63 Α' 2007

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 59/2007

Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών», όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε.

16 Μαρτίου 2007

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 63
16 Μαρτίου 2007

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 59
Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών», όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 1338/1983 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (Α΄ 34), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 6 του ν. 1440/1984 «Συμμετοχής της Ελλάδας στο Κεφάλαιο, στα Αποθεματικά και στις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων», στο κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα και του Οργανισμού ΕΥΡΑΤΟΜ (A΄ 70) όπως τροποποιήθηκε τελευταία με το άρθρο 48 του ν. 3427/2005 (Α΄ 312) και τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 1338/1983 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του ν. 1892/1990 «Για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις» (Α΄ 101).
2. Τις διατάξεις του ν. 2155/1993 «Κύρωση Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (Ε.Ο.Χ.) μετά των Πρωτοκόλλων, Δηλώσεων, Παραρτημάτων, Προσαρτημάτων και Πρακτικών αυτής και του Πρωτοκόλλου Προσαρμογής της Συμφωνίας για τον Ε.Ο.Χ. μετά των Παραρτημάτων, τελικής Πράξης και Πρακτικών αυτού» (Α΄ 104).
3. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα που κυ−
ρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ/τος 63/2005 «Κωδικοποίηση της Νομοθεσίας για την κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα (Α΄ 98).
4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος δεν προκαλείται δαπάνη εις βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
5. Την υπ’ αριθμ. Δ15/Α/Φ19/4040/24.2.2006 (Β΄ 249) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Ανάπτυξης περί «Ανάθεσης αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Ανάπτυξης Αναστάσιο Νεράντζη …………………………….».
6. Την υπ’ αριθμ. 356/2006 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Μεταφορών και Επικοινωνιών και του Υφυπουργού Ανάπτυξης αποφασίζουμε:

ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟΣΚΟΠΟΣ − ΟΡΙΣΜΟΙ – ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
Άρθρο 1Σκοπός

Σκοπός του παρόντος διατάγματος είναι η προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς το κοινοτικό δίκαιο σχετικά με τη σύναψη συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και ειδικότερα προς τις διατάξεις της υπ’αριθμ. 2004/17 οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 2004, «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών» που δημοσιεύτηκε στην ελληνική γλώσσα στην επίσημη εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τεύχος ΕΕ L 134/30.4.2004), όπως αυτή τροποποιήθηκε με τις διατάξεις: α) Της υπ’αριθμ. 2005/51/ΕΚ οδηγίας της Επιτροπής της 7ης Σεπτεμβρίου 2005 για την τροποποίηση του παραρτήματος ΧΧ της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ οδηγίας και του παραρτήματος VIII της υπ’αριθμ. 2004/18/ΕΚ οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί δημοσίων συμβάσεων (ΕΕ L 257/1.10.2005). β) Του υπ’ αριθμ. 2083/2005 Κανονισμού (ΕΚ) της Επιτροπής της 19ης Δεκεμβρίου 2005 περί τροποποίησης των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά στα κατώτατα όρια εφαρμογής τους κατά τη διαδικασία συνάψεως συμβάσεων (ΕΕ L 333/20/12/2005). γ) Του Κανονισμού (ΕΚ) 1564/2005 της Επιτροπής, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, για την κατάρτιση τυποποιημένων εντύπων προς δημοσίευση προκηρύξεων και γνωστοποιήσεων στο πλαίσιο των διαδικασιών δημοσίων συμβάσεων δυνάμει των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (EE L 257/1/31.1.2005).

Άρθρο 2Ορισμοί (άρθρο 1 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για την εφαρμογή του παρόντος διατάγματος οι παρακάτω όροι έχουν την εξής σημασία:

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Ως «συμβάσεις προμηθειών, έργων και υπηρεσιών», νοούνται συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας που συνάπτονται γραπτώς μεταξύ ενός ή περισσότερων από τους αναθέτοντες φορείς, οι οποίοι ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 και ενός ή περισσοτέρων εργοληπτών ή προμηθευτών ή παρόχων υπηρεσιών. β) Ως «συμβάσεις έργων», νοούνται συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο είτε την εκτέλεση είτε συγχρόνως τη μελέτη και την εκτέλεση εργασιών που αφορούν μία από τις αναφερόμενες στο παράρτημα ΧΙΙ δραστηριότητες ή ενός έργου είτε ακόμη την πραγματοποίηση, με οποιαδήποτε μέσα, ενός έργου το οποίο ανταποκρίνεται στις επακριβώς οριζόμενες από τον αναθέτοντα φορέα ανάγκες. Ως «έργο», νοείται το αποτέλεσμα ενός συνόλου οικοδομικών εργασιών ή εργασιών πολιτικού μηχανικού που προορίζεται να πληροί αυτό καθαυτό μια οικονομική ή τεχνική λειτουργία. γ) Ως «συμβάσεις προμηθειών», νοούνται συμβάσεις, πλην αυτών του στοιχείου β), οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την αγορά, τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση−πώληση, με ή χωρίς δικαίωμα αγοράς, προϊόντων. Σύμβαση, η οποία έχει ως αντικείμενο την προμήθεια προϊόντων και καλύπτει, παρεμπιπτόντως, εργασίες τοποθέτησης και εγκατάστασης, θεωρείται ως «σύμβαση προμηθειών». δ) Ως «συμβάσεις υπηρεσιών», νοούνται συμβάσεις πλην των συμβάσεων έργων ή προμηθειών, που έχουν ως αντικείμενο την παροχή των υπηρεσιών, οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα XVΙI. Σύμβαση, η οποία έχει ως αντικείμενο ταυτοχρόνως προϊόντα και υπηρεσίες κατά την έννοια του παραρτήματος XVΙI, θεωρείται ως «σύμβαση υπηρεσιών», εφόσον η αξία των συγκεκριμένων υπηρεσιών υπερβαίνει την αξία των προϊόντων που περιλαμβάνονται στη σύμβαση. Σύμβαση, η οποία έχει ως αντικείμενο υπηρεσίες, κατά την έννοια του παραρτήματος XVIΙ και η οποία δεν περιλαμβάνει δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα XIΙ παρά μόνο παρεμπιπτόντως σε σχέση με το κύριο αντικείμενο της σύμβασης, θεωρείται ως «σύμβαση υπηρεσιών».

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

α) Ως «σύμβαση παραχώρησης έργων», νοείται μια σύμβαση, η οποία παρουσιάζει τα ίδια χαρακτηριστικά με μια σύμβαση έργων, εκτός από το γεγονός ότι το εργολαβικό αντάλλαγμα συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης του έργου είτε στο δικαίωμα αυτό σε συνδυασμό με καταβολή αμοιβής. β) Ως «σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών», νοείται μια σύμβαση, η οποία παρουσιάζει τα ίδια χαρακτηριστικά με μια σύμβαση υπηρεσιών, εκτός από το γεγονός ότι το εργολαβικό αντάλλαγμα συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης της υπηρεσίας είτε στο δικαίωμα αυτό σε συνδυασμό με καταβολή αμοιβής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Ως «συμφωνία−πλαίσιο», νοείται μια συμφωνία συναφθείσα μεταξύ ενός ή περισσοτέρων από τους αναθέτοντες φορείς που ορίζονται στο άρθρο 3, παράγραφος 2 και ενός ή περισσότερων οικονομικών φορέων, η οποία αποσκοπεί να καθορίσει τους όρους που διέπουν τις συμβάσεις που πρόκειται να συναφθούν στη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου, ιδίως όσον αφορά στις τιμές και, κατά περίπτωση, τις προβλεπόμενες ποσότητες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ως «δυναμικό σύστημα αγορών», νοείται μια καθ' ολοκληρίαν ηλεκτρονική διαδικασία για αγορές τρέχουσας χρήσης, της οποίας τα γενικά διαθέσιμα στην αγορά χαρακτηριστικά ικανοποιούν τις ανάγκες του αναθέτοντος φορέα, είναι περιορισμένη χρονικώς και ανοικτή καθ' όλη τη διάρκειά της σε κάθε οικονομικό φορέα, ο οποίος πληροί τα κριτήρια επιλογής και έχει υποβάλει ενδεικτική προσφορά σύμφωνη προς τη συγγραφή υποχρεώσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ως «ηλεκτρονικός πλειστηριασμός» νοείται μια επαναληπτική διαδικασία που βασίζεται σε έναν ηλεκτρονικό μηχανισμό παρουσίασης νέων μειωμένων τιμών και/ή νέων αξιών ορισμένων από τα στοιχεία των προσφορών, η οποία διεξάγεται έπειτα από προκαταρκτική πλήρη αξιολόγηση των προσφορών, επιτρέποντας την ταξινόμησή τους με βάση αυτόματη επεξεργασία. Συνεπώς, συμβάσεις υπηρεσιών ή έργων, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες πνευματικού δημιουργού, όπως ο σχεδιασμός έργων, δεν μπορούν να αποτελούν αντικείμενο ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

