146 Α' 2013

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 113/2013

Καθιέρωση ενιαίας διαδικασίας αναγνώρισης σε αλλοδαπούς και ανιθαγενείς του καθεστώτος του πρόσφυγα ή δικαιούχου επικουρικής προστασίας σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου «σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα» (L 326/13.12.2005) και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ Α΄
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ - ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΚΑΘ’ ΟΛΗ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
14 Ιουνίου 2013

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 146
14 Ιουνίου 2013

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 113
Καθιέρωση ενιαίας διαδικασίας αναγνώρισης σε αλλοδαπούς και ανιθαγενείς του καθεστώτος του πρόσφυγα ή δικαιούχου επικουρικής προστασίας σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου «σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα» (L 326/13.12.2005) και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 1338/1983 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (Α΄ 34), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 1440/1984 (Α΄ 70) και της παρ. 2 του ιδίου άρθρου, β) του άρθρου 3 του ν. 1338/1983, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 ν. 1892/1990 (Α΄ 101), γ) του άρθρου 4 του ν. 1338/1983, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 4 του ν. 1440/1984 και τροποποιήθηκε με τα άρθρα 7 του ν. 1775/1988 (Α΄ 101), 31 του ν. 2076/1992 (Α΄ 130), 19 του ν. 2367/1995 (Α΄ 261), 22 του ν. 2789/2000 (Α΄ 21), 48 του ν. 3427/2005 (Α΄ 312) και 91 του ν. 3862/2010 (Α΄ 113).
2. Τις διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρου 5 του ν. 3907/2011 «΄Ιδρυση Υπηρεσίας Ασύλου και Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ «σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» και λοιπές διατάξεις» (Α΄ 7).
3. Τις διατάξεις του άρθρου 22 παρ. 3 του ν. 2362/1995 «Περί δημοσίου λογιστικού ελέγχου των δαπανών του κράτους και άλλες διατάξεις» (Α΄ 247), όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 22 παρ. 3 του Ν. 3871/2010 (Α’ 141).
4. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα, που κωδικοποιήθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98).
5. Τις διατάξεις του π.δ. 85/2012 «Ίδρυση και μετονομασία Υπουργείων, μεταφορά και κατάργηση υπηρεσιών» (Α΄ 141), όπως τροποποιήθηκε με τα π.δ. 88/2012 (Α΄ 143), 94/2012 (Α΄ 149) και 98/2012 (Α΄ 160).
6. Τις διατάξεις της υπ’ αριθ. Υ48 από 9−7−2012 απόφασης του Πρωθυπουργού «Καθορισμός αρμοδιοτήτων του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα» (Β΄ 2105).
7. Τις διατάξεις της υπ’ αριθ. Υ 39 από 4−07−2012 απόφασης του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών Χαράλαμπο Αθανασίου» (Β΄ 2091).
8. Τις διατάξεις της υπ’ αριθ. ΟΙΚ. 14362/20/18.07.2012 κοινής απόφασης του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Νικόλαο Παναγιωτόπουλο» (Β΄ 2166).
9. Τα έγγραφα αριθ. ΟΙΚ. 1021/25−2−2013 και ΟΙΚ. 1043/ 25−2−2013 της Υπηρεσίας Ασύλου.
10. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος προκαλούνται οι ακόλουθες δαπάνες, οι οποίες προβλέπονται στο π.δ. 114/2010 και στο ν. 3907/2011:
α) Δαπάνες, οι οποίες δεν είναι δυνατό να προσδιοριστούν, διότι εξαρτώνται από πραγματικά γεγονότα και αφορούν: ι) Στην επιμόρφωση του προσωπικού και στη διοργάνωση σεμιναρίων (άρθρα 6 παρ. 2β, 17 παρ. 7α και 31 παρ. 5). Η εν λόγω δαπάνη θα καλύπτεται εξ ολοκλήρου από τον προϋπολογισμό της Ύπατης Αρμοστείας ή της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Στήριξης για το Άσυλο και σε διαφορετική περίπτωση από τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Ασύλου (Ε.Φ. 43630 ΚΑΕ 0881). ιι) Στην παροχή υπηρεσιών διερμηνείας (άρθρο 8 παρ. 1β). Η εν λόγω δαπάνη θα καλύπτεται από τον Χρηματοδοτικό Μηχανισμό του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου για τα έτη 2013 έως 2015 και για τα επόμενα οικονομικά έτη, σε περίπτωση που δεν συνεχιστεί η χρηματοδότηση από τον Χρηματοδοτικό Μηχανισμό του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, από τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Ασύλου (Ε.Φ. 43630 ΚΑΕ 0871). ιιι) Στην πραγματοποίηση ιατρικών εξετάσεων (άρθρο 11 παρ. 3). Η εν λόγω ενδεχόμενη δαπάνη, εφόσον πραγματοποιηθεί, θα βαρύνει τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Ασύλου (Ε.Φ. 43630 ΚΑΕ 0871). β) Δαπάνη ύψους 1.700.000 ευρώ περίπου ετησίως από την αμοιβή των μελών των Επιτροπών Προσφυγών, η οποία θα καλυφθεί από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσφύγων μέχρι την 31η/3/2014 και σε περίπτωση που δεν συνεχιστεί η χρηματοδότηση από το ανωτέρω Ταμείο, θα καλύπτεται από τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Ασύλου (Ε.Φ. 43630 ΚΑΕ 0871).
11. Την υπ’ αριθ. 152/2013 Γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εξωτερικών, των Αναπληρωτών Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών, των Υπουργών Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, του Υφυπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και των Υπουργών Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Δημόσιας Τάξης και
Προστασίας του Πολίτη, αποφασίζουμε:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΚΑΘ’ ΟΛΗ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
Άρθρο 4(Άρθρο 6 Οδηγίας) Πρόσβαση στη διαδικασίαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κάθε αλλοδαπός ή ανιθαγενής έχει δικαίωμα υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας. Οι αρμόδιες αρχές παραλαβής διασφαλίζουν την άσκηση του δικαιώματος υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας, υπό την προϋπόθεση ότι ο αιτών θα παρουσιασθεί αυτοπροσώπως ενώπιον των ως άνω αρχών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 9 παρ. 1 περίπτ. α΄. Σε περίπτωση που ο αιτών υπόκειται σε διαδικασία πρώτης υποδοχής ή είναι κρατούμενος, οι αρμόδιες υπηρεσίες Πρώτης Υποδοχής ή κράτησης μεριμνούν για την άμεση ενημέρωση και παραπομπή αυτού στην κατά τόπον αρμόδια αρχή εξέτασης, εντός των νομίμων προθεσμιών της παρ. 5 του άρθρου 11 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο αιτών μπορεί να υποβάλει αίτηση εξ ονόματος και των μελών της οικογένειάς του. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα ενήλικα μέλη πρέπει να συναινούν εγγράφως στην κατάθεση της αίτησης εξ ονόματός τους ή σε αντίθετη περίπτωση να έχουν την ευκαιρία να υποβάλουν οι ίδιοι την αίτησή τους. Η συναίνεση ζητείται κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης ή το αργότερο κατά την προσωπική συνέντευξη με το εν λόγω μέλος. Αιτών που αποκτά τέκνο μετά την είσοδό του στη χώρα δύναται να υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας εξ ονόματος του τέκνου, η οποία υποχρεωτικά συνοδεύεται από τη ληξιαρχική πράξη γέννησης του τέκνου. Η αίτηση αυτή συνενώνεται με την αίτηση διεθνούς προστασίας του αιτούντος γονέα σε όποιο στάδιο και βαθμό της διαδικασίας βρίσκεται αυτή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο ασυνόδευτος, ή μη, ανήλικος άνω των 14 ετών δύναται να υποβάλει ο ίδιος αίτηση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ο ασυνόδευτος ανήλικος, κάτω των 14 ετών, υποβάλλει αίτηση δι’ εκπροσώπου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 11.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Αν η αίτηση διεθνούς προστασίας υποβληθεί σε μη αρμόδια αρχή, αυτή υποχρεούται να ειδοποιήσει αμέσως την αρμόδια αρχή παραλαβής με τον προσφορότερο τρόπο και να παραπέμψει σε αυτήν τον αιτούντα. Η Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου μεριμνά για την ενημέρωση των αρχών στις οποίες είναι πιθανόν να απευθυνθεί όποιος επιθυμεί να υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, σχετικά με τις αρμόδιες υπηρεσίες και τη διαδικασία υποβολής της αίτησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 5(Άρθρο 7 Οδηγίας) Δικαίωμα παραμονής αιτούντων − ΕξαιρέσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αιτούντες επιτρέπεται να παραμένουν στη χώρα μέχρι την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας εξέτασης της αίτησης και δεν απομακρύνονται με οποιοδήποτε τρόπο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η προηγούμενη παράγραφος δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις όπου οι αρμόδιες αρχές είτε παραδίδουν τον αιτούντα σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3251/2004 (Α΄ 127), είτε εκδίδουν αυτόν σε τρίτη χώρα με την εξαίρεση της χώρας καταγωγής του αιτούντος ή σε διεθνή ποινικά δικαστήρια, με βάση τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας. Η παράδοση ή η έκδοση δεν πρέπει να οδηγεί σε έμμεση ή άμεση επαναπροώθηση του ενδιαφερόμενου κατά παράβαση του άρθρου 33 παρ. 1 της Σύμβασης της Γενεύης ή σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης σύμφωνα με το άρθρο 15 του π.δ. 96/2008. Κανένας δεν εκδίδεται πριν εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της αίτησής του, εφόσον επικαλείται φόβο δίωξης στο εκζητούν κράτος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το δικαίωμα παραμονής του αιτούντος στη χώρα, σύμφωνα με την παρ. 1, δεν θεμελιώνει δικαίωμα για χορήγηση άδειας διαμονής.

