35 Α' 2005

Νόμος 3312/2005

Αμοιβαία συνδρομή των κρατών ­μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της άμεσης φορολογίας, φορολο­γία τόκων και άλλες διατάξεις.

16 Φεβρουαρίου 2005

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 35

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3312
Αμοιβαία συνδρομή των κρατών­μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της άμεσης φορολογίας, φορολο­ γία τόκων και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2003/93/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 7ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2003 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ - ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
Άρθρο 1Σκοπός και πεδίο εφαρμογής

Οι διατάξεις του άρθρου 2 του παρόντος νόμου αποτε­ λούν εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με τις διατά­ ξεις της με αριθμό 2003/93/ΕΚ Οδηγίας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (L 264/23/15.10.2003). Η Οδηγία αυτή τροποποίησε την με αριθμό 77/799/ΕΟΚ Οδηγία του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (L 336/15/27.12.1977), σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή των αρμόδιων αρχών των κρατών ­ μελών στον τομέα της άμεσης και της έμμεσης φορολογίας, η οποία έχει ενσω­ ματωθεί στην ελληνική νομοθεσία με τις διατάξεις των άρθρων 19 έως και 24 του Κεφαλαίου Β' «ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΕΝ­ ΔΟΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΒΟΗΘΕΙΑ» του Ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178/Α'/ 17.12.1990).

Άρθρο 2ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παράγραφος 1 του άρθρου 20 του Ν. 1914/1990 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών ή ο εξου­ σιοδοτημένος εκπρόσωπός του παρέχει προς τις αρμό­ διες αρχές των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινό­ τητας, μετά από αίτησή τους και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 21, τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες σε αυτές για τον ορθό καθορισμό του φόρου 16 Φεβρουαρίου 2005 εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, του φόρου κεφαλαίου, του φόρου υπεραξίας κεφαλαίου, των φόρων επί των ασφαλίστρων και ειδικότερα του φόρου κύκλου εργασιών και των τελών χαρτοσήμου, όπως και παρόμοι­ ων ή ανάλογου χαρακτήρα φόρων, που ενδεχομένως προστίθενται ή αντικαθιστούν τους εν λόγω φόρους, κα­ θώς και για τον προσδιορισμό τελών και ειδικών φόρων και των φόρων οι οποίοι υπάγονται στους ειδικούς φό­ ρους κατανάλωσης μέχρι την 1η Ιουλίου 2005, οπότε τί­ θεται σε εφαρμογή ο Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2073/2004 του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2004 για τη διοικη­ τική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανά­ λωσης (L 359/1/4.12.2004). Η παροχή πληροφοριών από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών ή τον εξουσιο­ δοτημένο εκπρόσωπό του, σχετικά με το φόρο προστιθέ­ μενης αξίας, ρυθμίζεται από τον Κανονισμό 1798/2003/ΕΚ του Συμβουλίου της 8ης Οκτωβρίου 2003, για τη διοικητι­ κή συνεργασία στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας (L 264/15.10.2003).»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο άρθρο 20 του Ν. 1914/1990 προστίθεται παρά­ γραφος 6, η οποίας έχει ως εξής: «6. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1, ως εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος του Υπουργού Οι­ κονομίας και Οικονομικών ορίζεται η Διεύθυνση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία είναι η αρμόδια αρχή για να: ί) ζητεί από τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών ­ με­ λών την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ίί) λαμβάνει τις φορολογικές πληροφορίες που της πα­ ρέχουν οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών ­ μελών είτε μετά από αίτησή της είτε χωρίς προηγούμενη αίτησή της, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4, ίίί) παρέχει προς τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών ­ μελών πληροφορίες σύμφωνα με τις διατάξεις της πα­ ραγράφου 1 είτε μετά από αίτησή τους είτε χωρίς προη­ γούμενη αίτηση.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διατάξεις του άρθρου 22 του Ν. 1914/1990 συ­ μπληρώνονται ως εξής: α. Η υφιστάμενη παράγραφος αριθμείται ως παράγρα­ φος 1. β. Προστίθεται παράγραφος 2, η οποία έχει ως εξής: «2. Οι πληροφορίες αυτές: α) Δεν είναι προσβάσιμες παρά μόνο στα πρόσωπα τα οποία είναι επιφορτισμένα με τη βεβαίωση ή την είσπρα­ ξη του φόρου ή την εκτέλεση του ελέγχου. β) Δεν αποκαλύπτονται παρά μόνο με την ευκαιρία δι­ καστικής ή διοικητικής διαδικασίας που επισύρει την επι­ βολή κυρώσεων όταν η διαδικασία αυτή συνδέεται με τη βεβαίωση ή την είσπραξη του φόρου. Στις περιπτώσεις αυτές, οι εν λόγω πληροφορίες αποκαλύπτονται μόνον στα πρόσωπα που μετέχουν άμεσα στη δικαστική ή τη διοικητική διαδικασία. γ) Μπορούν να αποκαλύπτονται κατά τη διάρκεια δη­ μόσιων ακροάσεων ή σε δικαστικές αποφάσεις, μόνον υπό τον όρο ότι έχει προηγουμένως παρασχεθεί η σχε­ τική συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής του κράτους ­ μέ­ λους που παρέχει τις πληροφορίες. δ) Δεν χρησιμοποιούνται κατ' άλλον τρόπο σε καμία περίπτωση, αλλά μόνον για σκοπούς φορολογικούς ή για σκοπούς δικαστικής ή διοικητικής διαδικασίας που επι­ σύρει την επιβολή κυρώσεων όταν οι διαδικασίες αυτές συνδέονται με τη βεβαίωση ή την είσπραξη του φόρου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ο τίτλος του άρθρου 23 του ιδίου νόμου αντικαθίστα­ ται ως εξής: «Διευθέτηση θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος ­ Ενημέρωση της Επιτροπής».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η υφιστάμενη παράγραφος του άρθρου 23 αριθμεί­ ται ως παράγραφος 3 και πριν από αυτήν προστίθενται παράγραφοι 1 και 2, που έχουν ως εξής: «1. Για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού, πραγματοποιούνται, αν συντρέχουν ειδικοί λόγοι, δια­ βουλεύσεις για τη διευθέτηση διμερών θεμάτων, μεταξύ της αρμόδιας ελληνικής φορολογικής αρχής και της φο­ ρολογικής αρχής του ενδιαφερόμενου κράτους ­ μέλους, μετά από αίτηση μίας από αυτές. 2. Αν η αρμόδια ελληνική φορολογική αρχή διαπιστώνει, από τις πληροφορίες που λαμβάνει ή παρέχει, ότι αυτές είναι απαραίτητες και σε άλλα κράτη ­ μέλη για την κατα­ πολέμηση της φοροδιαφυγής ή της φοροαποφυγής, τό­ τε μπορεί, μετά από σχετική αίτησή της προς την Ευρω­ παϊκή Επιτροπή, να προβεί σε διαβουλεύσεις με εκπρο­ σώπους των αρμόδιων φορολογικών αρχών των άλλων κρατών ­ μελών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η παράγραφος 3 του άρθρου 23 του ιδίου νόμου τρο­ ποποιείται ως εξής: «3. Ο Υπουργός των Οικονομικών ή ο εξουσιοδοτημέ­ νος εκπρόσωπός του υποχρεούται να ανακοινώνει στην Επιτροπή (COMMISSION) οποιαδήποτε διευθέτηση επι­ τυγχάνεται μεταξύ της Ελλάδας και ενός από τα κράτη ­ μέλη σε θέματα γενικής φύσης που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 20­23 του παρόντος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Καταργείται το άρθρο 24 του Ν. 1914/1990.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2003/48/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 3ης ΙΟΥΝΙΟΥ 2003 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΥΠΟ ΜΟΡΦΗ ΤΟΚΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΠΟΚΤΟΥΝ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
Άρθρο 3Σκοπός και πεδίο εφαρμογήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις των άρθρων 4 έως και 13 του παρόντος νόμου αποτελούν εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με τις διατάξεις της υπ' αριθμ. 2003/48/ΕΚ Οδηγίας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕL 157/38/ 26.6.2003) σχετικά με τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, όπως προσδιο­ ρίζεται κατωτέρω.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται για το εισόδημα από τόκους που προκύπτει στην Ελλάδα από αποταμιεύ­ σεις και καταβάλλεται σε πραγματικό δικαιούχο, ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο με φορολογική κατοικία σε άλλο κράτος ­ μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον το ει­ σόδημα αυτό καταβάλλεται από φορείς πληρωμής, εγκα­ τεστημένους στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασης του οφειλέτη των τόκων.

