316 Α' 2005

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 258/2005

Καταστατικό του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ - ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΟΧΩΝ
28 Δεκεμβρίου 2005

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 316
28 Δεκεμβρίου 2005

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 258
Καταστατικό του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.). O ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:
α) Τις διατάξεις του άρθρου 12 παρ. 1 και 3 του ν.2676/ 99 (Α, 1) «Οργανωτική και λειτουργική αναδιάρθρωση των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις.».
β) Τις διατάξεις του π.δ. 63/2005 (Α, 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».
γ) Τις διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 3050/2002 (Α, 214) «Σύσταση Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας και άλλες διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 18 παρ. 7 του ν. 3144/2003 (Α, 111) και το άρθρο 17 παρ. 2 του ν. 3232/2004 (Α, 48).
δ) Τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 3220/2004 (Α, 15), του ν.3232/2004 (Α, 48) και του άρθρου 26 του ν. 3296/2004 (Α, 253).
ε) Τις διατάξεις του άρθρου 15 του π.δ/τος. 213/1992 (Α, 102) «Οργανισμός της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων».
στ) Την υπ’αριθμ. 130/14.10.2002 Οικονομική Έκθεση της Δ/νσης Αναλογιστικών Μελετών της Γ.Γ.Κ.Α.
ζ) Τη γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε. που διατυπώθηκε στην υπ’αριθμ. 404/3/268/6.12.2001 απόφασή του όπως συμπληρώθηκε με την υπ’αριθμ.489/1/505/2.6.2004 απόφασή του.
η) Τη γνώμη του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης, που διατυπώθηκε κατά τις υπ’αριθμ. 2η/4.2.2003, 3η/ 11.2.2003, 4η/4.3.2003 και 1η/19.10.2004 συνεδριάσεις αυτού.
θ) Το γεγονός ότι από το παρόν διάταγμα δεν προκαλείται επιπλέον επιβάρυνση σε βάρος ούτε του κρατικού προϋπολογισμού ούτε του προϋπολογισμού του ΟΑΕΕ, δεδομένου ότι με τις διατάξεις του Προεδρικού αυτού Διατάγματος επιδιώκεται η ενοποίηση και κωδικοποίηση των διατάξεων της νομοθεσίας των τριών καταργούμενων Ταμείων.
ι) Την υπ’αριθμ. 110/27.2.2004 γνωμοδότηση του ΣτΕ μετά από πρόταση του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και την υπ’αριθμ. 76/12.4.2005 γνωμοδότηση του ΣτΕ μετά από πρόταση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας , απο−
φασίζουμε:
ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΚΛΑΔΟΥ ΣΥΝΤΑΞΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΟΧΩΝ
Άρθρο 19ΣΥΝΤΑΞΙΜΟΣ ΧΡΟΝΟΣ Για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος και τον προσδιορισμό του ποσού της σύνταξης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, ως συντάξιμος χρόνος λογίζεται:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο χρόνος υποχρεωτικής ή προαιρετικής ασφάλισης στον Ο.Α.Ε.Ε., ο οποίος υπολογίζεται σε έτη και μήνες. Όπου απαιτείται κατά νόμο η μετατροπή του συντάξιμου χρόνου σε ημέρες, υπολογίζονται 25 ημέρες ασφάλισης για κάθε μήνα και 300 ημέρες για κάθε έτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο χρόνος που αναγνωρίστηκε και εξαγοράστηκε στον Οργανισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του παρόντος π.δ/τος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο χρόνος Διαδοχικής Ασφάλισης που διανύθηκε σε φορείς Κύριας Ασφάλισης, ο οποίος μετατρέπεται σε έτη και μήνες, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου, πλην του ΝΑΤ που υπολογίζεται με 30 ημέρες το μήνα και 360 ημέρες το χρόνο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για τη χορήγηση σύνταξης λόγω γήρατος δεν απαιτείται ενεργός ασφαλιστικός δεσμός. Για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να έχει συμπληρωθεί πλήρως ο απαιτούμενος χρόνος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ο χρόνος κατά τον οποίο ο ασφαλισμένος έλαβε σύνταξη λόγω αναπηρίας, συνυπολογίζεται για την συμπλήρωση των ελάχιστων χρονικών προϋποθέσεων των 15 ετών, που απαιτούνται για την συνταξιοδότηση λόγω γήρατος και όχι για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης.

Άρθρο 20ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΣ ΛΟΓΩ ΓΗΡΑΤΟΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι ασφαλισμένοι του Ο.Α.Ε.Ε. δικαιούνται σύνταξη λόγω γήρατος μετά την διακοπή του επαγγέλματός τους: α) Όταν συμπληρώσουν το 65ο έτος της ηλικίας τους και έχουν συντάξιμο χρόνο 15 ετών. β) Όταν συμπληρώσουν το 60ο έτος της ηλικίας τους και έχουν συντάξιμο χρόνο 35 ετών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι ασφαλισμένοι του Οργανισμού θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης με τη συμπλήρωση 37 ετών πραγματικής ασφάλισης, σε φορείς κύριας ασφάλισης ελευθέρων επαγγελματιών και ανεξάρτητα απασχολουμένων, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν.3232/2004 (48 Α΄) όπως ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι ασφαλισμένοι του Οργανισμού οι οποίοι συμπληρώνουν το 65ο έτος της ηλικίας τους και τουλάχιστον 11 ½ έτη υποχρεωτικής ασφάλισης σε φορείς ελευθέρων επαγγελματιών και ανεξάρτητα απασχολουμένων, μέχρι τις 31.12.2007 και δεν λαμβάνουν ή δεν δικαιούνται να λάβουν σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το Δημόσιο, δικαιούνται σύνταξη λόγω γήρατος, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 16 του ν.3232/2004 (48 Α΄) όπως ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι ασφαλισμένοι του Οργανισμού, που είναι τυφλοί ή παραπληγικοί με ποσοστό αναπηρίας 67%, δικαιούνται σύνταξη λόγω γήρατος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.612/1977 (164 Α΄), όπως ισχύουν. Επίσης με τις ίδιες ως άνω προϋποθέσεις, δικαιούνται σύνταξη λόγω γήρατος και οι ασφαλισμένοι: α) που πάσχουν από Βήτα ομόζυγο μεσογειακή, δρεπανοκυτταρική ή μικροδρεπανοκυτταρική αναιμία, υποβάλλονται σε μεταγγίσεις και έχουν ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67% σύμφωνα με την παρ. 3 αρθ. 16 του ν.2227/1994, 129 Α΄, β) που πάσχουν από αιμορροφιλία τύπου Α΄ και Β΄, καθώς και οι μεταμοσχευόμενοι από συμπαγή όργανα (καρδιά − πνεύμονες – ήπαρ και πάγκρεας), που βρίσκονται σε συνεχή ανοσοκαταστολή, εφόσον για τις περιπτώσεις αυτές συντρέχει ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67% σύμφωνα με την παρ. 1 αρθ. 5 ν. 3232/2004 και γ) που πάσχουν από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου και υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση ή περιτοναϊκή κάθαρση ή έχουν υποστεί μεταμόσχευση νεφρού εφόσον και στην περίπτωση αυτή συντρέχει ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67% σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 3232/2004 (48 Α΄) όπως ισχύουν. Ο χρόνος που προστίθεται στο χρόνο ασφάλισης του Οργανισμού για τη συμπλήρωση των 35 ετών, για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης όλων των ανωτέρω, θεωρείται ότι διανύθηκε στην 1η ασφαλιστική κατηγορία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Μητέρες αναπήρων τέκνων με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω, καθώς και σύζυγοι αναπήρων με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω, εφόσον έχουν διανύσει τουλάχιστον 10ετή έγγαμο βίο, θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης με τη συμπλήρωση 7.500 ημερών εργασίας ή 25 ετών ασφάλισης, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας και ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του ν.3232/2004 (48 Α΄) όπως ισχύουν.