Άρθρο 6(Άρθρο 8 Οδηγίας) Προϋποθέσεις για την εξέταση της αίτησηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αιτήσεις δεν απορρίπτονται, ούτε αποκλείεται η εξέτασή τους για μόνο το λόγο ότι δεν υποβλήθηκαν το ταχύτερο δυνατό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι αποφάσεις επί των αιτήσεων λαμβάνονται σε ατομική βάση, μετά από εμπεριστατωμένη, αντικειμενική και αμερόληπτη εξέταση. Για το σκοπό αυτό η Κεντρική Υπηρεσία Ασύλου: α. Αναζητεί, συλλέγει, αξιολογεί και τηρεί συγκεκριμένες και ακριβείς πληροφορίες σχετικά με την πολιτική, κοινωνική, οικονομική καθώς και τη γενική κατάσταση που επικρατεί στις χώρες προέλευσης των αιτούντων (χώρες καταγωγής, χώρες προηγούμενης συνήθους διαμονής, χώρες μέσω των οποίων διήλθαν κ.λπ.) σε συνεργασία με άλλες συναρμόδιες αρχές ή αντίστοιχες αρχές κρατών−μελών Ε.Ε., στο πλαίσιο σχετικών συμφωνιών ή από αξιόπιστες πηγές, όπως η Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες. Οι πληροφορίες αυτές κοινοποιούνται στις Αρμόδιες Αρχές Εξέτασης. β. Μεριμνά, ώστε το προσωπικό που εξετάζει και αποφασίζει για τις αιτήσεις ή εισηγείται για τη λήψη αποφάσεων, να γνωρίζει τη νομοθεσία και τη νομολογία περί διεθνούς προστασίας. Προς τούτο, οργανώνει την εκπαίδευση και φροντίζει για τη συνεχή επιμόρφωση του προσωπικού. Επίσης διοργανώνει σεμινάρια εκπαίδευσης αυτοτελώς καθώς επίσης και σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Στήριξης για το Άσυλο. Μπορεί επίσης να διοργανώνει σεμινάρια κατάρτισης με Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις. Κοινοποιεί στις αρμόδιες αρχές παραλαβής, εξέτασης και απόφασης τις διαθέσιμες από την Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες οδηγίες και ενημερωτικά δελτία σε θέματα διεθνούς προστασίας.

