63 Α' 2007

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 59/2007

Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών», όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε.

ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ - ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ – ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ – ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ - ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ – ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ
16 Μαρτίου 2007

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 63
16 Μαρτίου 2007

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 59
Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών», όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 1338/1983 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (Α΄ 34), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 6 του ν. 1440/1984 «Συμμετοχής της Ελλάδας στο Κεφάλαιο, στα Αποθεματικά και στις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων», στο κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα και του Οργανισμού ΕΥΡΑΤΟΜ (A΄ 70) όπως τροποποιήθηκε τελευταία με το άρθρο 48 του ν. 3427/2005 (Α΄ 312) και τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 1338/1983 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του ν. 1892/1990 «Για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις» (Α΄ 101).
2. Τις διατάξεις του ν. 2155/1993 «Κύρωση Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (Ε.Ο.Χ.) μετά των Πρωτοκόλλων, Δηλώσεων, Παραρτημάτων, Προσαρτημάτων και Πρακτικών αυτής και του Πρωτοκόλλου Προσαρμογής της Συμφωνίας για τον Ε.Ο.Χ. μετά των Παραρτημάτων, τελικής Πράξης και Πρακτικών αυτού» (Α΄ 104).
3. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα που κυ−
ρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ/τος 63/2005 «Κωδικοποίηση της Νομοθεσίας για την κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα (Α΄ 98).
4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος δεν προκαλείται δαπάνη εις βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
5. Την υπ’ αριθμ. Δ15/Α/Φ19/4040/24.2.2006 (Β΄ 249) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Ανάπτυξης περί «Ανάθεσης αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Ανάπτυξης Αναστάσιο Νεράντζη …………………………….».
6. Την υπ’ αριθμ. 356/2006 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Μεταφορών και Επικοινωνιών και του Υφυπουργού Ανάπτυξης αποφασίζουμε:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ – ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ
Άρθρο 18Συμβάσεις παραχώρησης έργων και υπηρεσιών (άρθρo 18 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)

Το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών, όπως ορίζονται στο άρθρο 2, παράγραφος 3, οι οποίες ανατίθενται από αναθέτοντες φορείς κατά την άσκηση μιας ή περισσοτέρων από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 4 έως 8, όταν η παραχώρηση γίνεται για την άσκηση των εν λόγω δραστηριοτήτων.

