85 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4254/2014

Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο εφαρμογής του ν. 4046/2012 και άλλες διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ - ΜΕΤΡΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ Ν. 4046/2012
07 Απριλίου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 85
7 Απριλίου 2014

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4254
Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο εφαρμογής του ν. 4046/2012 και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ΜΕΤΡΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ Ν. 4046/2012
Άρθρο πρώτοΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Α: ΔΙΑΝΟΜΗ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΓΕΝΟΥΣ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Α.1.: ΔΙΑΘΕΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΜΕΡΙΣΜΑΤΟΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Διατίθεται ποσό τετρακοσίων πενήντα εκατομμυρίων (450.000.000) ευρώ από το Πρωτογενές Πλεόνασμα Γενικής Κυβέρνησης έτους 2013 για την καταβολή κοινωνικού μερίσματος προς στήριξη των πολιτών και οικογενειών με χαμηλό συνολικό ετήσιο εισόδημα και ακίνητη περιουσία μικρής αξίας, με βάση ειδικά εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια, τα οποία καθορίζονται με την κοινή υπουργική απόφαση της περίπτωσης 3 της παρούσας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το κοινωνικό μέρισμα καταβάλλεται εφάπαξ, είναι αφορολόγητο, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται με ήδη βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο ή πιστωτικά ιδρύματα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή του Ε.Κ.Α.Σ. ή οποιασδήποτε άλλης παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα. Κάθε δικαιούχος λαμβάνει το κοινωνικό μέρισμα από μία και μόνο πηγή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, καθορίζονται τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια για την καταβολή του κοινωνικού μερίσματος, το ακριβές ποσό του διανεμόμενου κοινωνικού μερίσματος ανά δικαιούχο, οι κατηγορίες των δικαιούχων, οι προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά, ο φορέας, η διαδικασία, ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής, ο χρόνος και τρόπος ελέγχου των εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων για τη χορήγησή του ανά κατηγορία δικαιούχων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας υποπαραγράφου. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Α.2.: ΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΕΓΑΣΗΣ, ΣΙΤΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΣΤΕΓΟΥΣ 1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 29 του ν. 4052/2012 (Α΄41) αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής: «3. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και του εκάστοτε συναρμόδιου Υπουργού, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις υλοποίησης προγραμμάτων για άστεγους, η έκταση και ο χρόνος παροχής κοινωνικής προστασίας. Με όμοιες αποφάσεις καθορίζεται το πλαίσιο προδιαγραφών λειτουργίας Κέντρων Ημέρας Αστέγων, Κοινωνικών Ξενώνων ή άλλων δομών και ειδικότερα οι φορείς υλοποίησης, η στελέχωση, οι κτιριακές προδιαγραφές, η διαδικασία αδειοδότησης και ελέγχου, οι φορείς καταγραφής αστέγων και λοιπά θέματα εφαρμογής της παρούσας.» 2. Στο άρθρο 29 του ν. 4052/2012 (Α΄ 41) προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι: «4. Διατίθεται ποσό είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000) ευρώ από το Πρωτογενές Πλεόνασμα Γενικής Κυβέρνησης έτους 2013 για τη χρηματοδότηση των ανωτέρω προγραμμάτων ή δράσεων. Οι ανωτέρω πόροι μεταβιβάζονται από το Υπουργείο Οικονομικών και εγγράφονται στον προϋπολογισμό τρέχοντος έτους του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας (Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων − Ε.Φ. 33−220). 5. Προγράμματα ή δράσεις, που χρηματοδοτούνται από τους ως άνω πόρους, προκηρύσσονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας με δυνητικούς δικαιούχους τους πιστοποιημένους φορείς παροχής υπηρεσιών στέγασης, σίτισης και κοινωνικής φροντίδας στην ομάδα στόχο των αστέγων. 6. Ως επιλέξιμα για χρηματοδότηση προγράμματα ή δράσεις, κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, ορίζονται τα προγράμματα ή δράσεις στέγασης, σίτισης και παροχής υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας στην ομάδα στόχο των αστέγων. 7. Οι προτάσεις που κατατίθενται στο πλαίσιο προγραμμάτων ή δράσεων της ως άνω παραγράφου αξιολογούνται από τριμελή Επιτροπή που αποτελείται από εκπροσώπους του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας. Τα κριτήρια αξιολόγησης, καθώς και κάθε αναγκαία διαδικασία και λεπτομέρεια εφαρμογής ορίζονται στη σχετική προκήρυξη. 8. Η υλοποίηση των προγραμμάτων ή δράσεων στέγασης, σίτισης και εν γένει παροχής υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας δύναται να πραγματοποιείται με προγραμματικές συμβάσεις μεταξύ του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και των φορέων υλοποίησης. 9. Στους φορείς υλοποίησης των παραπάνω προγραμμάτων υπάγονται τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα εκκλησιαστικά φιλανθρωπικά ιδρύματα, οι φορείς της Εκκλησίας και τα πιστοποιημένα από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας σύμφωνα με το ν. 2646/1998 νομικά πρόσωπα οδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που αποδεδειγμένα δραστηριοποιούνται στην παροχή υπηρεσιών στην ομάδα στόχου των αστέγων. 10. Η παρακολούθηση της υλοποίησης των προγραμμάτων ή δράσεων στο πλαίσιο της ανωτέρω χρηματοδότησης ανατίθεται σε Επιτροπή, η οποία συστήνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, Οικονομικών, Εσωτερικών και Υγείας και στην οποία συμμετέχουν τρεις (3) εκπρόσωποι του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, δύο (2) εκπρόσωποι του Υπουργείου Οικονομικών, ένας (1) εκπρόσωπος του Υπουργείου Εσωτερικών και ένας (1) εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας. 11. Ως δυνητικό μέσο παροχής υπηρεσιών ή αγαθών στο πλαίσιο των ανωτέρω προγραμμάτων ή δράσεων καθιερώνεται η Κοινωνική Επιταγή. Η Κοινωνική Επιταγή ενσωματώνει την αξία συγκεκριμένης κοινωνικής παροχής, η οποία είναι ατομική και παρέχεται στο δικαιούχο του προγράμματος που την ενεργοποιεί αποκλειστικά για την απολαβή των συγκεκριμένων αγαθών ή/και υπηρεσιών. Οι προδιαγραφές, η διαδικασία και τα κριτήρια αξιολόγησης των δυνητικών παρόχων, η διαδικασία και τα κριτήρια επιλογής των δικαιούχων, οι φορείς υλοποίησης, καθώς και κάθε άλλο θέμα που αφορά στην εφαρμογή του παρόντος καθορίζονται με κοινή απόφαση των συναρμόδιων Υπουργών. 12. Κατά την πρώτη εφαρμογή, η ανάθεση των προγραμμάτων ή δράσεων είτε μέσω προκηρύξεων είτε μέσω προγραμματικών συμβάσεων πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. Η προθεσμία της παρούσας παραγράφου δύναται να παρατείνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Α.3.: ΠΑΡΟΧΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ ΣΕ ΕΙΔΟΣ Α. Ασφαλισμένοι του Ο.Α.Ε.Ε. οι οποίοι διέκοψαν την επαγγελματική τους δραστηριότητα ή προέβησαν σε δήλωση αδράνειας εργασιών στη Δ.Ο.Υ. σύμφωνα με την ΠΟΛ 1102/14.7.2005 και δεν εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου δεύτερου του ν. 3845/ 2010 ή συνεχίζουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα και δεν είναι ασφαλισμένοι σε άλλο φορέα, δικαιούνται οι ίδιοι και τα προστατευόμενα μέλη αυτών, παροχή ασθένειας σε είδος, μέχρι 28.2.2015, εφόσον οι οφειλές τους στον οικείο ασφαλιστικό φορέα αφορούν τα έτη 2011, 2012 και 2013 και ο μέσος όρος του συνολικού οικογενειακού τους εισοδήματος κατά τα ως άνω έτη δεν υπερβαίνει τις δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ. Όσοι ασφαλισμένοι έχουν ρυθμίσει ή θα ρυθμίσουν το σύνολο των οφειλών τους, δικαιούνται οι ίδιοι και τα προστατευόμενα μέλη αυτών όλες τις παροχές ασθένειας χωρίς χρονικό περιορισμό, με μόνη προϋπόθεση την τήρηση της ρύθμισης. Β. Ασφαλισμένοι του Τομέα Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων του ΕΤΑΑ, οι οποίοι έχουν απολέσει την ασφαλιστική τους ικανότητα λόγω οφειλών στον ασφαλιστικό τους φορέα, δικαιούνται οι ίδιοι και τα προστατευόμενα μέλη αυτών παροχές ασθένειας σε είδος, μέχρι 28.2.2015, εφόσον οι οφειλές τους αφορούν τα έτη 2011, 2012 και 2013 και ο μέσος όρος του συνολικού οικογενειακού τους εισοδήματος κατά τα ως άνω έτη δεν υπερβαίνει τις δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ. Γ. Οι υπερήλικες ασφαλισμένοι του ΟΓΑ, των οποίων το ασφαλιστικό δικαίωμα επανεξετάζεται βάσει της περίπτωσης 5 της υποπαραγράφου ΙΑ6 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) και δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση σύνταξης, δικαιούνται οι ίδιοι και τα προστατευόμενα μέλη αυτών παροχές ασθένειας σε είδος μέχρι 28.2.2015. Δ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Οικονομικών καθορίζονται η διαδικασία, τα ειδικότερα ζητήματα και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής της παρούσας παραγράφου. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Α.4.: ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΕΦΑΠΑΞ ΧΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΣΕ ΕΝΣΤΟΛΟΥΣ 1. Στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής, τα οποία αμείβονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 50 και 51 του ν. 3205/2003 (Α΄ 297), όπως ισχύουν, και ευρίσκονταν σε ενέργεια κατά την 31.1.2014, καταβάλλεται εφάπαξ χρηματική ενίσχυση, ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ. Η καταβολή της ενίσχυσης πραγματοποιείται μέσω της Ενιαίας Αρχής Πληρωμών (Ε.Α.Π.) με καταστάσεις που συντάσσουν οι εκκαθαριστές αποδοχών των οικείων Υπηρεσιών. 2. Η ανωτέρω ενίσχυση καταβάλλεται ολόκληρη, εφόσον οι συνολικές μεικτές τακτικές αποδοχές μηνός Ιανουαρίου 2014 των ανωτέρω στελεχών, δεν υπερέβαιναν τα χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ. Για αποδοχές πάνω από χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ και μέχρι χίλια πεντακόσια σαράντα ένα (1.541) ευρώ, η εφάπαξ χρηματική ενίσχυση μειώνεται κατά δώδεκα (12) ευρώ για κάθε ένα (1) επιπλέον ευρώ αποδοχών. 3. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, στις μηνιαίες τακτικές αποδοχές δεν συνυπολογίζονται οι κάτωθι παροχές: α) Η οικογενειακή παροχή (άρθρο 17 του ν. 4024/2011 (226 Α΄)). β) Η ειδική αποζημίωση της αριθμ.2015007/ 1423/ 0022/14.2.1989 κ.υ.α. (Β΄ 199), που κυρώθηκε με το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. 1858/1989 (Α΄ 148) και της αριθμ. 164721/ 4033/12.1.1982 κ.υ.α. (Β΄ 58), που κυρώθηκε με το άρθρο 55 παρ. Θ΄του ν. 1249/1982 (Α΄ 43). γ) Το επίδομα αυξημένης επιχειρησιακής ετοιμότητας μονάδων (άρθρο 51 παρ.Α8 του ν. 3205/2003).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η ανωτέρω χρηματική ενίσχυση είναι αφορολόγητη, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται με ήδη βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο ή πιστωτικά ιδρύματα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιασδήποτε άλλης παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα. ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.1.: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΟΥ ΑΝΑΛΟΓΙΣΤΗ 1. Το άρθρο 1 του π.δ. 53/2013 (Α΄ 96) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 1 1. Το επάγγελμα του αναλογιστή, του οποίου, αντικείμενο αποτελεί, το σύνολο των αρμοδιοτήτων που ρητά αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 55 του ν.δ. 400/1970 (Α΄ 10), ασκείται ελεύθερα μετά πάροδο τριμήνου από την αναγγελία έναρξής του στη Διεύθυνση Πιστωτικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής, του Υπουργείου Οικονομικών, εφεξής «Αρμόδια Διοικητική Αρχή». Η αναγγελία του προηγούμενου εδαφίου συνοδεύεται από τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την πιστοποίηση της συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. Η Αρμόδια Διοικητική Αρχή μπορεί εντός τριών (3) μηνών από την αναγγελία έναρξης του επαγγέλματος από τον ενδιαφερόμενο, να απαγορεύσει την έναρξη του επαγγέλματος του αιτούντος, στην περίπτωση που δεν συγκεντρώνονται οι νόμιμες προϋποθέσεις ή δεν προκύπτει η συνδρομή τους από τα υποβληθέντα στοιχεία. Εφόσον πληρούνται όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις, η Αρμόδια Διοικητική Αρχή εγγράφει τον αιτούντα στο Μητρώο Αναλογιστών του άρθρου 6 του παρόντος. 2. Στην περίπτωση που δεν πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις ή δεν προκύπτει η συνδρομή τους από τα υποβληθέντα στοιχεία, η Αρμόδια Διοικητική Αρχή, ενημερώνει εγγράφως τον ενδιαφερόμενο, ότι δεν είναι δυνατή η εγγραφή του στο μητρώο, γνωστοποιώντας και τους σχετικούς λόγους.» 2. Το άρθρο 2 του π.δ. 53/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 2 Δικαίωμα εγγραφής στο μητρώο του άρθρου 1 έχει κάθε ενδιαφερόμενος που πληροί σωρευτικά τις παρακάτω προϋποθέσεις: α) Έχει προσκομίσει πιστοποιητικό ποινικού μητρώου γενικής χρήσης, το οποίο ανανεώνεται κάθε δύο έτη με επιμέλεια της Αρμόδιας Διοικητικής Αρχής. Ο αιτών πρέπει να μην έχει καταδικαστεί αμετακλήτως για οποιοδήποτε κακούργημα ή για πλημμέλημα για τα αδικήματα της κλοπής, υπεξαίρεσης, απάτης, υπεξαίρεσης στην υπηρεσία, πλαστογραφίας, απιστίας, ψευδορκίας, δόλιας χρεοκοπίας, καταδολίευσης δανειστών, τοκογλυφίας ή για κάποιο άλλο οικονομικής φύσεως έγκλημα. β) Διαθέτει πτυχίο θετικών ή οικονομικών επιστημών ανώτατης σχολής της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, της οποίας η ισοτιμία έχει αναγνωρισθεί από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές. γ) Έχει προσκομίσει πιστοποιητικό, από το οποίο αποδεικνύεται ότι ο αιτών εκπληρώνει τουλάχιστον μία από τις κάτωθι προϋποθέσεις: αα) έχει πιστοποιηθεί ως αναλογιστής από αρμόδιο φορέα διαπιστευμένο κατά ISO/IEC 17024, για το σχήμα του αναλογιστή, από το Εθνικό σύστημα Διαπίστευσης (ΕΣΥΔ), ββ) έχει πιστοποιηθεί ως αναλογιστής από αρμόδιο φορέα διαπιστευμένο κατά ISO/IEC 17024, για το σχήμα του αναλογιστή, από Φορέα Διαπίστευσης μέλος της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας Αμοιβαίας Ισότιμης Αναγνώρισης (ΕΑ−MLA), γγ) έχει πιστοποιηθεί από επαγγελματική ένωση ή οργανισμό που πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του π.δ. 38/2010 (Α΄ 78), δδ) ασκεί νόμιμα το επάγγελμα του αναλογιστή σε οποιοδήποτε κράτος−μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε τρίτο κράτος σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαιότητας. Στην περίπτωση αυτή, ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να προσκομίσει σχετικό πιστοποιητικό από τον αρμόδιο φορέα του κράτους−μέλους ή του τρίτου κράτους.» 3. Το άρθρο 3 του π.δ. 53/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 3 1. Για την απόκτηση του πιστοποιητικού του στοιχείου αα΄ της προϋπόθεσης γ΄ του άρθρου 2 του παρόντος ο υποψήφιος υπόκειται σε γραπτές εξετάσεις που διενεργούνται δύo (2) φορές το χρόνο, από τους διαπιστευμένους φορείς. Η κλίμακα βαθμολογίας είναι ακέραιες μονάδες από το μηδέν (0) έως το εκατό (100). Επιτυχών θεωρείται ο υποψήφιος, ο οποίος συγκέντρωσε στο εξεταζόμενο γνωστικό αντικείμενο τουλάχιστον τον βαθμό πενήντα (50). Οι ενδιαφερόμενοι υποχρεούνται στην επιτυχή εξέταση των ακολούθων οκτώ (8) γνωστικών αντικειμένων». 2. Οι ενδιαφερόμενοι υποχρεούνται να πληρούν σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) Επιτυχή εξέταση στα ακόλουθα έξι (6) γνωστικά αντικείμενα: αα) Αρχές Οικονομίας και Χρηματοοικονομικά Μαθηματικά ββ) Αρχές Αναλογιστικής Προτυποποίησης, Κατασκευή και Αξιολόγηση Αναλογιστικών Προτύπων γγ) Αναλογιστικά Πρότυπα Συμβάντων Ζωής και Θανάτου δδ) Αναλογιστικά Πρότυπα Επιβίωσης εε) Χρηματοοικονομικά Πρότυπα στ) Ποσοτικοποίηση και Αναλογιστική Διαχείριση των Κινδύνων και Φερεγγυότητα β) Επιτυχή εξέταση σε δύο (2) εκ των ακολούθων τεσσάρων (4) μαθημάτων: αα) Συνταξιοδοτικά σχήματα και Κοινωνική ασφάλιση ββ) Ασφαλίσεις Ζωής γγ) Ασφαλίσεις κατά ζημιών δδ) Ασφαλίσεις Υγείας 3. Η εξεταστέα ύλη για τα γνωστικά αντικείμενα της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του παρόντος είναι η ακόλουθη: α) αα) Αρχές Οικονομίας και Χρηματοοικονομικά Μαθηματικά Θεωρία Τόκου Επιτόκιο και συναρτήσεις επιτοκίου, παρούσα και συσσωρευμένη αξία, είδη ραντών, μεταβλητές ράντες, χρηματορροές γενικά, εξισώσεις αξίας, απόδοση ενός κεφαλαίου, μέτρα απόδοσης (εσωτερική απόδοση, χρονοσταθμισμένη απόδοση, μέτρα αξιολόγησης των επενδυτικών επιλογών), χρεολυτικά σχήματα (γενικό πρότυπο, κλασσική μέθοδος, καταναλωτικά σχήματα), ομόλογα, παραδοσιακή τιμολόγηση, ομόλογα χωρίς τοκομερίδια, διαχρονική διάρθρωση των επιτοκίων (spot rates, forward rates, par yields) και καμπύλες αποδόσεων. Ανοσοποίηση Διάρκεια και κυρτότητα των τοποθετήσεων, δείκτες μέσης διάρκειας και δείκτες διασποράς (volatility), μέθοδοι ανοσοποίησης, επιδίωξη του ομολήκτου στοιχείων του ενεργητικού και υποχρεώσεων (asset/liability matching), το πρόβλημα της επανεπένδυσης. Αγορές χρήματος και κεφαλαίου Χρηματαγορές και κεφαλαιαγορές, αξιόγραφα και εμπορεύματα, χρηματιστήρια, συνάλλαγμα, είδη αξιόγραφων (έντοκα γραμμάτια, ομόλογα και ομολογίες, μετοχές, παράγωγα, κ.λπ.), δανεισμός, short sales, γραμμή της αγοράς, στάθμιση κινδύνου και στρατηγικές, τιμολόγηση futures και forwards, swaps, μετατρέψιμα ομόλογα, υβριδικά αξιόγραφα. ββ) Αρχές Αναλογιστικής Προτυποποίησης, Κατασκευή και Αξιολόγηση Αναλογιστικών Προτύπων Αναλογιστική Προτυποποίηση Αρχές και μέθοδοι προτυποποίησης, χρήση και περιορισμοί προτύπων, στοχαστικά και ντετερμινιστικά πρότυπα, ιδιότητας προτύπων, ανάλυση αποτελεσμάτων, ανάλυση ευαισθησίας παραδοχών, παρουσίαση των αποτελεσμάτων, Στοχαστικά πρότυπα Στοχαστικές ανελίξεις, κατηγορίες στοχαστικών ανελίξεων, μέθοδοι προσομοίωσης, προσομοίωση MonteCarlo, χρονοσειρές Πρότυπα ζημιών Ατομικό και συλλογικό πρότυπο, Κατανομές ζημιών (ζημιοκατανομές ή κατανομές απώλειας) και κατανομές αποζημιώσεων, οικογένειες κατανομών και μετασχηματισμένων κατανομών, μίξεις κατανομών, εμπειρικές εκτιμήσεις, παραμετρικές σημειακές εκτιμήσεις και υπολογιστικοί αλγόριθμοι, εκτιμήσεις με διαστήματα εμπιστοσύνης, μη−παραμετρικές εκτιμήσεις και εκτιμήσεις μέσω μεθόδων προσομοίωσης, εκτιμήσεις μέσω μεθόδων Μπεϋζιανής στατιστικής, μη ομαδοποιημένα και ομαδοποιημένα δεδομένα ζημιών, περικομμένα, και μετατοπισμένα δεδομένα ζημιών, εκτιμήσεις και έλεγχοι υποθέσεων ζημιοκατανομών μέσω τέτοιων δεδομένων. Εφαρμογές στις μη αναλογικές καλύψεις κινδύνου, ασυμπτωτικές εκτιμήσεις των πιθανοτήτων στο δεξιό άκρο των κατανομών, υπολογισμός και άνω φράγματα ασφαλίστρων stop loss, stop loss και πληθωρισμός, ρήτρες θετικής εμπειρίας. Εφαρμογές στην αντασφάλιση. Αξιολόγηση και επιλογή προτύπων Έλεγχοι στατιστικών υποθέσεων και έλεγχοι καλής προσαρμογής (χ−τετράγωνο, Kolmogorov−Smirnov, μέγιστης πιθανοφάνειας), ανάλυση σεναρίων, ανάλυση ευαισθησίας, back testing, reconciliation, audit trail. Θεωρία χρεωκοπίας Η διαδικασία του πλεονάσματος, ο συντελεστής προσαρμογής και οι προσεγγίσεις του, η πιθανότητα χρεοκοπίας, διακριτή διαδικασία πλεονάσματος, τυχαίες μεταβλητές συναφείς προς τη διαδικασία πλεονάσματος. Θεωρία αξιοπιστίας Θεωρία της αξιοπιστίας (credibility), μερική και πλήρης αξιοπιστία, πρότυπα Buhlmann και Buhlmann Straub, άλλα πρότυπα, συναρτήσεις απώλειας, αξιοπιστία Bayes, εφαρμογές, μέθοδοι χρονοσειρών, φίλτρα Kalman, εφαρμογές στις ομαδικές ασφαλίσεις προσώπων. Πρότυπα ασφαλίσεων κατά ζημιών. Διαχρονική εξέλιξη των αποζημιώσεων μιας χρήσης ή ενός ασφαλιστικού έτους, αποθέματα εκκρεμών ζημιών και επιμερισμένων (ALAE) και μη επιμερισμένων (ULAE) εξόδων διακανονισμού, μέθοδοι αποθεματοποίησης (loss reserving) συνολικές και δομικές, τριγωνικές μέθοδοι διαχρονικής εξέλιξης των αποζημιώσεων (chain ladder κ.λπ.), μέθοδος του προσδοκώμενου δείκτη ζημιών (expected loss ratio), μέθοδος Reid, μέθοδος Bornhuetter−Ferguson, χωριστή μοντελοποίηση συχνότητας και σφοδρότητας, παραμετρικές μέθοδοι (χρήση ζημιοκατανομών). Γενικευμένα Γραμμικά Πρότυπα γγ) Αναλογιστικά πρότυπα Συμβάντων Ζωής και Θανάτου Πίνακες και συναρτήσεις επιβίωσης, ένταση και άλλοι δείκτες θνησιμότητας, προσεγγιστικές μέθοδοι. Είδη ατομικής ασφάλισης, αναλογιστικές παρούσες αξίες, διασπορές και συνδιακυμάνσεις παρουσών αξιών. Είδη ραντών, αναλογιστικές παρούσες αξίες και διασπορές ραντών, σχέσεις ραντών και ασφαλίσεων. Ασφάλιστρα (ενιαία, ετήσια, τμηματικώς καταβαλλόμενα), προσεγγιστικές σχέσεις μεταξύ διάφορων ειδών ασφαλίστρων. Αναδρομικές και διαφορικές σχέσεις για ασφαλίσεις και ράντες Μαθηματικά αποθέματα όλων των ειδών, διαφορικές εξισώσεις και προσεγγιστικές σχέσεις, θεωρήματα Lidstone και Hattendorf, εναλλακτικές μέθοδοι αποθεματοποίησης (στοχαστικές και μη), έλεγχοι της επάρκειας των αποθεμάτων. Από κοινού πιθανότητες ζωής και θανάτου, ασφαλίσεις και ράντες «επί δύο κεφαλών», ενιαία ασφάλιστρα για τις περιπτώσεις Gompertz και Makeham, καθώς και υπό την παραδοχή ομοιόμορφης κατανομής των θανάτων (UDD). δδ) Αναλογιστικά πρότυπα Επιβίωσης Βασικές δημογραφικές έννοιες, βασικοί δημογραφικοί δείκτες, στοιχεία πληθυσμιακής θεωρίας. Πρότυπα επιβίωσης διακριτά (πίνακες ζωής) και αναλυτικά (συναρτήσεις επιβίωσης), πίνακες περιόδου και γενεάς, τάσεις θνησιμότητας. Εφαρμογή παραμετρικών προτύπων (Gompertz, Makeham, Weibull, άλλα) σε διακριτά στοιχεία, μέθοδος των Ροπών, μέθοδος μέγιστης πιθανοφάνειας, πρότυπα αναλογικών κινδύνων. Μέτρηση της θνησιμότητας, έκθεση στον κίνδυνο, μέθοδοι ημερολογιακού έτους (calendar year), ασφαλιστικού έτους (policy year) και έτους ζωής (life year), απογραφική μέθοδος και ευθεία μέθοδος, κατασκευή πινάκων, πίνακες με πολλαπλά αίτια εξόδου, συνδυασμένοι πίνακες (πχ. Θνησιμότητας−νοσηρότητας). Εκτίμηση Kaplan−Meier και Nelson−Aalen. Μέθοδοι εξομάλυνσης, γραφική μέθοδος, σύγκριση με τυπικό πίνακα, μέθοδος Whittaker, παραμετρικές και ημιπαραμετρικές μέθοδοι, μέθοδος Bayes. Έλεγχοι καλής εφαρμογής και έλεγχοι του λείου της εφαρμογής περιλαμβανομένων: έλεγχος χ−τετράγωνο, έλεγχος ομαδοποίησης πρόσημων, έλεγχος σειριακών συσχετίσεων. Πίνακες με πολλαπλά αίτια εξόδου και εκτίμηση των παραμέτρων, πρότυπα Markov και εξισώσεις Kolmogorov. εε) Χρηματοοικονομικά Πρότυπα Υποδείγματα Χαρτοφυλακίου Μέθοδοι τιμολόγησης αξιόγραφων, πρότυπα ισορροπίας και πρότυπα no arbitrage, το πρότυπο Markowitz και το πρότυπο τιμολόγησης πάγιων στοιχείων (CAPM), μέθοδοι επιλογής χαρτοφυλακίου, αποτελεσματική μεθόριος, χαρτοφυλάκια ελάχιστης διασποράς. Στοχαστικά Υποδείγματα Επιτοκίων Το επιτόκιο ως τυχαία μεταβλητή, λογαριθμική κανονική κατανομή, υποδείγματα επιτοκίων no−arbitrage, ισορροπίας, υποδείγματα επιτοκίου π.χ. Vasicek, CIR, BDT, Black−White, LLM κ.λπ.. Υποδείγματα αποτίμησης παραγώγων προϊόντων Δικαιώματα προαιρετικής αγοράς (options) και είδη αυτών, τιμολόγηση των δικαιωμάτων, διωνυμικό πρότυπο, τύπος Cox Ingersoll, πρότυπο Black Scholes. Ισοδύναμα martingale μέτρα και κινδυνουδέτερες (risk neutral) πιθανότητες, αυτοχρηματοδοτούμενα χαρτοφυλάκια, τιμολόγηση ευρωπαϊκών και αμερικανικών δικαιωμάτων (options), λογαριθμική κανονική κατανομή, ανέλιξη Wiener, γεωμετρική κίνηση Brown, στοχαστική ολοκλήρωση, λήμμα Ito, θεώρημα Girsanov, τιμολόγηση μέσω στοχαστικών διαφορικών εξισώσεων, στάθμιση κινδύνου με delta−hedging, Greeks, εξωτικά παράγωγα προϊόντα, προσομοίωση από λογαριθμοκανική κατανομή. στστ) Ποσοτικοποίηση και Αναλογιστική Διαχείριση των Κινδύνων και Φερεγγυότητα Οι κίνδυνοι μιας (αντ)ασφαλιστικής επιχείρησης. Ορισμοί και ταξινόμηση κινδύνων Ανάλυση συσχετίσεων μεταξύ κινδύνων, ανάλυση και αξιολόγηση τεχνικών συνάθροισης (correlations, tailcorrelations, integrated risk distributions, dynamic financial analysis, copulas), σχεδιασμός, εφαρμογή και ανάλυση σεναρίων και εκτέλεση ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων στο πλαίσιο της διαχείρισης των κινδύνων. Ανάλυση και αξιολόγηση κινδύνων που πηγάζουν από την εφαρμογή και χρήση υποδειγμάτων (model risk, parameter risk). Υπολογισμός τεχνικών προβλέψεων επί τη βάσει των χρηματικών ροών, μέθοδοι υπολογισμού βέλτιστης εκτίμησης, περιθώριο κινδύνου σύμφωνα με τη μέθοδο του κόστους κεφαλαίου, hedgeable και non−hedgeable υποχρεώσεις, προσεγγιστικές μέθοδοι. Καθορισμός παραδοχών και σεναρίων Κίνδυνοι νέων προϊόντων Παρακολούθηση της εμπειρίας και της έκθεσης στον κίνδυνο Οικονομικά μέτρα αξίας (π.χ. EV, MCEV) και η χρήση τους στη διαχείριση κινδύνου και στο σύστημα λήψεως αποφάσεων. Θεωρητικό υπόβαθρο κεφαλαίου κινδύνου, οικονομικό κεφάλαιο, σχεδιασμός και δομή εσωτερικών υποδειγμάτων. Μέθοδοι υπολογισμού κεφαλαιακών απαιτήσεων Διαχείριση και προϋπολογισμός κεφαλαίων Μέτρα κινδύνου και ιδιότητες αυτών Διακινδυνευόμενο κεφάλαιο (VaR), αναμενόμενο έλλειμμα (expected shortfall) και άλλα συναφή μέτρα, δείκτες κινδύνου και μέθοδοι ιεράρχησης των κινδύνων, μέθοδοι επιμερισμού (quantile, cost of capital) των κεφαλαίων κινδύνου. Στοιχεία της θεωρίας ακραίων τιμών (EVT). β) Η εξεταστέα ύλη για τα γνωστικά αντικείμενα της παραγράφου 2β του άρθρου 4 του παρόντος είναι η ακόλουθη: αα) Συνταξιοδοτικά σχήματα και Κοινωνική ασφάλιση. Θεωρία, σχεδιασμός και δομή των συνταξιοδοτικών σχημάτων, πληθυσμιακή θεωρία, στατιστικά στοιχεία και αναλογιστικές υποθέσεις, βασικές αναλογιστικές συναρτήσεις, βασικές έννοιες συνταξιοδοτικού κόστους. Μέθοδοι κοστολόγησης (συσσωρευμένης παροχής (accrued), πιστούμενης μονάδας (unit credit), προβεβλημένης παροχής (projected), ηλικίας κατά την είσοδο (entry age normal), τρέχουσας ηλικίας (attained age), συνολική (aggregate), γενικευμένες μέθοδοι κοστολόγησης, αρχική και τελική χρηματοδότηση, κοστολόγηση των συμπληρωματικών παροχών, ανάλυση αναλογιστικού κέρδους/ζημίας. Μέθοδοι χρηματοδότησης του κόστους των συντάξεων (pension funding), επένδυση του ενεργητικού των συνταξιοδοτικών ταμείων. Σύγκριση των μεθόδων κοστολόγησης, ανάλυση ευαισθησίας, μεσομακροπρόθεσμες προβολές, περιουσιακά στοιχεία και επενδύσεις ενός σχήματος, έναρξη, λειτουργία και αναλογιστική παρακολούθηση ενός σχήματος, ανάλυση της εμπειρίας. Βασικές αρχές της κοινωνικής ασφάλισης, αναλογιστική θεώρηση του διανεμητικού συστήματος και άλλων χρηματοδοτικών σχημάτων, δομή και διάρθρωση της κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα, επισκόπηση της κοινωνικής ασφάλισης στο διεθνή χώρο, πρόσφατες εξελίξεις και τάσεις. ββ) Ασφαλίσεις Ζωής Εθνικό θεσμικό πλαίσιο και Οδηγίες της ΕΕ Είδη καλύψεων, όρια, απαλλαγές, όροι συμβάσεων Παράγοντες κινδύνου και παράγοντες τιμολόγησης, απαιτούμενα στοιχεία, έλεγχος και ανάλυση στοιχείων και επιλογή παραγόντων, μέτρηση της έκθεσης στον κίνδυνο, πληθωρισμός και άλλες τάσεις, στενή σχέση της τιμολόγησης με τυχόν μεταβολές σε εσωτερικούς (εταιρία) και εξωτερικούς παράγοντες. Είδη εξόδων, μέθοδοι ανάλυσης των εξόδων, αποθέματα διαχειριστικών εξόδων, τροποποιημένα αποθέματα και αποθέματα ισολογισμού, αξίες εξαγοράς και ελεύθερα. Ανάλυση των αποκλίσεων (gain and loss), μερίδια στο ενεργητικό (asset shares) και διανομή του πλεονάσματος, δοκιμασίες κερδοφορίας (profit testing), μέθοδοι ενσωματωμένης αξίας (embedded value). Ειδικές ασφαλίσεις, ράντες αναπηρίας, απαλλαγή από την πληρωμή των ασφαλίστρων Σύγχρονα μεταβλητά προϊόντα (unit linked και άλλα) / περιγραφή και αποτίμηση χρηματοοικονομικών εγγυήσεων Τεχνικές αποτίμησης χρηματορροών (cash flow techniques) αιτιοκρατικές, στοχαστικές, προεξοφλητικές, κινδυνoουδέτερες. Διαχείριση πάγιων στοιχείων και διαχείριση απαιτήσεων / υποχρεώσεων (ALM) Δυναμική ανάλυση (ανάλυση ευαισθησίας, σενάρια, τεστ ανθεκτικότητας, διαχείριση της ρευστότητας, μέθοδοι στοχαστικού βέλτιστου ελέγχου). γγ) Ασφαλίσεις κατά ζημιών Εθνικό θεσμικό πλαίσιο και Οδηγίες της ΕΕ Είδη καλύψεων, όρια, απαλλαγές, όροι συμβάσεων Παράγοντες κινδύνου και παράγοντες τιμολόγησης, απαιτούμενα στοιχεία, έλεγχος και ανάλυση στοιχείων και επιλογή παραγόντων, μέτρηση της έκθεσης στον κίνδυνο, πληθωρισμός και άλλες τάσεις, στενή σχέση της τιμολόγησης με τυχόν μεταβολές σε εσωτερικούς (εταιρία) και εξωτερικούς παράγοντες. Κριτήρια για την ταξινόμηση των κινδύνων, σχετικότητες, αθροιστικές και πολλαπλασιαστικές διαβαθμίσεις του ασφαλίστρου, αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της ταξινόμησης, συστήματα bonus−malus. Τιμολόγηση με ανάλυση σε συχνότητα και σφοδρότητα, μέθοδοι εφαρμογής ζημιοκατανομών σε εμπειρικά δεδομένα, έλεγχοι καλής προσαρμογής, προσομοίωση. Άλλες μέθοδοι τιμολόγησης (ανάλυση κατά παράγοντα, τεχνικές ελάχιστης μεροληψίας, γραμμικά και γενικευμένα γραμμικά πρότυπα, μέθοδοι Markov και MCMC). Τιμολόγηση με μεθόδους αξιοπιστίας Εναλλακτικές/στοχαστικές μέθοδοι αποθεματοποίησης (Mack, Munich Chain Ladder, στοχαστικές μέθοδοι, προσομοίωση) Μεταβλητότητα των αποθεμάτων /Έλεγχος της επάρκειας των αποθεμάτων Έλεγχοι κερδοφορίας και δυναμική ανάλυση (έλεγχοι ευαισθησίας, σενάρια, τεστ ανθεκτικότητας, διαχείριση της ρευστότητας, στοχαστικός βέλτιστος έλεγχος). Αντασφάλιση (καθαρό κόστος της αντασφάλισης, τιμολόγηση μη αναλογικών καλύψεων, μέθοδος burning cost, προβλήματα αποθεματοποίησης του αντασφαλιστή). δδ) Ασφαλίσεις Υγείας Εθνικό θεσμικό πλαίσιο και Οδηγίες της ΕΕ Είδη καλύψεων, όρια, απαλλαγές, όροι συμβάσεων Παράγοντες κινδύνου και παράγοντες τιμολόγησης, απαιτούμενα στοιχεία, έλεγχος και ανάλυση στοιχείων και επιλογή παραγόντων, μέτρηση της έκθεσης στον κίνδυνο, πληθωρισμός και άλλες τάσεις, στενή σχέση της τιμολόγησης με τυχόν μεταβολές σε εσωτερικούς (εταιρία) και εξωτερικούς παράγοντες. Κριτήρια για την ταξινόμηση των κινδύνων, σχετικότητες, αθροιστικές και πολλαπλασιαστικές διαβαθμίσεις του ασφαλίστρου, αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της ταξινόμησης. Ασφαλίσεις Υγείας διαχειριζόμενες ως ασφαλίσεις κατά ζημιών. Τιμολόγηση με ανάλυση σε συχνότητα και σφοδρότητα, μέθοδοι εφαρμογής ζημιοκατανομών σε εμπειρικά δεδομένα, έλεγχοι καλής προσαρμογής, προσομοίωση. Άλλες μέθοδοι τιμολόγησης (ανάλυση κατά παράγοντα, τεχνικές ελάχιστης μεροληψίας, γραμμικά και γενικευμένα γραμμικά πρότυπα, μέθοδοι Markov και MCMC) Τιμολόγηση με μεθόδους αξιοπιστίας Εναλλακτικές/στοχαστικές μέθοδοι αποθεματοποίησης Μεταβλητότητα των αποθεμάτων /Έλεγχος της επάρκειας των αποθεμάτων Έλεγχοι κερδοφορίας και δυναμική ανάλυση (έλεγχοι ευαισθησίας, σενάρια, τεστ ανθεκτικότητας, διαχείριση της ρευστότητας, στοχαστικός βέλτιστος έλεγχος) Αντασφάλιση (καθαρό κόστος της αντασφάλισης, τιμολόγηση μη αναλογικών καλύψεων, μέθοδος burning cost, προβλήματα αποθεματοποίησης του αντασφαλιστή, χρήση παράγωγων προϊόντων και cat bonds). Ασφαλίσεις Υγείας μη διαχειριζόμενες ως ασφαλίσεις κατά ζημιών. Τεχνικές αποτίμησης χρηματορροών (cash flow techniques) αιτιοκρατικές, στοχαστικές, προεξοφλητικές, κινδυνοουδέτερες. Ανάλυση των αποκλίσεων (gain and loss), μερίδια στο ενεργητικό (asset shares) και διανομή του πλεονάσματος, δοκιμασίες κερδοφορίας (profit testing), μέθοδοι ενσωματωμένης αξίας (embedded value). Διαχείριση πάγιων στοιχείων και διαχείριση απαιτήσεων/ υποχρεώσεων (ALM) Δυναμική ανάλυση (ανάλυση ευαισθησίας, σενάρια, τεστ ανθεκτικότητας, διαχείριση της ρευστότητας, μέθοδοι στοχαστικού βέλτιστου ελέγχου). 4. Το άρθρο 4 του π.δ. 53/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 4 1. Η διάρκεια ισχύος των πιστοποιητικών Αναλογιστή που χορηγούνται από τους διαπιστευμένους φορείς πιστοποίησης είναι πενταετής. 2. «Οι διαπιστευμένοι φορείς οφείλουν να εφαρμόζουν τεκμηριωμένη διαδικασία ετήσιας επιτήρησης και επαναπιστοποίησης των πιστοποιητικών που εκδίδουν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το άρθρο 5 του π.δ. 53/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 5 Το Μητρώο Αναλογιστών τηρείται στην αρμόδια Διοικητική Αρχή, επικαιροποιείται τουλάχιστον ανά έξι (6) μήνες και δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Το άρθρο 6 του π.δ. 53/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 6 1. Συνιστάται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, πενταμελές Πειθαρχικό Συμβούλιο πιστοποιημένων αναλογιστών, το οποίο αποτελείται από: α) Έναν Πάρεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας με τον αναπληρωτή του. β) Έναν Πάρεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου με τον αναπληρωτή του. γ) Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Πιστωτικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, με τον αναπληρωτή του. δ) Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος. ε) Έναν πιστοποιημένο αναλογιστή με ελάχιστη αναλογιστική εμπειρία 10 ετών, με τον αναπληρωτή του, ο οποίος επιλέγεται μετά από κλήρωση. Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου ορίζεται ο αρχαιότερος εκ των δύο Παρέδρων και γραμματέας υπάλληλος της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, με τον αναπληρωτή του. Η θητεία του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι τριετής με δυνατότητα ανανέωσης. 2. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο επιλαμβάνεται, αυτεπάγγελτα ή κατόπιν έγγραφης καταγγελίας, παραβάσεων της νομοθεσίας και του εκάστοτε ρυθμιστικού πλαισίου που διέπει τις εργασίες των πιστοποιημένων αναλογιστών, περιπτώσεων πλημμελούς ασκήσεως των καθηκόντων του πιστοποιημένου αναλογιστή, ανάρμοστης ή αναξιοπρεπούς συμπεριφοράς κατά την άσκηση των καθηκόντων του, καθώς και παραβάσεων του ισχύοντος κώδικα δεοντολογίας και των ευρωπαϊκών ή διεθνών αναγνωρισμένων αναλογιστικών προτύπων ή προδήλως εσφαλμένων μελετών. ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφαίνεται αιτιολογημένα, μετά από κλήση σε ακρόαση του πιστοποιημένου αναλογιστή, εκτιμώντας δε τα πραγματικά περιστατικά, δύναται να επιβάλει, ανάλογα με τη βαρύτητα του παραπτώματος, τις ακόλουθες ποινές: α) Έγγραφη επίπληξη. β) Χρηματικό πρόστιμο έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, ανάλογο της βαρύτητας του παραπτώματος και του ύψους της προκληθείσας ζημίας. Σε περίπτωση υποτροπής, το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται να επιβάλλει πρόστιμο ύψους έως δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ. Ειδικώς, στην περίπτωση επιβολής προστίμου σε νομικό πρόσωπο, το επιβαλλόμενο πρόστιμο δύναται να ανέλθει έως ποσού ίσου με το δεκαπλάσιο της αμοιβής που τιμολογήθηκε στον πελάτη. γ) Προσωρινή στέρηση πιστοποίησης για χρονικό διάστημα μέχρι ένα έτος. δ) Οριστική διαγραφή του πιστοποιημένου αναλογιστή από το Μητρώο. Για την επιμέτρηση του επιβαλλόμενου προστίμου σε κάθε μία από τις υποπεριπτώσεις α΄ έως και δ΄ της περίπτωσης αυτής λαμβάνονται υπόψη, ενδεικτικώς, η σοβαρότητα της παράβασης, ο κίνδυνος για την αξιοπιστία και την ορθή λειτουργία του θεσμού των πιστοποιημένων εκτιμητών, ο τυχόν προσπορισμός οφέλους και η τυχόν συνδρομή στο πρόσωπο του παραβάτη της ιδιότητας του κυρίου εταίρου στην περίπτωση άσκησης του επαγγέλματος από νομικό πρόσωπο. 1. Σε περίπτωση διαπίστωσης της τέλεσης παράβασης από πιστοποιημένο αναλογιστή, που διενεργεί μελέτες στο όνομα και για λογαριασμό νομικού προσώπου, η ευθύνη του πιστοποιημένου αναλογιστή δεν αίρει την τυχόν σωρευτική πειθαρχική ευθύνη του νομικού προσώπου. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται για λόγους προστασίας του δημοσίου συμφέροντος να δημοσιοποιεί με κάθε πρόσφορο κατά την κρίση του μέσο τις αποφάσεις αυτού που αφορούν την επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων. 2. Κατά των αποφάσεων του Πειθαρχικού Συμβουλίου χωρεί προσφυγή στα αρμόδια Διοικητικά Δικαστήρια, μέσα σε προθεσμία 60 ημερών από την κοινοποίηση τους. 3. Τα πρόστιμα που επιβάλλονται κατ’ εφαρμογή της περίπτωσης 3 της παρούσας υποπαραγράφου αποτελούν έσοδα του Δημοσίου και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974), από την εκάστοτε αρμόδια φορολογική αρχή, η οποία οφείλει να ενημερώσει άμεσα την Αρμόδια Διοικητική Αρχή για την είσπραξη ή μη του προστίμου. 4. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο στο πλαίσιο της διερεύνησης υποθέσεως για τη διαπίστωση της τυχόν τέλεσης παραβάσεων της νομοθεσίας και του ρυθμιστικού πλαισίου που διέπει τις εργασίες των πιστοποιημένων αναλογιστών δύναται να λαμβάνει κατά την κρίση του ένορκες ή ανωμοτί μαρτυρικές καταθέσεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 212 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, και να ζητά επεξηγήσεις για τα γεγονότα ή έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο και το σκοπό της πιστοποίησης και να καταγράφει τις σχετικές απαντήσεις. 5. Η λήψη μαρτυρικών καταθέσεων, σύμφωνα με την περίπτωση 4 της παρούσας υποπαραγράφου, πραγματοποιείται στην έδρα της Αρμόδιας Διοικητικής Αρχής. Το ελεγχόμενο πρόσωπο που πρόκειται να καταθέσει κλητεύεται εγγράφως σε ορισμένη ημέρα και ώρα. Η κλήση υπογράφεται από τον Πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου. Η κλήση περιέχει συνοπτική περιγραφή της υπόθεσης, για την οποία πρόκειται να εξεταστεί ο μάρτυρας και μνημονεύει την αρχή στην οποία αυτό καλείται. Η κλήση επιδίδεται στο εξεταζόμενο πρόσωπο με δικαστικό επιμελητή, εφαρμοζομένων αναλόγως των άρθρων 47 έως 57 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, μία (1) τουλάχιστον εργάσιμη ημέρα πριν από την ημέρα για την οποία καλείται προς εξέταση. Η προθεσμία κλήσης μπορεί να παρατείνεται σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες, εφόσον το εξεταζόμενο πρόσωπο έχει την κατοικία ή έδρα του εκτός του νομού Αττικής. Η προθεσμία κλήσης παρατείνεται σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες, εφόσον το εξεταζόμενο πρόσωπο έχει την κατοικία ή έδρα του εκτός της Ελληνικής Επικράτειας. 6. Ο μάρτυρας, πριν καταθέσει, καλείται να δηλώσει το όνομα και το επώνυμο του, τον τόπο της γέννησης και της κατοικίας του, καθώς και την ηλικία του. 7. Για τη μαρτυρική κατάθεση συντάσσεται από τον γραμματέα του Πειθαρχικού Συμβουλίου, έκθεση μαρτυρικής κατάθεσης. Η έκθεση πρέπει να αναφέρει τον τόπο και την ημερομηνία της κατάθεσης, την ώρα κατά την οποία άρχισε και τελείωσε η κατάθεση και το ονοματεπώνυμο του μέλους του Πειθαρχικού Συμβουλίου που έλαβε την κατάθεση, του γραμματέα και του μάρτυρα, καθώς και ακριβή καταγραφή όσων κατατέθηκαν από τον μάρτυρα. Η έκθεση διαβάζεται από όλα τα παρευρισκόμενα κατά την εξέταση πρόσωπα και υπογράφεται από αυτά. Αν κάποιο από τα πρόσωπα αυτά αρνείται να υπογράψει, αυτό αναφέρεται στην έκθεση. Η έκθεση αποτελεί πλήρη απόδειξη για όσα έχει καταθέσει ο μάρτυρας. Η έκθεση είναι άκυρη, εάν λείπουν η χρονολογία (εκτός αν προκύπτει με βεβαιότητα από το όλο περιεχόμενο της έκθεσης ή από άλλα έγγραφα που επαναλαμβάνονται σε αυτήν), η αναγραφή των ονομάτων και των επωνύμων ή η υπογραφή των προσώπων που παρευρέθηκαν στην κατάθεση. Η έκθεση συντάσσεται σε δύο αντίγραφα, από τα οποία ένα αντίγραφο δίδεται στον μάρτυρα και το άλλο τίθεται στο φάκελο της υπόθεσης. Ψευδείς ή ανακριβείς μαρτυρικές καταθέσεις τιμωρούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 225 του Ποινικού Κώδικα.».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Το άρθρο 7 του π.δ. 53/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 7 Το πεδίο εφαρμογής των άρθρων 1, 2, 4, 5 και 6 επεκτείνεται στους Αναλογιστές α) Κοινωνικής Ασφάλισης και β) Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης του άρθρου 7 του ν. 3029/2002. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας εξειδικεύονται τα γνωστικά αντικείμενα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού». ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.2.: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΟΥ ΕΚΤΙΜΗΤΗ Από την έναρξη ισχύος του ν. 4223/2013 (Α΄ 287) το άρθρο 38 τροποποιείται ως εξής: α. Στον τίτλο του άρθρου 38 η λέξη «ορκωτούς» αντικαθίσταται από τη λέξη «πιστοποιημένους». β. Το στοιχείο αα΄ της υποπερίπτωσης στ΄ της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Γ.2 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄ 107) αντικαθίσταται ως εξής: «αα) Έχει πιστοποιηθεί ως εκτιμητής από αρμόδιο φορέα διαπιστευμένο κατά ISO/IEC 17024, για το σχήμα του εκτιμητή, από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης (ΕΣΥΔ), μέσω διαδικασίας εξετάσεων, προϋπόθεση για συμμετοχή στις οποίες αποτελεί η προσκόμιση πτυχίου ανώτερης ή ανώτατης σχολής της ημεδαπής ή της αλλοδαπής. Οι τίτλοι σπουδών που προέρχονται από ιδρύματα της αλλοδαπής πρέπει να είναι αναγνωρισμένοι από τον αρμόδιο Διεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (ΔΟΑΤΑΠ) ως ισότιμοι και αντίστοιχοι ή ως ισότιμοι προς τους απονεμόμενους από τα ελληνικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Εναλλακτικά, να έχει πιστοποιηθεί ως εκτιμητής από επαγγελματική εκτιμητική ένωση ή από εκτιμητικό οργανισμό που πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του π.δ. 38/2010 (Α΄ 78).» γ. Το στοιχείο γγ΄ της υποπερίπτωσης στ΄ της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Γ2 καταργείται. δ. Η υποπαράγραφος Γ.3 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 καταργείται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.3.: ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΤΑΙΠΕΔ 1. α. Η παράγραφος 11 του άρθρου 2 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152) αριθμείται ως περίπτωση α΄ και προστίθεται πρώτο εδάφιο ως εξής: «Για τους σκοπούς της μεταβίβασης και περιέλευσης στο Ταμείο της κυριότητας ή άλλου εμπράγματος δικαιώματος του Ελληνικού Δημοσίου επί των ακινήτων της παραγράφου 4, τα Υποθηκοφυλακεία της περιφέρειας του ακινήτου ή τα οικεία Κτηματολογικά Γραφεία, όπου αυτά λειτουργούν, οφείλουν να χορηγούν ατελώς πιστοποιητικά ιδιοκτησίας, βαρών και μη διεκδικήσεων, καθώς και πιστοποιητικά, αντίγραφα και αποσπάσματα από τα κτηματολογικά φύλλα, από τα διαγράμματα και γενικώς από κάθε τηρούμενο κτηματολογικό στοιχείο, για τα εγγραπτέα δικαιώματα του Ελληνικού Δημοσίου, κατόπιν σχετικής αιτήσεως που δύναται να υποβάλει, το Ταμείο είτε το ίδιο είτε δια της Εταιρείας Ακινήτων του Δημοσίου (ΕΤΑΔ Α.Ε.), ιδίως στις περιπτώσεις των προς μεταβίβαση στο Ταμείο ακινήτων, τα οποία εκ του νόμου υπάγονται στη διοίκηση και διαχείριση της τελευταίας, χωρίς υποχρέωση καταβολής πάγιων τελών ή αναλογικών δικαιωμάτων υποθηκοφυλάκων, καθώς και τελών και λοιπών δικαιωμάτων της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του ν. 2664/1998, ως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.» β. Μετά την περίπτωση α΄ της παραγράφου 11 του άρθρου 2 του ν. 3986/2011, όπως αριθμήθηκε με την προηγούμενη υποπερίπτωση, προστίθενται περιπτώσεις β΄ και γ΄ ως εξής: «β. Κατ΄ εξαίρεση για τη σύνταξη συμβολαιογραφικών πράξεων και εγγράφων που καταρτίζονται σε εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5 του παρόντος νόμου και εφόσον το Ταμείο είναι συμβαλλόμενο είτε για τον εαυτό του ατομικά είτε ως εντολοδόχος του Ελληνικού Δημοσίου, καταβάλλονται στους συμβολαιογράφους τα μειωμένα δικαιώματα του άρθρου 14 παρ. 3 του ν. 3156/2003 (Α΄ 157). γ. Για τη μεταγραφή στα βιβλία μεταγραφών των οικείων υποθηκοφυλακείων των ανωτέρω δικαιοπραξιών της περίπτωση β΄ καταβάλλονται στους μεν έμμισθους υποθηκοφύλακες μόνο πάγια δικαιώματα εκατό (100) ευρώ, στους δε άμισθους υποθηκοφύλακες τα δικαιώματα αυτά περιορίζονται στο 1/20 των επιβαλλομένων από τις κείμενες διατάξεις, χωρίς να δύνανται να υπερβούν το ποσό των δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ, εφόσον υπολογίζονται αναλογικά ή το ποσό των διακοσίων (200) ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση, αποκλειομένης οποιασδήποτε άλλης επιβάρυνσης ή τέλους. Το ίδιο ισχύει και για την καταχώρηση των δικαιοπραξιών της περίπτωση β΄ στα κτηματολογικά φύλλα των οικείων κτηματολογικών γραφείων. Σε περίπτωση που εφαρμόζονται και οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 325/1976, όπως ισχύει, (Α΄ 125), τα παραπάνω δικαιώματα υποθηκοφυλάκων και προϊσταμένων κτηματολογικών γραφείων περιορίζονται στο ύψος που αναφέρει η εν λόγω διάταξη. Μη συμμόρφωση με την παρούσα από υποθηκοφύλακες ή προϊσταμένους κτηματολογικών γραφείων, εκτός των πειθαρχικών κυρώσεων, συνιστά παράβαση καθήκοντος, κατ΄ άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα. Το εν λόγω αδίκημα τελείται με την άρνηση της μεταγραφής ή καταχώρισης και διαρκεί έως την οριστική μεταγραφή ή καταχώριση από τον αρμόδιο υποθηκοφύλακα ή προϊστάμενο του κτηματολογικού γραφείου.» 2. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 17 του άρθρου 2 του ν. 3986/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «γ. Επιχορηγήσεις από το Δημόσιο, ανάλογα με το πρόγραμμα αξιοποίησης και τις ανάγκες του και τις ανάγκες παρακολούθησης της εκτέλεσης συμβάσεων που συνάπτει το Ταμείο σύμφωνα με το άρθρο 5.» 3. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 18 του άρθρου 2 του ν. 3986/2011 αντικαθίσταται από εδάφια ως εξής: «Κατ’ εξαίρεση, τα έσοδα από μερίσματα επί των κερδών της εκάστοτε τελευταίας χρήσεως δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών, που εισπράττει το Ταμείο, αποτελούν έσοδα του τακτικού Κρατικού Προϋπολογισμού, μέχρι την αξιοποίηση των μετοχών των παραπάνω επιχειρήσεων και οργανισμών, και μεταφέρονται, το αργότερο μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την είσπραξη τους, σε πίστωση του λογαριασμού του Ελληνικού Δημοσίου Νο 242703/7 «Έσοδα Δημοσίου εξ εισπράξεων μερισματαποδείξεων του Δημοσίου». Τα μερίσματα που τυχόν διανέμονται από τα κέρδη προηγούμενων χρήσεων, καθώς και το προϊόν τυχόν μείωσης μετοχικού κεφαλαίου δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών που εισπράττει το Ταμείο αποδίδονται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 14 στον ειδικό λογαριασμό της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του ν. 4063/2012 (Α΄71) με την ονομασία «Ελληνικό Δημόσιο (ΕΔ) Εισπράξεις και Πληρωμές για την εξυπηρέτηση του Δημοσίου Χρέους.» 4. Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 3986/2011 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: « Προσωρινά και μέχρι το διορισμό νέου μέλους εφαρμόζεται η παρ. 8 του άρθρου 18 του κ.ν. 2190/ 1920.». 5. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του ν. 3986/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «Αντικατάσταση του Προέδρου, του Διευθύνοντος Συμβούλου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, πριν από τη λήξη της θητείας τους, επιτρέπεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Ταμείου μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) αν παραβούν τις υποχρεώσεις των παραγράφων 13, 14, και 16 του παρόντος άρθρου, β) εάν με τις πράξεις ή παραλείψεις τους παρεμποδίζουν τη λειτουργία του Ταμείου ώστε να προκαλείται αδικαιολόγητη διακοπή των εργασιών του ή να διακυβεύεται η επίτευξη των στόχων του. Η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης για την παύση των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνεται μετά από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, γ) αν εκδοθεί για το οικείο πρόσωπο αμετάκλητο παραπεμπτικό βούλευμα για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3528/2007 (Α΄ 26), δ) αν, μετά το διορισμό τους, κηρυχθούν σε πτώχευση.» 6. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν. 3986/2011, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Αν κενωθεί η θέση του Προέδρου, ο Διευθύνων Σύμβουλος ασκεί προσωρινά τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες του Προέδρου για περίοδο που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες.» 7. Στο τέλος της παραγράφου 6 του άρθρου 3 του ν. 3986/2011, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Αν κενωθεί η θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου, το Διοικητικό Συμβούλιο ασκεί προσωρινά τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες του Διευθύνοντος Συμβούλου για περίοδο που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στο τέλος της παραγράφου 10 του άρθρου 3 του ν. 3986/2011 προστίθεται, από τότε που ίσχυσε ο ν. 4111/2013, εδάφιο ως εξής: «Οι διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 2 του ν. 4111/2013 (Α΄ 18) δεν εφαρμόζονται για το Ταμείο». Οι διατάξεις του ν. 2362/1995 (Α΄247), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, και τα κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντα προεδρικά διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις αναφορικά με την υποβολή δημοσιονομικών αναφορών, εφαρμόζονται στο Ταμείο μόνο ως προς την υποβολή: α) ετήσιου προϋπολογισμού και οποιασδήποτε αναπροσαρμογής του κατά τη διάρκεια του έτους (προϋπολογιστικά), β) μηνιαίας αναφοράς εκτέλεσης προϋπολογισμού και χρηματοδότησης (απολογιστικά), γ) μηνιαίων μισθολογικών στοιχείων (απολογιστικά) και δ) μηνιαίας σύνοψης μητρώου δεσμεύσεων (απολογιστικά σε μηνιαία βάση, ετήσια μεγέθη).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

α. Η υφιστάμενη παράγραφος 12 του άρθρου 3 του ν. 3986/2011, αναριθμείται σε περίπτωση α΄ και μετά το πρώτο εδάφιο προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Μεταξύ του Ταμείου και του Προέδρου, του Διευθύνοντος Συμβούλου και του Εντεταλμένου Συμβούλου καταρτίζονται συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, κατόπιν έγκρισης της Γενικής Συνέλευσης σύμφωνα με το άρθρο 23α του κ.ν. 2190/1920.» β. Μετά την περίπτωση α΄ της παραγράφου 12 του άρθρου 3 του ν. 3986/2011, όπως αναριθμήθηκε με την προηγούμενη υποπερίπτωση προστίθεται περίπτωση β΄ ως εξής: «β. Τα εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου εξακολουθούν κατά τη διάρκεια της θητείας τους να διέπονται από το ασφαλιστικό –συνταξιοδοτικό καθεστώς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης στο οποίο υπάγονταν αμέσως πριν το διορισμό τους, θεωρούμενοι για την ασφάλισή τους ως έμμισθοι, ελλείποντος δε τέτοιου καθεστώτος υπάγονται στην ασφάλιση του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας η ισχύς της οποίας μπορεί να ανατρέχει στην ημερομηνία διορισμού των άνω μελών, καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την παρακράτηση και καταβολή των σχετικών εισφορών εργοδότη και εργαζομένου, απαλλασσόμενων από πρόσθετα τέλη, πρόστιμα, προσαυξήσεις και λοιπές επιβαρύνσεις, εφόσον καταβληθούν εντός έξι μηνών από την έκδοση της άνω απόφασης.» γ. Οι διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 12 του άρθρου 3 του ν. 3986/2011, όπως αναριθμήθηκε με την υποπερίπτωση α΄ της παρούσας περίπτωσης, εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου έκτου του ν. 4092/2012 ( A΄ 220) και του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης 8 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (A΄ 222).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3986/ 2011, προστίθεται περίπτωση θ΄ ως εξής: «θ) Έκδοση τίτλων ανταλλαξίμων με μετοχές που ανήκουν στην κυριότητα του Ταμείου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Μετά την περίπτωση θ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του ν. 3986/2011, προστίθενται εδάφια ως εξής: «Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων αποφασίζει για την ειδικότερη μορφή της διαδικασίας εξεύρεσης αντισυμβαλλομένων, λαμβάνοντας υπόψη τα συναλλακτικά ήθη σε αντίστοιχες συναλλαγές διεθνώς, τις ιδιαιτερότητες κάθε περιουσιακού στοιχείου, την ύπαρξη και τα χαρακτηριστικά του επενδυτικού ενδιαφέροντος και όσα άλλα στοιχεία κρίνει σημαντικά για την βέλτιστη αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του Ταμείου και τηρώντας σε κάθε περίπτωση τους κανόνες του ενωσιακού δικαίου για τη σύναψη συμβάσεων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των οδηγιών περί δημοσίων συμβάσεων, όπως οι κανόνες αυτοί αποτυπώνονται στη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην Ερμηνευτική Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 2006/C 179/02.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 3986/2011, αντικαθίσταται ως εξής: «Οι συμβάσεις της παρούσας παραγράφου συνομολογούνται με όρους ανοικτής αγοράς, οποιοδήποτε δε κόστος από αυτές, αποτελεί λειτουργικό κόστος του Ταμείου και βαρύνει το τίμημα που αυτό εισπράττει από την αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 3986/2011 προστίθενται εδάφια ως εξής: «Το Υπουργείο Τουρισμού είναι αρμόδιο για την παρακολούθηση και τήρηση των συμβατικών όρων που αφορούν την καλή λειτουργία, διαχείριση, συντήρηση, ασφάλεια και ανάπτυξη τουριστικών λιμένων, οι οποίοι αξιοποιούνται με παραχώρηση της χρήσης και εκμετάλλευσης σύμφωνα με την περίπτωση ε΄ της παραγράφου 1. Η σχετική σύμβαση παραχώρησης συνυπογράφεται και από τον Υπουργό Τουρισμού. Στην παρακολούθηση και τήρηση των συμβατικών όρων που αφορούν την καλή λειτουργία, διαχείριση, συντήρηση, ασφάλεια και ανάπτυξη τουριστικών λιμένων της παρ. 3 του άρθρου 13 του ν. 2636/1998 συμπράττει και η ΕΤΑΔ Α.Ε., όπου στην νομοθεσία προβλέπεται ή όταν της ζητηθεί από το ως άνω αρμόδιο Υπουργείο. Το Υπουργείο Ναυτιλίας και Αιγαίου είναι αρμόδιο για την παρακολούθηση και τήρηση των συμβατικών όρων που αφορούν την καλή λειτουργία, διαχείριση, συντήρηση, ασφάλεια και ανάπτυξη των λιμένων, οι οποίοι αξιοποιούνται με παραχώρηση της χρήσης και εκμετάλλευσης σύμφωνα με την περίπτωση ε΄ της παραγράφου 1. Η σχετική σύμβαση παραχώρησης συνυπογράφεται και από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Αιγαίου. Οι κατά τα ανωτέρω αρμοδιότητες των Υπουργείων Τουρισμού και Ναυτιλίας και Αιγαίου δεν θίγουν τις διατάξεις των παραγράφων 14, 15, 16 και 17 του άρθρου 2 του ν. 3986/2011. Για τεχνικά ζητήματα που ανακύπτουν ως προς την τήρηση συμβατικών όρων που συνομολογούνται σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, μπορεί να προβλέπεται στη σύμβαση παραχώρησης ο ορισμός ανεξάρτητου τεχνικού ή /και πραγματογνώμονα με διαδικασία που προσδιορίζεται στη σύμβαση.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Η παράγραφος 6 του άρθρου 5 του ν. 3986/2011 τροποποιείται ως εξής: Οι λέξεις «Χρηματιστήριο Αθηνών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Οργανωμένη Αγορά κατά την έννοια του ν. 3606/2007 (Α΄ 195)», οι λέξεις «χρηματιστηριακές εταιρίες» αντικαθίστανται από τις λέξεις «πιστωτικά ιδρύματα ή ΕΠΕΥ» και οι λέξεις «χρηματιστηριακές συναλλαγές» αντικαθίστανται από τις λέξεις «συναλλαγές που λαμβάνουν χώρα σε Οργανωμένη Αγορά κατά την έννοια του ν. 3606/2007».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

Στο τέλος του άρθρου 5 του ν. 3986/2011 προστίθενται παράγραφοι 11 έως 13 ως εξής: «11. Για την πώληση μετοχών που είναι εισηγμένες σε Οργανωμένη Αγορά ή εισάγονται σε Οργανωμένη Αγορά κατά την έννοια του ν. 3606/2007 (Α΄ 195), παράλληλα με την πώληση το Ταμείο δύναται επίσης να αναθέτει σε πιστωτικά ιδρύματα ή ΕΠΕΥ την εξεύρεση αγοραστών μέσω διαδικασίας βιβλίου προσφορών με ή χωρίς την υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων ή ΕΠΕΥ να αγοράσουν τις μετοχές που τυχόν δεν θα διατεθούν. 12. Το Ταμείο δύναται να αποδέχεται δημόσιες προτάσεις που υποβάλλονται σύμφωνα με το ν. 3461/2006 (Α΄ 106). 13. Στις περιπτώσεις των παραγράφων 11 και 12 του παρόντος άρθρου, τον προσυμβατικό έλεγχο της παραγράφου 4 του άρθρου 9 υποκαθιστά, σε σχέση με όλες τις προβλέψεις της παρ. 4, η γνώμη Συμβούλου ή Παρέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου που ορίζεται από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ή σε περίπτωση κωλύματός του από τον αρχαιότερο Αντιπρόεδρο, και παρίσταται στις σχετικές συνεδριάσεις του συμβουλίου εμπειρογνωμόνων και του διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου. Ο Σύμβουλος ή Πάρεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου καλείται εγγράφως ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο για θέμα της παραγράφου 11 είκοσι τέσσερις (24) ώρες και για θέμα της παραγράφου 12 σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν τη σχετική συνεδρίαση αντίστοιχα, στην περίπτωση δε της παραγράφου 12 ταυτόχρονα με την κλήση τού κοινοποιείται υποχρεωτικά το σχετικό πληροφοριακό δελτίο και η έγκρισή του από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Η γνώμη του Συμβούλου ή Παρέδρου διατυπώνεται προφορικά κατά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου και καταχωρίζεται αυτολεξεί στα πρακτικά.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 16

Μετά το άρθρο 5 του ν. 3986/2011 προστίθεται άρθρο 5Α ως εξής: «Άρθρο 5Α Παρακολούθηση εκτέλεσης συμβάσεων Το Ταμείο παρακολουθεί την εκτέλεση των συμβάσεων που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 5 και παρέχει κάθε αναγκαία υποστήριξη και συνδρομή προς το Ελληνικό Δημόσιο προκειμένου αυτό να ασκεί τα δικαιώματά του και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του από τις συμβάσεις αυτές, διατυπώνοντας σχετικά γραπτές εισηγήσεις. Για το σκοπό αυτόν δημιουργείται στο Ταμείο μονάδα παρακολούθησης συμβάσεων, όπως ειδικότερα ορίζεται στον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας του Ταμείου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 17

Η παράγραφος 1 του άρθρου 6 του ν. 3986/2011 καταργείται, οι παράγραφοι 2 και 3 αναριθμούνται σε 1 και 2 αντίστοιχα και προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής: «3. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου μετά από γνώμη του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων είναι δυνατόν αντί της αποτίμησης της προηγούμενης παραγράφου να λαμβάνεται γνωμοδότηση πιστωτικού ιδρύματος ή ΕΠΕΥ σχετικά με το δίκαιο και εύλογο της προτεινόμενης συναλλαγής. Το Διοικητικό Συμβούλιο οφείλει με απόφασή του να καθορίσει τα κριτήρια βάσει των οποίων θα δύναται να επιλέγεται η λήψη γνωμοδότησης κατά το προηγούμενο εδάφιο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 18

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του ν. 3986/2011 καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 19

Μετά το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 3986/2011 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Στις εταιρίες στις οποίες κατέχει την πλειοψηφία των μετοχών, το Ταμείο ασκεί τα δικαιώματα που απορρέουν από την ιδιότητά του ως μετόχου με γνώμονα τη βέλτιστη υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων σύμφωνα με πλαίσιο συνεργασίας το οποίο θέτει τους επιμέρους στόχους και υποχρεώσεις που επιβάλλονται από το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων στις εν λόγω εταιρίες, καθώς και τα κριτήρια επίτευξης αυτών. Το ανωτέρω πλαίσιο συνεργασίας καθορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 20

Στο τέλος της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 9 του άρθρου 12 του ν. 3986/2011 προστίθενται εδάφια ως εξής: «Αντί του οικείου Δήμου κατά το άρθρο 31 παρ. 3 του ν. 2160/1993 και το άρθρο 34 παρ. 7 του ν. 2160/1993 γνωμοδοτεί το οικείο Περιφερειακό Συμβούλιο. Σε περίπτωση που για λόγους σφαιρικής εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων απαιτείται για τη χωροθέτηση τουριστικού λιμένα να προηγηθεί η τήρηση της διαδικασίας και η έγκριση είτε Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του σχεδίου ή προγράμματος είτε Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του έργου για ευρύτερη περιοχή των προς παραχώρηση λιμενικών εγκαταστάσεων, αρμόδια αρχή για την έκδοσή τους είναι η αρμόδια υπηρεσία περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΕΥΠΕ), ανεξαρτήτως της κατάταξης του έργου στην υποκατηγορία Α1 ή Α2 της υπ’ αριθ. 1958/13.1.2012 υπουργικής απόφασης (Β΄ 21). Το ΤΑΙΠΕΔ δύναται να κινεί τη διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης και για τις ευρύτερες λιμενικές εγκαταστάσεις. Τα δύο προηγούμενα εδάφια εφαρμόζονται και σε εκκρεμείς διαδικασίες χωροθέτησης και περιβαλλοντικής αδειοδότησης τουριστικών λιμένων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 21

Μετά από το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 3986/2011 προστίθενται εδάφια ως εξής: «Ο προσυμβατικός έλεγχος μπορεί να ασκείται συνολικά για κατηγορία συμβάσεων εφόσον υποβάλλονται στο Ελεγκτικό Συνέδριο ο τύπος της σύμβασης και η διαδικασία εξεύρεσης αντισυμβαλλομένου από την έναρξη της διαδικασίας αυτής μέχρι και τον ορισμό των υποψηφίων αντισυμβαλλομένων. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται προσυμβατικός έλεγχος κατ΄ ιδίαν σύμβασης μόνο στο μέτρο που υπάρξει απόκλιση από τον τύπο της σύμβασης ή της διαδικασίας που έχουν υποβληθεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 22

α. Στο άρθρο 15Α του ν. 3986/2011 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής: «5. Κατά παρέκκλιση από το ν. 2971/2001 με απόφαση του Υπουργού Τουρισμού μετά από γνώμη της Επιτροπής Τουριστικών Λιμένων είναι δυνατή η νομιμοποίηση υφιστάμενων εγκαταστάσεων και λιμενικών έργων εντός της χερσαίας (περιλαμβανομένου του αιγιαλού και της παραλίας) και θαλάσσιας ζώνης τουριστικών λιμένων που αξιοποιούνται από το ΤΑΙΠΕΔ. Σχετικώς υποβάλλεται αίτηση του παραχωρησιούχου ή του έλκοντος εξ αυτού δικαίωμα μέχρι τις 31.12.2015, συνοδευόμενη από α) τεχνική περιγραφή της εγκατάστασης ή του έργου, β) τοπογραφικό διάγραμμα με κλίμακα 1:500, γ) φωτογραφίες και χάρτη της ευρύτερης περιοχής με την ακριβή θέση της εγκατάστασης ή του έργου και δ) εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους. Η προθεσμία υποβολής της αίτησης μπορεί να παρατείνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Τουρισμού. Για τη νομιμοποίηση υφισταμένων εγκαταστάσεων και έργων, καθώς και για την εκτέλεση νέων έργων ή τη δημιουργία νέων εγκαταστάσεων εντός αιγιαλού και παραλίας που περιλαμβάνονται στη χερσαία ζώνη τουριστικού λιμένα εφόσον εκτελούνται στο πλαίσιο των εγκεκριμένων μελετών, δεν οφείλεται αποζημίωση χρήσης αυθαίρετης ή μη, προς το Ελληνικό Δημόσιο και δεν απαιτείται άδεια χρήσης.» β. Ως υφιστάμενες εγκαταστάσεις και έργα κατά την έννοια της προηγούμενης υποπερίπτωσης νοούνται τα υφιστάμενα κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 23

Στην παράγραφο 3.γ της ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ Δ.2. του Πρώτου Άρθρου του ν. 4093/2012, προστίθεται η φράση «καταργουμένου ρητώς του δικαιώματος επικαρπίας του κατωτέρω αναφερομένου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, Ανώτατη Σχολή Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.)» μετά την φράση «κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή» και πριν την φράση «εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του ν. 3986/2011».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 24

Στην παράγραφο 2 του άρθρου 8 του ν. 3891/2010 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η δαπάνη του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε. (ΤΑΙΠΕΔ) για την τεχνική και οικονομική αποτίμηση του ανωτέρω τροχαίου υλικού βαρύνει τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 25

