7 Α' 2011

ΝΟΜΟΣ 3907/2011

΄Ιδρυση Υπηρεσίας Ασύλου και Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ «σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη − μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» και λοιπές διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ - ΙΔΡΥΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΠΡΩΤΗΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣ
26 Ιανουαρίου 2011

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 7
26 Ιανουαρίου 2011

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3907
΄Ιδρυση Υπηρεσίας Ασύλου και Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ «σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη − μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» και λοιπές διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ΙΔΡΥΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΠΡΩΤΗΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣ
Άρθρο 6Ίδρυση − αποστολή

Στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη συνιστάται αυτοτελής Υπηρεσία με τίτλο «Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής», που υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη και έχει τοπική αρμοδιότητα σε όλη την επικράτεια. Η Υπηρεσία αυτή λειτουργεί σε επίπεδο διεύθυνσης και έχει ως αποστολή την αποτελεσματική διαχείριση των υπηκόων τρίτων χωρών που εισέρχονται παρανόμως στη Χώρα, σε συνθήκες σεβασμού της αξιοπρέπειάς τους, με την υπαγωγή τους σε διαδικασίες πρώτης υποδοχής.

Άρθρο 7Διαδικασίες Πρώτης ΥποδοχήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Σε διαδικασίες πρώτης υποδοχής υποβάλλονται όλοι οι υπήκοοι τρίτων χωρών που συλλαμβάνονται να εισέρχονται χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις στη Χώρα. Οι διαδικασίες πρώτης υποδοχής για τους υπηκόους τρίτων χωρών περιλαμβάνουν: α. την εξακρίβωση της ταυτότητας και της ιθαγένειάς τους, β. την καταγραφή τους, γ. τον ιατρικό τους έλεγχο και την παροχή της τυχόν αναγκαίας περίθαλψης και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, δ. την ενημέρωσή τους για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, ιδίως δε για τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να υπαχθούν σε καθεστώς διεθνούς προστασίας και ε. τη μέριμνα για όσους ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, ώστε να υποβληθούν στην κατά περίπτωση προβλεπόμενη διαδικασία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στις διαδικασίες πρώτης υποδοχής μπορούν με απόφαση των αρμόδιων αστυνομικών αρχών να υπάγονται και οι υπήκοοι τρίτων χωρών οι οποίοι συλλαμβάνονται να διαμένουν στη Χώρα παράνομα και δεν αποδεικνύουν την ιθαγένεια και την ταυτότητά τους με έγγραφο δημόσιας αρχής.

