58 Α' 2010

ΝΟΜΟΣ 3842/2010

Αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης, αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ - ΘΕΜΑΤΑ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
23 Απριλίου 2010

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 58
23 Απριλίου 2010

NOMOΣ ΥΠ’ΑΡΙΘ. 3842
Αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης, αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ΘΕΜΑΤΑ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Άρθρο 65Διευκολύνσεις τμηματικής καταβολήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παράγραφος 3 του άρθρου 13 του ν. 2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α΄) καταργείται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το άρθρο 14 του ν. 2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Άρθρο 14 Αρμόδια όργανα 1. Αρμόδια όργανα για τη χορήγηση των διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής είναι: α) Ο προϊστάμενος της Δ.O.Y. ή του Τελωνείου, για βασική βεβαιωμένη οφειλή μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ. β) Επιτροπή, που συγκροτείται από τον προϊστάμενο της Δ.O.Y. ή του Τελωνείου, ως πρόεδρο και μέλη τον νόμιμο αναπληρωτή του και τον προϊστάμενο του δικαστικού τμήματος ή του αντίστοιχου γραφείου, για βασική βεβαιωμένη οφειλή που υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ και μέχρι τις οκτακόσιες χιλιάδες (800.000) ευρώ. Γραμματέας ορίζεται από τον πρόεδρο της επιτροπής ένας από τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας. γ) O Υπουργός Οικονομικών, μετά από γνωμοδότηση της επιτροπής του επόμενου άρθρου για βασική βεβαιωμένη οφειλή, που υπερβαίνει το ποσό των οκτακοσίων χιλιάδων (800.000) ευρώ. 2. Αρμόδια όργανα για επανεξέταση αιτήματος αύξησης του αριθμού των δόσεων, λόγω αντικειμενικής οικονομικής αδυναμίας του οφειλέτη, είναι: α) η επιτροπή της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 για βασική βεβαιωμένη οφειλή μέχρι του ποσού των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ και β) ο Υπουργός Οικονομικών, μετά από γνωμοδότηση της επιτροπής του επόμενου άρθρου, για βασική βεβαιωμένη οφειλή άνω των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ. 3. Τα ανωτέρω όργανα δύνανται να χορηγούν άπαξ αναστολή πληρωμής μέρους ή του συνόλου συγκεκριμένης οφειλής για χρονικό διάστημα μέχρι πέντε (5) μηνών, εφόσον ο οφειλέτης αντιμετωπίζει αποδεδειγμένα πρόσκαιρη οικονομική αδυναμία καταβολής οποιουδήποτε ποσού της οφειλής του. Η χορήγηση της ανωτέρω αναστολής πληρωμής παρέχει αποκλειστικά και μόνο στον αιτούντα τα ευεργετήματα της παραγράφου 1 του άρθρου 19 και το Δημόσιο διατηρεί τα δικαιώματα του άρθρου 20 του παρόντος, καθώς και το δικαίωμα επιβολής κατάσχεσης στα χέρια τρίτων. Η ανωτέρω αναστολή δεν χορηγείται κατά τη διάρκεια ισχύουσας διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής. Με την απόφαση χορήγησης αναστολής πληρωμής αναστέλλεται ο χρόνος παραγραφής των χρεών κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 87 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α΄), καθώς και στις διατάξεις του άρθρου 88 του ίδιου νόμου, οι οποίες εφαρμόζονται αναλογικά. 4. Ως βασική οφειλή, για τον προσδιορισμό του αρμόδιου οργάνου εξέτασης του αιτήματος διευκόλυνσης ή αναστολής, θεωρείται το σύνολο των βεβαιωμένων οφειλών όπως αυτό διαμορφώνεται την ημέρα υποβολής της αίτησης χωρίς τις προσαυξήσεις του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α΄) (Κ.Ε.Δ.Ε.).