Άρθρο 19Εξαιρέσεις που ισχύουν για όλους τους αναθέτοντες φορείς και όλα τα είδη συμβάσεων (άρθρα 19 έως 23 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ) Το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στις συμβάσεις που συνάπτονται με σκοπό τη μεταπώληση ή τη μίσθωση σε τρίτους, όταν ο αναθέτων φορέας δεν απολαύει ειδικού ή αποκλειστικού δικαιώματος πώλησης ή μίσθωσης του αντικειμένου αυτών των συμβάσεων καθώς και όταν άλλοι φορείς δικαιούνται να προβαίνουν ελεύθερα στην εν λόγω πώληση ή μίσθωση με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τον αναθέτοντα φορέα. Οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, όλες τις κατηγορίες προϊόντων και δραστηριοτήτων που θεωρούν ότι εξαιρούνται δυνάμει του προηγούμενου εδαφίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στις συμβάσεις που συνάπτουν ή στους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνουν οι αναθέτοντες φορείς με σκοπούς διαφορετικούς από τις δραστηριότητες που ορίζονται στα άρθρα 4 έως 7 ή για την άσκηση αυτών των δραστηριοτήτων σε τρίτη χώρα, υπό συνθήκες που δεν προϋποθέτουν την υλική εκμετάλλευση δικτύου ή γεωγραφικής περιοχής στο εσωτερικό της Κοινότητας. Οι αναθέτοντες φορείς γνωστοποιούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, οποιαδήποτε δραστηριότητα θεωρούν ότι εξαιρείται δυνάμει του προηγούμενου εδαφίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στις συμβάσεις, οι οποίες χαρακτηρίζονται απόρρητες ή των οποίων η εκτέλεση πρέπει να συνοδεύεται από ιδιαίτερα μέτρα ασφαλείας ή όταν απαιτείται από την ανάγκη προστασίας των βασικών συμφερόντων ασφαλείας του κράτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στις συμβάσεις οι οποίες διέπονται από διαφορετικούς διαδικαστικούς κανόνες και συνάπτονται δυνάμει: α) είτε διεθνούς συμφωνίας, η οποία έχει συναφθεί, σύμφωνα με τη Συνθήκη ΕΕ, μεταξύ κράτους μέλους και μιας ή περισσοτέρων τρίτων χωρών και καλύπτει προμήθειες, έργα, υπηρεσίες ή διαγωνισμούς μελετών που προορίζονται για την από κοινού εκτέλεση ή εκμετάλλευση ενός σχεδίου από τα υπογράφοντα κράτη· κάθε συμφωνία ανακοινώνεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία μπορεί να προβαίνει σε διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της Συμβουλευτικής Επιτροπής Δημοσίων Συμβάσεων, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 68 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ Οδηγίας. β) είτε διεθνούς συμφωνίας η οποία έχει συναφθεί για τη στάθμευση στρατευμάτων και αφορά ελληνικές επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις τρίτης χώρας γ) είτε ειδικής διαδικασίας διεθνούς οργανισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α) Υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην υποπαράγραφο γ), το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις: αα) τις οποίες συνάπτει αναθέτων φορέας με συνδεδεμένη επιχείρηση, ή ββ) τις οποίες συνάπτει κοινοπραξία, η οποία έχει συσταθεί αποκλειστικά από διάφορους αναθέτοντες φορείς με σκοπό την άσκηση δραστηριοτήτων, κατά την έννοια των άρθρων 4 έως 8, με επιχείρηση συνδεδεμένη με έναν από αυτούς τους αναθέτοντες φορείς, β) Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως “συνδεδεμένη επιχείρηση” νοείται κάθε επιχείρηση, της οποίας οι ετήσιοι λογαριασμοί έχουν ενοποιηθεί με τους λογαριασμούς του αναθέτοντος φορέα σύμφωνα με τις απαιτήσεις της υπ’αριθμ. 83/349/ΕΟΚ έβδομης οδηγίας του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, βασιζόμενη στο άρθρο 44 παράγραφος 2 περίπτωση ζ) της Συνθήκης για τους ενοποιημένους λογαριασμούς (ΕΕ L 193 της 18.7.1993, σ.1. Οδηγίας) όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2001/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 283, 27.10.2001, σ.28), οι οποίες ενσωματώθηκαν στην ελληνική νομοθεσία με τις διατάξεις του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920 «περί ανωνύμων εταιρειών», όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 33 του π.δ/τος 409/1986 και όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του ν. 3460/2006 (Α΄102) ή, στην περίπτωση που οι φορείς δεν εμπίπτουν στο παρόν διάταγμα, κάθε επιχείρηση επί της οποίας ο αναθέτων φορέας μπορεί να ασκεί, άμεσα ή έμμεσα, κυρίαρχη επιρροή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β), ή η οποία μπορεί να ασκεί κυρίαρχη επιρροή επί του αναθέτοντος φορέα ή η οποία υπόκειται, από κοινού με τον αναθέτοντα φορέα, στην κυρίαρχη επιρροή μιας άλλης επιχείρησης λόγω της ιδιοκτησίας, χρηματοδοτικής συμμετοχής ή των κανόνων που τη διέπουν. γ) Η υποπαράγραφος α) εφαρμόζεται: αα) στις συμβάσεις υπηρεσιών, εφόσον το 80% τουλάχιστον του μέσου κύκλου εργασιών που πραγματοποίησε η συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την τελευταία τριετία στον τομέα των υπηρεσιών προέρχεται από την παροχή αυτών των υπηρεσιών στις επιχειρήσεις, με τις οποίες συνδέεται· ββ) στις συμβάσεις προμηθειών, εφόσον το 80% τουλάχιστον του μέσου κύκλου εργασιών που πραγματοποίησε η συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την τελευταία τριετία στον τομέα των προμηθειών προέρχεται από την παροχή αυτών των προμηθειών στις επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται· γγ) στις συμβάσεις έργων, εφόσον το 80% τουλάχιστον του μέσου κύκλου εργασιών που πραγματοποίησε η συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την τελευταία τριετία στον τομέα των έργων προέρχεται από την παροχή αυτών των έργων στις επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται. Όταν, σε συνάρτηση με την ημερομηνία δημιουργίας της συνδεδεμένης επιχείρησης ή έναρξης των δραστηριοτήτων της, δεν είναι διαθέσιμος ο κύκλος εργασιών για την τελευταία τριετία, η επιχείρηση αρκεί να αποδεικνύει ότι η πραγματοποίηση του κύκλου εργασιών που αναφέρεται στα στοιχεία αα), ββ) ή γγ), είναι πιθανή, ιδίως με προβολή δραστηριοτήτων. Όταν η ίδια ή παρόμοιες υπηρεσίες, προμήθειες ή έργα παρέχονται από περισσότερες από μία επιχειρήσεις συνδεδεμένες με τον αναθέτοντα φορέα, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων ποσοστών λαμβάνεται υπόψη ο συνολικός κύκλος εργασιών που προκύπτει αντιστοίχως από την παροχή υπηρεσιών, προμηθειών ή έργων εκ μέρους των συνδεδεμένων επιχειρήσεων. δ) Το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις: αα) τις οποίες συνάπτει κοινοπραξία, η οποία έχει συσταθεί αποκλειστικά από διάφορους αναθέτοντες φορείς, με σκοπό την άσκηση δραστηριοτήτων κατά την έννοια των άρθρων 4 έως 7, με έναν από αυτούς τους αναθέτοντες φορείς, ή ββ) τις οποίες συνάπτει αναθέτων φορέας με μια τέτοια κοινοπραξία στην οποία συμμετέχει, με την προϋπόθεση ότι η κοινοπραξία έχει συσταθεί με σκοπό την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας επί περίοδο τουλάχιστον τριών (3) ετών και ότι η συστατική πράξη της κοινοπραξίας ορίζει ότι οι αναθέτοντες φορείς, που την συγκροτούν, συμμετέχουν σε αυτήν τουλάχιστον για την εν λόγω περίοδο. ε) Οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή των υποπαραγράφων β), γ) και δ): αα) τις επωνυμίες των επιχειρήσεων ή κοινοπραξιών για τις οποίες πρόκειται ββ) τη φύση και την αξία των οριζόμενων συμβάσεων· γγ) τα στοιχεία που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κρίνει απαραίτητα για να αποδείξει ότι οι σχέσεις μεταξύ του αναθέτοντος φορέα και της επιχείρησης ή της κοινοπραξίας, στην οποία ανατίθενται οι συμβάσεις, ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 20

