166 Α' 2008

ΝΟΜΟΣ 3691/2008

Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλες διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ - ΜΕΤΡΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
05 Αυγούστου 2008

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 166
5 Αυγούστου 2008

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3691
Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ΜΕΤΡΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Άρθρο 40Συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεωςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Εισαγγελική αρχή και ο ανακριτής δύνανται, κατά τη διάρκεια της έρευνας από την Επιτροπή οποιασδήποτε υποθέσεως, να ζητούν πληροφορίες εμπιστευτικής φύσεως. Μετά το πέρας της έρευνας και τη θέση της υπόθεσης στο αρχείο, δύνανται να ζητούν στοιχεία για την υπόθεση αυτή ή την υποβολή ολόκληρου του φακέλου της υπόθεσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Επιτροπή δύναται να διαβιβάζει πληροφορίες εμπιστευτικής φύσεως προς τις αρμόδιες αρχές, τις Εισαγγελικές Αρχές, την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων, την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, την αρμόδια Υπηρεσία του Λιμενικού Σώματος και τις Υπηρεσιακές Μονάδες της Ελληνικής Αστυνομίας, όπως οι τελευταίες προσδιορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, εφόσον οι πληροφορίες αυτές κρίνονται χρήσιμες για το ερευνητικό έργο των ανωτέρω φορέων και την εκπλήρωση των νόμιμων καθηκόντων τους. Οι πληροφορίες αυτές διαβιβάζονται είτε με πρωτοβουλία της Επιτροπής, είτε ύστερα από αιτιολογημένο αίτημα των ανωτέρω φορέων με την επιφύλαξη της προηγούμενης παραγράφου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η Επιτροπή δύναται να ζητεί ενημέρωση για τα αποτελέσματα των ερευνών που διεξήχθησαν από τους ανωτέρω φορείς, πλην των εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών, με βάση τις διαβιβασθείσες πληροφορίες της παραγράφου 2, καθώς και κάθε πληροφορία που προβλέπεται από το άρθρο 7 του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να ανταλλάσσουν εμπιστευτικής φύσεως πληροφορίες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τον παρόντα νόμο και αλληλοενημερώνονται για τα αποτελέσματα των σχετικών ερευνών. Με διμερή ή πολυμερή μνημόνια συνεργασίας δύνανται να εξειδικεύονται οι διαδικασίες και οι τεχνικές λεπτομέρειες της ως άνω ανταλλαγής πληροφοριών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι διαδικασίες ανταλλαγής πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως μεταξύ της Επιτροπής, των αρμόδιων αρχών, των φορολογικών και τελωνειακών αρχών, καθώς και της ΥΠ.Ε.Ε., για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τον παρόντα νόμο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών καθορίζονται οι διαδικασίες και το αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως μεταξύ της Επιτροπής και των αρμοδίων αρχών αφ’ ενός και των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και της αρμόδιας Υπηρεσίας του Λιμενικού Σώματος αφ’ ετέρου για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τον παρόντα νόμο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι φορείς των παραγράφων 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου δύνανται να διενεργούν κοινούς ελέγχους για υποθέσεις κοινής αρμοδιότητας και ενδιαφέροντος για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τον παρόντα νόμο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Στις πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο περιλαμβάνονται και πληροφορίες που αποκτώνται από τους διαβιβάζοντες ή ανταλλάσσοντες αυτές φορείς, μέσω της διεθνούς συνεργασίας με αντίστοιχες αλλοδαπές αρχές ή φορείς, εφόσον αυτό επιτρέπεται από τους όρους και τις προϋποθέσεις αυτής της συνεργασίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων αυτού του νόμου, ως πληροφορίες εμπιστευτικής φύσεως νοούνται οι αφορώσες στην επιχειρηματική, επαγγελματική ή εμπορική συμπεριφορά νομικών ή φυσικών προσώπων, τα στοιχεία των συναλλαγών και δραστηριοτήτων τους, τα φορολογικά στοιχεία τους και πληροφορίες σχετιζόμενες με ποινικά αδικήματα και φορολογικές, τελωνειακές ή άλλες διοικητικές παραβάσεις.