Άρθρο 8Οργάνωση − Λειτουργία − ΠροϋπολογισμόςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής συγκροτείται από την Κεντρική Υπηρεσία, καθώς και τα Κέντρα Πρώτης Υποδοχής (ΚΕ.Π.Υ.) και τις έκτακτες ή κινητές Μονάδες Πρώτης Υποδοχής που αποτελούν τις Περιφερειακές Υπηρεσίες, οι οποίες υπάγονται στην Κεντρική Υπηρεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Κεντρική Υπηρεσία προγραμματίζει, κατευθύνει, παρακολουθεί και ελέγχει τη δράση των Περιφερειακών Υπηρεσιών και εξασφαλίζει τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους σε συνεργασία με τις λοιπές αρμόδιες υπηρεσίες. Για το σκοπό αυτόν η Κεντρική Υπηρεσία μπορεί να αναπτύσσει διεθνή συνεργασία ιδίως με αρμόδιες αλλοδαπές αρχές και φορείς κρατών−μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να συμμετέχει αυτοτελώς ή από κοινού με άλλες δημόσιες υπηρεσίες ή φορείς της κοινωνίας των πολιτών σε προγράμματα και δράσεις χρηματοδοτούμενες από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλους φορείς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το πρόγραμμα ιατρικού ελέγχου, ψυχοκοινωνικής διάγνωσης και παραπομπής των δικαιούχων σε δομές υποστήριξης και φιλοξενίας καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη συνιστώνται ΚΕ.Π.Υ. σε επιλεγμένα σημεία της χώρας όπου παρατηρείται σταθερή ροή παρανόμως εισερχομένων υπηκόων τρίτων χωρών και καθορίζεται η τοπική αρμοδιότητά τους. Με όμοια απόφαση κατανέμονται μεταξύ των περιφερειακών υπηρεσιών Πρώτης Υποδοχής οι θέσεις προσωπικού που συνιστώνται γι’ αυτές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη μπορεί να συνιστάται έκτακτη ή κινητή μονάδα Πρώτης Υποδοχής σε περιοχή που: α. δεν καλύπτεται από την τοπική αρμοδιότητα υφιστάμενου ΚΕ.Π.Υ. και παρατηρείται αξιόλογη ροή παρανόμως εισερχομένων υπηκόων τρίτων χωρών, ή β. το υφιστάμενο ΚΕ.Π.Υ. δεν επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών που δημιουργούνται από την εντεινόμενη ροή παρανόμως εισερχομένων υπηκόων τρίτων χωρών, ή γ. παρίσταται ανάγκη παροχής υπηρεσιών Πρώτης Υποδοχής στον τόπο πρώτης εισόδου των παρανόμως εισερχομένων υπηκόων τρίτων χωρών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής έχει ίδιο προϋπολογισμό ως ειδικός φορέας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, όπου εγγράφονται οι πιστώσεις για την αντιμετώπιση των αναγκών λειτουργίας των υπηρεσιών και του προσωπικού της. Ειδικότερα, εγγράφονται πιστώσεις που αφορούν σε δαπάνες για: α. καταβολή μισθωμάτων για τα οικήματα που στεγάζονται οι Υπηρεσίες Πρώτης Υποδοχής και δεν ανήκουν στο Δημόσιο, β. αγορά, μίσθωση, επισκευή και συντήρηση κάθε είδους υλικοτεχνικού εξοπλισμού, γ. αποδοχές του προσωπικού που δεν μισθοδοτείται από τις υπηρεσίες από τις οποίες έχει αποσπαστεί, αμοιβές υπερωριακής απασχόλησης, αμοιβές υπηρεσιών διερμηνείας, οδοιπορικά έξοδα και άλλες συναφείς αποζημιώσεις, καθώς και για την ανάθεση σε φορείς της κοινωνίας των πολιτών έργων των Περιφερειακών Υπηρεσιών, δ. λειτουργικά έξοδα, έξοδα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης του προσωπικού και ε. διενέργεια μελετών ή ερευνών επί θεμάτων αρμοδιότητας της Υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη εγγράφονται στον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής πιστώσεις για κάθε άλλη δαπάνη, πέρα από όσες διαλαμβάνονται στην παράγραφο 6, που είναι αναγκαία για τη λειτουργία των Υπηρεσιών της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων προβλέπονται οι πιστώσεις για την ανέγερση κτιρίων και τον εξοπλισμό υπηρεσιών της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, στο πλαίσιο των εγκρινόμενων ετήσιων πιστώσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στην Κεντρική Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής συνιστάται πάγια προκαταβολή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 2362/1995.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Η οικονομική διαχείριση της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής ασκείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της και οι δαπάνες πραγματοποιούνται, ελέγχονται, εκκαθαρίζονται και εντέλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί δημοσίου λογιστικού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη ρυθμίζονται ειδικά θέματα διαχείρισης υλικού, χρημάτων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Προστασίας του Πολίτη, μπορεί, και κατά τροποποίηση των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, να ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν την οργάνωση, τη λειτουργία, τα καθήκοντα του προσωπικού, τις επί μέρους αρμοδιότητες και να συνιστώνται ή να καταργούνται οργανικές θέσεις προσωπικού της Κεντρικής Υπηρεσίας και των Περιφερειακών Υπηρεσιών Πρώτης Υποδοχής. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Προστασίας του Πολίτη θεσπίζεται ο Γενικός Κανονισμός Λειτουργίας των Κέντρων και των Μονάδων Πρώτης Υποδοχής, όπου καθορίζονται επί μέρους θέματα εσωτερικής διάρθρωσης και λειτουργίας των Κέντρων και των Μονάδων αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών των ΚΕ.Π.Υ. επιτρέπεται η σύναψη συμβάσεων υπηρεσιών ή έργου, η δαπάνη των οποίων μπορεί να καλύπτεται από εθνικούς ή κοινοτικούς πόρους, σύμφωνα με τις διατάξεις του δημόσιου λογιστικού. Η παράγραφος 8 του άρθρου 4 έχει ανάλογη εφαρμογή και για τις Υπηρεσίες Πρώτης Υποδοχής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Για τις ανάγκες εγκατάστασης των ΚΕ.Π.Υ. επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στρατόπεδα που δεν χρησιμοποιούνται πλέον από τη Στρατιωτική Υπηρεσία και παραχωρούνται κατά χρήση από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, κατά παρέκκλιση υφιστάμενων διατάξεων πολεοδομικού σχεδιασμού κάθε επιπέδου. Οι κατά τα ανωτέρω χώροι και οι εγκαταστάσεις επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται και ως χώροι κράτησης που προβλέπονται στο άρθρο 31. Για τυχόν επισκευές, βελτιώσεις και αναγκαίες πρόσθετες εγκαταστάσεις σε αυτά, εφαρμόζονται αναλογικά από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη οι διατάξεις που διέπουν την εκτέλεση στρατιωτικών έργων και εγκαταστάσεων εντός στρατοπέδων. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εθνικής Άμυνας, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Προστασίας του Πολίτη, καθορίζονται οι προϋποθέσεις και λεπτομέρειες εφαρμογής των παραπάνω ρυθμίσεων.

