότητας και ακεραιότητας των διαφυλασσόμενων σε ηλεκτρονική − ψηφιακή μορφή φορολογικών βιβλίων και στοιχείων, με τη χρήση ειδικών ασφαλών φορολογικών διατάξεων σήμανσης του ν. 1809/1988 (ΦΕΚ 222 A΄).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Οι περιπτώσεις στ΄ και ζ΄ του άρθρου 38 αναριθμούνται σε περιπτώσεις ζ΄ και η΄ αντίστοιχα και προστίθεται νέα περίπτωση στ΄ ως εξής: «στ) Να ορίζει τις ενδείξεις του προορισμού των φορολογικών στοιχείων για όλους τους υπόχρεους ή για κατηγορίες μόνο από αυτούς σε ολόκληρη τη χώρα ή τμήματα αυτής,».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΟ Ν. 2523/1997
Άρθρο 33Πρόστιμα Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων Οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 A΄) τροποποιούνται, αντικαθίστανται και συμπληρώνονται κατά περίπτωση ως εξής:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η περίπτωση ια΄ της παραγράφου 6 καταργείται και οι περιπτώσεις α΄, β΄, ε΄, στ΄, ζ΄, η΄ και ι΄ της ίδιας παραγράφου αντικαθίστανται ως εξής: «α) Σε μη τήρηση λογιστικών βιβλίων ή τήρηση βιβλίων κατώτερης κατηγορίας για τους επιτηδευματίες της Γ΄ κατηγορίας ή σε μη τήρηση του ισοζυγίου λογαριασμών Γενικού – Αναλυτικών Καθολικών ή του βιβλίου απογραφών, καθώς και σε μη σύνταξη ή εκπρόθεσμη σύνταξη του ισολογισμού σε δύο (2) για όλες ή μερικές από τις παραπάνω παραλείψεις. Σε περίπτωση επιβολής του προστίμου της περίπτωσης αυτής δεν επιβάλλεται ιδιαίτερο πρόστιμο για τη μη τήρηση μητρώου πάγιων περιουσιακών στοιχείων. β) Σε μη τήρηση πρόσθετων βιβλίων της παραγράφου 5 του άρθρου 10 σε δύο (2) για κάθε βιβλίο.» «ε) Σε μη επίδειξη των βιβλίων και στοιχείων την πρώτη φορά μετά από προηγούμενη πρόσκληση σε δύο (2) και για καθεμία από τις επόμενες δύο φορές σε πέντε (5). στ) Σε περίπτωση μη καταχώρισης της ποσοτικής καταμέτρησης των αποθεμάτων στο βιβλίο απογραφών σε τρία (3). ζ) Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής στοιχείων της παραγράφου 1 του άρθρου 20 μετά το τέλος του έτους που έληξε η προθεσμία υποβολής τους, καθώς και στις περιπτώσεις παράλειψης καταχώρισης αντισυμβαλλομένων ή ανακριβούς καταχώρισης της αξίας σε τρία (3), εφόσον οι ανωτέρω παραλείψεις και ανακρίβειες αφορούν μεγέθη συνολικής αξίας πάνω από δέκατέσσερις χιλιάδες εξακόσια εβδομήντα τρία (14.673) ευρώ ανά κατάσταση. Ο ίδιος συντελεστής ισχύει και σε περίπτωση μη υποβολής στοιχείων, εκτός αν ο υπόχρεος μέχρι τη λήξη της προθεσμίας εξώδικης επίλυσης της διαφοράς ή άσκησης εμπρόθεσμης προσφυγής κατά της απόφασης επιβολής προστίμου υποβάλλει εκπρόθεσμα τα στοιχεία και προκύπτει ότι τα συνολικά μεγέθη ανά κατάσταση είναι μέχρι του ορίου του προηγούμενου εδαφίου, οπότε εφαρμόζεται συντελεστής βαρύτητας ίσος με τη μονάδα. Οι συντελεστές βαρύτητας του πρώτου και δεύτερου εδαφίου ισχύουν κατά περίπτωση και επί εκπρόθεσμης υποβολής στοιχείων για τις πωλήσεις πετρελαίου θέρμανσης μετά τη λήξη της προβλεπόμενης προθεσμίας υποβολής, καθώς και επί μη υποβολής στοιχείων, παραλείψεων ή ανακριβειών κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στα εδάφια αυτά. Ο συντελεστής βαρύτητας των προηγούμενων εδαφίων ισχύει και σε περίπτωση μη υποβολής του ισοζυγίου της παραγράφου 6 του άρθρου 20 ή της εκπρόθεσμης υποβολής του, μετά την παρέλευση εξαμήνου από την προθεσμία υποβολής. η) Σε περίπτωση μη επίδειξης σε προληπτικό έλεγχο των πρόσθετων βιβλίων της παραγράφου 5 του άρθρου 10 σε πέντε (5).» «ι) Σε μη τήρηση του βιβλίου κοστολογίου οικοδομών της Α.Υ.Ο.Ο. 1024754/187/ΠΟΛ.1039/9.3.2006 (ΦΕΚ 311 Β΄) ή σε μη επίδειξη αυτού στο φορολογικό έλεγχο μετά από προηγούμενη πρόσκληση σε πέντε (5) για κάθε οικοδομή.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 8 αντικαθίσταται ως εξής: «α) Η παράλειψη έκδοσης κάθε στοιχείου, που ορίζεται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ.. Ειδικά η μη έκδοση στοιχείου παράδοσης κτισμάτων συνιστά αυτοτελή παράβαση ανεξάρτητα από το ύψος της αξίας αυτού. Ως παράλειψη έκδοσης στοιχείου λογίζεται και η μη καταχώριση σερβιρισθέντων ειδών στα δελτία παραγγελίας. Κατ’ εξαίρεση η μη έκδοση δελτίων αποστολής από αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. θεωρείται γενική παράβαση, επιφυλασσομένων των διατάξεων της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 10 του άρθρου αυτού. Επίσης, κατ’ εξαίρεση η μη έκδοση στοιχείου διακίνησης θεωρείται γενική παράβαση, εφόσον έχει εκδοθεί και καταχωρηθεί στα βιβλία στοιχείο αξίας για την ίδια συναλλαγή από τον υπόχρεο στην έκδοση του στοιχείου διακίνησης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι περιπτώσεις θ΄, ι΄ και ια΄ της παραγράφου 8 αντικαθίστανται ως εξής: «θ) Η μη διαφύλαξη κάθε βιβλίου ή κατάστασης που υποκαθιστά βιβλίο ή ανά πενήντα (50) φύλλα φορολογικών στοιχείων ή άλλων δικαιολογητικών εγγραφών για όσο χρόνο ορίζεται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ., εκτός αν η μη διαφύλαξη οφείλεται αποδεδειγμένα σε ανώτερη βία. ι) Η εκπρόθεσμη εκτύπωση ή εγγραφή σε οπτικό δίσκο κάθε βιβλίου ή κατάστασης που ορίζεται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ.. ια) Η μη κάλυψη από τα προγράμματα λογισμικού των υποχρεώσεων που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 23 του Κ.Β.Σ., ως και η μη τήρηση καθεμιάς από τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται από το άρθρο αυτό.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στην παράγραφο 8 προστίθεται περίπτωση ιβ΄ ως εξής: «ιβ) Η κάθε μη καταχώριση ή η ανακριβής καταχώριση στο βιβλίο κοστολογίου οικοδομών της Α.Υ.Ο.Ο. 1024754/187/ΠΟΛ.1039/9.3.2006 δαπάνης που προσδιορίζει το κόστος της κάθε «οικοδομής».»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΟ Ν. 1809/1988
Άρθρο 34Φορολογικοί ηλεκτρονικοί μηχανισμοί Οι διατάξεις του ν.1809/1988 (ΦΕΚ 222 A΄ ) τροποποιούνται, αντικαθίστανται και συμπληρώνονται κατά περίπτωση, ως εξής:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Οι επιτηδευματίες που πωλούν αγαθά λιανικώς ή κυρίως λιανικώς ή παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό και τηρούν βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992, ΦΕΚ 84 A΄) υποχρεούνται να χρησιμοποιούν φορολογικές ταμειακές μηχανές για την έκδοση των αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών και παροχής υπηρεσιών. Την υποχρέωση αυτή έχουν και οι κυρίως χονδροπωλητές επιτηδευματίες, όταν οι λιανικές τους πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών διενεργούνται κατά σύστημα και όχι περιστασιακά, ανεξάρτητα από το ποσοστό των πωλήσεων αυτών επί του συνόλου των ετήσιων πωλήσεών τους. Με απόφαση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. της έδρας του επιτηδευματία του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να απαλλαγεί ο επιτηδευματίας αυτός από την υποχρέωση χρησιμοποίησης φορολογικής ταμειακής μηχανής, για την έκδοση των αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, εφόσον συντρέχουν ειδικοί λόγοι για την απαλλαγή αυτή. Οι ιδιότητες και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των φορολογικών ταμειακών μηχανών και τα στοιχεία που πρέπει να περιέχονται στις εκδιδόμενες από αυτές αποδείξεις ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι επιτηδευματίες αυτοί, αντί να χρησιμοποιούν φορολογικές ταμειακές μηχανές, μπορούν να εκδίδουν θεωρημένες διπλότυπες αποδείξεις λιανικής πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών με τρόπο μηχανογραφικό, στις οποίες όμως πρέπει να αναγράφονται τα στοιχεία των αποδείξεων των φορολογικών ταμειακών μηχανών. Κατ΄ εξαίρεση, επιτρέπεται η έκδοση χειρόγραφων θεωρημένων διπλότυπων αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, σε ειδικές μόνο περιπτώσεις, για συναλλαγές που πραγματοποιεί ο επιτηδευματίας εκτός του κεντρικού καταστήματος ή του υποκαταστήματός του. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής του άρθρου 7 του νόμου αυτού, μπορεί να επιτρέπεται η χρησιμοποίηση ταμειακών συστημάτων δικτύου ηλεκτρονικών υπολογιστών − ταμειακών μηχανών, αντί της χρησιμοποίησης εγκεκριμένων φορολογικών ταμειακών μηχανών, για την έκδοση των αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών και παροχής υπηρεσιών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 1 καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παράγραφος 5 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Οι επιτηδευματίες του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992, ΦΕΚ 84 A΄), που εκδίδουν τα στοιχεία του Κώδικα αυτού με μηχανογραφικό τρόπο, μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή υποχρεούνται για τη διασφάλιση των ηλεκτρονικών δεδομένων αυτών στη χρήση ειδικών ηλεκτρονικών ασφαλών διατάξεων σήμανσης του νόμου αυτού. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται προαιρετικά και για τα βιβλία του Κώδικα αυτού που τηρούνται με μηχανογραφικό τρόπο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η παράγραφος 6 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής: «6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και οι ιδιότητες, τα τεχνικά χαρακτηριστικά των ειδικών ηλεκτρονικών ασφαλών διατάξεων σήμανσης ή άλλου τρόπου διασφάλισης των ηλεκτρονικών δεδομένων των βιβλίων και των στοιχείων, το περιεχόμενο αυτών, ο χρόνος, ο τρόπος τήρησης ή έκδοσης, διαφύλαξης και αποθήκευσής τους, καθώς και τα βιβλία ή τα στοιχεία που εξαιρούνται.