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το άρθρο 18 του ν. 2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Άρθρο 18 Προϋποθέσεις εξέτασης αιτήματος διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής − Περιορισμοί − Επανεξέταση 1. Για την εξέταση των προϋποθέσεων χορήγησης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής απαιτούνται: α) η υποβολή αίτησης εκ μέρους του οφειλέτη ή συνυπόχρεου προσώπου, β) η καταβολή παραβόλου υπέρ του Δημοσίου σε ποσοστό πέντε τοις χιλίοις (5‰) επί της βασικής οφειλής για την οποία ζητείται η διευκόλυνση, που δεν μπορεί να υπερβεί τα χίλια (1.000) ευρώ. 2. Εφόσον, κατά την υποβολή της αίτησης, υφίστανται στην ίδια οφειλή, για την οποία ζητείται η διευκόλυνση, και μη ληξιπρόθεσμες δόσεις αυτής, το ποσό αυτών περιλαμβάνεται υποχρεωτικά στην απόφαση της διευκόλυνσης, οπότε στις δόσεις που προκύπτουν από το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας των κριτηρίων του οφειλέτη προστίθεται ο αριθμός των δόσεων που δεν είναι ληξιπρόθεσμες. Αν υπάρχουν δύο ή περισσότερες οφειλές με μη ληξιπρόθεσμες δόσεις, προστίθεται ο αριθμός των δόσεων της οφειλής με τις περισσότερες μη ληξιπρόθεσμες δόσεις, πλην όμως ο συνολικός αριθμός των δόσεων της διευκόλυνσης δεν μπορεί να υπερβεί τις σαράντα οκτώ (48). Για οφειλές που η περιοδικότητα καταβολής των κατά νόμο δόσεων είναι μεγαλύτερη του μήνα, οι μη ληξιπρόθεσμες δόσεις αυτών περιλαμβάνονται στη διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, εφόσον ζητηθεί από τον οφειλέτη. 3. Για την ίδια οφειλή επιτρέπεται η χορήγηση μέχρι τριών διευκολύνσεων κατ’ ανώτατο όριο ανεξάρτητα αν η αίτηση υποβάλλεται από τον οφειλέτη ή συνυπόχρεο πρόσωπο και οι δόσεις αυτών καθορίζονται ως ακολούθως: α) ο αριθμός των δόσεων της πρώτης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής καθορίζεται με βάση το άθροισμα των συντελεστών αξιολόγησης των κριτηρίων του άρθρου 17 του παρόντος, β) η δεύτερη διευκόλυνση μπορεί να χορηγηθεί μετά την απώλεια της πρώτης και ο αριθμός των δόσεων αυτής καθορίζεται με την ίδια ως άνω διαδικασία, με τον περιορισμό ότι η πρώτη δόση αυτής θα είναι τουλάχιστον ίση με ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) της οφειλής για την οποία ζητήθηκε η δεύτερη διευκόλυνση, γ) η τρίτη διευκόλυνση μπορεί να χορηγηθεί μετά την απώλεια της δεύτερης, εφόσον όμως κατατεθεί εγγύηση με την οποία θα διασφαλίζεται η πληρωμή των δόσεων αυτής, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου αυτού, οι οποίες δεν μπορεί να υπερβαίνουν τον εναπομείναντα αριθμό των δόσεων της δεύτερης διευκόλυνσης και με τον περιορισμό ότι η πρώτη δόση αυτής θα είναι τουλάχιστον ίση με ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της οφειλής για την οποία ζητήθηκε η τρίτη διευκόλυνση. 4. Σε κάθε περίπτωση χορήγησης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής για αναστολή μέτρου είσπραξης ή για χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας, μπορεί να τίθεται αυξημένο ποσό πρώτης δόσης, κατά την κρίση του οργάνου που τη χορηγεί πέραν των όσων ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο. 5. O οφειλέτης εκπίπτει του ευεργετήματος της διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής, εφόσον δεν πληρώσει τρεις συνεχείς μηνιαίες δόσεις αυτής. To ίδιο ισχύει και σε περίπτωση μη καταβολής της προτελευταίας ή της τελευταίας δόσης της διευκόλυνσης, εφόσον παρέλθει αντίστοιχο χρονικό διάστημα. 