α. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, αντικαθίστανται ως εξής: «3. Για την προσφορά η όχι διακεκριμένων υπηρεσιών αποφαίνεται, με πλήρως αιτιολογημένη γνώμη, εννεαμελής Επιτροπή η οποία συγκροτείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού αποτελούμενη από έναν (1) Πρόεδρο προερχόμενο από τον πανεπιστημιακό χώρο, με τον αναπληρωτή του, τέσσερις (4) προσωπικότητες των γραμμάτων, των τεχνών και των επιστημών, έναν (1) υπάλληλο της Υπηρεσίας Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, τον Προϊστάμενο της καθ’ ύλην αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο οποίος μπορεί να αναπληρώνεται από τον Προϊστάμενο του οικείου Τμήματος και δύο (2) προσωπικότητες, αναλόγως των οκτώ (8) κατηγοριών λογοτεχνών και καλλιτεχνών της προηγούμενης παραγράφου, μετά από πρόταση των συλλογικών τους φορέων, σε όσες περιπτώσεις υπάρχει συλλογική εκπροσώπηση.»
β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, αντικαθίσταται ως εξής: «Η σύνταξη αυτή είναι μηνιαία, απονέμεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο δε αριθμός των προτεινόμενων δικαιούχων δεν μπορεί να υπερβαίνει τους είκοσι (20) ετησίως.»
γ. Οι περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, αντικαθίστανται ως εξής: «α. Να έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους ή το 50ό έτος εφόσον έχουν καταστεί ανίκανοι για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό ανικανότητας 67% και άνω. Η ανικανότητα κρίνεται με γνωμάτευση της Ανωτάτης του Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής, στην οποία παραπέμπεται ο αιτών από την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού. β. Να μη λαμβάνουν άλλη σύνταξη ίση ή μεγαλύτερη των 720 ευρώ από οποιονδήποτε δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης. γ. Ο μέσος όρος του εισοδήματος που έχει δηλωθεί συνολικά κατά τα τρία προηγούμενα οικονομικά έτη από εκείνο που υποβάλλεται η αίτηση για συνταξιοδότηση, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και αυτό που προκύπτει με βάση τα τεκμήρια, να μην υπερβαίνει το δωδεκαπλάσιο της μηνιαίας κύριας ακαθάριστης σύνταξης που αντιστοιχεί, κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού, σε πτυχιούχο δημόσιο υπάλληλο πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με 35 έτη δημόσιας υπηρεσίας. Επίσης να υπάρχει δηλωθέν εισόδημα στην αρμόδια ΔΟΥ από την άσκηση της δραστηριότητας λογοτέχνη ή καλλιτέχνη, κατά ένα οποιοδήποτε οικονομικό έτος πριν τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας ή του 50ού για όσους έχουν καταστεί ανίκανοι.»
δ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 αντικαθίστανται ως εξής: «5. α. Η μηνιαία σύνταξη της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ανέρχεται στο ποσό των 720 ευρώ. Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου η σύνταξη αυτή μεταβιβάζεται στον επιζώντα σύζυγο και στα ανήλικα ή ανίκανα με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω τέκνα, εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα δεν λαμβάνουν άλλη σύνταξη ή δεν έχουν εισόδημα μεγαλύτερο του κατωτάτου ορίου σύνταξης του Δημοσίου, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά. Η διάταξη της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 καταργείται. β. Σε περίπτωση που ο δικαιούχος λαμβάνει και άλλη σύνταξη μικρότερη των 720 ευρώ, η σύνταξη της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού περιορίζεται τόσο όσο το άθροισμα των δύο συντάξεων να μην υπερβαίνει το ανωτέρω ποσό.»
ε. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, καταργούνται.
στ. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παρ. 13 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Το δικαίωμα αυτό μπορεί να ασκηθεί για μια μόνο φορά.»
ζ. Οι διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παρ. 13 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, αντικαθίστανται ως εξής: «β. Τυχόν μη προταθέντες από την Επιτροπή της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, λόγω κάλυψης του αριθμού της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, μπορούν να επανακριθούν για μία ακόμη φορά, εντός της επομένης τριετίας και, κατόπιν παρέλευσης της τριετίας, για μία ακόμη φορά.»
η. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή για όσες αιτήσεις έχουν υποβληθεί ή θα υποβληθούν στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού από 1.1.2013 και μετά. Οι αιτήσεις αυτές κρίνονται ή επανακρίνονται από την Επιτροπή του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007 μετά τη συγκρότησή της, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ και εξετάζονται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων της παραγράφου αυτής. Αιτήσεις που έχουν υποβληθεί μέχρι την 31.12.2012 και εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο εξετάζονται με βάση τις αντικαθιστώμενες διατάξεις.
θ. Συντάξεις που έχουν χορηγηθεί μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού ή θα χορηγηθούν μετά την ημερομηνία αυτή, σε λογοτέχνες − καλλιτέχνες, των οποίων οι αιτήσεις υποβλήθηκαν στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού μέχρι την 31.12.2012, αναπροσαρμόζονται από 1.1.2013, οίκοθεν από την Υπηρεσία Συντάξεων, ως ακολούθως: αα. σε όσους δεν λαμβάνουν άλλη σύνταξη από οποιονδήποτε φορέα κύριας ή επικουρικής σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 όπως τροποποιημένες, με τις διατάξεις της ανωτέρω περίπτωσης δ΄, ισχύουν και ββ. για όσους λαμβάνουν και άλλη σύνταξη από οποιονδήποτε φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης και της σύνταξης του Δημοσίου, των οποίων το άθροισμα υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ, το ποσό της χορηγούμενης σύνταξης λογοτέχνη – καλλιτέχνη περικόπτεται μέχρι το ήμισυ αυτού. Μετά την κατά τα ανωτέρω περικοπή, το άθροισμα των καταβαλλομένων συντάξεων του προηγούμενου εδαφίου δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.000 ευρώ.