Άρθρο 4Ορισμοί Για την εφαρμογή των άρθρων 4 έως και 13 του παρό­ ντος νόμου, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ως «πραγματικός δικαιούχος» νοείται το φυσικό πρό­ σωπο που εισπράττει τόκους ή αυτό προς όφελος του οποίου εξασφαλίζεται πληρωμή τόκων, εκτός εάν παρά­ σχει αποδεικτικά στοιχεία ότι η πληρωμή των τόκων δεν πραγματοποιήθηκε ή εξασφαλίστηκε για δικό του λογα­ ριασμό, όταν ενεργεί: α) ως φορέας πληρωμής της παραγράφου 2 ή β) εξ ονόματος νομικού προσώπου, οργανισμού, ο οποί­ ος φορολογείται για τα κέρδη του σύμφωνα με τις διατά­ ξεις του Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α') ή Οργανισμού Συλλο­ γικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (εφεξής Ο.Σ.Ε.Κ.Α.) εγκεκριμένου σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ ή οργανισμού που αναφέρεται στην περί­ πτωση β' της παραγράφου 2. Αν ενεργεί εξ ονόματος ορ­ γανισμού σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 2, υποχρεούται να γνωστοποιεί την επωνυμία και τη διεύθυνση του εν λόγω οργανισμού στον οικονομικό φορέα που καταβάλλει τους τόκους και στη συνέχεια αυτός διαβιβάζει τις πληροφορίες στην αρμόδια φορολογική αρχή του κράτους ­ μέλους που είναι εγκα­ τεστημένος ή γ) εξ ονόματος άλλου φυσικού προσώπου, το οποίο εί­ ναι ο πραγματικός δικαιούχος και γνωστοποιεί στον φο­ ρέα πληρωμής τα στοιχεία ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 5.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ως «φορείς πληρωμής» νοούνται: α) Τα νομικά πρόσωπα ή τα εγκατεστημένα στη χώρα μας υποκαταστήματά τους που ορίζονται στο άρθρο 2 του Ν. 2076/1992 (ΦΕΚ 130/Α') ή οποιοσδήποτε άλλος οι­ κονομικός φορέας, ο οποίος καταβάλλει τόκους στον πραγματικό δικαιούχο ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού, ανεξάρτητα από το εάν ο φο­ ρέας αυτός είναι ο οφειλέτης των τόκων ή είναι ο φορέας στον οποίο έχει αναθέσει ο οφειλέτης ή ο πραγματικός δι­ καιούχος την πληρωμή των τόκων ή την εξασφάλιση αυ­ τής της πληρωμής. β) Κάθε φορέας που είναι εγκατεστημένος στην Ελλά­ δα και προβαίνει σε πληρωμή τόκων ή εξασφαλίζει τόκους προς όφελος του πραγματικού δικαιούχου, κατά την εν λόγω πληρωμή ή εξασφάλιση της πληρωμής. Το προη­ γούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται αν ο οικονομικός φορέ­ ας της ημεδαπής που καταβάλλει τόκους ή εξασφαλίζει την πληρωμή τους σε οικονομικό φορέα της αλλοδαπής έχει λόγους να πιστεύει με βάση επίσημα αποδεικτικά στοιχεία, που υποχρεούται να προσκομίσει ο φορέας της αλλοδαπής, ότι ο φορέας της αλλοδαπής είτε: αα) είναι νομικό πρόσωπο, μη περιλαμβανομένου του avoίn yhtίo (Ay) και kommandίίttίyhtίo (Κy)/ oppet bolag και kommandίtbolag (Φιλανδία) και του handelsbolag (ΗΒ) και kommandίtbolag (ΚΒ) (Σουηδία) είτε ββ) τα κέρδη του φορολογούνται με βάση τις γενικές διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος είτε γγ) συνιστά Ο.Σ.Ε.Κ.Α. που διέπεται από τις διατάξεις της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ. Ο οικονομικός φορέας της ημεδαπής που καταβάλλει τόκους σε έναν τέτοιο φορέα εγκατεστημένο σε άλλο κράτος ­ μέλος της Ε.Ε. ή εξασφαλίζει την καταβολή τό­ κων για αυτόν, είναι φορέας πληρωμής σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, κοινοποιεί την επωνυ­ μία και τη διεύθυνση του ως άνω φορέα της αλλοδαπής, καθώς και το συνολικό ποσό των τόκων που του κατέβαλε ή των οποίων εξασφάλισε την καταβολή στην αρμόδια αρ­ χή της παραγράφου 4, η οποία στη συνέχεια διαβιβάζει τα στοιχεία αυτά στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης του ως άνω φορέα. γ) Ο φορέας που αναφέρεται στην περίπτωση β', δικαι­ ούται να αντιμετωπίζεται ως Ο.Σ.Ε.Κ.Α. σύμφωνα με την υποπερίπτωση γγ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Εάν ο φορέας αυτός, που είναι εγκατεστημένος στην Ελλάδα, ασκήσει το παραπάνω δι­ καίωμα, τότε δύναται να ζητήσει την έκδοση πιστοποιητι­ κού από την αρμόδια υπηρεσία, το οποίο στη συνέχεια υποχρεούται να υποβάλλει στον οικονομικό φορέα. δ) Αν ο οικονομικός φορέας και ο φορέας που αναφέ­ ρεται στην περίπτωση β' είναι εγκατεστημένοι στην Ελλά­ δα, υποχρεούνται στην εφαρμογή μέτρων, τα οποία θα οριστούν με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οι­ κονομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ως «τόκοι» νοούνται: α) Οι καταβληθέντες ή εγγεγραμμένοι σε λογαριασμό τόκοι που προέρχονται από απαιτήσεις κάθε μορφής, συ­ νοδευόμενοι ή μη από ενυπόθηκες εγγυήσεις ή από ρή­ τρα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, ιδίως τα εισο­ δήματα από τίτλους του Δημοσίου και ομολογιακά δά­ νεια, συμπεριλαμβανομένων κάθε είδους πρόσθετων ωφελημάτων και βραβείων (λαχνών) που τα συνοδεύουν. Οι τόκοι υπερημερίας δεν θεωρούνται τόκοι κατά την έν­ νοια του παρόντος. β) Οι δεδουλευμένοι ή κεφαλαιοποιημένοι τόκοι κατά την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση των απαιτήσε­ ων που αναφέρονται στην περίπτωση α'. γ) Το εισόδημα που προκύπτει από τόκους είτε άμεσα είτε μέσω φορέα που αναφέρεται στην υποπερίπτωση ββ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 1, το οποίο διανέμε­ ται από: αα) Ο.Σ.Ε.Κ.Α. που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με τις δια­ τάξεις της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ, ββ) φορείς που επωφελούνται από το δικαίωμα που προβλέπεται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 2 και γγ) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους, στο οποίο εφαρμό­ ζεται η Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότη­ τας δυνάμει του άρθρου 299 αυτής. δ) Το εισόδημα που προκύπτει από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση επενδύσεων χαρτοφυλακίου (μονάδων) ή μεριδίων στους ακόλουθους οργανισμούς και φορείς, αν οι εν λόγω οργανισμοί και φορείς επενδύ­ ουν άμεσα ή έμμεσα ποσοστό ανώτερο του 40% του ενεργητικού τους σε απαιτήσεις που αναφέρονται στην περίπτωση α', μέσω άλλων οργανισμών συλλογικών επεν­ δύσεων ή φορέων, που είναι οι εξής: αα) Ο.Σ.Ε.Κ.Α. εγκεκριμένοι σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ, ββ) φορείς που επωφελούνται από το δικαίωμα που προβλέπεται στην περίπτωση γ'της παραγράφου 2 και γγ) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους όπως ορίζεται στο άρθρο 299 της Συνθήκης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) που αναφέρεται στην περίπτωση αυτή ορίζεται σε είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) από την 1η Ιανουαρίου 2011. Δεν αποτελεί τόκο το εισόδημα των περιπτώσεων γ' και δ' που προέρχεται από οργανισμούς ή φορείς με έδρα στην Ελλάδα όταν το ποσοστό του ενεργητικού των εν λό­ γω φορέων που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις της περί­ πτωσης α', δεν υπερβαίνει το 15% του συνολικού εισοδή­ ματος. Επίσης, δεν θεωρείται εισόδημα από τόκους το ει­ σόδημα που καταβάλλεται ή πιστώνεται σε λογαριασμό φορέα της περίπτωσης β' της παραγράφου 2, εάν ο φο­ ρέας αυτός είναι εγκατεστημένος στην Ελλάδα και το πο­ σοστό του ενεργητικού του που έχει επενδυθεί σε απαι­ τήσεις της περίπτωσης α'δεν υπερβαίνει το δεκαπέντε τοις εκατό (15%).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ως «αρμόδια αρχή» ορίζεται η Διεύθυνση Διεθνών Οι­ κονομικών Σχέσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Οι­ κονομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονο­ μικών ορίζονται τα αποδεικτικά στοιχεία των παραγρά­ φων 1, 2 και 3, καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