6. Ο οφειλέτης, ο οποίος αδυνατεί αντικειμενικά να ανταποκριθεί στις δόσεις της πρώτης διευκόλυνσης που του χορηγήθηκε, μπορεί να υποβάλει άπαξ αίτηση επανεξέτασης για αύξηση του αριθμού των δόσεων αυτής. Η αίτηση υποβάλλεται στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου, όπου είναι βεβαιωμένη η οφειλή, μέσα σε δύο (2) μήνες από την ημερομηνία της τελευταίας εμπρόθεσμης καταβολής δόσης της διευκόλυνσης, της οποίας ζητείται η επανεξέταση και συνοδεύεται από τα στοιχεία με τα οποία αποδεικνύεται η αντικειμενική αδυναμία συμμόρφωσης του οφειλέτη στη διευκόλυνση αυτή. 7. Ο αριθμός των δόσεων της πρώτης διευκόλυνσης, της οποίας ζητήθηκε η επανεξέταση, μπορεί, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του αρμόδιου οργάνου, να αυξηθεί μέχρι του τριπλασίου, κατ’ ανώτατο όριο, του αθροίσματος των συντελεστών αξιολόγησης των κριτηρίων του άρθρου 17, αλλά ο συνολικός αριθμός των δόσεων δεν μπορεί να υπερβεί τις σαράντα οκτώ (48). Κατά την εκτέλεση της απόφασης, επί αιτήματος επανεξέτασης πρώτης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής, που έγινε δεκτό, αφαιρείται ο αριθμός των δόσεων που έχουν ήδη καταβληθεί και το ποσό της νέας δόσης καθορίζεται επί του εναπομείναντος ανείσπρακτου υπολοίπου, η απόφαση δε αυτή θεωρείται συνέχεια της πρώτης διευκόλυνσης. Υποβολή δεύτερης αίτησης επανεξέτασης πρώτης διευκόλυνσης συγκεκριμένης οφειλής απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Επίσης απορρίπτεται, ως απαράδεκτη, αίτηση επανεξέτασης δεύτερης ή τρίτης διευκόλυνσης. 8. Οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου αυτού δεν εφαρμόζονται για οφειλές από παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, καθώς και για οφειλές από φόρο εισοδήματος που προκύπτει από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων για το τρέχον, κάθε φορά, οικονομικό έτος, εκτός αν ταυτόχρονα με την υποβολή της αίτησης επανεξέτασης κατατεθεί εγγυητική επιστολή πιστωτικού ιδρύματος, η οποία θα καταπίπτει υπέρ του Δημοσίου για την εξόφληση του συνόλου του οφειλόμενου ποσού της διευκόλυνσης σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης πληρωμής μίας δόσης αυτής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το άρθρο 19 του ν. 2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Άρθρο 19 Ευεργετήματα λόγω συμμόρφωσης σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής 1. Η χορήγηση διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής και η συμμόρφωση σε αυτή παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα: α) Καθιστά τον οφειλέτη και τους κατά οποιονδήποτε τρόπο συνυποχρέους, περιλαμβανομένων και των εγγυητών, ενήμερους για τα χρέη προς το Δημόσιο και χορηγείται σε αυτούς αποδεικτικό ενημερότητας για κάθε χρήση, με την προϋπόθεση ότι έχουν καταβληθεί όλες οι δόσεις της διευκόλυνσης μέχρι την ημερομηνία χορήγησης του αποδεικτικού και δεν υφίστανται άλλες δεσμεύσεις χορήγησής του, με την επιφύλαξη των διατάξεων του επόμενου άρθρου. β) Αναστέλλει τη λήψη ή την εκτέλεση κάθε μέτρου σε βάρος του οφειλέτη, με την επιφύλαξη των διατάξεων του επόμενου άρθρου ή άλλων ειδικών διατάξεων. γ) Αναστέλλει την εκτέλεση του μέτρου που προβλέπεται από το άρθρο 7 του ν. 2120/1993 (ΦΕΚ 24 Α΄), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 22 παράγραφος 3 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α΄). δ) Αναστέλλεται η εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄), όπως ισχύει σήμερα, καθώς και της παραγράφου 10 του άρθρου 22 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α΄). 