Άρθρο 7(Άρθρο 9 Οδηγίας) Αιτιολόγηση και επίδοση αποφάσεων και άλλων διαδικαστικών εγγράφωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αποφάσεις επί της αίτησης διεθνούς προστασίας συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων μεταφοράς βάσει του Κανονισμού (ΕΚ) 343/2003 επιδίδονται στον αιτούντα με μέριμνα της αρμόδιας αρχής εξέτασης. Η επίδοση πραγματοποιείται το ταχύτερο δυνατό μετά την έκδοση της απόφασης και αφού ειδοποιηθεί ο αιτών προκειμένου να προσέλθει για την παραλαβή της απόφασης σε συγκεκριμένη ημερομηνία. Η ειδοποίηση πραγματοποιείται, με βάση τα δηλωθέντα υπευθύνως από τον ίδιο πλέον πρόσφατα στοιχεία επικοινωνίας, με επιστολή, τηλεγράφημα, τηλεομοιοτυπία, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή τηλεφώνημα. Για την πράξη αυτή γίνεται από τον αρμόδιο υπάλληλο σχετική μνεία στο φάκελο του αιτούντος ή σε ειδικό βιβλίο, η οποία πρέπει να φέρει χρονολογία και ώρα διενέργειας της πράξης, το όνομα και την υπογραφή του υπαλλήλου που προέβη στην ειδοποίηση και το είδος της πράξης στην οποία προέβη. Εάν ο αιτών είναι κρατούμενος ή παραμένει σε Περιφερειακές Υπηρεσίες Πρώτης Υποδοχής, η απόφαση παραδίδεται στον προϊστάμενο του οικείου καταστήματος ή εγκατάστασης ο οποίος μεριμνά για την άμεση επίδοση στον κρατούμενο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή εξέτασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εάν ο αιτών δεν ανταποκριθεί ή δεν καταστεί δυνατόν να ανευρεθεί με τα μέσα που αναφέρονται στην παρ. 1, η επίδοση διενεργείται το αργότερο κατά την επόμενη προσέλευση του αιτούντος για ανανέωση του ειδικού δελτίου από τις αρμόδιες αρχές. Εάν ο αιτών δεν εμφανισθεί το αργότερο κατά την επόμενη εργάσιμη ημέρα μετά τη λήξη του δελτίου, η επίδοση θεωρείται ότι έχει πραγματοποιηθεί κατά την ημέρα αυτή. Σε αυτήν την περίπτωση, συντάσσεται σχετική έκθεση επίδοσης, αντίγραφο της οποίας αποστέλλεται με επιστολή στην τελευταία δηλωθείσα διεύθυνση του αιτούντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Όταν η επίδοση διενεργείται παρουσία του αιτούντος, ο αιτών ενημερώνεται από διερμηνέα σε γλώσσα που κατανοεί, μνεία δε του γεγονότος αυτού γίνεται στη σχετική έκθεση επίδοσης. Όταν η επίδοση διενεργείται με άλλο τρόπο επισυνάπτεται και έντυπο σε γλώσσα που κατανοεί ο αιτών που εξηγεί το περιεχόμενο του εγγράφου, τις συνέπειές του για τον ίδιο και τις ενέργειες στις οποίες δύναται να προβεί.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η απόφαση που απορρίπτει αίτηση διεθνούς προστασίας αναφέρει τους πραγματικούς και νομικούς λόγους της απόρριψης. Στην απορριπτική απόφαση γίνεται μνεία για την προθεσμία προς άσκηση προσφυγής, για το όργανο ενώπιον του οποίου ασκείται καθώς και για τις συνέπειες παρόδου άπρακτης της προθεσμίας αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Προσκλήσεις του αιτούντος από την αρμόδια αρχή εξέτασης στη συνέντευξη που αναφέρεται στο άρθρο 17 και από την Αρχή Προσφυγών σε ακρόαση κατά το άρθρο 26 πραγματοποιούνται με κάθε πρόσφορο μέσο, μεταξύ των οποίων όσα αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο της παρ. 1, που εξασφαλίζει ότι ο αιτών έλαβε γνώση της πρόσκλησης. Δεν απαιτείται πρόσκληση, εφόσον στον αιτούντα έχει οριστεί συγκεκριμένη ημερομηνία συνέντευξης ή προφορικής ακρόασης σε προγενέστερο στάδιο της διαδικασίας και του έχει εξηγηθεί η σημασία και το περιεχόμενο των διαδικασιών αυτών. Κάθε άλλη πρόσκληση ή κλήση του αιτούντα πραγματοποιείται με τα μέσα που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1. Για κάθε μη ρυθμιζόμενο θέμα από την παρούσα παράγραφο εφαρμόζεται αναλόγως η παράγραφος 2 του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α΄ 45).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι αποφάσεις επί των αιτήσεων διεθνούς προστασίας, οι αποφάσεις διακοπής εξέτασης αίτησης και οι αποφάσεις ανάκλησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας κοινοποιούνται στην Διεύθυνση Αλλοδαπών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας. Επιπλέον, οι αποφάσεις των Επιτροπών Προσφυγών κοινοποιούνται στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Όταν έχει υποβληθεί αίτηση εξ ονόματος των μελών της οικογένειας του αιτούντος, που επικαλούνται τους ίδιους λόγους, η αρμόδια αρχή απόφασης μπορεί να εκδίδει μια απόφαση που αφορά όλα τα μέλη της οικογένειας.