«Εργολήπτης», «προμηθευτής» ή «πάροχος υπηρεσιών» μπορεί να είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή αναθέτων φορέας, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β) ή μια κοινοπραξία των εν λόγω προσώπων και/ή φορέων που προσφέρει, αντιστοίχως, την εκτέλεση εργασιών και/ή έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά. Με τον όρο «οικονομικός φορέας» καλύπτονται ταυτόχρονα οι έννοιες «προμηθευτής», “εργολήπτης» και «πάροχος υπηρεσιών». Χρησιμοποιείται μόνο για λόγους απλούστευσης του κειμένου. Ως «προσφέρων», νοείται ο οικονομικός φορέας που υποβάλλει προσφορά και ως «υποψήφιος» εκείνος που ζητεί πρόσκληση συμμετοχής σε διαδικασία κλειστή ή με διαπραγμάτευση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Ως «κεντρική αρχή προμηθειών», νοείται μια αναθέτουσα αρχή κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή μια αναθέτουσα αρχή κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 10 του π.δ/τος 60/2007, με το οποίο μεταφέρθηκε η Οδηγία 2004/18/ΕΚ στο ελληνικό δίκαιο, η οποία αποκτά προϊόντα ή/και υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτοντες φορείς ή αναθέτει δημόσιες συμβάσεις ή συνάπτει συμφωνίες−πλαίσια για έργα, προϊόντα ή υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτοντες φορείς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Ως «ανοικτές διαδικασίες, κλειστές διαδικασίες και διαδικασίες με διαπραγμάτευση», νοούνται οι διαδικασίες σύναψης που εφαρμόζουν οι αναθέτοντες φορείς και όπου: α) όσον αφορά στις ανοικτές διαδικασίες, κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας μπορεί να υποβάλει προσφορά· β) όσον αφορά στις κλειστές διαδικασίες, κάθε οικονομικός φορέας μπορεί να ζητεί να συμμετάσχει και μόνο οι υποψήφιοι που καλούνται από τον αναθέτοντα φορέα μπορούν να υποβάλουν προσφορά· γ) όσον αφορά στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση, ο αναθέτων φορέας απευθύνεται στους οικονομικούς φορείς της επιλογής του και διαπραγματεύεται τους όρους της σύμβασης με έναν ή περισσότερους από αυτούς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Ως «διαγωνισμοί μελετών», νοούνται οι διαδικασίες που επιτρέπουν στον αναθέτοντα φορέα να αποκτά, κυρίως στους τομείς της χωροταξίας, της πολεοδομίας, της αρχιτεκτονικής, των έργων πολιτικού μηχανικού ή της ηλεκτρονικής επεξεργασίας δεδομένων, σχέδιο ή μελέτη που επιλέγεται από κριτική επιτροπή έπειτα από διαγωνισμό, με ή χωρίς την απονομή βραβείων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Η έκφραση «γραπτώς» σημαίνει κάθε σύνολο λέξεων ή αριθμών που μπορεί να διαβάζεται, αναπαράγεται και, στη συνέχεια, γνωστοποιείται. Το σύνολο αυτό είναι δυνατόν να περιλαμβάνει πληροφορίες που διαβιβάζονται και αποθηκεύονται με ηλεκτρονικά μέσα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Ως «ηλεκτρονικό μέσο», νοείται μέσο που χρησιμοποιεί ηλεκτρονικό εξοπλισμό επεξεργασίας (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) και αποθήκευσης δεδομένων, τα οποία διαβιβάζονται, διακινούνται και παραλαμβάνονται με ενσύρματη απόδοση, με ραδιοκύματα, με οπτικά μέσα ή άλλα ηλεκτρομαγνητικά μέσα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Το «Κοινό Λεξιλόγιο για τις Δημόσιες Συμβάσεις» (CPV − Common Procurement Vocabulary) ορίζει την ονοματολογία αναφοράς που ισχύει για τις δημόσιες συμβάσεις, η οποία θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2195/2002, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, για το κοινό λεξιλόγιο για τις δημόσιες συμβάσεις (EE L 340 της 16.12.2002, σ. 1), εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την αντιστοιχία με τις άλλες υφιστάμενες ονοματολογίες. Σε περίπτωση διισταμένων ερμηνειών ως προς το πεδίο εφαρμογής του παρόντος, λόγω ενδεχόμενων διαφορών μεταξύ της ονοματολογίας CPV και της ονοματολογίας NACE που χρησιμοποιείται στο παράρτημα ΧΙ ή μεταξύ της ονοματολογίας CPV και της ονοματολογίας CPC (προσωρινή μορφή) που χρησιμοποιείται στο παράρτημα XVΙI, Α και Β, υπερισχύει αντίστοιχα η ονοματολογία NACE ή η ονοματολογία CPC.

ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ – ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ – ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ΑΝΑΘΕΤΟΝΤΕΣ ΦΟΡΕΙΣ
Άρθρο 3Αναθέτοντες φορείς (άρθρα 2, 8 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος νοούνται ως: α) «αναθέτουσες αρχές»: το κράτος, οι αρχές, τοπικές ή περιφερειακές, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου και οι ενώσεις μιας ή περισσότερων από τις προαναφερόμενες αρχές ή οργανισμούς δημοσίου δικαίου. Ως «οργανισμός δημοσίου δικαίου» θεωρείται κάθε οργανισμός, ο οποίος έχει συσταθεί με συγκεκριμένο σκοπό την κάλυψη αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν εμπίπτουν στο βιομηχανικό ή εμπορικό τομέα, έχει νομική προσωπικότητα, και του οποίου η δραστηριότητα χρηματοδοτείται κατά το μεγαλύτερο μέρος από το κράτος ή τις τοπικές ή περιφερειακές αρχές ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή του οποίου η διαχείριση υπόκειται σε έλεγχο ασκούμενο από τους οργανισμούς αυτούς ή περισσότερο από το ήμισυ των μελών του διοικητικού, του διευθυντικού ή του εποπτικού συμβουλίου του διορίζεται από το κράτος, τις τοπικές ή περιφερειακές αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου, β) «δημόσια επιχείρηση»: κάθε επιχείρηση στην οποία οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ασκούν άμεσα ή έμμεσα καθοριστική επιρροή, είτε επειδή έχουν κυριότητα ή χρηματοδοτική συμμετοχή είτε λόγω των κανόνων που διέπουν την επιχείρηση. Η καθοριστική αυτή επιρροή επί της επιχείρησης εκ μέρους των αναθετουσών αρχών τεκμαίρεται όταν οι εν λόγω αρχές, έμμεσα ή άμεσα κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος του καλυφθέντος κεφαλαίου μιας επιχείρησης, ή διαθέτουν την πλειονότητα των ψήφων, οι οποίες αντιστοιχούν στους τίτλους που έχει εκδώσει η επιχείρηση, ή μπορούν να διορίζουν περισσότερα από τα μισά μέλη του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου της επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι διατάξεις του παρόντος διατάγματος εφαρμόζονται στους αναθέτοντες φορείς, οι οποίοι α) είναι αναθέτουσες αρχές ή δημόσιες επιχειρήσεις και ασκούν μια από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 4 έως 8, β) εάν πάλι δεν είναι αναθέτουσες αρχές ή δημόσιες επιχειρήσεις, ασκούν, μεταξύ των δραστηριοτήτων τους, μία ή περισσότερες από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 4 έως 8 και απολαύουν ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων χορηγουμένων από αρμόδια κρατική αρχή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος, ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα είναι τα δικαιώματα που χορηγούνται από αρμόδια αρχή, δυνάμει διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας η οποία έχει ως αποτέλεσμα να επιφυλάσσεται σε έναν ή περισσότερους φορείς η άσκηση δραστηριότητας που ορίζεται στα άρθρα 4 έως 8 και να θίγεται ουσιωδώς η δυνατότητα άλλων φορέων να ασκήσουν την δραστηριότητα αυτή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι αναθέτοντες φορείς, κατά την έννοια του παρόντος διατάγματος, απαριθμούνται κατά τρόπο μη εξαντλητικό στους καταλόγους που παρατίθενται στα παραρτήματα Ι έως ΙΧ. Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν περιοδικά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις τροποποιήσεις που γίνονται στους οικείους καταλόγους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ
Άρθρο 4Αέριο, θερμότητα και ηλεκτρισμός (άρθρο 3 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Όσον αφορά στο αέριο και τη θερμότητα, το παρόν διάταγμα εφαρμόζεται στις ακόλουθες δραστηριότητες: α) διάθεση ή εκμετάλλευση σταθερών δικτύων σχεδιασμένων για να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής αερίου ή θερμότητας, ή β) τροφοδότηση των δικτύων αυτών με αέριο ή θερμότητα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η τροφοδότηση με αέριο ή θερμότητα δικτύων που προορίζονται να παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό από αναθέτοντα φορέα που δεν είναι αναθέτουσα αρχή, δεν θεωρείται δραστηριότητα κατά την έννοια της παραγράφου 1, όταν: α) η παραγωγή αερίου ή θερμότητας από τον ενδιαφερόμενο φορέα αποτελεί αναπόφευκτο αποτέλεσμα της άσκησης δραστηριότητας που δεν αναφέρεται στις παραγράφους 1 ή 3 του παρόντος άρθρου ή στα άρθρα 5 έως 8 και β) η τροφοδότηση του δημόσιου δικτύου αποβλέπει μόνο στην οικονομική εκμετάλλευση της παραγωγής αυτής και αντιστοιχεί το πολύ στο 20 % του κύκλου εργασιών του φορέα, με βάση το μέσο όρο των τριών τελευταίων ετών, συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος έτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Όσον αφορά στον ηλεκτρισμό, το παρόν διάταγμα εφαρμόζεται στις ακόλουθες δραστηριότητες: α) διάθεση ή εκμετάλλευση σταθερών δικτύων σχεδιασμένων για να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής ηλεκτρισμού, ή β) τροφοδότηση των εν λόγω δικτύων με ηλεκτρισμό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η τροφοδότηση με ηλεκτρισμό δικτύων που προορίζονται να παράσχουν υπηρεσίες στο κοινό από αναθέτοντα φορέα που δεν είναι αναθέτουσα αρχή δεν θεωρείται δραστηριότητα κατά την έννοια της παραγράφου 3, όταν: α) η παραγωγή ηλεκτρισμού από τον ενδιαφερόμενο φορέα γίνεται διότι η κατανάλωσή του είναι αναγκαία για την άσκηση δραστηριότητας που δεν αναφέρεται στις παραγράφους 1 ή 3 του παρόντος άρθρου ή στα άρθρα 5 έως 8 και β) η τροφοδότηση του δημόσιου δικτύου εξαρτάται μόνον από την ιδιοκατανάλωση του φορέα και δεν υπερβαίνει το 30 % της συνολικής παραγωγής ενέργειας του φορέα, με βάση το μέσο όρο των τριών (3) τελευταίων ετών, συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος έτους.