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Οι φορολογικοί μηχανισμοί και τα ταμειακά συστήματα του προηγούμενου άρθρου, για να χρησιμοποιηθούν στην τήρηση βιβλίων ή την έκδοση των στοιχείων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 5 του άρθρου αυτού από επιτηδευματίες που υπόκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού, πρέπει να είναι εφοδιασμένα με άδεια καταλληλότητας. Την άδεια αυτή χορηγεί η Επιτροπή του άρθρου 7 μετά από αίτηση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης και έχει ισχύ για τέσσερα (4) έτη από την ημερομηνία χορηγήσεώς της. Προϋπόθεση για την εξέταση των υποβαλλόμενων από 1.6.2006 αιτήσεων αποτελεί η καταβολή παραβόλου υπέρ του Δημοσίου το οποίο ανέρχεται σε δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ για κάθε αίτηση. Για τη χορήγηση της άδειας καταλληλότητας η Επιτροπή εκτιμά ιδίως: α) αν το δείγμα του φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος, το οποίο υποχρεούται να προσκομίσει ο ενδιαφερόμενος πριν από την εξέταση της αίτησής του, ανταποκρίνεται στις ιδιότητες και τα τεχνικά χαρακτηριστικά που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, β) αν η επιχείρηση που αιτείται την άδεια καταλληλότητας διαθέτει στην Ελλάδα άρτιο δίκτυο επισκευής και συντήρησης, το απαραίτητο επιστημονικό προσωπικό και εξασφαλίζει τα αναγκαία αποθέματα ανταλλακτικών και εξαρτημάτων στην Ελλάδα, γ) αν η επιχείρηση που αιτείται την άδεια καταλληλότητας είναι φερέγγυα και αν η οικονομική της συγκρότηση, εγγυάται την ομαλή πορεία της, δ) αν είναι δυνατός ο έλεγχος και η παρακολούθηση από την Επιτροπή ότι οι φορολογικοί μηχανισμοί ή τα συστήματα προ της διάθεσής τους στην αγορά συμφωνούν με το δείγμα. Η Επιτροπή δικαιούται να εξετάσει και κάθε άλλο στοιχείο που είναι απαραίτητο για τη διαμόρφωση τελικής γνώμης, καθώς και να επανεξετάζει, μετά τη χορήγηση της άδειας καταλληλότητας, αν εξακολουθούν να τηρούνται, σε κάθε περίπτωση οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τις πιο πάνω περιπτώσεις β΄, γ΄ και δ΄. Η ενδιαφερόμενη επιχείρηση που αιτείται χορήγηση άδειας καταλληλότητας υποχρεούται να προσκομίσει στην Επιτροπή κάθε στοιχείο που θα ζητηθεί από αυτήν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η παράγραφος 3 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Η επιχείρηση που λαμβάνει άδεια καταλληλότητας για συγκεκριμένο μοντέλο φορολογικής ταμειακής μηχανής ή συστήματος, υποχρεούται να διαφυλάσσει το εγκεκριμένο δείγμα για δεκαπέντε (15) τουλάχιστον έτη από τη λήξη του έτους που για τελευταία φορά διατέθηκε στην αγορά o συγκεκριμένος τύπος και να το θέτει άμεσα στη διάθεση των φορολογικών αρχών και της Επιτροπής του άρθρου 7. Το δείγμα αυτό ασφαλίζεται και απαγορεύεται οποιαδήποτε επέμβαση σε αυτό. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται ο τρόπος ασφάλισης και αποθήκευσης του δείγματος και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Το άρθρο 3 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 3 1. Οι επιχειρήσεις, που αιτούνται και λαμβάνουν άδεια καταλληλότητας ή τους ανατίθεται από την Επιτροπή η τεχνική υποστήριξη φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, για την εξασφάλιση της ομαλής συντήρησης και έγκαιρης αποκατάστασης των βλαβών των μηχανών των χρηστών, πρέπει να διατηρούν στην Ελλάδα επαρκή αποθέματα ανταλλακτικών και εξαρτημάτων, απαραίτητο εργαστηριακό εξοπλισμό και άρτια οργανωμένο και καταρτισμένο δίκτυο από πιστοποιημένους, εξειδικευμένους και κατάλληλα εκπαιδευμένους τεχνικούς. Για το σκοπό αυτόν, οι ανωτέρω επιχειρήσεις συντάσσουν και υποβάλουν στην αρμόδια Διεύθυνση Κ.Β.Σ., περιοδικές καταστάσεις σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή, των στοιχείων των εξουσιοδοτημένων από αυτές τεχνικών, καθώς επίσης εκδίδουν και υποβάλουν προς θεώρηση στην ίδια Διεύθυνση, ειδικές ταυτότητες πιστοποίησης των τεχνικών αυτών. Προϋπόθεση για την έγκυρη υποβολή των καταστάσεων και τη θεώρηση των ταυτοτήτων που υποβάλλονται από 1.1.2007, αποτελεί η καταβολή παραβόλου υπέρ του Δημοσίου, το οποίο ανέρχεται σε είκοσι πέντε (25) ευρώ για κάθε τεχνικό που εξουσιοδοτείται από την επιχείρηση η οποία κατέχει άδεια καταλληλότητας εγκεκριμένων μοντέλων ή επιχείρηση στην οποία έχει ανατεθεί η τεχνική υποστήριξη από την Επιτροπή. 2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου αυτού. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τα απαιτούμενα ουσιαστικά και τυπικά προσόντα των τεχνικών, καθώς και θέματα σχετικά με την εκπαίδευση των τεχνικών και των χρηστών στους φορολογικούς ηλεκτρονικούς μηχανισμούς.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 αντικαθίστανται ως εξής: «1. Ο πωλητής φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών και συστημάτων εκδίδει το δελτίο αποστολής ή το τιμολόγιο − δελτίο αποστολής σε δύο επιπλέον αντίτυπα με την ένδειξη «για τη Δ.Ο.Υ. του αγοραστή», από τα οποία το ένα υποχρεούται να παραδώσει στη Δ.Ο.Υ. αυτή μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την ημερομηνία έκδοσής του, επισυνάπτοντας φωτοαντίγραφο του δελτίου ημερήσιας κίνησης «Ζ», εγκατάστασης − έναρξης λειτουργίας του φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού. Το άλλο αντίτυπο παραδίδεται στον αγοραστή, ο οποίος υποχρεούται να το παραδώσει στη Δ.Ο.Υ. της έδρας του μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από τη λήψη του μαζί με τη δήλωση της παραγράφου 2.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Ο αγοραστής ή χρήστης ή κάτοχος υποχρεούται να υποβάλλει στη Δ.Ο.Υ. της έδρας που υπάγεται, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986, στην οποία αναγράφονται ο τρόπος και η ημερομηνία απόκτησης, τα στοιχεία του οικείου παραστατικού, καθώς και ο ακριβής τόπος (διεύθυνση της έδρας, υποκαταστήματος ή άλλου χώρου), στον οποίο πρόκειται να εγκαταστήσει και να λειτουργήσει τη συγκεκριμένη μηχανή.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Στο άρθρο 4 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής: «5. Σε κάθε περίπτωση απώλειας βιβλιαρίου συντήρησης και επισκευών, εκδίδεται νέο βιβλιάριο, το οποίο θεωρείται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. και στο οποίο αναγράφεται η ένδειξη «Σε αντικατάσταση».»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 αντικαθίσταται και στο τέλος της παραγράφου 1 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Επίσης οφείλει να μεριμνά για την ενημέρωση του βιβλιαρίου με ό,τι έχει σχέση με τη μηχανή, όπως συγκεντρωτικά δεδομένα φορολογικής μνήμης, συντηρήσεις, επισκευές, καθώς και να καλεί αμέσως για αποκατάσταση τυχόν βλάβης της μηχανής. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των υποχρεώσεων αυτών. Το βιβλιάριο συντήρησης και επισκευών, το οποίο συνοδεύει πάντοτε το φορολογικό ηλεκτρονικό μηχανισμό επιδεικνύεται άμεσα σε κάθε απαίτηση φορολογικών ελέγχων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Η παράγραφος 2 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Ο συντηρητής ή επισκευαστής υποχρεούται να καταχωρεί στο Βιβλιάριο Συντήρησης και Επισκευών του φορολογικού μηχανισμού κάθε τεχνική διάγνωση, επέμβαση, επισκευή ή συντήρησή του, υπογράφοντας και θέτοντας τη σφραγίδα του. Αν διαπιστώσει ότι ο μηχανισμός δεν διαθέτει πλέον τη δυνατότητα και τα χαρακτηριστικά που εξασφαλίζουν την αξιοπιστία του, λόγω βλάβης ή άλλης αιτίας, υποχρεούται να γνωστοποιήσει τούτο άμεσα και εγγράφως στην αρμόδια για τη φορολογία του χρήστη Δ.Ο.Υ., καθώς και στην αρμόδια Διεύθυνση Κ.Β.Σ..»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Η σφράγιση της κεφαλής της βίδας, που συνδέει το περίβλημα με τη βάση της μηχανής, με τον τρόπο που αναφέρεται στις τεχνικές προδιαγραφές, γίνεται από την επιχείρηση που έχει λάβει την άδεια καταλληλότητας σε χώρο εγκατάστασης της επιχείρησης, προ της διαθέσεώς τους στην αγορά και ελέγχεται από εξουσιοδοτημένο φοροτεχνικό υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Συνιστάται στη Διεύθυνση Βιβλίων και Στοιχείων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών επταμελής Επιτροπή από υπαλλήλους της Διεύθυνσης αυτής και ειδικούς τεχνικούς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, για τον έλεγχο των ιδιοτήτων και των τεχνικών χαρακτηριστικών των φορολογικών μηχανισμών και για τη χορήγηση άδειας καταλληλότητας για τη χρησιμοποίησή τους. Τα τρία μέλη της Επιτροπής, με τους αναπληρωτές τους, διορίζονται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών και τα υπόλοιπα τέσσερα μέλη ειδικοί τεχνικοί, με τους αναπληρωτές τους, προτείνονται, ανά ένας, από τα πρώτα τέσσερα σε δύναμη κόμματα της αντιπολίτευσης που εκπροσωπούνται στη Βουλή ή ανάλογα με τη δύναμη κάθε κόμματος της αντιπολίτευσης, σε περίπτωση που εκπροσωπούνται στη Βουλή λιγότερα από τέσσερα κόμματα. Σε περίπτωση που δεν προτείνονται τα πιο πάνω τέσσερα μέλη μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από τη σχετική πρόσκληση, αυτά διορίζονται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται τα μέλη, σύμφωνα με τα πιο πάνω, η διάρκεια της θητείας της Επιτροπής, η μηνιαία αποζημίωση των μελών της, η σχετική διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με απόφαση της πιο πάνω Επιτροπής, δύναται να παρευρίσκονται στις συνεδριάσεις αυτής, εκπρόσωποι αναγνωρισμένων συλλογικών οργάνων που εκπροσωπούν επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια καταλληλότητας εγκεκριμένων μοντέλων φορολογικών μηχανισμών ή επιχειρήσεις μεταπώλησης ή εξουσιοδοτημένων τεχνικών. Οι απορριπτικές αποφάσεις της Επιτροπής πρέπει να είναι αιτιολογημένες και κοινοποιούνται στον ενδιαφερόμενο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Η παράγραφος 4 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Η απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 1, δεν μπορεί να εκδοθεί αν δεν έχει χορηγηθεί άδεια καταλληλότητας σε τέσσερις τουλάχιστον επιχειρήσεις, με τη διαδικασία της παραγράφου 1 του άρθρου 2.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 16

Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 8 καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 17

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «Με τον ίδιο τρόπο αποσβέννυται και η δαπάνη για την αντικατάσταση μηχανικών αντλιών πετρελαίου πρατηρίων υγρών καυσίμων με κατάλληλες ψηφιακές, όταν αυτό είναι αναγκαίο για τη σύνδεσή τους με φορολογικό μηχανισμό.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 18

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Οι επιτηδευματίες, οι οποίοι τηρούν βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, στις περιπτώσεις που τα καθαρά τους κέρδη προσδιορίζονται εξωλογιστικώς, δικαιούνται να εκπίπτουν από τα καθαρά τους κέρδη:».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 19

Η παράγραφος 3 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Για όλες τις παραβάσεις εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού Νο 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και συντελεστής βαρύτητας με αριθμητική τιμή που ορίζεται ως εξής: α) Για τις επιχειρήσεις που έχουν λάβει, από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7, άδεια καταλληλότητας ή έγκριση μόνο τεχνικής υποστήριξης σε οκτώ (8). Κατ’ εξαίρεση, για τις πιο κάτω παραβάσεις ο συντελεστής βαρύτητας καθορίζεται ως εξής: α.1. Σε περίπτωση άρνησης ή παρακώλυσης ή μη διευκόλυνσης, με οποιονδήποτε τρόπο, του ελέγχου της αξιοπιστίας των φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων σε τριάντα (30). α.2. Σε περίπτωση μη διαφύλαξης του δείγματος για τον προβλεπόμενο χρόνο σε εξήντα (60). α.3. Σε περίπτωση υποβολής ανακριβών στοιχείων στην Επιτροπή του άρθρου 7 για τη χορήγηση άδειας καταλληλότητας σε σαράντα (40). β) Για τις επιχειρήσεις μεταπώλησης, τεχνικής υποστήριξης, καθώς και για τους τεχνικούς οι οποίοι έχουν εξουσιοδοτηθεί για την παροχή υπηρεσιών συντήρησης και επισκευής φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων σε τέσσερα (4). γ) Για τους χρήστες ή κατόχους φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων σε ένα (1). γ.1. Η έκδοση στοιχείων από εγκεκριμένο και μη δηλωμένο φορολογικό μηχανισμό ή σύστημα λογίζεται ως έκδοση αθεωρήτων. Για την επιβολή του αντικειμενικού προστίμου θεωρείται αυτοτελής παράβαση, για την οποία εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 8 περίπτωση β΄ και 9 του άρθρου 5 του ν. 2523/ 1997. γ.2. Η έκδοση στοιχείων από μη εγκεκριμένο ή από εγκεκριμένο και παραβιασμένο ή παραποιημένο φορολογικό μηχανισμό ή σύστημα λογίζεται ως μη έκδοση αυτών. Για την επιβολή του αντικειμενικού προστίμου θεωρείται αυτοτελής παράβαση, για την οποία εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 8 περίπτωση α΄ και 9 του άρθρου 5 του ν. 2523/1997, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 10 περίπτωση α΄ του ίδιου άρθρου και νόμου. γ.3. Η μη χρήση εγκεκριμένου και δηλωμένου ή η χρήση μη εγκεκριμένου ή μη δηλωμένου φορολογικού μηχανισμού για τη διασφάλιση των ηλεκτρονικών δεδομένων των βιβλίων λογίζεται ως μη τήρησή τους. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που ο εγκεκριμένος και δηλωμένος φορολογικός μηχανισμός έχει παραβιασθεί ή παραποιηθεί. δ) Η μη δήλωση κάθε φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος θεωρείται γενική παράβαση και επιβάλλεται το πρόστιμο που ορίζεται με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 2523/1997, κατά περίπτωση. Για κάθε εκπρόθεσμη δήλωση φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος, μετά την προθεσμία που ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 4 του νόμου αυτού, καταλογίζεται μία παράβαση ανά εκπρόθεσμη δήλωση ανεξάρτητα του χρόνου υποβολής της και του πλήθους των φορολογικών μηχανισμών ή συστημάτων που περιλαμβάνονται σε αυτή και επιβάλλεται το πρόστιμο που ορίζεται με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 2523/1997, κατά περίπτωση. ε) Ειδικά στην περίπτωση παραβάσεων λόγω παραβίασης ή παραποίησης φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων, που έχουν άδεια καταλληλότητας από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7 ή επέμβασης κατά οποιονδήποτε τρόπο στη λειτουργία του μηχανισμού ή διάθεσης ή χρησιμοποίησης παραβιασμένου ή διαφοροποιημένου ή παραποιημένου τέτοιου μηχανισμού, εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού Νο 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και ο συντελεστής βαρύτητας ορίζεται ανά υπαίτιο ως εξής: ε.1. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση που έχει λάβει, από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7, άδεια καταλληλότητας ή έγκριση μόνο τεχνικής υποστήριξης σε εκατό (100). ε.2. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση μεταπώλησης ή τεχνικής υποστήριξης, τεχνικοί της οποίας έχουν εξουσιοδοτηθεί από επιχείρηση που έχει λάβει άδεια καταλληλότητας για την παροχή υπηρεσιών συντήρησης και επισκευής φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων σε εξήντα (60). Ειδικά στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι υπαίτιος της παράβασης είναι φυσικό πρόσωπο − εξουσιοδοτημένος τεχνικός, πέραν των ανωτέρω, απαγορεύεται να παρέχει υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης σε εγκεκριμένα μοντέλα φορολογικών μηχανισμών. ε.3. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι ο χρήστης ή κάτοχος του φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος ή άλλος τρίτος σε πενήντα (50). στ) Στην περίπτωση απώλειας φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού Νο 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και ο συντελεστής βαρύτητας ορίζεται ανά υπαίτιο ως εξής: στ.1. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση που έχει λάβει, από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7, άδεια καταλληλότητας ή επιχείρηση μεταπώλησης ή τεχνικής υποστήριξης σε είκοσι (20). στ.2. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι ο χρήστης ή κάτοχος του φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος ή άλλος τρίτος σε πέντε (5). ζ) Σε περίπτωση μη διαφύλαξης ή μη επίδειξης του Βιβλιαρίου Συντήρησης και Επισκευών εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού Νο 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και ο συντελεστής βαρύτητας ορίζεται σε δύο (2).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 20

Η παράγραφος 4 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Οι υπαίτιοι των παραβάσεων της περίπτωσης ε΄ της προηγούμενης παραγράφου τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών, εφαρμοζομένων αναλόγως των αντίστοιχων διατάξεων του ν. 2523/1997, που αναφέρονται στη χρήση πλαστών και εικονικών στοιχείων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 21

Η παράγραφος 5 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Αν υπαίτιος αδικήματος της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 3 είναι η επιχείρηση που έχει λάβει την άδεια καταλληλότητας των φορολογικών μηχανισμών ή συστημάτων ή εξουσιοδοτημένος από αυτήν μεταπωλητής ή τεχνικός αντιπρόσωπός της, ανεξάρτητα από τα διοικητικά πρόστιμα και τις ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 3 υποπερίπτωση ε.1. και 4, μετά από απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 7 μπορεί να ανακαλείται η άδεια καταλληλότητας ή και να απαγορεύεται η διάθεση των μηχανισμών του συγκεκριμένου τύπου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 22

Η παράγραφος 6 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «6. Στις ίδιες κυρώσεις και ποινές που προβλέπονται από τις παραγράφους 3 υποπερίπτωση ε.1. και 4 υπόκεινται και τα πρόσωπα, στα οποία ανατίθεται από την Επιτροπή η διενέργεια ελέγχων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 7, όταν βεβαιώνουν ανακριβώς για τα αποτελέσματα των ελέγχων που διενήργησαν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 23

