32 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4235/2014

Διοικητικά μέτρα, διαδικασίες και κυρώσεις στην εφαρμογή της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών και της υγείας και προστασίας των ζώων και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

ΜΕΡΟΣ Β΄ - ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
11 Φεβρουαρίου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 32
11 Φεβρουαρίου 2014

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4235
Διοικητικά μέτρα, διαδικασίες και κυρώσεις στην εφαρμογή της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών και της υγείας και προστασίας των ζώων και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΜΕΡΟΣ Β΄ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Άρθρο 37Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4061/2012 (Α΄ 66)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το άρθρο 1 του ν. 4061/2012 τροποποιείται ως ακολούθως: α) Μετά την παρ. 2 του άρθρου 1 προστίθεται παράγραφος 2α ως εξής: «2.α. Οι Δήμοι ασκούν τη διαχείριση στα τμήματα των ακινήτων της παραγράφου 1, όπου έχουν διανοίξει γεωτρήσεις για αρδευτικούς ή υδρευτικούς σκοπούς. Ο Δήμος υποβάλλει στη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας και στον ΟΠΕΚΕΠΕ απόσπασμα χάρτη (1:5.000) ή απόσπασμα ορθοφωτοχάρτη σε προβολικό σύστημα ΕΓΣΑ ’87, όπου απεικονίζεται το τμήμα του ακινήτου, το οποίο χρησιμοποιεί για τον παραπάνω σκοπό. Η διαχείριση του ακινήτου αίρεται αυτοδικαίως, εφόσον ο Δήμος αλλάξει τη χρήση ή παύσει να το χρησιμοποιεί για το σκοπό αυτόν.» β) Η παράγραφος 3 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται σε ανταλλάξιμες εκτάσεις, δάση, δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, στις ζώνες απόλυτης προστασίας της φύσης και προστασίας της φύσης των προστατευόμενων περιοχών των άρθρων 18 και 19 του ν. 1650/1986 (Α΄ 160), χώρους και ζώνες μνημείων που προστατεύονται από την αρχαιολογική υπηρεσία, αιγιαλό και παραλίες, όπως ορίζονται από τις διατάξεις του ν. 2971/2001 (Α΄ 285), καθώς και σε άλλες προστατευόμενες, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, περιοχές.» 2.Το άρθρο 4 του ν. 4061/2012 τροποποιείται ως ακολούθως: α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 τροποποιείται ως εξής: αα) Στο τέλος της περίπτωσης β΄ προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η χρήση γης καθορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης στο πλαίσιο των γενικών κατευθύνσεων του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού.» ββ) Μετά την περίπτωση β΄ προστίθεται περίπτωση γ΄ ως εξής: «γ) Δωρεάν, κατά χρήση, ακίνητα έως 70 στρέμματα στον οικείο Δήμο για τη δημιουργία λαχανόκηπων, εφόσον ο Δήμος δεν διαθέτει ακίνητα για το σκοπό αυτόν. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μετά από εισηγήσεις των Διευθύνσεων Παραγωγής και Αξιοποίησης Προϊόντων Δενδροκηπευτικής και Πολιτικής Γης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, προσδιορίζονται οι υποχρεώσεις του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ και του οικείου Δήμου για τη λειτουργία των λαχανόκηπων, οι δικαιούχοι για την καλλιέργεια, το όργανο που θα εκδίδει τη σχετική πράξη παραχώρησης, η διαδικασία, η χρονική διάρκεια και οι όροι αυτής, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.» β) Μετά την παρ. 2 του άρθρου 4 προστίθεται παράγραφος 2α ως εξής: «2.α. Επιτρέπεται η παραχώρηση, κατά χρήση, ακινήτου, χωρίς δημοπρασία, έως 8 στρέμματα, σε αγρότη με σκοπό την ανέγερση κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων με απόφαση Περιφερειάρχη, μετά από εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας της Περιφέρειας. Κατ’ εξαίρεση δύναται να παραχωρείται ακίνητο και πέραν των 8 στρεμμάτων, εφόσον επιβάλλεται από τα όρια αρτιότητας που ισχύουν στην περιοχή όπου βρίσκεται το παραχωρούμενο ακίνητο. Με μέριμνα της αρμόδιας υπηρεσίας της Περιφέρειας καταρτίζεται σχεδιάγραμμα, στο οποίο περιγράφεται το παραχωρούμενο ακίνητο κατά θέση, εμβαδό και συντεταγμένες στο ελληνικό γεωδαιτικό σύστημα αναφοράς. Στο σχεδιάγραμμα αποτυπώνεται η πρόσβαση στο παραχωρούμενο ακίνητο. Το τίμημα ορίζεται βάσει της μισθωτικής αξίας του ακινήτου, όπως αυτή προσδιορίζεται από την αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία. Εφόσον καταθέσουν αίτηση περισσότεροι του ενός ενδιαφερόμενοι για παραχώρηση της χρήσης του ίδιου ακινήτου, διενεργείται δημοπρασία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 10.» γ) Η παράγραφος 3 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Για την παραχώρηση ακινήτου, ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει αίτηση στη Διεύθυνση Πολιτικής Γης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή στην αρμόδια υπηρεσία της οικείας Περιφέρειας, στην οποία περιγράφει το ακίνητο, κατά εμβαδόν, θέση και συντεταγμένες στο ελληνικό γεωδαιτικό σύστημα αναφοράς και προσδιορίζει τη χρονική διάρκεια και το σκοπό της παραχώρησης.» δ) Στην παράγραφο 4 του άρθρου 4 προστίθεται περίπτωση ε΄ ως εξής: «ε) Το αναλογούν δικαίωμα δόμησης στο παραχωρούμενο ακίνητο, εφόσον παραχωρείται τμήμα ακινήτου και πρόκειται να ανεγερθεί κτίσμα σε αυτό.» ε) Η παράγραφος 5 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Για την παραχώρηση ακινήτου, σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1, εκτός της παραχώρησης χρήσης για δραστηριότητες του πρωτογενή τομέα και σύμφωνα με τις περιπτώσεις γ΄ και δ΄ της παραγράφου 2, απαιτείται ο χαρακτηρισμός του από την αρμόδια δασική υπηρεσία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 998/1979, έως την κύρωση των δασικών χαρτών της χώρας.» 3.α. Στο κριτήριο Α της παρ. 2 του άρθρου 7 του ν. 4061/2012 προστίθεται περίπτωση Α4 ως εξής: «Α4) Δημότης, μόνιμος κάτοικος των τοπικών ή δημοτικών κοινοτήτων, στους οποίους βρίσκεται το παραχωρούμενο ακίνητο. Βαθμοί 100». 3.β. Η παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 4061/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «1. To τίμημα της παραχώρησης της χρήσης καταβάλλεται ετησίως, εντός τριμήνου από την ημερομηνία που ορίζει η απόφαση παραχώρησης και κατατίθεται σε Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία, ως έσοδο κατά 50% του Δημοσίου και κατά 50% των οικείων Περιφερειών.» 4. Το άρθρο 10 του ν. 4061/2012 τροποποιείται ως εξής: α) Η παράγραφος 2 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Με μέριμνα της Διεύθυνσης Τοπογραφικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή της αρμόδιας υπηρεσίας της οικείας Περιφέρειας, εφόσον η απόφαση παραχώρησης της χρήσης ακινήτου εκδίδεται από τον οικείο Περιφερειάρχη, καταρτίζεται σχεδιάγραμμα, στο οποίο περιγράφεται το παραχωρούμενο ακίνητο κατά θέση, εμβαδόν και συντεταγμένες στο ελληνικό γεωδαιτικό σύστημα αναφοράς και αποτυπώνεται η πρόσβαση στο παραχωρούμενο ακίνητο.» β) Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «δ) τις σταδιακές αναπροσαρμογές του τιμήματος, που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, τον τόπο και χρόνο καταβολής του,». γ) Η περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «ζ) τον όρο ότι μετά την έκδοση της απόφασης παραχώρησης η εγγυητική επιστολή συμμετοχής αντικαθίσταται με άλλη, ποσού ίσου με το δέκα τοις εκατό (10%) του επιτευχθέντος τιμήματος, για την εξασφάλιση της καταβολής του τιμήματος και την τήρηση των όρων της απόφασης παραχώρησης,». δ) Μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 10 προστίθεται εδάφιο, ως εξής: «Αν έχουν συγκροτηθεί περισσότερες Επιτροπές Θεμάτων Γης και Επίλυσης Διαφορών, η δημοπρασία διεξάγεται στην έδρα της Επιτροπής στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας βρίσκεται το δημοπρατούμενο ακίνητο.» 5. Το άρθρο 14 του ν. 4061/2012 τροποποιείται ως ακολούθως: α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 14 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Στην έδρα κάθε Περιφέρειας συνιστάται τριμελής Επιτροπή Θεμάτων Γης και Επίλυσης Διαφορών, η οποία αποτελείται από έναν διοικητικό υπάλληλο, έναν τοπογράφο ή πολιτικό μηχανικό και έναν γεωπόνο ή τεχνολόγο γεωπόνο της οικείας Περιφέρειας, καθώς και τους αναπληρωτές τους. Ως πρόεδρος της Επιτροπής ορίζεται ο ανώτερος κατά βαθμό και μεταξύ ομοιοβάθμων αυτός που έχει περισσότερα χρόνια υπηρεσίας στον ίδιο βαθμό. Ως γραμματέας της Επιτροπής ορίζεται υπάλληλος της Περιφέρειας. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του αρμόδιου Περιφερειάρχη. Κάθε μέλος της Επιτροπής δεν μπορεί να συμμετάσχει σε αυτή παρά μόνο μία φορά κάθε τέσσερα έτη.» β) Η παράγραφος 4 του άρθρου 14 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Στην Επιτροπή Θεμάτων Γης και Επίλυσης Διαφορών μετέχει ως μέλος και Πρόεδρος αυτής, εκπρόσωπος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που υπηρετεί στην οικεία Περιφέρεια, για τα θέματα που εξετάζει η Επιτροπή, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 22, το άρθρο 23 και την παράγραφο 4 του άρθρου 24. Ο εκπρόσωπος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ορίζεται με πράξη του Προέδρου του. Για την κλήση του στη συνεδρίαση της Επιτροπής εφαρμόζονται οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.» 6. Η παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 4061/2012 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «1. Στην έδρα κάθε Αποκεντρωμένης Διοίκησης συνιστάται τριμελής Επιτροπή Ελέγχου και Νομιμότητας, με μέλη, έναν Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, έναν διοικητικό υπάλληλο κατηγορίας ΠΕ και έναν υπάλληλο με πτυχίο τοπογράφου μηχανικού ή γεωπόνου, καθώς και τους αναπληρωτές τους. Στην Επιτροπή προεδρεύει ο Πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Ως γραμματέας της Επιτροπής ορίζεται υπάλληλος της Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Η Επιτροπή συγκροτείται με πράξη του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Κάθε μέλος της Επιτροπής δεν μπορεί να συμμετάσχει σε αυτή παρά μόνο μία φορά ανά τέσσερα έτη.» 7. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 4061/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Ο Περιφερειάρχης είναι αρμόδιος για την έκδοση των τίτλων κυριότητας, σύμφωνα με τα άρθρα 22, 23 και 36.» 8. Το άρθρο 22 του ν. 4061/2012 τροποποιείται ως ακολούθως: α) Μετά την υποπερίπτωση γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παρ. 1 του άρθρου 22, προστίθεται υποπερίπτωση δδ΄, ως εξής: «δδ) Με πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής οικοπέδου της Επιτροπής Αποκαταστάσεων Προσφύγων κυρωμένων διανομών αγροκτημάτων της Χώρας ή ως δικαιούχος οικοπέδου σε συνοικισμό κυρωμένων διανομών αγροκτημάτων της Χώρας, σύμφωνα με το άρθρο 26 του Αγροτικού Κώδικα (Α΄342), πλην όμως δεν έγινε η διανομή των οικοπέδων στους δικαιούχους». β) Στην περίπτωση γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 22 του ν. 4061/2012 το δεύτερο εδάφιο διαγράφεται. γ) Η παράγραφος 5 του άρθρου 22 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Τα παραχωρητήρια που εκδόθηκαν στις υποπεριπτώσεις ββ΄ και γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1, θεωρούνται έγκυρα και ισχυρά. Για την υποπερίπτωση δδ΄ της περίπτωσης α΄ και την περίπτωση β΄ της παραγράφου 1, μετά την έκδοση της απόφασης της Επιτροπής Θεμάτων Γης και Επίλυσης Διαφορών, ο Περιφερειάρχης εκδίδει παραχωρητήριο, στο οποίο αναγράφονται τα στοιχεία του αρχικού δικαιούχου και προσδιορίζεται το παραχωρούμενο ακίνητο κατά εμβαδόν, θέση και συντεταγμένες στο ελληνικό γεωδαιτικό σύστημα αναφοράς. Δεν εκδίδεται παραχωρητήριο, αν οι καθολικοί ή ειδικοί διάδοχοι του δικαιούχου έχουν μεταγράψει συμβολαιογραφική πράξη ή έχουν επικυρώσει ανώμαλη δικαιοπραξία που αφορά το ίδιο ακίνητο σύμφωνα, ιδίως, με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 18 του ν. 1644/1986, του άρθρου 16 του ν. 3147/2003, της παραγράφου 9 του άρθρου 3 του ν. 3399/2005 και του άρθρου 31 του ν. 3698/ 2008.» 9. Μετά την παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 4061/2012 προστίθενται παράγραφοι 7 και 8 ως εξής: «7. α) Το Ελληνικό Δημόσιο δεν προβάλλει, επίσης, δικαιώματα κυριότητας σε ακίνητα, που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του νόμου αυτού, σύμφωνα με το άρθρο 1, εφόσον: αα) Κατέχονται από Δήμους για την εξυπηρέτηση αναγκών τους, και συγκεκριμένα για στέγαση δημαρχιακών μεγάρων, σχολείων και κοινωφελών εγκαταστάσεων. Μετά από αίτημα του οικείου Δήμου, η αρμόδια υπηρεσία της οικείας Περιφέρειας, στην οποία βρίσκεται το ακίνητο, διενεργεί αυτοψία και συντάσσει έκθεση, με την οποία βεβαιώνεται ότι το ακίνητο χρησιμοποιείται για τους παραπάνω σκοπούς. ββ) Έχουν σε αυτά ανεγερθεί χώροι θρησκευτικής λατρείας, για όσο χρόνο διαρκεί η χρήση αυτή, απαγορευομένης κάθε άλλης χρήσης. Τα ακίνητα αυτά περιέρχονται στο οικείο εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένου του αναγκαίου προαύλιου χώρου. Η Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού της οικείας Περιφέρειας προσδιορίζει τον αναγκαίο προαύλιο χώρο κατά θέση, εμβαδόν και συντεταγμένες στο ελληνικό γεωδαιτικό σύστημα αναφοράς. β) Εφόσον τα κτίσματα της παρούσας παραγράφου έχουν ανεγερθεί σε τμήμα ευρύτερου ακινήτου, ο Περιφερειάρχης εκδίδει πράξη κατάτμησης του ακινήτου. γ) Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ορίζεται ο τύπος του παραχωρητηρίου για τα ακίνητα της παρούσας παραγράφου. 8. α) Οι δρόμοι που απεικονίζονται στα κυρωμένα στοιχεία των διανομών αγροκτημάτων και συνοικισμών, καθώς και κυρωμένων αναδασμών, περιέρχονται κατά κυριότητα στους οικείους Δήμους, εφόσον σήμερα υφίστανται. Αν έχουν αλλάξει χρήση ή κατέχονται αυθαίρετα, η Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού της οικείας Περιφέρειας, μετά από αυτοψία, αποφαίνεται για τη σκοπιμότητα επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση. Αν δεν είναι αναγκαία η επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, η αίτηση του κατόχου για την εξαγορά ακινήτου εξετάζεται από την οικεία Επιτροπή Θεμάτων Γης και Επίλυσης Διαφορών σύμφωνα με το άρθρο 23. β) Οι δρόμοι που διανοίχθηκαν σε θέση διαφορετική από την προβλεπόμενη στην κυρωμένη διανομή του αγροκτήματος, θωρούνται ως δρόμοι της κυρωμένης διανομής και περιέρχονται στην κυριότητα του οικείου Δήμου, εφόσον μετατοπίσθηκαν εντός δημοσίων εκτάσεων και κρίνεται αναγκαία η διατήρησή τους. Για το σκοπό αυτόν, συντάσσεται έκθεση αυτοψίας από τη Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού της οικείας Περιφέρειας, με την οποία αποφαίνεται για τη σκοπιμότητα της διατήρησης του δρόμου. Το ίδιο ισχύει και για αγροτικούς δρόμους που διανοίχτηκαν για την εξυπηρέτηση τυφλών τεμαχίων κυρωμένης διανομής, εφόσον δεν θίγονται εμπράγματα δικαιώματα τρίτων προσώπων. γ) Δρόμοι κυρωμένης διανομής που έχουν απολέσει τον κοινόχρηστο χαρακτήρα τους, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού της οικείας Περιφέρειας, μπορούν να εξαγοράζονται από τον ιδιοκτήτη του όμορου ακινήτου, μετά από αίτηση που υποβάλλει στην Επιτροπή Θεμάτων Γης και Επίλυσης διαφορών. Για την εξαγορά καταβάλλεται τίμημα ίσο με την αντικειμενική αξία, το οποίο αποτελεί έσοδο του οικείου Δήμου. δ) Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των δρόμων εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του οικείου Περιφερειάρχη, η οποία μεταγράφεται στο οικείο Υποθηκοφυλακείο ή καταχωρίζεται στο αρμόδιο Κτηματολογικό Γραφείο και κοινοποιείται στον ΟΠΕΚΕΠΕ για ενημέρωση της ψηφιακής βάσης, καθώς και στην Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση ΑΕ.» 10. Μετά το άρθρο 22 του ν. 4061/2012 προστίθεται άρθρο 22α ως εξής: «Άρθρο 22α Μη προβολή δικαιωμάτων κυριότητας από τους Δήμους Διοικητικές πράξεις με τις οποίες παραχωρήθηκαν δημοτικά ακίνητα σε δικαιούχους αποκατάστασης, βάσει διατάξεων της αγροτικής νομοθεσίας, θεωρούνται έγκυρες και ισχυρές. Οι Δήμοι δεν προβάλλουν δικαιώματα κυριότητας στα ακίνητα αυτά.» 11. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 23 του ν. 4061/2012, όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής: «2. Η προθεσμία για την κατάθεση των αιτήσεων εξαγοράς από τους ενδιαφερόμενους λήγει στις 30.6.2014. 3. Η αίτηση εξαγοράς δεν εξετάζεται αν αφορά τμήμα ακίνητου και το εναπομένον στο δημόσιο τμήμα καθίσταται μη άρτιο και μη οικοδομήσιμο ή αν συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος.» 12. α) Το άρθρο 24 του ν. 4061/2012 τροποποιείται ως εξής: αα) Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 24 προστίθεται παράγραφος 2α ως εξής: «2.α. Σε περίπτωση που ο κτηνοτρόφος αποκαταστάθηκε σε ποσοστό εξ αδιαιρέτου του βοσκότοπου, η οικεία Επιτροπή Θεμάτων Γης και Επίλυσης Διαφορών μπορεί να προσδιορίσει ορισμένο τμήμα του βοσκότοπου που ο κτηνοτρόφος έχει δικαίωμα χρήσης. Το τμήμα αυτό πρέπει να αναλογεί στο εξ αδιαιρέτου μερίδιο που ο κτηνοτρόφος είχε αποκατασταθεί στο βοσκότοπο. Στο εν λόγω τμήμα ο κτηνοτρόφος μπορεί να καλλιεργήσει μόνο κτηνοτροφικά φυτά, σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το ένα τέταρτο (1/4) του τμήματος αυτού.» ββ) Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 24 αντικαθίσταται ως εξής: «Η προθεσμία για την υποβολή των αιτήσεων εξαγοράς λήγει στις 30.6.2014.» β) Η ισχύς της ως άνω υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης α΄ της παρούσας παραγράφου αρχίζει από 1.1.2013. 13.α. Μετά το άρθρο 24 του ν. 4061/2012 προστίθεται άρθρο 24α ως εξής: «Άρθρο 24α Κατάτμηση ακινήτου Αν με την απόφαση της Επιτροπής Θεμάτων Γης και Επίλυσης Διαφορών δεν προβάλλεται δικαίωμα κυριότητας σε τμήμα του ακινήτου ή αν αναγνωρίζεται δικαίωμα εξαγοράς σε τμήμα αυτού, ο Περιφερειάρχης εκδίδει πράξη κατάτμησης του ενιαίου ακινήτου, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού της οικείας Περιφέρειας, η οποία μεταγράφεται στο οικείο Υποθηκοφυλακείο ή καταχωρίζεται στο αρμόδιο Κτηματολογικό Γραφείο. Τα ακίνητα που προέρχονται από την κατάτμηση του ενιαίου ακινήτου καταχωρούνται με νέο κωδικό στην ψηφιακή βάση του ΟΠΕΚΕΠΕ, με μέριμνα της αρμόδιας υπηρεσίας της οικείας Περιφέρειας.» 13.β. Η παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4061/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η διαχείριση των ακινήτων αυτών γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 για αγροτικούς σκοπούς και μόνο. Κατ’ εξαίρεση, με απόφαση Περιφερειάρχη, τα ακίνητα αυτά, επιφανείας έως είκοσι (20) στρέμματα μπορούν να παραχωρούνται, χωρίς δημοπρασία, έναντι τιμήματος, στους κατ’ επάγγελμα αγρότες, που τα καλλιεργούν. Για το σκοπό αυτόν διενεργείται αυτοψία από γεωπόνο που υπηρετεί στην οικεία Περιφέρεια και συντάσσεται έκθεση, με την οποία διαπιστώνεται η καλλιέργεια των ακινήτων. Το τίμημα ορίζεται από τον οικείο Περιφερειάρχη, μετά από γνώμη του Προϊσταμένου της οικείας Δ.Ο.Υ. και αποτελεί έσοδο της Περιφέρειας. Ο ενδιαφερόμενος, κατ’ επάγγελμα αγρότης, υποβάλλει στην αρμόδια υπηρεσία της οικείας Περιφερειακής Ενότητας αίτηση με τοπογραφικό διάγραμμα, όπου περιγράφεται το ακίνητο, κατά εμβαδόν, θέση και συντεταγμένες στο ελληνικό γεωδαιτικό σύστημα αναφοράς. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 8 και 11.» 14. Το άρθρο 36 του ν. 4061/2012 τροποποιείται ως εξής: α) Η παράγραφος 6 του άρθρου 36 τροποποιείται ως εξής: αα) Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 6 αντικαθίσταται ως εξής: «α) Ακίνητα που παραχωρήθηκαν, κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 10 του άρθρου 123 του Αγροτικού Κώδικα, όπως ισχύει, του άρθρου 4 του ν. 3147/2003 (Α΄ 135), του ν.δ. 203/1969 (Α΄ 109), όπως ισχύει, των άρθρων 11 και 13 του ν. 1734/1987 (Α΄ 189) και των αριθμ. 73/2005 και 2358/2004 αποφάσεων του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Β΄ 837), για την πραγματοποίηση συγκεκριμένου σκοπού, εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις βάσει των οποίων παραχωρήθηκαν.» ββ) Μετά την περίπτωση β΄ της παρ. 6 προστίθεται περίπτωση γ΄ ως εξής: «γ) Η χρονική διάρκεια της χρήσης ακινήτων που παραχωρήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 11 του ν. 1734/1987 παρατείνεται αυτοδικαίως για είκοσι έτη από τη λήξη τους.» β) Στο τέλος της παραγράφου 11 του άρθρου 36 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Για τις περιπτώσεις που η σχετική υπουργική απόφαση προέβλεπε χρονική διάρκεια παραχώρησης της χρήσης μικρότερη ή ίση των 35 ετών, με σύνταξη πρωτοκόλλου παράδοσης παραλαβής, το οποίο δεν συντάχθηκε, η χρονική διάρκεια της παραχώρησης αρχίζει από την έκδοση της σχετικής υπουργικής απόφασης και διαρκεί για όσο χρόνο ορίζεται σε αυτή.» γ) Η παράγραφος 13 του άρθρου 36, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «13.α) Κατά κύριο επάγγελμα αγρότες ή άνεργοι εγγεγραμμένοι στα μητρώα ανέργων του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού που μίσθωναν, πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, αγροτικά ακίνητα, σύμφωνα με την αριθ. 95/19.5.1975 Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου (Α΄ 98), που κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 138/1975 (Α΄ 180), μπορούν με αίτησή τους προς τη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας της Χώρας, να ζητήσουν την παραχώρηση ακινήτων της ανωτέρω Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου, για χρονικό διάστημα έως τρία (3) έτη, το οποίο δεν δύναται να παραταθεί. β) Η απόφαση παραχώρησης χρήσης εκδίδεται από τον οικείο Περιφερειάρχη. Το τίμημα της παραχώρησης, το οποίο καθορίζεται με την ως άνω απόφαση παραχώρησης χρήσης, είναι ετήσιο και ορίζεται μέχρι πέντε (5) ευρώ / στρέμμα. Για τους όρους της παραχώρησης ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 11. Μετά τη λήξη της παραχώρησης τα ακίνητα αυτά παραχωρούνται σύμφωνα με τα άρθρα 4 έως 11.» δ) Μετά την παράγραφο 13 του άρθρου 36 προστίθενται παράγραφοι 14,15 και 16 ως εξής: «14. α) Ο Περιφερειάρχης εκδίδει τους τίτλους κυριότητας σε δικαιούχους οικοπεδικής αποκατάστασης, σύμφωνα με το από 24.4.1985 προεδρικό διάταγμα (Δ΄239), που καταργήθηκε, εφόσον οι αποφάσεις των Επιτροπών Απαλλοτριώσεων που τους έκριναν δικαιούχους κατέστησαν τελεσίδικες. β) Ομοίως, εκδίδονται οι τίτλοι κυριότητας σε δικαιούχους ακινήτων, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 666/1977 (Α΄234), το άρθρο 2 του ν. 3147/2003, το άρθρο 24 του Αγροτικού Κώδικα και το άρθρο 12 του α.ν. 1832/1951 (Α΄ 153), που καταργήθηκαν, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι εξόφλησαν το οφειλόμενο τίμημα. γ) Για την έκδοση των παραχωρητηρίων των ως άνω περιπτώσεων α΄ και β΄ εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν πριν τη δημοσίευση του ν. 4061/2012. 15.α) Δεν εκδίδεται τίτλος κυριότητας για όσα ακίνητα μεταβιβάστηκαν στην οικεία Εκκλησιαστική Επιτροπή ή στη σχολική Επιτροπή ή στο Σχολικό Ταμείο, βάσει των άρθρων 28, 31στ, 163 και 198 παράγραφος 1 του Αγροτικού Κώδικα και των άρθρων 7 και 8 του ν.δ. 1189/1972 (Α΄99), που καταργήθηκαν. β) Τα ακίνητα που μεταβιβάσθηκαν στις σχολικές Επιτροπές ή τα Σχολικά Ταμεία, βάσει των ανωτέρω διατάξεων, περιέρχονται στην κυριότητα του Δήμου στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το ακίνητο. γ) Ο Περιφερειάρχης εκδίδει, ατελώς, βεβαίωση με την οποία βεβαιώνει ότι το ακίνητο ανήκει κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στην Εκκλησιαστική Επιτροπή ή στον οικείο Δήμο, βάσει των κτηματολογικών στοιχείων των κυρωμένων διανομών αγροκτημάτων και συνοικισμών της Χώρας που τηρούνται στην οικεία Περιφέρεια. Στην ίδια βεβαίωση προσδιορίζονται τα παραπάνω ακίνητα κατά εμβαδόν, θέση και συντεταγμένες στο ελληνικό γεωδαιτικό σύστημα αναφοράς. Η βεβαίωση αποτελεί τίτλο προς μεταγραφή. 16. Όποιος απέκτησε οικόπεδο κατ’ εφαρμογή του από 24.4.1985 προεδρικού διατάγματος και δεν τήρησε τους όρους που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 2 αυτού, όπως αυτές αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 3147/2003, διατηρεί την κυριότητα του οικοπέδου που δικαιώθηκε, καταργουμένου κάθε όρου και περιορισμού του δικαιώματος κυριότητας, εφόσον καταβάλλει πρόστιμο ίσο με το ένα τρίτο (1/3) της αντικειμενικής αξίας του οικοπέδου. Για το σκοπό αυτόν διενεργείται αυτοψία από υπάλληλο της Περιφερειακής Ενότητας, στην οποία βρίσκεται το οικόπεδο και συντάσσεται έκθεση με την οποία βεβαιώνεται η παράβαση του σχετικού όρου του προεδρικού διατάγματος. Η αρμόδια υπηρεσία της Περιφερειακής Ενότητας βεβαιώνει το πρόστιμο στην οικεία Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία. Το πρόστιμο αποτελεί έσοδο της Περιφέρειας και καταβάλλεται σε δύο άτοκες δόσεις, η πρώτη μέχρι 31.12.2015 και η δεύτερη μέχρι 31.12.2017. Αν δεν καταβληθεί κάποια δόση η Επιτροπή Θεμάτων Γης και Επίλυσης Διαφορών ανακαλεί την απόφαση παραχώρησης του οικοπέδου και η σχετική μεταβολή σημειώνεται στο οικείο Υποθηκοφυλακείο/Κτηματολογικό Γραφείο με μέριμνα της αρμόδιας υπηρεσίας της Περιφέρειας. Συμβόλαια αγοραπωλησίας και προσύμφωνα που συντάχθηκαν κατά παράβαση των όρων του προεδρικού διατάγματος θεωρούνται έγκυρα και ισχυρά. Σε περίπτωση μεταβίβασης του οικοπέδου ο πωλητής και ο αγοραστής ευθύνονται εις ολόκληρον για την καταβολή του προστίμου. Όσοι δεν κατέβαλαν το οφειλόμενο τίμημα ή κατέβαλαν μέρος αυτού για την απόκτηση του οικοπέδου και θέλουν να αποποιηθούν του δικαιώματος κυριότητας, μπορούν να ζητήσουν με αίτησή τους στην αρμόδια υπηρεσία της οικείας Περιφέρειας την ακύρωση του τίτλου κυριότητας. Με μέριμνα της αρμόδιας υπηρεσίας της Περιφέρειας σημειώνεται η ακύρωση του τίτλου στο οικείο Υποθηκοφυλακείο/ Κτηματολογικό Γραφείο. Τυχόν καταβληθείσες δόσεις δεν επιστρέφονται, για τις δε υπόλοιπες συντάσσονται φύλλα έκπτωσης. Οι παραπάνω διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως και στις περιπτώσεις δικαιούχων οικοπέδων λόγω μετεγκατάστασης οικισμού, οι εκτάσεις του οποίου απαλλοτριώθηκαν από τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, πλην όμως δεν τήρησαν τους όρους παραχώρησης.» 15. Η περίπτωση δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 4061/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «δ) Το άρθρο 1, πλην της παραγράφου 5 αυτού, τα άρθρα 2 έως και 10, πλην της παραγράφου 6 του άρθρου 4, το άρθρο 11 παράγραφοι 5 και 7, τα άρθρα 12, 13 και 14 του ν. 3147/2003

Άρθρο 38Τροποποίηση του ν. 3852/2010 (Α΄ 87)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

α. Η αριθ. 29 αρμοδιότητα του Υποτομέα Γεωργίας του Τομέα Β΄ «Γεωργίας − Κτηνοτροφίας −Αλιείας» της παρ. II του άρθρου 186 του ν. 3852/2010, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «29.α. Η διεξαγωγή ελέγχων και σε συνεργασία με τα Περιφερειακά Κέντρα Προστασίας Φυτών και Ποιοτικού Ελέγχου του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, επί των εκμεταλλεύσεων, επιχειρήσεων και ενώσεων αυτών, που εμπλέκονται σε οποιοδήποτε στάδιο της παραγωγής και εμπορίας φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων. 29.β. Οι επίσημοι έλεγχοι στον τομέα των τροφίμων, σύμφωνα με τις διατάξεις της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας περί τροφίμων, όπως κάθε φορά ισχύουν.» 1.β. Μετά την αριθ. 43 αρμοδιότητα του τομέα ΣΤ΄ «Έργων − Χωροταξίας − Περιβάλλοντος» της παρ. II του άρθρου 186 του ν. 3852/2010, όπως ισχύει, προστίθενται αρμοδιότητες με αριθμό 44 και 45, ως εξής: «44. Πράξεις κατάτμησης δημόσιων ακινήτων σύμφωνα με το άρθρο 24α του ν. 4061/2012 (Α΄ 66). 45. Καταργήσεις αγροτικών δρόμων κυρωμένων διανομών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Μετά την περίπτωση β΄ της αριθ. 1 αρμοδιότητας της παρ. ΙΙ του άρθρου 280 του ν. 3852/2010, προστίθεται περίπτωση γ΄ ως εξής: «γ. Ο καθορισμός χρήσης γης για παραχώρηση ακινήτων για κοινωφελείς σκοπούς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση β΄της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4061/2012, στο πλαίσιο των γενικών κατευθύνσεων του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού.»