Άρθρο 5Ύδωρ (άρθρο 4 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το παρόν διάταγμα εφαρμόζεται στις ακόλουθες δραστηριότητες: α) διάθεση ή εκμετάλλευση σταθερών δικτύων σχεδιασμένων για να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής πόσιμου ύδατος, ή β) τροφοδότηση των εν λόγω δικτύων με πόσιμο ύδωρ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το παρόν διάταγμα εφαρμόζεται επίσης στις συμβάσεις που συνάπτονται ή στους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται από τους φορείς που ασκούν δραστηριότητα οριζόμενη στην παράγραφο 1, και τα οποία: α) συνδέονται με έργα υδραυλικής μηχανικής, αρδευτικών ή αποστραγγιστικών έργων, εφόσον ο όγκος του ύδατος που προορίζεται για εφοδιασμό με πόσιμο ύδωρ υπερβαίνει το 20 % του συνολικού όγκου ύδατος που διατίθεται για τα εν λόγω σχέδια ή εγκαταστάσεις άρδευσης ή αποστράγγισης, ή β) συνδέονται με την αποχέτευση ή την επεξεργασία λυμάτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η τροφοδότηση με πόσιμο ύδωρ δικτύων που προορίζονται να παράσχουν υπηρεσίες στο κοινό από αναθέτοντα φορέα που δεν είναι αναθέτουσα αρχή δεν θεωρείται ως δραστηριότητα κατά την έννοια της παραγράφου 1, όταν: α) η παραγωγή πόσιμου ύδατος από τον ενδιαφερόμενο φορέα γίνεται, διότι η κατανάλωσή του είναι αναγκαία για την άσκηση δραστηριότητας που δεν αναφέρεται στα άρθρα 4 έως 8 και β) η τροφοδότηση του δημόσιου δικτύου εξαρτάται μόνον από την ιδιοκατανάλωση του φορέα και δεν υπερβαίνει το 30 % της συνολικής παραγωγής πόσιμου ύδατος του φορέα, με βάση το μέσο όρο των τριών (3) προηγουμένων ετών, συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος έτους.

Άρθρο 6Υπηρεσίες μεταφορών (άρθρο 5 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το παρόν διάταγμα εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που αποσκοπούν στη διάθεση ή την εκμετάλλευση δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό στους τομείς των μεταφορών με σιδηρόδρομο, αυτόματα συστήματα, τραμ, τρόλεϊ, λεωφορεία ή καλώδιο. Όσον αφορά στις υπηρεσίες μεταφορών, θεωρείται ότι υφίσταται δίκτυο όταν η υπηρεσία παρέχεται με τους όρους που ορίζονται από την αρμόδια αρχή, όπως εκείνοι που αφορούν τις ακολουθητέες διαδρομές, τη διαθέσιμη μεταφορική ικανότητα ή τη συχνότητα παροχής της υπηρεσίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται στους φορείς που παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες μεταφορών με λεωφορείο, οι οποίοι είχαν αποκλεισθεί από το πεδίο εφαρμογής του π.δ/τος 57/2000 (Α΄45) δυνάμει της παρ.2 του άρθρου 5 αυτού, με το οποίο μεταφέρθηκε η οδηγία 93/38/ΕΟΚ (άρθρο 2 παρ.4 αυτής ) στο ελληνικό δίκαιο.

Άρθρο 7Ταχυδρομικές υπηρεσίες (άρθρο 6 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το παρόν διάταγμα εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που αποσκοπούν στην παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών ή, με βάση τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 στοιχείο γ), άλλων υπηρεσιών πλην των ταχυδρομικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος και με την επιφύλαξη του ν.2668/1998 (Α΄282), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, νοούνται ως: α) «ταχυδρομικό αντικείμενο»: αντικείμενο με συγκεκριμένο παραλήπτη, αποστελλόμενο υπό την τελική του μορφή, ανεξάρτητα από το βάρος του· τα αντικείμενα αυτά περιλαμβάνουν, π.χ., πέραν των αντικειμένων αλληλογραφίας, βιβλία, καταλόγους, εφημερίδες, περιοδικά και ταχυδρομικά δέματα που περιέχουν αντικείμενα με ή χωρίς εμπορική αξία, ανεξάρτητα από το βάρος τους· β) «ταχυδρομικές υπηρεσίες»: υπηρεσίες που συνίστανται στη συλλογή, διαλογή, μεταφορά και διανομή ταχυδρομικών αντικειμένων. Στις υπηρεσίες αυτές περιλαμβάνονται οι εξής: − “ανατιθέμενες κατ’ αποκλειστικότητα ταχυδρομικές υπηρεσίες”: ταχυδρομικές υπηρεσίες που ανατίθενται ή μπορούν να ανατίθενται κατ’ αποκλειστικότητα βάσει του άρθρου 7 της οδηγίας 97/67/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε με το ν. 2668/1998 «Οργάνωση του τομέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» (Α΄ 282), όπως τροποποιήθηκε με το ν. 3185/2003 «τροποποίηση του ν. 2668/1998, εναρμόνιση με την οδηγία 2002/39/ΕΚ, ρυθμίσεις θεμάτων του Οργανισμού Ελληνικά Ταχυδρομεία (ΕΛ.ΤΑ) και άλλες διατάξεις» (Α΄229). − “άλλες ταχυδρομικές υπηρεσίες”: ταχυδρομικές υπηρεσίες που δεν επιτρέπεται να ανατίθενται κατ’ αποκλειστικότητα βάσει του άρθρου 7 της οδηγίας 97/67/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε με το ν. 2668/1998 (Α΄ 282), όπως τροποποιήθηκε με το ν. 3185/2003 (Α΄229) και γ) “άλλες υπηρεσίες πλην των ταχυδρομικών”: υπηρεσίες παρεχόμενες στους ακόλουθους τομείς: − υπηρεσίες διαχείρισης της αλληλογραφίας (τόσο προγενέστερες όσο και μεταγενέστερες της αποστολής, όπως “mailroom management services”), − υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας που συνδέονται με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και παρέχονται εξ ολοκλήρου με ηλεκτρονικά μέσα (περιλαμβανομένης της ασφαλούς διαβίβασης κωδικοποιημένων εγγράφων με ηλεκτρονικά μέσα, της διαχείρισης διευθύνσεων και της διαβίβασης συστημένου ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), − υπηρεσίες συνδεόμενες με ταχυδρομικά αντικείμενα που δεν περιλαμβάνονται στο στοιχείο α), όπως το διαφημιστικό ταχυδρομείο χωρίς συγκεκριμένο παραλήπτη, − χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, όπως ορίζονται στην κατηγορία 6 του Παραρτήματος XVΙΙ A και στο άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο γ), συμπεριλαμβανομένων ιδίως των ταχυδρομικών ενταλμάτων πληρωμής και των ταχυδρομικών μεταφορών πιστώσεων, − φιλοτελικές υπηρεσίες και − υπηρεσίες εφοδιαστικής διαχείρισης (υπηρεσίες που συνδυάζουν τη φυσική παράδοση και/ ή την εναποθήκευση με άλλα μη ταχυδρομικά καθήκοντα), εφόσον οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται από φορέα ο οποίος παρέχει επίσης ταχυδρομικές υπηρεσίες κατά την έννοια του στοιχείου β) πρώτη και δεύτερη περίπτωση, και εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1, όσον αφορά στις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται σε αυτές τις περιπτώσεις.