Μεταβιβάζονται και περιέρχονται χωρίς αντάλλαγμα στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.» («Ταμείο») κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του ν. 3986/2011 τα ακόλουθα ακίνητα, ιδιοκτησίας της υπό εκκαθάριση δημόσιας επιχείρησης με την επωνυμία «Δημόσια Επιχείρηση Πολεοδομίας και Στέγασης» (ΔΕΠΟΣ): (α) Έκταση 950.000 τ.μ. (με ΑΒΚ 119), στην περιοχή «Θίννες» Βαρθολομιού, Δήμου Πηνειού, Περιφερειακή Ενότητα Ηλείας, Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος, η οποία εμφαίνεται με τα στοιχεία Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ, Η, Θ, Ι, Κ, Α στο με κλίμακα 1:5000 χάρτη Θιννών Βαρθολομιού της Διεύθυνσης Δασών, Δασαρχείο Αμαλιάδας. Η ανωτέρω έκταση είχε παραχωρηθεί κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στη ΔΕΠΟΣ με την υπ΄ αριθμ. πρωτ. 1008264/7052/Α0010/19.1.1998 απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Οικονομικών, η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Βαρθολομιού, στον τόμο 101 με αριθμό 1. (β) Έκταση 615.000 τ.μ. περίπου, στην περιοχή «Βερβερόντα» (Πορτοχέλι), Δήμου Ερμιονίδος, Δημοτική Ενότητα Κρανιδίου, Περιφερειακή Ενότητα Αργολίδας, Περιφέρεια Πελοποννήσου, η οποία εμφαίνεται με τα στοιχεία Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ, Η, Θ, Ι, Κ, Λ, Μ, Ν, Ξ, Ο, Π, Ρ, Σ, Τ, Υ, Φ, Α στο με ημερομηνία 20.6.1973 και κλίμακα 1:2000 κτηματολογικό διάγραμμα με τίτλο: οριστική μελέτη αεροδρομίου − συμπληρωματικό κτηματολόγιο περιοχής αεροδρομίου, της εταιρείας Ευπάλινος ΤΕΠΕ, θεωρημένου στις 11.12.1973 από τον Διευθυντή Τεχνικών Υπηρεσιών Ν. Αργολίδος, Κ. Λάγιο. Η ανωτέρω έκταση αποτελεί τμήμα ευρύτερης έκτασης 973.945 τ.μ., η οποία είχε παραχωρηθεί κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στη ΔΕΠΟΣ με την υπ΄ αριθμ. Οικ 662/30/9.4.1980 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος και Συγκοινωνιών (Δ΄ 243/22.4.1980) και μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Μάσσητος, στον τόμο 664 με αύξοντα αριθμό 34. Πριν την έκδοση της κατά την παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 3986/2011 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, το τελευταίο αναθέτει την αποτίμηση της αξίας των ως άνω ακινήτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 του κ.ν. 2190/1920. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.4.: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΠΟΚΡΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΩΝ 1. Στο τέλος του άρθρου 50 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180) προστίθεται παράγραφος 13 που έχει ως εξής: «13. Ποσοστό ίσο με το 30% επί των μεικτών κερδών όσων διεξάγουν στοίχημα επί ιπποδρομιών, το οποίο υπολογίζεται με όμοιο τρόπο όπως η συμμετοχή του Δημοσίου στα έσοδα της παρ. 5, κατανέμεται ως εξής: α) ποσοστό 4,5% επί των μεικτών κερδών καταβάλλεται στο Ελληνικό Δημόσιο, β) ποσοστό 1,5% επί των μεικτών κερδών καταβάλλεται στη Φίλιππο Ένωση, γ) ποσοστό 24% επί των μεικτών κερδών αποδίδεται ως κατωτέρω: (αα) Αν ο παραχωρησιούχος της παραγράφου 7β του άρθρου 13 του ν. 4111/2013 είναι ο μοναδικός Φορέας Ιπποδρομιών κατά την έννοια του άρθρου 83 του ν. 4172/2013 το ανωτέρω ποσοστό καταβάλλεται σε ειδικό λογαριασμό επάθλων που τηρείται από τον παραχωρησιούχο της παραγράφου 7β του άρθρου 13 του ν. 4111/2013, με αποκλειστικό σκοπό να διατεθεί στους δικαιούχους των επάθλων. (ββ) Αν περισσότεροι του ενός Φορείς Ιπποδρομιών οργανώνουν και διεξάγουν στην Ελλάδα ιπποδρομίες επί των οποίων διεξάγεται στοίχημα, ο τρόπος διανομής του ανωτέρω ποσοστού μεταξύ των Φορέων Ιπποδρομιών καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Από το ανωτέρω ποσοστό της περίπτωσης γ΄, ποσό ύψους μέχρι 16% επί των μεικτών κερδών όσων διεξάγουν στοίχημα επί ιπποδρομιών που προέρχεται από στοίχημα επί ιπποδρομιών τρίτων θα μπορεί να παρακρατείται από τους φορείς που διεξάγουν στοίχημα επί ιπποδρομιών και να αποδίδεται σε τρίτους φορείς που διοργανώνουν και διεξάγουν ιπποδρομίες, σε αντάλλαγμα για την παραχώρηση δικαιωμάτων επί των ιπποδρομιών τους. Τα έσοδα αυτά αποδίδονται στους δικαιούχους των ανωτέρω περιπτώσεων α΄ έως και γ΄ το αργότερο μέχρι την 16η εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την ημερομηνία παρακράτησης. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου ισχύουν από τη θέση του ΟΔΙΕ Α.Ε. σε εκκαθάριση σύμφωνα με την παράγραφο 7 (στ) του ν. 4111/2013 (Α΄ 18).» 2. Στο άρθρο 58 του ν. 2961/2001 (Κώδικας Φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών) προστίθεται νέα παράγραφος 5 που έχει ως εξής: «5. Τα έσοδα από έπαθλα που λαμβάνουν ερασιτέχνες ιδιοκτήτες δρομώνων ίππων φορολογούνται αυτοτελώς με φορολογικό συντελεστή ύψους 15%. Φυσικό πρόσωπο που έχει στην ιδιοκτησία του μέχρι τρεις (3) δρόμωνες ίππους τεκμαίρεται ότι ως προς τη δραστηριότητά του αυτή είναι ερασιτέχνης. Υπόχρεος παρακράτησης του φόρου ύψους 15% επί των επάθλων που αποδίδονται στους ερασιτέχνες ιδιοκτήτες αλόγων είναι ο Φορέας Ιπποδρομιών του ν. 4111/2013 (Α΄ 167) και μέχρι τη θέση του σε εκκαθάριση ο ΟΔΙΕ και οφείλει να τον αποδίδει το αργότερο μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την ημερομηνία καταβολής των επάθλων στο Ελληνικό Δημόσιο. Οι κύριοι δρομώνων ίππων που δεν είναι ερασιτέχνες φορολογούνται για τη δραστηριότητά τους αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013).» 3. α. Στο τέλος της περίπτωσης β΄ της παρ. 7 του άρθρου 13 του ν. 4111/2013 (Α΄ 18), όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 71 του ν. 4170/2013 (Α΄ 163), προστίθενται εδάφια ως εξής: «Για τη σύνταξη συμβολαιογραφικών πράξεων και εγγράφων για την ανωτέρω μίσθωση, καθώς και για τη σύσταση, μεταβίβαση, ή άρση δουλειών επί ή υπέρ ακινήτων ιδιοκτησίας της ΟΔΙΕ Α.Ε. που βρίσκονται στο Μαρκόπουλο Αττικής καταβάλλονται στους συμβολαιογράφους τα μειωμένα δικαιώματα του άρθρου 14 παρ. 3 του ν. 3156/2003 (Α΄ 157), όπως ισχύει. Για την μεταγραφή στα βιβλία μεταγραφών των οικείων υποθηκοφυλακείων των ανωτέρω δικαιοπραξιών καταβάλλονται στους μεν έμμισθους υποθηκοφύλακες μόνο πάγια δικαιώματα εκατό (100) ευρώ, στους δε άμισθους υποθηκοφύλακες τα δικαιώματα αυτά περιορίζονται στο 1/20 των επιβαλλομένων από τις κείμενες διατάξεις, χωρίς να δύνανται να υπερβούν το ποσό των δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ, εφόσον υπολογίζονται αναλογικά ή το ποσό των διακοσίων (200) ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση, αποκλειομένης οποιασδήποτε άλλης επιβάρυνσης ή τέλους. Το ίδιο ισχύει και για την καταχώρηση των ανωτέρω δικαιοπραξιών στα κτηματολογικά φύλλα των οικείων κτηματολογικών γραφείων. Σε περίπτωση που εφαρμόζονται και οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 325/1976 (Α΄ 125), όπως ισχύει, τα παραπάνω δικαιώματα υποθηκοφυλάκων και προϊσταμένων κτηματολογικών γραφείων περιορίζονται στο ύψος που αναφέρει η εν λόγω διάταξη.». β. Για τους σκοπούς σύναψης της μίσθωσης της περίπτωσης β΄ της παρ. 7 του άρθρου 13 του ν. 4111/2013, καθώς και της σύστασης, μεταβίβασης ή άρσης δουλειών επί ή υπέρ ακινήτων ιδιοκτησίας του που βρίσκονται στο Μαρκόπουλο Αττικής, απαλλάσσεται ο ΟΔΙΕ Α.Ε., μέχρι τη θέση αυτού σε εκκαθάριση σύμφωνα με την παράγραφο 7 (στ) του άρθρου 13 του ν. 4111/2013, από την υποχρέωση προσκόμισης αποδεικτικού ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας για τα χρέη του προς το Δημόσιο.». ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β.5.: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΟΥ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΟΥ 1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 και το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της ίδιας παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 1474/1984 «Τροποποίηση του ιδρυτικού νόμου του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας και άλλες διατάξεις» (Α΄ 128) αντικαθίστανται ως εξής: «1. Μέλη του ΓΕΩΤ.Ε.Ε. είναι όλοι οι γεωτεχνικοί, ως εξής: α) γεωπόνοι, δασολόγοι, γεωλόγοι και υποχρεωτικά οι κτηνίατροι, εφόσον είναι πτυχιούχοι:». 2. α. Το άρθρο 1 του π.δ. 344/2000 «Άσκηση του επαγγέλματος του γεωτεχνικού» (Α΄297) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής Στις διατάξεις του διατάγματος αυτού υπάγονται όλοι οι γεωτεχνικοί της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 1474/1984 (γεωπόνοι, δασολόγοι, κτηνίατροι, γεωλόγοι, ιχθυολόγοι), πτυχιούχοι των στις διατάξεις αυτές οριζομένων Σχολών Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 3 του ως άνω νόμου, όπως ισχύει.» β. Το άρθρο 6 του π.δ. 344/2000, αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 6 Μητρώο απασχόλησης Το ΓΕΩΤ.Ε.Ε. τηρεί ειδικό Μητρώο απασχόλησης των μελών του κατά κλάδο, στο οποίο αναγράφονται υποχρεωτικά όσοι έχουν λάβει Βεβαίωση Συνδρομής Νομίμων Προϋποθέσεων Έναρξης Άσκησης του Γεωτεχνικού Επαγγέλματος, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 3919/ 2011 (Α΄32). 3. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται τα άρθρα 2 και 18 του π.δ. 344/2000.» ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Γ: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Γ.1. ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ 1. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο (ν. 4129/2013 – Α΄ 52) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Στις κατηγορίες συμβάσεων του προηγουμένου εδαφίου, που συνάπτονται από το Δημόσιο και τα υπαγόμενα σε προληπτικό έλεγχο δαπανών Ν.Π.Δ.Δ., η προϋπολογιζόμενη δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ και μέχρι το όριο του προηγούμενου εδαφίου, διενεργείται υποχρεωτικά έλεγχος νομιμότητας, πριν από τη σύναψή τους, από τον Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που είναι αρμόδιος για τον προληπτικό έλεγχο των δαπανών των φορέων αυτών. 2. Η φράση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο «Στον έλεγχο του προηγούμενου εδαφίου υπάγονται» αντικαθίσταται με τη φράση «Στον έλεγχο των προηγουμένων εδαφίων υπάγονται». ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Γ.2.: ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ 1. α. Στη Διεύθυνση Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης της Γενικής Διεύθυνσης Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής /Γ.Λ. Κράτους του Υπουργείου Οικονομικών συνιστώνται επιπλέον δύο Τμήματα: Τμήμα Ζ΄−Σχεδιασμού και Υποστήριξης και Τμήμα Η΄−ΔΕΚΟ και Λοιπών Φορέων με τις κατωτέρω αρμοδιότητες: Τμήμα Ζ΄−Σχεδιασμού και Υποστήριξης (αα) Καθοδήγηση και υποστήριξη των Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.), καθώς και των Οικονομικών Υπηρεσιών όλων των φορέων Γενικής Κυβέρνησης σε θέματα κατάρτισης, εκτέλεσης και παρακολούθησης των προϋπολογισμών τους. (ββ) Παρακολούθηση όλων των θεμάτων λειτουργίας και οργάνωσης των Γ.Δ.Ο.Υ. και παροχή κατευθυντήριων γραμμών στα Υπουργεία και τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης σε συνεργασία με το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. (γγ) Σχεδιασμός και ανάπτυξη νέων διαδικασιών για την κατάρτιση, εκτέλεση και παρακολούθηση των προϋπολογισμών των φορέων Γενικής Κυβέρνησης. (δδ) Σύνταξη και επικαιροποίηση κωδικών κατάταξης εσόδων και εξόδων των προϋπολογισμών των φορέων Γενικής Κυβέρνησης. (εε) Συγκέντρωση και επεξεργασία στοιχείων που αφορούν οριζόντια θέματα προϋπολογισμού, κατάρτιση εγκυκλίων, σύνταξη αποφάσεων για θέματα προϋπολογισμού οριζόντιου χαρακτήρα και έκδοση γενικών οδηγιών για τη διοίκηση των εσόδων και εξόδων του Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης. (στστ) Καταχώρηση γενικών ποσοστών διάθεσης για εκτέλεση προϋπολογισμού στο πληροφοριακό σύστημα και έλεγχοι των ποσών διάθεσης και καταχώρηση αποφάσεων αναμόρφωσης πιστώσεων. (ζζ) Έκδοση των γενικών αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών για τον ορισμό ποσοστών διάθεσης των πιστώσεων του προϋπολογισμού. (ηη) Παρακολούθηση και αξιολόγηση των δημοσιονομικών συνεπειών για τον Κρατικό Προϋπολογισμό των δανείων με επιδότηση επιτοκίου. (θθ) Γραμματειακή και μηχανογραφική υποστήριξη της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης. Τμήμα Η΄−ΔΕΚΟ και Λοιπών Φορέων (αα) Συγκέντρωση, επεξεργασία και παρακολούθηση των ετήσιων προϋπολογισμών και των τριμηνιαίων στόχων για τις βασικές κατηγορίες εσόδων και εξόδων των ΔΕΚΟ και των Ν.Π.Ι.Δ. του Κεφαλαίου Α΄ του ν. 3429/2005 (Α΄ 314) και αξιολόγησή τους σε σχέση με τους δημοσιονομικούς στόχους του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ), όπως τροποποιείται και ισχύει κάθε φορά. (ββ) Εξειδίκευση των μηνιαίων και τριμηνιαίων ποσοτικών στόχων των προϋπολογισμών των ΔΕΚΟ και των Ν.Π.Ι.Δ. του Κεφαλαίου Α΄ του ν. 3429/2005, σε συνεργασία με τους φορείς και την αρμόδια Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του εποπτεύοντος Υπουργείου, παρακολούθηση της υλοποίησής τους. (γγ) Χειρισμός κάθε θέματος που αφορά στην επιβολή κυρώσεων κατά τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία σε περιπτώσεις αποκλίσεων από τους εγκεκριμένους προϋπολογισμούς των ΔΕΚΟ και των Ν.Π.Ι.Δ. του Κεφαλαίου Α΄ του ν. 3429/2005. (δδ) Συγκέντρωση στοιχείων για την κατάρτιση και σύνταξη του τμήματος της εισηγητικής έκθεσης του Υπουργού Οικονομικών προς τη Βουλή των Ελλήνων που αναφέρεται στους προϋπολογισμούς των φορέων αρμοδιότητας του συνιστώμενου Τμήματος. (εε) Αξιολόγηση των ενδεχόμενων συνεπειών στους προϋπολογισμούς των φορέων αρμοδιότητας του Τμήματος από σχέδια νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και λοιπών κανονιστικών πράξεων σε συνεργασία με την αρμόδια Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του εποπτεύοντος Υπουργείου. (στστ) Έλεγχος της συμβατότητας των επιχειρησιακών σχεδίων των ΔΕΚΟ με τους δημοσιονομικούς στόχους που τίθενται στο ΜΠΔΣ και στον Προϋπολογισμό Γενικής Κυβέρνησης. β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης δύναται να καθορίζονται ειδικότερα οι ως άνω αρμοδιότητες. Με όμοια απόφαση δύναται να ανατίθεται η παρακολούθηση και άλλων φορέων της Γενικής Κυβέρνησης στο Τμήμα Παρακολούθησης ΔΕΚΟ και Λοιπών Φορέων. 2. α. Στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών συνιστάται Μονάδα Αποκρατικοποιήσεων, επιπέδου Τμήματος, υπαγόμενη απευθείας στον Γενικό Γραμματέα Δημόσιας Περιουσίας, η οποία ασκεί τις αρμοδιότητες της αριθ. Δ6Α 1006639 ΕΞ2012/ 12.1.2012 (Β΄ 19) κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, καθώς και αυτές της παραγράφου 2 του άρθρου 31 του ν. 4141/2013 (Α΄ 81). Της Μονάδας Αποκρατικοποιήσεων προΐσταται υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ όλων των κλάδων του Υπουργείου Οικονομικών. β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης δύναται να καθορίζονται ειδικότερα οι αρμοδιότητες της ανωτέρω οργανικής μονάδας. 3. α. Η συσταθείσα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του π.δ. 178/2000 (Α΄ 165) όπως ισχύει, Διεύθυνση Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών (ΔΕΚΟ) της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, καταργείται. Όπου στις διατάξεις του ν. 4111/2013 (Α΄ 18) αναφέρεται η Διεύθυνση ΔΕΚΟ νοείται εφεξής το Τμήμα ΔΕΚΟ και Λοιπών Φορέων της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης της Γενικής Διεύθυνσης Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής /Γ.Λ. Κράτους. β. Η συσταθείσα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 3429/2005 Διυπουργική Επιτροπή Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών (Δ.Ε.Δ.Ε.Κ.Ο.) καταργείται. Όπου στις κείμενες διατάξεις προβλέπεται η έκδοση απόφασης της Διυπουργικής Επιτροπής Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών νοείται εφεξής η έκδοση κοινής απόφασης του εποπτεύοντος Υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών. γ. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 24 του π.δ. 284/1988 όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Εισήγηση για την έκδοση κ.υ.α. που αφορά στον καθορισμό αποζημίωσης μελών και Προέδρου Διοικητικού Συμβουλίου». δ. Στο τέλος της περίπτωσης β΄ της παρ. 2 του άρθρου 27 του π.δ. 284/1988 όπως ισχύει, προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής: «Συντονισμός ενεργειών για την προώθηση, μελέτη και επεξεργασία των υποβαλλόμενων από τις ΔΕΚΟ αιτημάτων για έγκριση παροχής εγγύησης του ελληνικού Δημοσίου για τη λήψη δανείων από ημεδαπά ή αλλοδαπά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα». ε. Στο τέλος της περίπτωσης γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 27 του π.δ. 284/1988 όπως ισχύει, προστίθενται τα εξής εδάφια: «Συντονισμός ενεργειών για την προώθηση, μελέτη και επεξεργασία των υποβαλλόμενων από τις ΔΕΚΟ αιτημάτων για έγκριση λήψης δανείων από ημεδαπά ή αλλοδαπά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και αναπροσαρμογών στην τιμολογιακή τους πολιτική. Εισήγηση για έκδοση κ.υ.α. ορισμού ή παύσης μελών Επιτροπής Ελέγχου του άρθρου 4 του ν. 3429/2005 (Α΄ 314). Συγκέντρωση από τις ΔΕΚΟ ετήσιων απολογισμών, έκθεσης πεπραγμένων των Διοικητικών Συμβουλίων και έκθεσης ή πιστοποιητικού ορκωτού ελεγκτή λογιστή». 4. α. Το προσωπικό της καταργούμενης με την παράγραφο 3α της παρούσας υποπαραγράφου Διεύθυνσης Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών (ΔΕΚΟ) μεταφέρεται – μετακινείται στις συνιστώμενες με τις παραγράφους 1α και 2α οργανικές μονάδες ή σε άλλες οργανικές μονάδες του Υπουργείου Οικονομικών, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. β. Στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας συνιστώνται δύο (2) θέσεις δικηγόρων με έμμισθη εντολή για την κάλυψη των αναγκών της συνιστώμενης με την παράγραφο 2 του παρόντος Μονάδας Αποκρατικοποιήσεων. γ. Σε περίπτωση κατάργησης ή συγχώνευσης Υπηρεσιών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους στον ίδιο νομό, δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 10, παρ.14 του ν. 3051/2002 (Α΄ 220), για τις μεταθέσεις, μετακινήσεις και αποσπάσεις των υπαλλήλων των περιφερειακών υπηρεσιών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που γίνονται αποκλειστικά για την κάλυψη αναγκών των Υπηρεσιών αυτού. 5. α. Η παράγραφος 1 του άρθρου 6 του ν. 3429/2005 (Α΄ 314) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Κάθε δημόσια επιχείρηση καταρτίζει και υποβάλλει τετραετές επιχειρησιακό σχέδιο σύμφωνο με τους δημοσιονομικούς στόχους του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής στην αρμόδια Διεύθυνση του εποπτεύοντος Υπουργείου, η οποία αφού προβεί σε όλες τις απαιτούμενες τροποποιήσεις, το διαβιβάζει στο Τμήμα ΔΕΚΟ και Λοιπών Φορέων της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης του Υπουργείου Οικονομικών για τις απόψεις του. Το επιχειρησιακό σχέδιο εγκρίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του εποπτεύοντος Υπουργού, τροποποιείται δε εφόσον παραστεί ανάγκη με την ίδια διαδικασία. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών εξειδικεύονται ο χρόνος υποβολής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την κατάρτιση των επιχειρησιακών σχεδίων.» β. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 6 του ν. 3429/2005, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 33 του ν. 3697/2008 (Α΄ 194) και αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 άρθρου 16 του ν. 3965/2011 (Α΄ 113), τροποποιείται ως εξής: «6. Η υποβολή από κάθε δημόσια επιχείρηση της τριμηνιαίας έκθεσης πεπραγμένων σύμφωνα με την περίπτωση γ΄, παράγραφος 2 του άρθρου 7, καθώς και η έγκριση του επιχειρησιακού σχεδίου σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, αποτελούν προϋπόθεση για την πρόσληψη από κάθε δημόσια επιχείρηση πάσης φύσεως προσωπικού, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, πλην διευθυντών και γενικών διευθυντών.» γ. Η παράγραφος 1 του άρθρου 8 του ν. 3429/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Ο κρατικός έλεγχος και η οικονομική εποπτεία των δημοσίων επιχειρήσεων που αφορά στον έλεγχο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 7 του παρόντος νόμου, ασκείται από τον Υπουργό Οικονομικών, μέσω του Τμήματος ΔΕΚΟ και Λοιπών Φορέων της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης και του Γ΄ Τμήματος της Διεύθυνσης Κίνησης Κεφαλαίων, Εγγυήσεων, Δανείων και Αξιών του Γ.Λ.Κράτους, κατά λόγο αρμοδιότητας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης μπορεί να καθορίζονται ειδικότερα οι ως άνω αρμοδιότητες.» δ. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του ν. 4111/2013 (Α΄18) αντικαθίσταται ως εξής: «Το Τμήμα ΔΕΚΟ και Λοιπών Φορέων της Διεύθυνσης Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης εξετάζει το αίτημα εντός 15 ημερών και, εφόσον κρίνει αυτό βάσιμο και επαρκώς αιτιολογημένο, εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών την έκδοση κοινής απόφασης του Υπουργού Οικονομικών και του εποπτεύοντος Υπουργού για την αναθεώρηση του συγκεκριμένου προϋπολογισμού, αφού έχει σε κάθε περίπτωση προηγουμένως ελέγξει ότι, σε επίπεδο συνόλου φορέων του Κεφαλαίου Α΄ του ν. 3429/ 2005, τηρούνται οι δημοσιονομικοί στόχοι του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, όπως ισχύει κάθε φορά. Στη συνέχεια, κοινοποιεί την απόφαση στον ενδιαφερόμενο φορέα, καθώς και στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και του εποπτεύοντος Υπουργείου.» ε. Στο άρθρο 2 του ν. 4111/2013 (Α΄ 118) προστίθεται από την έναρξη ισχύος του παράγραφος 9 ως εξής: «9. Οι διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 6 του παρόντος δεν εφαρμόζονται για τα νομικά πρόσωπα που συστήνονται με τους νόμους 3864/2010 (Α΄ 119) και 3986/2011 (Α΄ 152). » 6. α. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 3429/2005 (Α΄ 314) καταργούνται. Κάθε διάταξη που αναφέρεται ή παραπέμπει στο στρατηγικό σχέδιο του άρθρου αυτού καταργείται κατά το μέρος που προβλέπει την αναφορά ή την παραπομπή αυτή. Η περίπτωση ια΄ της παραγράφου 3, η παράγραφος 5 του άρθρου 6, οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 10, καθώς και το άρθρο 11 του ν. 3429/2005 καταργούνται. β. Οι διατάξεις του άρθρου 12 του π.δ.178/2000 (Α΄165), καθώς και αυτές του άρθρου 8 του ν. 3697/2008 ( Α΄194) καταργούνται. 7.α. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης ρυθμίζεται κάθε άλλο ζήτημα που προκύπτει από την ανακατανομή αρμοδιοτήτων και την κατάργηση οργανικών μονάδων και επιτροπών που διενεργείται με τις διατάξεις της παρούσας. β. Οι διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου τίθενται σε ισχύ ένα μήνα μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος με εξαίρεση τις διατάξεις περί σύστασης του Τμήματος Ζ΄− Σχεδιασμού και Υποστήριξης στη Διεύθυνση Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης και της περίπτωσης 4γ, οι οποίες τίθενται σε ισχύ με την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Γ.3.: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛ.ΣΤΑΤ. 1. Στο τέλος του άρθρου 23 του ν. 3832/2010 (Α΄ 38), προστίθεται νέα παράγραφος 9, ως εξής: «9. Η αποζημίωση μέρους του προσωπικού που απασχολήθηκε από την Ελληνική Στατιστική Αρχή κατά το έτος 2012 στις εργασίες για την επεξεργασία των ερωτηματολογίων της Απογραφής Πληθυσμού − Κατοικιών του 2011 και δεν αποζημιώθηκε για τις εργασίες αυτές με άλλη απόφαση μέχρι σήμερα καθορίζεται με απόφαση του Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ., που εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. Η δαπάνη από την απόφαση αυτή θα βαρύνει τον προϋπολογισμό της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες πεντακόσια (10.500) ευρώ.» 2. Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 3832/2010 (Α΄ 38), όπως προστέθηκαν με την παράγραφο 1 του άρθρου 93 του ν. 4182/2013 (Α΄ 185) καταργούνται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Γ.4.: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ Ο.Δ.ΔΗ.Χ. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του ν. 2628/1998 (Α΄ 151) προστίθεται περίπτωση στ΄, ως εξής: «στ. Δύναται, ως εντολοδόχος και για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου και σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο ν. 2628/1998 (Α΄ 151), όπως ισχύει, να εκδίδει, να διακρατεί και να διαχειρίζεται τίτλους του Ελληνικού Δημόσιου, με αποκλειστικό σκοπό τη χρήση τους για τη σύναψη πράξεων πώλησης με συμφωνία επαναγοράς (repos) ή για την παροχή εξασφάλισης σε πράξεις αντιστάθμισης κινδύνων (hedging), επί του συνόλου του χρέους του Ελληνικού Δημοσίου.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Γ.5.: ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΜΗ ΑΝΤΑΠΟΔΟΤΙΚΩΝ ΧΡΕΩΣΕΩΝ – ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΗ ΑΝΤΑΠΟΔΟΤΙΚΩΝ ΧΡΕΩΣΕΩΝ ΣΤΟΝ ΚΡΑΤΙΚΟ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ Α. Από 1.7.2014, καταργούνται: 1. Η απόδοση στους ασφαλιστικούς φορείς του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, του ποσοστού 4% των εισπρακτέων από τρίτους ή φορείς μη επιχορηγούμενους από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, εσόδων από την παροχή υπηρεσιών προς αυτούς, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3, του άρθρου 22, του ν. 3938/ 2011(Α΄ 61). Το ανωτέρω ποσοστό αποτελεί, εφεξής, έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2, του άρθρου 22, του ανωτέρω νόμου. 2. Η απόδοση στο Ταμείο Αρωγής Υπαλλήλων Αστυνομίας Πόλεων των ποσών που προβλέπονται με τις διατάξεις της περίπτωσης β΄, της παρ. 1, του άρθρου 20, του ν. 4058/ 2012 (Α΄ 63), όπως ισχύει. Τα ποσά αυτά αποτελούν εφεξής έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού. 3. Η κράτηση 3% επί των διενεργηθέντων παντός είδους προμηθειών, κατασκευών, αγορών, επισκευών, που πραγματοποιούνται για λογαριασμό του ΤΕΑΠΑΣΑ/ ΤΠΑΣ, όπως προβλέπεται με τις διατάξεις του άρθρου 8, του α.ν. 884/1937 (A΄ 387), όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση ιη΄, της παρ. 1 του άρθρου 3, του ν. 1169/ 1981(A΄180). 4. Ο κοινωνικός πόρος ποσοστού 2%, ως προϊόν ειδικής αύξησης επί των τιμολογίων των εισιτηρίων, υπέρ του τέως Ταμείου Προνοίας Προσωπικού Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος (ΤΑ.Π.Π.− Ο.Σ.Ε.) και νυν Τ.Π.Π.Ο.Σ.Ε., ως τομέα πρόνοιας του Ταμείου Ασφάλισης Υπαλλήλων Τραπεζών και Επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας (ΤΑΥΤΕΚΩ), ο οποίος προβλέπεται με τις διατάξεις του Καταστατικού του Ταμείου(απόφαση Υφυπουργού Εργασίας 22359/16.6.1938), όπως ισχύει. 5. Τα ειδικά έντυπα παράβολα υπέρ Μετοχικού Ταμείου Στρατού, Αεροπορίας και Ναυτικού, τα οποία προβλέπονται με τις διατάξεις του ν. 1938/1942 (Α΄ 538), του άρθρου 25, του ν. 2873/2000 (Α΄ 285), του π.δ. 251/2002 (Α΄ 224) και του π.δ. 123/2003 (Α΄ 108). 6. Η απόδοση της προβλεπόμενης από τις διατάξεις του άρθρου 4, του α.ν. 440/1945 κράτησης ποσοστού 1% υπέρ Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, στη Διεύθυνση Τοπογραφικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. 7. Ο πόρος ποσοστού 2% που υπολογίζεται στην αξία των εκτελούμενων έργων και των προμηθειών του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης, υπέρ του Ταμείου Προνοίας Προσωπικού Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης, που προβλέπεται με τις διατάξεις της περίπτωσης στ΄, της παρ. 1, του άρθρου 13, του π.δ. 142/1996 (Α΄ 109). 8. Οι προβλεπόμενες από τις διατάξεις των περιπτώσεων γ΄, δ΄, ε΄ και ια΄, της παρ. 2, του άρθρου 24, του ν. 2145/1993 (Α΄ 88), εκ του Δημοσίου, αποδόσεις από τα εισπραττόμενα κατά την παρ. 1, του ιδίου άρθρου, ποσά που προέρχονται από χρηματικές ποινές ή από μετατροπή σε χρήμα των στερητικών της ελευθερίας ποινών με τις επ΄ αυτών προσαυξήσεις, καθώς και από τα εισπραττόμενα ποσά εξόδων της ποινικής διαδικασίας. 9. Η είσπραξη των εσόδων−παραβόλων, τα οποία προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 27, του ν. 721/1977 (Α΄ 298), όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1, του ν. 2538/1997(Α΄ 242), υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών(λογαριασμός 26670/0), όπως προβλέπεται με τις διατάξεις της περίπτωσης V, της παρ. 2 του άρθρου 4, της αριθ. 334133/2006 κοινής υπουργικής απόφασης (Β΄ 1829).Εφεξής τα έσοδα αυτά εισπράττονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό (Κ.Α. Εσόδου 3425) και αποτελούν δημόσια έσοδα. Β. Η παρ. 1 του άρθρου 20, του ν. 4058/2012 (A΄ 63), αντικαθίσταται ως ακολούθως: «1.α.Στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού και στο Ταμείο Αρωγής Υπαλλήλων Αστυνομίας Πόλεων, περιέρχεται ως πόρος σε ποσοστό 68% και 32% αντίστοιχα, ποσοστό 5% επί των επιβαλλόμενων σε χρήμα ποινών, καθώς και επί των ποσών που προκύπτουν από τη μετατροπή των στερητικών της ελευθερίας ποινών. β. Στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού, περιέρχεται ως πόρος σε ποσοστό 68% το ποσό που προέρχεται από την εκποίηση των πάσης φύσεως πλεοναζόντων και μη αναγκαιούντων ή πεπαλαιωμένων κινητών πραγμάτων, ιδίως υλικών, εφοδίων, μηχανημάτων, παντός είδους τροχοφόρων και πλωτών μέσων της Ελληνικής Αστυνομίας, που δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό για τον οποίο προορίζονται. Τα ανωτέρω υλικά παραδίδονται στις αρμόδιες υπηρεσίες του Στρατού Ξηράς και ακολουθείται η ισχύουσα διαδικασία για την εκποίηση πολεμικού υλικού.» Γ. Η διάταξη της ανωτέρω περίπτωσης Β΄ ισχύει από 1.7.2014. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Γ.6.: ΕΚΔΟΣΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ 1. Στο άρθρο 1 του ν. 3068/2002 (Α΄ 274) προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής: «Η διάταξη του τρίτου εδαφίου του παρόντος άρθρου, όπως προστέθηκε με το άρθρο 20 του ν. 3301/2004 (Α΄ 263), δεν εφαρμόζεται όσον αφορά στις εμπορικές συναλλαγές, κατά την έννοια της υποπαραγράφου Ζ3 του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄107), του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α.Α., των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. και των Ν.Π.Ι.Δ. του ευρύτερου δημόσιου τομέα που ανήκουν εξ ολοκλήρου στο Δημόσιο.» 2. Η ισχύς των διατάξεων της παρούσας αρχίζει από 1.7.2014 και καταλαμβάνει τις απαιτήσεις από τις εμπορικές συναλλαγές της ανωτέρω περίπτωσης που γεννήθηκαν από τις 16.3.2013 και εφεξής. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Γ.7.: ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΟΥ Ν. 3717/2008 Στο τέλος του εδαφίου 1 της υποπαραγράφου ΙΑ.1.Ι), της παραγράφου ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/ 2012 (Α΄ 222) προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Καταργούνται επίσης από τότε που ίσχυσαν οι διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3717/2008 (Α΄ 239).» ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Δ: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Δ.1.: ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΚΥΡΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ 1. Στην περίπτωση ιβ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του ν. 4172/2013 μετά τη λέξη «πιστωθέντες» προστίθενται οι λέξεις «που οφείλονται». 2. Το άρθρο 12 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013 οι λέξεις «και εφόσον οι ετήσιες επιχειρηματικές δαπάνες που θα εξέπιπταν, σύμφωνα με το άρθρο 22, δεν υπερβαίνουν το ποσό των εννέα χιλιάδων διακοσίων πενήντα (9.250) ευρώ» αντικαθίστανται με τις λέξεις «και εφόσον δεν έχει την εμπορική ιδιότητα, ούτε διατηρεί επαγγελματική εγκατάσταση που είναι διαφορετική από την κατοικία του». β. Στο τέλος της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορούν να προβλέπονται περαιτέρω προϋποθέσεις και να καθορίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή αυτής της περίπτωσης.» 3. Το άρθρο 14 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 μετά τη λέξη «της υπηρεσίας τους» προστίθενται οι λέξεις «ή τις οικογένειές τους». β. Στην παράγραφο 2 προστίθεται νέα περίπτωση θ΄ που έχει ως εξής: «θ) το επίδομα επικίνδυνης εργασίας που καταβάλλεται με τη μορφή πτητικού, καταδυτικού, ναρκαλιείας, αλεξιπτωτιστών, δυτών και υποβρυχίων καταστροφών σε αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και οπλίτες των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας, της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και του Λιμενικού Σώματος, καθώς και η ειδική αποζημίωση που καταβάλλεται στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό και τα πληρώματα ασθενοφόρων του Ε.Κ.Α.Β. που εκτελούν διατεταγμένη υπηρεσία με αεροπορικά μέσα για παροχή Α΄ Βοηθειών, κατά ποσοστό εξήντα πέντε τοις εκατό (65%).» 4. Στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 15 του ν. 4172/2013 πριν από τις λέξεις «που υπερβαίνει» προστίθενται οι λέξεις «κατά το μέρος». 5. Το άρθρο 24 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 μετά τη λέξη «στοιχείου» προστίθενται οι λέξεις «όπως αυτή προκύπτει από τoν πίνακα της παραγράφου 4». β. Στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 μετά τη λέξη «ανέρχεται» προστίθεται η λέξη «τουλάχιστον». 6. Στο τέλος της περίπτωσης ε΄ του άρθρου 32 του ν. 4172/2013 προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής: «Ομοίως, εξαιρούνται οι δωρεές ή χορηγίες προς τα κοινωφελή ιδρύματα, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που έχουν συσταθεί νόμιμα και τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς, καθώς και τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που έχουν συσταθεί νόμιμα, εφόσον επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς.» 7. Το άρθρο 41 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 αντικαθίσταται η λέξη «εταιρείας» με τις λέξεις «νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας». β. Η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής: i. Στο πρώτο εδάφιο, μετά τις λέξεις «και της τιμής πώλησης» προστίθενται οι λέξεις «ή της αξίας του ανταλλάγματος». ii. Το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής: «Η τιμή κτήσης προσδιορίζεται ως εξής: α) Στην περίπτωση κτήσης λόγω μεταβίβασης με επαχθή αιτία, είναι το τίμημα ή η αξία του ανταλλάγματος, όπως προκύπτει από το οικείο συμβόλαιο, β) Στην περίπτωση κτήσης λόγω κληρονομικής διαδοχής ή μεταβίβασης με χαριστική αιτία, είναι η αξία βάσει της οποίας υπολογίστηκε ο φόρος κληρονομιάς, δωρεάς ή γονικής παροχής ή χορηγήθηκε απαλλαγή από αυτόν, όπως η αξία αυτή προκύπτει από το οικείο συμβόλαιο ή οποιοδήποτε άλλο δημόσιο έγγραφο, γ) Σε κάθε άλλη περίπτωση, υπολογίζεται ως εξής: Τιμή κτήσης ίσον τιμή μεταβίβασης επί τον Δείκτη Τιμών Κατοικιών (ΔΤΚατ) του έτους κτήσης διά του ΔΤΚατ του προηγούμενου της μεταβίβασης έτους. Ως ΔΤΚατ νοείται ο μέσος Δείκτης Τιμών Κατοικιών Αστικών Περιοχών της περιόδου Ιανουαρίου−Δεκεμβρίου κάθε έτους, όπως ανακοινώνεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Αν κατά το χρόνο της μεταβίβασης δεν έχει δημοσιευθεί μέσος ΔΤΚατ, λαμβάνεται υπ΄ όψιν ο σχετικός δείκτης του αμέσως προηγούμενου έτους.» iii. Το τρίτο εδάφιο αναριθμείται ως έβδομο εδάφιο. iv. Στο τέταρτο εδάφιο, μετά τη λέξη «μεταβίβασης» προστίθενται οι λέξεις «ή, στην περίπτωση της ανταλλαγής, η αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας που αποτελεί το αντάλλαγμα για κάθε συμβαλλόμενο και εφόσον αυτή δεν υφίσταται, η φορολογητέα αξία». v. Στο πέμπτο εδάφιο μετά τις λέξεις «του ακινήτου» προστίθεται η λέξη «δεν» και διαγράφονται οι λέξεις «και δεν προστίθενται ή αφαιρούνται, αντίστοιχα». νi. Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 41 οι λέξεις «η αγοραία αξία του κτίσματος, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τα 2/3 της αντικειμενικής αξίας του οικοπέδου μαζί με το συστατικό αυτού κτίσμα» αντικαθίστανται με τις λέξεις «η αντικειμενική αξία του κτίσματος». γ. Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Ο χρόνος κτήσης είναι ο χρόνος απόκτησης ποσοστού τουλάχιστον εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του μεταβιβαζόμενου δικαιώματος επί της ακίνητης περιουσίας. Σε περίπτωση που δεν προκύπτει χρόνος κτήσης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, ισχύουν τα εξής: α) Επί μεταβίβασης κτίσματος που ανεγέρθηκε, με αυτεπιστασία ή με βάση το σύστημα της αντιπαροχής, ως χρόνος κτήσης θεωρείται ο χρόνος μετά την παρέλευση πέντε (5) ετών από την ημερομηνία έκδοσης ή δύο (2) ετών από την ημερομηνία ανανέωσης της οικοδομικής άδειας ανέγερσης, εκτός εάν η μεταβίβαση γίνεται εντός των παραπάνω προθεσμιών. β) Επί πολεοδομικής τακτοποίησης εξ ολοκλήρου αυθαίρετης κατασκευής, ως χρόνος κτήσης θεωρείται ο χρόνος που δηλώνεται ως χρόνος ανέγερσης και πιστοποιείται από το μηχανικό στη σχετική αίτηση τακτοποίησης και αν αυτός δεν προκύπτει, η λήξη των χρονικών περιόδων που ορίζονται στο ν. 4178/2013. γ) Επί πολεοδομικής τακτοποίησης μερικώς αυθαίρετης κατασκευής, ως χρόνος κτήσης θεωρείται ο χρόνος κτήσης του νόμιμου κτίσματος. Επί χρησικτησίας, ως χρόνος κτήσης θεωρείται η αντίστοιχη ημερομηνία του εικοστού πρώτου έτους, πριν από το χρόνο της μεταβίβασης. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να καθορίζεται χρόνος κτήσης και σε κάθε άλλη περίπτωση, καθώς και να ρυθμίζεται κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. δ. Στην παράγραφο 4, οι λέξεις «η εν λόγω ζημία μεταφέρεται επ’ αόριστον και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή 3 του παρόντος άρθρου» αντικαθίστανται με τις λέξεις «η εν λόγω υπεραξία θεωρείται μηδενική». ε. Στην παράγραφο 5, ο πίνακας που ακολουθεί μετά τις λέξεις «συντελεστών απομείωσης:» αντικαθίσταται από τον ακόλουθο πίνακα: Έτη Συντελεστήςαπομείωσης Έτη διακράτησης Συντελεστής απομείωσης 1 100,0% 14 77,9% 2 98,2% 15 76,4% 3 96,4% 16 74,8% 4 94,7% 17 73,2% 5 93,0% 18 71,7% 6 91,2% 19 70,2% 7 89,5% 20 68,7% 8 87,8% 21 67,2% 9 86,1% 22 65,7% 10 84,5% 23 64,2% 11 82,8% 24 62,8% 12 81,1% 25 61,5% 13 79,5% 26+ 60% στ. Η παράγραφος 6 τροποποιείται ως εξής: i. Η περίπτωση ε΄ αντικαθίσταται ως εξής: «ε) η μεταγραφή δικαστικής απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 949 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, λόγω μη εκτέλεσης προσυμφώνου μεταβίβασης ή η απόκτηση οποιουδήποτε δικαιώματος των περιπτώσεων α΄, β΄ και δ΄ της παρούσας παραγράφου με αυτοσύμβαση,» ii. Στην περίπτωση στ΄ διαγράφονται οι λέξεις «ή δικαστικού». ζ. Στην παράγραφο 7 τροποποιείται ως εξής: i. Η περίπτωση α΄ καταργείται και οι επόμενες περιπτώσεις β΄, γ΄, δ΄ ε΄, αναριθμούνται σε β΄, γ΄, δ΄. ii. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄, όπως ανωτέρω αναριθμήθηκε, προστίθενται οι λέξεις «ή πράξη σύστασης οριζόντιας ή κάθετης ιδιοκτησίας, εφόσον δεν μεταβάλλονται τα ποσοστά συνιδιοκτησίας ανά συνιδιοκτήτη». iii. Μετά την περίπτωση δ΄, όπως ανωτέρων αριθμήθηκε, προστίθεται περίπτωση ε΄ ως εξής: «η ανταλλαγή ποσοστών ακίνητης περιουσίας επί κτηθέντων λόγω κληρονομικής διαδοχής ή γονικής παροχής ή από συζύγους κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης». η. Η παράγραφος 8 καταργείται και οι επόμενες παράγραφοι 9, 10 και 11 αναριθμούνται σε 8, 9, 10. θ. Η παράγραφος 9 αντικαθίσταται ως εξής: «Από την υπεραξία, όπως αυτή προκύπτει μετά την απομείωσή της σύμφωνα με την παρ. 5, αφαιρείται ποσό μέχρι είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) ευρώ, εφόσον ο φορολογούμενος διακράτησε το ακίνητο για πέντε (5) τουλάχιστον έτη και επιβάλλεται φόρος υπεραξίας στο τυχόν υπόλοιπο ποσό.» 8. Το άρθρο 42 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Η περίπτωση α΄ αντικαθίσταται ως εξής: «μετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά». β. Προστίθεται νέα περίπτωση β΄ που έχει ως εξής και οι περιπτώσεις β΄, γ΄ και δ΄ αναριθμούνται σε γ΄, δ΄ και ε΄ αντίστοιχα: «β. μετοχές εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%) και οι μεταβιβαζόμενες μετοχές έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.» γ. Στην παράγραφο 5 οι λέξεις «επ΄ αόριστον» αντικαθίστανται από τις λέξεις «για τα επόμενα πέντε (5) έτη». 9. Το άρθρο 46 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Στην περίπτωση α΄ μετά τη λέξη «κεφαλαίου» το κόμμα αντικαθίσταται από τελεία και προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου στους φορείς Γενικής Κυβέρνησης δεν περιλαμβάνονται οι κεφαλαιουχικές εταιρείες, εκτός από αυτές στις οποίες το κράτος ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου συμμετέχει με ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).» β. Στην περίπτωση γ΄ μετά τη λέξη (ΟΣΕΚΑ) προστίθενται οι λέξεις «που είναι εγκατεστημένοι στην ημεδαπή ή σε άλλο κράτος−μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.» 10. Στο άρθρο 47 του ν. 4172/2013, προστίθενται νέες παράγραφοι 5 και 6 που έχουν ως εξής: «5. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 37 και της παραγράφου 6 του άρθρου 42 εφαρμόζονται και στα νομικά πρόσωπα του άρθρου 45. 6. Ειδικά το εισόδημα από υπεραξία μεταβίβασης κρατικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου που αποκτούν νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δεν είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και δεν έχουν στην Ελλάδα μόνιμη εγκατάσταση απαλλάσσεται του φόρου.» 11. Το άρθρο 48 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής: «Τα ενδοομιλικά μερίσματα που εισπράττει ένα νομικό πρόσωπο που είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, απαλλάσσονται από το φόρο, εάν το νομικό πρόσωπο που προβαίνει στη διανομή: α) περιλαμβάνεται στους τύπους που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α΄ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ, όπως ισχύει, και β) είναι φορολογικός κάτοικος κράτους−μέλους της ΕΕ, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρείται κάτοικος τρίτου κράτους εκτός ΕΕ κατ’ εφαρμογήν όρων σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με αυτό το τρίτο κράτος, και γ) υπόκειται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι Μέρος Β΄ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ ή σε οποιοδήποτε άλλον φόρο αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς, και δ) ο λήπτης φορολογούμενος κατέχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας ή του πλήθους του μετοχικού ή βασικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του νομικού προσώπου που διανέμει, και ε) το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής διακρατείται τουλάχιστον είκοσι τέσσερεις (24) μήνες.» β. Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η προηγούμενη παράγραφος ισχύει επίσης για τα ενδοομιλικά μερίσματα που εισπράττονται από μόνιμες εγκαταστάσεις εταιρειών άλλων κρατών−μελών που βρίσκονται στην Ελλάδα και προέρχονται από τις θυγατρικές τους σε ένα άλλο κράτος−μέλος.» γ. Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Εάν διανέμονται κέρδη από νομικό πρόσωπο σε λήπτη φορολογούμενο που δεν έχει διακρατήσει το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής επί είκοσι τέσσερεις (24) μήνες, αλλά πληρούται η προϋπόθεση γ΄ της παραγράφου 1, ή αυτή της παραγράφου 2, ο λήπτης φορολογούμενος μπορεί προσωρινά να ζητήσει την απαλλαγή που προβλέπεται στις εν λόγω παραγράφους, εφόσον καταθέσει στη Φορολογική Διοίκηση εγγυητική επιστολή υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ίση με το ποσό του φόρου που θα όφειλε να καταβάλει σε περίπτωση μη χορήγησης της απαλλαγής. Η απαλλαγή καθίσταται οριστική και η εγγύηση λήγει κατά την ημερομηνία που συμπληρώνονται είκοσι τέσσερεις (24) μήνες διακράτησης του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής. Εάν ο φορολογούμενος παύει να διακρατεί το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής πριν τη συμπλήρωση των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, η εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά την ημερομηνία αυτή.» δ. Η παράγραφος 4 καταργείται και η παράγραφος 5 αναριθμείται σε 4. 12. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 49 του ν. 4172/2013 μετά τις λέξεις «πιστωτικά ιδρύματα» προστίθενται οι λέξεις «,τις εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης του ν. 1665/1986 και τις εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων του ν. 1905/1990 που λαμβάνουν άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος και τις αντίστοιχες ρυθμιστικές αρχές άλλων κρατών−μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης». 13. Το άρθρο 60 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 60, μετά τη λέξη «είδος» προστίθενται οι λέξεις «,των ημερομισθίων». β. Στην παράγραφο 3 οι λέξεις «των προηγούμενων παραγράφων» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του παρόντος άρθρου». γ. Στην παράγραφο 5 μετά τις λέξεις «το άρθρο 12,» προστίθενται οι λέξεις «,καθώς και στις πρόσθετες αμοιβές που δεν συμπεριλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές». 14. Το άρθρο 62 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Στο τέλος της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 62 προστίθενται οι λέξεις: «εκτός της περίπτωσης του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 και της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 41.» β. Προστίθεται νέα παράγραφος 5 που έχει ως εξής: «5. Τα νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες που είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας ή έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και λαμβάνουν αμοιβές για δικαιώματα (royalties) σύμφωνα με την περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 64.» 15. Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 3 του άρθρου 63 του ν. 4172/2013 αντικαθίστανται ως εξής: «Η απαλλαγή καθίσταται οριστική και η εγγύηση λήγει κατά την ημερομηνία που συμπληρώνονται είκοσι τέσσερεις (24) μήνες διακράτησης του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής. Εάν ο φορολογούμενος παύει να διακρατεί το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής πριν τη συμπλήρωση των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, η εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά την ημερομηνία αυτή.» 16. Το άρθρο 64 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 64, αντικαθίσταται ως εξής: «δ) για αμοιβές για τεχνικά έργα, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες είκοσι τοις εκατό (20%). β. Στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 μετά τις λέξεις «του μισθώματος,» προστίθενται οι λέξεις «ανεξαρτήτως αν ο λήπτης της αμοιβής είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα». γ. Στην παράγραφο 2 μετά τις λέξεις «Γενικής Κυβέρνησης» προστίθενται οι λέξεις «εκτός από τις κεφαλαιουχικές εταιρείες» και μετά τις λέξεις «υπηρεσιών από» προστίθεται η λέξη «φυσικά ή». δ. Στην παράγραφο 3 μετά τη λέξη «πληρωμή» προστίθενται οι λέξεις «,εκτός από τις αμοιβές που αναφέρονται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1» και οι λέξεις «που λαμβάνει αμοιβές για υπηρεσίες σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ και» διαγράφονται. ε. Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013 προστίθενται λέξεις και στη συνέχεια εδάφιο ως εξής: «εκτός από τους φόρους που παρακρατούνται από τους συμβολαιογράφους. Ειδικά ο φόρος που παρακρατείται από συμβολαιογράφο για την υπεραξία του άρθρου 41, αποδίδεται από τον ίδιο με τραπεζική επιταγή σε διαταγή του Ελληνικού Δημοσίου, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την υπογραφή του συμβολαίου. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η διαδικασία για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.» στ. Προστίθενται νέες παράγραφοι 8 και 9 ως εξής: «8. Σε περίπτωση που ο λήπτης της αμοιβής σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 62 είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, παρακράτηση φόρου σύμφωνα με την παράγραφο 1 ενεργείται μόνον εφόσον η συναλλαγή υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ. 9. Ειδικά, το εισόδημα από τόκους κρατικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου που αποκτούν νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δεν είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και δεν έχουν στην Ελλάδα μόνιμη εγκατάσταση δεν υπόκειται σε παρακράτηση φόρου σύμφωνα με την παράγραφο 1.» 17. Στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 65 του ν. 4172/2013 οι λέξεις «ο οποίος είναι ίσος ή κατώτερος» αντικαθίστανται με τις λέξεις «του οποίου ο συντελεστής είναι ίσος ή κατώτερος». 18. Στην περίπτωση ε΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 66 του ν. 4172/2013 οι λέξεις «−μέλος» διαγράφονται. 19. Μετά το άρθρο 67 του ν. 4172/2013 προστίθεται νέο άρθρο 67 Α που έχει ως εξής: «Άρθρο 67 Α Υποβολή της δήλωσης υπολογισμού του φόρου υπεραξίας από μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας 1. Ο φορολογούμενος που μεταβιβάζει ακίνητη περιουσία υποχρεούται να δηλώνει το σύνολο των στοιχείων που αφορούν τον προσδιορισμό του φόρου υπεραξίας, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 41, όπως αυτό ισχύει. 2. Ο συμβολαιογράφος υποχρεούται να ελέγχει και να βεβαιώνει την ακρίβεια των στοιχείων της δήλωσης της παραγράφου 1, ως προς τον χρόνο και την αξία κτήσης και μεταβίβασης, το είδος της ακίνητης περιουσίας ή των ιδανικών μεριδίων αυτής ή του εμπραγμάτου δικαιώματος, τα έτη διακράτησης, τους συντελεστές, τα μεγέθη του ΔΤΚατ και τον υπολογισμό του φόρου, και να θεωρεί τη δήλωση, την οποία, επί ποινή ακυρότητας του συμβολαίου, επισυνάπτει σε αυτό. Ο συμβολαιογράφος δεν έχει ευθύνη για όσα στοιχεία δεν έχουν περιέλθει σε γνώση του και δεν περιλαμβάνονται στο συμβόλαιο που συντάσσει. 3. Ως χρόνος υποβολής της δήλωσης σύμφωνα με το άρθρο 31 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας θεωρείται ο χρόνος σύνταξης του συμβολαίου μεταβίβασης στο οποίο προσαρτάται. 4. Ο μισθωτής του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 41 υποχρεούται να δηλώνει το σύνολο των στοιχείων που αφορούν στον προσδιορισμό του φόρου υπεραξίας του κτίσματος που περιέρχεται στην κατοχή του τρίτου. Η δήλωση του προηγούμενου εδαφίου συνιστά άμεσο προσδιορισμό του φόρου. Υπόχρεος καταβολής του φόρου είναι ο τρίτος. 5. Για τις μεταβιβάσεις που εμπίπτουν στην περίπτωση ε΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 41, ο αποκτών υποχρεούται να δηλώνει τα στοιχεία που αφορούν στον προσδιορισμό του φόρου υπεραξίας της ακίνητης περιουσίας. Η δήλωση του προηγούμενου εδαφίου συνιστά άμεσο προσδιορισμό του φόρου. Υπόχρεος καταβολής του φόρου είναι ο αποκτών. 6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο χρόνος απόδοσης του φόρου και κάθε άλλο αναγκαίο για την εφαρμογή των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος.» 20. Το άρθρο 69 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 μετά τη λέξη «που προκύπτει» προστίθενται οι λέξεις «από επιχειρηματική δραστηριότητα». β. Στην παράγραφο 2 η λέξη «α΄» και η περίπτωση β΄ διαγράφονται. 21. Στην παράγραφο 8 του άρθρου 71 του ν. 4172/2013 μετά τη λέξη «παραγράφων» προστίθεται ο αριθμός «4». 22. Το άρθρο 72 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 12 οι λέξεις «φορολογικά αναγνωρίσιμες ζημίες» αντικαθίστανται από τις λέξεις «δηλωθείσες φορολογικές ζημίες της επιχείρησης». β. Στην παράγραφο 13 μετά τις λέξεις «αναπτυξιακών νόμων,» προστίθενται οι λέξεις «του αφορολόγητου αποθεματικού της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του ν. 2238/1994, όπως ισχύει μετά τη δημοσίευση του Κ.Φ.Ε.». γ. Στην παράγραφο 18 η παραπομπή «του ν. 3371/ 2005» αντικαθίσταται από την παραπομπή «του ν. 2367/ 1995». δ. Στην παράγραφο 23 οι λέξεις «ή αναθεωρηθεί» διαγράφονται. ε. Προστίθενται νέες παράγραφοι 26, 27, 28, 29, 30 και 31 που έχουν ως εξής: «26. Σε περίπτωση κατά την οποία η μεταβίβαση του άρθρου 41 Κ.Φ.Ε. αφορά δικαίωμα το οποίο αποκτήθηκε μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 1994, η υπεραξία θεωρείται μηδενική. Ειδικά στην περίπτωση της χρησικτησίας, εφόσον ο σχετικός χρόνος συμπληρώθηκε πριν από την 31η Δεκεμβρίου 1994, ως χρόνος κτήσης θεωρείται η 1η Ιανουαρίου 1995. 27. Στην περίπτωση ακινήτου που εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 41 και έχει αποκτηθεί, σύμφωνα με τα οριζόμενα σε αυτό, από 1ης Ιανουαρίου 1995 έως και την 31η Δεκεμβρίου 2002, ο συντελεστής απομείωσης της παραγράφου 5 πολλαπλασιάζεται με το συντελεστή 0,8. 28. Για την περίοδο μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2015 η υπεραξία που αποκτά ένα νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα από πώληση και επαναμίσθωση (lease back) ακινήτου αναγνωρίζεται ως έσοδο σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 17, όπως αυτό υιοθετείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. 29. Ειδικά ο χρόνος υποβολής της δήλωσης και απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου που καταβάλλεται τον Ιανουάριο του 2014, παρατείνεται μέχρι τις 30 Απριλίου 2014. 30. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 15, της παραγράφου 5 του άρθρου 29 και της παραγράφου 4 του άρθρου 58 του Κώδικα εφαρμόζονται και για το νησί της Κεφαλονιάς για εισοδήματα που αποκτώνται ή κέρδη που προκύπτουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2015. 31. Ειδικά, για τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν από 1.1.2013 έως 31.12.2013 εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 4 του ν. 2238/1994 και οι εκδοθείσες κατ΄ εξουσιοδότηση αυτού υπουργικές αποφάσεις.» 23. Οι διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2014, εκτός αν ορίζεται σε αυτές διαφορετικά. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Δ.2.: ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΚΥΡΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ 1. α. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, η λέξη «όργανο» αντικαθίσταται από τη λέξη «όργανα» και η λέξη «υπογράφει» από τη λέξη «υπογράφουν». β. Μετά το τέλος του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 4174/2013, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Η άσκηση της αρμοδιότητας που μεταβιβάστηκε και η εξουσιοδότηση υπογραφής μπορεί, σύμφωνα με την απόφαση του Γενικού Γραμματέα, να αφορά περισσότερα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης.» 2. α. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του ν. 4174/ 2013, όπως ισχύει μετά τη λέξη «δύναται να» προστίθενται οι λέξεις: «τροποποιεί εν όλω ή εν μέρει την απόφαση του για» και διαγράφονται οι λέξεις «να ανακαλεί οποτεδήποτε εγγράφως κάθε». β. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 11 του ν. 4174/2013 αντικαθίστανται οι λέξεις «εφόσον πραγματοποιείται» με τις λέξεις «προκειμένου να πραγματοποιηθεί» και στο τρίτο εδάφιο της ίδιας παραγράφου μετά από τη λέξη «θέματα» προστίθενται οι λέξεις «, εξαιρέσεις σε περίπτωση συναλλαγών με πιστωτικά ιδρύματα και ιδρύματα πληρωμών». 3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Στην περίπτωση β΄ διαγράφεται η λέξη «φοροδιαφυγής», β. Στην περίπτωση γ΄ μετά τη λέξη «εκδίκασης» προστίθενται οι λέξεις «οποιασδήποτε ποινικής ή φορολογικής υπόθεσης ή αστικής υπόθεσης με διάδικο το Δημόσιο ή Φορέα της Γενικής Κυβέρνησης» και διαγράφονται οι λέξεις «ποινικών υποθέσεων φοροδιαφυγής ή φορολογικών υποθέσεων», γ. Στην περίπτωση ε΄ οι λέξεις «οικονομικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης» αντικαθίστανται με τις λέξεις «υπηρεσίες των φορέων Γενικής Κυβέρνησης», δ. Στο τέλος της περίπτωσης στ΄ προστίθενται οι λέξεις «,καθώς και σε εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της.» ε. Προστίθενται νέες περιπτώσεις θ΄ και ι΄ ως εξής: «θ) σε τρίτους, κατόπιν αιτιολογημένης εισαγγελικής παραγγελίας, ότι δεν συντρέχει περίπτωση φορολογικού απορρήτου, ι) σε φορολογουμένους που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, κατόπιν αιτήσεώς τους, και μόνο καθ΄ ο μέρος αυτό είναι απολύτως αναγκαίο, προκειμένου να διακριβωθεί η φορολογική ή η επαγγελματική υπόσταση άλλου φορολογουμένου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα.» 4. Το άρθρο 21 του ν. 4174/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 αντικαθίσταται ως εξής: «Ο Φάκελος Τεκμηρίωσης που αποτελείται κατά περίπτωση από το Βασικό Φάκελο Τεκμηρίωσης και τον Ελληνικό Φάκελο Τεκμηρίωσης, καταρτίζεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από το τέλος του φορολογικού έτους και συνοδεύεται από Συνοπτικό Πίνακα Πληροφοριών, ο οποίος υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέσα στην ίδια προθεσμία.» β. Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται ως εξής: «Ο φάκελος τεκμηρίωσης της παραγράφου 3 περιλαμβάνει ειδικό κεφάλαιο όπου περιγράφονται γεγονότα που έχουν αντίκτυπο στις πληροφορίες και τα στοιχεία που παρέχονται στους Φακέλους και που οφείλονται σε οποιαδήποτε μεταβολή των συνθηκών της αγοράς. Ο υποκείμενος στο φόρο οφείλει να ενημερώνει το Φάκελο έως το τέλος του φορολογικού έτους εντός του οποίου η παραπάνω μεταβολή λαμβάνει χώρα. Με την επιφύλαξη των ανωτέρω οι Φάκελοι Τεκμηρίωσης Ενδοομιλικών Συναλλαγών της παραγράφου 3 μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το επόμενο φορολογικό έτος, εφόσον επικαιροποιηθούν ενσωματώνοντας όλες τις αναγκαίες αλλαγές. Η επικαιροποίηση του Φακέλου γίνεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από το τέλος του φορολογικού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου προέκυψε η ανάγκη επικαιροποίησης. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων είναι δυνατός ο καθορισμός των επικαιροποιήσεων που κρίνονται απαραίτητες όσον αφορά το περιεχόμενο των Φακέλων Τεκμηρίωσης είτε σε ετήσια είτε μόνιμη βάση.» γ. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 αντικαθίσταται ως εξής: «Με όμοια απόφαση μπορεί να προβλέπεται η μέθοδος υπολογισμού του κύκλου εργασιών και των αντίστοιχων λογιστικών προτύπων, όπως επίσης απλουστευμένη διαδικασία για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις όπως ορίζονται από το ευρωπαϊκό δίκαιο.» 5. α. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει μετά τη λέξη «οριζόμενος» προστίθενται οι λέξεις «ή οι οριζόμενοι», μετά τη λέξη «υπάλληλος» προστίθενται οι λέξεις «ή υπάλληλοι», η λέξη «φέρει» αντικαθίσταται από τη λέξη «φέρουν», μετά τη λέξη «Γενικό Γραμματέα» προστίθενται οι λέξεις «ή από εξουσιοδοτημένα από αυτόν όργανα της Φορολογικής Διοίκησης». β. Στην περίπτωση β΄ του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του ν. 4174/2013 μετά τις λέξεις «υπαλλήλου» προστίθενται οι λέξεις «ή των υπαλλήλων στους οποίους» και διαγράφονται οι λέξεις «στον οποίο έχει». 6. Στο άρθρο 25 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, η παράγραφος 7 αναριθμείται σε παράγραφο 8 και προστίθεται νέα παράγραφος 7 ως εξής: «7. Ειδικά προκειμένου για τον μερικό επιτόπιο έλεγχο, σε φορολογούμενους ορισμένης περιοχής ή/και δραστηριότητας ή που διακινούν αγαθά, η εντολή διενέργειας του ελέγχου, που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, μπορεί να περιλαμβάνει, αντί των υπό γ΄ και δ΄ στοιχείων, την περιοχή του ελέγχου ή/και το είδος των δραστηριοτήτων των φορολογουμένων. Ο χρόνος διενέργειας του ελέγχου, στην περίπτωση αυτή, μπορεί να είναι και εκτός του επισήμου ωραρίου της Φορολογικής Διοίκησης.» 7. α. Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 37 του ν. 4174/ 2013, όπως ισχύει, διαγράφονται οι λέξεις «ζ)τον τόπο εξόφλησης του φόρου» και οι περιπτώσεις «η)», «θ)», «ι)», «κ)» αναριθμούνται αντίστοιχα σε «ζ)», «η)», «θ)» και στο δεύτερο εδάφιο μετά τις λέξεις «έκθεση ελέγχου» προστίθενται οι λέξεις «, εκτός από την περίπτωση του τετάρτου εδαφίου του άρθρου 34.» β. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 40 του ν. 4174/2013 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής: «Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου ισχύει αναλόγως η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 25 του Κώδικα.» 8. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 46 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, και στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του ως άνω άρθρου και νόμου, μετά τις λέξεις «των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 55» προστίθενται οι λέξεις «, και ανεξαρτήτως των χρηματικών ορίων που τίθενται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β΄,». 9. Το άρθρο 54 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής: α. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 μετά τη λέξη «εκπρόθεσμα» προστίθενται οι λέξεις «ή υποβάλει ελλιπή». β. Στην παράγραφο 1 προστίθεται περίπτωση θ΄ ως εξής: «θ) δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβώς αποδείξεις λιανικής πώλησης ή επαγγελματικά στοιχεία.» γ. Στην περίπτωση η΄ της παραγράφου 1 διαγράφονται οι λέξεις «και την έκδοση στοιχείων», δ. Στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 διαγράφονται οι λέξεις «για κάθε άλλη παράβαση σε περίπτωση» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 1». ε. Στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 διαγράφονται οι λέξεις «χίλια (1.000) ευρώ, για κάθε άλλη παράβαση» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «διακόσια πενήντα (250) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄, στ΄ και θ΄ της παραγράφου 1, με ανώτατο όριο το ποσό ύψους τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, στην περίπτωση της μη έκδοσης ή έκδοσης ανακριβών φορολογικών στοιχείων.» στ. Στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 διαγράφονται οι λέξεις «δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ, για κάθε άλλη παράβαση» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «πεντακόσια (500) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄, στ΄ και θ΄ της παραγράφου 1, με ανώτατο όριο το ποσό ύψους τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, στην περίπτωση της μη έκδοσης ή έκδοσης ανακριβών φορολογικών στοιχείων» και διαγράφεται το τελευταίο εδάφιο της ίδιας περίπτωσης. ζ. Στην παράγραφο 2 προστίθεται περίπτωση ε΄ ως εξής: «ε) δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ στις περιπτώσεις ε΄ και ζ΄ και η΄ της παραγράφου 1». η. Στο τέλος της παραγράφου 2 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης ΦΠΑ ή δήλωσης παρακρατούμενου φόρου, εφόσον η σχετική αρχική δήλωση έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα.» θ. Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής: «Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, τα σύμφωνα με τον Κώδικα πρόστιμα επιβάλλονται στο διπλάσιο και, στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος προστίμου.» 10. Στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 56 του ν. 4174/2013 οι λέξεις «παράγραφο 3» αντικαθίσταται με τις λέξεις «παράγραφο 4». 11. Στο άρθρο 59 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, διαγράφονται οι λέξεις «Στον υπόχρεο» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «Ο υπόχρεος» και διαγράφεται η λέξη «επιβάλλεται» και αντικαθίσταται από τη λέξη «υπόκειται σε». 12. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 62 του ν. 4174/ 2013, όπως ισχύει, μετά τις λέξεις «τον προσδιορισμό του φόρου» προστίθεται η λέξη «,την παραγραφή» και στην παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου αντικαθίστανται οι λέξεις «τριάντα (30)» από τις λέξεις «είκοσι (20)». 13. Στο άρθρο 62 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής: «6. Εφόσον, για την ίδια παράβαση, επιβάλλονται, σύμφωνα με τον Κώδικα, περισσότερα πρόστιμα, υπερισχύει η διάταξη που προβλέπει το μεγαλύτερο πρόστιμο.» 14. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 63 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, μετά τις λέξεις «που εξέδωσε την πράξη» προστίθενται οι λέξεις «ή παρέλειψε την έκδοσή της» και στο τελευταίο εδάφιο της ιδίας παραγράφου μετά τις λέξεις «σε αυτόν» προστίθενται οι λέξεις «ή από τη συντέλεση της παράλειψης.» 15. α. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 63 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Η αναστολή, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, δεν ισχύει επί του άμεσου προσδιορισμού του φόρου, καθώς και επί πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου, που εκδίδεται με βάση στοιχεία που έχουν παρασχεθεί από τον φορολογούμενο σε φορολογική του δήλωση.» β. Στην παράγραφο 8 του άρθρου 63 του ν. 4174/ 2013 μετά τις λέξεις «Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας» προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Για την αναστολή, λόγω άσκησης προσφυγής, ισχύουν ανάλογα οι διατάξεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.» 16. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 63 του ν. 4174/2013, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης μπορεί, με απόφασή του, να εξουσιοδοτεί άλλους υπαλλήλους της ίδιας υπηρεσίας, να υπογράφουν, με εντολή του, αποφάσεις επί ενδικοφανών προσφυγών και αιτήσεων αναστολής.». 17. Στο έκτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 65 Α η λέξη «και» διαγράφεται και τίθεται κόμμα και μετά τη λέξη «ευθύνης» προστίθενται οι λέξεις «και στα υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων». 18. α. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 66 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Ως έναρξη ελέγχου κατά την έννοια του πρώτου εδφίου θεωρείται και η αποστολή έως τις 31.12.2013 επιστολής στο φορολογούμενο, με την οποία του γνωστοποιείται ότι έχει εκδοθεί εντολή φορολογικού ελέγχου. Σε περίπτωση κατά την οποία, έως τις 31.12.2013, είχε εκδοθεί εντολή φορολογικού ελέγχου και για οποιονδήποτε λόγο, μετά την ημερομηνία αυτή, για την ίδια χρήση, περίοδο, φορολογική υπόθεση ή υποχρέωση, εκδοθεί νέα εντολή ελέγχου, οι έννομες συνέπειες της έκδοσης της αρχικής εντολής δεν θίγονται.» β. Στο εδάφιο 1 της παραγράφου 11 του άρθρου 66 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, μετά τη λέξη «εισφορών» προστίθεται η λέξη «προστίμων,» και μετά το δεύτερο εδάφιο της ίδιας παραγράφου προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Όπου σε κείμενες διατάξεις ουσιαστικού φορολογικού δικαίου, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, προβλέπεται προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να κοινοποιεί φύλλα ελέγχου, πράξεις προσδιορισμού φόρου, τελών, εισφορών, πράξεις επιβολής προστίμων και κάθε άλλη συναφή πράξη, η παραγραφή διακόπτεται με την έκδοσή τους. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις, οι οποίες δεν έχουν συζητηθεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου σε πρώτο βαθμό.». 19. Στην παράγραφο 19 του άρθρου 66 του ν. 4174/ 2013, όπως ισχύει, μετά τις λέξεις «του άρθρου 4» προστίθενται οι λέξεις «παρ. 1 εδάφιο 1 ». 20. Η παράγραφος 40 του άρθρου 66 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «40. Οι διατάξεις του άρθρου 65 Α τίθενται σε ισχύ για χρήσεις που αρχίζουν από 1ης Ιανουαρίου 2014 και καταργούνται για τις χρήσεις που αρχίζουν από 1ης Ιανουαρίου 2016 και μετά. Η Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1159/2011 διατηρείται σε ισχύ για χρήσεις που αρχίζουν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μπορεί να τροποποιηθεί ύστερα από γνώμη της Ε.Λ.Τ.Ε..» 21. Στο άρθρο 66 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, μετά την παράγραφο 42 προστίθενται νέοι παράγραφοι 43 και 44 ως εξής: «43. Εφόσον με την υποβολή τροποποιητικής φορολογικής δήλωσης ή με αυτοτελές αίτημα ή καθ΄ οιονδήποτε άλλο τρόπο, που αφορά φορολογικό έτος, διαχειριστική περίοδο ή φορολογική υπόθεση, μέχρι την έναρξη ισχύος του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, προβάλλεται αξίωση επιστροφής φόρου, για τα σχετικά με την παραγραφή, εφαρμόζονται τα ισχύοντα μέχρι τον χρόνο έναρξης ισχύος του Κώδικα. 44. Από την έναρξη ισχύος του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας κάθε αίτημα προς τη Φορολογική Διοίκηση, για διοικητικό ή δικαστικό συμβιβασμό, θεωρείται απαράδεκτο και δεν εξετάζεται. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου, ανεξαρτήτως χρονικών περιορισμών, εφαρμόζεται και για υποθέσεις, οι οποίες ήταν δυνατό να υπαχθούν σε οποιαδήποτε περίπτωση των διατάξεων των άρθρων 70Α και 70Β του ν. 2238/1994.» 22. Στο άρθρο 66 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, μετά την παράγραφο 46 προστίθεται παράγραφος 47 ως εξής: «47. Εντολές διενέργειας φορολογικού ελέγχου, εκδοθείσες μετά την 1.1.2014 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, θεωρούνται νόμιμες, εφόσον υπογράφονται από τον Προϊστάμενο της υπηρεσίας, ο οποίος ήταν κατά το νόμο αρμόδιος για την έκδοσή τους, σύμφωνα με τα κατά το νόμο ισχύοντα έως τις 31.12.2013. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται ανάλογα και για διαδικαστικές πράξεις στο πλαίσιο του ελέγχου, εκθέσεις ελέγχου, καταλογιστικές πράξεις φόρων, τελών, εισφορών και προστίμων, πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, μέτρα διοικητικής και αναγκαστικής εκτέλεσης, διασφαλιστικά μέτρα, αναγγελίες, συμψηφισμούς, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2014 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, εφόσον υπογράφονται από όργανα τα οποία ήταν αρμόδια, σύμφωνα με τα κατά το νόμο ισχύοντα έως τις 31.12.2013. Για καταλογιστικές πράξεις, εκτελεστούς τίτλους, πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, μέτρα διοικητικής και αναγκαστικής εκτέλεσης, διασφαλιστικά μέτρα, αναγγελίες, για χρονικό διάστημα τεσσάρων μηνών από την δημοσίευση του παρόντος, η Φορολογική Διοίκηση θεωρείται ενιαία.» 23. Στο άρθρο 66 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, μετά την παράγραφο 47 προστίθεται παράγραφος 48 ως εξής: «48.Για παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι τις 31.12.2013, ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσης τους, και το σχετικό πρόστιμο υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 4, 5 και 6 του ν. 2523/1997, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφος 6 του ίδιου νόμου, εφόσον ο φορολογούμενος, με δήλωσή του προς τον Προϊστάμενο της αρχής που εξέδωσε την πράξη επιβολής προστίμου, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα ημερών από την κοινοποίηση της, αποδεχθεί ανεπιφύλακτα το σύνολο των παραβάσεων που αναφέρονται σε αυτή και καταβάλει, ταυτόχρονα, τουλάχιστον ποσοστό 40% της συνολικής οφειλής, ενώ το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται εφάπαξ μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα της αποδοχής. Ειδικά για τις παραβάσεις που διαπράχθηκαν έως τις 26.7.2013 και για τις οποίες το σχετικό πρόστιμο υπολογίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 10 και 6 του ν. 2523/1997, εφαρμόζονται, υπό τις προϋποθέσεις του προηγουμένου εδαφίου, οι διατάξεις του άρθρου 55 παρ. 2 του Κώδικα. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται ανάλογα και για υποθέσεις για τις οποίες ο φορολογούμενος έχει ασκήσει εμπρόθεσμη ενδικοφανή ή δικαστική προσφυγή ενώπιον της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης ή διοικητικού δικαστηρίου πρώτου βαθμού και οι οποίες δεν έχουν εξεταστεί ή συζητηθεί, εφόσον η δήλωση αποδοχής της πράξης γίνει εντός αποκλειστικής εξήντα ημερών από την δημοσίευση του παρόντος. Ποσά τα οποία έχουν καταβληθεί, δεν επιστρέφονται λόγω της εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος, αμφισβητήσει την νομιμότητα της αποδοχής, η πράξη και οι έννομες συνέπειές της αναβιώνουν και ήδη καταβληθέντα ποσά δεν επιστρέφονται.» 24. Οι διατάξεις των περιπτώσεων της παρούσας υποπαραγράφου, εφαρμόζονται και ισχύουν από την 1.1.2014, εκτός εάν διαφορετικά ορίζεται σε αυτές. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Δ.3.: ΑΝΑΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ 1. Στο τέλος της υποπερίπτωσης γ΄ της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Ε2 της παρ. Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄ 222), όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο, ως εξής: «Οι διατάξεις των περιπτώσεων της περίπτωσης β΄ της παρ.5, των εδαφίων δ΄ και ε΄ της παρ. 8, του δεύτερου εδαφίου της παρ.14, των παραγράφων 15, 21, 22 και 23 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004 (Α΄253), εφαρμόζονται ανάλογα και για τις υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) του Υπουργείου Οικονομικών, αποκλειστικά και μόνο κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του προληπτικού, προσωρινού και τελωνειακού ελέγχου εφαρμογής της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας για τις οποίες εκδίδεται ειδική πράξη του αρμόδιου οργάνου.» 2. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 34 του ν. 4141/2013 (Α΄81) αντικαθίσταται ως εξής: «γ. Ο κανονισμός λειτουργίας των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, ο κανονισμός καθηκόντων του προσωπικού τους και η περιγραφή των θέσεων εργασίας αυτών.» ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Ε: ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥΣ 1. α. Η Γενική Διεύθυνση Φορολογίας της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) του Υπουργείου Οικονομικών, που συστήθηκε με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 2343/1995 (Α΄211) και συγκροτήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 2 του π.δ. 167/1996 (Α΄ 128) και η Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων της ίδιας Γενικής Γραμματείας, που συστήθηκε και συγκροτήθηκε με τις ίδιες διατάξεις, ανασυγκροτήθηκε και μετονομάστηκε με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 4 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011 (Α΄180), συγχωνεύονται σε μία (1) Γενική Διεύθυνση, στην οποία υπάγονται οι υφιστάμενες κατά την δημοσίευση του παρόντος νόμου Υπηρεσίες των δύο (2) συγχωνευόμενων Γενικών Διευθύνσεων, η οποία φέρει τον τίτλο «Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης» και ασκεί τις ίδιες αρμοδιότητες με τις αρμοδιότητες των Γενικών αυτών Διευθύνσεων. β. Η Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης της Γ.Γ.Δ.Ε., που συστήθηκε με τις διατάξεις της περίπτωσης ζ΄ της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 2343/1995, συγκροτήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 2 του π.δ. 167/1996, μετονομάζεται σε «Γενική Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ανθρώπινου Δυναμικού». 2. α. Η αυτοτελής Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Γ.Γ..Δ.Ε., ειδική αποκεντρωμένη υπηρεσία, επιπέδου Διεύθυνσης, που συστήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις της παρ. 18 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011 (Α΄180) και του άρθρου 12 του ν. 4110/2013 (Α΄ 17), όπως ισχύουν, μετονομάζεται σε «Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων» και υπάγεται απευθείας στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.). β. Συστήνεται στο Υπουργείο Οικονομικών υπηρεσία επιπέδου Διεύθυνσης, με τίτλο «Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου», η οποία υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Οικονομικών και διαρθρώνεται σε τρία τμήματα ως εξής: (αα) Τμήμα Α΄− Εσωτερικού Ελέγχου (ββ) Τμήμα Β΄− Εσωτερικών Υποθέσεων (γγ) Τμήμα Γ΄− Ελέγχου Πληροφοριακών Συστημάτων. γ. Συστήνεται στην Γ.Γ.Δ.Ε. ειδική αποκεντρωμένη υπηρεσία, με τίτλο «Διεύθυνση Εσωτερικού Ελέγχου», υπαγόμενη απευθείας στον Γενικό Γραμματέα, στην οποία συγχωνεύονται η Διεύθυνση Εποπτείας Εσωτερικού Ελέγχου και η Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης της Γ.Γ.Δ.Ε.. δ. Συστήνεται στο Υπουργείο Οικονομικών υπηρεσία, με τίτλο «Διεύθυνση Φορολογικής Πολιτικής», η οποία υπάγεται στην Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Πολιτικής του ίδιου Υπουργείου και διαρθρώνεται σε τρία τμήματα ως ακολούθως: (αα) Τμήμα Α΄− Φορολογικής Πολιτικής και Νομοθεσίας (ββ) Τμήμα Β΄ − Ανάλυσης Οικονομικών και Δημοσιονομικών Επιπτώσεων Φορολογικής Πολιτικής (γγ) Τμήμα Γ΄ − Διεθνών Πρακτικών και Σχέσεων Φορολογικής Πολιτικής. ε. Συστήνεται στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών τμήμα υπαγόμενο απευθείας στον Γενικό Γραμματέα αυτής, με τίτλο «Αυτοτελές Τμήμα Ελέγχου Διαχείρισης Εθνικών Κληροδοτημάτων». στ. Μετονομάζεται η Διεύθυνση Προσωπικού Γ.Λ.Κ. της Γενικής Διεύθυνσης Διοίκησης και Ελέγχου Συγχρηματοδοτούμενων Προγραμμάτων από την Ε.Ε. της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών σε «Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης Υπουργείου Οικονομικών», υπαγόμενη στον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομικών, και διαρθρώνεται σε πέντε τμήματα και ένα γραφείο, υπαγόμενο απευθείας στον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης, ως εξής: (αα) Τμήμα Α΄ − Προγραμματισμού, Ανάπτυξης και Εκπαίδευσης (ββ) Τμήμα Β΄ − Υπηρεσιακών Μεταβολών (γγ) Τμήμα Γ΄ − Μητρώου, Δικαιωμάτων και Υποχρεώσεων, Οικονομικών Παροχών (δδ) Τμήμα Δ΄ − Πειθαρχικής Διαδικασίας (εε) Τμήμα Ε΄ − Οργάνωσης και Ποιότητας (στστ) Αυτοτελές Γραφείο Γραμματείας και Αρχείου. ζ. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται ή ανακαθορίζονται οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών των υποπαραγράφων β΄ , δ΄ και στ΄ της παρούσας παραγράφου και κατανέμονται μεταξύ των τμημάτων τους. Με όμοια απόφαση μπορεί να ανακαθορίζονται ή να εξειδικεύονται οι αρμοδιότητες του Αυτοτελούς Τμήματος Ελέγχου Διαχείρισης Εθνικών Κληροδοτημάτων. 3. α. Ορίζεται η 30ή Ιουνίου 2014 ως χρόνος παύσης λειτουργίας της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης, που συστήθηκε με τις διατάξεις της περίπτωσης η΄ της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 2343/1995 και συγκροτήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 2 του π.δ. 167/1996, καθώς και των Οργανικών Μονάδων αυτής. Από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος και μέχρι του χρόνου παύσης λειτουργίας της, η Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης και οι υφιστάμενες οργανικές μονάδες αυτής, εκτός από την Διεύθυνση Εποπτείας Εσωτερικού Ελέγχου και την Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου λειτουργούν αποκλειστικά και μόνο, προκειμένου να ολοκληρώσουν τις εκκρεμείς υποθέσεις τους. β. Ένα μήνα μετά από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος: (αα) Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Εποπτείας Εσωτερικού Ελέγχου, καθώς και της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης, οι τυχόν εκκρεμείς υποθέσεις και η ολοκλήρωση των εντολών τους, καθώς και το υπηρεσιακό τους αρχείο, μεταφέρονται στην Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου του Υπουργείου Οικονομικών και στη Διεύθυνση Εσωτερικού Ελέγχου της Γ.Γ.Δ.Ε., κατά λόγο αρμοδιότητας, αντίστοιχα. (ββ) Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Επιθεώρησης Υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης, οι τυχόν εκκρεμείς υποθέσεις, η ολοκλήρωση των εντολών αυτής και το υπηρεσιακό της αρχείο, καθώς και οι αρμοδιότητες, το αρχείο και η ολοκλήρωση των εντολών των περιφερειακών Υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης, μεταφέρονται στην Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου του Υπουργείου Οικονομικών και στην Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της Γ.Γ.Δ.Ε., καθώς και στις καθ΄ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου, κατά λόγο αρμοδιότητα, αντίστοιχα. (γγ) Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Επιθεώρησης Διαχείρισης Εθνικών Κληροδοτημάτων, το αρχείο, οι τυχόν εκκρεμείς υποθέσεις και η ολοκλήρωση των εντολών τους, μεταφέρονται στο Αυτοτελές Τμήμα Ελέγχου Διαχείρισης Εθνικών Κληροδοτημάτων της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών. (δδ) Οι αρμοδιότητες της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης ως προς τον έλεγχο των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ) μεταφέρονται στη Διεύθυνση του στοιχείου β΄ του άρθρου 1 του π.δ. 24/2008 (Α΄ 48) της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων (ΓΔΔΕ), η οποία εφεξής θα ασκεί σε αυτές δημοσιονομικό έλεγχο σύμφωνα με το ν. 3492/2006 (Α΄ 210) όπως ισχύει. Από την έναρξη ισχύος της παρούσας, τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 12 του ν. 2731/1999 (Α 138) όπως ισχύει διενεργούνται μόνο από την Υπηρεσία Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας (ΥΔΑΣ). (εε) Οι οργανικές θέσεις του κλάδου Οικονομικών Επιθεωρητών, καθώς και των λοιπών κλάδων προσωπικού των οργανικών μονάδων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης της Γ.Γ.Δ.Ε., καθώς και της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Γ.Γ.Δ.Ε. ορίζονται ως οργανικές θέσεις της Μονάδας Εσωτερικού Ελέγχου του Υπουργείου Οικονομικών, της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής, της Διεύθυνσης Εσωτερικού Ελέγχου και της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων της Γ.Γ.Δ.Ε. και του Αυτοτελούς Τμήματος Ελέγχου Διαχείρισης Εθνικών Κληροδοτημάτων της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας, στις οποίες μεταφέρεται το υφιστάμενο προσωπικό. Η κατανομή των προαναφερθέντων οργανικών θέσεων μεταξύ του Υπουργείου Οικονομικών, της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας, για τη στελέχωση των υπηρεσιών τους, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 4. Στην περίπτωση 3 της υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄ 222), όπως προστέθηκε με την περίπτωση 1 της υποπαραγράφου Β.1 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄107), προστίθεται υποπερίπτωση ε΄, ως εξής: «ε. Η Διεύθυνση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του Υπουργείου Οικονομικών μεταφέρεται δέκα (10) ημέρες μετά από τη δημοσίευση του παρόντος στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και υπάγεται απευθείας στον Γενικό Γραμματέα αυτής.» 5. α. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 27 του π.δ. 85/2005 οι λέξεις «των κλάδων Εφοριακών, Τελωνειακών και Πληροφορικής» διαγράφονται. β. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 27 του π.δ. 85/2005, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 του ν. 3943/2011, οι λέξεις «προέρχονται από τους κλάδους Εφοριακών και Τελωνειακών ή από αυτούς που υπηρετούν σε θέσεις Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους και» διαγράφονται. γ. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 27 του π.δ. 85/2005 οι λέξεις: «των κλάδων Εφοριακών ή Τελωνειακών» διαγράφονται. 6. α. Η προθεσμία τριών μηνών για τη στελέχωση της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων, που ορίζεται στην υποπαράγραφο Β.11 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄ 107), η οποία παρατάθηκε για χρονικό διάστημα τριών μηνών με την παράγραφο 1 του άρθρου 92 του ν. 4182/2013 (Α΄ 185), παρατείνεται από τότε που έληξε έως 31.12.2013. β. Η καταβολή των αποδοχών στο πάσης φύσεως αποσπασμένο προσωπικό στην Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων δύναται να διενεργείται από το φορέα προέλευσης. γ. Στις οργανικές θέσεις του άρθρου 7 του ν. 3492/ 2006 όπως ισχύει μεταφέρονται και προστίθενται εκατό (100) οργανικές θέσεις του κλάδου Οικονομικών Επιθεωρητών και στις οποίες μεταφέρεται το υφιστάμενο προσωπικό. ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.1.: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΟΥ ΛΙΑΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ− ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΦΑΡΜΑΚΩΝ ΚΑΙ ΦΑΡΜΑΚΕΙΩΝ 1. α. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του ν. 3918/2011 (Α΄ 31) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 36 1. Το επάγγελμα του αδειούχου φαρμακοποιού και η λήψη άδειας ίδρυσης και λειτουργίας φαρμακείου από αδειούχο φαρμακοποιό, όπως προσδιορίζεται από το ν. 5607/1932 (Α΄ 300), όπως αυτός ισχύει, δεν υπόκεινται σε κανένα περιορισμό πλην των σχετικών με τα πληθυσμιακά όρια.» β. Το άρθρο 7 του ν. 328/1976 (Α΄ 128) καταργείται. γ. Το άρθρο 20 του ν. 5607/1932 (Α΄ 300) καταργείται. 2. Το άρθρο 8 του ν. 1963/1991 (Α΄ 138) καταργείται. 3. α. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν. 328/1976 αντικαθίσταται ως εξής: «Για την εκμετάλλευση φαρμακείου ή φαρμακαποθήκης επιτρέπεται η σύσταση ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας μόνο μεταξύ φαρμακοποιών.» β. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 36 του ν. 3918/2011 καταργείται. 4. Η παράγραφος 4 του άρθρου 36 του ν. 3918/ 2011 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Επιτρέπεται η μεταφορά και η ίδρυση φαρμακείων κατ’ εξαίρεση των διατάξεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, πλησίον δημόσιων νοσοκομείων και σε απόσταση έως εκατό (100) μέτρων εκατέρωθεν του μέσου της εξωτερικής κεντρικής πύλης του νοσοκομείου και στις δύο (2) οικοδομικές γραμμές της οδού επί της οποίας βρίσκεται η πύλη. Ο αριθμός των νέων φαρμακείων δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των ήδη λειτουργούντων στην περιοχή που ορίστηκε στο προηγούμενο εδάφιο κατά τη δημοσίευση του παρόντος.» 5. Η παράγραφος 5 του άρθρου 36 του ν. 3918/ 2011 καταργείται. 6. Το άρθρο 8, η παρ. 1 του άρθρου 14 και το άρθρο 13 του ν. 5607/1932 καταργούνται. 7. α. Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 του π.δ. 88/2004 (Α΄ 68) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Η φαρμακαποθήκη είναι ανεξάρτητος ενιαίος χώρος ευρισκόμενος σε ένα ή περισσότερα επίπεδα (ημιυπόγειο, ισόγειο, ένα ή περισσότερους ορόφους), ο οποίος διαθέτει φυσικό και τεχνητό φωτισμό, αερισμό, αποχέτευση, κλιματισμό, ψυκτικούς χώρους και είναι σύμφωνος με τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις.» β. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 1963/1991 αντικαθίσταται ως εξής: «α) Το φαρμακοπωλείο λειτουργεί στο ισόγειο του καταστήματος και είναι χώρος κυρίας χρήσεως». γ. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του π.δ. 88/2004 καταργείται. 8. α. Οι διατάξεις του άρθρου 17 του ν.δ. 96/1973 (Α΄ 172) περί τιμολόγησης και ανώτατων τιμών δεν έχουν εφαρμογή επί των φαρμακευτικών προϊόντων τα οποία ταξινομούνται, με απόφαση του Ε.Ο.Φ., στα «μη συνταγογραφούμενα φάρμακα» (ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ). β. Για όσα ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ κυκλοφορούν ήδη στην Ελλάδα κατά τη δημοσίευση του παρόντος, οι τιμές δεν αυξάνονται έως και την 31η Δεκεμβρίου 2016. γ. Τα νέα ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ που θα τεθούν σε κυκλοφορία στην Ελλάδα μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και για τα οποία υπάρχουν ήδη σε κυκλοφορία όμοια ως προς τις δραστικές ουσίες, τις περιεκτικότητες και τις φαρμακοτεχνικές μορφές, θα διατίθενται στις ίδιες ή κατώτερες τιμές με αυτές των ομοίων ήδη κυκλοφορούντων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου, ενώ αυτά με δραστικές ουσίες που δεν υπάρχουν στην ελληνική αγορά, τιμολογούνται με βάση τον μέσο όρο των τριών χαμηλότερων χωρών −μελών της Ε.Ε. και, στη συνέχεια, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου. Για υπάρχοντα φάρμακα του θετικού ή αρνητικού καταλόγου που θα χαρακτηριστούν αρμοδίως από τον ΕΟΦ ως ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ, ισχύουν στη συνέχεια οι διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου. Δεν επιτρέπεται αύξηση των τιμών των ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ. έως την 31η Δεκεμβρίου 2016. δ. Οι περιορισμοί στις εκπτώσεις, καθώς και η διαδικασία γνωστοποίησης πωλήσεων δεν έχουν εφαρμογή επί των φαρμακευτικών προϊόντων που χορηγούνται με απόφαση του Ε.Ο.Φ. χωρίς ιατρική συνταγή ως «μη συνταγογραφούμενα φάρμακα» (ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ. ή Ο.Τ.C.). ε. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζεται κάθε σχετική λεπτομέρεια για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων ως προς τη διάθεση και την τιμολόγηση των ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ.. στ. Κάθε αντίθετη διάταξη με την παρούσα υποπαράγραφο και ειδικότερα οι διατάξεις περί ανώτατης χονδρικής τιμής, ανώτατης λιανικής τιμής, καθαρής τιμής παραγωγού ή εισαγωγέα, περί τιμολόγησης γενοσήμων, η διαδικασία και τα δικαιολογητικά για τον καθορισμό ή μεταβολή τιμής, η τιμολόγηση φαρμάκων αναφοράς, οι χορηγούμενες πιστώσεις, οι περιορισμοί στις εκπτώσεις καθώς και η διαδικασία γνωστοποίησης πωλήσεων δεν έχουν εφαρμογή επί των φαρμακευτικών προϊόντων που χορηγούνται με απόφαση του Ε.Ο.Φ. χωρίς ιατρική συνταγή ως «μη συνταγογραφούμενα φάρμακα» (ΜΗ. ΣΥ.ΦΑ. ή Ο.Τ.C.). 9. Οι παράγραφοι 1 έως και 4 του άρθρου 11 του ν. 5607/ 1932 καταργούνται. 10. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 21 του ν. 4052/2012 (Α΄ 41) προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής: «Τα ποσοστά κέρδους και ανώτατα όρια αυτών της παρούσης παραγράφου δεν αφορούν φαρμακευτικά προϊόντα που χορηγούνται με απόφαση του Ε.Ο.Φ. χωρίς ιατρική συνταγή ως «μη συνταγογραφούμενα φάρμακα» (ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ. ή Ο.Τ.C.)». 11. α. H περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 και η περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 3 της υ.α. 325/5851/Γ.Π./2014 (Β΄88) Διατάξεις Τιμολόγησης Φαρμάκων (Β΄ 1446) καταργούνται. β. H περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 και η περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 3 της υ.α. Γ.Υ./ ΟΙΚ. 3457/2014 (Β΄ 64) «Ρύθμιση θεμάτων τιμολόγησης φαρμάκων» καταργούνται. 12. Η παράγραφος 2 του άρθρου 36 του ν. 3918/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «2.α) Όλα τα φαρμακεία μπορούν να λειτουργούν κατά τις απογευματινές ώρες από Δευτέρα έως Παρασκευή, καθώς και το Σάββατο. Με την επιφύλαξη του εδαφίου β΄ της παρούσας παραγράφου, η επιλογή και τήρηση τυχόν διευρυμένου ωραρίου λειτουργίας φαρμακείου γίνεται ελεύθερα από τον εκάστοτε αδειούχο φαρμακοποιό. Το διευρυμένο ωράριο δεν είναι υποχρεωτικό να δηλωθεί εκ των προτέρων στους οικείους φαρμακευτικούς συλλόγους και στον αρμόδιο Περιφερειάρχη και δεν είναι απαραίτητο να ταυτίζεται ή να συμπίπτει με αυτό των εφημεριών, όπως αυτές ορίζονται από τον οικείο φαρμακευτικό σύλλογο. β) Σε περίπτωση που ο οικείος φαρμακοποιός επιθυμεί να τηρήσει διευρυμένο ωράριο και το φαρμακείο να περιλαμβάνεται στους μηνιαίους πίνακες εφημεριών των οικείων φαρμακευτικών συλλόγων αναφορικά με το διευρυμένο αυτό ωράριο, ο φαρμακοποιός υποχρεούται να δηλώσει το διευρυμένο ωράριο στους οικείους φαρμακευτικούς συλλόγους και στον αρμόδιο Περιφερειάρχη μέχρι την 20ή Μαΐου και την 20ή Νοεμβρίου κάθε έτους, προκειμένου να λειτουργεί το φαρμακείο κατά το πρώτο ή το δεύτερο εξάμηνο κάθε έτους αντίστοιχα. Ο οικείος Περιφερειάρχης υποχρεούται να ανακοινώνει το σύνολο των δηλώσεων των φαρμακοποιών μέχρι τις 31 Μαΐου και 30 Νοεμβρίου αντίστοιχα, οι δε οικείοι φαρμακευτικοί σύλλογοι υποχρεούνται να αναφέρουν στους μηνιαίους πίνακες εφημεριών και τα φαρμακεία που λειτουργούν πέραν του νομίμου ωραρίου. Το διευρυμένο ωράριο στην περίπτωση του παρόντος εδαφίου β΄ θα πρέπει να συμπίπτει κατ’ ελάχιστον με αυτό των εφημεριών όπως το ορίζει ο οικείος φαρμακευτικός σύλλογος και θα πρέπει να τηρείται για όλο το χρονικό διάστημα που έχει δηλώσει ο φαρμακοποιός. Η μη τήρηση του διευρυμένου ωραρίου στην περίπτωση του παρόντος εδαφίου β΄ επιφέρει τις προβλεπόμενες από την ισχύουσα νομοθεσία για τις εφημερίες κυρώσεις. γ) Με απόφαση του Υπουργού Υγείας ρυθμίζεται κάθε τεχνική λεπτομέρεια εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.» 13. Οι περιπτώσεις δ΄ και ε΄ του άρθρου 2 της υ.α. Α6/ 4171/1987 (Β΄ 361) καταργούνται. 14. Η παράγραφος 2 του άρθρου 6 της υ.α. Υ3/ 3211/2000 «Διαιτητικά τρόφιμα για ιατρικούς σκοπούς» (Β΄ 1185) καταργείται. 15. Τα προϊόντα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της υ.α. ΓΠ/οικ.103499/2013 μπορούν να διατίθενται και εξ αποστάσεως στο κοινό μέσω των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας. 16. Η περίπτωση 1 της παραγράφου Β4 του άρθρου 1 της υ.α. ΔΥΓ3(α)/127858/2004 (Β΄ 284) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Να κυκλοφορούν τουλάχιστον σε τρεις (3) χώρες της Ε.Ε. χωρίς να απαιτείται ιατρική συνταγή». 17. Η υ.α. ΔΥΓ3/109282/2011 (Β΄ 2251) καταργείται 18.α. Στην παράγραφο Η.4. του ν. 4093/2012 με τίτλο «ΑΡΣΗ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΠΝΟΥ» προστίθεται πρώτο εδάφιο ως εξής: «1. Οι διατάξεις των άρθρων 2 και 3 του ν. 3919/2011 (Α΄ 32) εφαρμόζονται στην πώληση προϊόντων καπνού υπό τους όρους και προϋποθέσεις διάθεσης που ορίζονται στο ν. 3730/2008.» β. Η Εγκύκλιος ΔΥΓ6/Γ.Π.οικ./82881/5.9.2013 «Εφαρμογή Γνωμοδότησης του ΝΣΚ για τα σημεία πώλησης των καπνικών προϊόντων» καταργείται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.2: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΟΥ ΛΙΑΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ− ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΥΓΡΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ 1. α. Επιτρέπεται η διακίνηση πετρελαιοειδών προϊόντων για θέρμανση από κάτοχο άδειας λειτουργίας πρατηρίου υγρών καυσίμων, που έχει έγγραφη σύμβαση αποκλειστικής συνεργασίας με συγκεκριμένη εταιρεία εμπορίας και διανομής πετρελαιοειδών με βυτιοφόρο αυτοκίνητο, εφόσον κατά τη συγκεκριμένη διακίνηση το βυτιοφόρο δεν φέρει παραπλανητικό ως προς την προέλευση σήμα. β. Η παράγραφος 4 του άρθρου 116 της υ.α. Α2−861/ 2013 (Β΄ 2044) καταργείται. 2. α. Δεν επιτρέπεται η διάθεση πετρελαιοειδών προϊόντων από: i) Κάτοχο άδειας Λειτουργίας Πρατηρίου υγρών καυσίμων σε άλλο κάτοχο άδειας Λειτουργίας Πρατηρίου υγρών καυσίμων. ii) Κάτοχο άδειας Λειτουργίας Πρατηρίου υγρών καυσίμων σε κάτοχο άδειας Πωλητή πετρελαίου θέρμανσης, με ή χωρίς ίδιους αποθηκευτικούς χώρους. β. Κάτοχος Άδειας Πωλητή πετρελαίου θέρμανσης με ίδιους αποθηκευτικούς χώρους, ανεξαρτήτως του αν διαθέτει και άδεια Λειτουργίας Πρατηρίου υγρών καυσίμων, επιτρέπεται να προμηθεύεται πετρελαιοειδή προϊόντα για θέρμανση από εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών με άδεια κατηγορίας Α΄, Διυλιστήρια και εισαγωγές εφόσον υπάρχει εγκατεστημένο και σε πλήρη λειτουργία σύστημα εισροών εκροών, καθώς και να τα διαθέτει σε κατόχους Άδειας Πωλητή πετρελαίου θέρμανσης χωρίς ίδιους αποθηκευτικούς χώρους. Kάτοχος Άδειας Πωλητή πετρελαίου θέρμανσης χωρίς ίδιους αποθηκευτικούς χώρους επιτρέπεται να προμηθεύεται πετρελαιοειδή προϊόντα για θέρμανση είτε από κατόχους Άδειας Πωλητή πετρελαίου θέρμανσης με ίδιους αποθηκευτικούς χώρους είτε από εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών με άδεια κατηγορίας Α΄ είτε και από Διυλιστήρια. γ. Η παράγραφος 6 του άρθρου 116 της υ.α. Α2−861/ 2013 (Β΄ 2044) καταργείται. 3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 5 του ν. 3054/2002 (Α΄ 230) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Ο κάτοχος Άδειας Διύλισης μπορεί να διαθέτει πετρελαιοειδή προϊόντα στην εγχώρια αγορά μόνο σε κατόχους Άδειας Εμπορίας, σε Μεγάλους Τελικούς Καταναλωτές, στις Ένοπλες Δυνάμεις, σε Προμηθευτικούς Συνεταιρισμούς ή Κοινοπραξίες της παραγράφου 10 του άρθρου 7 και σε κατόχους Άδειας Λιανικής Εμπορίας των κατηγοριών με τα στοιχεία α΄, β΄ και γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 7 του ν. 3054/2002. Ο κάτοχος Άδειας Λιανικής Εμπορίας, ο οποίος προμηθεύεται πετρελαιοειδή προϊόντα απευθείας από κάτοχο Άδειας Διύλισης, είτε μεμονωμένα είτε ως μέλος Προμηθευτικού Συνεταιρισμού ή Κοινοπραξίας της παραγράφου 10 του άρθρου 7, οφείλει να υποβάλει σε αυτόν υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (Α΄ 75) ότι δεν έχει συνάψει σύμβαση αποκλειστικής προμήθειας από κάτοχο Άδειας Εμπορίας ούτε φέρει το Σήμα του κατόχου αυτού.» 4.α. Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του ν. 3054/2002 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Οι κάτοχοι Άδειας Λιανικής Εμπορίας προμηθεύονται πετρελαιοειδή προϊόντα από κατόχους Άδειας Εμπορίας και κατόχους Άδειας Διύλισης σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 5. Οι κάτοχοι άδειας Λιανικής Εμπορίας του προηγούμενου εδαφίου υποχρεούνται να προβαίνουν στον εκτελωνισμό των ανωτέρω πετρελαιοειδών προϊόντων. Η μεταφορά των πετρελαιοειδών προϊόντων που διακινούν οι κάτοχοι Άδειας Λιανικής Εμπορίας πραγματοποιείται με βυτιοφόρο (Φ.Ι.Χ. και Φ.Δ.Χ.), ιδιόκτητο ή μισθωμένο. Ο κάτοχος Άδειας Λιανικής Εμπορίας φέρει την αποκλειστική ευθύνη για την ποιότητα και την ποσότητα των προϊόντων που διακινεί και διαθέτει. Οι κάτοχοι Άδειας Λιανικής Εμπορίας των κατηγοριών με τα στοιχεία α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 3, μπορούν να χρησιμοποιούν για τη μεταφορά των πετρελαιοειδών προϊόντων τις υπηρεσίες τρίτων (μεταφορέων), μη κατόχων άδειας κατά το νόμο αυτόν, και στους οποίους δεν πραγματοποιείται μεταβίβαση της κυριότητας των μεταφερόμενων προϊόντων. Η μεταφορά και η πώληση των πετρελαιοειδών προϊόντων γίνεται με παραστατικά των κατόχων Άδειας Λιανικής Εμπορίας. Τα ανωτέρω μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιούνται για τη διακίνηση των πετρελαιοειδών προϊόντων των κατόχων άδειας Λιανικής Εμπορίας των κατηγοριών με τα στοιχεία α΄ , β΄ και γ΄ της παραγράφου 3, πρέπει να φέρουν εμφανώς, κατά περίπτωση, το εμπορικό σήμα του κατόχου της άδειας Εμπορίας, εφόσον προμηθεύονται πετρελαιοειδή προϊόντα από κάτοχο άδειας Εμπορίας με βάση αποκλειστική σύμβαση και φέρουν στο πρατήριό τους το εμπορικό σήμα αυτού, άλλως, κατά περίπτωση, το εμπορικό σήμα του κατόχου της Άδειας Λιανικής Εμπορίας, του Συνεταιρισμού ή της Κοινοπραξίας στην οποία ανήκουν, ή το εμπορικό σήμα του μεταφορέα με τον οποίο έχει συναφθεί έγγραφη σύμβαση μεταφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Η δαπάνη εγκατάστασης του σήματος αυτού βαρύνει τον ιδιοκτήτη του μεταφορικού μέσου, ενώ σε περίπτωση χρηματοδοτικής μίσθωσης ή αγοράς με παρακράτηση κυριότητας, η δαπάνη βαρύνει τον μισθωτή ή τον αγοραστή του μεταφορικού μέσου, αντίστοιχα. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της σήμανσης των ανωτέρω μεταφορικών μέσων.» β. Η παράγραφος 4 του άρθρου 7 του ν. 3054/2002 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Ο κάτοχος άδειας λιανικής εμπορίας, εφόσον τροφοδοτείται αποκλειστικά από έναν κάτοχο άδειας εμπορίας, υποχρεούται να αναρτά σε εμφανές σημείο του πρατηρίου του το εμπορικό σήμα του κατόχου άδειας εμπορίας, άλλως, κατά περίπτωση, το εμπορικό σήμα του κατόχου της Άδειας Λιανικής Εμπορίας, του Συνεταιρισμού ή της Κοινοπραξίας στην οποία είναι μέλη. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ή απόφαση του άρθρου 4 του ν. 4177/2013 (Β΄173) καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την καθιέρωση του ειδικού σήματος.» 5. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 10 του άρθρου 7 του ν. 3054/2002 αντικαθίσταται ως εξής: «Οι Προμηθευτικοί αυτοί Συνεταιρισμοί ή οι Κοινοπραξίες επιτρέπεται να διαθέτουν ή να χρησιμοποιούν ίδιους αποθηκευτικούς χώρους πέραν αυτών που προβλέπονται από τις Άδειες Λειτουργίας των πρατηρίων που είναι μέλη του Συνεταιρισμού ή της Κοινοπραξίας, εφόσον έχουν εγκατεστημένο και σε πλήρη λειτουργία σύστημα εισροών εκροών σε αυτούς.» 6. Η παράγραφος 11 του άρθρου 7 του ν. 3054/2002 αντικαθίσταται ως εξής: «11. Οι κάτοχοι Άδειας Λιανικής Εμπορίας των κατηγοριών με τα στοιχεία α΄, β΄ της παραγράφου 3 και γ΄ κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 6 του άρθρου 7, μπορούν να πραγματοποιούν εισαγωγές πετρελαιοειδών προϊόντων, εφόσον τα προϊόντα αυτά προορίζονται αποκλειστικά για την προμήθεια των πρατηρίων τους και τηρούνται οι διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας για τις Εισαγωγές, του Τελωνειακού Κώδικα και το άρθρο 12 για την τήρηση αποθεμάτων ασφαλείας και εφόσον είναι εγκατεστημένο και σε πλήρη λειτουργία σύστημα εισροών εκροών.» 7. Η παράγραφος 6 του άρθρου 7 του ν. 3054/2002 αντικαθίσταται ως εξής: «6. Ο κάτοχος Άδειας Λιανικής Εμπορίας Πωλητή πετρελαίου θέρμανσης υποχρεούται σε ομαλή και συνεχή τροφοδοσία της κατανάλωσης ανάλογα με την άδειά του. Επίσης φέρει την ευθύνη, κατά τις διατάξεις παρόντος νόμου αυτού, για τη διακίνηση των προϊόντων που εμπορεύεται και προς τούτο εξασφαλίζει την ασφαλή χρήση των απαραίτητων αποθηκευτικών χώρων, εξοπλισμού και μεταφορικών μέσων, οι οποίοι χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο για τις ανάγκες άσκησης της Λιανικής Εμπορίας από τον Πωλητή πετρελαίου θέρμανσης. Όσοι κατέχουν άδεια Πωλητή πετρελαίου θέρμανσης και διαθέτουν αποθηκευτικούς χώρους δύνανται να προμηθεύονται τα προϊόντα αυτά είτε από εταιρείες εμπορίας με άδεια κατηγορίας Α΄ είτε από διυλιστήρια είτε από εισαγωγές, εφόσον υπάρχει εγκατεστημένο και σε πλήρη λειτουργία σύστημα εισροών εκροών. Όσοι κάτοχοι Άδειας Πωλητή πετρελαίου θέρμανσης δεν διαθέτουν αποθηκευτικούς χώρους δύνανται να προμηθεύονται τα προϊόντα αυτά είτε από άλλους κατόχους Άδειας Πωλητή πετρελαίου θέρμανσης που διαθέτουν τέτοιους χώρους είτε από εταιρείες εμπορίας με άδεια κατηγορίας Α΄ και από διυλιστήρια. Η έγγραφη σύμβαση προμήθειας που συνάπτουν οι κάτοχοι Άδειας Πωλητή πετρελαίου θέρμανσης που δεν διαθέτουν αποθηκευτικούς χώρους υποβάλλεται και θεωρείται στην οικεία Αδειοδοτούσα Αρχή της Περιφέρειας εντός δέκα (10) ημερών από τη σύναψή της και στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. κατά τις κείμενες διατάξεις. Σε περίπτωση λύσης της σύμβασης για οποιονδήποτε λόγο, οι πωλητές λιανικής υποχρεούνται να συνάπτουν άμεσα νέα σύμβαση με άλλο πωλητή χονδρικής − λιανικής ακολουθώντας την ίδια διαδικασία. Ο εκάστοτε κύριος των ανωτέρω πετρελαιοειδών προϊόντων φέρει την αποκλειστική ευθύνη για την ποιότητα και ποσότητα των προϊόντων που διακινεί και διαθέτει, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 3054/2002 όπως ισχύει.» 8. Η παράγραφος 9 του άρθρου 7 του ν. 3054/2002 καταργείται. 9. Τα εδάφια τέταρτο και επόμενα της παραγράφου 1β του άρθρου 21 της υ.α. Δ2/Α/Φ.8/16570/2005 (Β΄ 1306), όπως τροποποιήθηκε δυνάμει της υ.α. Δ2/Α/19843/2011 (Β΄ 2191), αντικαθίστανται ως εξής: «Οι πωλητές πετρελαίου θέρμανσης οι οποίοι δεν διαθέτουν αποθηκευτικούς χώρους, μπορούν να πωλούν μόνο λιανικώς σε τελικούς καταναλωτές. Υποχρεούνται να συνάπτουν έγγραφη σύμβαση προμήθειας η οποία υποβάλλεται και θεωρείται στην οικεία Αδειοδοτούσα Αρχή της Περιφέρειας εντός δέκα (10) ημερών από τη σύναψή της και στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. κατά τις κείμενες διατάξεις. Σε περίπτωση λύσης της σύμβασης για οποιονδήποτε λόγο, οι ως άνω πωλητές υποχρεούνται να συνάπτουν άμεσα νέα σύμβαση ακολουθώντας τη ίδια διαδικασία. Η τήρηση των ανωτέρω υποχρεώσεων αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση ή την ανανέωση της άδειας Πωλητή Πετρελαίου Θέρμανσης.» 10. Η παράγραφος 4 του άρθρου 28 του ν. 4177/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Στην ίδια σύμβαση προβλέπεται η χονδρική τιμή πώλησης των υγρών καυσίμων και του υγραερίου κίνησης, η οποία διαμορφώνεται ελεύθερα από τα μέρη ύστερα από διαπραγμάτευση.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.3: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΟΥ ΛΙΑΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ− ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΠΕΡΙΠΤΕΡΩΝ Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται: 1. Οι διατάξεις των άρθρων 10, 11, 13, 14 του ν.δ. 1044/1971 (Α΄ 245) και το π.δ. 37/ 2009 (Α΄ 54). 2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 15 του ν.δ.1044/1971. 3. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 16 του ν.δ. 1044/ 1971. 4. Το άρθρο 18 του ν.δ.1044/1971. 5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 19 του ν.δ.1044/1971. 6. Οι παράγραφοι 1, 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 21 του ν.δ. 1044/1971. 7. Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 22 του ν.δ. 1044/1971. 8. Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 4, 5, 8 και 9 του άρθρου 23 του ν.δ. 1044/1971 και οι υπουργικές αποφάσεις Π33−16881/2011 (Β΄ 1351) και 121427/1988 (Β΄ 882). 9. Το άρθρο 24 του ν.δ.1044/1971 . 10. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 25 του ν.δ. 1044/1971. 11. Η παράγραφος 1 του άρθρου 30 του ν.δ. 1044/ 1971. 12. Η παράγραφος 2 του άρθρου 2 του ν. 3648/2008 (Α΄ 38). 13. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 και οι περιπτώσεις α΄ και β΄ της παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 3648/2008. 14. Το άρθρο 7 του ν. 3648/2008. 15. H κ.υ.α. 5671/1487/1984 (Β΄ 549). 16. Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη αντίθετη με την υποπαράγραφο ΣΤ2 του ν. 4093/2012. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.4: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΟΥ ΛΙΑΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ− ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΔΙΑΘΕΣΗΣ ΒΙΒΛΙΩΝ 1.α. Οι παράγραφοι 3α – 3δ του άρθρου 1 του ν. 2557/ 1997 (Α΄ 271) αντικαθίστανται ως εξής: «3.α. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκδίδει λογοτεχνικά βιβλία στην Ελλάδα ή εισάγει λογοτεχνικά βιβλία που τυπώνονται στο εξωτερικό στην ελληνική γλώσσα οφείλει να καθορίζει την τιμή διάθεσής τους στο κοινό, καθώς και τις πρόσθετες παροχές που μπορούν να προσφέρονται στο κοινό και να ενημερώνει για την τιμή και τις πρόσθετες παροχές όσους προμηθεύονται αντίτυπα του βιβλίου για διάθεση στο κοινό. Λογοτεχνικά βιβλία που κυκλοφορούν στην Ελλάδα από εκδοτικό οίκο που έχει την έδρα του στην Ελλάδα και τα οποία έχουν εκτυπωθεί ή αναπαραχθεί στο εξωτερικό για λογαριασμό του εκδοτικού οίκου, υπάγονται στη ρύθμιση της παραγράφου αυτής. Απαγορεύεται η διάθεση λογοτεχνικών βιβλίων στο κοινό από τον ίδιο τον εκδότη τους ή από τρίτο σε τιμή που υπερβαίνει την τιμή που καθορίστηκε από τον εκδότη ή είναι μικρότερη του ενενήντα τοις εκατό (90%) της τιμής αυτής. Όταν η επιχείρηση διάθεσης βιβλίων στο κοινό είναι εγκατεστημένη σε αnόσταση μεγαλύτερη των πενήντα χιλιομέτρων από την έδρα του εκδότη του διατιθέμενου λογοτεχνικού βιβλίου, η διάθεσή του μπορεί να γίνεται σε τιμή που υπερβαίνει έως πέντε τοις εκατό (5%) την καθορισμένη από τον εκδότη τιμής διάθεσής του στο κοινό. Απαγορεύεται η προσφορά στο κοινό κατά τη διάθεση του λογοτεχνικού βιβλίου προσθέτων παροχών που δεν καθορίσθηκαν σύμφωνα με τα παραπάνω από τον εκδότη, καθώς και η διαφήμισή της κατά παράβαση των απαγορεύσεων αυτών. Ως λογοτεχνικό βιβλίο θεωρείται για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου κάθε λογοτεχνικό έργο, όπως διήγημα, νουβέλα, μυθιστόρημα, ποίημα, δοκίμιο, κριτικό δοκίμιο, θεατρικό έργο, ταξιδιωτικό έργο, βιογραφία, παιδικό έργο, η μετάφραση στην ελληνική γλώσσα αντίστοιχων έργων και κάθε άλλο έργο που θεωρείται ως λογοτεχνικό κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 33 του ν. 2121/1993 (Α΄ 25). Ως βιβλίο θεωρείται, για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, και το CD−ROM, το DVD ROM, οποιοσδήποτε τύπος ψηφιακού κειμένου (αρχείου) που αναπαράγει ακριβώς το περιεχόμενο συγκεκριμένου βιβλίου, καθώς και το ηλεκτρονικό βιβλίο (e−book). β. Ο εκδότης μπορεί να ανακαθορίζει την τιμή διάθεσης του λογοτεχνικού βιβλίου στο κοινό. Στην περίπτωση αυτήν οφείλει να ενημερώσει για την τιμή αυτή όσους προμηθεύονται ή έχουν προμηθευτεί αντίτυπα του βιβλίου για διάθεσή τους στο κοινό. Όσοι προμηθεύονται ή έχουν προμηθευτεί αντίτυπα λογοτεχνικού βιβλίου για περαιτέρω διάθεσή τους στο κοινό, υποχρεούνται να τα διαθέτουν σε τιμή που δεν υπερβαίνει τη νέα τιμή που καθορίστηκε από τον εκδότη ούτε είναι μικρότερη του ενενήντα τοις εκατό (90%) της τιμής αυτής. Η υποχρέωση αυτή αρχίζει δεκαπέντε ημέρες από τότε που έλαβε γνώση του ανακαθορισμού εκείνος που διαθέτει τα βιβλία στο κοινό. Όταν ο εκδότης του λογοτεχνικού βιβλίου ανακαθορίζει την τιμή διάθεσής του σε ύψος χαμηλότερο της τιμής που είχε αρχικά καθοριστεί, οφείλει μετά από επιλογή αυτών που έχουν προμηθευτεί αντίτυπα για διάθεσή τους στο κοινό είτε να τους καταβάλει ως αποζημίωση τη διαφορά ανάμεσα στην παλαιά και στη νέα τιμή επί τον αριθμό των αντιτύπων που ο δικαιούχος της αποζημίωσης έχει προμηθευτεί, αλλά δεν έχει διαθέσει ακόμα στο κοινό είτε να δεχθεί την επιστροφή των αντιτύπων, που δεν έχουν ακόμα διατεθεί στο κοινό στην τιμή με την οποία έγινε η προμήθεια των αντιτύπων. γ. Δεν θεωρείται υπέρβαση της καθορισμένης από τον εκδότη τιμής διάθεσης του λογοτεχνικού βιβλίου στο κοινό η αμοιβή για συμπληρωματικές υπηρεσίες που παρέχονται στο κοινό κατά τη διάθεση του βιβλίου. δ. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων δεν ισχύουν για τα λογοτεχνικά βιβλία που επανεκδίδονται αναμορφωμένα ή μη από τον προηγούμενο εκδότη τους ή από άλλον και γενικώς για κάθε νέα έκδοση του βιβλίου, ανεξάρτητα από το χαρακτηρισμό της. Ως έκδοση νοείται η εκτύπωση, με οποιονδήποτε τρόπο, αντιτύπων του βιβλίου. Στους περιορισμούς των προηγούμενων εδαφίων δεν υπόκειται η τιμή διάθεσης λογοτεχνικών βιβλίων στο κοινό όταν έχει παρέλθει διετία από την πρώτη έκδοσή τους ούτε η τιμή διάθεσης στο κοινό μεταχειρισμένων και ελαττωματικών λογοτεχνικών βιβλίων.» β. Η παράγραφος 3ζ του άρθρου 1 του ν. 2557/1997 καταργείται. 2.α. Μετά το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 17 του ν. 3377/2005 (Α΄ 202), προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Για περισσότερες της μίας εκθέσεις βιβλίου κατ’ έτος, ο φορέας υποβάλλει αίτηση στο κατά τόπο Περιφερειακό Συμβούλιο, το οποίο αποφαίνεται με αιτιολογημένη απόφαση.» β. Η παράγραφος 3 του άρθρου 17 του ν. 3377/2005 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Επιτρέπεται η πώληση βιβλίων σε εκθέσεις ή εκδηλώσεις, εφόσον το αντικείμενό τους είναι συναφές με το περιεχόμενο των βιβλίων. Επίσης, επιτρέπεται η πώληση βιβλίων σε υπαίθριους χώρους από φορείς εκδοτών ή βιβλιοπωλών.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.5: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΟΥ ΛΙΑΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ− ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ 1.α. Στο άρθρο 16 του ν. 4177/2013 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής: «5. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας που εκδίδεται μετά από διαβούλευση με τοπικούς και συλλογικούς φορείς ορίζονται τρεις (3) τουριστικές περιοχές, όπου επιτρέπεται πιλοτικά για ένα (1) έτος η προαιρετική λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων και τις υπόλοιπες Κυριακές, πέραν των αναφερομένων στην παράγραφο 1 του παρόντος χωρίς τη συνδρομή των προϋποθέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος και χωρίς να απαιτείται απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη. Με όμοια απόφαση μπορεί να ορίζεται ο φορέας παρακολούθησης της δράσης για την εξαγωγή συγκριτικών συμπερασμάτων και κάθε άλλη λεπτομέρεια.» β. Η απόφαση της προηγούμενης υποπερίπτωσης εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. 2.α. Η παράγραφος 7 του άρθρου 15 του ν. 4177/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «7. Εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας μετά από διαβούλευση με τους συλλογικούς φορείς της αγοράς, εκδίδεται Κώδικας Δεοντολογίας για την προστασία του καταναλωτή κατά τις προσφορές και εκπτώσεις και τις προωθητικές ενέργειες, ιδίως σε ό,τι αφορά την ενημέρωση του κοινού, τις αναγραφόμενες τιμές, τη διάρκεια των προσφορών, την ποσότητα και τα χαρακτηριστικά των προσφερόμενων ειδών, τις συνέπειες παράβασής του και κάθε σχετική λεπτομέρεια. Με όμοια απόφαση καθορίζεται η χρονική περίοδος κατά την οποία τα εποχικά είδη μπορούν να προσφέρονται σε μειωμένη τιμή, καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού των καταστημάτων πώλησης αποθεμάτων (stock) και των εκπτωτικών καταστημάτων (outlet) και η πώληση εμπορευμάτων από τα καταστήματα αυτά.» β. Μετά τη θέση σε ισχύ της υπουργικής απόφασης της παραγράφου 7 του άρθρου 15 του ν. 4177/2013 (Α΄ 173), οι παράγραφοι 2, 3, 4, 5 εδάφιο πρώτο και 6 του άρθρου 15 του ν. 4177/2013 καταργούνται. 3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 1 της υ.α. Α4/1863/2005 «Καταστήματα STOCK και OUTLET» (Β΄ 1985) καταργείται. 4. Μετά τη θέση σε ισχύ της υπουργικής απόφασης της παραγράφου 7 του άρθρου 15 του ν. 4177/2013 (Α΄ 173), οι παράγραφοι 6 και 8 του άρθρου 98 της υ.α. Α2 861/2013 (Β΄ 2044) καταργούνται. 5. Τα άρθρα 7γ και 7δ του ν. 2323/1995 (Α΄ 145) καταργούνται. 6. Η παράγραφος 3 του άρθρου 16 του ν. 4013/2011 (Α΄ 204) καταργείται. 7. α. Το άρθρο 4 και το στοιχείο β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 8 της υπ’ αριθμ. 1233/1991 και 172/1992 απόφασης του Ανωτάτου Χημικού Συμβουλίου περί συστήματος καταχώρισης απορρυπαντικών και προϊόντων καθαρισμού, η οποία εγκρίθηκε με την ταυτάριθμη κοινή υπουργική απόφαση (Β΄ 277), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καταργούνται. β. Η υπουργική απόφαση 3000182/6/1994 (Β΄40) περί καταβολής παραβόλου για την καταχώριση απορρυπαντικών καταργείται. γ. Το πρώτο εδάφιο του στοιχείου στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 84 της υ.α. Α2− 861 (Β΄ 2044) καταργείται. δ. Η τρίτη περίπτωση (παύλα) της παραγράφου 2 του άρθρου 3 της υ.α. 381/2005 (Β’539/2.5.2006) καταργείται. 8. α. Η περίπτωση ι΄ του Πίνακα 2 της παραγράφου 1 του άρθρου 137 της υ.α. Α2 861/2013 (Β΄ 2044) καταργείται. β. Το άρθρο 16 του ν. 3377/2005 καταργείται. γ. Η υ.α. Α2−96/2007 (Β΄ 55) καταργείται. 9. Τα άρθρα 12 και 13 του ν. 802/1978 (Α΄ 121) καταργούνται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.6: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ − ΑΡΤΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ 1.α. Η παράγραφος 2 του άρθρου 10 του ν. 3526/2007 (Α΄ 24) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Στον άρτο και τα αρτοπαρασκευάσματα που διατίθενται, ανεξάρτητα από το σχήμα και τη μορφή τους, αναγράφεται με ευκρίνεια η τιμή τους ανά κιλό. Συμπληρωματικά, στα προϊόντα του προηγούμενου εδαφίου που πωλούνται συνήθως ανά τεμάχιο αναγράφεται και η τιμή ανά τεμάχιο. Όλα τα προϊόντα των προηγούμενων εδαφίων ζυγίζονται υποχρεωτικά ενώπιον του καταναλωτή σε όλα τα σημεία πώλησης.» β. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 10 του ν. 3526/ 2007 καταργούνται. 2.α. Η παράγραφος 1 του άρθρου 14 του ν. 3526/2007 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Η διάθεση των προϊόντων αρτοποιίας, δηλαδή η πώληση και διανομή άρτου και αρτοπαρασκευασμάτων, επιτρέπεται από όλα τα καταστήματα τροφίμων και ποτών υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του άρθρου 4, τηρουμένων των υγειονομικών διατάξεων και των όρων και προϋποθέσεων που αφορούν την ασφάλεια των τροφίμων και την προστασία των καταναλωτών, εφόσον χορηγηθεί για τα καταστήματα αυτά άδεια ίδρυσης και λειτουργίας πρατηρίου άρτου.» β. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του ν. 3526/2007 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Επιτρέπεται η ίδρυση πρατηρίου άρτου σε χώρους που πληρούν τις διατάξεις του εκάστοτε ισχύοντα Οικοδομικού Κανονισμού. Αν το πρατήριο άρτου δεν αποτελεί αυτοτελές και ανεξάρτητο κατάστημα, επιτρέπεται η ίδρυσή του σε όλα τα καταστήματα τροφίμων και ποτών πλην των κρεοπωλείων, των πτηνοπωλείων, των ιχθυοπωλείων και των περιπτέρων, σε χώρο σαφώς διαχωρισμένο και τηρουμένων των υγειονομικών διατάξεων.» 3.α. Τα πρατήρια άρτου, οι βιομηχανικές−βιοτεχνικές εγκαταστάσεις αρτοποιίας, τα επαγγελματικά εργαστήρια παραγωγής ζύμης, καθώς και τα αρτοποιεία που λειτουργούν νόμιμα κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, οφείλουν να συμμορφωθούν με το ν. 3526/2007 εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευση του παρόντος. Μέχρι την πάροδο του διαστήματος αυτού εξακολουθούν να λειτουργούν νόμιμα και διέπονται από τους όρους της άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας τους κατά περίπτωση. 3. β. Οι παράγραφοι 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 20 του ν. 3526/2007 καταργούνται. 4. Τo άρθρο 16 του ν. 3526/2007 καταργείται. 5. Το ν.δ. 296/1969 (Α΄ 194) καταργείται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.7: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ − ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΚΩΔΙΚΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΠΟΤΩΝ 1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 11 της υ.α. 1100/1987 (Β΄ 788) «Κώδικας Τροφίμων και Ποτών». 2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η υπ’ αριθμ. 753/89 απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου (Β΄ 611). 3.α. Οι περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παραγράφου 13 του άρθρου 18 του ν. 4177/2013 (Α΄ 173) τροποποιούνται ως εξής: «β) Επιπλέον, για τα δείγματα τα οποία εξετάζονται στις Υπηρεσίες του Γενικού Χημείου του Κράτους, ο κύριος του είδους ή αυτός από τον οποίο αγόρασε το είδος τρίτος, μπορεί να υποβάλει έφεση στη δειγματίσασα αρχή, κατά του αποτελέσματος της πρώτης εξέτασης, εντός της οριζόμενης στην παράγραφο 11 προθεσμίας. Η κατ’ έφεση εξέταση εκτελείται από άλλο χημικό του ΓΧΚ, με δυνατότητα παράστασης εκπροσώπου του ενδιαφερομένου, κατά τα οριζόμενα στο οικείο άρθρο του ΚΤΠ σχετικά με τις κατ’ έφεση εξετάσεις. Ο εκπρόσωπος του ενδιαφερομένου μπορεί να είναι Χημικός ή Χημικός Μηχανικός ή Κτηνίατρος ή Γεωπόνος ή Βιολόγος ή Τεχνολόγος Τροφίμων ΤΕΙ ή Οινολόγος ΤΕΙ , ανάλογα με το είδος της εργαστηριακής εξέτασης, κατά τα οριζόμενα στο οικείο άρθρο του ΚΤΠ σχετικά με τις κατ΄ έφεση εξετάσεις. Η αίτηση για έφεση διαβιβάζεται από τη δειγματίσασα αρχή στην αρμόδια υπηρεσία του ΓΧΚ, συνοδευόμενη από διπλότυπο είσπραξης παραβόλου, το οποίο καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Προκειμένου περί ευαλλοίωτων τροφίμων, οι Υπηρεσίες του ΓΧΚ προβαίνουν αυτεπάγγελτα στην εξέταση του δεύτερου (κατ’ έφεση) δείγματος, εκτός αν ρητά αναγράφεται στο πρωτόκολλο δειγματοληψίας ότι ο ενδιαφερόμενος δεν επιθυμεί έφεση, τηρουμένων των διαδικασιών που προβλέπονται στο οικείο άρθρο του ΚΤΠ. γ) Στις περιπτώσεις όπου υπάρχει: γα) διαφορά αποτελέσματος ή γνωμάτευσης μεταξύ της πρώτης και της κατ’ έφεση εξέτασης στο Γενικό Χημείο του Κράτους ή γβ) διαφωνία του ως άνω οριζόμενου εκπροσώπου του ενδιαφερομένου με το αποτέλεσμα ή τη γνωμάτευση του Γενικού Χημείου του Κράτους, αποφαίνεται το Ανώτατο Χημικό Συμβούλιο περί της κανονικότητας του δείγματος, με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο σχετικό άρθρο του ΚΤΠ για τις κατ’ έφεση εξετάσεις, με την επιφύλαξη ειδικών αποφάσεων του ΑΧΣ.» β. Η παράγραφος 6 του άρθρου 19 της υ.α. 1100/1987 «Κώδικας Τροφίμων και Ποτών» καταργείται. 4. Εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μετά από διαβούλευση με τους φορείς της αγοράς, εκδίδεται Κώδικας Καλών Πρακτικών, με τον οποίο ρυθμίζεται ο ορισμός τροφίμων και ποτών με ιδιαίτερη σύνθεση που προωθεί την παραγωγή του τροφίμου ή ποτού με παραδοσιακή μέθοδο, ο τρόπος παραγωγής και η επεξεργασία τους, η συσκευασία τους, ο τρόπος τήρησης και εφαρμογής του, ο αρμόδιος φορέας παρακολούθησης του Κώδικα και κάθε άλλο σχετικό θέμα. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.8: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ − ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ 1.α. Για τους αγοραστές αγελαδινού γάλακτος, πριν από την έναρξη δραστηριότητας και την πρώτη αγορά οποιασδήποτε ποσότητας γάλακτος από τους παραγωγούς, ακολουθείται η διαδικασία έγκρισης του άρθρου 10 της υπ’ αριθ. 302026/2004 (Β΄ 1688) κοινής υπουργικής απόφασης με θέμα «Συμπληρωματικά μέτρα εφαρμογής του καθεστώτος της εισφοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει κάθε φορά. β. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 3 της υ.α. 341263/ 18.11.2008 (Β΄ 2402), όπως ισχύει, καταργείται. 2.α. Η παρ. 6 του άρθρου 12 του από 2/16.5.1959 βασιλικού διατάγματος (Α΄89), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του π.δ. 430/1981 (Α΄ 115), το άρθρο μόνο του π.δ. 104/1988 (Α΄ 46) και το άρθρο 1 του π.δ. 113/1999 (Α΄115) αντικαθίσταται ως εξής: «6. α) Ως «παστεριωμένο γάλα» νοείται το γάλα το οποίο έχει υποβληθεί σε επεξεργασία που περιλαμβάνει την έκθεση σε υψηλή θερμοκρασία για μικρό χρονικό διάστημα (+71,7 βαθμούς C τουλάχιστον για 15 δευτερόλεπτα) ή σε χαμηλή θερμοκρασία για μεγάλο χρονικό διάστημα (+63 βαθμούς C τουλάχιστον για 30 λεπτά) ή σε διαδικασία παστερίωσης που χρησιμοποιεί διαφορετικούς συνδυασμούς χρόνου και θερμοκρασίας μεταξύ των δύο παραπάνω συνθηκών για την επίτευξη ισοδύναμου αποτελέσματος, παρουσιάζει αρνητική αντίδραση στη δοκιμασία φωσφατάσης και θετική στη δοκιμασία υπεροξειδάσης, αμέσως δε μετά την παστερίωση ψύχεται το συντομότερο δυνατόν σε θερμοκρασία που δεν υπερβαίνει τους +6 βαθμούς C, στην οποία θερμοκρασία και συντηρείται, η συντήρησή του διαρκεί μέχρι 7 ημέρες, καθορίζεται με ευθύνη του παρασκευαστή και υπόκειται σε έλεγχο των αρμόδιων αρχών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Στη συσκευασία του παστεριωμένου γάλακτος πρέπει να αναγράφονται σε εμφανές σημείο και με ευδιάκριτους χαρακτήρες οι ενδείξεις «παστεριωμένο» και «γάλα», η ημερομηνία παστερίωσης, η ημερομηνία λήξης, το σήμα καταλληλότητας του προϊόντος και η θερμοκρασία συντήρησής του. Στη συσκευασία πρέπει να αναγράφεται σε σαφή μορφή και εμφανές σημείο στο ίδιο οπτικό πεδίο με το σήμα του προϊόντος η διάρκεια ζωής του γάλακτος σε ημέρες. Το παστεριωμένο γάλα που συσκευάζεται σε τελική συσκευασία εντός 24 ωρών από την άμελξη χωρίς να έχει υποστεί διαδικασία θέρμισης ή άλλη ισοδύναμη επεξεργασία προ της παστερίωσης και η διάρκεια συντήρησής του δεν υπερβαίνει τις δύο ημέρες από την ημερομηνία παστερίωσης, μπορεί, πέραν των αναφερόμενων στο προηγούμενο εδάφιο, να φέρει και την ένδειξη «γάλα ημέρας». β) Ως «γάλα υψηλής θερμικής επεξεργασίας» νοείται το γάλα το οποίο έχει υποβληθεί σε επεξεργασία που περιλαμβάνει την έκθεση σε υψηλή θερμοκρασία στους +85 βαθμούς έως +127 βαθμούς C σε τέτοιες συνθήκες θερμοκρασίας και χρόνου ώστε η δοκιμασία υπεροξειδάσης να είναι αρνητική, αμέσως δε μετά τη θερμική του επεξεργασία ψύχεται, το συντομότερο δυνατόν σε θερμοκρασία που δεν υπερβαίνει τους +6 βαθμούς C. Η συντήρηση του γάλακτος υψηλής θερμικής επεξεργασίας γίνεται σε θερμοκρασία που δεν υπερβαίνει τους +6 βαθμούς C η δε διάρκεια συντήρησής του καθορίζεται με ευθύνη του παρασκευαστή και υπόκειται σε ελέγχους των αρμόδιων αρχών κατά τις προβλέψεις του ενωσιακού δικαίου. Στη συσκευασία του γάλακτος υψηλής θερμικής επεξεργασίας πρέπει να αναγράφονται σε εμφανές σημείο και με ευδιάκριτους χαρακτήρες οι ενδείξεις «γάλα» και «υψηλής θερμικής επεξεργασίας», η ημερομηνία επεξεργασίας, η ημερομηνία λήξης, το σήμα καταλληλότητας του προϊόντος και η θερμοκρασία συντήρησής του. Στη συσκευασία πρέπει να αναγράφεται σε σαφή μορφή και εμφανές σημείο στο ίδιο οπτικό πεδίο με το σήμα του προϊόντος η διάρκεια ζωής του γάλακτος σε ημέρες. Απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο και σε οποιοδήποτε σημείο της συσκευασίας του προϊόντος αναγραφή της ένδειξης «παστεριωμένο». Το γάλα υψηλής θερμικής επεξεργασίας τοποθετείται σε ευδιάκριτα ξεχωριστό σημείο από το παστεριωμένο γάλα σε όλα τα σημεία διάθεσης. β. Οι συσκευασίες γάλακτος της προηγούμενης υποπερίπτωσης που διατίθενται στην αγορά συμμορφώνονται με τις απαιτούμενες ενδείξεις εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. 3. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 21 του ν. 248/ 1914 (Α΄ 110) καταργούνται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.9: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ − ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 1.α. Μεταξύ του παρασκευαστηρίου κρέατος και του καταστήματος λιανικής πώλησης κρεάτων (κρεοπωλείου) πρέπει να υπάρχει σαφής διαχωρισμός εργασιών (μόνιμος ή προσωρινός χωροταξικός διαχωρισμός ή χρονικός διαχωρισμός) υπό την επιφύλαξη των υγειονομικών διατάξεων και των διατάξεων για την υγιεινή και την ασφάλεια των τροφίμων και των καταναλωτών. β. Τα παρασκευαστήρια κρέατος επιτρέπεται να παράγουν παρασκευάσματα κρέατος. γ. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων που εκδίδεται εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, ρυθμίζονται θέματα λειτουργίας παρασκευαστηρίου καταστημάτων λιανικής πώλησης κρεάτων και ορίζονται οι παραγόμενες ποσότητες και κάθε σχετικό θέμα. δ. Οι παράγραφοι 5 και 7 του άρθρου μόνου της υ.α. 306272/2008 (B΄1483) καταργούνται. Κατά τα λοιπά και μέχρι την έκδοση της απόφασης της προηγούμενης υποπερίπτωσης, εξακολουθεί να ισχύει η υ.α. 306272/2008. 2. Το ελαιόλαδο που προορίζεται για την κατανάλωση σε εστιατόρια, νοσοκομεία, καντίνες ή άλλες παρόμοιες εγκαταστάσεις, μπορεί, εκτός από τη συσκευασία των 5 λίτρων, να διακινείται σε συσκευασίες 10, 20, 25 και 50 λίτρων. Κατά τα λοιπά ισχύει η κ.υ.α. 323902/2009 «Συμπληρωματικά μέτρα εφαρμογής του Καν. (ΕΚ) 1019/ 2002 της Επιτροπής για τις προδιαγραφές εμπορίας του ελαιολάδου» (Β΄ 2026). 3. Το άρθρο 5 του ν. 4035/1960 (Α΄ 15) καταργείται. 4. Η παράγραφος 1α της υ.α. 1733/1974 (Β΄ 329) καταργείται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.10: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΔΟΜΙΚΩΝ ΥΛΙΚΩΝΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΤΣΙΜΕΝΤΟΥ 1. α. Η διακίνηση τσιμέντων στη Χώρα διέπεται από τις ρυθμίσεις της παρούσας υποπαραγράφου. Ως διακίνηση νοείται η αγορά, η εισαγωγή, η μεταφορά, η παραλαβή και η αποθήκευση των τσιμέντων είτε για εμπορικούς σκοπούς είτε και για ιδία χρήση. β. Η διακίνηση στη Χώρα χύδην τσιμέντων τα οποία είτε παράγονται σε χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διακινούνται από άλλους φορείς εκτός των παραγωγών τους είτε παράγονται σε τρίτες χώρες, πραγματοποιείται μέσω των Κέντρων Διανομής Τσιμέντων που είναι εγκατεστημένα στην Ελλάδα. Ως διακίνηση χύδην τσιμέντων νοείται και η διακίνηση σε σφραγισμένους από τον παραγωγό μεγασάκους (big bags) εφόσον οι τελευταίοι, σε οποιοδήποτε ενδιάμεσο στάδιο της διακίνησης μέχρι τον τελικό χρήστη, αποσυσκευάζονται ή/και επανασυσκευάζονται. γ. Η διακίνηση στη Χώρα χύδην τσιμέντων τα οποία παράγονται σε χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διακινούνται από άλλους φορείς εκτός των παραγωγών τους, πραγματοποιείται χωρίς να απαιτείται Κέντρο Διανομής Τσιμέντου εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις: γα. τα διακινούμενα προϊόντα προορίζονται είτε για ιδία χρήση είτε για την παραγωγή και εμπορία δομικών προϊόντων που διατίθενται στην αγορά με σήμανση CE, γβ. τα διακινούμενα προϊόντα μεταφέρονται μέσω σφραγισμένων μεταφορικών μέσων, γγ. τα διακινούμενα προϊόντα παραλαμβάνονται και χρησιμοποιούνται απευθείας από τον τελικό χρήστη (παραλήπτη) χωρίς να μεσολαβεί στάδιο ενδιάμεσης αποθήκευσης. δ. Οι διακινητές χύδην τσιμέντου κατά τα παραπάνω υποχρεούνται να υποβάλουν κατά την είσοδο στη Χώρα των εν λόγω τσιμέντων στην αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας υπεύθυνη δήλωση ότι συντρέχουν στο πρόσωπό τους οι προϋποθέσεις για την απαλλαγή από την απαίτηση διακίνησης μέσω Κέντρου Διανομής Τσιμέντων. 2.α. Τα Κέντρα Διανομής Τσιμέντων υποχρεούνται να πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 9 του προτύπου ΕΛΟΤ ΕΝ 197−2, όπως εκάστοτε ισχύει, για τη διασφάλιση της διατήρησης της ποιότητας, της ταυτότητας, της σήμανσης συμμόρφωσης CE και της καταλληλότητας για την προβλεπόμενη χρήση του πιστοποιημένου από τον παραγωγό χύδην τσιμέντων. Επίσης, τα σιλό αποθήκευσης και τα Κέντρα Διανομής πρέπει να έχουν χωρητικότητα ικανή, ώστε να εξασφαλίζεται η παραλαβή, για κάθε τύπο ξεχωριστά, του συνόλου των διακινούμενων ποσοτήτων με το ίδιο μεταφορικό μέσο των παραλαμβανόμενων από τον παραγωγό χύδην τσιμέντων. Τα τσιμέντα πρέπει να αποθηκεύονται αμέσως μετά την παραλαβή τους. Κάθε σιλό αποθήκευσης πρέπει να ικανοποιεί τις απαιτήσεις της παραγράφου 5.5.3 του προτύπου ΕΛΟΤ ΕΝ 197−2. β. Οι φορείς που ιδρύουν και λειτουργούν τα Κέντρα Διανομής Τσιμέντων είναι υπεύθυνοι για τη διατήρηση της ποιότητας, της ταυτότητας, της σύνθεσης, των ιδιοτήτων, των μηχανικών αντοχών και της συμμόρφωσης των ήδη πιστοποιημένων από τον παραγωγό τσιμέντων που αποθηκεύονται σε αυτά ή διακινούνται μέσω αυτών, καθώς και για τη διασφάλιση της ορθής χρήσης της σήμανσης συμμόρφωσης CE. γ. Η συμμόρφωση των Κέντρων Διανομής Τσιμέντων με τις απαιτήσεις της παραγράφου 9 του προτύπου ΕΛΟΤ ΕΝ 197−2 και τις διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου βεβαιώνεται με τη χορήγηση Πιστοποιητικού από Φορέα Πιστοποίησης, ο οποίος έχει εγκριθεί για το πεδίο δραστηριότητας του Κανονισμού 305/2011 και του π.δ. 334/1994 και για το πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ 197−1, σύμφωνα με τη διαδικασία της υ.α. αριθ. Οικ. 3354/91/8.2.2001 (Β΄ 149). Ο παραπάνω Φορέας Πιστοποίησης διενεργεί τους απαιτούμενους ελέγχους και δοκιμές σύμφωνα με το σύστημα αξιολόγησης της συμμόρφωσης των τσιμέντων με το πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ 197−2, όπως εκάστοτε ισχύει, προκειμένου να εκδοθεί η Βεβαίωση Συμμόρφωσης που χορηγεί η αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας κατά τη διαδικασία του υποπερίπτωσης γ΄ της περίπτωσης 3 της παρούσας. δ. Το Πιστοποιητικό της παραπάνω υποπερίπτωσης γ΄ μπορεί να ανακληθεί εφόσον διαπιστωθεί από τον Φορέα Πιστοποίησης ότι δεν εφαρμόζονται από το ελεγχόμενο Κέντρο Διανομής Τσιμέντων τα απαιτούμενα μέτρα, οι σχετικές διαδικασίες ελέγχου και γενικότερα δεν τηρούνται οι απαιτήσεις της σχετικής νομοθεσίας. Ο Φορέας Πιστοποίησης κοινοποιεί την απόφαση ανάκλησης στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την έκδοσή της. Στην περίπτωση ανάκλησης του Πιστοποιητικού, ανακαλείται αυτοδικαίως και η παραπάνω Βεβαίωση Συμμόρφωσης με διαπιστωτική πράξη της αρμόδιας υπηρεσίας της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. 3.α. Η ίδρυση και λειτουργία των Κέντρων Διανομής Τσιμέντων διέπεται από τις διατάξεις του ν. 3325/ 2005 (Α΄68), όπως ισχύει μετά το ν. 3982/2011 (Α΄143)− Β΄ Μέρος «Απλοποίηση της Αδειοδότησης Μεταποιητικών Δραστηριοτήτων». β. Για την ίδρυση και λειτουργία των Κέντρων Διανομής Τσιμέντων απαιτείται η προβλεπόμενη από το άρθρο 19 του ν. 3982/2011 άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας, η οποία χορηγείται από την αρμόδια αδειοδοτούσα αρχή, σύμφωνα με τη διαδικασία, τους όρους και τις προϋποθέσεις των διατάξεων του νόμου αυτού και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του. γ. Πριν τη χορήγηση της κατά την προηγούμενη παράγραφο άδειας λειτουργίας, τα Κέντρα Διανομής Τσιμέντων, εκτός από τις προϋποθέσεις τις οποίες ορίζει ο ν. 3325/2005 όπως ισχύει με το ν. 3982/2011, πρέπει να εφοδιαστούν με Βεβαίωση Συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις της παρ. 9 του προτύπου ΕΛΟΤ ΕΝ 1972, η οποία χορηγείται από την αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, επί τη βάσει του Πιστοποιητικού της υποπερίπτωσης γ΄ της περίπτωσης 2 της παρούσας υποπαραγράφου, καθώς και της διαπίστωσης ότι το Κέντρο διανομής διαθέτει σε ισχύ περιβαλλοντικούς όρους, κατά τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση της αρ. πρωτ. 1958/2012 υ.α. «Κατάταξη δημόσιων και ιδιωτικών έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες και υποκατηγορίες σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 4 του ν. 4014/2011» (Β΄ 21). δ. Το Πιστοποιητικό, καθώς και η Βεβαίωση Συμμόρφωσης της προηγούμενης υποπερίπτωσης γ΄ αποτελούν απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, της άδειας λειτουργίας Κέντρου Διανομής Τσιμέντων. ε. Η μη συμμόρφωση του Κέντρου Διανομής Τσιμέντων με τις διατάξεις της παρούσας περίπτωσης 3 επισύρουν τις κυρώσεις των διατάξεων του άρθρου 29 του ν. 3982/2011. 4. Το διακινούμενο και διατιθέμενο τσιμέντο θα πρέπει να πληροί τις προδιαγραφές ποιότητας και καταλληλότητας για τη χρήση για την οποία προορίζεται όπως οι προδιαγραφές αυτές προσδιορίζονται στον Κανονισμό πρότυπου ΕΛΟΤ ΕΝ 197−2 και να συνοδεύεται από τα νόμιμα φορολογικά και τελωνειακά έγγραφα κατά περίπτωση, καθώς και εκείνα που προσδιορίζονται στους υφιστάμενους κανόνες διακίνησης εμπορίας και παροχής υπηρεσιών (ΔΙ.Ε.Π.ΠΥ.). Εφόσον το τσιμέντο διακινείται και διατίθεται συσκευασμένο, η συσκευασία του θα πρέπει να φέρει τη σήμανση CE. 5. α. Η αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, διατηρεί το δικαίωμα του ελέγχου τόσο των εφαρμοζόμενων διαδικασιών όσο και του ελέγχου της συμμόρφωσης του προϊόντος οποτεδήποτε το κρίνει αναγκαίο, τόσο στις εγκαταστάσεις των Κέντρων Διανομής Τσιμέντων όσο και στις εγκαταστάσεις στις οποίες διακινείται τσιμέντο σύμφωνα με τις υποπεριπτώσεις β΄ και γ΄ της περίπτωσης 1 της παρούσας. Οι φορείς των παραπάνω εγκαταστάσεων υποχρεούνται σε κάθε περίπτωση να επιδεικνύουν στα αρμόδια όργανα εποπτείας αγοράς κάθε σχετικό με τη λειτουργία των εγκαταστάσεών τους στοιχείο που θα τους ζητηθεί. β. Με την επιφύλαξη της υποπερίπτωσης ε΄ της περίπτωσης 3, στους διακινητές τσιμέντου που παραβιάζουν τις διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 11 του π.δ. 334/1994. Τα πρόστιμα εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου. Σε περιπτώσεις υποτροπής, αν πρόκειται για φορείς Κέντρων Διανομής Τσιμέντων επιβάλλεται, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, η κύρωση της προσωρινής ή οριστικής ανάκλησης της Βεβαίωσης Συμμόρφωσης. γ. Τα πρόστιμα και οι διοικητικές κυρώσεις της προσωρινής ή οριστικής ανάκλησης της Βεβαίωσης Συμμόρφωσης επιβάλλονται με απόφαση της αρμόδιας υπηρεσίας της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Κατά των ανωτέρω αποφάσεων επιβολής προστίμου και διοικητικών κυρώσεων της προσωρινής ή οριστικής ανάκλησης της Βεβαίωσης Συμμόρφωσης οι παραβάτες έχουν δικαίωμα ενδικοφανούς προσφυγής ενώπιον του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτούς της απόφασης. 6. Υφιστάμενα Κέντρα Διανομής Τσιμέντων που κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου λειτουργούν νόμιμα σύμφωνα με τις διατάξεις που προϋφίσταντο του παρόντος, οφείλουν, εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος, να προσαρμόσουν τη λειτουργία τους σύμφωνα με τις απαιτήσεις των διατάξεων του παρόντος και να εφοδιασθούν με το Πιστοποιητικό Κέντρου Διανομής Τσιμέντων και τη Βεβαίωση Συμμόρφωσης της παρούσας υποπαραγράφου. 7. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται κάθε προηγούμενη διάταξη που ρυθμίζει το ίδιο αντικείμενο. Η υ.α. 21720/2412003 (Β΄1731), όπως τροποποιήθηκε δυνάμει της υ.α. 1135/42/2009 (Β΄ 263), καταργείται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.11: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΔΟΜΙΚΩΝ ΥΛΙΚΩΝ − ΕΜΠΟΡΙΑ ΑΣΦΑΛΤΟΥ Οι προϋποθέσεις περί ελάχιστου εταιρικού κεφαλαίου και περί ελάχιστου όγκου των αποθηκευτικών χώρων που απαιτείται να έχουν οι κάτοχοι Άδειας Εμπορίας Ασφάλτου (κατηγορίας Δ΄) κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του άρθρου 6 του ν. 3054/2002 καταργούνται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.12: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΔΟΜΙΚΩΝ ΥΛΙΚΩΝ − ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΛΑΤΟΜΕΙΩΝ/ΟΡΥΧΕΙΩΝ 1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 12 του ν. 1428/1984 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η χρονική διάρκεια της άδειας λειτουργίας ορίζεται σε δεκαπέντε (15) έτη και, σε περίπτωση που η σύμβαση μίσθωσης ή η άδεια εκμετάλλευσης είναι μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας, η άδεια λειτουργίας επεκτείνεται αυτομάτως και για όσο χρονικό διάστημα ισχύει η σύμβαση μίσθωσης ή η άδεια λειτουργίας.» 2. α. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 13 του ν. 1428/ 1984 προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής: «Το δελτίο δραστηριότητας δεν απαιτείται να περιλαμβάνει στοιχεία για την παραγωγή και διακίνηση προϊόντων.» β. Το στοιχείο 7 της περίπτωσης Α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου μόνου της υ.α. 9373/27/29.6.1984 (Β΄ 736) καταργείται. 3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του ν. 1428/1984 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Τα αναλογικά μισθώματα προσδιορίζονται με βάση τις ποσότητες των αδρανών υλικών που πωλούνται κάθε έτος και υπολογίζονται από τα τιμολόγια πωλήσεως που υποβάλλει ο μισθωτής μαζί με συγκεντρωτική κατάσταση με τα στοιχεία πωλήσεων (ποσότητες−τιμές) σε συνδυασμό με τοπογραφική επιμέτρηση των ποσοτήτων του εξορυχθέντος πετρώματος ή με άλλη πρόσφορη μέθοδο, όπως έλεγχο των βιβλίων της επιχείρησης, διασταύρωση των υποβαλλόμενων στοιχείων με τα υποβαλλόμενα στους πρωτοβάθμιους Ο.Τ.Α. στοιχεία για την καταβολή του ειδικού τέλους του άρθρου 19, όπου αυτό κριθεί αναγκαίο.» 4. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι περιορισμοί περί κατώτατων και ανώτατων ορίων ενιαίας έκτασης των λατομείων μαρμάρων προκειμένου να χορηγείται άδεια εκμεταλλεύσεως, με την εξαίρεση του ανώτατου ορίου ενιαίας έκτασης 100.000 τετραγωνικών μέτρων, το οποίο εξακολουθεί να ισχύει μόνο στις περιπτώσεις χορήγησης άδειας εκμετάλλευσης λατομείων μαρμάρων με μίσθωση δια απευθείας σύμβασης κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 11, παράγραφοι 1α και 2, 17 παρ. 3 και 18 του π.δ. 285/1979 (Α΄ 83). 5. Η παράγραφος 1 του άρθρου 13 του π.δ. 285/1979 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 2 του παρόντος προεδρικού διατάγματος, ο Περιφερειάρχης, αφού λάβει υπόψη όλα τα στοιχεία του φακέλου, εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση περί της έγκρισης ή μη της μίσθωσης δια απευθείας σύμβασης της αιτούμενης λατομικής έκτασης, μετά από προηγούμενη γνώμη της Επιτροπής Βιομηχανίας, η οποία γνωμοδοτεί για τη συνδρομή των προϋποθέσεων μίσθωσης απευθείας σύμβασης και τους περιληφθησόμενους στη σύμβαση όρους του άρθρου 5 του παρόντος.» 6. Το στοιχείο 7 της περίπτωσης Α΄ και το στοιχείο 7 της περίπτωσης Β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ν. 669/1977 (Α΄ 241) καταργούνται. 7. Η παράγραφος 12.1.1.3 του άρθρου 12 του Κανονισμού Τεχνολογίας Σκυροδέματος − 97, όπως αυτός εγκρίθηκε με την υ.α. Δ14/19164/1997 (Β΄ 315) καταργείται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.13: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ− ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ 1.α. Το άρθρο 2 του π.δ. 14/2007 (Α΄ 10) αντικαθίσταται ως εξής: «Η ίδρυση και εγκατάσταση αυτοκινητοδρομίου επιτρέπεται σε ενιαίο γήπεδο κείμενο εκτός οικιστικών περιοχών, δασικών εκτάσεων, αρχαιολογικών χώρων και γενικά προστατευόμενων περιοχών, το οποίο είναι προσβάσιμο με τα μέσα μεταφοράς.» β. Οι παράγραφοι 1β και 5 του άρθρου 3, το στοιχείο 1α της παραγράφου I΄ του άρθρου 4 και το εδάφιο δεύτερο του στοιχείου β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του π.δ. 14/2007 καταργούνται. 2. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2.2. και η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2.3. του άρθρου 1 της κ.υ.α. 12061/19.7.2007 «Προδιαγραφές Κέντρων Προπονητικού Αθλητικού Τουρισμού (ΚΕΠΑΤ) για την υπαγωγή τους στο καθεστώς κινήτρων του ν. 3299/2004» (Β΄ 1393) καταργούνται. 3. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2.2 του άρθρου 1 της κ.υ.α. 2356/1995 «Προδιαγραφές κέντρων θαλασσοθεραπείας» (Β΄ 986) καταργείται. 4. α. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος δεν απαιτείται η προβλεπόμενη στην κ.υ.α. 23908/1991 «Καθορισμός προδιαγραφών ανέγερσης για τη δημιουργία Συνεδριακών Κέντρων για την υπαγωγή τους στο καθεστώς κινήτρων του ν. 1892/1990» (Β΄ 208) έγκριση σκοπιμότητας για τη δημιουργία Συνεδριακού Κέντρου. β. Τα εδάφια 2.2.3 και 3.1.3 του άρθρου 1 της κ.υ.α. 23908/1991 καταργούνται. 5. α. Η ίδρυση θεματικών πάρκων γίνεται είτε αυτοτελώς είτε σε συνδυασμό με ξενοδοχειακά καταλύματα, υπό την προϋπόθεση ότι η κατασκευή των καταλυμάτων επιτρέπεται από τις κείμενες διατάξεις, ιδίως αυτές που ισχύουν για την περιοχή, όπως ρυθμίσεις για τη χρήση γης, χωροταξικοί, πολεοδομικοί ή άλλοι περιορισμοί. Είναι δυνατόν η συνδυασμένη χρήση να επιτραπεί με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Τουρισμού, που εκδίδεται μετά από γνωμοδότηση του ΚΣΧΟΠ ή της ΕΕ των Οργανισμών ΡΣ στις περιοχές επιρροής τους, καθώς και του οικείου Ο.Τ.Α.. Η μεμονωμένη αυτή χωροθέτηση εκδίδεται μετά από ΣΜΠΕ και υπό την προϋπόθεση ότι η κλίμακα του έργου και η χρήση δεν έρχεται σε σύγκρουση με τα εγκεκριμένα χωρικά σχέδια, με άλλες προωθούμενες ή επιδιωκόμενες χρήσεις και με την πολιτική περιβαλλοντικής προστασίας της περιοχής. β. Η παράγραφος 5 του άρθρου 1 και οι παράγραφοι 3 και 7 του άρθρου 3 της κ.υ.α. 16793/2009 «Προδιαγραφές Ψυχαγωγικών Θεματικών Πάρκων για την υπαγωγή τους στο καθεστώς κινήτρων του ν. 3299/2004» (Β΄ 2086) καταργούνται. 6. Η έγκριση καταλληλότητας οικοπέδου/γηπέδου, που προβλέπεται στην υπ’ αριθ. 530992/1987 απόφαση του ΓΓ ΕΟΤ και αφορά τις οργανωμένες τουριστικές κατασκηνώσεις (κάμπινγκ), παρέχεται εάν συντρέχουν οι περιοριστικά περιγραφόμενες στην ισχύουσα νομοθεσία προϋποθέσεις. 