Άρθρο 39Τροποποίηση διατάξεων του ν. 674/1977 ( Α΄ 242)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στο άρθρο 6 του ν. 674/1977, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής: «5. Μετά τη δημοσίευση της απόφασης του Περιφερειάρχη για διενέργεια αναδασμού, η αρμόδια υπηρεσία της Περιφέρειας αποστέλλει τοπογραφικό διάγραμμα στο οικείο Δασαρχείο ή την οικεία Διεύθυνση Δασών, εάν δεν υφίσταται Δασαρχείο σε επίπεδο νομού, για την έκδοση πράξης χαρακτηρισμού της αναδιανεμητέας έκτασης. Δεν απαιτείται πράξη χαρακτηρισμού, εφόσον η έκταση περιλαμβάνεται σε κυρωμένο δασικό χάρτη.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 674/1977 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Η διενέργεια του αναδασμού ανατίθεται σε Επιτροπή Αναδασμού που αποτελείται από: α) Δύο (2) Γεωπόνους ή Τεχνολόγους Γεωπόνους της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, με τους αναπληρωτές τους. β) Έναν (1) Διοικητικό ή Οικονομικό υπάλληλο της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, με τον αναπληρωτή του. γ) Έναν (1) Αγρονόμο Τοπογράφο Μηχανικό ή Πολιτικό Μηχανικό ή Τεχνολόγο Τοπογράφο ή Τεχνολόγο Δομικών Έργων της κατά τόπο αρμόδιας Υπηρεσίας Τοπογραφικής της Περιφερειακής Ενότητας, με τον αναπληρωτή του. δ) Δύο (2) εκπροσώπους των κτηματιών της αναδιανεμητέας περιοχής, με τους αναπληρωτές τους. Αν σε ένα νομό δεν λειτουργεί οποιαδήποτε από τις ανωτέρω Υπηρεσίες ή το προσωπικό που υπηρετεί δεν επαρκεί για τη στελέχωση της Επιτροπής, ως μέλος αυτής ορίζεται υπάλληλος των παραπάνω ειδικοτήτων με τον αναπληρωτή του, από άλλη υπηρεσία της οικείας Περιφέρειας. Η Επιτροπή Αναδασμού συγκροτείται με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη. Με την ίδια απόφαση ορίζεται η έδρα, ο Πρόεδρος αυτής, ο τρόπος λειτουργίας της και κάθε σχετικό θέμα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το άρθρο 8 του ν. 674/1977 τροποποιείται ως εξής: α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Παρά τη Επιτροπή Αναδασμού λειτουργεί και η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, η οποία γνωμοδοτεί για την εκτίμηση και τη συγκριτική κατ’ αξία κατάταξη των κτημάτων προς αναδασμό. Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων αποτελείται από: α) Έναν (1) Γεωπόνο ή Τεχνολόγο Γεωπόνο της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, με τον αναπληρωτή του. β) Έναν (1) Αγρονόμο Τοπογράφο Μηχανικό ή Πολιτικό Μηχανικό ή Τεχνολόγο Τοπογράφο ή Τεχνολόγο Δομικών Έργων της κατά τόπο αρμόδιας Υπηρεσίας Τοπογραφικής της Περιφερειακής Ενότητας, με τον αναπληρωτή του. γ) Τρεις (3) εκπροσώπους των κτηματιών της αναδιανεμητέας περιοχής. Αν σε ένα νομό δεν λειτουργεί οποιαδήποτε από τις ανωτέρω Υπηρεσίες ή το προσωπικό που υπηρετεί δεν επαρκεί για τη στελέχωση της Επιτροπής, ως μέλος αυτής ορίζεται υπάλληλος των παραπάνω ειδικοτήτων με τον αναπληρωτή του, από άλλη υπηρεσία της οικείας Περιφέρειας. Σε περίπτωση εφαρμογής ενιαίου αναδασμού περιοχών που ανήκουν σε περισσότερους Δήμους, εκλέγεται ένα μέλος για την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων από κάθε Δήμο, ανεξάρτητα από τον αριθμό δημοτικών ή τοπικών Κοινοτήτων που αποτελούν το Δήμο. Ο αριθμός των μελών της Επιτροπής αυτής δύναται να αναλογεί στον αριθμό των Δήμων που μετέχουν στον ενιαίο αναδασμό. Οι διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων εφαρμόζονται αναλόγως και σε περίπτωση ενιαίου αναδασμού περισσοτέρων δημοτικών ή τοπικών Κοινοτήτων του ίδιου Δήμου.» β) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων συγκροτείται με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η παρ. 1 του άρθρου 22 του ν. 674/1977 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Μετά την κύρωση του αναδασμού, με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη, διορθώνονται τα στοιχεία του αναδασμού στις παρακάτω περιπτώσεις: α) σε εφαρμογή αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, β) σε περίπτωση αντικείμενης στο νόμο ή εσφαλμένης καταχώρησης, εφόσον αυτό προκύπτει κατ’ αναμφισβήτητο τρόπο από τη διαδικασία του αναδασμού και γ) σε περίπτωση διαπίστωσης τεχνικών σφαλμάτων, όσον αφορά τα όρια και το εμβαδόν αγροτεμαχίου. Για τη διόρθωση των στοιχείων του αναδασμού παρέχει γνώμη τριμελής Επιτροπή, που αποτελείται από έναν (1) Γεωπόνο ή Τεχνολόγο Γεωπόνο, έναν Διοικητικό ή Οικονομικό υπάλληλο και έναν Αγρονόμο Τοπογράφο Μηχανικό ή Πολιτικό Μηχανικό ή Τεχνολόγο Τοπογράφο ή Τεχνολόγο Δομικών Έργων, με τους αναπληρωτές τους, που υπηρετούν στην οικεία Περιφέρεια. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη.»

Άρθρο 40Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3874/2010 (Α΄ 151)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η υποπερίπτωση αδ΄ της περίπτωσης α΄ της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3874/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «αδ) Είναι ασφαλισμένος στον Οργανισμό Γεωργικής Ασφάλισης (ΟΓΑ), εκτός αν εμπίπτει στις εξαιρέσεις από την ασφάλιση στον ΟΓΑ, που προβλέπονται στις παραγράφους 4 και 5 ή είναι δασεργάτης χωρίς ασφάλιση στον ΟΓΑ.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Η υποπερίπτωση βα΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3874/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «βα) Είναι κάτοχος ατομικής επαγγελματικής άδειας αλιείας και ιδιοκτήτης, συνιδιοκτήτης, μισθωτής ή συμμετέχει, με οποιονδήποτε τρόπο, στην εκμετάλλευση επαγγελματικού αλιευτικού σκάφους εκτός από σκάφη υπερπόντιας αλιείας ή απασχολείται στην υδατοκαλλιέργεια ως κάτοχος ή μισθωτής υδατοκαλλιεργητικής εκμετάλλευσης. Το ως άνω φυσικό πρόσωπο ασχολείται με μία ή περισσότερες εκ των ανωτέρω δραστηριοτήτων τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του και λαμβάνει από την απασχόλησή του αυτή το 35% τουλάχιστον του ετήσιου εισοδήματος.» β) Η υποπερίπτωση βγ΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3874/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «βγ) Είναι ασφαλισμένος στον ΟΓΑ, εκτός αν εμπίπτει στην εξαίρεση από την ασφάλιση στον ΟΓΑ, που προβλέπεται στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 5 ή είναι ασφαλισμένος στο ΝΑΤ, υπό την προϋπόθεση της απασχόλησής του σε αλιευτικά επαγγελματικά σκάφη τουλάχιστον επί μία πενταετία ή είναι ασφαλισμένος στο ΙΚΑ, υπό την προϋπόθεση της απασχόλησής του σε αλιευτικά επαγγελματικά σκάφη τουλάχιστον από το 2003.» γ) Μετά την περίπτωση ζ΄ της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3874/2010 προστίθεται περίπτωση η΄, ως εξής: «η) Αρχηγός αγροτικής εκμετάλλευσης είναι το φυσικό πρόσωπο, το οποίο έχει πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα, είναι κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης, σύμφωνα με τον ορισμό της περίπτωσης γ΄ και οικονομικά υπεύθυνο για την κανονική λειτουργία της (αστική και φορολογική ευθύνη). Στην περίπτωση εκμεταλλεύσεων νομικών προσώπων αρχηγός νοείται ο νόμιμος εκπρόσωπος.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο τέλος του άρθρου 2 του ν. 3874/2010 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής: «5. α) Για τους νεοεισερχόμενους στον αγροτικό τομέα, οι οποίοι έχουν δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο, προκειμένου να χαρακτηριστούν ως επαγγελματίες αγρότες, δεν ισχύει το κριτήριο του εισοδήματος, που προβλέπεται στην υποπερίπτωση αγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 και δεν απαιτείται να είναι ασφαλισμένοι στον ΟΓΑ, για δύο (2) συνεχή έτη από την έναρξη της αγροτικής δραστηριότητάς τους. Αρκεί οι ανωτέρω να προσκομίσουν στην αρμόδια υπηρεσία υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 (Α΄ 75), στην οποία να δηλώνουν ότι θα εγγραφούν στα μητρώα του ΟΓΑ και ότι, για το σκοπό αυτόν, εντός έξι (6) μηνών, θα υποβάλλουν προς τον ΟΓΑ σχετική αίτηση εγγραφής τους στα μητρώα του και επιλογής ασφαλιστικής κατηγορίας, σύμφωνα με τις σχετικές προς τούτο διατάξεις του ΟΓΑ. Με τη συμπλήρωση των δύο (2) ετών, ο νεοεισερχόμενος υποχρεούται να προσκομίσει τη σχετική βεβαίωση εγγραφής στον κλάδο κύριας ασφάλισης του ΟΓΑ. Σε κάθε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης αυτής, με υπαιτιότητά του, αναζητούνται και εισπράττονται εντόκως από το Δημόσιο όλα τα ωφελήματα που ο νεοεισερχόμενος τυχόν αποκόμισε από την εφαρμογή της παρούσας διάταξης. β) Για τους νεοεισερχόμενους στον αγροτικό τομέα, απασχολούμενους στην αλιεία, οι οποίοι έχουν δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο, προκειμένου να χαρακτηριστούν ως επαγγελματίες αγρότες, δεν ισχύει το κριτήριο του εισοδήματος, που προβλέπεται στην υποπερίπτωση βα΄ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 και δεν απαιτείται να είναι ασφαλισμένοι στον ΟΓΑ, για δύο (2) συνεχή έτη από την έναρξη της αγροτικής δραστηριότητάς τους. Αρκεί οι ανωτέρω να προσκομίσουν στην αρμόδια υπηρεσία υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, στην οποία να δηλώνουν ότι θα εγγραφούν στα μητρώα του ΟΓΑ και ότι, για το σκοπό αυτόν, εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών, θα υποβάλλουν προς τον ΟΓΑ σχετική αίτηση εγγραφής τους στα μητρώα του και επιλογής ασφαλιστικής κατηγορίας, σύμφωνα με τις σχετικές προς τούτο διατάξεις του ΟΓΑ. Με τη συμπλήρωση των δύο (2) ετών, ο νεοεισερχόμενος υποχρεούται να προσκομίσει τη σχετική βεβαίωση εγγραφής στον κλάδο κύριας ασφάλισης του ΟΓΑ. Σε κάθε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης αυτής, με υπαιτιότητά του, αναζητούνται και εισπράττονται εντόκως από το Δημόσιο όλα τα ωφελήματα που ο νεοεισερχόμενος τυχόν αποκόμισε από την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.»

Άρθρο 41Τροποποίηση διατάξεων του ν. 2520/1997 (Α΄ 173)

Η παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2520/1997, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «1.α) Επαγγελματίας Αγρότης είναι το ενήλικο φυσικό πρόσωπο που έχει δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων, εφόσον πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις: αα) Είναι κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης. ββ) Ασχολείται επαγγελματικά με αγροτική δραστηριότητα στην εκμετάλλευση τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του και λαμβάνει από την απασχόλησή του αυτή το 35% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματός του και γγ) Είναι ασφαλισμένος στον Οργανισμό Γεωργικής Ασφάλισης (ΟΓΑ), εκτός εάν δεν είναι ασφαλισμένος στον ΟΓΑ, διότι απασχολείται αποκλειστικά στη διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως 100 KW ή στη λειτουργία αγροτουριστικών μονάδων έως 10 δωματίων ή διότι έχει αλλάξει κύριο κλάδο κύριας ασφάλισης της αποκλειστικής απασχόλησής του με τη λειτουργία αγροτουριστικών μονάδων ή μονάδων διαχείρισης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή διότι είναι νεοεισερχόμενος στον αγροτικό τομέα, ο οποίος υποχρεούται σε δύο (2) έτη από την έναρξη της αγροτικής του δραστηριότητας να προσκομίσει τη βεβαίωση εγγραφής στον κλάδο κύριας ασφάλισης του ΟΓΑ. β) Επαγγελματίας αγρότης θεωρείται και το απασχολούμενο στην αλιεία (θαλάσσια, εσωτερικών υδάτων, σπογγαλιεία, οστρακαλιεία ή υδατοκαλλιέργεια), ενήλικο φυσικό πρόσωπο, εφόσον σωρευτικά: αα) Είναι κάτοχος ατομικής επαγγελματικής άδειας αλιείας και ιδιοκτήτης, συνιδιοκτήτης, μισθωτής ή συμμετέχει, με οποιονδήποτε τρόπο, στην εκμετάλλευση επαγγελματικού αλιευτικού σκάφους εκτός από σκάφη υπερπόντιας αλιείας ή απασχολείται στην υδατοκαλλιέργεια ως κάτοχος ή μισθωτής υδατοκαλλιεργητικής εκμετάλλευσης. Το ως άνω φυσικό πρόσωπο ασχολείται με μία ή περισσότερες εκ των ανωτέρω δραστηριοτήτων τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του και λαμβάνει από την απασχόλησή του αυτή το 35% τουλάχιστον του ετήσιου εισοδήματος. ββ) Προμηθεύεται ως ιδιοκτήτης, συνιδιοκτήτης ή μισθωτής επαγγελματικού αλιευτικού σκάφους καύσιμα θαλάσσης για την κίνηση του σκάφους του τουλάχιστον μία φορά κάθε τρία (3) έτη. γγ) Είναι ασφαλισμένος στον ΟΓΑ, εκτός εάν δεν είναι ασφαλισμένος στον ΟΓΑ, διότι είναι νεοεισερχόμενος στον αγροτικό τομέα, ο οποίος υποχρεούται σε δύο (2) έτη από την έναρξη της αγροτικής του δραστηριότητας να προσκομίσει τη βεβαίωση εγγραφής στον κλάδο κύριας ασφάλισης του ΟΓΑ ή είναι ασφαλισμένος στο ΝΑΤ, υπό την προϋπόθεση της απασχόλησής του σε αλιευτικά επαγγελματικά σκάφη τουλάχιστον επί μία πενταετία ή είναι ασφαλισμένος στο ΙΚΑ, υπό την προϋπόθεση της απασχόλησής του σε αλιευτικά επαγγελματικά σκάφη τουλάχιστον από το 2003. Οι προϋποθέσεις της απόληψης του 35% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματος και της προμήθειας καυσίμων θαλάσσης δεν απαιτείται να συντρέχουν για τους ιδιοκτήτες επαγγελματικών αλιευτικών σκαφών ολικού μήκους μέχρι έξι (6) μέτρων. Το ποσοστό του 35% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματος που αναφέρεται στην υποπερίπτωση ββ΄ της περίπτωσης α΄ και στην υποπερίπτωση αα΄ της παρούσας περίπτωσης, ορίζεται σε 25% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματος για τους ασχολούμενους σε αγροτική δραστηριότητα σε νησιά με πληθυσμό μέχρι 100.000 κατοίκους. γ) Κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης είναι το ενήλικο φυσικό πρόσωπο ή το νομικό πρόσωπο που είναι: αα) κύριος, συγκύριος ή νομέας αγροτικής εκμετάλλευσης, ββ) μισθωτής ή αγρολήπτης της αγροτικής εκμετάλλευσης, εφόσον η μίσθωση ή η επίμορτη αγροληψία έχει συναφθεί εγγράφως και έχει θεωρηθεί από την αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (ΔΟΥ) ή γγ) μισθωτής υδάτινης έκτασης, κάτοχος ή μισθωτής χερσαίας έκτασης προκειμένου για υδατοκαλλιέργεια. δ) Αγροτική εκμετάλλευση είναι η μονάδα παραγωγής προς πώληση αγροτικών προϊόντων, όπως αυτά ορίζονται στην περίπτωση ζ΄. Στις δραστηριότητες της αγροτικής εκμετάλλευσης περιλαμβάνεται εκτός από την παραγωγή των προϊόντων και η αποθήκευση, τυποποίηση, συσκευασία και η εν γένει τοποθέτηση μέχρι και του σταδίου της πρώτης πώλησης, αποκλειστικά των προϊόντων που παράγει η ίδια η αγροτική εκμετάλλευση, καθώς και η πρώτη χωρική ή οικοτεχνική μεταποίησή τους, η θαλάσσια αλιεία, η αλιεία εσωτερικών υδάτων, η σπογγαλιεία, η οστρακαλιεία, η υδατοκαλλιέργεια, ως και η διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως 100 kW και η λειτουργία αγροτουριστικών μονάδων. ε) Μικτές αγροτικές εκμεταλλεύσεις είναι τα νομικά πρόσωπα τα οποία, εκτός από τον κλάδο της αγροτικής οικονομίας, δραστηριοποιούνται και σε άλλους τομείς της οικονομίας. στ) Αγροτική δραστηριότητα είναι κάθε επαγγελματική δραστηριότητα σε έναν τουλάχιστον από τους κλάδους της αγροτικής οικονομίας, δηλαδή της φυτικής, της ζωικής ή της θαλάσσιας αλιείας, της σπογγαλιείας, της οστρακαλιείας, της αλιείας εσωτερικών υδάτων και της υδατοκαλλιέργειας, που αποσκοπεί στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων, στη διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ως 100 kW, στη λειτουργία αγροτουριστικών μονάδων έως 10 δωματίων και στη δασική παραγωγή. ζ) Αγροτικά προϊόντα είναι τα προϊόντα του εδάφους, της κτηνοτροφίας, της θαλάσσιας αλιείας, της σπογγαλιείας, της οστρακαλιείας, της αλιείας εσωτερικών υδάτων, της υδατοκαλλιέργειας, της δασοπονίας, της θηραματοπονίας και των κάθε είδους εκτροφών και τα προϊόντα που προέρχονται από το πρώτο στάδιο επεξεργασίας ή μεταποίησης αυτών, καθώς και κάθε άλλο προϊόν που προέρχεται από την αγροτική εν γένει δραστηριότητα. η) Αρχηγός αγροτικής εκμετάλλευσης είναι το φυσικό πρόσωπο, το οποίο έχει πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα, είναι κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης, σύμφωνα με τον ορισμό της περίπτωσης γ΄ και οικονομικά υπεύθυνο για την κανονική λειτουργία της (αστική και φορολογική ευθύνη). Στην περίπτωση εκμεταλλεύσεων νομικών προσώπων αρχηγός νοείται ο νόμιμος εκπρόσωπος.»

Άρθρο 42Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3495/2006 (Α΄ 215)

Το άρθρο τέταρτο του ν. 3495/2006, όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 24 του ν. 4039/2012 (Α΄ 15), αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο τέταρτο 1. Για την εφαρμογή της Διεθνούς Σύμβασης Προστασίας Φυτών, η οποία κυρώθηκε με τον παρόντα νόμο, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 2147/1952 (Α΄ 155), όπως ισχύει, και τα εκτελεστικά αυτού διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις. 2. Με αποφάσεις του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Προστασίας Φυτικής Παραγωγής, μπορεί να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό.»