Άρθρο 8Αναζήτηση, εξόρυξη και συλλογή πετρελαίου, αερίου, άνθρακα και άλλων στερεών καυσίμων.

Διάθεση λιμένων και αερολιμένων σε μεταφορείς (άρθρο 7 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ) Το παρόν διάταγμα εφαρμόζεται στις δραστηριότητες εκμετάλλευσης μιας γεωγραφικής περιοχής με σκοπό: α) την αναζήτηση, εξόρυξη και συλλογή πετρελαίου, αερίου, άνθρακα ή άλλων στερεών καυσίμων, ή β) τη διάθεση αερολιμένων, θαλάσσιων λιμένων ή λιμένων εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή άλλων τερματικών σταθμών μεταφορικών μέσων, σε αεροπορικούς, θαλάσσιους ή ποτάμιους μεταφορείς.

Άρθρο 9Συμβάσεις που αφορούν διάφορες δραστηριότητες (άρθρο 9 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Σύμβαση για τη διεξαγωγή περισσότερων δραστηριοτήτων ακολουθεί τους κανόνες που ισχύουν για τη δραστηριότητα για την οποία προορίζεται κυρίως. Η επιλογή μεταξύ της σύναψης μιας μόνο σύμβασης και (της σύναψης) πολλών χωριστών συμβάσεων δεν μπορεί να έχει ως στόχο την καταστρατήγηση της εφαρμογής τόσο του παρόντος διατάγματος όσο και του π. δ/τος 60/2007.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Εάν μία από τις δραστηριότητες που αποτελούν αντικείμενο της συμβάσεως, εμπίπτει στο παρόν διάταγμα και η άλλη εμπίπτει στο π.δ. 60/2007 και είναι αντικειμενικώς αδύνατον να προσδιορισθεί για ποια δραστηριότητα προορίζεται κυρίως η σύμβαση, η σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με το π.δ. 60/2007.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εάν μία από τις δραστηριότητες, για τις οποίες προορίζεται η σύμβαση, εμπίπτει στο παρόν διάταγμα και η άλλη δεν εμπίπτει στο παρόν διάταγμα ή στο π.δ. 60/2007 και είναι αντικειμενικώς αδύνατον να προσδιορισθεί για ποια δραστηριότητα προορίζεται κυρίως η σύμβαση, η σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με το παρόν διάταγμα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
Άρθρο 10Αρχές για την ανάθεση των συμβάσεων (άρθρο 10 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)

Οι αναθέτοντες φορείς αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις, ενεργώντας με διαφάνεια.

Άρθρο 11Οικονομικοί φορείς (άρθρο 11 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες οι οποίοι, δυνάμει του δικαίου κράτους μέλους, στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, έχουν δικαίωμα να διενεργούν τη συγκεκριμένη παροχή, δεν μπορούν να απορρίπτονται για μόνον το λόγο ότι θα έπρεπε να είναι είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα. Εντούτοις, προκειμένου για τις συμβάσεις έργων, υπηρεσιών και προμηθειών που περιλαμβάνουν επιπλέον εργασίες και/ή υπηρεσίες τοποθέτησης και εγκατάστασης, είναι δυνατόν να ζητείται από τα νομικά πρόσωπα να αναφέρουν, στις προσφορές ή στις αιτήσεις συμμετοχής τους, τα ονόματα και τα κατάλληλα επαγγελματικά προσόντα των προσώπων, στα οποία ανατίθεται η εκτέλεση της σύμβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι κοινοπραξίες οικονομικών φορέων δύνανται να υποβάλλουν προσφορές ή υποψηφιότητες. Για την υποβολή μιας προσφοράς ή μιας αίτησης συμμετοχής, οι αναθέτοντες φορείς δεν μπορούν να απαιτούν να έχουν οι οικονομικοί φορείς συγκεκριμένη νομική μορφή. Η επιλεγόμενη κοινοπραξία είναι δυνατόν να υποχρεούται να περιβληθεί συγκεκριμένη νομική μορφή στο βαθμό που η περιβολή αυτής της νομικής μορφής είναι αναγκαία για την προσήκουσα εκτέλεση της σύμβασης.

Άρθρο 12Όροι που αφορούν τις συμφωνίες που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού

Εμπορίου (άρθρο 12 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ) Κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων από τους αναθέτοντες φορείς, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν στις σχέσεις τους εξίσου ευνοϊκούς όρους με εκείνους που παρέχουν στους οικονομικούς φορείς τρίτων χωρών κατ’ εφαρμογήν της συμφωνίας περί δημοσίων συμβάσεων, η οποία συνήφθη στο πλαίσιο διαπραγματεύσεων του Γύρου Ουρουγουάης (GATT). Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη διαβουλεύονται περί των μέτρων εφαρμογής της συμφωνίας, στο πλαίσιο της Συμβουλευτικής Επιτροπής Δημοσίων Συμβάσεων. ΦΕΚ 1503

Άρθρο 13Εχεμύθεια (άρθρo 13 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κατά τη διαβίβαση των τεχνικών προδιαγραφών στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς, την προεπιλογή και την επιλογή των οικονομικών φορέων καθώς και τη σύναψη των συμβάσεων, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιβάλλουν όρους, προκειμένου να προστατεύσουν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών που διαβιβάζουν.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος διατάγματος, ιδίως δε εκείνων που αφορούν τις υποχρεώσεις σχετικά με τη δημοσιοποίηση των συναπτομένων συμβάσεων και την ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων, που ορίζονται στα άρθρα 35 και 40, και τις κείμενες διατάξεις, ο αναθέτων φορέας δεν αποκαλύπτει πληροφορίες που του έχουν διαβιβάσει οικονομικοί φορείς και τις οποίες έχουν χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικές. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν, ιδίως, τα τεχνικά ή εμπορικά απόρρητα και τις εμπιστευτικές πτυχές των προσφορών.

Άρθρο 14Συμφωνίες−πλαίσια (άρθρo 14 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να θεωρούν συμφωνία−πλαίσιο, ως σύμβαση κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 2 και να εφαρμόζουν για την ανάθεσή της το παρόν διάταγμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όταν οι αναθέτοντες φορείς έχουν συνάψει συμφωνία−πλαίσιο σύμφωνα με το παρόν διάταγμα, μπορούν να εφαρμόζουν το άρθρο 25 παράγραφος 3 σημείο θ) όταν συνάπτουν συμβάσεις που βασίζονται στη συμφωνία αυτή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Όταν μια συμφωνία−πλαίσιο δεν έχει συναφθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, οι αναθέτοντες φορείς δεν μπορούν να εφαρμόζουν το άρθρο 25 παράγραφος 3 σημείο θ).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι αναθέτοντες φορείς δεν μπορούν να προσφεύγουν στις συμφωνίες−πλαίσια καταχρηστικά κατά τρόπο που να εμποδίζει, να περιορίζει ή να νοθεύει τον ανταγωνισμό.