Άρθρο 41Εσωτερικές διαδικασίεςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Τα υπόχρεα πρόσωπα εφαρμόζουν επαρκείς και κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες όσον αφορά τη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη και τον πραγματικό δικαιούχο, την αναφορά ύποπτων συναλλαγών, τη φύλαξη αρχείων, τον εσωτερικό έλεγχο, την αξιολόγηση κινδύνου, την συνεχή εκτίμηση του βαθμού συμμόρφωσης και την εσωτερική επικοινωνία, ώστε να προλαμβάνουν και να εμποδίζουν συναλλαγές και δραστηριότητες που ενδέχεται να συνδέονται με τα αδικήματα του άρθρου 2.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί μεριμνούν ώστε οι διατάξεις του παρόντος νόμου να εφαρμόζονται και στις θυγατρικές εταιρείες, κατά την έννοια της παρ. 4 του άρθρου 4, εφόσον αυτές είναι υπόχρεα πρόσωπα, καθώς και στα υποκαταστήματα και στα γραφεία αντιπροσωπείας τους στο εξωτερικό, εκτός αν αυτό απαγορεύεται, πλήρως ή μερικώς, από τη σχετική αλλοδαπή νομοθεσία, οπότε ενημερώνουν την Επιτροπή, την αρμόδια αρχή τους και την Κεντρική Συντονιστική Αρχή. Σε κάθε περίπτωση εφαρμόζουν το αυστηρότερο δίκαιο μεταξύ του ελληνικού και αυτού της χώρας υποδοχής, στην έκταση που αυτό επιτρέπεται από το δίκαιο της χώρας υποδοχής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αρμόδιες αρχές υπόχρεων προσώπων, άλλων από τα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτι− κούς οργανισμούς, δύνανται να εξειδικεύουν με αποφάσεις τους τις υποχρεώσεις της παραγράφου 1, λαμβάνοντας υπόψη τους παράγοντες που αναφέρονται στην παρ. 4 του άρθρου 6 και ιδίως τη διάκριση μεταξύ υπόχρεων νομικών προσώπων και υπόχρεων φυσικών προσώπων.

Άρθρο 42Κατάρτιση και εκπαίδευση

Τα υπόχρεα πρόσωπα λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε οι υπάλληλοί τους να λάβουν γνώση των διατάξεων του παρόντος νόμου και των σχετικών κανονιστικών αποφάσεων. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τη συμμετοχή των αρμόδιων υπαλλήλων σε ειδικά προγράμματα κατάρτισης, τα οποία τους βοηθούν να εντοπίζουν τις δραστηριότητες που τυχόν συνδέονται με τα αδικήματα του άρθρου 2 και τους εκπαιδεύουν να ενεργούν σωστά σε τέτοιες περιπτώσεις.

Άρθρο 43Προϋποθέσεις σύστασης, λειτουργίας και εγγραφής σε μητρώοΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με την επιφύλαξη των διατάξεων που διέπουν τα της χορήγησης άδειας σύστασης, λειτουργίας ή εγγραφής σε μητρώα, οι αρμόδιες αρχές αρνούνται τη χορήγηση αδειών σύστασης ή λειτουργίας ή εγγραφής σε μητρώο στα υπόχρεα νομικά πρόσωπα, εάν δεν έχουν πειστεί ότι τα πρόσωπα που κατέχουν σημαντικό ποσοστό του κεφαλαίου ή ελέγχουν ή πράγματι διευθύνουν ή θα διευθύνουν τις επιχειρήσεις των προσώπων αυτών ή οι πραγματικοί δικαιούχοι τους είναι κατάλληλα και έντιμα πρόσωπα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα γραφεία πληρωμών και εμβασμάτων που προβλέπονται στην Οδηγία 2007/64/ΕΚ για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά πρέπει να λαμβάνουν άδεια λειτουργίας, να εγγράφονται σε μητρώο και να εποπτεύονται από αρμόδια αρχή για να μπορούν να διενεργούν τις επιχειρηματικές δραστηριότητές τους.