Άρθρο 43Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4056/2012 (Α΄52)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι υποπεριπτώσεις αα΄ και ββ΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 4056/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «αα) Κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, οι οποίες κατασκευάζονται σύμφωνα με εγκεκριμένους τύπους κτηνοτροφικών στεγάστρων με σκελετό θερμοκηπίου, σύμφωνα με την αριθμ. 5888/3.2.2004 κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Γεωργίας (Β΄ 355), για τις οποίες απαιτείται θεωρημένη έγκριση του τύπου κατασκευής από την αρμόδια Υπηρεσία Δόμησης. ββ) Κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, οι οποίες έχουν μέγεθος μέχρι 300 τ.μ. και κατασκευάζονται σύμφωνα με εγκεκριμένα πρότυπα κατασκευών, κατά την αριθμ. 281273/27.8.2004 κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Γεωργίας (Β΄ 1396), για τις οποίες απαιτείται θεωρημένη έγκριση των προτύπων κατασκευής από την αρμόδια Υπηρεσία Δόμησης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το άρθρο 5 του ν. 4056/2012 τροποποιείται ως εξής: α) Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται ως εξής: «6. Οι αποστάσεις των χώρων που αναφέρονται στο Παράρτημα του άρθρου 20 από εκτροφεία θηραμάτων, των οποίων τα εκτρεφόμενα ζώα αποτελούν αντικείμενο ελεγχόμενου κυνηγιού, όπως λαγοί, αγριόχοιροι, αγριοπρόβατα, αγριοκάτσικα, ελαφοειδή, φασιανοί, ορτύκια, μπεκάτσες και γουνοφόρα ζώα και από εκτροφεία λοιπών ειδών άγριας πανίδας, εγχώριας ή εισαγόμενης, όπως σαλιγκάρια, κροκόδειλοι, χελώνες και φίδια, καθορίζονται κατά περίπτωση, κατά την κρίση της ΑΑΑ, μετά από γνωμοδότηση της επιτροπής σταυλισμού, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η δημόσια υγεία και να μην επηρεάζεται δυσμενώς το περιβάλλον.» β) Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «Οι επιχειρήσεις αυτές πρέπει να λειτουργούν υπό τον ίδιο με την κτηνοτροφική εγκατάσταση φορέα και μεταβιβάζονται συνολικά/ενιαία.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το άρθρο 6 του ν. 4056/2012, τροποποιείται ως εξής: α) Μετά την παράγραφο 2 προστίθεται παράγραφος 2α ως εξής: «2.α. Τα δικαιολογητικά για την έγκριση ή πιστοποίηση των προϋποθέσεων του παρόντος άρθρου εκδίδονται κατά προτεραιότητα από τις, κατά περίπτωση, αρμόδιες αρχές.» β) Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 αντικαθίσταται ως εξής: «β) Δήλωση του μελετητή και του φορέα της εγκατάστασης για την υπαγωγή σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ), σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 της αριθ. 46296/8.8.2013 κοινής απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β΄ 2002).» γ) Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 3 αντικαθίστανται ως εξής: «Εντός τριών (3) ημερών και εφόσον ο φάκελος περιέχει τα ανωτέρω στοιχεία εκδίδεται άδεια προέγκρισης εγκατάστασης, η οποία έχει την ισχύ άδειας εγκατάστασης μέχρι την έκδοση της τελευταίας και όχι πλέον των τριών (3) μηνών ή των δέκα (10) μηνών, αν πρόκειται για κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 998/1979 (Α΄ 289). Για τον έλεγχο συνδρομής των ανωτέρω προϋποθέσεων, η αρμόδια επιτροπή σταυλισμού, μετά από επιτόπιο έλεγχο, συντάσσει σχετικό πρακτικό, εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεση του φακέλου. Εντός της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών του προηγούμενου εδαφίου και σε κάθε περίπτωση μέχρι την ολοκλήρωση των απαιτούμενων, κατά περίπτωση, πιστοποιήσεων ή εγκρίσεων, εντός χρονικού διαστήματος, το οποίο δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες ή τους δέκα (10) μήνες, αν πρόκειται για κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 998/1979 (Α΄289), η ΑΑΑ εκδίδει την άδεια εγκατάστασης, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1. Αν διαπιστωθεί οποιαδήποτε παράλειψη ή παρέκκλιση από την ισχύουσα νομοθεσία ή έλλειψη δικαιολογητικών, η ΑΑΑ καλεί τον ενδιαφερόμενο να αποκαταστήσει ή να συμπληρώσει τις διαπιστωθείσες ελλείψεις, εντός των ως άνω προθεσμιών. Σε περίπτωση παρόδου άπρακτης της προθεσμίας ή ελλιπούς συμμόρφωσης ή μη τήρησης των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 η αίτηση απορρίπτεται και σφραγίζονται οι τυχόν εγκαταστάσεις.» δ) Οι υποπεριπτώσεις αα΄ και ββ΄ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 4 αντικαθίστανται ως εξής: «αα) Για κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις της κατηγορίας Α΄ του ν. 4014/2011 Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) από την αρμόδια περιβαλλοντική αρχή.» ββ) Για κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις της κατηγορίας Β΄ του ν. 4014/2011, για τις οποίες δεν ακολουθείται η διαδικασία εκπόνησης Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) αλλά υπόκεινται σε ΠΠΔ, απαιτείται σχετική δήλωση του μελετητή ή του φορέα της εγκατάστασης για την ανάληψη των προβλεπόμενων ΠΠΔ, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 της αριθμ. 46296/8.8.2013 κοινής απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής». ε) Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «γ) Υπεύθυνη δήλωση του ν.1599/1986, στην οποία ο ενδιαφερόμενος φορέας και ο μηχανικός ή ο γεωτεχνικός δηλώνουν ότι τα δηλούμενα στοιχεία της εκμετάλλευσης είναι αληθή και ότι η εκμετάλλευση λειτουργεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις σχετικά με: αα) την προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας, ββ) την υγιεινή και καλή διαβίωση των εκτρεφόμενων ζώων, γγ) τις ελάχιστες αποστάσεις μεταξύ κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων και χώρων ή δραστηριοτήτων που χρήζουν προστασίας, καθώς και οικισμών και πηγών ύδατος, δδ) την ιδιοκτησία και νόμιμη χρήση του γηπέδου της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης και εε) τους όρους της εργατικής νομοθεσίας για την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων και τις σχετικές υγειονομικές διατάξεις. Στην υπεύθυνη δήλωση αναφέρεται επίσης ότι ο ενδιαφερόμενος φορέας έχει γνώση των συνεπειών της ισχύουσας νομοθεσίας, σε περίπτωση μη τήρησης των αναφερόμενων στην υπεύθυνη δήλωσή του». στ) Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 4 αντικαθίστανται ως εξής: «Η άδεια προέγκρισης εγκατάστασης εκδίδεται εντός τριών (3) ημερών, εφόσον ο φάκελος περιέχει τα ανωτέρω στοιχεία. Η άδεια προέγκρισης εγκατάστασης έχει την ισχύ άδειας εγκατάστασης μέχρι την έκδοση της τελευταίας και όχι πλέον των τριών (3) μηνών ή των δέκα (10) μηνών, αν πρόκειται για κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 998/1979.» ζ) Οι περιπτώσεις β΄, γ΄ και δ΄ της παρ. 5 ενοποιούνται σε μία περίπτωση β΄ ως εξής: «β) Η επιτόπια διαπίστωση της συνδρομής των νόμιμων προϋποθέσεων λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης γίνεται με αυτοψία και σύνταξη σχετικού πρακτικού από την αρμόδια επιτροπή σταυλισμού, εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεση της αίτησης για άδεια εγκατάστασης. Εντός της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου και σε κάθε περίπτωση μέχρι την ολοκλήρωση των απαιτούμενων, κατά περίπτωση, πιστοποιήσεων ή εγκρίσεων, εντός χρονικού διαστήματος, το οποίο δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες ή τους δέκα (10) μήνες, αν πρόκειται για κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 46 του ν. 998/1979, η ΑΑΑ εκδίδει την άδεια εγκατάστασης, εφόσον διαπιστωθεί η συνδρομή των νόμιμων προϋποθέσεων λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης και η ορθότητα των στοιχείων που δηλώνει ο ενδιαφερόμενος φορέας και ο μηχανικός ή γεωτεχνικός, κατά το στάδιο της χορήγησης άδειας προέγκρισης εγκατάστασης. Αν διαπιστωθεί οποιαδήποτε παράλειψη ή παρέκκλιση από την ισχύουσα νομοθεσία ή έλλειψη δικαιολογητικών, η ΑΑΑ καλεί τον ενδιαφερόμενο να αποκαταστήσει ή να συμπληρώσει τις διαπιστωθείσες ελλείψεις, εντός των ως άνω προθεσμιών. Σε περίπτωση παρόδου άπρακτης της προθεσμίας ή ελλιπούς συμμόρφωσης ή μη τήρησης των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 η αίτηση απορρίπτεται και σφραγίζονται οι τυχόν εγκαταστάσεις.» η) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 αντικαθίσταται ως εξής: «7. Μετά την αδειοδότηση, ο φορέας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης μπορεί να δηλώσει στη Γενική Διεύθυνση Ζωικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων αν επιθυμεί να συνεργαστεί με τα ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας, προκειμένου να δέχεται φοιτητές γεωτεχνικών τμημάτων ή σχολών για την πρακτική άσκησή τους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του ν. 4056/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «2. α) Μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου στην ΑΑΑ, συνοδευόμενη από τα σχετικά αποδεικτικά έγγραφα, η τροποποιημένη ή μεταβιβαζόμενη άδεια χορηγείται: αα) εντός τριών (3) εργασίμων ημερών, όταν η αρχική άδεια έχει εκδοθεί στα πλαίσια του παρόντος νόμου ή ββ) εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών, μετά από αυτοψία της αρμόδιας επιτροπής σταυλισμού, όταν η αρχική άδεια έχει εκδοθεί στα πλαίσια προγενέστερου νομικού πλαισίου. β) Προϋπόθεση για την τροποποίηση ή τη μεταβίβαση άδειας είναι να μην έχει επέλθει αύξηση της δυναμικότητας ή επέκταση ή μεταφορά ή αλλαγή του είδους της κτηνοτροφικής εγκατάστασης ή ουσιώδης τροποποίηση των υγειονομικών όρων λειτουργίας της. Η συνδρομή των παραπάνω προϋποθέσεων βεβαιώνεται με υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος, σύμφωνα με το ν.1599/1986. Σε κάθε περίπτωση, η επιτροπή σταυλισμού μπορεί να ελέγξει την ορθότητα των όσων δηλώνονται.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 4056/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Μετά από απόφαση του αρμόδιου για το έκτακτο γεγονός Υπουργού, διακόπτεται η λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης από τα όργανα της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών ή από τις ίδιες τις αστυνομικές αρχές, με τη σφράγιση του παραγωγικού εξοπλισμού της εγκατάστασης ή σε περίπτωση αποθήκης ή επικινδύνων εγκαταστάσεων με τη σφράγιση αυτών, χωρίς προηγούμενη ακρόαση των εκπροσώπων της επιχείρησης, για ορισμένο χρόνο, που μπορεί να παραταθεί για όσο διάστημα διαρκεί το έκτακτο και απρόβλεπτο γεγονός που επέβαλε τη σφράγιση.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Το άρθρο 10 του ν. 4056/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 10 Διοικητικές κυρώσεις και μέτρα 1. Σε όσες κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις διαπιστώνεται, μετά από αυτοψία, παράβαση οποτεδήποτε γενόμενη, των διατάξεων του παρόντος νόμου και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού ή παράλειψη τήρησης των όρων και περιορισμών που καθορίζονται με τις αποφάσεις της ΑΑΑ, με απόφαση της ΑΑΑ, μετά από εισήγηση της επιτροπής σταυλισμού, επιβάλλονται σε βάρος του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης οι παρακάτω κυρώσεις: α) Ανάκληση της άδειας εγκατάστασης και διακοπή της λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, όταν διαπιστώνονται παραβάσεις για τις οποίες υπάρχει αντικειμενική αδυναμία άρσης τους. Η ανάκληση της άδειας εγκατάστασης είναι οριστική και: αα) Ολική, στις περιπτώσεις που οι παραβάσεις αφορούν στο σύνολο των υποδομών της κτηνοτροφικής εγκατάστασης ή σε τμήμα των υποδομών τόσο ουσιώδες που επηρεάζεται αποφασιστικά η νόμιμη λειτουργία μονάδας. Με την ολοκλήρωση των διαδικασιών, που προβλέπονται στις παραγράφους 5 και 6 και την επιβεβαίωση της αντικειμενικής αδυναμίας άρσης τους, διακόπτεται η λειτουργία στο σύνολο της εγκατάστασης. ββ) Μερική, στις περιπτώσεις που οι παραβάσεις αφορούν σε τμήμα των υποδομών της κτηνοτροφικής εγκατάστασης χωρίς να επηρεάζεται ουσιαστικά η λειτουργία της ώστε το εναπομείναν τμήμα να δύναται να λειτουργήσει αυτοτελώς και να πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις. Με την ολοκλήρωση των διαδικασιών που προβλέπονται στις παραγράφους 5 και 6 και την επιβεβαίωση της αντικειμενικής αδυναμίας άρσης τους, διακόπτεται η λειτουργία στο τμήμα των υποδομών που διαπιστώνονται οι παραβάσεις. Στις ανωτέρω υποπεριπτώσεις αα΄ και ββ΄ η κύρωση επιβάλλεται κατά την κρίση της ΑΑΑ μετά από εισήγηση της επιτροπής σταυλισμού. β) Τα πρόστιμα επιβάλλονται, ανάλογα με τη φύση της παράβασης, το μέγεθος των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων και την κατάταξή τους σε κατηγορίες ως προς την περιβαλλοντική επιβάρυνση που προκαλούν, ως εξής: αα) πρόστιμο, από πεντακόσια (500) ευρώ έως δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ, σε βάρος του υπογράφοντα ή των υπογραφόντων τις απαιτούμενες υπεύθυνες δηλώσεις του ν. 1599/1986, για την αδειοδότηση, τροποποίηση ή μεταβίβαση άδειας κτηνοτροφικής εγκατάστασης, εφόσον κατά τον έλεγχο των απαιτούμενων δικαιολογητικών διαπιστωθεί ότι το περιεχόμενό τους είναι ανακριβές. Τα παραπάνω πρόστιμα επιβάλλονται πέραν των οποιωνδήποτε ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν. 1599/1986, ββ) πρόστιμο, από πεντακόσια (500) ευρώ έως δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ, σε βάρος του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, εφόσον κατά τη λειτουργία των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων καταγραφούν παραβάσεις που δεν επισύρουν τη διακοπή της λειτουργίας των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων και είναι δυνατή η άρση τους με την εκτέλεση βελτιωτικών εργασιών, γγ) πρόστιμο, από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, σε βάρος του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, εφόσον κατά τη λειτουργία των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων καταγραφούν παραβάσεις που προκαλούν εκτεταμένη βλάβη στο περιβάλλον, θέτοντας σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία και δεν είναι δυνατόν να αρθούν με την εκτέλεση βελτιωτικών εργασιών οπότε και διακόπτεται η λειτουργία της εγκατάστασης. 2. Οι κυρώσεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 1 επιβάλλονται ανεξάρτητα ή σε συνδυασμό, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, τη συχνότητα, την υποτροπή, την προκαλούμενη περιβαλλοντική και υγειονομική επιβάρυνση. 3. Η απόφαση της ΑΑΑ για επιβολή προστίμου γίνεται οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή μετά την απόρριψη της ειδικής διοικητικής ένστασης του άρθρου 11, τη μη εμπρόθεσμη ή τη μη άσκησή της. 4. Τα πρόστιμα καταβάλλονται εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την οριστική και ανέκκλητη επιβολή τους. Μετά την παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας αυτά διπλασιάζονται και διακόπτεται άμεσα η λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης ακόμη και εάν δεν είχε επιβληθεί η σχετική κύρωση στην αρχική απόφαση επιβολής κυρώσεων. 5. Μετά τη διαπίστωση των παραβάσεων και πριν από την επιβολή των κυρώσεων που προβλέπονται στα πλαίσια του παρόντος νόμου και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, η ΑΑΑ, μετά από εισήγηση της επιτροπής σταυλισμού, καλεί εγγράφως σε ακρόαση, με αποδεικτικό επίδοσης, από όργανο της ΑΑΑ, τον φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης ή τον νόμιμο εκπρόσωπό του ή τον υπογράφοντα ή τους υπογράφοντες τις υπεύθυνες δηλώσεις του ν. 1599/1986, προκειμένου να εκθέσει τις απόψεις του και να καταθέσει, υπόμνημα, εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την ημέρα επίδοσης σε αυτόν του σχετικού εγγράφου. 6. Η επιτροπή σταυλισμού αφού λάβει υπόψη τις απόψεις του ενδιαφερόμενου και εφόσον κρίνει ότι: α) Είναι εφικτή η αποκατάσταση της νόμιμης λειτουργίας των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων με την εκτέλεση βελτιωτικών εργασιών και ότι η συνέχιση της λειτουργίας τους υπό τις ίδιες συνθήκες, δεν απειλεί άμεσα τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον, εισηγείται στην ΑΑΑ την έκδοση σχετικής απόφασης, στην οποία καθορίζονται επακριβώς οι απαιτούμενες βελτιώσεις και η προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να υλοποιηθούν. Η προθεσμία αυτή, δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες που μπορεί να παραταθεί σε περιπτώσεις καθυστερήσεων στην υλοποίηση των απαιτούμενων βελτιωτικών εργασιών, εξαιτίας εξωγενών παραγόντων, που δεν οφείλονται σε υπαιτιότητα του ενδιαφερόμενου και η οποία δεν μπορεί να ξεπερνά το ήμισυ της αρχικής. β) Δεν είναι εφικτή η άρση των παραβάσεων που διαπιστώθηκαν και η συνέχιση της λειτουργίας των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων απειλεί άμεσα τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον, εισηγείται στην ΑΑΑ την έκδοση απόφασης επιβολής κυρώσεων, όπως αυτές περιγράφονται στην παράγραφο 1. 7. Στις περιπτώσεις που επιβληθεί η κύρωση της διακοπής της λειτουργίας της εγκατάστασης, στη σχετική απόφαση τίθεται ορισμένη προθεσμία απομάκρυνσης του ζωικού κεφαλαίου που τυχόν υπάρχει σε αυτή. Η προθεσμία για την απομάκρυνση του ζωικού κεφαλαίου ορίζεται μέχρι τρεις (3) μήνες με δυνατότητα παράτασης μέχρι ένα (1) μήνα επιπλέον σε περιπτώσεις εξωγενών παραγόντων που δεν οφείλονται σε υπαιτιότητα του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Η απομάκρυνση του ζωικού κεφαλαίου γίνεται εντός της ορισθείσας προθεσμίας με την αποκλειστική ευθύνη και δαπάνη του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης. Αν μετά την παρέλευση της σχετικής προθεσμίας και της παράτασης αυτής ο φορέας δεν έχει απομακρύνει από τη μονάδα το ζωικό κεφάλαιο, τότε τα ζώα θεωρούνται ως ανεπιτήρητα και για τη διαχείρισή τους εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 17. Η διακοπή της λειτουργίας της κτηνοτροφικής εγκατάστασης πραγματοποιείται με επίσπευση του προϊσταμένου της ΑΑΑ μετά την απομάκρυνση του ζωικού κεφαλαίου, η οποία διενεργείται από τα συνεργεία περισυλλογής ανεπιτήρητων ζώων της παραγράφου 4 του άρθρου 17, υπό την εποπτεία της επιτροπής σταυλισμού, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών. Η ΑΑΑ, μετά την απομάκρυνση του ζωικού κεφαλαίου και αφού ενημερώσει τον φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης, ζητά τη διακοπή παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στη συγκεκριμένη εγκατάσταση από τον διαχειριστή του δικτύου ή του συστήματος ηλεκτροδότησης, ο οποίος υποχρεούται να προβεί στη ζητούμενη διακοπή εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από τη σχετική ειδοποίηση. Μετά και τη διακοπή της ηλεκτροδότησης της κτηνοτροφικής εγκατάστασης σφραγίζει, παρουσία της αστυνομικής αρχής και του φορέα της κτηνοτροφικής εγκατάστασης ή του νομίμου εκπροσώπου του, τον παραγωγικό εξοπλισμό της, την αποθήκη και τις επικίνδυνες εγκαταστάσεις και συντάσσει σχετικό πρωτόκολλο. 8. Οι πιο πάνω αναφερόμενες διοικητικές κυρώσεις και πρόστιμα επιβάλλονται πέραν των οποιωνδήποτε ποινικών, αστικών ή άλλων κυρώσεων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις. Τα πρόστιμα αποτελούν πόρο της οικείας Περιφέρειας και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.). 9. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού ρυθμίζονται τα θέματα και οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Με όμοια απόφαση μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος των προστίμων που προβλέπονται στο νόμο αυτό.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Το άρθρο 11 του ν. 4056/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 11 Δυνατότητα ένστασης 1. Κατά των αποφάσεων της ΑΑΑ, με τις οποίες: α) χορηγούνται άδειες προέγκρισης εγκατάστασης ή άδειες εγκατάστασης, β) απορρίπτονται αιτήσεις για χορήγηση, τροποποίηση ή μεταβίβαση αδειών εγκατάστασης, γ) επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις και πρόστιμα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10, χωρεί ειδική διοικητική ένσταση. 2. Η προθεσμία για την υποβολή των ενστάσεων ορίζεται σε ένα (1) μήνα από την επίδοση, με δημόσιο όργανο προς τον ενδιαφερόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης ή αφότου αυτός αποδεδειγμένα έλαβε πλήρη γνώση αυτής. 3. Οι ειδικές διοικητικές ενστάσεις κατατίθενται από τον ενδιαφερόμενο ή τον νόμιμο εκπρόσωπό του, επί αποδείξει, στην ΑΑΑ που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία και υποχρεούται να αποστείλει πλήρη φάκελο με όλα τα σχετικά έγγραφα στη Διεύθυνση Εισροών Ζωικής Παραγωγής εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κατάθεση της ένστασης. 4. Για την εξέταση των ενστάσεων συνιστάται στη Γενική Διεύθυνση Ζωικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων τριμελής Επιτροπή ενστάσεων, η οποία αποτελείται από τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Ζωικής Παραγωγής, ως Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Εισροών Ζωικής Παραγωγής και τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Νομοπαρασκευαστικού Έργου και Νομικών Υποθέσεων, ως μέλη, με τους αναπληρωτές τους. Χρέη γραμματέα ασκεί διοικητικός υπάλληλος της Διεύθυνσης Εισροών Ζωικής Παραγωγής. 5. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων συγκροτείται η Επιτροπή ενστάσεων και ρυθμίζονται τα θέματα και οι λεπτομέρειες λειτουργίας της. 6. Η Επιτροπή ενστάσεων εξετάζει τη νομιμότητα της κάθε απόφασης, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από τη λήψη του φακέλου από την ΑΑΑ και εισηγείται αιτιολογημένα την αποδοχή ή την απόρριψή της στον Γενικό Γραμματέα για την έκδοση σχετικής απόφασης. 7. Η απόφαση του Γενικού Γραμματέα είναι οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή, κοινοποιείται, επί αποδείξει στον ενδιαφερόμενο, στη διεύθυνση που έχει δηλώσει στην αίτηση που υπέβαλε για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης, και στην ΑΑΑ, η οποία μεριμνά για τις περαιτέρω ενέργειες, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 10.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Το άρθρο 14 του ν. 4056/2012 τροποποιείται ως εξής: α) Στο τέλος της παραγράφου 1 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται σε κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, στις οποίες έχουν καταγραφεί από τις αρμόδιες αρχές παραβάσεις της συναφούς και παράλληλης σχετικής νομοθεσίας, για τις οποίες υπάρχει αντικειμενική αδυναμία άρσης των παρατυπιών.» β) Η παράγραφος 9 αντικαθίσταται ως εξής: «9. Πριν τον προβλεπόμενο έλεγχο για την έκδοση της οριστικής άδειας εγκατάστασης, στις περιπτώσεις υποβολής από τον ενδιαφερόμενο φορέα ανακριβών δηλώσεων και στοιχείων κατά τη διαδικασία έκδοσης αυτής, οι εργασίες που πραγματοποιούνται, εκτελούνται αποκλειστικά με ευθύνη του ενδιαφερόμενου φορέα και βαρύνουν αποκλειστικά τον ίδιο. Η διοίκηση δεν δεσμεύεται για τη χορήγηση της άδειας εγκατάστασης ακόμη και εάν έχει χορηγηθεί άδεια προέγκρισης εγκατάστασης.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στο τέλος του άρθρου 15 του ν. 4056/2012 προστίθενται παράγραφοι 5, 6 και 7 ως εξής: «5. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των τυχόν καθ’ ύλην αρμόδιων Υπουργών καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, η έννοια και οι αρμόδιες αρχές για την ίδρυση και τη λειτουργία κτηνοτροφικών πάρκων για τις εντατικής μορφής κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, καθώς και κτηνοτροφικών ζωνών για τις εκτατικής μορφής κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις του άρθρου 1, θεσπίζονται διοικητικές κυρώσεις και ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα. 6. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ρυθμίζονται ειδικά θέματα και τεχνικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 6 και 7. 7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και του τυχόν καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού προσδιορίζεται η έννοια του «κτηνοτροφικού οικισμού», καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για το χαρακτηρισμό οικισμών ως κτηνοτροφικών, καθώς και οι ειδικοί όροι και οι προϋποθέσεις λειτουργίας εντός των ορίων αυτών κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων του άρθρου 1 και ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα.»

Άρθρο 44Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4036/2012 (Α΄ 8)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 4036/2012 (Α΄ 8) αντικαθίσταται ως εξής: «3. Τα παράβολα είναι αναλογικά και ανταποδοτικά και το ύψος τους καθορίζεται και αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Για την είσπραξη των ποσών των παραβόλων, εκδίδονται ειδικά έντυπα παραβόλων, ονομαστικής αξίας ίσης με ποσοστό: α) 70% επί του εκάστοτε οριζομένου ποσού παραβόλου, υπέρ του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου, το οποίο σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3 ορίζεται ως αρμόδια αρχή για την αξιολόγηση των στοιχείων που απαιτούνται και υποβάλλονται για τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και β) 30% επί του εκάστοτε οριζομένου ποσού παραβόλου, υπέρ του Ταμείου Γεωργίας και Κτηνοτροφίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Ο τρόπος προμήθειας και έκδοσης των ως άνω ειδικών εντύπων παραβόλων, ο τύπος, ο τρόπος χρήσεως, διαθέσεως και διαχειρίσεως αυτών, ο τρόπος της ακυρώσεως και κάθε σχετικό θέμα, καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας έκδοσης των ως άνω ειδικών εντύπων παραβόλων, για την είσπραξη των ποσών των παραβόλων του παρόντος άρθρου, εκδίδονται ισόποσα διπλότυπα είσπραξης από τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες, υπέρ των ανωτέρω δικαιούχων. Τα ποσά αυτά διατίθενται αποκλειστικά για τους σκοπούς του παρόντος νόμου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Στην παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 4036/2012 γίνονται οι παρακάτω τροποποιήσεις: αα) Το πέμπτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής: «Βάσει αυτών των δεικτών κινδύνου και λαμβάνοντας υπόψη, κατά περίπτωση, τους στόχους σε σχέση με τον περιορισμό κινδύνων ή χρήσης που είχαν ήδη επιτευχθεί πριν από την εφαρμογή του παρόντος νόμου, καθορίζονται επίσης χρονοδιαγράμματα και στόχοι για τη μείωση της χρήσης, ιδίως εφόσον η μείωση της χρήσης αποτελεί κατάλληλο μέσο για την επίτευξη του περιορισμού των κινδύνων όσον αφορά στοιχεία που καταγράφονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 29.» ββ) Το ένατο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής: «Στα εθνικά σχέδια δράσης περιγράφονται ο τρόπος εφαρμογής των μέτρων που προκύπτουν από τα άρθρα 19 έως 29 ώστε να επιτύχουν τους στόχους της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου.» β) Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 4036/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η ΣΕΑ κοινοποιεί τα εθνικά σχέδια δράσης στην Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των λοιπών κρατών − μελών μέχρι τις 26 Νοεμβρίου 2012.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 30 του ν. 4036/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «Η ΣΕΑ υποχρεούται να γνωστοποιήσει τις σχετικές διατάξεις στην Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης το αργότερο στις 26 Νοεμβρίου 2012 και γνωστοποιεί αμέσως κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το άρθρο 35 του ν. 4036/2012 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Άρθρο 35 Εμπορία γεωργικών φαρμάκων 1. α) Επιτρέπεται η εμπορία γεωργικών φαρμάκων μόνο από ειδικά καταστήματα που πληρούν συγκεκριμένες προδιαγραφές και διαθέτουν υπεύθυνο επιστήμονα. β) Ως υπεύθυνος επιστήμονας ορίζεται γεωπόνος πτυχιούχος ιδρύματος πανεπιστημιακής εκπαίδευσης ή τεχνολόγος γεωπόνος πτυχιούχος ιδρύματος τεχνολογικής εκπαίδευσης σύμφωνα με το π.δ. 109/1989 (Α΄ 47) ή το π.δ. 312/2003 (Α΄ 264) για χρήσεις συμβατές με τη βιολογική γεωργία ή κάτοχος ισότιμου πτυχίου ή διπλώματος αντίστοιχης ειδικότητας σχολής κράτους − μέλους της Ε.Ε. ή χώρας εκτός Ε.Ε. με βάση την αρχή της αμοιβαιότητας. γ) Για την πώληση των γεωργικών φαρμάκων, τα καταστήματα εμπορίας αυτών μπορούν να διαθέτουν και υπάλληλο−πωλητή. Ο υπάλληλος−πωλητής γεωργικών φαρμάκων πρέπει είτε να πληροί τις προϋποθέσεις της περίπτωσης β΄ της παρούσας παραγράφου είτε να είναι κάτοχος πιστοποιητικού κατάρτισης υπευθύνου εμπορίας γεωργικών φαρμάκων, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 19 είτε να είναι ισότιμα καταρτισμένος σε άλλο κράτος – μέλος της Ε.Ε. για την εμπορία γεωργικών φαρμάκων, ώστε να διασφαλίζεται το ίδιο επίπεδο ασφάλειας για τον άνθρωπο, την υγεία των φυτών και των ζώων και την προστασία του περιβάλλοντος. δ) Ο υπεύθυνος επιστήμονας ή/και ο υπάλληλος−πωλητής γεωργικών φαρμάκων διενεργούν τις πωλήσεις των γεωργικών φαρμάκων και είναι υπεύθυνοι για την ορθή εκτέλεση της συνταγής χρήσης αυτών, που προβλέπεται στην παράγραφο 5, ιδίως ως προς την εγκεκριμένη δοσολογία − ποσότητα του εμπορικού σκευάσματος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί και την παροχή ιδηγιών για τον τρόπο εφαρμογής του εμπορικού σκευάσματος − ψεκαστικού διαλύματος ανάλογα με τα μέσα εφαρμογής του κάθε παραγωγού, όπως κατάλληλη πίεση. Επίσης, έχουν την υποχρέωση να παρέχουν γενικές πληροφορίες σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους για τον άνθρωπο και το περιβάλλον από τη χρήση των γεωργικών φαρμάκων, ιδίως σχετικά με τις πηγές κινδύνου, την έκθεση του χρήστη, τον ορθό τρόπο αποθήκευσης, το χειρισμό και την εφαρμογή, την ασφαλή διάθεση του ψεκαστικού διαλύματος που απομένει μετά την εφαρμογή, τη διαχείριση των κενών συσκευασίας και τις εναλλακτικές λύσεις χαμηλού κινδύνου. Ειδικά, ως προς τη συνταγογραφείσα δραστική ουσία και τα εγκεκριμένα εμπορικά σκευάσματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν υπεύθυνος είναι μόνο ο υπεύθυνος επιστήμονας.» 2. Η εμπορία των γεωργικών φαρμάκων διακρίνεται σε χονδρική και λιανική. Με την υποβολή της αναγγελίας έναρξης ασκήσεως εμπορίας γεωργικών φαρμάκων οι ενδιαφερόμενοι δηλώνουν: το είδος της εμπορίας γεωργικών φαρμάκων που θα ασκήσουν, την επωνυμία και τον αριθμό φορολογικού μητρώου της επιχείρησης, φυσικού ή νομικού προσώπου, που θα ασκεί την εμπορία, την έδρα της επιχείρησης, καθώς και τους αποθηκευτικούς χώρους και τον υπεύθυνο επιστήμονα. Η αρμόδια αρχή δύναται, εντός τριών (3) μηνών από τη λήψη της αναγγελίας, να απαγορεύσει την άσκηση του επαγγέλματος, στην περίπτωση που δεν πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις προς τούτο ή δεν προκύπτει η συνδρομή τους από τα υποβληθέντα στοιχεία. Οι ενδιαφερόμενοι ασκούν ελεύθερα την εμπορία των γεωργικών φαρμάκων μετά πάροδο τριμήνου από την υποβολή της αναγγελίας έναρξης άσκησής της, εφόσον δεν υφίσταται η προαναφερόμενη απαγόρευση άσκησης της εμπορίας, καθώς και νωρίτερα εφόσον ενημερωθούν εγγράφως από την αρμόδια αρχή για την πληρότητα των υποβληθέντων στοιχείων. Απαγορεύεται η άσκηση εμπορίας γεωργικών φαρμάκων χωρίς αναγγελία περί τούτου στην αρμόδια αρχή και επακόλουθη αναμονή επί τρίμηνο ή λήψη της ανωτέρω σχετικής ενημέρωσης πληρότητας υποβληθέντων στοιχείων, καθώς και σε περίπτωση απαγόρευσης άσκησης εμπορίας από την αρμόδια αρχή. 3. Η χονδρική πώληση των γεωργικών φαρμάκων επιτρέπεται σε ενδιαφερόμενους που έχουν υποβάλει στην αρμόδια αρχή αναγγελία έναρξης άσκησης εμπορίας γεωργικών φαρμάκων, σύμφωνα με την παράγραφο 2 και απευθύνεται προς άλλα καταστήματα χονδρικής πώλησης ή καταστήματα λιανικής πώλησης. 4. Προϋπόθεση για την άσκηση χονδρικής ή λιανικής εμπορίας γεωργικών φαρμάκων αποτελεί η απασχόληση του υπεύθυνου επιστήμονα ή/και υπαλλήλου−πωλητή κατά τη χρονική διάρκεια της πώλησης γεωργικών φαρμάκων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α) Προϋπόθεση για τη λιανική πώληση γεωργικού φαρμάκου σε επαγγελματία χρήστη είναι η έκδοση συνταγής, για τη χρήση του, από επιστήμονα, που πληροί τις προϋποθέσεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1. β) Η έκδοση συνταγής δύναται να γίνεται τη στιγμή της πώλησης των γεωργικών φαρμάκων, εφόσον η πώληση του γεωργικού φαρμάκου διενεργείται από τον υπεύθυνο επιστήμονα ή υπάλληλο−πωλητή που πληροί τις προϋποθέσεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1. Στην περίπτωση αυτή, η ηλεκτρονική καταγραφή σε ειδικό έντυπο της πώλησης των γεωργικών φαρμάκων, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 36, μπορεί να υπέχει θέση συνταγής χρήσης γεωργικού φαρμάκου αναφέροντας πλήρως τα στοιχεία του επιστήμονα που την εξέδωσε. γ) Μετά την 26η Νοεμβρίου 2015, η λιανική πώληση γεωργικών φαρμάκων για επαγγελματική χρήση γίνεται εφόσον εξασφαλισθεί ότι η χρήση τους γίνεται από πρόσωπο ή υπό την επίβλεψη προσώπου, στο οποίο έχει χορηγηθεί πιστοποιητικό επαρκούς γνώσης των θεμάτων ορθολογικής χρήσης των γεωργικών φαρμάκων, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 33 και την Οδηγία 2009/128/ΕΚ. Ο επιβλέπων τη χρήση αναλαμβάνει την ευθύνη για την ορθή χρήση των γεωργικών φαρμάκων και υποχρεούται αμέσως μετά τη χρήση αυτών να το καταγράφει ενυπόγραφα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