Άρθρο 15Δυναμικά συστήματα αγορών (άρθρo 15 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να προσφεύγουν σε δυναμικά συστήματα αγορών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για την εφαρμογή ενός δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτοντες φορείς ακολουθούν τους κανόνες της ανοικτής διαδικασίας σε όλες τις φάσεις της μέχρι την ανάθεση των συμβάσεων στο πλαίσιο αυτού του συστήματος. Γίνονται δεκτοί στο σύστημα όλοι οι προσφέροντες, οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια επιλογής και έχουν υποβάλει ενδεικτική προσφορά σύμφωνη προς τη συγγραφή υποχρεώσεων και τα ενδεχόμενα συμπληρωματικά έγγραφα· οι ενδεικτικές προσφορές μπορούν να βελτιώνονται οιαδήποτε στιγμή, υπό τον όρο ότι εξακολουθούν να συνάδουν προς τη συγγραφή υποχρεώσεων. Για την εφαρμογή του συστήματος και τη σύναψη των συμβάσεων στο πλαίσιο του συστήματος, οι αναθέτοντες φορείς χρησιμοποιούν αποκλειστικώς ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 παράγραφοι 2 έως 5.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τους σκοπούς της εφαρμογής του δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτοντες φορείς: α) δημοσιεύουν προκήρυξη διαγωνισμού, διευκρινίζοντας ότι πρόκειται για δυναμικό σύστημα αγορών, β) διευκρινίζουν, μεταξύ άλλων, στη συγγραφή υποχρεώσεων τη φύση των προβλεπόμενων αγορών που αποτελούν αντικείμενο αυτού του συστήματος καθώς και όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που αφορούν το σύστημα αγορών, το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό εξοπλισμό και τις τεχνικές διευθετήσεις και προδιαγραφές της σύνδεσης, γ) προσφέρουν ελεύθερη, άμεση και πλήρη πρόσβαση με ηλεκτρονικά μέσα στη συγγραφή υποχρεώσεων και σε κάθε συμπληρωματικό έγγραφο, ήδη από τη δημοσίευση της προκήρυξης έως τη λήξη του συστήματος, και αναφέρουν στην προκήρυξη τη διεύθυνση στο Διαδίκτυο, στην οποία μπορούν να μελετώνται αυτά τα έγγραφα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι αναθέτοντες φορείς παρέχουν, καθ’ όλη τη διάρκεια του δυναμικού συστήματος αγορών, τη δυνατότητα σε κάθε οικονομικό φορέα να υποβάλει ενδεικτική προσφορά με σκοπό να γίνει δεκτός στο σύστημα σύμφωνα με τους όρους που προβλέπει η παράγραφος 2. Ολοκληρώνουν την αξιολόγηση εντός μέγιστης προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών, η οποία αρχίζει από την υποβολή της ενδεικτικής προσφοράς. Μπορούν, ωστόσο να παρατείνουν την αξιολόγηση εφόσον, εν τω μεταξύ, δεν έχει μεσολαβήσει άλλος διαγωνισμός. Ο αναθέτων φορέας ενημερώνει, το ταχύτερο δυνατόν, τον προσφέροντα, για τον οποίο γίνεται λόγος στο πρώτο εδάφιο, σχετικά με την αποδοχή του στο δυναμικό σύστημα αγορών ή την απόρριψη της ενδεικτικής προσφοράς του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Κάθε σύμβαση πρέπει να αποτελεί αντικείμενο διαγωνισμού. Πριν από τον εν λόγω διαγωνισμό, οι αναθέτοντες φορείς δημοσιεύουν απλουστευμένη προκήρυξη διαγωνισμού, με την οποία καλούν όλους τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να υποβάλουν ενδεικτική προσφορά, σύμφωνα με την παράγραφο 4, εντός προθεσμίας η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δεκαπέντε (15) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της απλουστευμένης προκήρυξης. Οι αναθέτοντες φορείς προχωρούν στον διαγωνισμό μόνο μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης όλων των ενδεικτικών προσφορών που έχουν υποβληθεί εντός της εν λόγω προθεσμίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι αναθέτοντες φορείς καλούν όλους τους προσφέροντες που έχουν γίνει δεκτοί στο σύστημα να υποβάλουν προσφορά για κάθε συγκεκριμένη σύμβαση που πρόκειται να συναφθεί στο πλαίσιο του συστήματος. Για το σκοπό αυτόν, καθορίζουν επαρκή προθεσμία για την υποβολή των προσφορών. Η ανάθεση της σύμβασης γίνεται στον προσφέροντα, ο οποίος υπέβαλε την καλύτερη προσφορά σύμφωνα με τα κριτήρια ανάθεσης, τα οποία επισημαίνονται στην προκήρυξη διαγωνισμού για την έναρξη εφαρμογής του δυναμικού συστήματος αγορών. Τα κριτήρια αυτά μπορούν, ενδεχομένως, να προσδιορίζονται στην προαναφερθείσα πρόσκληση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η διάρκεια ενός δυναμικού συστήματος αγορών δεν μπορεί να υπερβαίνει την τετραετία, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις ειδικά αιτιολογημένες. Οι αναθέτοντες φορείς δεν μπορούν να προσφεύγουν σε αυτό το σύστημα κατά τρόπον ώστε να εμποδίζουν, περιορίζουν ή στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό. Οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς ή οι συμμετέχοντες στο σύστημα δεν επιβαρύνονται με έξοδα διεκπεραίωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ΚΑΤΩΤΑΤΑ ΟΡΙΑ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Άρθρο 16Κατώτατα όρια των συμβάσεων (άρθρο 16 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, άρθρο 1 παρ.1 του Κανονισμού 2083/2005)

Εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου αποκλείονται με βάση τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 19 έως 21 ή δυνάμει του άρθρου 23, σχετικά με την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας, το παρόν διάταγμα εφαρμόζεται στις συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, των οποίων η εκτιμώμενη αξία, χωρίς τον φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ), ισούται με ή υπερβαίνει τα ακόλουθα κατώτατα όρια: α) των 422.000 ευρώ για τις συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών, β) των 5.278.000 ευρώ για τις συμβάσεις έργων.

Άρθρο 17Μέθοδοι υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων, των συμφωνιών−πλαισίων και των δυναμικών συστημάτων αγορών (άρθρο 17 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας μιας σύμβασης βασίζεται στο συνολικό πληρωτέο ποσό, εκτός ΦΠΑ, εκτιμώμενο από τον αναθέτοντα φορέα. Ο υπολογισμός αυτός λαμβάνει υπόψη το εκτιμώμενο συνολικό ποσό, συμπεριλαμβανομένου του τυχόν προβλεπόμενου δικαιώματος προαιρέσεως ή τυχόν ανανεώσεων της σύμβασης. Στην περίπτωση που ο αναθέτων φορέας προβλέπει βραβεία ή την καταβολή χρηματικών ποσών στους υποψηφίους ή προσφέροντες, λαμβάνει τα ποσά αυτά υπόψη του κατά τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι αναθέτοντες φορείς δεν μπορούν να καταστρατηγούν το παρόν διάταγμα κατατέμνοντας τα σχέδια έργων ή τις προτεινόμενες αγορές για την απόκτηση συγκεκριμένης ποσότητας προμηθειών και/ή υπηρεσιών ή χρησιμοποιώντας ειδικές μεθόδους υπολογισμού της αξίας των συμβάσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τις συμφωνίες−πλαίσια και για τα δυναμικά συστήματα αγορών, η εκτιμώμενη αξία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η μέγιστη εκτιμώμενη αξία εκτός ΦΠΑ του συνόλου των συμβάσεων που προβλέπονται για τη συνολική διάρκεια της συμφωνίας ή του συστήματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για τους σκοπούς του άρθρου 16, οι αναθέτοντες φορείς περιλαμβάνουν στην εκτιμώμενη αξία των συμβάσεων έργων την αξία των εργασιών καθώς και όλων των προμηθειών ή υπηρεσιών που απαιτούνται για την εκτέλεση των έργων, και τις θέτουν στη διάθεση του εργολήπτη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η αξία των προμηθειών ή των υπηρεσιών που δεν είναι απαραίτητες για την εκτέλεση μιας συγκεκριμένης σύμβασης έργων δεν μπορεί να προστίθεται στην αξία αυτής της σύμβασης έργων, με αποτέλεσμα να εξαιρείται η απόκτηση αυτών των προμηθειών ή υπηρεσιών από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