Εξαιρέσεις που ισχύουν για όλους τους αναθέτοντες φορείς, αλλά μόνο για τις συμβάσεις υπηρεσιών (άρθρα 24, 25 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ) Το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις υπηρεσιών, οι οποίες: α) έχουν ως αντικείμενο την αγορά ή μίσθωση, με οιουσδήποτε χρηματοδοτικούς όρους, γης, υφισταμένων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων ή αφορούν δικαιώματα επ’ αυτών. Οι συμβάσεις χρηματοοικονομικών υπηρεσιών που συνάπτονται ταυτοχρόνως, πριν ή μετά τη σύμβαση αγοράς ή μίσθωσης, υπό οποιαδήποτε μορφή, εμπίπτουν στο παρόν διάταγμα· β) αφορούν τις υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού· γ) αφορούν χρηματοοικονομικές υπηρεσίες σχετικές με την έκδοση, την αγορά, την πώληση ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, ιδίως με διαδικασίες προμήθειας χρημάτων ή κεφαλαίων από τους αναθέτοντες φορείς· δ) αφορούν συμβάσεις εργασίας· ε) αφορούν υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης, εκτός από εκείνες των οποίων τα αποτελέσματα ανήκουν αποκλειστικά στον αναθέτοντα φορέα για ιδία χρήση κατά την άσκηση της δραστηριότητάς του, εφόσον οι παρεχόμενες υπηρεσίες αμείβονται εξ ολοκλήρου από τον αναθέτοντα φορέα. στ) ανατίθενται σε φορέα, ο οποίος είναι ο ίδιος αναθέτουσα αρχή κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή ένωση τέτοιων αναθετουσών αρχών δυνάμει αποκλειστικού δικαιώματος που τους παρέχεται βάσει των κείμενων διατάξεων, εφόσον οι διατάξεις αυτές είναι σύμφωνες με τη Συνθήκη ΕΕ.