α) Τα καταστήματα λιανικής πώλησης γεωργικών φαρμάκων: αα) υποχρεούνται να διατηρούν το σύνολο των συνταγών χρήσης γεωργικών φαρμάκων για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών από την ημερομηνία έκδοσής τους, ββ) απαγορεύεται να κατέχουν ανεκτέλεστες ή ανυπόγραφες συνταγές χρήσης γεωργικών φαρμάκων. β) Απαγορεύεται η χονδρική πώληση γεωργικών φαρμάκων σε καταστήματα που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου. γ) Οι έμποροι γεωργικών φαρμάκων υποχρεούνται να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές ελέγχου, να ενημερώνουν άμεσα για κάθε αλλαγή των στοιχείων που έχουν δηλώσει στην αρμόδια αρχή και να παρέχουν πρόσβαση σε κάθε σημείο αποθήκευσης ή διακίνησης γεωργικών φαρμάκων, καθώς και στα παραστατικά που αφορούν τη διακίνηση των γεωργικών φαρμάκων είτε αυτά είναι σε έγγραφη είτε σε ηλεκτρονική μορφή. δ) Η πώληση είτε ουσιών σύμφωνα με τον Κανονισμό 1107/2009 είτε σκευασμάτων μεταξύ κατόχων άδειας διάθεσης στην αγορά, πρέπει να γνωστοποιείται στη ΣΕΑ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α) Η ΣΕΑ τηρεί: αα) Μητρώο εμπόρων γεωργικών φαρμάκων, το οποίο αναρτάται στην ιστοσελίδα που διαθέτει στο διαδίκτυο. Στους εμπόρους γεωργικών φαρμάκων χορηγείται από τη ΣΕΑ ειδικός κωδικός. ββ) Μητρώο των επιστημόνων που μπορούν να εκδώσουν συνταγή χρήσης γεωργικών φαρμάκων, το οποίο αναρτάται στην ιστοσελίδα που διαθέτει στο διαδίκτυο. β) Η αρμόδια αρχή για την εμπορία των γεωργικών φαρμάκων, υποχρεούται να τηρεί ιστοσελίδα στο διαδίκτυο με τις απαιτήσεις για την εμπορία των γεωργικών φαρμάκων, τους απασχολούμενους με την εμπορία αυτών, τη διεύθυνση των καταστημάτων και τους αντίστοιχους υπεύθυνους επιστήμονες γεωργικών φαρμάκων και να κοινοποιεί τα εν λόγω δεδομένα στη ΣΕΑ το αργότερο μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την έλευση τριμήνου από την αναγγελία έναρξης ασκήσεως εμπορίας γεωργικών φαρμάκων. Οι υποχρεώσεις του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν και σε κάθε μεταβολή στοιχείων υφιστάμενης αναγγελίας έναρξης εμπορίας γεωργικών φαρμάκων.» 5. α) Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 10 του άρθρου 36 του ν. 4036/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «Η ΣΕΑ δύναται να τα αξιοποιεί για την παραγωγή στατιστικών στοιχείων σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, την κατάρτιση των Εθνικών Σχεδίων Δράσης, καθώς και για τον έλεγχο της διάθεσης των γεωργικών φαρμάκων στην αγορά.» β) Η παρ. 12 του άρθρου 36 του ν. 4036/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων χορηγεί στους υπεύθυνους επιστήμονες και στους υπαλλήλους−πωλητές των καταστημάτων εμπορίας γεωργικών φαρμάκων, που διενεργούν τις πωλήσεις των γεωργικών φαρμάκων, άδεια πρόσβασης στην ηλεκτρονική εφαρμογή της παραγράφου 10.» 6. Το άρθρο 45 του ν. 4036/2012 τροποποιείται ως ακολούθως: α) Η παράγραφος 6 του άρθρου 45 αντικαθίσταται ως εξής: «6. Στον υπεύθυνο του καταστήματος εμπορίας γεωργικών φαρμάκων επιβάλλεται πρόστιμο από χίλια (1.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ, αν διαπιστωθούν λιανικές πωλήσεις γεωργικών φαρμάκων χωρίς να υφίσταται η αντίστοιχη συνταγή χρήσης γεωργικών φαρμάκων ή χωρίς την ηλεκτρονική καταγραφή της συναλλαγής στο ειδικό έντυπο πώλησης της παραγράφου 5 του άρθρου 36, η οποία υπέχει θέση συνταγής χρήσης όταν εκδίδεται από επιστήμονα αρμόδιο να συνταγογραφεί ή σε περίπτωση κατοχής ανεκτέλεστων ή ανυπόγραφων συνταγών χρήσης γεωργικών φαρμάκων ή χωρίς την παρουσία υπεύθυνου επιστήμονα ή υπαλλήλου−πωλητή, αρμόδιου για την εκτέλεση συνταγής γεωργικών φαρμάκων.» β) Μετά την παράγραφο 9 του άρθρου 45 προστίθεται παράγραφος 9α, ως εξής: «9.α. α) Στον υπεύθυνο επιστήμονα του καταστήματος εμπορίας γεωργικών φαρμάκων επιβάλλεται πρόστιμο από χίλια (1.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ, αν ενεργεί λιανικές πωλήσεις γεωργικών φαρμάκων, χωρίς να υφίσταται η αντίστοιχη συνταγή χρήσης γεωργικών φαρμάκων ή χωρίς την ηλεκτρονική καταγραφή της συναλλαγής στο ειδικό έντυπο πώλησης της παραγράφου 5 του άρθρου 36, η οποία υπέχει θέση συνταγής χρήσης. β) Στον υπάλληλο−πωλητή γεωργικών φαρμάκων του καταστήματος εμπορίας γεωργικών φαρμάκων επιβάλλεται πρόστιμο από χίλια (1.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ, αν ενεργεί λιανικές πωλήσεις γεωργικών φαρμάκων, χωρίς να υφίσταται η αντίστοιχη συνταγή χρήσης γεωργικών φαρμάκων ή με συνταγή που εκδίδει ο ίδιος χωρίς να είναι επιστήμονας αρμόδιος να συνταγογραφεί. γ) Σε όποιον εκδίδει συνταγές χρήσης γεωργικών φαρμάκων χωρίς να πληροί τις προϋποθέσεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 35, επιβάλλεται πρόστιμο από τριακόσια (300) ευρώ έως πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ. δ) Στον επαγγελματία χρήστη που χρησιμοποιεί γεωργικά φάρμακα χωρίς την έκδοση της σχετικής συνταγής χρήσης γεωργικών φαρμάκων ή χωρίς να εφαρμόζει τα προβλεπόμενα στη σχετική συνταγή χρήσης γεωργικών φαρμάκων, επιβάλλεται πρόστιμο από τριακόσια (300) ευρώ έως δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ. ε) Σε όποιον ασκεί χονδρική πώληση γεωργικών φαρμάκων σε καταστήματα που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 35, επιβάλλεται πρόστιμο από χίλια (1.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ.» 7. Το άρθρο 49 του ν. 4036/2012 τροποποιείται ως ακολούθως: α) Ο τίτλος του άρθρου 49 συμπληρώνεται και τροποποιείται ως εξής: «Άρθρο 49 Κυρώσεις επί παραβάσεων σε θέματα επαγγελματικής χρήσης βιοκτόνων προϊόντων αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων» β) Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 49 αντικαθίστανται ως εξής: «1. Σε όποιον προβαίνει σε επαγγελματική χρήση βιοκτόνων προϊόντων αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων χωρίς την ειδική αναγγελία έναρξης ασκήσεως του επαγγέλματος επιβάλλεται πρόστιμο από τριακόσια (300) έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ. 2. Σε όποιον προβαίνει σε επαγγελματική χρήση βιοκτόνων προϊόντων αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων επιβάλλεται πρόστιμο από τριακόσια (300) έως δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ και απαγορεύεται η χρήση αυτών για χρονική περίοδο από τρεις (3) μήνες έως πέντε (5) έτη, ανάλογα με τη σοβαρότητα της υπόθεσης, αν: α) χρησιμοποιεί μη εγκεκριμένα βιοκτόνα για το σκοπό αυτόν, β) δεν λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να είναι ασφαλής η εφαρμογή των βιοκτόνων αυτών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η παρουσία του υπεύθυνου επιστήμονα για την επίβλεψη του έργου της επαγγελματικής χρήσης βιοκτόνων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Μετά το άρθρο 49 προστίθεται άρθρο 49α ως εξής: «Άρθρο 49α Δυνατότητα ένστασης 1. Κατά των αποφάσεων επιβολής προστίμων, σύμφωνα με τα άρθρα 9, 13, 45, και 49, εκτός αυτών που αφορούν παραβάσεις του άρθρου 38, και ενώπιον του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, οι παραβάτες έχουν το δικαίωμα υποβολής ένστασης. Η ένσταση κατατίθεται στη Διεύθυνση Προστασίας Φυτικής Παραγωγής ή στη Διεύθυνση Αξιοποίησης Εγγειοβελτιωτικών Έργων και Μηχανολογικού Εξοπλισμού του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κατά περίπτωση, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση των αποφάσεων επιβολής προστίμου. Για τη συζήτηση των ενστάσεων συνιστάται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων τριμελής επιτροπή, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και στην οποία καθορίζονται η σύνθεση, οι ιδιότητες των μελών, ο τρόπος λειτουργίας και κάθε σχετικό θέμα. 2. Ειδικά για τη συζήτηση ενστάσεων κατά αποφάσεων επιβολής προστίμων για παραβάσεις του άρθρου 38 συνιστάται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων τριμελής επιτροπή, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και στην οποία καθορίζονται η σύνθεση, οι ιδιότητες των μελών, ο τρόπος λειτουργίας και κάθε σχετικό θέμα. 3. Οι επιτροπές των παραγράφων 1 και 2 συνέρχονται ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου τους και εισηγούνται στον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μετά από εξέταση της νομιμότητας και της ουσίας των ενστάσεων, την ακύρωση εν όλω ή εν μέρει ή την τροποποίηση της απόφασης επιβολής προστίμου ή την απόρριψη της ένστασης. Η απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων επί της ένστασης είναι οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή και κοινοποιείται, επί αποδείξει στον ενδιαφερόμενο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Το άρθρο 50 του ν. 4036/2012 τροποποιείται ως εξής: α) Στην παρ. 1 του άρθρου 50, μετά την περίπτωση λ΄ προστίθενται περιπτώσεις μ΄, ν΄, ξ΄, ο΄, π΄ και ρ΄, ως εξής: «μ) Οι διαδικασίες δέσμευσης και διαχείρισης γεωργικών φαρμάκων φυτοπροστατευτικών προϊόντων, δραστικών ουσιών, καθώς και σπόρων επενδυμένων με φυτοπροστατευτικά προϊόντα από τις αρμόδιες αρχές ελέγχου σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 5, 6, 7 και 10 του άρθρου 9 και των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 45. ν) Οι αρμόδιες αρχές και η διαδικασία επιθεώρησης και επαλήθευσης της αποτελεσματικότητας των επισήμων ελέγχων στα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και στα υπολείμματα φυτοφαρμάκων πάνω ή μέσα σε φυτικά προϊόντα ή προϊόντα πρώτης μεταποίησης. ξ) Οι τεχνικές διαδικασίες, ο τρόπος και κάθε άλλο αναγκαίο τεχνικό μέτρο για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1107/2009 και τη συμμόρφωση προς την Οδηγία 2009/128/ΕΚ ως και οι διαδικασίες παραλλήλου εμπορίου και οι διαδικασίες και το υλικό κατάρτισης και πιστοποίησης γνώσεων ορθολογικής χρήσης γεωργικών φαρμάκων. ο) Οι όροι και οι προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν ότι η χρήση γεωργικών φαρμάκων εγκεκριμένων για επαγγελματική χρήση γίνεται μόνο από πρόσωπο ή υπό την επίβλεψη προσώπου, στο οποίο έχει χορηγηθεί πιστοποιητικό επαρκούς γνώσης των θεμάτων ορθολογικής χρήσης των γεωργικών φαρμάκων, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 33. π) Το περιεχόμενο και ο τύπος της συνταγής χρήσης γεωργικού φαρμάκου, η διαδικασία και ο τρόπος έκδοσής της, η διάρκεια ισχύος της, η επιστημονική μεθοδολογία που ακολουθείται για την έκδοση και την επιλογή των δραστικών ουσιών και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 35. Με την ίδια απόφαση δύναται να θεσπισθεί η ηλεκτρονική συνταγογράφηση των γεωργικών φαρμάκων, ως απαραίτητη διαδικασία για την προμήθεια των φυτοπροστατευτικών προϊόντων από τους επαγγελματίες χρήστες αυτών, οι καλλιέργειες στις οποίες εφαρμόζεται, ο τύπος και το περιεχόμενο του ειδικού εντύπου ηλεκτρονικής συνταγής, ο ορισμός αρμόδιων αρχών, ο καθορισμός αρμοδιοτήτων και διοικητικών διαδικασιών, η θέσπιση διοικητικών κυρώσεων και κάθε σχετικό θέμα που αφορά την ηλεκτρονική συνταγογράφηση των γεωργικών φαρμάκων. ρ) Οι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την υποβολή αναγγελίας έναρξης λειτουργίας των φορέων που παρέχουν αρχική και συμπληρωματική κατάρτιση σε επαγγελματίες χρήστες, διανομείς, συμπεριλαμβανομένων των υπευθύνων πώλησης και συμβούλους γεωργικών φαρμάκων, το σύστημα για τη χορήγηση πιστοποιητικού αρχικής και συμπληρωματικής κατάρτισης των ανωτέρω και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου 19, με το οποίο ενσωματώθηκε το άρθρο 5 και το Παράρτημα Ι της Οδηγίας 2009/128/ΕΚ.» β) Μετά την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 50, προστίθεται περίπτωση ε΄ ως εξής: «ε) Το ύψος και η αναπροσαρμογή του παραβόλου για την αναγγελία έναρξης εμπορίας χονδρικής ή λιανικής πώλησης γεωργικών φαρμάκων.» γ) Η παράγραφος 5 του άρθρου 50 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθορίζεται η διαδικασία ελέγχου των δικαιολογητικών αναγγελίας έναρξης ασκήσεως χονδρικής και λιανικής εμπορίας γεωργικών φαρμάκων και παροχής υπηρεσιών αποθήκευσης γεωργικών φαρμάκων που προορίζονται για χονδρική εμπορία, οι κατά τόπους αρμόδιες για την έκδοση αρχές, οι όροι και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα καταστήματα εμπορίας γεωργικών φαρμάκων, οι υπεύθυνοι επιστήμονες και οι υπάλληλοι−πωλητές γεωργικών φαρμάκων, η απασχόληση αυτών, η διαδικασία ελέγχου της εμπορίας, οι αρμόδιες αρχές για τη διενέργεια πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων ελέγχων στην εμπορία των γεωργικών φαρμάκων, καθώς και η μορφή και το περιεχόμενο του τιμοκαταλόγου των διατιθέμενων φυτοπροστατευτικών προϊόντων που αναρτάται σε καταστήματα λιανικής πώλησης γεωργικών φαρμάκων.»

Άρθρο 45Τροποποίηση διατάξεων του ν. 721/1977 (Α΄ 298)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το άρθρο 14 του ν. 721/1977, όπως ισχύει, τροποποιείται ως ακολούθως: α) Η περίπτωση κζ΄ του άρθρου 14 αντικαθίσταται ως εξής: «κζ) Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται τα αναγκαία συμπληρωματικά, οργανωτικά και εκτελεστικά μέτρα για την εκτέλεση των διατάξεων των κανονισμών και αποφάσεων των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι αναγκαίες κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη μεταφορά των οδηγιών των ιδίων ως άνω οργάνων για τα βιοκτόνα προϊόντα. Στις κανονιστικές αυτές πράξεις περιλαμβάνεται ο ορισμός αρμόδιων αρχών, ο καθορισμός αρμοδιοτήτων και διοικητικών διαδικασιών, καθώς και η θέσπιση διοικητικών κυρώσεων.» β) Μετά την περίπτωση κη΄ του άρθρου 14 προστίθεται περίπτωση κθ΄ ως εξής: «κθ) Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις της επαγγελματικής χρήσης των βιοκτόνων προϊόντων, αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η υποπερίπτωση ιζιζ΄ της περίπτωσης α΄ της παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 721/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «ιζιζ) Για την αναγγελία έναρξης της επαγγελματικής χρήσης των βιοκτόνων προϊόντων αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ως και για την ανανέωση και τροποποίηση αυτής.»