α) Όταν προτεινόμενο έργο ή προτεινόμενη αγορά υπηρεσιών μπορεί να οδηγήσει σε ταυτόχρονη σύναψη χωριστών συμβάσεων κατά τμήματα, λαμβάνεται υπόψη η εκτιμώμενη συνολική αξία όλων αυτών των τμημάτων. Όταν η συνολική αξία των τμημάτων είναι ίση με ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που καθορίζεται στο άρθρο 16, το παρόν διάταγμα εφαρμόζεται στη σύναψη κάθε τμήματος. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να παρεκκλίνουν από την εφαρμογή αυτή για τα τμήματα, η εκτιμώμενη αξία των οποίων εκτός ΦΠΑ είναι μικρότερη των 80.000 ευρώ για τις υπηρεσίες και του 1.000.000 ευρώ για τα έργα υπό τον όρο ότι το συνολικό ποσό των συγκεκριμένων τμημάτων δεν υπερβαίνει το 20% της συνολικής αξίας όλων των τμημάτων. β) Όταν ένα σχέδιο αγοράς για την απόκτηση ομοιογενών προμηθειών μπορεί να οδηγήσει σε ταυτόχρονη σύναψη χωριστών συμβάσεων κατά τμήματα, λαμβάνεται υπόψη η εκτιμώμενη συνολική αξία όλων αυτών των τμημάτων κατά την εφαρμογή του άρθρου 16. Όταν η συνολική αξία των τμημάτων είναι ίση με ή υπερβαίνει την αξία που καθορίζεται στο άρθρο 16, το παρόν διάταγμα εφαρμόζεται στη σύναψη κάθε τμήματος. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να παρεκκλίνουν από την εφαρμογή αυτή για τα τμήματα η εκτιμώμενη αξία των οποίων εκτός ΦΠΑ είναι μικρότερη των 80.000 ευρώ, υπό τον όρο ότι το συνολικό ποσό των συγκεκριμένων τμημάτων δεν υπερβαίνει το 20 % της συνολικής αξίας όλων των τμημάτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Όταν πρόκειται για συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών, οι οποίες έχουν περιοδικό χαρακτήρα ή προβλέπεται να ανανεωθούν μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης γίνεται με βάση: α) είτε την πραγματική συνολική αξία των διαδοχικών συμβάσεων του ιδίου τύπου που έχουν συναφθεί κατά τη διάρκεια του προηγούμενου δωδεκαμήνου ή οικονομικού έτους, η οποία, ει δυνατόν, αναπροσαρμόζεται, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ενδεχόμενες μεταβολές στις ποσότητες ή στην αξία τους κατά τους δώδεκα (12) μήνες που έπονται της αρχικής σύμβασης β) είτε την εκτιμώμενη συνολική αξία των διαδοχικών συμβάσεων που συνήφθησαν κατά το δωδεκάμηνο που έπεται της πρώτης παράδοσης ή κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, εφόσον αυτό υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας μιας σύμβασης που περιλαμβάνει ταυτοχρόνως υπηρεσίες και προμήθειες βασίζεται στη συνολική αξία των υπηρεσιών και των προμηθειών, ανεξάρτητα από την επιμέρους αξία τους. Στον υπολογισμό αυτόν, περιλαμβάνεται η αξία των εργασιών τοποθέτησης και εγκατάστασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Όσον αφορά στις συμβάσεις προμηθειών που έχουν ως αντικείμενο τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση−πώληση προϊόντων, ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης λαμβάνεται: α) για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, εάν ο χρόνος αυτός είναι δώδεκα (12) μήνες ή λιγότερο, η εκτιμώμενη συνολική αξία για τη διάρκεια της σύμβασης ή, αν η διάρκεια αυτή υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες, η συνολική αξία της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένης της εκτιμώμενης υπολειπόμενης αξίας και β) για τις συμβάσεις αορίστου χρόνου ή τις συμβάσεις των οποίων η διάρκεια δεν μπορεί να προσδιορισθεί, η μηνιαία αξία πολλαπλασιασμένη επί σαράντα οκτώ (48).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας συμβάσεων υπηρεσιών, λαμβάνονται υπόψη, ανάλογα με την περίπτωση, τα ακόλουθα ποσά: α) όσον αφορά στις ασφαλιστικές υπηρεσίες, το καταβλητέο ασφάλιστρο και οι άλλοι τρόποι αμοιβής β) όσον αφορά στις τραπεζικές και άλλες χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, οι αμοιβές, οι προμήθειες, οι τόκοι και οι άλλοι τρόποι αμοιβής γ) όσον αφορά στις συμβάσεις που περιλαμβάνουν μελέτες, οι αμοιβές, προμήθειες και οι άλλοι τρόποι αμοιβής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Όταν πρόκειται για συμβάσεις υπηρεσιών στις οποίες δεν αναφέρεται συνολική τιμή, ως βάση υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων λαμβάνεται: α) για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, εάν η διάρκειά τους είναι ίση ή μικρότερη από σαράντα οκτώ (48) μήνες, η συνολική αξία για όλη τη διάρκεια της σύμβασης· β) για τις συμβάσεις αορίστου χρόνου ή τις συμβάσεις των οποίων η διάρκεια υπερβαίνει τους σαράντα οκτώ (48) μήνες, η μηνιαία αξία πολλαπλασιασμένη επί σαράντα οκτώ (48).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ – ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ
Άρθρο 18Συμβάσεις παραχώρησης έργων και υπηρεσιών (άρθρo 18 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)

Το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών, όπως ορίζονται στο άρθρο 2, παράγραφος 3, οι οποίες ανατίθενται από αναθέτοντες φορείς κατά την άσκηση μιας ή περισσοτέρων από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 4 έως 8, όταν η παραχώρηση γίνεται για την άσκηση των εν λόγω δραστηριοτήτων.

Άρθρο 19Εξαιρέσεις που ισχύουν για όλους τους αναθέτοντες φορείς και όλα τα είδη συμβάσεων (άρθρα 19 έως 23 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ) Το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στις συμβάσεις που συνάπτονται με σκοπό τη μεταπώληση ή τη μίσθωση σε τρίτους, όταν ο αναθέτων φορέας δεν απολαύει ειδικού ή αποκλειστικού δικαιώματος πώλησης ή μίσθωσης του αντικειμένου αυτών των συμβάσεων καθώς και όταν άλλοι φορείς δικαιούνται να προβαίνουν ελεύθερα στην εν λόγω πώληση ή μίσθωση με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τον αναθέτοντα φορέα. Οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, όλες τις κατηγορίες προϊόντων και δραστηριοτήτων που θεωρούν ότι εξαιρούνται δυνάμει του προηγούμενου εδαφίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στις συμβάσεις που συνάπτουν ή στους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνουν οι αναθέτοντες φορείς με σκοπούς διαφορετικούς από τις δραστηριότητες που ορίζονται στα άρθρα 4 έως 7 ή για την άσκηση αυτών των δραστηριοτήτων σε τρίτη χώρα, υπό συνθήκες που δεν προϋποθέτουν την υλική εκμετάλλευση δικτύου ή γεωγραφικής περιοχής στο εσωτερικό της Κοινότητας. Οι αναθέτοντες φορείς γνωστοποιούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, οποιαδήποτε δραστηριότητα θεωρούν ότι εξαιρείται δυνάμει του προηγούμενου εδαφίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στις συμβάσεις, οι οποίες χαρακτηρίζονται απόρρητες ή των οποίων η εκτέλεση πρέπει να συνοδεύεται από ιδιαίτερα μέτρα ασφαλείας ή όταν απαιτείται από την ανάγκη προστασίας των βασικών συμφερόντων ασφαλείας του κράτους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Στις συμβάσεις οι οποίες διέπονται από διαφορετικούς διαδικαστικούς κανόνες και συνάπτονται δυνάμει: α) είτε διεθνούς συμφωνίας, η οποία έχει συναφθεί, σύμφωνα με τη Συνθήκη ΕΕ, μεταξύ κράτους μέλους και μιας ή περισσοτέρων τρίτων χωρών και καλύπτει προμήθειες, έργα, υπηρεσίες ή διαγωνισμούς μελετών που προορίζονται για την από κοινού εκτέλεση ή εκμετάλλευση ενός σχεδίου από τα υπογράφοντα κράτη· κάθε συμφωνία ανακοινώνεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία μπορεί να προβαίνει σε διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της Συμβουλευτικής Επιτροπής Δημοσίων Συμβάσεων, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 68 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ Οδηγίας. β) είτε διεθνούς συμφωνίας η οποία έχει συναφθεί για τη στάθμευση στρατευμάτων και αφορά ελληνικές επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις τρίτης χώρας γ) είτε ειδικής διαδικασίας διεθνούς οργανισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

α) Υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην υποπαράγραφο γ), το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις: αα) τις οποίες συνάπτει αναθέτων φορέας με συνδεδεμένη επιχείρηση, ή ββ) τις οποίες συνάπτει κοινοπραξία, η οποία έχει συσταθεί αποκλειστικά από διάφορους αναθέτοντες φορείς με σκοπό την άσκηση δραστηριοτήτων, κατά την έννοια των άρθρων 4 έως 8, με επιχείρηση συνδεδεμένη με έναν από αυτούς τους αναθέτοντες φορείς, β) Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως “συνδεδεμένη επιχείρηση” νοείται κάθε επιχείρηση, της οποίας οι ετήσιοι λογαριασμοί έχουν ενοποιηθεί με τους λογαριασμούς του αναθέτοντος φορέα σύμφωνα με τις απαιτήσεις της υπ’αριθμ. 83/349/ΕΟΚ έβδομης οδηγίας του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, βασιζόμενη στο άρθρο 44 παράγραφος 2 περίπτωση ζ) της Συνθήκης για τους ενοποιημένους λογαριασμούς (ΕΕ L 193 της 18.7.1993, σ.1. Οδηγίας) όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2001/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 283, 27.10.2001, σ.28), οι οποίες ενσωματώθηκαν στην ελληνική νομοθεσία με τις διατάξεις του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920 «περί ανωνύμων εταιρειών», όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 33 του π.δ/τος 409/1986 και όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του ν. 3460/2006 (Α΄102) ή, στην περίπτωση που οι φορείς δεν εμπίπτουν στο παρόν διάταγμα, κάθε επιχείρηση επί της οποίας ο αναθέτων φορέας μπορεί να ασκεί, άμεσα ή έμμεσα, κυρίαρχη επιρροή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β), ή η οποία μπορεί να ασκεί κυρίαρχη επιρροή επί του αναθέτοντος φορέα ή η οποία υπόκειται, από κοινού με τον αναθέτοντα φορέα, στην κυρίαρχη επιρροή μιας άλλης επιχείρησης λόγω της ιδιοκτησίας, χρηματοδοτικής συμμετοχής ή των κανόνων που τη διέπουν. γ) Η υποπαράγραφος α) εφαρμόζεται: αα) στις συμβάσεις υπηρεσιών, εφόσον το 80% τουλάχιστον του μέσου κύκλου εργασιών που πραγματοποίησε η συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την τελευταία τριετία στον τομέα των υπηρεσιών προέρχεται από την παροχή αυτών των υπηρεσιών στις επιχειρήσεις, με τις οποίες συνδέεται· ββ) στις συμβάσεις προμηθειών, εφόσον το 80% τουλάχιστον του μέσου κύκλου εργασιών που πραγματοποίησε η συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την τελευταία τριετία στον τομέα των προμηθειών προέρχεται από την παροχή αυτών των προμηθειών στις επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται· γγ) στις συμβάσεις έργων, εφόσον το 80% τουλάχιστον του μέσου κύκλου εργασιών που πραγματοποίησε η συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την τελευταία τριετία στον τομέα των έργων προέρχεται από την παροχή αυτών των έργων στις επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται. Όταν, σε συνάρτηση με την ημερομηνία δημιουργίας της συνδεδεμένης επιχείρησης ή έναρξης των δραστηριοτήτων της, δεν είναι διαθέσιμος ο κύκλος εργασιών για την τελευταία τριετία, η επιχείρηση αρκεί να αποδεικνύει ότι η πραγματοποίηση του κύκλου εργασιών που αναφέρεται στα στοιχεία αα), ββ) ή γγ), είναι πιθανή, ιδίως με προβολή δραστηριοτήτων. Όταν η ίδια ή παρόμοιες υπηρεσίες, προμήθειες ή έργα παρέχονται από περισσότερες από μία επιχειρήσεις συνδεδεμένες με τον αναθέτοντα φορέα, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων ποσοστών λαμβάνεται υπόψη ο συνολικός κύκλος εργασιών που προκύπτει αντιστοίχως από την παροχή υπηρεσιών, προμηθειών ή έργων εκ μέρους των συνδεδεμένων επιχειρήσεων. δ) Το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις: αα) τις οποίες συνάπτει κοινοπραξία, η οποία έχει συσταθεί αποκλειστικά από διάφορους αναθέτοντες φορείς, με σκοπό την άσκηση δραστηριοτήτων κατά την έννοια των άρθρων 4 έως 7, με έναν από αυτούς τους αναθέτοντες φορείς, ή ββ) τις οποίες συνάπτει αναθέτων φορέας με μια τέτοια κοινοπραξία στην οποία συμμετέχει, με την προϋπόθεση ότι η κοινοπραξία έχει συσταθεί με σκοπό την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας επί περίοδο τουλάχιστον τριών (3) ετών και ότι η συστατική πράξη της κοινοπραξίας ορίζει ότι οι αναθέτοντες φορείς, που την συγκροτούν, συμμετέχουν σε αυτήν τουλάχιστον για την εν λόγω περίοδο. ε) Οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή των υποπαραγράφων β), γ) και δ): αα) τις επωνυμίες των επιχειρήσεων ή κοινοπραξιών για τις οποίες πρόκειται ββ) τη φύση και την αξία των οριζόμενων συμβάσεων· γγ) τα στοιχεία που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κρίνει απαραίτητα για να αποδείξει ότι οι σχέσεις μεταξύ του αναθέτοντος φορέα και της επιχείρησης ή της κοινοπραξίας, στην οποία ανατίθενται οι συμβάσεις, ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 20

Εξαιρέσεις που ισχύουν για όλους τους αναθέτοντες φορείς, αλλά μόνο για τις συμβάσεις υπηρεσιών (άρθρα 24, 25 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ) Το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις υπηρεσιών, οι οποίες: α) έχουν ως αντικείμενο την αγορά ή μίσθωση, με οιουσδήποτε χρηματοδοτικούς όρους, γης, υφισταμένων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων ή αφορούν δικαιώματα επ’ αυτών. Οι συμβάσεις χρηματοοικονομικών υπηρεσιών που συνάπτονται ταυτοχρόνως, πριν ή μετά τη σύμβαση αγοράς ή μίσθωσης, υπό οποιαδήποτε μορφή, εμπίπτουν στο παρόν διάταγμα· β) αφορούν τις υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού· γ) αφορούν χρηματοοικονομικές υπηρεσίες σχετικές με την έκδοση, την αγορά, την πώληση ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, ιδίως με διαδικασίες προμήθειας χρημάτων ή κεφαλαίων από τους αναθέτοντες φορείς· δ) αφορούν συμβάσεις εργασίας· ε) αφορούν υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης, εκτός από εκείνες των οποίων τα αποτελέσματα ανήκουν αποκλειστικά στον αναθέτοντα φορέα για ιδία χρήση κατά την άσκηση της δραστηριότητάς του, εφόσον οι παρεχόμενες υπηρεσίες αμείβονται εξ ολοκλήρου από τον αναθέτοντα φορέα. στ) ανατίθενται σε φορέα, ο οποίος είναι ο ίδιος αναθέτουσα αρχή κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή ένωση τέτοιων αναθετουσών αρχών δυνάμει αποκλειστικού δικαιώματος που τους παρέχεται βάσει των κείμενων διατάξεων, εφόσον οι διατάξεις αυτές είναι σύμφωνες με τη Συνθήκη ΕΕ.

Άρθρο 21Εξαιρέσεις που ισχύουν για ορισμένους μόνον αναθέτοντες φορείς (άρθρo 26 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)

Το παρόν διάταγμα δεν εφαρμόζεται: α) στις συμβάσεις για την αγορά ύδατος, εφόσον συνάπτονται από αναθέτοντες φορείς οι οποίοι ασκούν μια ή και τις δύο από τις δραστηριότητες που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 και β) στις συμβάσεις για την προμήθεια ενέργειας ή καυσίμων που προορίζονται για την παραγωγή ενέργειας, εφόσον συνάπτονται από αναθέτοντες φορείς, οι οποίοι ασκούν δραστηριότητα που ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 3 ή στο άρθρο 8 στοιχείο α).

