49 Α' 2011

ΝΟΜΟΣ 3932/2011

Σύσταση Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ - ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 3213/2003 (ΦΕΚ 309 Α΄)
10 Μαρτίου 2011

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 49
10 Μαρτίου 2011

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 3932
Σύσταση Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 3213/2003 (ΦΕΚ 309 Α΄)
Άρθρο 8ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003, η φράση «στην Επιτροπή της παρ. 2 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου» αντικαθίσταται από τη φράση «στη Γ΄ Μονάδα της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003, η φράση «της πενταμελούς Επιτροπής της παρ. 2 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου» αντικαθίσταται από τη φράση «της Γ΄ Μονάδας της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/ 2008».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στην παρ. 1 περίπτωση δ΄ του άρθρου 2 του ν. 3213/ 2003, η φράση «στον αρμόδιο για τον έλεγχο της περιουσιακής κατάστασης των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου» αντικαθίσταται από τη φράση «στον Πρόεδρο της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008».

Άρθρο 9ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003, το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης γ΄ υποπερίπτωση ii διαγράφεται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις στ΄ έως και ιε΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου υποβάλλονται στη Γ΄ Μονάδα της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στην παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003, η φράση «από τις Επιτροπές των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού, τόσο οι ίδιες» αντικαθίσταται από τη φράση «από την Επιτροπή της παραγράφου 1, τόσο η ίδια».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Μετά το πέρας του ελέγχου από την Επιτροπή της παραγράφου 1, αν δεν διαπιστωθεί παράβαση και η δήλωση κριθεί ειλικρινής, συντάσσεται στο σώμα της πράξη του διενεργήσαντος τον έλεγχο και τίθεται στο αρχείο. Εφόσον διαπιστώνονται παραβάσεις του νόμου και συντρέχει περίπτωση καταλογισμού κατά το άρθρο 12 του παρόντος νόμου, συντάσσεται σχετική έκθεση, η οποία αποστέλλεται στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Αν ανακύπτει περίπτωση ποινικής ευθύνης, η έκθεση αποστέλλεται στο αρμόδιο για την άσκηση ποινικής δίωξης όργανο. Εφόσον διαπιστωθεί ανάγκη διερεύνησης θεμάτων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα φορολογικής ή άλλης αρχής, η έκθεση αποστέλλεται στην αρχή αυτή.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Κατά τη διάρκεια του ελέγχου, η Επιτροπή της παραγράφου 1, δια του προέδρου της, μπορεί να καλεί τους ελεγχόμενους για να δώσουν διευκρινίσεις ή να προσκομίσουν συμπληρωματικά παραστατικά στοιχεία, εντός ρητής προθεσμίας είκοσι (20) ημερών, η οποία μπορεί να παραταθεί, με απόφαση του προέδρου της, για ισόχρονο διάστημα.»

Άρθρο 10

Στην παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 3213/2003 προστίθεται δεύτερο εδάφιο με το εξής περιεχόμενο: «Όμως το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο, εκτιμώντας ελεύθερα όλες τις περιστάσεις, μπορεί να κρίνει τις πράξεις αυτές ατιμώρητες.»

Άρθρο 11ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 3213/2003, η φράση «που διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου» αντικαθίσταται με τη φράση «της περιουσιακής κατάστασης υπόχρεου προσώπου».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο άρθρο 7 του ν. 3213/2003 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής: «3. Με την ίδια ποινή τιμωρείται, επίσης, όποιος, παρ’ ότι είναι υπεύθυνος, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1, για τη σύνταξη και διαβίβαση καταλόγου των υπόχρεων προσώπων των περιπτώσεων ζ΄, η΄, ιβ΄, ιγ΄, ιδ΄ και ιε΄ της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, παραλείπει τη σύνταξη και διαβίβαση του καταλόγου αυτού.»

