32 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4235/2014

Διοικητικά μέτρα, διαδικασίες και κυρώσεις στην εφαρμογή της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών και της υγείας και προστασίας των ζώων και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

ΜΕΡΟΣ Β΄ - ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Άρθρο 49 - Τροποποίηση διατάξεων του ν. 1565/1985 (Α΄ 164)
11 Φεβρουαρίου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 32
11 Φεβρουαρίου 2014

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4235
Διοικητικά μέτρα, διαδικασίες και κυρώσεις στην εφαρμογή της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών και της υγείας και προστασίας των ζώων και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 49Τροποποίηση διατάξεων του ν. 1565/1985 (Α΄ 164)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η περίπτωση Β΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 1565/ 1985, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Β. Κυκλοφορία λιπασμάτων: Ένας τύπος λιπάσματος επιτρέπεται να τίθεται σε κυκλοφορία, μόνο εφόσον: α) Ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές των τύπων λιπασμάτων που φέρουν την ένδειξη «Λίπασμα ΕΚ», σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 2003/2003 (EE L 304), όπως κάθε φορά ισχύει ή β) είναι σύμφωνος με τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3, όπως αυτά ισχύουν, καθώς και των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β και συμμορφώνεται με τον Κανονισμό (ΕΚ) 1907/2006 (EE L 396), τον Κανονισμό (ΕΚ) 1272/2008 (EE L 353) και την κείμενη συναφή εθνική νομοθεσία, όπως ισχύουν.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το άρθρο 2 του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής: α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 2, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «1. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ύστερα από γνώμη της Τεχνικής Γνωμοδοτικής Επιτροπής Λιπασμάτων (ΤΕ.Γ.Ε.Λ.) του άρθρου 7, ορίζονται οι τύποι λιπασμάτων και οι πρώτες ύλες που μπορούν να κυκλοφορούν στη Χώρα και τα ακόλουθα στοιχεία που προσδιορίζουν κάθε λίπασμα: α) Η ονομασία του τύπου. β) Τα θρεπτικά συστατικά και η σύνθεσή τους, το είδος των λοιπών συστατικών και τα όρια της περιεκτικότητας και των δύο κατηγοριών. γ) Η μορφή και η ελάχιστη διαλυτότητα των θρεπτικών συστατικών. δ) Οι φυσικές και μηχανικές ιδιότητες. ε) Η εκκρηκτικότητα ορισμένων λιπασμάτων και τα μέτρα ασφαλείας. στ) Τα όρια ανοχής των θρεπτικών συστατικών. ζ) Κάθε άλλο προσδιοριστικό στοιχείο που επιβάλλεται από τις απαιτήσεις της γεωργίας και από την τεχνολογική εξέλιξη.» β) Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 2 προστίθεται παράγραφος 2α ως εξής: «2.α. Για την προσθήκη νέου τύπου λιπάσματος στην απόφαση της παραγράφου 1, απαιτείται αίτηση του ενδιαφερόμενου στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και η καταβολή παραβόλου, επί ποινή απαραδέκτου, το ύψος του οποίου ορίζεται σύμφωνα με την απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β. Όταν το λίπασμα νέου τύπου περιέχει χημικές ουσίες κατά την έννοια των Κανονισμών (ΕΚ) 1907/ 2006 και 1272/2008 και της κείμενης συναφούς εθνικής νομοθεσίας και τα στοιχεία του απαιτούν αξιολόγηση από το Γενικό Χημείο του Κράτους καταβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο πριν την αξιολόγηση, αποζημίωση, σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα απόφαση του Υπουργού Οικονομικών περί καθορισμού αποζημίωσης για την παροχή υπηρεσιών από το Γενικό Χημείο του Κράτους.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το άρθρο 3 του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 3 Όροι κυκλοφορίας λιπασμάτων 1. Οι τύποι λιπασμάτων, που καθορίζονται με τις αποφάσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 2, για να κυκλοφορούν στη Χώρα, πρέπει να πληρούν τους εξής όρους: Α. Η σφράγιση, ο τρόπος και τα μέσα συσκευασίας, να είναι, κατά περίπτωση, ορισμένου μεγέθους και είδους και να διασφαλίζουν το απαραβίαστο, κατ’ αντιστοιχία των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) 2003/2003, όπως κάθε φορά ισχύει. Β. Η σήμανση να είναι στην ελληνική γλώσσα και σε αυτή να περιλαμβάνονται: α) Υποχρεωτικές ενδείξεις: αα) Ο τύπος του λιπάσματος. ββ) Η εγγυημένη περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά που καθορίζουν το λίπασμα, οι χημικοί τύποι, οι μορφές και οι διαλυτότητες των θρεπτικών συστατικών. γγ) Το εγγυημένο καθαρό ή μικτό βάρος και για τα υγρά λιπάσματα ο εγγυημένος όγκος. δδ) Τα στοιχεία των φυσικών ή νομικών προσώπων που παράγουν ή διακινούν το λίπασμα στη Χώρα. εε) Αν το προϊόν περιέχει πρώτες ύλες από αστικά ή βιομηχανικά απόβλητα, η διαχείριση των οποίων πρέπει να είναι σύμφωνη με τις αριθ. 80568/4225/22.3.1991 (Β΄641) και 