2. Οφειλή που έχει υπαχθεί σε πρώτη διευκόλυνση τμηματικής καταβολής και ο οφειλέτης είναι απόλυτα συνεπής στην καταβολή των δόσεων αυτής, απαλλάσσεται: α) ποσοστού τριάντα τοις εκατό (30%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που επιβαρύνουν το ποσό της κάθε δόσης της διευκόλυνσης από την ημέρα χορήγησης αυτής και μετά, β) του συνόλου των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που επιβαρύνουν την τελευταία δόση της διευκόλυνσης, που δεν μπορεί να υπερβαίνουν σε ποσοστό το σαράντα τοις εκατό (40%) των συνολικών προσαυξήσεων της οφειλής. Με την καθυστέρηση καταβολής μίας δόσης της διευκόλυνσης επέρχεται απώλεια των ως άνω ευεργετημάτων. 3. Ειδικά, όταν ταυτόχρονα με τη χορήγηση οποιασδήποτε διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής κατατίθεται εγγυητική επιστολή αναγνωρισμένου στην Ελλάδα πιστωτικού ιδρύματος, η οποία θα καταπίπτει υπέρ του Δημοσίου για την εξόφληση του συνόλου του οφειλόμενου υπόλοιπου ποσού της διευκόλυνσης σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης πληρωμής μίας δόσης αυτής, απαλλάσσεται η οφειλή των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που επιβαρύνουν το ποσό όλων των δόσεων της διευκόλυνσης από την ημέρα χορήγησης αυτής και μετά. Εφόσον, στην περίπτωση αυτή, πρόκειται για την πρώτη διευκόλυνση εφαρμόζονται ταυτόχρονα και οι διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού. 4. Σε περίπτωση αιτήματος εφάπαξ εξόφλησης του συνόλου των ληξιπρόθεσμων οφειλών, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί την ημέρα υποβολής της αίτησης και πληρωμής αυτών, εκπίπτεται ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, που αναλογούν στο ποσό αυτό. Στην εφάπαξ εξόφληση, ως ανωτέρω, περιλαμβάνονται υποχρεωτικά και οι οφειλές που έχουν υπαχθεί σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, για τις υπόλοιπες οφειλόμενες δόσεις αυτής. Οι διατάξεις των ανωτέρω εδαφίων ισχύουν και στην περίπτωση απευθείας εξόφλησης της οφειλής, μέσω δανείου από αναγνωρισμένο στην Ελλάδα πιστωτικό ίδρυμα, το προϊόν του οποίου μεταφέρεται στην αρμόδια υπηρεσία, με τραπεζική επιταγή που εκδίδεται σε διαταγή της. Από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου εξαιρούνται οφειλές υπέρ ξένων κρατών, καθώς και οφειλές που από ειδικές διατάξεις δεν επιτρέπεται απαλλαγή από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου αυτού αρχίζει ένα (1) μήνα μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 66Μεταβατική διάταξη καταβολής εφάπαξ ληξιπρόθεσμων οφειλώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οφειλές προς το Δημόσιο, βεβαιωμένες στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ) και τα Τελωνεία, καθώς και οφειλές υπέρ τρίτων που εισπράττονται μέσω των Δ.Ο.Υ, οι οποίες κατέστησαν ληξιπρόθεσμες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α΄) (Κ.Ε.Δ.Ε.), μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2009, εφόσον εξοφληθούν στο σύνολό τους εφάπαξ μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, απαλλάσσονται κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο οφειλέτης δύναται να εξοφλήσει εφάπαξ, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, το σύνολο εγγραφής ή εγγραφών οφειλών του, με απαλλαγή ποσοστού εξήντα τοις εκατό (60%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν με την προϋπόθεση, ότι το ύψος της υπό εξόφλησης βεβαιωμένης και ληξιπρόθεσμης βασικής οφειλής θα είναι