Άρθρο 8(Άρθρο 10 Οδηγίας) Εγγυήσεις για τους αιτούντεςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αιτούντες, κατά την εφαρμογή των διατάξεων των Κεφαλαίων Γ΄ και Δ΄ έχουν τα ακόλουθα δικαιώματα: α. Ενημερώνονται, σε γλώσσα την οποία κατανοούν, για τη διαδικασία που ακολουθείται, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, το γεγονός ότι οι πληροφορίες που παρέχουν στις αρχές κατά τη διάρκεια της εξέτασης της αίτησής τους παραμένουν εμπιστευτικές, για τις συνέπειες της μη συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις τους και της μη συνεργασίας με τις αρχές καθώς και για τις συνέπειες της ρητής ή σιωπηρής ανάκλησης της αίτησής τους. Επίσης, ενημερώνονται για τις προθεσμίες και τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, ώστε να συμμορφωθούν με την υποχρέωση υποβολής των στοιχείων που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησής τους. Οι πληροφορίες τους παρέχονται εγκαίρως ώστε να ασκήσουν τα δικαιώματα τους και να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις που περιγράφονται στο άρθρο 9. Οι πληροφορίες αυτές δύναται να παρέχονται και τηλεφωνικώς ή με αυτοματοποιημένο τρόπο. β. Τους παρέχονται υπηρεσίες διερμηνέα για να υποβάλουν την αίτησή τους και να εκθέσουν την υπόθεσή τους στις αρμόδιες αρχές παραλαβής και εξέτασης και για τη διεξαγωγή της συνέντευξης ή προφορικής ακρόασης σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, εφόσον δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η αναγκαία επικοινωνία χωρίς αυτόν. Η δαπάνη της διερμηνείας βαρύνει το Δημόσιο. Η παροχή υπηρεσιών διερμηνείας όπου αυτή απαιτείται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διεθνούς προστασίας δύναται να παρέχεται και εξ αποστάσεως με τη χρήση κατάλληλων τεχνικών μέσων επικοινωνίας, σε περίπτωση που η φυσική παρουσία διερμηνέα δεν είναι πρόσφορη. γ. Επιτρέπεται η επικοινωνία τους με την Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες ή με κάθε άλλη οργάνωση που παρέχει νομική, ιατρική και ψυχολογική συνδρομή. δ. Εφοδιάζονται ατελώς από την αρμόδια αρχή παραλαβής, αμέσως μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών καταγραφής, με το δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία, το οποίο φέρει τη φωτογραφία τους. Το δελτίο αυτό αποτελεί προσωρινό τίτλο, δεν θεμελιώνει δικαίωμα για έκδοση άδειας διαμονής, διασφαλίζει την απόλαυση των δικαιωμάτων των αιτούντων όπου αυτά προβλέπονται από κείμενες διατάξεις, εξασφαλίζει τις απαραίτητες αναγκαίες συναλλαγές κατά το χρόνο ισχύος του και τους επιτρέπει την παραμονή στην ελληνική επικράτεια. Τον τύπο, το περιεχόμενο και τις προδιαγραφές του ως άνω δελτίου καθορίζει ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη. Στο δελτίο αυτό μπορεί να αναφέρεται περιορισμός της κυκλοφορίας του αιτούντος σε τμήμα της ελληνικής επικράτειας. Το δελτίο έχει διάρκεια ισχύος μέχρι 6 μήνες και ανανεώνεται έως την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της αίτησης διεθνούς προστασίας. Ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Ασύλου δύναται, με απόφασή του, να περιορίζει την διάρκεια ισχύος των δελτίων ανάλογα με την αναμενόμενη διάρκεια έκδοσης των αποφάσεων επί των αιτήσεων διεθνούς προστασίας. Η αρμόδια αρχή παραλαβής δύναται να περιορίζει την διάρκεια ισχύος του δελτίου συγκεκριμένου αιτούντος για μικρότερο χρονικό διάστημα εφόσον τούτο κρίνεται αναγκαίο για την απρόσκοπτη και ταχεία ολοκλήρωση της εξέτασης της αίτησης. Το δελτίο παραδίδεται υποχρεωτικά από τον αιτούντα στην αρμόδια αρχή εξέτασης κατά την επίδοση σε αυτόν της απόφασης επί της αίτησής του και παύει αυτοδικαίως να ισχύει. Με αντίστοιχο δελτίο εφοδιάζονται και τα μέλη της οικογένειας του αιτούντος. Στην περίπτωση που ο αιτών κρατείται ή παραμένει σε εγκαταστάσεις Πρώτης Υποδοχής ή όσο διαρκεί η εξέταση της αίτησης που έχει υποβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 24, το προαναφερόμενο δελτίο χορηγείται μετά την άρση της κράτησης, ή το πέρας παραμονής σε εγκαταστάσεις Πρώτης Υποδοχής ή αφού του επιτραπεί η είσοδος στο έδαφος της χώρας σύμφωνα με το άρθρο 24 παρ. 2. Στις περιπτώσεις αυτές ο αιτών οφείλει να παρουσιασθεί εντός 10 ημερών στην αρμόδια αρχή εξέτασης ή παραλαβής για να δηλώσει τα στοιχεία επικοινωνίας του. ε. Ενημερώνονται σχετικά με το αποτέλεσμα της απόφασης επί της αίτησης διεθνούς προστασίας σε γλώσσα που κατανοούν, καθώς και για τη δυνατότητα προσβολής της απορριπτικής απόφασης και της σχετικής προθεσμίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η απόφαση επί της αίτησης διεθνούς προστασίας εκδίδεται και επιδίδεται στον αιτούντα το ταχύτερο δυνατόν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας, οι αρμόδιες κατά το νόμο αρχές αναγνωρίζουν και θεωρούν το γνήσιο της υπογραφής αιτούντων με την επίδειξη του δελτίου. Στις περιπτώσεις κράτησης, παραμονής σε Περιφερειακές Υπηρεσίες Πρώτης Υποδοχής ή κατά τη διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 24, οι αρμόδιες κατά τον νόμο αρχές αναγνωρίζουν και βεβαιώνουν την υπογραφή των αλλοδαπών βάσει των στοιχείων που έχουν δηλώσει.