Άρθρο 9ΣτελέχωσηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην Κεντρική Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής συνιστάται θέση Διευθυντή. Ο Διευθυντής διορίζεται, ύστερα από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, με θητεία τριών ετών που μπορεί να ανανεωθεί μία φορά για τρία ακόμη έτη. Ο Διευθυντής είναι προσωπικότητα εγνωσμένου κύρους, πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, με διοικητική ικανότητα. Ο Διευθυντής προΐσταται της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής και ελέγχεται από τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη ενώ μπορεί να παύεται πριν τη λήξη της θητείας του είτε κατόπιν αίτησής του είτε λόγω αδυναμίας εκτέλεσης των καθηκόντων του ή για άλλο σοβαρό λόγο που ανάγεται στην άσκηση των καθηκόντων του. Ο Διευθυντής υποστηρίζεται από γραμματεία. Οι αποδοχές του Διευθυντή καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τη θέση του επικεφαλής των Κέντρων και των Μονάδων Πρώτης Υποδοχής καταλαμβάνουν για θητεία τριών ετών που μπορεί να ανανεώνεται μία φορά για τρία ακόμη έτη, υπάλληλοι του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ., μόνιμοι ή με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Οι επικεφαλής επιλέγονται από το υπηρεσιακό συμβούλιο του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη μετά από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος κατά προτίμηση μεταξύ εκείνων που έχουν πτυχίο Α.Ε.Ι. με γνωστικό αντικείμενο συναφές προς τις αρμοδιότητες της Υπηρεσίας και διοικητική εμπειρία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής στελεχώνεται από προσωπικό που μετατάσσεται, μεταφέρεται ή αποσπάται από υπηρεσίες του Δημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα (άρθρο 2 του ν. 3861/2010, ΦΕΚ 112 Α΄) ή Ν.Π.Δ.Δ. ύστερα από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος ή προσ−λαμβάνεται με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Οι αποσπάσεις του προσωπικού για τη στελέχωση της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής διενεργούνται και ανανεώνονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και του συναρμόδιου Υπουργού, μετά από πρόταση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη. Μετατάξεις προσωπικού που υπηρετεί σε καταργούμενους ή συγχωνευόμενους φορείς του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα προς την Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής διενεργούνται κατά προτεραιότητα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τα Κέντρα και οι Μονάδες Πρώτης Υποδοχής μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις παροχής υπηρεσιών με διερμηνείς, οι οποίοι διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα και επιλέγονται από σχετικό κατάλογο που καταρτίζει η Κεντρική Υπηρεσία, σύμφωνα με τον Κανονισμό Λειτουργίας της. Οι διερμηνείς αποζημιώνονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών ή με ωριαία αποζημίωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Σε περίπτωση που η αποτελεσματική λειτουργία Κέντρου ή Μονάδας Πρώτης Υποδοχής κωλύεται λόγω έλλειψης επαρκούς ή κατάλληλου προσωπικού, η διεκπεραίωση επί μέρους διαδικασιών υποδοχής, εξαιρουμένων αυτών που συνιστούν άσκηση δημόσιας εξουσίας, όπως η έκδοση διοικητικών πράξεων, μπορεί να ανατίθεται για ορισμένο χρόνο με βάση τις κείμενες διατάξεις περί δημοσίου λογιστικού σε φορείς της κοινωνίας των πολιτών, που ανταποκρίνονται σε κατάλληλες προδιαγραφές ποιότητας και ασφάλειας. Η ανάθεση των διαδικασιών αυτών γίνεται από τον Διευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής ύστερα από ειδική και αιτιολογημένη πρόταση του επικεφαλής του Κέντρου ή της Μονάδας Πρώτης Υποδοχής. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Προστασίας του Πολίτη προσδιορίζονται οι ειδικότεροι όροι και προδιαγραφές ποιότητας και ασφάλειας που πρέπει να πληρούν φορείς της κοινωνίας των πολιτών, για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου. Στην Κεντρική Υπηρεσία ιδρύεται Μητρώο τέτοιων φορέων. Η δαπάνη της ανάθεσης μπορεί να καλύπτεται από εθνικούς ή συγχρηματοδοτούμενους πόρους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών που δημιουργούνται από μαζική εισροή μεταναστών επιτρέπεται η πρόσληψη προσωπικού σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 20 του ν. 2190/1994.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Τα στελέχη των Κέντρων Πρώτης Υποδοχής επιμορφώνονται για το αντικείμενο της αποστολής τους, με μέριμνα της Κεντρικής Υπηρεσίας, σε συνεργασία με τα συναρμόδια Υπουργεία. Ειδικότερα, οι ιατροί που παρέχουν υπηρεσίες στα ΚΕ.Π.Υ. εκπαιδεύονται στην πιστοποίηση θυμάτων βασανιστηρίων, με μέριμνα των ως άνω Υπηρεσιών σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Αρμόδια για τα θέματα του προσωπικού των Υπηρεσιών Πρώτης Υποδοχής είναι τα υπηρεσιακά συμβούλια που είναι αρμόδια για τους πολιτικούς υπαλλήλους του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.