Άρθρο 21ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΣ ΛΟΓΩ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ασφαλισμένος του Ο.Α.Ε.Ε., μετά την διακοπή του επαγγέλματος λόγω νόσου, δικαιούται σύνταξης λόγω αναπηρίας, εάν έγινε ανάπηρος κατά την έννοια του παρόντος και έχει πραγματοποιήσει πέντε έτη ασφάλισης, από τα οποία δύο έτη μέσα στα πέντε τελευταία έτη πριν την επέλευση της αναπηρίας ή τη διακοπή της ασφάλισης. Εάν κατά την διάρκεια των πέντε ετών ο ασφαλισμένος έχει συνταξιοδοτηθεί, η περίοδος των πέντε ετών επεκτείνεται για όσο χρόνο συνταξιοδοτήθηκε.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σύνταξη λόγω αναπηρίας δικαιούται και ο ασφαλισμένος που έχει πραγματοποιήσει 15 έτη ασφάλισης και δεν έχει ασφαλιστεί, από την διακοπή της ασφάλισής του μέχρι την επέλευση της αναπηρίας, σε άλλο ασφαλιστικό φορέα Κύριας Ασφάλισης ή το Δημόσιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο ασφαλισμένος του Ο.Α.Ε.Ε θεωρείται ανάπηρος για την εφαρμογή των διατάξεων των προηγουμένων παραγράφων σε περίπτωση πάθησης ή βλάβης ή εξασθένησης σωματικής ή πνευματικής για εξάμηνη διάρκεια τουλάχιστον, κατά ιατρική πρόβλεψη, εφόσον καταστεί ανίκανος με ποσοστό 67% και άνω, για το επάγγελμα που ασκούσε προ της επέλευσης της αναπηρίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Εάν η ανικανότητα οφείλεται σε βίαιο συμβάν, το οποίο επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ’ αφορμής αυτής, για την χορήγηση σύνταξης δεν απαιτείται η πραγματοποίηση του καθοριζόμενου στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου χρόνου ασφάλισης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Εάν η ανικανότητα προς εργασία οφείλεται σε βίαιο συμβάν, που δεν επήλθε όμως κατά την εκτέλεση ή εξ’ αφορμής της εργασίας, για την χορήγηση σύνταξης αρκεί η πραγματοποίηση του μισού χρόνου ασφάλισης, που καθορίζεται στις παρ. 1 & 2 του παρόντος άρθρου, χωρίς όμως αντίστοιχη μείωση και του κατά την τελευταία προ της επέλευσης της αναπηρίας ή της διακοπής της ασφάλισης πενταετία απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης. Η θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης λόγω αναπηρίας από βίαιο συμβάν εκτός εργασίας, με βάση τη διάταξη της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, γίνεται με την προϋπόθεση ότι ο ανάπηρος μετά την διακοπή της ασφάλισης δεν έχει ασφαλιστεί σε άλλο φορέα κύριας ασφάλισης ή το δημόσιο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Εάν ο ασφαλισμένος κατέστη ανάπηρος εκ προθέσεως ή συνεπεία κακουργήματος παρ’ αυτού διαπραχθέντος, αποδεικνύεται δε η ενοχή του με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, δεν δικαιούται σύνταξης λόγω αναπηρίας. Εάν όμως υπάρχουν πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 23 του παρόντος, αυτοί δικαιούνται τη σύνταξη, την οποία θα εδικαιούντο σε περίπτωση θανάτου του ασφαλισμένου, υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 25 του παρόντος.

Άρθρο 22ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΒΕΒΑΙΩΣΕΩΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αρμόδια για τη διαπίστωση της αναπηρίας, κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 21, είναι η πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή του ΟΑΕΕ του τόπου κατοικίας του ασφαλισμένου, στην οποία παραπέμπεται από το αρμόδιο όργανο του Οργανισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η υγειονομική επιτροπή, που εξετάζει τον ασθενή αποφαίνεται για το είδος της πάθησής του, τη διάρκεια ανικανότητας και το ποσοστό της αναπηρίας του για το ασφαλιζόμενο επάγγελμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Την απόφαση της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής μπορεί να προσβάλλει ο ασφαλισμένος στη δευτεροβάθμια υγειονομική επιτροπή, μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση της απόφασης. Την ανωτέρω απόφαση μπορεί να προσβάλλει και ο Οργανισμός ενώπιον της δευτεροβάθμιας υγειονομικής επιτροπής, μετά από γνώμη του αρμοδίου υγειονομικού οργάνου, εντός μηνός από της κοινοποίησης της απόφασης. Το αρμόδιο όργανο του Οργανισμού μπορεί οποτεδήποτε να παραπέμπει συνταξιούχο στην υγειονομική επιτροπή για εξέταση και πριν από τη λήξη της περιόδου, για την οποία κρίθηκε ανάπηρος, αν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι έχει μεταβληθεί η κατάσταση της υγείας του και εάν κριθεί ικανός, να διακόψει την σύνταξή του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι υγειονομικές επιτροπές είναι αρμόδιες και για τις παροχές του Κλάδου Υγείας όπου από τον ισχύοντα κανονισμό ή από σχετικές αποφάσεις του Δ.Σ. του ΟΑΕΕ απαιτείται η παραπομπή των ασφαλισμένων σε αυτές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ο ασφαλισμένος που συνταξιοδοτήθηκε λόγω αναπηρίας για ορισμένο χρονικό διάστημα, δικαιούται παράτασης της συνταξιοδοτήσεώς του, μετά από νέα κρίση της υγειονομικής επιτροπής, στην οποία παραπέμπεται από το αρμόδιο όργανο του ΟΑΕΕ, τουλάχιστον τρεις μήνες προ της λήξεως της αναπηρίας του. Σε περίπτωση μη προσέλευσης εντός εξαμήνου για εξέταση στις υγειονομικές επιτροπές, του μεν ασφαλισμένου που αιτείται σύνταξη λόγω αναπηρίας απορρίπτεται το αίτημά του, του δε συνταξιούχου που παραπέμπεται για παράταση αναπηρίας διακόπτεται η συνταξιοδότηση από την πρώτη του επόμενου μήνα εκείνου, εντός του οποίου έληξε η αναπηρία του. Μετά την απόρριψη του αιτήματος ή τη διακοπή της συνταξιοδότησης, δύναται να επανέλθει οποτεδήποτε με νέα αίτηση για συνταξιοδότηση, τα δε οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την πρώτη του επόμενου μήνα υποβολής της αίτησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ο ασφαλισμένος που κρίθηκε οριστικά από τις υγειονομικές επιτροπές με ποσοστό αναπηρίας λιγότερο από 67%, δεν δικαιούται να ζητήσει την επανάκρισή του για την ίδια πάθηση, αν δεν περάσει ένα έτος από την τελευταία κρίση της υγειονομικής επιτροπής, εκτός αν επέλθει επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του. ΦΕΚ 5753