Το άρθρο 11 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 11 Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου πέμπτου του ν. 625/1977 (ΦΕΚ 180 A΄) και οι διατάξεις του άρθρου 35 του ν. 1694/1987 (ΦΕΚ 35 A΄). Η επιχείρηση που λαμβάνει άδεια καταλληλότητας από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7 του νόμου αυτού, για συγκεκριμένους τύπους φορολογικών μηχανισμών, μπορεί να είναι κάθε επιχείρηση κατασκευής, συναρμολόγησης ή εισαγωγής, καθώς και οποιαδήποτε επιχείρηση ασκεί εμπορία τέτοιων μηχανισμών ή συστημάτων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από πρόταση της Επιτροπής του άρθρου 7 του παρόντος νόμου, καθορίζεται η ημερομηνία λήξης της άδειας καταλληλότητας των εγκρίσεων παλαιών μοντέλων, ο χρόνος ισχύος της οποίας έχει υπερβεί τα τέσσερα (4) έτη από την ημερομηνία χορήγησής της.»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Άρθρο 35Μεταβατικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις των παραγράφων 5 έως και 8 του άρθρου 31 του παρόντος νόμου, αν προβλέπουν επιεικέστερη μεταχείριση, εφαρμόζονται και για τις υποθέσεις που μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δεν έχουν ελεγχθεί. Ομοίως εφαρμόζονται και για υποθέσεις που έχουν ελεγχθεί και δεν έχουν περαιωθεί οριστικά με διοικητική επίλυση της διαφοράς ή δεν έχει παρέλθει η προθεσμία άσκησης ένδικου βοηθήματος ή ένδικου μέσου ή εκκρεμεί συζήτηση των υποθέσεων αυτών ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας. Για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων αυτών οι ενδιαφερόμενοι μπορούν με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος, να ζητήσουν τη διοικητική επίλυση της διαφοράς, ακολουθουμένης της διαδικασίας του ν.δ. 4600/1966 (ΦΕΚ 242 A΄). Στην περίπτωση που δεν επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς, οι υποθέσεις των δύο προηγούμενων εδαφίων κρίνονται με βάση τις προϊσχύσασες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις του άρθρου 33 και της παραγράφου 19 του άρθρου 34 του παρόντος νόμου, αν προβλέπουν επιεικέστερη μεταχείριση, εφαρμόζονται και για παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2006, ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσής τους από τις φορολογικές αρχές, εφόσον δεν έχουν εκδοθεί από τους προϊσταμένους των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών οι σχετικές αποφάσεις επιβολής προστίμου. Ομοίως, εφαρμόζονται και για παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2006, ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσής τους από τις φορολογικές αρχές, για τις οποίες έχουν εκδοθεί από τους προϊσταμένους των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών οι σχετικές αποφάσεις επιβολής προστίμου και μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2006 δεν έχουν περαιωθεί οριστικά με διοικητική επίλυση της διαφοράς ή εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων ή του Σ.τ.Ε.. Για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων αυτών οι ενδιαφερόμενοι μπορούν με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον αρμόδιο προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την 31η Δεκεμβρίου 2006, να ζητήσουν τη διοικητική επίλυση της διαφοράς με βάση τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου, ακολουθουμένης της διαδικασίας του ν.δ. 4600/1966 (ΦΕΚ 242 A΄). Στην περίπτωση που δεν επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς, οι υποθέσεις των δύο προηγούμενων εδαφίων κρίνονται με βάση τις διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο διάπραξης της παράβασης.

Άρθρο 36ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η πρώτη περίοδος του προτελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 15Α του ν. 3054/2002 (ΦΕΚ 230 A΄), όπως προστέθηκε με το ν. 3423/2005 (ΦΕΚ 304 A΄), αντικαθίσταται ως εξής: «Ειδικά για τα έτη 2005, 2006 και 2007, η κατανομή των ποσοτήτων αυτούσιων Βιοκαυσίμων και των Άλλων Ανανεώσιμων Καυσίμων, που υπόκεινται στο ειδικό φορολογικό καθεστώς των διατάξεων της παραγράφου 6 του άρθρου 78 του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 A΄), όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 34 του ν. 3340/2005 (ΦΕΚ 112 A΄), καθορίζεται με απόφαση που εκδίδεται κατά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, χωρίς να απαιτείται η κατάρτιση του Προγράμματος που προβλέπεται στην παράγραφο 4 αυτού.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι ποσότητες βιοντίζελ της περίπτωσης κστ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 A΄), όπως ισχύει, που υπόκεινται στο ειδικό φορολογικό καθεστώς των διατάξεων του άρθρου 78 παράγραφος 6 του ν. 2960/2001, οι οποίες κατανεμήθηκαν με τη Δ1/ Β/ οικ.8392/20.4.2006 (ΦΕΚ 512 Β΄) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και οι οποίες μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2006 δεν έχουν τεθεί σε ανάλωση και βρίσκονται στις φορολογικές αποθήκες των κατόχων Άδειας Διύλισης ή των κατόχων Άδειας Εμπορίας κατηγορίας A΄, αυτούσιες ή σε μίγμα με πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του ν. 2960/2001, μπορούν να τεθούν σε ανάλωση μετά την 1η Ιανουαρίου 2007 επιπλέον της ποσότητας των 114.000 χιλιολίτρων αυτούσιου βιοντίζελ προς κατανομή για το έτος 2007, υπό το ειδικό φορολογικό καθεστώς των διατάξεων του άρθρου 78 παράγραφος 6 του ν. 2960/2001, όπως ισχύει.