7. Το άρθρο 155 του ν. 4070/2012 (Α΄ 82) καταργείται. 8. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης Α΄ και το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης Γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του π.δ. 43/2002 (Α΄ 43) καταργούται. 9. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της υ.α. Τ/6888/2003 «Καθορισμός προδιαγραφών για την ίδρυση Χιονοδρομικών Κέντρων» (Β΄ 959) καταργείται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.14: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ − ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ 1.α. Το στοιχείο α΄ της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Η2 του ν. 4093/2012 καταργείται. β. Το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης 5 της υποπαραγράφου Η2 του ν. 4093/2012 αντικαθίστανται ως εξής: «Επιτρέπεται η μεταφορά άνευ κομίστρου πελατών τουριστικών καταλυμάτων, όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 (Α΄ 118) με επιβατηγά ιδιωτικής χρήσης οχήματα, είτε ιδιοκτησίας των καταλυμάτων είτε κατόπιν χρηματοδοτικής μίσθωσης κατά τις κείμενες διατάξεις, από τα σημεία αφίξεως ή αναχωρήσεως μέχρι τις εγκαταστάσεις των καταλυμάτων αυτών και αντίστροφα. Επιτρέπεται στις εταιρείες και τους συνεταιρισμούς Επιβατηγών Δημόσιας Χρήσης αυτοκινήτων, που έχουν συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 3109/2003 (Α΄ 38) και το άρθρο 87 του ν. 4070/ 2012 (Α΄ 82) να συνάπτουν συμβάσεις με ολική ή μερική εκμίσθωση των ΕΔΧ αυτοκινήτων, με οδηγό, με τουριστικά καταλύματα, με κόμιστρο που διαμορφώνεται με συμφωνία των συμβαλλόμενων μερών για τη μεταφορά των πελατών των καταλυμάτων από τα σημεία αφίξεως ή αναχωρήσεως μέχρι τις εγκαταστάσεις των καταλυμάτων και αντίστροφα.» 2. Η περίπτωση 1 της υποπαραγράφου Η2 του ν. 4093/ 2012 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Επιτρέπεται στα τουριστικά γραφεία και στα γραφεία ενοικιάσεως αυτοκινήτων, όπως ορίζονται στις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 (Α΄ 118), και σε εταιρείες και συνεταιρισμούς Επιβατηγών Δημόσιας Χρήσης Αυτοκινήτων, που έχουν συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 3109/2003 (Α΄ 38) και το άρθρο 87 του ν. 4070/2012 (Α΄ 82), η ολική εκμίσθωση με οδηγό μέσω προκρατήσεως με αντίστοιχη σύμβαση ελαχίστου διάρκειας έξι (6) ωρών, Επιβατηγών Ιδιωτικής Χρήσης (ΕΙΧ) Αυτοκινήτων απαγορευομένης της μεταφοράς επιβατών με κόμιστρο με τα αυτοκίνητα αυτά. Στα ιδιόκτητα μεταφορικά μέσα περιλαμβάνονται επίσης τα κάθε είδους τροχοφόρα επιβατηγά οχήματα τύπου mini−bus έως 9 θέσεων.» 3.α. Η παράγραφος ιε΄ του άρθρου μόνου της κ.υ.α. 537154/188/5.12.1994 «Διαδικασίες έκδοσης και χορήγησης του ειδικού σήματος λειτουργίας σε Επιχειρήσεις Εκμίσθωσης δικύκλων μοτοσυκλετών άνω των 50 κ.ε.» (Β΄ 899) καταργείται. β. Η περίπτωση δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 της υ.α. 16598/2010 τροποποιείται ως εξής: «δ. Τίτλοι ιδιοκτησίας ή συμφωνητικό μίσθωσης ή παραχώρησης χρήσης, από το οποίο να προκύπτει ότι ο επιχειρηματίας διαθέτει γραφειακή εγκατάσταση.» 4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 2 της υ.α. 16598/2010 «Όροι και προϋποθέσεις λειτουργίας επιχειρήσεων εκμίσθωσης μοτοσικλετών άνω των 50 κ.ε. άνευ οδηγού» (Β΄ 2189) καταργείται. 5.α. Οι επιχειρήσεις εκμίσθωσης μοτοσικλετών άνω των 50 κ.ε. άνευ οδηγού δύνανται να εκμισθώνουν τρίκυκλα και τετράκυκλα οχήματα, τα οποία διαθέτουν έγκριση τύπου σύμφωνα με τα οριζόμενα στην 48145/ 2327/8.8.2003 (Β΄ 1207) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Με αιτιολογημένη απόφαση του οικείου δήμου, που εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, δύναται να ορίζεται ανώτατο ποσοστό των οχημάτων του προηγούμενου εδαφίου επί της συνολικής δυναμικότητας της επιχείρησης, που δύνανται να εκμισθώνονται από τις επιχειρήσεις εκμίσθωσης μοτοσικλετών άνω των 50 κ.ε. άνευ οδηγού, ιδίως για λόγους προστασίας του οικιστικού περιβάλλοντος, της ασφάλειας των τουριστών και των τοπικών ιδιαιτεροτήτων. Το ως άνω ποσοστό δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το 20% της συνολικής δυναμικότητας της επιχείρησης. Σε περίπτωση που η παραπάνω προθεσμία των τριών (3) μηνών παρέλθει άπρακτη, η εκάστοτε επιχείρηση ορίζει ελεύθερα τον αριθμό των εκμισθούμενων τρίκυκλων και τετράκυκλων οχημάτων της. Η απόφαση του οικείου Δήμου δύναται να τροποποιείται αιτιολογημένα ετησίως. β. Η παράγραφος 3 του άρθρου 2 της με αριθ. 16598/ 29.12.2010 (Β΄ 2189) κοινής απόφασης των Υπουργών Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Πολιτισμού και Τουρισμού, όπως ισχύει, καταργείται. γ. Η παρούσα περίπτωση τίθεται σε ισχύ έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. 6. α. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν. 711/1977 (Α΄ 284) αντικαθίσταται ως εξής: «1.α. Σε κυκλοφορία τίθενται καινούρια και μεταχειρισμένα τουριστικά λεωφορεία δημόσιας χρήσης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 4 του παρόντος νόμου. Τα μεταχειρισμένα τουριστικά λεωφορεία δημόσιας χρήσης που τίθενται σε κυκλοφορία πρέπει να είναι προέλευσης εσωτερικού ή χώρας μέλους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. και να εμπίπτουν στην κατηγορία εκπομπών ρύπων EURO V ή μεταγενέστερη.» β. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν. 711/1977 καταργείται. 7. α. Η εγγυητική επιστολή της περίπτωσης αγ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου μόνου της υ.α. 14340/7.11.2011 (Β΄ 2537) που απαιτείται για τη θέση σε κυκλοφορία ειδικού τουριστικού λεωφορείου δημόσιας χρήσης, εφόσον η αίτηση για την έγκριση θέσης σε κυκλοφορία ειδικού τουριστικού λεωφορείου δημόσιας χρήσης υποβάλλεται από Τ.Ε.Ο.Μ., αντικαθίσταται από εγγυητική επιστολή ύψους χιλίων (1.000) ευρώ για τα πρώτα δέκα οχήματα της επιχείρησης και εκατό (100) ευρώ για κάθε ένα από τα επόμενα πέραν του παραπάνω αριθμού, σύμφωνα με την παράγραφο 2 της απόφασης αυτής. β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2α του άρθρου μόνου της υ.α. 14340/2011 (Α΄ 284), όπως ισχύει, καταργείται. γ. Τουριστικές Επιχειρήσεις Οδικών Μεταφορών (ΤΕΟΜ) που έχουν θέσει σε κυκλοφορία έξι (6) ή περισσότερα ειδικά τουριστικά λεωφορεία δημόσιας χρήσης και έχουν καταθέσει εγγυητική επιστολή ύψους 6.000 ευρώ σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση αγ΄ της παραγράφου 1 και στην παράγραφο 2 του άρθρου μόνου της υ.α. 14340/7.11.2011, όπως ισχύει, υποχρεούνται να τη συμπληρώσουν ανάλογα, σύμφωνα με οριζόμενα στην παρούσα υποπαράγραφο εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Σε αντίθετη περίπτωση, με την άπρακτη παρέλευση της παραπάνω προθεσμίας, η έγκριση θέσης σε κυκλοφορία των οχημάτων για τα οποία δεν έχει κατατεθεί η προβλεπόμενη εγγυητική επιστολή ανακαλείται με απόφαση του Προϊσταμένου της οικείας Περιφερειακής Υπηρεσίας Τουρισμού (ΠΥΤ). 8. α. Η παράγραφος 4 του άρθρου 1 του ν. 711/1977 (Α΄ 284) αντικαθίσταται εξής: «4. Το μεταφορικό έργο της παρ. 1 διενεργείται από δημόσιας χρήσης Τουριστικά Λεωφορεία που τίθενται σε κυκλοφορία από επιχειρήσεις τουριστικών γραφείων ή Τουριστικές Επιχειρήσεις Οδικών Μεταφορών (Τ.Ε.Ο.Μ.). Στην περίπτωση που η μεταφορά προσώπων σε οργανωμένες εκδρομές και περιηγήσεις εντός και εκτός της χώρας, καθώς και η μεταφορά μαθητών για πραγματοποίηση εκδρομών των περιπτώσεων β΄και ζ΄ της παρ. 1 του παρόντος πραγματοποιούνται στο πλαίσιο οργανωμένου ταξιδίου της παρ. 1 του άρθρου 2 του π.δ. 339/1996, το ανωτέρω περιγραφόμενο έργο διενεργείται από δημόσιας χρήσης Τουριστικά Λεωφορεία για λογαριασμό τουριστικού γραφείου.» β. Η παράγραφος 5 του άρθρου 1 του ν. 711/1977 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Όταν το μεταφορικό έργο της παραγράφου 1 διενεργείται για λογαριασμό τουριστικού γραφείου από δημόσιας χρήσης Τουριστικά Λεωφορεία που τίθενται σε κυκλοφορία από Τ.Ε.Ο.Μ., συνάπτεται ειδική προς τούτο έγγραφη σύμβαση, της οποίας ο τύπος έχει αποδεικτικό και όχι συστατικό χαρακτήρα και η οποία είναι δυνατόν να αφορά μεμονωμένη μεταφορά ή μεταφορές ή και μακροχρόνια συνεργασία. Στο πλαίσιο εκτέλεσης του συμβατικού έργου έναντι των επιβατών ο μεν νομιμοποιούμενος προς μεταφορά επιχειρηματίας του ειδικού τουριστικού λεωφορείου νοείται ως προστηθείς, ο δε επιχειρηματίας του τουριστικού γραφείου ως ο προστήσας». γ. Η παράγραφος 8 του άρθρου 1 του ν. 711/1977 καταργείται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.15: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ − ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΩΡΗΣΕΙΣ ΤΙΜΩΝ ΚΑΙ ΤΙΜΟΚΑΤΑΛΟΓΩΝ 1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 19 του ν. 3498/2006 (Α΄ 230) καταργείται. 2. Η παράγραφος 2 άρθρου 45 του ν. 3498/2006 καταργείται. 3. α. Το άρθρο 37 του ν. 3498/2006 και οι κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσες αποφάσεις, για τις Ελάχιστες Τιμές Ενοικιαζόμενων Δωματίων, Ενοικιαζόμενων Επιπλωμένων Διαμερισμάτων, Τουριστικών Επιπλωμένων Κατοικιών και Επαύλεων, καταργούνται. β. Η απόφαση Γενικού Γραμματέα ΕΟΤ 515237/2012 (Β΄ 1391) «Θεώρηση τιμών Ενοικιαζόμενων Δωματίων, Ενοικιαζόμενων Επιπλωμένων Διαμερισμάτων, Τουριστικών Επιπλωμένων Κατοικιών και Επαύλεων» καταργείται. 4. Το άρθρο 8 του π.δ. 33/1979 (Α΄ 10) καταργείται. 5. Οι παράγραφοι 1 και 3 του άρθρου 4 της υ.α. 2868/2004 «Κανονισμός Ορειβατικών Καταφυγίων» (Β΄ 398) καταργούνται. 6. α. Η παράγραφος 6 του άρθρου 31α του ν. 2160/ 1993 (Α΄ 118) αντικαθίσταται ως εξής: «6. Οι Ειδικοί Κανονισμοί των τουριστικών λιμένων καταρτίζονται από τους φορείς διαχείρισης και υποβάλλονται στην αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Τουρισμού για έγκριση σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 4 και 5.» β. Η παράγραφος 5 του άρθρου 31α του ν. 2160/1993, το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 2 της υ.α. Τ/9803/2003 (Β΄ 1323) και κάθε διάταξη που αναφέρεται σε υποχρέωση έγκρισης ή γνωστοποίησης τιμολογίων για τις παρεχόμενες στους τουριστικούς λιμένες υπηρεσίες καταργούνται. 7. Η παράγραφος 15 άρθρου 39 του ν. 3105/2003 (Α΄ 29) καταργείται. 8. Η παράγραφος 7 του άρθρου 4 του ν. 2160/1993, όπως ισχύει, καταργείται. 9. Κάθε διάταξη στην οποία προβλέπεται υποχρέωση παρόχων ξενοδοχειακών υπηρεσιών ή επιχειρήσεων που προσφέρουν υπηρεσίες διαμονής τουριστών ή άλλων τουριστικών επιχειρήσεων, σε προηγούμενη έγκριση, γνωστοποίηση, ανακοίνωση ή ενημέρωση περί των τιμών τους καταργείται. 10. Οι περιπτώσεις 1, 2 και 3 της παρούσας υποπαραγράφου τίθενται σε ισχύ την 1.1.2015. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.16: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ − ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΙ ΛΙΜΕΝΕΣ 1. α. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 30 του ν. 2160/1993, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 158 του ν. 4070/2012 (Α΄ 82), τροποποιείται ως εξής: «4. Για τη χωροθέτηση, τροποποίηση, συμπλήρωση, έγκριση των χρήσεων γης και των όρων και περιορισμών δόμησης του τουριστικού λιμένα ή τη μετατροπή υπάρχοντος λιμένα σε τουριστικό, απαιτείται η γνώμη της πιο πάνω Επιτροπής σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 31 του νόμου αυτού.» β. Η παράγραφος 4 του άρθρου 31 του ν. 2160/1993 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Μέσα σε τέσσερις (4) μήνες από την υποβολή της αίτησης με όλα τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, η Επιτροπή Τουριστικών Λιμένων αποφαίνεται για τη συνδρομή των νόμιμων προϋποθέσεων δημιουργίας της μαρίνας και γνωμοδοτεί σχετικά. Κατά της γνωμοδότησης της Επιτροπής χωρεί αίτηση θεραπείας εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίησή της στον αιτούντα. Για την έγκριση της χωροθέτησης ή την τροποποίηση αυτής, των επιτρεπόμενων χρήσεων γης, των όρων και περιορισμών δόμησης, των απαιτούμενων προσχώσεων ή έργων εκσκαφής για τη διάνοιξη εσωτερικών λιμενολεκανών, καναλιών ή/και διαμόρφωση προστατευτικών νησίδων, των αναγκαίων έργων υποδομής, των εγκαταστάσεων και κτιρίων επί της χερσαίας ζώνης και των περιβαλλοντικών όρων για την κατασκευή, μετατροπή, μετασκευή, προσθήκη ή τροποποίηση και λειτουργία της μαρίνας εκδίδεται, με μέριμνα της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Τουρισμού, κοινή απόφαση των Υπουργών Τουρισμού και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μετά από γνώμη της Επιτροπής Τουριστικών Λιμένων. Η απόφαση αυτή δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.» 2. Η παράγραφος 7 του άρθρου 30 του ν. 2160/1993 καταργείται. 3. Το δεύτερο εδάφιο του στοιχείου α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του ν. 2160/1993 καταργείται. 4. α. Η διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 17 του άρθρου 6 του ν. 2160/1993 δεν έχει εφαρμογή ως προς την εταιρία «Εταιρία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.». β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 2160/1993 καταργείται. γ. Η παράγραφος 1 του άρθρου 26 του ν. 3498/2006 καταργείται. δ. Η παράγραφος 6 του άρθρου 166 του ν. 4070/2012 (Α΄ 82) καταργείται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.17: ΑΡΣΗ ΕΜΠΟΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ − ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου η κ.υ.α. 59/9.11.2010 «Καθορισμός του ύψους της εισφοράς σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 του ν. 3872/2010» (Β΄ 1766) καταργείται. 2. Ο ν. 3185/1955 (Α΄ 91) καταργείται. 3. Το π.δ. 12/19 Μαΐου 1923 καταργείται. 4. α. Τα άρθρα 11, 14, 15 και 16 της απόφασης ΓΓ ΕΟΤ 503007/1976 (Β΄ 166), που κυρώθηκαν με το άρθρο 8 του ν. 1652/1986, καταργούνται. β. Το β.δ. 436/25.6−6.7.1961 «Περί χαρακτηρισμού επιχειρήσεων ως Τουριστικών» (Α΄ 111) καταργείται, με εξαίρεση τις παραγράφους β΄, ε΄και στ΄ του άρθρου 1 αυτού. 5. Η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 39 του ν. 4049/2012 (Α΄ 35) εφαρμόζεται από την έναρξη ισχύος του παρόντος για όλους τους παραχωρησιούχους ή μισθωτές ιαματικών πηγών, οι οποίες είχαν χαρακτηρισθεί ως τοπικής ή τουριστικής σημασίας πριν την έναρξη ισχύος του ν. 3498/2006, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής του παραχωρησιούχου και ανεξαρτήτως εάν πρόκειται για οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή αναπτυξιακές εταιρείες αυτών. 6. Στην παράγραφο Η΄ του άρθρου 173 του π.δ. 14/1999 (Δ΄ 580) προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής: «4. Οι διατάξεις της παραγράφου Ζ΄ του άρθρου 173 του παρόντος για την επεξεργασία και διάθεση υγρών αποβλήτων και την προστασία από το θόρυβο καταλαμβάνουν όλες τις υφιστάμενες τουριστικές εγκαταστάσεις. Υφιστάμενες τουριστικές εγκαταστάσεις λειτουργούν νομίμως με τους όρους και περιορισμούς που τους έχουν επιβληθεί για χρονικό διάστημα δεκαοκτώ μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, προκειμένου να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παραγράφου Ζ΄ του άρθρου 173 του π.δ. 14/1999. Μετά την άπρακτη παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, δεν επιτρέπεται η συνέχιση λειτουργίας της εγκατάστασης αν δεν έχει συμμορφωθεί με αυτές.» 7. Η παράγραφος 4 του άρθρου 4 του β.δ. της 13/ 29.4.1955 (Α΄ 105), όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 5 του άρθρου 7 του ν. 2160/1993 και από την παράγραφο 4 του άρθρου 6 του ν. 3766/2009 (Α΄ 102), αντικαθίσταται ως εξής: «4. Στις ανώνυμες εταιρίες το δικαίωμα του εκλέγεσθαι έχει το πρόσωπο που ορίζει το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρίας με απόφασή του.» 8. α. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν. 4002/2011 (Α΄180) καταργείται. β. Η παρούσα περίπτωση δεν καταλαμβάνει όσους κατά τη δημοσίευση του παρόντος έχουν καταθέσει αίτηση για την υπαγωγή στο άρθρο 10 του ν. 4002/2011. 9. Η υπαγωγή τουριστικών καταλυμάτων σε καθεστώς χρονομεριστικής μίσθωσης είναι δυνατόν να αφορά μέχρι ποσοστού εβδομήντα τοις εκατό (70%) της συνολικής σε κλίνες δυναμικότητας των τουριστικών καταλυμάτων, ανεξάρτητα από τη λειτουργική τους μορφή. Στο υπόλοιπο ποσοστό της δυναμικότητάς τους θα ισχύει το σύνηθες για την κάθε λειτουργική μορφή καθεστώς λειτουργίας και εκμετάλλευσης. Κάθε αντίθετη διάταξη καταργείται. 10. Η παράγραφος 5 του άρθρου 4 του ν. 393/1976 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Επιτρέπεται η λειτουργία τουριστικών γραφείων τα οποία μπορούν να παρέχουν αποκλειστικά και μόνο μέσω διαδικτύου τις υπηρεσίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του ν. 393/1976 (Α΄ 199). Τα τουριστικά αυτά γραφεία οφείλουν στο διακριτικό τίτλο τους να περιέχουν τον όρο «Ηλεκτρονικές Υπηρεσίες» (e−service). Για τη χορήγηση βεβαίωσης συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων για τη λειτουργία τουριστικού γραφείου απαιτείται η ύπαρξη γραφειακής εγκατάστασης, η οποία γνωστοποιείται στην αρμόδια ΔΟΥ και στον EOT και υποβάλλονται τα δικαιολογητικά του άρθρου 4. Ειδικά για τη ρυθμιζόμενη περίπτωση, στη θέση του δικαιολογητικού της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 υποβάλλεται αντίγραφο της έναρξης επιτηδεύματος από την οικεία Δ.Ο.Υ..» 11. Τα άρθρα 1 έως 6, το άρθρο 8, οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 11 και το άρθρο 18 του ν. 431/1937 καταργούνται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.18: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΟΡΙΖΟΝΤΙΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ − ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΕΙΣ 1. Μετά την 1η Ιανουαρίου 2015, οπότε και καθίσταται προαιρετική η εγγραφή της επιχείρησης σε επιμελητήριο σύμφωνα με το άρθρο 48 του ν. 4111/2013 (Α΄ 18), η αρμοδιότητα χορήγησης άδειας των επιμελητηρίων κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 2 του ν. 2081/1992 (Α΄ 154) επεκτείνεται και σε επιχειρήσεις που δεν έχουν εγγραφεί στο επιμελητήριο. 2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 20 του ν. 3325/2005 (Α΄ 68) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Η συγχώνευση δύο ή περισσότερων βιομηχανιών, βιοτεχνιών, επαγγελματικών εργαστηρίων που ιδρύθηκαν και λειτουργούν νόμιμα εντός των ορίων της Περιφέρειας Αττικής είναι δυνατή με τη μεταφορά της μίας από αυτές στη θέση της άλλης.» 3. Το άρθρο 21 του ν. 3325/2005 καταργείται. 4. α. Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του ν. 3333/2005 (Α΄ 91) αντικαθίσταται ως εξής: «1. «Εμπορευματικό Κέντρο» είναι ένα οργανικά ολοκληρωμένο σύνολο δομών, διαρθρωμένων υπηρεσιών και υποδομών διαφορετικών μέσων μεταφοράς, που ιδρύεται και λειτουργεί σε περιοχή, όπου επιτρέπονται δραστηριότητες για εξυπηρέτηση συνδυασμένων μεταφορών.» β. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 2 και η παράγραφος 2 του άρθρου 3 του ν. 3333/2005 καταργούνται. 5. Η παράγραφος 7 του άρθρου 4 του π.δ. 24/ 31.5.1985 (Δ΄ 270) αντικαθίσταται ως εξής: «7. Επίσης επιτρέπεται κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου αυτού η επέκταση υφισταμένων βιομηχανικών εγκαταστάσεων εφόσον αποδεδειγμένα βρίσκονται σε λειτουργία η οποία βεβαιώνεται από το Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.19: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΟΡΙΖΟΝΤΙΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ − ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ 1. Επιτρέπεται η ταυτόχρονη μεταφορά ευπαθών και μη ευπαθών προϊόντων και με Φορτηγά Ιδιωτικής Χρήσης αυτοκίνητα, τα οποία έχουν τεθεί σε κυκλοφορία σύμφωνα με τον ν.1959/1991 (Α΄ 123) για την εξυπηρέτηση των μεταφορικών αναγκών των επιχειρήσεων, εφόσον τα οχήματα φέρουν ένα ή περισσότερα ειδικά χωρίσματα για τη στεγανοποίηση του ενός διαμερίσματος από το άλλο. Τα μεταφερόμενα εμπορεύματα, καθώς και η ύπαρξη των χωρισμάτων αναγράφονται στη στήλη των παρατηρήσεων της άδειας κυκλοφορίας. 2. α. Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 4 του ν. 3887/ 2010 (Α΄ 174) προστίθεται παράγραφος 3, ως εξής: «3. Εάν η εταιρεία διαθέτει επαρκείς και κατάλληλους χώρους στάθμευσης των οχημάτων και αποθηκευτικές εγκαταστάσεις για τη φύλαξη και συντήρησή τους, μπορεί στις εγκαταστάσεις αυτές να διατηρεί δεξαμενές αποθήκευσης καυσίμων αποκλειστικά για τον εφοδιασμό των ιδιόκτητων ή μισθωμένων φορτηγών αυτοκινήτων. Στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας, εκτός από την υποβολή Πιστοποιητικού Πυρασφάλειας, το οποίο χορηγείται από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία.» β. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 και η περίπτωση γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3887/ 2010 καταργούνται. γ. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου Ε΄ της εγκυκλίου Β1/8535/980/2012 καταργείται. 3. α. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 2 του ν.δ. 49/1968 (Α΄ 294), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του ν. 1959/1991 (Α΄ 123) και την παράγραφο 17 του άρθρου 13 του ν. 2328/1995 (Α΄ 159), καταργείται. β. Η παράγραφος 7 του Κεφαλαίου Γ΄ της υ.α. Α2/29542/ 5347/1991 καταργείται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.20: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ 1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 8 του ν. 4155/2013 (Α΄ 120) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Μέχρι τις ημερομηνίες που ορίζονται στο άρθρο 9, οι φορείς του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 1Β του ν. 2362/1995, δύνανται να χρησιμοποιούν το σύνολο ή μέρος του ΕΣΗΔΗΣ για την ανάθεση και εκτέλεση των δημόσιων συμβάσεών τους, σύμφωνα με τα αναλυτικώς οριζόμενα στη σχετική διακήρυξη ή/και στις αποφάσεις έγκρισης του Ενιαίου Προγράμματος Προμηθειών, όπου συντρέχει περίπτωση.» 2. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 9 του ν. 4155/ 2013 αντικαθίστανται ως εξής: «2. Η έναρξη ισχύος του άρθρου 3 όσον αφορά στην Κεντρική Διοίκηση, όπως ορίζεται στο άρθρο 1β του ν. 2362/1995, όπως ισχύει, είναι την 1.7.2014. 3. Η έναρξη ισχύος του άρθρου 3 όσον αφορά τη Γενική Κυβέρνηση, όπως ορίζεται στο άρθρο 1β του ν. 2362/ 1995, όπως ισχύει, είναι την 1.10.2014.» 3. Η παράγραφος 5 του άρθρου 9 του ν. 4155/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των ανωτέρω παραγράφων, ειδικά για τις δημόσιες συμβάσεις έργων του παρόντος, η εφαρμογή του παρόντος αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2015.» 4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 3 του ν. 4155/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η κατά τα ανωτέρω σύναψη και εκτέλεση των συμβάσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος από τις αναθέτουσες αρχές με χρήση του ΕΣΗΔΗΣ γίνεται σύμφωνα με την υπουργική απόφαση του άρθρου 7 του παρόντος.» 5. Οι διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου ισχύουν αναδρομικά από 1.1.2014. Οι διαγωνιστικές διαδικασίες για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων που διενεργήθηκαν χωρίς χρήση του ΕΣΗΔΗΣ κατά το διάστημα από 1.1.2014 έως τη δημοσίευση του παρόντος και οι πράξεις των αναθετουσών αρχών που εκδόθηκαν κατά το ίδιο χρονικό διάστημα στο πλαίσιο αυτών ή για την ανάθεση και εκτέλεση των οικείων συμβάσεων δεν πάσχουν εξ αυτού του λόγου και παράγουν όλα τα έννομα αποτελέσματά τους. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.21: ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΟΔΗΓΙΑΣ 2011/7 ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΣΤΙΣ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ Η υποπαράγραφος Ζ.10. του ν. 4152/2013 (Α΄ 107) αντικαθίσταται ως εξής: «ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Ζ.10.: ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΓΙΑ ΜΗ ΑΜΦΙΣΒΗΤΟΥΜΕΝΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ (Άρθρο 10 Οδηγίας 2011/7/ΕΕ) 1. Οι αγωγές ή αιτήσεις ενώπιον δικαστηρίου ή άλλης αρμόδιας αρχής που αφορούν μη αμφισβητούμενες απαιτήσεις, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας παραγράφου, δικάζονται κατ’ εξαίρεση, ανεξαρτήτως του ύψους της οφειλής, στη συντομότερη, κατά το δυνατόν, δικάσιμο. Ο εκτελεστός τίτλος επί των αγωγών ή αιτήσεων αυτών εκδίδεται μέσα σε ενενήντα (90) ημερολογιακές ημέρες από την κατάθεσή τους. Στο ανωτέρω χρονικό διάστημα δεν περιλαμβάνονται οι προθεσμίες κοινοποίησης ή επίδοσης εγγράφων και οι καθυστερήσεις για τις οποίες ευθύνεται ο πιστωτής. 2. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1896/2006. 3. Η παρούσα περίπτωση εφαρμόζεται με τους ίδιους όρους σε όλους του πιστωτές που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.22: ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΦΟΡΟΥ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίων κατά τα άρθρα 17 επ. του ν.1676/186 (Α΄ 204) δεν επιβάλλεται κατά τη σύσταση των υποκειμένων στο φόρο αυτόν. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ.23: ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΗΛΕΚΤΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ 1. α. Στο άρθρο 2 του ν. 3982/2011 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής: «6. «Μηχανική»: η δραστηριότητα που πραγματεύεται την εφαρμογή της τεχνικής, επιστημονικής και μαθηματικής γνώσης με σκοπό την αξιοποίηση των νόμων της φύσης και των φυσικών πόρων για το σχεδιασμό και την επεξεργασία υλικών, δομών, μηχανισμών, διατάξεων, εγκαταστάσεων, συστημάτων και διεργασιών και την ασφαλή πραγμάτωση ενός επιθυμητού αντικειμενικού στόχου.» β. Η παράγραφος 3 του άρθρου 2 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «3. «Επαγγελματικές Δραστηριότητες»: είναι οι εργασίες που σχετίζονται με τη δραστηριότητα της Μηχανικής, στις διάφορες επί μέρους πτυχές της και ιδίως οι εργασίες: α) εκπόνησης των μελετών που έχουν ως αντικείμενο τη σχεδίαση της ασφαλούς λειτουργίας πάσης φύσεως εξοπλισμού, κύριου ή βοηθητικού, συστατικού ή παραρτήματος, μιας εγκατάστασης, β) επίβλεψης εκτέλεσης των εν λόγω μελετών, γ) υλοποίησης της εγκατάστασης, δ) επίβλεψης και ελέγχου της καλής λειτουργίας της εγκατάστασης, ε) επιτήρησης, επισκευής και συντήρησής της, στ) χειρισμού εξοπλισμού της εγκατάστασης, ζ) παροχής τεχνικών υπηρεσιών και η) πραγματοποίησης πραγματογνωμοσυνών επί εγκαταστάσεων. Οι περιπτώσεις αυτές είναι ενδεικτικές και όχι περιοριστικές.» 2. α. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «α) Κατηγορίες που αφορούν τις επαγγελματικές δραστηριότητες του άρθρου 2 παρ. 4 του παρόντος αναφορικά με τις κατωτέρω αναφερόμενες εγκαταστάσεις. Οι εν λόγω εγκαταστάσεις αφορούν: αα) εγκαταστάσεις σε βιομηχανίες και βιοτεχνίες, ββ) εγκαταστάσεις εξόρυξης ορυκτών και μεταλλευμάτων, γγ) εγκαταστάσεις άντλησης αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου, δδ) εγκαταστάσεις παραγωγής και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου και ατμού, εε) εγκαταστάσεις δικτύων εξυπηρέτησης κτιρίων, ήτοι ηλεκτρικά δίκτυα και συναφείς εγκαταστάσεις, υδραυλικές, ψυκτικές εγκαταστάσεις, εγκαταστάσεις καύσης υγρών και αερίων καυσίμων, καθώς και πάσης φύσεως λέβητες, στστ) λοιπές ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις, ζζ) μη σταθερά μηχανήματα και εξοπλισμός, ηη) εγκαταστάσεις συλλογής, επεξεργασίας και παροχής νερού, θθ) εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων, ιι) εγκαταστάσεις συλλογής, επεξεργασίας και διάθεσης απορριμμάτων, αποβλήτων και ανάκτησης υλικών και ιαια) εγκαταστάσεις αποθήκευσης επικίνδυνων υλικών, καθώς και εγκαταστάσεις κατάψυξης ή συντήρησης ευπαθών προϊόντων.» β. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3982/2011 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η μνεία των παραπάνω κατηγοριών α΄ και β΄ είναι ενδεικτική και όχι περιοριστική.» 3. α. Η παράγραφος 10 του άρθρου 5 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «10. Αν ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος προτίθεται να ασκήσει μία ή περισσότερες επαγγελματικές δραστηριότητες του άρθρου 3, είναι Διπλωματούχος Μηχανικός Πολυτεχνικής Σχολής Ιδρυμάτων του Πανεπιστημιακού Τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης ή ισότιμης σχολής της αλλοδαπής σε γνωστικό αντικείμενο σπουδών το οποίο αντιστοιχεί σε επιμέρους πτυχές της δραστηριότητας της Μηχανικής και αυτό μπορεί να διαπιστώνεται αντικειμενικά, δεν υποχρεούται να εφοδιαστεί με την προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθρου 4 άδεια, αλλά ακολουθείται η διαδικασία που ορίζεται στην κατωτέρω παράγραφο 11. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται μετά από πρόταση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Παιδείας και Θρησκευμάτων, μπορούν να τίθενται περιορισμοί ως προς τη δυνατότητα άσκησης συγκεκριμένης επαγγελματικής δραστηριότητας σε περιπτώσεις εγκαταστάσεων ή τεχνικών έργων ή τμημάτων αυτών, των οποίων η σχεδίαση παρουσιάζει ιδιαίτερη πολυπλοκότητα (σύνθετα προβλήματα μηχανικής τα οποία δεν έχουν προφανή λύση, δηλαδή δεν μπορούν να επιλυθούν με ήδη αποδεκτές βέλτιστες πρακτικές ή ήδη εφαρμοζόμενες μεθοδολογίες ή διαδικασίες ή πρότυπα ποιότητας ή πρωτόκολλα ενεργειών ή συγκεκριμένους κώδικες, αλλά απαιτούν πρωτοτυπία στην ανάλυση) ή η λειτουργία τους παρουσιάζει ιδιαίτερη επικινδυνότητα για την ασφάλεια και το περιβάλλον στη βάση αξιόπιστων και αναγνωρισμένων επιστημονικών μελετών. Τα προεδρικά διατάγματα του προηγούμενου εδαφίου εκδίδονται κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής Τεχνικών Επαγγελμάτων του άρθρου 10, η οποία λαμβάνεται μετά από γνωμοδότηση του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, και προβλέπουν τις πρόσθετες προϋποθέσεις απόκτησης άδειας για την άσκηση των ως άνω επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Σε κάθε περίπτωση, για το χειρισμό μηχανημάτων έργου ή για την καύση πυροτεχνημάτων, απαιτείται αντίστοιχη άδεια, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τις προβλέψεις των παραγράφων 1 έως 9 του παρόντος άρθρου.» β. Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας παρέχεται στο ΤΕΕ προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών από την έκδοση του παρόντος νόμου για την κατάθεση στην Επιτροπή του άρθρου 10 του ν. 3982/2011 σχετικής γνωμοδότησης και προθεσμία δύο (2) μηνών από τη λήψη της γνωμοδότησης στην ανωτέρω Επιτροπή για υποβολή της εισήγησής της. γ. Η κατά τα προεδρικά διατάγματα 112/2012 (Α΄ 197), 113/2012 (Α΄ 198), 114/2012 (Α΄ 199), 115/2012 (Α΄ 200), 1/2013 (Α΄ 3) και 108/2013 (Α΄ 141) χορήγηση βεβαίωσης αναγγελίας στους Μηχανικούς που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 6422/1934 (Α΄ 412) επεκτείνεται σε όλους τους Διπλωματούχους Μηχανικούς Πολυτεχνικής Σχολής Ιδρυμάτων του Πανεπιστημιακού Τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης ή ισότιμης σχολής της αλλοδαπής, το γνωστικό αντικείμενο σπουδών των οποίων αντιστοιχεί σε επιμέρους πτυχές της δραστηριότητας της Μηχανικής. 4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 11 του άρθρου 5 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «Ο ενδιαφερόμενος οφείλει να αναγγείλει εγγράφως στην αρμόδια αρχή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου την έναρξη άσκησης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων, υποβάλλοντας ταυτόχρονα μαζί με τα διπλώματα ή πτυχία που αναφέρονται στο εδάφιο 1 της προηγούμενης παραγράφου και τη, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, άδεια άσκησης επαγγέλματος ή αντίστοιχα τα δικαιολογητικά, που πιστοποιούν τη συνδρομή των αντικειμενικά διαπιστούμενων προϋποθέσεων, όπως αυτές προσδιορίζονται με τα προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου 4 του άρθρου 4 και της παραγράφου 2 του άρθρου 4Α.» 5. Η παράγραφος 2 του άρθρου 16 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Με την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 4Α καταργούνται οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, περιλαμβανομένων των προεδρικών διαταγμάτων και των υπουργικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 6422/1934, που ρυθμίζουν διαφορετικά τα θέματα αδειοδότησης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων των περιπτώσεων α΄, β΄, δ΄ και η΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 2, κατά το μέρος που αφορούν τα θέματα αυτά.» 6. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων 2, 3 και 4 της παραγράφου 10 του άρθρου 5 του ν. 3982/2011, όπως τροποποιείται με την περίπτωση 3 της παρούσας υποπαραγράφου, η ισχύς των ρυθμίσεων που εισάγονται με την παρούσα υποπαράγραφο αρχίζει από 1.1.2015. ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Ζ: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Τα άρθρα 30 και 33 του ν. 682/1977 «Περί Ιδιωτικών σχολείων Γενικής Εκπαιδεύσεως και Σχολικών Οικοτροφείων» (Α΄ 244) και η παράγραφος 1 του άρθρου 11 του ν. 1351/1983 «Εισαγωγή σπουδαστών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και άλλες διατάξεις» (Α΄ 56) καταργούνται. ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Η: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ 1. Η παράγραφος 6 του άρθρου 10 του ν. 3028/2002 (Α΄ 153) αντικαθίσταται ως εξής: «6. Στις περιπτώσεις που απαιτείται έγκριση σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, αυτή προηγείται από τις άδειες άλλων αρχών που αφορούν την επιχείρηση ή την εκτέλεση του έργου ή της εργασίας και τα στοιχεία της αναγράφονται με ποινή ακυρότητας στις άδειες αυτές. Η έγκριση χορηγείται μέσα σε τρεις (3) μήνες από την υποβολή της σχετικής αίτησης. Ειδικά για αιτήματα αδειοδοτήσεων καταστημάτων λιανικής πώλησης υγειονομικού ενδιαφέροντος, η ανωτέρω έγκριση χορηγείται μέσα σε δύο (2) μήνες από την υποβολή της σχετικής αίτησης.» 2. Το άρθρο 1 του ν. 358/1976, όπως ισχύει, καταργείται. ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Θ: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Θ.1: ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑ−ΠΑΡΑΤΑΣΗΣΥΝΕΠΕΙΕΣ−ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ−ΠΑΡΟΧΕΣ ΟΑΕΔ 1. Ο τίτλος της υποπαραγράφου Ζ.2 της παρ.Ζ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄122), όπως ισχύει, συμπληρώνεται ως εξής: «ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑ−ΠΑΡΑΤΑΣΗ−ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ−ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ−ΠΑΡΟΧΕΣ ΟΑΕΔ» 2. Μετά την εσωτερική παράγραφο 4 της υποπαραγράφου Ζ.2 της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄122), όπως ισχύει, προστίθεται νέα εσωτερική παράγραφος 4α ως εξής: «4.α.i. Στους μόνιμους και στους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλους του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α., οι οποίοι τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας , σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του ν. 4172/2013 (Α΄167) και, στη συνέχεια, λύεται η εργασιακή τους σχέση λόγω κατάργησης της θέσης τους, το Ελληνικό Δημόσιο καταβάλλει αποζημίωση απόλυσης ειδικά και μόνο λόγω κατάργησης θέσης. Για τον υπολογισμό του ποσού αποζημίωσης, ως βάση λαμβάνεται ο βασικός μισθός του υπαλλήλου κατά την ημερομηνία που τέθηκε σε διαθεσιμότητα και ως χρόνος υπηρεσίας υπολογίζεται όλος ο χρόνος που ελήφθη υπόψη για την κατάταξη του υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 4024/ 2011 (Α΄ 226), ο χρόνος που μεσολάβησε μέχρι τη θέση του υπαλλήλου σε καθεστώς διαθεσιμότητας, καθώς και ο χρόνος διαθεσιμότητας. Κατά τα λοιπά, η αποζημίωση υπολογίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 55 του π.δ. 410/1988 (Α΄ 191), όπως ισχύει. Στο ανωτέρω προσωπικό, εφόσον έχει συμπληρώσει τις προϋποθέσεις για λήψη σύνταξης, καταβάλλεται στο μεν επικουρικά ασφαλισμένο το 40%, στο δε μη επικουρικά ασφαλισμένο το 50% της ως άνω προβλεπόμενης αποζημίωσης. Οι αποδοχές διαθεσιμότητας, που έλαβαν οι εν λόγω υπάλληλοι, συμψηφίζονται στην ως άνω αποζημίωση απόλυσης, την οποία και μειώνουν αναλόγως ως εξής: Αν ο υπάλληλος έχει υπηρεσία μέχρι τρία (3) έτη δεν συμψηφίζεται κανένα ποσό. Για υπηρεσία από τρία (3) έτη και μία ημέρα έως έξι (6) έτη συμψηφίζονται αποδοχές διαθεσιμότητας μισού μήνα. Για υπηρεσία από έξι (6) έτη και μία ημέρα έως δώδεκα (12) έτη συμψηφίζονται αποδοχές διαθεσιμότητας ενός μήνα, για υπηρεσία από δώδεκα (12) έτη και μία ημέρα έως δεκαοκτώ (18) έτη συμψηφίζονται αποδοχές διαθεσιμότητας δύο (2) μηνών, για υπηρεσία από δεκαοκτώ (18) έτη και μία ημέρα έως είκοσι τέσσερα (24) έτη συμψηφίζονται αποδοχές διαθεσιμότητας τριών (3) μηνών. Τέλος για υπηρεσία από είκοσι τέσσερα (24) έτη και μία ημέρα και άνω συμψηφίζονται αποδοχές διαθεσιμότητας τεσσάρων (4) μηνών. Η ανωτέρω αποζημίωση, μετά και τον προβλεπόμενο ως άνω συμψηφισμό, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 15.000 ευρώ. Υπάλληλοι που λαμβάνουν την αποζημίωση του παρόντος άρθρου δεν δικαιούνται ταυτόχρονα καμία άλλη αποζημίωση για την ίδια αιτία. Η αποζημίωση της παρούσας υποπαραγράφου φορολογείται όπως κάθε άλλη αποζημίωση διακοπής σχέσεως εργασίας, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 4172/2013, όπως εκάστοτε ισχύει. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζονται ο υπόχρεος για την καταβολή, ο τρόπος της καταβολής, η διαδικασία, το ύψος της αποζημίωσης, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας. Στις ανωτέρω ρυθμίσεις υπάγονται και οι υπάλληλοι των οποίων η εργασιακή σχέση λύθηκε κατ’ εφαρμογήν των ως άνω διατάξεων, για τους οποίους η σχετική πράξη εκδόθηκε πριν την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης. ii. Οι υπάλληλοι της ανωτέρω περίπτωσης i, των οποίων η εργασιακή σχέση λύεται, δικαιούνται το επίδομα ανεργίας, καθώς επίσης και τις λοιπές παροχές που χορηγούνται από τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.), υπό τις προϋποθέσεις των οικείων διατάξεων, έστω και αν δεν είχαν υπαχθεί στην ασφάλιση ανεργίας του εν λόγω Οργανισμού. Για την καταβολή των ανωτέρω λαμβάνονται υπόψη, αντί του εγγράφου καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, η σχετική πράξη λύσης της εργασιακής σχέσης και, αντί των ημερών εργασίας απασχόλησης, ο χρόνος υπηρεσίας του υπαλλήλου, που κατά την υποπαράγραφο Θ.1. υπολογίζεται για την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης. Τα δικαιολογητικά που, κατά τις οικείες διατάξεις, απαιτούνται για την καταβολή του επιδόματος ανεργίας και των άλλων παροχών περιορίζονται σε εκείνα που είναι συμβατά με το χαρακτήρα της εργασιακής σχέσης, καθώς και τον τρόπο λύσης αυτής. Οι μόνιμοι και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπάλληλοι του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. οι οποίοι τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4172/2013 και στη συνέχεια απολύονται λόγω κατάργησης της θέσης τους, μπορούν να εντάσσονται σε ειδικά προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, εκπαίδευσης και επιμόρφωσης του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ.Α.). Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζεται το ειδικότερο περιεχόμενο και οι στόχοι των ως άνω προγραμμάτων, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία υπαγωγής σε αυτά, η διάρκειά τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια τεχνικού ή διαδικαστικού χαρακτήρα. iii. Το αρμόδιο κατά περίπτωση όργανο διοίκησης εκδίδει την πράξη λύσης της εργασιακής σχέσης του υπαλλήλου. Η πράξη λύσης της εργασιακής σχέσης υπαλλήλων Ο.Τ.Α. Α΄ και Β΄ Βαθμού, σε περίπτωση που δεν εκδοθεί από το αρμόδιο όργανο διοίκησης εντός πέντε (5) ημερών από τη λήξη του καθεστώτος διαθεσιμότητας, εκδίδεται από το Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Η πράξη λύσης της εργασιακής σχέσης υπαλλήλων Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι., σε περίπτωση που δεν εκδοθεί από το αρμόδιο όργανο διοίκησης εντός πέντε (5) ημερών από τη λήξη του καθεστώτος διαθεσιμότητας, εκδίδεται από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων.» 3. Στο τέλος της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Ζ.2 της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄ 122), όπως ισχύει, προστίθενται εδάφια ως εξής: «Η διαθεσιμότητα υπαλλήλου η οποία βρίσκεται σε κατάσταση διαπιστωμένης εγκυμοσύνης, που αρχίζει ή εξελίσσεται εντός του διαστήματος της διαθεσιμότητας, παρατείνεται μέχρι την ημέρα του τοκετού και επιπλέον διάστημα δώδεκα (12) μηνών μετά από αυτόν, ανεξάρτητα αν το νεογνό γεννηθεί ζωντανό ή όχι. Το χρονικό διάστημα της διαθεσιμότητας υπαλλήλου, η οποία τεκνοποίησε πριν από την έναρξη του χρόνου της διαθεσιμότητας, παρατείνεται για διάστημα δώδεκα (12) μηνών μετά την ημέρα του τοκετού. Η υπάλληλος οφείλει να προσκομίσει τη ληξιαρχική πράξη γέννησης τέκνου ή με υπεύθυνη δήλωση (ν. 1599/1986) της ενδιαφερόμενης που συνοδεύεται απαραίτητα από βεβαίωση ιατρού γυναικολόγου ότι το νεογνό δεν γεννήθηκε ζωντανό. H εγκυμοσύνη αποδεικνύεται με υπεύθυνη δήλωση (ν. 1599/1986) της εγκύου, που συνοδεύεται απαραίτητα από τα αποτελέσματα σχετικής εξέτασης εργαστηρίου καθώς και από βεβαίωση ιατρού γυναικολόγου, στην οποία γίνεται μνεία για τη, μέχρι το χρόνο έκδοσης της βεβαίωσης αυτής, διανυθείσα διάρκεια της κύησης. Τα εν λόγω δικαιολογητικά υποβάλλονται στην υπηρεσία της ενδιαφερόμενης εντός του αρχικού χρόνου της διαθεσιμότητας ή το αργότερο εντός μηνός από τη λήξη του, εάν η εγκυμοσύνη δεν μπορούσε να διαπιστωθεί εντός του αρχικού χρόνου. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η ύπαρξη διαπιστωμένης εγκυμοσύνης δημιουργεί υποχρέωση ανάκλησης της πράξης λύσης της υπαλληλικής σχέσης που τυχόν είχε εκδοθεί εντωμεταξύ. Η για οποιονδήποτε λόγο πρόωρη διακοπή της εγκυμοσύνης δηλώνεται αμέσως από την ενδιαφερόμενη στην υπηρεσία της εγγράφως. Η εξαιτίας φυσικών αιτίων διακοπή της εγκυμοσύνης ή η διακοπή αυτής, που οφείλεται στους λόγους των περιπτώσεων β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 304 του Ποινικού Κώδικα, όπως ισχύει, θεωρείται δικαιολογημένη και συνεπάγεται τη διακοπή της παράτασης της διαθεσιμότητας και τη λύση της υπαλληλικής σχέσης της υπαλλήλου, που επέρχονται αυτοδικαίως μετά την πάροδο ενός μηνός από τη διακοπή της εγκυμοσύνης. Η διακοπή της εγκυμοσύνης που πραγματοποιείται με τη βούληση της εγκύου και δεν οφείλεται στους λόγους των περιπτώσεων β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 304 του Ποινικού Κώδικα, όπως ισχύει, θεωρείται αδικαιολόγητη και επιφέρει αυτοδικαίως τη διακοπή της παράτασης της διαθεσιμότητας και τη λύση της υπαλληλικής σχέσης, που επέρχονται αυτοδικαίως από τη διακοπή της εγκυμοσύνης, δημιουργεί δε την υποχρέωση στην υπάλληλο να επιστρέψει, ως αχρεωστήτως καταβληθείσες, τις αποδοχές διαθεσιμότητας που έλαβε και που αντιστοιχούν στη, λόγω της εγκυμοσύνης, παράτασή της. Στις περιπτώσεις των αμέσως ανωτέρω δύο παραγράφων, η διαπίστωση της διακοπής της παράτασης της διαθεσιμότητας και της λύσης της υπαλληλικής σχέσης διαπιστώνονται με την έκδοση σχετικής πράξης που εκδίδεται από το όργανο, το οποίο, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, είναι κάθε φορά αρμόδιο για την έκδοση πράξης λύσης της υπαλληλικής σχέσης. Η εξαιτίας φυσικών αιτίων διακοπή της εγκυμοσύνης ή εκείνη που πραγματοποιείται για τους λόγους που αναφέρονται στις περιπτώσεις β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 4 του Ποινικού Κώδικα, όπως ισχύει, αποδεικνύεται κατά τον ίδιο τρόπο όπως και η ύπαρξή της, χωρίς να απαιτούνται αποτελέσματα εξέτασης εργαστηρίου, εάν η διακοπή της εγκυμοσύνης συνέβη υπό συνθήκες που εκ των πραγμάτων ή με βάση τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης δεν θα ήταν δυνατή, αναγκαία ή απαραίτητη η πραγματοποίηση σχετικής εξέτασης σε εργαστήριο. Η διακοπή της εγκυμοσύνης, που δεν αποδεικνύεται με τον ως άνω τρόπο, θεωρείται αδικαιολόγητη για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος. Η υπάλληλος που βρίσκεται σε οποιαδήποτε από τις προαναφερόμενες καταστάσεις, που σχετίζονται με υφιστάμενη ή διακοπείσα εγκυμοσύνη, υποχρεούται να δέχεται την επίσκεψη ελεγκτή ιατρού. Στις ανωτέρω ρυθμίσεις υπάγονται και οι υπάλληλοι, οι οποίες είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Θ.2: ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΑΠΟΔΟΧΩΝ Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης ii της παραγράφου 1.δ. του άρθρου δεύτερου του ν. 3845/2010 (Α΄ 65), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 4223/ 2013 (Α΄ 287) και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «ii) Ως προς τα νομικά πρόσωπα: για όσο διάστημα παρατηρείται παρέκκλιση από την απογραφή στο Μητρώο Μισθοδοτούμενων Ελληνικού Δημοσίου και από τη διαδικασία πληρωμής μέσω ΕΑΠ, αναστέλλεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, η επιχορήγηση ή απόδοση πόρων ή οποιασδήποτε μορφής ενίσχυση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Θ.3: ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑ ΕΩΣ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΟΡΙΣΤΙΚΩΝ ΠΙΝΑΚΩΝ ΔΙΑΘΕΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΟΥΣ ΚΛΑΔΟΥΣ ΤΟΥ ν. 4172/2013 Οι διατάξεις του άρθρου 40 του ν. 4250/2014 (Α΄ 74), όπως ισχύει εφαρμόζονται και στους υπαλλήλους που έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα δυνάμει των άρθρων 80, 81, 82 και 93 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167). ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Θ.4: MH ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗΣ Στην εσωτερική παράγραφο 1 περίπτωση β΄της υποπαρ. Ζ2 της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, όπως ισχύει προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Υπάλληλοι οι οποίοι δεν αποδέχονται την τοποθέτησή τους στο πλαίσιο της ως άνω υποχρεωτικής μετάταξης, δεν έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση για την εκούσια μετάταξή τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (άρθρο 154 παρ. 4 Υπαλληλικού Κώδικα, άρθρο 158 παρ. 4 Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων) και παραμένουν σε διαθεσιμότητα μέχρι τη λήξη του καθεστώτος της διαθεσιμότητας.» ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Ι: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑΣ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Ι.1: ΜΟΝΑΔΕΣ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΝΟΣΗΛΕΙΑΣ (Μ.Η.Ν.) 1. Το άρθρο 33 του ν. 4025/2011 (Α΄ 228) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Επιτρέπεται η ίδρυση, ανάπτυξη και λειτουργία Μονάδων Ημερήσιας Νοσηλείας (Μ.Η.Ν.), ως εξής: α) δημόσιων Μ.Η.Ν. στα δημόσια Νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ. (Μ.Η.Ν.–Ε.Σ.Υ.), β) δημόσιων Μ.Η.Ν. στις δημόσιες μονάδες της Π.Φ.Υ. του Π.Ε.Δ.Υ. (Μ.Η.Ν.–Π.Ε.Δ.Υ.), γ) αυτοτελών ιδιωτικών Μ.Η.Ν. (εκτός ιδιωτικών κλινικών) και δ) Μ.Η.Ν. ως μονάδες ιδιωτικών κλινικών. 2. Ως Μ.Η.Ν. ορίζεται η υγειονομική μονάδα η οποία παρέχει υπηρεσίες υγείας θεραπευτικής ή χειρουργικής φύσεως, για τις οποίες δεν απαιτείται γενική, ραχιαία ή επισκληρίδιος αναισθησία και νοσηλεία χωρίς διανυκτέρευση, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. 3. Οι Μ.Η.Ν. – Ε.Σ.Υ. δύνανται να ιδρύονται και να λειτουργούν σε: α. Νοσοκομεία δυναμικότητας 400 και άνω κλινών, εκτός του κτιριακού συγκροτήματος αυτών, στα οποία υπάγονται οργανικά και διοικητικά και αποτελούν αυτοτελείς αποκεντρωμένες υγειονομικές μονάδες αυτών, με ειδική στελέχωση και εξοπλισμό, με συνέχιση λειτουργίας της υφιστάμενης Βραχείας Νοσηλείας. β. Νοσοκομεία δυναμικότητας 400 και άνω κλινών, εντός του κτιριακού συγκροτήματος αυτών, τα οποία αποτελούν αυτοτελείς υγειονομικές μονάδες αυτών, με ειδική στελέχωση και εξοπλισμό. γ. Νοσοκομεία δυναμικότητας κάτω των 400 κλινών, χωροταξικά στον ίδιο χώρο με αυτά, τα οποία λειτουργούν παράλληλα με τα υφιστάμενα Τμήματα Βραχείας Νοσηλείας. 4. Με αποφάσεις του Υπουργού Υγείας, μετά από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., καταρτίζεται, τροποποιείται και συμπληρώνεται ο λεπτομερής κατάλογος των ιατρικών θεραπευτικών ή χειρουργικών πράξεων, οι οποίες επιτρέπεται να εκτελούνται σε Μ.Η.Ν.. 5. Με αποφάσεις του Υπουργού Υγείας, μετά από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., ορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, οι τεχνικές προδιαγραφές και ο απαραίτητος τεχνικός εξοπλισμός για την ίδρυση, ανάπτυξη και λειτουργία των Μ.Η.Ν., η σύνθεση του απαραίτητου ιατρικού, νοσηλευτικού, λοιπού προσωπικού, οι αναγκαίες ειδικότητες, καθώς και οι λεπτομέρειες για τη διοικητική και επιστημονική διεύθυνση των Μ.Η.Ν., το ωράριο λειτουργίας, ο τρόπος και η διαδικασία παραπομπής σε αυτές, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Στην ίδια υπουργική απόφαση καθορίζονται η διαδικασία, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και ο έλεγχος για τη χορήγηση βεβαίωσης λειτουργίας στις Μ.Η.Ν. της περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 του παρόντος. Με αποφάσεις του Υπουργού Υγείας, μετά από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ. καθορίζονται τα δημόσια νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ. με τα οποία αναγκαία διασυνδέονται επιστημονικά οι Μ.Η.Ν. των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παρ. 1 του παρόντος. 6. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Υγείας, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Οικονομικών ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στη σύναψη συμβάσεων μεταξύ Μ.Η.Ν. και Ασφαλιστικών Φορέων. 7. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Υγείας, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Οικονομικών, μετά από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στην κοστολόγηση των ιατρικών πράξεων, βάσει των οποίων αποζημιώνονται οι Μ.Η.Ν.» 2. Όπου στις ως άνω περιπτώσεις απαιτείται έκδοση απόφασης του Υπουργού Υγείας ή/και κοινή απόφαση των συναρμόδιων Υπουργών, μετά από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ., αυτή εκδίδεται εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την υποβολή του σχετικού αιτήματος στο ΚΕ.Σ.Υ.. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Ι.2: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΟΥ Ε.Κ.Α.Β. ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΑΠΟ ΤΑ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ ΤΟΥ Ε.Σ.Υ. Α. Διαθεσιμότητα 1. Το σύνολο των υπαλλήλων των κλάδων ΔΕ Οδηγών, ΔΕ Τεχνικού (ειδικότητας Οδηγών) και ΔΕ Πληρωμάτων Ασθενοφόρων, οι οποίοι κατέχουν οργανικές ή προσωποπαγείς θέσεις στα νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ. τίθεται, αυτοδικαίως, από 8 Απριλίου 2014 σε καθεστώς διαθεσιμότητας με ταυτόχρονη κατάργηση των θέσεων που κατέχει. Οι ανωτέρω υπάλληλοι παραμένουν σε καθεστώς διαθεσιμότητας επί ένα (1) μήνα και εν συνεχεία, μετατάσσονται/μεταφέρονται, μετά από αίτησή τους, με τους όρους και τις προϋποθέσεις των διατάξεων της παραγράφου Β΄, σε οργανικές θέσεις που συστήνονται για το σκοπό αυτόν στον κλάδο ΔΕ Πληρωμάτων Ασθενοφόρων του Ε.Κ.Α.Β., όπως προβλέπεται με την παρ. 4 του άρθρου 17 του ν. 4224/2013 (A΄ 288). Στους υπαλλήλους που τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας καταβάλλονται τα τρία τέταρτα (3/4) των αποδοχών τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας, εξακολουθούν να καταβάλλονται από τον φορέα προέλευσης οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου που αναλογούν για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη. Οι εισφορές αυτές, από τη θέση του υπαλλήλου σε διαθεσιμότητα και για το χρονικό διάστημα που αυτή διαρκεί, προσδιορίζονται στο 75% των αποδοχών αυτού. 2. Στον κλάδο ΔΕ Πληρωμάτων Ασθενοφόρων του Ε.Κ.Α.Β. δύναται να μεταταχθούν/μεταφερθούν, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων του άρθρου 8 του π.δ. 348/1996 (Α΄ 229), όπως έχει αντικατασταθεί με την υπ’ αριθμ. Υ4δ/49901/4.7.2002 (Β΄ 860) κοινή υπουργική απόφαση, υπάλληλοι νοσοκομείων, αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας, των κλάδων ΔΕ Οδηγών, ΔΕ Τεχνικού (ειδικότητας Οδηγών) και ΔΕ Πληρωμάτων Ασθενοφόρων, οι οποίοι κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου υπηρετούν στους αντίστοιχους κλάδους ή/και ειδικότητες και κατέχουν τα τυπικά προσόντα των άρθρων 20 και 21 του π.δ. 50/2001 (Α΄ 39) και παρ. 13, άρθρο μόνο του π.δ. 347/2003 (Α΄ 315). Η μετάταξη/μεταφορά στο Ε.Κ.Α.Β. όσων εκ των ανωτέρω υπαλλήλων δεν κατέχουν την προβλεπόμενη επαγγελματική άδεια οδήγησης (τουλάχιστον Γ΄ κατηγορίας) γίνεται σε αντίστοιχες των προσόντων που κατέχουν συνιστώμενες προσωποπαγείς θέσεις, οι οποίες καταργούνται μετά τη για οποιαδήποτε λόγο αποχώρηση των υπηρετούντων σε αυτές, με ταυτόχρονη δέσμευση αντίστοιχων κενών οργανικών θέσεων, εφόσον υφίστανται κενές θέσεις. 3. Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων της υποπαραγράφου 1, τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας δεκαπέντε (15) ημερών όσοι εκ των ανωτέρω περιγραφομένων υπαλλήλων εμπίπτουν στις ακόλουθες κοινωνικές κατηγορίες: α) υπάλληλος που τελεί σε αναπηρία, σε ποσοστό 67% και άνω, β) πολύτεκνος, κατά την έννοια των παρ. 1 έως 3, του άρθρου πρώτου του ν. 1910/1944 (Α΄ 229), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 3454/2006 (Α΄ 75) εφόσον τα τέκνα αυτού συνοικούν με αυτόν και ανήκουν στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως αυτός ισχύει σήμερα, γ) υπάλληλος του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος ή τέκνο τελεί σε αναπηρία, σε ποσοστό 67% και άνω και ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως αυτός ισχύει σήμερα και του οποίου το ετήσιο συνολικό εισόδημα του εξαρτώμενου δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ, δ) υπάλληλος, ο οποίος δυνάμει νόμου ή δικαστικής αποφάσεως, ασκεί, κατ΄ αποκλειστικότητα, τη γονική μέριμνα τέκνου, συνοικεί με αυτό και αυτό ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως αυτός ισχύει σήμερα, εφόσον το συνολικό ετήσιο εισόδημα του εξαρτώμενου τέκνου δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ, ε) υπάλληλος, ο οποίος έχει οριστεί δικαστικός συμπαραστάτης, δυνάμει δικαστικής απόφασης, συνοικεί με τον συμπαραστατούμενο και το συνολικό ετήσιο εισόδημα του συμπαραστατούμενου δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ. στ) υπάλληλος, του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος τίθεται, δυνάμει του παρόντος, σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Στην περίπτωση αυτή, με κοινή αίτηση των συζύγων προς την υπηρεσία προέλευσής τους δηλώνεται η προτίμηση υπαγωγής στις ευνοϊκότερες ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου υπέρ του ενός εκ των δύο συζύγων, ζ) υπάλληλος, του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος τελεί ήδη σε καθεστώς διαθεσιμότητας ή έχει απολυθεί, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4, του άρθρου 90 του ν. 4172/2013. Το γεγονός αυτό κοινοποιείται προς την υπηρεσία προέλευσης του υπαλλήλου που πρόκειται να τεθεί, δυνάμει του παρόντος, σε καθεστώς διαθεσιμότητας, με ευθύνη του και προκειμένου αυτός να υπαχθεί στις ευνοϊκότερες ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου, η) υπάλληλος που έχει τεθεί ήδη σε καθεστώς διαθεσιμότητας στο πλαίσιο προγενέστερης διαδικασίας και μέσω της κινητικότητας έχει μεταταχθεί/μεταφερθεί σε φορέα που με το παρόν εντάσσεται σε μεταρρυθμιστική δράση. 4. Οι διαπιστωτικές πράξεις για τη θέση σε καθεστώς διαθεσιμότητας των ανωτέρω υπαλλήλων εκδίδονται από το όργανο διοίκησης του φορέα προέλευσης. Β. Κινητικότητα 1. Οι αναφερόμενοι στις υποπαραγράφους 1 και 3 της παραγράφου Α υπάλληλοι, που έχουν τεθεί σε καθεστώς διαθεσιμότητας μετατάσσονται/μεταφέρονται, με την ίδια εργασιακή σχέση, σε οργανικές θέσεις, που συστήνονται για το σκοπό αυτόν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υποπαράγραφο 1 της παραγράφου Α΄, κατόπιν αιτήσεων–δηλώσεών τους, περί αποδοχής της εν λόγω θέσης. Οι ανωτέρω αιτήσεις – δηλώσεις υποβάλλονται από τους ενδιαφερομένους, εντός επτά (7) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία έκδοσης των διαπιστωτικών πράξεων της ως άνω υποπαραγράφου 3, της παραγράφου Α΄. Οι εν λόγω αιτήσεις – δηλώσεις, οι οποίες υπέχουν θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 (Α΄ 75), υποβάλλονται από τους ενδιαφερόμενους στις αρμόδιες υπηρεσίες του Φορέα προέλευσής τους, οι οποίες με ευθύνη τους τις διαβιβάζουν στην αντίστοιχη υπηρεσία του Ε.Κ.Α.Β., εντός τριών (3) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής. 2. Οι μετατασσόμενοι/μεταφερόμενοι ως άνω υπάλληλοι οφείλουν, αρχικά, να παρουσιαστούν στην αρμόδια υπηρεσία του Φορέα υποδοχής την επόμενη εργάσιμη ημέρα, από τη λήξη της διαθεσιμότητας σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους Α1 και Α3. Στην περίπτωση που ο μετατασσόμενος/μεταφερόμενος υπάλληλος δεν παρουσιαστεί, με δική του υπαιτιότητα, προκειμένου να αναλάβει υπηρεσία, την επόμενη εργάσιμη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης μετάταξης/μεταφοράς, απολύεται αυτοδικαίως. 3. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης υποβολής της σχετικής αίτησης–δήλωσης αποδοχής, ο υπάλληλος που έχει τεθεί σε καθεστώς διαθεσιμότητας απολύεται αυτοδικαίως, μετά την πάροδο του προκαθορισμένου χρόνου των υποπαραγράφων 1 και 3 της παραγράφου Α΄ του παρόντος. 4. Οι πράξεις μετάταξης/μεταφοράς των εν λόγω υπαλλήλων εκδίδονται από το αρμόδιο όργανο διοίκησης του Φορέα υποδοχής και ισχύουν από την επόμενη της λήξης του ανά περίπτωση προβλεπόμενου στο παρόν χρόνου διαθεσιμότητας. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Ι.3: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 100 ΤΟΥ Ν. 4172/2013 1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 100 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) αντικαθίσταται ως εξής: «3. Ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. δύναται να συμψηφίζει το παραπάνω ποσό με ισόποση οφειλή εντός του ίδιου ή/και του προηγούμενου έτους προς τους αναφερόμενους στην προηγούμενη παράγραφο ιδιώτες παρόχους για την παροχή από αυτούς προς τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., υπηρεσιών υγείας. Ο οριστικός και τελικός συμψηφισμός γίνεται μεταξύ επιστρεφόμενων ποσών από τους ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας και εκκαθαρισμένων οφειλών του Ε.Ο.Π.Υ.Υ..» 2. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 100 του ν. 4172/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Το ποσό της επιστροφής που οφείλει ο πάροχος υπολογίζεται επί των νομίμων παραστατικών και συμψηφίζεται με το ποσό που οφείλει να καταβάλει ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. στον πάροχο, εντός του ίδιου ή/και του προηγούμενου έτους.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Ι.4: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ Ν. 3918/2011 Στο τέλος της παρ. 12 του άρθρου 28 του ν. 3918/2011 (Α΄ 31) προστίθενται εδάφια ως εξής: «Οι συμβάσεις των θεραπευτών ιατρών με τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., οι οποίες λήγουν στις 30.3.2014, παρατείνονται μέχρι και τις 30.6.2014. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Υγείας και Οικονομικών καθορίζεται το ύψος της αμοιβής τους και ο αριθμός των επισκέψεων των συμβεβλημένων ιατρών.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Ι.5: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ Ν. 4238/2014 To πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του ν. 4238/2014 (Α΄ 38) αντικαθίστανται ως εξής: «1. Εκ των υπαλλήλων των παραγράφων 1 και 2 του προηγούμενου άρθρου, που έχουν τεθεί σε καθεστώς διαθεσιμότητας, οι ιατροί/οδοντίατροι, μόνιμοι και Ι.Δ.Α.Χ., μετατάσσονται/μεταφέρονται αναδρομικά από την ημερομηνία λήξης του χρόνου διαθεσιμότητας, με την ίδια εργασιακή σχέση, σε οργανικές θέσεις πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, που συνιστώνται για το σκοπό αυτόν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του προηγούμενου άρθρου, κατόπιν αιτήσεώς τους, περί αποδοχής της εν λόγω θέσης, λαμβανομένων υπόψη και των ρυθμίσεων της παρ. 18 του άρθρου 32 του ν. 2190/1994, όπως ισχύει. Το λοιπό προσωπικό των ως άνω παραγράφων 1 και 2 μετατάσσεται/μεταφέρεται, αναδρομικά από την ημερομηνία λήξης του χρόνου διαθεσιμότητας, με την ίδια εργασιακή σχέση, κατόπιν αιτήσεώς τους, περί αποδοχής της εν λόγω θέσης. Η ισχύς των προηγούμενων εδαφίων αρχίζει την 4η Μαρτίου 2014.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Ι.6: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 45 ΤΟΥ ν. 3986/2011 Η παράγραφος 2 του άρθρου 45 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Κατ’ εξαίρεση των ανωτέρω διατάξεων, στα καζίνο και στα κέντρα διασκέδασης με ζωντανή μουσική εμβαδού άνω των 300 τ.μ. και στα καταστήματα όπου νομίμως διεξάγονται τυχερά παίγνια, μπορούν να δημιουργούνται χώροι καπνιζόντων, οι οποίοι δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το ένα δεύτερο (1/2) του συνολικού εμβαδού του καταστήματος. Για τη δημιουργία τέτοιων χώρων καταβάλλεται ετήσιο τέλος ποσού διακοσίων (200) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις λειτουργίας των χώρων καπνιζόντων, ο χρόνος καταβολής και η διαδικασία είσπραξης του ετήσιου τέλους και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων.» ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ.1.: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ Ο.Α.Ε.Ε. 1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 15 του π.δ. 258/2005 περί Καταστατικού του Ο.Α.Ε.Ε. (Α΄ 316) όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «2. Οι εισφορές καταβάλλονται από τους υπόχρεους ασφαλισμένους μηνιαίως και μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα εκείνου στον οποίο ανάγονται, διαφορετικά από την πρώτη ημέρα του μεθεπόμενου μήνα καθίστανται καθυστερούμενες και υπόκεινται σε επιβαρύνσεις, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε. που εκδίδεται εντός διμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, καθορίζονται ο χρόνος έναρξης και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.» 2. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 39 του ν. 2084/ 1992 (Α΄ 165) όπως ισχύει, προστίθενται εδάφια ως εξής: «Σε περίπτωση που προκύπτει υποχρεωτική ασφάλιση στο Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ. και στον Ο.Α.Ε.Ε., ο ασφαλισμένος υπάγεται υποχρεωτικά στον Ο.Α.Ε.Ε., για το σύνολο του χρόνου της παράλληλης απασχόλησης, χωρίς δικαίωμα επιλογής ασφαλιστικού οργανισμού, εφόσον ο χρόνος ασφάλισης στο Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ. υπολείπεται των εικοσιπέντε (25) ημερών ασφάλισης ανά μήνα. Πρόσωπα που εξαιρέθηκαν από την υποχρεωτική ασφάλιση του Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ. ή του Ο.Α.Ε.Ε. με τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 2084/1992, όπως αυτές ίσχυσαν μέχρι τη συμπλήρωσή τους από τις διατάξεις του παρόντος, επανεξετάζονται με τις διατάξεις του νόμου αυτού μετά τη λήξη της χορηγηθείσας εξαίρεσής τους. Εκκρεμείς αιτήσεις – ενστάσεις ενώπιον των αρμόδιων διοικητικών οργάνων που κρίνονται μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου αντιμετωπίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής. Με Απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, ύστερα από γνώμη των ΔΣ των ΟΑΕΕ και ΙΚΑ−ΕΤΑΜ που εκδίδεται εντός τριμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, καθορίζονται θέματα αναγκαία για την υλοποίηση του παρόντος.» 3. Οι ορκωτοί ελεγκτές– λογιστές που είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών (Σ.Ο.Ε.Λ.) υπάγονται από την 1.7.2014 στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε.. Εξαιρούνται όσοι έχουν την 1.7.2014 είκοσι πέντε (25) έτη ασφάλισης στο Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ. ή έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα. Με αίτησή τους, που υποβάλλεται εντός 6 μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, δύνανται να εξαιρούνται από την ασφάλιση στο Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ. και να υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε.. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ.2: ΕΝΔΥΝΑΜΩΣΗ ΕΙΣΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΣΜΩΝ ΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 1. Οι ασφαλιστικοί Οργανισμοί για την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών κατά την έννοια του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 101 του ν. 4172/2013 (Α΄176) παρακρατούν, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 14 του ν. 3614/2007 (Α΄ 267) όπως ισχύει, τα οφειλόμενα ποσά από τις πάσης φύσεως καταβολές, πληρωμές, επιδοτήσεις, αποζημιώσεις, επιχορηγήσεις και δανειοδοτήσεις που καταβάλλονται από το Δημόσιο, τους φορείς του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. και Α.Ε. του δημόσιου τομέα, κατ΄ ανώτατο όριο μέχρι του ύψους οφειλών που αντιστοιχούν στις ετήσιες ασφαλιστικές εισφορές του οικείου φορέα. Οι ασφαλιστικοί οργανισμοί εντός του πρώτου δεκαημέρου εκάστου μηνός αποστέλλουν στην ΗΔΙΚΑ ηλεκτρονικά αρχεία οφειλετών (φυσικών προσώπων) ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών εισφορών. Το Δημόσιο, οι φορείς του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ., και Α.Ε. του δημόσιου τομέα που καταβάλλουν πάσης φύσεως, πληρωμές, επιδοτήσεις, αποζημιώσεις, επιχορηγήσεις και δανειοδοτήσεις, αποστέλλουν δέκα (10) ημέρες πριν την ημερομηνία πληρωμής τα ηλεκτρονικά αρχεία των δικαιούχων των ανωτέρω καταβολών στην ΗΔΙΚΑ Α.Ε.. Η ΗΔΙΚΑ Α.Ε. για λογαριασμό των ασφαλιστικών οργανισμών και των φορέων που καταβάλλουν επιδοτήσεις και αποζημιώσεις, διασταυρώνει εντός δεκαημέρου τα ανωτέρω αρχεία και αποστέλλει στα χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα (απευθείας ή μέσω του Συστήματος Πληρωμών ΔΙΑΣ) τα ποσά προς πίστωση των δικαιούχων, αφού έχει γίνει η παρακράτηση των οφειλών στους ασφαλιστικούς οργανισμούς. Επίσης, αποστέλλει στο Σύστημα Πληρωμών ΔΙΑΣ τα ποσά των οφειλών προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς τα οποία παρακρατήθηκαν τα οποία στη συνέχεια μεταφέρονται σε πίστωση των λογαριασμών των ασφαλιστικών οργανισμών. 2. Ποσά που προέρχονται από επιστροφές φόρου προστιθέμενης αξίας και φόρου εισοδήματος, για τα οποία έχει εκδοθεί και εκκαθαριστεί το σχετικό ατομικό φύλλο έκπτωσης, συμψηφίζονται υποχρεωτικά με οφειλές προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης και αποδίδονται υπέρ των οικείων ασφαλιστικών οργανισμών. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, καθορίζονται οι προϋποθέσεις, η διαδικασία του συμψηφισμού, ο τρόπος απόδοσης των ποσών στον οικείο ασφαλιστικό οργανισμό, καθώς και κάθε άλλο ειδικό θέμα ή λεπτομέρεια σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. 3. Α. Το άρθρο 39 του ν. 4052/2012 (Α΄ 41) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 39 Οικονομικό σύστημα λειτουργίας 1. Το ΕΤΕΑ λειτουργεί για όσους ασφαλίζονται για πρώτη φορά από 1.1.2014 με βάση το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση. Το ίδιο σύστημα εφαρμόζεται και για τους ασφαλισμένους μέχρι 31.12.2013 για το χρόνο ασφάλισης από 1.1. 2015 και εφεξής. 2. Οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται για κάθε ασφαλισμένο των κατηγοριών αυτών τηρούνται σε ατομικές μερίδες από 1.1.2014.» Β. Η παράγραφος 3 του άρθρου 42 του ν. 4052/2012 (Α΄ 41) αντικαθίσταται ως εξής: «3. Για τους ασφαλισμένους μέχρι 31.12.2013, οι οποίοι συνταξιοδοτούνται μετά την 1.1.2015, το ποσό της σύνταξης αποτελείται από το άθροισμα δύο τμημάτων: α) το τμήμα σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής τους έως 31.12.2014 υπολογίζεται σύμφωνα με τις οικείες καταστατικές διατάξεις και τη γενικότερη νομοθεσία, όπως ισχύουν, β) το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής τους από 1.1.2015 και εφεξής υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού.» Γ. Το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης του ΕΤΕΑ διαμορφώνεται από 1.7.2014 σύμφωνα με το συντελεστή βιωσιμότητας που προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παρ.1 του άρθρου 42 του ν. 4052/2012. Δ. Από 1.1.2015 οι φορείς, τομείς και κλάδοι Επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, ο κλάδος Επικουρικής ασφάλισης του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας (ΤΕΑΠΑΣΑ) αρμοδιότητας του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη λειτουργούν με βάση το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση και οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται για κάθε ασφαλισμένο τηρούνται σε ατομικές μερίδες. Από την ίδια ημερομηνία οι διατάξεις του άρθρου 42 του ν. 4052/2012 (Α΄41), όπως ισχύει, έχουν ανάλογη εφαρμογή και στους εν λόγω φορείς, τομείς και κλάδους. Ε. Το Μετοχικό Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων (ΜΤΠΥ) αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, καθώς και τα Μετοχικά Ταμεία Στρατού, Αεροπορίας και Ναυτικού αρμοδιότητας του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας υποβάλλουν υποχρεωτικά κάθε έτος στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή (Ε.Α.Α.) αναλογιστική μελέτη και οικονομικές καταστάσεις για έλεγχο βιωσιμότητας. Οι αυξομειώσεις των παροχών διενεργούνται με απόφαση του οικείου Δ.Σ. μετά από σύμφωνη γνώμη της Ε.Α.Α.. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ.3: ΜΕΙΩΣΗ ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ ΚΑΙ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ 1. Α. Από 1.7.2014 καταργούνται: α. Η προβλεπόμενη από τη διάταξη της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν.δ. 3868/1958 (Α΄178) εργοδοτική εισφορά 1%. β. Η προβλεπόμενη από τη διάταξη της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν.δ. 3868/1958 (Α΄178) εργατική εισφορά 1%. γ. Η προβλεπόμενη από τη διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 2054/1952 (Α΄ 96) ειδική εισφορά 1% για την επιδότηση των στρατευμένων μισθωτών, όπως αντικαταστάθηκε με τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν. 2336/1995 (Α΄189). δ. Τα άρθρα 1, 2, 3 παράγραφος 1 περίπτωση γ΄ και παράγραφοι 2 και 3, τα άρθρα 4 έως και 11 και το άρθρο 13 του ν.δ. 3868/1958 (Α΄ 178), καθώς και οι κανονιστικές πράξεις που εκδόθηκαν δυνάμει των ως άνω άρθρων. ε. Με την κατάργηση των ανωτέρω εισφορών καταργούνται οι αντίστοιχες παροχές που καλύπτονταν από τους σχετικούς πόρους. Για το έτος 2014 θα καταβληθεί το ήμισυ του προβλεπόμενου, με τις διατάξεις του ν.