Άρθρο 44Αρμόδια στελέχη Υποχρεώσεις χρηματοπιστωτικών ομίλωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κάθε πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικός οργανισμός οφείλει να ορίσει ένα διευθυντικό στέλεχος, στο οποίο τα άλλα διευθυντικά στελέχη και οι υπάλληλοι θα αναφέρουν κάθε συναλλαγή που θεωρούν ασυνήθη ή ύποπτη για απόπειρα ή διάπραξη των αδικημάτων του άρθρου 2 και κάθε γεγονός του οποίου λαμβάνουν γνώση λόγω της υπηρεσίας τους και το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει ένδειξη τέτοιων πράξεων. Στα υποκαταστήματα ή σε ειδικές διευθύνσεις ή μονάδες η αναφορά αυτή γίνεται κατευθείαν στο διευθυντή του υποκαταστήματος ή της διεύθυνσης ή της μονάδας ο οποίος αναφέρεται αμέσως στο αρμόδιο διευθυντικό στέλεχος, εφόσον συμμερίζεται τις υπόνοιες. Αν ο διευθυντής ή ο αναπληρωτής του κωλύεται ή αρνείται ή αμελεί ή δεν συμμερίζεται τις υπόνοιες του αναφέροντος υπαλλήλου, τότε ο υπάλληλος μπορεί να αναφερθεί στο αρμόδιο διευθυντικό στέλεχος. Ο τελευταίος ενημερώνει σχετικά, τηλεφωνικώς ή με εμπιστευτικό έγγραφο ή με ασφαλές ηλεκτρονικό μέσο, την Επιτροπή παρέχοντάς της συγχρόνως κάθε χρήσιμη πληροφορία ή στοιχείο, αν μετά από την εξέταση που πραγματοποιεί κρίνει ότι οι πληροφορίες και τα υπάρχοντα στοιχεία δικαιολογούν την αναφορά. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και σε άλλα υπόχρεα νομικά πρόσωπα, τα οποία προσδιορίζονται σύμφωνα με τα κριτήρια που θέτουν οι σχετικές αποφάσεις των αρμόδιων αρχών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κάθε χρηματοπιστωτικός όμιλος ορίζει ένα διευθυντικό στέλεχος, από τη μεγαλύτερη εταιρεία του ομίλου, ως συντονιστή για την εξασφάλιση της τήρησης των υποχρεώσεων του παρόντος νόμου από τις επί μέρους εταιρείες του ομίλου. Προς τούτο το στέλεχος αυτό συνεργάζεται και ανταλλάσσει πληροφορίες με τα διευθυντικά στελέχη των επί μέρους εταιρειών του ομίλου, που ορίζονται στην παράγραφο 1, λαμβάνει γνώση των τυχόν αναφορών τους προς την Επιτροπή και δύναται να υποβάλει αναφορές σε αυτήν και ο ίδιος, παρέχοντας στοιχεία από όλες τις εταιρείες του ομίλου. Με αποφάσεις των αρμόδιων αρχών που εποπτεύουν τη μεγαλύτερη εταιρεία κάθε ομίλου δύναται να προσδιορίζονται διαδικασίες και υποχρεώσεις που πρέπει να τηρούν οι όμιλοι και οι εταιρείες κάθε ομίλου.

Λευκάδα, 4 Αυγούστου 2008
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ ΧΡ. ΦΩΛΙΑΣ
ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Φ. ΠΑΛΛΗ− ΠΕΤΡΑΛΙΑ Σ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ
ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
Κ. ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους Αθήνα, 5 Αυγούστου 2008
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Σ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