Άρθρο 10Διοίκηση και διάρθρωση Περιφερειακών Υπηρεσιών Πρώτης ΥποδοχήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο επικεφαλής του Κέντρου Πρώτης Υποδοχής ή της Μονάδας Πρώτης Υποδοχής, κινητής ή έκτακτης, συντονίζει, κατευθύνει και ελέγχει το έργο των υπηρεσιών αυτών και μεριμνά για την εύρυθμη λειτουργία τους σε συνεργασία με τις λοιπές αρμόδιες αρχές και φορείς, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον παρόντα νόμο και τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόμενες κανονιστικές πράξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα Κέντρα και οι Μονάδες Πρώτης Υποδοχής διαρθρώνονται σε λειτουργικώς διακριτά κλιμάκια, ως εξής: κλιμάκιο διοικητικής μέριμνας, το οποίο είναι αρμόδιο για τη διοικητική υποστήριξη του Κέντρου ή της Μονάδας, κλιμάκιο εξακρίβωσης, το οποίο είναι αρμόδιο για την εξακρίβωση της ταυτότητας και των λοιπών στοιχείων των υπηκόων τρίτων χωρών, κλιμάκιο ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, το οποίο μεριμνά για την παροχή των υπηρεσιών αυτών και κλιμάκιο ενημέρωσης, το οποίο είναι αρμόδιο για την ενημέρωση των υπηκόων τρίτων χωρών σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους. Τα κλιμάκια έχουν επιπλέον αρμοδιότητες σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον παρόντα νόμο και τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόμενες κανονιστικές πράξεις.