Άρθρο 46Τροποποίηση του ν. 4039/2012 (Α΄ 15)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το άρθρο 1 του ν. 4039/2012 τροποποιείται ως ακολούθως: α) Η περίπτωση στ΄ του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής: «στ) Επικίνδυνο ζώο συντροφιάς είναι το ζώο συντροφιάς, που εκδηλώνει απρόκλητη και αδικαιολόγητη επιθετικότητα, χωρίς να απειληθεί, προς τον άνθρωπο ή τα άλλα ζώα, καθώς και το ζώο που πάσχει ή είναι φορέας σοβαρού νοσήματος, που μπορεί να μεταδοθεί στον άνθρωπο ή στα άλλα ζώα και δεν θεραπεύεται.» β) Η περίπτωση ιδ΄ του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής: «ιδ) Αρμόδια όργανα για τη βεβαίωση των παραβάσεων είναι τα όργανα που τις διαπιστώνουν κατά την άσκηση των ελεγκτικών καθηκόντων τους και συγκεκριμένα οι υπάλληλοι της Ελληνικής Αστυνομίας, της Δασικής Υπηρεσίας, των Τελωνείων, των Σταθμών Υγειονομικού Κτηνιατρικού Ελέγχου (ΣΥΚΕ), του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και οι ιδιωτικοί φύλακες θήρας των κυνηγετικών οργανώσεων.» γ) Η περίπτωση ιε΄ του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής: «ιε) Αρμόδιος Φορέας Εκτέλεσης της σήμανσης και της καταγραφής των ζώων συντροφιάς και των ιδιοκτητών τους στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση είναι ο κτηνίατρος, που με βάση προβλεπόμενη διαδικασία, με την υποβολή ηλεκτρονικής αίτησης στη Διεύθυνση Πληροφορικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, πιστοποιείται, αποκτά ειδικό κωδικό πρόσβασης στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση σήμανσης και καταγραφής ζώων συντροφιάς, διενεργεί τη σήμανση και καταγράφει τα ζώα συντροφιάς και τους ιδιοκτήτες τους στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση, εκδίδει το βιβλιάριο υγείας ή το διαβατήριο του ζώου σε περίπτωση που το ζώο θα μεταφερθεί στο εξωτερικό και σε κάθε αλλαγή του ιδιοκτήτη ή του προσωρινού κατόχου του και ενημερώνει τη βάση με τις απαραίτητες πληροφορίες.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το άρθρο 4 του ν. 4039/2012 τροποποιείται ως ακολούθως: α) Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «Εξαιρούνται από την πιστοποίηση αυτή και την πρόσβαση στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση οι κτηνίατροι, υπήκοοι κρατών – μελών της ΕΕ, που παρέχουν προσωρινά και περιστασιακά τις κτηνιατρικές υπηρεσίες τους στην Ελλάδα, σύμφωνα με το π.δ. 38/ 2010 (Α΄ 78).» β) Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παρ. 3 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «α) Η σήμανση κάθε ζώου συντροφιάς είναι υποχρεωτική, συμπεριλαμβανομένων των σκύλων που χρησιμοποιούνται για τη φύλαξη ποιμνίων.» γ) Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παρ. 3 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «Το προαναφερθέν τέλος εισπράττεται και εντός τριάντα (30) ημερών αποδίδεται στον οικείο Ο.Τ.Α., από τον κτηνίατρο που διενεργεί την πράξη της σήμανσης και καταγραφής του ζώου στη Διαδικτυακή Βάση Δεδομένων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.» δ) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Η ηλεκτρονική σήμανση και καταγραφή, η έκδοση διαβατηρίου και βιβλιαρίου υγείας, σύμφωνα με τα υποδείγματα των Παραρτημάτων 2 και 3, πραγματοποιούνται από κτηνιάτρους, που έχουν πιστοποιηθεί, ασκούν νόμιμα το κτηνιατρικό επάγγελμα στην Ελλάδα και διαθέτουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος/βεβαίωση συνδρομής νομίμων προϋποθέσεων έναρξης άσκησης του γεωτεχνικού επαγγέλματος από το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΓΕΩΤΕΕ), Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) και κτηνιατρείο που λειτουργεί νόμιμα.» ε) Η παράγραφος 7 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «7. Ο ιδιοκτήτης κάθε ζώου συντροφιάς υποχρεούται να ενημερώνει τον κτηνίατρο, που έχει πιστοποιηθεί, για τη μεταβολή των στοιχείων, που έχουν καταχωριστεί στη βάση δεδομένων και αφορούν είτε τον ίδιο (όπως ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, τηλέφωνο, αριθμό ταυτότητας ή διαβατηρίου ή άλλου ισοδύναμου εγγράφου) είτε το ζώο συντροφιάς, που έχει δηλώσει στο όνομά του (όπως θάνατος, παράδοση σε άλλον ιδιοκτήτη), το αργότερο εντός 15 ημερών από τη μεταβολή, με σκοπό να επικαιροποιούνται οι πληροφορίες της Διαδικτυακής Ηλεκτρονικής Βάσης. Της προθεσμίας αυτής εξαιρείται η απώλεια, η οποία δηλώνεται εντός 5 ημερών, σύμφωνα με την περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρου 5. Σε κάθε περίπτωση αλλαγής ιδιοκτήτη είναι απαραίτητη η σχετική επισημείωση στο βιβλιάριο υγείας ή στο διαβατήριο του ζώου από τον κτηνίατρο, ατελώς, κατά την ετήσια κτηνιατρική εξέταση του ζώου ή κατά τον εμβολιασμό του, προκειμένου να ενημερώνεται και η Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση.» στ) Η παράγραφος 9 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής: «9. Για την αναγνώριση των ιδιοκτητών δεσποζόμενων ζώων συντροφιάς, που φέρουν ηλεκτρονική σήμανση, τον έλεγχο του βιβλιάριου υγείας ή του διαβατηρίου και γενικά για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου η Ελληνική Αστυνομία, η Δασική Υπηρεσία, τα Τελωνεία, οι Σταθμοί Υγειονομικού Κτηνιατρικού Ελέγχου (ΣΥΚΕ), το Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή και η Θηροφυλακή των κυνηγετικών συλλόγων, εφοδιάζονται με τους κατάλληλους ανιχνευτές, η δαπάνη αγοράς των οποίων βαρύνει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και έως έναν ανιχνευτή ανά φορέα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το άρθρο 5 του ν. 4039/2012 τροποποιείται ως ακολούθως: α) Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «α) να μεριμνά για τη σήμανση και την καταγραφή του ζώου του, καθώς και για την έκδοση βιβλιαρίου υγείας πριν εγκαταλείψει το ζώο τον τόπο γέννησής του και οπωσδήποτε μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από τη γέννηση αυτού ή μέσα σε ένα μήνα από την εύρεση ή απόκτησή του, καθώς και να τοποθετεί σε εμφανές σημείο του περιλαίμιου του ζώου μεταλλική κονκάρδα, η οποία παρέχεται από τους κτηνιάτρους κατά την πραγματοποίηση του αντιλυσσικού εμβολιασμού του,». β) Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής: «δ) να εφοδιάζεται με το διαβατήριο του ζώου του, εάν πρόκειται να ταξιδέψει με αυτό στο εξωτερικό και να μεριμνά για την ενημέρωσή του σε κάθε αλλαγή του ιδιοκτήτη ή του προσωρινού κατόχου του. Το διαβατήριο πρέπει να είναι σύμφωνο με τα Παραρτήματα 2 και 3.» γ) Μετά την περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 5, τίθεται κόμμα και προστίθεται περίπτωση η΄ ως εξής: «η) να προσκομίζει ή αποστέλλει ταχυδρομικά, επί αποδείξει, στον οικείο Δήμο αντίγραφο του πιστοποιητικού ηλεκτρονικής σήμανσης του ζώου του». δ) Μετά την περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 τίθεται κόμμα και προστίθεται περίπτωση γ΄ ως εξής: «γ) για την αποφυγή ατυχημάτων υποχρεούται κατά τη διάρκεια του περιπάτου να κρατάει το σκύλο του δεμένο και να βρίσκεται σε μικρή απόσταση από αυτόν. Η ίδια υποχρέωση ισχύει και για τον οποιονδήποτε συνοδό του ζώου, πέραν του ιδιοκτήτη του».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το άρθρο 6 του ν. 4039/2012 τροποποιείται ως ακολούθως: α) Το πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 6, αντικαθίσταται και μετά από αυτό προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Όταν εκτρέφεται έστω και ένας θηλυκός σκύλος αναπαραγωγής για εμπορικούς σκοπούς απαιτείται υποχρεωτικά η έκδοση άδειας εκτροφής, αναπαραγωγής και εμπορίας ζώων συντροφιάς. Άδεια εκτροφής, αναπαραγωγής και εμπορίας ζώων συντροφιάς απαιτείται και για τους ερασιτέχνες εκτροφείς σκύλων ή γατών όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου.» β) Η παράγραφος 3 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Απαγορεύεται: α) η πώληση σκύλων και γατών σε υπαίθριους δημόσιους χώρους, συμπεριλαμβανόμενων των υπαίθριων αγορών, β) η πώληση ζώων συντροφιάς με ηλικία μικρότερη των οκτώ (8) εβδομάδων, γ) η εισαγωγή και εμπορία σκύλων που είναι ακρωτηριασμένοι, δ) η αναπαραγωγή σκύλων που είναι ακρωτηριασμένοι.» γ) Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Για τη χορήγηση της άδειας εκτροφής, αναπαραγωγής και εμπορίας ζώων συντροφιάς, καθώς και της άδειας εκπαιδευτή σκύλων σε επαγγελματίες εκτροφείς και ερασιτέχνες, με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του τυχόν συναρμόδιου Υπουργού καθορίζονται οι ειδικοί όροι και οι προϋποθέσεις, που πρέπει να πληρούν οι χώροι εκτροφής, αναπαραγωγής, εμπορίας και εκπαίδευσης των ζώων συντροφιάς ως προς τις εγκαταστάσεις, τους χώρους διαμονής ή παραμονής των ζώων, τις συνθήκες ευζωίας και τον αναγκαίο εξοπλισμό ανά είδος ζώου, η αρμόδια αρχή ελέγχου, η διαδικασία ελέγχου και οι κυρώσεις, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 του ν. 4039/2012 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «1. Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η ένωση προσώπων, που διοργανώνει εκθέσεις με ζώα συντροφιάς, οφείλει να εφοδιάζεται με σχετική άδεια, η οποία εκδίδεται από την αρμόδια υπηρεσία Κτηνιατρικής του οικείου Δήμου και όπου αυτή δεν έχει συσταθεί από την υπηρεσία Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Το άρθρο 9 του ν. 4039/2012 τροποποιείται ως ακολούθως: α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Οι Δήμοι υποχρεούνται να μεριμνούν για την περισυλλογή και τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Η αρμοδιότητα αυτή μπορεί να ασκείται και από συνδέσμους Δήμων, καθώς και από φιλoζωικές ενώσεις και σωματεία, αφού προηγηθεί σχετική έγγραφη συμφωνία με τον αρμόδιο Δήμο, ο οποίος έχει τη συνολική εποπτεία των αδέσποτων ζώων συντροφιάς εντός των διοικητικών του ορίων. Οι κατά τα ως άνω φιλοζωικές ενώσεις και σωματεία που εγκρίνονται από τον αρμόδιο Δήμο οφείλουν να διαθέτουν υποδομή, συνιστάμενη στην ύπαρξη κατάλληλων σχετικών εγκαταστάσεων ή οχημάτων μεταφοράς ζώων και ανθρώπινο δυναμικό με εμπειρία στο χειρισμό των ζώων. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται το είδος και ο αριθμός των εγκαταστάσεων και των οχημάτων, καθώς και η εμπειρία του ανθρώπινου δυναμικού, που πρέπει να διαθέτουν οι φιλοζωικές ενώσεις και τα σωματεία, για την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτής της παραγράφου.» β) Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 9, το έκτο εδάφιο αυτής, αντικαθίσταται ως εξής: «Υπό την εποπτεία των Δήμων, μπορούν να ιδρυθούν και να λειτουργούν καταφύγια ή και κτηνιατρεία αδέσποτων ζώων συντροφιάς και από φιλοζωικά σωματεία και ενώσεις, που διαθέτουν το κατάλληλο κτηνιατρικό προσωπικό, τουλάχιστον έναν κτηνίατρο ανά 50 ζώα, την τεχνική υποδομή, τις εγκαταστάσεις και τον αναγκαίο εξοπλισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 604/1977 και του π.δ. 463/1978, όπως ισχύουν.» γ) Η παράγραφος 3 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Για την περισυλλογή των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, συγκροτούνται συνεργεία από άτομα κατάλληλα εκπαιδευμένα και έμπειρα στην αιχμαλωσία ζώων συντροφιάς. Τα συνεργεία αυτά ελέγχονται για το έργο τους, ως προς τις επιτρεπόμενες μεθόδους σύλληψης και αιχμαλωσίας των ζώων αυτών, από κτηνίατρο της αρμόδιας υπηρεσίας Κτηνιατρικής του Δήμου και, όπου αυτή δεν έχει συσταθεί, από κτηνίατρο του Τμήματος Κτηνιατρικής της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας. Η εποπτεία και ο έλεγχος πραγματοποιείται βάσει ανάλυσης κινδύνου. Τη μέριμνα για την εκπαίδευση των ατόμων αυτών έχει ο οικείος Δήμος.» δ) Η παράγραφος 4 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «4. α) Τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς, που περισυλλέγονται, οδηγούνται τμηματικά στα υπάρχοντα καταφύγια αδέσποτων ζώων συντροφιάς, στα δημοτικά κτηνιατρεία ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και σε ιδιωτικά κτηνιατρεία, που διαθέτουν την κατάλληλη υποδομή και μπορούν να φιλοξενήσουν προσωρινά και για εύλογο χρονικό διάστημα τα προς περίθαλψη ζώα, μέχρι την αποθεραπεία τους, υποβάλλονται σε κτηνιατρική εξέταση, στειρώνονται, σημαίνονται με ηλεκτρονική σήμανση ως αδέσποτα και καταγράφονται στη διαδικτυακή ηλεκτρονική βάση. β) Αν διαπιστωθεί από την κτηνιατρική εξέταση ότι είναι τραυματισμένα ή πάσχουν από ιάσιμο νόσημα, υποβάλλονται στην κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. γ) Αν διαπιστωθεί από την κτηνιατρική εξέταση ότι είναι επικίνδυνα ζώα συντροφιάς ή ότι πάσχουν από ανίατη ασθένεια ή ότι είναι πλήρως ανίκανα να αυτοσυντηρηθούν λόγω γήρατος ή αναπηρίας και η διατήρησή τους στη ζωή είναι πρόδηλα αντίθετη με τους κανόνες ευζωίας τους και αρνηθούν τα φιλοζωικά σωματεία της περιοχής να αναλάβουν τη φροντίδα, εποπτεία και τη διαδικασία υιοθεσίας τους, υποβάλλονται σε ευθανασία.» ε) Οι παράγραφοι 10, 11 και 12 του άρθρου 9 αντικαθίστανται ως εξής: «10. Για την επαναφορά στο φυσικό περιβάλλον των αδέσποτων ζώων συντροφιάς λαμβάνεται υπόψη η πυκνότητα του πληθυσμού των αδέσποτων ζώων στην περιοχή που επαναφέρονται. Την ευθύνη για την επίβλεψη και τη φροντίδα των επανεντασσόμενων αδέσποτων ζώων έχουν, από κοινού, οι Δήμοι, οι οποίοι μάλιστα δύνανται να δημιουργήσουν και σημεία παροχής τροφής και νερού για τα ζώα αυτά, καθώς και τα συνεργαζόμενα με αυτούς φιλοζωικά σωματεία και ενώσεις. Δεν απαγορεύεται η παροχή τροφής και νερού σε αδέσποτα ζώα συντροφιάς από φιλόζωους πολίτες, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι κανόνες καθαριότητας και υγιεινής. Δεν επιτρέπεται επαναφορά σε περιοχές με νοσοκομεία, σχολεία, αθλητικά κέντρα, αυτοκινητόδρομους ταχείας κυκλοφορίας, στους χώρους αποβίβασης και επιβίβασης ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών στα λιμάνια, στα αεροδρόμια, στους σιδηροδρομικούς σταθμούς, στους περιφραγμένους αρχαιολογικούς χώρους και στους περιφραγμένους χώρους του Οργανισμού Κεντρικών Αγορών και Αλιείας ΑΕ και της Κεντρικής Αγοράς Θεσσαλονίκης ΑΕ. Με απόφαση της πενταμελούς επιτροπής της παραγράφου 12 ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες προσδιορισμού της πυκνότητας του πληθυσμού των αδέσποτων ζώων στην περιοχή που αυτά επαναφέρονται, καθώς και η οριοθέτηση των περιοχών που δεν επιτρέπεται η επαναφορά τους. 11. Οι στειρώσεις σε αδέσποτα ζώα συντροφιάς, όπως επίσης και η σήμανση και η καταγραφή τους πραγματοποιούνται δωρεάν και από εθελοντές επαγγελματίες κτηνιάτρους, που έχουν την Ελληνική υπηκοότητα ή την υπηκοότητα ενός από τα κράτη − μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι οποίοι συγκεντρώνουν όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις, προκειμένου να μπορούν να ασκήσουν νόμιμα το επάγγελμα του κτηνιάτρου στην Ελλάδα. Εθελοντές κτηνίατροι που μετακινούνται προς τη Χώρα, προκειμένου να ασκήσουν το επάγγελμα του κτηνιάτρου προσωρινά ή περιστασιακά, πραγματοποιούν μόνο στειρώσεις και σήμανση αδέσποτων ζώων. Στους εθελοντές κτηνίατρους για την πραγματοποίηση των στειρώσεων, της σήμανσης και της καταγραφής των αδέσποτων ζώων συντροφιάς μπορεί να διατίθενται οι εγκαταστάσεις των γραφείων των αρμόδιων Υπηρεσιών Κτηνιατρικής της οικείας Περιφέρειας, Περιφερειακής Ενότητας ή του Δήμου ή άλλοι χώροι που ανήκουν στην οικεία Περιφέρεια ή Δήμο, εφόσον υπάρχουν διαθέσιμοι, υπό την εποπτεία των προαναφερθέντων αρμόδιων υπηρεσιών. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι προδιαγραφές των εγκαταστάσεων αυτών, ο εξοπλισμός τους, η χρονική διάρκεια διάθεσής τους, η διαδικασία διάθεσης και κάθε σχετικό θέμα. Για τον ίδιο σκοπό, επιτρέπεται να διατίθενται και οι χώροι τοπικών ιδιωτικών κτηνιατρείων. Η στείρωση, σήμανση και καταγραφή των αδέσποτων ζωών συντροφιάς μπορεί να πραγματοποιείται και σε κινητές εγκαταστάσεις κατάλληλες για άσκηση κτηνιατρικών πράξεων, που διαθέτουν οι εθελοντές κτηνίατροι. Για τις κινητές εγκαταστάσεις παροχής κτηνιατρικών πράξεων χορηγείται άδεια λειτουργίας από την αρμόδια υπηρεσία Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, όπου πρόκειται να δραστηριοποιηθούν, εφόσον πληρούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στην απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων που εκδίδεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 13. 12. α) Σε κάθε Δήμο συγκροτείται με απόφαση του Δημάρχου πενταμελής επιτροπή παρακολούθησης του προγράμματος διαχείρισης αδέσποτων ζώων συντροφιάς, τα δύο μέλη της οποίας ορίζονται από τα φιλοζωικά σωματεία και τις ενώσεις που λειτουργούν νόμιμα και που εδρεύουν στο Δήμο ή στην οικεία Περιφερειακή Ενότητα. Στην επιτροπή μετέχουν: αα) Ένας (1) κτηνίατρος, που ορίζεται από τον οικείο Δήμο και ο οποίος είναι, κατά προτίμηση, ο υπεύθυνος του προγράμματος διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς και ελλείψει αυτού άλλος ιδιώτης κτηνίατρος. ββ) Ένας (1) εκπαιδευτής σκύλων, ο οποίος είναι μέλος νομίμως αναγνωρισμένου επαγγελματικού σωματείου εκπαιδευτών σκύλων και ελλείψει αυτού εκπρόσωπος του οικείου Δήμου. γγ) Ένας (1) εκπρόσωπος, που ορίζεται από τον οικείο Δήμο, με τον αναπληρωτή του. Η επιτροπή αποφασίζει για την επικινδυνότητα ενός ζώου συντροφιάς, σύμφωνα με τον ορισμό της περίπτωσης στ΄ του άρθρου 1, όπως ισχύει και αντιμετωπίζει τα προβλήματα που προκύπτουν κατά τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων. Οι Δήμοι, οι Περιφερειακές Ενότητες και οι Περιφέρειες δημιουργούν δίκτυο ενημέρωσης των πολιτών για τα ζώα που διατίθενται προς υιοθεσία. β) Στην περίπτωση που υπάρχει διαφωνία για την επικινδυνότητα ενός αδέσποτου ζώου συντροφιάς ή για την αναγκαιότητα της πραγματοποίησης ευθανασίας σε αδέσποτο ζώο συντροφιάς, την οριστική απόφαση λαμβάνει ειδική επιστημονική επιτροπή που συγκροτείται σε κάθε Δήμο με απόφαση του Δημάρχου και αποτελείται από: αα) έναν κτηνίατρο της κτηνιατρικής υπηρεσίας της οικείας Περιφερειακής Ενότητας με τον αναπληρωτή του, ββ) έναν ιδιώτη κτηνίατρο που ασκεί νόμιμα το επάγγελμα στη Χώρα και δραστηριοποιείται στην περιοχή δικαιοδοσίας του Δήμου ή όμορου Δήμου με τον αναπληρωτή του, γγ) έναν κτηνίατρο που ασκεί νόμιμα το επάγγελμα στη Χώρα και συνεργάζεται με το φιλοζωικό σωματείο που δραστηριοποιείται στην περιοχή δικαιοδοσίας του Δήμου ή όμορου Δήμου με τον αναπληρωτή του. Σε περίπτωση επιθετικού ζώου ο Δήμος μπορεί να ζητήσει τη γνώμη εκπαιδευτή σκύλων, ο οποίος είναι μέλος νομίμως αναγνωρισμένου σωματείου εκπαιδευτών σκύλων.» στ) Η παράγραφος 14 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής: «14. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι πρόσθετοι όροι και οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση από την αρμόδια Περιφέρεια σε Δήμους, σε Συνδέσμους Δήμων και υπό την εποπτεία των Δήμων, σε εγκεκριμένα φιλοζωϊκά σωματεία και ενώσεις, άδειας ίδρυσης και λειτουργίας καταφυγίων αδέσποτων ζώων συντροφιάς, οι όροι και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα καταφύγια αδέσποτων ζώων συντροφιάς για τη λειτουργία τους και κάθε σχετικό θέμα.» ζ) Μετά την παράγραφο 14 του άρθρου 9 προστίθεται παράγραφος 15 ως εξής: «15. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται ο Δήμος και οι σύνδεσμοι Δήμων, που επιχορηγούνται για τη δημιουργία και λειτουργία καταφυγίου αδέσποτων ζώων συντροφιάς και για την υλοποίηση των ενεργειών διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, το ύψος, η διαδικασία και οι προϋποθέσεις καταβολής της οικονομικής ενίσχυσης και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4039/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «Οι σκύλοι βοήθειας, εφόσον φέρουν λουρί χειρισμού, μπορούν να μεταφέρονται στα μέσα μεταφοράς, χωρίς κλουβί μεταφοράς και χωρίς φίμωτρο, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους.» 7.β. Η παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 4039/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Η διάθεση των νεκρών ζώων συντροφιάς, όπως αποτέφρωση και υγειονομική ταφή, πραγματοποιείται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική και ενωσιακή νομοθεσία.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Μετά την παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4039/2012 προστίθεται παράγραφος 2α ως εξής: «2.α. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7, απαγορεύεται η χρησιμοποίηση ζώου σε υπαίθρια δημόσια έκθεση με σκοπό την αποκόμιση οικονομικού οφέλους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Η παράγραφος 1 του άρθρου 13 του ν. 4039/2012 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Από τις απαγορεύσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 12 εξαιρούνται, οι νομίμως λειτουργούντες ζωολογικοί κήποι, τα ενυδρεία, τα καταστήματα πώλησης ζώων, τα κέντρα περίθαλψης ειδών άγριας πανίδας, τα εκτροφεία θηραμάτων και οι εκθέσεις ανάπτυξης και προβολής του κτηνοτροφικού και γεωργικού τομέα, που διέπονται από ειδικές διατάξεις, υπό την προϋπόθεση ότι και στους παραπάνω χώρους δεν διεξάγονται παραστάσεις, κάθε είδους, με τη συμμετοχή ζώων, πλην παραστάσεων ιππικής δεξιοτεχνίας και διεξαγωγής αθλημάτων ιππασίας, που περιλαμβάνουν την υπερπήδηση εμποδίων, την ιππική δεξιοτεχνία και το ιππικό τρίαθλο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Μετά το άρθρο 17 του ν. 4039/2012 προστίθεται άρθρο 17α ως εξής: «Άρθρο 17α Αντιμετώπιση λεϊσμανίασης 1. Οι δεσποζόμενοι σκύλοι, στους οποίους έχει διαγνωστεί η νόσος της λεϊσμανίασης (Leishmania spp) από κτηνίατρο και έχει επιβεβαιωθεί με εργαστηριακές εξετάσεις η μη αναστρέψιμη πορεία της, λαμβάνοντας υπόψη τους κανόνες υγείας και ευζωίας των ζώων, καθώς και το δυνητικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, από την ύπαρξη φλεβοτόμων – μεταδοτών της ως άνω νόσου, υπόκεινται σε ευθανασία, με τη συναίνεση του ιδιοκτήτη. Στην περίπτωση που δεν εφαρμόζεται ευθανασία, μετά από γνωμάτευση του κτηνίατρου και με την ευθύνη των ιδιοκτητών των δεσποζόμενων σκύλων, λαμβάνονται όλα τα υποστηρικτικά θεραπευτικά και προληπτικά μέτρα, λόγω του ότι η νόσος κατατάσσεται στα νοσήματα υποχρεωτικής δήλωσης, σύμφωνα με το π.δ. 41/2006 (Α΄ 44) και καταγράφεται υποχρεωτικά στο βιβλίο των νοσημάτων υποχρεωτικής δήλωσης, που πρέπει να διατηρεί κάθε κτηνίατρος. 2. Σε όλους τους αδέσποτους σκύλους, ανεξάρτητα με την κλινική εικόνα, που είναι υπό την προστασία φιλοζωικών ενώσεων ή σωματείων ή Δήμων, αν οι σκύλοι βρίσκονται σε καταφύγια ζώων ή είναι ελεύθεροι, αντίστοιχα, επιβάλλεται ορολογική εξέταση για την ανίχνευση τίτλου αντισωμάτων κατά της Leishmania spp, κατά την πρώτη διαδικασία περισυλλογής τους και πριν από οποιαδήποτε άλλη ιατρική πράξη, όπως περίθαλψη ή στείρωση. Εφόσον το αποτέλεσμα είναι θετικό: α) Αν επιβεβαιωθεί από τον κτηνίατρο, με επιπλέον αιματολογικές εξετάσεις, η μη αναστρέψιμη πορεία της, λαμβάνοντας υπόψη τους κανόνες υγείας και ευζωίας των ζώων, καθώς και το δυνητικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, από την ύπαρξη φλεβοτόμων – μεταδοτών της Leishmania spp, υπόκεινται σε ευθανασία. β) Αν, μετά από γνωμάτευση κτηνιάτρου, η κλινική εικόνα και οι αιματολογικές και παρασιτολογικές εξετάσεις επιτρέπουν τη θεραπεία, οι σκύλοι επιβάλλεται να κρατούνται σε κλειστό χώρο καθ’ όλη τη διάρκεια της θεραπείας. Η θεραπεία ορίζεται από τον κτηνίατρο, σύμφωνα με τα προτεινόμενα θεραπευτικά πρωτόκολλα, με τη χρησιμοποίηση εγκεκριμένων φαρμακευτικών σκευασμάτων από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων ή τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων. Με ευθύνη των φιλοζωικών ενώσεων ή σωματείων ή των Δήμων, ανάλογα με το αν οι σκύλοι βρίσκονται σε καταφύγια ζώων ή είναι ελεύθεροι, γίνεται αυστηρή καταγραφή των ζώων που είναι υπό θεραπεία, τηρούνται όλα τα παραστατικά των εξετάσεων και αναλαμβάνεται η ευθύνη της πλήρους θεραπείας και λήψης των κατάλληλων προληπτικών μέτρων για την προστασία της Δημόσιας Υγείας. Εάν οι σκύλοι δοθούν σε αναδόχους επιβάλλεται η υποχρεωτική γραπτή ενημέρωση του αναδόχου για τον τίτλο αντισωμάτων και εν συνεχεία ο ανάδοχος υποχρεούται να αναλάβει γραπτώς την ευθύνη της ενδεδειγμένης θεραπείας με παράλληλο έλεγχο από τη φιλοζωική ένωση ή σωματείο ή το Δήμο. Κάθε εξάμηνο επιβάλλεται να γίνεται κτηνιατρική εξέταση και ανίχνευση τίτλου αντισωμάτων κατά της Leishmania spp για την αξιολόγηση της πορείας του νοσήματος, με τήρηση όλων των παραστατικών των εργαστηριακών εξετάσεων. Σε κάθε περίπτωση όλα τα ανωτέρω αποδεικτικά έγγραφα πρέπει να είναι στη διάθεση των Διευθύνσεων Κτηνιατρικής των Περιφερειών της Χώρας για έλεγχο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Το άρθρο 20 του ν. 4039/2012 τροποποιείται ως εξής: α) Η παράγραφος 2 του άρθρου 20 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Οι παραβάτες των διατάξεων των περιπτώσεων γ΄ και ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 5, των περιπτώσεων γ΄ και δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 6, της παραγράφου 4 του άρθρου 7, καθώς και των παραγράφων α΄ και β΄ του άρθρου 16 τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή από πέντε χιλιάδες (5.000) έως δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ.» β) Μετά την παράγραφο 4 του άρθρου 20 προστίθεται παράγραφος 4α, ως εξής: «4.α. Οι παραβάτες των διατάξεων των άρθρων 3, 4, 7, 9, 10 και 11 του ν. 2017/1992 (Α΄ 31) τιμωρούνται με τις ποινές που προβλέπονται στην παράγραφο 2.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Το άρθρο 21 του ν. 4039/2012 τροποποιείται ως εξής: α) Ο πίνακας διοικητικών κυρώσεων και προστίμων του άρθρου 21 του ν. 4039/2012 αντικαθίσταται ως ακολούθως: &+#$#5*3 0: �-530(� )+# 'μ103+-0"8 4-010"8, �457 -#+ '/!8 6*.:-0" 4-".0: #/#1#3#)7)�8 973 8 �&'+# '-530(�8. /#1#3#)7)� #-375*3+#4μ�/7/ ;27/ » β) Η παράγραφος 3 του άρθρου 21 αντικαθίσταται, ως εξής: «3. Αρμόδια όργανα βεβαίωσης των παραβάσεων του παρόντος νόμου είναι τα αναφερόμενα στην περίπτωση ιδ΄ του άρθρου 1.»

Άρθρο 47

Τροποποίηση του άρθρου 8 του ν. 1197/1981 (Α΄ 240) Το άρθρο 8 του ν. 1197/1981 όπως ισχύει αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 8 1. Οι παραβάτες των διατάξεων των παραγράφων 1, 2 και 4 του άρθρου 1, των άρθρων 2 και 3 και των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 4, τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ. 2. Οι παραβάτες των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 1 τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών και με χρηματική ποινή από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ.»

Άρθρο 48

Τροποποίηση του άρθρου 6 του ν. 3877/2010 (Α΄ 160) Στο τέλος της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 3877/2010 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ειδικά για καλλιέργειες, που λόγω ευνοϊκών εδαφολογικών και κλιματολογικών συνθηκών, καλλιεργούνται σε δύο περιόδους εντός του ίδιου έτους (εαρινή και φθινοπωρινή), το ανώτατο όριο, ανά δικαιούχο αποζημίωσης, προσδιορίζεται μέχρι το διπλάσιο του οριζόμενου στο προηγούμενο εδάφιο ορίου των εβδομήντα χιλιάδων (70.000) ευρώ, εφόσον έχει καταβληθεί η ειδική εισφορά υπέρ ΕΛΓΑ, όπως ορίζεται στα άρθρα 8 έως και 11.»