Άρθρο 9(Άρθρο 11 Οδηγίας) Υποχρεώσεις των αιτούντωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αιτούντες υποχρεούνται να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές στο μέτρο που αυτό είναι αναγκαίο για τη διεκπεραίωση της αίτησής τους, συμπεριλαμβανομένης και της διαπίστωσης των στοιχείων της ταυτότητάς τους. Ειδικότερα, σε κάθε περίπτωση, οι αιτούντες υποχρεούνται να: α. Παρουσιάζονται ενώπιον των αρμοδίων αρχών αυτοπροσώπως χωρίς καθυστέρηση ή στον καθοριζόμενο από τις οικείες διατάξεις χρόνο να υποβάλλουν τα αιτήματά τους. Αίτηση διεθνούς προστασίας, παραίτηση από αυτήν, προσφυγή κατά απορριπτικής απόφασης, μεταγενέστερη αίτηση και αίτηση για ανανέωση του δελτίου αιτούντος διεθνή προστασία υποβάλλονται αυτοπροσώπως, εκτός αν συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας, όπως σοβαρή ασθένεια, σοβαρή σωματική αναπηρία ή κράτηση, οι οποίοι θα πρέπει να αποδεικνύονται με ανάλογο πιστοποιητικό ή βεβαίωση δημόσιας υπηρεσίας. Στις προαναφερόμενες περιπτώσεις ανωτέρας βίας η αίτηση περιλαμβάνει δήλωση του αιτούντος ότι γνωρίζει τις προϋποθέσεις της παρούσας παραγράφου. Σε κάθε περίπτωση, η εκκίνηση της διαδικασίας εξέτασης μιας αίτησης διεθνούς προστασίας τελεί υπό την προϋπόθεση της διαπίστωσης της συνδρομής των ως άνω λόγων, καθώς και της αυτοπρόσωπης εμφάνισης του αιτούντος ενώπιον των αρμοδίων αρχών παραλαβής. β. Παραδίδουν το ταξιδιωτικό έγγραφο ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο έχουν στην κατοχή τους και σχετίζεται με την εξέταση της αίτησης και των στοιχείων που πιστοποιούν την ταυτότητα των ιδίων και των μελών της οικογένειάς τους, τη χώρα προέλευσης και τον τόπο καταγωγής τους, καθώς και την οικογενειακή τους κατάσταση. Η αναγνώριση της ιδιότητας του δικαιούχου διεθνούς προστασίας δεν προϋποθέτει απαραιτήτως την υποβολή αποδεικτικών στοιχείων. Στις περιπτώσεις που παραδοθούν τα ανωτέρω έγγραφα συντάσσεται πρακτικό παράδοσης−παραλαβής, αντίγραφο του οποίου χορηγείται στον αιτούντα. γ. Ενημερώνουν αμέσως τις αρμόδιες αρχές παραλαβής ή/και εξέτασης για τη διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής τους και τα άλλα στοιχεία επικοινωνίας τους καθώς και για κάθε μεταβολή των ως άνω στοιχείων. Επίσης, υποχρεούνται να δέχονται κάθε επίδοση ή κοινοποίηση στον πιο πρόσφατο τόπο διαμονής ή κατοικίας που έχουν δηλώσει. δ. Συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές για τη διενέργεια κάθε νόμιμης έρευνας σχετικά με την αίτησή τους. ε. Δέχονται σωματική έρευνα και έρευνα των αντικειμένων που φέρουν, φωτογραφίζονται, και δακτυλοσκοπούνται, εφόσον είναι άνω των 14 ετών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τις υποχρεώσεις αυτές και τα δικαιώματα που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 8, ενημερώνονται ειδικά οι αιτούντες σε γλώσσα που κατανοούν και συντάσσεται προς τούτο σχετικό αποδεικτικό, στο οποίο αναφέρεται η γλώσσα επικοινωνίας.

Άρθρο 10(Άρθρα 15 και 16 Οδηγίας) Εκπροσώπηση και συνδρομήΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αιτούντες έχουν δικαίωμα να συμβουλεύονται με δαπάνη τους δικηγόρο ή άλλο σύμβουλο σε θέματα σχετικά με την αίτησή τους. Εφόσον ειδικές διατάξεις δεν ορίζουν διαφορετικά για συγκεκριμένες πράξεις, η εξουσιοδότηση αιτούντων προς δικηγόρο για την εκπροσώπησή τους ενώπιον των αρχών του παρόντος μπορεί να πραγματοποιηθεί και με απλό ιδιωτικό έγγραφο, χωρίς να απαιτείται θεώρηση του γνησίου της υπογραφής. Η εξουσιοδότηση αιτούντων προς άλλα πρόσωπα απαιτεί θεώρηση του γνησίου της υπογραφής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σε περίπτωση επιδίωξης δικαστικής προστασίας, ο αιτών είναι δυνατόν να λαμβάνει δωρεάν νομική βοήθεια, κατά τις διατάξεις του ν. 3226/2004 (Α΄ 24), που εφαρμόζονται αναλόγως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι δικηγόροι που εκπροσωπούν αιτούντες έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες του φακέλου τους, εφόσον αυτές σχετίζονται με την εξέταση της αίτησης. Άλλοι σύμβουλοι που παρέχουν συνδρομή σε αιτούντες έχουν πρόσβαση σε στοιχεία του φακέλου τους εφόσον αυτά σχετίζονται με την παρεχόμενη συνδρομή. Η Αποφαινόμενη Αρχή δύναται, μετά από αιτιολογημένη πράξη της, να απαγορεύει τη γνωστοποίηση πληροφοριών ή της πηγής αυτών, εφόσον κρίνει ότι η αποκάλυψη αυτών ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια ή τις διεθνείς σχέσεις της χώρας ή την ασφάλεια ή την επιβαλλόμενη μυστικότητα της δράσης υπηρεσιών ή προσώπων που παρέχουν τις πληροφορίες. Η πρόσβαση στις εν λόγω απόρρητες πληροφορίες ή πηγές είναι δυνατή, σε κάθε περίπτωση, από το δικαστήριο, το οποίο είναι αρμόδιο για την εξέταση των προβλεπομένων στο άρθρο 28 αιτήσεων ακυρώσεως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι δικηγόροι που εκπροσωπούν και οι σύμβουλοι που παρέχουν συνδρομή σε αιτούντες έχουν πρόσβαση σε Περιφερειακές Υπηρεσίες Πρώτης Υποδοχής υπό τους ειδικούς όρους του Γενικού Κανονισμού λειτουργίας της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής. Επίσης έχουν πρόσβαση σε χώρους κράτησης και ζώνες διέλευσης, για να επικοινωνούν με τους αιτούντες, σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο. Η δυνατότητα πρόσβασης των ως άνω προσώπων στους χώρους αυτούς περιορίζεται όταν τούτο κρίνεται αντικειμενικά απαραίτητο από τις εκάστοτε αρμόδιες αρχές για την ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή τη διοικητική διαχείριση του εν λόγω χώρου, υπό τον όρο ότι η πρόσβασή τους δεν περιορίζεται υπερβολικά ούτε καθίσταται αδύνατη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Δικηγόροι ή άλλοι σύμβουλοι δικαιούνται να παρέχουν κάθε νόμιμη συνδρομή στον αιτούντα σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. Οι αιτούντες δικαιούνται να παρίστανται στην προσωπική συνέντευξη με τον δικηγόρο που τους εκπροσωπεί ή τον σύμβουλο που τους παρέχει συνδρομή. Η απουσία του δικηγόρου ή άλλου συμβούλου δεν εμποδίζει τη διεξαγωγή της προσωπικής συνέντευξης.