Άρθρο 5Υποχρεώσεις του φορέα πληρωμής για τα στοιχεία του πραγματικού δικαιούχουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο φορέας πληρωμής υποχρεούται να προσδιορίζει με ακρίβεια τους πραγματικούς δικαιούχους και τη φορο­ λογική κατοικία τους, ως ακολούθως: α) την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, ανάλο­ γα με το χρόνο έναρξης ισχύος της συμβατικής σχέσης που υφίσταται μεταξύ φορέα πληρωμής και δικαιούχου των τόκων, ως εξής: αα) Εάν η σύμβαση έχει συναφθεί πριν από την 1η Ια­ νουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου δηλαδή το όνομα και τη διεύθυνσή του, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 2331/1995 (ΦΕΚ 173 Α'). ββ) Για συμβάσεις που συνάπτονται από την 1η Ιανουα­ ρίου 2004 και μετά ή για συναλλαγές που πραγματοποι­ ούνται από τον ίδιο χρόνο και μετά χωρίς να υπάρχει σύμ­ βαση, ο φορέας πληρωμής υποχρεούται να εξακριβώνει τα στοιχεία του πραγματικού δικαιούχου δηλαδή το όνο­ μα, τη διεύθυνση και τον αριθμό φορολογικού μητρώου στο κράτος ­ μέλος που έχει τη φορολογική κατοικία του. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από το διαβατήριο ή το δελ­ τίο ταυτότητας που προσκομίζει ο πραγματικός δικαιού­ χος. Αν η διεύθυνση δεν αναγράφεται στα προαναφερό­ μενα έγγραφα, εξακριβώνεται βάσει οποιουδήποτε απο­ δεικτικού εγγράφου που θα προσκομίσει ο πραγματικός δικαιούχος. Ειδικά για τον αριθμό φορολογικού μητρώου, εάν αυτός δεν αναγράφεται στο διαβατήριο ή στο δελτίο ταυτότητας ή σε οποιοδήποτε άλλο επίσημο έγγραφο, εν­ δεχομένως στο πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας που προσκομίζει ο πραγματικός δικαιούχος, τα στοιχεία ταυτότητας συμπληρώνονται με την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης του πραγματικού δικαιούχου που προκύ­ πτουν από το διαβατήριο ή το δελτίο ταυτότητας. β) την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου, ανάλογα με το χρόνο έναρξης ισχύος των συμβατικών σχέσεων που υφίστανται μεταξύ του φορέα πληρωμής και του δι­ καιούχου των τόκων, ως εξής: αα) Εάν η σύμβαση έχει συναφθεί πριν από την 1η Ια­ νουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κα­ τοικία του πραγματικού δικαιούχου, ήτοι τη χώρα στην οποία ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη μόνιμη διεύθυν­ σή του, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που έχει στη διά­ θεσή του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2331/1995. ββ) Για συμβάσεις που συνάπτονται από την 1η Ιανουα­ ρίου 2004 και μετά ή για συναλλαγές που πραγματοποι­ ούνται από τον ίδιο χρόνο και μετά χωρίς να υπάρχει σύμ­ βαση, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου, ήτοι τη χώρα στην οποία ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη μόνιμη διεύθυνσή του, με βάση τη διεύθυνση που αναγράφεται στο διαβατήριο ή στο δελτίο ταυτότητας και σε περίπτωση ελλείψεως των ανωτέρω, με βάση οποιοδήποτε αποδεικτικό έγγραφο, το οποίο προσκομίζει ο πραγματικός δικαιούχος σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία: για τα φυσικά πρόσωπα που προσκομίζουν διαβατήριο ή δελτίο ταυτότητας έκδοσης κράτους ­ μέλους της Ε.Ε. και τα οποία δηλώνουν ότι είναι κάτοικοι τρίτης χώρας, η κατοικία καθορίζεται με βάση το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας που εκδίδει η αρ­ μόδια αρχή της τρίτης χώρας κατοικίας. Όταν δεν υπάρ­ χει τέτοιο πιστοποιητικό, ως τόπος κατοικίας θεωρείται το κράτος ­ μέλος της Ε.Ε. που έχει εκδώσει το διαβατήριο ή την ταυτότητα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν ο φορέας πληρωμής διαθέτει στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι το φυσικό πρόσωπο στο οποίο κατα­ βάλλονται τόκοι ή για το οποίο εξασφαλίζεται η πληρωμή τόκων, μπορεί να μην συμπίπτει με τον πραγματικό δικαι­ ούχο και ότι το εν λόγω φυσικό πρόσωπο δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις α' και β'της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του παρόντος, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να προσδιορίσει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιού­ χου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού. Εάν ο φορέας πληρωμής δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει τον πραγματικό δικαιούχο, το εν λόγω φυσικό πρόσωπο θεω­ ρείται ως πραγματικός δικαιούχος και εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος.

Άρθρο 6Υποχρεώσεις των φορέων πληρωμής και των λοιπών φορέων για τους τόκουςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Όταν ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεσή του στοιχεία σχετικά με το μέρος του εισοδήματος που προ­ έρχεται από πληρωμή τόκων των περιπτώσεων γ' και δ'της παραγράφου 3 του άρθρου 4, το συνολικό ποσό του εισοδήματος θεωρείται πληρωμή τόκων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για την εφαρμογή της περίπτωσης δ' της παραγρά­ φου 3 του άρθρου 4, όταν ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεσή του στοιχεία σχετικά με το ποσοστό του ενεργητικού που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις ή σε μονά­ δες ή σε μερίδια, τότε θεωρείται ότι το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το σαράντα τοις εκατό (40%) και το είκοσι πέ­ ντε τοις εκατό (25%) από την 1η Ιανουαρίου 2011. Όταν ο φορέας πληρωμής δεν είναι σε θέση να καθορίσει το πο­ σό του εισοδήματος από τόκους που απέκτησε ο πραγ­ ματικός δικαιούχος, τότε όλο το εισόδημα που αποκτά αυτός από το προϊόν της πώλησης, της εξόφλησης ή της εξαγοράς των μετοχών ή μεριδίων, θεωρείται τόκος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Όταν οι τόκοι, όπως ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 4, καταβάλλονται ή πιστώνονται σε λογαριασμό φορέα της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 4, αν ο εν λόγω φορέας δεν επωφελείται από το δικαίωμα που προβλέπεται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 4, τότε θεωρούνται πληρωμές τόκων από το φορέα που τους καταβάλλει ή εξασφαλίζει την πληρωμή τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για την εφαρμογή των περιπτώσεων β' και δ' της πα­ ραγράφου 3 του άρθρου 4, οι φορείς πληρωμής που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα υποχρεούνται να υπολογί­ ζουν τους τόκους σε ετήσια βάση κατά τη διάρκεια πε­ ριόδου που δεν υπερβαίνει το έτος και να θεωρούν τους ετήσιους αυτούς τόκους ως πληρωμή τόκων, ακόμη και εάν δεν διενεργηθεί πώληση, εξαγορά ή εξόφληση κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Αν το ποσοστό του ενεργητικού των οργανισμών ή φορέων που αναφέρονται στις περιπτώσεις γ' και δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 4, το οποίο έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις, όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρθρου 4, δεν υπερβαίνει το δεκαπέ­ ντε τοις εκατό (15%) του συνολικού εισοδήματος, το ει­ σόδημα των περιπτώσεων γ' και δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 4 δεν θεωρείται πληρωμή τόκων. Τόκοι που καταβάλλονται ή πιστώνονται σε λογαρια­ σμό φορέα, που αναφέρεται στην περίπτωση β' της πα­ ραγράφου 2 του άρθρου 4, εάν ο φορέας αυτός είναι εγκατεστημένος στην Ελλάδα και δεν απολαμβάνει των δικαιωμάτων που προβλέπονται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 4 και το ποσοστό του ενερ­ γητικού του, που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις της περί­ πτωσης α' της παραγράφου 3 του άρθρου 4 δεν υπερ­ βαίνει το δεκαπέντε τοις εκατό (15%), δεν θεωρείται πληρωμή τόκων.