δ. 3868/ 1958 (Α΄ 178), ποσού οικογενειακών επιδομάτων. Β. Από 1.7.2014 οι προβλεπόμενοι στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του ν. 2434/1996 (Α΄ 188) πόροι του ΛΑΕΚ, σύμφωνα και με τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15 του ν. 2224/1994 (Α΄112), οι οποίοι αποτελούν πόρους του Ενιαίου Λογαριασμού για την Εφαρμογή Κοινωνικών Πολιτικών (ΕΛΕΚΠ) σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 34 του ν. 4144/2013 (Α΄ 88) διαμορφώνονται από ποσοστό 0,81%, σε ποσοστό 0,46% ως εξής: α. Εργοδοτική εισφορά 0,24% υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Προγραμμάτων Επαγγελματικής Κατάρτισης και Εκπαίδευσης (Ε.Λ.Π.Ε.K.Ε.), σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν.υ 2224/1994 (Α΄ 122). β. Εργοδοτική εισφορά 0,12% υπέρ του Ειδικού Κοινού Λογαριασμού Ανεργίας (Ε.Κ.Λ.A.), σύμφωνα με το άρθρο 15 του ν. 2224/1994 (Α΄ 122). γ. Εισφορά εργαζομένου 0,10% υπέρ του Ειδικού Κοινού Λογαριασμού Ανεργίας (Ε.Κ.Λ.A.), σύμφωνα με το άρθρο 15 του ν. 2224/1994 (Α΄ 122). Γ. Από 1.7.2014 η εισφορά εργοδότη του άρθρου 25 παρ. 1 του α.ν. 1846/1951 (Α΄179), όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει με το άρθρο 2 παρ. 1 του ν.δ. 465/1970 (Α΄57), υπέρ του κλάδου παροχών ασθένειας και μητρότητας σε χρήμα σε βάρος του εργοδότη καθορίζεται σε ποσοστό 0,25%. 2. Α. Aπό 1.1.2015 καταργούνται οι διατάξεις: α. του πρώτου εδαφίου του άρθρου 5 του ν. 1878/1944 (Α΄ 217) υπέρ του Ταμείου Αλληλοβοηθείας Υπαλλήλων Εθνικού Τυπογραφείου (ΤΑΠΕΤ), β. των περιπτώσεων 6, 7, 8 και 9 του άρθρου 10 της υπουργικής απόφασης 4888.6598/8.2.1928 (παράρτημα 26) που εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 5 του ν. 2868/1922 (Α΄119) και των περιπτώσεων δ΄, ε΄ και στ΄ της παρ. 1 του άρθρου 13 του π.δ. 142/1996 (Α΄109) υπέρ του Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού ΟΛΘ του Ταμείου Προνοίας Ιδιωτικού Τομέα (ΤΑΠΙΤ), γ. του ν.δ. 1924/1942 (Α΄274), που κυρώθηκε με την 324/30.5.1946 (Α΄183) Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου και της υπουργικής απόφασης Φ80000/ 19898/875/29.9.2008 (Β΄2132), υπέρ του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ−τ.ΕΤΕΑΜ) και του Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Εταιρειών Τσιμέντων του ΤΑΠΙΤ, δ. των περιπτώσεων β΄και γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 1726/1944 (Α΄190), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 30 παρ. 1 του ν. 2262/1952 (Α΄286) και της υπουργικής απόφασης Β/20102/17823/71/1.8.2008 (Β΄1621) κατά το μέρος που αφορά τους ανωτέρω πόρους υπέρ του ΕΤΕΑ (τ. ΤΑΔΚΥ) και του Τομέα Πρόνοιας Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ), ε. των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παρ. 4 του άρθρου δέκατου έβδομου του ν. 3607/2007 (Α΄245) και της υπουργικής απόφασης Φ30215/81/3/16.2.2010 (Β΄160) υπέρ του Τομέα Πρόνοιας Ορθόδοξου Εφημεριακού Κλήρου Ελλάδος (ΤΠΟΕΚΕ) του ΤΠΔΥ, στ. της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 3557/2007 (Α΄100) και της υπουργικής απόφασης Κ1−141/3.2.2009 (Β΄198) υπέρ του Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Εμπορικών, Επαγγελματικών, Βιοτεχνικών Επιμελητηρίων του Κράτους (ΕΒΕΒΕΚ) του ΤΠΔΥ, ζ. του άρθρου μόνου του ν. 1114/1944 (Α΄12) που κυρώθηκε με την 324/30.5.1946 (Α΄183) Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου υπέρ του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (τ. ΕΤΕΑΜ− ΤΕΑΕΥΕΕΟ), η. της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 678/1977 (Α΄246) υπέρ του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (τ. ΕΤΕΑΜ − ΤΕΑΕΥΕΕΟ), θ. των παραγράφων 5β και 7 του άρθρου 3 του α.ν. 2276/1940 (Α΄117) και της παρ. 2 της υπουργικής απόφασης Φ80000/18926/832/1.9.2008 (Β΄1621) υπέρ του Κλάδου Κύριας Σύνταξης του ΟΑΕΕ, του ΕΤΕΑ (τ. ΕΤΕΑΜ−ΤΑΠΕΑΠΙ) και του Τομέα Πρόνοιας Προσωπικού Ιπποδρομιών του ΤΑΠΙΤ, ι. της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του α.ν. 1740/1939 (Α΄197) και του άρθρου 1 του ν.δ. 1068/1942 (Α΄42) υπέρ του ΕΤΕΑ (τ. ΕΤΕΑΜ − ΤΕΑΠΕΥΔΑΠ), ια. των περιπτώσεων ζ΄, η΄, θ΄ και ι΄ του άρθρου 3 του ν.δ. 906/1941 (Α΄459), όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 9 του Καταστατικού του τ. ΤΕΑΧ (Β΄42/1943) και την υ.α. Φ114/1134/12.11.2001 (Β΄1449) υπέρ του ΕΤΕΑ (τ. ΤΕΑΙΤ−ΤΕΑΧ), ιβ. του άρθρου 43 του ν. 1959/1991 (Α΄ 123) υπέρ του ΕΤΕΑ (τ. ΤΕΑΔΥ), ιγ. της παρ. 3 του άρθρου 7 του ν. 2286/1995 (Α΄ 19) κράτησης υπέρ του Δημοσίου και του ΕΤΕΑ (τ. Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων Υπουργείου Εμπορίου −ΤΕΑΔΥ), ιδ. της περίπτωσης ε΄ του άρθρου 5 του ν. 980/1942 (Α΄ 24), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 55 του ν. 3518/2006 (Α΄272) και του πρώτου εδαφίου της παρ.19 του άρθρου 13 του ν. 3050/2002 (Α΄ 214), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 55 του ν. 3518/2006 υπέρ του ΕΤΕΑ (τ. ΤΕΑΠΟΚΑ), ιε. της περίπτωσης α΄ της παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 2160/1993 (Α΄118) υπέρ του ΕΤΕΑ (τ. ΤΕΑΠΕΡΤΤ), ιστ. της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 και της προβλεπόμενης για τους μη μετόχους κράτησης 1% της παρ.2 του άρθρου 3 του ν.δ.1050/1942 (Α΄36) σε συνδυασμό με τις διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παρ.1 του άρθρου 26 και του άρθρου 27 του π.δ.422/1981 (Α΄114), καθώς και του άρθρου 5 του ν.δ.1050/1942 και της παρ. Α΄ του άρθρου 22 του π.δ. 422/1981 (Α΄114) υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (ΜΤΠΥ), ιζ. των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 του ν. 2452/ 1996 (Α΄ 283) υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (ΜΤΠΥ), ιη. των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 4 του ν. 663/1977 (Α΄ 215), όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 2145/1993 (Α΄ 88), καθώς και του έκτου εδαφίου του άρθρου 14 του π.δ. 258/2005, όπως ισχύει, υπέρ του ΟΑΕΕ σχετικά με έσοδα εκ ποσοστού επί των προστίμων, χρηματικών ποινών, δικαστικών εξόδων και των μετατροπών σε χρήμα, ιθ. των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄ και ιστ΄ της παρ. 1 του άρθρου 7 του α.ν. 2326/1940 (Α΄145) υπέρ του ΕΤΑΑ – ΤΣΜΕΔΕ, κ. της περίπτωσης ε΄ του άρθρου 8 του α.ν. 1563/1650 (Α΄254), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.δ. 2906/1954 (Α΄155) υπέρ του Αυτόνομου Οικοδομικού Οργανισμού Αξιωματικών του Στρατού Ξηράς, Θαλάσσης και Αέρος (ΑΟΟΑ), κα. της παρ. 3 του άρθρου 6 του ν.δ. 3348/1955 (Α΄ 242) υπέρ του ΕΤΑΑ –ΤΣΑΥ, κβ. του άρθρου 13 παρ. 5 του ν. 2042/1992 (Α΄ 75 ) και των κατ’ εξουσιοδότηση της διάταξης αυτής υπουργικών αποφάσεων 3422/1−3−1993 (Β΄ 690) και 2313.5/35/1993 (Β΄846), του άρθρου 39 παρ. 2 περίπτωση ζ΄ του ν. 2008/1992 (Α΄ 16), όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 13 του ν. 2042/1992 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του ν. 3569/2007 (Α΄ 122), του ν.δ. 718/1970 (Α΄ 241) σε συνδυασμό με το άρθρο 16 παρ. 14 του ν. 3170/1955 (Α΄ 76), του άρθρου 176 του ν.δ. 187/1973 (Α΄ 261), της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 2399/1996 (Α΄ 90), όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 2 παρ. 5 του ν. 2575/1998 (Α΄23 ) και του άρθρου 2 παρ. 2 του π.δ. 242/2003 (Α΄ 219) υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (ΝΑΤ), κγ. των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ.1 του άρθρου 15 του ν.δ.135/1946 (Α΄299) και του άρθρου 2 της υπουργικής απόφασης 131/3/1780 (Β΄1088/1974), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, υπέρ του Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Αρτοποιών του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του ΟΑΕΕ, κδ. της παρ.15 του άρθρου 17 του ν. 3144/2003 (Α΄ 111) υπέρ του τέως Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Εταιρειών Πετρελαιοειδών (ΤΕΑΠΕΠ) και της παρ.3 του άρθρου 19 της υπουργικής απόφασης Φ51020/5358/123/21.2.2013 (Β΄409), κε. της παραγράφου α΄ του άρθρου 4 του ν.δ. 1070/ 1942 (Α΄43) και της παραγράφου 3 της υπουργικής απόφασης 37068/Σ.1202/3.11.1943 (Β΄198) υπέρ του τέως Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων (ΤΕΑΑΠΑΕ) και της υποπαραγράφου 1.1. της παρ.1 του άρθρου 8 της υπουργικής απόφασης Φ.51020/4883/105/21.2.2013 (Β΄411). Β. Από 1.1.2015, ο προβλεπόμενος πόρος της περίπτωσης β΄ της παρ.3 του άρθρου 149 του ν. 3655/2008 (Α΄58) υπέρ ΑΚΑΓΕ, αντικαθίσταται με ετήσια επιχορήγηση μέσω πιστώσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού ισόποση του εισπραττομένου πόρου. Από 1.1.2015 οι προβλεπόμενες μη ανταποδοτικές χρεώσεις ή αποδόσεις του άρθρου 11 του ν. 4169/1961 (Α΄81), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει και του έβδομου εδαφίου του άρθρου 14 του π.δ. 258/2005, όπως ισχύει, σχετικά με έσοδα από πάγια τέλη χαρτοσήμου (ν.δ. 4435/1964, Α΄217), όπως καθορίζονται με το άρθρο 59 του ν. 2084/1992 (Α΄165) υπέρ του ΟΑΕΕ, αντικαθίστανται με ετήσια επιχορήγηση μέσω πιστώσεων του Κρατικού Προϋπολογισμού ισόποση των εισπραττομένων πόρων. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ.4: ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ 1. Η περίπτωση β΄ του άρθρου 116 του ν. 4052/2012 (Α΄41) αντικαθίσταται ως εξής: «β) όταν ο έμμεσος εργοδότης το προηγούμενο τρίμηνο είχε πραγματοποιήσει απολύσεις εργαζομένων της ίδιας ειδικότητας για οικονομοτεχνικούς λόγους ή το προηγούμενο εξάμηνο ομαδικές απολύσεις ιδίων ειδικοτήτων.» 2. Η περίπτωση ε΄ του άρθρου 116 του ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «ε) όταν ο απασχολούμενος υπάγεται στις ειδικές διατάξεις περί ασφαλίσεων εργατοτεχνιτών οικοδόμων, εξαιρουμένων των εργατοτεχνιτών οικοδόμων που απασχολούνται σε έργα αρχικού προϋπολογισμού 10.000.000,00 ευρώ και άνω, τα οποία χρηματοδοτούνται ή συγχρηματοδοτούνται από εθνικούς πόρους και διεξάγονται μετά από παραχώρηση ή εργολαβία για λογαριασμό του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, δημόσιων, δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων δημόσιας ή κοινής ωφέλειας και γενικά επιχειρήσεων και οργανισμών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται από την κάθε φορά ισχύουσα νομοθεσία. Για τους απασχολούμενους οικοδόμους σε έμμεσο εργοδότη με σύμβαση προσωρινής απασχόλησης υπόχρεος υποβολής Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης (Α.Π.Δ.) και καταβολής των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών στους οικείους φορείς κοινωνικής ασφάλισης είναι η Επιχείρηση Προσωρινής Απασχόλησης (Ε.Π.Α.).» 3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 122 του ν. 4052/2012 καταργείται. 4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 124 του ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Για την παροχή εργασίας με τη μορφή της προσωρινής απασχόλησης απαιτείται η προηγούμενη έγγραφη σύμβαση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου. Η σύμβαση καταρτίζεται μεταξύ της Ε.Π.Α. (άμεσος εργοδότης) και του μισθωτού και σε αυτήν πρέπει απαραιτήτως να αναφέρονται οι όροι εργασίας και η διάρκειά της, οι όροι παροχής της εργασίας στον ή στους έμμεσους εργοδότες, οι όροι αμοιβής και ασφάλισης του μισθωτού, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο το οποίο, κατά την καλή πίστη και τις περιστάσεις, πρέπει να γνωρίζει ο μισθωτός αναφορικά με την παροχή της εργασίας του. Οι αποδοχές του μισθωτού που δεν παρέχει εργασία σε έμμεσο εργοδότη δεν μπορεί να είναι κατώτερες από τις προβλεπόμενες στον εκάστοτε νομοθετικώς καθορισμένο νόμιμο κατώτατο μισθό και κατώτατο ημερομίσθιο για τους εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου όλης της χώρας. Εάν κατά το χρόνο κατάρτισης της σύμβασης αυτής δεν είναι δυνατή η μνεία του συγκεκριμένου έμμεσου εργοδότη ή ο προσδιορισμός του χρόνου, που θα προσφέρει σε αυτόν την εργασία του, θα πρέπει να αναφέρεται στη σύμβαση το πλαίσιο των όρων και των συνθηκών για την παροχή εργασίας σε έμμεσο εργοδότη.» 5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 124 του ν. 4052/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Με σύμβαση, που καταρτίζεται εγγράφως μεταξύ της Ε.Π.Α. και του έμμεσου εργοδότη, ορίζονται ειδικότερα τα του τρόπου αμοιβής και ασφάλισης του εργαζομένου για το χρόνο που ο μισθωτός προσφέρει τις υπηρεσίες του στον έμμεσο εργοδότη. Ο έμμεσος εργοδότης πρέπει να προσδιορίζει, πριν τεθεί στη διάθεσή του ο εργαζόμενος με τη σύμβαση, τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα ή ικανότητες, την ειδική ιατρική παρακολούθηση και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προς κάλυψη θέσης εργασίας. Οφείλει επίσης να επισημαίνει τους μεγαλύτερους ή ιδιαίτερους κινδύνους που έχουν σχέση με τη συγκεκριμένη εργασία. Η Ε.Π.Α. υποχρεούται να γνωστοποιήσει τα στοιχεία αυτά στους μισθωτούς.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ.5: ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΙΩΣΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 18 του ν.1082/1980 (Α΄ 250) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου υποχρεούνται, κατά την εξόφληση των αποδοχών του προσωπικού να χορηγούν εκκαθαριστικό σημείωμα, ή σε περίπτωση εφαρμογής μηχανογραφικού συστήματος, ανάλυση μισθοδοσίας. Οι πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού και οι επ’ αυτών κρατήσεις θα πρέπει να απεικονίζονται αναλυτικά. Δεν απαιτείται υπογραφή του εργαζόμενου σε αποδεικτικό χορήγησης του εκκαθαριστικού σημειώματος. Η παραβίαση της ανωτέρω υποχρέωσης του εργοδότη συνεπάγεται τις διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 24 του ν. 3996/2011 (Α΄170), όπως ισχύει.» 2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 4 του α.ν. 539/1945 (Α΄ 229), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «3α. Κάθε εργοδότης οφείλει να τηρεί ειδικό βιβλίο, το οποίο δύναται να είναι και σε μορφή μηχανογραφημένων σελίδων. Το ειδικό βιβλίο ή οι μηχανογραφημένες σελίδες πρέπει να φέρουν τα στοιχεία της επιχείρησης, την ένδειξη «Βιβλίο αδειών» και να περιλαμβάνει τις παρακάτω στήλες: Ονοματεπώνυμο μισθωτών, ημερομηνία πρόσληψης, αριθμός δικαιούμενων ημερών αδείας, χρονολογία έναρξης και λήξης χορηγηθείσας αδείας, αποδοχές αδείας, επίδομα αδείας. Ειδικώς, οι αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας συμπληρώνονται στο σύνολό τους μέχρι το τέλος του σχετικού ημερολογιακού έτους λήψης της κανονικής άδειας. Τα ανωτέρω στοιχεία πρέπει να είναι στη διάθεση των Επιθεωρητών Εργασίας του Σ.ΕΠ.Ε. που ασκούν τον έλεγχο και την εποπτεία της εφαρμογής του παρόντος. β. Ο εργοδότης υποχρεούται να γνωστοποιεί ηλεκτρονικά στο πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ΣΕΠΕΟΑΕΔ−ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, με την ονομασία «ΕΡΓΑΝΗ», εντός του μηνός Ιανουαρίου, στοιχεία των εργαζομένων που έλαβαν την ετήσια άδεια και το επίδομα αδείας κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Σε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης αυτής επιβάλλονται από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα, σε βάρος του εργοδότη, κυρώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 3996/2011 (Α΄170) όπως ισχύει. Με υπουργική απόφαση δύναται να ρυθμίζεται κάθε όρος και αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσης.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ.6: ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΤΗΡΗΣΗΣ ΑΡΧΕΙΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΑ ΤΕΧΝΙΚΑ ΕΡΓΑ 1. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, οι οποίες εκδίδονται μετά από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων (ΣΥΑΕ) του άρθρου 26 του Κώδικα Νόμων για την Υγεία και Ασφάλεια των Εργαζομένων που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3850/2010, μπορεί να προσδιορίζονται για τις οικοδομικές εργασίες, τις εργασίες σε εργοτάξια οικοδομών και πάσης φύσεως έργων αρμοδιότητας πολιτικού μηχανικού για τα προσωρινά ή κινητά εργοτάξια και ειδικότερα πριν από την έναρξη του έργου, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης και μετά το πέρας του έργου, θέματα που αφορούν ιδίως: Α. Τον τρόπο συμπλήρωσης ή ενδεχόμενης θεώρησης ή αναπροσαρμογής εντύπων ή βιβλίων ή μελετών, καθώς και τη διατήρηση και φύλαξή τους, τις προϋποθέσεις ενοποίησης των εντύπων, τη σχετική γνωστοποίηση στις αρμόδιες επιθεωρήσεις εργασίας, τον τρόπο υποβολής των σχετικών πληροφοριών ή τη διαδικασία της γνωστοποίησης, τη σχετική ενημέρωση των απασχολούμενων και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Οι ρυθμίσεις αναλυτικότερα αφορούν: α. Το Σχέδιο Ασφάλειας και Υγείας (ΣΑΥ), π.δ. 305/1996 (Α΄ 212) άρθρο 3 παράγραφος 3. β. Τον Φάκελο Ασφάλειας και Υγείας (ΦΑΥ), π.δ. 305/ 1996, άρθρο 3, παράγραφος 3. γ. Την εκ των προτέρων γνωστοποίηση, π.δ. 305/1996, άρθρο 3 παράγραφος 12. δ. Την εκτίμηση κινδύνου ν. 3850/2010 (Α΄ 84), άρθρο 43 παράγραφος 1 περίπτωση α΄. ε. Το Ημερολόγιο Μέτρων Ασφάλειας (ΗΜΑ), υ.α. 130646/1984 (154 Β΄) και π.δ. 305/1996, άρθρο 3 παράγραφος 14. στ. Το ειδικό βιβλίο ατυχημάτων, ν. 3850/2010 άρθρο 43 παράγραφος 2 περίπτωση β΄. ζ. Τον κατάλογο των εργατικών ατυχημάτων που είχαν ως συνέπεια για τον εργαζόμενο ανικανότητα εργασίας μεγαλύτερη των τριών εργάσιμων ημερών, ν. 3850/2010 (Α΄ 84) άρθρο 43 παράγραφος 2 περίπτωση γ΄. η. Το βιβλίο υποδείξεων τεχνικού ασφάλειας και ιατρού εργασίας, ν. 3850/2010 άρθρο 14 παράγραφος 1 και άρθρο 17 παράγραφος 1. θ. Τις οδηγίες συναρμολόγησης, π.δ. 778/1980 (Α΄193) άρθρο 13 παράγραφος 7. ι. Τη βεβαίωση υπεύθυνου μηχανικού για μεταλλικά ικριώματα, π.δ. 778/1980 (Α΄ 193) άρθρο 3 παράγραφος 2. κ. Τον ορισμό τεχνικού ασφάλειας και ιατρού εργασίας, ν. 3850/2010 άρθρα 8 και 9. λ. Τον Συντονιστή για θέματα ασφάλειας και υγείας κατά την εκτέλεση του έργου, π.δ. 305/1996 άρθρο 2, παράγραφος 9. μ. Τον Συντονιστή για θέματα ασφάλειας και υγείας κατά την εκπόνηση της μελέτης του έργου, π.δ. 305/1996 άρθρο 2 παράγραφος 8. ν. Κάθε άλλη αναγκαία ρύθμιση σχετικά με τα παραπάνω στο πλαίσιο εύκολης και αποτελεσματικής ενημέρωσης όλων των εμπλεκόμενων μερών. Β. Τις προϋποθέσεις για την έκδοση και ισχύ κατευθυντηρίων οδηγιών ή εν γένει καλών πρακτικών για την εκτίμηση κινδύνου, για την υιοθέτηση εκτιμήσεων κινδύνου στο πλαίσιο της διαδικτυακής πλατφόρμας OIRA (Online Interactive Risk Assessment tool), για το Σχέδιο Ασφάλειας και Υγείας (ΣΑΥ) και για το Φάκελο Ασφάλειας και Υγείας (ΦΑΥ). 2. Προστίθεται φράση στο τέλος του εδαφίου α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) ως εξής: «και ως τέτοιος νοείται μία μοναδική αξία ( ποσό ) αναφοράς.» 3. Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 74 του ν. 3863/ 2010 (Α΄ 115 ), όπως ισχύουν, καταργούνται. 4. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 4 του ν. 3846/ 2010 (Α΄ 66), όπως ισχύουν, καταργούνται. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ.7: ΈΚΤΑΚΤΑ − ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΩΝ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΩΝ ΑΝΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗΣ ΕΙΣΟΔΟΥ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1. Προστίθεται στοιχείο iii) στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 3 της Υποπαραγράφου ΙΑ 11 του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) ως εξής: «iii) Για τους εγγεγραμμένους ανέργους στα οικεία μητρώα ανέργων, άνω των 25 ετών με διάρκεια συνεχόμενης ανεργίας μεγαλύτερη των 12 μηνών (μακροχρόνια ανεργία ) που προσλαμβάνονται ως υπάλληλοι, ο κατώτατος μισθός της περίπτωσης α΄ της παρούσης παραγράφου προσαυξάνεται με ποσοστό 5% για κάθε τριετία και συνολικά με 15% για προϋπηρεσία 9 ετών και άνω.» 2. Από τη δημοσίευση της παρούσας και για τη στήριξη των μακροχρονίων ανέργων, ο ΟΑΕΔ καταρτίζει και εκπονεί προγράμματα κοινωφελούς εργασίας της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου ΙΔ1 της παραγράφου ΙΔ του ν. 4152/2013 (Α΄ 107) για τα έτη 2014 − 2015 και για ανέργους με διάρκεια συνεχόμενης ανεργίας μεγαλύτερη των 12 μηνών. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ.8: ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ 1. O ΟΠΑΔ από τη δημοσίευση του παρόντος καταργείται. Στο ΙΚΑ−ΕΤΑΜ συνιστώνται Τομέας Ασφαλισμένων Δημοσίου και Τομέας Ασφαλισμένων Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων ως Αυτοτελείς Τομείς με λογιστική και οικονομική αυτοτέλεια. Οι εν λόγω Τομείς ασκούν αρμοδιότητες όπως αυτές καθορίστηκαν με τις διατάξεις του ν. 3918/2011, όπως ισχύουν. 2. Για τη λειτουργία των Αυτοτελών Τομέων συνιστάται στην κεντρική υπηρεσία του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ Διεύθυνση Ασφάλισης Παροχών ΟΠΑΔ, η οποία υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Ασφαλιστικών Υπηρεσιών του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ και διαρθρώνεται ως ακολούθως: α) Τμήμα Ασφάλισης β) Τμήμα Παροχών γ) Τμήμα Λογιστηρίου δ) Τμήμα Γραμματείας και Διοικητικής Υποστήριξης. Οι περιφερειακές υπηρεσίες του ΟΠΑΔ καταργούνται. Οι μεταφερόμενες αρμοδιότητες ασκούνται από τις υφιστάμενες περιφερειακές υπηρεσίες του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ για την εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων των Τομέων της παραγράφου 1. 3. Το σύνολο του μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (ΙΔΑΧ) προσωπικού του ΟΠΑΔ τίθεται αυτοδικαίως, από την ισχύ του παρόντος, σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Οι ανωτέρω υπάλληλοι παραμένουν σε καθεστώς διαθεσιμότητας για χρονικό διάστημα ενός (1) μηνός και εν συνεχεία μετατάσσονται /μεταφέρονται σε οργανικές θέσεις που συνιστώνται για το σκοπό αυτόν στο ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, με την ίδια εργασιακή σχέση, κλάδο ή ειδικότητα, βαθμό και μισθολογικό κλιμάκιο. Το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς του προσωπικού που μετατάσσεται/μεταφέρεται εξακολουθεί να ισχύει και μετά τη μετάταξη/μεταφορά του. Στους υπαλλήλους που τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας καταβάλλονται από το ΙΚΑ−ΕΤΑΜ τα τρία τέταρτα (3/4) των αποδοχών τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας, εξακολουθούν να καταβάλλονται από το ΙΚΑ−ΕΤΑΜ οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου που αναλογούν για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη. Οι εισφορές αυτές από τη θέση του υπαλλήλου σε διαθεσιμότητα και για το χρονικό διάστημα που αυτή διαρκεί προσδιορίζονται στο 75% των αποδοχών αυτού. Οι διαπιστωτικές πράξεις για τη θέση σε καθεστώς διαθεσιμότητας των ανωτέρω υπαλλήλων εκδίδονται από τον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας. Οι διαπιστωτικές πράξεις μετάταξης/μεταφοράς τους εκδίδονται από τον Διοικητή του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ. Ο δικηγόρος με έμμισθη εντολή που υπηρετεί στον ΟΠΑΔ μεταφέρεται με τη ίδια εργασιακή σχέση, οργανική θέση που κατέχει στο IKA−ETAM. Πρόσωπα υπό το καθεστώς μαθητείας προς απόκτηση εργασιακής εμπειρίας ή συμβάσεων έργου των οποίων έχει λήξει ο χρόνος παραμονής τους στον ΟΠΑΔ, παραμένουν όμως σε αυτόν βάσει δικαστικών αποφάσεων ή προσωρινών διαταγών, συνεχίζουν να προσφέρουν και στο ΙΚΑ−ΕΤΑΜ τις ίδιες ακριβώς υπηρεσίες μέχρι τη δικαστική διευθέτηση των ένδικων υποθέσεών τους. 4. Το ως άνω μετατασσόμενο/μεταφερόμενο προσωπικό τοποθετείται στις αντίστοιχες οργανικές μονάδες που έχουν συσταθεί με τον παρόντα νόμο. Σε περίπτωση που το προσωπικό αυτό υπερκαλύπτει τις ανάγκες των εν λόγω μονάδων, το πλεονάζον προσωπικό δύναται να τοποθετείται με απόφαση του Διοικητή του ΙΚΑΕΤΑΜ σε άλλες μονάδες του Ιδρύματος. 5. Με απόφαση του Διοικητή του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ τοποθετείται στη θέση προϊσταμένου της Διεύθυνσης που συνιστάται με τον παρόντα νόμο, ο προϊστάμενος Διεύθυνσης του ΟΠΑΔ ο οποίος έχει τον περισσότερο χρόνο άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου αντιστοίχου επιπέδου, για το υπόλοιπο της θητείας του και μέχρι την επιλογή νέου προϊσταμένου. Ο προϊστάμενος Διεύθυνσης του ΟΠΑΔ με το λιγότερο χρόνο άσκησης αντίστοιχων καθηκόντων προϊσταμένου τοποθετείται με την ίδια απόφαση σε μία από τις θέσεις προϊσταμένων Τμημάτων της ως άνω Διεύθυνσης. Στις λοιπές κενές θέσεις προϊσταμένων Τμημάτων της Διεύθυνσης αυτής τοποθετούνται προϊστάμενοι από τους ήδη ασκούντες καθήκοντα προϊσταμένων Τμημάτων στον ΟΠΑΔ, με κριτήριο τον περισσότερο χρόνο άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου μέχρι την επιλογή νέων. 6. Το Υπηρεσιακό και Πειθαρχικό Συμβούλιο του ΙΚΑΕΤΑΜ είναι αρμόδιο για το μεταφερόμενο στο ΙΚΑΕΤΑΜ προσωπικό του ΟΠΑΔ. 7. Οι πόροι, η κινητή και ακίνητη περιουσία, καθώς και κάθε άλλο έσοδο των Τομέων του ΟΠΑΔ περιέρχονται στους αντίστοιχους Αυτοτελείς Τομείς του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ από την ημερομηνία κατάργησης του ΟΠΑΔ και εξακολουθούν να αποτελούν περιουσία και έσοδά τους. Η κυριότητα της ακίνητης περιουσίας των ως άνω Τομέων του ΟΠΑΔ μεταβιβάζεται στο ΙΚΑ−ΕΤΑΜ με έκδοση σχετικών διαπιστωτικών πράξεων του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, οι οποίες μεταγράφονται ατελώς στα γραφεία μεταγραφών των οικείων υποθηκοφυλακείων ή κτηματολογικών γραφείων. Οι μεταβιβάσεις αυτές δεν υπόκεινται σε τέλη και δικαιώματα υπέρ Δημοσίου, δήμων και κοινοτήτων ή τρίτων. Η διαχείριση της κινητής και ακίνητης περιουσίας ασκείται από τη Διοίκηση του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ για λογαριασμό των Τομέων. Οι δαπάνες διοίκησης του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ που αφορούν την εξυπηρέτηση των Τομέων και δεν εγγράφονται στον προϋπολογισμό τους αποδίδονται στο ΙΚΑ−ΕΤΑΜ κατά ποσοστό που επιμερίζεται ετησίως και καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας. Από την ημερομηνία κατάργησης του ΟΠΑΔ και μέχρι τη λήξη του οικονομικού έτους, εξακολουθούν να εκτελούνται οι εγκεκριμένοι προϋπολογισμοί των ως άνω Τομέων. Από το επόμενο οικονομικό έτος, οι Τομείς καταρτίζουν ετήσιο προϋπολογισμό, στον οποίο περιλαμβάνονται στο μεν σκέλος των Εσόδων, τα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές, οι πρόσοδοι περιουσίας και −εφόσον υπάρχουν− τα γενικά έσοδα, στο δε σκέλος των Εξόδων, οι γενικές δαπάνες και το ποσό συμμετοχής στις δαπάνες διοίκησης και λειτουργίας του προϋπολογισμού του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, όπως θα επιμερίζονται στους Τομείς. Μέχρι την έκδοση γενικού κανονισμού οικονομικής οργάνωσης και λογιστικής λειτουργίας εφαρμόζονται αναλογικά οι αντίστοιχες διατάξεις του Κανονισμού Οικονομικής Οργάνωσης και Λογιστικής Λειτουργίας του ΤΥΔΚΥ. 8. Οι εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται από το ΙΚΑ−ΕΤΑΜ. 9. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας καθορίζονται οι αρμοδιότητες των συσταθεισών οργανικών μονάδων, οι κλάδοι από τους οποίους προέρχονται οι προϊστάμενοι αυτών, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που αφορά τη λειτουργία και την εφαρμογή του παρόντος. 10. Από την ημερομηνία κατάργησης του ΟΠΑΔ λύεται η θητεία του Προέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου αζημίως για το Δημόσιο. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΑ.9: ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ 1. Το προσωπικό που μεταφέρθηκε από τον ΟΑΕΔ στο ΙΚΑ−ΕΤΑΜ με τη Φ.80000/6180/736/20.3.2013 (Β΄641) απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, όπως ισχύει, βάσει των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 35 του ν. 4111/2013 (Α΄18), τίθεται αυτοδικαίως από την ισχύ του παρόντος σε καθεστώς διαθεσιμότητας με ταυτόχρονη κατάργηση των θέσεων που κατέχει. 2. Οι ανωτέρω υπάλληλοι παραμένουν σε καθεστώς διαθεσιμότητας επί ένα (1) μήνα και εν συνεχεία μετατάσσονται/μεταφέρονται σε κενές οργανικές θέσεις όπου υπάρχουν και σε αντίθετη περίπτωση σε συνιστώμενες για το σκοπό αυτόν στις Διοικήσεις των αντίστοιχων χωροταξικά Υγειονομικών Περιφερειών (Δ.Υ.Πε.), με την ίδια εργασιακή σχέση, κλάδο ή ειδικότητα, βαθμό και μισθολογικό κλιμάκιο. Το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς του προσωπικού που μετατάσσεται/ μεταφέρεται εξακολουθεί να ισχύει και μετά τη μετάταξη /μεταφορά του. 3. Στους υπαλλήλους που τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας καταβάλλονται από το ΙΚΑ−ΕΤΑΜ τα τρία τέταρτα (3/4) των αποδοχών τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας, εξακολουθούν να καταβάλλονται από το ΙΚΑ−ΕΤΑΜ οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου που αναλογούν για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη. Οι εισφορές αυτές από τη θέση του υπαλλήλου σε διαθεσιμότητα και για το χρονικό διάστημα που αυτή διαρκεί προσδιορίζονται στο 75% των αποδοχών αυτού. 4. Οι διαπιστωτικές πράξεις για τη θέση σε καθεστώς διαθεσιμότητας των ανωτέρω υπαλλήλων εκδίδονται από τον Διοικητή του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ. Οι διαπιστωτικές πράξεις μετάταξης/μεταφοράς τους εκδίδονται από το αρμόδιο όργανο Διοίκησης του φορέα υποδοχής. 5. Μετά το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 26 του ν. 3918/2011 (Α΄ 31), όπως ισχύει, προστίθενται εδάφια ως εξής: «Από το διοικητικό προσωπικό του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (ΙΔΑΧ) το οποίο υπηρετεί σε περιφερειακές μονάδες του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ που λειτουργούν στις έδρες των νομών της χώρας και απασχολείται με την εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων του ΕΟΠΥΥ για παροχές ασθένειας σε είδος, τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας ενενήντα (90) υπάλληλοι με ταυτόχρονη κατάργηση των θέσεων που κατέχουν. Η θέση σε διαθεσιμότητα των ως άνω υπαλλήλων για κάθε περιφερειακή μονάδα γίνεται με απόφαση του Διοικητή του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, με κριτήριο τον περισσότερο χρόνο άσκησης καθηκόντων με αντικείμενο τις παροχές ασθένειας σε είδος. Οι ανωτέρω υπάλληλοι παραμένουν σε καθεστώς διαθεσιμότητας επί ένα (1) μήνα και εν συνεχεία μετατάσσονται/μεταφέρονται σε κενές οργανικές θέσεις όπου υπάρχουν και σε αντίθετη περίπτωση σε συνιστώμενες για το σκοπό αυτό στις αντίστοιχες γεωγραφικά περιφερειακές διευθύνσεις του ΕΟΠΥΥ με την ίδια εργασιακή σχέση, κλάδο ή ειδικότητα, βαθμό και μισθολογικό κλιμάκιο. Οι πράξεις μετάταξης/μεταφοράς των εν λόγω υπαλλήλων εκδίδονται από τον Πρόεδρο του ΕΟΠΥΥ. Στους υπαλλήλους που τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας καταβάλλονται από το ΙΚΑ−ΕΤΑΜ τα τρία τέταρτα (3/4) των αποδοχών τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας, εξακολουθούν να καταβάλλονται από το ΙΚΑ−ΕΤΑΜ οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου που αναλογούν για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη. Οι εισφορές αυτές από τη θέση του υπαλλήλου σε διαθεσιμότητα και για το χρονικό διάστημα που αυτή διαρκεί προσδιορίζονται στο 75% των αποδοχών αυτού.» ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΒ: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΒ.1.: ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΩΝ ΑΚΙΝΗΤΩΝ Μετά το άρθρο 6 του ν. 3891/2010, προστίθεται άρθρο 6Α ως εξής: «Άρθρο 6Α Χωρικός σχεδιασμός και πολεοδομική οργάνωση σιδηροδρομικών ακινήτων 1. Τα ακίνητα της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του παρόντος τα οποία διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ, καθώς και τα ακίνητα που ανήκουν στην ιδιοκτησία της ΓΑΙΑΟΣΕ διακρίνονται, ανάλογα με τη βασική πολεοδομική λειτουργία τους, στις ακόλουθες κατηγορίες: α. Κεντρικοί Σιδηροδρομικοί Σταθμοί: οι επιβατικοί σιδηροδρομικοί σταθμοί που βρίσκονται εντός μεγάλων αστικών κέντρων ή εντός χώρων αεροδρομίων ή χερσαίων χώρων λιμένων και οι οποίοι εξυπηρετούν την επιβίβαση, αποβίβαση, παραμονή ή και διημέρευση μεγάλου αριθμού επιβατών, τη μετεπιβίβαση σε άλλα μέσα μαζικής μεταφοράς, καθώς και τη σύνδεση με μέσα μεταφοράς υπεραστικού και διεθνούς χαρακτήρα. Στους σταθμούς αυτούς επιτρέπονται χρήσεις σιδηροδρομικών μεταφορών και εγκαταστάσεων παροχής σιδηροδρομικών λειτουργιών, καθώς και χρήσεις πολεοδομικού κέντρου−κεντρικής λειτουργίας πόλης. Ως Κεντρικοί Σιδηροδρομικοί σταθμοί νοούνται ιδίως οι σιδηροδρομικοί σταθμοί του Πειραιά, των Αθηνών, του Σιδηροδρομικού Κέντρου Αχαρνών (ΣΚΑ), της Λάρισας, του Βόλου, της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας. β. Περιφερειακοί Σιδηροδρομικοί Σταθμοί: όλοι οι υπόλοιποι επιβατικοί σιδηροδρομικοί σταθμοί πλην των Κεντρικών. Στους Περιφερειακούς Σιδηροδρομικούς Σταθμούς επιτρέπονται χρήσεις σιδηροδρομικών μεταφορών και εγκαταστάσεων παροχής σιδηροδρομικών υπηρεσιών, καθώς και χρήσεις γενικής κατοικίας. γ. Εμπορευματικοί Σιδηροδρομικοί Σταθμοί: οι σιδηροδρομικοί σταθμοί και εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο τις εμπορευματικές μεταφορές. Όπου στην ισχύουσα νομοθεσία αναφέρεται ο όρος «εμπορικοί σταθμοί» νοούνται οι εμπορευματικοί σταθμοί της παρούσας παραγράφου. Στους σταθμούς της κατηγορίας αυτής υπάγονται και οι σιδηροδρομικοί σταθμοί που χωροθετούνται εντός Βιομηχανικών και Επιχειρηματικών Περιοχών του ν. 2545/1997 (Α΄ 254), Εμπορευματικών Κέντρων του ν. 3333/2005 (Α΄ 91) και Επιχειρηματικών Πάρκων του ν. 3982/2011 (Α΄ 143). Στους Εμπορευματικούς Σιδηροδρομικούς Σταθμούς επιτρέπονται χρήσεις σιδηροδρομικών μεταφορών και εγκαταστάσεων παροχής σιδηροδρομικών λειτουργιών, χρήσεις εμπορευματικού κέντρου και επιχειρηματικών πάρκων ενδιάμεσου βαθμού οργάνωσης. δ. Χώροι ειδικών σιδηροδρομικών εγκαταστάσεων: τα ακίνητα, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών εγκαταστάσεων και του σχετικού εξοπλισμού, στα οποία παρέχονται υπηρεσίες σταυλισμού, σύνθεσης αμαξοστοιχιών, συντήρησης και επισκευής, καθώς και κάθε άλλη υπηρεσία τεχνικής υποστήριξης τροχαίου υλικού που απαιτεί ειδικές εγκαταστάσεις μεγάλης κλίμακας. Στους χώρους ειδικών σιδηροδρομικών εγκαταστάσεων επιτρέπονται χρήσεις μεταφορών, καθώς και χρήσεις γραφείων, τραπεζών και αποθηκών (κτήρια−γήπεδα). ε. Ακίνητα κατά μήκος σιδηροδρομικών γραμμών: τα ακίνητα που βρίσκονται κατά μήκος σιδηροδρομικών γραμμών, συμπεριλαμβανομένων και των γραμμών που έχουν καταργηθεί, και τα οποία δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις προαναφερόμενες περιπτώσεις α΄, β΄, γ΄ και δ΄. Στα πιο πάνω ακίνητα επιτρέπονται χρήσεις σιδηροδρομικών μεταφορών και εγκαταστάσεων παροχής σιδηροδρομικών υπηρεσιών, καθώς και, κατά περίπτωση, χρήσεις μεταφορών ή χρήσεις κοινωφελών λειτουργιών ή χρήσεις χονδρεμπορίου ή εγκαταστάσεων αστικών υποδομών. 2. Σε όλα τα ακίνητα των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄ και ε΄ της παραγράφου 1 επιτρέπονται εγκαταστάσεις παροχής σιδηροδρομικών υπηρεσιών, δηλαδή εγκαταστάσεις που έχουν διαμορφωθεί ειδικά ώστε να επιτρέπουν την παροχή μιας ή περισσότερων από τις υπηρεσίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως και 4 του Παραρτήματος ΙΙ της Οδηγίας 2012/34/ΕΕ, με εξαίρεση τις υπηρεσίες συντήρησης μεγάλης κλίμακας οι οποίες παρέχονται μόνον σε χώρους της περιπτώσεως δ΄. 3. Για την ανάπτυξη και αξιοποίηση των ακινήτων της παραγράφου 1, καθορίζονται όροι και περιορισμοί δόμησης κατά τις εξής ειδικότερες διακρίσεις: α. Σιδηροδρομικά ακίνητα εντός αστικών περιοχών: (i) Ως σιδηροδρομικά ακίνητα εντός αστικών περιοχών χαρακτηρίζονται τα εκτός σχεδίων πόλεων και εκτός ορίων οικισμών ακίνητα της παραγράφου 1 τα οποία είτε περικλείονται από εγκεκριμένα σχέδια πόλεως ή πολεοδομικές μελέτες είτε εμπίπτουν σε περιοχές εντός εγκεκριμένων Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων (Γ.Π.Σ.) ή Σχεδίων Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτών Πόλεων (Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π.) οι οποίες προορίζονται για πολεοδόμηση. (ii) Για τα ακίνητα της κατηγορίας αυτής εφαρμόζονται ο συντελεστής δόμησης και η κάλυψη που ισχύουν για τις όμορες εντός σχεδίου πόλεως περιοχές ή, προκειμένου περί ακινήτων που εμπίπτουν εντός περιοχών προς πολεοδόμηση, ο μέσος συντελεστής δόμησης που ορίζεται από το οικείο Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. για την περιοχή ή πολεοδομική ενότητα στην οποία εντάσσεται το ακίνητο. Εάν σε περισσότερες όμορες περιοχές με εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως ισχύουν διαφορετικοί συντελεστές δόμησης και ποσοστά κάλυψης, εφαρμόζονται εκείνα που συμφωνούν περισσότερο με τη γενική πολεοδομική λειτουργία του σιδηροδρομικού ακινήτου, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού. Για τον υπολογισμό της μέγιστης επιτρεπόμενης δόμησης και εκμετάλλευσης, η έκταση κάθε σιδηροδρομικού ακινήτου νοείται ως ενιαίο σύνολο. (iii) Το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος των κτιρίων και εγκαταστάσεων στα πιο πάνω ακίνητα υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του ν. 4067/2012 (A΄ 79). Στις περιπτώσεις ειδικών σιδηροδρομικών κτιρίων και κατασκευών ή εγκαταστάσεων που αφορούν τη σιδηροδρομική λειτουργία, καθώς και στις περιπτώσεις κτιρίων και εγκαταστάσεων που κατασκευάζονται πάνω από τις σιδηροδρομικές γραμμές, το μέγιστο κατά τα ανωτέρω επιτρεπόμενο ύψος μπορεί να προσαυξάνεται κατά ποσοστό έως και 30% ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση της ΓΑΙΑΟΣΕ. (iv) Οι ελάχιστες αποστάσεις των κτιρίων και εγκαταστάσεων από τα όρια του γηπέδου καθορίζονται με τα προεδρικά διατάγματα της παραγράφου 4. Για τον προσδιορισμό των πιο πάνω αποστάσεων λαμβάνονται υπόψη ο βασικός προορισμός και η λειτουργία του σιδηροδρομικού ακινήτου και η τυχόν ειδική φύση των σιδηροδρομικών κατασκευών σε συνδυασμό με τις ελάχιστες αποστάσεις που ισχύουν στις όμορες, εντός ή εκτός σχεδίου, περιοχές. (v) Επιτρέπεται η κατασκευή περισσότερων από ένα κτιρίων στο ίδιο γήπεδο. β. Σιδηροδρομικά ακίνητα εκτός αστικών περιοχών: (i) Ως σιδηροδρομικά ακίνητα εκτός αστικών περιοχών χαρακτηρίζονται τα ακίνητα της παραγράφου 1 που είτε βρίσκονται σε περιοχές εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων και εκτός ορίων οικισμών, καθώς και εκτός ορίων Γ.Π.Σ. και Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π., είτε βρίσκονται σε περιοχές εντός Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. οι οποίες δεν προορίζονται όμως για πολεοδόμηση. (ii) Για τα ακίνητα της κατηγορίας αυτής ο μέγιστος επιτρεπόμενος συντελεστής δόμησης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 0,4 και η μέγιστη επιτρεπόμενη κάλυψη το 40%. Για τον υπολογισμό της μέγιστης επιτρεπόμενης δόμησης και εκμετάλλευσης, η έκταση κάθε σιδηροδρομικού ακινήτου νοείται ως ενιαίο σύνολο. Το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος των κτιρίων και εγκαταστάσεων ορίζεται σε 15 μέτρα. Στις περιπτώσεις ειδικών σιδηροδρομικών κτιρίων και κατασκευών ή εγκαταστάσεων που αφορούν τη σιδηροδρομική λειτουργία, καθώς και στις περιπτώσεις κτιρίων και εγκαταστάσεων που κατασκευάζονται πάνω από τις σιδηροδρομικές γραμμές, το μέγιστο κατά τα ανωτέρω επιτρεπόμενο ύψος μπορεί να προσαυξάνεται κατά ποσοστό έως και 30% ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση της ΓΑΙΑΟΣΕ. (iii) Οι ελάχιστες αποστάσεις των κτιρίων και εγκαταστάσεων από τα όρια του γηπέδου ορίζονται σύμφωνα με τον τύπο 3+0,10H, όπου H είναι το εκάστοτε υλοποιούμενο ύψος του κτιρίου. Κατ΄ εξαίρεση, τα κτίρια των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων μπορεί να τοποθετούνται και σε μικρότερη απόσταση από τα όρια του γηπέδου, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη πάντως από δύο και μισό (2,50) μέτρα. (iv) Επιτρέπεται η κατασκευή περισσότερων από ένα κτιρίων στο ίδιο γήπεδο. 4. α. Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Διοίκησης για την Αξιοποίηση της Δημόσιας Περιουσίας του άρθρου 16 του ν. 3986/2011, στο οποίο για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου προεδρεύει ο Γενικός Γραμματέας Μεταφορών του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, εγκρίνεται ο γενικός σχεδιασμός των σιδηροδρομικών ακινήτων της παραγράφου 3 ως εξής: (i) Οριοθετείται, σε χάρτη κλίμακας 1:2.000 ή άλλης κατάλληλης κλίμακας, με εξάρτηση από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων, η ακριβής έκταση του σιδηροδρομικού ακινήτου. (ii) Καθορίζονται οι επιτρεπόμενες εντός του ακινήτου ειδικές χρήσεις γης και ειδικοί όροι και περιορισμοί δόμησης, σύμφωνα με τη γενική πολεοδομική λειτουργία του και το ισχύον πολεοδομικό καθεστώς του (εντός ή εκτός αστικής περιοχής). (iii) Εγκρίνονται οι περιβαλλοντικοί όροι που πρέπει να τηρούνται κατά την εφαρμογή του γενικού σχεδιασμού του ακινήτου, ύστερα από Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων η οποία συντάσσεται και δημοσιοποιείται κατά τα οριζόμενα κατωτέρω. β. Με τα ανωτέρω προεδρικά διατάγματα μπορεί να τροποποιούνται τυχόν ισχύουσες για τα σιδηροδρομικά ακίνητα γενικές και ειδικές πολεοδομικές ρυθμίσεις, ιδίως όσον αφορά τις επιτρεπόμενες χρήσεις γης και όρους και περιορισμούς δόμησης, εφόσον οι τροποποιήσεις αυτές καθίστανται αναγκαίες για την εκπλήρωση των βασικών λειτουργιών των πιο πάνω ακινήτων και δεν αλλοιώνουν τη γενική πολεοδομική φυσιογνωμία των ομόρων, εντός ή εκτός σχεδίου πόλεως, περιοχών. γ. Για την έκδοση των πιο πάνω διαταγμάτων η ΓΑΙΑΟΣΕ υποβάλλει στη Γενική Γραμματεία Μεταφορών: (i) Ειδική πολεοδομική μελέτη, στην οποία περιγράφονται και τεκμηριώνονται οι βασικές πολεοδομικές επιλογές του προτεινόμενου σχεδίου ανάπτυξης του ακινήτου, ιδίως όσον αφορά τις χρήσεις γης και όρους και περιορισμούς δόμησης, σε συνάρτηση και με τις γειτνιάζουσες χρήσεις γης και δραστηριότητες, την υπάρχουσα συγκοινωνιακή υποδομή και τις λοιπές εξυπηρετήσεις, καθώς και τα βασικά χωρικά χαρακτηριστικά της ευρύτερης περιοχής. Τεκμηριώνεται επίσης, η συμβατότητα του προτεινόμενου σχεδίου ανάπτυξης προς τα δεδομένα του ευρύτερου χωροταξικού σχεδιασμού και προς τους ευρύτερους αναπτυξιακούς στόχους εθνικής και περιφερειακής κλίμακας. (ii) Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, η οποία συντάσσεται κατά το άρθρο 6 και δημοσιοποιείται κατά το άρθρο 7 της κοινής απόφασης 107017/2006 των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του Υφυπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης (Β΄ 1225). Ως αρμόδια αρχή για τις ανάγκες εφαρμογής του παρόντος άρθρου νοείται η αρμόδια υπηρεσία περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής που ορίζεται στο άρθρο 4 παρ. 1 της πιο πάνω κοινής υπουργικής απόφασης. (iii) Οι ρυθμίσεις των ανωτέρω προεδρικών διαταγμάτων είναι δεσμευτικές για όλα τα εκπονούμενα στις περιοχές των οικείων ακινήτων πολεοδομικά σχέδια και σχέδια χρήσεων γης, καθώς και για κάθε ένταξη των πιο πάνω ακινήτων σε σχέδιο πόλεως ή πολεοδομική μελέτη. Μέχρι την έκδοση των πιο πάνω διαταγμάτων, για κάθε πολεοδομική ρύθμιση επί των ακινήτων του άρθρου αυτού, όπως είναι ιδίως ο καθορισμός χρήσεων γης και όρων και περιορισμών δόμησης μέσω Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. ή άλλων σχεδίων χρήσεων γης ή η ένταξη σε σχέδιο πόλεως και η επιβολή οποιασδήποτε πολεοδομικής δέσμευσης, βάρους ή περιορισμού, απαιτείται η σύμφωνη γνώμη της ΓΑΙΑΟΣΕ. ε. Η διαδικασία της παραγράφου αυτής εφαρμόζεται και για κάθε αναθεώρηση ή ουσιώδη τροποποίηση του γενικού σχεδιασμού των σιδηροδρομικών ακινήτων. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και ύστερα από γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Διοίκησης υπό την προεδρία του Γενικού Γραμματέα Μεταφορών μπορεί να επέρχονται μεμονωμένες και μη ουσιώδεις τροποποιήσεις στο γενικό σχεδιασμό των πιο πάνω ακινήτων. Οι πιο πάνω τροποποιήσεις υποβάλλονται σε διαδικασία στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης, μόνον εφόσον αξιολογηθεί, κατά τα οριζόμενα στην κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του Υφυπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης με αριθμό 107017/2006 ότι ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. 5. Με όμοια προεδρικά διατάγματα, και ύστερα από ειδικώς αιτιολογημένη εκτίμηση των πολεοδομικών, περιβαλλοντικών και αναπτυξιακών χαρακτηριστικών και επιπτώσεων της επιδιωκόμενης παρέμβασης, μπορεί να τροποποιούνται εγκεκριμένα σχέδια πόλεως και πολεοδομικές μελέτες, καθώς και να καθορίζονται ειδικοί όροι χρήσης και δόμησης για τα εντός σχεδίου πόλεως σιδηροδρομικά ακίνητα, ακόμη και κατά παρέκκλιση από τις τυχόν ισχύουσες στην περιοχή γενικές και ειδικές χρήσεις γης και όρους και περιορισμούς δόμησης, εφόσον οι ρυθμίσεις αυτές καθίστανται αναγκαίες για την εκπλήρωση των βασικών πολεοδομικών λειτουργιών των σιδηροδρομικών ακινήτων και δεν αλλοιώνουν τη γενική πολεοδομική φυσιογνωμία των περιοχών ή πολεοδομικών ενοτήτων στις οποίες εντάσσονται τα ακίνητα. 6. α. Για την περιβαλλοντική αδειοδότηση των έργων που πρόκειται να πραγματοποιηθούν εντός των ακινήτων της παραγράφου 1, καθώς και των βοηθητικών και συνοδών αυτών έργων και εγκαταστάσεων εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 4014/2011. β. Ειδικώς στις περιπτώσεις ενιαίων αναπτύξεων εντός του ιδίου σιδηροδρομικού ακινήτου, μπορεί να τηρείται κοινή διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης για το σύνολο των υπό πραγματοποίηση έργων εντός του ακινήτου, συμπεριλαμβανομένης και της τροποποίησης, επέκτασης και εκσυγχρονισμού υφισταμένων έργων και εγκαταστάσεων. Στις περιπτώσεις αυτές, οι σχετικοί περιβαλλοντικοί όροι εγκρίνονται, ανεξαρτήτως κατηγορίας, με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ύστερα από υποβολή ενιαίας για κάθε ακίνητο Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και τήρηση της διαδικασίας που ορίζεται στις παραγράφους 2β και 3 του άρθρου 3 του ν. 4014/2011. Στις περιπτώσεις αυτές, με τις πιο πάνω αποφάσεις εγκρίνεται και το σχέδιο γενικής διάταξης για το σύνολο των έργων, δραστηριοτήτων και εγκαταστάσεων που υφίστανται ή πρόκειται να πραγματοποιηθούν εντός των πιο πάνω ακινήτων, με αναφορά σε τοπογραφικό διάγραμμα κλίμακας 1:2.000 ή άλλης κατάλληλης κλίμακας. 7. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του ν. 3986/2011, όπως ισχύουν, εφαρμόζονται και για την έκδοση αδειών δόμησης εντός των ακινήτων του παρόντος άρθρου.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΒ.2.: ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΟΣΕ ΚΑΙ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ 1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 6 του ν. 3891/2010 (Α΄ 188) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ύστερα από την έκδοση της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με ζητήματα κρατικών ενισχύσεων του ΟΣΕ σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 93, 107, 108 και 109 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να μεταβιβαστεί το σύνολο της ακίνητης περιουσίας που ανήκει στον ΟΣΕ, συμπεριλαμβανομένων των ακινήτων της σιδηροδρομικής υποδομής, αυτοδικαίως κατά κυριότητα στο Δημόσιο. Η μεταβίβαση των ακινήτων πραγματοποιείται αυτοδικαίως χωρίς άλλη διατύπωση από τη δημοσίευση της προηγούμενης απόφασης. Μετά την ανωτέρω μεταβίβαση, το Δημόσιο, με τις αρμόδιες εκάστοτε υπηρεσίες, οργανισμούς ή εταιρίες, μεριμνά για την επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου, που αποτελεί την Εθνική Σιδηροδρομική Υποδομή, αποκτώντας τα αναγκαία προς τούτο ακίνητα κατά κυριότητα και διαθέτοντάς τα για τον ανωτέρω σκοπό. Εκκρεμείς διαδικασίες κήρυξης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ακινήτων υπέρ ΟΣΕ με τη δημοσίευση της ανωτέρω απόφασης συνεχίζονται και ολοκληρώνονται υπέρ του Δημοσίου.» 2. Στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 6 του ν. 3891/2010 διαγράφονται οι λέξεις «και την ΤΡΑΙΝΟΣΕ». 3. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 12 του άρθρου 6 του ν. 3891/2010 καταργείται. 4. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 12 του άρθρου 6 του ν. 3891/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «δ) Σε κτίρια, εγκαταστάσεις και χρήσεις που εξυπηρετούν τη σιδηροδρομική υποδομή και λειτουργία, εφαρμόζονται οι παρακάτω διατάξεις: (i) Κτίρια, εγκαταστάσεις και χρήσεις που εξυπηρετούν τη σιδηροδρομική υποδομή και λειτουργία και οι οποίες έχουν ανεγερθεί ή εγκατασταθεί προ της 30.11.1955 επί των ακινήτων που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ, θεωρούνται νομίμως υφιστάμενες. Σχετικά εκδίδεται βεβαίωση της ΓΑΙΑΟΣΕ Α.Ε.. (ii) Αυθαίρετες κατασκευές και χρήσεις που εξυπηρετούν τη σιδηροδρομική υποδομή και λειτουργία και οι οποίες έχουν ανεγερθεί ή εγκατασταθεί προ της 1.1.1983 επί των ακινήτων που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ, εξαιρούνται οριστικά από την κατεδάφιση κατά τη διαδικασία του ν. 4178/2013 (Α΄ 174). Για την υπαγωγή υποβάλλονται μόνον τα δικαιολογητικά των περιπτώσεων 1, 4, 5 και 7 του άρθρου 11 του ν. 4178/2013, καθώς και αποτύπωση των κατόψεων του κτιρίου ή της ιδιοκτησίας. (iii) Με την επιφύλαξη των όσων ορίζονται παρακάτω στην υποπερίπτωση (iv) της παρούσας, αυθαίρετες κατασκευές και χρήσεις που εξυπηρετούν τη σιδηροδρομική υποδομή και λειτουργία και οι οποίες έχουν ανεγερθεί ή εγκατασταθεί μετά την 1.1.1983 και προ της 28.7.2011 επί των ακινήτων που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ, υπάγονται σε αναστολή ή εξαίρεση από την κατεδάφιση κατά τις διατάξεις του ν. 4178/2013. Για την υπαγωγή υποβάλλονται μόνον τα δικαιολογητικά των περιπτώσεων 1, 4, 5 και 7 του άρθρου 11 του ν. 4178/2013, καθώς και αποτύπωση των κατόψεων του κτιρίου ή της ιδιοκτησίας. (iv) Υπέργειες και υπόγειες κατασκευές, όπως ενδεικτικά γέφυρες, επιχώματα και ορύγματα ανοικτής εκσκαφής, που αποτελούν τμήμα της σιδηροδρομικής υποδομής, θεωρούνται νομίμως υφιστάμενες, εφόσον έχουν κατασκευαστεί με δημόσιο διαγωνισμό ή έχουν κατασκευαστεί από τον «ΟΣΕ Α.Ε.» ή την «ΕΡΓΑ ΟΣΕ Α.Ε.» με αυτεπιστασία. Στις περιπτώσεις αυτές, η έγκριση των μελετών εφαρμογής επέχει θέση έγκρισης δόμησης και άδειας δόμησης. Η σύνδεση των εγκαταστάσεων αυτών με τα πάσης φύσεως δίκτυα, όπως ενδεικτικά ύδρευσης, ηλεκτροφωτισμού και αποχέτευσης, γίνεται ύστερα από βεβαίωση του «ΟΣΕ Α.Ε.» ή της «ΕΡΓΑ ΟΣΕ Α.Ε.» ότι τα έργα εκτελέστηκαν σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη. (v) Οι βεβαιώσεις της υποπεριπτώσεως (i) ανωτέρω, οι βεβαιώσεις περαίωσης που εκδίδονται από το πληροφοριακό σύστημα του άρθρου 10 του ν. 4178/2013 και οι εγκριτικές αποφάσεις των μελετών εφαρμογής της υποπεριπτώσεως (iv) ανωτέρω, επέχουν θέση βεβαίωσης καταλληλότητας κύριας χρήσης, καθώς και θέση αδείας εγκατάστασης κατά τις κείμενες διατάξεις.» 5. Μετά την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 12 του άρθρου 6 του ν. 3891/2010 προστίθενται περιπτώσεις ε΄, στ΄ και ζ΄ ως εξής: «ε) Μετά την έκδοση των βεβαιώσεων ή αποφάσεων της περιπτώσεως δ΄ του παρόντος άρθρου, επιτρέπεται η έκδοση αδειών δόμησης για περαιτέρω προσθήκες και επεκτάσεις, καθώς και για ανέγερση νέων κτιρίων και εγκαταστάσεων και εκτέλεση οποιωνδήποτε οικοδομικών εργασιών επί των ανωτέρω ακινήτων. Η έκδοση αδειών δόμησης για τις πιο πάνω οικοδομικές εργασίες, καθώς και για τη βελτίωση, επισκευή, μετασκευή και εκσυγχρονισμό των πάσης φύσεως κτιρίων και εγκαταστάσεων εντός των ακινήτων του άρθρου αυτού γίνεται από τη Διεύθυνση Οικοδομικών και Κτιριοδομικών Κανονισμών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 15 παρ. 1 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152), όπως ισχύει. στ) Για την τροποποίηση, βελτίωση, επέκταση και εκσυγχρονισμό έργων και δραστηριοτήτων επί των ακινήτων που διαχειρίζεται η ΓΑΙΑΟΣΕ, τα οποία δεν διαθέτουν περιβαλλοντικούς όρους ή έχουν κατασκευασθεί καθ΄ υπέρβαση των εγκεκριμένων περιβαλλοντικών όρων, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 4014/2011 (Α΄ 209). Εφόσον πρόκειται για έργα και δραστηριότητες που κατατάσσονται στην Α΄ κατηγορία (υποκατηγορίες Α1 και Α2) του άρθρου 1 του ν. 4014/2011, οι αποφάσεις έγκρισης περιβαλλοντικών όρων εκδίδονται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και η σχετική διαδικασία διεκπεραιώνεται από τις κεντρικές υπηρεσίες του Υπουργείου, μη εφαρμοζομένων στις περιπτώσεις αυτές των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 4014/2011. ζ) Για τη λειτουργική αδειοδότηση υφισταμένων μηχανολογικών εγκαταστάσεων που εξυπηρετούν τη σιδηροδρομική υποδομή και λειτουργία, καθώς και μηχανοστασίων και αμαξοστασίων, που δεν διαθέτουν άδεια λειτουργίας ή άδεια λειτουργίας σε ισχύ, εκδίδεται προσωρινή άδεια λειτουργίας διάρκειας τριών (3) ετών. Για την έκδοση της άδειας αυτής, ο λειτουργός των εγκαταστάσεων υποβάλλει στην κατά νόμο αρμόδια αδειοδοτούσα αρχή αίτηση, συνοδευόμενη από τα πιο κάτω δικαιολογητικά: (i) άδεια εγκατάστασης ή άλλη πράξη επέχουσα θέση αδείας εγκατάστασης κατά τις κείμενες διατάξεις, (ii) υπεύθυνη δήλωση στην οποία αναφέρονται λεπτομερώς πόσοι και ποιας ειδικότητας τεχνικοί θα χρησιμοποιηθούν κατά νόμο για τη λειτουργία της εγκατάστασης, (iii) υπεύθυνη δήλωση του ή των αρμοδίων, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, τεχνικών που έχουν αναλάβει την κατά νόμο επίβλεψη λειτουργίας και συντήρησης του μηχανολογικού εξοπλισμού της εγκατάστασης, (iv) υπεύθυνη δήλωση αρμόδιου κατά νόμο μηχανικού σχετικά με τη βιομηχανική ή βιοτεχνική χρήση του κτιρίου, την εγκατάσταση του μηχανολογικού εξοπλισμού σε χώρο κύριας χρήσης, τον αριθμό της υφιστάμενης οικοδομικής αδείας ή, ελλείψει αυτής, τις βεβαιώσεις ή αποφάσεις της περιπτώσεως δ΄ της παρούσας παραγράφου, καθώς και τη μη απαίτηση έκδοσης νέας αδείας, (v) απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων ή αριθμό κατάθεσης της μελέτης για την περιβαλλοντική αδειοδότηση, εφόσον απαιτείται και (vi) πιστοποιητικό ελέγχου σε ισχύ δεξαμενών υγραερίου, κατά τις κείμενες διατάξεις, εφόσον η μονάδα έχει εγκατάσταση υγραερίου. Η προσωρινή άδεια λειτουργίας χορηγείται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τον έλεγχο τυπικής πληρότητας των υποβαλλόμενων δικαιολογητικών. Τρεις μήνες πριν από τη λήξη της προσωρινής αδείας λειτουργίας, υποβάλλεται από τον λειτουργό των εγκαταστάσεων στην κατά νόμο αδειοδοτούσα αρχή φάκελος με πλήρη δικαιολογητικά για την έκδοση οριστικής αδείας λειτουργίας.» 6. Η παράγραφος 15 του άρθρου 6 του ν. 3891/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «15. Οι διατάξεις των άρθρων 21 και 22 του β.δ. 24.9/ 20.10.1958 σε συνδυασμό με τη διάταξη της παραγράφου 11(12) του άρθρου 25 του ν. 1828/1989, καθώς και οι διατάξεις των άρθρων 13 του β.δ 24.9/20.10.1958 και 10 του ν. 1080/1980, δεν εφαρμόζονται για τον υπολογισμό, την επιβολή και τη βεβαίωση των τελών που προβλέπονται από αυτές, για τα ακίνητα και το υπέδαφος αυτών , που ανήκουν στην Εθνική Σιδηροδρομική Υποδομή, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 16 του άρθρου 2 του π.δ. 41/2005, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των εδαφίων α΄, γ΄, δ΄, ε΄, η΄, θ΄, ιβ΄, ιγ΄, ιδ΄, της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου. Τα μέχρι της δημοσίευσης του παρόντος βεβαιωθέντα από τους ΟΤΑ, σε εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, τέλη, πρόστιμα και προσαυξήσεις που αφορούν στα παραπάνω ακίνητα, διαγράφονται και δεν αναζητούνται, εκτός από αυτά που έχουν κριθεί δικαστικώς αμετάκλητα. Τυχόν καταβληθέντα από το Διαχειριστή της Υποδομής, ποσά που αφορούν στις ανωτέρω περιπτώσεις τελών, δεν αναζητούνται. Κάθε αντίθετη στην παρούσα, γενική ή ειδική, διάταξη καταργείται.» 7. Η πρώτη περίπτωση της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του ν. 3891/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «− εξαρτημένης εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, απαγορεύεται να υπερβαίνει το ανώτατο όριο αποζημίωσης, που ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του α.ν. 173/1967, όπως κάθε φορά, αναπροσαρμοζόμενο, ισχύει». 8. Στο άρθρο 29 του ν. 3891/2010 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής: «5. Για τη μίσθωση−εκμίσθωση ακινήτων για τη στέγαση της Ρ.Α.Σ. εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ. 715/ 1979 (Α΄212), όπως ισχύει». 9. Η παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 3891/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Η Ρ.Α.Σ. έχει ίδιο προσωπικό. Για τη στελέχωση της Ρ.Α.Σ. συνιστώνται τριάντα πέντε (35) θέσεις προσωπικού, από τις οποίες είκοσι (20) είναι θέσεις τακτικού προσωπικού με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου, δεκατρείς (13) είναι θέσεις Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μία (1) θέση δικηγόρου με έμμισθη εντολή και μία (1) θέση Νομικού Συμβούλου. Ο συνολικός αριθμός θέσεων προσωπικού και η ανωτέρω κατανομή μπορεί να τροποποιηθεί με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης του άρθρου 31. Ως προσόντα πρόσληψης, για μεν το τακτικό προσωπικό ορίζονται τα προβλεπόμενα στο π.δ. 50/2001 (Α΄ 39), όπως εκάστοτε ισχύει, για δε το Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό τα προβλεπόμενα στο άρθρο 25 παρ. 2 του ν. 1943/1991 (Α΄ 50) με επιστημονική εξειδίκευση στο αντικείμενο και τις αρμοδιότητες της Ρ.Α.Σ.. Η πλήρωση των θέσεων προσωπικού της Ρ.Α.Σ. πραγματοποιείται ύστερα από προκήρυξη που εκδίδει το Α.Σ.Ε.Π. σύμφωνα με την προβλεπόμενη από τη σχετική με το Α.Σ.Ε.Π. εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία.» 10. Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 30 του ν. 3891/ 2010 καταργούνται και οι παράγραφοι 6 και 7 αναριθμούνται σε 4 και 5 αντίστοιχα. ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.1: ΕΠΑΝΑΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝΤΩΝ ΣΤΑΘΜΩΝ ΑΠΕ ΚΑΙ ΣΗΘΥΑ 1. Τα στοιχεία και οι τιμές αναφοράς του πίνακα της περίπτωσης β΄ της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 3468/2006 (Α΄ 129), όπως ισχύει, και του πίνακα της παραγράφου 3 του άρθρου 27Α του ν. 3734/2009 (Α΄ 8), όπως ισχύει, καθώς και των τιμών του «Ειδικού Προγράμματος Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων» (Β΄1079/2009), (Φ/Β Στεγών (<=10kW) στον κατωτέρω πίνακα A), όπως αυτές οι τιμές έχουν αναπροσαρμοστεί και εφαρμόζονται για την εκτέλεση των συμβάσεων πώλησης και των συμβάσεων συμψηφισμού κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας υποπαραγράφου, επανακαθορίζονται, από την έναρξη ισχύος της παρούσας υποπαραγράφου, για τους σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ που κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας υποπαραγράφου βρίσκονται σε λειτουργία (κανονική ή δοκιμαστική) σύμφωνα με τις ακόλουθες περιπτώσεις. α. Τιμολόγηση (€/MWh) ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκούς σταθμούς. ΠΙΝΑΚΑΣ Α Οι σταθμοί που αντιστοιχούν σε κελί του πίνα α Α ί Α ξά Οι σταθμοί που αντιστοιχούν σε κελί του πίνακα Α το οποίο δεν φέρει αριθμητική τιμή (€ /MWh) δεν εμπίπτουν στις διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου. Για σταθμούς ισχύος έως και 20 kW, που δεν εντάσσονται στο «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων» (Β΄ 1079/2009), οι τιμές του πίνακα Α προσαυξάνονται κατά 10%. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις σταθμών, για τους οποίους η ανωτέρω προσαύξηση του 10% οδηγεί σε τιμή υψηλότερη της τιμής αποζημίωσης που εφαρμόζεται για την εκτέλεση των αντίστοιχων συμβάσεων πώλησης τον Ιανουάριο του 2014. Για σταθμούς ισχύος έως και 100 kW, οι οποίοι, κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας υποπαραγράφου, ανήκουν σε κατ’ επάγγελμα αγρότες και για ανώτατο όριο συνολικής ισχύος έως και 100 kW ανά επαγγελματία αγρότη, δεν εφαρμόζονται οι τιμές του πίνακα Α. Στις περιπτώσεις των ανωτέρω σταθμών, και από την έναρξη ισύος της παρούσας υποπαραγράφου, οι ισχύουσες την 1.1.2014 τιμές αποζημίωσης μειώνονται κατά ποσοστό 12% εφόσον δεν έχουν τύχει ενίσχυσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Υποπαράγραφο ΙΓ.2. Σε περίπτωση που οι ανωτέρω σταθμοί έχουν τύχει ενίσχυσης, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες τιμές του πίνακα Α. Κατ’ εξαίρεση από τη διάταξη της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 15 του ν. 3851/2010, επιτρέπεται η μεταβίβαση σταθμού που ανήκει σε κατ’ επάγγελμα αγρότη μόνο σε άλλον κατ’ επάγγελμα αγρότη. Η υποβολή δηλώσεων από τους κατ’ επάγγελμα αγρότες παραγωγούς για τη διατήρηση ή μη της ιδιότητας του κατ’ επάγγελμα αγρότη, οι οποίες επέχουν θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 και οι οποίες υποβάλλονται εντός του πρώτου τριμήνου κάθε έτους και αφορούν το προηγούμενο της υποβολής έτος, θα γίνεται μέσω των συστημάτων πληροφορικής που αναπτύσσονται κατά τις διατάξεις της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου ΙΓ.2. Σε περίπτωση μη υποβολής της δήλωσης κατά το προηγούμενο εδάφιο ή διαπίστωσης ανακριβούς δήλωσης επανακαθορίζεται αναδρομικά η τιμή αποζημίσωσης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον πίνακα Α. Ειδικά για τους σταθμούς για τους οποίους η τιμή αναφοράς αποζημίωσης της παραγόμενης ενέργειας έως την έναρξη ισχύος της παρούσας υποπαραγράφου καθορίστηκε βάσει των διατάξεων της υποπερίπτωσης β΄ της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Ι.2 της παραγράφου Ι του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, και οι οποίοι συνδέθηκαν εντός του δεύτερου εξαμήνου του 2013 εφαρμόζονται οι τιμές του ακόλουθου πίνακα Β. Σε περίπτωση που υλοποιηθεί διασύνδεση νησιού με το Διασυνδεδεμένο Σύστημα της ηπειρωτικής χώρας, η παραγόμενη ενέργεια από τους αιολικούς σταθμούς αποζημιώνεται βάσει των αντίστοιχων κατηγοριών για το Διασυνδεδεμένο Σύστημα από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα που έπεται της ημερομηνίας θέσης σε λειτουργία της διασύνδεσης. γ. Τιμολόγηση (€/MWh) ηλεκτρικής ενέργειας από μικρούς υδροηλεκτρικούς σταθμούς με εγκατεστημένη ισχύ έως 15 MWe. δ. Τιμολόγηση (€/MWh) ηλεκτρικής ενέργειας από μονάδες ΣΗΘΥΑ. ΜΙΚΡΑ ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΕΡΓΑ Περίοδος Διασύνδεσης P ≤ 1 MW P › 1 MW XE ME XE ME έως 31/12/2006 107 87 107 84 από 1/1/2007 107 89 107 87 ΠΙΝΑΚΑΣ Α΄ ΜΤΦΑt: Η ανά μήνα μέση μοναδιαία μικτή τιμή του Φυσικού Αερίου σε €/MWh Ανωτέρας Θερμογόνου Δύναμης (ΑΘΔ), η οποία περιλαμβάνει την τιμή πώλησης με το κόστος μεταφοράς και τον ειδικό φόρο κατανάλωσης (ΜΤΦΑμ ή ΜΤΦΑη) στην οποία προστίθεται και το μέσο κόστος CO2 που αντιστοιχεί στην ηλεκτροπαραγωγή. ΜΤΦΑμ: Η ανά μήνα μέση μοναδιαία τιμή πώλησης φυσικού αερίου για συμπαραγωγή σε €/MWh Ανωτέρας Θερμογόνου Δύναμης (ΑΘΔ) στους χρήστες φυσικού αερίου στην Ελλάδα, εξαιρούμενων των πελατών ηλεκτροπαραγωγής. Η τιμή αυτή ορίζεται με μέριμνα της Διεύθυνσης Πετρελαϊκής Πολιτικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και κοινοποιείται ανά μήνα στον ΛΑΓΗΕ. ΜΤΦΑη: Η ανά μήνα μέση μοναδιαία τιμή πώλησης φυσικού αερίου σε €/MWh Ανωτέρας Θερμογόνου Δύναμης (ΑΘΔ) στους χρήστες ΦΑ στην Ελλάδα οι οποίοι είναι πελάτες ηλεκτροπαραγωγής. Η τιμή αυτή ορίζεται με μέριμνα της Διεύθυνσης Πετρελαϊκής Πολιτικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και κοινοποιείται ανά μήνα στο ΛΑΓΗΕ. Το μέσο κόστος CO2 υπολογίζεται από την μαθηματική σχέση: Μέσο Κόστος CO2 (€/MWh) = 0.37*Μέση Τιμή Δικαιωμάτων CO2 (€/tn)*ηe Μέση Τιμή Δικαιωμάτων CO2: Η ανά μήνα μέση τιμή των δικαιωμάτων CO2 σε €/tn όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΕΕΧ (Energy Exchange). Η τιμή αυτή υπολογίζεται με μέριμνα του Γραφείου Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και κοινοποιείται ανά μήνα στο ΛΑΓΗΕ. Στην περίπτωση που σε σταθμό ΣΗΘΥΑ του πίνακα Α η παραγόμενη θερμική ενέργεια είτε αξιοποιείται για την παραγωγή αγροτικών προϊόντων, και εφόσον η παραγωγή αγροτικών προϊόντων αποτελεί την κύρια δραστηριότητα του παραγωγού, είτε διατίθεται μέσω δικτύου τηλεθέρμανσης πόλεων, το σταθερό τμήμα της τιμής του πίνακα Α (τιμή εξαιρουμένου του ΠΤ) προσαυξάνεται κατά 20%. Σε περίπτωση που σε σταθμό ΣΗΘΥΑ του πίνακα Α τα καυσαέρια αξιοποιούνται για γεωργικούς σκοπούς, το σταθερό τμήμα της τιμής του πίνακα (τιμή εξαιρούμενου του ΠΤ) προσαυξάνεται κατά 20% και η προσαύξηση αυτή υπολογίζεται πλέον τυχόν προσαύξησης κατά τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου. Σε εφαρμογή των οριζομένων σχετικά με τον υπολογισμό του ΜΤΦΑt κάθε παραγωγός κάτοχος μονάδας ΣΗΘΥΑ, υποβάλλει στο ΛΑΓΗΕ βεβαίωση από φορέα του Μητρώου Φορέων Πιστοποίησης, Επαλήθευσης και Επιθεώρησης του ΛΑΓΗΕ του άρθρου 3 της υ.α. αριθ. Δ5−ΗΛ/Γ/Φ1/οικ.23278/23.11.2012 (Β΄ 3108), στην οποία βεβαιώνεται για την αντίστοιχη μονάδα ΣΗΘΥΑ εάν ο παραγωγός ως Χρήστης φυσικού αερίου είναι πελάτης ηλεκτροπαραγωγής ή όχι. Κάθε παραγωγός κάτοχος Μονάδας Συμπαραγωγής υποβάλλει στο ΛΑΓΗΕ βεβαίωση από φορέα του Μητρώου Φορέων Πιστοποίησης, Επαλήθευσης και Επιθεώρησης του ΛΑΓΗΕ του άρθρου 3 της υ.α. αριθ. Δ5−ΗΛ/Γ/Φ1/ οικ. 23278/23.11.2012 (Β΄ 3108) στην οποία καθορίζεται σε ποια από τις κατηγορίες του άρθρου 3 της υ.α. Δ5−ΗΛ/Γ/ Φ1/οικ.15641/14.7.2009(Β΄ 1420) εντάσσεται η μονάδα του. Σε περίπτωση που τροποποιηθούν οι κατηγορίες του άρθρου 3 της υ.α. Δ5−ΗΛ/Γ/Φ1/οικ.15641/14.7.2009 (Β΄ 1420), εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής να τροποποιήσει αναλόγως τις κατηγορίες και τις αντίστοιχες τιμές και συντελεστές των πινάκων Α και Β της παρούσας υποπερίπτωσης. Οι κατηγορίες ΧΕ και ΜΕ των πινάκων των υποπεριπτώσεων α΄ έως δ΄ της παρούσας περίπτωσης έχουν ως ακολούθως: ΧΕ: Υλοποίηση της επένδυσης χωρίς τη χρήση δημόσιας ενίσχυσης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2. ΜΕ: Η υλοποίηση της επένδυσης με χρήση δημόσιας ενίσχυσης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2. Ως ημερομηνία Διασύνδεσης, για την ένταξη των σταθμών στις αντίστοιχες κατηγορίες των πινάκων της παρούσας περίπτωσης βάσει της «Περιόδου Διασύνδεσης», νοείται η ημερομηνία που οι σταθμοί τέθηκαν σε δοκιμαστική λειτουργία ή, εάν δεν προβλέπεται περίοδος δοκιμαστικής λειτουργίας, ενεργοποιήθηκε η σύνδεσή τους. Σε περίπτωση μεταβολής του εξοπλισμού ή/και της ισχύος (MW) του σταθμού, ως ημερομηνία ΔιΑt: Η ανά μήνα μέση μοναδιαία μι ή ή Φ ασύνδεσης νοείται η ημερομηνία της αρχικής θέσης σε δοκιμαστική λειτουργία ή ενεργοποίησης της σύνδεσης. 2. Για λοιπούς, πλην φωτοβολταϊκών, αιολικών και μικρών υδροηλεκτρικών, σταθμούς ΑΠΕ και για σταθμούς ΣΗΘΥΑ τεχνολογιών που δεν περιλαμβάνονται στην υ.α.. Δ5−ΗΛ/Γ/Φ1/749/21.3.2012 (B΄ 889), και οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου βρίσκονται σε λειτουργία (κανονική ή δοκιμαστική), η τιμή αποζημίωσης της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας αναπροσαρμόζεται από την έναρξη ισχύος της παρούσας υποπαραγράφου, σύμφωνα με τις τιμές που καθορίζονται βάσει των διατάξεων της υποπαραγράφου ΙΓ.5. της παρούσας παραγράφου. 3. Οι διατάξεις των υποπεριπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της περίπτωσης 1 δεν εφαρμόζονται σε περιπτώσεις σταθμών, για τους οποίους η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων οδηγεί σε τιμή, η οποία, περιλαμβανομένων τυχόν προσαυξήσεων, είναι υψηλότερη της τιμής αποζημίωσης που εφαρμόζεται για την εκτέλεση των αντίστοιχων συμβάσεων πώλησης και συμψηφισμού τον Ιανουάριο του 2014. 4. Ο ΛΑΓΗΕ για τις συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στο διασυνδεδεμένο σύστημα, ο ΔΕΔΔΗΕ για τις συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στο μη διασυνδεδεμένο δίκτυο των νησιών, καθώς και οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας στην περίπτωση των εγκαταστάσεων του «Ειδικού Προγράμματος Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων» (Β΄1079/2009) αναπροσαρμόζουν τις τιμές αποζημίωσης της παραγόμενης ενέργειας από την έναρξη ισχύος της παρούσας υποπαραγράφου, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής. 5. Η ισχύς της παρούσας υποπαραγράφου αρχίζει από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα έναρξης ισχύος της παρούσας παραγράφου. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.2: ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗ – ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΣΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ ΙΓ.1 1. Για την εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης υποπαραγράφου ΙΓ.1., οι σταθμοί παραγωγής ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, με εξαίρεση τους σταθμούς του «Ειδικού Προγράμματος Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων» (Β΄1079/2009), κατατάσσονται στην κατηγορία ΜΕ (με χρήση ενίσχυσης) της υποπαραγράφου ΙΓ.1. με τη συνδρομή σωρευτικά των εξής δύο προϋποθέσεων: α) Ο σταθμός παραγωγής έχει τύχει άμεσης ενίσχυσης (επιχορήγησης) ή ισοδύναμης ενίσχυσης με άλλα μέσα (αφορολόγητα αποθεματικά, απαλλαγή από φόρο εισοδήματος, επιδότηση επιτοκίου) σε ποσοστό μεγαλύτερο από 20% επί του κόστους της επένδυσης όπως αυτό έχει διαμορφωθεί έως τις 31.12.2013 και αποτυπώνεται στο λογιστικό σύστημα και τις λογιστικές καταστάσεις του παραγωγού. β) Έχει καταβληθεί πάνω από το 50% του συνόλου της ενίσχυσης (άμεσης ή ισοδύναμης). Ως δημόσια ενίσχυση νοείται η ενίσχυση από αναπτυξιακό/επενδυτικό νόμο ή μέσω ένταξης σε προγράμματα χρηματοδοτούμενα από εθνικούς πόρους ή/και πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 2. α) Για την εφαρμογή των διατάξεων της υποπαραγράφου ΙΓ.1., αρχικά όλοι οι σταθμοί παραγωγής ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, με εξαίρεση τους σταθμούς του «Ειδικού Προγράμματος Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων» (Β΄1079/2009), που την ημερομηνία έναρξης ισχύος της υποπαραγράφου ΙΓ.1. βρίσκονται σε λειτουργία (κανονική ή δοκιμαστική), κατατάσσονται στην κατηγορία ΜΕ (με χρήση ενίσχυσης). β) Ο ΛΑΓΗΕ για τις συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στο διασυνδεδεμένο σύστημα και ο ΔΕΔΔΗΕ για τις συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στο μη διασυνδεδεμένο δίκτυο των νησιών, υλοποιούν εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος της υποπαραγράφου ΙΓ.1. κατάλληλα συστήματα πληροφορικής για την υποδοχή ηλεκτρονικών δηλώσεων από τους παραγωγούς προκειμένου να ενταχθούν στις κατηγορίες ΜΕ και ΧΕ της υποπαραγράφου ΙΓ.1. και δημοσιοποιούν την ημερομηνία θέσης σε λειτουργία των εν λόγω συστημάτων στο δικτυακό τους τόπο. γ) Οι παραγωγοί, κάτοχοι σταθμών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ που την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας παραγράφου βρίσκονται σε λειτουργία (κανονική ή δοκιμαστική), υποβάλλουν για κάθε σταθμό ηλεκτρονική δήλωση, η οποία επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν.1599/1986, με την οποία κατά περίπτωση δηλώνουν: αα) το κόστος της επένδυσης, το είδος της ενίσχυσης, το ύψος και το ποσοστό της ενίσχυσης επί του κόστους επένδυσης, κατά τα οριζόμενα στην υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης 1, καθώς και το ποσό και ποσοστό της ενίσχυσης που έχει καταβληθεί έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος της υποπαραγράφου ΙΓ.1., ή ββ) το κόστος της επένδυσης με αναφορά ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της υποπερίπτωσης α΄ της περίπτωσης 1. Οι παραγωγοί υποβάλλουν τη δήλωση της παρούσας περίπτωσης εντός διαστήματος δύο (2) μηνών από την ημερομηνία θέσης σε λειτουργία των συστημάτων πληροφορικής για την υποδοχή ηλεκτρονικών δηλώσεων. Μετά την ηλεκτρονική επεξεργασία των δηλώσεων οι σταθμοί που πληρούν τις προϋποθέσεις κατάταξης στην κατηγορία ΧΕ (χωρίς χρήση ενίσχυσης) κατατάσσονται σε αυτήν από την έναρξη ισχύος της υποπαραγράφου ΙΓ.1. και μέχρι την τελευταία ημερολογιακή ημέρα του μήνα που προηγείται αυτού, εντός του οποίου συνέτρεξαν οι προϋποθέσεις της περίπτωσης 1. Η διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων της περίπτωσης 1 κατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο, γίνεται βάσει και των νέων δηλώσεων που υποβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης 3. Σε περίπτωση κατά την οποία σταθμοί που πληρούν τις προϋποθέσεις κατάταξης στην κατηγορία ΧΕ (χωρίς χρήση ενίσχυσης) δεν υποβάλλουν τη δήλωση της παρούσας περίπτωσης εντός της ανωτέρω δίμηνης προθεσμίας, η κατάταξή τους στην κατηγορία ΧΕ (χωρίς χρήση ενίσχυσης) γίνεται από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του επόμενου της υποβολής της δήλωσης μήνα. Τα συστήματα πληροφορικής που αναπτύσσονται κατά τις διατάξεις της παρούσας περίπτωσης παρέχουν τη δυνατότητα υποβολής και των δηλώσεων της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 3468/2006 καθώς και των δηλώσεων για τους επαγγελματίες αγρότες της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου ΙΓ.1. της παρούσας παραγράφου. 