Άρθρο 13Μεταβατικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται η Επιτροπή καταπολέμησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και η πενταμελής Επιτροπή του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 3213/2003, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το άρθρο 9 του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όπου στο ν. 3691/2008 γίνεται αναφορά στην «Επιτροπή» ή στην «Επιτροπή του άρθρου 7», νοείται η Α΄ Μονάδα της Αρχής του άρθρου 2 του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Όπου στο ν. 3691/2008 γίνεται αναφορά στην «Κεντρική Συντονιστική Αρχή», νοείται ο «Κεντρικός Συντονιστικός Φορέας» του άρθρου 3 του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όπου σε νομοθετική ή κανονιστική διάταξη αναφέρεται η «Επιτροπή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008» ή η «Επιτροπή καταπολέμησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας», νοείται η Α΄ Μονάδα της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι υπάλληλοι της Επιτροπής καταπολέμησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας καταλαμβάνουν τις αντίστοιχες θέσεις στην Α΄ Μονάδα της Αρχής του άρθρου 2 του παρόντος νόμου για το διάστημα που απομένει μέχρι τη λήξη της θητείας τους, με δυνατότητα ανανέωσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Μέχρι την εγκατάσταση και λειτουργία γραφείων της Αρχής σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως αντικαθίσταται με το άρθρο 2 του παρόντος νόμου, επιτρέπεται η μετακίνηση υπαλλήλων της Αρχής εκτός έδρας για την εκτέλεση ειδικών αποστολών. Το αντικείμενο της εκάστοτε αποστολής καθορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Αρχής. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται το χρονικό διάστημα της εκτός έδρας μετακίνησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2685/1999 (ΦΕΚ 35 Α΄).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Τα αρχεία της πενταμελούς Επιτροπής του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 3213/2003, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το άρθρο 9 του παρόντος νόμου, αποτελούν αρχεία της Γ΄ Μονάδας της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η αρμοδιότητα του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά την παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 3213/2003, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 4 του ν. 3849/2010 (ΦΕΚ 80 Α΄), ασκείται ενώπιον της Γ΄ Μονάδας της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Οι κανονιστικές αποφάσεις και άλλες διοικητικές πράξεις Υπουργών ή αρμόδιων αρχών του άρθρου 6 του ν. 3691/2008 που αφορούν στην εφαρμογή του συγκεκριμένου νόμου ή του ν. 3213/2003 παραμένουν σε ισχύ μέχρι την τροποποίηση ή κατάργησή τους, εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