114218/31.10.1997 (Β΄ 1016) υπουργικές αποφάσεις, να αναγράφεται η ένδειξη: «Το προϊόν περιέχει πρώτες ύλες από αστικά ή βιομηχανικά απόβλητα, η διαχείριση των οποίων γίνεται σύμφωνα με τις αριθ. 80568/4225/22.3.1991 (Β΄ 641) και 114218/31.10.1997 (Β΄ 1016) υπουργικές αποφάσεις, όπως κάθε φορά ισχύουν.» στστ) Αν το προϊόν περιέχει πρώτες ύλες ζωικής προέλευσης, για τις οποίες πρέπει να τηρούνται οι υγειονομικοί κανόνες, όπως αυτοί ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΚ) 1069/2009 (ΕΕ L 300) και στον Κανονισμό (ΕΕ) 142/2011 (EE L 54), να αναγράφεται η ένδειξη: «Το προϊόν περιέχει πρώτες ύλες ζωικής προέλευσης και τηρούνται οι υγειονομικοί κανόνες, όπως αυτοί ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΚ) 1069/2009 (ΕΕ L 300) και στον Κανονισμό (ΕΕ) 142/2011 (EE L 54), όπως κάθε φορά ισχύουν». ζζ) Οι οδηγίες για την κατάλληλη χρήση, αποθήκευση και μεταχείριση. ηη) Οι ενδείξεις επικινδυνότητας του λιπάσματος, όπως αυτή προκύπτει από την ισχύουσα νομοθεσία περί επικινδύνων χημικών ουσιών και μειγμάτων (Κανονισμός 1272/2008/ΕΚ και κείμενη εθνική νομοθεσία, όπως κάθε φορά ισχύουν). β) Προαιρετικές ενδείξεις: αα) Κοκκομετρική σύσταση (περατότητα από ορισμένα κόσκινα), ββ) Αν το προϊόν είναι κατάλληλο για χρήση στη βιολογική γεωργία, σύμφωνα με τις διατάξεις των Κανονισμών (ΕΚ) 834/2007 (EE L 189) και 889/2008 (EE L 250), να αναγράφεται η ένδειξη: «Το προϊόν είναι κατάλληλο για χρήση στη βιολογική γεωργία σύμφωνα με τους Κανονισμούς (ΕΚ) 834/2007 (EE L 189) και 889/2008 (EE L 250), όπως κάθε φορά ισχύουν». Γ. Να διαθέτουν δηλώσεις για τον τρόπο παραγωγής και την προέλευση των πρώτων υλών. Δ. Να ακολουθούν τους όρους διακίνησης και σήμανσης των λιπασμάτων σε χύμα, κατ’ αντιστοιχία των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) 2003/2003, όπως κάθε φορά ισχύει. Ε. Να παρέχεται κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με το προϊόν, το οποίο επιβάλλεται από τις κείμενες διατάξεις και από την τεχνολογική εξέλιξη. 2. Τα λιπάσματα της παραγράφου 3 του άρθρου 2, τα οποία προορίζονται για ερευνητικούς σκοπούς και για μη γεωργική χρήση, για να κυκλοφορούν στη Χώρα πρέπει να φέρουν ειδική σήμανση, στην οποία να περιλαμβάνονται η χημική σύνθεσή τους και ο προορισμός της χρήσης τους. 3. Τα λιπάσματα που αποκτώνται από άλλο κράτος − μέλος της ΕΕ από, κατ’ επάγγελμα ή μη, αγρότες για ιδία χρήση στην καλλιέργειά τους, πρέπει να ανήκουν σε έναν από τους τύπους λιπασμάτων EK. Οι παραπάνω αγρότες, κατά την άφιξη του λιπάσματος, υποχρεούνται να ενημερώνουν εγγράφως την κατά τόπο αρμόδια υπηρεσία και να διευκολύνουν τον έλεγχο των αρμόδιων αρχών.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το άρθρο 4 του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 4 Εμπορία και εισαγωγή λιπασμάτων 1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο για την άσκηση εμπορίας λιπασμάτων υποχρεούται να υποβάλει αναγγελία έναρξής της στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 3919/2011 (A΄ 32) και να γνωστοποιεί στις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου αυτού κάθε μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασής του εντός τριάντα (30) ημερών από την επέλευσή της. 2.α) Όσα από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 πωλούν λιπάσματα αποκλειστικά και μόνο στον τελικό χρήστη εγγράφονται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στο μητρώο επιχειρήσεων εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α, το οποίο τηρείται από αυτήν, με την επιφύλαξη της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 13β. β) Όσα από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 πωλούν λιπάσματα σε επιχειρήσεις εμπορίας τύπου Α και Β, σύμφωνα με την παράγραφο 3, καθώς και στον τελικό χρήστη, εγγράφονται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στο μητρώο επιχειρήσεων εμπορίας λιπασμάτων τύπου Β, το οποίο τηρείται από αυτήν. 3. α) Μετά την εγγραφή του ενδιαφερόμενου στο αντίστοιχο μητρώο, η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων χορηγεί σε αυτόν Βεβαίωση Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων για την άσκηση εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α ή Β, την οποία υποχρεούται να αναρτά σε εμφανές σημείο στο κατάστημα. β) Η Βεβαίωση Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων για την άσκηση εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και Β ισχύει για πέντε (5) και τρία (3) έτη, αντίστοιχα. Οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων η επιχείρηση νομίμως ασκεί εμπορία λιπασμάτων τύπου Α και Β, επανεξετάζονται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου για επικαιροποίηση του φακέλου του. 4. α) Για την αναγγελία έναρξης άσκησης εμπορίας λιπασμάτων της παραγράφου 1, απαιτείται, επί ποινή απαραδέκτου, η καταβολή παραβόλου το ύψος του οποίου ορίζεται σύμφωνα με την απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β. β) Για την επικαιροποίηση του φακέλου του, απαιτείται, επί ποινή απαραδέκτου, η καταβολή παραβόλου, ποσού ίσου με το τριάντα τοις εκατό (30%) του παραβόλου που απαιτείται για την αναγγελία έναρξης άσκησης εμπορίας λιπασμάτων. γ) Τα παράβολα των περιπτώσεων α΄ και β΄ αποτελούν έσοδα του διακεκριμένου κωδικού του Α΄ Παραρτήματος του προϋπολογισμού του Ταμείου Γεωργίας και Κτηνοτροφίας (Τ.