Άρθρο 11Διαχωρισμός και παραπομπήΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι υπηρεσίες πρώτης υποδοχής ενημερώνουν τους υπηκόους τρίτων χωρών για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους. Οι αιτούντες διεθνή προστασία παραπέμπονται στο κατά τόπο αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου, κλιμάκιο του οποίου μπορεί να λειτουργεί στο Κέντρο Πρώτης Υποδοχής. Σε κάθε στάδιο των διαδικασιών Πρώτης Υποδοχής, η υποβολή αιτήματος υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας υποχρεώνει στο διαχωρισμό του αιτούντος και την παραπομπή του στο κατά τόπο αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου. Η παραλαβή των αιτημάτων και οι συνεντεύξεις των αιτούντων μπορούν να διεξάγονται εντός των εγκαταστάσεων της Πρώτης Υποδοχής, οι ίδιοι δε παραμένουν στις εγκαταστάσεις για όσο χρόνο διαρκεί η διαδικασία εξέτασης του αιτήματός τους, με την επιφύλαξη των προθεσμιών της παραγράφου 5. Αν μετά την παρέλευση των προθεσμιών αυτών δεν έχει περατωθεί η εξέταση του αιτήματος διεθνούς προστασίας το αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου χορηγεί στον ενδιαφερόμενο δελτίο αιτήσαντος άσυλο και τον παραπέμπει σε κατάλληλες δομές φιλοξενίας για τη λειτουργία των οποίων μεριμνά το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Εφόσον το αίτημα και η προσφυγή απορριφθεί ενόσω οι υπήκοοι τρίτων χωρών παραμένουν στο Κέντρο ή τη Μονάδα Πρώτης Υποδοχής, αυτοί παραπέμπονται στην αρμόδια αρχή για την υπαγωγή τους σε διαδικασίες απέλασης, επιστροφής ή επανεισδοχής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο επικεφαλής του Κέντρου ή της Μονάδας, ύστερα από εισήγηση του προϊσταμένου του κλιμακίου ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης παραπέμπει τα πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες στον αρμόδιο κατά περίπτωση φορέα κοινωνικής στήριξης ή προστασίας. Σε κάθε περίπτωση διασφαλίζεται η συνέχεια της θεραπευτικής αγωγής στις περιπτώσεις που αυτό απαιτείται. Ως ευάλωτες ομάδες νοούνται για τις ανάγκες του παρόντος: α. οι ασυνόδευτοι ανήλικοι, β. τα άτομα που έχουν αναπηρία ή πάσχουν από ανίατη ασθένεια, γ. οι υπερήλικες, δ. οι γυναίκες σε κύηση ή λοχεία, ε. οι μονογονεϊκές οικογένειες με ανήλικα τέκνα, στ. τα θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλης σοβαρής μορφής ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης και ζ. τα θύματα εμπορίας ανθρώπων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι εναπομένοντες υπήκοοι τρίτων χωρών παραπέμπονται στην αρχή που είναι κατά νόμο αρμόδια να αποφασίσει την υπαγωγή τους σε διαδικασία επανεισδοχής, απέλασης ή επιστροφής. Την παραπομπή αποφασίζει ο επικεφαλής του Κέντρου ή της Μονάδας, κατόπιν εισήγησης του κλιμακίου που διενήργησε τον έλεγχο κατά την πρώτη υποδοχή. Τα άτομα αυτά μπορεί να παραμένουν στις εγκαταστάσεις Πρώτης Υποδοχής μέχρι την επαναπροώθησή τους ή την έκδοση της απόφασης επιστροφής ή απέλασης, οπότε και εφαρμόζεται η προβλεπόμενη διαδικασία. Εφόσον η αρχή που είναι αρμόδια να αποφασίσει την απέλαση ή την αναγκαστική επιστροφή του υπηκόου τρίτης χώρας κρίνει ότι αυτή πρέπει να αναβληθεί ή ότι η κράτηση δεν είναι αναγκαία, ο υπήκοος τρίτης χώρας εφοδιάζεται με γραπτή βεβαίωση και του επιτρέπεται να αποχωρήσει από τις εγκαταστάσεις Πρώτης Υποδοχής, υπό τους περιοριστικούς όρους που του έχουν τυχόν επιβληθεί, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Αν η εισήγηση για την παραπομπή, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 3, δεν γίνεται δεκτή από τον επικεφαλής του Κέντρου ή της Μονάδας Πρώτης Υποδοχής η απόφαση λαμβάνεται από επιτροπή που συγκροτείται από τον επικεφαλής του Κέντρου ή της Μονάδας Πρώτης Υποδοχής και τους Προϊσταμένους των κλιμακίων του Κέντρου ή της Μονάδας και ενημερώνεται σχετικά η Κεντρική Υπηρεσία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στις περιπτώσεις των παραγράφων 2 και 3 το παραπεμπτικό σημείωμα προς την κατά περίπτωση αρμόδια αρχή εκδίδεται το αργότερο μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την υπαγωγή του υπηκόου τρίτης χώρας σε διαδικασίες πρώτης υποδοχής. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις ο χρόνος υπαγωγής στις διαδικασίες εξακρίβωσης και διαχωρισμού μπορεί να παρατείνεται αιτιολογημένα για άλλες δέκα (10) το πολύ ημέρες. Εφόσον η καθυστέρηση της εξακρίβωσης οφείλεται σε υπαίτια ή καταχρηστική συμπεριφορά του υποκείμενου στη διαδικασία πρώτης υποδοχής, αυτός λογίζεται ως αρνούμενος να συνεργαστεί για την προετοιμασία της επιστροφής του και παραπέμπεται για επαναπροώθηση, απέλαση ή επιστροφή. Οι προθεσμίες και οι διαδικασίες του παρόντος άρθρου ισχύουν μόνο στο πλαίσιο λειτουργίας των Κέντρων Πρώτης Υποδοχής.