τουλάχιστον ίσο με ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) της συνολικής ληξιπρόθεσμης βασικής οφειλής του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στις ανωτέρω διατάξεις και με τις ίδιες προϋποθέσεις υπάγονται, μόνο εάν ζητηθεί από τον οφειλέτη: α) οι οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης, β) οι οφειλές που έχουν υπαχθεί σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής κατά τις διατάξεις των άρθρων 13−21 του ν. 2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α΄), όπως ισχύουν, καθώς και οι οφειλές που έχουν υπαχθεί σε οποιαδήποτε ρύθμιση, που τηρείται κατά την υποβολή του αιτήματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Δεν υπάγονται στη ρύθμιση του παρόντος άρθρου, ακόμη και αν ζητηθεί από τον οφειλέτη, οφειλές υπέρ ξένων κρατών, καθώς και οφειλές που από ειδικές διατάξεις δεν επιτρέπεται απαλλαγή από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

Άρθρο 67Αναγκαστική είσπραξη οφειλώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το άρθρο 33 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Άρθρο 33 Συνέπειες μη υποβολής δήλωσης Εάν ο τρίτος δεν προβεί σε δήλωση ή προβεί εκπρόθεσμα ή χωρίς την τήρηση του τύπου που προβλέπεται από το άρθρο 32 του παρόντος, λογίζεται οφειλέτης του Δημοσίου για το σύνολο της απαίτησης, για την οποία επιβλήθηκε η κατάσχεση, εκτός αν αυτός αποδείξει ότι δεν οφείλει στον καθ’ου ή ότι η οφειλή του είναι μικρότερη από την απαίτηση του Δημοσίου, οπότε απαλλάσσεται ή ευθύνεται μέχρι του ύψους της οφειλής του, κατά περίπτωση.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Μετά το άρθρο 30 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974) προστίθεται νέο άρθρο με αριθμό 30Α που έχει ως ακολούθως: «Άρθρο 30Α Κατασχέσεις στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων Ειδικά για κατασχέσεις απαιτήσεων στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων, το κατασχετήριο έγγραφο κοινοποιείται στο κεντρικό κατάστημα ή σε οποιοδήποτε υποκατάστημα αυτών και μπορεί να περιέχει πολλούς οφειλέτες του Δημοσίου. Στο κατασχετήριο αυτό έγγραφο επισυνάπτεται για τον κάθε οφειλέτη πίνακας στον οποίο αναφέρεται το είδος και το ποσό κάθε οφειλής, ως και ο αριθμός και η χρονολογία βεβαίωσής της. Η δήλωση του πιστωτικού ιδρύματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32, γίνεται κοινή για όλους τους οφειλέτες του κατασχετηρίου εγγράφου και συνοδεύεται απαραίτητα από παραστατικό κίνησης του τραπεζικού λογαριασμού του κάθε οφειλέτη για διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ημερών πριν την ημερομηνία επίδοσης του κατασχετηρίου εγγράφου και μιας ημέρας μετά από αυτήν, άλλως θεωρείται ότι δεν υποβλήθηκε ποτέ δήλωση. Η απόδοση των ποσών στην υπηρεσία που επέβαλε την κατάσχεση γίνεται υποχρεωτικά εντός δέκα (10) ημερών από την υποβολή της δήλωσης του πιστωτικού ιδρύματος. Οι διατάξεις των άρθρων 87 και 88 του ν.δ. 17.7/13.8.1923 (ΦΕΚ 224 Α΄) δεν εφαρμόζονται. Για την ανωτέρω διαδικασία δεν καταβάλλονται έξοδα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο άρθρο 39 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων προστίθεται νέα παράγραφος με αριθμό 6 ως ακολούθως: «6. Για τα ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχή, όπου ισχύει το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων για τον υπολογισμό του φόρου μεταβίβασης, η τιμή πρώτης προσφοράς των παραγράφων 2 και 5 του παρόντος άρθρου, δεν μπορεί να υπολείπεται