Άρθρο 37Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3299/2004ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο άρθρο 1 του ν. 3299/2004 (ΦΕΚ 261 A΄) προστίθενται παράγραφοι 4 και 5 ως εξής: «4. Το καθεστώς περιφερειακών ενισχύσεων του παρόντος νόμου είναι σύμφωνο με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 1628/2006 της Επιτροπής της 24ης Οκτωβρίου 2006 για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της Συνθήκης στις εθνικές επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα. 5. Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών υποβάλλει προς έγκριση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το Χάρτη Περιφερειακών Ενισχύσεων. Με απόφαση του ίδιου Υπουργού εξειδικεύονται ως εθνικό καθεστώς ο παραπάνω εγκεκριμένος Χάρτης, καθώς και οι κατευθυντήριες Γραμμές και οι Κανονισμοί σχετικά με τις Κρατικές Ενισχύσεις περιφερειακού Χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής: «Διαίρεση της Επικράτειας 1. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, η Επικράτεια κατανέμεται σε τρεις περιοχές ως εξής: ΠΕΡΙΟΧΗ A΄. Περιλαμβάνει τους Νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης πλην των Βιομηχανικών Επιχειρηματικών Περιοχών (Β.Ε.ΠΕ.) και των νησιών των Νομών αυτών που εντάσσονται στην Περιοχή Β΄. ΠΕΡΙΟΧΗ Β΄. Περιλαμβάνει τους Νομούς της Περιφέρειας Θεσσαλίας (Καρδίτσας, Λάρισας, Μαγνησίας, Τρικάλων), τους Νομούς της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου (Κυκλάδων, Δωδεκανήσου), τους Νομούς της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων (Κέρκυρας, Λευκάδας, Κεφαλληνίας, Ζακύνθου), τους Νομούς της Περιφέρειας Κρήτης (Ηρακλείου, Λασιθίου, Ρεθύμνου, Χανίων), τους Νομούς της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας (Χαλκιδικής, Σερρών, Κιλκίς, Πέλλας, Ημαθίας, Πιερίας), τους Νομούς της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας (Γρεβενών, Κοζάνης, Φλώρινας, Καστοριάς), καθώς και τους Νομούς της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδος (Φθιώτιδας, Φωκίδας, Εύβοιας, Βοιωτίας, Ευρυτανίας). ΠΕΡΙΟΧΗ Γ΄. Περιλαμβάνει τους Νομούς της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (Καβάλας, Δράμας, Ξάνθης, Ροδόπης, Έβρου), τους Νομούς της Περιφέρειας Ηπείρου (Άρτας, Πρέβεζας, Ιωαννίνων, Θεσπρωτίας), τους Νομούς της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου (Λέσβου, Χίου, Σάμου), τους Νομούς της Περιφέρειας Πελοποννήσου (Λακωνίας, Μεσσηνίας, Κορινθίας, Αργολίδας, Αρκαδίας), καθώς και τους Νομούς της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος (Αχαΐας, Αιτωλοακαρνανίας, Ηλείας).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Η υποπερίπτωση (xi) της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «xi) Επενδυτικά σχέδια υλοποίησης ολοκληρωμένου πολυετούς (2−5 ετών) επιχειρηματικού σχεδίου φορέων (για τους οποίους έχει παρέλθει πενταετία από τη σύστασή τους) των μεγάλων και μεσαίων μεταποιητικών και μεταλλευτικών επιχειρήσεων ελάχιστου συνολικού κόστους 3.000.000 ευρώ και επιχειρήσεων ανάπτυξης λογισμικού ελάχιστου συνολικού κόστους 1.500.000 ευρώ και επενδυτικά σχέδια υλοποίησης ολοκληρωμένου πολυετούς (2−5 ετών) επιχειρηματικού σχεδίου φορέων (για τους οποίους έχει παρέλθει τριετία από τη σύστασή τους) των μικρών και πολύ μικρών μεταποιητικών και μεταλλευτικών επιχειρήσεων ελάχιστου συνολικού κόστους 1.500.000 ευρώ και επιχειρήσεων ανάπτυξης λογισμικού ελάχιστου συνολικού κόστους 1.500.000 ευρώ που περιλαμβάνουν τον τεχνολογικό, διοικητικό, οργανωτικό και επιχειρησιακό εκσυγχρονισμό και ανάπτυξη, καθώς και τις αναγκαίες ενέργειες κατάρτισης των εργαζομένων, με έναν η περισσότερους από τους επόμενους στόχους: − Ενίσχυση της ανταγωνιστικής τους θέσης στη διεθνή αγορά. − Παραγωγή και προώθηση Επώνυμων Προϊόντων ή και Υπηρεσιών. − Καθετοποίηση παραγωγής, ανάπτυξη ολοκληρωμένων συστημάτων προϊόντων, υπηρεσιών ή συμπληρωματικών προϊόντων και υπηρεσιών. − Παραγωγή προϊόντων ή και παροχή υπηρεσιών σημαντικά ή τελείως διαφοροποιημένων των υφιστάμενων βασικών προϊόντων ή υπηρεσιών της επιχείρησης. − Μεταφορά παραγωγικών − ερευνητικών δραστηριοτήτων από το εξωτερικό στην Ελληνική Επικράτεια. Παραγωγή προϊόντων ή και παροχή υπηρεσιών από τη σύμπραξη μη ομοειδών επιχειρήσεων (κατά προτίμηση από διαφορετικούς κλάδους) με στόχο την παραγωγή, σημαντικά ή τελείως διαφοροποιημένων των υφιστάμενων, προϊόντων ή υπηρεσιών των επιχειρήσεων αυτών. − ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 5.» β. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 αριθμείται ως περίπτωση στ΄ και αντικαθίσταται ως εξής: «στ. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, ορίζονται προδιαγραφές, όροι και προϋποθέσεις για την εξειδίκευση επενδυτικών σχεδίων των περιπτώσεων α΄ έως ε΄.» γ. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 3 προστίθενται περιπτώσεις ε΄ και στ΄ ως εξής: «ε. ενισχύσεις σε επενδυτικά σχέδια που πραγματοποιούνται με πρωτοβουλία και για λογαριασμό του Δημοσίου από ιδιώτη βάσει σχετικής συμβάσεως εκτελέσεως έργου, παραχώρησης ή παροχής υπηρεσιών. στ. ενισχύσεις σε φορείς επενδυτικών σχεδίων για τους οποίους εκκρεμεί εντολή ανάκτησης ενισχύσεων κατόπιν προηγούμενης απόφασης της Επιτροπής με την οποία οι ενισχύσεις κηρύσσονται παράνομες και ασυμβίβαστες με την Κοινή Αγορά.» δ. Η υποπερίπτωση ii) της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως εξής: «ii. την αγορά πάγιων στοιχείων ενεργητικού που συνδέονται άμεσα με μία παραγωγική μονάδα και υπό την προϋπόθεση ότι: − η μονάδα αυτή έχει παύσει τη λειτουργία της, − αποκτάται από ανεξάρτητο επενδυτή, − η σχετική συναλλαγή πραγματοποιείται υπό τους συνήθεις όρους της αγοράς, − αφαιρούνται ενισχύσεις που έχουν ήδη χορηγηθεί πριν την αγορά.» ε. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 3 προστίθεται υποπερίπτωση (xxiv): «xxiv. αγορά γηπέδων, έως 10% της ενισχυόμενης δαπάνης της επένδυσης, αποκλειστικά για μικρές επιχειρήσεις». στ. Στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 3, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 25 του ν. 3470/ 2006 (ΦΕΚ 132 A΄), αντικαθίσταται η φράση «σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το οκτώ τοις εκατό (8%) του κόστους του επενδυτικού σχεδίου» με τη φράση «σε ποσοστό που δεν θα υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) του κόστους του επενδυτικού σχεδίου». ζ. Η περίπτωση θ΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 3 καταργείται. η. Στο άρθρο 3 προστίθεται παράγραφος 7 με το ακόλουθο περιεχόμενο: «7. Περιεχόμενο Επενδυτικών Σχεδίων Τα επενδυτικά σχέδια που περιλαμβάνονται στο άρθρο αυτό, πλην αυτών που διέπονται από άλλον του υπ’ αριθμ. 1628/2006 ειδικό Κανονισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα πρέπει να αφορούν: − τη δημιουργία νέας μονάδας, − την επέκταση υπάρχουσας μονάδας, − τη διαφοροποίηση της παραγωγής μίας μονάδας προς νέα, πρόσθετα προϊόντα, − τη θεμελιώδη αλλαγή στη συνολική παραγωγική διαδικασία υπάρχουσας μονάδας. Επενδυτικά σχέδια δεν ενισχύονται εφόσον δεν ικανοποιούν μία τουλάχιστον από τις ως άνω προϋποθέσεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 4 Παρεχόμενες Ενισχύσεις 1.α. Για τα επενδυτικά σχέδια της παραγράφου 1 του άρθρου 3 παρέχονται κατά περιοχή και κατηγορία οι ακόλουθες ενισχύσεις: Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού στην κατηγορία 1 περιλαμβάνονται οι κατηγορίες 3, 4 και 5 της κατάταξης των επενδυτικών σχεδίων του άρθρου 3 παράγραφος 1 και στην κατηγορία 2 περιλαμβάνονται οι αντίστοιχες κατηγορίες 1 και 2. Επιχορήγηση ή και επιδότηση χρηματοδοτικής μίσθωσης ή επιδότηση του κόστους της δημιουργούμενης απασχόλησης: Περιοχή A΄ − Κατηγορία 1 − 20% − Κατηγορία 2 − 15% Περιοχή Β΄ − Κατηγορία 1 − 30% − Κατηγορία 2 − 25% Περιοχή Γ΄ − Κατηγορία 1 − 40% − Κατηγορία 2 − 35% Ή εναλλακτικά Φορολογική απαλλαγή Περιοχή A΄ − Κατηγορία 1 − 60% − Κατηγορία 2 − 50% Περιοχή Β΄ − Κατηγορία 1 − 100% − Κατηγορία 2 − 100% Περιοχή Γ΄ − Κατηγορία 1 − 100% − Κατηγορία 2 − 100% β. Οι παρεχόμενες ενισχύσεις της περίπτωσης α΄, αναγόμενες σε ακαθάριστο Ισοδύναμο Επιχορήγησης, δεν επιτρέπεται να υπερβούν τα ποσοστά του εγκεκριμένου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Χάρτη Περιφερειακών Ενισχύσεων. γ. Στις μεσαίες επιχειρήσεις παρέχεται επιπλέον ποσοστό ενίσχυσης έως δέκα τοις εκατό (10%). δ. Στις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις παρέχεται επιπλέον ποσοστό ενίσχυσης έως είκοσι τοις εκατό (20%). 2. α. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, καθορίζονται τα επιπλέον ποσοστά ενίσχυσης των περιπτώσεων γ΄ και δ΄ της προηγούμενης παραγράφου για τις πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, σε Περιφέρειες, Νομούς ή τμήματα αυτών, ανά είδος επενδυτικού σχεδίου, βάσει των κριτηρίων του κατά κεφαλή Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (Α.Ε.Π.), του ποσοστού ανεργίας και της γεωγραφικής θέσης των αντίστοιχων περιοχών. β. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών δύναται να μετατάσσονται κατηγορίας τα επενδυτικά σχέδια της παραγράφου 1 του άρθρου 3. 3. Ενισχύσεις μεγάλων επενδυτικών σχεδίων α. Για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού ως «Μεγάλο επενδυτικό σχέδιο» νοείται επένδυση της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του παρόντος, με ενισχυόμενες δαπάνες άνω των πενήντα εκατομμυρίων (50.000.000) ευρώ, υπολογιζόμενες με τις τιμές και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που ισχύουν κατά το χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης. β. Για τον υπολογισμό του συνολικού ποσού των ενισχυόμενων δαπανών θα λαμβάνεται υπόψη η υλοποίηση για περίοδο τριών (3) ετών, σε μία εγκατάσταση, εκ μέρους μίας ή περισσότερων επιχειρήσεων, πάγιων περιουσιακών στοιχείων συνδυαζόμενων κατά αδιαίρετο από οικονομική άποψη τρόπο. γ. Στα επενδυτικά σχέδια της παραγράφου αυτής δεν παρέχονται οι προσαυξήσεις των ποσοστών ενίσχυσης που χορηγούνται στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. δ. Για επενδυτικά σχέδια που υπερβαίνουν τα πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) ευρώ το ανώτατο χορηγούμενο ποσό ενίσχυσης προσδιορίζεται ως εξής: i. για το τμήμα μέχρι πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) ευρώ παρέχεται το 100% του κατά περίπτωση ανώτατου ορίου περιφερειακής ενίσχυσης, ii. για το τμήμα που υπερβαίνει τα πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) ευρώ έως εκατό εκατομμύρια (100.000.000) ευρώ παρέχεται το 50% του κατά περίπτωση ανώτατου ορίου περιφερειακής ενίσχυσης, iii. για το τμήμα που υπερβαίνει τα εκατό εκατομμύρια (100.000.000) ευρώ παρέχεται το 34% του κατά περίπτωση ανώτατου ορίου περιφερειακής ενίσχυσης. 4. Οι ανωτέρω ενισχύσεις δεν σωρεύονται με οποιαδήποτε άλλη κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της Συνθήκης ή με οποιαδήποτε άλλη κοινοτική ή εθνική χρηματοδότηση, σε σχέση με τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες, εάν η εν λόγω σώρευση θα είχε ως αποτέλεσμα η ένταση της ενίσχυσης να υπερβεί την ένταση της ενίσχυσης που προβλέπει ο κανονισμός. 5. Για τα επενδυτικά σχέδια της υποπερίπτωσης (ix) της περίπτωσης δ΄ και των υποπεριπτώσεων (vi), (vii), (viii), (ix), (x) και (xi) της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 παρέχεται η ενίσχυση της επιχορήγησης ή της φορολογικής απαλλαγής. 6. Για τα επενδυτικά σχέδια των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 3, που πραγματοποιούνται στην αλλοδαπή, παρέχεται μόνο η ενίσχυση της επιχορήγησης, το ποσοστό της οποίας ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών σύμφωνα με την Κοινοτική Νομοθεσία.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «Με την απόφαση πιστοποίησης της ολοκλήρωσης και έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας, είναι δυνατόν, μετά από αίτηση του επενδυτή, να αναμορφωθεί το ενισχυόμενο κόστος αυτής, το οποίο σε περίπτωση αύξησης δεν δύναται να υπερβεί το πέντε τοις εκατό (5%) αυτού που έχει εγκριθεί.» β. Η παράγραφος 6 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «6.α. Η έναρξη της υλοποίησης των επενδυτικών σχεδίων γίνεται μετά τη δημοσίευση της απόφασης υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος νόμου. Ως έναρξη νοείται είτε η έναρξη των κατασκευαστικών εργασιών είτε η πρώτη βέβαιη ανάληψη δέσμευσης για παραγγελία εξοπλισμού, εκτός των προκαταρκτικών μελετών σκοπιμότητας. β. Έναρξη πραγματοποίησης του επενδυτικού σχεδίου πριν τη δημοσίευση της απόφασης υπαγωγής δύναται να γίνει, με αποκλειστική ευθύνη του επενδυτή, μόνο εφόσον του χορηγηθεί επιβεβαίωση επιλεξιμότητας σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 7 του παρόντος νόμου. γ. Η εφαρμογή του επενδυτικού σχεδίου χωρίς την πλήρωση των προϋποθέσεων των περιπτώσεων α΄ και β΄της παραγράφου αυτής επιφέρει απόρριψη του συνόλου του επενδυτικού σχεδίου.» γ. Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 23 του άρθρου 5 αντικαθίστανται η λέξη «εγκατάστασης» με την λέξη «παραγωγής». δ. Ο τίτλος της παραγράφου 24 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «24. Προϋποθέσεις, περιορισμοί και όροι για την εφαρμογή των ενισχύσεων σε επενδύσεις εξόρυξης και θραύσης αδρανών υλικών και βιομηχανικών ορυκτών της υποπερίπτωσης (i) της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3». ε. Στην παράγραφο 26 του άρθρου 5 προστίθεται περίπτωση στ΄ ως εξής: «στ. Οι φορείς επενδύσεων που επιλέγουν την ενίσχυση της φορολογικής απαλλαγής υποχρεούνται, όπου απαιτείται, να εφοδιαστούν, με ιδία πρωτοβουλία, με τις αναγκαίες γνωμοδοτήσεις, χαρακτηρισμούς ή εγκρίσεις των επενδυτικών σχεδίων τους, από τις Ειδικές Επιτροπές ή άλλες αρμόδιες υπηρεσίες του Δημοσίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Επίσης υποχρεούνται στην υποβολή Δήλωσης Φορολογικής Απαλλαγής (Δ.Φ.Α.).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

α. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 προστίθεται περίπτωση γ΄ ως εξής: «γ. Οι ανωτέρω αιτήσεις υποβάλλονται και ηλεκτρονικά.» β. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 7 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια: «Με την υποβολή της αίτησης υπαγωγής και των απαιτούμενων δικαιολογητικών προς τις αρμόδιες προς την εξέτασή της υπηρεσίες ή φορείς, ο φορέας της επένδυσης δύναται να ζητήσει τη χορήγηση επιβεβαίωσης επιλεξιμότητας προκειμένου να προχωρήσει σε έναρξη υλοποίησης της επένδυσης. Εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών το αίτημά του αυτό εξετάζεται από την Υπηρεσία, η οποία προβαίνει σε τυπικό έλεγχο του υποβληθέντος φακέλου και εφόσον αυτός περιέχει τα δικαιολογητικά των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου δίδεται έγγραφη επιβεβαίωση προς τον αιτούντα ότι το επιχειρηματικό σχέδιο που υποβλήθηκε ικανοποιεί κατ’ αρχήν τους όρους επιλεξιμότητας που τίθενται από το νόμο. Η παραπάνω επιβεβαίωση δεν συνεπάγεται και την τελική υπαγωγή του επιχειρηματικού σχεδίου, η οποία θα κριθεί μετά την αξιολόγηση αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις των επόμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου. Μετά τη χορήγηση της επιβεβαίωσης επιλεξιμότητας δύναται να αρχίσει η πραγματοποίηση επενδυτικών δαπανών με αποκλειστική ευθύνη του επενδυτή, δεδομένου ότι αυτή δεν δεσμεύει την κρίση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής ούτε την απόφαση της Διοίκησης σχετικά με την υπαγωγή ή μη της επένδυσης στις διατάξεις του νόμου.» Το μετά την παραπάνω προσθήκη έβδομο εδάφιο της ίδιας παραγράφου αντικαθίσταται ως εξής: «Κατά την εξέταση της αίτησης υπαγωγής οι υπηρεσίες ή οι φορείς δύνανται, εφόσον τούτο κρίνεται αναγκαίο, να αποστέλλουν με απόδειξη στο φορέα της επένδυσης ή τον αντίκλητό του, έγγραφο με το οποίο ζητείται η προσκόμιση τυχόν πρόσθετων στοιχείων και πληροφοριών, καθώς και η παροχή περαιτέρω διευκρινήσεων, προς υποβοήθηση του έργου της αξιολόγησης της αίτησης υπαγωγής.» γ. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 13 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «α. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών που εκδίδεται κάθε Ιανουάριο και με την επιφύλαξη της επόμενης περίπτωσης και των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 9, καθορίζεται το συνολικό ποσό των επιχορηγήσεων, επιδοτήσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης και του κόστους της δημιουργούμενης απασχόλησης, από εθνικούς και κοινοτικούς πόρους, που εγκρίνεται ετησίως και κατανέμεται μεταξύ των αρμόδιων φορέων υπαγωγής της παραπάνω παραγράφου 11. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται και το συνολικό ποσό ενισχύσεων των επιχειρηματικών σχεδίων διάσωσης και αναδιάρθρωσης του άρθρου 9. Επίσης, με την ίδια απόφαση είναι δυνατό να κατανέμεται το ως άνω ποσό, κατά τομέα δραστηριότητας και ανάλογα με το μέγεθος των επιχειρήσεων. Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών είναι δυνατόν με όμοιες αποφάσεις να αναπροσαρμόζει κατά τη διάρκεια του έτους το παραπάνω ποσό. Με όμοια απόφαση καθορίζεται το συνολικό ποσό των επιχορηγήσεων που εγκρίνεται ετησίως για κάθε κράτος προκειμένου για τις επενδύσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 3.» δ. Το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης (i) της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 15 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «Μέλη της Επιτροπής είναι ο Γενικός Γραμματέας Βιομηχανίας ως Πρόεδρος, ο Γενικός Γραμματέας Επενδύσεων και Ανάπτυξης του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, ο προϊστάμενος της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης ή Διεύθυνσης του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, ο προϊστάμενος της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης ή Διεύθυνσης της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, εκπρόσωπος του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, δύο εμπειρογνώμονες αναγνωρισμένου κύρους σε θέματα βιομηχανικών επενδύσεων, ένας εκπρόσωπος του Σ.Ε.Β., ένας εκπρόσωπος της Γ.Σ.Ε.Ε. και ένας εκπρόσωπος της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών. Στις συνεδριάσεις της επιτροπής παρίσταται ως μέλος άνευ ψήφου και Νομικός Σύμβουλος του Υπουργείου Ανάπτυξης ή Πάρεδρος του ίδιου Υπουργείου. Όταν η Ειδική Γνωμοδοτική Επιτροπή εξετάζει επενδυτικά σχέδια που έχουν υποβληθεί στο Ε.Λ.Κ.Ε., στη σύνθεσή της παρίσταται και εκπρόσωπος αυτού, ως μέλος άνευ ψήφου.» ε. Το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης (ii) της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 15 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «Μέλη της Επιτροπής είναι ο Γενικός Γραμματέας Βιομηχανίας ως Πρόεδρος, δύο προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων ή αρμόδιων Διευθύνσεων της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, εκπρόσωπος του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, δύο εμπειρογνώμονες αναγνωρισμένου κύρους σε ζητήματα βιομηχανικών επενδύσεων, ένας εκπρόσωπος του Σ.Ε.Β. και ένας της Γ.Σ.Ε.Ε.. Στις συνεδριάσεις της επιτροπής παρίσταται ως μέλος άνευ ψήφου και Νομικός Σύμβουλος του Υπουργείου Ανάπτυξης ή Πάρεδρος του ίδιου Υπουργείου. Όταν η Ειδική Γνωμοδοτική Επιτροπή εξετάζει επενδυτικά σχέδια που έχουν υποβληθεί στο Ε.Λ.Κ.Ε., στη σύνθεσή της παρίσταται και εκπρόσωπος αυτού, ως μέλος άνευ ψήφου.» στ. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 15 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «δ. Οι καθοριζόμενες πιο πάνω γνωμοδοτικές επιτροπές γνωμοδοτούν επίσης επί αιτημάτων ολοκλήρωσης και πιστοποίησης έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας επενδύσεων, αιτημάτων παράτασης της προθεσμίας ολοκλήρωσης για λόγους ανώτερης βίας, καθώς και για την ανάκληση αποφάσεων υπαγωγής και επιστροφής ενισχύσεων που έχουν καταβληθεί και αφορούν σε επενδυτικά σχέδια, για την υπαγωγή των οποίων γνωμοδότησαν κατά περίπτωση, ως και για θέματα επενδύσεων που έχουν υπαχθεί σε προγενέστερους επενδυτικούς νόμους, εφόσον οι σχετικοί φάκελοι των επενδύσεων αυτών είναι της αρμοδιότητας των κατά περίπτωση αντίστοιχων υπηρεσιών ή φορέων και τηρούνται σε αυτούς.» ζ. Η περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 15 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «ζ. Δεν μπορούν να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις των παραπάνω γνωμοδοτικών επιτροπών τα μέλη, σύμβουλοι ή φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν στο εταιρικό ή μετοχικό κεφάλαιο ή στη διοίκηση επιχειρήσεων ή έχουν καταρτίσει ή συμμετάσχει στην κατάρτιση επενδυτικών σχεδίων ή έχουν αξιολογήσει ή ελέγξει αιτήσεις υπαγωγής, κατά την τελευταία πενταετία, που έχουν υπαχθεί στους νόμους 3299/2004 και 2601/1998 ή έχουν υποβάλει αίτηση για να υπαχθούν στις διατάξεις του παρόντος, εφόσον στις συνεδριάσεις αυτές εξετάζονται θέματα των επιχειρήσεων αυτών ή θέματα άλλων επιχειρήσεων ίδιου ή συναφούς αντικειμένου.» η. Η παράγραφος 21 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «21. Σύστημα υποβολής, αξιολόγησης και παρακολούθησης Για την υποστήριξη των διαδικασιών ηλεκτρονικής υποβολής των αιτημάτων των επενδυτών που αφορούν τις ενισχύσεις επιχορήγησης ή/και επιδότησης χρηματοδοτικής μίσθωσης ή επιδότησης του κόστους της δημιουργούμενης απασχόλησης και των δηλώσεων που αφορούν την ενίσχυση της φορολογικής απαλλαγής, καθώς και των διαδικασιών αξιολόγησης, παρακολούθησης και ελέγχου των επενδύσεων, προβλέπεται η λειτουργία πληροφοριακού συστήματος εγκατεστημένου στους κατά τόπους αρμόδιους φορείς και υπηρεσίες. Οι επενδυτές και οι αρμόδιοι φορείς και υπηρεσίες υποχρεούνται να καταχωρούν στο Πληροφοριακό Σύστημα τις απαραίτητες πληροφορίες που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος νόμου. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την οργάνωση, διαχείριση και λειτουργία του Πληροφοριακού Συστήματος και προσδιορίζονται τα στοιχεία που καταχωρούνται, ο χρόνος υποβολής τους, οι υποχρεώσεις των φορέων και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α. Η υποπερίπτωση iii της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 8 αντικαθίσταται ως εξής: «iii. Παρέχεται η δυνατότητα προκαταβολής που συνολικά δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50% της προβλεπόμενης στη σχετική απόφαση υπαγωγής της επένδυσης επιχορήγησης, με την προσκόμιση ισόποσης εγγυητικής επιστολής προσαυξημένης κατά 10% από τράπεζα που είναι εγκατεστημένη και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα. Η ανωτέρω προκαταβολή αποτελεί μέρος της συνολικά καταβαλλόμενης επιχορήγησης. Σε περίπτωση χορήγησης του συνόλου της προκαταβολής δεν εφαρμόζεται η ανωτέρω υποπερίπτωση (i).» β. Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 7 του άρθρου 8 αντικαθίστανται ως εξής: «Οι επιχορηγήσεις επενδύσεων, οι επιδοτήσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης, οι επιχορηγήσεις του μισθολογικού κόστους της απασχόλησης καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος και καλύπτονται από τον προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων στον οποίο εγγράφεται η σχετική προβλεπόμενη δαπάνη για κάθε οικονομικό έτος ή/και από κοινοτικά κονδύλια. Στην περίπτωση της συγχρηματοδότησης επένδυσης ή της χρηματοδότησης αυτής αποκλειστικά από κοινοτικά κονδύλια γνωστοποιείται αυτό στον φορέα της επένδυσης, ο οποίος οφείλει να τηρεί τις οριζόμενες από την Κοινοτική Νομοθεσία διαδικαστικές προϋποθέσεις καταβολής της επιχορήγησης. Οι παραπάνω ενισχύσεις που καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος χαρτοσήμου ή δικαίωμα, καθώς και από κάθε άλλη επιβάρυνση σε όφελος του Δημοσίου ή τρίτου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