Άρθρο 21Εξαιρέσεις που ισχύουν για ορισμένους μόνον αναθέτοντες φορείς (άρθρo 26 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)

Το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται: α) στις συμβάσεις για την αγορά ύδατος, εφόσον συνάπτονται από αναθέτοντες φορείς οι οποίοι ασκούν μια ή και τις δύο από τις δραστηριότητες που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 και β) στις συμβάσεις για την προμήθεια ενέργειας ή καυσίμων που προορίζονται για την παραγωγή ενέργειας, εφόσον συνάπτονται από αναθέτοντες φορείς, οι οποίοι ασκούν δραστηριότητα που ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 3 ή στο άρθρο 8 στοιχείο α).

Άρθρο 22Συμβάσεις οι οποίες υπάγονται σε ειδικό καθεστώς, και διατάξεις σχετικά με τις κεντρικές αρχές προμηθειών καθώς και με τον γενικό μηχανισμό (άρθρα 28, 29 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να προβλέπουν την εκτέλεση συμβάσεων προμηθειών και υπηρεσιών στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης, όταν η πλειοψηφία των ενδιαφερόμενων εργαζομένων είναι άτομα με ειδικές ανάγκες, τα οποία, λόγω της φύσης ή της βαρύτητας των ειδικών αναγκών τους, δεν μπορούν να ασκήσουν επαγγελματική δραστηριότητα υπό κανονικές συνθήκες. Η προκήρυξη που χρησιμοποιείται ως πρόσκληση του διαγωνισμού αναφέρει το παρόν άρθρο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αποκτούν έργα, προϊόντα και/ή υπηρεσίες, προσφεύγοντας σε κεντρικές αρχές προμηθειών. β) Οι αναθέτοντες φορείς που αποκτούν έργα, προϊόντα και/ή υπηρεσίες, προσφεύγοντας σε κεντρική αρχή προμηθειών, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 8, θεωρείται ότι έχουν τηρήσει τις διατάξεις του παρόντος, εφόσον τις έχει τηρήσει η εν λόγω κεντρική αρχή προμηθειών, ή, ανάλογα με την περίπτωση, τους ορισμούς του π. δ/τος 60/2007.