Γ.Κ.). 5. α) Η εμπορία λιπασμάτων διακόπτεται από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο: αα) Αν υποβληθεί σχετική δήλωση του ασκούντος την εμπορία λιπασμάτων ή ββ) αν οι εμπορικές δραστηριότητες του ασκούντος την εμπορία λιπασμάτων έπαυσαν να ασκούνται για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δώδεκα (12) κατά συνέχεια μηνών ή γγ) αν διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την άσκησή της, όπως αυτές ορίζονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 13β ή δδ) στην περίπτωση της παραγράφου 3 του άρθρου 11. β) Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί την εμπορία λιπασμάτων υποχρεούται, με ευθύνη του, να διακόψει την εμπορία λιπασμάτων για όσο διάστημα δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την άσκησή της, όπως αυτές ορίζονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 13β και να ενημερώσει άμεσα την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. 6. Για την εισαγωγή λιπασμάτων από τρίτες χώρες, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα του παρόντος άρθρου, απαιτείται να διαθέτουν επιπροσθέτως και άδεια εισαγωγής, που εκδίδεται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. 7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στους παρόχους υπηρεσιών, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, νόμιμα εγκατεστημένους σε άλλο κράτος − μέλος της ΕΕ, οι οποίοι δύνανται να εμπορεύονται λιπάσματα στη Χώρα χωρίς εγκατάσταση, σύμφωνα με την αριθ. 196033/30.12.2011 κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Β΄ 51), όπως κάθε φορά ισχύει.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Το άρθρο 5 του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 5 Έλεγχοι των λιπασμάτων Οι έλεγχοι των λιπασμάτων πραγματοποιούνται από τα αρμόδια όργανα του Γενικού Χημείου του Κράτους και του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σύμφωνα με την απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Το άρθρο 6 του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 6 Εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων 1. Επίσημος εργαστηριακός έλεγχος των λιπασμάτων διενεργείται από εργαστήρια του Γενικού Χημείου του Κράτους, του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και άλλα δημόσια εργαστήρια, τα οποία πληρούν τις απαιτήσεις της ισχύουσας κατά περίπτωση νομοθεσίας ή ορίζονται σύμφωνα με την απόφαση της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου13β. 2. Ο εργαστηριακός έλεγχος των λιπασμάτων διενεργείται και σε ιδιωτικά εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων, εφόσον αυτά πληρούν τα πρότυπα διαπίστευσης της ισχύουσας νομοθεσίας και ορίζονται σύμφωνα με την απόφαση της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β. 3. Για την έναρξη λειτουργίας ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο υποχρεούται να υποβάλει στην αρμόδια αρχή των Υπουργείων Οικονομικών ή Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σχετική αναγγελία έναρξης, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 3919/2011 (A΄ 32). Εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την υποβολή της αναγγελίας, αν η αρμόδια αρχή, μετά τη διενέργεια ελέγχου, διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη λειτουργία του ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων, χορηγεί στον ενδιαφερόμενο Βεβαίωση Συνδρομής Νομίμων Προϋποθέσεων, καταχωρίζει το εργαστήριο στο μητρώο ιδιωτικών εργαστηρίων ελέγχου λιπασμάτων που τηρείται στο οικείο Υπουργείο και αυτό λειτουργεί νόμιμα. Η ισχύς της Βεβαίωσης αρχίζει από την ημερομηνία έκδοσής της και σε αυτή αναγράφεται υποχρεωτικά ο αριθμός μητρώου του εργαστηρίου, καθώς και η διάρκεια ισχύος της συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων. Η αρμόδια αρχή μπορεί να απαγορεύσει την έναρξη λειτουργίας ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την υποβολή της αναγγελίας, σε περίπτωση που μετά τη διενέργεια ελέγχου, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις. Μετά την πάροδο τριών (3) μηνών από την υποβολή της αναγγελίας έναρξης και εφόσον δεν υφίσταται η απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου από την αρμόδια αρχή, το ιδιωτικό εργαστήριο ελέγχου λιπασμάτων λειτουργεί ελεύθερα και καταχωρίζεται στο μητρώο. Κατά τη λειτουργία του εργαστηρίου, σε