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ο συνταξιούχος λόγω αναπηρίας μπορεί με αίτησή του να ζητήσει τη μετατροπή της σύνταξης λόγω αναπηρίας σε λόγω γήρατος, εφόσον έχει τις προϋποθέσεις των περιπτώσεων α, β της παρ. 1 του άρθρου 20, περί προϋποθέσεων συντάξεως λόγω Γήρατος. Οι συντάξεις λόγω αναπηρίας μπορεί να είναι οριστικές, εφόσον οι υγειονομικές επιτροπές γνωματεύσουν ότι η ανικανότητα είναι μόνιμη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Οι συντάξεις λόγω αναπηρίας καθίστανται αυτοδικαίως οριστικές όταν: α) Ο συνταξιούχος έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του και χρόνο συνταξιοδότησης επτά (7) ετών συνεχώς, κατά την διάρκεια των οποίων υποβλήθηκε σε τρεις τουλάχιστον εξετάσεις από τις οικείες υγειονομικές επιτροπές. β) Ο συνταξιούχος έχει συμπληρώσει το 60ο έτος της ηλικίας του και χρόνο συνταξιοδότησης πέντε (5) ετών συνεχώς, κατά την διάρκεια των οποίων υποβλήθηκε σε δύο τουλάχιστον εξετάσεις από τις οικείες υγειονομικές επιτροπές. γ) Ο επί 12ετία συνεχώς συνταξιοδοτούμενος, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας. δ) Ο επί 20ετία διακεκομμένα, αλλά από τριετίας συνεχώς συνταξιοδοτούμενος ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Οι αρμόδιες για τη διαπίστωση της αναπηρίας πρωτοβάθμιες υγειονομικές επιτροπές εδρεύουν στις πρωτεύουσες των νομών και απαρτίζονται από τρεις ιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων, είτε από μονίμους ιατρούς του Οργανισμού, όπου υπάρχουν, είτε από συνεργαζόμενους μ’ αυτόν. Ειδικότερα, για το νομό Αττικής και Θεσσαλονίκης πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή θα εδρεύει σε κάθε Περιφερειακή Δ/νση. Η θητεία των μελών των παραπάνω επιτροπών ορίζεται σ’ ένα έτος. Επί προσφυγών κατ’ αποφάσεων των πρωτοβαθμίων υγειονομικών επιτροπών αποφαίνονται οι δευτεροβάθμιες υγειονομικές επιτροπές του Οργανισμού, οι οποίες εδρεύουν στις Περιφερειακές Δ/νσεις, όπως αυτές ορίζονται από τον Οργανισμό Λειτουργίας του ΟΑΕΕ. Ειδικότερα, στο νομό Αττικής και Θεσσαλονίκης δευτεροβάθμιες υγειονομικές επιτροπές θα εδρεύουν δύο στην Αθήνα, μια στον Πειραιά και μια στη Θεσσαλονίκη. Οι δευτεροβάθμιες επιτροπές απαρτίζονται από τρεις ιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων, από τους μονίμους ιατρούς του Οργανισμού ή τους συνεργαζόμενους μ’ αυτόν. Η θητεία των μελών των δευτεροβαθμίων επιτροπών ορίζεται σ’ ένα έτος. Ιατροί που συμμετέχουν σε πρωτοβάθμιες υγειονομικές επιτροπές, δεν δύνανται συγχρόνως να συμμετέχουν και σε δευτεροβάθμιες επιτροπές. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού συγκροτούνται οι ως άνω Υγειονομικές Επιτροπές. Επίσης, είναι δυνατόν να συγκροτούνται πρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες υγειονομικές επιτροπές και σε Περιφερειακά Τμήματα, όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Οι δαπάνες εξέτασης των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του Οργανισμού από τις υγειονομικές επιτροπές βαρύνουν τον Κλάδο Σύνταξης του ΟΑΕΕ. Οι παραπεμπόμενοι αυτεπαγγέλτως στις δευτεροβάθμιες υγειονομικές επιτροπές από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Οργανισμού, εφόσον διαμένουν εκτός της έδρας της επιτροπής, δικαιούνται έξοδα μετακίνησης, που αντιστοιχούν στην καταβολή του αντιτίμου του εισιτηρίου, προκειμένου περί αυτοκινήτων και της κατώτερης θέσης, προκειμένου περί μετακίνησης σιδηροδρομικώς ή δια θαλάσσης ή αεροπορικώς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Με την προβλεπόμενη από την παρ. 3β του αρθ. 12 του ν. 2676/1999 (1 Α΄) Υπουργική Απόφαση θα καθορισθούν οι λεπτομέρειες για τη λειτουργία των Υγειονομικών Επιτροπών.

Άρθρο 23ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΕΠΙΖΩΝΤΩΝ Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου που έχει τις προϋποθέσεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 21 του παρόντος π.δ/τος, καθώς και σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου λόγω αναπηρίας ή γήρατος, δικαιούνται σύνταξη σύμφωνα με τις επόμενες παραγράφους:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο επιζών των συζύγων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 62 του ν.2676/1999 (1 Α΄), όπως ισχύουν.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα άγαμα νόμιμα, νομιμοποιημένα, αναγνωρισμένα και υιοθετημένα τέκνα, εφόσον η υιοθεσία έλαβε χώρα ένα έτος τουλάχιστον προ του θανάτου ή της χορήγησης της συντάξεως στο θετό γονέα και μέχρι της συμπλήρωσης του 18ου έτους της ηλικίας τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα παιδιά ορφανά και από τους δύο γονείς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του άρθρου 5 του ν.3232/2004 (48 Α΄) όπως ισχύουν.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι κατά τον χρόνο του θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου άγαμοι, ορφανοί αμφοτέρων των γονέων, εγγονοί και προγονοί, εφόσον αυτοί συντηρούντο κυρίως από τον θανόντα ή τη θανούσα και δεν λαμβάνουν άλλη σύνταξη από φορέα κύριας ασφάλισης ή το δημόσιο και μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους. Τα πρόσωπα των ανωτέρω περιπτώσεων 2 και 3 δικαιούνται σύνταξη μέχρι και του 19ου έτους της ηλικίας, εφόσον δεν έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές τους στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή και του 26ου έτους της ηλικίας, εφόσον σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες από το κράτος σχολές επιστημονικής ή τεχνικής εκπαίδευσης της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, καθώς και στα Ι.Ε.Κ. της ημεδαπής. Προκειμένου περί αγάμων τέκνων, εγγονών και προγονών, ανικάνων για κάθε βιοποριστική εργασία με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%, η σύνταξη καταβάλλεται και μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας, εφόσον η ανικανότητα επήλθε προ της συμπλήρωσης του 18ου έτους της ηλικίας ή του 24ου έτους προκειμένου περί σπουδαζόντων. Τα πρόσωπα των παρ. 2 & 3 του παρόντος άρθρου δικαιούνται σύνταξη, εφόσον δεν ασκούν επάγγελμα ή δεν λαμβάνουν σύνταξη από δική τους εργασία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι γονείς, εάν είναι οικονομικώς αδύνατοι και συντηρούντο κυρίως από τον θανόντα και δεν λαμβάνει σύνταξη κανένας από αυτούς ή δεν καλύπτεται ασφαλιστικά από άλλο φορέα, από τον οποίο να δικαιούται σύνταξη ή άλλη παροχή. Οι θετοί γονείς δικαιούνται σύνταξη με τις ίδιες προϋποθέσεις, εφόσον η υιοθεσία έλαβε χώρα τρία τουλάχιστον συμπληρωμένα έτη προ του θανάτου του υιοθετηθέντος τέκνου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ο επιζών σύζυγος δεν δικαιούται σύνταξη εάν: α)Ο θάνατος του ασφαλισμένου συζύγου ή της συζύγου επήλθε προ της παρόδου έξη μηνών από την τέλεση του γάμου. β)Ο θανών ή η θανούσα κατά την τέλεση του γάμου ελάμβανε σύνταξη λόγω γήρατος ή αναπηρίας και ο θάνατος επήλθε πριν από την παρέλευση 24 μηνών από την τέλεση του γάμου. Οι ανωτέρω χρονικές προϋποθέσεις δεν απαιτούνται εάν: α) Ο θάνατος οφείλεται σε βίαιο συμβάν. β) Υφισταμένου γάμου γεννήθηκε ή δια γάμου νομιμοποιήθηκε τέκνο. γ) Η χήρα κατά το χρόνο του θανάτου τελεί σε κατάσταση εγκυμοσύνης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Όλα τα δικαιώματα, τα οποία κατά τον Κανονισμό αυτό έχουν ως προϋπόθεση το θάνατο, γεννώνται και για την αφάνεια που έχει κηρυχθεί νόμιμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Ο/η διαζευγμένος δικαιούται σύνταξη λόγω θανάτου, του/της πρώην συζύγου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν.3232/2004 (48 Α΄) όπως ισχύουν.