Άρθρο 11(Άρθρο 17 Οδηγίας) Αιτήσεις ασυνόδευτων ανήλικωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αρμόδιες αρχές, όταν υποβάλλεται αίτηση από ασυνόδευτους ανήλικους, ενεργούν σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 19 του π.δ. 220/2007, για το διορισμό επιτρόπου του ανηλίκου. Στον επίτροπο ή στον ασκούντα τη σχετική πράξη επιτροπείας παρέχεται η ευκαιρία να ενημερώνει τον ασυνόδευτο ανήλικο για τη σημασία και τις πιθανές συνέπειες της προσωπικής συνέντευξης, καθώς και για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να προετοιμασθεί για αυτή. Ο επίτροπος ή ο ασκών τη σχετική πράξη επιτροπείας καλείται και δύναται να παρίσταται στην προσωπική συνέντευξη του ανηλίκου και να υποβάλλει ερωτήσεις ή παρατηρήσεις προς διευκόλυνση της διαδικασίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι χειριστές που διεξάγουν προσωπικές συνεντεύξεις με ασυνόδευτο ανήλικο πρέπει να διαθέτουν τις αναγκαίες γνώσεις σχετικά με τις ειδικές ανάγκες των ανηλίκων και να διενεργούν με τέτοιο τρόπο την συνέντευξη, ώστε να είναι απόλυτα αντιληπτή από τον αιτούντα, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την ηλικία του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι Αρμόδιες Αρχές Εξέτασης μπορούν να χρησιμοποιούν ιατρικές εξετάσεις για τον προσδιορισμό της ηλικίας των ασυνόδευτων ανηλίκων. Στις περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται ιατρικές εξετάσεις, λαμβάνεται μέριμνα ώστε: α. οι ασυνόδευτοι ανήλικοι να ενημερώνονται, πριν από την εξέταση της αίτησής τους και σε γλώσσα την οποία κατανοούν, για τη δυνατότητα προσδιορισμού της ηλικίας τους με ιατρική εξέταση, για τη μέθοδο της εξέτασης, τις ενδεχόμενες συνέπειες των αποτελεσμάτων της ιατρικής εξέτασης στην εξέταση της αίτησης καθώς και τις συνέπειες της άρνησής τους να υποβληθούν στην ιατρική εξέταση, β. οι ασυνόδευτοι ανήλικοι ή οι επίτροποί τους να συναινούν στη διενέργεια εξέτασης για τον προσδιορισμό της ηλικίας των συγκεκριμένων ανηλίκων, γ. η απόφαση απόρριψης της αίτησης ασυνόδευτου ανηλίκου που αρνήθηκε να υποβληθεί σε αυτή την ιατρική εξέταση να μη βασίζεται μόνο στην άρνηση αυτή και δ. μέχρι την ολοκλήρωση της ιατρικής εξέτασης, το πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι είναι ανήλικο να έχει ανάλογη μεταχείριση ως ανήλικο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Εφόσον από τη διαδικασία για τον προσδιορισμό της ηλικίας δεν προκύψει με ασφάλεια ότι ο αιτών είναι ενήλικος, αυτός αντιμετωπίζεται ως ανήλικος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το γεγονός ότι ένας ασυνόδευτος ανήλικος έχει αρνηθεί να υποβληθεί σε ιατρική εξέταση δεν εμποδίζει την Αποφαινόμενη Αρχή να λαμβάνει απόφαση επί της αίτησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Αιτήσεις διεθνούς προστασίας ασυνόδευτων ανηλίκων εξετάζονται πάντοτε με την κανονική διαδικασία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η διασφάλιση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 12(Άρθρο 18 Οδηγίας) Κράτηση των αιτούντωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αλλοδαπός ή ανιθαγενής που αιτείται διεθνή προστασία, δεν κρατείται για μόνο το λόγο ότι έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, καθώς και ότι εισήλθε και παραμένει παράνομα στη χώρα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αλλοδαπός ή ανιθαγενής που υποβάλλει αίτηση διεθνούς προστασίας ενόσω κρατείται, παραμένει υπό κράτηση, εφόσον αυτή έχει επιβληθεί κατ’ εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας. Εάν κρατείται βάσει των σχετικών διατάξεων των ν. 3386/2005 και 3907/2011 όπως ισχύουν, κατ’ εξαίρεση και εφόσον κριθεί ότι δεν μπορούν να εφαρμοσθούν εναλλακτικά μέτρα όπως αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 22 παρ. 3 του ν.3907/2011, παραμένει υπό κράτηση για έναν από τους παρακάτω λόγους: α. για τη διαπίστωση των πραγματικών στοιχείων της ταυτότητας ή της καταγωγής του, ή β. εφόσον συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη, κατά την αιτιολογημένη κρίση της αστυνομικής αρχής, ή γ. εφόσον η κράτησή του κρίνεται αναγκαία για την ταχεία ολοκλήρωση εξέτασης της αίτησής του, συμπεριλαμβανομένης και αυτής που υποβάλλεται εντός Περιφερειακών Υπηρεσιών Πρώτης Υποδοχής. Στην περίπτωση αυτή οι Αρχές Εξέτασης λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την ταχεία ολοκλήρωση της διαδικασίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας δύνανται να αποφασίσουν την κράτηση συγκεκριμένου αιτούντος, κατ’ εξαίρεση και εφόσον κρίνουν ότι δεν μπορούν να εφαρμοσθούν εναλλακτικά μέτρα, όταν κρίνουν ότι ο αιτών συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη για λόγους που αιτιολογούνται ειδικώς στην απόφαση κράτησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η απόφαση κράτησης λαμβάνεται από τον οικείο Αστυνομικό Διευθυντή και, προκειμένου περί των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης, τον αρμόδιο για θέματα αλλοδαπών Αστυνομικό Διευθυντή, και περιέχει πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Στις περιπτώσεις (α) και (γ) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου η απόφαση κράτησης λαμβάνεται κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της αρμόδιας αρχής εξέτασης. Στην περίπτωση (β) ενημερώνεται αμέσως ο Προϊστάμενος του αρμόδιου Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου ή ο Διευθυντής της Αρχής Προσφυγών ο οποίος μεριμνά για την κατά προτεραιότητα εξέταση της αίτησης ή της προσφυγής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι αιτούντες κρατούνται στους χώρους κράτησης που προβλέπονται στο άρθρο 31 του ν. 3907/2011.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η κράτηση αιτούντων επιβάλλεται για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα και κατ’ αρχήν δεν δύναται να υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες. Εάν ο αιτών είναι ήδη κρατούμενος, ο συνολικός χρόνος κράτησης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 30 του ν. 3907/2011, δεν δύναται να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες για την περίπτωση (γ) της παραγράφου 2 και τους δώδεκα (12) μήνες για τις περιπτώσεις (α) και (β) της παραγράφου 2 και της παραγράφου 3. Στις τρεις τελευταίες περιπτώσεις η κράτηση δύναται να παρατείνεται περαιτέρω έως έξι (6) ακόμη μήνες, με νεότερη και ειδικά αιτιολογημένη απόφαση των οργάνων της παραγράφου 4, σχετικά με την εξακολούθηση συνδρομής των λόγων που την επέβαλαν. Η κράτηση του αιτούντος διεθνή προστασία συνιστά λόγο επιτάχυνσης της διαδικασίας ασύλου, λαμβανομένων υπόψη της, τυχόν, έλλειψης κατάλληλων χώρων και των δυσχερειών εξασφάλισης αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης των τελούντων σε κράτηση. Οι δυσχέρειες αυτές συνεκτιμώνται για την επιβολή ή την παράταση της κράτησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι αιτούντες που κρατούνται, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, έχουν τα δικαιώματα προσφυγής και υποβολής αντιρρήσεων που προβλέπονται στις παρ. 3 και 4 του άρθρου 76 του ν. 3386/2005, όπως ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στις περιπτώσεις κράτησης αιτούντων, οι αρμόδιες αρχές, με την επιφύλαξη των διεθνών και εθνικών κανόνων δικαίου που διέπουν την κράτηση, εφαρμόζουν, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα: α. Μεριμνούν ώστε οι γυναίκες να κρατούνται σε χώρο χωριστά από τους άντρες. β. Αποφεύγουν την κράτηση των ανήλικων. Ανήλικοι που έχουν χωριστεί από τις οικογένειές τους και ασυνόδευτοι ανήλικοι κρατούνται μόνο για τον απαραίτητο χρόνο έως την ασφαλή παραπομπή τους σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας ανηλίκων. γ. Αποφεύγουν την κράτηση εγκύων κατά τη διάρκεια της κύησης και για τρεις μήνες μετά τον τοκετό. δ. Παρέχουν στους κρατούμενους την προσήκουσα ιατρική φροντίδα. ε. Διασφαλίζουν το δικαίωμα για νομική εκπροσώπηση των κρατούμενων. στ. Μεριμνούν ώστε οι κρατούμενοι να ενημερώνονται σε γλώσσα που κατανοούν για τους λόγους και τη διάρκεια της κράτησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Όταν εκλείψουν οι λόγοι που δικαιολογούν την κράτηση ενός αιτούντος σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, οι αρχές που διέταξαν την κράτηση, με αιτιολογημένη απόφασή τους, αφήνουν ελεύθερο τον αιτούντα και ενημερώνουν αμελλητί τις Αρχές Εξέτασης ή Απόφασης.