περίπτωση που μετά τη διενέργεια του ελέγχου διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, χορηγείται σε αυτό Βεβαίωση Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων, στην οποία αναγράφεται υποχρεωτικά ο αριθμός μητρώου του εργαστηρίου και ο αριθμός του ισχύοντος πιστοποιητικού του Εθνικού Συστήματος Διαπίστευσης (ΕΣΥΔ). Η ισχύς της Βεβαίωσης αρχίζει τρεις (3) μήνες μετά την ημερομηνία υποβολής της αναγγελίας από τον ενδιαφερόμενο. Κατά τη λειτουργία αυτού, αν μετά τη διενέργεια του ελέγχου διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις επιβάλλονται οι προβλεπόμενες κυρώσεις του άρθρου 11. Η Βεβαίωση Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων ισχύει για τρία (3) έτη και οι προϋποθέσεις νόμιμης λειτουργίας επανεξετάζονται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου για επικαιροποίηση του φακέλου του.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 του ν. 1565/1985, μετά την περίπτωση ια΄ προστίθενται περιπτώσεις ιβ΄, ιγ΄, ιδ΄ και ιε΄, ως ακολούθως: «ιβ) Έναν εκπρόσωπο Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της Χώρας, συναφούς γνωστικού αντικειμένου, ο οποίος ορίζεται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. ιγ) Έναν εκπρόσωπο του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού − ΔΗΜΗΤΡΑ (ΕΛ.Γ.Ο. ΔΗΜΗΤΡΑ), συναφούς γνωστικού αντικειμένου, που προτείνεται από αυτόν. ιδ) Έναν εκπρόσωπο του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου, συναφούς γνωστικού αντικειμένου, ο οποίος προτείνεται από αυτό. ιε) Εκπρόσωπο των επαγγελματικών οργανώσεων παραγωγών και εμπόρων λιπασμάτων πανελλαδικής εμβέλειας, που προτείνεται από αυτές ανάλογα με το υπό εξέταση θέμα. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των οργανώσεων ή σε περίπτωση που οι φορείς δεν προτείνουν εκπροσώπους τους μέσα στην προθεσμία που τάσσεται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, οι εκπρόσωποι ορίζονται από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Το άρθρο 11 του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Άρθρο 11 Κυρώσεις 1. Επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο: α) Δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ σε όποιον ασκεί εμπορία λιπασμάτων τύπου Α, χωρίς να έχει υποβάλει αναγγελία έναρξης άσκησής της, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 ή χωρίς να συντρέχουν για την άσκησή της οι νόμιμες προϋποθέσεις, όπως αυτές καθορίζονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 13β. β) Τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ σε όποιον ασκεί εμπορία λιπασμάτων τύπου Β, χωρίς να έχει υποβάλει αναγγελία έναρξης άσκησής της, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 ή χωρίς να συντρέχουν για την άσκησή της οι νόμιμες προϋποθέσεις, όπως αυτές καθορίζονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 13β. γ) Χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ σε όποιον δεν γνωστοποιεί τη μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασής του εντός τριάντα (30) ημερών από την επέλευση της μεταβολής αυτής, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4. δ) Πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ σε όποιον αρνείται ή παρακωλύει ή κωλυσιεργεί, με οποιονδήποτε τρόπο, τη διενέργεια των ελέγχων στα λιπάσματα ή αρνείται την παροχή κάθε είδους πληροφοριών που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος νόμου. ε) Δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ σε όποιον προβαίνει στην έναρξη λειτουργίας ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων χωρίς να έχει υποβάλει τη σχετική αναγγελία έναρξης, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 6 ή χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις κατά τη λειτουργία του εργαστηρίου, όπως αυτές καθορίζονται στην απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β. στ) Πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ για επιχείρηση εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ για επιχείρηση εμπορίας λιπασμάτων τύπου Β, που θέτει σε κυκλοφορία, σαν λίπασμα, προϊόντα, τα οποία δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παρόντος νόμου και ιδίως των άρθρων 2 και 3, καθώς και των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 13β. Παράλληλα το προϊόν δεσμεύεται από το αρμόδιο όργανο ελέγχου του άρθρου 5 και απαγορεύεται η κυκλοφορία του, μέχρι να διαπιστωθεί αν πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις και προδιαγραφές της κείμενης νομοθεσίας για την κυκλοφορία του, μετά από αίτημα της επιχείρησης, σύμφωνα με την παράγραφο 2α του άρθρου 2. Σε περίπτωση που πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις και προδιαγραφές, το προϊόν αποδεσμεύεται με απόφαση του ως άνω αρμόδιου οργάνου ελέγχου και αποδίδεται στη δικαιούχο επιχείρηση, εφόσον ολοκληρωθεί η διαδικασία της παραγράφου 2α του άρθρου 2. Σε αντίθετη περίπτωση και κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας το προϊόν υποβάλλεται σε ειδική μεταχείριση κατάλληλη για αλλαγή χρήσης ή κατάσχεται και καταστρέφεται με δαπάνες της επιχείρησης. Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι η ειδική μεταχείριση, η κατάσχεση ή η καταστροφή διεξάγεται υπό τον έλεγχό της. ζ) Πεντακοσίων (500) ευρώ έως και είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ σε όποιον θέτει σε κυκλοφορία λιπάσματα, τα οποία περιέχουν θρεπτικά συστατικά που παρουσιάζουν αποκλίσεις πέραν των επιτρεπόμενων ανοχών−διακυμάνσεων. Για τον καθορισμό του χρηματικού ύψους του προστίμου, ως κριτήρια επιμέτρησης, συνεκτιμώνται σε συνδυασμό: το μέγεθος της απόκλισης, η βαρύτητα του στοιχείου που αποκλίνει, η διακινούμενη ποσότητα, η συχνότητα της παράβασης, οι ισχυρισμοί του ενδιαφερόμενου και κάθε άλλο απαραίτητο στοιχείο κατά την κρίση του οργάνου που επιβάλλει το πρόστιμο. η) Δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ σε όποιον θέτει σε κυκλοφορία λιπάσματα τα οποία έχουν χαρακτηριστικά που οι τιμές τους υπερβαίνουν τη μέγιστη επιτρεπόμενη οριακή τιμή. θ) Τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ σε όποιον θέτει σε κυκλοφορία λιπάσματα, τα οποία περιέχουν ουσίες, που δεν συμπεριλαμβάνονται στην κείμενη νομοθεσία, αλλά με βάση νεότερα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα, το Γενικό Χημείο του Κράτους διαπιστώνει ότι είναι τοξικές για την υγεία των ανθρώπων, των φυτών, των ζώων και εν γένει για το περιβάλλον. Στην περίπτωση αυτή, κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας, το προϊόν δεσμεύεται και στη συνέχεια υποβάλλεται σε ειδική μεταχείριση κατάλληλη για αλλαγή χρήσης ή καταστρέφεται, με έξοδα της επιχείρησης, από το αρμόδιο ελεγκτικό όργανο του άρθρου 5. Η αρμόδια υπηρεσία διασφαλίζει ότι η ειδική μεταχείριση, η κατάσχεση ή η καταστροφή διεξάγεται υπό τον έλεγχό της. ι) Τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ σε όποιον θέτει σε κυκλοφορία λιπάσματα, τα οποία κατά την έννοια της κείμενης νομοθεσίας για τις επικίνδυνες χημικές ουσίες και μείγματα [Κανονισμός (ΕΚ) 1272/2008/ΕΚ (ΕΕ L 353) ή αριθ. 265/2002/3.9.2002 κοινή υπουργική απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Β΄1214), όπως ισχύουν], περιέχουν ουσίες επικίνδυνες για την υγεία των ανθρώπων, των φυτών, των ζώων και εν γένει για το περιβάλλον. Στην περίπτωση αυτή, κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας το προϊόν δεσμεύεται και στη συνέχεια, ύστερα από αξιολόγηση της αρμόδιας υπηρεσίας του Γενικού Χημείου του Κράτους σχετικά με την επικινδυνότητα, υποβάλλεται σε ειδική μεταχείριση κατάλληλη για αλλαγή χρήσης ή καταστρέφεται, με έξοδα της επιχείρησης, από το αρμόδιο ελεγκτικό όργανο του άρθρου 5. Η αρμόδια υπηρεσία διασφαλίζει ότι η ειδική μεταχείριση, η κατάσχεση ή η καταστροφή διεξάγεται υπό τον έλεγχό της. ια) Πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ σε όποιον χορηγεί παραπλανητικά ή ψευδή στοιχεία στα αρμόδια όργανα ελέγχου του άρθρου 5. ιβ) Πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ και επιπλέον πρόστιμο πεντακοσίων (500) ευρώ για κάθε μήνα που δεν απασχολεί υπεύθυνο επιστήμονα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία σε όποιον διαθέτει λιπάσματα ώρες και ημέρες που δεν παρευρίσκεται στο σημείο πώλησης υπεύθυνος επιστήμονας. ιγ) Σε περίπτωση που δεν τηρούνται οι διατάξεις του άρθρου 3 επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο διακοσίων (200) ευρώ έως τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ. Για τον καθορισμό του χρηματικού ύψους του προστίμου, ως κριτήρια επιμέτρησης, συνεκτιμώνται σε συνδυασμό: η πολλαπλότητα της παράβασης, η διακινούμενη ποσότητα, η συχνότητα της παράβασης, οι ισχυρισμοί του ενδιαφερόμενου και κάθε άλλο απαραίτητο στοιχείο κατά την κρίση του οργάνου που επιβάλλει το πρόστιμο. ιδ) Δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ σε όποιον δεν ενημερώνει τα αρμόδια όργανα ελέγχου του άρθρου 5, προκειμένου να θέσει σε έλεγχο ενδοενωσιακά αποκτώμενα ή εγχώρια παραγόμενα λιπάσματα. ιε) Δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ σε όποιον διαθέτει, σαν λίπασμα, προϊόν που έχει αποκτηθεί σαν πρώτη ύλη. ιστ) Χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, στους ασκούντες εμπορία λιπασμάτων που δεν αναρτούν σε εμφανές σημείο στο κατάστημα τις προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία υποχρεώσεις τους, όπως τη Βεβαίωση Συνδρομής Νομίμων Προϋποθέσεων, καθώς και που δεν υποβάλλουν στατιστικά στοιχεία στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σύμφωνα με την κείμενη εθνική νομοθεσία. ιζ) Πεντακοσίων (500) ευρώ έως δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ σε όποιον θέτει σε κυκλοφορία λιπάσματα, των οποίων τα φυσικά ή/και χημικά χαρακτηριστικά τους έχουν υποβαθμισθεί ή αλλοιωθεί. Για τον καθορισμό του χρηματικού ύψους του προστίμου, ως κριτήρια επιμέτρησης, συνεκτιμώνται σε συνδυασμό: η έκταση της υποβάθμισης ή της αλλοίωσης του προϊόντος, η διακινούμενη ποσότητα, η συχνότητα της παράβασης, οι ισχυρισμοί του ενδιαφερόμενου και κάθε άλλο απαραίτητο στοιχείο κατά την κρίση του οργάνου που επιβάλλει το πρόστιμο. ιη) Πεντακοσίων (500) ευρώ έως πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, σε όποιον αποθηκεύει λιπάσματα εκτεθειμένα σε καιρικά φαινόμενα, που μπορούν να αλλοιώσουν τα φυσικά ή χημικά τους χαρακτηριστικά, τη συσκευασία τους και να προκαλέσουν ρύπανση του περιβάλλοντος. Για τον καθορισμό του χρηματικού ύψους του προστίμου, ως κριτήρια επιμέτρησης, συνεκτιμώνται σε συνδυασμό: η ποσότητα του λιπάσματος, η συχνότητα της παράβασης, οι ισχυρισμοί του ενδιαφερόμενου και κάθε άλλο απαραίτητο στοιχείο κατά την κρίση του οργάνου που επιβάλλει το πρόστιμο. ιθ) Χιλίων (1.000) ευρώ, σε όποιον, κατ’ επάγγελμα ή μη, αγρότη αποκτά από άλλο κράτος − μέλος για ιδία χρήση στην καλλιέργειά του λίπασμα, και δεν ενημερώνει εγγράφως την κατά τόπο αρμόδια υπηρεσία και κ) Τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, σε όποιον, κατ’ επάγγελμα ή μη, αγρότη αποκτά από άλλο κράτος − μέλος για ιδία χρήση και χρησιμοποιεί στην καλλιέργειά του λίπασμα ακατάλληλο, βλαπτικό και επικίνδυνο για την υγεία των ανθρώπων, των ζώων και των φυτών, με ουσίες που μολύνουν το περιβάλλον ή μειώνουν τη γονιμότητα του εδάφους και την ποιότητα των αγροτικών προϊόντων. κα) Πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, σε επιχείρηση που πωλεί ή αγοράζει λιπάσματα από άλλη επιχείρηση που δεν είναι καταχωρισμένη στο μητρώο εμπόρων λιπασμάτων. 2. Αν υπάλληλος των Υπουργείων Οικονομικών ή Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή μέλος της ΤΕ.Γ.Ε.Λ. αποκαλύπτει, σε μη αρμόδιο πρόσωπο, οποιοδήποτε τεχνικό, βιομηχανικό ή εμπορικό στοιχείο σχετικό με τα λιπάσματα, το οποίο περιήλθε σε γνώση του από τον παρασκευαστή ή τον αντιπρόσωπό του και για το οποίο αυτός είχε ζητήσει από την αρμόδια υπηρεσία να τηρηθεί το απόρρητο, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή, το ύψος της οποίας κυμαίνεται από χίλια πεντακόσια (1.500) έως τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ. Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από έγκληση αυτού που ζημιώθηκε από την αποκάλυψη του απορρήτου. 3. Σε περίπτωση υποτροπής, οι ποινές και τα πρόστιμα των παραγράφων 1 και 2 διπλασιάζονται και σε περίπτωση τρίτης υποτροπής τριπλασιάζονται. Σε περίπτωση τρίτης υποτροπής των παραβάσεων των περιπτώσεων δ΄, στ΄ και των υποπεριπτώσεων ββ΄, δδ΄ της περίπτωσης ζ΄, καθώς και των περιπτώσεων η΄, θ΄, ι΄ και ια΄ της παραγράφου 1, παράλληλα με τον τριπλασιασμό των ποινών και των προστίμων, αίρεται το δικαίωμα εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και Β για χρονικό διάστημα από ένα μήνα έως ένα έτος. 4. Τιμωρείται με τις ποινές του άρθρου 458 του Ποινικού Κώδικα: α) Όποιος, χωρίς να έχει εγγραφεί στο μητρώο επιχειρήσεων εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και Β της παραγράφου 2 του άρθρου 4, διαθέτει λιπάσματα που δεν πληρούν τους όρους και τις προϋποθέσεις των λιπασμάτων της περίπτωσης Β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1. β) Όποιος, πάνω από μία φορά υποπίπτει στην ίδια παράβαση των υποπεριπτώσεων ββ΄ και δδ΄ της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 1. γ) Όποιος πάνω από τρεις φορές, υποπίπτει στην ίδια παράβαση των περιπτώσεων α΄, β΄, δ΄ και στ΄ της παραγράφου 1. 5. Για τις παραβάσεις που διώκονται και ποινικά, σύμφωνα με την παράγραφο 4, τα πρόστιμα των παραγράφων 1, 2 και 3 επιβάλλονται ανεξάρτητα από την άσκηση ποινικής δίωξης. Αν το αρμόδιο ποινικό Δικαστήριο εκδώσει αμετάκλητη αθωωτική απόφαση για την ίδια παράβαση, στην οποία διαπιστώνεται, μετά δυνάμεως δεδικασμένου, ότι δεν έχουν τελεσθεί ή λάβει χώρα τα πραγματικά περιστατικά επί των οποίων έχει στηριχθεί η επιβολή της κύρωσης, εκδίδεται υπέρ της επιχείρησης ατομικό φύλλο έκπτωσης του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος προηγουμένως προσκομίσει στην αρμόδια αρχή που εξέδωσε την απόφαση επιβολής του προστίμου επίσημο αντίγραφο της ως άνω αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης τους Δικαστηρίου. 6. Όταν η δήλωση ή οι ενδείξεις επί της συσκευασίας, ως προς τη σύνθεση του προϊόντος, παρουσιάζουν αποκλίσεις μεγαλύτερες των επιτρεπόμενων ανοχών που καθορίζονται στην κείμενη νομοθεσία, οι παραβάτες υποχρεούνται να καταβάλουν τα έξοδα της εργαστηριακής επανεξέτασης προσαυξημένα κατά 100%, τα οποία αποδίδονται υπέρ του φορέα, που υποδεικνύει το δημόσιο εργαστήριο ελέγχου λιπασμάτων που διενεργεί τον έλεγχο. Το ύψος των εξόδων ανάλυσης και ο τρόπος βεβαίωσης και είσπραξης αυτών καθορίζεται με την απόφαση της παραγράφου 3 του άρθρου 13β. 7. Το διοικητικό πρόστιμο όλων των περιπτώσεων της παραγράφου 1 επιβάλλεται από την κατά περίπτωση αρμόδια υπηρεσία της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 13β, με βάση την έκθεση ελέγχου που συντάσσεται από τα κατά περίπτωση αρμόδια όργανα ελέγχου του άρθρου 5. Η απόφαση επιβολής του διοικητικού προστίμου επιδίδεται στον ενδιαφερόμενο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 47, 48, 50 έως και 57 του ν. 2717/1999 «Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας», όπως ισχύει. 8. Κατά της απόφασης επιβολής διοικητικού προστίμου της παραγράφου 7, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να καταθέσει ένσταση στην αρμόδια υπηρεσία που την εξέδωσε, εντός είκοσι (20) ημερών από την επίδοσή της. Η αρμόδια υπηρεσία αποφασίζει την ακύρωση, εν όλω ή εν μέρει ή την τροποποίηση της απόφασης ή την απόρριψη της ένστασης, μετά από εισήγηση της ΤΕ.Γ.Ε.Λ., η οποία εξετάζει τη νομιμότητα και την ουσία της απόφασης επιβολής προστίμου. Η απόφαση επί της ένστασης γνωστοποιείται στον ενιστάμενο εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την άσκησή της και κατά αυτής ο ενδιαφερόμενος μπορεί να προσφύγει στο αρμόδιο δικαστήριο, σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Αντίγραφο της προσφυγής κοινοποιείται από τον προσφεύγοντα στο αρμόδιο όργανο επιβολής του προστίμου.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Μετά το άρθρο 11 του ν. 1565/1985 προστίθεται άρθρο 11α ως ακολούθως: «Άρθρο 11α Ρήτρα διασφάλισης Η κυκλοφορία και η διάθεση στην αγορά λιπασμάτων, εκτός αυτών που χαρακτηρίζονται ως «Λιπάσματα ΕΚ» σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 2003/2003, μολονότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παρόντος νόμου, μπορεί να απαγορευτεί με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, όταν στα λιπάσματα αυτά διαπιστωθούν χαρακτηριστικά που συνιστούν δυνητικό κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια, την υγεία των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών ή κίνδυνο για το περιβάλλον.»

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Μετά το άρθρο 13α του ν. 1565/1985, όπως ισχύει, προστίθεται άρθρο 13β ως ακολούθως: «Άρθρο 13β Εξουσιοδοτικές διατάξεις 1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται: α) Το ύψος του παραβόλου της παραγράφου 2α του άρθρου 2. β) Οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, η διαδικασία, τα δικαιολογητικά, οι αρμόδιες αρχές και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παραγράφου 2α του άρθρου 2. γ) Οι απαιτούμενες προϋποθέσεις και τα δικαιολογητικά των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή των λιπασμάτων της παραγράφου 2α του άρθρου 2. δ) Το ύψος του παραβόλου που απαιτείται για την αναγγελία έναρξης άσκησης εμπορίας λιπασμάτων, σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 4. ε) Η διαδικασία, τα αρμόδια όργανα ελέγχου, οι μέθοδοι δειγματοληψίας, η διαδικασία επανεξέτασης των λιπασμάτων, η δυνατότητα προσφυγής του ενδιαφερομένου, οι προθεσμίες αποστολής των αποτελεσμάτων των αναλύσεων, οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα προκειμένου να δικαιούνται να ζητήσουν τη διενέργεια των ελέγχων από τα αρμόδια όργανα και τα απαιτούμενα παράβολα και δικαιολογητικά για το σκοπό αυτόν, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου 5. στ) Τα αρμόδια δημόσια εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων, ο τρόπος κάλυψης των δαπανών ανάλυσης και εξέτασης των λιπασμάτων από αυτά, οι υπόχρεοι καταβολής των ως άνω δαπανών, τα της είσπραξης, βεβαίωσης και απόδοσής τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 6. ζ) αα) Οι αρμόδιες αρχές των Υπουργείων Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, στις οποίες υποβάλλεται η αναγγελία έναρξης λειτουργίας ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων, οι οποίες προβαίνουν σε διοικητικό και επιτόπιο έλεγχο και χορηγούν τη Βεβαίωση Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων και οι οποίες προβαίνουν σε διοικητικό και επιτόπιο έλεγχο κατά τη λειτουργία των ιδιωτικών εργαστηρίων ελέγχου λιπασμάτων. ββ) Η διαδικασία, οι προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά και τα τυχόν απαιτούμενα παράβολα για την έναρξη λειτουργίας ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων και για την επανεξέταση της συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων για την επικαιροποίηση του φακέλου. γγ) Οι υποχρεώσεις των ιδιωτικών εργαστηρίων ελέγχου λιπασμάτων. δδ) Οι προϋποθέσεις για τη διακοπή λειτουργίας του ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων. εε) Ο τρόπος κάλυψης των δαπανών ανάλυσης και εξέτασης των λιπασμάτων από τα ιδιωτικά εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων, οι υπόχρεοι καταβολής των ως άνω δαπανών, τα της είσπραξης, βεβαίωσης και απόδοσής τους και κάθε σχετικό θέμα. στστ) Τα αρμόδια ιδιωτικά εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων. ζζ) Κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 6. η) Τα της είσπραξης, βεβαίωσης και απόδοσης των διοικητικών προστίμων της παραγράφου 1 του άρθρου 11 και κάθε σχετικό θέμα. Με όμοια απόφαση μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος των προστίμων του άρθρου 11, μετά την πάροδο δύο (2) ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης. θ) Τα αναγκαία συμπληρωματικά, οργανωτικά και εκτελεστικά μέτρα για την εκτέλεση των διατάξεων των κανονισμών και αποφάσεων των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι αναγκαίες κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη μεταφορά των οδηγιών των ιδίων ως άνω οργάνων για τα λιπάσματα. 2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορεί να μετατάσσονται στοιχεία από την υποπερίπτωση α΄ «Υποχρεωτικές ενδείξεις» της περίπτωσης Β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 στην υποπερίπτωση β΄ «Προαιρετικές ενδείξεις» της ίδιας ως άνω περίπτωσης Β΄, και αντίστροφα. 3. α) Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού καθορίζεται το ύψος των εξόδων εργαστηριακής εξέτασης που διενεργούνται από δημόσια εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων, καθώς και τα της είσπραξης, βεβαίωσης και απόδοσής αυτών και κάθε άλλο σχετικό θέμα. β) Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται το ύψος των εξόδων εργαστηριακής εξέτασης που διενεργούνται από δημόσια εργαστήρια ελέγχου λιπασμάτων που υπάγονται σε αυτό, καθώς και ο τρόπος βεβαίωσης και είσπραξης αυτών και κάθε άλλο σχετικό θέμα. 4. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται: α) Οι όροι και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα φυσικά και νομικά πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 4, προκειμένου να ασκούν εμπορία λιπασμάτων τύπου Α, χωρίς την υποχρέωση εγγραφής στο αντίστοιχο μητρώο. β) Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων: αα) στις οποίες υποβάλλεται αναγγελία έναρξης άσκησης εμπορίας λιπασμάτων και γνωστοποιείται η μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασης των φυσικών και νομικών προσώπων που ασκούν εμπορία λιπασμάτων, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4. ββ) για τη χορήγηση των Βεβαιώσεων Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και Β της παραγράφου 3 του άρθρου 4. γ) οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, τα δικαιολογητικά και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την έκδοση των αδειών εισαγωγής της παραγράφου 6 του άρθρου 4. 5. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της ΤΕ.Γ.Ε.Λ., καθορίζονται οι προϋποθέσεις, η διαδικασία, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την αναγγελία έναρξης άσκησης εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και Β και για την επανεξέταση της συνδρομής των προϋποθέσεων για την άσκησή της, τα της εγγραφής στο μητρώο επιχειρήσεων εμπορίας λιπασμάτων τύπου Α και Β, οι υποχρεώσεις των ασκούντων εμπορία λιπασμάτων και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου 4. 6. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθορίζονται: α) Η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με απόφαση της οποίας επιβάλλονται οι κυρώσεις των περιπτώσεων α΄ έως και δ΄ και στ΄ έως και κα΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 11, καθώς και της περίπτωσης ε΄ της ιδίας ως άνω παραγράφου, σε περίπτωση που αρμόδιος φορέας για τη χορήγηση της Βεβαίωσης Συνδρομής των Νομίμων Προϋποθέσεων για τη λειτουργία ιδιωτικού εργαστηρίου ελέγχου λιπασμάτων είναι το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. β) Η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ενώπιον της οποίας εκτίθενται οι απόψεις του ενδιαφερομένου επί της εκθέσεως ελέγχου της παραγράφου 7 του άρθρου 11. 7. Μέχρι την έκδοση των κανονιστικών πράξεων του παρόντος άρθρου ισχύουν οι κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση των προϋφισταμένων διατάξεων.»

Αθήνα, 11 Φεβρουαρίου 2014
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΙΧΕΛΑΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ−ΑΔΩΝΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΡΟΥΤΣΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΥΤΑΡΗΣ ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΝΙΑΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ
ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΙΓΑΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ−ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΝΔΙΑΣ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 11 Φεβρουαρίου 2014
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