Άρθρο 24ΠΟΣΟ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΛΟΓΩ ΓΗΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η μηνιαία σύνταξη λόγω γήρατος και αναπηρίας, συνίσταται σε ποσοστό 2% επί των κατά το άρθρο 5 ασφαλιστικών κατηγοριών για κάθε έτος συντάξιμης υπηρεσίας. Εάν στο συντάξιμο χρόνο ή στο χρόνο υπαγωγής σε ορισμένη ασφαλιστική κατηγορία, περιλαμβάνεται και κλάσμα έτους, τότε συνυπολογίζεται και το ποσοστό που αναλογεί σ’ αυτό. Το ποσό σύνταξης λόγω γήρατος που καταβάλλεται στους συνταξιοδοτούμενους, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 20 του παρόντος Κανονισμού, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 2/3 ούτε να υπολείπεται του ½ του εκάστοτε καταβαλλόμενου κατώτατου ορίου σύνταξης γήρατος του Οργανισμού. Στην κατηγορία αυτή των συνταξιούχων δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Οργανισμού περί κατωτάτων ορίων, ούτε οι διατάξεις του άρθρου 24 του ν.2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α΄) όπως ισχύουν (περ. α εδαφ. δεύτερο και περ. δ παρ. 3 άρθρου 16 του ν. 3232/2004.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το κατώτατο όριο μηνιαίας σύνταξης λόγω γήρατος και αναπηρίας καθορίζεται στο ποσό που αντιστοιχεί σε 15 χρόνια ασφάλισης στην 6η ασφαλιστική κατηγορία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το ποσό της καταβαλλόμενης από τον οργανισμό μηνιαίας σύνταξης λόγω αναπηρίας προσαυξάνεται κατά 50% αυτής, εφόσον ο ανάπηρος βρίσκεται σε κατάσταση που απαιτεί συνεχή επίβλεψη, περιποίηση και συμπαράσταση άλλου προσώπου (απόλυτος αναπηρία). Η ανωτέρω προσαύξηση απολύτου αναπηρίας καταβάλλεται και στις παρακάτω περιπτώσεις, εφόσον κριθεί από τις υγειονομικές επιτροπές, ότι χρήζουν συνεχούς επίβλεψης, περιποίησης και συμπαράστασης άλλου προσώπου: α) Στους συνταξιούχους λόγω γήρατος, εφόσον είναι πρακτικά τυφλοί εξ’ αμφοτέρων των οφθαλμών. β) Στους δικαιούχους σύνταξης λόγω θανάτου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το ποσό της σύνταξης των τυφλών ασφαλισμένων του ΟΑΕΕ που συνταξιοδοτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 612/1977 (164 Α΄), προσαυξάνεται με το επίδομα απολύτου αναπηρίας σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 5 του ν. 3232/2004 (48 Α΄) όπως ισχύουν.

Άρθρο 25ΠΟΣΟ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΕΠΙΖΩΝΤΩΝΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου λόγω γήρατος και αναπηρίας, το ποσό της σύνταξης των δικαιούχων μελών υπολογίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24, ανάλογα με το χρόνο ασφάλισης του θανόντος και κατανέμεται στα μέλη της οικογένειας ως εξής: α) Στον επιζώντα των συζύγων το 70% του ποσού της βασικής σύνταξης του θανόντος ή της θανούσης. β) Το ποσό της σύνταξης, το οποίο δικαιούται κάθε τέκνο, ισούται προς το 20% του ποσού της βασικής σύνταξης του θανόντος ή της θανούσης. Σε περίπτωση που το τέκνο είναι ορφανό και από τους δύο γονείς ή ο επιζών γονέας ήρθε σε δεύτερο γάμο, τότε το ποσό της σύνταξης του τέκνου γίνεται 60%. Το σύνολο της σύνταξης του επιζώντα συζύγου και των τέκνων δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης του θανόντος ή της θανούσης και σε περίπτωση που δεν υπάρχει επιζών σύζυγος το 100% της εν λόγω σύνταξης. Εάν το σύνολο των συντάξεων υπερβαίνει τα όρια της προηγουμένης περίπτωσης, η σύνταξη κάθε δικαιοδόχου μειώνεται ανάλογα. γ) Οι γονείς, εγγονοί και προγονοί δικαιούνται σύνταξη, εάν δεν υπάρχει επιζών σύζυγος ή τέκνα που να δικαιούνται σύνταξη. Σε περίπτωση που υπάρχουν χήρα ή χήρος ή τέκνα, δικαιούνται το υπόλοιπο της σύνταξης μέχρι συμπληρώσεως του 100% της σύνταξης του θανόντα. δ) Το ποσό της σύνταξης για κάθε εγγονό ή προγονό, τον πατέρα ή την μητέρα, εφόσον δικαιούνται σύνταξη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 25, ισούται προς το 20% της σύνταξης του θανόντος ή της θανούσης, εκτός αν η μητέρα είναι χήρα, οπότε δικαιούται το 40%, χωρίς όμως το σύνολο των συντάξεων των εγγονών, προγονών και γονέων να υπερβαίνει το 80% της συντάξεως του θανόντος ή της θανούσης ή, σε περίπτωση που υπάρχει επιζών σύζυγος και τέκνα, το εναπομείναν υπόλοιπο. Εάν το σύνολο των συντάξεων υπερβαίνει τα παραπάνω όρια, η σύνταξη έκαστου δικαιούμενου μειώνεται ανάλογα. ε) Το ποσό σύνταξης που δικαιούται ο/η διαζευγμένος/ η καθορίζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του ν.3232/2004 (48 Α΄).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το κατώτατο όριο μηνιαίας σύνταξης λόγω θανάτου, ορίζεται στο 80% του κατώτατου ορίου σύνταξης λόγω γήρατος και αναπηρίας.

Άρθρο 26ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ − ΔΩΡΑ ΕΟΡΤΩΝ Ο ΟΑΕΕ χορηγεί στους συνταξιούχους του, επ’ ευκαιρία των εορτών των Χριστουγέννων και του Πάσχα κάθε έτους, δώρα ως εξής:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Δώρου Χριστουγέννων, το οποίο είναι ίσο με μια καταβαλλόμενη σύνταξη, δικαιούνται όσοι είναι συνταξιούχοι την πρώτη Δεκεμβρίου, καθώς και εκείνοι για τους οποίους εκδίδεται απόφαση περί συνταξιοδότησης μετά την πρώτη Δεκεμβρίου εφόσον η έναρξη συνταξιοδότησης ανατρέχει πριν από την ημερομηνία αυτή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σε όσους είναι συνταξιούχοι την πρώτη του μήνα που εορτάζεται το Πάσχα, το δώρο είναι ίσο με μισή καταβαλλόμενη σύνταξη, εφαρμοζόμενων αναλόγως των οριζόμενων στην προηγούμενη παράγραφο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στους συνταξιούχους που η συνταξιοδότησή τους έληξε μέσα στο χρονικό διάστημα από της ημερομηνίας του Πάσχα μέχρι την 25η Δεκεμβρίου και αντίστροφα, ως δώρο Χριστουγέννων ή Πάσχα καταβάλλεται ποσό ίσο με ένα τριακοστό ( 1/30 ) της μηνιαίας σύνταξης για κάθε οκταήμερο συνταξιοδότησής τους, χωρίς να δύναται να υπερβεί το ποσό των δώρων τη μία σύνταξη για τα Χριστούγεννα και τη μισή για το Πάσχα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Σε όσους είναι συνταξιούχοι κατά την πρώτη Ιουνίου ή η έναρξη συνταξιοδοτήσεως ανατρέχει στην ημερομηνία αυτή, χορηγείται επίδομα θερινών διακοπών, ίσο με την μισή καταβαλλόμενη σύνταξη. Συνταξιούχοι του Οργανισμού, των οποίων η συνταξιοδότηση έληξε ή η καταβολή της συντάξεως ανεστάλη πριν από τον μήνα Ιούνιο κάθε έτους, δικαιούνται κλάσμα από το επίδομα που προβλέπει το προηγούμενο εδάφιο, ίσο με τόσα εικοστά τέταρτα της καταβαλλόμενης σύνταξης, όσοι και οι μήνες της συνταξιοδότησης κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ο Οργανισμός χορηγεί στους ασφαλισμένους και συνταξιούχους του επίδομα αεροθεραπείας, σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις που ορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία και τις εκάστοτε κοινές υπουργικές αποφάσεις.

Άρθρο 27ΗΛΙΚΙΑΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η ηλικία των ασφαλισμένων και των μελών της οικογένειας τους αποδεικνύεται με το δελτίο της αστυνομικής τους ταυτότητας. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει αστυνομική ταυτότητα, η ηλικία αποδεικνύεται με ληξιαρχική πράξη γέννησης, η οποία έχει συνταχθεί ή διορθωθεί μέσα σε 90 μέρες από τη γέννηση ή με την εγγραφή στα Μητρώα Αρρένων ή στα Δημοτολόγια που ισχύουν και εάν δεν υπάρχει ημερομηνία γέννησης στο δελτίο ταυτότητας, τότε θα λαμβάνεται υπόψη η αναγραφόμενη σε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο, άλλως σαν ημερομηνία γέννησης θεωρείται η 30η Ιουνίου του έτους γέννησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην περίπτωση που υπάρχουν δύο ή περισσότερες εγγραφές στα ίδια ή διαφορετικά Μητρώα Αρρένων ή στα Δημοτολόγια που ισχύουν με διαφορετικό έτος γέννησης, λαμβάνεται υπόψη η παλαιότερη εγγραφή. Αν έχει γίνει διόρθωση ή μεταβολή του έτους γέννησης που αναγράφεται στα Μητρώα Αρρένων ή στα Δημοτολόγια που ισχύουν με οποιαδήποτε τρόπο, ως έτος γέννησης σε όλες τις περιπτώσεις θεωρείται αυτό που γράφτηκε πριν από την διόρθωση ή την μεταβολή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στην περίπτωση που δεν υπάρχει κανένα από τα στοιχεία που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, η ηλικία βεβαιώνεται με απόφαση της Ειδικής Επιτροπής του ΙΚΑ, μετά από αίτηση του αρμοδίου οργάνου του Ο.Α.Ε.Ε. ή του ασφαλισμένου. Με απόφαση της ίδιας Επιτροπής βεβαιώνεται η ηλικία και στην περίπτωση που ο ασφαλισμένος αμφισβητήσει την ορθότητα της εγγραφής του έτους της γέννησής του στα Μητρώα Αρρένων ή στα Δημοτολόγια, εφόσον η αμφισβήτηση αυτή στηρίζεται αποκλειστικά σε έγγραφα στοιχεία, τα οποία έχουν συνταχθεί πριν από την υπαγωγή στην ασφάλιση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η ηλικία των, κατά το χρόνο της αίτησής τους για χορήγηση ασφαλιστικής παροχής, αλλοδαπών ή ακαθόριστης υπηκοότητας ασφαλισμένων και των μελών της οικογενείας τους αποδεικνύεται με το νόμιμα θεωρημένο διαβατήριό τους ή με την ταυτότητα, με την οποία τους έχει εφοδιάσει η αρμόδια αστυνομική αρχή. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει κανένα από τα αποδεικτικά αυτά στοιχεία, η ηλικία αποδεικνύεται με έγγραφο στοιχείο που προβλέπεται από τη νομοθεσία του Κράτους που γεννήθηκε ο δικαιοδόχος της παροχής, εφόσον είναι θεωρημένο από την αρμόδια Ελληνική Προξενική Αρχή. Οι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τα πιο πάνω πρόσωπα.

Άρθρο 28ΤΟΠΟΣ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η σύνταξη καταβάλλεται στο δικαιούχο ή στο νόμιμο πληρεξούσιό του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο τρόπος και ο χρόνος της καταβολής της σύνταξης καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΕΕ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η στρογγυλοποίηση του ποσού της καταβαλλόμενης σύνταξης γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 1 και 2 του ν. 2842/2000 (207 Α΄).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Συντάξεις που οφείλονται σε αποβιώσαντα συνταξιούχο καταβάλλονται στους νομίμους κληρονόμους, σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.

Άρθρο 29ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το συνταξιοδοτικό δικαίωμα ασκείται με την υποβολή σχετικής αίτησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Μαζί με την αίτηση υποβάλλονται και τα προβλεπόμενα από την Υπουργική Απόφαση της παρ. 3β αρθ. 12 ν. 2676/1999 (1 Α΄) δικαιολογητικά. Όλα τα δικαιολογητικά, πλην του επαγγελματικού διπλώματος από τους αυτοκινητιστές, εφόσον κατέχουν επαγγελματικό δίπλωμα, πρέπει να υποβληθούν εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριών μηνών από της υποβολής της αίτησης, μετά την παρέλευση της οποίας η αίτηση απορρίπτεται. Υποβολή νέας αίτησης παράγει αποτελέσματα από της υποβολής της.

Άρθρο 30ΕΝΑΡΞΗ − ΛΗΞΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το δικαίωμα για σύνταξη αρχίζει: α) Για σύνταξη λόγω γήρατος από την 1η του επόμενου μήνα από εκείνο, μέσα στον οποίο υποβλήθηκε η αίτηση για απονομή της σύνταξης. β) Για σύνταξη λόγω αναπηρίας από την 1η του επόμενου της υποβολής της αίτησης μήνα, εφόσον ο δικαιούχος έχει διακόψει το επάγγελμα και η επέλευση της αναπηρίας διαπιστουμένης από την Υγειονομική Επιτροπή προηγείται της αίτησης. γ) Για τις ανωτέρω περιπτώσεις που το επάγγελμα έχει διακοπεί μεταγενέστερα, η σύνταξη καταβάλλεται απ’ την 1η του επόμενου μήνα της διακοπής. Για τους αυτοκινητιστές όμως που κατέχουν επαγγελματική άδεια οδήγησης, εφόσον αυτή δεν υποβλήθηκε μαζί με την αίτηση συνταξιοδότησης, η σύνταξη καταβάλλεται από την 1η του επόμενου μήνα που υποβλήθηκε η άδεια οδήγησης. δ) Η σύνταξη των μελών οικογενείας θανόντος−ασφαλισμένου ή συνταξιούχου αρχίζει απ’ την 1η του επόμενου μήνα εκείνου, μέσα στον οποίο επήλθε ο θάνατος. Η σύνταξη λόγω θανάτου δύναται να καταβληθεί και αναδρομικά, όχι όμως για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από ένα έτος, πριν από το τέλος του μήνα που υποβάλλεται η αίτηση για συνταξιοδότηση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σε περίπτωση που υπάρχει οφειλή του αιτούντος, προκειμένου για σύνταξη λόγω γήρατος ή αναπηρίας ή του θανόντος, σε περίπτωση χορήγησης σύνταξης λόγω θανάτου, από καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία, η καταβολή της σύνταξης αρχίζει από την 1η του επόμενου μήνα εκείνου, στον οποίο συνετελέσθη η πλήρης εξόφληση της οφειλής, με την απαραίτητη προϋπόθεση υποβολής νέας αίτησης προς συνταξιοδότηση. Εάν η εξόφληση της οφειλής έγινε ή πρόκειται να γίνει μέσα σε δύο μήνες από την έγγραφη ατομική ειδοποίηση του οφειλέτη από τον Οργανισμό ή περιορίσθηκε το σύνολο της οφειλής σε ποσό μικρότερο ή ίσο του δεκαπλάσιου του ποσού του κατωτάτου ορίου σύνταξης γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου, που ισχύει κατά την ημερομηνία υποβολής αίτησης για σύνταξη, η σύνταξη αρχίζει σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου, επιφυλασσόμενης της διάταξης του αρθ. 61 ν. 2676/1999 (1 Α΄) όπως κάθε φορά ισχύει. Σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι δεν παρελήφθη η ατομική ειδοποίηση από τον οφειλέτη, τότε η ανωτέρω προθεσμία των δύο μηνών αρχίζει από τη λήψη της νέας ειδοποίησης. Εάν έχει περιορισθεί η οφειλή σε ποσό μικρότερο ή ίσο του δεκαπλάσιου των κατωτάτων ορίων, το ποσό αυτό προσαυξημένο με τα πρόσθετα τέλη, συμψηφίζεται ή παρακρατείται από τη σύνταξη σε ίσες μηνιαίες δόσεις, που δεν μπορεί να είναι περισσότερες από 20. Η πρώτη δόση παρακρατείται από τον πρώτο μήνα που απονεμήθηκε η σύνταξη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το δικαίωμα σύνταξης λήγει: α) Στη σύνταξη λόγω γήρατος στο τέλος του μήνα, κατά τον οποίο επήλθε ο θάνατος του συνταξιούχου. β) Στη σύνταξη λόγω αναπηρίας στο τέλος του μήνα, κατά τον οποίο ο ανάπηρος, βάσει απόφασης της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής, έπαυσε να πληροί τις προϋποθέσεις για παράταση σύνταξης λόγω αναπηρίας ή επήλθε ο θάνατος. γ) Στη σύνταξη λόγω θανάτου στο τέλος του μήνα, κατά τον οποίο ετελέσθη γάμος ή επήλθε ο θάνατος. Η σύνταξη των τέκνων, εγγονών και προγονών στο τέλος του μήνα, κατά τον οποίο συμπλήρωσαν το 18ο έτος της ηλικίας ή το 19ο έτος, εφόσον δεν έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή το 26ο έτος, εφόσον εξακολουθούν τις σπουδές τους σε αναγνωρισμένες από το κράτος σχολές επιστημονικής ή τεχνικής εκπαίδευσης της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, καθώς και στα Ι.Ε.Κ. της ημεδαπής ή εφόσον αναλάβουν εργασία ή λάβουν σύνταξη από δική τους εργασία. Για τα ανίκανα τέκνα στο τέλος του μήνα, κατά τον οποίο το τέκνο, βάσει απόφασης της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής, έπαυσε να πληροί τις προϋποθέσεις για παράταση σύνταξης λόγω ανικανότητας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Σύνταξη που χορηγήθηκε χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, διακόπτεται οριστικά από τον Οργανισμό από την 1η του επόμενου της διαπιστώσεως της ελλείψεως των προϋποθέσεων μηνός, ανεξάρτητα από το χρόνο απονομής αυτής. Τα μέχρι της διακοπής καταβληθέντα ποσά συντάξεων δεν αναζητούνται από τον Οργανισμό, όταν δεν προκύπτει δόλος του συνταξιούχου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Σύνταξη που χορηγήθηκε βάσει ψευδών δικαιολογητικών ή απατηλών μέσων, διακόπτεται οριστικά από το Ταμείο από την 1η του επόμενου της διαπίστωσης μήνα.