Άρθρο 23Διαδικασία για τον προσδιορισμό του κατά πόσον δεδομένη δραστηριότητα είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό (άρθρο 30 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι συμβάσεις με αντικείμενο την άσκηση δραστηριότητας οριζόμενης στα άρθρα 4 έως 8 δεν υπόκεινται στο παρόν διάταγμα, εάν η δραστηριότητα, στην Ελλάδα, είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες η πρόσβαση δεν είναι περιορισμένη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, προκειμένου να καθορισθεί εάν μια δραστηριότητα είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό, αποφασίζεται κατόπιν κριτηρίων τα οποία είναι σύμφωνα με τις διατάξεις περί ανταγωνισμού της Συνθήκης ΕΕ, όπως τα χαρακτηριστικά των συγκεκριμένων αγαθών ή υπηρεσιών, η ύπαρξη εναλλακτικών αγαθών ή υπηρεσιών, οι τιμές και η πραγματική ή δυνητική παρουσία περισσότερων του ενός προμηθευτών των εν λόγω αγαθών ή παρόχων των εν λόγω υπηρεσιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η πρόσβαση σε μια αγορά θεωρείται ότι δεν περιορίζεται εάν εφαρμόζονται οι διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας που αναφέρονται στο Παράρτημα ΧΙ. Όταν δεν είναι δυνατόν να συναχθεί το τεκμήριο ότι υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση σε δεδομένη αγορά βάσει του πρώτου εδαφίου, πρέπει να αποδεικνύεται ότι η πρόσβαση στην εν λόγω αγορά είναι ελεύθερη εκ των πραγμάτων και εκ του νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όταν το αρμόδιο Υπουργείο κρίνει ότι, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, η παράγραφος 1 έχει εφαρμογή σε δεδομένη δραστηριότητα, απευθύνεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και της γνωστοποιεί όλα τα συναφή περιστατικά, και, ιδίως, κάθε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη ή συμφωνία που αφορά στη συμμόρφωση με τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συνοδευόμενα, ενδεχομένως, από τη θέση που έλαβε ανεξάρτητη εθνική αρχή, η οποία είναι αρμόδια για την εν λόγω δραστηριότητα. Οι συμβάσεις με αντικείμενο την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας δεν υπόκεινται πλέον στο παρόν διάταγμα: − εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκδώσει απόφαση σχετικά με τη δυνατότητα εφαρμογής της παραγράφου 1, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ και εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή, ή − δεν εκδώσει απόφαση σχετικά με αυτή τη δυνατότητα εφαρμογής εντός της προθεσμίας αυτής. Στις περιπτώσεις που η ελεύθερη πρόσβαση σε συγκεκριμένη αγορά τεκμαίρεται με βάση το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του παρόντος, και όπου μια ανεξάρτητη εθνική αρχή που είναι αρμόδια για τη σχετική δραστηριότητα έχει προσδιορίσει τη δυνατότητα εφαρμογής της παρ 1, οι συμβάσεις που προορίζονται για την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας δεν υπόκεινται πλέον στο παρόν διάταγμα, εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει καταλήξει στην αδυναμία εφαρμογής της παραγράφου 1 με απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 30 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ Οδηγίας και εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να ζητούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προσδιορίσει ότι, σε δεδομένη δραστηριότητα έχει εφαρμογή η παράγραφος 1, με απόφαση βάσει της παραγράφου 6 του άρθρου 30 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ Οδηγίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημερώνει αμέσως την ενδιαφερόμενη αρχή. Το αρμόδιο Υπουργείο ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τηρουμένων των παραγράφων 2 και 3, για όλα τα συναφή περιστατικά, και, ιδίως, για κάθε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη ή συμφωνία που αφορά στη συμμόρφωση με τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συνοδευόμενα ενδεχομένως, από τη θέση που έλαβε η ανεξάρτητη εθνική αρχή που είναι αρμόδια για τη σχετική δραστηριότητα. Εάν, μετά το πέρας της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 30 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ Οδηγίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει εκδώσει απόφαση σχετικά με την δυνατότητα εφαρμογής της παραγράφου 1 σε δεδομένη δραστηριότητα, η παράγραφος 1 τεκμαίρεται εφαρμοστέα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των παρ. 4 και 5 του παρόντος καθώς και της παρ. 6 του άρθρου 30 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ Οδηγίας καθορίζονται στην απόφαση της Επιτροπής της 7ης Ιανουαρίου 2005/15/ΕΚ (ΕΕ L 7/11.1.2005), όπως κάθε φορά ισχύει.

Αθήνα, 16 Μαρτίου 2007
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΦΥΠ. ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Α. ΝΕΡΑΝΤΖΗΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ
Γ. ΣΟΥΦΛΙΑΣ Μ. Γ. ΛΙΑΠΗΣ