Άρθρο 14

Μετά το άρθρο 19 του π.δ. 774/1980 (ΦΕΚ 189 Α΄) προστίθεται άρθρο 19Α ως εξής: «Άρθρο 19Α 1. Κατά των αποφάσεων του Τμήματος, που δικάζει σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 19 του παρόντος προεδρικού διατάγματος αιτήσεις ανάκλησης κατά των πράξεων των Κλιμακίων, χωρεί αίτηση αναθεώρησης που μπορεί να ασκηθεί ή από το Δημόσιο ή τον αναθέτοντα φορέα ή αυτόν που είχε παρέμβει κατά την εκδίκαση της αίτησης ανάκλησης ή από τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας, για παράβαση της διαδικασίας που προβλέπεται κατά τη σύναψη της σύμβασης, για εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή του νόμου, καθώς και σε περίπτωση πλάνης περί τα πραγματικά περιστατικά ή προσαγωγής νέων κρίσιμων στοιχείων κατά την έννοια του άρθρου 29 παράγραφος 3 του παρόντος προεδρικού διατάγματος. 2. Η αίτηση αναθεώρησης κατατίθεται στη γραμματεία του κατά την παράγραφο 4 Τμήματος, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης απόφασης, με επιμέλεια της γραμματείας του δικάσαντος την αίτηση ανάκλησης Τμήματος, σε όλους τους διαδίκους που συμμετείχαν στη συζήτηση ενώπιον αυτού του Τμήματος. ΦΕΚ 1541 Για τη συζήτηση της αίτησης αναθεώρησης απαιτείται η κατάθεση παραβόλου, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 56 του παρόντος προεδρικού διατάγματος, που εφαρμόζονται αναλόγως. 3. Η αίτηση αναθεώρησης κοινοποιείται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, με επιμέλεια του αιτούντος, στο Δημόσιο και σε όσους είχαν μετάσχει στην εκδίκαση της αίτησης ανάκλησης. Ο Πρόεδρος του κατά την επόμενη παράγραφο αρμόδιου Τμήματος μπορεί να διατάξει τη γνωστοποίηση με οποιονδήποτε τρόπο της αίτησης αναθεώρησης και σε άλλους που έχουν κατά την κρίση του έννομο συμφέρον. Δεύτερη αίτηση αναθεώρησης κατά της ίδιας απόφασης δεν επιτρέπεται. 4. Η κατά τις προηγούμενες παραγράφους αίτηση αναθεώρησης εκδικάζεται από Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου μείζονος − επταμελούς σύνθεσης, το οποίο συγκροτείται από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και έξι (6) μέλη, τα οποία ορίζονται από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου μεταξύ των αρχαιότερων συμβούλων με ισάριθμους αναπληρωματικούς. Η συμμετοχή στη σύνθεση του Κλιμακίου και του Τμήματος που εξέδωσε την προσβαλλόμενη με την αίτηση αναθεώρησης απόφαση αποτελεί κώλυμα συμμετοχής στην εκδίκαση της αίτησης αναθεώρησης. Τα μέλη του Τμήματος επικουρούνται από υπηρετούντες στο Ελεγκτικό Συνέδριο δικαστικούς λειτουργούς που έχουν το βαθμό εισηγητή. 5. Το Τμήμα επταμελούς σύνθεσης δικάζει την αίτηση αναθεώρησης σε δημόσια συνεδρίαση, επιτρέπεται δε μία μόνο αναβολή της συζήτησης. Όποιος έχει σπουδαίο έννομο συμφέρον μπορεί να ασκήσει εγγράφως ή προφορικά παρέμβαση μέχρι τη συζήτηση της αίτησης αναθεώρησης στο ακροατήριο. Οι διάδικοι μπορούν να υποβάλλουν υπόμνημα μέσα σε τρεις (3) ημέρες από τη συζήτηση στο ακροατήριο της αίτησης αναθεώρησης. 6. Η έκδοση μη οριστικής απόφασης επιτρέπεται μία μόνο φορά. Αν εκδοθεί αναβλητική απόφαση λόγω έλλειψης στοιχείων, ορίζεται προθεσμία που δεν υπερβαίνει τις δεκαπέντε (15) ημέρες, εντός της οποίας πρέπει να συμπληρωθούν τα στοιχεία του φακέλου. Μετά την πάροδο της ορισθείσας προθεσμίας η υπόθεση εισάγεται προς συζήτηση στην αμέσως επόμενη δικάσιμο. Η απόφαση για την αίτηση αναθεώρησης εκδίδεται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη συζήτησή της. 7. Οι ρυθμίσεις των προηγούμενων παραγράφων 5 και 6 εφαρμόζονται και κατά την εκδίκαση των αιτήσεων ανάκλησης που υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 19 του παρόντος προεδρικού διατάγματος, ενώ η ρύθμιση της ως άνω παραγράφου 6 εφαρμόζεται και στη διαδικασία ενώπιον του Κλιμακίου. Σε περίπτωση που δεν εκδοθεί Πράξη του Κλιμακίου ή απόφαση του Τμήματος μετά την πάροδο της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών, η υπόθεση μπορεί να εισάγεται για νέα συζήτηση με Πράξη του Προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Τμήμα επταμελούς σύνθεσης. Κατά της απόφασης αυτής δεν χωρεί αίτηση αναθεώρησης. 8. Αν γίνει δεκτή η αίτηση αναθεώρησης, το Τμήμα αποφασίζει οριστικά για την ελεγχόμενη σύμβαση. Κατά της απόφασης του Τμήματος επί της αίτησης αναθεώρησης δεν επιτρέπεται η άσκηση οποιουδήποτε άλλου ένδικου μέσου. 