3. Για τις περιπτώσεις που δεν έχει καταβληθεί πάνω από το 50% του συνόλου της ενίσχυσης (άμεσης ή ισοδύναμης) έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος της υποπαραγράφου ΙΓ.1. , οι παραγωγοί υποχρεούνται εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία τελευταίας καταβολής του ποσού με το οποίο καλύπτεται το όριο του 50% να υποβάλουν νέα περί του γεγονότος αυτού ηλεκτρονική δήλωση, η οποία επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986, ώστε να υπαχθούν στην κατηγορία ΜΕ. Η κατάταξη γίνεται κατά την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα, εντός του οποίου έγινε η τελευταία καταβολή του ποσού του προηγούμενου εδαφίου από τον αρμόδιο φορέα που παρέχει την ενίσχυση. Στην περίπτωση που δεν τηρηθεί από τον παραγωγό η προθεσμία των δύο (2) μηνών της παρούσας η κατάταξη γίνεται από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα που έπεται αυτού της υποβολής της αρχικής, βάσει της περίπτωσης 2, δήλωσης. Σε περίπτωση που η ημερομηνία τελευταίας καταβολής του ποσού με το οποίο καλύπτεται το όριο του 50% του συνόλου της ενίσχυσης είναι προγενέστερη της ημερομηνίας θέσης σε εφαρμογή των πληροφοριακών συστημάτων της υποπερίπτωσης β΄ της περίπτωσης 2 το διάστημα των δύο (2) μηνών της παρούσας υπολογίζεται από την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή των εν λόγω συστημάτων. 4. Σε περίπτωση διαπίστωσης ένταξης σταθμού στην κατηγορία ΧΕ (χωρίς τη χρήση ενίσχυσης) βάσει ανακριβούς δήλωσης του παραγωγού, πέραν των λοιπών κυρώσεων, ο παραγωγός αποζημιώνεται εφεξής (από την επόμενη περίοδο τιμολόγησης) βάσει του καθεστώτος τιμολόγησης που θα ισχύει για νεοεισερχόμενους σταθμούς και ανεξάρτητα των όρων της οικείας σύμβασης πώλησης. Επιπλέον, η αποζημίωση της ενέργειας που εγχύθηκε το διάστημα από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα υποβολής της δήλωσης και μέχρι το μήνα διαπίστωσης της υποβολής ανακριβούς δήλωσης θα επαναϋπολογιστεί με την τιμή που αποζημιώνεται αντίστοιχος νεοεισερχόμενος σταθμός κατά την ημερομηνία υποβολής της ανακριβούς δήλωσης. 5. Οι εκάστοτε αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, σε συνεργασία με το ΛΑΓΗΕ, το ΔΕΔΔΗΕ και τις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές για τη χορήγηση δημόσιας ενίσχυσης, δύνανται να διενεργούν δειγματοληπτικούς ελέγχους για την ακρίβεια των δηλώσεων. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.3: ΠΑΡΟΧΗ ΕΚΠΤΩΣΗΣ 1. Εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου, οι παραγωγοί ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, πλην των περιπτώσεων που εντάσσονται στο «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων» (Β΄ 1079/2009), προβαίνουν στην έκδοση και παράδοση πιστωτικού τιμολογίου με βάση το Ειδικό Ενημερωτικό Σημείωμα που θα εκδώσουν ο ΛΑΓΗΕ για το Διασυνδεδεμένο Σύστημα και ο ΔΕΔΔΗΕ για το Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών. Οι παραγωγοί ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ υποχρεούνται να εκδώσουν πιστωτικό τιμολόγιο κατά τον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ) (ν. 4093/2012), με το οποίο παρέχουν έκπτωση επί της συνολικής αξίας της εγχεόμενης κατά το 2013 ενέργειας: α) σε ποσοστό 34% για φωτοβολταϊκούς σταθμούς που συνδέθηκαν έως 31.12.2009, β) σε ποσοστό 35% για φωτοβολταϊκούς σταθμούς που συνδέθηκαν από 1.1.2010 έως 31.12.2011, γ) σε ποσοστό 37% για φωτοβολταϊκούς σταθμούς που συνδέθηκαν από 1.1.2012 έως 31.12.2012, δ) σε ποσοστό 37,5% για φωτοβολταϊκούς σταθμούς που συνδέθηκαν από 1.1.2013 έως 31.12.2013, ε) σε ποσοστό 20% ειδικά για φωτοβολταϊκούς σταθμούς έως και 100 kW (συμπεριλαμβανομένων των σταθμών που ανήκουν σε κατ΄ επάγγελμα αγρότες), στ) σε ποσοστό 10% για τις υπόλοιπες ΑΠΕ/ΣΗΘΥΑ. 2. Μέχρι την έκδοση και παράδοση στο ΛΑΓΗΕ του πιστωτικού τιμολογίου που αναφέρεται στην περίπτωση αυτή, αναστέλλεται η υποχρέωση, του ΛΑΓΗΕ για το Διασυνδεδεμένο Σύστημα και του ΔΕΔΔΗΕ για το Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, καταβολής τιμήματος για την ποσότητα ενέργειας που έχει παραδοθεί και δεν έχει εξοφληθεί. Τα ακριβή οικονομικά και φορολογικά στοιχεία του πιστωτικού τιμολογίου θα παρέχονται στους παραγωγούς ΑΠΕ/ΣΗΘΥΑ από το ΛΑΓΗΕ και το ΔΕΔΔΗΕ μέσω του Ειδικού Ενημερωτικού Σημειώματος. Όσον αφορά στα λοιπά θέματα φορολογικής απεικόνισης πιστωτικών τιμολογίων, ισχύουν οι διατάξεις του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000) και του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ), ν. 4093/2012 με επιφύλαξη των ακόλουθων περιπτώσεων 4, 5 και 6. 3. Για τους παραγωγούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ που εκδίδουν σύμφωνα με την περίπτωση 1 πιστωτικό τιμολόγιο η έκτακτη εισφορά της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Ι.2 της παραγράφου Ι του πρώτου άρθρου του ν. 4093/2012 και της περίπτωσης 8 της υποπαραγράφου Ι.4 της παραγράφου Ι του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 (Α΄ 107) επαναϋπολογίζεται για το 2013 επί των μειωμένων, μετά την έκπτωση, εσόδων από την πώληση ενέργειας το αναφερόμενο έτος. 4. Για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου , δεν ισχύουν οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της υποπαραγράφου α΄της παραγράφου 5 του άρθρου 19 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000) σχετικά με την υποχρέωση γνωστοποίησης των εκπτώσεων στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.. 5. Ειδικά και κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 15 του άρθρου 6 του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ), ν. 4093/2012, τα πιστωτικά τιμολόγια της περίπτωσης 1 που αφορούν εκπτώσεις επί της συνολικής αξίας της πωληθείσας ενέργειας της περιόδου 1.1.2013 έως και 31.12.2013 επιτρέπεται: (α) να εκδοθούν σε χρόνο μεταγενέστερο της λήξης της διαχειριστικής περιόδου του εκάστοτε παραγωγού ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ και με ημερομηνία έκδοσης εντός της επόμενης διαχειριστικής περιόδου και (β) να χρησιμοποιηθούν, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας έκδοσης του πιστωτικού τιμολογίου, για τη μείωση των φορολογητέων εσόδων των παραγωγών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ που αφορούν την περίοδο 1.1.2013 έως και 31.12.2013, σύμφωνα με την αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων. 6. Σε περίπτωση που παραγωγός ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ έχει ήδη υποβάλει δήλωση φόρου εισοδήματος για περίοδο που καλύπτει ολικά ή μερικά την ως άνω περίοδο 1.1.2013 − 31.12.2013 πριν την έκδοση του πιστωτικού τιμολογίου της περίπτωσης 1, δικαιούται να υποβάλει τροποποιητική δήλωση φόρου εισοδήματος για την εν λόγω περίοδο, λαμβάνοντας υπόψη το ποσό της έκπτωσης του πιστωτικού τιμολογίου που αναλογεί στην εν λόγω περίοδο. Η προθεσμία για την υποβολή της ως άνω τροποποιητικής δήλωσης φόρου εισοδήματος λήγει κατά την ημερομηνία εμπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης φόρου εισοδήματος της επόμενης διαχειριστικής περιόδου. Στην περίπτωση λήξης της ως άνω προθεσμίας τα πιστωτικά τιμολόγια της περίπτωσης 1 θα χρησιμοποιηθούν, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας έκδοσης του πιστωτικού τιμολογίου, για τη μείωση των φορολογητέων εσόδων των παραγωγών ΑΠΕ/ΣΗΘΥΑ που αφορούν την επόμενη διαχειριστική περίοδο. 7. Εφόσον οποτεδήποτε μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου επιβλήθηκε κατάσχεση εις χείρας του ΛΑΓΗΕ ως τρίτου για απαιτήσεις που έχει παραγωγός ΑΠΕ/ΣΗΘΥΑ κατά του ΛΑΓΗΕ, και ο ΛΑΓΗΕ έχει δηλώσει στη σχετική του δήλωση ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδικείου ότι υπάρχουν χρηματικές υποχρεώσεις του ΛΑΓΗΕ προς τον εν λόγω παραγωγό/ οφειλέτη του επιβάλλοντος την κατάσχεση, οι οποίες απαιτήσεις έχουν δεσμευθεί από το ΛΑΓΗΕ για να αποδοθούν στον κατασχόντα, αναστέλλεται η υποχρέωση, του ΛΑΓΗΕ να καταβάλει αυτές στον κατασχόντα μέχρι την έκδοση και παράδοση στο ΛΑΓΗΕ του πιστωτικού τιμολογίου που αναφέρεται στην περίπτωση 2 της παρούσας υποπαραγράφου. Επιπλέον οι δεσμευμένες αυτές απαιτήσεις για ενέργεια που εγχύθηκε στο Δίκτυο/Σύστημα από 1.1.2013 έως και 31.12.2013 μειώνονται αναλογικά με τα ποσοστά του πιστωτικού τιμολογίου της περίπτωσης 1 της παρούσας υποπαραγράφου. Εφόσον όμως υπάρχουν και άλλες χρηματικές υποχρεώσεις του ΛΑΓΗΕ προς τον εν λόγω παραγωγό/οφειλέτη του επιβάλλοντος την κατάσχεση για ενέργεια που εγχύθηκε στο Δίκτυο/Σύστημα σε περίοδο διαφορετική από αυτήν που αναφέρεται στην οικεία δήλωση του ΛΑΓΗΕ ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδικείου, αυτές δεσμεύονται και θα αποδοθούν στον κατασχόντα μέχρι την πλήρη εξόφληση του ποσού της κατασχέσεως , υπό τον όρο πλήρωσης και των λοιπών προϋποθέσεων που αναφέρει ο ΛΑΓΗΕ στις οικείες δηλώσεις του ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδικείου. Ο ΛΑΓΗΕ δεν φέρει καμία απολύτως ευθύνη ούτε απέναντι στον παραγωγό ΑΠΕ/ ΣΗΘΥΑ ούτε απέναντι στον επιβάλλοντα την κατάσχεση για τυχόν θετική ή αποθετική ζημία ή διαφυγόντα κέρδη αυτών από την εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης. Οι διατάξεις της παρούσας εφαρμόζονται αναλόγως και για τον ΔΕΔΔΗΕ. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.4: ΕΠΕΚΤΑΣΗ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ Για όλους τους σταθμούς ΑΠΕ, που εμπίπτουν στις διατάξεις της υποπαραγράφου ΙΓ.1. , με την επιφύλαξη των διατάξεων της περίπτωσης 3 της ίδιας υποπαραγράφου ΙΓ.1., και λειτουργούν για λιγότερο από 12 χρόνια, με σημείο αναφοράς την 1η Ιανουαρίου 2014, επεκτείνεται αυτοδίκαια η σύμβαση πώλησης και η σύμβαση συμψηφισμού του «Ειδικού Προγράμματος Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων» (Β΄1079/2009), κατά επτά (7) χρόνια και για ίσο χρόνο οι απαιτούμενες άδειες παραγωγής και λειτουργίας και για εγκατεστημένη ισχύ ίση με την ισχύ κατά την 1η Ιανουαρίου 2014. Στους παραγωγούς των σταθμών του προηγούμενου εδαφίου κατά το διάστημα επέκτασης της σύμβασης πώλησης δίδονται οι δυνατότητες επιλογής αποζημίωσης της παραγόμενης ενέργειας σύμφωνα με τις ακόλουθες περιπτώσεις: α) Βάσει μεθοδολογίας που καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μετά από πρόταση του ΛΑΓΗΕ και γνώμη της ΡΑΕ, λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά των τεχνολογιών ως προς τη συμβολή τους στη σταθερότητα του ηλεκτρικού συστήματος και τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας όπως αυτές διαμορφώνονται από τη λειτουργία της αγοράς. β) Με τιμή 90 €/MWh για μέγιστη ετήσια ποσότητα ενέργειας που υπολογίζεται από τη μαθηματική σχέση: Ενέργεια (kWh) = Εγκατεστημένη Ισχύς (kW) X Συντελεστής Απόδοσης (kWh/kW). Ο Συντελεστής Απόδοσης ανά τεχνολογία αποτυπώνεται στον παρακάτω πίνακα. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Συντελεστής Απόδοσης (kWh/kW) Φ/Β σταθμοί στο Διασυν/νο Σύστημα 1500 Φ/Β σταθμοί στα Μη Διασυν/να Νησιά 1700 Φ/Β σταθμοί Ειδικού Προγράμματος 1400 Στεγών (<=10 kW) –(Β΄1079/2009) Αιολικοί σταθμοί στο 2250 Διασυν/νο Σύστημα Αιολικοί σταθμοί στα 2500 Μη Διασυν/να Νησιά Μικρά Υδροηλεκτρικά 3150 Βιομάζα 7800 Αέρια από ΧΥΤΑ 6500 Βιοαέριο 7800 Ηλιοθερμικά (Με ή χωρίς αποθήκευση) 2200 Το πλεόνασμα ενέργειας που προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων της υποπερίπτωσης β΄ διοχετεύεται στο Σύστημα ή/και το Δίκτυο χωρίς υποχρέωση για οποιαδήποτε αποζημίωση στον παραγωγό. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μετά από πρόταση του ΛΑΓΗΕ και γνώμη της ΡΑΕ, καθορίζεται η μοναδιαία τιμή με την οποία θα υπολογίζεται η αποζημίωση για το πλεόνασμα της ενέργειας η οποία θα καταβάλλεται από τους Προμηθευτές, υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 40 του ν. 2773/1999. Η επιλογή μεταξύ των υποπεριπτώσεων α΄ και β΄ γίνεται με αμετάκλητη δήλωση του παραγωγού στο ΛΑΓΗΕ, το ΔΕΔΔΗΕ ή τον Προμηθευτή, κατά περίπτωση, η οποία πρέπει να υποβληθεί τουλάχιστον 6 μήνες πριν την έναρξη επέκτασης της σύμβασης. Σε περίπτωση μη υποβολής της δήλωσης εντός του ανωτέρω διαστήματος των 6 μηνών, η αποζημίωση κάθε φορά γίνεται με τη μικρότερη τιμή εκ των δύο υποπεριπτώσεων α΄ και β΄ της παρούσας. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.5: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 13 ΤΟΥ Ν. 3468/2006 1. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 3468/2006 αντικαθίσταται, για όλους τους σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ που τίθενται σε δοκιμαστική λειτουργία ή ενεργοποιείται η σύνδεσή τους μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου, ως εξής: «β) Η τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας κατά την προηγούμενη περίπτωση εκτός από την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από φωτοβολταϊκούς σταθμούς για τους οποίους έχουν οριστεί ξεχωριστές τιμές από το ν. 3734/2009 (Α΄ 8), όπως ισχύει, γίνεται με βάση τα στοιχεία του ακόλουθου πίνακα: Σε περίπτωση που υλοποιηθεί διασύνδεση νησιού με το Διασυνδεδεμένο Σύστημα της ηπειρωτικής χώρας, η παραγόμενη ενέργεια από αιολικούς σταθμούς και σταθμούς ΣΗΘΥΑ που λειτουργούν στο εν λόγω νησί αποζημιώνεται βάσει των κατηγοριών 1, 2 και 29 του πίνακα Α αντίστοιχα, από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα που έπεται της ημερομηνίας θέσης σε λειτουργία της διασύνδεσης. Οι κατηγορίες «με ενίσχυση» (ΜΕ) και «χωρίς ενίσχυση» (ΧΕ) του ανωτέρω πίνακα Α έχουν ως ακολούθως: «Με ενίσχυση» (ΜΕ): Για την υλοποίηση της επένδυσης γίνεται χρήση δημόσιας ενίσχυσης, και συγκεκριμένα χρήση άμεσης ενίσχυσης (επιχορήγηση) ή ισοδύναμης ενίσχυσης με άλλα μέσα (αφορολόγητα αποθεματικά, απαλλαγή από φόρο εισοδήματος, επιδότηση επιτοκίου) σε ποσοστό μεγαλύτερο από 20% επί του κόστους της επένδυσης όπως αυτό έχει διαμορφωθεί έως την ημερομηνία έναρξης της δοκιμαστικής λειτουργίας του σταθμού ή ενεργοποίησης της σύνδεσής του, κατά περίπτωση, και αποτυπώνεται στο λογιστικό σύστημα και τις λογιστικές καταστάσεις του παραγωγού. «Χωρίς ενίσχυση» (ΧΕ): Η υλοποίηση της επένδυσης πραγματοποιήθηκε χωρίς τη χρήση δημόσιας ενίσχυσης όπως αυτή περιγράφεται στο προηγούμενο εδάφιο. Προκειμένου για την ένταξη στις ανωτέρω κατηγορίες «με ενίσχυση» και «χωρίς ενίσχυση» οι παραγωγοί δηλώνουν, με υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, κατά περίπτωση: αα) το κόστος της επένδυσης, το είδος της ενίσχυσης, το ύψος και το ποσοστό της ενίσχυσης επί του κόστους επένδυσης, ανεξάρτητα εάν το σύνολο αυτής έχει καταβληθεί έως την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης ή ββ) το κόστος της επένδυσης με αναφορά ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις ένταξης στην κατηγορία «με ενίσχυση» του πίνακα Α της παρούσας. Η ανωτέρω δήλωση υποβάλλεται στο ΛΑΓΗΕ για τις συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα και στο ΔΕΔΔΗΕ για τις συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στο Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών έως την τελευταία ημερολογιακή ημέρα του μήνα που ο σταθμός τέθηκε σε δοκιμαστική λειτουργία ή, εάν δεν προβλέπεται περίοδος δοκιμαστικής λειτουργίας, ενεργοποιήθηκε η σύνδεσή του. Η κατάταξη στις κατηγορίες «με ενίσχυση» (ΜΕ) και «χωρίς ενίσχυση» (ΧΕ) βάσει της ανωτέρω δήλωσης γίνεται από την ημερομηνία που ο σταθμός τέθηκε σε δοκιμαστική λειτουργία ή, εάν δεν προβλέπεται περίοδος δοκιμαστικής λειτουργίας, ενεργοποιήθηκε η σύνδεσή του. Σε περίπτωση παράλειψης της υποβολής της δήλωσης οι σταθμοί κατατάσσονται στην κατηγορία «με ενίσχυση» (ΜΕ). Σε περίπτωση κατά την οποία για σταθμούς που πληρούν τις προϋποθέσεις κατάταξης στην κατηγορία ΧΕ (χωρίς χρήση ενίσχυσης) υποβληθεί εκπρόθεσμα η σχετική δήλωση, η κατάταξή τους στην κατηγορία ΧΕ (χωρίς χρήση ενίσχυσης) γίνεται από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του επόμενου της υποβολής της δήλωσης μήνα. Η δήλωση για την κατάταξη στις κατηγορίες της παρούσας υποβάλλεται υποχρεωτικά ηλεκτρονικά, και επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986, στην περίπτωση που βρίσκεται σε λειτουργία σχετικό σύστημα πληροφορικής για την υποδοχή της. Σε περίπτωση διαπίστωσης ένταξης σταθμού στην κατηγορία «χωρίς ενίσχυση» (ΧΕ) στη βάση ανακριβούς δήλωσης του παραγωγού, πέραν των λοιπών κυρώσεων, ο παραγωγός αποζημιώνεται εφεξής (από την επόμενη περίοδο τιμολόγησης) βάσει του καθεστώτος τιμολόγησης που θα ισχύει για νεοεισερχόμενους σταθμούς και ανεξάρτητα των όρων της οικείας σύμβασης πώλησης. Επιπλέον, η αποζημίωση της ενέργειας που εγχύθηκε το διάστημα από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα υποβολής της δήλωσης και μέχρι το μήνα διαπίστωσης της υποβολής ανακριβούς δήλωσης θα επαναϋπολογιστεί με την τιμή με την οποία αποζημιώνεται νεοεισερχόμενος σταθμός κατά την ημερομηνία υποβολής της ανακριβούς δήλωσης. Οι εκάστοτε αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, σε συνεργασία με το ΛΑΓΗΕ, το ΔΕΔΔΗΕ και τις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές για τη χορήγηση δημόσιας ενίσχυσης, δύνανται να διενεργούν δειγματοληπτικούς ελέγχους για την ακρίβεια των δηλώσεων. Η προσαρμογή τιμής φυσικού αερίου (ΠΤ) είναι μέγεθος που καλύπτει τις μεταβολές του κόστους του φυσικού αερίου και υπολογίζεται ως εξής: ΠΤ = ((1−((η−ηe)/ηhr))/ηe)x(ΜΤΦΑt−26), όπου ηe: Ηλεκτρικός βαθμός απόδοσης μονάδας συμπαραγωγής, όπως ορίζεται στην υ.α. Δ5−ΗΛ/Γ/Φ1/749/ 21.3.2012 (B΄ 889) ηh: Θερμικός βαθμός απόδοσης μονάδας συμπαραγωγής, όπως ορίζεται στην υ.α. Δ5−ΗΛ/Γ/Φ1/749/ 21.3.2012 (B΄ 889) η = ηe + ηh: Ολικός βαθμός απόδοσης μονάδας συμπαραγωγής ηhr: είναι η τιμή αναφοράς του βαθμού απόδοσης για τη χωριστή παραγωγή θερμικής ενέργειας, όπως ορίζεται στην υ.α. Δ5−ΗΛ/Γ/Φ1/749/21.3.2012 (B΄ 889), όπου οι βαθμοί απόδοσης σε Ανώτερη Θερμογόνο Δύναμη (ΑΘΔ) όπως στον παρακάτω πίνακα Β. ΜΤΦΑt: Η ανά μήνα μέση μοναδιαία μικτή τιμή του Φυσικού Αερίου σε €/MWh Ανωτέρας Θερμογόνου Δύναμης (ΑΘΔ), η οποία περιλαμβάνει την τιμή πώλησης με το κόστος μεταφοράς και τον ειδικό φόρο κατανάλωσης (ΜΤΦΑμ ή ΜΤΦΑη) στην οποία προστίθεται και το μέσο κόστος CO2 που αντιστοιχεί στην ηλεκτροπαραγωγή. ΜΤΦΑμ: Η ανά μήνα μέση μοναδιαία τιμή πώλησης φυσικού αερίου για συμπαραγωγή σε €/MWh Ανωτέρας Θερμογόνου Δύναμης (ΑΘΔ) στους χρήστες φυσικού αερίου στην Ελλάδα, εξαιρούμενων των πελατών ηλεκτροπαραγωγής. Η τιμή αυτή ορίζεται με μέριμνα της Διεύθυνσης Πετρελαϊκής πολιτικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και κοινοποιείται ανά μήνα στο ΛΑΓΗΕ. ΜΤΦΑη: Η ανά μήνα μέση μοναδιαία τιμή πώλησης φυσικού αερίου σε €/MWh ανωτέρας θερμογόνου δύναμης (ΑΘΔ) στους χρήστες ΦΑ στην Ελλάδα οι οποίοι είναι πελάτες ηλεκτροπαραγωγής. Η τιμή αυτή ορίζεται με μέριμνα της Διεύθυνσης Πετρελαϊκής Πολιτικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και κοινοποιείται ανά μήνα στο ΛΑΓΗΕ. Το μέσο κόστος CO2 υπολογίζεται από τη μαθηματική σχέση: Μέσο Κόστος CO2 (€/MWh) = 0.37*Μέση Τιμή Δικαιωμάτων CO2 (€/tn)*ηe Μέση Τιμή Δικαιωμάτων CO2: Η ανά μήνα μέση τιμή των δικαιωμάτων CO2 σε €/tn όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΕΕΧ (Energy Exchange). Η τιμή αυτή υπολογίζεται με μέριμνα του Γραφείου Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και κοινοποιείται ανά μήνα στο ΛΑΓΗΕ. Σε εφαρμογή των οριζομένων σχετικά με τον υπολογισμό του ΜΤΦΑt κάθε παραγωγός κάτοχος μονάδας ΣΗΘΥΑ, υποβάλλει στο ΛΑΓΗΕ βεβαίωση από φορέα του Μητρώου Φορέων Πιστοποίησης, Επαλήθευσης και Επιθεώρησης του ΛΑΓΗΕ του άρθρου 3 της υ.α. αριθ. Δ5−ΗΛ/Γ/Φ1/οικ.23278/23.11.2012 (Β΄ 3108), στην οποία βεβαιώνεται για την αντίστοιχη μονάδα ΣΗΘΥΑ εάν ο παραγωγός ως χρήστης Φυσικού Αερίου είναι πελάτης ηλεκτροπαραγωγής ή όχι. Κάθε παραγωγός κάτοχος Μονάδας Συμπαραγωγής υποβάλλει στο ΛΑΓΗΕ βεβαίωση από φορέα του Μητρώου Φορέων Πιστοποίησης, Επαλήθευσης και Επιθεώρησης του ΛΑΓΗΕ του άρθρου 3 της υ.α. αριθ. Δ5−ΗΛ/Γ/Φ1/ οικ.23278/23.11.2012 (Β΄3108) στην οποία καθορίζεται σε ποια από τις κατηγορίες του άρθρου 3 της υ.α. Δ5−ΗΛ/Γ/ Φ1/οικ.15641/14.7.2009(Β΄1420) εντάσσεται η μονάδα του. Σε περίπτωση που τροποποιηθούν οι κατηγορίες του άρθρου 3 της υ.α. Δ5−ΗΛ/Γ/Φ1/οικ.15641/14.7.2009 (Β΄ 1420), εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής να τροποποιήσει αναλόγως τις κατηγορίες και τις αντίστοιχες τιμές και συντελεστές των πινάκων Α και Β της παρούσας. Στην περίπτωση που σε σταθμό ΣΗΘΥΑ του πίνακα A η παραγόμενη θερμική ενέργεια είτε αξιοποιείται για την παραγωγή αγροτικών προϊόντων, και εφόσον η παραγωγή αγροτικών προϊόντων αποτελεί την κύρια δραστηριότητα του παραγωγού, είτε διατίθεται μέσω δικτύου τηλεθέρμανσης πόλεων, το σταθερό τμήμα της τιμής του πίνακα A (τιμή εξαιρουμένου του ΠΤ) προσαυξάνεται κατά 15%. Σε περίπτωση που σε σταθμό ΣΗΘΥΑ του πίνακα A τα καυσαέρια αξιοποιούνται για γεωργικούς σκοπούς, το σταθερό τμήμα της τιμής του πίνακα (τιμή εξαιρουμένου του ΠΤ) προσαυξάνεται κατά 20% και η προσαύξηση αυτή υπολογίζεται πλέον τυχόν προσαύξησης κατά τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου. Όπου στην υφιστάμενη νομοθεσία γίνεται αναφορά στις κατηγορίες α εώς ιζ του πίνακα της παρούσης όπως αυτός ίσχυε προ της αντικατάστασής του από τον πίνακα Α, αυτή νοείται ως αναφορά στις κατηγορίες 1 έως 30 του πίνακα Α και η αντιστοίχιση γίνεται με βάση την περιγραφή της κάθε κατηγορίας.» 2. Στο τέλος του άρθρου 13 του ν. 3468/2006 προστίθενται παράγραφοι 10 και 11 ως εξής: «10. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μετά από γνώμη της ΡΑΕ, μπορεί να μεταβάλλεται και να εξειδικεύεται το σύνολο ή μέρος των στοιχείων του ανωτέρω πίνακα Α και ιδίως όσον αφορά στις τιμές και στην ειδικότερη κατηγοριοποίηση ανά τεχνολογία ΑΠΕ και ισχύ, καθώς και να καθορίζεται το σταθερό τμήμα και το μέγεθος Προσαρμογή Τιμής (ΠΤ) για τη ΣΗΘΥΑ με χρήση φυσικού αερίου. Για τη μεταβολή και εξειδίκευση αυτή λαμβάνονται κυρίως υπόψη ο ενεργειακός σχεδιασμός και οι ανάγκες του ενεργειακού συστήματος, η διείσδυση των σταθμών του πίνακα Α της παραγράφου 1 στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, η πορεία επίτευξης των στόχων που καθορίζονται βάσει του άρθρου 1 και η μείωση του κόστους των τεχνολογιών. Η απόφαση της παρούσας αφορά σε σταθμούς που θα συνδεθούν στο Σύστημα ή το Δίκτυο μετά την παρέλευση δύο ημερολογιακών ετών από την παρέλευση του έτους έκδοσής της. 11. α) Για τις κατηγορίες 7, 8, 9, 11, 12, 13, 16 και 17 του πίνακα Α, τα επίπεδα συνολικής ισχύος σταθμών που τίθενται σε δοκιμαστική λειτουργία ή ενεργοποιείται η σύνδεσή τους μετά την 1.1.2014 και η παραγόμενη ενέργεια των οποίων θα αποζημιώνεται με τις τιμές του πίνακα αυτού έχουν ως ακολούθως: αα) Κατηγορίες 7 και 8: στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα συνολικά 100 MW, στο Μη Διασυνδεδεμένο Σύστημα συνολικά 10% επί της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος κάθε ανεξάρτητου συστήματος, ββ) Κατηγορία 9: 50 MW, γγ) Κατηγορίες 11 έως 13: στο Διασυνδεμένο Σύστημα συνολικά 40 MW, δδ) Κατηγορίες 16 και 17: στο Διασυνδεμένο Σύστημα συνολικά 50 MW. β) Τα ανωτέρω επίπεδα ισχύος (MW) μπορούν να αυξάνονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μετά από γνώμη της ΡΑΕ λαμβάνοντας υπόψη τον ενεργειακό σχεδιασμό και τις ανάγκες του ενεργειακού συστήματος, την πορεία επίτευξης των στόχων που καθορίζονται βάσει του άρθρου 1, τη μείωση του κόστους των τεχνολογιών, και τη διαμόρφωση των τιμών του πίνακα A της παραγράφου 1. γ) Η παραγόμενη ενέργεια σταθμών οι οποίοι τίθενται σε δοκιμαστική λειτουργία ή ενεργοποιείται η σύνδεσή τους μετά την 1.1.2014 καθ’ υπέρβαση των επιπέδων συνολικής ισχύος της παρούσας παραγράφου αποζημιώνεται με τιμή που προκύπτει στο πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού και της Εκκαθάρισης των Αποκλίσεων Παραγωγής – Ζήτησης, κατ’ εφαρμογή του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας του άρθρου 120 του ν. 4001/2011. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 143 του ν. 4001/2011, η τιμή με την οποία θα αποζημιώνεται η κατά το προηγούμενο εδάφιο παραγόμενη ενέργεια αποτελεί και την τιμή αποζημίωσης που καλείται να καταβάλλει ο Προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας για την εν λόγω ποσότητα ενέργειας «Α.Π.Ε.».» 3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 13 του ν. 3468/2006 τροποποιείται ως ακολούθως: «3. Για την τιμολόγηση της διαθεσιμότητας ισχύος Υβριδικών Σταθμών που συνδέονται στο Δίκτυο Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, της ηλεκτρικής ενέργειας που απορροφούν οι σταθμοί αυτοί από το Δίκτυο Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, καθώς και της ηλεκτρικής ενέργειας που οι Υβριδικοί Σταθμοί εγχέουν στο Δίκτυο αυτό, ισχύουν τα ακόλουθα: α) Η διαθεσιμότητα ισχύος των μονάδων ελεγχόμενης παραγωγής του Υβριδικού Σταθμού που συνδέεται στο Δίκτυο Μη Διασυνδεδεμένου Νησιού τιμολογείται, σε μηνιαία βάση, σε ευρώ ανά μεγαβάτ εγγυημένης ισχύος (€/MW). Η εγγυημένη ισχύς, οι χρονικές περίοδοι κατά τις οποίες παρέχεται αυτή, καθώς και η τιμή με βάση την οποία τιμολογείται η διαθεσιμότητα ισχύος, καθορίζονται στην άδεια παραγωγής του Υβριδικού Σταθμού. Για την τιμολόγηση διαθεσιμότητας ισχύος λαμβάνεται υπόψη το εκτιμώμενο κόστος κατασκευής και το σταθερό κόστος λειτουργίας νεοεισερχόμενου συμβατικού σταθμού παραγωγής στο Αυτόνομο Ηλεκτρικό Σύστημα του Μη Διασυνδεδεμένου Νησιού. Το τίμημα που λαμβάνει ο Παραγωγός για τη διαθεσιμότητα των μονάδων ελεγχόμενης παραγωγής Υβριδικού Σταθμού δεν μπορεί να υπολείπεται του τιμήματος που καταβάλλεται για τη διαθεσιμότητα των μονάδων του νεοεισερχόμενου συμβατικού σταθμού παραγωγής, με αντίστοιχη ισχύ. Ως νεοεισερχόμενος συμβατικός σταθμός παραγωγής στο Αυτόνομο Ηλεκτρικό Σύστημα Μη Διασυνδεδεμένου Νησιού, νοείται ο σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση συμβατικών καυσίμων, που λογίζεται ότι κατασκευάζεται κατά το χρόνο εξέτασης της αίτησης για τη χορήγηση άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Υβριδικό Σταθμό, με σκοπό την απρόσκοπτη ηλεκτροδότηση του Μη Διασυνδεδεμένου Νησιού, κατά τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Διαχείρισης Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών. β) Η τιμή, με βάση την οποία τιμολογείται η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τις μονάδες ελεγχόμενης παραγωγής Υβριδικού Σταθμού που αξιοποιούν την αποθηκευμένη ενέργεια στο σύστημα αποθήκευσής του και εγχέεται στο Δίκτυο του Μη Διασυνδεδεμένου Νησιού, καθορίζεται στην άδεια παραγωγής του Υβριδικού Σταθμού. Ο καθορισμός αυτός γίνεται με βάση το μέσο οριακό μεταβλητό κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που εκτιμάται ότι έχουν, κατά το χρόνο έκδοσης της άδειας παραγωγής, οι συμβατικές μονάδες του Αυτόνομου Ηλεκτρικού Συστήματος για την κάλυψη της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας του Μη Διασυνδεδεμένου Νησιού, η οποία καλύπτεται εν προκειμένω από τις ανωτέρω μονάδες ελεγχόμενης παραγωγής του Υβριδικού Σταθμού. Η τιμή που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο δεν μπορεί να είναι κατώτερη από την τιμή με την οποία τιμολογείται η ηλεκτρική ενέργεια που απορροφά ο Υβριδικός Σταθμός από το Δίκτυο για την πλήρωση του συστήματος αποθήκευσής του, προσαυξημένη με ποσοστό 25%. Επιπλέον της τιμής που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο, στην άδεια παραγωγής καθορίζεται ελάχιστη τιμή για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τις μονάδες ελεγχόμενης παραγωγής Υβριδικού Σταθμού που αξιοποιούν την αποθηκευμένη ενέργεια στο σύστημα αποθήκευσής του και εγχέεται στο Δίκτυο του Μη Διασυνδεδεμένου Νησιού. Ο προηγούμενος καθορισμός γίνεται με βάση την τιμή αποζημίωσης για αιολικούς σταθμούς της κατηγορίας 3 του Πίνακα Α του παρόντος άρθρου, επαυξημένη κατά 50%, ώστε να καλύπτονται οι απώλειες ενέργειας στον κύκλο αποθήκευσης του υβριδικού σταθμού. γ) Η τιμή, με βάση την οποία τιμολογείται το σύνολο της ηλεκτρικής ενέργειας που απορροφά ο Υβριδικός Σταθμός από το Δίκτυο του Μη Διασυνδεδεμένου Νησιού για την πλήρωση του συστήματος αποθήκευσής του, καθορίζεται στην άδεια παραγωγής του Υβριδικού Σταθμού. Ο καθορισμός της τιμής αυτής γίνεται με βάση το μέσο μεταβλητό κόστος παραγωγής των μονάδων βάσης του Αυτόνομου Ηλεκτρικού Συστήματος του Μη Διασυνδεδεμένου Νησιού κατά το χρόνο έκδοσης της άδειας παραγωγής. δ) Το σύνολο της ηλεκτρικής ενέργειας που οι μονάδες ΑΠΕ Υβριδικού Σταθμού εγχέουν απευθείας στο Δίκτυο του Μη Διασυνδεδεμένου Νησιού, τιμολογείται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1, ανάλογα με το είδος του σταθμού Α.Π.Ε.. ε) Η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τις μονάδες ΑΠΕ του Υβριδικού Σταθμού και εγχέεται απευθείας στο Δίκτυο Mη Διασυνδεδεμένου Νησιού, μπορεί να συμψηφίζεται με την ενέργεια που απορροφά από το Δίκτυο αυτό ο Υβριδικός Σταθμός για την πλήρωση των συστημάτων αποθήκευσής του. Το δικαίωμα συμψηφισμού αναγνωρίζεται μετά από σχετική αίτηση του παραγωγού και αναγράφεται στην οικεία άδεια παραγωγής κατά την έκδοση ή την τροποποίηση της άδειας αυτής. Στην περίπτωση αυτή, η τιμολόγηση των περιπτώσεων γ΄ και δ΄, αφορά την ηλεκτρική ενέργεια που υπολογίζεται ότι απορροφάται ή εγχέεται στο Δίκτυο, μετά τον ανωτέρω συμψηφισμό, όπως ρητά αναγράφεται στην οικεία άδεια παραγωγής. στ) Η ετήσια αναπροσαρμογή της τιμής, με βάση την οποία τιμολογείται η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τις μονάδες ελεγχόμενης παραγωγής Υβριδικού Σταθμού που αξιοποιούν την αποθηκευμένη ενέργεια στο σύστημα αποθήκευσής του και εγχέεται στο Δίκτυο του Μη Διασυνδεδεμένου Νησιού, καθορίζεται στην άδεια παραγωγής. Ο καθορισμός γίνεται με τη χρήση συντελεστή (Συντελεστής Ρήτρας Πετρελαίου) ο οποίος περιλαμβάνει αποκλειστικά τις μεταβολές των διεθνών τιμών του πετρελαίου Brent.» 4. Η παράγραφος 7 του άρθρου 13 του ν. 3468/2006 τροποποιείται ως ακολούθως: «7. Με απόφαση της ΡΑΕ θα αναπροσαρμόζονται κατά τα οριζόμενα στις περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 3 ανά πενταετία η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται ή απορροφάται από Υβριδικό Σταθμό Α.Π.Ε. και ανά δεκαετία η τιμή της διαθεσιμότητας ισχύος του Υβριδικού Σταθμού Α.Π.Ε. διακριτά για κάθε αυτόνομο σύστημα. Οι άδειες που θα χορηγούνται θα αναφέρονται στις τιμές που ισχύουν κατά το χρόνο χορήγησής τους.» 5. Για τις περιπτώσεις Υβριδικών Σταθμών Α.Π.Ε. για τους οποίους έχει ήδη εκδοθεί άδεια παραγωγής η ΡΑΕ οφείλει, μετά από αίτημα των ενδιαφερομένων και εντός 3 μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου, να τροποποιήσει την άδεια σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περίπτωση 3. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.6: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 27Α ΤΟΥ Ν. 3734/2009 Στο τέλος του άρθρου 27Α του ν. 3734/2009 (Α΄ 8) προστίθεται παράγραφος 10 ως εξής: «10. α) Το επίπεδο συνολικής ισχύος σταθμών που τίθενται σε δοκιμαστική λειτουργία ή ενεργοποιείται η σύνδεσή τους μετά την 1.1.2014 και η παραγόμενη ενέργεια των οποίων θα αποζημιώνεται με τις τιμές του πίνακα της παραγράφου 3, όπως κάθε φορά ισχύει, ανέρχεται σε 200 MW ανά έτος μέχρι και το έτος 2020. Εάν το σύνολο της ισχύος σταθμών που τίθενται σε δοκιμαστική λειτουργία ή ενεργοποιείται η σύνδεσή τους στο τέλος εκάστου έτους υπολείπεται των 200 MW, η διαφορά προσαυξάνει το επίπεδο συνολικής ισχύος των 200 MW του επόμενου έτους. β) Ειδικά το επίπεδο συνολικής ισχύος σταθμών που έχουν ενταχθεί στη διαδικασία αδειοδότησης κατά την έννοια του άρθρου 9 του ν. 3775/2009 και σταθμών που έχουν ενταχθεί στη Διαδικασία Στρατηγικών Επενδύσεων του ν. 3894/2010 και η παραγόμενη ενέργεια των οποίων θα αποζημιώνεται με τις τρέχουσες τιμές, ανέρχεται σε 300 MW μέχρι και το έτος 2020. Η εν λόγω αποζημίωση της παραγόμενης ενέργειας αναφέρεται σε επίπεδο συνολικής υλοποιηθείσας ισχύος του εκάστοτε επενδυτικού σχεδίου που δεν υπερβαίνει το 58% της συνολικής εντεταγμένης ισχύος ανά επενδυτικό σχέδιο. γ) Τα επίπεδα ισχύος (MW) της περίπτωσης α΄ μπορούν να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μετά από γνώμη της ΡΑΕ και αφορά το επόμενο της έκδοσής της έτος, λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθύνσεις του ενεργειακού σχεδιασμού και τις ανάγκες του ενεργειακού συστήματος, την πορεία επίτευξης των στόχων που καθορίζονται βάσει του άρθρου 1 του ν. 3468/ 2006, τη μείωση του κόστους των τεχνολογιών και τη διαμόρφωση των τιμών του πίνακα της παραγράφου 3, όπως κάθε φορά ισχύει. δ) Η παραγόμενη ενέργεια σταθμών οι οποίοι τίθενται σε δοκιμαστική λειτουργία ή ενεργοποιείται η σύνδεσή τους μετά την 1.1.2014 καθ΄ υπέρβαση των επιπέδων συνολικής ισχύος της παρούσας αποζημιώνεται με τιμή που προκύπτει στο πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού και της Εκκαθάρισης των Αποκλίσεων Παραγωγής – Ζήτησης, κατ΄ εφαρμογή του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας του άρθρου 120 του ν. 4001/2011. Η ισχύς των σταθμών της παρούσας περίπτωσης προσμετράται στο επίπεδο συνολικής ισχύος του επόμενου έτους και, κατά το μέρος που δεν υφίσταται υπέρβαση του επιπέδου συνολικής ισχύος για το έτος αυτό, η παραγόμενη ενέργεια των εν λόγω σταθμών αποζημιώνεται εφεξής με τις τιμές του πίνακα της παραγράφου 3, όπως κάθε φορά ισχύει. ε) Κατά παρέκκλιση της περίπτωσης α΄, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μετά από γνώμη της ΡΑΕ, δύναται το επίπεδο των 200 MW της περίπτωσης α΄ να επιμερίζεται στη βάση μειοδοτικής διαγωνιστικής διαδικασίας. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις, καθώς και λοιπά κριτήρια της διαγωνιστικής διαδικασίας για την υποβολή αιτημάτων βάσει τιμολόγησης της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.7: ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΕΓΓΥΗΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ 1. Εγγυητικές επιστολές που προσκομίστηκαν πριν από την υπογραφή Συμβάσεων Σύνδεσης για σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, πλην φωτοβολταϊκών σταθμών, επιστρέφονται μετά από υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου επενδυτή προς τον αρμόδιο διαχειριστή, η οποία υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου, ότι δε θα προχωρήσει στην υλοποίηση του σταθμού. Με την υποβολή της ανωτέρω υπεύθυνης δήλωσης λύονται αυτοδικαίως οι σχετικές συμβάσεις πώλησης και σύνδεσης του σταθμού στο Δίκτυο, συμπεριλαμβανομένου και του Δικτύου των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών ή το Σύστημα. Ο αρμόδιος διαχειριστής και ο Λειτουργός της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας τηρούν μητρώο των σταθμών για τους οποίους λύονται οι συμβάσεις πώλησης και σύνδεσης στο Δίκτυο κατά τα προβλεπόμενα στην παρούσα περίπτωση. 2. Μετά από υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου επενδυτή προς τον αρμόδιο διαχειριστή ότι δεν θα προχωρήσει στην υλοποίηση σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, πλην φωτοβολταϊκών σταθμών, η οποία υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου, επιστρέφονται ποσά που έχουν καταβληθεί στον αρμόδιο διαχειριστή στο πλαίσιο της οικείας Σύμβασης Σύνδεσης και αντιστοιχούν στο μέρος των έργων σύνδεσης που δεν έχει υλοποιηθεί μέχρι την ημερομηνία υποβολής της εν λόγω υπεύθυνης δήλωσης. Με την υποβολή της ανωτέρω υπεύθυνης δήλωσης λύονται αυτοδικαίως οι σχετικές συμβάσεις πώλησης και σύνδεσης του σταθμού στο Σύστημα ή το Δίκτυο συμπεριλαμβανομένου και του Δικτύου των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών. Ο αρμόδιος διαχειριστής και ο Λειτουργός της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας τηρούν μητρώο των σταθμών του προηγούμενου εδαφίου. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.8: ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ, ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΥΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 1. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 και η παράγραφος 6 του άρθρου 13 του ν. 3468/2006 καταργούνται. 2. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 27Α του ν. 3734/2009 καταργείται. 3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 3 της από 4.6.2009 κοινής υπουργικής απόφασης με θέμα «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων» (Β΄ 1079/2009) καταργείται. 4. Η περίπτωση 1 της υποπαραγράφου Ι.2 της παραγράφου Ι του πρώτου άρθρου του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) και η περίπτωση 8 της υποπαραγράφου Ι.4 της παραγράφου Ι του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 (Α΄ 107) καταργούνται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της υποπαραγράφου ΙΓ.1. 5. Στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 13 του άρθρου 8 του ν. 3468/2006 (Α΄129), διαγράφεται το κείμενο της δεύτερης παύλας: «0,5MW για σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με χρήση βιομάζας, βιοαερίου και βιοκαυσίμων». 6. Οι παράγραφοι 1 έως 4 του άρθρου 55 του ν. 4223/ 2013 (Α΄ 287) καταργούνται. 7. Η υπουργική απόφαση με αρ. πρωτ. Υ.Α.Π.Ε./ Φ1/2300/ οικ.16932/9.8.2012 (Β΄ 2317) «Αναστολή διαδικασίας αδειοδότησης και χορήγησης προσφορών σύνδεσης για φωτοβολταϊκούς σταθμούς, λόγω κάλυψης των στόχων που έχουν τεθεί με την απόφαση Α.Υ./Φ1/ οικ.19598/1.10.2010 του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής» καταργείται. Αιτήσεις προς τον Διαχειριστή του Δικτύου για χορήγηση Προσφορών Σύνδεσης σε φωτοβολταϊκούς σταθμούς του άρθρου 4 του ν. 3468/2006 που κατελήφθησαν από την αναστολή χορήγησης προσφορών σύνδεσης, βάσει της υπουργικής απόφασης του προηγουμένου εδαφίου, και παρέμειναν σε εκκρεμότητα χωρίς να έχουν ενδιαμέσως αποσυρθεί από τους ενδιαφερόμενους, θεωρούνται ότι βρίσκονται σε ισχύ εφόσον ο φορέας της αίτησης εξακολουθεί να υφίσταται νομίμως και επανεπιβεβαιώσει εγγράφως το ενδιαφέρον του προς τον Διαχειριστή του Δικτύου, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου. Εάν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου ο Διαχειριστής του Δικτύου θέτει τις σχετικές αιτήσεις στο αρχείο. 8. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν. 3468/2006 και των διατάξεων της υποπαραγράφου ΙΓ.4. της παρούσας παραγράφου, μετά τη λήξη των οικείων συμβάσεων πώλησης ενέργειας, εάν βρίσκεται σε ισχύ άδεια παραγωγής όπου απαιτείται, η παραγόμενη ενέργεια από σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ εγχέεται στο ηλεκτρικό Σύστημα/ Δίκτυο με όρους λειτουργίας συστήματος και αγοράς. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μετά από γνώμη της ΡΑΕ, δύναται να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας περίπτωσης. 9. Ο ΛΑΓΗΕ για τις συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στο διασυνδεμένο σύστημα, ο ΔΕΔΔΗΕ για τις συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στο μη διασυνδεμένο δίκτυο των νησιών, καθώς και οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας στην περίπτωση των εγκαταστάσεων του «Ειδικού Προγράμματος Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε Κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων» (Β΄1079/2009) καταρτίζουν πίνακα με τις τιμές αποζημίωσης της παραγόμενης ενέργειας όλων των σταθμών ΑΠΕ, καθώς και το σταθερό τμήμα των τιμών αποζημίωσης όλων των σταθμών ΣΗΘΥΑ που βρίσκονται σε λειτουργία όπως αυτές/αυτά διαμορφώνονται μετά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου. Οι ανωτέρω πίνακες καταρτίζονται εντός χρονικού διαστήματος 4 μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου και επικαιροποιούνται κατ’ ελάχιστον έως τον έκτο και δωδέκατο μήνα κάθε έτους. Οι πίνακες γνωστοποιούνται στη ΡΑΕ και στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής με ηλεκτρονικό ή άλλο πρόσφορο τρόπο και τα στοιχεία τους, κατά περίπτωση, καταχωρίζονται στα Μητρώα που καταρτίζονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 5 και της παραγράφου 14 του άρθρου 8 του ν. 3468/2006. 10. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 4 της υπουργικής απόφασης με αρ. πρωτ. ΥΑΠΕ/ Φ1/οικ.24839/25.11.2010 (Β΄1901) αντικαθίσταται ως εξής: «Επιστρέφεται, επίσης, σε κάθε περίπτωση ακύρωσης τυχόν, απαιτούμενης στο πλαίσιο της αδειοδοτικής διαδικασίας, άδειας ή έγκρισης με δικαστική απόφαση ή σε περίπτωση μη χορήγησης απαιτούμενης άδειας ή έγκρισης στη βάση εφαρμογής περιορισμών που θέτει μεταγενέστερο του χρόνου υποβολής της εγγυητικής επιστολής θεσμικό πλαίσιο.» 11. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Ι.1 της παραγράφου Ι του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Η ισχύς της παρούσας περίπτωσης αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2015.» 12. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης 4 της υποπαραγράφου Ι.1 της παραγράφου Ι του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Η ισχύς της παρούσας περίπτωσης αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2015.» 13. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Ι.2 της παραγράφου Ι του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Ειδικά για το έτος 2014 δεν γεννάται υποχρέωση για την καταβολή του τέλους της περίπτωσης 1 για τις άδειες του προηγουμένου εδαφίου.» 14. Η παράγραφος 1 του άρθρου 14Α του ν. 3468/2006 (Α΄ 129) αντικαθίσταται ως εξής: «Επιτρέπεται η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών και σταθμών μικρών ανεμογεννητριών από αυτοπαραγωγούς σε εγκαταστάσεις τους που συνδέονται στο Δίκτυο. Για τις περιοχές που χαρακτηρίζονται από τη ΡΑΕ ως περιοχές με κορεσμένα δίκτυα, σύμφωνα με τη διαδικασία των δύο τελευταίων εδαφίων της περίπτωσης α΄ της παρ. 5 του άρθρου 3 για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, ο Διαχειριστής του Δικτύου μπορεί να θέτει περιορισμούς στην απορροφώμενη ισχύ για λόγους ασφάλειας της λειτουργίας του Δικτύου ή του Διασυνδεδεμένου Συστήματος. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μετά από εισήγηση του Διαχειριστή και γνώμη της ΡΑΕ καθορίζονται ο τρόπος με τον οποίο θα γίνεται ο συμψηφισμός της παραγόμενης και της καταναλισκόμενης ενέργειας και ειδικότερα οι χρεώσεις που θα περιλαμβάνονται στο συμψηφισμό, το χρονικό διάστημα εντός του οποίου θα υπολογίζεται ο συμψηφισμός της παραγόμενης ενέργειας με την καταναλισκόμενη ενέργεια στις εγκαταστάσεις του αυτοπαραγωγού που τροφοδοτεί ο σταθμός, ο τύπος, το περιεχόμενο και η διαδικασία κατάρτισης των συμβάσεων συμψηφισμού ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα ή άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας. Το πλεόνασμα ενέργειας που προκύπτει από το συμψηφισμό του προηγούμενου εδαφίου διοχετεύεται στο Δίκτυο χωρίς υποχρέωση για οποιαδήποτε αποζημίωση στον αυτοπαραγωγό. Με την ανωτέρω απόφαση μπορεί να διαφοροποιείται ο τρόπος συμψηφισμού βάσει του μεγέθους των σταθμών, του επιπέδου τάσης σύνδεσης και των ειδικότερων χαρακτηριστικών των τιμολογίων κατανάλωσης. Με την ανωτέρω απόφαση καθορίζεται και η μοναδιαία τιμή με την οποία θα υπολογίζεται η αποζημίωση για το πλεόνασμα της ενέργειας η οποία θα καταβάλλεται από τους Προμηθευτές, υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 40 του ν. 2773/1999 (Α΄ 286).» 15. Στο τέλος του άρθρου 8 του ν. 3468/2006 (Α΄129) προστίθεται παράγραφος 17 ως ακολούθως: «17. Στην κοινή απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων της παραγράφου 9 του άρθρου 20 του ν. 3982/2011 (Α΄143) συμπεριλαμβάνονται και τα έργα και δραστηριότητες παραγωγής ενέργειας με χρήση ανανεώσιμων πηγών, για την κατάταξή τους σε κατηγορίες, ανάλογα με τους βαθμούς όχλησης, που αναφέρονται στα πολεοδομικά διατάγματα.» 16. Το άρθρο 3 «Μεταφορά θέσης εγκατάστασης» του ν. 4203/2013 (Α΄235) αντικαθίσταται ως εξής: «1. Σε περιπτώσεις όπου, μετά τη χορήγηση της άδειας παραγωγής ή της Προσφοράς Σύνδεσης για σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. ή ΣΗΘΥΑ των άρθρων 3 και 4 του ν. 3468/2006 αντίστοιχα, μεταβάλλεται το νομικό ή κανονιστικό πλαίσιο χωροθέτησης με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η εγκατάσταση του σταθμού στη θέση που είχε αρχικά προβλεφθεί, είναι δυνατή η άπαξ μεταβολή του τόπου εγκατάστασης, μετά από αίτημα του ενδιαφερομένου για τροποποίηση της άδειας παραγωγής ή της Προσφοράς Σύνδεσης αντίστοιχα. 2. H νέα θέση εγκατάστασης πρέπει να είναι εντός των ορίων της οικείας Περιφέρειας, στην οποία βρισκόταν η αρχική θέση εγκατάστασης και στην οποία δεν είναι δυνατή πλέον η εγκατάσταση του σταθμού για τους λόγους που αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο. 3. Η μεταφορά της θέσης εγκατάστασης πραγματοποιείται κατόπιν αιτήσεως από τον ενδιαφερόμενο προς την οικεία αποκεντρωμένη Διοίκηση στα όρια της οποίας εγκαθίσταται ο σταθμός και έκδοσης απόφασης για την μεταφορά της θέσης εγκατάστασης. Η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από νόμιμο αποδεικτικό στοιχείο αποκλειστικής χρήσης του γηπέδου και κάθε άλλου ακινήτου που συνδέεται με την κατασκευή και τη λειτουργία του σταθμού. Η απόφαση της παρούσας παραγράφου κοινοποιείται στον αρμόδιο Διαχειριστή. 4. Στις περιπτώσεις του παρόντος άρθρου συνεχίζεται η διαδικασία υλοποίησης της επένδυσης κατόπιν της κατά προτεραιότητα έκδοσης ή τροποποίησης των σχετικών αδειών και εγκρίσεων, καθώς και της Προσφοράς Όρων Σύνδεσης από τον αρμόδιο Διαχειριστή ανεξαρτήτως τεχνολογίας Α.Π.Ε. ή ΣΗΘΥΑ και ανάλογης κατά προτεραιότητα σύναψης ή τροποποίησης των Συμβάσεων Σύνδεσης και Πώλησης. Η έκδοση ή τροποποίηση των αδειών, εγκρίσεων και Προσφορών, καθώς και η σύναψη ή τροποποίηση των Συμβάσεων του προηγούμενου εδαφίου γίνεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία υποβολής του σχετικού αιτήματος. 5. Η σύμβαση πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας για τους φωτοβολταϊκούς σταθμούς που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου συνάπτεται για είκοσι (20) έτη, συνομολογείται με τιμή αναφοράς που αναγράφεται στον πίνακα του άρθρου 27Α του ν. 3734/2009 και αντιστοιχεί στην τιμή που ισχύει κατά την ημερομηνία έναρξης της δοκιμαστικής λειτουργίας ή, αν δεν προβλέπεται περίοδος δοκιμαστικής λειτουργίας, κατά την ημερομηνία ενεργοποίησης της σύνδεσης του σταθμού, προσαυξημένη κατά 10%. 6. Στο χρονικό διάστημα των τριάντα (30) μηνών του άρθρου 3 του ν. 3468/2006 δεν υπολογίζεται το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τη μεταβολή του νομικού ή κανονιστικού πλαισίου χωροθέτησης της παραγράφου 1 μέχρι την έκδοση της απόφασης για τη μεταφορά της θέσης εγκατάστασης της παραγράφου 3.» 17. Στο άρθρο 82 του ν. 4001/2011 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής: «4. Πελάτες που είχαν καταταγεί στην κατηγορία Μεγάλων Πελατών, κατά την έννοια της περίπτωσης ιζ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 2, έως την 31η Δεκεμβρίου 2012, παραμένουν στην κατηγορία αυτή έως και την 31η Δεκεμβρίου 2015.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.9: ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΙΜΟΛΟΓΙΩΝ ΕΥΔΑΠ 1. Η παράγραφος 3 του άρθρου πέμπτου του ν. 4117/ 2013 (Α΄ 29) αντικαθίσταται ως εξής: «3. Α. Η παράγραφος 1 του άρθρου 3 του ν. 2744/1999 (Α΄ 222), με την οποία αντικαταστάθηκαν οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 19 του ν. 1068/1980 (Α΄ 190), αντικαθίσταται ως εξής: «1. Τα τιμολόγια των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης για τις διάφορες κατηγορίες καταναλωτών και χρηστών καθορίζονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, στο πλαίσιο εφαρμογής της τιμολογιακής πολιτικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 3 του π.δ. 51/2007 (Α΄ 54), κατόπιν σχετικής εισήγησης του Ειδικού Γραμματέα Υδάτων. Οι αποφάσεις αυτές έχουν πενταετή διάρκεια και εκδίδονται στο τέλος κάθε περιόδου για κάθε επόμενη πενταετία.» 2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 3 του ν. 2744/1999 (Α΄ 222) τροποποιείται ως εξής: «2. Η προβλεπόμενη στο άρθρο αυτό υπουργική απόφαση εκδίδεται από τους Υπουργούς Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής στο πλαίσιο εφαρμογής της τιμολογιακής πολιτικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 3 του π.δ. 51/ 2007 (Α΄ 54) και κατόπιν σχετικής εισήγησης του Ειδικού Γραμματέα Υδάτων.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.10: ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΙΜΟΛΟΓΙΩΝ ΕΥΑΘ Το άρθρο 21 του ν. 2937/2001 (Α΄ 169) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 21 1.Τα τιμολόγια των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης για τις διάφορες κατηγορίες καταναλωτών και χρηστών καθορίζονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, στο πλαίσιο εφαρμογής της τιμολογιακής πολιτικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 8 του π.δ. 51/2007 (Α΄ 54), κατόπιν σχετικής εισήγησης του Ειδικού Γραμματέα Υδάτων. Οι αποφάσεις αυτές έχουν πενταετή διάρκεια και εκδίδονται στο τέλος κάθε περιόδου για κάθε επόμενη πενταετία. 2. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε., η οποία εγκρίνεται από τους Υπουργούς Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Ειδικού Γραμματέα Υδάτων, δύναται να καθορίζεται ειδικό τιμολόγιο υδρεύσεως ή αποχετεύσεως για τους κατοίκους, τις επιχειρήσεις και τους εν γένει χρήστες, οι οποίοι εξυπηρετούνται εξ ιδίου δικτύου είτε υδρεύσεως είτε αποχετεύσεως, ανεξάρτητου του ενιαίου τοιούτου της Εταιρείας.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.11: ΘΗΤΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΕΙΔΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΥΔΑΤΩΝ Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του ν. 3199/2003, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1γ του άρθρου πέμπτου του ν. 4117/2013, αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η Ειδική Γραμματεία Υδάτων αποτελεί ενιαίο διοικητικό τομέα του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, του οποίου προΐσταται μετακλητός Ειδικός Γραμματέας με βαθμό Β΄ της κατηγορίας ειδικών θέσεων, με τετραετή θητεία και οργανώνεται σε διευθύνσεις και Τμήματαµμε κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.12: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥ, ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΟΣ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΟΥ 1. Τα άρθρα 1, 2, 3 και 4 του ν. 4663/1930 «Περί εξασκήσεως του επαγγέλματος του Πολιτικού Μηχανικού, Αρχιτέκτονος και Τοπογράφου», αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 1 Η ελεύθερη άσκηση του επαγγέλματος του Πολιτικού Μηχανικού επιτρέπεται μόνον: Α) Στους κατόχους διπλώματος Πολιτικού Μηχανικού των Ιδρυμάτων της Ανώτατης Εκπαίδευσης της ημεδαπής ή ισοτίμων σχολών της αλλοδαπής. Β) Σε όσους έχει αναγνωριστεί το δικαίωμα ασκήσεως του επαγγέλματος του Πολιτικού Μηχανικού σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 38/2010 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2006/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005» σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων. Άρθρο 2 Η ελεύθερη άσκηση του επαγγέλματος του Αρχιτέκτονα Μηχανικού επιτρέπεται μόνον: Α) Στους κατόχους διπλώματος Αρχιτέκτονα−Μηχανικού των Ιδρυμάτων της Ανώτατης Εκπαίδευσης της ημεδαπής ή ισοτίμων σχολών της αλλοδαπής. Β) Σε όσους έχει αναγνωριστεί το δικαίωμα ασκήσεως του επαγγέλματος του Αρχιτέκτονα – Μηχανικού σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 38/2010 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2006/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005» σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων. Άρθρο 3 Η ελεύθερη άσκηση του επαγγέλματος του Τοπογράφου Μηχανικού/Αγρονόμου−Τοπογράφου Μηχανικού επιτρέπεται μόνον: Α) Στους κατόχους διπλώματος Τοπογράφου Μηχανικού/Αγρονόμου−Τοπογράφου Μηχανικού των Ιδρυμάτων της Ανώτατης Εκπαίδευσης της ημεδαπής ή ισοτίμων σχολών της αλλοδαπής. Β) Σε όσους έχει αναγνωριστεί το δικαίωμα ασκήσεως του επαγγέλματος του Τοπογράφου Μηχανικού – Αγρονόμου Τοπογράφου Μηχανικού σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 38/2010 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2006/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005» σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων. Άρθρο 4 1. Οι διπλωματούχοι των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της ημεδαπής ή ισότιμων σχολών της αλλοδαπής δικαιούνται να φέρουν τον τίτλο του διπλωματούχου μηχανικού. 2. Οι διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του παρόντος επεκτείνονται σε όλους τους διπλωματούχους μηχανικούς της προηγουμένης παραγράφου, το γνωστικό αντικείμενο σπουδών των οποίων αντιστοιχεί σε επιμέρους πτυχές των εν λόγω επαγγελματικών δραστηριοτήτων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προεδρικά διατάγματα της επόμενης παραγράφου. 3. Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται μετά από πρόταση των αρμόδιων κατά περίπτωση Υπουργών Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Παιδείας και Θρησκευμάτων, καθορίζονται: α) Ειδικότητες μηχανικών με ειδικότερα προσόντα, πέραν του βασικού κύκλου σπουδών, που έχουν το δικαίωμα άσκησης επαγγελματικών δραστηριοτήτων των άρθρων 1, 2 και 3. β) Το σύνολο των γενικών και ειδικών γνώσεων και ικανοτήτων που απαιτούνται για την άσκηση των δραστηριοτήτων του προηγούμενου εδαφίου. γ) Επίπεδα επαγγελματικής δραστηριότητας που προσδιορίζουν τις απαιτήσεις για την ανάληψη συγκεκριμένων έργων κατά την άσκηση των εν λόγω επαγγελματικών δραστηριοτήτων. δ) Περιορισμοί ως προς τη δυνατότητα άσκησης συγκεκριμένης επαγγελματικής δραστηριότητας σε περιπτώσεις τεχνικών έργων ή τμημάτων αυτών των οποίων η μελέτη και η κατασκευή και η λειτουργία τους απαιτεί ιδιαίτερη επιστημονική και τεχνική κατάρτιση και γνώση για λόγους δημοσίου συμφέροντος και δημόσιας ασφάλειας. 4. Τα προεδρικά διατάγματα της προηγούμενης παραγράφου εκδίδονται μετά από σχετική εισήγηση Επιτροπής και σύμφωνη γνώμη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος. Η Επιτροπή συνιστάται κατά τα πρότυπα του άρθρου 10 του ν. 3982/2011 και θα συγκροτηθεί εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την έκδοση του παρόντος νόμου με απόφαση των Υπουργών Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. 5. Κατά την πρώτη εφαρμογή της νέας ρύθμισης παρέχεται στο ΤΕΕ προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών από την έκδοση του παρόντος νόμου για την κατάθεση στην κατά τα ανωτέρω Επιτροπή σχετικής γνωμοδότησης. και περαιτέρω προθεσμία δύο (2) μηνών από τη λήψη της γνωμοδότησης στην ανωτέρω Επιτροπή για την υποβολή της εισήγησής της. 6. Το άρθρο 5 του ν. 4663/1930 «Περί εξασκήσεως του επαγγέλματος του πολιτικού μηχανικού, αρχιτέκτονος και τοπογράφου» καταργείται.» 2. Η ισχύς των ρυθμίσεων που εισάγονται με την παρούσα υποπαράγραφο με την επιφύλαξη των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 4 του του ν. 4663/1930, όπως τροποποιείται και ισχύει σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προηγούμενη περίπτωση της παρούσας, αρχίζει από 1.1.2015. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΓ.13: ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ Η ισχύς των διατάξεων της παρούσας παραγράφου αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις της. ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΔ.: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΙΔ.1.: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΚΜΙΣΘΩΣΗ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΠΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΝΤΑΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ 1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 46 του ν. 4179/2013 (Α΄ 175) αντικαθίσταται ως εξής: «2. Ως τουριστικές επιπλωμένες επαύλεις ορίζονται μονοκατοικίες, εμβαδού τουλάχιστον 80 τ.μ., οι οποίες έχουν ανεξάρτητη εξωτερική προσπέλαση, παρουσιάζουν αυτοτέλεια οικοπέδου/γηπέδου και κτίσματος, αποτελούν δε μη κύρια ξενοδοχειακά τουριστικά καταλύματα, κατά την έννοια του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 (Α΄ 118), χωρίς παροχή υπηρεσιών.» 2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 (Α΄ 118) τροποποιείται ως εξής: «Ακίνητο που εκμισθώνεται για προσωρινή διαμονή του μισθωτή για χρονικό διάστημα μικρότερο των τριάντα (30) ημερών θεωρείται τουριστικό κατάλυμα.» ΙΔ.2: ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΕΟΤ ΣΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ 1. Μεταφέρονται από τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.) στο Υπουργείο Τουρισμού οι κατωτέρω αρμοδιότητες: α. Οι αρμοδιότητες των εδαφίων γ΄, δ΄, στ΄, ζ΄ και η΄ της παρ. 3 του άρθρου 1 και του άρθρου 3 του ν. 2160/ 1993 (Α΄ 118). β. Οι αρμοδιότητες του εδαφίου γ΄ και της περίπτωσης ii του εδαφίου δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3270/ 2004 (Α΄187). γ. Οι αρμοδιότητες των άρθρων 4 του ν. 2160/1993 , 2 του ν. 642/1977 (Α΄200) , 11 του ν. 393/1976 (Α΄ 199) και 15 του ν. 711/1977 (Α΄ 284), όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν και αφορούν σε έλεγχο, επιβολή προστίμων και διοικητικών κυρώσεων σε επιχειρήσεις που παραβαίνουν την τουριστική νομοθεσία. Τα προβλεπόμενα στις διατάξεις αυτές πρόστιμα μπορεί να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Υπουργού Τουρισμού. δ. Οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στο άρθρο 9 του π.δ. 343/2001 (Α΄ 231) για τη Διεύθυνση Τουριστικών Εγκαταστάσεων (τεχνική υπηρεσία) του Ε.Ο.Τ.. 2. Οι αρμοδιότητες που αφορούν στην κατάταξη των τουριστικών καταλυμάτων σε κατηγορίες αστέρων ή κλειδιών. Έως την πιστοποίηση του Υπουργείου Τουρισμού, ως φορέα κατάταξης, η κατάταξη των νέων τουριστικών καταλυμάτων σε κατηγορίες αστέρων και κλειδιών θα γίνεται , προσωρινά, με κοινή υπεύθυνη δήλωση του ιδιοκτήτη της επιχείρησης και του ιδιώτη μηχανικού που είχε ορισθεί επιβλέπων των εργασιών κατασκευής της τουριστικής εγκατάστασης. 3. Όπου στις ως άνω διατάξεις προβλέπεται απόφαση Γενικού Γραμματέα, Προέδρου ή Διοικητικού Συμβουλίου ΕΟΤ, νοείται στο εξής απόφαση Υπουργού Τουρισμού. 4. Τα ευρισκόμενα σε εξέλιξη κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού συγχρηματοδοτούμενα από το ΕΣΠΑ έργα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Τουριστικών Εγκαταστάσεων του Ε.Ο.Τ. μεταφέρονται στις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Τουρισμού. Όπου στις σχετικές συμβάσεις αναφέρεται ως συμβαλλόμενο μέρος ο Ε.Ο.Τ, νοείται ο Υπουργός Τουρισμού. 5. Οι προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία, εγγυητικές επιστολές υπέρ ΕΟΤ, για την αδειοδότηση των τουριστικών επιχειρήσεων κατατίθενται υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου. Οι εγγυητικές επιστολές που έχουν κατατεθεί υπέρ ΕΟΤ μετά τη λήξη τους αντικαθίστανται με τους ίδιους όρους υπέρ Ελληνικού Δημοσίου. 6. Τα πρόστιμα για παραβάσεις της τουριστικής νομοθεσίας επιβάλλονται από τον Υπουργό Τουρισμού ή από τα αρμοδίως εξουσιοδοτημένα από αυτόν όργανα, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και καταβάλλονται στη Δ.Ο.Υ. που υπάγεται η επιχείρηση. 7. Οι προβλεπόμενες, στην παρ. δ΄ του άρθρου 6 του ν. 3270/2004 (Α΄187 ), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει , προσφυγές, υποβάλλονται στην προβλεπόμενη από τις διατάξεις αυτές Επιτροπή. Για την εκδίκαση και την κύρωση των αποφάσεων της Επιτροπής εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου δ΄ της παρ. 6 του ν. 3270/2004 ως ισχύει. 8. Εκκρεμείς δίκες ενώπιον των πολιτικών και ποινικών Δικαστηρίων, των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας που αφορούν αρμοδιότητες του ΕΟΤ που με το νόμο αυτό μεταβιβάζονται στο Υπουργείο Τουρισμού, συνεχίζονται από αυτό μετά την πάροδο δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Εντός δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου η νομική υπηρεσία του ΕΟΤ, με ευθύνη του προϊσταμένου της, παραδίδει, στο Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Τουρισμού, πλήρεις φακέλους εκκρεμών υποθέσεων των οποίων η αρμοδιότητα μεταφέρεται στο Υπουργείο. 9. Μεταφέρονται από τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.) στο Υπουργείο Τουρισμού οι Περιφερειακές Υπηρεσίες Τουρισμού (Π.Υ.Τ.) συμπεριλαμβανομένων και των Γραφείων Υποστήριξης Τουρισμού που υπάγονται σε αυτές, όπως αυτές συστήθηκαν με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του ν. 3270/ 2004 (Α΄187). Οι μεταφερόμενες Περιφερειακές Υπηρεσίες Τουρισμού υπάγονται στη Γενική Διεύθυνση Επενδύσεων και Ανάπτυξης και ασκούν στο πλαίσιο της χωρικής τους αρμοδιότητας τις αρμοδιότητες των εδαφίων α΄, β΄ και γ΄ της παρ. 1 και της παρ. 2. Με απόφαση του Υπουργού Τουρισμού δύναται να μεταβιβάζονται στις υπηρεσίες αυτές και άλλες αρμοδιότητες. 10. Μεταφέρεται από τον Ε.Ο.Τ. στο Υπουργείο Τουρισμού, με το σύνολο των αρμοδιοτήτων της, με την επιφύλαξη της επομένης παραγράφου, η Ειδική Υπηρεσία Προώθησης Αδειοδότησης Τουριστικών Επενδύσεων (Ε.Υ.Π.Α.Τ.Ε.) του άρθρου 12 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180) όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει και υπάγεται απευθείας στον Γενικό Γραμματέα Τουριστικών Υποδομών και Επενδύσεων. Το προσωπικό του ΕΟΤ κατηγορίας ΠΕ Μηχανικών και ΤΕ Μηχανικών που κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, υπηρετεί στην Ε.Υ.Π.Α.Τ.Ε. μεταφέρεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Τουρισμού, με την ίδια θέση ευθύνης και σχέση εργασίας στο Υπουργείο Τουρισμού και σε προσωποπαγείς θέσεις ίδιας ειδικότητας και κατηγορίας, που συστήνονται με την απόφαση μεταφοράς τους. Περίληψη της απόφασης αυτής θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 11. Μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας υποπαραγράφου ΙΔ.2, σύμφωνα με το εδάφιο α΄ της περίπτωσης 16 της παρούσας, από τις αρμοδιότητες της Ε.Υ.Π.Α.Τ.Ε. που προβλέπονται στο άρθρο 12 του ν. 4002/2011 (Α΄180) ως ισχύει, η αρμοδιότητα για την αδειοδότηση σε όλα τα στάδια, καθώς και οι απαραίτητες εγκρίσεις και αναθεωρήσεις αδειών υφιστάμενων κύριων ξενοδοχειακών καταλυμάτων τεσσάρων (4) ή πέντε (5) αστέρων δυναμικότητας άνω των 300 κλινών θα ασκείται από τις Περιφερειακές Υπηρεσίες Τουρισμού (Π.Υ.Τ.), του Ε.Ο.Τ. των δε εγκαταστάσεων ειδικής τουριστικής υποδομής των άνω καταλυμάτων από την αρμόδια Διεύθυνση Τουριστικών εγκαταστάσεων του Ε.Ο.Τ. 12. Το μόνιμο και με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου προσωπικό που κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, υπηρετεί στις Περιφερειακές Υπηρεσίες Τουρισμού και στα Γραφεία Υποστήριξης Τουρισμού του Ε.Ο.Τ. μεταφέρεται στο Υπουργείο Τουρισμού με την ίδια σχέση εργασίας, σε προσωποπαγείς θέσεις της ίδιας ή συναφούς ειδικότητας της κατηγορίας στην οποία υπηρετούν. Η σύσταση των προσωποπαγών θέσεων και η μεταφορά του προσωπικού γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Τουρισμού. Περίληψη της απόφασης αυτής δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 13. Το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό κατηγορίας ΠΕ Μηχανικών και ΤΕ Μηχανικών που κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού υπηρετεί στην κεντρική υπηρεσία του Ε.Ο.Τ. μεταφέρεται στο Υπουργείο Τουρισμού με την ίδια σχέση εργασίας σε προσωποπαγείς θέσεις της ίδιας ή συναφούς ειδικότητας της κατηγορίας στην οποία υπηρετούν. Η σύσταση των προσωποπαγών θέσεων και η μεταφορά του προσωπικού γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Τουρισμού. Περίληψη της απόφασης αυτής δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Το προσωπικό που μεταφέρεται κατατάσσεται σε μισθολογικά κλιμάκια της οικείας κατηγορίας ή εκπαιδευτικής βαθμίδας, ανάλογα με τα τυπικά του προσόντα και το συνολικό χρόνο υπηρεσίας και λαμβάνει τις αποδοχές της υπηρεσίας υποδοχής, ενώ τυχόν πρόσθετες αποδοχές ή απολαβές και ειδικά επιδόματα οποιασδήποτε ονομασίας καταργούνται. Ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας του μεταφερόμενου προσωπικού, που έχει διανυθεί στον ΕΟΤ, καθώς και ο χρόνος που του αναγνωρίσθηκε ως χρόνος υπηρεσίας, θεωρούνται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για τα θέματα βαθμολογικής και μισθολογικής εξέλιξης και για κάθε άλλη συνέπεια. 14. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου καταργούνται η Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης Ε.Ο.Τ. και οι Διευθύνσεις Μελετών και Επενδύσεων, Ποιοτικού Ελέγχου και Εποπτείας Αγοράς, Τουριστικών Εγκαταστάσεων, Επιθεώρησης και Συντονισμού Περιφερειακών Υπηρεσιών. 15. Οι μεταφερόμενες αρμοδιότητες από τον Ε.Ο.Τ. θα κατανεμηθούν και θα ασκούνται από οργανικές μονάδες του Υπουργείου Τουρισμού, που θα ορισθούν με το προεδρικό διάταγμα που θα εκδοθεί βάσει του άρθρου 54 του ν. 4178/2013 (Α΄174) για την αναδιοργάνωσή του. 16. Η ισχύς των διατάξεων της παρούσας υποπαραγράφου ΙΔ.2 αρχίζει με την έναρξη ισχύος του προεδρικού διατάγματος που θα εκδοθεί βάσει του άρθρου 54 του ν. 4178/2013 για την αναδιοργάνωση του Υπουργείου Τουρισμού. Μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας, οι ως άνω μεταφερόμενες αρμοδιότητες στο Υπουργείο Τουρισμού συνεχίζουν να ασκούνται από τον ΕΟΤ. Εξαιρετικά, η ισχύς της περίπτωσης 10 της παρούσας υποπαραγράφου ΙΔ.2 αρχίζει με την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.1: α. Η παράγραφος 5 του άρθρου 46 του ν. 4194/2013 (Α΄ 208) αντικαθίσταται ως εξής: «Κάθε μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων της έμμισθης εντολής, και ιδίως η παρότρυνση από τον εντολέα προς τον Δικηγόρο να δράσει αντίθετα με την καλή πίστη, τον ισχύοντα Κώδικα Δεοντολογίας ή τη συνείδησή του, θεωρείται ως καταγγελία της έμμισθης εντολής εκ μέρους του εντολέα. β. Η περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4194/2013 (Α΄ 208) αντικαθίσταται ως εξής: «β. είναι κάτοχοι πτυχίου Νομικής Σχολής των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων των ανωτέρω υπό (α) Κρατών.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.2: Η περίπτωση γ΄ του άρθρου 4 του ν. 3898/2010 (Α΄ 211) αντικαθίσταται ως εξής: «Ως διαμεσολαβητής νοείται τρίτο σε σχέση με τα μέρη πρόσωπο, διαπιστευμένο ως διαμεσολαβητής κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7, από το οποίο ζητείται να αναλάβει διαμεσολάβηση με κατάλληλο, αποτελεσματικό και αμερόληπτο τρόπο, ανεξαρτήτως του τρόπου με τον οποίο ορίστηκε ή ανέλαβε να τελέσει την εν λόγω διαμεσολάβηση.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.3: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΑΡΘΡΟΥ 8 Π.Κ. Οι περιπτώσεις γ΄ και δ΄ του άρθρου 8 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίστανται ως εξής: «γ) αξιόποινη πράξη που τέλεσαν ως υπάλληλοι του ελληνικού κράτους ή οργάνου ή οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει την έδρα του στην Ελλάδα, δ) πράξη που στρέφεται εναντίον ή απευθύνεται προς υπάλληλο του ελληνικού κράτους ή έλληνα υπάλληλο οργάνου ή οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την άσκηση της υπηρεσίας τους ή σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων τους.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.4: ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΡΘΡΟΥ 159 Π.Κ. Το άρθρο 159 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 159 Δωροληψία πολιτικών αξιωματούχων 1. Ο Πρωθυπουργός, τo μέλoς της κυβέρνησης, ο υφυπουργός, ο περιφερειάρχης, ο αντιπεριφερειάρχης ή ο δήμαρχος, που ζητεί ή λαμβάνει, άμεσα ή μέσω τρίτου, για τον εαυτό του ή για άλλον, οποιασδήποτε φύσης ωφέλημα ή αποδέχεται την υπόσχεση παροχής τέτοιου ωφελήματος, ως αντάλλαγμα για ενέργειά του ή παράλειψη, μελλοντική ή ήδη τελειωμένη, που ανάγεται στην εκτέλεση των καθηκόντων του, τιμωρείται με κάθειρξη και χρηματική ποινή από 15.000 έως 150.000 ευρώ. 2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται το μέλος της Βουλής, των συμβουλίων τοπικής αυτοδιοίκησης και των επιτροπών τους που σχετικά με κάποια εκλογή ή ψηφοφορία η οποία διενεργείται από τα ως άνω σώματα ή επιτροπές δέχεται την παροχή ή υπόσχεση οποιασδήποτε φύσης ωφελήματος, για τον εαυτό του ή για άλλον, ή ζητεί τέτοιο ως αντάλλαγμα για να μη λάβει μέρος στην εκλογή ή ψηφοφορία, για να υποστηρίξει ορισμένο θέμα προς ψήφιση ή για να ψηφίσει με ορισμένο τρόπο. 3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται και όταν η πράξη τελείται από μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. 4. Οι διατάξεις των άρθρων 238, 263 παρ. 1 και 263Β παράγραφοι 2 έως 5 έχουν εφαρμογή και στα εγκλήματα των προηγούμενων παραγράφων.