Άρθρο 7Υποβολή από το φορέα πληρωμής στοιχείων του πραγματικού δικαιούχουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Όταν ο πραγματικός δικαιούχος των τόκων κατοικεί σε άλλο κράτος ­ μέλος της Ε.Ε., τότε ο φορέας πληρω­ μής στην Ελλάδα υποχρεούται να παράσχει στην αρμόδια αρχή τα παρακάτω στοιχεία: α) τα στοιχεία ταυτότητας και την κατοικία του πραγμα­ τικού δικαιούχου σύμφωνα με το άρθρο 3, β) το όνομα και τη διεύθυνση του φορέα πληρωμής, γ) τον αριθμό λογαριασμού του πραγματικού δικαιού­ χου ή ελλείψει αυτού, τα στοιχεία της απαίτησης που απο­ τελεί γενεσιουργό αιτία των καταβαλλόμενων τόκων και δ) στοιχεία σχετικά με την πληρωμή των τόκων σύμφω­ να με την παράγραφο 2.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο φορέας πληρωμής υποχρεούται στην υποβολή των σχετικών πληροφοριών για τους τόκους, ταξινομώντας αυτούς στις παρακάτω κατηγορίες, τις οποίες και δηλώ­ νει στην αρμόδια αρχή: α) Το ποσό των καταβληθέντων ή πιστωθέντων τόκων στην περίπτωση που καταβάλλονται τόκοι σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 3 του άρθρου 4. β) Το ποσό του τόκου ή του εισοδήματος ή το συνολικό ποσό των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση, που αναφέρεται στις περιπτώσεις β' και δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 4. γ) Το ποσό του εισοδήματος ή το συνολικό διανεμόμε­ νο ποσό που περιλαμβάνεται στην περίπτωση γ' της πα­ ραγράφου 3 του άρθρου 4. δ) Το ποσό του τόκου που αναλογεί σε κάθε μέλος του φορέα πληρωμής της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 4, το οποίο πληροί τους όρους της παραγρά­ φου 1 του άρθρου 4, σε περίπτωση που καταβάλλονται τόκοι σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 6. ε) Το ποσό του ανοιγμένου σε ετήσια βάση τόκου, σε πε­ ρίπτωση που γίνεται εφαρμογή των οριζομένων στην πα­ ράγραφο 4 του άρθρου 6.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατ' εξαίρεση, στο αρχικό στάδιο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου, ο φορέας πληρωμής υποχρεούται στην υποβολή τουλάχιστον του συνολικού ποσού των τόκων ή του εισοδήματος και του συνολικού ποσού των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονο­ μικών ορίζεται η έναρξη ισχύος των οριζομένων από τις παραγράφους 2 και 3, η αρμόδια φορολογική αρχή στην οποία υποβάλλει ο φορέας πληρωμής τις πληροφορίες για τους τόκους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Άρθρο 8Αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Διεύθυνση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών γνωστοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο στην αρμόδια αρχή του κράτους ­ μέλους κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η γνωστοποίηση πληροφοριών διεξάγεται αυτόματα τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, το αργότερο μέχρι τέλος Ιουνίου εκάστου έτους, όσον αφορά το σύνολο των τόκων που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διατάξεις των άρθρων 19­20 και 22­23 του Ν. 1914/ 1990 (ΦΕΚ 178 Α') εφαρμόζονται στην ανταλλαγή πλη­ ροφοριών που προβλέπει ο παρών νόμος, εφόσον οι δια­ τάξεις του παρόντος δεν ορίζουν διαφορετικά.

Άρθρο 9Μεταβατική περίοδοςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Καθιερώνεται μεταβατική περίοδος για τους τόκους που αποκτά ο πραγματικός δικαιούχος, ο οποίος κατοικεί στην Ελλάδα και ο φορέας πληρωμής των οποίων είναι εγκατεστημένος στο Βέλγιο, Λουξεμβούργο ή Αυστρία. Η μεταβατική αυτή περίοδος αρχίζει από την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 13 και λήγει στο τέλος του πρώ­ του πλήρους φορολογικού έτους μετά τη μεταγενέστερη από τις παρακάτω ημερομηνίες: α) την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας την οποία η Ευρωπαϊκή Κοινότητα θα συνάψει τελευταία και με ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου, με μία από τις πα­ ρακάτω χώρες: Ελβετική Συνομοσπονδία, Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν, Δημοκρατία του Αγίου Μαρίνου, Πριγκι­ πάτο του Μονακό ή Πριγκιπάτο της Ανδόρας. Αντικείμενο των συμφωνιών θα είναι η ανταλλαγή πληροφοριών κατό­ πιν αιτήσεως, όπως ορίζεται στο υπόδειγμα συμφωνίας για την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών το οποίο εξέδωσε ο Ο.Ο.Σ.Α. στις 18 Απριλίου 2002 (εφεξής «υπό­ δειγμα συμφωνίας Ο.Ο.Σ.Α.»), καθόσον αφορά τις πλη­ ρωμές τόκων, όπως ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρ­ θρου 4, από φορείς πληρωμής εγκατεστημένους στα αντίστοιχα κράτη προς πραγματικούς δικαιούχους έχο­ ντες κατοικία σε έδαφος όπου εφαρμόζονται οι διατάξεις της Οδηγίας 2003/48/ ΕΚ, επιπλέον της εκ μέρους αυτών των χωρών παρακράτησης φόρου επί των πληρωμών αυ­ τών με το συντελεστή που ορίζεται για τις αντίστοιχες πε­ ριόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρ­ θρου 10, β) την ημερομηνία κατά την οποία το Συμβούλιο θα απο­ φασίσει ομόφωνα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερι­ κής υποχρεούνται να ανταλλάσσουν πληροφορίες κατό­ πιν αιτήσεως, κατά τα οριζόμενα στο υπόδειγμα συμφω­ νίας του Ο.Ο.Σ.Α., καθόσον αφορά τις πληρωμές τόκων, όπως ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 4, από φο­ ρείς πληρωμής εγκατεστημένους στις Η.Π.Α. προς πραγ­ ματικούς δικαιούχους έχοντες κατοικία σε έδαφος όπου εφαρμόζονται οι διατάξεις της Οδηγίας 2003/48/ΕΚ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, εφαρ­ μόζονται οι διατάξεις του άρθρου 10.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου της παρα­ γράφου 1 ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 4 έως και 13 του νόμου αυτού. Αν το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο ή η Αυ­ στρία επιλέξουν να εφαρμόσουν τα άρθρα 5 και 6 του πα­ ρόντος για την ανταλλαγή των πληροφοριών πριν λήξει η μεταβατική περίοδος, παύει αυτοδικαίως η εφαρμογή του άρθρου 10.

Άρθρο 10Παρακράτηση φόρου στην πηγή και κατανομή των εσόδωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που ορί­ ζεται στο προηγούμενο άρθρο, το εισόδημα υπό τη μορ­ φή τόκων από αποταμιεύσεις που αποκτά δικαιούχος κά­ τοικος Ελλάδος και καταβάλλεται από φορέα πληρωμής του Βελγίου, Λουξεμβούργου ή Αυστρίας, φορολογείται στην Ελλάδα σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2238/1994.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εάν στα εισοδήματα της προηγούμενης παραγρά­ φου, έχει παρακρατηθεί φόρος στο Βέλγιο, Λουξεμβούρ­ γο ή Αυστρία με συντελεστές παρακράτησης στην πηγή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) τα πρώτα τρία έτη, είκοσι τοις εκατό (20%) τα τρία επόμενα έτη και στη συνέχεια τριάντα πέντε τοις εκατό (35%), κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 11 της Οδηγίας, ο φόρος αυτός εκπίπτει από το φόρο που προκύπτει με βάση την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, εφόσον συντρέχουν οι εξής προ­ ϋποθέσεις: α) ο πραγματικός δικαιούχος προσκομίζει πιστοποιητι­ κό παρακράτησης φόρου στην πηγή και β) έχει πραγματοποιηθεί το αργότερο εντός έξι μηνών από το τέλος του προηγούμενου οικονομικού έτους η με­ ταβίβαση στην Ελλάδα του εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) των εσόδων από τον παρακρατηθέντα φόρο στην πηγή. Εάν το ποσό του φόρου αυτού υπερβαίνει το ποσό του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα, το επιπλέον ποσό φόρου επιστρέφεται στον πραγματικό δικαιούχο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εάν έχει διενεργηθεί οποιαδήποτε άλλη παρακρά­ τηση φόρου στην πηγή, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου, χορηγείται πίστωση φόρου κατ' εφαρμογή των συμβάσεων περί αποφυγής της διπλής φορολογίας πριν από την εφαρμογή της δια­ δικασίας που προβλέπεται στην προηγούμενη παρά­ γραφο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Μετά από αίτηση του πραγματικού δικαιούχου των τόκων, η αρμόδια αρχή εκδίδει το σχετικό πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την υποβολή της αιτήσεως, στο οποίο περιλαμβάνο­ νται: α) το όνομα, η διεύθυνση και ο αριθμός φορολογικού μητρώου του δικαιούχου, β) το όνομα και η διεύθυνση του φορέα πληρωμής, γ) ο αριθμός λογαριασμού του δικαιούχου και, εάν δεν υπάρχει αυτός, τα στοιχεία του τίτλου στον οποίο ενσω­ ματώνεται η απαίτηση. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομι­ κών μπορεί να οριστεί ο τύπος και τα στοιχεία που περι­ λαμβάνονται στο παραπάνω πιστοποιητικό. Το πιστοποι­ ητικό ισχύει για ένα έτος από την κοινοποίησή του στον πραγματικό δικαιούχο.