Άρθρο 31ΣΥΡΡΟΗ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ουδείς δικαιούται να λάβει από τον Οργανισμό περισσότερες της μιας συντάξεις εκ της ιδίας αυτού ασφαλίσεως. Εάν ο ασφαλισμένος δικαιούται περισσότερες συντάξεις, λαμβάνει τη μεγαλύτερη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας από άλλο ασφαλιστικό οργανισμό, δικαιούται σύνταξη από τον Ο.Α.Ε.Ε, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις περί διπλοσυνταξιούχων, (ν. 2084/ 1992, 165 Α΄ όπως ισχύει κάθε φορά) ίση με το οργανικό ποσό που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής του, χωρίς αναγωγή στα κατώτατα όρια συντάξεων.

Άρθρο 32ΑΝΑΣΤΟΛΗ – ΔΙΑΚΟΠΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η καταβολή της σύνταξης αναστέλλεται: α) Αν ο συνταξιούχος λόγω γήρατος αναλάβει την άσκηση επαγγέλματος, που υπάγεται στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε.. Στην περίπτωση αυτή αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης από την 1η του μήνα, εντός του οποίου ο συνταξιούχος θα αναλάβει την άσκηση του επαγγέλματος και προκειμένου περί αυτοκινητιστή από την 1η του μήνα εντός του οποίου, κατόπιν αίτησής του, θα αναλάβει την επαγγελματική άδεια οδήγησης. β) Αν ο συνταξιούχος λόγω αναπηρίας αναλάβει την άσκηση επαγγέλματος, που υπάγεται στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε.. Στην περίπτωση αυτή διακόπτεται η καταβολή της σύνταξης από το τέλος του μήνα του προηγούμενου εκείνου, που ο συνταξιούχος ανέλαβε την άσκηση επαγγέλματος. γ) Αν ο συνταξιούχος αρνηθεί να εξετασθεί από την Υγειονομική Επιτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος π.δ/τος, αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης από την πρώτη του μήνα του επόμενου εκείνου, κατά τον οποίο ορίσθηκε η εξέτασή του από την Υγειονομική Επιτροπή. δ) Αν ο συνταξιούχος εκτίει ποινή στερητική της ελευθερίας του μεγαλύτερη από ένα έτος, εφόσον το αδίκημα για το οποίο καταδικάσθηκε έχει σχέση με τη συμπεριφορά του έναντι του Οργανισμού. Στην περίπτωση αυτή η σύνταξη μεταβιβάζεται στους δικαιούχους, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 23 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σε περίπτωση άρσης των λόγων της αναστολής η σύνταξη επαναχορηγείται, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, από τότε που εξέλειπαν οι λόγοι και δεν δύναται να ανατρέξει πέραν του έτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο χρόνος που πραγματοποιήθηκε στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. από συνταξιούχο λόγω γήρατος, κατά την διάρκεια της αναστολής καταβολής της σύνταξής του και είναι μεγαλύτερος από ένα έτος συνεχώς ή με διακοπές, προσμετράται στο χρόνο ασφάλισης, βάσει του οποίου συνταξιοδοτήθηκε και καθορίζεται το ποσό της προσαύξησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, το οποίο προστίθεται στην ήδη υπολογισθείσα οργανική σύνταξη, αφού αυτή αναπροσαρμοσθεί με τα ποσοστά αύξησης που κατέβαλε ο Οργανισμός.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το δικαίωμα για τη λήψη της σύνταξης γήρατος ή αναπηρίας αδρανεί για όσο χρονικό διάστημα η επιχείρηση ή το Δ.Χ αυτοκίνητο του προσώπου που δικαιούται τη σύνταξη έχει μεταβιβασθεί σε πρόσωπο που έχει ηλικία κάτω των 18 ετών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Όσον αφορά στην απασχόληση των συνταξιούχων, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του αρθ. 63 του ν. 2676/1999, όπως ισχύουν κάθε φορά.

Άρθρο 33ΣΤΕΡΗΣΗ − ΕΚΠΤΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στερούνται ή εκπίπτουν του δικαιώματος της σύνταξης όσοι επεδίωξαν να θεμελιώσουν ή θεμελίωσαν δικαίωμα με απατηλά μέσα ή ψευδή δικαιολογητικά, τούτο δε προκύπτει από αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Οι αποφάσεις με τις οποίες χορηγήθηκαν συντάξεις με απατηλά μέσα ή ψευδή δικαιολογητικά, ανακαλούνται και τα καταβληθέντα ποσά συντάξεων αναζητούνται και εισπράττονται, σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπουν την είσπραξη καθυστερούμενων εισφορών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Άτομα που προκάλεσαν δολίως τον θάνατο ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του Οργανισμού και έχουν καταδικασθεί γι’ αυτό με αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου, στερούνται ή εκπίπτουν του δικαιώματος επί των παροχών, τις οποίες θα ελάμβαναν ως δικαιούχοι λόγω θανάτου. Στην περίπτωση αυτή το δικαίωμα επί των παροχών, υφίσταται για τους υπόλοιπους δικαιούχους.