Άρθρο 12Περιφερειακή Επιτροπή ΕποπτείαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παρακολούθηση και αξιολόγηση της λειτουργίας κάθε Κέντρου ή Μονάδας Πρώτης Υποδοχής ανατίθεται σε Περιφερειακή Επιτροπή Εποπτείας. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη από: α. τον προϊστάμενο της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης στα διοικητικά όρια της οποίας εδρεύει το Κέντρο ή η Μονάδα Πρώτης Υποδοχής, ως πρόεδρο με τον αναπληρωτή του, β. έναν εκπρόσωπο της οικείας Περιφέρειας, ως μέλος, με τον αναπληρωτή του που ορίζονται από το οικείο περιφερειακό συμβούλιο, γ. έναν εκπρόσωπο της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιείται στην περιοχή τοπικής αρμοδιότητας του Κέντρου ή της Μονάδας, ως μέλος, με τον αναπληρωτή του που προτείνονται από τον επικεφαλής της περιφερειακής Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής και δ. έναν εκπρόσωπο της οικείας Υγειονομικής Περιφέρειας (Δ.Υ.ΠΕ.) με τον αναπληρωτή του, που ορίζονται από τον Διοικητή τους, ως μέλη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Επιτροπή μπορεί στο πλαίσιο της αποστολής της να ζητήσει τη συνδρομή στελεχών και άλλων φορέων, δημόσιων ή ιδιωτικών, εφόσον τούτο κρίνεται αναγκαίο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Επιτροπή συνεδριάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα, τα οποία προβλέπονται στον κανονισμό λειτουργίας του Κέντρου ή της Μονάδας και σε έκτακτες περιπτώσεις, όταν κρίνει τούτο αναγκαίο ή προσκληθεί από τον Διευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με τον Κανονισμό Λειτουργίας του Κέντρου ή της Μονάδας ορίζονται οι αρμοδιότητες των Επιτροπών, στις οποίες περιλαμβάνονται ιδίως: α. η παρακολούθηση και αξιολόγηση της γενικής λειτουργίας του Κέντρου ή της Μονάδας Πρώτης Υποδοχής και η υποβολή ετήσιας έκθεσης προς τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, η οποία κοινοποιείται στον Υπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και τον Διευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής, β. η διατύπωση προτάσεων για τη ρύθμιση ειδικότερων θεμάτων εσωτερικής λειτουργίας του Κέντρου ή της Μονάδας, γ. η διατύπωση προτάσεων για την αντιμετώπιση ειδικών θεμάτων, ιδίως σε ζητήματα συνεργασίας με την τοπική κοινωνία και δ. η διατύπωση γνώμης για κάθε άλλο ζήτημα, το οποίο τίθεται από τον Διευθυντή.