9. Η αμφισβήτηση για την έννοια διατάξεων τυπικού νόμου, που γεννώνται από την έκδοση αντίθετων Πράξεων ή Πρακτικών Κλιμακίων ή αντίθετων αποφάσεων του κατά την παράγραφο 7 του άρθρου 19 του παρόντος προεδρικού διατάγματος Τμήματος που δικάζει αιτήσεις ανάκλησης, καθώς και η αμφιβολία για την έννοια των διατάξεων αυτών σε εκκρεμείς υποθέσεις, αίρονται από το ίδιο Τμήμα επταμελούς σύνθεσης. Η αμφισβήτηση φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του ανωτέρω Τμήματος αυτεπάγγελτα από τον Πρόεδρο του οικείου Κλιμακίου ή του Τμήματος ή από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο ή με πρωτοβουλία αυτού που έχει σπουδαίο έννομο συμφέρον. Σε περίπτωση αμφιβολίας η οικεία σύνθεση του Κλιμακίου ή του Τμήματος παραπέμπει αμέσως το ζήτημα στο Τμήμα επταμελούς σύνθεσης με πρακτικό της. Το Τμήμα οφείλει να εκδώσει απόφαση άρσης της αμφισβήτησης ή της αμφιβολίας μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του. 10. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, παύει η προβλεπόμενη στην παράγραφο 7 του άρθρου 19 του παρόντος προεδρικού διατάγματος αρμοδιότητα της άρσης αμφισβήτησης από το προβλεπόμενο στη διάταξη αυτή Τμήμα. Η αρμοδιότητα αυτή ασκείται εφεξής από το Τμήμα επταμελούς σύνθεσης. 11. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, το Δημόσιο και οι αναθέτουσες αρχές έχουν δικαίωμα να υποβάλουν ενώπιον του ως άνω Τμήματος επταμελούς σύνθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου, για λόγους εξαιρετικούς και συνδεόμενους με το δημόσιο συμφέρον, αίτηση επανελέγχου συμβάσεων, οι οποίες έχουν ήδη ελεγχθεί από τα αρμόδια Κλιμάκια ή το Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 19 παράγραφος 7 του παρόντος προεδρικού διατάγματος, υπό την προϋπόθεση αφ’ ενός ότι δεν έχουν ακόμη υπογραφεί τα οικεία σχέδια των συμβάσεων αυτών και αφ’ ετέρου ότι έχουν περιέλθει με οποιονδήποτε τρόπο σε γνώση του Δημοσίου ή της αναθέτουσας αρχής νέα στοιχεία σχετικά με την υπό κατάρτιση σύμβαση ή με άλλη σύμβαση οποιουδήποτε αντικειμένου με τον ίδιο συμβαλλόμενο. Για την εκδίκαση και συζήτηση της αίτησης επανελέγχου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 2 εδάφιο τελευταίο, 3, 5 και 6. Άρθρο 15 Η τελευταία φράση της περίπτωσης ι΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 2530/1997 (ΦΕΚ 218Α΄), που προστέθηκε με το εδάφιο β΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 3 του ν. 3255/2004 (ΦΕΚ 138Α΄) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 42 του ν. 3712/2008 (ΦΕΚ 225Α΄), αντικαθίσταται ως εξής: «ή να κατέχουν τις προβλεπόμενες από τις κείμενες διατάξεις θέσεις Ειδικού Συμβούλου ή Ειδικού Συνεργάτη των Υπουργών, των Υφυπουργών ή των Γενικών Γραμματέων των Υπουργείων Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ή Ειδικού Συμβούλου του Υπουργού Εξωτερικών.»

Άρθρο 16Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Παραγγέλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 10 Μαρτίου 2011
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ
ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Ι. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
Δ. ΔΡΟΥΤΣΑΣ Ε. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
Μ. ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ Κ. ΜΠΙΡΜΠΙΛΗ
ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
Α. ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ Δ. ΡΕΠΠΑΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Λ. ΚΑΤΣΕΛΗ Α. ΛΟΒΕΡΔΟΣ
ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Κ. ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ Χ. ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ Χ. ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ Π. ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΣ
ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ,
ΝΗΣΩΝ ΚΑΙ ΑΛΙΕΙΑΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
Ι. ΔΙΑΜΑΝΤΙΔΗΣ Χ. ΠΑΜΠΟΥΚΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 10 Μαρτίου 2011
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Χ. ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