Άρθρο 11Διαπραγματεύσιμοι χρεωστικοί τίτλοιΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 9 και μέχρι τις 30 Δεκεμβρίου 2010, οι εγχώριες και διεθνείς ομολογίες και άλλοι δια­ πραγματεύσιμοι χρεωστικοί τίτλοι που έχουν εκδοθεί για πρώτη φορά πριν από την 1η Μαρτίου 2001 ή που τα ενη­ μερωτικά φυλλάδια για την εισαγωγή τους στο Χρηματι­ στήριο Αξιών έχουν εγκριθεί πριν από την ημερομηνία αυτή από τις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Οδηγία 80/390/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως ενσω­ ματώθηκε με το Π.Δ. 348/1985 (ΦΕΚ 125 Α'), ή από αρμό­ διες αρχές σε τρίτες χώρες, δεν θεωρούνται ως απαιτή­ σεις σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρθρου 4, εφόσον δεν πραγματοποιούνται επιπλέον εκδόσεις των εν λόγω διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και μετά. Αν η μεταβατι­ κή περίοδος παραταθεί πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2010, οι διατάξεις του άρθρου αυτού εξακολουθούν να ισχύουν μόνο για διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτ­ λους, εφόσον: α) περιέχουν ρήτρες επανενσωμάτωσης του εκπεσθέ­ ντος φόρου και β) καταβάλλονται τόκοι στον πραγματικό δικαιούχο που είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος ­ μέλος ή εξασφα­ λίζεται η καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού, από φορέα πληρωμής, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του παρόντος, που είναι εγκατεστημένος σε άλ­ λο κράτος ­ μέλος που εφαρμόζει την παρακράτηση φό­ ρου στην πηγή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν έχουν πραγματοποιηθεί επιπλέον εκδόσεις των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής από το Ελληνι­ κό Δημόσιο ή από τον Ο.Τ.Ε., τη Δ.Ε.Η. και τον Ο.Σ.Ε. ή οργανισμούς που ενεργούν ως δημόσια αρχή, η συνολι­ κή έκδοση αυτών των τίτλων, αποτελούμενη από την αρ­ χική έκδοση και τις νέες εκδόσεις, θεωρείται ως απαίτη­ ση σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρθρου 4. Αν πραγματοποιηθεί περαιτέρω έκδοση των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής από άλλον εκ­ δότη που δεν καλύπτεται από το προηγούμενο εδάφιο, η περαιτέρω αυτή έκδοση θεωρείται ως απαίτηση σύμ­ φωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρ­ θρου 4.

Άρθρο 12Μη εφαρμογή άλλων γενικών ή ειδικών διατάξεων

Οι διατάξεις του Ν. 2238/1994, των οικείων Διμερών Συμβάσεων περί Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδή­ ματος ή άλλων νόμων, κατά το μέρος που αντίκεινται στις διατάξεις των άρθρων 4 έως και 13, δεν εφαρμόζονται για τα εισοδήματα που εμπίπτουν στις πιο πάνω διατάξεις.

Άρθρο 13Έναρξη ισχύος

Η ισχύς των άρθρων 4 έως και 12 του παρόντος νόμου αρχίζει από την 1η Ιουλίου 2005, εφόσον συντρέχουν σω­ ρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) Έχουν κυρωθεί με νόμο οι Συμφωνίες της Ευρωπαϊ­ κής Κοινότητας με την Ελβετική Συνομοσπονδία, το Πρι­ γκιπάτο του Λιχτενστάιν, τη Δημοκρατία του Αγίου Μαρί­ νου, το Πριγκιπάτο του Μονακό και το Πριγκιπάτο της Αν­ δόρας με τις οποίες εφαρμόζονται μέτρα ισοδύναμα με τα οριζόμενα στο νόμο αυτόν. β) Έχουν κυρωθεί με νόμο οι διμερείς διεθνείς συμφω­ νίες για τα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη (Νήσοι της Μάγχης, Νήσος του Μαν και εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη της Καραϊβικής) για την εφαρμογή από την 1η Ιου­ λίου 2005 της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών, όπως ορίζεται στα άρθρα 5 και 6 του παρόντος ή της πα­ ρακράτησης φόρου στην πηγή κατά τη μεταβατική περίο­ δο του άρθρου 9 του παρόντος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΟΚΩΝ ΠΟΥ ΚΑΤΑΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΜΕΤΑΞΥ ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ - ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΒΑΣΕΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2003/49/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 3ης ΙΟΥΝΙΟΥ 2003
Άρθρο 14Σκοπός και πεδίο εφαρμογής

Οι διατάξεις των άρθρων 15 και 16 του παρόντος νόμου αποτελούν εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με τις διατάξεις της υπ' αριθμ. 2003/49/ΕΚ Οδηγίας του Συμβου­ λίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (L. 157/49/26.6.2003) σχετικά με την καθιέρωση κοινού συστήματος φορολό­ γησης των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλο­ νται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρα­ τών ­ μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 15

Στο άρθρο 13 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που κυρώθηκε με το Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α'), προστί­ θεται νέα παράγραφος 7 και οι παράγραφοι 7, 8, 9, 10, 11, 12 και 13 αναριθμούνται σε 8, 9, 10, 11, 12, 13 και 14. Η νέα παράγραφος 7 έχει ως εξής: «7. Στα δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή και τα οποία καταβάλλει ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα εταιρείας κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδεδεμένη εται­ ρεία άλλου κράτους ­ μέλους ή σε μόνιμη εγκατάσταση συνδεδεμένης εταιρείας κράτους ­ μέλους ευρισκόμενη σε άλλο κράτος ­ μέλος, δεν ενεργείται παρακράτηση φό­ ρου εισοδήματος. Ως δικαιώματα νοούνται οι πληρωμές πάσης φύσεως που λαμβάνονται σε αντάλλαγμα της χρή­ σης ή του δικαιώματος χρήσης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί λογοτεχνικού, καλλιτεχνικού ή επιστημο­ νικού έργου, συμπεριλαμβανομένων των κινηματογραφι­ κών ταινιών και λογισμικού, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, εμπορικών σημάτων, σχεδίων ή υποδειγμάτων, σχεδια­ γραμμάτων, απόρρητων χημικών τύπων ή μεθόδων κα­ τεργασίας ή σε αντάλλαγμα πληροφοριών που αφορούν βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική πείρα, καθώς και οι πληρωμές για τη χρήση ή για το δικαίωμα χρήσης βιο­ μηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού. Για την εφαρμογή των αναφερόμενων στην παράγραφο αυτή διατάξεων, μία εταιρεία θεωρείται «συνδεδεμένη» με άλ­ λη εταιρεία εφόσον, τουλάχιστον η πρώτη εταιρεία κατέ­ χει άμεσα ελάχιστη συμμετοχή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) στο μετοχικό κεφάλαιο της δεύτερης εταιρείας ή η δεύτερη εταιρεία κατέχει άμεσα ελάχιστη συμμετοχή με το ίδιο πιο πάνω ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο της πρώτης εταιρείας ή μία τρίτη εταιρεία κατέχει άμεσα ελά­ χιστη συμμετοχή με το ίδιο πιο πάνω ποσοστό στο μετο­ χικό κεφάλαιο τόσο της πρώτης όσο και της δεύτερης εταιρείας και υπό τον όρο ότι σε όλες τις αναφερόμενες πιο πάνω περιπτώσεις, η συμμετοχή κατέχεται χωρίς δια­ κοπή για δύο έτη. Η απαλλαγή από την παρακράτηση πα­ ρέχεται με την προϋπόθεση ότι ο δικαιούχος των δικαιω­ μάτων δέχεται τις πληρωμές για δικό του λογαριασμό και όχι με την ιδιότητα του αντιπροσώπου και εφόσον προ­ σκομίσει σχετική βεβαίωση που ισχύει για δύο έτη από την ημερομηνία χορήγησής της. Η βεβαίωση πρέπει να περι­ λαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία του δικαιούχου: α) ότι έχει την έδρα της πραγματικής διοίκησής του σε ένα συγκεκριμένο κράτος ­ μέλος της Ευρωπαϊκής Ένω­ σης, β) ότι υπόκειται στο πιο πάνω κράτος ­ μέλος που έχει την έδρα του σε φόρο εισοδήματος χωρίς να τυγχάνει απαλλαγής από αυτόν, γ) ότι κατέχει την πιο πάνω αναφερόμενη συμμετοχή χωρίς διακοπή τουλάχιστον για δύο έτη, δ) ότι το εισόδημα από τα δικαιώματα που αποκτά, σε περίπτωση που αυτός είναι μόνιμη εγκατάσταση άλλης εταιρείας, υπόκειται σε φόρο εισοδήματος στο κράτος ­ μέλος όπου έχει τη μόνιμη εγκατάσταση και ότι η εταιρεία της οποίας αποτελεί μόνιμη εγκατάσταση πληροί τις προ­ ϋποθέσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α', β', γ' και ε' του παρόντος άρθρου, ε) ότι έχει μία από τις μορφές που ορίζονται με απόφα­ ση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών σύμφωνα με το Παράρτημα της Οδηγίας 2003/49/ΕΚ (L. 157/49). Με την ίδια απόφαση θα καθοριστούν ο τρόπος και τα απαι­ τούμενα δικαιολογητικά για την εφαρμογή των αναφερό­ μενων στο άρθρο αυτό. Εξαιρετικά, κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου οκτώ ετών που αρχίζει από την 1η Ιουλίου 2005, κατά την καταβολή των αναφερόμενων πιο πάνω δικαιωμάτων, θα ενεργείται παρακράτηση φόρου εισοδήματος με συντε­ λεστή δέκα τοις εκατό (10%) κατά τα πρώτα τέσσερα έτη και πέντε τοις εκατό (5%) κατά τα τελευταία τέσσερα έτη, εκτός εάν από την οικεία διμερή σύμβαση για την αποφυ­ γή διπλής φορολογίας εισοδήματος προβλέπεται ευνοϊ­ κότερη φορολογική μεταχείριση. Για την παρακράτηση και την απόδοση του φόρου αυτού έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα από τις διατάξεις της προηγούμενης παρα­ γράφου. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορο­ λογική υποχρέωση του αλλοδαπού δικαιούχου. Μέχρι την έναρξη της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται πιο πάνω, κατά την καταβολή των υπόψη δικαιωμάτων, θα ενεργείται παρακράτηση φόρου εισοδήματος σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των διμερών συμβάσεων απο­ φυγής διπλής φορολογίας ή της εσωτερικής νομοθεσίας, κατά περίπτωση.»