Άρθρο 49Τροποποίηση διατάξεων του ν. 1565/1985 (Α΄ 164)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η περίπτωση Β΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 1565/ 1985, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Β. Κυκλοφορία λιπασμάτων: Ένας τύπος λιπάσματος επιτρέπεται να τίθεται σε κυκλοφορία, μόνο εφόσον: α) Ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές των τύπων λιπασμάτων που φέρουν την ένδειξη «Λίπασμα ΕΚ», σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 2003/2003 (EE L 304), όπως κάθε φορά ισχύει ή β) είναι σύμφωνος με τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3, όπως αυτά ισχύουν, καθώς και των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β και συμμορφώνεται με τον Κανονισμό (ΕΚ) 1907/2006 (EE L 396), τον Κανονισμό (ΕΚ) 1272/2008 (EE L 353) και την κείμενη συναφή εθνική νομοθεσία, όπως ισχύουν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το άρθρο 2 του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής: α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 2, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «1. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ύστερα από γνώμη της Τεχνικής Γνωμοδοτικής Επιτροπής Λιπασμάτων (ΤΕ.Γ.Ε.Λ.) του άρθρου 7, ορίζονται οι τύποι λιπασμάτων και οι πρώτες ύλες που μπορούν να κυκλοφορούν στη Χώρα και τα ακόλουθα στοιχεία που προσδιορίζουν κάθε λίπασμα: α) Η ονομασία του τύπου. β) Τα θρεπτικά συστατικά και η σύνθεσή τους, το είδος των λοιπών συστατικών και τα όρια της περιεκτικότητας και των δύο κατηγοριών. γ) Η μορφή και η ελάχιστη διαλυτότητα των θρεπτικών συστατικών. δ) Οι φυσικές και μηχανικές ιδιότητες. ε) Η εκκρηκτικότητα ορισμένων λιπασμάτων και τα μέτρα ασφαλείας. στ) Τα όρια ανοχής των θρεπτικών συστατικών. ζ) Κάθε άλλο προσδιοριστικό στοιχείο που επιβάλλεται από τις απαιτήσεις της γεωργίας και από την τεχνολογική εξέλιξη.» β) Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 2 προστίθεται παράγραφος 2α ως εξής: «2.α. Για την προσθήκη νέου τύπου λιπάσματος στην απόφαση της παραγράφου 1, απαιτείται αίτηση του ενδιαφερόμενου στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και η καταβολή παραβόλου, επί ποινή απαραδέκτου, το ύψος του οποίου ορίζεται σύμφωνα με την απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β. Όταν το λίπασμα νέου τύπου περιέχει χημικές ουσίες κατά την έννοια των Κανονισμών (ΕΚ) 1907/ 2006 και 1272/2008 και της κείμενης συναφούς εθνικής νομοθεσίας και τα στοιχεία του απαιτούν αξιολόγηση από το Γενικό Χημείο του Κράτους καταβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο πριν την αξιολόγηση, αποζημίωση, σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα απόφαση του Υπουργού Οικονομικών περί καθορισμού αποζημίωσης για την παροχή υπηρεσιών από το Γενικό Χημείο του Κράτους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το άρθρο 3 του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 3 Όροι κυκλοφορίας λιπασμάτων 1. Οι τύποι λιπασμάτων, που καθορίζονται με τις αποφάσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 2, για να κυκλοφορούν στη Χώρα, πρέπει να πληρούν τους εξής όρους: Α. Η σφράγιση, ο τρόπος και τα μέσα συσκευασίας, να είναι, κατά περίπτωση, ορισμένου μεγέθους και είδους και να διασφαλίζουν το απαραβίαστο, κατ’ αντιστοιχία των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) 2003/2003, όπως κάθε φορά ισχύει. Β. Η σήμανση να είναι στην ελληνική γλώσσα και σε αυτή να περιλαμβάνονται: α) Υποχρεωτικές ενδείξεις: αα) Ο τύπος του λιπάσματος. ββ) Η εγγυημένη περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά που καθορίζουν το λίπασμα, οι χημικοί τύποι, οι μορφές και οι διαλυτότητες των θρεπτικών συστατικών. γγ) Το εγγυημένο καθαρό ή μικτό βάρος και για τα υγρά λιπάσματα ο εγγυημένος όγκος. δδ) Τα στοιχεία των φυσικών ή νομικών προσώπων που παράγουν ή διακινούν το λίπασμα στη Χώρα. εε) Αν το προϊόν περιέχει πρώτες ύλες από αστικά ή βιομηχανικά απόβλητα, η διαχείριση των οποίων πρέπει να είναι σύμφωνη με τις αριθ. 80568/4225/22.3.1991 (Β΄641) και 114218/31.10.1997 (Β΄ 1016) υπουργικές αποφάσεις, να αναγράφεται η ένδειξη: «Το προϊόν περιέχει πρώτες ύλες από αστικά ή βιομηχανικά απόβλητα, η διαχείριση των οποίων γίνεται σύμφωνα με τις αριθ. 80568/4225/22.3.1991 (Β΄ 641) και 114218/31.10.1997 (Β΄ 1016) υπουργικές αποφάσεις, όπως κάθε φορά ισχύουν.» στστ) Αν το προϊόν περιέχει πρώτες ύλες ζωικής προέλευσης, για τις οποίες πρέπει να τηρούνται οι υγειονομικοί κανόνες, όπως αυτοί ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΚ) 1069/2009 (ΕΕ L 300) και στον Κανονισμό (ΕΕ) 142/2011 (EE L 54), να αναγράφεται η ένδειξη: «Το προϊόν περιέχει πρώτες ύλες ζωικής προέλευσης και τηρούνται οι υγειονομικοί κανόνες, όπως αυτοί ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΚ) 1069/2009 (ΕΕ L 300) και στον Κανονισμό (ΕΕ) 142/2011 (EE L 54), όπως κάθε φορά ισχύουν». ζζ) Οι οδηγίες για την κατάλληλη χρήση, αποθήκευση και μεταχείριση. ηη) Οι ενδείξεις επικινδυνότητας του λιπάσματος, όπως αυτή προκύπτει από την ισχύουσα νομοθεσία περί επικινδύνων χημικών ουσιών και μειγμάτων (Κανονισμός 1272/2008/ΕΚ και κείμενη εθνική νομοθεσία, όπως κάθε φορά ισχύουν). β) Προαιρετικές ενδείξεις: αα) Κοκκομετρική σύσταση (περατότητα από ορισμένα κόσκινα), ββ) Αν το προϊόν είναι κατάλληλο για χρήση στη βιολογική γεωργία, σύμφωνα με τις διατάξεις των Κανονισμών (ΕΚ) 834/2007 (EE L 189) και 889/2008 (EE L 250), να αναγράφεται η ένδειξη: «Το προϊόν είναι κατάλληλο για χρήση στη βιολογική γεωργία σύμφωνα με τους Κανονισμούς (ΕΚ) 834/2007 (EE L 189) και 889/2008 (EE L 250), όπως κάθε φορά ισχύουν». Γ. Να διαθέτουν δηλώσεις για τον τρόπο παραγωγής και την προέλευση των πρώτων υλών. Δ. Να ακολουθούν τους όρους διακίνησης και σήμανσης των λιπασμάτων σε χύμα, κατ’ αντιστοιχία των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) 2003/2003, όπως κάθε φορά ισχύει. Ε. Να παρέχεται κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με το προϊόν, το οποίο επιβάλλεται από τις κείμενες διατάξεις και από την τεχνολογική εξέλιξη. 2. Τα λιπάσματα της παραγράφου 3 του άρθρου 2, τα οποία προορίζονται για ερευνητικούς σκοπούς και για μη γεωργική χρήση, για να κυκλοφορούν στη Χώρα πρέπει να φέρουν ειδική σήμανση, στην οποία να περιλαμβάνονται η χημική σύνθεσή τους και ο προορισμός της χρήσης τους. 3. Τα λιπάσματα που αποκτώνται από άλλο κράτος − μέλος της ΕΕ από, κατ’ επάγγελμα ή μη, αγρότες για ιδία χρήση στην καλλιέργειά τους, πρέπει να ανήκουν σε έναν από τους τύπους λιπασμάτων EK. Οι παραπάνω αγρότες, κατά την άφιξη του λιπάσματος, υποχρεούνται να ενημερώνουν εγγράφως την κατά τόπο αρμόδια υπηρεσία και να διευκολύνουν τον έλεγχο των αρμόδιων αρχών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το άρθρο 4 του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 4 Εμπορία και εισαγωγή λιπασμάτων 1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο για την άσκηση εμπορίας λιπασμάτων υποχρεούται να υποβάλει αναγγελία έναρξής της στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 3919/2011 (A΄ 32) και να γνωστοποιεί στις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου αυτού κάθε μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασής του εντός τριάντα (30) ημερών από την επέλευσή της. 2.α) Όσα από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 πωλούν λιπάσματα αποκλειστικά και μόνο στον τελικό χρήστη εγγράφονται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στο μητρώο επιχειρήσεων εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α, το οποίο τηρείται από αυτήν, με την επιφύλαξη της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 13β. β) Όσα από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 πωλούν λιπάσματα σε επιχειρήσεις εμπορίας τύπου Α και Β, σύμφωνα με την παράγραφο 3, καθώς και στον τελικό χρήστη, εγγράφονται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στο μητρώο επιχειρήσεων εμπορίας λιπασμάτων τύπου Β, το οποίο τηρείται από αυτήν. 3. α) Μετά την εγγραφή του ενδιαφερόμενου στο αντίστοιχο μητρώο, η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων χορηγεί σε αυτόν Βεβαίωση Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων για την άσκηση εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α ή Β, την οποία υποχρεούται να αναρτά σε εμφανές σημείο στο κατάστημα. β) Η Βεβαίωση Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων για την άσκηση εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και Β ισχύει για πέντε (5) και τρία (3) έτη, αντίστοιχα. Οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων η επιχείρηση νομίμως ασκεί εμπορία λιπασμάτων τύπου Α και Β, επανεξετάζονται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου για επικαιροποίηση του φακέλου του. 4. α) Για την αναγγελία έναρξης άσκησης εμπορίας λιπασμάτων της παραγράφου 1, απαιτείται, επί ποινή απαραδέκτου, η καταβολή παραβόλου το ύψος του οποίου ορίζεται σύμφωνα με την απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β. β) Για την επικαιροποίηση του φακέλου του, απαιτείται, επί ποινή απαραδέκτου, η καταβολή παραβόλου, ποσού ίσου με το τριάντα τοις εκατό (30%) του παραβόλου που απαιτείται για την αναγγελία έναρξης άσκησης εμπορίας λιπασμάτων. γ) Τα παράβολα των περιπτώσεων α΄ και β΄ αποτελούν έσοδα του διακεκριμένου κωδικού του Α΄ Παραρτήματος του προϋπολογισμού του Ταμείου Γεωργίας και Κτηνοτροφίας (Τ.Γ.Κ.). 5. α) Η εμπορία λιπασμάτων διακόπτεται από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο: αα) Αν υποβληθεί σχετική δήλωση του ασκούντος την εμπορία λιπασμάτων ή ββ) αν οι εμπορικές δραστηριότητες του ασκούντος την εμπορία λιπασμάτων έπαυσαν να ασκούνται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δώδεκα (12) κατά συνέχεια μηνών ή γγ) αν διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την άσκησή της, όπως αυτές ορίζονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 13β ή δδ) στην περίπτωση της παραγράφου 3 του άρθρου 11. β) Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί την εμπορία λιπασμάτων υποχρεούται, με ευθύνη του, να διακόψει την εμπορία λιπασμάτων για όσο διάστημα δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την άσκησή της, όπως αυτές ορίζονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 13β και να ενημερώσει άμεσα την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. 6. Για την εισαγωγή λιπασμάτων από τρίτες χώρες, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα του παρόντος άρθρου, απαιτείται να διαθέτουν επιπροσθέτως και άδεια εισαγωγής, που εκδίδεται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. 7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στους παρόχους υπηρεσιών, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, νόμιμα εγκατεστημένους σε άλλο κράτος − μέλος της ΕΕ, οι οποίοι δύνανται να εμπορεύονται λιπάσματα στη Χώρα χωρίς εγκατάσταση, σύμφωνα με την αριθ. 196033/30.12.2011 κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Β΄ 51), όπως κάθε φορά ισχύει.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το άρθρο 5 του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 5 Έλεγχοι των λιπασμάτων Οι έλεγχοι των λιπασμάτων πραγματοποιούνται από τα αρμόδια όργανα του Γενικού Χημείου του Κράτους και του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σύμφωνα με την απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Το άρθρο 6 του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 6 Εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων 1. Επίσημος εργαστηριακός έλεγχος των λιπασμάτων διενεργείται από εργαστήρια του Γενικού Χημείου του Κράτους, του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και άλλα δημόσια εργαστήρια, τα οποία πληρούν τις απαιτήσεις της ισχύουσας κατά περίπτωση νομοθεσίας ή ορίζονται σύμφωνα με την απόφαση της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου13β. 2. Ο εργαστηριακός έλεγχος των λιπασμάτων διενεργείται και σε ιδιωτικά εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων, εφόσον αυτά πληρούν τα πρότυπα διαπίστευσης της ισχύουσας νομοθεσίας και ορίζονται σύμφωνα με την απόφαση της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β. 3. Για την έναρξη λειτουργίας ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο υποχρεούται να υποβάλει στην αρμόδια αρχή των Υπουργείων Οικονομικών ή Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σχετική αναγγελία έναρξης, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 3919/2011 (A΄ 32). Εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την υποβολή της αναγγελίας, αν η αρμόδια αρχή, μετά τη διενέργεια ελέγχου, διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη λειτουργία του ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων, χορηγεί στον ενδιαφερόμενο Βεβαίωση Συνδρομής Νομίμων Προϋποθέσεων, καταχωρίζει το εργαστήριο στο μητρώο ιδιωτικών εργαστηρίων ελέγχου λιπασμάτων που τηρείται στο οικείο Υπουργείο και αυτό λειτουργεί νόμιμα. Η ισχύς της Βεβαίωσης αρχίζει από την ημερομηνία έκδοσής της και σε αυτή αναγράφεται υποχρεωτικά ο αριθμός μητρώου του εργαστηρίου, καθώς και η διάρκεια ισχύος της συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων. Η αρμόδια αρχή μπορεί να απαγορεύσει την έναρξη λειτουργίας ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την υποβολή της αναγγελίας, σε περίπτωση που μετά τη διενέργεια ελέγχου, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις. Μετά την πάροδο τριών (3) μηνών από την υποβολή της αναγγελίας έναρξης και εφόσον δεν υφίσταται η απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου από την αρμόδια αρχή, το ιδιωτικό εργαστήριο ελέγχου λιπασμάτων λειτουργεί ελεύθερα και καταχωρίζεται στο μητρώο. Κατά τη λειτουργία του εργαστηρίου, σε περίπτωση που μετά τη διενέργεια του ελέγχου διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, χορηγείται σε αυτό Βεβαίωση Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων, στην οποία αναγράφεται υποχρεωτικά ο αριθμός μητρώου του εργαστηρίου και ο αριθμός του ισχύοντος πιστοποιητικού του Εθνικού Συστήματος Διαπίστευσης (ΕΣΥΔ). Η ισχύς της Βεβαίωσης αρχίζει τρεις (3) μήνες μετά την ημερομηνία υποβολής της αναγγελίας από τον ενδιαφερόμενο. Κατά τη λειτουργία αυτού, αν μετά τη διενέργεια του ελέγχου διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις επιβάλλονται οι προβλεπόμενες κυρώσεις του άρθρου 11. Η Βεβαίωση Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων ισχύει για τρία (3) έτη και οι προϋποθέσεις νόμιμης λειτουργίας επανεξετάζονται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου για επικαιροποίηση του φακέλου του.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 του ν. 1565/1985, μετά την περίπτωση ια΄ προστίθενται περιπτώσεις ιβ΄, ιγ΄, ιδ΄ και ιε΄, ως ακολούθως: «ιβ) Έναν εκπρόσωπο Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της Χώρας, συναφούς γνωστικού αντικειμένου, ο οποίος ορίζεται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. ιγ) Έναν εκπρόσωπο του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού − ΔΗΜΗΤΡΑ (ΕΛ.Γ.Ο. ΔΗΜΗΤΡΑ), συναφούς γνωστικού αντικειμένου, που προτείνεται από αυτόν. ιδ) Έναν εκπρόσωπο του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου, συναφούς γνωστικού αντικειμένου, ο οποίος προτείνεται από αυτό. ιε) Εκπρόσωπο των επαγγελματικών οργανώσεων παραγωγών και εμπόρων λιπασμάτων πανελλαδικής εμβέλειας, που προτείνεται από αυτές ανάλογα με το υπό εξέταση θέμα. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των οργανώσεων ή σε περίπτωση που οι φορείς δεν προτείνουν εκπροσώπους τους μέσα στην προθεσμία που τάσσεται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, οι εκπρόσωποι ορίζονται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Το άρθρο 11 του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Άρθρο 11 Κυρώσεις 1. Επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο: α) Δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ σε όποιον ασκεί εμπορία λιπασμάτων τύπου Α, χωρίς να έχει υποβάλει αναγγελία έναρξης άσκησής της, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 ή χωρίς να συντρέχουν για την άσκησή της οι νόμιμες προϋποθέσεις, όπως αυτές καθορίζονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 13β. β) Τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ σε όποιον ασκεί εμπορία λιπασμάτων τύπου Β, χωρίς να έχει υποβάλει αναγγελία έναρξης άσκησής της, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 ή χωρίς να συντρέχουν για την άσκησή της οι νόμιμες προϋποθέσεις, όπως αυτές καθορίζονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 13β. γ) Χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ σε όποιον δεν γνωστοποιεί τη μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασής του εντός τριάντα (30) ημερών από την επέλευση της μεταβολής αυτής, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4. δ) Πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ σε όποιον αρνείται ή παρακωλύει ή κωλυσιεργεί, με οποιονδήποτε τρόπο, τη διενέργεια των ελέγχων στα λιπάσματα ή αρνείται την παροχή κάθε είδους πληροφοριών που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος νόμου. ε) Δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ σε όποιον προβαίνει στην έναρξη λειτουργίας ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων χωρίς να έχει υποβάλει τη σχετική αναγγελία έναρξης, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 6 ή χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις κατά τη λειτουργία του εργαστηρίου, όπως αυτές καθορίζονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β. στ) Πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ για επιχείρηση εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ για επιχείρηση εμπορίας λιπασμάτων τύπου Β, που θέτει σε κυκλοφορία, σαν λίπασμα, προϊόντα, τα οποία δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παρόντος νόμου και ιδίως των άρθρων 2 και 3, καθώς και των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β. Παράλληλα το προϊόν δεσμεύεται από το αρμόδιο όργανο ελέγχου του άρθρου 5 και απαγορεύεται η κυκλοφορία του, μέχρι να διαπιστωθεί αν πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις και προδιαγραφές της κείμενης νομοθεσίας για την κυκλοφορία του, μετά από αίτημα της επιχείρησης, σύμφωνα με την παράγραφο 2α του άρθρου 2. Σε περίπτωση που πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις και προδιαγραφές, το προϊόν αποδεσμεύεται με απόφαση του ως άνω αρμόδιου οργάνου ελέγχου και αποδίδεται στη δικαιούχο επιχείρηση, εφόσον ολοκληρωθεί η διαδικασία της παραγράφου 2α του άρθρου 2. Σε αντίθετη περίπτωση και κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας το προϊόν υποβάλλεται σε ειδική μεταχείριση κατάλληλη για αλλαγή χρήσης ή κατάσχεται και καταστρέφεται με δαπάνες της επιχείρησης. Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι η ειδική μεταχείριση, η κατάσχεση ή η καταστροφή διεξάγεται υπό τον έλεγχό της. ζ) Πεντακοσίων (500) ευρώ έως και είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ σε όποιον θέτει σε κυκλοφορία λιπάσματα, τα οποία περιέχουν θρεπτικά συστατικά που παρουσιάζουν αποκλίσεις πέραν των επιτρεπόμενων ανοχών−διακυμάνσεων. Για τον καθορισμό του χρηματικού ύψους του προστίμου, ως κριτήρια επιμέτρησης, συνεκτιμώνται σε συνδυασμό: το μέγεθος της απόκλισης, η βαρύτητα του στοιχείου που αποκλίνει, η διακινούμενη ποσότητα, η συχνότητα της παράβασης, οι ισχυρισμοί του ενδιαφερόμενου και κάθε άλλο απαραίτητο στοιχείο κατά την κρίση του οργάνου που επιβάλλει το πρόστιμο. η) Δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ σε όποιον θέτει σε κυκλοφορία λιπάσματα τα οποία έχουν χαρακτηριστικά που οι τιμές τους υπερβαίνουν τη μέγιστη επιτρεπόμενη οριακή τιμή. θ) Τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ σε όποιον θέτει σε κυκλοφορία λιπάσματα, τα οποία περιέχουν ουσίες, που δεν συμπεριλαμβάνονται στην κείμενη νομοθεσία, αλλά με βάση νεότερα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα, το Γενικό Χημείο του Κράτους διαπιστώνει ότι είναι τοξικές για την υγεία των ανθρώπων, των φυτών, των ζώων και εν γένει για το περιβάλλον. Στην περίπτωση αυτή, κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας, το προϊόν δεσμεύεται και στη συνέχεια υποβάλλεται σε ειδική μεταχείριση κατάλληλη για αλλαγή χρήσης ή καταστρέφεται, με έξοδα της επιχείρησης, από το αρμόδιο ελεγκτικό όργανο του άρθρου 5. Η αρμόδια υπηρεσία διασφαλίζει ότι η ειδική μεταχείριση, η κατάσχεση ή η καταστροφή διεξάγεται υπό τον έλεγχό της. ι) Τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ σε όποιον θέτει σε κυκλοφορία λιπάσματα, τα οποία κατά την έννοια της κείμενης νομοθεσίας για τις επικίνδυνες χημικές ουσίες και μείγματα [Κανονισμός (ΕΚ) 1272/2008/ΕΚ (ΕΕ L 353) ή αριθ. 265/2002/3.9.2002 κοινή υπουργική απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Β΄1214), όπως ισχύουν], περιέχουν ουσίες επικίνδυνες για την υγεία των ανθρώπων, των φυτών, των ζώων και εν γένει για το περιβάλλον. Στην περίπτωση αυτή, κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας το προϊόν δεσμεύεται και στη συνέχεια, ύστερα από αξιολόγηση της αρμόδιας υπηρεσίας του Γενικού Χημείου του Κράτους σχετικά με την επικινδυνότητα, υποβάλλεται σε ειδική μεταχείριση κατάλληλη για αλλαγή χρήσης ή καταστρέφεται, με έξοδα της επιχείρησης, από το αρμόδιο ελεγκτικό όργανο του άρθρου 5. Η αρμόδια υπηρεσία διασφαλίζει ότι η ειδική μεταχείριση, η κατάσχεση ή η καταστροφή διεξάγεται υπό τον έλεγχό της. ια) Πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ σε όποιον χορηγεί παραπλανητικά ή ψευδή στοιχεία στα αρμόδια όργανα ελέγχου του άρθρου 5. ιβ) Πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ και επιπλέον πρόστιμο πεντακοσίων (500) ευρώ για κάθε μήνα που δεν απασχολεί υπεύθυνο επιστήμονα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία σε όποιον διαθέτει λιπάσματα ώρες και ημέρες που δεν παρευρίσκεται στο σημείο πώλησης υπεύθυνος επιστήμονας. ιγ) Σε περίπτωση που δεν τηρούνται οι διατάξεις του άρθρου 3 επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο διακοσίων (200) ευρώ έως τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ. Για τον καθορισμό του χρηματικού ύψους του προστίμου, ως κριτήρια επιμέτρησης, συνεκτιμώνται σε συνδυασμό: η πολλαπλότητα της παράβασης, η διακινούμενη ποσότητα, η συχνότητα της παράβασης, οι ισχυρισμοί του ενδιαφερόμενου και κάθε άλλο απαραίτητο στοιχείο κατά την κρίση του οργάνου που επιβάλλει το πρόστιμο. ιδ) Δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ σε όποιον δεν ενημερώνει τα αρμόδια όργανα ελέγχου του άρθρου 5, προκειμένου να θέσει σε έλεγχο ενδοενωσιακά αποκτώμενα ή εγχώρια παραγόμενα λιπάσματα. ιε) Δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ σε όποιον διαθέτει, σαν λίπασμα, προϊόν που έχει αποκτηθεί σαν πρώτη ύλη. ιστ) Χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, στους ασκούντες εμπορία λιπασμάτων που δεν αναρτούν σε εμφανές σημείο στο κατάστημα τις προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία υποχρεώσεις τους, όπως τη Βεβαίωση Συνδρομής Νομίμων Προϋποθέσεων, καθώς και που δεν υποβάλλουν στατιστικά στοιχεία στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σύμφωνα με την κείμενη εθνική νομοθεσία. ιζ) Πεντακοσίων (500) ευρώ έως δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ σε όποιον θέτει σε κυκλοφορία λιπάσματα, των οποίων τα φυσικά ή/και χημικά χαρακτηριστικά τους έχουν υποβαθμισθεί ή αλλοιωθεί. Για τον καθορισμό του χρηματικού ύψους του προστίμου, ως κριτήρια επιμέτρησης, συνεκτιμώνται σε συνδυασμό: η έκταση της υποβάθμισης ή της αλλοίωσης του προϊόντος, η διακινούμενη ποσότητα, η συχνότητα της παράβασης, οι ισχυρισμοί του ενδιαφερόμενου και κάθε άλλο απαραίτητο στοιχείο κατά την κρίση του οργάνου που επιβάλλει το πρόστιμο. ιη) Πεντακοσίων (500) ευρώ έως πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, σε όποιον αποθηκεύει λιπάσματα εκτεθειμένα σε καιρικά φαινόμενα, που μπορούν να αλλοιώσουν τα φυσικά ή χημικά τους χαρακτηριστικά, τη συσκευασία τους και να προκαλέσουν ρύπανση του περιβάλλοντος. Για τον καθορισμό του χρηματικού ύψους του προστίμου, ως κριτήρια επιμέτρησης, συνεκτιμώνται σε συνδυασμό: η ποσότητα του λιπάσματος, η συχνότητα της παράβασης, οι ισχυρισμοί του ενδιαφερόμενου και κάθε άλλο απαραίτητο στοιχείο κατά την κρίση του οργάνου που επιβάλλει το πρόστιμο. ιθ) Χιλίων (1.000) ευρώ, σε όποιον, κατ’ επάγγελμα ή μη, αγρότη αποκτά από άλλο κράτος − μέλος για ιδία χρήση στην καλλιέργειά του λίπασμα, και δεν ενημερώνει εγγράφως την κατά τόπο αρμόδια υπηρεσία και κ) Τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, σε όποιον, κατ’ επάγγελμα ή μη, αγρότη αποκτά από άλλο κράτος − μέλος για ιδία χρήση και χρησιμοποιεί στην καλλιέργειά του λίπασμα ακατάλληλο, βλαπτικό και επικίνδυνο για την υγεία των ανθρώπων, των ζώων και των φυτών, με ουσίες που μολύνουν το περιβάλλον ή μειώνουν τη γονιμότητα του εδάφους και την ποιότητα των αγροτικών προϊόντων. κα) Πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, σε επιχείρηση που πωλεί ή αγοράζει λιπάσματα από άλλη επιχείρηση που δεν είναι καταχωρισμένη στο μητρώο εμπόρων λιπασμάτων. 2. Αν υπάλληλος των Υπουργείων Οικονομικών ή Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή μέλος της ΤΕ.Γ.Ε.Λ. αποκαλύπτει, σε μη αρμόδιο πρόσωπο, οποιοδήποτε τεχνικό, βιομηχανικό ή εμπορικό στοιχείο σχετικό με τα λιπάσματα, το οποίο περιήλθε σε γνώση του από τον παρασκευαστή ή τον αντιπρόσωπό του και για το οποίο αυτός είχε ζητήσει από την αρμόδια υπηρεσία να τηρηθεί το απόρρητο, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή, το ύψος της οποίας κυμαίνεται από χίλια πεντακόσια (1.500) έως τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ. Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από έγκληση αυτού που ζημιώθηκε από την αποκάλυψη του απορρήτου. 3. Σε περίπτωση υποτροπής, οι ποινές και τα πρόστιμα των παραγράφων 1 και 2 διπλασιάζονται και σε περίπτωση τρίτης υποτροπής τριπλασιάζονται. Σε περίπτωση τρίτης υποτροπής των παραβάσεων των περιπτώσεων δ΄, στ΄ και των υποπεριπτώσεων ββ΄, δδ΄ της περίπτωσης ζ΄, καθώς και των περιπτώσεων η΄, θ΄, ι΄ και ια΄ της παραγράφου 1, παράλληλα με τον τριπλασιασμό των ποινών και των προστίμων, αίρεται το δικαίωμα εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και Β για χρονικό διάστημα από ένα μήνα έως ένα έτος. 4. Τιμωρείται με τις ποινές του άρθρου 458 του Ποινικού Κώδικα: α) Όποιος, χωρίς να έχει εγγραφεί στο μητρώο επιχειρήσεων εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και Β της παραγράφου 2 του άρθρου 4, διαθέτει λιπάσματα που δεν πληρούν τους όρους και τις προϋποθέσεις των λιπασμάτων της περίπτωσης Β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1. β) Όποιος, πάνω από μία φορά υποπίπτει στην ίδια παράβαση των υποπεριπτώσεων ββ΄ και δδ΄ της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1. γ) Όποιος πάνω από τρεις φορές, υποπίπτει στην ίδια παράβαση των περιπτώσεων α΄, β΄, δ΄ και στ΄ της παραγράφου 1. 5. Για τις παραβάσεις που διώκονται και ποινικά, σύμφωνα με την παράγραφο 4, τα πρόστιμα των παραγράφων 1, 2 και 3 επιβάλλονται ανεξάρτητα από την άσκηση ποινικής δίωξης. Αν το αρμόδιο ποινικό Δικαστήριο εκδώσει αμετάκλητη αθωωτική απόφαση για την ίδια παράβαση, στην οποία διαπιστώνεται, μετά δυνάμεως δεδικασμένου, ότι δεν έχουν τελεσθεί ή λάβει χώρα τα πραγματικά περιστατικά επί των οποίων έχει στηριχθεί η επιβολή της κύρωσης, εκδίδεται υπέρ της επιχείρησης ατομικό φύλλο έκπτωσης του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος προηγουμένως προσκομίσει στην αρμόδια αρχή που εξέδωσε την απόφαση επιβολής του προστίμου επίσημο αντίγραφο της ως άνω αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης τους Δικαστηρίου. 6. Όταν η δήλωση ή οι ενδείξεις επί της συσκευασίας, ως προς τη σύνθεση του προϊόντος, παρουσιάζουν αποκλίσεις μεγαλύτερες των επιτρεπόμενων ανοχών που καθορίζονται στην κείμενη νομοθεσία, οι παραβάτες υποχρεούνται να καταβάλουν τα έξοδα της εργαστηριακής επανεξέτασης προσαυξημένα κατά 100%, τα οποία αποδίδονται υπέρ του φορέα, που υποδεικνύει το δημόσιο εργαστήριο ελέγχου λιπασμάτων που διενεργεί τον έλεγχο. Το ύψος των εξόδων ανάλυσης και ο τρόπος βεβαίωσης και είσπραξης αυτών καθορίζεται με την απόφαση της παραγράφου 3 του άρθρου 13β. 7. Το διοικητικό πρόστιμο όλων των περιπτώσεων της παραγράφου 1 επιβάλλεται από την κατά περίπτωση αρμόδια υπηρεσία της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 13β, με βάση την έκθεση ελέγχου που συντάσσεται από τα κατά περίπτωση αρμόδια όργανα ελέγχου του άρθρου 5. Η απόφαση επιβολής του διοικητικού προστίμου επιδίδεται στον ενδιαφερόμενο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 47, 48, 50 έως και 57 του ν. 2717/1999 «Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας», όπως ισχύει. 8. Κατά της απόφασης επιβολής διοικητικού προστίμου της παραγράφου 7, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να καταθέσει ένσταση στην αρμόδια υπηρεσία που την εξέδωσε, εντός είκοσι (20) ημερών από την επίδοσή της. Η αρμόδια υπηρεσία αποφασίζει την ακύρωση, εν όλω ή εν μέρει ή την τροποποίηση της απόφασης ή την απόρριψη της ένστασης, μετά από εισήγηση της ΤΕ.Γ.Ε.Λ., η οποία εξετάζει τη νομιμότητα και την ουσία της απόφασης επιβολής προστίμου. Η απόφαση επί της ένστασης γνωστοποιείται στον ενιστάμενο εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την άσκησή της και κατά αυτής ο ενδιαφερόμενος μπορεί να προσφύγει στο αρμόδιο δικαστήριο, σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Αντίγραφο της προσφυγής κοινοποιείται από τον προσφεύγοντα στο αρμόδιο όργανο επιβολής του προστίμου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Μετά το άρθρο 11 του ν. 1565/1985 προστίθεται άρθρο 11α ως ακολούθως: «Άρθρο 11α Ρήτρα διασφάλισης Η κυκλοφορία και η διάθεση στην αγορά λιπασμάτων, εκτός αυτών που χαρακτηρίζονται ως «Λιπάσματα ΕΚ» σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 2003/2003, μολονότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παρόντος νόμου, μπορεί να απαγορευτεί με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, όταν στα λιπάσματα αυτά διαπιστωθούν χαρακτηριστικά που συνιστούν δυνητικό κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια, την υγεία των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών ή κίνδυνο για το περιβάλλον.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Μετά το άρθρο 13α του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, προστίθεται άρθρο 13β ως ακολούθως: «Άρθρο 13β Εξουσιοδοτικές διατάξεις 1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται: α) Το ύψος του παραβόλου της παραγράφου 2α του άρθρου 2. β) Οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, η διαδικασία, τα δικαιολογητικά, οι αρμόδιες αρχές και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παραγράφου 2α του άρθρου 2. γ) Οι απαιτούμενες προϋποθέσεις και τα δικαιολογητικά των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή των λιπασμάτων της παραγράφου 2α του άρθρου 2. δ) Το ύψος του παραβόλου που απαιτείται για την αναγγελία έναρξης άσκησης εμπορίας λιπασμάτων, σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 4. ε) Η διαδικασία, τα αρμόδια όργανα ελέγχου, οι μέθοδοι δειγματοληψίας, η διαδικασία επανεξέτασης των λιπασμάτων, η δυνατότητα προσφυγής του ενδιαφερομένου, οι προθεσμίες αποστολής των αποτελεσμάτων των αναλύσεων, οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα προκειμένου να δικαιούνται να ζητήσουν τη διενέργεια των ελέγχων από τα αρμόδια όργανα και τα απαιτούμενα παράβολα και δικαιολογητικά για το σκοπό αυτόν, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου 5. στ) Τα αρμόδια δημόσια εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων, ο τρόπος κάλυψης των δαπανών ανάλυσης και εξέτασης των λιπασμάτων από αυτά, οι υπόχρεοι καταβολής των ως άνω δαπανών, τα της είσπραξης, βεβαίωσης και απόδοσής τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 6. ζ) αα) Οι αρμόδιες αρχές των Υπουργείων Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, στις οποίες υποβάλλεται η αναγγελία έναρξης λειτουργίας ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων, οι οποίες προβαίνουν σε διοικητικό και επιτόπιο έλεγχο και χορηγούν τη Βεβαίωση Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων και οι οποίες προβαίνουν σε διοικητικό και επιτόπιο έλεγχο κατά τη λειτουργία των ιδιωτικών εργαστηρίων ελέγχου λιπασμάτων. ββ) Η διαδικασία, οι προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά και τα τυχόν απαιτούμενα παράβολα για την έναρξη λειτουργίας ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων και για την επανεξέταση της συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων για την επικαιροποίηση του φακέλου. γγ) Οι υποχρεώσεις των ιδιωτικών εργαστηρίων ελέγχου λιπασμάτων. δδ) Οι προϋποθέσεις για τη διακοπή λειτουργίας του ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων. εε) Ο τρόπος κάλυψης των δαπανών ανάλυσης και εξέτασης των λιπασμάτων από τα ιδιωτικά εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων, οι υπόχρεοι καταβολής των ως άνω δαπανών, τα της είσπραξης, βεβαίωσης και απόδοσής τους και κάθε σχετικό θέμα. στστ) Τα αρμόδια ιδιωτικά εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων. ζζ) Κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 6. η) Τα της είσπραξης, βεβαίωσης και απόδοσης των διοικητικών προστίμων της παραγράφου 1 του άρθρου 11 και κάθε σχετικό θέμα. Με όμοια απόφαση μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος των προστίμων του άρθρου 11, μετά την πάροδο δύο (2) ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης. θ) Τα αναγκαία συμπληρωματικά, οργανωτικά και εκτελεστικά μέτρα για την εκτέλεση των διατάξεων των κανονισμών και αποφάσεων των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι αναγκαίες κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη μεταφορά των οδηγιών των ιδίων ως άνω οργάνων για τα λιπάσματα. 2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορεί να μετατάσσονται στοιχεία από την υποπερίπτωση α΄ «Υποχρεωτικές ενδείξεις» της περίπτωσης Β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 στην υποπερίπτωση β΄ «Προαιρετικές ενδείξεις» της ίδιας ως άνω περίπτωσης Β΄, και αντίστροφα. 3. α) Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού καθορίζεται το ύψος των εξόδων εργαστηριακής εξέτασης που διενεργούνται από δημόσια εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων, καθώς και τα της είσπραξης, βεβαίωσης και απόδοσής αυτών και κάθε άλλο σχετικό θέμα. β) Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται το ύψος των εξόδων εργαστηριακής εξέτασης που διενεργούνται από δημόσια εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων που υπάγονται σε αυτό, καθώς και ο τρόπος βεβαίωσης και είσπραξης αυτών και κάθε άλλο σχετικό θέμα. 4. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται: α) Οι όροι και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα φυσικά και νομικά πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 4, προκειμένου να ασκούν εμπορία λιπασμάτων τύπου Α, χωρίς την υποχρέωση εγγραφής στο αντίστοιχο μητρώο. β) Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων: αα) στις οποίες υποβάλλεται αναγγελία έναρξης άσκησης εμπορίας λιπασμάτων και γνωστοποιείται η μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασης των φυσικών και νομικών προσώπων που ασκούν εμπορία λιπασμάτων, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4. ββ) για τη χορήγηση των Βεβαιώσεων Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και Β της παραγράφου 3 του άρθρου 4. γ) οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την έκδοση των αδειών εισαγωγής της παραγράφου 6 του άρθρου 4. 5. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της ΤΕ.Γ.Ε.Λ., καθορίζονται οι προϋποθέσεις, η διαδικασία, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την αναγγελία έναρξης άσκησης εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και Β και για την επανεξέταση της συνδρομής των προϋποθέσεων για την άσκησή της, τα της εγγραφής στο μητρώο επιχειρήσεων εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και Β, οι υποχρεώσεις των ασκούντων εμπορία λιπασμάτων και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου 4. 6. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθορίζονται: α) Η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με απόφαση της οποίας επιβάλλονται οι κυρώσεις των περιπτώσεων α΄ έως και δ΄ και στ΄ έως και κα΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 11, καθώς και της περίπτωσης ε΄ της ιδίας ως άνω παραγράφου, σε περίπτωση που αρμόδιος φορέας για τη χορήγηση της Βεβαίωσης Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων για τη λειτουργία ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων είναι το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. β) Η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ενώπιον της οποίας εκτίθενται οι απόψεις του ενδιαφερομένου επί της εκθέσεως ελέγχου της παραγράφου 7 του άρθρου 11. 7. Μέχρι την έκδοση των κανονιστικών πράξεων του παρόντος άρθρου ισχύουν οι κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση των προϋφισταμένων διατάξεων.»