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.5: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΡΘΡΟΥ 159Α ΣΤΟΝ Π.Κ. Μετά το άρθρο 159 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται άρθρο 159Α ως εξής: «Άρθρο 159Α Δωροδοκία πολιτικών αξιωματούχων 1. Όποιος υπόσχεται ή παρέχει οποιασδήποτε φύσης ωφέλημα, άμεσα ή μέσω τρίτου, σε αναφερόμενο στο άρθρο 159 πρόσωπο, για τον εαυτό του ή για άλλον, για τους σκοπούς που αναφέρονται αντίστοιχα στο άρθρο αυτό, τιμωρείται με κάθειρξη και χρηματική ποινή από 15.000 έως 150.000 ευρώ. 2. Διευθυντής επιχειρήσεως ή πρόσωπο που έχει την εξουσία λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε επιχείρηση τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη ποινική διάταξη, αν από αμέλεια δεν απέτρεψε πρόσωπο που τελεί υπό τις εντολές του ή υπόκειται στον έλεγχό του από την τέλεση προς όφελος της επιχείρησης της πράξης της παραγράφου 1. 3. Οι διατάξεις των άρθρων 238, 263 παρ. 1 και 263Β έχουν εφαρμογή και στο έγκλημα της παραγράφου 1.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.6: ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΡΘΡΟΥ 235 Π.Κ. Το άρθρο 235 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 235 Δωροληψία υπαλλήλου 1. Υπάλληλος ο οποίος ζητεί ή λαμβάνει, άμεσα ή μέσω τρίτου, για τον εαυτό του ή για άλλον, οποιασδήποτε φύσης ωφέλημα, ή αποδέχεται την υπόσχεση παροχής τέτοιου ωφελήματος, για ενέργεια ή παράλειψή του σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του, μελλοντική ή ήδη τελειωμένη, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή 5.000 έως 50.000 ευρώ. Αν ο υπαίτιος τελεί την πράξη του προηγούμενου εδαφίου κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή το ωφέλημα είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών και χρηματική ποινή 10.000 έως 100.000 ευρώ. 2. Αν η ως άνω ενέργεια ή παράλειψη του υπαιτίου αντίκειται στα καθήκοντά του, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών και χρηματική ποινή 15.000 έως 150.000 ευρώ. Αν ο υπαίτιος τελεί την πράξη του προηγούμενου εδαφίου κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή το ωφέλημα είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δεκαπέντε ετών και χρηματική ποινή 15.000 έως 150.000 ευρώ. 3. Υπάλληλος ο οποίος ζητεί ή λαμβάνει, για τον εαυτό του ή για άλλον, αθέμιτη παροχή περιουσιακής φύσης, επωφελούμενος από την ιδιότητά του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη ποινική διάταξη. 4. Προϊστάμενοι υπηρεσιών ή επιθεωρητές ή πρόσωπα που έχουν την εξουσία λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε υπηρεσίες του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων που απαριθμούνται στο άρθρο 263Α τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη ποινική διάταξη, αν από αμέλεια, κατά παράβαση συγκεκριμένου υπηρεσιακού καθήκοντος, δεν απέτρεψαν πρόσωπο που τελεί υπό τις εντολές τους ή υπόκειται στον έλεγχό τους από την τέλεση πράξης των προηγούμενων παραγράφων.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.7: ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΡΘΡΟΥ 236 Π.Κ. Το άρθρο 236 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 236 Δωροδοκία υπαλλήλου 1. Όποιος προσφέρει, υπόσχεται ή παρέχει σε υπάλληλο, άμεσα ή μέσω τρίτου, οποιασδήποτε φύσης ωφέλημα, για τον εαυτό του ή για άλλον, για ενέργεια ή παράλειψη του υπαλλήλου σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του, μελλοντική ή ήδη τελειωμένη, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή 5.000 έως 50.000 ευρώ. 2. Αν η ως άνω ενέργεια ή παράλειψη αντίκειται στα καθήκοντα του υπαλλήλου, ο υπαίτιος τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών και χρηματική ποινή 15.000 έως 150.000 ευρώ. 3. Διευθυντής επιχειρήσεως ή άλλο πρόσωπο που έχει την εξουσία λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε επιχείρηση τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύοετών, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη ποινική διάταξη, αν από αμέλεια δεν απέτρεψε πρόσωπο που τελεί υπό τις εντολές του ή υπόκειται στον έλεγχό του από την τέλεση προς όφελος της επιχείρησης πράξης των προηγούμενων παραγράφων. 4. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου επί πράξεων που τελέσθηκαν στην αλλοδαπή από ημεδαπό, δεν είναι αναγκαία η πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 6.» ΥΠΟΠΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.8: ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΡΘΡΟΥ 237 Π.Κ. Το άρθρο 237 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 237 Δωροληψία και δωροδοκία δικαστικών λειτουργών 1. Όποιος καλείται κατά το νόμο να εκτελέσει δικαστικά καθήκοντα ή ο διαιτητής, αν ζητήσει ή λάβει, άμεσα ή μέσω τρίτου, για τον εαυτό του ή για άλλον, οποιασδήποτε φύσης ωφέλημα, ή αποδεχθεί την υπόσχεση παροχής τέτοιου ωφελήματος, για ενέργειά του ή παράλειψη, μελλοντική ή ήδη τελειωμένη, που ανάγεται στην εκτέλεση των καθηκόντων του κατά την απονομή της δικαιοσύνης ή την επίλυση διαφοράς, τιμωρείται με κάθειρξη και χρηματική ποινή 15.000 έως 150.000 ευρώ. 2. Με τις ίδιες ποινές τιμωρείται όποιος για τον πιο πάνω σκοπό υπόσχεται ή παρέχει τέτοια ωφελήματα, άμεσα ή μέσω τρίτου, στα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου, για τους εαυτούς τους ή για άλλον. 3. Διευθυντής επιχειρήσεως ή άλλο πρόσωπο που έχει την εξουσία λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε επιχείρηση τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη ποινική διάταξη, αν από αμέλεια δεν απέτρεψε πρόσωπο που τελεί υπό τις εντολές του ή υπόκειται στον έλεγχό του από την τέλεση προς όφελος της επιχείρησης της πράξης της παραγράφου 1.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.9: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΡΘΡΟΥ 237Α ΣΤΟΝ Π.Κ. Μετά το άρθρο 237 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται άρθρο 237Α ως εξής: «Άρθρο 237Α Εμπορία επιρροής – Μεσάζοντες 1. Όποιος ζητεί ή λαμβάνει, άμεσα ή μέσω τρίτου, οποιασδήποτε φύσης ωφέλημα, για τον εαυτό του ή για άλλον, ή αποδέχεται την υπόσχεση παροχής τέτοιου ωφελήματος ως αντάλλαγμα για αθέμιτη επιρροή την οποία ισχυρίζεται ή επιβεβαιώνει, ψευδώς ή αληθώς, ότι μπορεί να ασκήσει σε κάποιο από τα πρόσωπα που αναφέρονται στα άρθρα 159, 235 παρ. 1 και 237 παρ. 1, ώστε αυτά να προβούν σε πράξη ή παράλειψη που ανάγεται στην άσκηση των καθηκόντων τους, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή από 5.000 έως 50.000 ευρώ. 2. Με τις ίδιες ποινές τιμωρείται και όποιος προσφέρει, υπόσχεται ή παρέχει, άμεσα ή μέσω τρίτου, οποιασδήποτε φύσης ωφέλημα, για τον εαυτό του ή για άλλον, σε πρόσωπο που ισχυρίζεται ή επιβεβαιώνει, ψευδώς ή αληθώς, ότι μπορεί να ασκήσει αθέμιτη επιρροή σε κάποιο από τα πρόσωπα που απαριθμούνται στα άρθρα 159, 235 παρ. 1 και 237 παρ. 1, ώστε αυτά να προβούν σε πράξη ή παράλειψη που ανάγεται στην άσκηση των καθηκόντων τους.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.10: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΡΘΡΟΥ 237Β ΣΤΟΝ Π.Κ. Μετά το άρθρο 237Α του Ποινικού Κώδικα προστίθεται άρθρο 237Β ως εξής: «Άρθρο 237Β Δωροληψία και Δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα 1. Με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους, τιμωρείται όποιος εργάζεται ή παρέχει υπηρεσίες με οποιαδήποτε ιδιότητα ή σχέση στον ιδιωτικό τομέα και, κατά την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, ζητεί ή λαμβάνει, άμεσα ή έμμεσα, οποιασδήποτε φύσεως ωφέλημα για τον ίδιο ή για άλλον ή δέχεται υπόσχεση τέτοιου ωφελήματος ως αντάλλαγμα για ενέργεια ή παράλειψή του κατά παράβαση των καθηκόντων του, όπως αυτά διαγράφονται από το νόμο, τη σύμβαση εργασίας, τους εσωτερικούς κανονισμούς, τις εντολές ή οδηγίες των προϊσταμένων του ή προκύπτουν από τη φύση της θέσης ή της υπηρεσίας του. 2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και όποιος, κατά την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, υπόσχεται, προσφέρει ή παρέχει, άμεσα ή έμμεσα, οποιασδήποτε φύσεως ωφέλημα σε πρόσωπο που εργάζεται ή παρέχει υπηρεσίες με οποιαδήποτε ιδιότητα στον ιδιωτικό τομέα, για το ίδιο ή για τρίτον, για ενέργεια ή για παράλειψη κατά παράβαση των ως άνω καθηκόντων του.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.11: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 238 Π.Κ. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 238 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «1. Στις περιπτώσεις των άρθρων 235 έως και 237Β η απόφαση διατάσσει να δημευτούν τα δώρα και όποια άλλα περιουσιακά στοιχεία δόθηκαν, καθώς και εκείνα που αποκτήθηκαν αμέσως ή εμμέσως από αυτά.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.12: ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΡΘΡΟΥ 263Α Π.Κ. Το άρθρο 263Α του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «1. Για την εφαρμογή των άρθρων 235, 236, 239, 241, 242, 243, 245, 246, 252, 253, 255, 256, 257, 258, 259, 261, 262 και 263 υπάλληλοι θεωρούνται και όσοι υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα και με οποιαδήποτε ιδιότητα ή σχέση: α) σε επιχειρήσεις ή οργανισμούς που ανήκουν στο Κράτος, σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή σε νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου και που εξυπηρετούν με αποκλειστική ή προνομιακή εκμετάλλευση την προμήθεια ή την παροχή στο κοινό νερού, φωτισμού, θερμότητας, κινητήριας δύναμης ή μέσων συγκοινωνίας ή επικοινωνίας ή μαζικής ενημέρωσης, β) σε τράπεζες που εδρεύουν στην ημεδαπή κατά το νόμο ή το καταστατικό τους, γ) σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ιδρύθηκαν από το Δημόσιο, από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και από νομικά πρόσωπα αναφερόμενα στα προηγούμενα εδάφια, εφόσον τα ιδρυτικά νομικά πρόσωπα συμμετέχουν στη διοίκησή τους ή, αν πρόκειται για ανώνυμη εταιρία, στο κεφάλαιό της ή τα νομικά αυτά πρόσωπα είναι επιφορτισμένα με εκτέλεση κρατικών προγραμμάτων οικονομικής ανασυγκρότησης ή ανάπτυξης και δ)σε όργανα ή οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των μελών του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 2. Για την εφαρμογή των άρθρων 235 παράγραφοι 1 και 2 και 236 ως υπάλληλοι θεωρούνται και: α) οι λειτουργοί ή άλλοι υπάλληλοι με οποιαδήποτε συμβατική σχέση, κάθε δημόσιου διεθνούς ή υπερεθνικού οργανισμού στον οποίο η Ελλάδα είναι μέλος, καθώς και οποιοδήποτε πρόσωπο είναι εξουσιοδοτημένο από τον εν λόγω οργανισμό να ενεργεί εκ μέρους του. β) τα μέλη κοινοβουλευτικών συνελεύσεων διεθνών ή υπερεθνικών οργανισμών, στους οποίους η Ελλάδα είναι μέλος, γ) όσοι ασκούν δικαστικά καθήκοντα ή καθήκοντα διαιτητή σε διεθνή δικαστήρια, των οποίων η δικαιοδοσία αναγνωρίζεται από την Ελλάδα, δ) οποιοδήποτε πρόσωπο ασκεί δημόσιο λειτούργημα ή υπηρεσία για ξένη χώρα, συμπεριλαμβανομένων των δικαστών, ενόρκων και διαιτητών και ε) τα μέλη των κοινοβουλίων και συνελεύσεων τοπικής αυτοδιοίκησης άλλων κρατών. 3. Για την εφαρμογή του άρθρου 237 ως δικαστικοί λειτουργοί θεωρούνται και τα μέλη του Δικαστηρίου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.13: ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΡΘΡΟΥ 263Β Π.Κ. Το άρθρο 263Β του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 263Β Μέτρα επιείκειας για όσους συμβάλλουν στην αποκάλυψη πράξεων διαφθοράς 1. Οι πράξεις των άρθρων 236 παράγραφοι 1, 2 και 3, 237 παράγραφοι 2 και 3 και 237Β παρ. 1 μένουν ατιμώρητες αν ο υπαίτιος, με δική του θέληση και πριν εξετασθεί οπωσδήποτε για την πράξη του, την αναγγείλει στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών ή σε οποιονδήποτε ανακριτικό υπάλληλο ή άλλη αρμόδια αρχή, εγχειρίζοντας έγγραφη αναφορά ή προφορικά, οπότε συντάσσεται σχετική έκθεση. 2. Αν ο υπαίτιος των πράξεων των άρθρων 236 παράγραφοι 1, 2 και 3 και 237 παρ. 2 και 3 ή ο συμμέτοχος στις πράξεις των άρθρων 235 παρ. 1, 2 και 3, 237 παρ. 1 και 239 έως 261, καθώς και του άρθρου 390, όταν τελείται από υπάλληλο, συμβάλλει ουσιωδώς, με αναγγελία στην αρχή, στην αποκάλυψη της συμμετοχής υπαλλήλου στις πράξεις αυτές, τιμωρείται με ποινή μειωμένη στο μέτρο του άρθρου 44 παρ. 2 εδάφιο πρώτο. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής αυτής, ανεξάρτητα αν συντρέχουν οι όροι των άρθρων 99 και 100. Το συμβούλιο Πλημμελειοδικών με βούλευμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του αρμοδίου Εισαγγελέα, διατάσσει την αναστολή της ασκηθείσας ποινικής δίωξης κατά του υπαιτίου για ορισμένο χρονικό διάστημα, προκειμένου να επιβεβαιωθεί η αλήθεια των εισφερόμενων στοιχείων. Την αναστολή της δίωξης μπορεί να διατάξει και το δικαστήριο, εφόσον τα στοιχεία εισφέρονται μέχρι την έκδοση απόφασης σε δεύτερο βαθμό. Με το ίδιο βούλευμα ή απόφαση μπορεί να διαταχθεί και η άρση ή η αντικατάσταση των μέτρων δικονομικού καταναγκασμού που έχουν επιβληθεί. Αν μετά την αναστολή της ποινικής δίωξης προκύψει ότι τα εισφερθέντα από τον υπαίτιο στοιχεία δεν ήσαν επαρκή για την άσκηση ποινικής δίωξης κατά του υπαλλήλου, το σχετικό βούλευμα ή απόφαση ανακαλείται και συνεχίζεται κατά του υπαιτίου η ανασταλείσα ποινική δίωξη. 3. Υπάλληλος, υπαίτιος για την τέλεση των πράξεων των άρθρων 235 έως 261, καθώς και του άρθρου 390, ή συμμέτοχος στις πράξεις αυτές, ο οποίος συμβάλλει ουσιωδώς, με αναγγελία στην αρχή, στην αποκάλυψη της συμμετοχής στις πράξεις αυτές άλλων υπαλλήλων, τιμωρείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, εφόσον το πρόσωπο που καταγγέλλεται κατέχει θέση ανώτερη της δικής του και ο ίδιος έχει μεταβιβάσει στο Δημόσιο όλα τα περιουσιακά στοιχεία που έχει αποκτήσει, αμέσως ή εμμέσως, από την τέλεση ή τη συμμετοχή στην τέλεση των παραπάνω εγκλημάτων. Αν κατ΄ εξαίρεση η μεταβίβαση αυτή δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι το στάδιο της επιμέτρησης της ποινής, το δικαστήριο μπορεί να επιφυλαχθεί ως προς την επί ποινής κρίση του, διακόπτοντας προς τούτο τη διαδικασία για ορισμένη ημερομηνία και χωρίς το χρονικό περιορισμό του άρθρου 352 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Στην περίπτωση αυτή ορίζει και τις συγκεκριμένες μεταβιβάσεις ή άλλες ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβεί ο δράστης για να τύχει του σχετικού ευεργετήματος. Με την απόφαση περί διακοπής της δίκης το δικαστήριο μπορεί να διατάξει και την άρση ή την αντικατάσταση των μέτρων δικονομικού καταναγκασμού που έχουν επιβληθεί. 4. α) Αν κάποιος από τους υπαιτίους των εγκλημάτων των άρθρων 235 έως 261 και 390 ή πράξεων νομιμοποίησης εσόδων που προέρχονται άμεσα από τις συγκεκριμένες εγκληματικές δραστηριότητες, εισφέρει αποδεικτικά στοιχεία για τη συμμετοχή στις πράξεις αυτές προσώπων που διατελούν ή διατέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί, το δικαστικό συμβούλιο, με βούλευμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα, διατάσσει την αναστολή της ασκηθείσας σε βάρος του ποινικής δίωξης. Την παραπάνω αναστολή μπορεί να διατάξει το δικαστήριο και όταν τα στοιχεία εισφέρονται μέχρι την έκδοση απόφασης σε δεύτερο βαθμό. Με το ίδιο βούλευμα ή απόφαση μπορεί να διαταχθεί και η άρση ή η αντικατάσταση των μέτρων δικονομικού καταναγκασμού που έχουν ταχθεί. β) Αν η Βουλή κρίνει, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 86 του Συντάγματος, ότι τα στοιχεία δεν είναι επαρκή για την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος Υπουργού ή Υφυπουργού, το βούλευμα ή η απόφαση ανακαλείται και η ανασταλείσα ποινική δίωξη συνεχίζεται. Αν η Βουλή αποφασίσει την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος Υπουργού ή Υφυπουργού κατά το άρθρο 86 του Συντάγματος, σε περίπτωση καταδίκης από το Ειδικό Δικαστήριο, ο κατά το προηγούμενο εδάφιο συμμέτοχος που εισέφερε τα αποδεικτικά στοιχεία τιμωρείται με ποινή μειωμένη στο μέτρο του άρθρου 44 παρ. 2 εδάφιο πρώτο. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής αυτής κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2. 5. Αν η κίνηση της ποινικής διαδικασίας δεν είναι δυνατή λόγω εξάλειψης του αξιόποινου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο εδάφιο β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 86 του Συντάγματος, στον κατηγορούμενο επιβάλλεται ποινή μειωμένη στο μέτρο του άρθρου 44 παρ. 2 εδάφιο πρώτο. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει και την αναστολή εκτέλεσης της ποινής αυτής, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.14: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΗΣ ΑΡΘΡΟΥ 30 ΚΠΔ Η παράγραφος 2 του άρθρου 30 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής: «2. Στα πολιτικά εγκλήματα, καθώς και στα εγκλήματα από τα οποία μπορούν να διαταραχθούν οι διεθνείς σχέσεις του κράτους, με την εξαίρεση της δωροδοκίας αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές, ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει το δικαίωμα με προηγούμενη σύμφωνη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου να αναβάλει την έναρξη της ποινικής δίωξης ή να αναστείλει την ποινική δίωξη. Η αναστολή της ποινικής δίωξης μπορεί να γίνει το αργότερο έως την έναρξη της συζήτησης στο ακροατήριο.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.15: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΡΘΡΟΥ 45Β ΣΤΟΝ ΚΠΔ Μετά το άρθρο 45Α του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται άρθρο 45Β ως εξής: «Άρθρο 45Β Αποχή από ποινική δίωξη μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος 1. Σε υποθέσεις σχετικές με τις αξιόποινες πράξεις των άρθρων 159, 159Α, 235, 236, 237 και 237Α του Ποινικού Κώδικα και τις συναφείς με αυτές πράξεις, είναι δυνατόν, μετά από έγκριση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς, να χαρακτηρίζεται ως μάρτυς δημοσίου συμφέροντος με πράξη του κατά τόπον αρμόδιου εισαγγελέα πλημμελειοδικών ή του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς όποιος, χωρίς να εμπλέκεται καθ΄ οιονδήποτε τρόπο στις εν λόγω πράξεις και χωρίς να αποβλέπει σε ίδιον όφελος, συμβάλλει ουσιωδώς, με τις πληροφορίες που παρέχει στις διωκτικές αρχές, στην αποκάλυψη και δίωξή τους. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο πράξη του εισαγγελέα μπορεί να ανακαλείται με τον ίδιο τρόπο και σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής δίκης, αν ο εισαγγελέας κρίνει ότι δεν συντρέχουν οι λόγοι που τον οδήγησαν στην έκδοσή της. 2. Αν έχει υποβληθεί έγκληση ή μήνυση για τα εγκλήματα της ψευδορκίας, της ψευδούς καταμήνυσης, της συκοφαντικής δυσφήμησης ή της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου του Ποινικού Κώδικα ή για τις πράξεις των παραγράφων 4 ή 8 του άρθρου 22 του ν. 2472/1997 σε υπόθεση σχετική με τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, ο αρμόδιος για την άσκηση της ποινικής δίωξης εισαγγελέας, πριν από κάθε άλλη ενέργεια, ενημερώνει σχετικά τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς. 3. Αν ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς, κρίνει μετά από την κατά την προηγούμενη παράγραφο ενημέρωσή του, ότι η ποινική δίωξη των εγκλημάτων της ψευδορκίας, της ψευδούς καταμήνυσης, της συκοφαντικής δυσφήμησης ή της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου ή των εγκλημάτων των παραγράφων 4 ή 8 του άρθρου 22 του ν. 2472/1997, δεν είναι απαραίτητη για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος, μπορεί να παραγγείλει στον αρμόδιο για την άσκηση της ποινικής δίωξης εισαγγελέα την οριστική αποχή από την ποινική δίωξη για τις εν λόγω πράξεις.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.16: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΡΘΡΟΥ 253Β ΣΤΟΝ ΚΠΔ Μετά το άρθρο 253Α του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται άρθρο 253Β ως εξής: «Άρθρο 253Β Ανακριτικές πράξεις επί εγκλημάτων διαφθοράς Ειδικά για τις αξιόποινες πράξεις των άρθρων 159, 159Α, 235, 236, 237 και 237Α του Ποινικού Κώδικα, εφόσον αυτές δεν τελούνται στο πλαίσιο εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης, η έρευνα μπορεί να συμπεριλάβει και τη διενέργεια: α) συγκαλυμμένης έρευνας, την οποία ενεργεί ανακριτικός υπάλληλος με παραγγελία του αρμόδιου εισαγγελέα και αφού ενημερωθεί προηγουμένως ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς. Η εν λόγω παραγγελία δίδεται αν συντρέχουν σοβαρές ενδείξεις ότι τελείται ήδη ή πρόκειται να επαναληφθεί η τέλεση κάποιας από τις αξιόποινες πράξεις της παραγράφου 1 και η αποκάλυψη αυτής είναι με άλλον τρόπο αδύνατη ή ιδιαιτέρως δυσχερής. Κατά τη συγκαλυμμένη έρευνα ο ανακριτικός υπάλληλος ή ο ιδιώτης που ενεργεί υπό τις οδηγίες του εμφανίζεται ως ωφελούμενος ή ως μεσολαβητής ωφελουμένου προσώπου από την αξιόποινη πράξη της παραγράφου 1 και διευκολύνει στην τέλεσή της τον δράστη που την έχει προαποφασίσει. Η συγκαλυμμένη έρευνα ενεργείται για εύλογο κατά τις περιστάσεις χρονικό διάστημα, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει το έτος. Ο ενεργών τη συγκαλυμμένη έρευνα μπορεί να φέρει συγκαλυμμένα στοιχεία ταυτότητας και φορολογικά ή άλλα στοιχεία και να συναλλάσσεται με αυτά για τις ανάγκες της έρευνας που διεξάγει. Οι λεπτομέρειες και η διαδικασία εκδόσεως των εν λόγω στοιχείων συγκάλυψης ορίζονται με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη. Για τις ενέργειες του συγκαλυμμένα δρώντος συντάσσεται αναλυτική έκθεση κατά τα άρθρα 148 έως 153. Αποδεικτικά στοιχεία που αποκτήθηκαν με ενέργειες του συγκαλυμμένα δρώντος, οι οποίες δεν μνημονεύονται αναλυτικά στην έκθεση, δεν λαμβάνονται υπόψη για την καταδίκη του κατηγορουμένου. β) Άρσης του απορρήτου, καταγραφής δραστηριότητας εκτός κατοικίας και συσχέτισης ή συνδυασμού δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτές προβλέπονται στα στοιχεία γ΄, δ΄ και ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 253Α. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζονται αναλόγως οι παράγραφοι 2 και 3 του ίδιου άρθρου.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.17.: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΩΝ Ν. 2225/1994, Ν. 2928/2001, Ν. 3691/2008, Κ.Ν. 3528/2007 1. Το στοιχείο α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 2225/1994 (Α΄ 121) αντικαθίσταται ως εξής: «α) τα άρθρα 134,135 παρ. 1, 2 135Α, 137Α , 137Β, 138, 139, 140, 143, 144, 146,148 παρ. 2, 150, 151, 157 παρ.1, 159, 159Α παρ. 1, 168 παρ.1, 187 παρ.1, 2, 187 Α παρ.1 και 4, 207, 208 παρ.1, 235 παρ. 2, 236 παρ. 2, 237 παρ. 1 και 2, 264 περ. β΄, γ΄, 270, 272, 275 περ. β΄, 291 παρ.1 εδάφια β΄ και γ΄, 299, 322, 323 Α παρ. 1,2,4,5 και 6, 324 παρ.2 και 3, 342 παρ. 1 και 2, 348 Α παρ.4, 351 παρ. 1, 2, 4 και 5, 374, 380, 385 παρ. 1 εδάφια α΄ και β΄ του Ποινικού Κώδικα». 2. Στο άρθρο 9 του ν. 2928/2001 ( Α΄ 141) προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής: «7. Σε υποθέσεις σχετικές με τις αξιόποινες πράξεις των άρθρων 159, 159Α και 235 έως 237Α του Ποινικού Κώδικα, ακόμα κι αν δεν τελέσθηκαν στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης, είναι δυνατόν να παρέχεται στους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος κατ΄ άρθρο 45Β του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, στους ιδιώτες κατ΄ άρθρο 253Β του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο συμβάλλει ουσιωδώς στην αποκάλυψη των ως άνω αξιοποίνων πράξεων ή, εφόσον τούτο κρίνεται αναγκαίο, και στους οικείους των προαναφερθέντων προσώπων, η προβλεπόμενη στις παραγράφους 1 έως 5 προστασία από πιθανολογούμενες πράξεις εκφοβισμού ή αντεκδίκησης.» 3. Το στοιχείο ε΄ του άρθρου 3 του ν. 3691/2008 ( Α΄ 166), αντικαθίσταται ως εξής: «ε) δωροληψία και δωροδοκία πολιτικών προσώπων και δικαστικών λειτουργών (άρθρα 159, 159Α και 237 ΠΚ),». 4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 51 του ν. 3691/2008 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Αν κάποια από τις αξιόποινες πράξεις νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή κάποιο από τα βασικά αδικήματα των στοιχείων γ΄, δ΄ και ε΄ του άρθρου 3 τελείται προς όφελος νομικού προσώπου από φυσικό πρόσωπο που ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου και κατέχει διευθυντική θέση εντός αυτού με βάση εξουσία εκπροσώπησής του ή εξουσιοδότηση για τη λήψη αποφάσεων για λογαριασμό του ή για την άσκηση ελέγχου εντός αυτού, επιβάλλονται στο νομικό πρόσωπο, σωρευτικά ή διαζευκτικά, οι ακόλουθες κυρώσεις:». 5. Η παράγραφος 5 του άρθρου 51 του ν. 3691/2008 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Οι εισαγγελικές αρχές ενημερώνουν αμέσως την κατά περίπτωση αρμόδια αρχή ή, αν πρόκειται για μη υπόχρεο νομικό πρόσωπο, τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για την άσκηση ποινικής δίωξης επί υποθέσεων στις οποίες υπάρχει εμπλοκή νομικού προσώπου υπό την έννοια των παραγράφων 1 και 2, καθώς και για τις εκδιδόμενες σχετικές δικαστικές αποφάσεις. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζονται η διαδικασία επιβολής των κυρώσεων, οι αρμόδιες υπηρεσίες είσπραξης, ως και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.» 6. α. Στο άρθρο 26 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (κ.ν. 3528/2007, Α΄ 26) προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής: «4. Ο υπάλληλος που έχει χαρακτηρισθεί ως μάρτυς δημοσίου συμφέροντος κατά το άρθρο 45Β του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, δεν παραλείπεται σε διαδικασία προαγωγής ούτε υπόκειται σε οποιαδήποτε πειθαρχική διαδικασία ή τιμωρείται, απολύεται ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο υφίσταται άλλη δυσμενή διακριτική μεταχείριση αμέσως ή εμμέσως και ιδίως σε θέματα υπηρεσιακής εξέλιξης, μετακίνησης ή τοποθέτησης, κατά τη διάρκεια του αναγκαίου για τη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης χρόνου.» β. Στο άρθρο 110 του ν. 3528/2007 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής: «6. Αν σε υποθέσεις σχετικές με τις αξιόποινες πράξεις των άρθρων 159, 159Α, 235, 236, 237 και 237Α του Ποινικού Κώδικα ασκείται πειθαρχική δίωξη εναντίον υπαλλήλου ο οποίος, με τις πληροφορίες που παρέσχε στις διωκτικές αρχές, συνέβαλε ουσιωδώς στην αποκάλυψη και δίωξή τους, για τη συνέχιση της διαδικασίας το πειθαρχικό όργανο οφείλει να αποδείξει ότι η δίωξη που άσκησε δεν οφείλεται στην προαναφερθείσα ουσιώδη συμβολή του υπαλλήλου.» γ. Στο άρθρο 125 του ν. 3528/2007 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής: «4. Κατά την προκαταρκτική εξέταση που ενεργείται για υποθέσεις σχετικές με τις αξιόποινες πράξεις των άρθρων 159, 159Α, 235, 236, 237 και 237Α του Ποινικού Κώδικα, προστατεύεται πλήρως η ανωνυμία των υπαλλήλων, οι οποίοι, χωρίς να εμπλέκονται καθ΄ οιονδήποτε τρόπο στην τέλεση των ως άνω πράξεων ή να αποβλέπουν σε ίδιον όφελος, συμβάλλουν ουσιωδώς, με τις πληροφορίες που παρέχουν, στην αποκάλυψη και δίωξή τους, ακόμα και αν αυτοί δεν έχουν χαρακτηρισθεί ως μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος κατά το άρθρο 45Β του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Μετά το πέρας της προκαταρκτικής εξετάσεως η ανωνυμία του υπαλλήλου προστατεύεται εφόσον αυτός υπάγεται στο καθεστώς της παραγράφου 7 του άρθρου 9 του ν. 2928/2001.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.18.: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ π.δ. 85/2005 Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ «Τμήμα Δ΄ Ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων και κεφαλαίων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες» της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του π.δ. 85/2005, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Οι αρμοδιότητες του Τμήματος είναι αυτές της παραφράφου 3 περίπτωση α΄ (Τμήμα Κοινοτικών και Εθνικών Επιδοτήσεων και Χρηματοδοτήσεων) ως προς τα θέματα: − Απατών και παρατυπιών κατά των οικονομικών συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου και της εθνικής οικονομίας γενικότερα. − Παράνομων χρηματιστηριακών και τραπεζικών εργασιών και παρανόμων χρηματοπιστωτικών συμβάσεων, συναλλαγών και δραστηριοτήτων γενικά. − Παράνομων προελεύσεων ιδιωτικών κεφαλαίων και νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες του ν. 3691/2008 (Α΄ 166). − Δωροδοκιών αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές. − Άλλων περιπτώσεων παράνομων δραστηριοτήτων, παραλείψεων και παρατυπιών, ιδιάζουσας φύσης ή ιδιαίτερου οικονομικού ενδιαφέροντος σε βάρος των συμφερόντων της Ελλάδας, που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του Σ.Δ.Ο.Ε., ο έλεγχος των οποίων έχει ανατεθεί στη Διεύθυνση Ειδικών Υποθέσεων με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που εκδίδονται κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 30 παρ. 9 του ν. 3296/ 2004.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.19.: ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ Όποιος, με σκοπό τη διευκόλυνση, απόκρυψη ή συγκάλυψη κάποιας από τις πράξεις που αναφέρονται στα άρθρα 159Α παρ. 1, 236 παράγραφοι 1 και 2, 237 παρ. 2, 237Α παρ. 2 και 237Β παράγραφο 1 του Ποινικού Κώδικα: α) τηρεί λογαριασμούς εκτός των βιβλίων της επιχείρησής του, β) διενεργεί συναλλαγές εκτός βιβλίων ή ανεπαρκώς προσδιορισμένες σε αυτά, γ) καταχωρίζει ανύπαρκτες δαπάνες ή υποχρεώσεις, ή δ) καταρτίζει ή χρησιμοποιεί τιμολόγιο ή άλλο λογιστικό έγγραφο με αναληθές περιεχόμενο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών, αν η πράξη του δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΕ.20.: ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 1. Τα άρθρα 11 έως και 13 του ν. 5227/1931 καταργούνται. 2. Οι περιπτώσεις στ΄, ζ΄ και η΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 2225/1994 καταργούνται. 3. Τα άρθρα δεύτερο έως και πέμπτο του ν. 2656/1998 (Α΄ 265) καταργούνται. 4. Τα άρθρα τρίτο έως και έκτο του ν. 2802/2000 (Α΄ 47) καταργούνται. 5. Τα άρθρα τρίτο και όγδοο του ν. 2803/2000 (Α΄ 48) καταργούνται. 6. Στο άρθρο έβδομο του ν. 2803/2000 διαγράφεται η λέξη «τρίτο,». 7. Στο άρθρο δέκατο παράγραφος 1 του ν. 2803/2000 διαγράφεται το δεύτερο εδάφιο. 8. Στο άρθρο δέκατο παράγραφος 2 του ν. 2803/2000 διαγράφονται η λέξη «τρίτο,» και η φράση «όπως επίσης εκείνες που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο,». 9. Στο άρθρο ενδέκατο παράγραφος 2 του ν. 2803/ 2000 διαγράφεται η λέξη «τρίτο,». 10. Τα άρθρα 4 και 5 του ν. 3213/2003 (Α΄ 309) καταργούνται. 11. Τα άρθρα δεύτερο έως και δωδέκατο και δέκατο τέταρτο του ν. 3560/2007 (Α΄ 103) καταργούνται. 12. Στο στοιχείο ιδ΄ του άρθρου 3 του ν. 3691/2008 διαγράφεται η λέξη «τρίτο,». 13. Τα στοιχεία ιε΄ και ιστ΄ του άρθρου 3 του ν. 3691/ 2008 διαγράφονται. 14. Τα άρθρα τρίτο έως και πέμπτο και έβδομο έως και δέκατο του ν. 3666/2008 (Α΄ 105) καταργούνται. 15. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66) καταργείται. ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΣΤ.: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΙΓΑΙΟΥ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΣΤ.1.: ΣΥΣΤΑΣΗ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ Το άρθρο 43 του ν. 4150/2013 (Α΄ 102) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 43 Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων (Ρ.Α.Λ.) 1. Συνιστάται στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Αιγαίου Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων (Ρ.Α.Λ.) ως αυτοτελής δημόσια υπηρεσία με διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, εποπτευόμενη από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Αιγαίου ως προς τον έλεγχο νομιμότητας των πράξεών της. Η Ρ.Α.Λ. έχει νομική προσωπικότητα και παρίσταται αυτοτελώς σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείμενο πράξεις ή παραλείψεις της ή έννομες σχέσεις που την αφορούν. 2. Η Ρ.Α.Λ. συγκροτείται από 9 μέλη και επικουρείται στη λειτουργία της από οργανικές μονάδες, οι οποίες εξειδικεύονται με το π.δ. της παρ. 9β του παρόντος. Τα μέλη της Ρ.Α.Λ. ορίζονται για διετή θητεία, η οποία μπορεί να ανανεωθεί για μία μόνο φορά, με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου κατόπιν εισήγησης του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου. Εξ αυτών ένα μέλος είναι ο Πρόεδρος, ένα ο Αντιπρόεδρος και δυο Εισηγητές, οι οποίοι είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. 3. Τα μέλη της Ρ.Α.Λ., τα οποία απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, είναι πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους που διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση και την ειδικότερη γνώση της λειτουργίας των λιμένων και του δικαίου του ανταγωνισμού και διαθέτουν εμπειρία σε ναυτιλιακές και επιχειρηματικές δραστηριότητες. 4. Οι αποδοχές του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των δύο Εισηγητών της Ρ.Α.Λ. και των υπολοίπων μελών, καθώς και το ύψος της ημερήσιας αποζημίωσης και των δαπανών μετακίνησής τους καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Αιγαίου, με την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 3833/ 2010 (Α΄ 40). 5. Οι υποθέσεις που άγονται ενώπιον της Ρ.Α.Λ. ανατίθενται με πράξη του Προέδρου σε Εισηγητή και εισάγονται προς συζήτηση και απόφαση ενώπιόν της. Η Ρ.Α.Λ. βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει νόμιμα, εφόσον μετέχουν στη συνεδρίαση ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος, ο Εισηγητής που έχει οριστεί για τη συγκεκριμένη υπόθεση, και δύο τουλάχιστον μέλη, αποφασίζει δε κατά πλειοψηφία των παρόντων. Στις συνεδριάσεις και διασκέψεις συμμετέχει ο Εισηγητής που έχει οριστεί για τη συγκεκριμένη υπόθεση χωρίς δικαίωμα ψήφου. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Οι κανόνες που καθορίζουν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων από τη Ρ.Α.Λ., κατά την εξέταση των υποθέσεων που συζητούνται ενώπιόν της ορίζονται με το π.δ. της παρ. 9β. 6. Οι εκτελεστές πράξεις της Ρ.Α.Λ. κοινοποιούνται στον ενδιαφερόμενο και στον Υπουργό Ναυτιλίας και Αιγαίου. Κατ’ αυτών χωρεί αίτηση αναθεώρησης, η οποία ασκείται μέσα σε τριάντα ημέρες από τη γνώση ή την κοινοποίησή της από τον ενδιαφερόμενο ή τον Υπουργό Ναυτιλίας και Αιγαίου. Η εκδιδόμενη επί της αιτήσεως αναθεώρησης απόφαση υπόκειται σε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά. 7. Με το π.δ. της παραγράφου 9β ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα σχετικά με τις αρμοδιότητες του Προέδρου και Αντιπροέδρου της Ρ.Α.Λ., την προσωπική κατάσταση των μελών της, τις περιπτώσεις έκπτωσης από τη θέση ή την αναστολή της ιδιότητάς τους, τα ασυμβίβαστα και τους περιορισμούς για την άσκηση των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων που συνεπάγεται η ιδιότητα του μέλους της Ρ.Α.Λ., καθώς και κάθε άλλο συναφές ζήτημα. 8.α. Η Ρ.Α.Λ. είναι αρμόδια για: Την παρακολούθηση της εφαρμογής των όρων και διατάξεων των συμβάσεων παραχώρησης στους λιμένες, την τήρηση των υποχρεώσεων των λιμένων στο πλαίσιο της σχετικής κείμενης – εθνικής και ευρωπαϊκής – νομοθεσίας, κυρίως σε σχέση με δημόσιες συμβάσεις, συμβάσεις παραχώρησης και τους κανόνες ανταγωνισμού, την υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας στον λιμενικό τομέα, τη διαμεσολάβηση και επίλυση διαφορών μεταξύ χρηστών και φορέων διαχείρισης, τη διαχείριση παραπόνων, και τη λήψη δεσμευτικών αποφάσεων επί αυτών σε εύλογο χρονικό διάστημα, την υποστήριξη προς τις αρμόδιες αρχές για την κατάρτιση προδιαγραφών δημοσίων συμβάσεων (παραχωρήσεις, εκμίσθωση χερσαίας ζώνης) και των σχετικών ανανεώσεων που προτείνονται από τον φορέα διαχείρισης, την παρακολούθηση της εφαρμογής των όρων των δημοσίων συμβάσεων εξασφαλίζοντας ιδίως την τήρηση του συμφωνημένου επιπέδου εξυπηρέτησης, προσδιορίζοντας τα επίπεδα απόδοσης, επενδύσεων, δημιουργίας θέσεων απασχόλησης και τη συμμόρφωση με τους χρηματοοικονομικούς στόχους, την εξασφάλιση − σε συνεργασία με την Επιτροπή Ανταγωνισμού − της πιστής εφαρμογής της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας στον κλάδο, την αποτροπή κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης, εναρμονισμένων πρακτικών, εξοντωτικής τιμολόγησης και άλλων πρακτικών που στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό, την έκδοση δεσμευτικών οδηγιών για θέματα σχετικά με την απλούστευση, διαφάνεια και εναρμόνιση τελών κοινού ενδιαφέροντος για όλους τους ελληνικούς λιμένες, προωθώντας τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ εγχώριων λιμένων, την γνωμοδότηση επί της μεθοδολογίας και του καθορισμού των τελών λιμενικών υπηρεσιών και των τελών λιμενικών υποδομών, τη γνωμοδότηση – κατόπιν σχετικού ερωτήματος – στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Αιγαίου επί ειδικών θεμάτων λιμένων − περιλαμβανομένων και μέτρων για την ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό του εθνικού λιμενικού συστήματος. β. Η Ρ.Α.Λ. συνεργάζεται με την Επιτροπή Ανταγωνισμού και μπορεί να ζητεί τη γνώμη της σε θέματα ανταγωνισμού ή να παραπέμπει σε αυτήν υποθέσεις, οι οποίες ενδέχεται να εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του ν. 3959/ 2011 και στην αρμοδιότητα της Επιτροπής Ανταγωνισμού. 9.α. Στη Ρ.Α.Λ. συνιστάται Γενική Διεύθυνση, της οποίας προΐσταται Γενικός Διευθυντής. Η Γενική Διεύθυνση αποτελείται από μία Διεύθυνση Παρακολούθησης και Ελέγχου Αγοράς, η οποία περιλαμβάνει οπωσδήποτε Τμήματα Νομικής και Οικονομικής Τεκμηρίωσης, και μία Διεύθυνση Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης, η οποία με τα αντίστοιχα τμήματα εξασφαλίζει την αυτοτελή διοίκηση του προσωπικού και οικονομική διαχείριση των πόρων της Ρ.Α.Λ.. Για τη νομική υποστήριξη της Ρ.Α.Λ. συνιστάται Γραφείο Νομικής Υποστήριξης, υπαγόμενο απευθείας στον Πρόεδρο αυτής. β. Η οργάνωση και η διάρθρωση των οργανικών μονάδων της Ρ.Α.Λ. σε διευθύνσεις, τμήματα και γραφεία, οι αρμοδιότητες αυτών, ο τρόπος πρόσληψης ή επιλογής και οι αρμοδιότητες του Γενικού Διευθυντή, των διευθυντών και των προϊσταμένων των τμημάτων και γραφείων, τα προσόντα του προσωπικού, η κατανομή αυτού σε κλάδους και ειδικότητες και κάθε άλλο σχετικό θέμα καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Ναυτιλίας και Αιγαίου, Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ύστερα από γνώμη της Ρ.Α.Λ.. γ. Για τη στελέχωση των οργανικών μονάδων της Ρ.Α.Λ. συνιστώνται τριάντα πέντε θέσεις μόνιμου και με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού. Ειδικότερα: αα. Ειδικό επιστημονικό Προσωπικό: είκοσι πέντε (25) θέσεις. ββ. Διοικητικό Προσωπικό: δέκα (10) θέσεις. Επιπροσθέτως συνιστώνται τρεις (3) θέσεις δικηγόρων με έμμισθη εντολή, οι οποίοι στελεχώνουν το Γραφείο Νομικής Υποστήριξης, δύο (2) θέσεις ειδικών συνεργατών, ως μετακλητών υπαλλήλων, οι οποίοι επικουρούν τον Πρόεδρο της Ρ.Α.Λ. και έχουν τα προσόντα που ορίζονται στο π.δ. 63/2005, και δύο (2) θέσεις δημοσιογράφων. Με το ανωτέρω προεδρικό διάταγμα είναι δυνατή η αύξηση του αριθμού των ανωτέρω θέσεων, οι οποίες όμως σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβούν συνολικά τις πενήντα (50). 10.α. Η πλήρωση των θέσεων γίνεται με: α) διορισμό ή πρόσληψη σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994, β) με μετάταξη ή απόσπαση μόνιμων ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται από το άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 2190/1994. Η μετάταξη και η απόσπαση διενεργούνται με κοινή απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, χωρίς τη γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου ή άλλου οργάνου, οι δε μετατασσόμενοι και αποσπώμενοι οφείλουν να συγκεντρώνουν τα προσόντα του αντίστοιχου διοριζόμενου ή προσλαμβανόμενου. β. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου είναι δυνατόν να αποσπάται ή μετατάσσεται στη Ρ.Α.Λ. προσωπικό που υπηρετεί σε νομικά πρόσωπα εποπτευόμενα από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Αιγαίου, συμπεριλαμβανομένων των Οργανισμών Λιμένος Α.Ε., σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. 11. Οι πόροι της Ρ.Α.Λ. προέρχονται από τέλος, το οποίο επιβάλλεται ετησίως με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Αιγαίου επί των Οργανισμών Λιμένων Α.Ε. και των Λιμενικών Ταμείων. Το ύψος του τέλους δεν μπορεί να είναι ανώτερο από 0,2% των ετήσιων εσόδων για τα Λιμενικά Ταμεία και 0,3% για τους Οργανισμούς Λιμένων Α.Ε.. Με απόφαση των ανωτέρω Υπουργών ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη διαδικασία είσπραξης και απόδοσης του τέλους αυτού. Η Ρ.Α.Λ. είναι δυνατόν να επιχορηγείται από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου σε ποσοστό που δεν μπορεί να υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) του ετήσιου προϋπολογισμού της. 12.α. Με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ρ.Α.Λ. είναι δυνατή η κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους εγγραφή ή αύξηση πιστώσεων στον προϋπολογισμό της με μείωση άλλων πιστώσεων. β) Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου δύναται να διατίθεται ετησίως ποσοστό έως είκοσι τοις εκατό (20%) του αποθεματικού της Ρ.Α.Λ. για τη χρηματοδότηση μελετών και εκτέλεσης δημόσιων λιμενικών έργων και υποδομών. Με την ίδια απόφαση ορίζονται τα έργα, για τα οποία διατίθεται το πιο πάνω ποσό, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια.». 13. Η μετατροπή της Ρ.Α.Λ. σε Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή ρυθμίζεται με διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Ναυτιλίας και Αιγαίου, μετά την πάροδο διετίας από το χρόνο εκδόσεως του διατάγματος της παραγράφου 9β του παρόντος άρθρου.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΣΤ.2.: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ Ν. 2932/ 2001 ΚΑΙ π.δ. 120/1997 1. Οι παράγραφοι 1 και 4 του άρθρου τέταρτου του ν. 2932/2001 (Α΄ 145), όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής: «1. Ο πλοιοκτήτης, προκειμένου να δρομολογήσει πλοίο ή πλοία, υποβάλλει στο Υπουργείο δήλωση, στην οποία αναγράφει την επωνυμία και την έδρα ή την κατοικία του και προκειμένου περί φυσικού προσώπου το ονοματεπώνυμο και την ιθαγένειά του. Αν έχει έδρα ή κατοικεί σε άλλο κράτος−μέλος, αναγράφει και ότι έχει κατά νόμο διορίσει εκπρόσωπο, διαχειριστή και αντίκλητο εγκατεστημένο στην Ελλάδα, καθώς και τα στοιχεία διορισμού αυτού. Επίσης αναγράφει τα στοιχεία προσδιορισμού του πλοίου, τα δρομολόγια που θα εκτελεί σε συγκεκριμένη γραμμή ή γραμμές του δικτύου, τους λιμένες αφετηρίας, τελικού προορισμού και ενδιάμεσους, κατά σειρά προσέγγισης, τις ημέρες και ώρες απόπλου και κατάπλου του πλοίου από και σε αυτούς, τον προγραμματιζόμενο χρόνο της ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου εντός της δρομολογιακής περιόδου και κάθε άλλο στοιχείο, που καθορίζεται με την απόφαση της επόμενης παραγράφου.» «4. Το Υπουργείο μπορεί να τροποποιήσει στο αναγκαίο μέτρο τη δήλωση ως προς τα στοιχεία των δρομολογίων, αν αιτιολογημένα κρίνεται: α) ότι οι συνθήκες σε λιμένα ή λιμένες δεν επιτρέπουν για λόγους ασφάλειας του πλοίου και τάξης στο λιμένα την εκτέλεση των δρομολογίων που ζητήθηκαν, β) ότι το πλοίο δεν μπορεί απρόσκοπτα να καταπλεύσει και να εκτελέσει τη μεταφορά σε συγκεκριμένο χώρο του λιμένα και στο χρόνο που δηλώνει και γ) ότι η συχνότητα των δρομολογίων ή ο προγραμματισμένος χρόνος διακοπής των δρομολογίων δεν ανταποκρίνεται στις πάγιες κατά τη διάρκεια της δρομολογιακής περιόδου ανάγκες τακτικής παροχής υπηρεσιών. Στις περιπτώσεις α΄ και β΄ καλούνται οι πλοιοκτήτες να προσαρμόσουν με συμφωνία τα δρομολόγιά τους στις αναγκαίες χρονικές αποστάσεις για την επίλυση των προβλημάτων αυτών. Αν εντός πέντε (5) ημερών δεν επιτευχθεί συμφωνία, ο Υπουργός αποφασίζει για τις αναγκαίες μεταβολές των δρομολογίων κατόπιν σχετικής γνωμοδότησης του Συμβουλίου Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών (Σ.Α.Σ.).» 2. Η παράγραφος 2 του άρθρου τέταρτου α΄ του ν. 2932/2001, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «2. Ο πλοιοκτήτης, προκειμένου να δρομολογήσει πλοίο ή πλοία, υποβάλλει στο Υπουργείο δήλωση, στην οποία αναγράφει την επωνυμία και την έδρα ή την κατοικία του και προκειμένου περί φυσικού προσώπου το ονοματεπώνυμο και την ιθαγένειά του. Αν έχει έδρα ή κατοικεί σε άλλο κράτος−μέλος, αναγράφει και ότι έχει κατά νόμο διορίσει εκπρόσωπο, διαχειριστή και αντίκλητο εγκατεστημένο στην Ελλάδα, καθώς και τα στοιχεία διορισμού αυτού. Επίσης αναγράφει τα στοιχεία προσδιορισμού του πλοίου, τα δρομολόγια που θα εκτελεί σε συγκεκριμένη γραμμή ή γραμμές, τους λιμένες αφετηρίας, τελικού προορισμού και ενδιάμεσους, κατά σειρά προσέγγισης, τις ημέρες και ώρες απόπλου και κατάπλου του πλοίου από και σε αυτούς, και κάθε άλλο στοιχείο, που καθορίζεται με την απόφαση της παραγράφου 2 του άρθρου τέταρτου.» 3. Η παράγραφος 1 του άρθρου όγδοου του ν. 2932/ 2001, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «1. Αν δεν υποβληθούν δηλώσεις για δρομολόγηση πλοίου σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου τέταρτου, όπως ισχύει κάθε φορά ή οι δηλώσεις που έχουν υποβληθεί δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των διατάξεων αυτών ή δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες της συνέχειας και τακτικότητας του δικτύου ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών και της πλήρους εξυπηρέτησης του μεταφορικού έργου, ο Υπουργός μπορεί να συνάπτει σύμβαση ή συμβάσεις ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας διάρκειας ενός έως πέντε ετών για την αποκλειστική εξυπηρέτηση συγκεκριμένης γραμμής ή γραμμών.» 4. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 3 και η παράγραφος 5 του άρθρου έκτου του ν. 2932/2001 (Α΄ 145) όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής: «α) Για χρονικό διάστημα μέχρι 60 ημέρες εντός του οποίου διενεργείται υποχρεωτικά, εφόσον απαιτείται, και η ετήσια επιθεώρηση του πλοίου. Το χρονικό αυτό διάστημα δύναται: i) Να αυξηθεί με απόφαση των αρμόδιων αρχών για λόγους ανωτέρας βίας, όπως γενική ή μερική απεργία, εμπορικός αποκλεισμός εισαγωγής ή μεταφοράς αναγκαίων υλικών, φυσικές καταστροφές, που επηρεάζουν άμεσα την πρόοδο και την αποπεράτωση των εργασιών του πλοίου, για ίσο χρονικό διάστημα διάρκειας των λόγων αυτών, ύστερα από αίτημα του πλοιοκτήτη από το οποίο προκύπτει επαρκώς και τεκμηριωμένα η επέλευση και η διάρκεια των λόγων ανωτέρας βίας. ii) Να κατανεμηθεί ανεξαρτήτως του συνολικού αριθμού ημερών ανά πλοίο ως ακολούθως: Σε περίπτωση διακοπής δρομολογίων λιγότερης των 60 ημερών ανά πλοίο, ο πλοιοκτήτης δύναται να μεταφέρει τις υπολειπόμενες ημέρες, σε πλοίο ή πλοία του που είναι δρομολογημένα στην ίδια γραμμή. Με απόφαση του Υπουργού μετά από γνώμη του ΣΑΣ, ο πλοιοκτήτης μπορεί να κατανείμει τις συνολικές ημέρες διακοπής δρομολογίων που προκύπτουν από τα δρομολογημένα πλοία του, ανεξάρτητα σε ποια γραμμή είναι δρομολογημένα, με την προϋπόθεση προηγούμενης έκδοσης των ανακοινώσεων δρομολόγησης των πλοίων και κάλυψης των συγκοινωνιακών αναγκών των γραμμών. Το δικαίωμα κατανομής των συνολικών ημερών διακοπής δρομολογίων σύμφωνα με τα ανωτέρω, παρέχεται και σε δρομολογημένα πλοία, που ανήκουν στον ίδιο όμιλο εταιριών ή στην ίδια μητρική επιχείρηση ή σε άλλη ναυτική εταιρία υπό κοινή διαχείριση σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παραγράφου 6 του άρθρου τρίτου. Για πλοία που διέκοψαν τα δρομολόγιά τους σύμφωνα με το εδάφιο αυτό, ο πλοιοκτήτης διατηρεί το δικαίωμα δρομολόγησης επιπλέον πλοίου σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου τέταρτου.» «5. Με απόφαση του Υπουργού, ύστερα από αίτηση του πλοιοκτήτη και γνώμη του Σ.Α.Σ., μπορεί να ορίζεται ειδικότερα η διακοπή εκτέλεσης δρομολογίων: α) μέχρι σαράντα πέντε συνεχόμενες ημέρες, εφόσον οι συγκοινωνιακές ανάγκες της γραμμής καλύπτονται από τα ήδη δρομολογημένα πλοία, β) σε γραμμή ή γραμμές μικρών αποστάσεων με εποχιακή μόνο κίνηση. Το αίτημα διακοπής εκτέλεσης δρομολογίων της περίπτωσης α΄ της παραγράφου αυτής και μέχρι τη σύγκληση του Σ.Α.Σ. μπορεί να γίνεται αποδεκτό από υφιστάμενα όργανα, εξουσιοδοτημένα με απόφαση του Υπουργού.» 5. Στο τέλος του άρθρου 1 του π.δ. 120/1997 (Α΄ 110) όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής: «3. Για τις ανάγκες του παρόντος, εφοπλιστής ή πλοιοκτήτης είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κοινοπραξία ή ένωση εταιρειών ή όμιλος εταιρειών που παρέχει υπηρεσίες θαλάσσιας μεταφοράς σε δρομολογιακή γραμμή ή γραμμές.» ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΣΤ.3.: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Στο άρθρο 1 του α.ν. 3276/1944 (Α΄ 24), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής: «4.α) Προκειμένου περί Επιβατηγών και ΕπιβατηγώνΟχηματαγωγών πλοίων που εκτελούν δρομολογιακούς πλόες μεταξύ λιμένων στην ημεδαπή, κάθε θέμα από τα οριζόμενα στην παρ.1 του παρόντος άρθρου, που δύναται να καθορίζεται με συλλογική σύμβαση, επιτρέπεται να ρυθμίζεται και με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις. Όσο διαρκεί η εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Πολιτικής, τα οριζόμενα στην παρ.1 του άρθρου 5 δεν ισχύουν στην περίπτωση που έχουν συναφθεί επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις.» ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΖ ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΖ.1: Ρυθμίσεις νια την ένταξη ιατρών των νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ. σε καθεστώς πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης Α) Διαθεσιμότητα 1. Το σύνολο του ιατρικού και οδοντιατρικού προσωπικού που μετατάχθηκε/μεταφέρθηκε με τις διατάξεις του ν. 4172/2013 (Α΄167) από τις πρώην Υπηρεσίες νοσοκομειακής υποστήριξης του ΙΚΑ − ΕΤΑΜ, στα νοσοκομεία του ΕΣΥ, σε προσωποπαγείς θέσεις με σχέση εργασίας μόνιμη και ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, καθώς και το σύνολο του ως άνω προσωπικού που κατέλαβε αντίστοιχες θέσεις κατ’ εφαρμογή του ν. 4172/2013, όπως ισχύει, τίθεται, αυτοδικαίως, από 8 Απριλίου 2014 σε καθεστώς διαθεσιμότητας με ταυτόχρονη κατάργηση των θέσεων που κατέχει. Το ανωτέρω προσωπικό παραμένει σε καθεστώς διαθεσιμότητας επί ένα (1) μήνα και στη συνέχεια, μετατάσσεται/μεταφέρεται, μετά από αίτηση δήλωση αποδοχής, με τους όρους και τις προϋποθέσεις των διατάξεων της παραγράφου Β, σε οργανικές θέσεις, κλάδου ΠΕ ιατρών − οδοντιάτρων πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης που συνιστάται στα νοσοκομεία του ΕΣΥ για το σκοπό αυτόν. Στους υπαλλήλους που τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας καταβάλλονται τα τρία τέταρτα (3/4) των αποδοχών τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας, εξακολουθούν να καταβάλλονται από τον φορέα προέλευσης οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου που αναλογούν για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη. Οι εισφορές αυτές, από τη θέση του υπαλλήλου σε διαθεσιμότητα και για το χρονικό διάστημα που αυτή διαρκεί, προσδιορίζονται στο 75% των αποδοχών αυτού. 2. Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων της υποπαραγράφου 1, τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας δεκαπέντε (15) ημερών όσοι εκ των ανωτέρω περιγραφόμενων υπαλλήλων εμπίπτουν στις ακόλουθες κοινωνικές κατηγορίες: α) υπάλληλος που τελεί σε αναπηρία, σε ποσοστό 67% και άνω, β) πολύτεκνος, κατά την έννοια των παραγράφων 1 έως 3, του άρθρου πρώτου του ν. 1910/1944 (Α΄ 229), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 3454/2006 (Α΄ 75) εφόσον τα τέκνα αυτού συνοικούν με αυτόν και ανήκουν στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως αυτός ισχύει σήμερα, γ) υπάλληλος του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος ή τέκνο τελεί σε αναπηρία, σε ποσοστό 67% και άνω και ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως αυτός ισχύει σήμερα και του οποίου το ετήσιο συνολικό εισόδημα του εξαρτώμενου δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ, δ) υπάλληλος, ο οποίος δυνάμει νόμου ή δικαστικής αποφάσεως, ασκεί, κατ’ αποκλειστικότητα, τη γονική μέριμνα τέκνου, συνοικεί με αυτό και αυτό ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως αυτός ισχύει σήμερα, εφόσον το συνολικό ετήσιο εισόδημα του εξαρτώμενου τέκνου δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ, ε) υπάλληλος, ο οποίος έχει οριστεί δικαστικός συμπαραστάτης, δυνάμει δικαστικής απόφασης, συνοικεί με τον συμπαραστατούμενο και το συνολικό ετήσιο εισόδημα του συμπαραστατούμενου δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ, στ) υπάλληλος, του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος τίθεται, δυνάμει του παρόντος, σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Στην περίπτωση αυτή, με κοινή αίτηση των συζύγων προς την υπηρεσία προέλευσής τους δηλώνεται η προτίμηση υπαγωγής στις ευνοϊκότερες ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου υπέρ του ενός εκ των δύο συζύγων, ζ) υπάλληλος, του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος τελεί ήδη σε καθεστώς διαθεσιμότητας ή έχει απολυθεί, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 90 του ν. 4172/2013. Το γεγονός αυτό κοινοποιείται προς την υπηρεσία προέλευσης του υπαλλήλου που πρόκειται να τεθεί, δυνάμει του παρόντος, σε καθεστώς διαθεσιμότητας, με ευθύνη του και προκειμένου αυτός να υπαχθεί στις ευνοϊκότερες ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου, η) υπάλληλος που έχει τεθεί ήδη σε καθεστώς διαθεσιμότητας στο πλαίσιο προγενέστερης διαδικασίας και μέσω της κινητικότητας έχει μεταταχθεί/μεταφερθεί σε Φορέα που με το παρόν εντάσσεται σε μεταρρυθμιστική δράση. 3. Οι διαπιστωτικές πράξεις για τη θέση σε καθεστώς διαθεσιμότητας των ανωτέρω υπαλλήλων εκδίδονται από το όργανο διοίκησης του φορέα προέλευσης. Β) Κινητικότητα 1. Οι αναφερόμενοι στις υποπαραγράφους 1 και 2 της παραγράφου Α υπάλληλοι, που έχουν τεθεί σε καθεστώς διαθεσιμότητας μετατάσσονται/μεταφέρονται, με την ίδια εργασιακή σχέση (μονίμου ή ΙΔΑΧ), σε οργανικές θέσεις του κλάδου ΠΕ ιατρών − οδοντιάτρων πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, που συστήνονται για το σκοπό αυτόν στον Φορέα όπου υπηρετούν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υποπαράγραφο 1 της παραγράφου Α, κατόπιν αιτήσεων − δηλώσεών τους, περί αποδοχής της εν λόγω θέσης, λαμβανομένων υπόψιν και των ρυθμίσεων της παρ. 18 του άρθρου 32 του ν. 2190/1994, όπως ισχύει. Οι ανωτέρω αιτήσεις − δηλώσεις υποβάλλονται από τους ενδιαφερομένους εντός επτά (7) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία έκδοσης των διαπιστωτικών πράξεων της ως άνω υποπαραγράφου 3 της παραγράφου Α. Οι εν λόγω αιτήσεις − δηλώσεις υπέχουν θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν.1599/1986 (Α΄75) και υποβάλλονται αυτοπροσώπως ή με νόμιμη εξουσιοδότηση στις αρμόδιες υπηρεσίες του φορέα προέλευσής τους. 2. Το ανωτέρω προσωπικό που ασκεί, παράλληλα, ελευθέριο επάγγελμα και το οποίο έχει υποβάλει αίτηση αποδοχής θέσης του κλάδου ΠΕ ιατρών − οδοντιάτρων πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στον φορέα όπου υπηρετεί, οφείλει, κατά το χρόνο ανάληψης υπηρεσίας και προκειμένου να αναλάβει να προσκομίσει στην αρμόδια υπηρεσία του φορέα βεβαίωση διακοπής δραστηριότητας ή εναλλακτικά, στην περίπτωση που χωρίς δική του υπαιτιότητα είναι αδύνατη η άμεση λήψη αντίστοιχης βεβαίωσης, επικυρωμένο αντίγραφο της αίτησης διακοπής δραστηριότητας προς την αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.). Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η βεβαίωση διακοπής δραστηριότητας κατατίθεται στην αρμόδια υπηρεσία του φορέα, από τον υπόχρεο, αμέσως μετά τη λήψη της, το αργότερο εντός μηνός από την ανάληψη υπηρεσίας, επί ποινή απολύσεως. 3. Οι μετατασσόμενοι/μεταφερόμενοι ως άνω υπάλληλοι οφείλουν να παρουσιαστούν, στην αρμόδια υπηρεσία του Φορέα τους, την επόμενη εργάσιμη ημέρα από τη λήξη της, ανά περίπτωσης, διαθεσιμότητας. 4. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης υποβολής της σχετικής αίτησης − δήλωσης αποδοχής, ο υπάλληλος που έχει τεθεί σε καθεστώς διαθεσιμότητας απολύεται αυτοδικαίως, μετά την πάροδο του προκαθορισμένου χρόνου των υποπαραγράφων 1 και 2, της παραγράφου Α του παρόντος. 5. Στην περίπτωση που ο μετατασσόμενος/μεταφερόμενος υπάλληλος δεν παρουσιαστεί, προκειμένου να αναλάβει υπηρεσία, απολύεται αυτοδικαίως. 6. Οι αποφάσεις μετάταξης/μεταφοράς των εν λόγω υπαλλήλων εκδίδονται από το αρμόδιο όργανο διοίκησης του Φορέα υποδοχής και ισχύουν από την επομένη της λήξης του ανά περίπτωση προβλεπόμενου στο παρόν χρόνου διαθεσιμότητας. Γ) Ένταξη και κατάταξη στο Εθνικό Σύστημα Υγείας Εντός οκταμήνου από την ολοκλήρωση της μετάταξης / μεταφοράς, το ως άνω προσωπικό αξιολογείται και κατατάσσεται, αυτοδικαίως, σε θέσεις κλάδου ιατρών Ε.Σ.Υ., σύμφωνα με τα κατωτέρω οριζόμενα. Δ) Αξιολόγηση και Κατάταξη στον Κλάδο Ιατρών ΕΣΥ 1. Το ως άνω ιατρικό και οδοντιατρικό προσωπικό που μετατάσσεται/μεταφέρεται ως ανωτέρω, αξιολογείται με την υφιστάμενη για τους ειδικευμένους ιατρούς ΕΣΥ διαδικασία και εντάσσεται στον κλάδο ειδικευμένων ιατρών ΕΣΥ κατόπιν αιτήσεως. Η σχετική αίτηση υποβάλλεται σε διάστημα ενός (1) μήνα από την ανάληψη των καθηκόντων του σε θέσεις ΠΕ ιατρών − οδοντιάτρων πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Το εν λόγω προσωπικό δύναται να καταταχθεί στους βαθμούς του Διευθυντή, του Επιμελητή Α΄ ή του Επιμελητή Β΄. Όσοι δεν επιθυμούν να υποβάλουν σχετική αίτηση ή δεν αξιολογηθούν θετικά για ένταξη στον κλάδο ειδικευμένων ιατρών ΕΣΥ, παραμένουν στον κλάδο που έχουν μεταταχθεί / μεταφερθεί. 2. Σε κάθε νοσοκομείο υποδοχής συστήνεται πενταμελές Συμβούλιο Αξιολόγησης Ιατρών το οποίο αποτελείται από τον Διοικητή του νοσοκομείου ως Πρόεδρο αναπληρούμενο από τον νόμιμο αναπληρωτή του και 4 μέλη με τους αναπληρωτές τους, Διευθυντές ή Επιμελητές Α’, έναν από κάθε τομέα ιατρικής υπηρεσίας. Στην περίπτωση που δεν υφίσταται κάποιος από τους τομείς η θέση του μέλους και του αναπληρωτή του καταλαμβάνεται από Διευθυντή ή Επιμελητή Α΄ του παθολογικού τομέα. Το εν λόγω Συμβούλιο συγκροτείται, μετά από εισήγηση του Διοικητή της οικείας ΔΥΠΕ, με απόφαση του Υπουργού Υγείας. Είναι αρμόδιο για τον έλεγχο των ουσιαστικών κριτηρίων των αιτούντων προς ένταξη στον κλάδο ειδικευμένων ιατρών ΕΣΥ. Τα προσόντα κάθε υποψήφιου αξιολογούνται επί τη βάσει των τεσσάρων κριτηρίων αξιολόγησης που προβλέπονται στην ΔΥ13α/ οικ.39832/1997 (Β΄ 1088). Η κατάταξη των υποψηφίων σε βαθμό γίνεται σύμφωνα με τα χρόνια προϋπηρεσίας τους. Με συνολική υπηρεσία μέχρι 10 έτη στον εισαγωγικό βαθμό του Επιμελητή Β΄. Με συνολική υπηρεσία άνω των 10 ετών και μέχρι τα 25 στο βαθμό του Επιμελητή Α΄. Με συνολική υπηρεσία άνω των 25 ετών στο βαθμό του Διευθυντή. Ως υπηρεσία νοείται η υπηρεσία σε δομές του Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης από τον οποίο προέρχεται. 3. Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας διαδικασίας τα όρια ηλικίας που τίθενται για τους ειδικευμένους ιατρούς ΕΣΥ δεν ισχύουν, αλλά αρκεί οι υποψήφιοι να μην έχουν υπερβεί το 67° έτος της ηλικίας τους. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΖ.2 Α) Διαθεσιμότητα 1. Το σύνολο των υπαλλήλων του κλάδου ΥΕ Φυλάκων − Νυκτοφυλάκων, οι οποίοι κατέχουν οργανικές ή προσωποπαγείς θέσεις στα νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ. με σχέση εργασίας μόνιμη ή Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΙΔΑΧ), καθώς και όλοι οι υπηρετούντες σε αντίστοιχη ειδικότητα του κλάδου ΥΕ Βοηθητικού Προσωπικού (φύλακες ή Νυκτοφύλακες) των νοσοκομείων του ΕΣΥ, τίθεται αυτοδικαίως, από 8 Απριλίου 2014 σε καθεστώς διαθεσιμότητας με ταυτόχρονη κατάργηση των θέσεων που κατέχει. Οι ανωτέρω υπάλληλοι παραμένουν σε καθεστώς διαθεσιμότητας επί ένα (1) μήνα και εν συνεχεία μετατάσσονται / μεταφέρονται, μετά από αίτηση − δήλωση αποδοχής, με τους όρους και τις προϋποθέσεις των διατάξεων της παραγράφου Β, είτε σε κενές οργανικές θέσεις είτε σε οργανικές θέσεις του κλάδου ΥΕ Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού που συνιστώνται για το σκοπό αυτόν στο νοσοκομείο προέλευσής τους. Στους υπαλλήλους που τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας καταβάλλονται τα τρία τέταρτα (3/4) των αποδοχών τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας, εξακολουθούν να καταβάλλονται από τον φορέα προέλευσης οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου που αναλογούν για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη. Οι εισφορές αυτές, από τη θέση του υπαλλήλου σε διαθεσιμότητα και για το χρονικό διάστημα που αυτή διαρκεί, προσδιορίζονται στο 75% των αποδοχών αυτού. 2. Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων της υποπαραγράφου 1, τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας δεκαπέντε (15) ημερών όσοι εκ των ανωτέρω περιγραφομένων υπαλλήλων εμπίπτουν στις ακόλουθες κοινωνικές κατηγορίες: α) υπάλληλος που τελεί σε αναπηρία, σε ποσοστό 67% και άνω, β) πολύτεκνος, κατά την έννοια των παραγράφων 1 έως 3, του άρθρου πρώτου του ν. 1910/1944 (Α΄229), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 3454/2006 (Α΄75) εφόσον τα τέκνα αυτού συνοικούν με αυτόν και ανήκουν στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως αυτός ισχύει σήμερα, γ) υπάλληλος του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος ή τέκνο τελεί σε αναπηρία, σε ποσοστό 67% και άνω και ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως αυτός ισχύει σήμερα, και του οποίου το ετήσιο συνολικό εισόδημα του εξαρτώμενου δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ, δ) υπάλληλος, ο οποίος δυνάμει νόμου ή δικαστικής αποφάσεως, ασκεί, κατ’ αποκλειστικότητα, τη γονική μέριμνα τέκνου, συνοικεί με αυτό και αυτό ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως αυτός ισχύει σήμερα, εφόσον το συνολικό ετήσιο εισόδημα του εξαρτώμενου τέκνου δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ, ε) υπάλληλος ο οποίος έχει οριστεί δικαστικός συμπαραστάτης δυνάμει δικαστικής απόφασης, συνοικεί με τον συμπαραστατούμενο και το συνολικό ετήσιο εισόδημα του συμπαραστατούμενου δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ, στ) υπάλληλος, του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος τίθεται, δυνάμει του παρόντος, σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Στην περίπτωση αυτή, με κοινή αίτηση των συζύγων προς την υπηρεσία προέλευσής τους δηλώνεται η προτίμηση υπαγωγής στις ευνοϊκότερες ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου υπέρ του ενός εκ των δύο συζύγων. ζ) υπάλληλος του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος τελεί ήδη σε καθεστώς διαθεσιμότητας ή έχει απολυθεί, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 90 του ν. 4172/2013. Το γεγονός αυτό, κοινοποιείται προς την υπηρεσία προέλευσης του υπαλλήλου που πρόκειται να τεθεί, δυνάμει του παρόντος, σε καθεστώς διαθεσιμότητας, με ευθύνη του και προκειμένου αυτός να υπαχθεί στις ευνοϊκότερες ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου, η) υπάλληλος που έχει τεθεί ήδη σε καθεστώς διαθεσιμότητας στο πλαίσιο προγενέστερης διαδικασίας και μέσω της κινητικότητας έχει μεταταχθεί/μεταφερθεί σε φορέα που με το παρόν εντάσσεται σε μεταρρυθμιστική δράση. 3. Οι διαπιστωτικές πράξεις για τη θέση σε καθεστώς διαθεσιμότητας των ανωτέρω υπαλλήλων εκδίδονται από το όργανο διοίκησης του φορέα προέλευσης. Β) Κινητικότητα 1. Οι αναφερόμενοι στις υποπαραγράφους 1 και 2, της παραγράφου Α υπάλληλοι, που έχουν τεθεί σε καθεστώς διαθεσιμότητας μετατάσσονται/μεταφέρονται, με την ίδια εργασιακή σχέση που είχαν (μόνιμη ή Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΙΔΑΧ), είτε σε κενές οργανικές θέσεις του κλάδου ΥΕ Βοηθητικού Υγειονομικού Προσωπικού του φορέα όπου υπηρετούν είτε σε θέσεις του ανωτέρω κλάδου που συνιστώνται για το σκοπό αυτόν, στον ίδιο Φορέα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υποπαράγραφο 1 της παραγράφου Α, κατόπιν αιτήσεων − δηλώσεών τους, περί αποδοχής της εν λόγω θέσης. Οι ανωτέρω αιτήσεις − δηλώσεις υποβάλλονται από τους ενδιαφερομένους στις αρμόδιες υπηρεσίες του Φορέα προέλευσης, εντός επτά (7) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία έκδοσης των διαπιστωτικών πράξεων της ως άνω υποπαραγράφου 3 της παραγράφου Α και υπέχουν θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν.1599/1986 (Α΄ 75). 2. Οι μετατασσόμενοι/μεταφερόμενοι ως άνω υπάλληλοι οφείλουν να παρουσιαστούν, στην αρμόδια υπηρεσία του Φορέα τους, την επόμενη εργάσιμη ημέρα από τη λήξη της, ανά περίπτωση, διαθεσιμότητας. 3. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης υποβολής της σχετικής αίτησης − δήλωσης αποδοχής, ο υπάλληλος που έχει τεθεί σε καθεστώς διαθεσιμότητας απολύεται αυτοδικαίως, μετά την πάροδο του προκαθορισμένου χρόνου των υποπαραγράφων 1 και 2 της παραγράφου Α του παρόντος. 4. Στην περίπτωση που ο μετατασσόμενος/μεταφερόμενος υπάλληλος δεν παρουσιαστεί, προκειμένου να αναλάβει υπηρεσία, απολύεται αυτοδικαίως. 5. Οι αποφάσεις μετάταξης/μεταφοράς των εν λόγω υπαλλήλων εκδίδονται από το αρμόδιο όργανο διοίκησης του Φορέα υποδοχής και ισχύουν από την επόμενη της λήξης του ανά περίπτωση προβλεπόμενου στο παρόν χρόνου διαθεσιμότητας. ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΙΖ.3 ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΕΣ ΔΟΜΕΣ ΤΩΝ ΕΝΙΑΙΩΝ Ν.Π.Δ.Δ. ΤΟΥ ΕΣΥ − ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΩΝ ΤΟΥ ΕΣΥ Α) Τροποποίηση συμπλήρωση των διατάξεων του ν. 4052/2012 1. Η δεύτερη παράγραφος του άρθρου 2 του ν. 4052/ 2012 (Α΄ 41) αντικαθίσταται ως εξής: «Κάθε ενιαίο Ν.Π.Δ.Δ., αποκαλούμενο εφεξής «Νοσοκομείο του ΕΣΥ» που αποτελείται από: α) την οργανική μονάδα της έδρας του και β) τις αποκεντρωμένες οργανικές του μονάδες, έχει Διοικητή οι αρμοδιότητες του οποίου ρυθμίζονται από τις διατάξεις των άρθρων 7 και επ. του ν. 3329/2005 (Α΄81), όπως ισχύει». B) Κατάργηση − Μετατροπή οργανικών μονάδων και ρύθμιση θεμάτων προσωπικού Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων των υποπαραγράφων Β1 και Β2 τίθενται σε καθεστώς διαθεσιμότητας δεκαπέντε (15) ημερών όσοι εκ των ανωτέρω περιγραφόμενων υπαλλήλων εμπίπτουν στις ακόλουθες κοινωνικές κατηγορίες: α) υπάλληλος που τελεί σε αναπηρία, σε ποσοστό 67% και άνω, β) πολύτεκνος, κατά την έννοια των παραγράφων 1 έως 3, του άρθρου πρώτου του ν. 1910/1944 (Α΄ 229), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 3454/2006 (Α΄ 75) εφόσον τα τέκνα αυτού συνοικούν με αυτόν και ανήκουν στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως αυτός ισχύει σήμερα, γ) υπάλληλος του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος ή τέκνο τελεί σε αναπηρία, σε ποσοστό 67% και άνω και ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως αυτός ισχύει σήμερα και του οποίου το ετήσιο συνολικό εισόδημα του εξαρτώμενου δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ, δ) υπάλληλος, ο οποίος δυνάμει νόμου ή δικαστικής αποφάσεως, ασκεί, κατ’ αποκλειστικότητα, τη γονική μέριμνα τέκνου, συνοικεί με αυτό και αυτό ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως αυτός ισχύει σήμερα, εφόσον το συνολικό ετήσιο εισόδημα του εξαρτώμενου τέκνου δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ, ε) υπάλληλος, ο οποίος έχει οριστεί δικαστικός συμπαραστάτης, δυνάμει δικαστικής απόφασης, συνοικεί με τον συμπαραστατούμενο και το συνολικό ετήσιο εισόδημα του συμπαραστατούμενου δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ, στ) υπάλληλος, του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος τίθεται, δυνάμει του παρόντος, σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Στην περίπτωση αυτή, με κοινή αίτηση των συζύγων προς την υπηρεσία προέλευσής τους δηλώνεται η προτίμηση υπαγωγής στις ευνοϊκότερες ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου υπέρ του ενός εκ των δύο συζύγων. ζ) υπάλληλος, του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος τελεί ήδη σε καθεστώς διαθεσιμότητας ή έχει απολυθεί, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 90, του ν. 4172/2013. Το γεγονός αυτό κοινοποιείται προς την υπηρεσία προέλευσης του υπαλλήλου που πρόκειται να τεθεί, δυνάμει του παρόντος, σε καθεστώς διαθεσιμότητας, με ευθύνη του και προκειμένου αυτός να υπαχθεί στις ευνοϊκότερες ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου. η) υπάλληλος που έχει τεθεί ήδη σε καθεστώς διαθεσιμότητας στο πλαίσιο προγενέστερης διαδικασίας και μέσω της κινητικότητας έχει μεταταχθεί/μεταφερθεί σε φορέα που με το παρόν εντάσσεται σε μεταρρυθμιστική δράση. 2. Οι διαπιστωτικές πράξεις για τη θέση σε καθεστώς διαθεσιμότητας των ανωτέρω υπαλλήλων εκδίδονται από το όργανο διοίκησης του φορέα προέλευσης. 3. Οι οργανικές θέσεις κλάδου ειδικευμένων ιατρών ΕΣΥ, καθώς και οι υπηρετούντες σε αυτές, των οργανικών μονάδων των παραγράφων 1 και 2 που καταργούνται ή μετατρέπονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, μεταφέρονται αυτοδικαίως από 8 Απριλίου 2014 στην οργανική μονάδα της έδρας του ενιαίου Ν.Π.Δ.Δ. όπου και ανήκαν. 4. Για τους ιατρούς που έχουν τοποθετηθεί για ειδίκευση σε τμήματα που ανήκαν στις οργανικές μονάδες που με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου καταργούνται ή μετατρέπονται, εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στην υπ’ αριθμόν Υ1Οδ/οικ. 97174 (Β΄ 2760/Β/2013) υπουργική απόφαση, καθώς και στις σχετικές επί αυτής εγκυκλίους. Για τη μεταφορά των οργανικών θέσεων των ειδικευόμενων ιατρών έχουν εφαρμογή οι ισχύουσες διατάξεις. 5. Το πάσης φύσεως αποσπασμένο προσωπικό που υπηρετεί στις καταργούμενες/μετατρεπόμενες οργανικές μονάδες από άλλους φορείς του δημοσίου τομέα, εξακολουθεί να υπηρετεί με απόσπαση στην οργανική μονάδα της έδρας του ενιαίου Ν.Π.Δ.Δ. όπου και ανήκαν. 6. Οι μετατασσόμενοι/μεταφερόμενοι ως άνω υπάλληλοι οφείλουν να παρουσιαστούν, στην αρμόδια υπηρεσία του Φορέα τους, την επόμενη εργάσιμη ημέρα από τη λήξη της ανά περίπτωση διαθεσιμότητας. 7. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης υποβολής της σχετικής αίτησης − δήλωσης αποδοχής, ο υπάλληλος που έχει τεθεί σε καθεστώς διαθεσιμότητας απολύεται αυτοδικαίως, μετά την πάροδο του προκαθορισμένου χρόνου των υποπαραγράφων 1 και 2 της παραγράφου Α του παρόντος. 8. Στην περίπτωση που ο μετατασσόμενος/μεταφερόμενος υπάλληλος δεν παρουσιαστεί, προκειμένου να αναλάβει υπηρεσία, απολύεται αυτοδικαίως. 9. Οι αποφάσεις μετάταξης/μεταφοράς των εν λόγω υπαλλήλων εκδίδονται από το αρμόδιο όργανο διοίκησης του Φορέα υποδοχής και ισχύουν από την επομένη της λήξης του ανά περίπτωση προβλεπόμενου στο παρόν χρόνου διαθεσιμότητας.