Άρθρο 34ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το δικαίωμα στη σύνταξη είναι απαράγραπτο (άρθρο 31 ν.1027/1980).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αξιώσεις για συντάξεις, που δεν εισπράχθηκαν μέσα σε (2) έτη από την ημέρα που κατέστησαν απαιτητές, παραγράφονται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Σε περίπτωση εξαφάνισης ή ανάκλησης εν όλω ή εν μέρει οριστικής συνταξιοδοτικής απόφασης του ασφαλιστικού οργάνου, δεν επιτρέπεται για κανένα λόγο η αναγνώριση αναδρομικών εις βάρος του Οργανισμού απαιτήσεων από συντάξεις ή διαφορές συντάξεων πέραν της πενταετίας από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του ενδιαφερομένου ή της έκδοσης της απόφασης, όταν η ανάκληση ή η εξαφάνιση γίνεται αυτεπαγγέλτως.

Άρθρο 35ΕΚΧΩΡΗΣΗ – ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι συντάξεις που χορηγεί το Ταμείο δεν εκχωρούνται, ούτε κατάσχονται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εξαιρετικά επιτρέπεται η κατάσχεση μέχρι ¼ του ποσού της σύνταξης, λόγω διατροφής συζύγου, κατιόντων ή ανιόντων, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Συμψηφισμός με τις συντάξεις που χορηγούνται από τον Ο.Α.Ε.Ε. επιτρέπεται μόνο για απόσβεση οφειλών του συνταξιούχου γήρατος ή αναπηρίας από εισφορές, πρόσθετα τέλη, τόκους, εισφορές από αναγνώριση χρόνου υπηρεσίας ή από παροχές που έχει λάβει αχρεωστήτως. Ο συμψηφισμός ενεργείται σε ίσα μέρη και στη σύνταξη των μελών οικογενείας για απόσβεση, είτε τυχόν δικής τους οφειλής, είτε οφειλής του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου που πέθανε. Κάθε μέλος της οικογενείας, που δικαιούται σύνταξη από τον Οργανισμό λόγω θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, ευθύνεται για την επιστροφή ολόκληρου του ποσού των μηνιαίων συντάξεων που έχουν εισπραχθεί αχρεωστήτως από τον θανόντα. Ο συμψηφισμός απαιτήσεων του Ταμείου με τη σύνταξη ενεργείται σε δόσεις, που ορίζονται με απόφαση της αρμόδιας Υπηρεσίας και μέχρι του ¼ του ποσού της σύνταξης.

Άρθρο 36ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΩΝΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κάθε συνταξιούχος υποχρεούται να γνωρίζει αμέσως στον Ο.Α.Ε.Ε. κάθε μεταβολή που επέρχεται στην προσωπική και οικογενειακή του κατάσταση, λόγω γάμου, ενηλικιώσεως τέκνου, θανάτου ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο, που είναι δυνατόν να επιφέρει αλλαγή ή διακοπή στην χορηγούμενη σύνταξη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η χωρίς γνωστοποίηση της μεταβολής παρέλευση τριμήνου από την ημέρα κατά την οποία επήλθε η μεταβολή, συνεπάγεται την επιστροφή, εντόκως, των ποσών που ελήφθησαν αχρεωστήτως, με το ισχύον εκάστοτε για τις απαιτήσεις του Δημοσίου επιτόκιο.