Άρθρο 50Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3955/2011 (Α΄ 89)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το άρθρο 1 του ν. 3955/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 1 Ορισμοί 1. Ως αγροτικά προϊόντα θεωρούνται τα προϊόντα τα οποία παράγονται στη Χώρα και είναι προϊόντα του εδάφους, της κτηνοτροφίας, της θαλάσσιας αλιείας, της σπογγαλιείας, της οστρακαλιείας, της αλιείας εσωτερικών υδάτων, της υδατοκαλλιέργειας, της δασοπονίας, της θηραματοπονίας και των κάθε είδους εκτροφών και τα προϊόντα που προέρχονται από το πρώτο στάδιο επεξεργασίας και μεταποίησης αυτών, καθώς και κάθε άλλο προϊόν που προέρχεται από την αγροτική εν γένει δραστηριότητα. 2. Ως αγροτικά εφόδια και εισροές θεωρούνται τα προϊόντα κάθε μορφής τα οποία παράγονται στη Χώρα ή εισάγονται σε αυτήν και χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία και για τους σκοπούς της παραγωγής των προϊόντων της παραγράφου 1. 3. Ως έμπορος αγροτικών προϊόντων θεωρείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που έχει υποχρέωση εγγραφής στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.), σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3419/2005 ( Α΄ 297) και αγοράζει ή διαμεσολαβεί στην αγορά εγχώρια παραγόμενων αγροτικών προϊόντων, από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία είναι εγγεγραμμένα στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων (Μ.Α.Α.Ε.), σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3874/2010 ( Α΄ 151) ή από συλλογικές οργανώσεις των ανωτέρω προσώπων, με σκοπό την πώληση, μεταπώληση, μεταποίηση ή και διάθεσή τους στην αγορά με άμεσο ή έμμεσο τρόπο. 4. Ως έμπορος εφοδίων και εισροών θεωρείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που έχει υποχρέωση εγγραφής στο Γ.Ε.ΜΗ., σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3419/2005 και προμηθεύει τα εγγεγραμμένα στο Μ.Α.Α.Ε. πρόσωπα ή τις συλλογικές οργανώσεις τους με τα προϊόντα της παραγράφου 2.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το άρθρο 2 του ν. 3955/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 2 Ίδρυση Μητρώου Στη Διεύθυνση Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ιδρύεται και λειτουργεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων με τίτλο «Ενιαίο Μητρώο Εμπόρων Αγροτικών Προϊόντων, Εφοδίων και Εισροών», (στο εξής Μητρώο), το οποίο είναι διασυνδεδεμένο με την ηλεκτρονική βάση του Γ.Ε.ΜΗ..»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το άρθρο 3 του ν. 3955/2011 τροποποιείται ως εξής: α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Στο Μητρώο έχουν υποχρέωση εγγραφής όλοι οι έμποροι αγροτικών προϊόντων και οι έμποροι εφοδίων και εισροών του άρθρου 1, οι οποίοι έχουν λάβει αντίστοιχο Κωδικό Αριθμό Δραστηριότητας (Κ.Α.Δ.). Η μη εγγραφή στο Μητρώο επιφέρει τις συνέπειες της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 6. Τα φυσικά και νομικά πρόσωπα τα οποία είναι εγγεγραμμένα στο Μ.Α.Α.Ε. δεν υποχρεούνται να εγγραφούν και στο Μητρώο, εφόσον εμπορεύονται αποκλειστικά προϊόντα δικής τους παραγωγής.» β) Η παράγραφος 4 του άρθρου 3 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Η εμπορία των αγροτικών προϊόντων και αγροτικών εφοδίων και εισροών διενεργείται μόνο ως προς το είδος της δραστηριότητας και τα αγροτικά προϊόντα και εφόδια και εισροές για τα οποία ο έμπορος έχει καταχωριστεί στο Μητρώο.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το άρθρο 4 του ν. 3955/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 4 Διαδικασία εγγραφής στο Μητρώο 1. Για την εγγραφή στο Μητρώο οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν αίτηση στη Διεύθυνση Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. 2. α) Οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν την αίτηση της παραγράφου 1, η οποία υπέχει και θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 (Α΄75), (στο εξής αίτηση – υπεύθυνη δήλωση), μόνο ηλεκτρονικά, σε βάση πληροφοριών που τηρείται και ενημερώνεται στη Διεύθυνση Πληροφορικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μέσω ψηφιακής υπηρεσίας αναρτημένης στον επίσημο ιστότοπο του ίδιου Υπουργείου. β) Η ηλεκτρονική υποβολή της αίτησης − υπεύθυνης δήλωσης γίνεται κατά τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 2 και στην παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ. 150/2001 (Α΄125). Η εγγραφή των εμπόρων στο Μητρώο γίνεται με απόφαση του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης. 3. Στην αίτηση – υπεύθυνη δήλωση οι ενδιαφερόμενοι: α) αν πρόκειται για νομικά πρόσωπα δηλώνουν τα πλήρη στοιχεία της ταυτότητας των νομίμων εκπροσώπων τους, β) παρέχουν άδεια στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να δημοσιοποιήσει, δια του Μητρώου, την ταυτότητα, τον αριθμό Γ.Ε.ΜΗ., τον τομέα εμπορικής δραστηριότητας, τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) και τον Κ.Α.Δ., γ) βεβαιώνουν ότι δεν τελούν σε πτώχευση ή σε διαδικασία κήρυξης σε πτώχευση ή δεν έχουν καταθέσει αίτηση για το άνοιγμα διαδικασίας συνδιαλλαγής των άρθρων 99 επ. του ν. 3588/2007 (Α΄153). Αν υπάρχει εκκρεμής αίτηση πτώχευσης ή διαδικασία συνδιαλλαγής ή άλλης συλλογικής διαδικασίας ικανοποίησης των πιστωτών βεβαιώνουν ότι θα ενημερώσουν άμεσα για την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης, δ) αν πρόκειται για φυσικά πρόσωπα βεβαιώνουν ότι δεν τελούν σε δικαστική συμπαράσταση και αν πρόκειται για νομικά πρόσωπα ότι δεν τελούν σε αναγκαστική διαχείριση, ε) αν πρόκειται για νομικά πρόσωπα βεβαιώνουν ότι δεν τελούν σε κοινή ή ειδική εκκαθάριση, στ) βεβαιώνουν ότι είναι φορολογικά ενήμεροι, ζ) βεβαιώνουν ότι οι αιτούντες και επί νομικών προσώπων οι νόμιμοι εκπρόσωποι αυτών δεν έχουν παραπεμφθεί αμετάκλητα για τα αδικήματα της απάτης, της εκβίασης, της πλαστογραφίας, της ψευδορκίας και της δόλιας χρεοκοπίας και ότι δεν έχουν καταδικαστεί για τα ανωτέρω αδικήματα, καθώς και για αδικήματα του άρθρου 1 του ν.δ. 3424/1955 (Α΄282), όπως ισχύει, η) βεβαιώνουν ότι θα ενημερώσουν άμεσα τη Διεύθυνση Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης για οποιαδήποτε μεταβολή των στοιχείων ή των έννομων καταστάσεών τους, που βεβαιώνονται με την αίτησηυπεύθυνη δήλωση. Τα στοιχεία της υπεύθυνης δήλωσης επαληθεύονται ηλεκτρονικά από τους εγγεγραμμένους εμπόρους σε ετήσια βάση. 4. Οι έμποροι αγροτικών προϊόντων καταθέτουν επιπρόσθετα εγγυητική επιστολή, ετήσιας διάρκειας, από αναγνωρισμένα τραπεζικά ιδρύματα. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται τα αντικειμενικά κριτήρια, με βάση τα οποία ορίζεται το ύψος της εγγυητικής επιστολής, ο επαναπροσδιορισμός και η αντικατάστασή της, η αποδέσμευσή της, τα κριτήρια απαλλαγής από την υποχρέωση υποβολής εγγυητικής επιστολής, ειδικά θέματα για την εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 6 και κάθε άλλο σχετικό θέμα. 5. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού ρυθμίζονται ειδικά θέματα και λεπτομέρειες που αφορούν στην υποβολή των αιτήσεων−υπεύθυνων δηλώσεων, στην εγγραφή των αιτούντων, στο ακριβές περιεχόμενο του Μητρώου, στα δεδομένα που καταγράφονται σε αυτό, στους ελέγχους που ασκούνται στους εγγεγραμμένους στο Μητρώο εμπόρους και κάθε σχετικό θέμα. Με την ίδια απόφαση μπορεί να τροποποιείται το περιεχόμενο της αίτησης – υπεύθυνης δήλωσης, όπως αυτό ορίζεται στην παράγραφο 3.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το άρθρο 6 του ν. 3955/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 6 Διοικητικές κυρώσεις 1. Με απόφαση του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων επιβάλλονται οι κάτωθι διοικητικές κυρώσεις: α) Προσωρινή διαγραφή του εγγεγραμμένου εμπόρου από το Μητρώο, αν: αα) ο έμπορος δεν επαληθεύσει εμπρόθεσμα τα στοιχεία της υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 4, και για όσο χρονικό διάστημα υφίσταται η σχετική εκκρεμότητα, ββ) ο έμπορος παραπεμφθεί αμετάκλητα για τα αδικήματα της απάτης, της εκβίασης, της πλαστογραφίας, της ψευδορκίας και της δόλιας χρεοκοπίας, καθώς και για τα αδικήματα του άρθρου 1 του ν.δ. 3424/1955, όπως ισχύει και μέχρι την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, γγ) ο έμπορος έχει κάνει ανακριβή ή ψευδή συμπλήρωση της αίτησης−υπεύθυνης δήλωσης και έως ότου, ανάλογα με το στοιχείο ή τα στοιχεία που υποβλήθηκαν ψευδώς ή ανακριβώς, διαγραφεί οριστικά ή επανεγγραφεί στο Μητρώο, με απόφαση του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης, δδ) ο έμπορος δεν έχει ενημερώσει άμεσα τη Διεύθυνση Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης για τη μεταβολή των δηλωθέντων στοιχείων της αίτησης υπεύθυνης δήλωσης, όπως ορίζεται στην περίπτωση η΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 4, και για όσο χρονικό διάστημα υφίσταται η σχετική εκκρεμότητα, εε) δεν γίνει επαναπροσδιορισμός του ύψους και αντικατάσταση της εγγυητικής επιστολής, σύμφωνα με την απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 4 του άρθρου 4 και μέχρι την προσκόμιση της νέας εγγυητικής επιστολής, στστ) γίνει κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής, σύμφωνα με την παράγραφο 2 και για όσο χρονικό διάστημα υφίσταται η οικονομική απαίτηση που αναφέρεται στην καταγγελία. β) Οριστική διαγραφή του εγγεγραμμένου εμπόρου από το Μητρώο, αν: αα) ο έμπορος καταδικαστεί αμετάκλητα για τα αδικήματα της απάτης, της εκβίασης, της πλαστογραφίας, της ψευδορκίας και της δόλιας χρεοκοπίας, καθώς και για τα αδικήματα του άρθρου 1 του ν.δ. 3424/1955, όπως ισχύει, ββ) διαπιστωθεί ότι τα δηλωθέντα στοιχεία στην αίτηση − υπεύθυνη δήλωση είναι ψευδή και ο έμπορος δεν δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο, με βάση τα πραγματικά του στοιχεία, γγ) ο έμπορος διαγραφεί από το Γ.Ε.ΜΗ., δδ) διαπιστωθεί η άσκηση εμπορίας αγροτικών προϊόντων από τον έμπορο ή από παρένθετο πρόσωπο ή από συνδεδεμένο με αυτόν έμπορο ή από επιχείρηση συμφερόντων του, κατά τη διάρκεια της προσωρινής διαγραφής του εμπόρου από το Μητρώο. 2. Ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ύστερα από εισήγηση της Διεύθυνσης Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης, ζητά από την εκδούσα τράπεζα την κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής, εφόσον έμπορος αγροτικών προϊόντων καταστεί υπερήμερος, ως προς την εγγράφως συμφωνηθείσα ημερομηνία πληρωμής αγρότη ή συλλογικής οργάνωσης αγροτών ή, αν δεν υπάρχει έγγραφη συμφωνία, καθυστερήσει την πληρωμή τους για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία παράδοσης σε αυτόν των προϊόντων. Η Διεύθυνση Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης, στην οποία υποβάλλει την καταγγελία ο ενδιαφερόμενος, καλεί εγγράφως σε ακρόαση τον καταγγελθέντα έμπορο, προκειμένου να καταθέσει υπόμνημα με τις απόψεις του, το οποίο μπορεί να αναπτύξει και προφορικά ενώπιον του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση του σχετικού εγγράφου. Η Διεύθυνση Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης εισηγείται αιτιολογημένα την κατάπτωση ή μη της εγγυητικής επιστολής. Σε περίπτωση κατάπτωσης το ποσό της εγγυητικής επιστολής παραμένει στη διάθεση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και μπορεί να αναζητηθεί από τον ενδιαφερόμενο κατά τις διατάξεις των άρθρων 982 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. 3. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ύστερα από εισήγηση της Διεύθυνσης Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο, αν: α) Πραγματοποιηθούν εμπορικές πράξεις συναφείς με τα αγροτικά προϊόντα, εφόδια και εισροές χωρίς να έχει προηγηθεί εγγραφή στο Μητρώο ή χωρίς να γίνει αναγραφή του Ειδικού Αριθμού Εγγραφής (Ε.Α.Ε.). Το ύψος του επιβαλλόμενου προστίμου καθορίζεται στο 30% του ποσού των συναλλαγών που πραγματοποιήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που ο έμπορος δεν ήταν εγγεγραμμένος στο Μητρώο ως όφειλε ή στο 30% του ποσού των συναλλαγών που πραγματοποίησε χωρίς αναγραφή του Ε.Α.Ε.. β) Διαπιστωθεί ότι ο εγγεγραμμένος έμπορος πραγματοποίησε την εγγραφή του με ψευδή στοιχεία ενώ, σύμφωνα με τα πραγματικά του στοιχεία, δεν δικαιούται να εγγραφεί. Το ύψος του επιβαλλόμενου προστίμου καθορίζεται στο 30% του ποσού των συναλλαγών που πραγματοποιήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που ο έμπορος δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις εγγραφής του στο Μητρώο. γ) Διαπιστωθεί ότι ο εγγεγραμμένος έμπορος δήλωσε στην αίτηση − υπεύθυνη δήλωση ψευδή στοιχεία αναφορικά με τον προσδιορισμό του ύψους της εγγυητικής επιστολής ή την απαλλαγή από αυτήν. Το ύψος του επιβαλλόμενου προστίμου καθορίζεται στο 30% του ποσού των συναλλαγών που πραγματοποιήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που είχε κατατεθεί εγγυητική επιστολή του εμπόρου βασιζόμενη σε ψευδή στοιχεία ή κατά το χρονικό διάστημα που ο έμπορος είχε απαλλαγεί από την κατάθεσή της χωρίς να το δικαιούται. Σε κάθε περίπτωση πρώτης υποτροπής του εμπόρου, το ύψος του προστίμου, που επιβάλλεται σύμφωνα με τις περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄, καθορίζεται στο 50% του ποσού των κατά περίπτωση αναφερόμενων συναλλαγών και σε κάθε περίπτωση επόμενης υποτροπής στο 100% του ποσού αυτών. Τα πρόστιμα που επιβάλλονται, βεβαιώνονται ως δημόσια έσοδα, εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) και αποτελούν έσοδα του Ταμείου Γεωργίας και Κτηνοτροφίας. 4. Κατά των αποφάσεων του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης, με τις οποίες επιβάλλεται προσωρινή ή οριστική διαγραφή από το Μητρώο και κατά των αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με τις οποίες επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο, χωρεί ένσταση η οποία υποβάλλεται στη Διεύθυνση Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση των κυρωτικών αποφάσεων στον ενδιαφερόμενο. Για την εξέταση των ενστάσεων συνιστάται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων τριμελής επιτροπή ενστάσεων, η οποία αποτελείται από έναν προϊστάμενο Διεύθυνσης τομέα ζωϊκής παραγωγής, έναν προϊστάμενο Διεύθυνσης τομέα φυτικής παραγωγής και έναν προϊστάμενο Διεύθυνσης τομέα κτηνιατρικής, που αναπληρώνονται από τους κατά νόμο αναπληρωτές τους. Αν ο ενιστάμενος ασκεί εξ ολοκλήρου ή μερικώς εμπόριο προϊόντων της θαλάσσιας αλιείας, της σπογγαλιείας, της οστρακαλιείας, της αλιείας εσωτερικών υδάτων ή της υδατοκαλλιέργειας, στην τριμελή επιτροπή ενστάσεων συμμετέχει, αντί του προϊσταμένου Διεύθυνσης τομέα φυτικής παραγωγής, προϊστάμενος Διεύθυνσης τομέα αλιείας, που αναπληρώνεται από τον κατά νόμο αναπληρωτή του. Καθήκοντα γραμματέα της επιτροπής εκτελεί διοικητικός υπάλληλος της Διεύθυνσης Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης, με τον αναπληρωτή του. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων συγκροτείται η ως άνω τριμελής επιτροπή ενστάσεων, ορίζονται τα μέλη της και ρυθμίζεται ο τρόπος λειτουργίας της και κάθε σχετικό θέμα. Επί των ενστάσεων αποφαίνεται ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μετά από εισήγηση της τριμελούς επιτροπής, η οποία εξετάζει τη νομιμότητα και την ουσία των ενστάσεων. Η απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων είναι οριστική, ανέκκλητη και εκτελεστή.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Η παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 3955/2011 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Με σκοπό τον καλύτερο εντοπισμό των υπευθύνων για φαινόμενα αισχροκέρδειας στην αγορά αγροτικών προϊόντων, εφοδίων και εισροών, η Διεύθυνση Αγροτικής Πολιτικής και Τεκμηρίωσης μπορεί να συσχετίζει τα στοιχεία του Μητρώου με το Παρατηρητήριο Τιμών, το οποίο λειτουργεί στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.»

Άρθρο 51Εργαστηριακές αναλύσεις τροφίμων

Οι κάτοχοι πτυχίου Σχολών, Τμημάτων, Τομέων ή Κατευθύνσεων Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων ή Γεωπονικής Βιοτεχνολογίας ή Κτηνιατρικής των Πανεπιστημίων της χώρας ή πτυχίου αντίστοιχων ειδικοτήτων σχολών άλλου κράτους − μέλους της ΕΕ ή ισότιμου πτυχίου ή διπλώματος αντίστοιχων ειδικοτήτων σχολών χωρών εκτός ΕΕ, κατά την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων θ΄, κ΄, μβ΄, μγ΄ και μδ΄ του άρθρου 8, των περιπτώσεων ζ΄, ι΄, κγ΄ και κδ΄ της παρ. 1 του άρθρου 9, των παραγράφων ε΄, στ΄ και κη΄ του άρθρου 12 και της περίπτωσης κζ΄ της παρ. 1 του άρθρου 13 του π.δ. 344/ 2000 (Α΄ 297), μπορεί να εκτελούν και να υπογράφουν και χημικές, μοριακές και μικροβιολογικές αναλύσεις τροφίμων επί αμοιβή, καθώς και να διευθύνουν δημόσιο ή ιδιωτικό εργαστήριο που διενεργεί τις ανωτέρω αναλύσεις. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν και για τους κατόχους πτυχίου Τμημάτων Βιολογίας, Σχολών Πανεπιστημίων της Χώρας ή πτυχίου αντίστοιχων ειδικοτήτων σχολών της ημεδαπής ή άλλου κράτους − μέλους της Ε.Ε. ή ισότιμου πτυχίου ή διπλώματος αντίστοιχων ειδικοτήτων σχολών χωρών εκτός Ε.Ε..

Άρθρο 52Πολυλειτουργικό ΑγρόκτημαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ως «Πολυλειτουργικό Αγρόκτημα» ορίζεται η αγροτική εκμετάλλευση, η οποία λειτουργεί με έμφαση στις τοπικές παραγωγικές δυνατότητες κάθε περιοχής και η οποία διαθέτει τουλάχιστον: α) καλλιεργήσιμη έκταση, β) φυτικό ή ζωικό κεφάλαιο και γ) χώρο εστίασης ή δυνατότητα εκπαίδευσης ή δυνατότητα επίδειξης και παρακολούθησης της παραγωγικής διαδικασίας ή οικοτεχνικής μεταποίησης. Επιτρέπεται η λειτουργία δικτύου Πολυλειτουργικών Αγροκτημάτων, ανά την Ελληνική Επικράτεια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στόχος του Πολυλειτουγικού Αγροκτήματος είναι: α) Η επιστροφή στον τρόπο λειτουργίας της ελληνικής παραδοσιακής οικογένειας. β) Η γνωριμία με παραδοσιακά επαγγέλματα, ντόπιες καλλιεργητικές μεθόδους παραγωγής και παραγωγικές διαδικασίες, οι οποίες σπανίζουν ή έχουν εκλείψει. γ) Η γνωριμία με τις ασχολίες και τις συνήθειες της καθημερινής ζωής των κατοίκων μιας περιοχής, τα ήθη και τα έθιμα, καθώς και τη ζεστή ανθρώπινη ελληνική φιλοξενία. δ) Η ευαισθητοποίηση γύρω από τα θέματα της προστασίας του περιβάλλοντος και της αυτόχθονης χλωρίδας και πανίδας. ε) Η γνωριμία με τα πολιτισμικά στοιχεία μιας περιοχής, μέσα από την οργάνωση επισκέψεων σε ιστορικά και λοιπά τοπικά αξιοθέατα, καθώς και τη συμμετοχή σε υπαίθριες δραστηριότητες αναψυχής. Το κάθε Πολυλειτουργικό Αγρόκτημα μπορεί, εφόσον διαθέτει τις κατάλληλες υποδομές και δυνατότητες, να αναπτύσσει δραστηριότητες εκπαίδευσης, πρόληψης και προάσπισης υγείας, καθώς και αθλητισμού. Δύναται να δημιουργεί συνεργατικές δράσεις με τις γειτνιάζουσες παραγωγικές μονάδες γεωργίας, κτηνοτροφίας, με επιχειρήσεις μεταποίησης και τυποποίησης, καθώς και με τα κατά τόπους μουσεία, μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους που προάγουν και αναδεικνύουν την πολιτιστική κληρονομιά της περιοχής, ιδιαίτερα με αυτά που είναι συνυφασμένα με τον παραγωγικό πολιτισμό του τόπου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τη διάκριση του Πολυλειτουργικού Αγροκτήματος από άλλες επιχειρήσεις κατοχυρώνεται σήμα, σύμφωνα τις κείμενες διατάξεις του ν. 4072/2012 (Α΄86), δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης του οποίου έχει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Άρθρο 53Ρυθμίσεις Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου

Το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο (ΜΦΙ), το οποίο ιδρύθηκε με το ν. 4160/1929 (Α΄ 198), μπορεί να παρέχει τη συνδρομή του σε οργανισμούς, επιχειρήσεις και ιδιώτες, για την επίλυση ζητημάτων του αντικειμένου του, μέσω γνωμοδοτήσεων, μελετών πεδίου και συμβουλευτικών δραστηριοτήτων, χημικών αναλύσεων εν γένει, λοιπών εξετάσεων και βιοδοκιμών, υπηρεσιών εκπαίδευσης, κατάρτισης μεταπτυχιακών προγραμμάτων και λοιπών προγραμμάτων, έναντι αμοιβής, το ύψος της οποίας καθορίζεται με απόφαση της Διοικητικής Επιτροπής του ΜΦΙ. Τα προκύπτοντα έσοδα κατατίθενται σε διακεκριμένο κωδικό εσόδων του ΜΦΙ και διατίθενται αποκλειστικά για την κάλυψη αναγκών ερευνητικών και επιστημονικών σκοπών.

Άρθρο 54Τροποποίηση του α.ν. 1079/1938 «Περί του τρόπου της εκτελέσεως του κληροδοτήματος Π. Τριανταφυλλίδου» (Α΄ 54)

Η παρ. 1 του άρθρου 2 του α.ν. 1079/1938, όπως αυτός τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τον α.ν. 1778/1939 (Α΄ 225), αντικαθίσταται ως εξής: «1. Το «Πρότυπον Τριανταφυλλίδειον Γεωργικόν Ίδρυμα» μετονομάζεται σε «Πρότυπο Τριανταφυλλίδειο Σταθμό Ορεινής Οικονομίας Βυτίνας». Η οργάνωση, η λειτουργία, καθώς και ο τρόπος δραστηριοποίησης του παραπάνω πρότυπου Σταθμού για την εξυπηρέτηση της ανάπτυξης της ορεινής οικονομίας καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.»

Άρθρο 55Ρυθμίσεις Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού − «ΔΗΜΗΤΡΑ»ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι πιστοποιημένοι, από τον Ελληνικό Γεωργικό Οργανισμό − «ΔΗΜΗΤΡΑ» (ΕΛ.Γ.Ο. – «ΔΗΜΗΤΡΑ»), γεωργικοί σύμβουλοι και συνεργάτες γεωργικών συμβούλων καταβάλλουν στον Οργανισμό ποσοστό 2% επί της αμοιβής που λαμβάνουν από τους γεωργούς για τις παρεχόμενες προς αυτούς υπηρεσίες, το οποίο κατατίθεται σε διακεκριμένο κωδικό εσόδων του ΕΛ.Γ.Ο. − «ΔΗΜΗΤΡΑ» για την κάλυψη του διοικητικού κόστους διαχείρισης του Συστήματος Παροχής Γεωργικών Συμβουλών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Στον ΕΛ.Γ.Ο. − «ΔΗΜΗΤΡΑ» συνιστάται και λειτουργεί Επιστημονικό Συμβούλιο (Ε.Σ.), το οποίο είναι επταμελές και αποτελείται από: αα) Πέντε (5) επιστήμονες αναγνωρισμένου κύρους, με αξιόλογο ερευνητικό και συγγραφικό έργο στην αγροτική έρευνα και τεχνολογία, από τους οποίους τέσσερις (4) καθηγητές Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος ή ερευνητές βαθμίδας Α΄ εν ενεργεία ή μη, που ορίζονται με τους αναπληρωτές τους από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. ββ) Δύο (2) ερευνητές βαθμίδας Α΄, που εκλέγονται μαζί με τους αναπληρωτές τους με μυστική ψηφοφορία από το σύνολο του ερευνητικού προσωπικού του ΕΛ.Γ.Ο. − «ΔΗΜΗΤΡΑ». Τον Πρόεδρο του Ε.Σ. μαζί με τον αναπληρωτή του ορίζει ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων από τους επιστήμονες της υποπερίπτωσης αα΄. Τα θέματα στο Ε.Σ. εισηγείται ο Γενικός Διευθυντής Αγροτικής Έρευνας του ΕΛ.Γ.Ο. − «ΔΗΜΗΤΡΑ», ο οποίος μετέχει στις συνεδριάσεις χωρίς ψήφο. Στις συνεδριάσεις του Ε.Σ. μπορεί να συμμετέχει, χωρίς ψήφο, ο Πρόεδρος του Δ.Σ. του Οργανισμού. β) Τα μέλη του Ε.Σ. με τους αναπληρωτές τους ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. γ) Η θητεία των μελών του Ε.Σ. είναι τριετής και μπορεί να ανανεώνεται. δ) Χρέη γραμματέα του Ε.Σ. ασκεί υπάλληλος του ΕΛ.Γ.Ο. − «ΔΗΜΗΤΡΑ» που ορίζεται από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο του Οργανισμού. ε) Για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις του Ε.Σ. ο Πρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέας μπορεί να λαμβάνουν αποζημίωση, που καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Οργανισμού, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 21 του ν. 4024/2011 (Α΄226). στ) Με τον Κανονισμό Λειτουργίας του Ε.Σ. που καταρτίζεται από το Δ.Σ. του Οργανισμού, μετά από πρόταση του Ε.Σ., ρυθμίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία του Ε.Σ.. ζ) Το Ε.Σ. έχει τις εξής αρμοδιότητες: αα) Αξιολογεί και αποτιμά το ερευνητικό έργο των Ινστιτούτων του Οργανισμού και συντάσσει ετήσια έκθεση για την εξέλιξη των ερευνητικών προγραμμάτων, την οποία και υποβάλλει στο Δ.Σ. του Οργανισμού. ββ) Εισηγείται την έγκριση των ερευνητικών προγραμμάτων των Ινστιτούτων του Οργανισμού με προτεραιότητα την εφαρμοσμένη αγροτική έρευνα. γγ) Εισηγείται στο Δ.Σ. το διορισμό ή την πρόσληψη και την προαγωγή του ερευνητικού προσωπικού, μετά από γνώμη της οικείας επιτροπής της περίπτωσης η΄. Η εισήγηση του Ε.Σ. προς το Δ.Σ. του Οργανισμού για την πρόσληψη και προαγωγή ερευνητών αποτελεί για το Δ.Σ. σύμφωνη γνώμη. δδ) Γνωμοδοτεί στο Δ.Σ. για την ύπαρξη των απαραίτητων επιστημονικών προσόντων κατά τη διαδικασία επιλογής των Διευθυντών των Ινστιτούτων του Οργανισμού ή την ανανέωση της θητείας τους. εε) Γνωμοδοτεί σε ειδικά ερωτήματα και σε κάθε άλλο θέμα που παραπέμπει σε αυτό το Δ.Σ.. στστ) Γνωμοδοτεί για την ύπαρξη των απαραίτητων επιστημονικών προσόντων κατά τη διαδικασία επιλογής του Γενικού Διευθυντή Αγροτικής Έρευνας. η) Για την υποβοήθηση του έργου του Ε.Σ. συνιστώνται με απόφαση του Δ.Σ. του Οργανισμού, ύστερα από πρόταση του Ε.Σ. επιτροπές κρίσης ερευνητικών προγραμμάτων και αποτελεσμάτων των προγραμμάτων έρευνας κατά ειδικότητα, καθώς και επιτροπές αξιολόγησης για πρόσληψη και προαγωγή ερευνητικού προσωπικού. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται το αντικείμενο κάθε επιτροπής και κάθε σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α. Ειδικώς για την εφαρμογή της διαδικασίας πρόσληψης, προαγωγής και τοποθέτησης των ερευνητών του ΕΛ.Γ.Ο. − «ΔΗΜΗΤΡΑ» εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 1845/1989 (Α΄ 102), όπως ίσχυε στις 21.8.2011. 3.β. Το Δ.Σ. του ΕΛ.Γ.Ο. – «ΔΗΜΗΤΡΑ» δύναται με απόφασή του να μεταβιβάζει αρμοδιότητές του στον Πρόεδρο του Δ.Σ., στον Διευθύνοντα Σύμβουλο και στους προϊσταμένους των Γενικών Διευθύνσεων, Διευθύνσεων και λοιπών υπηρεσιακών μονάδων του Οργανισμού.