α. Το εδάφιο β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 9 διαγράφεται. β. Στο ίδιο άρθρο προστίθεται παράγραφος 4 με το εξής περιεχόμενο: «4. Ίδρυση μικρών επιχειρήσεων Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, κατόπιν προηγούμενης έγκρισης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενισχύεται η δημιουργία πολύ μικρών ή μικρών επιχειρήσεων, καθώς και η υλοποίηση δαπανών των επιχειρήσεων αυτών που έχουν ιδρυθεί κατά την τελευταία πενταετία. Οι παρεχόμενες ενισχύσεις της παραγράφου αυτής δεν θα υπερβαίνουν το ποσό των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) ευρώ για κάθε πολύ μικρή ή μικρή επιχείρηση που είναι εγκατεστημένη στις περιφέρειες της υποπερίπτωσης (i) της περίπτωσης β΄ της παρούσας παραγράφου και του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ στις περιφέρειες της υποπερίπτωσης (ii) της ίδιας περίπτωσης. Το ετήσιο ποσό των χορηγούμενων ενισχύσεων δεν πρέπει να υπερβαίνει το 33% των συνολικών ποσών ενίσχυσης σε κάθε επιχείρηση. Με την ίδια απόφαση ορίζονται: α. Δαπάνες που μπορεί να αφορούν είτε i. υπηρεσίες νομικές, διοικητικής υποστήριξης και παροχής συμβουλών που έχουν άμεση σχέση με τη δημιουργία της επιχείρησης είτε και ii. δαπάνες που πραγματοποιούνται κατά τα πρώτα πέντε έτη μετά την ίδρυση της επιχείρησης και αναφέρονται σε: − τόκους εξωτερικής χρηματοδότησης και μερίσματα των χρησιμοποιούμενων ιδίων κεφαλαίων, με επιτόκιο που δεν υπερβαίνει το επιτόκιο αναφοράς, − έξοδα μίσθωσης εγκαταστάσεων/εξοπλισμού παραγωγής, − δαπάνες για ενέργεια, ύδρευση και θέρμανση, οι φόροι (εκτός του Φ.Π.Α. και των εταιρικών φόρων) και οι διοικητικές επιβαρύνσεις, − αποσβέσεις, έξοδα χρηματοδοτικής μίσθωσης εγκαταστάσεων/εξοπλισμού παραγωγής, καθώς και έξοδα μισθοδοσίας, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεωτικών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, υπό την προϋπόθεση ότι για τις συναφείς επενδύσεις ή μέτρα δημιουργίας θέσεων εργασίας και πρόσληψης δεν έχουν δοθεί άλλου είδους ενισχύσεις. β. Τα ποσοστά ενίσχυσης που δεν δύναται να υπερβαίνουν: i. στις περιφέρειες του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α΄ της συνθήκης Ε.Ε. το 35% των ενισχυόμενων δαπανών που πραγματοποιούνται κατά τα τρία πρώτα έτη μετά την ίδρυση της επιχείρησης και το 25% κατά τα δύο επόμενα έτη, ii. στις περιφέρειες του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ΄ της συνθήκης Ε.Ε. το 25% των ενισχυόμενων δαπανών που πραγματοποιούνται κατά τα τρία πρώτα έτη μετά την ίδρυση της επιχείρησης και το 15% κατά τα δύο επόμενα έτη. Τα παρεχόμενα ποσοστά της υποπερίπτωσης (i) είναι δυνατόν να προσαυξάνονται κατά 5% − στις περιφέρειες που το κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. είναι μικρότερο του 60% του μέσου όρου των 25 Κρατών − Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, − στα μικρά νησιά με πληθυσμό μικρότερο των πέντε χιλιάδων (5.000) κατοίκων. γ. Με την ίδια απόφαση δύναται να καθορίζονται περιοχές της Επικράτειας στις οποίες θα παρέχονται οι ενισχύσεις της παραγράφου αυτής, τομείς στους οποίους θα δραστηριοποιούνται οι ενισχυόμενες επιχειρήσεις, η διάρκεια του καθεστώτος, το είδος και τα ποσοστά των χορηγούμενων ενισχύσεων, το σύνολο ή μέρος των οριζόμενων στην περίπτωση α΄ δαπανών, οι αναγκαίες παρεκκλίσεις από τις ρυθμίσεις των λοιπών διατάξεων του παρόντος νόμου που αφορούν τη νομική μορφή των επιχειρήσεων, το ελάχιστο κόστος ενισχυόμενου επενδυτικού σχεδίου, την ιδία συμμετοχή, τον τρόπο και τα κριτήρια αξιολόγησης, τη διαδικασία παροχής των ενισχύσεων, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που θα συμβάλλει στην εφαρμογή της μορφής αυτής χορήγησης κινήτρων σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

α. Η υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης Β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 10 καταργείται. Στην περίπτωση Δ΄ της παραγράφου 2 προστίθεται εδάφιο: «Κάθε αλλαγή της εταιρικής σύνθεσης του φορέα της επένδυσης οφείλει να γνωστοποιείται στην αρμόδια υπηρεσία. Εάν διαπιστωθεί κατά την ολοκλήρωση της επένδυσης ότι λόγω αλλαγής της εταιρικής σύνθεσης ο φορέας του επενδυτικού σχεδίου έπαυσε να είναι μεσαία ή μικρή επιχείρηση, αφαιρείται από την ενίσχυση το αντίστοιχο ποσοστό που όριζε η απόφαση υπαγωγής λόγω αυτής της ιδιότητας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

α. Η περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 αντικαθίσταται ως εξής: «ζ. Μέχρι την έκδοση της προβλεπόμενης στην παράγραφο 18 του άρθρου 5 κοινής υπουργικής απόφασης για τον καθορισμό του είδους και της έκτασης των έργων ολοκληρωμένης μορφής εκσυγχρονισμού: α) ξενοδοχειακής μονάδας ή: β) των τουριστικών οργανωμένων κατασκηνώσεων (campings), διατηρούνται σε ισχύ και εφαρμόζονται για τον παρόντα νόμο αα) η κανονιστική απόφαση 43965/30.11.1994 που έχει εκδοθεί κατ’ εφαρμογή της περίπτωσης λβ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του κ.ν. 1892/1990 και διατηρήθηκε σε ισχύ σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του ν. 2601/1998, όπως ίσχυε και ββ) η υπ’ αριθμ. 58692/5.8.1998 κανονιστική απόφαση που είχε εκδοθεί σύμφωνα με το εδάφιο β΄ της παραγράφου 20 του άρθρου 6 του ν. 2601/1998, αντιστοίχως. Η παραπάνω απόφαση της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης αυτής έχει εφαρμογή και για τα επενδυτικά σχέδια τουριστικών οργανωμένων κατασκηνώσεων (campings) που έχουν υποβληθεί έως την ημερομηνία λήξης υποβολής των αιτήσεων στις διατάξεις του ν. 3299/ 2004.» β. i. Στην περίπτωση στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 αντί της αναφοράς στην παράγραφο 16 του άρθρου 6 του ν. 2601/1998 νοείται αναφορά στην παράγραφο 18 του παραπάνω άρθρου. ii. Στις περιπτώσεις ιγ΄ και ιδ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12, όπου γίνεται αναφορά στο άρθρο 8 του παρόντος νόμου νοείται αναφορά στο άρθρο 7 του ίδιου νόμου. iii. Στην περίπτωση κ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 αντικαθίσταται η φράση «περίπτωση β΄ της παραγράφου 1» με τη φράση «περίπτωση α΄ της παραγράφου 4».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου αυτού αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2007.