Άρθρο 37ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Πρόσωπα τα οποία είναι συνταξιούχοι των Τ.Ε.Β.Ε., ΤΑ.Ε. και Τ.Σ.Α. ή θα καταστούν συνταξιούχοι μέχρι την οριστική ενοποίηση των Ταμείων, εφόσον οι συντάξεις τους είναι της αυτής αιτίας, δικαιούνται από τον Οργανισμό σύνταξη ίση με το άθροισμα των καταβαλλομένων συντάξεων από τα ανωτέρω Ταμεία. Σε περίπτωση που οι συντάξεις προέρχονται από διαφορετικές κατηγορίες, ο Οργανισμός εξακολουθεί να καταβάλλει αυτές χωριστά, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται για κάθε κατηγορία στο παρόν π.δ/γμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ειδικά περί συντάξεων λόγω θανάτου που χορηγήθηκαν μέχρι την ισχύ του ν.2676/1999 (1 Α΄), αυτές εξακολουθούν να καταβάλλονται ως έχουν. Όσες χορηγήθηκαν μετά την ισχύ του ανωτέρω νόμου, υπόκεινται στους περιορισμούς που προβλέπονται στο άρθρο 62 του ιδίου νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Πρόσωπα που μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος καταστατικού, κατέστησαν συνταξιούχοι λόγω γήρατος ή αναπηρίας ενός εκ των τριών φορέων και έχουν θεμελιώσει με βάση το χρόνο ασφάλισης συνταξιοδοτικό δικαίωμα σε κάποιον άλλον από τους φορείς αυτούς, δικαιούνται δεύτερη σύνταξη από τον Οργανισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 του ν.2084/1992 όπως ισχύουν περί διπλοσυνταξιούχων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Πρόσωπα που μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος καταστατικού, κατέστησαν συνταξιούχοι λόγω Γήρατος ή Αναπηρίας ενός εκ των τριών φορέων και παράλληλα ήταν ασφαλισμένοι σε κάποιον άλλον από τους φορείς αυτούς, δύνανται να συνεχίσουν ασφαλιζόμενοι στον Ο.Α.Ε.Ε., χωρίς καμία επίπτωση στην ήδη καταβαλλόμενη σύνταξη και αφού συμπληρώσουν το 65 έτος της ηλικίας τους και τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης, δικαιούνται σύνταξη Γήρατος από τον Οργανισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις περί διπλοσυνταξιούχων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Συνταξιούχοι λόγω γήρατος και αναπηρίας που η σύνταξή τους τελεί σε αναστολή, λόγω άσκησης επαγγέλματος που ασφαλίζεται σε ένα εκ των τριών Ταμείων ή λόγω μεταβίβασης της επιχείρησης σε ανήλικο, εξακολουθούν να βρίσκονται σε αναστολή και μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος και έως ότου εκλείψουν οι λόγοι που επέβαλαν αυτή. Αναστολή σύνταξης που έγινε για οποιοδήποτε άλλο λόγο, πλην των ανωτέρω, παύει να ισχύει μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Τα ανωτέρω πρόσωπα των παρ. 3 & 4 δύνανται με αίτησή τους οποτεδήποτε να ζητήσουν την προσμέτρηση του χρόνου ασφάλισής τους για την προσαύξηση της σύνταξής τους. Σ’ αυτή την περίπτωση η οργανική σύνταξή τους προσαυξάνεται με 2% για κάθε επί πλέον έτος ασφάλισης που θα προσμετρηθεί.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Πρόσωπα που δεν εδικαιούντο σύνταξη λόγω θανάτου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 96 του π.δ/τος 668/1981 (167 Α΄), λόγω άσκησης επαγγέλματος υπαγομένου στην ασφάλιση του Τ.Α.Ε. ή του Τ.Ε.Β.Ε., μπορούν με αίτησή τους να θεμελιώσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, τα οικονομικά όμως αποτελέσματα επέρχονται από την πρώτη του επόμενου μήνα εκείνου της υποβολής της αίτησης. Επί εκκρεμών υποθέσεων, τα οικονομικά αποτελέσματα επέρχονται από της ισχύος του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Πρόσωπα τα οποία μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, έλαβαν σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας από το Τ.Σ.Α. και διατήρησαν Δ.Χ. αυτοκίνητο και μετά την συνταξιοδότησή τους, εξακολουθούν να διατηρούν αυτό και μετά την ισχύ του παρόντος και καταβάλλουν υποχρεωτικά την προβλεπόμενη ειδική εισφορά από το άρθρο 48 παρ. 3 του π.δ/τος 669/1981 (169 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 του π.δ/τος 53/1991 (26 Α΄).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Πρόσωπα που μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν διανύσει χρόνο ασφάλισης στο Τ.Ε.Β.Ε, κατατάσσονται για τον παρελθόντα χρόνο, σε ασφαλιστικές κατηγορίες του Ο.Α.Ε.Ε. ως εξής: 1. α) Για απεριόριστο χρόνο ασφάλισης και καταβολή εισφοράς στις υποχρεωτικές κατηγορίες Α, Β, Γ, Δ, Ε του ΤΕΒΕ στην 2η ασφαλιστική κατηγορία του Ο.Α.Ε.Ε. και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστής) 2,5% επί των κατά το άρθρο 5 ασφαλιστικών κατηγοριών για κάθε έτος συντάξιμης υπηρεσίας. β) Για καταβολή εισφοράς στην υποχρεωτική κατηγορία ΣΤ΄ του ΤΕΒΕ στην 3η ασφαλιστική κατηγορία του Ο.Α.Ε.Ε. και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστή) ως η περίπτωση α του εδαφίου 1 της παρούσης παραγράφου. 2. α) Για συνολικό χρόνο ασφάλισης από 0−35 χρόνια και καταβολή εισφοράς στην υποχρεωτική κατηγορία Ζ΄ του ΤΕΒΕ στην 5η ασφαλιστική κατηγορία του ΟΑΕΕ και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστή) ως η περίπτωση α του εδαφίου 1 της παρούσης παραγράφου. β) Για συνολικό χρόνο ασφάλισης από 36 και άνω χρόνια και καταβολή εισφοράς στην υποχρεωτική κατηγορία Ζ΄ του ΤΕΒΕ στην 7η ασφαλιστική κατηγορία του Ο.Α.Ε.Ε. και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστής) η περίπτωση α του εδαφίου 1 της παρούσης παραγράφου. 3. α) Για συνολικό χρόνο ασφάλισης από 0−30 χρόνια και καταβολή εισφοράς στην υποχρεωτική κατηγορία Η΄ του ΤΕΒΕ στην 9η ασφαλιστική κατηγορία του ΟΑΕΕ και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστή) ως η περίπτωση α του εδαφίου 1 της παρούσης παραγράφου. β) Για συνολικό χρόνο ασφάλισης από 31−35 χρόνια και καταβολή εισφοράς στην υποχρεωτική κατηγορία Η΄ του ΤΕΒΕ στην 10η ασφαλιστική κατηγορία του Ο.Α.Ε.Ε. και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστή) ως η περίπτωση α του εδαφίου 1 της παρούσης παραγράφου. γ) Για συνολικό χρόνο ασφάλισης από 36 και άνω χρόνια και καταβολή εισφοράς στην υποχρεωτική κατηγορία Η΄ του ΤΕΒΕ στην 11η ασφαλιστική κατηγορία του Ο.Α.Ε.Ε. και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστή) ως η περίπτωση α του εδαφίου 1 της παρούσης παραγράφου. 4. α) Για συνολικό χρόνο ασφάλισης από 0−30 χρόνια και καταβολή εισφοράς στην προαιρετική κατηγορία Θ΄ του ΤΕΒΕ στην 13η ασφαλιστική κατηγορία του ΟΑΕΕ και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστή) ως η περίπτωση α του εδαφίου 1 της παρούσης παραγράφου. β) Για συνολικό χρόνο ασφάλισης από 31−35 χρόνια και καταβολή εισφοράς στην προαιρετική κατηγορία Θ΄ του ΤΕΒΕ στην 14η ασφαλιστική κατηγορία του Ο.Α.Ε.Ε. και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστή) ως η περίπτωση α του εδαφίου 1 της παρούσης παραγράφου. γ) Για συνολικό χρόνο ασφάλισης από 36 και άνω χρόνια και καταβολή εισφοράς στην προαιρετική κατηγορία Θ΄ του ΤΕΒΕ στην 14η ασφαλιστική κατηγορία του Ο.Α.Ε.Ε. και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστή) 3% επί των κατά το άρθρο 5 ασφαλιστικών κατηγοριών για κάθε έτος συντάξιμης υπηρεσίας. 5. α) Για συνολικό χρόνο ασφάλισης από 0−30 χρόνια και καταβολή εισφοράς στην προαιρετική κατηγορία Ι΄ του ΤΕΒΕ στην 14η ασφαλιστική κατηγορία του ΟΑΕΕ και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστή) 2,75% των κατά το άρθρο 5 ασφαλιστικών κατηγοριών για κάθε έτος συντάξιμης υπηρεσίας. β) Για συνολικό χρόνο ασφάλισης από 31−35 χρόνια και καταβολή εισφοράς στην προαιρετική κατηγορία Ι΄ του ΤΕΒΕ στην 14η ασφαλιστική κατηγορία του Ο.Α.Ε.Ε. και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστή) 3% των κατά το άρθρο 5 ασφαλιστικών κατηγοριών για κάθε έτος συντάξιμης υπηρεσίας. γ) Για συνολικό χρόνο ασφάλισης από 36 και άνω χρόνια και καταβολή εισφοράς στην προαιρετική κατηγορία Ι΄ του ΤΕΒΕ στην 14η ασφαλιστική κατηγορία του Ο.Α.Ε.Ε. και με ποσοστό σύνταξης (συντελεστή) 3,5% των κατά το άρθρο 5 ασφαλιστικών κατηγοριών για κάθε έτος συντάξιμης υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Πρόσωπα που μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν διανύσει χρόνο ασφάλισης στο Τ.Α.Ε., κατατάσσονται για τον παρελθόντα χρόνο, σε ασφαλιστικές κατηγορίες του Ο.Α.Ε.Ε. ως εξής: ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Τ.Α.Ε. ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Ο.Α.Ε.Ε. Α 1η Β 1η Γ 2η Δ 3η Ε 4η ΣΤ 6η Ζ 8η

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Πρόσωπα που μέχρι την έναρξη της ισχύος του παρόντος έχουν διανύσει χρόνο ασφάλισης στο Τ.Σ.Α., κατατάσσονται για το σύνολο του παρελθόντα χρόνου στην 3η ασφαλιστική κατηγορία και δικαιούνται τις αντίστοιχες παροχές της κατηγορίας αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Σε περίπτωση που υπάρχει χρόνος υποχρεωτικής ασφάλισης, για τον οποίο οφείλονται ασφαλιστικές εισφορές, αυτός κατατάσσεται για την καταβολή τους στην ασφαλιστική κατηγορία, στην οποία θα κατατασσόταν, ως εάν είχαν καταβληθεί εμπρόθεσμα οι ασφαλιστικές εισφορές, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στις παρ. 9, 10, και 11 του παρόντος άρθρου. Οι καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές αναπροσαρμόζονται στο ύψος του ασφαλίστρου του χρόνου καταβολής και επιβαρύνονται με τα νόμιμα πρόσθετα τέλη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Για τους ασφαλισμένους του ΟΑΕΕ που υποβάλουν αίτηση για συνταξιοδότηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 7 του ν.2676/1999, ο χρόνος που διανύθηκε στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ θα υπολογίζεται σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις του Ταμείου της επιλογής τους.

Άρθρο 38Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από την 1.1.2006. Στον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος. Αθήνα, 23 Δεκεμβρίου 2005 Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΑΝΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ Ασφαλιστικές κατηγορίες Τ.Ε.Β.Ε. Ασφαλιστικές κατηγορίες Ο.Α.Ε.Ε. Α,Β,Γ,Δ,Ε 2η Κατηγ. Συντελ 2,5% ΣΤ 3η ‘’ ‘’ ‘’ Ζ από 0−35 χρόνια στην 5η ‘’ ‘’ ‘’ από 36 & άνω χρόνια στην 7η ‘’ ‘’ ‘’ Η από 0−30 χρόνια στην 9η ‘’ ‘’ ‘’ από 31−35 χρόνια στην 10η ‘’ ‘’ ‘’ από 36 & άνω χρόνια στην 11η ‘’ ‘’ ‘’ Θ από 0−30 χρόνια στην 13η ‘’ ‘’ ‘’ από 31−35 χρόνια στην 14η ‘’ ‘’ ‘’ από 36 & άνω χρόνια στην 14η ‘’ ‘’ 3% Ι από 0−30 χρόνια στην 14η ‘’ ‘’ 2,75% από 31−35 χρόνια στην 14η ‘’ ‘’ 3% από 36 & άνω χρόνια στην 14η ‘’ ‘’ 3,5%