Άρθρο 13(Άρθρα 19 και 20 Οδηγίας) Παραίτηση από την αίτησηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο αιτών δύναται να παραιτηθεί από την αίτησή του καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, εφόσον υποβάλει σχετική δήλωση εγγράφως ενώπιον των αρμόδιων αρχών εξέτασης και παραδώσει το δελτίο αιτούντος διεθνή προστασία. Για τη βεβαίωση της παραίτησης συντάσσεται σχετικό πρακτικό παραίτησης παρουσία διερμηνέα, ο οποίος επιβεβαιώνει το ακριβές περιεχόμενο αυτού, ενώ ο αιτών ενημερώνεται για τις συνέπειες της πράξης αυτής, ότι οφείλει να εγκαταλείψει τη χώρα, εφόσον δεν είναι κάτοχος τίτλου διαμονής, και παραλαμβάνει αντίγραφο του πρακτικού παραίτησης. Όταν η παραίτηση υποβάλλεται πριν την ολοκλήρωση της εξέτασης της αίτησης σε α’ βαθμό, η Αποφαινόμενη Αρχή θέτει την αίτηση στο αρχείο. Όταν η παραίτηση υποβάλλεται ενόσω εκκρεμεί η εξέταση προσφυγής κατά απορριπτικής απόφασης σε α’ βαθμό, ο Διευθυντής της Αρχής Προσφυγών θέτει την υπόθεση στο αρχείο. Η σχετική πράξη έχει βεβαιωτικό χαρακτήρα και δεν επιδίδεται στον αιτούντα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όταν υπάρχει εύλογη αιτία να θεωρείται ότι ο αιτών έχει σιωπηρά ανακαλέσει την αίτησή του χωρίς να έχει εκδοθεί απόφαση σε α΄ βαθμό, η Αποφαινόμενη Αρχή διακόπτει την εξέταση της αίτησης με σχετική πράξη της και θέτει την υπόθεση στο αρχείο. Εφόσον έχει ήδη υποβληθεί προσφυγή κατά απορριπτικής απόφασης σε α΄ βαθμό και υπάρχει εύλογη αιτία να θεωρείται ότι ο προσφεύγων την έχει σιωπηρά ανακαλέσει, η Επιτροπή Προσφυγών απορρίπτει την προσφυγή για τους τυπικούς λόγους οι οποίοι περιγράφονται στην παρ. 3 λόγω σιωπηρής ανάκλησης. Οι ως άνω αποφάσεις αποστέλλονται στην τελευταία δηλωθείσα διεύθυνση του αιτούντος με επιστολή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Σιωπηρή ανάκληση θεωρείται ότι υπάρχει όταν διαπιστώνεται ότι ο αιτών: α. δεν ανταποκρίθηκε σε αιτήματα για παροχή πληροφοριών με ουσιώδη σημασία για την αίτησή του κατά το άρθρο 4 του π.δ. 96/2008 ή β. δεν παρέστη στην προσωπική συνέντευξη, όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παρότι εκλήθη νόμιμα και χωρίς να προβάλει βάσιμους λόγους για τη μη παρουσία του ή γ. διέφυγε από το χώρο όπου βρισκόταν υπό κράτηση ή δεν συμμορφώθηκε με τα επιβληθέντα εναλλακτικά μέτρα ή δ. αναχώρησε από το χώρο όπου διέμενε, χωρίς να ζητήσει άδεια ή να ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές εφόσον είχε προς τούτο υποχρέωση ή εγκατέλειψε τη χώρα χωρίς να λάβει άδεια από τις Αρμόδιες Αρχές Εξέτασης, ή ε. δεν συμμορφώθηκε με τις υποχρεώσεις αναφοράς του άρθρου 9 παρ. 1 περίπτ. γ΄, ή άλλη υποχρέωση επικοινωνίας, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημέρα που η Υπηρεσία Ασύλου ή η Αρχή Προσφυγών του ζήτησε να επικοινωνήσει μαζί τους ή να παρουσιαστεί ενώπιον τους, ή στ. δεν εμφανίστηκε για να ανανεώσει το δελτίο κατά την επόμενη εργάσιμη ημέρα μετά τη λήξη του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Αιτών για τον οποίο έχει εκδοθεί απόφαση διακοπής εξέτασης της αίτησης λόγω σιωπηρής ανάκλησης, έχει δικαίωμα να ζητήσει από την αρχή που έλαβε την απόφαση τη συνέχιση της εξέτασης αυτής, προβάλλοντας τους λόγους για τους οποίους δεν συντρέχει σιωπηρή ανάκληση της αίτησής ή προσφυγής του. Μέχρι την τελεσίδικη κρίση της ως άνω αίτησης, ο αιτών δεν απελαύνεται από τη χώρα ούτε εκτελείται απόφαση επιστροφής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στις περιπτώσεις μεταφοράς αιτούντων στη χώρα, στο πλαίσιο εφαρμογής του Κανονισμού 343/2003 του Συμβουλίου, οι εκδοθείσες πράξεις απόρριψης ή διακοπής βάσει της παρ. 2 ανακαλούνται αυτοδικαίως και η διαδικασία εξέτασης της αίτησης συνεχίζεται.