Άρθρο 13Καθεστώς παραμονής σε εγκαταστάσεις Πρώτης ΥποδοχήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι υπήκοοι τρίτων χωρών που συλλαμβάνονται να εισέρχονται παράνομα στη Χώρα οδηγούνται άμεσα με ευθύνη της αρχής που διενήργησε τη σύλληψη στο Κέντρο ή Μονάδα Πρώτης Υποδοχής στα όρια της τοπικής αρμοδιότητας των οποίων συνελήφθησαν.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τις ανάγκες της εξακρίβωσης και των λοιπών διαδικασιών πρώτης υποδοχής οι υποκείμενοι σε αυτές τελούν υπό καθεστώς περιορισμού της ελευθερίας τους. Παραμένουν υποχρεωτικά εντός των εγκαταστάσεων του Κέντρου Πρώτης Υποδοχής ή εντός άλλων κατάλληλων εγκαταστάσεων, που φυλάσσονται, η δε εκεί παραμονή τους ρυθμίζεται από τον Κανονισμό Λειτουργίας τους, το περιεχόμενο του οποίου τους έχει γίνει κατάλληλα γνωστό. Οι υποκείμενοι στις διαδικασίες πρώτης υποδοχής μπορούν να εξέρχονται μόνο ύστερα από ειδική γραπτή άδεια του επικεφαλής του Κέντρου ή της Μονάδας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Σε κάθε περίπτωση καθ’ όλη τη διάρκεια των διαδικασιών πρώτης υποδοχής ο επικεφαλής και το προσωπικό του Κέντρου ή της Μονάδας μεριμνούν, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα ανά περίπτωση, ώστε οι υπήκοοι τρίτων χωρών: α. να τελούν υπό αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, β. να διατηρούν κατά το δυνατόν την οικογενειακή τους ενότητα, γ. να έχουν πρόσβαση σε επείγουσα υγειονομική περίθαλψη και κάθε απαραίτητη θεραπευτική αγωγή ή ψυχοκοινωνική στήριξη, δ. να τυγχάνουν εφόσον ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες της κατάλληλης κατά περίπτωση μεταχείρισης, ε. να ενημερώνονται επαρκώς για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, στ. να έχουν πρόσβαση σε καθοδήγηση και νομική συμβουλή σχετικά με την κατάστασή τους και ζ. να διατηρούν επαφή με κοινωνικούς φορείς και οργανώσεις.

Άρθρο 14Φύλαξη − ΕγκαταστάσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Την ευθύνη της εξωτερικής φύλαξης των εγκαταστάσεων του Κέντρου ή της Μονάδας έχει η αρμόδια αστυνομική αρχή, η οποία λαμβάνει κατάλληλα μέτρα περιορισμού σε μισθωμένες ή παραχωρημένες εγκαταστάσεις. Η εξωτερική φύλαξη μπορεί, μετά από έγκριση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, να ανατίθεται και σε εξειδικευμένη ιδιωτική εταιρία παροχής υπηρεσιών ασφαλείας παράλληλα με την αρμόδια αστυνομική αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εάν δεν υπάρχουν οι κατάλληλες εγκαταστάσεις για τη διεξαγωγή των διαδικασιών πρώτης υποδοχής ή οι υφιστάμενες δεν επαρκούν, επιτρέπεται η κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων χρήση άλλων δημόσιων εγκαταστάσεων, μετά από κατάλληλη διαρρύθμιση, καθώς και η μίσθωση ακινήτων με κατάλληλη υποδομή ή, σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, η μίσθωση τουριστικών εγκαταστάσεων.

Άρθρο 15Μεταβατικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι υφιστάμενοι χώροι προσωρινής φιλοξενίας υπηκόων τρίτων χωρών, τα υφιστάμενα αρχεία και η λοιπή υλικοτεχνική υποδομή τους περιέρχονται κατά χρήση στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη από την ημερομηνία κατάργησης των οικείων Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη μπορεί να καθορίζεται η χρήση των υφιστάμενων χώρων προσωρινής φιλοξενίας υπηκόων τρίτων χωρών είτε ως Ειδικών Χώρων Παραμονής Αλλοδαπών (ΕΧΠΑ) του άρθρου 81 του ν. 3386/2005 είτε ως εγκαταστάσεων του άρθρου 31 του παρόντος νόμου είτε ως Κέντρων Πρώτης Υποδοχής του άρθρου 8 παρ. 1 του παρόντος νόμου και ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικά με τη λειτουργία αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τυχόν εγγεγραμμένες πιστώσεις και επιχορηγήσεις από εθνικούς, ευρωπαϊκούς ή άλλους φορείς που αφορούν δράσεις των ΕΧΠΑ που βρίσκονται σε εξέλιξη εκτελούνται κανονικά άλλως μεταφέρονται ώστε να εκτελεστούν από τα ΚΕ.Π.Υ..

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Μέχρι την έναρξη λειτουργίας των ΚΕ.Π.Υ. για την κράτηση των αιτούντων άσυλο εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 13 του π.δ. 114/2010 (ΦΕΚ 195 Α΄).