Άρθρο 16

Στο άρθρο 114 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται νέα παράγραφος 3 και οι παράγραφοι 3, 4, 5 και 6 αναριθμούνται σε 4, 5, 6 και 7. Η νέα παράγραφος 3 έχει ως εξής: «3. Στους τόκους που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή και τους οποίους καταβάλλει ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα εταιρείας κράτους ­ μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδεδε­ μένη εταιρεία άλλου κράτους ­ μέλους ή σε μόνιμη εγκα­ τάσταση συνδεδεμένης εταιρείας κράτους ­ μέλους ευρι­ σκόμενη σε άλλο κράτος ­ μέλος, δεν ενεργείται παρα­ κράτηση φόρου εισοδήματος. Ως τόκοι νοούνται τα εισοδήματα από πάσης φύσεως απαιτήσεις, ασφαλισμέ­ νες ή μη με υποθήκη και παρέχουσες ή μη δικαίωμα συμ­ μετοχής στα κέρδη του οφειλέτη και ιδίως εισοδήματα από τίτλους, ομολογίες ή χρεόγραφα, συμπεριλαμβανο­ μένων ενδεχόμενων πρόσθετων ωφελημάτων και αντα­ μοιβών που απορρέουν από τίτλους, ομολογίες ή άλλα χρεόγραφα. Για την εφαρμογή των αναφερόμενων στην παράγραφο αυτή διατάξεων, μία εταιρεία θεωρείται «συνδεδεμένη» με άλλη εταιρεία εφόσον τουλάχιστον η πρώτη εταιρεία κατέχει άμεσα ελάχιστη συμμετοχή είκο­ σι πέντε τοις εκατό (25%) στο μετοχικό κεφάλαιο της δεύ­ τερης εταιρείας ή η δεύτερη εταιρεία κατέχει άμεσα ελά­ χιστη συμμετοχή με το ίδιο πιο πάνω ποσοστό στο μετο­ χικό κεφάλαιο της πρώτης εταιρείας ή μία τρίτη εταιρεία κατέχει άμεσα ελάχιστη συμμετοχή με το ίδιο πιο πάνω ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο τόσο της πρώτης όσο και της δεύτερης εταιρείας, και υπό τον όρο ότι σε όλες τις αναφερόμενες πιο πάνω περιπτώσεις η συμμετοχή κα­ τέχεται χωρίς διακοπή για δύο έτη. Η απαλλαγή από την παρακράτηση παρέχεται με την προϋπόθεση ότι ο δικαι­ ούχος των τόκων δέχεται τις πληρωμές για δικό του λο­ γαριασμό και όχι με την ιδιότητα του αντιπροσώπου και εφόσον προσκομίσει σχετική βεβαίωση που ισχύει για δύο έτη από την ημερομηνία χορήγησής της. Η βεβαίωση αυτή πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία του δικαιούχου: α) ότι έχει την έδρα της πραγματικής διοίκησής του σε ένα συγκεκριμένο κράτος ­ μέλος της Ευρωπαϊκής Ένω­ σης, β) ότι υπόκειται στο πιο πάνω κράτος ­ μέλος που έχει την έδρα του σε φόρο εισοδήματος χωρίς να τυγχάνει απαλλαγής από αυτόν, γ) ότι κατέχει την πιο πάνω αναφερόμενη συμμετοχή χωρίς διακοπή τουλάχιστον για δύο έτη, δ) ότι το εισόδημα από τους τόκους που αποκτά, σε πε­ ρίπτωση που αυτός είναι μόνιμη εγκατάσταση άλλης εται­ ρείας, υπόκειται σε φόρο εισοδήματος στο κράτος ­ μέ­ λος όπου έχει τη μόνιμη εγκατάσταση και ότι η εταιρεία της οποίας αποτελεί μόνιμη εγκατάσταση πληροί τις προ­ ϋποθέσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α', β', γ' και ε' του παρόντος άρθρου, ε) ότι έχει μία από τις μορφές που ορίζονται με απόφα­ ση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών σύμφωνα με το Παράρτημα της Οδηγίας 2003/49/ΕΚ (L. 157/49). Με την ίδια απόφαση θα καθοριστούν ο τρόπος και τα απαι­ τούμενα δικαιολογητικά για την εφαρμογή των αναφερό­ μενων στο άρθρο αυτό. Εξαιρετικά, κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου οκτώ ετών που αρχίζει από την 1η Ιουλίου 2005, κατά την καταβολή των αναφερόμενων πιο πάνω τόκων, θα ενερ­ γείται παρακράτηση φόρου εισοδήματος με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) κατά τα πρώτα τέσσερα έτη και πέ­ ντε τοις εκατό (5%) κατά τα τελευταία τέσσερα έτη, εκτός εάν από την οικεία διμερή σύμβαση για την αποφυγή δι­ πλής φορολογίας εισοδήματος προβλέπεται ευνοϊκότε­ ρη φορολογική μεταχείριση. Η παρακράτηση του φόρου ενεργείται από τον χρεώστη κατά την καταβολή των τό­ κων ή την εγγραφή τους στα βιβλία σε πίστωση του αλλο­ δαπού δικαιούχου και αποδίδεται εφάπαξ με την υποβο­ λή δήλωσης μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμε­ νου από την παρακράτηση του φόρου μήνα. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέω­ ση του αλλοδαπού δικαιούχου. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων δεν έχουν εφαρμογή για τόκους από προνομιούχες μετοχές και ιδρυτικούς τίτλους, για τόκους υπερημερίας, καθώς και για τόκους που αποτελούν έμμεση διανομή κερδών. Μέ­ χρι την έναρξη της μεταβατικής περιόδου που αναφέρε­ ται πιο πάνω, κατά την καταβολή των υπόψη τόκων, θα ενεργείται παρακράτηση φόρου εισοδήματος σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των διμερών συμβάσεων απο­ φυγής διπλής φορολογίας ή της εσωτερικής νομοθεσίας, κατά περίπτωση.»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΠΕΡΙ Φ.Π.Α. ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2003/92/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 7ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2003, ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 77/388/ΕΟΚ, ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΑΕΡΙΟΥ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Άρθρο 17Σκοπός και πεδίο εφαρμογήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις του άρθρου 18 του παρόντος νόμου απο­ τελούν εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με τις δια­ τάξεις της αριθμ. 2003/92/ΕΚ Οδηγίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 7ης Οκτωβρίου 2003 (EEL 260/11.10.2003), η οποία τροποποιεί την Οδηγία 77/388/ ΕΟΚ, όσον αφορά τους κανόνες σχετικά με τον τόπο πα­ ράδοσης αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται προκειμένου να καταστεί δυνατός ο προσδιορισμός του τόπου παράδο­ σης αερίου μέσω του συστήματος διανομής φυσικού αε­ ρίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Προσδιορίζεται ο τόπος φορολόγησης των αγαθών αυτών τόσο στην περίπτωση που ο αγοραστής είναι μεταπωλητής αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας, όσο και στην περίπτωση που ο αγοραστής εί­ ναι τελικός καταναλωτής, καθώς και ο τρόπος καταβολής του οφειλόμενου φόρου.