Άρθρο 56Αγορές Παραγωγών – ΟικοτεχνίαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Επιτρέπεται η λειτουργία Αγορών Παραγωγών (Farmers’ Markets) με έμφαση στον τοπικό χαρακτήρα των προϊόντων που πωλούνται σε αυτές, σύμφωνα με τα κατωτέρω οριζόμενα: α) Στις Αγορές Παραγωγών συμμετέχουν αποκλειστικά παραγωγοί αγροτικών προϊόντων, με σκοπό την απευθείας διάθεση στο καταναλωτικό κοινό των αγροτικών προϊόντων που παράγουν, νωπών ή/και μεταποιημένων από δικές τους πρώτες ύλες. Οι παραγωγοί πρέπει να είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες που κάνουν δήλωση στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης και Ελέγχου (ΟΣΔΕ) και να παράγουν τα αγροτικά προϊόντα τους στην Περιφερειακή Ενότητα, όπου λειτουργούν οι Αγορές Παραγωγών. Με συμφωνία των Αγορών Παραγωγών μπορεί να δραστηριοποιούνται σε αυτές παραγωγοί από όμορες Περιφερειακές Ενότητες. Ειδικά, για τις Αγορές Παραγωγών που λειτουργούν στην Περιφέρεια Αττικής, με συμφωνία των Αγορών Παραγωγών μπορούν να συμμετέχουν σε αυτές παραγωγοί όμορων σε αυτήν Περιφερειακών Ενοτήτων των Περιφερειών Στερεάς Ελλάδας και Πελοποννήσου, παραγωγοί της Περιφερειακής Ενότητας Εύβοιας, καθώς και παραγωγοί των Περιφερειακών Ενοτήτων της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου και Κρήτης. Δικαίωμα συμμετοχής δεν έχουν οι κάτοχοι παραγωγικής άδειας λαϊκών αγορών. β) Για την οργάνωση των Αγορών Παραγωγών, απαιτείται η σύσταση αυτοδιαχειριζόμενου φορέα από τους ίδιους τους παραγωγούς, ο ορισμός υπευθύνου για τη λειτουργία τους και η κατάρτιση εσωτερικού Κανονισμού λειτουργίας τους. γ) Οι Αγορές Παραγωγών λειτουργούν ημέρα Σάββατο, εκτός και αν τοπικές ιδιαιτερότητες επιβάλουν τη λειτουργία τους άλλη εργάσιμη ημέρα, είτε σε δημόσιο χώρο, με ευθύνη του οικείου Δήμου ή της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, είτε σε ιδιωτικό χώρο με ευθύνη των ίδιων των παραγωγών. δ) Η έναρξη λειτουργίας, η μετακίνηση ή η κατάργηση των Αγορών Παραγωγών, γίνεται με απόφαση του Περιφερειάρχη της οικείας Περιφέρειας, μετά από αίτημα του αυτοδιαχειριζόμενου φορέα της Αγοράς Παραγωγών και γνώμη του οικείου Δήμου και της Υπηρεσίας Τροχαίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Οικοτεχνία είναι η μεταποίηση, μικρής κλίμακας, γεωργικών προϊόντων αποκλειστικά ιδίας παραγωγής από τον παραγωγό και την οικογένειά του, στο χώρο της αγροτικής κατοικίας ή της αγροτικής εκμετάλλευσης. Τα μεταποιημένα προϊόντα που παράγονται προορίζονται για άμεση διάθεση, από τον οικοτέχνη στους χώρους του ή σε περιοδικές τοπικές διοργανώσεις (όπως εμποροπανηγύρεις και δημοτικές εκδηλώσεις) ή σε τοπικές λαϊκές αγορές ή σε αγορές παραγωγών (farmers’ markets) ή σε επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου και μαζικής εστίασης της τοπικής αγοράς. β) Δικαίωμα οικοτεχνικής παρασκευής μεταποιημένων γεωργικών προϊόντων έχουν μόνο τα φυσικά πρόσωπα που είναι επαγγελματίες αγρότες, όπως αυτοί ορίζονται και είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων, σύμφωνα με το ν. 3874/2010, καθώς και τα μέλη της οικογένειάς τους. Στην οικοτεχνική τους δραστηριότητα, οι επαγγελματίες αγρότες μπορούν να χρησιμοποιήσουν ως πρώτη ύλη γεωργικά προϊόντα με ανώτατο όριο το σύνολο της παραγωγής τους ή, κατ’ εξαίρεση και σε μικρές ποσότητες, προϊόντα που παράγονται στα όρια της αγροτικής τους εκμετάλλευσης ή του κτήματος της αγροτικής κατοικίας αλλά δεν είναι δηλωμένα στο ΟΣΔΕ. Όσοι συμμετέχουν σε αγροτικούς συνεταιρισμούς έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιήσουν στην οικοτεχνική τους δραστηριότητα το μέρος της παραγωγής τους που δεν διαθέτουν στον συνεταιρισμό. γ) Στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων συνιστάται Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Οικοτεχνίας (ΚΗΜΟ), στο οποίο καταγράφονται οι παραγωγοί αλλά και τα είδη των προϊόντων που παράγονται στα πλαίσια της οικοτεχνίας. Για την εγγραφή και την ανανέωση εγγραφής στο ΚΗΜΟ ορίζεται παράβολο δέκα (10) ευρώ.

Άρθρο 57Θεσμοφόρια

Υπό την αιγίδα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, θεσμοθετούνται εκδηλώσεις αποκαλούμενες Θεσμοφόρια, με σκοπό τη σύνδεση του πρωτογενή τομέα με το δευτερογενή και τριτογενή τομέα παράγωγής και την ανάδειξη των τοπικών ποιοτικών αγροτικών προϊόντων. Τα Θεσμοφόρια διοργανώνονται σε όλη τη Χώρα από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή/και τις Περιφέρειες ή/και τους Δήμους, σε συνεργασία με άλλα Υπουργεία, τοπικούς πολιτιστικούς συλλόγους, επιμελητήρια και λοιπούς τοπικούς φορείς. Εορτές για την ανάδειξη προϊόντων του αγροτικού τομέα, που ήδη διοργανώνονται ανά τη Χώρα, μπορεί να οργανώνονται και λειτουργούν μέσα στα πλαίσια του θεσμού των Θεσμοφορίων. Για τη διάκριση του θεσμού των Θεσμοφορίων από άλλες εκδηλώσεις, κατοχυρώνεται σήμα, σύμφωνα τις κείμενες διατάξεις του ν. 4072/2012 (Α΄86), δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης του οποίου έχει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Άρθρο 58Τροποποίηση των νόμων 1564/1985 (Α΄164) και 2741/1999 (Α΄ 199)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η παρ. 4 του άρθρου 14 του ν. 1564/1985 αντικαθίσταται ως εξής: «4. Οι δαπάνες που απαιτούνται για την εφαρμογή του άρθρου αυτού αντιμετωπίζονται από πιστώσεις του Ταμείου Γεωργίας και Κτηνοτροφίας (ΤΓΚ), που επιδοτείται κάθε έτος για το σκοπό αυτόν από τους προϋπολογισμούς Τακτικό και Δημοσίων Επενδύσεων και από πιστώσεις του ΤΓΚ − Πρώτο Παράρτημα Σποροπαραγωγής και Φυτωρίων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παρ. 1 του άρθρου 24 του ν. 1564/1985 αντικαθίσταται ως εξής: «1. Οι δαπάνες που απαιτούνται για την εφαρμογή του νόμου αυτού, εκτός από εκείνες των αποδοχών των μονίμων υπαλλήλων, αντιμετωπίζονται από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του ΤΓΚ – Πρώτο Παράρτημα Σποροπαραγωγής και Φυτωρίων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στο τέλος της παρ. 11 του άρθρου 2 του ν. 2741/1999 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ο Πρόεδρος με απόφασή του μπορεί να εξουσιοδοτεί τον Γενικό Διευθυντή, τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή, τους Προϊσταμένους των Διευθύνσεων, Αυτοτελών Τμημάτων και Αυτοτελών Γραφείων της Κεντρικής Υπηρεσίας και των Περιφερειακών Διευθύνσεων να υπογράφουν «Με εντολή Προέδρου» αποφάσεις, εντάλματα, έγγραφα, εντολές ή άλλες πράξεις αρμοδιότητάς του.»

Άρθρο 59Τροποποίηση του Αλιευτικού Κώδικα και άλλες ρυθμίσεις θεμάτων αλιείαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Μετά την παρ. 4 του άρθρου 14 του Αλιευτικού Κώδικα (ν.δ. 420/1970, Α΄ 27) προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής: «5. Όσοι έχουν υποβάλει ενώπιον του Συμβουλίου Εκδίκασης Αλιευτικών Προσφυγών της παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 2040/1992 (Α΄70) ενδικοφανή προσφυγή κατά των αποφάσεων επιβολής διοικητικών κυρώσεων για παραβάσεις της αλιευτικής νομοθεσίας, μπορούν να υποβάλουν αίτηση προς την αρχή που επέβαλε τις κυρώσεις αυτές, μέσα σε έξι μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου και να ζητήσουν τη μη εξέταση αυτών και τη μετατροπή των κυρώσεων που επιβλήθηκαν ως ακολούθως: α) Όσον αφορά τις διοικητικές κυρώσεις του χρηματικού πρόστιμου και των ημερών αφαίρεσης άδειας σκάφους και αφαίρεσης ατομικής άδειας κυβερνήτη του σκάφους, οι οποίες επιβλήθηκαν σωρευτικά έως τις 31.12.2006, εφόσον καταβληθεί το διοικητικό πρόστιμο που έχει επιβληθεί, διαγράφονται οι ημέρες αφαίρεσης αδείας σκάφους, καθώς και οι ημέρες αφαίρεσης ατομικής άδειας του κυβερνήτη του σκάφους. β) Όσον αφορά τις διοικητικές κυρώσεις του χρηματικού προστίμου και των ημερών αφαίρεσης άδειας σκάφους και αφαίρεσης ατομικής άδειας κυβερνήτη του σκάφους, οι οποίες επιβλήθηκαν σωρευτικά, από την 1.1.2007 και έως την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου, εφόσον καταβληθεί το διοικητικό πρόστιμο που έχει επιβληθεί, διαγράφονται οι μισές ημέρες αφαίρεσης αδείας σκάφους, καθώς και οι μισές ημέρες αφαίρεσης ατομικής άδειας του κυβερνήτη του σκάφους. Οι υπόλοιπες μισές ημέρες αφαίρεσης άδειας σκάφους, καθώς και οι μισές ημέρες αφαίρεσης ατομικής άδειας του κυβερνήτη του σκάφους, μετατρέπονται σε διοικητικό πρόστιμο, ανάλογο με το εργαλείο που χρησιμοποιούσε το αλιευτικό σκάφος κατά την τέλεση της παράβασης. Ειδικότερα: αα) για παράβαση με μηχανότρατα: χρηματικό πρόστιμο εβδομήντα (70) ευρώ ανά ημέρα αφαίρεσης αδειών, ββ) για παράβαση με γρι γρι: χρηματικό πρόστιμο πενήντα (50) ευρώ ανά ημέρα αφαίρεσης αδειών, γγ) για παράβαση με βιντζότρατα: χρηματικό πρόστιμο σαράντα (40) ευρώ ανά ημέρα αφαίρεσης αδειών, δδ) για παράβαση με λοιπά εργαλεία: χρηματικό πρόστιμο είκοσι (20) ευρώ ανά ημέρα αφαίρεσης αδειών. Οι ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται για παραβάσεις που συνίστανται σε αλιεία με δυναμίτιδα και λοιπές εκρηκτικές και τοξικές και άλλες ουσίες, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 4, όπως ισχύει.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο απόπλους επαγγελματικού αλιευτικού σκάφους για διενέργεια αλιείας σε αλιευτικές ζώνες εκτός ελληνικών χωρικών υδάτων, σε διεθνή ύδατα και σε ύδατα δικαιοδοσίας τρίτων χωρών, επιτρέπεται σε σκάφη, τα οποία διαθέτουν σε ισχύ αλιευτική άδεια, δηλαδή επαγγελματική άδεια αλιείας, μετά την έκδοση ειδικής άδειας, η οποία ονομάζεται «άδεια αλίευσης εκτός των ελληνικών χωρικών υδάτων». Η άδεια αλίευσης εκτός των ελληνικών χωρικών υδάτων χορηγείται από τις αρμόδιες Λιμενικές Αρχές, μετά από προηγούμενη απόφαση έγκρισης της Γενικής Διεύθυνσης Αλιείας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, για συγκεκριμένο αλιευτικό σκάφος και πλοιοκτήτη, η οποία δεν μεταβιβάζεται ούτε μεταφέρεται. Η άδεια αλίευσης εκτός χωρικών υδάτων εκδίδεται σε αξιόπλοο αλιευτικό σκάφος, που έχει τη δυνατότητα της αλιείας που προτίθεται να ασκήσει και διαθέτει τον κατάλληλο εξοπλισμό, του παρέχει δε το δικαίωμα να διενεργεί αλιεία για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, σε καθορισμένη περιοχή και για καθορισμένο τύπο αλιείας, σύμφωνα με τις διατάξεις και τους κανόνες που ισχύουν σε ενωσιακό και διεθνές επίπεδο, καθώς και σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν δυνάμει αλιευτικής συμφωνίας ενωσιακής ή/και ιδιωτικής για αλιεία σε ύδατα δικαιοδοσίας τρίτων χωρών, την οποία το αλιευτικό σκάφος προτίθεται να χρησιμοποιήσει. Η χρονική διάρκεια της άδειας αλίευσης εκτός των ελληνικών χωρικών υδάτων ορίζεται κατά περίπτωση και δεν μπορεί να ξεπερνά το ένα (1) έτος. Με απόφαση του προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Αλιείας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων η άδεια αλίευσης εκτός των ελληνικών χωρικών υδάτων: α) Αναστέλλεται ή ανακαλείται, όταν ειδικές συνθήκες το επιβάλλουν, όπως είναι ιδίως η προστασία των αλιευτικών πόρων και του θαλάσσιου οικοσυστήματος και θέματα διεθνούς δικαίου της θάλασσας. β) Ανακαλείται, όταν η αλιευτική άδεια του σκάφους ανασταλεί ή ανακληθεί.

Άρθρο 60Κτηνίατρος εκτροφήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο φορέας κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης φυσικό ή νομικό πρόσωπο, για τη διασφάλιση της προστασίας και υγείας των ζώων και την παραγωγή ασφαλών και ποιοτικών προϊόντων, καθώς και για την εφαρμογή της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας, υποχρεούται να χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες ιδιώτη κτηνιάτρου της επιλογής του, ο οποίος ορίζεται ως «Κτηνίατρος εκτροφής». Η έναρξη και η λήξη της μεταξύ τους συνεργασίας γίνεται με έγγραφη δήλωσή τους προς τη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Ο Κτηνίατρος εκτροφής δραστηριοποιείται επαγγελματικά στην ίδια Περιφερειακή Ενότητα, στην οποία είναι εγκατεστημένη η κτηνοτροφική εκμετάλλευση ή σε περίπτωση έλλειψης κτηνιάτρων εκτροφής σε όμορη Περιφερειακή Ενότητα. β) Για την επιλογή του, δημιουργείται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μητρώο ιδιωτών κτηνιάτρων, το οποίο οργανώνεται, τηρείται, επικαιροποιείται και εν γένει λειτουργεί με ευθύνη της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του ίδιου Υπουργείου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ο Κτηνίατρος εκτροφής συνδράμει το φορέα της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης σε ότι αφορά τις υποχρεώσεις του ως προς: α) την υγειονομική κατάσταση της εκμετάλλευσης, β) την προστασία των ζώων, γ) το σύστημα σήμανσης και καταγραφής των ζώων, δ) την άμεση ενημέρωση της Κτηνιατρικής Βάσης Δεδομένων με όλα τα στοιχεία που αφορούν μεταβολές ζωικού κεφαλαίου και κτηνιατρικές εφαρμογές, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, ε) την τήρηση, σύνταξη και υπογραφή των μητρώων φαρμακευτικής αγωγής της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης, στ) τη διάθεση στην τροφική αλυσίδα ασφαλών προϊόντων, μέσω ανάπτυξης συστήματος πρόληψης ασθενειών που μειώνει τις απώλειες ζωικού κεφαλαίου και τη χρήση φαρμάκων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στον Κτηνίατρο εκτροφής ανατίθεται από τις αρμόδιες κτηνιατρικές αρχές και ελέγχεται από αυτές, σύμφωνα με το εκάστοτε εγκεκριμένο πρόγραμμα, η εφαρμογή στην κτηνοτροφική εκμετάλλευση με την οποία συνεργάζεται, του προγράμματος ελέγχου και εκρίζωσης της βρουκέλλωσης αιγοπροβάτων και κατά περίπτωση η εφαρμογή προγραμμάτων ελέγχου επιτήρησης και εκρίζωσης ασθενειών των ζώων. Ο Κτηνίατρος εκτροφής συμπληρώνει και παραδίδει στην αρμόδια κτηνιατρική αρχή τα έγγραφα που προβλέπονται στο εκάστοτε εγκεκριμένο πρόγραμμα ελέγχου και εκρίζωσης της βρουκέλλωσης αιγοπροβάτων.

Άρθρο 61Eιδικές οικονομικές ρυθμίσειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Γεωργοί που εντάχθηκαν στο Μέτρο 3.1 «Εφάπαξ πριμοδότηση πρώτης εγκατάστασης» του Άξονα προτεραιότητας 3 «Βελτίωση της ηλικιακής σύνθεσης του αγροτικού πληθυσμού» του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Αγροτική Ανάπτυξη – Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000−2006» και δεν προσκόμισαν την άδεια ίδρυσης – λειτουργίας της πτηνοκτηνοτροφικής μονάδας τους, απαλλάσσονται μεν από την υποχρέωση επιστροφής της πρώτης δόσης της ενίσχυσης που τους καταβλήθηκε, δεν δικαιούνται όμως τη δεύτερη (τελική) δόση αυτής είτε η σχετική υπόθεση εκκρεμεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο είτε όχι.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Γεωργοί που έχουν επιδοτηθεί στα πλαίσια του Μέτρου 3.7 «Πρόγραμμα απειλούμενων με εγκατάλειψη Φυλών Αγροτικών Ζώων» του Άξονα 3 «Γεωργοπεριβαλλοντικά μέτρα» του Έγγραφου Προγραμματισμού Αγροτικής Ανάπτυξης 2000− 2006 για τα έτη εφαρμογής 2007 και 2008 και δεν προσκόμισαν την άδεια ίδρυσης − λειτουργίας της πτηνοκτηνοτροφικής μονάδας τους απαλλάσσονται από την υποχρέωση επιστροφής της ενίσχυσης που τους καταβλήθηκε είτε η σχετική υπόθεση εκκρεμεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο είτε όχι.

Άρθρο 62Εξουσιοδοτικές διατάξειςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι τύποι των θερμοκηπιακών κατασκευών για την καλλιέργεια κηπευτικών, ανθέων, μανιταριών και άλλων ειδών αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, οι τεχνικές προδιαγραφές κατασκευής τους, όπως διαστάσεις, μορφή, υλικά κάλυψης, σκελετός, εξοπλισμός, προσανατολισμός, εγκατάσταση και θεμελίωση αυτών, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, η διαδικασία και οι καθ’ ύλην αρμόδιες για την έγκρισή τους Διευθύνσεις του αυτού Υπουργείου και κάθε σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται τα αναγκαία συμπληρωματικά, οργανωτικά και εκτελεστικά μέτρα για την εφαρμογή των διατάξεων των κανονισμών και αποφάσεων των Οργάνων της ΕΕ, καθώς και για τη μεταφορά των οδηγιών των ιδίων ως άνω Οργάνων, που αφορούν την Κοινή Αγροτική Πολιτική και το διαρθρωτικό τομέα της γεωργίας. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται ιδίως ο ορισμός αρμόδιων αρχών, ο καθορισμός αρμοδιοτήτων και διοικητικών διαδικασιών, καθώς και η θέσπιση διοικητικών και ποινικών κυρώσεων σε βαθμό πλημμελήματος. Με την ίδια απόφαση επέρχονται και οι αναγκαίες προσαρμογές της κείμενης νομοθεσίας, όταν απαιτείται τροποποίηση ή κατάργηση διατάξεων που είναι αντίθετες προς τη ρύθμιση που προβλέπεται από τις αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο διατάξεις των κανονισμών, αποφάσεων και οδηγιών των Οργάνων της ΕΕ. Αν πρόκειται με την ανωτέρω απόφαση να θεσπισθούν ποινικές κυρώσεις, στην έκδοση της απόφασης συμπράττει και ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με κοινή απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του τυχόν συναρμόδιου Υπουργού καθορίζονται η οργάνωση, η λειτουργία, οι όροι χαρακτηρισμού μιας αγροτικής εκμετάλλευσης ως Πολυλειτουργικό Αγρόκτημα, τα αρμόδια όργανα, οι προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά και η τηρούμενη διαδικασία για την ένταξη στο θεσμό, καθώς και οι όροι χρήσης από τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις του σήματος του Πολυλειτουργικού Αγροκτήματος, η επιβολή κυρώσεων, τα περί τυχόν χρηματοδότησής τους και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου 52.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζεται η διαδικασία είσπραξης του ποσοστού 2% επί της αμοιβής που οι πιστοποιημένοι, από τον ΕΛ.Γ.Ο. – «ΔΗΜΗΤΡΑ», γεωργικοί σύμβουλοι και συνεργάτες γεωργικών συμβούλων λαμβάνουν από τους γεωργούς για τις παρεχόμενες προς αυτούς υπηρεσίες και καταβάλλουν στον ΕΛ.Γ.Ο. – «ΔΗΜΗΤΡΑ», σύμφωνα με το άρθρο 55. Με όμοια απόφαση μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψους του ανωτέρω ποσοστού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται: αα) τα αρμόδια όργανα, τα δικαιολογητικά και η τηρούμενη διαδικασία για την έναρξη λειτουργίας, τη μετακίνηση και την κατάργηση των Αγορών Παραγωγών, ββ) ειδικά θέματα ως προς τους κανόνες λειτουργίας των Αγορών Παραγωγών, τον έλεγχο τήρησης των κανόνων αυτών, την επιβολή διοικητικών κυρώσεων κατά των παραβατών, τα αρμόδια όργανα ελέγχου, γγ) ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 56. β) Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται τα είδη των προϊόντων οικοτεχνίας, οι όροι και οι προϋποθέσεις παραγωγής, μεταποίησης, μεταφοράς, διάθεσης και έκθεσης αυτών, τα της τήρησης, οργάνωσης και λειτουργίας του ΚΗΜΟ, η επιβολή κυρώσεων, οι αρμόδιες αρχές και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 56. Με όμοια απόφαση, στην οποία συμπράττει και ο Υπουργός Οικονομικών μπορεί να αναπροσαρμόζεται το παράβολο εγγραφής και ανανέωσης εγγραφής στο ΚΗΜΟ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Με απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του τυχόν συναρμόδιου Υπουργού, καθορίζονται η οργάνωση, η λειτουργία, η συχνότητα και η περίοδος διεξαγωγής των Θεσμοφορίων, τα προβαλλόμενα προϊόντα και οι προδιαγραφές τους, τα περί τυχόν χρηματοδότησης των συνδιοργανωτών των Θεσμοφορίων, χρήσης από αυτούς του σήματος του θεσμού, επιβολής κυρώσεων σε αυτούς και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου 57. Με την ίδια απόφαση μπορεί να εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για τη ρύθμιση λεπτομερειακών θεμάτων διεξαγωγής των εκδηλώσεων, τοπικού χαρακτήρα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

α) Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και η τηρούμενη διαδικασία για την έγκριση της άδειας αλίευσης της παραγράφου 2 του άρθρου 59 και κάθε σχετικό θέμα. β) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ορίζονται οι περιπτώσεις για τις οποίες τυχόν διαφοροποίηση της θέσης των μονάδων υδατοκαλλιέργειας σε σχέση με τις συντεταγμένες των ορίων της μισθωμένης υδάτινης έκτασης θεωρείται απλή μετατόπιση χωρίς να αποτελεί παράβαση, η διαδικασία ταυτοποίησής τους και κάθε σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του τυχόν συναρμόδιου Υπουργού καθορίζονται το μέγεθος της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης που υποχρεούται να συνεργάζεται με κτηνίατρο εκτροφής, οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα του Κτηνιάτρου εκτροφής και του φορέα της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης, οι όροι, οι προϋποθέσεις, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και η τηρούμενη διαδικασία της μεταξύ τους συνεργασίας και έγγραφης δήλωσης, οι αρμοδιότητες των κτηνιατρικών αρχών των Περιφερειακών Ενοτήτων και του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, τα της τήρησης και λειτουργίας μητρώου Κτηνιάτρων εκτροφής, η επιβολή κυρώσεων και κάθε σχετικό θέμα που αφορά στην εφαρμογή του άρθρου 60. Με όμοια απόφαση καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις συμμετοχής ή παροχής υπηρεσιών ή έργου του Κτηνιάτρου εκτροφής, σε ενωσιακά συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα ελέγχου επιτήρησης και εκρίζωσης ασθενειών των ζώων που αναλαμβάνει να εφαρμόσει ο Κτηνίατρος εκτροφής, η αμοιβή αυτού από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και κάθε σχετικό θέμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ορίζονται οι οργανικές μονάδες του νέου Οργανισμού του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που αντιστοιχούν τις προβλεπόμενες στον παρόντα νόμο και κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 63.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Το άρθρο 3 του ν. 111/1975 (Α΄ 174) αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 3 1. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις χορήγησης, τροποποίησης και ανάκλησης της άδειας ίδρυσης σφαγείων και πτηνοσφαγείων, οι όροι και προϋποθέσεις χορήγησης, τροποποίησης και ανάκλησης της άδειας λειτουργίας αυτών και κάθε σχετικό θέμα. 2. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζεται η δυναμικότητα των σφαγείων και πτηνοσφαγείων, μέσα στα πλαίσια της κείμενης εθνικής νομοθεσίας περί περιβαλλοντικής αδειοδότησης, τα κριτήρια και ο τρόπος υπολογισμού της δυναμικότητας και κάθε σχετικό θέμα.»

Αθήνα, 11 Φεβρουαρίου 2014
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΙΧΕΛΑΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ−ΑΔΩΝΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΡΟΥΤΣΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΥΤΑΡΗΣ ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΝΙΑΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ
ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΙΓΑΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ−ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΝΔΙΑΣ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 11 Φεβρουαρίου 2014
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