της αξίας αυτής, όπως ισχύει κατά το χρόνο επιβολής της κατάσχεσης ή κατά το χρόνο έκδοσης του προγράμματος πλειστηριασμού αντίστοιχα.» Η ανωτέρω διάταξη εφαρμόζεται και για τα προγράμματα πλειστηριασμού που εκδίδονται βάσει προγενέστερων της δημοσίευσης του νόμου αυτού κατασχέσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η παράγραφος 1 του άρθρου 41 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων αντικαθίσταται ως ακολούθως: «1. O προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. μετά την παρέλευση σαράντα (40) ημερών και το αργότερο σε τέσσερις (4) μήνες από την κατάσχεση, εκδίδει πρόγραμμα πλειστηριασμού, που περιέχει τα οριζόμενα στο άρθρο 19 του παρόντος, καθώς και την περιγραφή και την εκτίμηση του κατασχεθέντος κατά την κατασχετήρια έκθεση, και ορίζει ημερομηνία πλειστηριασμού το αργότερο σε πέντε (5) μήνες από την ημερομηνία έκδοσης του προγράμματος. Εάν ο πλειστηριασμός δεν διενεργηθεί την ορισθείσα με το πρόγραμμα ημέρα, ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. εκδίδει νέο πρόγραμμα το αργότερο εντός έτους από την ημέρα του μη διενεργηθέντος πλειστηριασμού ή επί αναστολής αυτού, από την ημέρα που έπαυσε η αναστολή και ορίζει ημερομηνία πλειστηριασμού κατά τα ανωτέρω. Οι ανωτέρω προθεσμίες δεν τηρούνται, εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος, που αναφέρεται σε αιτιολογημένη έκθεση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Σε κάθε περίπτωση, η έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού μετά την πάροδο των ανωτέρω προθεσμιών, δεν επιφέρει ακυρότητα αυτού.» Για τις κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, τα προγράμματα πλειστηριασμού εκδίδονται το αργότερο εντός έτους από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού, με την εφαρμογή όσων ορίζονται στην παράγραφο αυτή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στο τέλος της παραγράφου 6 του άρθρου 6 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων προστίθενται δύο νέα εδάφια, ως ακολούθως: «Το ίδιο ισχύει και για τις αναστολές είτε του νόμιμου τίτλου είτε της ταμειακής βεβαίωσης είτε των πράξεων της διοικητικής εκτέλεσης, που χορηγούνται στα πλαίσια δικαστικής αμφισβήτησης, για το ποσό που οφείλεται τελικά με βάση τη δικαστική απόφαση. Οι ως άνω αναστολές δεν εμποδίζουν την εφαρμογή των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 8, καθώς και του άρθρου 83 του παρόντος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

α) Η προσωποκράτηση ως αναγκαστικό μέτρο προς είσπραξη δημοσίων εσόδων καταργείται. Αποφάσεις, που διατάσουν προσωπική κράτηση για βεβαιωμένα και ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο και δεν έχουν εκτελεσθεί κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού δεν εκτελούνται. Αν άρχισε η εκτέλεσή τους, διακόπτεται και ο κρατούμενος απολύεται. Εκκρεμείς αιτήσεις, καθώς και ένδικα μέσα κατά των ανωτέρω αποφάσεων δεν εισάγονται για συζήτηση και οι υποθέσεις τίθενται στο αρχείο. β) Η αναστολή της παραγραφής χρεών, για τα οποία υποβλήθηκε αίτηση προσωπικής κράτησης, λήγει με τη δημοσίευση του νόμου αυτού, η παραγραφή τους όμως δεν συμπληρώνεται πριν την πάροδο τουλάχιστον έτους από τη λήξη της αναστολής. γ) Οι διατάξεις της περίπτωσης 3 του άρθρου 9 του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α΄), των άρθρων 231 έως 243 του ν. 2717/1999 (ΦΕΚ 97 Α΄), καθώς και των διατάξεων των άρθρων 1 έως 11 του ν. 1867/1989 (ΦΕΚ 227 Α΄), όπως ισχύει, καθώς και κάθε άλλη σχετική διάταξη που αναφέρεται στο θέμα αυτό, καταργούνται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 58 του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α΄) εφαρμόζεται αναλόγως και στους πίνακες διανομής που συντάσσουν οι σύνδικοι πτωχεύσεως κατά τις διατάξεις του ν. 3588/2007 (ΦΕΚ 153 Α΄), ισχύει δε και για όλα τα Ν.