Άρθρο 38ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η προβλεπόμενη, από τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 7 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 A΄), αναπροσαρμογή των ποσών των μηνιαίων βασικών συντάξεων του Ο.Γ.Α. (ν. 4169/1961) ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 2007 σε πενήντα (50) ευρώ και από 1ης Ιανουαρίου 2008 σε πενήντα δύο ευρώ και είκοσι πέντε λεπτά (52,25).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο Κλάδος Σύνταξης του Ταμείου Συντάξεων και Προνοίας Προσωπικού Α.Τ.Ε. εντάσσεται υποχρεωτικά στον Κλάδο Σύνταξης του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων − Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών (Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ.) από 1.1.2007. Τα ποσοστά των ασφαλιστικών εισφορών εργοδότη και ασφαλισμένου μειώνονται στα αντίστοιχα ισχύοντα στο Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ., για μεν τους εργαζόμενους άμεσα από 1.1.2007, για δε τον εργοδότη σταδιακά και ισόποσα μέσα σε χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών, αρχής γενομένης από 1.1.2007. Πέραν των παραπάνω τακτικών ασφαλιστικών εισφορών η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. θα καταβάλλει στο Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ. ως έκτακτη εισφορά, στο πλαίσιο της διάταξης της παραγράφου 4 του άρθρου 46 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 A΄) για δεκαπέντε (15) χρόνια το ποσό των είκοσι οκτώ εκατομμυρίων (28.000.000) ευρώ, κάθε έτος, συμπεριλαμβανομένου και αυτού της ένταξης. Η απόδοση του ποσού κάθε έτους θα γίνεται εντός του μηνός Δεκεμβρίου κάθε έτους. Για τυχόν ελλείμματα πέραν των ανωτέρω, εφαρμογή έχουν οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 3029/2002 (ΦΕΚ 160 A΄). Για τα λοιπά θέματα που δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις του άρθρου αυτού, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9 και 10 του άρθρου 5 του ν. 3029/2002. Από 1.1.2007 οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του Ειδικού Λογαριασμού Επικούρισης Μελών Προσωπικού της Αγροτικής Τράπεζας (Ε.Λ.Ε.Μ.), που έχει συσταθεί στο Ταμείο Υγείας Προσωπικού της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος, υπάγονται υποχρεωτικά στο Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων (Ε.Τ.Α.Τ.). Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 62 του ν. 3371/2005 (ΦΕΚ 178 A΄) και οι διατάξεις του π.δ. 209/2006 (ΦΕΚ 209 A΄). Η οικονομική επιβάρυνση του Ε.Τ.Α.Τ. και του Ε.Τ.Ε.Α.Μ. από την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3371/2005 και του παρόντος άρθρου καλύπτεται, πέραν των προβλεπόμενων από τις καταστατικές διατάξεις του Ε.Λ.Ε.Μ. εισφορών εργαζομένου και εργοδότη, από την καταβολή από την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. του ποσού των τριακοσίων ογδόντα εκατομμυρίων (380.000.000) ευρώ. Από το ποσό αυτό τα διακόσια ογδόντα εκατομμύρια (280.000.000) ευρώ καταβάλλονται εντός του μηνός Ιανουαρίου 2007 και το υπόλοιπο ποσό, σαν έκτακτη εισφορά, των εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) ευρώ καταβάλλεται σε 10 ισόποσες ετήσιες δόσεις στην αρχή κάθε έτους. Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Καταστατικού του Ε.Λ.Ε.Μ. εισφορά της ΑΤΕ μειώνεται σταδιακά και ισόποσα από 9% σε 7,5% εντός τριών (3) ετών, αρχής γενομένης από 1.1.2007. Με τα παραπάνω ποσά των έκτακτων εισφορών και οικονομικών επιβαρύνσεων προς το Ι.Κ.Α. − Ε.Τ.Α.Μ. και Ε.Τ.Α.Τ.− Ε.Τ.Ε.Α.Μ. εξαντλείται η υποχρέωση της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος για κάλυψη επιπλέον εισφορών ή παροχών προς τα Ταμεία αυτά που απορρέουν από τις κείμενες διατάξεις. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας καθορίζεται κάθε θέμα που προκύπτει από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος εφαρμόζεται στο σύνολο του προσωπικού του Ο.Τ.Ε. Α.Ε. ο Εσωτερικός Κανονισμός Προσωπικού της COSMOTE Α.Ε., ως ισχύει σήμερα, με την εξαίρεση των άρθρων 11, 12, 13, καταργούμενης κάθε αντίθετης διάταξης νόμου, όρου συλλογικής σύμβασης εργασίας ή επιχειρησιακής συλλογικής συμφωνίας, απόφασης της διοίκησης του Ο.Τ.Ε. ή εντεταλμένων οργάνων του και πρακτικής, οποιουδήποτε χαρακτήρα ή νομικής δεσμευτικότητας, που αφορούν σε θέματα εσωτερικού κανονισμού του προσωπικού του Ο.Τ.Ε. και αντίκεινται στις ρυθμίσεις του ως άνω Εσωτερικού Κανονισμού Προσωπικού της COSMOTE, με την επιφύλαξη των διατάξεων των επόμενων εδαφίων. Εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου: α) τα άρθρα 20 παράγραφοι 1 III ΦΕΚ 3085 IV, παρ. 2−10 και τα άρθρα 23−40 του καταργούμενου Γενικού Κανονισμού Προσωπικού Ο.Τ.Ε., που αφορούν στον πειθαρχικό έλεγχο του προσωπικού, β) οι υφιστάμενες ρυθμίσεις και όροι των επιχειρησιακών σ.σ.ε. που αφορούν στο μισθολογικό καθεστώς, εξαιρουμένων, για όσους πρόκειται να προσληφθούν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος, του χρονοεπιδόματος και όλων των λοιπών επιδομάτων, γ) τα άρθρα 5, 7, 12, 13, 14, 16, 17, 18, 42, 46, 47 του καταργούμενου Γενικού Κανονισμού προσωπικού Ο.Τ.Ε., μόνο για το προσωπικό που μέχρι την 14η Ιουλίου 2005 υπηρετούσε στον Ο.Τ.Ε. Α.Ε. ως Δόκιμο ή Μόνιμο. Ο Εσωτερικός Κανονισμός Προσωπικού των προηγούμενων εδαφίων τροποποιείται περαιτέρω εν όλω ή εν μέρει, με επιχειρησιακή σ.σ.ε. σύμφωνα με τα άρθρα 3 παρ. 5 και 6 του ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 27 A΄).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 26 του ν. 2843/2000 (ΦΕΚ 219 A΄) και των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 7 του ν. 2257/1994 (ΦΕΚ 197 A΄) καταργούνται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στους εργαζόμενους των εταιρειών ΟΛΥΜΠΙΑΚΕΣ ΑΕΡΟΓΡΑΜΜΕΣ Α.Ε., ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ Α.Ε. και ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ ΑΕΡΟΠΛΟΪΑ Α.Ε., που έχουν προσληφθεί με σύμβαση αορίστου χρόνου μέχρι την 31.12.2005, κατά τη λύση της σύμβασης εργασίας τους λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων πλήρους συνταξιοδότησης ή όταν αποχωρούν με τους όρους περί προαιρετικής αποχώρησης δυνάμει των ισχυουσών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, εξακολουθεί να καταβάλλεται η αποζημίωση των νόμων 2112/1920 και 3198/ 1955 (ΦΕΚ 98 A΄) ή τυχόν συμφωνηθείσα ανώτερη.

Άρθρο 39Έναρξη ισχύος

Η ισχύς των διατάξεων αυτού του νόμου αρχίζει: α) των άρθρων 1 (παράγραφοι 4, 5 ), 2, 3 (παράγραφοι 1, 2 και 3 ), 4 (παράγραφοι 7, 9 και 10), 5 (παράγραφοι 3, 7, 8, 9 και 11), 10 (παράγραφοι 2 και 3) από 1ης Ιανουαρίου 2007 για τα εισοδήματα που αποκτώνται και τις δαπάνες που πραγματοποιούνται, κατά περίπτωση, από την ημερομηνία αυτή και μετά, β) των άρθρων 1 (παράγραφοι 8 και 9), 4 (παράγραφοι 11 και 12) και 5 (παράγραφοι 1 και 5) από το οικονομικό έτος 2007 για τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος αυτού του οικονομικού έτους και των επόμενων, γ) του άρθρου 5 (παράγραφος 4) από το οικονομικό έτος 2006 για τα εισοδήματα αυτού του οικονομικού έτους και επόμενων, δ) του άρθρου 8 (παράγραφοι 1, 2 και 3) για δαπάνες που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις από διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2006 και μετά, ε) του άρθρου 9 (παράγραφοι 3 και 4) από διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2006 και μετά, στ) των άρθρων 10 (παράγραφος 1) και 11 για εισοδήματα του οικονομικού έτους 2006 και μετά, ζ) του άρθρου 13 (παράγραφος 1) για τα φύλλα ελέγχου που εκδίδονται από τη δημοσίευση του παρόντος και μετά και (παράγραφος 4) δύο (2) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος και μετά, η) των άρθρων 17, 18 και 19 από την 1η Ιανουαρίου 2007, θ) των άρθρων 27 (παράγραφοι 1, 2, 4, 5, 6, 7 και 8), 30 (παράγραφοι 9 και 10), 33 και της παραγράφου 19 του άρθρου 34 από 1ης Ιανουαρίου 2007, ι) του άρθρου 27 (παράγραφος 9), του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του Κ.Β.Σ., όπως τίθενται με την παράγραφο 6 του άρθρου 28 του παρόντος νόμου, του άρθρου 28 (παράγραφοι 3, 4, 5, 9, 11 και 12), του άρθρου 30 (παράγραφος 1), του άρθρου 31 (παράγραφος 4) και της περίπτωσης θ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 30 του Κ.Β.Σ., όπως τίθενται με την παράγραφο 5 του άρθρου 31 του παρόντος, από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καταλαμβάνει διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την ημερομηνία αυτή και μετά, ια) των διατάξεων της περίπτωσης γ΄ του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του Κ.Β.Σ., όπως τίθενται με την παράγραφο 2 του άρθρου 28 του παρόντος νόμου, από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καταλαμβάνουν επιτηδευματίες που κάνουν έναρξη εργασιών με αυτό αποκλειστικά το αντικείμενο εργασιών από 1.1.2007 και μετά, καθώς και επιτηδευματίες που εκδίδουν άδεια ανέγερσης οικοδομής από την ημερομηνία αυτή και μετά, ιβ) των διατάξεων της παραγράφου 22 του άρθρου 28 από 1.3.2007, ιγ) των λοιπών διατάξεων από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από αυτές. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 21 Δεκεμβρίου 2006
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Δ. ΣΙΟΥΦΑΣ
ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
Σ. ΤΣΙΤΟΥΡΙΔΗΣ Μ. Γ. ΛΙΑΠΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 22 Δεκεμβρίου 2006
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