Άρθρο 18Στις διατάξεις του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το Ν. 2859/2000 (ΦΕΚ 248 Α'), επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης γ' της παραγρά­ φου 1 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής: «γ) η ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών που πραγματο­ ποιείται από επαχθή αιτία στο εσωτερικό της χώρας από υποκείμενο στο φόρο, ο οποίος ενεργεί με αυτή την ιδιό­ τητα ή από μη υποκείμενο στο φόρο νομικό πρόσωπο, όταν ο πωλητής είναι υποκείμενος στο φόρο εγκαταστη­ μένος σε άλλο κράτος ­ μέλος, ενεργεί με αυτή την ιδιό­ τητα και δεν απαλλάσσεται από το φόρο λόγω ύψους πραγματοποιηθέντος ετήσιου κύκλου εργασιών, σύμφω­ να με τη νομοθεσία της χώρας του, ούτε υπάγεται στις διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 5 του άρθρου 13.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρθρου 7 αντι­ καθίσταται ως εξής: «α) παράδοση αγαθού που πραγματοποιείται από τον υποκείμενο στο φόρο εντός του κράτους ­ μέλους άφιξης της αποστολής ή της μεταφοράς, σύμφωνα με τις διατά­ ξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 και των παρα­ γράφων 2 και 6 του άρθρου 13.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 7 προστίθεται περί­ πτωση στ' και το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου αυ­ τής αντικαθίσταται ως εξής: «στ) παράδοση αερίου μέσω του συστήματος διανομής φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων α' ή β' της παραγράφου 3 του άρθρου 13. Στην περίπτωση που μια από τις προϋποθέσεις που ανα­ φέρονται στις ανωτέρω περιπτώσεις παύει να υφίσταται, θεωρείται ότι πραγματοποιείται παράδοση αγαθού κατά το χρόνο που παύει να υφίσταται η εν λόγω προϋπόθεση.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στο άρθρο 13 προστίθεται νέα παράγραφος 3 ως εξής και οι παράγραφοι 3, 4, 5, 6 και 7 αναριθμούνται ως παράγραφοι 4, 5, 6, 7 και 8: «3. Στην περίπτωση παράδοσης αερίου μέσω του συ­ στήματος διανομής φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέρ­ γειας: α) Σε μεταπωλητή υποκείμενο στο φόρο, ως τόπος πα­ ράδοσης θεωρείται ο τόπος όπου ο υποκείμενος στο φό­ ρο μεταπωλητής έχει την έδρα της οικονομικής δραστη­ ριότητάς του ή τη μόνιμη εγκατάστασή του για την οποία παραδίδονται τα αγαθά ή, ελλείψει έδρας ή μόνιμης εγκα­ τάστασης, ο τόπος όπου έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συ­ νήθη διαμονή του. 261 ΦΕΚ Για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης ως «μεταπω­ λητής» υποκείμενος στο φόρο νοείται ο υποκείμενος στο φόρο του οποίου η κύρια δραστηριότητα, όσον αφορά τις αγορές αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, είναι η μεταπώ­ ληση των ανωτέρω προϊόντων και του οποίου η ίδια κατα­ νάλωση των προϊόντων αυτών είναι αμελητέα. β) Εφόσον δεν καλύπτεται από την παραπάνω περίπτω­ ση α', ως τόπος παράδοσης θεωρείται ο τόπος πραγματι­ κής χρησιμοποίησης και κατανάλωσης των αγαθών από τον πελάτη. Όταν το σύνολο ή μέρος των αγαθών δεν καταναλώνε­ ται πραγματικά από τον εν λόγω πελάτη, τεκμαίρεται ότι αυτά τα μη καταναλωθέντα αγαθά έχουν χρησιμοποιηθεί και καταναλωθεί στον τόπο όπου έχει την έδρα της οικο­ νομικής δραστηριότητάς του ή τη μόνιμη εγκατάστασή του για την οποία παραδίδονται τα αγαθά. Στην περίπτω­ ση απουσίας της εν λόγω έδρας οικονομικής δραστηριό­ τητας ή μόνιμης εγκατάστασης, τεκμαίρεται ότι χρησιμο­ ποίησε και κατανάλωσε τα αγαθά στον τόπο όπου έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 14 προστίθεται πε­ ρίπτωση ιβ' και αντικαθίσταται η περίπτωση η' της παρα­ γράφου 5 του ίδιου άρθρου ως εξής: «ιβ) παροχή πρόσβασης στα συστήματα διανομής φυ­ σικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και μετα­ φοράς και διοχέτευσης μέσω των συστημάτων αυτών και παροχή άλλων άμεσα συνδεόμενων υπηρεσιών», «η) υπηρεσίες της παραγράφου 3, που παρέχονται σε υποκείμενο στο φόρο εγκαταστημένο σε άλλο κράτος ­ μέλος ή σε οποιονδήποτε λήπτη εγκαταστημένο εκτός της Κοινότητας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 23 προστίθεται περί­ πτωση ε' ως εξής : «ε) η εισαγωγή αερίου μέσω του συστήματος διανομής φυσικού αερίου, καθώς και ηλεκτρικής ενέργειας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι περιπτώσεις β' και γ' της παραγράφου 1 του άρ­ θρου 35 αντικαθίστανται ως εξής : «β) ο εγκαταστημένος στο εσωτερικό άλλου κράτους ­ μέλους υποκείμενος στο φόρο, για τις ενεργούμενες από αυτόν πράξεις, εκτός των πράξεων που αναφέρονται στην κατωτέρω περίπτωση δ', υποπεριπτώσεις αα', ββ' και γγ', γ) ο φορολογικός αντιπρόσωπος του εγκαταστημένου σε τρίτη χώρα υποκείμενου στο φόρο, για τις πραγματο­ ποιούμενες από αυτόν πράξεις, εκτός των πράξεων που αναφέρονται στην κατωτέρω περίπτωση δ', υποπεριπτώ­ σεις αα', ββ' και γγ'.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στην περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 35 προστίθεται νέα υποπερίπτωση ββ' ως εξής και οι περι­ πτώσεις ββ' και γγ' αναριθμούνται ως γγ' και δδ': «ββ) παράδοση αγαθών που πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας, κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 13.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης δ' της παρα­ γράφου 4 του άρθρου 36 καταργείται και το πρώτο εδά­ φιο της περίπτωσης αυτής αντικαθίσταται ως εξής: «δ) να ορίζει φορολογικό αντιπρόσωπό του, πριν από την ενέργεια οποιασδήποτε φορολογητέας πράξης στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον πρόκειται για υποκείμενο στο φόρο που δεν είναι μόνιμα εγκαταστημένος στο εσω­ τερικό της χώρας ή στο εσωτερικό άλλου κράτους ­ μέ­ λους και για την οποία είναι ο ίδιος υπόχρεος στο φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 1 έως 9 του παρόντος άρθρου αρχίζει από 1 Ιανουαρίου 2005.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 19Ομάδες Σχεδιασμού Προγραμμάτων του Κοινοτικού Πλαισίου ΣτήριξηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για το σχεδιασμό του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου Ανάπτυξης (Ε.Σ.Σ.Α.) της προγραμματικής περιόδου 2007­2013, των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων και των Αναπτυξιακών Προγραμμάτων της ίδιας περιόδου, συνι­ στώνται Ομάδες Σχεδιασμού Προγράμματος σε κάθε Υπουργείο στο οποίο υπάγεται Επιχειρησιακό Πρόγραμ­ μα του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (Κ.Π.Σ.) της τρέ­ χουσας προγραμματικής περιόδου, καθώς και σε κάθε Περιφέρεια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δη­ μόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης (ΥΠ.ΕΣ.Δ.Δ.Α.), Οι­ κονομίας και Οικονομικών (ΥΠ.ΟΙ.Ο.) και του οικείου Υπουργού συνιστάται Ομάδα Σχεδιασμού Προγράμμα­ τος σε Υπουργείο. Επίσης, με κοινή απόφαση του Υπ. ΕΣ.Δ.Δ.Α. και του ΥΠ.ΟΙ.Ο. συνιστάται Ομάδα Σχεδια­ σμού Προγράμματος σε Περιφέρεια. Στις αποφάσεις αυ­ τές εξειδικεύεται το έργο της κάθε Ομάδας και ορίζονται ο αριθμός, η σύνθεση και τα προσόντα των μελών της και κάθε αναγκαίο σχετικό θέμα. Η διάρκεια λειτουργίας της κάθε Ομάδας λήγει στις 31.12.2006 και μπορεί να παρα­ ταθεί με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονο­ μικών μέχρι την ημερομηνία έγκρισης του Ε.Σ.Σ.Α. και των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων. Η στελέχωση της κάθε Ομάδας γίνεται κατά τις διατάξεις των επόμενων παρα­ γράφων. Οι κοινές αποφάσεις του παρόντος άρθρου εκδίδονται μετά από πρόταση του Γενικού Γραμματέα Επενδύσεων και Ανάπτυξης του ΥΠ.ΟΙ.Ο., που έχει την ευθύνη αξιολό­ γησης των σχετικών αναγκών των Υπουργείων και Περι­ φερειών, με την τεχνική υποστήριξη της Μονάδας Οργά­ νωσης της Διαχείρισης του Κ.Π.Σ. (Μ.Ο.Δ.).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Ομάδα Σχεδιασμού Προγράμματος συγκροτείται στο πλαίσιο της Ειδικής Υπηρεσίας Διαχείρισης (Ε.Υ.Δ.) του οικείου Επιχειρησιακού Προγράμματος, με απόφαση του Γενικού ή Ειδικού Γραμματέα, στον οποίο υπάγεται και σε αυτήν συμμετέχουν: α. στελέχη της Ε.Υ.Δ. και κυρίως της Μονάδας Α', που ορίζει με απόφασή του ο Γενικός ή Ειδικός Γραμματέας στον οποίο αυτή υπάγεται, β. στελέχη που προσλαμβάνονται ή αποσπώνται για την πρόσθετη στελέχωση της Ε.Υ.Δ., κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του Ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α'), όπως ισχύει σήμερα, γ. στελέχη του οικείου Υπουργείου ή Περιφέρειας, με μερική απασχόληση, με απόφαση ανάθεσης παράλληλων καθηκόντων του αρμόδιου Υπουργού ή Γενικού Γραμμα­ τέα Περιφέρειας, δ. ιδιώτες με μερική απασχόληση, που μπορούν λόγω ειδικών γνώσεων, επιστημονικής κατάρτισης και εμπει­ ρίας να συμβάλλουν στο έργο της Ομάδας, με απόφαση του Γενικού ή Ειδικού Γραμματέα στον οποίο υπάγεται η Ε.Υ.Δ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Συντονιστής της κάθε Ομάδας Σχεδιασμού Προ­ γράμματος είναι ο Προϊστάμενος της Ε.Υ.Δ., εφαρμόζο­ νται δε γι' αυτόν οι σχετικές διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Ν. 2503/1997 (ΦΕΚ 107 Α') (περί Ομά­ δων Διοίκησης Έργου).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Σε κάθε Ομάδα Σχεδιασμού Προγράμματος που συ­ νιστάται σε Υπουργείο, στο οποίο ήδη λειτουργεί Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης Κοινοτικής Πρωτοβουλίας ή Ειδική Υπηρεσία Σχεδιασμού ή Συντονισμού ή Εφαρμογής, μπο­ ρεί να συμμετέχουν και στελέχη των Υπηρεσιών αυτών, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του εδαφίου α' της πα­ ραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται η σύσταση Ομάδας Σχε­ διασμού Προγράμματος μόνο με πρόσωπα των εδαφίων γ' και δ' της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου σε Υπουργείο στο οποίο δεν λειτουργεί Ειδική Υπηρεσία Δια­ χείρισης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Με την κοινή υπουργική απόφαση σύστασης Ομάδας Σχεδιασμού Προγράμματος των παραγράφων 5 και 6 του παρόντος άρθρου, ορίζονται ο συντονιστής αυτής, η Ει­ δική Υπηρεσία στο πλαίσιο της οποίας θα λειτουργεί ή η οργανική μονάδα στην οποία θα υπαχθεί και κάθε ανα­ γκαία λεπτομέρεια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δη­ μόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 20Μεταφορά έδρας της Ειδικής Υπηρεσίας