Π.Δ.Δ. οι απαιτήσεις των οποίων εισπράττονται κατά τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Εφέσεις κατά καταλογιστικών πράξεων ή αποφάσεων των Υπουργών, αρμοδίων Κλιμακίων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συλλογικών οργάνων ή μη της Διοίκησης ή άλλου φορέα επί διαχειρίσεως υλικού ή χρηματικού του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. και Ν.Π.Ι.Δ. που χρηματοδοτούνται με δημόσιο ή κοινοτικό χρήμα, οι οποίες ασκούνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή από τον αρμόδιο Υπουργό ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και αιτήσεις αναιρέσεων κατά αποφάσεων των Τμημάτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου που εκδίδονται μετά από εκδίκαση έφεσης κατά τα ανωτέρω, ασκούνται εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, η οποία αρχίζει για καθέναν από τους διαδίκους από την επίδοση ή την καθ’ οιονδήποτε τρόπο περιέλευση ή γνώση της προσβαλλόμενης πράξης ή απόφασης σε αυτούς ή στον νόμιμο αντίκλητό τους και για τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας από την περιέλευση της προσβαλλόμενης πράξης ή απόφασης στη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας. Οποιαδήποτε αναβολή στις ως άνω περιπτώσεις γίνεται σε ρητή δικάσιμο η οποία προσδιορίζεται πάντοτε μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την ημέρα της αναβολής. Κάθε αντίθετη διάταξη περί την προθεσμία άσκησης των ενδίκων μέσων της έφεσης και αναίρεσης κατά των ως άνω πράξεων ή αποφάσεων ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου καταργείται.

Άρθρο 68Διαδικασία πληρωμής τόκου αχρεωστήτως εισπραχθέντων εσόδωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μετά το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν.1473/1984 (ΦΕΚ 127 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του ν. 2120/1993 (ΦΕΚ 24 Α΄), προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής: «Σε περίπτωση δικαστικής επιδίκασης τόκων με επιτόκιο διαφορετικό εκείνου των έντοκων γραμματίων του Δημοσίου τρίμηνης διάρκειας, η επιστροφή των τόκων στον δικαιούχο γίνεται με την έκδοση χρηματικού εντάλματος από τις αρμόδιες υπηρεσίες δημοσιονομικού ελέγχου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και για τις εκκρεμείς, μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου υποθέσεις.

Αθήνα, 22 Απριλίου 2010
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ
ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ
ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ
ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
ΛΟΥΚΙΑ − ΤΑΡΣΙΤΣΑ ΚΑΤΣΕΛΗ ΚΩΝ/ΝΑ ΜΠΙΡΜΠΙΛΗ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΥΠΟΔΟΜΩΝ,
ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΑΝΝΑ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΡΕΠΠΑΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΒΕΡΔΟΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΜΠΑΤΖΕΛΗ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους Αθήνα, 23 Απριλίου 2010
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Χ. ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