Άρθρο 14(Άρθρο 21 Οδηγίας) Ο ρόλος της Ύπατης Αρμοστείας του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες.ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αποφάσεις που λαμβάνονται επί των αιτήσεων διεθνούς προστασίας σε πρώτο και δεύτερο βαθμό, καθώς και οι αποφάσεις με τις οποίες ανακαλείται ή ακυρώνεται το καθεστώς του πρόσφυγα ή του δικαιούχου επικουρικής προστασίας, κοινοποιούνται στο Γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες: α. Δύναται να εκθέτει τις απόψεις της ή να παρέχει συμπληρωματικές πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές παραλαβής και εξέτασης. β. Έχει πρόσβαση στις πληροφορίες για τις ατομικές αιτήσεις διεθνούς προστασίας, για την πρόοδο της διαδικασίας και τις αποφάσεις που λαμβάνονται, υπό την προϋπόθεση ότι ο αιτών συμφωνεί σχετικά. γ. Έχει πρόσβαση, δια των εκπροσώπων της, στις Περιφερειακές Υπηρεσίες Πρώτης Υποδοχής, σε χώρους κράτησης και σωφρονιστικά ιδρύματα, καθώς επίσης και σε ζώνες διέλευσης αερολιμένων ή λιμένων, όπου κρατούνται ή διαμένουν αιτούντες ή χρήζοντες διεθνούς προστασίας. Για τη διασφάλιση του απορρήτου της επικοινωνίας των αιτούντων με τους ανωτέρω εκπροσώπους, διατίθεται κατάλληλος χώρος από την αρμόδια αρχή που δέχεται την αίτηση ή στην οποία κρατούνται. δ. Παρουσιάζει τις απόψεις της κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων της, βάσει του άρθρου 35 της Σύμβασης της Γενεύης, ενώπιον των αρμοδίων αρχών, σχετικά με τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στην Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες παρέχονται τα στατιστικά δεδομένα που επιτρέπουν την αποτελεσματική εκπλήρωση του έργου της, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 35 της Σύμβασης της Γενεύης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο πλαίσιο της λειτουργίας της Υπηρεσίας Ασύλου η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες δύναται να παρακολουθεί συνεντεύξεις αιτούντων διεθνή προστασία, να υποβάλλει γνωμοδοτήσεις προκειμένου να συνδράμει την Υπηρεσία Ασύλου στην άσκηση της αρμοδιότητάς της και να παρακολουθεί την ποιότητα της διαδικασίας ασύλου σε όλα τα στάδια εξέτασης. Λεπτομέρειες της ως άνω συνεργασίας και συνδρομής ρυθμίζονται με Μνημόνια Συνεργασίας που συνάπτει ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Ασύλου με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.

Άρθρο 15(Άρθρο 22 Οδηγίας)

Τήρηση εμπιστευτικότητας Για το σκοπό της εξέτασης αιτήσεων διεθνούς προστασίας, όλες οι αρμόδιες αρχές οφείλουν: α. Να μην αποκαλύπτουν τις πληροφορίες που αφορούν ατομικές αιτήσεις ή το γεγονός ότι έχει υποβληθεί αίτηση στους φερόμενους ως διώκτες του αιτούντος. β. Να μην ζητούν πληροφορίες από τους φερόμενους ως διώκτες του αιτούντος κατά τρόπο που θα είχε ως αποτέλεσμα να αποκαλυφθεί άμεσα ή έμμεσα το γεγονός ότι ο αιτών έχει υποβάλει αίτηση και θα έθετε σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητά του και των εξαρτώμενων από αυτόν προσώπων ή την ελευθερία και την ασφάλεια των μελών της οικογένειάς του που εξακολουθούν να ζουν στη χώρα καταγωγής.

Αθήνα, 13 Ιουνίου 2013
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟI ΥΠΟΥΡΓΟI
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ,
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ
ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ, ΥΦΥΠ. ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΡΟΥΠΑΚΙΩΤΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ − ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΝΔΙΑΣ