35 Α' 2005

Νόμος 3312/2005

Αμοιβαία συνδρομή των κρατών ­μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της άμεσης φορολογίας, φορολο­γία τόκων και άλλες διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ - ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2003/48/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 3ης ΙΟΥΝΙΟΥ 2003 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΥΠΟ ΜΟΡΦΗ ΤΟΚΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΠΟΚΤΟΥΝ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
16 Φεβρουαρίου 2005

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 35

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3312
Αμοιβαία συνδρομή των κρατών­μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της άμεσης φορολογίας, φορολο­ γία τόκων και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2003/48/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 3ης ΙΟΥΝΙΟΥ 2003 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΥΠΟ ΜΟΡΦΗ ΤΟΚΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΠΟΚΤΟΥΝ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
Άρθρο 3Σκοπός και πεδίο εφαρμογήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις των άρθρων 4 έως και 13 του παρόντος νόμου αποτελούν εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με τις διατάξεις της υπ' αριθμ. 2003/48/ΕΚ Οδηγίας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕL 157/38/ 26.6.2003) σχετικά με τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, όπως προσδιο­ ρίζεται κατωτέρω.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται για το εισόδημα από τόκους που προκύπτει στην Ελλάδα από αποταμιεύ­ σεις και καταβάλλεται σε πραγματικό δικαιούχο, ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο με φορολογική κατοικία σε άλλο κράτος ­ μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον το ει­ σόδημα αυτό καταβάλλεται από φορείς πληρωμής, εγκα­ τεστημένους στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασης του οφειλέτη των τόκων.

Άρθρο 4Ορισμοί Για την εφαρμογή των άρθρων 4 έως και 13 του παρό­ ντος νόμου, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ως «πραγματικός δικαιούχος» νοείται το φυσικό πρό­ σωπο που εισπράττει τόκους ή αυτό προς όφελος του οποίου εξασφαλίζεται πληρωμή τόκων, εκτός εάν παρά­ σχει αποδεικτικά στοιχεία ότι η πληρωμή των τόκων δεν πραγματοποιήθηκε ή εξασφαλίστηκε για δικό του λογα­ ριασμό, όταν ενεργεί: α) ως φορέας πληρωμής της παραγράφου 2 ή β) εξ ονόματος νομικού προσώπου, οργανισμού, ο οποί­ ος φορολογείται για τα κέρδη του σύμφωνα με τις διατά­ ξεις του Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α') ή Οργανισμού Συλλο­ γικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (εφεξής Ο.Σ.Ε.Κ.Α.) εγκεκριμένου σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ ή οργανισμού που αναφέρεται στην περί­ πτωση β' της παραγράφου 2. Αν ενεργεί εξ ονόματος ορ­ γανισμού σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 2, υποχρεούται να γνωστοποιεί την επωνυμία και τη διεύθυνση του εν λόγω οργανισμού στον οικονομικό φορέα που καταβάλλει τους τόκους και στη συνέχεια αυτός διαβιβάζει τις πληροφορίες στην αρμόδια φορολογική αρχή του κράτους ­ μέλους που είναι εγκα­ τεστημένος ή γ) εξ ονόματος άλλου φυσικού προσώπου, το οποίο εί­ ναι ο πραγματικός δικαιούχος και γνωστοποιεί στον φο­ ρέα πληρωμής τα στοιχεία ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 5.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ως «φορείς πληρωμής» νοούνται: α) Τα νομικά πρόσωπα ή τα εγκατεστημένα στη χώρα μας υποκαταστήματά τους που ορίζονται στο άρθρο 2 του Ν. 2076/1992 (ΦΕΚ 130/Α') ή οποιοσδήποτε άλλος οι­ κονομικός φορέας, ο οποίος καταβάλλει τόκους στον πραγματικό δικαιούχο ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού, ανεξάρτητα από το εάν ο φο­ ρέας αυτός είναι ο οφειλέτης των τόκων ή είναι ο φορέας στον οποίο έχει αναθέσει ο οφειλέτης ή ο πραγματικός δι­ καιούχος την πληρωμή των τόκων ή την εξασφάλιση αυ­ τής της πληρωμής. β) Κάθε φορέας που είναι εγκατεστημένος στην Ελλά­ δα και προβαίνει σε πληρωμή τόκων ή εξασφαλίζει τόκους προς όφελος του πραγματικού δικαιούχου, κατά την εν λόγω πληρωμή ή εξασφάλιση της πληρωμής. Το προη­ γούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται αν ο οικονομικός φορέ­ ας της ημεδαπής που καταβάλλει τόκους ή εξασφαλίζει την πληρωμή τους σε οικονομικό φορέα της αλλοδαπής έχει λόγους να πιστεύει με βάση επίσημα αποδεικτικά στοιχεία, που υποχρεούται να προσκομίσει ο φορέας της αλλοδαπής, ότι ο φορέας της αλλοδαπής είτε: αα) είναι νομικό πρόσωπο, μη περιλαμβανομένου του avoίn yhtίo (Ay) και kommandίίttίyhtίo (Κy)/ oppet bolag και kommandίtbolag (Φιλανδία) και του handelsbolag (ΗΒ) και kommandίtbolag (ΚΒ) (Σουηδία) είτε ββ) τα κέρδη του φορολογούνται με βάση τις γενικές διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος είτε γγ) συνιστά Ο.Σ.Ε.Κ.Α. που διέπεται από τις διατάξεις της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ. Ο οικονομικός φορέας της ημεδαπής που καταβάλλει τόκους σε έναν τέτοιο φορέα εγκατεστημένο σε άλλο κράτος ­ μέλος της Ε.Ε. ή εξασφαλίζει την καταβολή τό­ κων για αυτόν, είναι φορέας πληρωμής σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, κοινοποιεί την επωνυ­ μία και τη διεύθυνση του ως άνω φορέα της αλλοδαπής, καθώς και το συνολικό ποσό των τόκων που του κατέβαλε ή των οποίων εξασφάλισε την καταβολή στην αρμόδια αρ­ χή της παραγράφου 4, η οποία στη συνέχεια διαβιβάζει τα στοιχεία αυτά στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης του ως άνω φορέα. γ) Ο φορέας που αναφέρεται στην περίπτωση β', δικαι­ ούται να αντιμετωπίζεται ως Ο.Σ.Ε.Κ.Α. σύμφωνα με την υποπερίπτωση γγ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Εάν ο φορέας αυτός, που είναι εγκατεστημένος στην Ελλάδα, ασκήσει το παραπάνω δι­ καίωμα, τότε δύναται να ζητήσει την έκδοση πιστοποιητι­ κού από την αρμόδια υπηρεσία, το οποίο στη συνέχεια υποχρεούται να υποβάλλει στον οικονομικό φορέα. δ) Αν ο οικονομικός φορέας και ο φορέας που αναφέ­ ρεται στην περίπτωση β' είναι εγκατεστημένοι στην Ελλά­ δα, υποχρεούνται στην εφαρμογή μέτρων, τα οποία θα οριστούν με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οι­ κονομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Ως «τόκοι» νοούνται: α) Οι καταβληθέντες ή εγγεγραμμένοι σε λογαριασμό τόκοι που προέρχονται από απαιτήσεις κάθε μορφής, συ­ νοδευόμενοι ή μη από ενυπόθηκες εγγυήσεις ή από ρή­ τρα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, ιδίως τα εισο­ δήματα από τίτλους του Δημοσίου και ομολογιακά δά­ νεια, συμπεριλαμβανομένων κάθε είδους πρόσθετων ωφελημάτων και βραβείων (λαχνών) που τα συνοδεύουν. Οι τόκοι υπερημερίας δεν θεωρούνται τόκοι κατά την έν­ νοια του παρόντος. β) Οι δεδουλευμένοι ή κεφαλαιοποιημένοι τόκοι κατά την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση των απαιτήσε­ ων που αναφέρονται στην περίπτωση α'. γ) Το εισόδημα που προκύπτει από τόκους είτε άμεσα είτε μέσω φορέα που αναφέρεται στην υποπερίπτωση ββ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 1, το οποίο διανέμε­ ται από: αα) Ο.Σ.Ε.Κ.Α. που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με τις δια­ τάξεις της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ, ββ) φορείς που επωφελούνται από το δικαίωμα που προβλέπεται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 2 και γγ) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους, στο οποίο εφαρμό­ ζεται η Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότη­ τας δυνάμει του άρθρου 299 αυτής. δ) Το εισόδημα που προκύπτει από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση επενδύσεων χαρτοφυλακίου (μονάδων) ή μεριδίων στους ακόλουθους οργανισμούς και φορείς, αν οι εν λόγω οργανισμοί και φορείς επενδύ­ ουν άμεσα ή έμμεσα ποσοστό ανώτερο του 40% του ενεργητικού τους σε απαιτήσεις που αναφέρονται στην περίπτωση α', μέσω άλλων οργανισμών συλλογικών επεν­ δύσεων ή φορέων, που είναι οι εξής: αα) Ο.Σ.Ε.Κ.Α. εγκεκριμένοι σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ, ββ) φορείς που επωφελούνται από το δικαίωμα που προβλέπεται στην περίπτωση γ'της παραγράφου 2 και γγ) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους όπως ορίζεται στο άρθρο 299 της Συνθήκης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) που αναφέρεται στην περίπτωση αυτή ορίζεται σε είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) από την 1η Ιανουαρίου 2011. Δεν αποτελεί τόκο το εισόδημα των περιπτώσεων γ' και δ' που προέρχεται από οργανισμούς ή φορείς με έδρα στην Ελλάδα όταν το ποσοστό του ενεργητικού των εν λό­ γω φορέων που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις της περί­ πτωσης α', δεν υπερβαίνει το 15% του συνολικού εισοδή­ ματος. Επίσης, δεν θεωρείται εισόδημα από τόκους το ει­ σόδημα που καταβάλλεται ή πιστώνεται σε λογαριασμό φορέα της περίπτωσης β' της παραγράφου 2, εάν ο φο­ ρέας αυτός είναι εγκατεστημένος στην Ελλάδα και το πο­ σοστό του ενεργητικού του που έχει επενδυθεί σε απαι­ τήσεις της περίπτωσης α'δεν υπερβαίνει το δεκαπέντε τοις εκατό (15%).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ως «αρμόδια αρχή» ορίζεται η Διεύθυνση Διεθνών Οι­ κονομικών Σχέσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Οι­ κονομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονο­ μικών ορίζονται τα αποδεικτικά στοιχεία των παραγρά­ φων 1, 2 και 3, καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

Άρθρο 5Υποχρεώσεις του φορέα πληρωμής για τα στοιχεία του πραγματικού δικαιούχουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο φορέας πληρωμής υποχρεούται να προσδιορίζει με ακρίβεια τους πραγματικούς δικαιούχους και τη φορο­ λογική κατοικία τους, ως ακολούθως: α) την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, ανάλο­ γα με το χρόνο έναρξης ισχύος της συμβατικής σχέσης που υφίσταται μεταξύ φορέα πληρωμής και δικαιούχου των τόκων, ως εξής: αα) Εάν η σύμβαση έχει συναφθεί πριν από την 1η Ια­ νουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου δηλαδή το όνομα και τη διεύθυνσή του, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 2331/1995 (ΦΕΚ 173 Α'). ββ) Για συμβάσεις που συνάπτονται από την 1η Ιανουα­ ρίου 2004 και μετά ή για συναλλαγές που πραγματοποι­ ούνται από τον ίδιο χρόνο και μετά χωρίς να υπάρχει σύμ­ βαση, ο φορέας πληρωμής υποχρεούται να εξακριβώνει τα στοιχεία του πραγματικού δικαιούχου δηλαδή το όνο­ μα, τη διεύθυνση και τον αριθμό φορολογικού μητρώου στο κράτος ­ μέλος που έχει τη φορολογική κατοικία του. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από το διαβατήριο ή το δελ­ τίο ταυτότητας που προσκομίζει ο πραγματικός δικαιού­ χος. Αν η διεύθυνση δεν αναγράφεται στα προαναφερό­ μενα έγγραφα, εξακριβώνεται βάσει οποιουδήποτε απο­ δεικτικού εγγράφου που θα προσκομίσει ο πραγματικός δικαιούχος. Ειδικά για τον αριθμό φορολογικού μητρώου, εάν αυτός δεν αναγράφεται στο διαβατήριο ή στο δελτίο ταυτότητας ή σε οποιοδήποτε άλλο επίσημο έγγραφο, εν­ δεχομένως στο πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας που προσκομίζει ο πραγματικός δικαιούχος, τα στοιχεία ταυτότητας συμπληρώνονται με την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης του πραγματικού δικαιούχου που προκύ­ πτουν από το διαβατήριο ή το δελτίο ταυτότητας. β) την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου, ανάλογα με το χρόνο έναρξης ισχύος των συμβατικών σχέσεων που υφίστανται μεταξύ του φορέα πληρωμής και του δι­ καιούχου των τόκων, ως εξής: αα) Εάν η σύμβαση έχει συναφθεί πριν από την 1η Ια­ νουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κα­ τοικία του πραγματικού δικαιούχου, ήτοι τη χώρα στην οποία ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη μόνιμη διεύθυν­ σή του, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που έχει στη διά­ θεσή του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2331/1995. ββ) Για συμβάσεις που συνάπτονται από την 1η Ιανουα­ ρίου 2004 και μετά ή για συναλλαγές που πραγματοποι­ ούνται από τον ίδιο χρόνο και μετά χωρίς να υπάρχει σύμ­ βαση, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου, ήτοι τη χώρα στην οποία ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη μόνιμη διεύθυνσή του, με βάση τη διεύθυνση που αναγράφεται στο διαβατήριο ή στο δελτίο ταυτότητας και σε περίπτωση ελλείψεως των ανωτέρω, με βάση οποιοδήποτε αποδεικτικό έγγραφο, το οποίο προσκομίζει ο πραγματικός δικαιούχος σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία: για τα φυσικά πρόσωπα που προσκομίζουν διαβατήριο ή δελτίο ταυτότητας έκδοσης κράτους ­ μέλους της Ε.Ε. και τα οποία δηλώνουν ότι είναι κάτοικοι τρίτης χώρας, η κατοικία καθορίζεται με βάση το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας που εκδίδει η αρ­ μόδια αρχή της τρίτης χώρας κατοικίας. Όταν δεν υπάρ­ χει τέτοιο πιστοποιητικό, ως τόπος κατοικίας θεωρείται το κράτος ­ μέλος της Ε.Ε. που έχει εκδώσει το διαβατήριο ή την ταυτότητα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν ο φορέας πληρωμής διαθέτει στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι το φυσικό πρόσωπο στο οποίο κατα­ βάλλονται τόκοι ή για το οποίο εξασφαλίζεται η πληρωμή τόκων, μπορεί να μην συμπίπτει με τον πραγματικό δικαι­ ούχο και ότι το εν λόγω φυσικό πρόσωπο δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις α' και β'της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του παρόντος, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να προσδιορίσει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιού­ χου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού. Εάν ο φορέας πληρωμής δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει τον πραγματικό δικαιούχο, το εν λόγω φυσικό πρόσωπο θεω­ ρείται ως πραγματικός δικαιούχος και εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος.

Άρθρο 6Υποχρεώσεις των φορέων πληρωμής και των λοιπών φορέων για τους τόκουςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Όταν ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεσή του στοιχεία σχετικά με το μέρος του εισοδήματος που προ­ έρχεται από πληρωμή τόκων των περιπτώσεων γ' και δ'της παραγράφου 3 του άρθρου 4, το συνολικό ποσό του εισοδήματος θεωρείται πληρωμή τόκων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για την εφαρμογή της περίπτωσης δ' της παραγρά­ φου 3 του άρθρου 4, όταν ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεσή του στοιχεία σχετικά με το ποσοστό του ενεργητικού που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις ή σε μονά­ δες ή σε μερίδια, τότε θεωρείται ότι το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το σαράντα τοις εκατό (40%) και το είκοσι πέ­ ντε τοις εκατό (25%) από την 1η Ιανουαρίου 2011. Όταν ο φορέας πληρωμής δεν είναι σε θέση να καθορίσει το πο­ σό του εισοδήματος από τόκους που απέκτησε ο πραγ­ ματικός δικαιούχος, τότε όλο το εισόδημα που αποκτά αυτός από το προϊόν της πώλησης, της εξόφλησης ή της εξαγοράς των μετοχών ή μεριδίων, θεωρείται τόκος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Όταν οι τόκοι, όπως ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 4, καταβάλλονται ή πιστώνονται σε λογαριασμό φορέα της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 4, αν ο εν λόγω φορέας δεν επωφελείται από το δικαίωμα που προβλέπεται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 4, τότε θεωρούνται πληρωμές τόκων από το φορέα που τους καταβάλλει ή εξασφαλίζει την πληρωμή τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για την εφαρμογή των περιπτώσεων β' και δ' της πα­ ραγράφου 3 του άρθρου 4, οι φορείς πληρωμής που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα υποχρεούνται να υπολογί­ ζουν τους τόκους σε ετήσια βάση κατά τη διάρκεια πε­ ριόδου που δεν υπερβαίνει το έτος και να θεωρούν τους ετήσιους αυτούς τόκους ως πληρωμή τόκων, ακόμη και εάν δεν διενεργηθεί πώληση, εξαγορά ή εξόφληση κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Αν το ποσοστό του ενεργητικού των οργανισμών ή φορέων που αναφέρονται στις περιπτώσεις γ' και δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 4, το οποίο έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις, όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρθρου 4, δεν υπερβαίνει το δεκαπέ­ ντε τοις εκατό (15%) του συνολικού εισοδήματος, το ει­ σόδημα των περιπτώσεων γ' και δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 4 δεν θεωρείται πληρωμή τόκων. Τόκοι που καταβάλλονται ή πιστώνονται σε λογαρια­ σμό φορέα, που αναφέρεται στην περίπτωση β' της πα­ ραγράφου 2 του άρθρου 4, εάν ο φορέας αυτός είναι εγκατεστημένος στην Ελλάδα και δεν απολαμβάνει των δικαιωμάτων που προβλέπονται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 4 και το ποσοστό του ενερ­ γητικού του, που έχει επενδυθεί σε απαιτήσεις της περί­ πτωσης α' της παραγράφου 3 του άρθρου 4 δεν υπερ­ βαίνει το δεκαπέντε τοις εκατό (15%), δεν θεωρείται πληρωμή τόκων.

Άρθρο 7Υποβολή από το φορέα πληρωμής στοιχείων του πραγματικού δικαιούχουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Όταν ο πραγματικός δικαιούχος των τόκων κατοικεί σε άλλο κράτος ­ μέλος της Ε.Ε., τότε ο φορέας πληρω­ μής στην Ελλάδα υποχρεούται να παράσχει στην αρμόδια αρχή τα παρακάτω στοιχεία: α) τα στοιχεία ταυτότητας και την κατοικία του πραγμα­ τικού δικαιούχου σύμφωνα με το άρθρο 3, β) το όνομα και τη διεύθυνση του φορέα πληρωμής, γ) τον αριθμό λογαριασμού του πραγματικού δικαιού­ χου ή ελλείψει αυτού, τα στοιχεία της απαίτησης που απο­ τελεί γενεσιουργό αιτία των καταβαλλόμενων τόκων και δ) στοιχεία σχετικά με την πληρωμή των τόκων σύμφω­ να με την παράγραφο 2.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο φορέας πληρωμής υποχρεούται στην υποβολή των σχετικών πληροφοριών για τους τόκους, ταξινομώντας αυτούς στις παρακάτω κατηγορίες, τις οποίες και δηλώ­ νει στην αρμόδια αρχή: α) Το ποσό των καταβληθέντων ή πιστωθέντων τόκων στην περίπτωση που καταβάλλονται τόκοι σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 3 του άρθρου 4. β) Το ποσό του τόκου ή του εισοδήματος ή το συνολικό ποσό των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση, που αναφέρεται στις περιπτώσεις β' και δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 4. γ) Το ποσό του εισοδήματος ή το συνολικό διανεμόμε­ νο ποσό που περιλαμβάνεται στην περίπτωση γ' της πα­ ραγράφου 3 του άρθρου 4. δ) Το ποσό του τόκου που αναλογεί σε κάθε μέλος του φορέα πληρωμής της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 4, το οποίο πληροί τους όρους της παραγρά­ φου 1 του άρθρου 4, σε περίπτωση που καταβάλλονται τόκοι σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 6. ε) Το ποσό του ανοιγμένου σε ετήσια βάση τόκου, σε πε­ ρίπτωση που γίνεται εφαρμογή των οριζομένων στην πα­ ράγραφο 4 του άρθρου 6.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατ' εξαίρεση, στο αρχικό στάδιο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου, ο φορέας πληρωμής υποχρεούται στην υποβολή τουλάχιστον του συνολικού ποσού των τόκων ή του εισοδήματος και του συνολικού ποσού των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονο­ μικών ορίζεται η έναρξη ισχύος των οριζομένων από τις παραγράφους 2 και 3, η αρμόδια φορολογική αρχή στην οποία υποβάλλει ο φορέας πληρωμής τις πληροφορίες για τους τόκους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Άρθρο 8Αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριώνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Διεύθυνση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών γνωστοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο στην αρμόδια αρχή του κράτους ­ μέλους κατοικίας του πραγματικού δικαιούχου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η γνωστοποίηση πληροφοριών διεξάγεται αυτόματα τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, το αργότερο μέχρι τέλος Ιουνίου εκάστου έτους, όσον αφορά το σύνολο των τόκων που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι διατάξεις των άρθρων 19­20 και 22­23 του Ν. 1914/ 1990 (ΦΕΚ 178 Α') εφαρμόζονται στην ανταλλαγή πλη­ ροφοριών που προβλέπει ο παρών νόμος, εφόσον οι δια­ τάξεις του παρόντος δεν ορίζουν διαφορετικά.

Άρθρο 9Μεταβατική περίοδοςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Καθιερώνεται μεταβατική περίοδος για τους τόκους που αποκτά ο πραγματικός δικαιούχος, ο οποίος κατοικεί στην Ελλάδα και ο φορέας πληρωμής των οποίων είναι εγκατεστημένος στο Βέλγιο, Λουξεμβούργο ή Αυστρία. Η μεταβατική αυτή περίοδος αρχίζει από την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 13 και λήγει στο τέλος του πρώ­ του πλήρους φορολογικού έτους μετά τη μεταγενέστερη από τις παρακάτω ημερομηνίες: α) την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας την οποία η Ευρωπαϊκή Κοινότητα θα συνάψει τελευταία και με ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου, με μία από τις πα­ ρακάτω χώρες: Ελβετική Συνομοσπονδία, Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν, Δημοκρατία του Αγίου Μαρίνου, Πριγκι­ πάτο του Μονακό ή Πριγκιπάτο της Ανδόρας. Αντικείμενο των συμφωνιών θα είναι η ανταλλαγή πληροφοριών κατό­ πιν αιτήσεως, όπως ορίζεται στο υπόδειγμα συμφωνίας για την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών το οποίο εξέδωσε ο Ο.Ο.Σ.Α. στις 18 Απριλίου 2002 (εφεξής «υπό­ δειγμα συμφωνίας Ο.Ο.Σ.Α.»), καθόσον αφορά τις πλη­ ρωμές τόκων, όπως ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρ­ θρου 4, από φορείς πληρωμής εγκατεστημένους στα αντίστοιχα κράτη προς πραγματικούς δικαιούχους έχο­ ντες κατοικία σε έδαφος όπου εφαρμόζονται οι διατάξεις της Οδηγίας 2003/48/ ΕΚ, επιπλέον της εκ μέρους αυτών των χωρών παρακράτησης φόρου επί των πληρωμών αυ­ τών με το συντελεστή που ορίζεται για τις αντίστοιχες πε­ ριόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρ­ θρου 10, β) την ημερομηνία κατά την οποία το Συμβούλιο θα απο­ φασίσει ομόφωνα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερι­ κής υποχρεούνται να ανταλλάσσουν πληροφορίες κατό­ πιν αιτήσεως, κατά τα οριζόμενα στο υπόδειγμα συμφω­ νίας του Ο.Ο.Σ.Α., καθόσον αφορά τις πληρωμές τόκων, όπως ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 4, από φο­ ρείς πληρωμής εγκατεστημένους στις Η.Π.Α. προς πραγ­ ματικούς δικαιούχους έχοντες κατοικία σε έδαφος όπου εφαρμόζονται οι διατάξεις της Οδηγίας 2003/48/ΕΚ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, εφαρ­ μόζονται οι διατάξεις του άρθρου 10.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου της παρα­ γράφου 1 ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 4 έως και 13 του νόμου αυτού. Αν το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο ή η Αυ­ στρία επιλέξουν να εφαρμόσουν τα άρθρα 5 και 6 του πα­ ρόντος για την ανταλλαγή των πληροφοριών πριν λήξει η μεταβατική περίοδος, παύει αυτοδικαίως η εφαρμογή του άρθρου 10.

Άρθρο 10Παρακράτηση φόρου στην πηγή και κατανομή των εσόδωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που ορί­ ζεται στο προηγούμενο άρθρο, το εισόδημα υπό τη μορ­ φή τόκων από αποταμιεύσεις που αποκτά δικαιούχος κά­ τοικος Ελλάδος και καταβάλλεται από φορέα πληρωμής του Βελγίου, Λουξεμβούργου ή Αυστρίας, φορολογείται στην Ελλάδα σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2238/1994.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εάν στα εισοδήματα της προηγούμενης παραγρά­ φου, έχει παρακρατηθεί φόρος στο Βέλγιο, Λουξεμβούρ­ γο ή Αυστρία με συντελεστές παρακράτησης στην πηγή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) τα πρώτα τρία έτη, είκοσι τοις εκατό (20%) τα τρία επόμενα έτη και στη συνέχεια τριάντα πέντε τοις εκατό (35%), κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 11 της Οδηγίας, ο φόρος αυτός εκπίπτει από το φόρο που προκύπτει με βάση την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, εφόσον συντρέχουν οι εξής προ­ ϋποθέσεις: α) ο πραγματικός δικαιούχος προσκομίζει πιστοποιητι­ κό παρακράτησης φόρου στην πηγή και β) έχει πραγματοποιηθεί το αργότερο εντός έξι μηνών από το τέλος του προηγούμενου οικονομικού έτους η με­ ταβίβαση στην Ελλάδα του εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) των εσόδων από τον παρακρατηθέντα φόρο στην πηγή. Εάν το ποσό του φόρου αυτού υπερβαίνει το ποσό του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα, το επιπλέον ποσό φόρου επιστρέφεται στον πραγματικό δικαιούχο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εάν έχει διενεργηθεί οποιαδήποτε άλλη παρακρά­ τηση φόρου στην πηγή, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου, χορηγείται πίστωση φόρου κατ' εφαρμογή των συμβάσεων περί αποφυγής της διπλής φορολογίας πριν από την εφαρμογή της δια­ δικασίας που προβλέπεται στην προηγούμενη παρά­ γραφο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Μετά από αίτηση του πραγματικού δικαιούχου των τόκων, η αρμόδια αρχή εκδίδει το σχετικό πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την υποβολή της αιτήσεως, στο οποίο περιλαμβάνο­ νται: α) το όνομα, η διεύθυνση και ο αριθμός φορολογικού μητρώου του δικαιούχου, β) το όνομα και η διεύθυνση του φορέα πληρωμής, γ) ο αριθμός λογαριασμού του δικαιούχου και, εάν δεν υπάρχει αυτός, τα στοιχεία του τίτλου στον οποίο ενσω­ ματώνεται η απαίτηση. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομι­ κών μπορεί να οριστεί ο τύπος και τα στοιχεία που περι­ λαμβάνονται στο παραπάνω πιστοποιητικό. Το πιστοποι­ ητικό ισχύει για ένα έτος από την κοινοποίησή του στον πραγματικό δικαιούχο.

Άρθρο 11Διαπραγματεύσιμοι χρεωστικοί τίτλοιΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 9 και μέχρι τις 30 Δεκεμβρίου 2010, οι εγχώριες και διεθνείς ομολογίες και άλλοι δια­ πραγματεύσιμοι χρεωστικοί τίτλοι που έχουν εκδοθεί για πρώτη φορά πριν από την 1η Μαρτίου 2001 ή που τα ενη­ μερωτικά φυλλάδια για την εισαγωγή τους στο Χρηματι­ στήριο Αξιών έχουν εγκριθεί πριν από την ημερομηνία αυτή από τις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Οδηγία 80/390/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως ενσω­ ματώθηκε με το Π.Δ. 348/1985 (ΦΕΚ 125 Α'), ή από αρμό­ διες αρχές σε τρίτες χώρες, δεν θεωρούνται ως απαιτή­ σεις σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρθρου 4, εφόσον δεν πραγματοποιούνται επιπλέον εκδόσεις των εν λόγω διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και μετά. Αν η μεταβατι­ κή περίοδος παραταθεί πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2010, οι διατάξεις του άρθρου αυτού εξακολουθούν να ισχύουν μόνο για διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτ­ λους, εφόσον: α) περιέχουν ρήτρες επανενσωμάτωσης του εκπεσθέ­ ντος φόρου και β) καταβάλλονται τόκοι στον πραγματικό δικαιούχο που είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος ­ μέλος ή εξασφα­ λίζεται η καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού, από φορέα πληρωμής, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του παρόντος, που είναι εγκατεστημένος σε άλ­ λο κράτος ­ μέλος που εφαρμόζει την παρακράτηση φό­ ρου στην πηγή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Αν έχουν πραγματοποιηθεί επιπλέον εκδόσεις των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής από το Ελληνι­ κό Δημόσιο ή από τον Ο.Τ.Ε., τη Δ.Ε.Η. και τον Ο.Σ.Ε. ή οργανισμούς που ενεργούν ως δημόσια αρχή, η συνολι­ κή έκδοση αυτών των τίτλων, αποτελούμενη από την αρ­ χική έκδοση και τις νέες εκδόσεις, θεωρείται ως απαίτη­ ση σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρθρου 4. Αν πραγματοποιηθεί περαιτέρω έκδοση των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής από άλλον εκ­ δότη που δεν καλύπτεται από το προηγούμενο εδάφιο, η περαιτέρω αυτή έκδοση θεωρείται ως απαίτηση σύμ­ φωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρ­ θρου 4.

Άρθρο 12Μη εφαρμογή άλλων γενικών ή ειδικών διατάξεων

Οι διατάξεις του Ν. 2238/1994, των οικείων Διμερών Συμβάσεων περί Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Εισοδή­ ματος ή άλλων νόμων, κατά το μέρος που αντίκεινται στις διατάξεις των άρθρων 4 έως και 13, δεν εφαρμόζονται για τα εισοδήματα που εμπίπτουν στις πιο πάνω διατάξεις.

Άρθρο 13Έναρξη ισχύος

Η ισχύς των άρθρων 4 έως και 12 του παρόντος νόμου αρχίζει από την 1η Ιουλίου 2005, εφόσον συντρέχουν σω­ ρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) Έχουν κυρωθεί με νόμο οι Συμφωνίες της Ευρωπαϊ­ κής Κοινότητας με την Ελβετική Συνομοσπονδία, το Πρι­ γκιπάτο του Λιχτενστάιν, τη Δημοκρατία του Αγίου Μαρί­ νου, το Πριγκιπάτο του Μονακό και το Πριγκιπάτο της Αν­ δόρας με τις οποίες εφαρμόζονται μέτρα ισοδύναμα με τα οριζόμενα στο νόμο αυτόν. β) Έχουν κυρωθεί με νόμο οι διμερείς διεθνείς συμφω­ νίες για τα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη (Νήσοι της Μάγχης, Νήσος του Μαν και εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη της Καραϊβικής) για την εφαρμογή από την 1η Ιου­ λίου 2005 της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών, όπως ορίζεται στα άρθρα 5 και 6 του παρόντος ή της πα­ ρακράτησης φόρου στην πηγή κατά τη μεταβατική περίο­ δο του άρθρου 9 του παρόντος.

Αθήνα, 15 Φεβρουαρίου 2005
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 16 Φεβρουαρίου 2005
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