Διαχείρισης Προγραμμάτων «lnterreg» Μετά το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 3 του Ν. 2860/2000 (ΦΕΚ 251 Α') προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής: «Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημό­ σιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οι­ κονομικών μπορεί να μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη η έδρα της Ειδικής Υπηρεσίας Διαχείρισης Προγραμμάτων Κοινοτικής Πρωτοβουλίας «Interreg» και να ρυθμισθεί κά­ θε άλλο σχετικό θέμα.»

Άρθρο 21Ρυθμίσεις περί ΕΛ.ΤΑ.

Στο άρθρο 26 του Ν. 2668/1998 (ΦΕΚ 282/Α'/18.12. 1998) προστίθενται παράγραφοι 11, 12 και 13, ως ακο­ λούθως: «11. Οι διατάξεις του άρθρου 8 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/ 1992 ­ ΦΕΚ 84 Α') δεν εφαρμόζονται για τις από 1ης Ια­ νουαρίου 2004 διαχειριστικές περιόδους για τα προϊόντα που αφορούν φιλοτελικές δραστηριότητες του ΕΛ.ΤΑ. σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 5 εδάφιο α' του παρόντος νόμου. Η υποχρέωση τήρησης βιβλίου αποθή­ κης για τις άλλες δραστηριότητες κρίνεται αυτοτελώς. 12. Για τη μη τήρηση ή πλημμελή τήρηση του βιβλίου αποθήκης από τον ΕΛ.ΤΑ. μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2003 δεν επιβάλλονται πρόστιμα ή άλλες κυρώσεις του Κ.Β.Σ. (π.δ.186/1992 ­ ΦΕΚ 84 Α'), εφόσον από τις παρα­ τυπίες αυτές δεν επηρεάζονται τα οικονομικά αποτελέ­ σματα. 13. Τα οριζόμενα με την Α.Υ.Ο.Ο.1051082/549/ ΠΟΛ. 1082/0015/2.6.2003 (ΦΕΚ 3/Β') για τα στοιχεία που εκ­ δίδονται μηχανογραφικά δεν ισχύουν για τα στοιχεία που εκδίδει μηχανογραφικά ο ΕΛ.ΤΑ. και κατά τα λοιπά για τα στοιχεία αυτά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992).»

Άρθρο 22Περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων

Μετά την παράγραφο 8 του άρθρου 9 του Ν. 3259/2004 προστίθεται παράγραφος 9, που έχει ως εξής: «9. Το Απογραφικό Δελτίο και το Μηχανογραφημένο Εκκαθαριστικό Σημείωμα που αναφέρονται στις προη­ γούμενες παραγράφους δύνανται να συντάσσονται και από τις ίδιες τις επιχειρήσεις. Σε περίπτωση ανακριβούς μεταφοράς των απαραίτη­ των δεδομένων που προβλέπονται από τα άρθρα 1­11 του παρόντος στο Απογραφικό Δελτίο και στο Μηχανογρα­ φημένο Εκκαθαριστικό Σημείωμα, ασχέτως του χρόνου σύνταξης και υποβολής τους από τις ίδιες τις επιχειρή­ σεις, η υπόθεση θεωρείται ως μη περαιωθείσα στο σύνο­ λό της και όλες οι υπαχθείσες στη ρύθμιση χρήσεις θεω­ ρούνται ανέλεγκτες. Φόρος που τυχόν έχει καταβληθεί, συμψηφίζεται με το φόρο που προκύπτει με τις οικείες κα­ ταλογιστικές πράξεις που θα εκδοθούν ύστερα από ορι­ στικό φορολογικό έλεγχο.»

Άρθρο 23Ρυθμίσεις για κοινωφελή ιδρύματαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις του άρθρου 12 του Ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89 Α') εφαρμόζονται και επί των κοινωφελών ιδρυμάτων επί των οποίων έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 33 παρ. 6 του Ν. 1882/1990, του άρθρου 49 του Ν. 2082/ 1992, του άρθρου 38 του Ν. 2214/1994, του άρθρου 13 παρ. 7 του Ν. 2601/1998, του άρθρου 30 του Ν. 2937/ 2001, του άρθρου 12 παρ. 11 του Ν. 3052/2002, του άρ­ θρου 27 του Ν. 3259/2004, του άρθρου 21 του Ν. 3301/ 2004, καθώς και επί του κοινωφελούς ιδρύματος «'δρυμα Μποδοσάκη», του οποίου η σύσταση εγκρίθηκε με το Β.Δ. 695/1972 (ΦΕΚ 200 Α') και ο οργανισμός διοίκησης και διαχείρισης κυρώθηκε με το Ν.Δ. 355/22.3.1974 (ΦΕΚ 77 Α'), όπως ισχύει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις του άρθρου 12 του Ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89 Α') εφαρμόζονται και επί των κοινωφελών ιδρυμάτων «'δρυμα Βαρώνου Μιχαήλ Τοσίτσα», που συνεστήθη δια του από 12.6.1947 Βασιλικού Διατάγματος (ΦΕΚ 129/30.6. 1947 τεύχος Α') και «'δρυμα Ευαγγέλου Αναστ. Αβέρωφ Τοσίτσα» (ΦΕΚ 513/22.9.1987 τεύχος Β').

Άρθρο 24Θέματα Κέντρου Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού ΔικαίουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 3 του Ν. 717/1977 αντικαθίστανται ως εξής: «1. Το Κέντρο διοικείται από εξαμελές Συμβούλιο, το οποίο αποτελείται από τον Πρόεδρο, τον Διευθυντή και τον Γραμματέα, από έναν εκπρόσωπο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, που ορίζε­ ται μαζί με τον αναπληρωτή του με θητεία δύο ετών από το Διοικητικό Συμβούλιο του Επιμελητηρίου, από έναν εκ­ πρόσωπο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, που ορίζεται μαζί με τον αναπληρωτή του με θητεία δύο ετών από το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου και από έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομι­ κών, που ορίζεται μαζί με τον αναπληρωτή του με θητεία δύο ετών με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οι­ κονομικών. Ο διορισμός του μέλους, το οποίο εκπροσω­ πεί το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, είναι ελεύ­ θερα ανακλητός. 2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου εφαρμόζεται και για τον Πρόεδρο του Κέντρου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 4 του άρθρου 4 του παραπάνω νόμου αντικαθίσταται ως εξής: «4. Η ιδιότητα του Προέδρου, του Διευθυντή, καθώς και του Γραμματέα του Κέντρου είναι ασυμβίβαστη προς την ιδιότητα έμμισθου δημόσιου λειτουργού ή υπαλλήλου, εκτός από αυτήν του μέλους διδακτικού προσωπικού ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η παράγραφος 3 του άρθρου 8 του ίδιου νόμου αντι­ καθίσταται ως εξής: «3. Δεν θεωρείται ασυμβίβαστη προς την ιδιότητα του δικηγόρου η άσκηση του έργου Προέδρου, Διευθυντή και Γραμματέα του Κέντρου.»

Άρθρο 25Έναρξη ισχύος

Οι διατάξεις του παρόντος νόμου ισχύουν από τη δημο­ σίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφη­ μερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 15 Φεβρουαρίου 2005
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 16 Φεβρουαρίου 2005
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