Άρθρο δεύτεροΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Α: ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ Ν. 3864/2010 «ΠΕΡΙ ΙΔΡΥΣΕΩΣ ΤΑΜΕΙΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ» A.1 Το άρθρο 2 του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 2 Σκοπός, έδρα, διάρκεια 1. Σκοπός του Ταμείου είναι η συνεισφορά στη διατήρηση της σταθερότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, προς χάριν του δημοσίου συμφέροντος, και το Ταμείο ενεργεί σε συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας που απορρέουν από το ν. 4046/2012 (Α΄ 28), όπως αυτές επικαιροποιούνται δυνάμει της παραγράφου 3.δ του άρθρου 1 του ίδιου νόμου. 2. Στο πλαίσιο του σκοπού του το Ταμείο: α) Παρέχει κεφαλαιακή ενίσχυση στα πιστωτικά ιδρύματα και στα μεταβατικά πιστωτικά ιδρύματα που συστήνονται σύμφωνα με το άρθρο 63Ε του ν. 3601/2007, με όρους που υπηρετούν τη χρηστή διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου. β) Παρακολουθεί και αξιολογεί, για τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει κεφαλαιακή ενίσχυση από το Ταμείο, το βαθμό συμμόρφωσης με τα σχέδια αναδιάρθρωσής τους, διασφαλίζοντας παράλληλα την επιχειρησιακή τους αυτονομία. Το Ταμείο διασφαλίζει τη με όρους αγοράς λειτουργία τους, με τρόπο ώστε να προάγεται η κατά διαφανή τρόπο συμμετοχή ιδιωτών στο κεφάλαιό τους και να τηρούνται οι περί κρατικών ενισχύσεων κανόνες. γ) Ασκεί τα δικαιώματα του μετόχου που απορρέουν από τη συμμετοχή του στα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει κεφαλαιακή ενίσχυση, όπως τα δικαιώματα αυτά ορίζονται στον παρόντα νόμο και σε συμφωνίεςπλαίσιο που συνάπτει με τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 6 για τη ρύθμιση των σχέσεών του με αυτά, σε συμμόρφωση με κανόνες που υπηρετούν τη χρηστή διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου και με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί κρατικών ενισχύσεων και ανταγωνισμού. δ) Διαθέτει μέρος ή το σύνολο των χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν εκδοθεί από τα πιστωτικά ιδρύματα στα οποία συμμετέχει, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 8. ε) Ασκεί τα δικαιώματά του στα μεταβατικά πιστωτικά ιδρύματα που συστήνονται σύμφωνα με το άρθρο 63Ε του ν. 3601/2007, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του ν. 3601/2007. Ως πιστωτικά ιδρύματα, στο πλαίσιο του παρόντος νόμου, νοούνται τα πιστωτικά ιδρύματα, κατά την έννοια του ν. 3601/2007, που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα κατόπιν άδειας της Τράπεζας της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένων των υποκαταστημάτων αυτών που λειτουργούν στην αλλοδαπή καθώς και των θυγατρικών αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα. 3. Το Ταμείο ενεργεί βάσει ολοκληρωμένης στρατηγικής, η οποία αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ του Υπουργείου Οικονομικών, της Τράπεζας της Ελλάδος και του Ταμείου, όπως αυτή κάθε φορά επικαιροποιείται. 4. Στο σκοπό του Ταμείου δεν εντάσσεται η προσωρινή ενίσχυση της ρευστότητας, που παρέχεται με βάση το ν. 3723/2008 ή στο πλαίσιο λειτουργίας του ευρωσυστήματος και της Τράπεζας της Ελλάδος. 5. Στο σκοπό του Ταμείου δεν εντάσσονται η παρακολούθηση και ο έλεγχος των πράξεων και αποφάσεων των οργάνων της ειδικής εκκαθάρισης πιστωτικών ιδρυμάτων. Τα μέλη των συλλογικών οργάνων του Ταμείου δεν έχουν καμία εξουσία ή αρμοδιότητα ως προς πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που έχουν την ευθύνη διεξαγωγής της ειδικής εκκαθάρισης πιστωτικών ιδρυμάτων. 6. Το Ταμείο εδρεύει στην Αθήνα και η διάρκειά του ορίζεται μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2017. Σε περίπτωση που κατά την αρχική ημερομηνία λήξης της διάρκειας του Ταμείου υφίστανται εν ισχύ τίτλοι παραστατικοί δικαιωμάτων κτήσης μετοχών, η διάρκεια του Ταμείου παρατείνεται αυτόματα για ένα (1) ακόμα έτος. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, δύναται να παρατείνεται η διάρκεια του Ταμείου έως το μέγιστο δύο (2) έτη, εφόσον είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των σκοπών του. A.2. Το άρθρο 6 του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 6 Διαδικασίες ενεργοποίησης του Ταμείου 1. Πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο έχει αξιολογηθεί και κριθεί βιώσιμο από την Τράπεζα της Ελλάδος, υπό την προϋπόθεση της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου, μπορεί να υποβάλει αίτημα στο Ταμείο για κεφαλαιακή ενίσχυση και μέχρι το ύψος του ποσού που προσδιορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με την παρακάτω διαδικασία: α) Η Τράπεζα της Ελλάδος προσδιορίζει το κεφαλαιακό έλλειμμα του πιστωτικού ιδρύματος και ζητά από το τελευταίο να υποβάλει σχέδιο αναδιάρθρωσης το οποίο περιλαμβάνει όλα τα μέτρα που το πιστωτικό ίδρυμα αναλαμβάνει να εφαρμόσει, ώστε να καλύψει το εν λόγω κεφαλαιακό έλλειμμα. Ως προς πιστωτικά ιδρύματα που έχουν ήδη λάβει κεφαλαιακή ενίσχυση, υποβάλλεται τροποποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης. β) Στο σχέδιο αναδιάρθρωσης ή το τροποποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης, απαριθμούνται τα είδη των μέτρων άντλησης κεφαλαίου ή περιορισμού των κεφαλαιακών αναγκών που πρόκειται να αναληφθούν από το πιστωτικό ίδρυμα, ο χρόνος λήψης και η διάρκεια του κάθε μέτρου καθώς και η αναμενόμενη επίδραση αυτού στο κεφαλαιακό έλλειμμα του πιστωτικού ιδρύματος, με στόχο την ελαχιστοποίηση της ανάγκης για παροχή κρατικής ενίσχυσης από το Ταμείο. Τα ως άνω μέτρα μπορούν να συνίστανται, μεταξύ άλλων, στα εξής: α. μη διανομή κερδών, β. αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του πιστωτικού ιδρύματος, γ. πωλήσεις στοιχείων ενεργητικού και χαρτοφυλακίων ή κλάδων δραστηριότητας για την άντληση κεφαλαίων, δ. πράξεις μεταβίβασης κινδύνου ή τιτλοποίησης χαρτοφυλακίων, ε. πράξεις διαχείρισης παθητικού, συμπεριλαμβανομένων εθελοντικών μετατροπών τίτλων υβριδικού κεφαλαίου και τίτλων μειωμένης εξασφάλισης σε τίτλους που προσμετρώνται στα ίδια κεφάλαια κατηγορίας 1 του πιστωτικού ιδρύματος, οι οποίες θα πρέπει να συμβάλλουν στη δημιουργία κεφαλαίων κατά 100 %, αν οι κεφαλαιακές ανάγκες δεν μπορούν να καλυφθούν πλήρως, στ. καταγραφή των τίτλων ή υποχρεώσεων επί των οποίων δύναται να επιβληθούν τα υποχρεωτικά μέτρα του άρθρου 6α, καθώς και τις διαδικασίες που θα πρέπει να εφαρμοστούν ώστε το πιστωτικό ίδρυμα να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου 6α. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης, αρχικό ή τροποποιημένο, πρέπει ακόμα να περιγράφει, υπό το πρίσμα συντηρητικών εκτιμήσεων, με ποιο τρόπο το πιστωτικό ίδρυμα θα παραμείνει βιώσιμο για τα επόμενα τρία (3) έως πέντε (5) έτη. γ) Σε συνέχεια της αξιολόγησης της βιωσιμότητας, η οποία επίσης λαμβάνει υπόψη το ανωτέρω σχέδιο αναδιάρθρωσης (ή τροποποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης), η Τράπεζα της Ελλάδος παρέχει σύσταση στο πιστωτικό ίδρυμα που έχει κριθεί βιώσιμο να υποβάλει στο Ταμείο αίτημα για κεφαλαιακή ενίσχυση. 2. Κατά την υποβολή του αιτήματος από το πιστωτικό ίδρυμα για την παροχή της απαραίτητης για τη βιωσιμότητά του κεφαλαιακής ενίσχυσης από το Ταμείο, το πιστωτικό ίδρυμα υποβάλει ταυτόχρονα το σχέδιο αναδιάρθρωσης (ή το τροποποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης, κατά περίπτωση), την επιστολή της Τράπεζας της Ελλάδος με την οποία προσδιορίζεται το κεφαλαιακό έλλειμμα που αναφέρεται στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του παρόντος και επιστολή της Τράπεζας της Ελλάδος στην οποία αναφέρεται ότι το πιστωτικό ίδρυμα θα είναι βιώσιμο, εφόσον καλύψει το κεφαλαιακό του έλλειμμα. 3. Το Ταμείο μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με την Τράπεζα της Ελλάδος, να ζητήσει από το πιστωτικό ίδρυμα να γίνουν αλλαγές ή προσθήκες στο εν λόγω σχέδιο αναδιάρθρωσης. Κατόπιν της έγκρισης του σχεδίου από το Ταμείο, αυτό διαβιβάζεται στο Υπουργείο Οικονομικών και υποβάλλεται από το Υπουργείο Οικονομικών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προς έγκριση. 4. Κατόπιν της έγκρισης του σχεδίου αναδιάρθρωσης ή του τροποποιηθέντος σχεδίου αναδιάρθρωσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ταμείο παρέχει την κατά το άρθρο 7 κεφαλαιακή ενίσχυση, μόνο εφόσον η Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6α έχει δημοσιευθεί, τηρουμένων σε κάθε περίπτωση της νομοθεσίας της Ε.Ε. περί κρατικών ενισχύσεων και των ακολουθούμενων πρακτικών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. 5. Το Ταμείο παρακολουθεί και αξιολογεί την προσήκουσα εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης καθώς και, κατά περίπτωση, κάθε τυχόν τροποποιημένου σχεδίου αναδιάρθρωσης, και οφείλει περαιτέρω να παράσχει στο Υπουργείο Οικονομικών κάθε αναγκαία πληροφορία, προκειμένου να διασφαλίζεται η ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Για την πραγματοποίηση του σκοπού του Ταμείου, το Ταμείο καθορίζει το περίγραμμα της «συμφωνίας πλαίσιο» με το πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο αποδέχεται και υπογράφει τη «συμφωνία − πλαίσιο». 6. Το Ταμείο, μετά από απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, χορηγεί σε πιστωτικό ίδρυμα το οποίο έχει αξιολογηθεί και κριθεί βιώσιμο από την Τράπεζα της Ελλάδος και το οποίο έχει υποβάλει αίτημα κεφαλαιακής ενίσχυσης, βεβαίωση με την οποία δεσμεύεται ότι θα συμμετάσχει στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7, μέχρι του ποσού που προσδιορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Το Ταμείο χορηγεί τη βεβαίωση, χωρίς την τήρηση της διαδικασίας του άρθρου 6α, εφόσον: α) έχει εγκριθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος το ως άνω αίτημα του πιστωτικού ιδρύματος, και μαζί με το σχέδιο αναδιάρθρωσης έχει γνωστοποιηθεί και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και β) η Τράπεζα της Ελλάδος κρίνει τη χορήγηση της βεβαίωσης αναγκαία αφενός προκειμένου το πιστωτικό ίδρυμα να συνεχίσει απρόσκοπτα τη λειτουργία του (going concern) και να πληροί τις απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας σύμφωνα με τις αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος και αφετέρου για τη διατήρηση της σταθερότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Η κεφαλαιακή ενίσχυση δίδεται από το Ταμείο, μόνο κατόπιν της έγκρισης της ενίσχυσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και της δημοσίευσης της Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6α. Η ανωτέρω δέσμευση του Ταμείου δεν ισχύει σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο ανακληθεί η άδεια του πιστωτικού ιδρύματος κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 8 του ν. 3601/2007, ή έχουν ληφθεί τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 63Β του ν. 3601/2007, ή έχει αρχίσει διαδικασία ή λήψη μέτρων για την ανάκληση της άδειάς του πριν από την έναρξη της διαδικασίας της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου. 7. Εάν το Ταμείο χορηγήσει τη βεβαίωση που προβλέπεται στην παράγραφο 6, το Ταμείο μέχρι την ολοκλήρωση της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου του πιστωτικού ιδρύματος: (α) ορίζει έως δύο εκπροσώπους του στο Διοικητικό Συμβούλιο του πιστωτικού ιδρύματος, που έχουν όλες τις εξουσίες που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 10 και εισηγούνται στο Διοικητικό Συμβούλιο τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Ταμείου και επιβλέπουν τη λήψη τους και β) μπορεί να ζητά από το πιστωτικό ίδρυμα κάθε στοιχείο και πληροφορία που θεωρεί απαραίτητα για την εκπλήρωση του σκοπού του, να διενεργεί ειδικούς ελέγχους (due diligence) και γενικά να ασκεί τα δικαιώματά του, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11. Τα ίδια δικαιώματα έχει το Ταμείο εάν προκαταβάλει την εισφορά που προβλέπεται στην παράγραφο 8. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Ταμείου, μπορεί να καθορίζονται περαιτέρω θέματα εταιρικής διακυβέρνησης για το χρονικό διάστημα που ακολουθεί την έκδοση της δεσμευτικής βεβαίωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 6 του παρόντος ή την προκαταβολή της εισφοράς του Ταμείου σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 8, έως την πιστοποίηση καταβολής του Μετοχικού Κεφαλαίου. 8. Το Ταμείο εν όψει της συμμετοχής του, κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου, σε κεφαλαιακή ενίσχυση πιστωτικού ιδρύματος ,το οποίο έχει αξιολογηθεί και κριθεί βιώσιμο από την Τράπεζα της Ελλάδος, προκαταβάλλει την εισφορά του ή μέρος της εισφοράς αυτής και μέχρι του ποσού που προσδιορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με τη διαδικασία του παρόντος άρθρου και του άρθρου 6α, ύστερα από απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, εφόσον: α. έχει υποβληθεί από το πιστωτικό ίδρυμα αίτημα κεφαλαιακής ενίσχυσης, το οποίο συνοδεύεται από σχέδιο αναδιάρθρωσης, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, β. το αίτημα αυτό έχει εγκριθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος και έχει γνωστοποιηθεί και εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με την παράγραφο 3, γ. η Τράπεζα της Ελλάδος κρίνει ότι η προκαταβολή της εισφοράς είναι αναγκαία, προκείμενου να προστατεύεται η σταθερότητα του πιστωτικού συστήματος και να διασφαλίζεται η συνεισφορά του πιστωτικού συστήματος στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας και δ. το πιστωτικό ίδρυμα έχει συνάψει με το Ταμείο και το ΕΤΧΣ, ως εκ τρίτου συμβαλλόμενο, σύμβαση προεγγραφής. Η προκαταβαλλόμενη εισφορά κατατίθεται σε λογαριασμό του πιστωτικού ιδρύματος που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος αποκλειστικά για το σκοπό συμμετοχής του Ταμείου στην ως άνω κεφαλαιακή ενίσχυση, και αποδεσμεύεται με την πιστοποίηση της καταβολής του κεφαλαίου κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 11 και την παράγραφο 3 του άρθρου 3α του κ.ν. 2190/1920. Αν η εισφορά συνίσταται σε τίτλους τηρούμενους στο Σύστημα Άυλων Τίτλων του ν. 2198/1994, ως δεσμευμένος λογαριασμός στην Τράπεζα της Ελλάδος νοείται είτε εκείνος τον οποίο τηρεί το ίδιο το πιστωτικό ίδρυμα ως φορέας στο Σύστημα Άυλων Τίτλων του ν. 2198/1994, είτε εκείνος τον οποίο τηρεί η Τράπεζα της Ελλάδος, ως φορέας του ως άνω Συστήματος, υπό την ιδιότητα του θεματοφύλακα του πιστωτικού ιδρύματος. Έως την αποδέσμευση της ως άνω εισφοράς, η εισφορά μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για τη διασφάλιση ρευστότητας μέσω συναλλαγών πώλησης και επαναγοράς με αντισυμβαλλόμενους της αγοράς (εξασφαλίζοντας το δικαίωμα επαναγοράς των ίδιων κινητών αξιών στους όρους της συναλλαγής επαναγοράς) ή/ και μέσω της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή της Τράπεζας της Ελλάδος, στο πλαίσιο του Ευρωσυστήματος. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται ο Κανονισμός Λειτουργίας Συστήματος Παρακολούθησης Συναλλαγών επί Τίτλων με Λογιστική Μορφή, όπως ισχύει κάθε φορά. Αν η συμμετοχή του Ταμείου στην κεφαλαιακή ενίσχυση, είναι μικρότερη από το ποσό που προκαταβλήθηκε, καθώς και αν η κεφαλαιακή ενίσχυση δεν πραγματοποιηθεί, το Ταμείο έχει αξίωση για επιστροφή του υπερβάλλοντος ή ολόκληρου του ποσού κατά περίπτωση, με επιτόκιο που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Τράπεζας της Ελλάδος και γνώμη του Ταμείου. Αν ανακληθεί η άδεια λειτουργίας του πιστωτικού ιδρύματος πριν από την ολοκλήρωση της κεφαλαιακής ενίσχυσης και συσταθεί μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα κατά τις διατάξεις του άρθρου 63Ε του ν. 3601/2007, άρθρου που έχει προστεθεί με το άρθρο 4 του ν. 4021/2011 (Α΄ 218), οι τίτλοι του ΕΤΧΣ, οι οποίοι είχαν δοθεί ως προκαταβαλλόμενη εισφορά του Ταμείου σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, αποτελούν περιουσία του μεταβατικού πιστωτικού ιδρύματος. Η διαδικασία που προβλέπεται στα προηγούμενα εδάφια εφαρμόζεται ύστερα από απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Ταμείου και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται: αα) οι ειδικότεροι όροι που συνομολογούνται κατά τη σύναψη των συμβάσεων προεγγραφής μεταξύ του Ταμείου, του πιστωτικού ιδρύματος και του ΕΤΧΣ για τη συμμετοχή του Ταμείου σε μελλοντική αύξηση του Μετοχικού Κεφαλαίου πιστωτικού ιδρύματος, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, μεταξύ των οποίων το δικαίωμα επαναγοράς ή παρόμοια δικαιώματα για τις αξίες που εισφέρονται από το Ταμείο, ββ) οι ειδικότεροι όροι με τους οποίους εξασφαλίζονται τα δικαιώματα του ΕΤΧΣ, που προβλέπονται στην από 15.3.2012 Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης, της οποίας το σχέδιο εγκρίθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4046/2012 (Α΄ 28) και γγ) κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου. Με όμοια απόφαση δύναται να καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι που συνομολογούνται κατά τη σύναψη των συμβάσεων προεγγραφής του Ταμείου, του πιστωτικού ιδρύματος και του ΕΤΧΣ για τη συμμετοχή του Ταμείου στην κάλυψη υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών εκδόσεως του πιστωτικού ιδρύματος. A3. Στο ν. 3864/2010 προστίθεται άρθρο 6Α ως εξής: «Άρθρο 6α Προϋποθέσεις της παροχής κεφαλαιακής ενίσχυσης 1. Εφόσον τα εθελοντικά μέτρα που προβλέπονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης της παρ. 1 του άρθρου 6 δεν μπορούν να καλύψουν το συνολικό κεφαλαιακό έλλειμμα του πιστωτικού ιδρύματος, όπως αυτό έχει προσδιορισθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, και εφόσον η εφαρμογή των μέτρων του άρθρου 8 ή και των άρθρων 63Β επ. του ν. 3601/2007 είναι δυνατόν να προκαλέσει σημαντικές παρενέργειες στην οικονομία με αρνητικές συνέπειες στους πολίτες, και προκειμένου η κρατική ενίσχυση να είναι η μικρότερη δυνατή με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου κατόπιν σχετικής εισήγησης από την Τράπεζα της Ελλάδος, αποφασίζεται η υποχρεωτική εφαρμογή των μέτρων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, προς το σκοπό της κατανομής του υπολοίπου του κεφαλαιακού ελλείμματος του πιστωτικού ιδρύματος στους κατόχους τίτλων κεφαλαίου και υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης, όπως κρίνεται κάθε φορά αναγκαίο. Η κατανομή ολοκληρώνεται με τη δημοσίευση της ως άνω Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η ανωτέρω κατανομή, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 γίνεται σύμφωνα με την ακόλουθη σειρά: α. κοινές μετοχές, β. αν χρειάζεται, προνομιούχες μετοχές και άλλοι τίτλοι που προσμετρώνται στα ίδια κεφάλαια κατηγορίας 1, γ. αν χρειάζεται, όλες οι λοιπές υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης. Με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, απαιτήσεις της ίδιας τάξης τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης. Αποκλίσεις, τόσο από την ανωτέρω σειρά κατανομής όσο και από τον κανόνα της ίσης μεταχείρισης, δικαιολογούνται όταν υφίστανται αντικειμενικοί λόγοι ύπαρξης σχετικών αποκλίσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 5. 2. Τα ανωτέρω μέτρα περιλαμβάνουν: α. την απορρόφηση τυχόν ζημιών από τους μετόχους μέχρι του σημείου όπου η αρνητική καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος θα διαμορφωθεί σε μηδενική όπου είναι απαραίτητο, δια της μείωσης της ονομαστικής αξίας των μετοχών του πιστωτικού ιδρύματος, ύστερα από απόφαση του αρμοδίου οργάνου του πιστωτικού ιδρύματος. β. τη μείωση της ονομαστικής αξίας των προνομιούχων μετοχών και άλλων υποχρεώσεων που προσμετρώνται στα ίδια κεφάλαια κατηγορίας 1 και εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, λοιπών υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης μέχρι του σημείου όπου η καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος θα είναι ίση με μηδέν, ή γ. σε περίπτωση που η καθαρή θέση του πιστωτικού ιδρύματος είναι ανωτέρα του μηδενός, τη μετατροπή των προνομιούχων μετοχών και άλλων υποχρεώσεων που προσμετρώνται στα ίδια κεφάλαια κατηγορίας 1 και, εν συνεχεία, εφόσον είναι απαραίτητο, λοιπών υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης του πιστωτικού ιδρύματος, σε τίτλους κεφαλαίου που προσμετρώνται στα ίδια κεφάλαια της κατηγορίας 1, ώστε να αποκατασταθεί το αναγκαίο επίπεδο του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας για τα πιστωτικά ιδρύματα, όπως αυτό ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Στις ανωτέρω υπό β΄ και γ΄ περιπτώσεις, όπου η υποχρεωτική μετατροπή δεν επαρκεί για την κάλυψη του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, όπως ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, και καθίσταται απαραίτητη η παροχή κεφαλαιακής ενίσχυσης από το Ταμείο, η μετατροπή γίνεται σε κοινές μετοχές. 3. Αντικείμενο των ανωτέρω μέτρων δύνανται να αποτελούν και: α. οποιεσδήποτε υποχρεώσεις έχει αναλάβει το πιστωτικό ίδρυμα μέσω της παροχής εγγυήσεων σε σχέση με την έκδοση τίτλων κεφαλαίου ή υποχρεώσεων από τρίτα νομικά πρόσωπα που περιλαμβάνονται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του πιστωτικού ιδρύματος, με την προϋπόθεση ότι οι ως άνω εγγυήσεις κατατάσσονται ως υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης του πιστωτικού ιδρύματος, και β. οποιεσδήποτε απαιτήσεις έναντι του πιστωτικού ιδρύματος λόγω εν ισχύ δανειακών συμφωνιών μεταξύ του πιστωτικού ιδρύματος και των ως άνω τρίτων νομικών προσώπων, οι οποίες κατατάσσονται ως υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης του πιστωτικού ιδρύματος. 4. Η ανωτέρω Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου κατόπιν της εισήγησης της Τράπεζας της Ελλάδος, καθορίζει κατά τάξη, είδος, ποσοστό και ποσό συμμετοχής, τους τίτλους ή υποχρεώσεις που υπόκεινται στα μέτρα που πρόκειται να εφαρμοστούν σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, με βάση αποτίμηση ανεξάρτητου ελεγκτή, που ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η διενέργεια της αποτίμησης αυτής εξαντλεί κάθε υποχρέωση λήψης ανεξάρτητης αποτίμησης για την πλήρωση των προϋποθέσεων οποιασδήποτε άλλης διάταξης νόμου, η οποία απαιτεί τη διενέργεια ανεξάρτητης αποτίμησης ως προς την ανωτέρω διαδικασία. Οι ανωτέρω τίτλοι ή υποχρεώσεις μετατρέπονται υποχρεωτικά σε τίτλους κεφαλαίου στο πλαίσιο αύξησης κεφαλαίου που αποφασίζεται από το πιστωτικό ίδρυμα σύμφωνα με το άρθρο 7 του παρόντος νόμου, σε περίπτωση παράλειψης της οποίας τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των άρθρων 8 ή/και 63Β και επ. του ν. 3601/ 2007 και του ν. 3458/2006. 5. Κατ΄εξαίρεση και υπό την προϋπόθεση προηγούμενης θετικής απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σύμφωνα με τα άρθρα 107 έως 109 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα ανωτέρω μέτρα μπορεί να μην εφαρμόζονται είτε συνολικά είτε σε σχέση με συγκεκριμένους τίτλους, σε περίπτωση που το Υπουργικό Συμβούλιο κρίνει, κατόπιν εισήγησης από την Τράπεζα της Ελλάδος, ότι: α. τα μέτρα αυτά δύνανται να θέσουν σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, β. η εφαρμογή των ανωτέρω μέτρων δύναται να οδηγήσει σε δυσανάλογα αποτελέσματα, όπως στην περίπτωση που η κεφαλαιακή ενίσχυση που πρόκειται να παρασχεθεί από το Ταμείο είναι μικρή σε σχέση με το σταθμισμένο έναντι κινδύνων ενεργητικό του πιστωτικού ιδρύματος, ή/και ένα σημαντικό μέρος του κεφαλαιακού ελλείμματος του πιστωτικού ιδρύματος έχει καλυφθεί μέσω του ιδιωτικού τομέα. Η τελική εκτίμηση των ανωτέρω κινδύνων εναπόκειται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία κρίνει κατά περίπτωση. 6. Τα μέτρα που εφαρμόζονται στα πιστωτικά ιδρύματα κατά τις παραγράφους 1 έως 4 του παρόντος άρθρου συνιστούν, για τους σκοπούς της ανακεφαλαιοποίησης που διενεργείται στο πλαίσιο του παρόντος νόμου, μέτρα εξυγίανσης κατά τον ορισμό του άρθρου 2 της Οδηγίας 2001/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Απριλίου 2001 για την εξυγίανση και την εκκαθάριση των πιστωτικών ιδρυμάτων, που εισήχθη στην ελληνική νομοθεσία με το ν. 3458/2006. 7. Η εφαρμογή των μέτρων των παραγράφων 1 έως 4, εθελοντικών ή υποχρεωτικών, δεν δύναται σε καμία περίπτωση: α. να αποτελεί αιτία ενεργοποίησης συμβατικών ρητρών οι οποίες τίθενται σε εφαρμογή σε περίπτωση εκκαθάρισης, αφερεγγυότητας ή επέλευσης άλλου γεγονότος, το οποίο δύναται να χαρακτηρίζεται ως πιστωτικό γεγονός ή ισοδύναμο αφερεγγυότητας, και β. να λογίζεται ως μη εκπλήρωση ή παράβαση συμβατικών υποχρεώσεων του πιστωτικού ιδρύματος για τη θεμελίωση σπουδαίου λόγου πρόωρης καταγγελίας σύμβασης από αντισυμβαλλομένους του πιστωτικού ιδρύματος. Συμβατικοί όροι που αντίκεινται στα ανωτέρω δεν παράγουν αποτελέσματα. 8. Οι κάτοχοι τίτλων κεφαλαίου, υβριδικού κεφαλαίου ή δικαιούχοι άλλων απαιτήσεων μειωμένης εξασφάλισης του πιστωτικού ιδρύματος, περιλαμβανομένων και αυτών υπέρ των οποίων έχουν, άμεσα ή έμμεσα, παρασχεθεί εγγυήσεις από το πιστωτικό ίδρυμα, που κατατάσσονται ως υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης του πιστωτικού ιδρύματος το οποίο υπόκειται στα μέτρα ανακεφαλαιοποίησης που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, δεν θα πρέπει, κατόπιν της εφαρμογής των μέτρων αυτών, να βρίσκονται σε δυσμενέστερη οικονομική θέση συγκριτικά με τη θέση στην οποία θα βρίσκονταν στην περίπτωση που το εν λόγω ίδρυμα ετίθετο σε ειδική εκκαθάριση. Στην περίπτωση κατά την οποία η προηγούμενη αρχή δεν τηρηθεί, οι ανωτέρω κάτοχοι τίτλων κεφαλαίου ή δικαιούχοι άλλων υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης έχουν το δικαίωμα να αποζημιωθούν από το Δημόσιο, εφόσον αποδείξουν ότι η οφειλόμενη στην εφαρμογή των υποχρεωτικών μέτρων ζημία τους είναι μεγαλύτερη από αυτή που θα είχαν υποστεί στην περίπτωση θέσης του πιστωτικού ιδρύματος σε ειδική εκκαθάριση. Σε κάθε περίπτωση, η αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβεί τη διαφορά μεταξύ της αξίας των απαιτήσεων μετά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και της αξίας των απαιτήσεων σε περίπτωση ειδικής εκκαθάρισης, όπως η αξία αυτή προσδιορίζεται με βάση την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου. 9. Για τη διασφάλιση εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 8, διενεργείται αποτίμηση, η οποία προσδιορίζει τις απώλειες που θα υφίσταντο οι κάτοχοι των τίτλων ή δικαιούχοι υποχρεώσεων του παρόντος άρθρου αν, αντί της εφαρμογής των υποχρεωτικών μέτρων που ορίζονται στην Πράξη της παραγράφου 2 του παρόντος, το πιστωτικό ίδρυμα ετίθετο σε ειδική εκκαθάριση. Κάθε μορφή κρατικής ενίσχυσης προς το πιστωτικό ίδρυμα δεν θα λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της εν λόγω αποτίμησης. Η αποτίμηση αυτή πραγματοποιείται μετά την εφαρμογή των μέτρων της παραγράφου 2 από ανεξάρτητο εκτιμητή που ορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών προκειμένου να εκτιμήσει κατά πόσο οι κάτοχοι τίτλων κεφαλαίου, υβριδικού κεφαλαίου και χρέους μειωμένης εξασφάλισης του πιστωτικού ιδρύματος θα βρίσκονταν σε ευμενέστερη οικονομική θέση στην περίπτωση που το εν λόγω ίδρυμα είχε τεθεί σε ειδική εκκαθάριση αμέσως πριν από την εφαρμογή της ανωτέρω Απόφασης. 10. H Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου της παραγράφου 1 δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Περίληψή της δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην ελληνική γλώσσα, και σε δύο φύλλα ημερήσιου τύπου, που κυκλοφορούν σε ολόκληρη την επικράτεια του κράτους−μέλους όπου το πιστωτικό ίδρυμα διατηρεί υποκατάστημα ή όπου άμεσα παρέχει διασυνοριακές τραπεζικές ή άλλες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, στην επίσημη γλώσσα αυτού του κράτους−μέλους. Η περίληψη περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία: α. τους λόγους και τη νομική βάση για την έκδοσης της Πράξεως της παραγράφου 1, β. τα διαθέσιμα ένδικα βοηθήματα κατά της Πράξεως και την προθεσμία άσκησής τους, γ. τα αρμόδια δικαστήρια ενώπιον των οποίων ασκούνται τα ανωτέρω ένδικα βοηθήματα κατά της Πράξεως της παραγράφου 1. 11. Οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένων της διαδικασίας ορισμού των ανεξάρτητων ελεγκτών, του περιεχομένου των ανεξάρτητων αποτιμήσεων και της εισήγησης της Τράπεζας της Ελλάδος, των μεθόδων αποτίμησης των τίτλων κεφαλαίου, υβριδικού κεφαλαίου και μειωμένης εξασφάλισης που μειώνονται ή μετατρέπονται, της δυνατότητας υποκατάστασης του εκδότη των τίτλων των μεθόδων διενέργειας της μετατροπής καθώς και των λεπτομερειών για την τυχόν αποζημίωση των κατόχων των τίτλων, ρυθμίζονται με σχετική Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου. 12. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου αποσκοπούν στην προστασία υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος, συνιστούν διατάξεις δεσμευτικού και άμεσου αποτελέσματος και υπερέχουν έναντι κάθε διάταξης με αντίθετο περιεχόμενο. A4.Το άρθρο 7 του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 7 Χορήγηση της κεφαλαιακής ενίσχυσης Έκδοση μετοχών 1. Το Ταμείο συμμετέχει στην παροχή κεφαλαιακής ενίσχυσης αποκλειστικά προς το σκοπό της κάλυψης του κεφαλαιακού ελλείμματος του πιστωτικού ιδρύματος, όπως έχει προσδιορισθεί με την επιστολή της Τράπεζας της Ελλάδος σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 6 και μόνο μέχρι το ύψος του εναπομείναντος ποσού μετά την εφαρμογή των εθελοντικών μέτρων του άρθρου 6 παρ. 1β, των υποχρεωτικών μέτρων του άρθρου 6α και μετά από οποιαδήποτε τυχόν συμμετοχή επενδυτών του ιδιωτικού τομέα. 2. Με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων και διαδικασιών που αναφέρονται στα άρθρα 6 και 6α, η κεφαλαιακή ενίσχυση παρέχεται μέσω της συμμετοχής του Ταμείου σε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του πιστωτικού ιδρύματος με την έκδοση κοινών μετοχών ή με την έκδοση υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών (Contingent Convertible Securities) ή άλλων μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων που θα καλύπτονται από το Ταμείο. Το Ταμείο δύναται να ασκεί, να διαθέτει ή να παραιτείται των δικαιωμάτων του προτίμησης σε περιπτώσεις αύξησης μετοχικού κεφαλαίου ή έκδοσης υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή άλλων μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων των πιστωτικών ιδρυμάτων που αιτούνται την παροχή κεφαλαιακής ενίσχυσης. 3. Οι αυξήσεις αυτές καλύπτονται από το Ταμείο σε μετρητά ή με ομόλογα του ΕΤΧΣ ή με άλλα χρηματοοικονομικά μέσα του ΕΤΧΣ. Η κεφαλαιακή ενίσχυση παρέχεται σε συμμόρφωση με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις. 4. Οι αποφάσεις της παραγράφου 2 των πιστωτικών ιδρυμάτων για την αύξηση του Μετοχικού Κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων περί έκδοσης υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή άλλων μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων, λαμβάνονται από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων, με την απαρτία και πλειοψηφία των άρθρων 29 παράγραφοι 1 και 2 και 31 παράγραφος 1 του κ.ν. 2190/1920, όπως ισχύει και δεν ανακαλούνται. Ομοίως, μπορούν να ληφθούν με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 13 του κ.ν. 2190/1920. Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση της γενικής συνέλευσης για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου ή για έκδοση υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή άλλων χρηματοοικονομικών μέσων ή για εξουσιοδότηση του διοικητικού συμβουλίου προς τα ανωτέρω καθώς και η σχετική απόφαση του διοικητικού συμβουλίου , θα πρέπει να αναφέρουν ρητά ότι λαμβάνονται στο πλαίσιο του παρόντος νόμου. Για την έκδοση των κοινών μετοχών ή μετατρέψιμων ομολογιών ή χρηματοοικονομικών μέσων, η προθεσμία για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης και των επαναληπτικών της, καθώς και για την υποβολή εγγράφων στις εποπτικές αρχές συντέμνεται στο ένα τρίτο των προθεσμιών που προβλέπονται στον κ.ν. 2190/1920, όπως ισχύει. Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται σε κάθε γενική συνέλευση που αφορά την εφαρμογή του παρόντος νόμου. 5. α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιριών, η τιμή κάλυψης των μετοχών ή των υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή άλλων χρηματοοικονομικών μέσων από το Ταμείο ορίζεται με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου. Η απόφαση του Γενικού Συμβουλίου βασίζεται, μεταξύ άλλων, σε δύο (2) εκθέσεις αποτίμησης, που διενεργούνται από δύο ανεξάρτητους χρηματοοικονομικούς συμβούλους, οι οποίοι διαθέτουν κύρος και εμπειρία σε αντίστοιχα θέματα και ειδικότερα σε αποτιμήσεις πιστωτικών ιδρυμάτων, εφαρμοζομένων σχετικώς των διατάξεων του άρθρου 11 του παρόντος νόμου. Η απόφαση λαμβάνεται δε με απαρτία 2/3 και πλειοψηφία 2/3 των μελών του και λαμβάνει υπόψη της τις επικρατούσες συνθήκες της αγοράς και το σκοπό του Ταμείου σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος. Η απόφαση του Γενικού Συμβουλίου κοινοποιείται στο όργανο του πιστωτικού ιδρύματος που είναι αρμόδιο για τον καθορισμό της τιμής διάθεσης των μετοχών ή των υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή άλλων μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων. Δεν επιτρέπεται η διάθεση νέων μετοχών στον ιδιωτικό τομέα σε τιμή κατώτερη της τιμής κάλυψης αυτών από το Ταμείο στο πλαίσιο της ίδιας έκδοσης. Η τιμή διάθεσης στον ιδιωτικό τομέα δύναται να είναι χαμηλότερη της τιμής προηγούμενων καλύψεων μετοχών από το Ταμείο, ή της τρέχουσας χρηματιστηριακής τιμής. β) Το Ταμείο ζητά από τους χρηματοοικονομικούς συμβούλους να λάβουν υπόψη όλες τις σχετικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων κάθε διάθεσιμης αξιολόγησης της ποιότητας του ενεργητικού του πιστωτικού ιδρύματος, των αποτελεσμάτων ασκήσεων προσομείωσης ακραίων καταστάσεων καθώς και των συνθηκών της αγοράς και θα τους παρέχει κάθε σχετική πληροφορία. Σύνοψη των όρων επιλογής των χρηματοοικονομικών συμβούλων καθώς και των στοιχείων και της μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκε, αναρτώνται και δημοσιεύονται στην επίσημη ιστοσελίδα του Ταμείου μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την ολοκλήρωση των συναλλαγών. γ) Με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι υπό αίρεση μετατρέψιμες ομολογίες ή άλλα μετατρέψιμα χρηματοοικονομικά μέσα μπορούν να εκδοθούν από τα πιστωτικά ιδρύματα και να καλυφθούν από το Ταμείο, τους όρους μετατροπής των υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών και των άλλων μετατρέψιμων χρηματοοικονομικών μέσων, και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, εφόσον απαιτηθεί, για την εφαρμογή παρόντος άρθρου. A5. Το άρθρο 7Α του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 7Α Δικαιώματα ψήφου 1. Εκτός αν άλλως προβλέπεται στο παρόν άρθρο, το Ταμείο θα ασκεί χωρίς περιορισμούς τα δικαιώματα ψήφου που αντιστοιχούν στις μετοχές που αναλαμβάνει στο πλαίσιο κεφαλαιακής ενίσχυσης που λαμβάνει χώρα κατά το άρθρο 7. 2. Το Ταμείο ασκεί τα δικαιώματα ψήφου του με τους περιορισμούς που ορίζονται στην παράγραφο 3 στις παρακάτω περιπτώσεις: (α) Για τις μετοχές ως προς τις οποίες τύγχαναν εφαρμογής οι εν λόγω περιορισμοί, σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 9 του ν. 4051/2012 κατά το χρόνο της ανάληψης των μετοχών από το Ταμείο. (β) Για τις μετοχές που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο κεφαλαιακής ενίσχυσης κατά το χρόνο ισχύος της παραγράφου 7 του άρθρου 9 του ν. 4051/2012, αλλά ως προς τις οποίες οι εν λόγω περιορισμοί δεν ίσχυσαν λόγω της μη επίτευξης του σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις απαιτούμενου ποσοστού συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα. Οι εν λόγω περιορισμοί στα δικαιώματα ψήφου του Ταμείου θα ισχύουν υπό την προϋπόθεση ότι η ιδιωτική συμμετοχή στην πρώτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος αύξηση μετοχικού κεφαλαίου που θα λάβει χώρα μετά τη δημοσίευση του παρόντος είναι τουλάχιστον ίση με το 50%. 3. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, το Ταμείο ασκεί το δικαίωμα ψήφου στη Γενική Συνέλευση μόνο για τις αποφάσεις τροποποίησης του καταστατικού, περιλαμβανομένης της αύξησης ή μείωσης κεφαλαίου ή της παροχής σχετικής εξουσιοδότησης στο διοικητικό συμβούλιο, συγχώνευσης, διάσπασης, μετατροπής, αναβίωσης, παράτασης της διάρκειας ή διάλυσης της εταιρίας μεταβίβασης στοιχείων του ενεργητικού, περιλαμβανομένης της πώλησης θυγατρικών, ή για όποιο άλλο θέμα απαιτείται αυξημένη πλειοψηφία κατά τα προβλεπόμενα στον κ.ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιρειών. Για τους σκοπούς υπολογισμού της απαρτίας και της πλειοψηφίας στη Γενική Συνέλευση, οι μετοχές του παρόντος άρθρου δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων για θέματα άλλα από αυτά που αναφέρονται στα προηγούμενα εδάφια της παραγράφου αυτής. 4. Το Ταμείο ασκεί πλήρως τα δικαιώματα ψήφου που αντιστοιχούν στις μετοχές της παραγράφου 2, χωρίς τους περιορισμούς της παραγράφου 3 εάν διαπιστωθεί, με απόφαση του Γενικού Συμβουλίου του Ταμείου, ότι παραβιάζονται ουσιώδεις υποχρεώσεις του πιστωτικού ιδρύματος οι οποίες προβλέπονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης ή προάγουν την υλοποίηση αυτού ή περιγράφονται στη «συμφωνία πλαίσιο» του άρθρου 2. 5. Κάθε διάθεση μετοχών από το Ταμείο προς επενδυτές του ιδιωτικού τομέα που λαμβάνει χώρα κατά τις διατάξεις του άρθρου 8 ή στο πλαίσιο της εξάσκησης των δικαιωμάτων που ενσωματώνονται στους τίτλους της παρ. 6 του άρθρου 8 θα λογίζεται ότι επιφέρει μείωση στη συμμετοχή του Ταμείου όσον αφορά τις μετοχές για τις οποίες το Ταμείο ασκεί περιορισμένα δικαιώματα ψήφου. 6. Για όσο χρόνο το Ταμείο ασκεί τα δικαιώματα ψήφου με τους περιορισμούς του παρόντος άρθρου, πέραν των γνωστοποιήσεων του ν. 3556/2007 (Α΄91): α) το Ταμείο γνωστοποιεί στον Εκδότη και στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς οποιαδήποτε μεταβολή στον αριθμό των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει στα πιστωτικά ιδρύματα στα οποία έχει χορηγήσει κεφαλαιακή ενίσχυση σύμφωνα με τον παρόντα νόμο στο τέλος κάθε ημερολογιακού μήνα κατά τη διάρκεια του οποίου απέκτησε ή διέθεσε μετοχές, καθώς και το συνολικό αριθμό δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει. Ο Εκδότης δημοσιοποιεί τις πληροφορίες του προηγούμενου εδαφίου άμεσα και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός δύο ημερών διαπραγμάτευσης από την ημερομηνία της παραπάνω παραλαβής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 3556/2007, β) οι διατάξεις των άρθρων 9 παρ. 6, 10 και 11 του ν. 3556/2007 (Α΄ 91) δεν τυγχάνουν εφαρμογής στο Ταμείο και γ) πρόσωπα που αποκτούν ή διαθέτουν σημαντικές συμμετοχές ή ποσοστά δικαιωμάτων ψήφου που αφορούν σε πιστωτικά ιδρύματα, στα οποία έχει χορηγηθεί κεφαλαιακή ενίσχυση από το Ταμείο, οφείλουν να γνωστοποιούν κατά τις διατάξεις του ν. 3556/2007 και των κατά εξουσιοδότηση αυτού αποφάσεων τις μεταβολές επί των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχουν με βάση το συνολικό αριθμό δικαιωμάτων ψήφου, πλην αυτών του Ταμείου, όπως αυτές γνωστοποιούνται από το Ταμείο σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτωση α΄. Η γνωστοποίηση αυτή αφορά μόνο σε μεταβολές σε δικαιώματα ψήφου επί μετοχών και όχι επί τίτλων παραστατικών δικαιωμάτων κτήσης μετοχών. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της παρούσας παραγράφου επιβάλλονται κυρώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 3556/2007. A6. Το άρθρο 8 του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 8 Διάθεση ιδίας συμμετοχής 1. Με απόφαση του Ταμείου καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία διάθεσης του συνόλου ή μέρους των μετοχών πιστωτικού ιδρύματος που κατέχει το Ταμείο, λαμβάνοντας υπόψη τα οριζόμενα στις παρ. 3 και 4 το αργότερο εντός πενταετίας από τη συμμετοχή του στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του πιστωτικού ιδρύματος. Η διάθεση μπορεί να γίνεται τμηματικά ή άπαξ, κατά την κρίση του Ταμείου, υπό την προϋπόθεση ότι οι μετοχές διατίθενται εντός των χρονικών ορίων του πρώτου εδαφίου και σε συμμόρφωση με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις. Η διάθεση των μετοχών εντός των χρονικών ορίων του πρώτου εδαφίου, δεν δύναται να γίνει προς επιχείρηση η οποία ανήκει άμεσα ή έμμεσα στο κράτος σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών κατόπιν εισηγήσεως του Ταμείου, μπορούν να παραταθούν οι προθεσμίες που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο. Προκειμένου να λάβει την ανωτέρω απόφαση το Γενικό Συμβούλιο του Ταμείου λαμβάνει έκθεση από έναν ανεξάρτητο χρηματοοικονομικό σύμβουλο, ο οποίος διαθέτει διεθνώς αναγνωρισμένο κύρος και πείρα σε αντίστοιχα θέματα Η έκθεση συνοδεύεται από αναλυτικό χρονοδιάγραμμα διάθεσης των μετοχών. Στην έκθεση αιτιολογούνται επαρκώς οι προϋποθέσεις και ο τρόπος διάθεσης των μετοχών καθώς και οι απαραίτητες ενέργειες για την ολοκλήρωση της διαδικασίας και την τήρηση του χρονοδιαγράμματος. Η διάθεση πραγματοποιείται με τρόπο που να συνάδει με τους σκοπούς του Ταμείου, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 2. 2. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 3401/ 2005, η διάθεση δύναται να πραγματοποιείται με πώληση μετοχών του πιστωτικού ιδρύματος στο κοινό ή σε συγκεκριμένο(ους) επενδυτή(ες) ή ομάδα επενδυτών: i) μέσω ανοιχτού διαγωνισμού ή μέσω πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος σε επιλεγμένους επενδυτές, ii) με χρηματιστηριακές εντολές, iii) με δημόσια προσφορά μετοχών με αντάλλαγμα μετρητών ή με ανταλλαγή άλλων κινητών αξιών και iv) με τη διαδικασία βιβλίου προσφορών (book building). 3. Το Ταμείο δύναται να μειώνει την συμμετοχή του στα πιστωτικά ιδρύματα μέσω αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου των πιστωτικών ιδρυμάτων, δια της παραίτησης από την άσκηση ή δια της διάθεσης των δικαιωμάτων προτίμησης που του αναλογούν. 4. Η τιμή διάθεσης των μετοχών από το Ταμείο στις περιπτώσεις της παραγράφου 2 και η ελάχιστη τιμή κάλυψης των μετοχών από τους ιδιώτες επενδυτές στις περιπτώσεις της παραγράφου 3 ορίζονται από το Γενικό Συμβούλιο του Ταμείου, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 5 του άρθρου 7. Οι κατά το προηγούμενο εδάφιο οριζόμενες τιμές διάθεσης ή κάλυψης, δύνανται να είναι χαμηλότερες της τιμής κτήσης των μετοχών από το Ταμείο ή της τρέχουσας χρηματιστηριακής τιμής. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου και της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του κ.ν. 2190/1920. 5. Σε περίπτωση που μετοχές του πιστωτικού ιδρύματος αναλαμβάνονται από συγκεκριμένο επενδυτή ή από ομάδα επενδυτών ή επέλθει μείωση της συμμετοχής του Ταμείου κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 3 υπέρ συγκεκριμένου επενδυτή ή ομάδας επενδυτών: α) Το Ταμείο δύναται να προσκαλεί τους ενδιαφερόμενους επενδυτές να υποβάλουν προσφορές, καθορίζοντας στη σχετική πρόσκληση τη διαδικασία, τις προθεσμίες, το περιεχόμενο των προσφορών και τους λοιπούς όρους υποβολής αυτών, μεταξύ των οποίων και την παροχή από τους ενδιαφερόμενους επενδυτές, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας κρίνεται αυτό σκόπιμο, απόδειξης ύπαρξης κεφαλαίων και εγγυητικών επιστολών. β) Το Ταμείο δύναται να συνάπτει συμφωνία μετόχων, εφόσον κρίνει αυτό σκόπιμο, στην οποία καθορίζονται οι σχέσεις μεταξύ Ταμείου και του επενδυτή ή της ομάδας επενδυτών, καθώς και να προβαίνει στις σχετικές τροποποιήσεις της «συμφωνίας−πλαίσιο» της παραγράφου 2 του άρθρου 2, που πιθανά έχει συνάψει με το πιστωτικό ίδρυμα. Στο πλαίσιο αυτό, δύναται να προβλέπεται η υποχρέωση των επενδυτών ή/και του Ταμείου να διατηρήσουν τη συμμετοχή τους για ορισμένο χρονικό διάστημα. γ) Το Ταμείο δύναται να παρέχει δικαιώματα πρώτης προσφοράς και δικαίωμα πρώτης άρνησης σε επενδυτές που προσδιορίζονται σύμφωνα με τα αναφερόμενα κατωτέρω υπό στοιχείο δ΄ κριτήρια. δ) Για την επιλογή του επενδυτή ή της ομάδας επενδυτών λαμβάνονται υπόψη και συνεκτιμώνται κριτήρια αξιολόγησης, όπως ιδίως η εμπειρία του επενδυτή στο αντικείμενο της επιχείρησης και στην αναδιάρθρωση πιστωτικών ιδρυμάτων, η φερεγγυότητα, η δυνατότητα ολοκλήρωσης της συναλλαγής και το προσφερόμενο τίμημα. Τα κριτήρια αξιολόγησης που εφαρμόζονται σε κάθε διαδικασία κοινοποιούνται στους υποψήφιους επενδυτές πριν την υποβολή δεσμευτικής προσφοράς εκ μέρους τους. 6. Με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου καθορίζεται η μεθοδολογία της υπό στοιχείο (iii) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου ανταλλαγής παραστατικών τίτλων δικαιωμάτων που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 3 της ΠΥΣ 38/2012 και της προσαρμογής των όρων και προϋποθέσεών τους, σε περίπτωση αύξησης της ονομαστικής αξίας της μετοχής με μείωση του συνολικού αριθμού των παλαιών μετοχών (reverse split), διάσπασης των παλαιών μετοχών με αναλογία που θα αποφασισθεί από το πιστωτικό ίδρυμα, και προσαρμογής της ονομαστικής αξίας της νέας μετοχής (split), καθώς και αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου χωρίς κατάργηση του δικαιώματος προτίμησης των παλαιών μετόχων. Στην περίπτωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου χωρίς κατάργηση του δικαιώματος προτίμησης η προσαρμογή μπορεί να γίνει μόνο στην τιμή εξάσκησης των δικαιωμάτων που ενσωματώνονται στους παραστατικούς τίτλους. Η προσαρμογή μπορεί να γίνει μέχρι του ποσού που αναλογεί στα έσοδα του Ταμείου από την πώληση των δικαιωμάτων προτίμησης και πραγματοποιείται μετά την πώληση . Η ως άνω απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου καθορίζει και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. A7. 1. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται η λέξη «επτά (7)» από τη λέξη «εννέα (9)» και στο δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται η λέξη «πέντε (5)» από τη λέξη «επτά (7)». 2. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 οι λέξεις « παρ.2» αντικαθίστανται με τις λέξεις «παρ.6». 3. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 μετά τη λέξη « μέλους» προστίθενται οι λέξεις «σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4». 4. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 προστίθεται περίπτωση ε΄ ως εξής: «ε. έχουν διατελέσει υπάλληλοι ή σύμβουλοι πιστωτικών ιδρυμάτων εποπτευομένων από την Τράπεζα της Ελλάδος ή κατέχουν μετοχικό κεφάλαιο ή διαθέτουν χρηματοοικονομική συμμετοχή που συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με το μετοχικό κεφάλαιο τέτοιου ιδρύματος αξίας εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ ή ανώτερης κατά τα τελευταία τρία (3) έτη πριν την τοποθέτησή τους.». 5. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «7. Οι ιδιότητες του Βουλευτή, μέλους της Κυβερνήσεως, στελέχους Υπουργείου ή άλλης δημόσιας αρχής, στελέχους, υπαλλήλου ή συμβούλου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, το οποίο τελεί υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος ή προσώπου που κατέχει μετοχές τέτοιου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος αξίας εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ ή άνω ή διαθέτει χρηματοοικονομική συμμετοχή που συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με το μετοχικό κεφάλαιο του ως άνω ιδρύματος για ισόποσο ποσό εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ ή άνω, είναι ασυμβίβαστες με εκείνην του μέλους του Γενικού Συμβουλίου ή της Εκτελεστικής Επιτροπής.» 6. Η παράγραφος 9 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «9. Το Γενικό Συμβούλιο αποφασίζει με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν εισήγησης της Εκτελεστικής Επιτροπής για τα θέματα που προβλέπονται παρακάτω και είναι αρμόδιο για τον έλεγχο της ορθής λειτουργίας και της εκπλήρωσης του σκοπού του Ταμείου. Ειδικότερα, το Γενικό Συμβούλιο: α. ενημερώνεται από την Εκτελεστική Επιτροπή για τη δράση της και ελέγχει τη συμμόρφωση αυτής στις διατάξεις του παρόντος νόμου και ιδίως στις αρχές που κατοχυρώνονται στο άρθρο 2, β. αποφασίζει για τα θέματα σχετικά με την παροχή κεφαλαιακής ενίσχυσης, την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου και τη διάθεση της συμμετοχής του Ταμείου κατά τα άρθρα 6, 7, 7α και 8, γ. εγκρίνει την πολιτική, τις καταστατικές διατάξεις και τους εσωτερικούς κανόνες που εφαρμόζονται προκειμένου για τη διοίκηση και τις πράξεις του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένου και του Κώδικα Δεοντολογίας των μελών του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής, δ. εγκρίνει το διορισμό των ανώτατων στελεχών του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, του Διευθυντή Εσωτερικής Επιθεώρησης, του Διευθυντή Διαχείρισης Κινδύνων, του Διευθυντή Διαχείρισης Επενδύσεων, του Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών και του Διευθυντή Νομικής Υπηρεσίας, ε. εγκρίνει τους γενικούς όρους και προϋποθέσεις απασχόλησης του προσωπικού του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής αμοιβών, κατά παρέκκλιση της ισχύουσας νομοθεσίας, στ. εγκρίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό του Ταμείου, ζ. εγκρίνει την ετήσια έκθεση και άλλες επίσημες εκθέσεις και τις λογιστικές καταστάσεις του Ταμείου, η. εγκρίνει το διορισμό εξωτερικών ελεγκτών του Ταμείου, θ. εγκρίνει τη σύσταση ενός ή περισσοτέρων συμβουλευτικών οργάνων, καθορίζει τους όρους και προϋποθέσεις διορισμού των μελών τους και καθορίζει τους όρους αναφοράς των εν λόγω οργάνων, ι. συγκροτεί μία ή περισσότερες επιτροπές αποτελούμενες από μέλη του Γενικού Συμβουλίου και/ή άλλα πρόσωπα και καθορίζει τις αρμοδιότητές τους, κ. εγκρίνει τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Γενικού Συμβουλίου και τον Κανονισμό Προμηθειών αγαθών και υπηρεσιών, για κάθε σύμβαση μη εμπίπτουσα στις διατάξεις του π.δ. 60/2007, κα. λαμβάνει οποιαδήποτε άλλη απόφαση και ασκεί οποιαδήποτε άλλη εξουσία ή αρμοδιότητα που προβλέπεται από τον παρόντα νόμο ή την κείμενη νομοθεσία ότι ασκείται από το Γενικό Συμβούλιο.» 7. Η παράγραφος 10 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «10. Η Εκτελεστική Επιτροπή είναι αρμόδια για την προπαρασκευή του έργου του Ταμείου, την εφαρμογή των αποφάσεων των αρμόδιων οργάνων και την εκτέλεση των πράξεων που απαιτούνται για τη διοίκηση και λειτουργία καθώς και την εκπλήρωση του σκοπού του Ταμείου. Ειδικότερα, η Εκτελεστική Επιτροπή έχει ενδεικτικά τις ακόλουθες εξουσίες και αρμοδιότητες: α. εισηγείται στο Γενικό Συμβούλιο για τα θέματα της προηγούμενης παραγράφου, β. εκτελεί τις αποφάσεις του Γενικού Συμβουλίου που λαμβάνονται με ή χωρίς εισήγηση της Εκτελεστικής Επιτροπής, γ. με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, προβαίνει σε όλες τις πρόσφορες ή απαιτούμενες ενέργειες για τη διοίκηση του Ταμείου, την εκτέλεση των πράξεών του, συμπεριλαμβανομένων των δυνάμει του άρθρου 2 εξουσιών και αρμοδιοτήτων του, την ανάθεση συμβάσεων για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών, την ανάληψη συμβατικών υποχρεώσεων επ΄ ονόματι του Ταμείου, το διορισμό των μελών του προσωπικού και των συμβούλων του Ταμείου και γενικότερα την εκπροσώπησή του, δ. αναθέτει οποιαδήποτε εκ των εξουσιών ή αρμοδιοτήτων της σε οποιοδήποτε από τα μέλη της ή σε στελέχη του Ταμείου, σύμφωνα με τους γενικότερους όρους και προϋποθέσεις που έχουν εγκριθεί από το Γενικό Συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη θέματα σύγκρουσης συμφερόντων και υπό την προϋπόθεση ότι ο Διευθύνων Σύμβουλος ασκεί πρωτίστως τις εξουσίες του σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 11, ε. ασκεί κάθε άλλη εξουσία και αρμοδιότητα που προβλέπεται στον παρόντα νόμο ή την κείμενη νομοθεσία, στ. εκπροσωπεί δικαστικά και εξώδικα το Ταμείο, ζ. ασκεί οποιαδήποτε άλλη αρμοδιότητα που δεν απονέμεται ρητά στο Γενικό Συμβούλιο. Όλες οι εξουσίες, δυνάμει του παρόντος ή οποιουδήποτε άλλου νόμου, οι οποίες έχουν ανατεθεί στο Ταμείο, θεωρούνται ότι έχουν ανατεθεί στην Εκτελεστική Επιτροπή, εκτός αν προορίζονται ρητά για το Γενικό Συμβούλιο.» 8. Η παράγραφος 13 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «13. Το Γενικό Συμβούλιο συνέρχεται όσο συχνά απαιτούν οι εργασίες του Ταμείου, σε κάθε δε περίπτωση δέκα (10) φορές κατ’ ημερολογιακό έτος. Οι συνεδριάσεις του Γενικού Συμβουλίου συγκαλούνται από τον Πρόεδρο, ο οποίος και προεδρεύει σε αυτές. Σε περίπτωση απουσίας του Προέδρου, οι συνεδριάσεις συγκαλούνται από ένα από τα άλλα μέλη του Γενικού Συμβουλίου, εκτός του εκπροσώπου του Υπουργείου Οικονομικών και εκτός του προσώπου που ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Το μέλος αυτό το οποίο και προεδρεύει στη συνεδρίαση, επιλέγεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Γενικού Συμβουλίου σχετικά με τη διαδικασία αναπλήρωσης του Προέδρου. Οι συνεδριάσεις του Γενικού Συμβουλίου συγκαλούνται με κοινοποίηση της ώρας, του τόπου και της ημερήσιας διάταξης της συνεδρίασης σε όλα τα μέλη και τους Παρατηρητές του Γενικού Συμβουλίου, τουλάχιστον τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημερομηνία για την οποία έχει οριστεί η συνεδρίαση, εκτός από περίπτωση επείγουσας ανάγκης ή έπειτα από συναίνεση όλων των μελών, οπότε στην περίπτωση αυτή η συνεδρίαση μπορεί να συγκληθεί σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα όπως ορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Γενικού Συμβουλίου. Συνεδριάσεις μπορούν τέλος να συγκληθούν και κατόπιν αιτήματος πέντε (5) μελών του Συμβουλίου προς τον Πρόεδρο αυτού.» 9. Στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 14 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 διαγράφονται οι λέξεις «του Γενικού Συμβουλίου» και προστίθενται οι λέξεις «της Εκτελεστικής Επιτροπής» και μετά τη λέξη «Λειτουργίας» προστίθενται οι λέξεις «της Εκτελεστικής Επιτροπής». 10. Μετά το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 14 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η ίδια ημερήσια διάταξη κοινοποιείται και στα μέλη του Γενικού Συμβουλίου.» 11. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 16 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «16. Το Γενικό Συμβούλιο τελεί σε απαρτία όταν είναι παρόντα τουλάχιστον πέντε (5) μέλη του. Η Εκτελεστική Επιτροπή τελεί σε απαρτία όταν είναι παρόντα τουλάχιστον δύο (2) μέλη της, ένας εκ των οποίων είναι ο Διευθύνων Σύμβουλος ή, σε περίπτωση απουσίας του, το μέλος που τον αντικαθιστά.» 12. Στην παράγραφο 18 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 μετά τις λέξεις «Εκτελεστικής Επιτροπής» προστίθενται οι λέξεις «και του Γενικού Συμβουλίου». 13. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 5 του ν. 3864/2010 μετά τη λέξη «προσόντων» προστίθενται οι λέξεις « , με την επιφύλαξη των διατάξεων της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 9 του άρθρου 4.» 14. Στον τρίτο στίχο της περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν. 3864/2010 οι λέξεις «το Διοικητικό Συμβούλιο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «την Εκτελεστική Επιτροπή» και οι λέξεις «το οποίο». αντικαθίστανται από τις λέξεις « η οποία», και στη συνέχεια στην περίπτωση β΄ της ίδιας παραγράφου προστίθεται υποπερίπτωση iii ως εξής: «iii) που αφορά εταιρικές πράξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 7α και η οποία απόφαση δύναται να επηρεάσει σημαντικά τη συμμετοχή του Ταμείου στο μετοχικό κεφάλαιο του πιστωτικού ιδρύματος.» 15. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 10 του ν. 3864/2010 μετά τη λέξη «Ταμείο» προστίθενται οι λέξεις «για όσο διάστημα συμμετέχει στο πιστωτικό ίδρυμα». 16. Η παράγραφος 2 του άρθρου 13 του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Εντός ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση των ετήσιων και των τριμηνιαίων ενδιάμεσων οικονομικών καταστάσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων, στο μετοχικό κεφάλαιο των οποίων συμμετέχει το Ταμείο ή τα οποία χρηματοδοτεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του ν. 3601/2007, το Ταμείο εγκρίνει αντίστοιχα τις ετήσιες και τις τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του, που έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς. Οι ετήσιες και τριμηνιαίες ενδιάμεσες οικονομικές καταστάσεις του Ταμείου αναρτώνται στην ιστοσελίδα του. Αντίγραφο των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, με την έκθεση του ελεγκτή της επόμενης παραγράφου, καθώς και την έκθεση πεπραγμένων του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής και τις εκθέσεις του Προέδρου και του Διευθύνοντος Συμβούλου αναφορικά με τη διαχείριση του Ταμείου, αποστέλλεται στη Βουλή των Ελλήνων, τον Υπουργό Οικονομικών, τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Η ισχύς της παρούσας παραγράφου ως προς τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις αρχίζει την 30ή Μαρτίου 2012 και ως προς τις τριμηνιαίες ενδιάμεσες οικονομικές καταστάσεις αρχίζει την 30ή Μαρτίου 2014.» 17. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του ν. 3864/2010 μετά τη λέξη «έλεγχος» προστίθενται οι λέξεις « της ετήσιας οικονομικής διαχείρισης». 18. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 14 του ν. 3864/2010 διαγράφονται οι λέξεις «του άρθρου 16β» και προστίθενται οι λέξεις «των άρθρων 4 παράγραφος 2 περίπτωση ε΄ ». 19. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 16 Α του ν. 3864/ 2010 μετά τις λέξεις «του Ταμείου» προστίθενται οι λέξεις «, χωρίς να θίγεται με κανέναν τρόπο η αυτονομία του Ταμείου.». 20. Στο άρθρο 16 Α του ν. 3864/2010 προστίθεται, από τότε που ίσχυσε ο ν. 4111/2013, παράγραφος 5 ως εξής: «5. Οι διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 2 του ν. 4111/2013 (Α΄ 18) δεν εφαρμόζονται για το Ταμείο.» 21. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 16Β του ν. 3864/ 2010 διαγράφονται οι λέξεις « ή φαίνεται ότι επηρεάζουν» και μετά τη λέξη «προσώπων» προστίθενται οι λέξεις «εφόσον γνωρίζουν ότι υπάρχουν τέτοια πλεονεκτήματα». 22. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 16Γ του ν. 3864/ 2010 αντικαθίστανται ως εξής: «3. Κατά τους επόμενους έξι μήνες από την αποχώρησή τους ή την καθ΄οιονδήποτε λόγο λήξη της θητείας τους, τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής και του Γενικού Συμβουλίου του Ταμείου: (α) δεν μπορούν να απασχοληθούν σε πιστωτικά ιδρύματα που τελούν υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος ή σε νομικά πρόσωπα που ανήκουν στον ίδιο όμιλο με τα συγκεκριμένα πιστωτικά ιδρύματα και (β) υποχρεούνται να μην συμμετέχουν και να μην παρέχουν υπηρεσίες είτε ατομικά είτε μέσω παρένθετου προσώπου σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει συναλλαγεί με το Ταμείο με αντικείμενο που εμπίπτει στο βασικό σκοπό και τις λειτουργίες του Ταμείου όταν το ποσό που έχουν λάβει τα ανωτέρω φυσικά ή νομικά πρόσωπα από το Ταμείο κατά τους τελευταίους είκοσι τέσσερις (24) μήνες πριν τη λήξη της θητείας ή την αποχώρησή τους από το Ταμείο δεν ξεπερνά το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ. Οι απαγορεύσεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν και για το Προσωπικό του Ταμείου για χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών από το την ημέρα λήξης των συμβάσεών τους. 4. Οι αποφάσεις του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής, εφόσον λαμβάνονται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, θεωρούνται σύμφωνες με το σκοπό του Ταμείου και το δημόσιο συμφέρον, επωφελείς και συμφέρουσες για το Ταμείο και το Ελληνικό Δημόσιο και υπηρετούσες τη χρηστή διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου, όσον αφορά την αστική ευθύνη των μελών του Γενικού Συμβουλίου, της Εκτελεστικής Επιτροπής καθώς και του προσωπικού του Ταμείου, έναντι τρίτων και έναντι του Ελληνικού Δημοσίου. Η διάταξη αυτή δεν απαλλάσσει τους ανωτέρω από τυχόν ευθύνη τους έναντι του Ταμείου. Εφόσον το Γενικό Συμβούλιο έχει σχηματίσει ισχυρή άποψη, ότι οποιοδήποτε μέλος του Γενικού Συμβουλίου ή της Εκτελεστικής Επιτροπής έχει εκτελέσει καλόπιστα τα καθήκοντά του στο πλαίσιο του σκοπού του Ταμείου, τότε το Ταμείο μπορεί να καλύψει τη χρηματική δαπάνη για οποιεσδήποτε νομικές ενέργειες και δικαστικά έξοδα, στα οποία υποχρεώθηκε το μέλος αυτό λόγω νομικών ενεργειών εναντίον του, και να του καταβάλει τα σχετικά ποσά. Στην περίπτωση που δυνάμει οριστικής απόφασης, το μέλος αυτό καταδικασθεί από αστικό ή ποινικό δικαστήριο κάθε βαθμού, τότε το Ταμείο αναζητεί και λαμβάνει από το μέλος αυτό τις χρηματικές καταβολές της προηγούμενης παραγράφου.» 23. Στο άρθρο 16Γ του ν. 3864/2010 προστίθενται παράγραφοι 8 και 9 ως εξής: «8. Η υποχρέωση υποβολής δημόσιας πρότασης της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν. 3461/2006 δεν ισχύει σε περίπτωση άμεσης ή έμμεσης απόκτησης από το Ταμείο δικαιωμάτων ψήφου, συνεπεία της κεφαλαιακής ενίσχυσης που παρέχεται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, μέσω της συμμετοχής του Ταμείου σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου πιστωτικού ιδρύματος ή της μετατροπής των υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών ή της άρσης των περιορισμών του Ταμείου στην άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου του άρθρου 7α. 9. Οι μετοχές του Ταμείου δεν δύναται να αποτελέσουν αντικείμενο δημόσιας πρότασης αλλά λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των ορίων της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν. 3461/2006.» Α8.1. Μέχρι την πλήρωση των δύο επιπλέον μελών του Γενικού Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.1, όπως αυτό τροποποιείται, το Ταμείο Διοικείται από το υφιστάμενο Γενικό Συμβούλιο και για το διάστημα αυτό το Γενικό Συμβούλιο τελεί σε απαρτία όταν είναι παρόντα τουλάχιστον τέσσερα (4) μέλη του. 2. Οι διατάξεις του εδαφίου (ε) της παραγράφου 6 και οι διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010, όπως αυτή τροποποιείται με το παρόν, δεν εφαρμόζονται για τα μέλη των οργάνων του Ταμείου κατά τη δημοσίευση του παρόντος. 3. Καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 1 και 2 της ΠΥΣ 38/2012 (A΄ 223). ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Β: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΑΜΕΙΟΥ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ Στην παράγραφο 2 του άρθρου 2 του ν. 3965/2011, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 72 του ν. 4170/2013 (Α΄ 163), προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής: «Ο κλάδος εμπορικών δραστηριοτήτων του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, όπως αυτός ορίζεται στην υπ’ αριθμ. 2/23510/0094/30.3.2012 (Β΄1083) Α.Υ.Ο. «Κανονισμός του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 4 του ν. 3965/2011» έως την οριστική απομείωση του χαρτοφυλακίου του συνεχίζει τη δραστηριότητά του αποκλειστικά για τις υφιστάμενες χρηματοοικονομικές δραστηριότητες όπως αυτές περιγράφονται στον ως άνω Κανονισμό του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, με τους ήδη υφιστάμενους, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, συναλλασσόμενους του Ταμείου, χωρίς δυνατότητα χορήγησης νέων δανείων προς αυτούς από αυτό τον κλάδο ούτε αποδοχής οποιωνδήποτε νέων καταθέσεων, με την εξαίρεση της ανανέωσης των ήδη υφιστάμενων καταθέσεων.» ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Γ: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του ν. 3833/2010, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Από το πεδίο εφαρμογής του πρώτου εδαφίου εξαιρείται η Τράπεζα της Ελλάδος.» β. Στο τέλος του άρθρου 3 του ν. 3812/2009, όπως ισχύει, προστίθεται περίπτωση ι΄ ως εξής: «ι) Οι διατάξεις του άρθρου 13 παρ. 1 του ν. 2548/1997 ( Α΄ 259).»