Άρθρο 22Συμβάσεις οι οποίες υπάγονται σε ειδικό καθεστώς, και διατάξεις σχετικά με τις κεντρικές αρχές προμηθειών καθώς και με τον γενικό μηχανισμό (άρθρα 28, 29 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να προβλέπουν την εκτέλεση συμβάσεων προμηθειών και υπηρεσιών στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης, όταν η πλειοψηφία των ενδιαφερόμενων εργαζομένων είναι άτομα με ειδικές ανάγκες, τα οποία, λόγω της φύσης ή της βαρύτητας των ειδικών αναγκών τους, δεν μπορούν να ασκήσουν επαγγελματική δραστηριότητα υπό κανονικές συνθήκες. Η προκήρυξη που χρησιμοποιείται ως πρόσκληση του διαγωνισμού αναφέρει το παρόν άρθρο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

α) Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αποκτούν έργα, προϊόντα και/ή υπηρεσίες, προσφεύγοντας σε κεντρικές αρχές προμηθειών. β) Οι αναθέτοντες φορείς που αποκτούν έργα, προϊόντα και/ή υπηρεσίες, προσφεύγοντας σε κεντρική αρχή προμηθειών, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 8, θεωρείται ότι έχουν τηρήσει τις διατάξεις του παρόντος, εφόσον τις έχει τηρήσει η εν λόγω κεντρική αρχή προμηθειών, ή, ανάλογα με την περίπτωση, τους ορισμούς του π. δ/τος 60/2007.

Άρθρο 23Διαδικασία για τον προσδιορισμό του κατά πόσον δεδομένη δραστηριότητα είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό (άρθρο 30 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι συμβάσεις με αντικείμενο την άσκηση δραστηριότητας οριζόμενης στα άρθρα 4 έως 8 δεν υπόκεινται στο παρόν διάταγμα, εάν η δραστηριότητα, στην Ελλάδα, είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες η πρόσβαση δεν είναι περιορισμένη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, προκειμένου να καθορισθεί εάν μια δραστηριότητα είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό, αποφασίζεται κατόπιν κριτηρίων τα οποία είναι σύμφωνα με τις διατάξεις περί ανταγωνισμού της Συνθήκης ΕΕ, όπως τα χαρακτηριστικά των συγκεκριμένων αγαθών ή υπηρεσιών, η ύπαρξη εναλλακτικών αγαθών ή υπηρεσιών, οι τιμές και η πραγματική ή δυνητική παρουσία περισσότερων του ενός προμηθευτών των εν λόγω αγαθών ή παρόχων των εν λόγω υπηρεσιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η πρόσβαση σε μια αγορά θεωρείται ότι δεν περιορίζεται εάν εφαρμόζονται οι διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας που αναφέρονται στο Παράρτημα ΧΙ. Όταν δεν είναι δυνατόν να συναχθεί το τεκμήριο ότι υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση σε δεδομένη αγορά βάσει του πρώτου εδαφίου, πρέπει να αποδεικνύεται ότι η πρόσβαση στην εν λόγω αγορά είναι ελεύθερη εκ των πραγμάτων και εκ του νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όταν το αρμόδιο Υπουργείο κρίνει ότι, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, η παράγραφος 1 έχει εφαρμογή σε δεδομένη δραστηριότητα, απευθύνεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και της γνωστοποιεί όλα τα συναφή περιστατικά, και, ιδίως, κάθε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη ή συμφωνία που αφορά στη συμμόρφωση με τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συνοδευόμενα, ενδεχομένως, από τη θέση που έλαβε ανεξάρτητη εθνική αρχή, η οποία είναι αρμόδια για την εν λόγω δραστηριότητα. Οι συμβάσεις με αντικείμενο την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας δεν υπόκεινται πλέον στο παρόν διάταγμα: − εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκδώσει απόφαση σχετικά με τη δυνατότητα εφαρμογής της παραγράφου 1, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 30 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ και εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή, ή − δεν εκδώσει απόφαση σχετικά με αυτή τη δυνατότητα εφαρμογής εντός της προθεσμίας αυτής. Στις περιπτώσεις που η ελεύθερη πρόσβαση σε συγκεκριμένη αγορά τεκμαίρεται με βάση το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του παρόντος, και όπου μια ανεξάρτητη εθνική αρχή που είναι αρμόδια για τη σχετική δραστηριότητα έχει προσδιορίσει τη δυνατότητα εφαρμογής της παρ 1, οι συμβάσεις που προορίζονται για την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας δεν υπόκεινται πλέον στο παρόν διάταγμα, εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει καταλήξει στην αδυναμία εφαρμογής της παραγράφου 1 με απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 30 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ Οδηγίας και εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να ζητούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προσδιορίσει ότι, σε δεδομένη δραστηριότητα έχει εφαρμογή η παράγραφος 1, με απόφαση βάσει της παραγράφου 6 του άρθρου 30 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ Οδηγίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημερώνει αμέσως την ενδιαφερόμενη αρχή. Το αρμόδιο Υπουργείο ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τηρουμένων των παραγράφων 2 και 3, για όλα τα συναφή περιστατικά, και, ιδίως, για κάθε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη ή συμφωνία που αφορά στη συμμόρφωση με τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συνοδευόμενα ενδεχομένως, από τη θέση που έλαβε η ανεξάρτητη εθνική αρχή που είναι αρμόδια για τη σχετική δραστηριότητα. Εάν, μετά το πέρας της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 30 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ Οδηγίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει εκδώσει απόφαση σχετικά με την δυνατότητα εφαρμογής της παραγράφου 1 σε δεδομένη δραστηριότητα, η παράγραφος 1 τεκμαίρεται εφαρμοστέα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των παρ. 4 και 5 του παρόντος καθώς και της παρ. 6 του άρθρου 30 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ Οδηγίας καθορίζονται στην απόφαση της Επιτροπής της 7ης Ιανουαρίου 2005/15/ΕΚ (ΕΕ L 7/11.1.2005), όπως κάθε φορά ισχύει.

ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟΚΑΝΟΝΕΣ ΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Άρθρο 24Κανόνες που ισχύουν για τις συμβάσεις υπηρεσιών (άρθρα 31 έως 33 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα XVIΙ Α, συνάπτονται σύμφωνα με τα άρθρα 25 έως 50.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα XVΙΙ B, διέπονται μόνο από τα άρθρα 26 και 35.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα XVIΙ A και στο παράρτημα XVIΙ B (μεικτές συμβάσεις), συνάπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 25 έως 50, όταν η αξία των υπηρεσιών που απαριθμούνται στο παράρτημα XVIΙ A υπερβαίνει την αξία των υπηρεσιών που απαριθμούνται στο παράρτημα XVIΙ B. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, οι συμβάσεις συνάπτονται σύμφωνα με τα άρθρα 26 και 35.

ΤΜΗΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟΣΥΝΑΨΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ
Άρθρο 25Χρησιμοποίηση ανοικτών διαδικασιών, κλειστών διαδικασιών και διαδικασιών με διαπραγμάτευση (άρθρo 40 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τη σύναψη συμβάσεων προμηθειών, έργων και υπηρεσιών, οι αναθέτοντες φορείς εφαρμόζουν τις διαδικασίες που είναι προσαρμοσμένες στους σκοπούς του παρόντος διατάγματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέγουν οποιαδήποτε από τις διαδικασίες που περιγράφονται στο άρθρο 2 παράγραφος 9 στοιχεία α), β) ή γ), εφόσον, υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 3, έχει προκηρυχθεί διαγωνισμός, δυνάμει του άρθρου 32.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να χρησιμοποιούν μια διαδικασία χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) εάν, ύστερα από διαδικασία με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, δεν υποβλήθηκε καμία προσφορά ή καμία από τις υποβληθείσες προσφορές δεν είναι κατάλληλη ή εάν δεν υπάρχει κανείς υποψήφιος, εφόσον δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιαστικά οι αρχικοί όροι της σύμβασης· β) εάν η σύναψη της σύμβασης γίνεται αποκλειστικά για λόγους έρευνας, δοκιμών, μελέτης ή ανάπτυξης και όχι με σκοπό την εξασφάλιση κέρδους ή την ανάκτηση των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης και στο βαθμό που η σύναψη μιας τέτοιας σύμβασης δεν θίγει την προκήρυξη διαγωνισμού για τις επόμενες συμβάσεις που θα επιδιώκουν, ιδίως, αυτούς τους σκοπούς· γ) εάν, για λόγους τεχνικούς ή καλλιτεχνικούς ή σχετικούς με την προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων, η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί μόνο σε ορισμένο οικονομικό φορέα· δ) στο βαθμό που είναι απολύτως απαραίτητος, εάν, λόγω κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα για τους αναθέτοντες φορείς, δεν είναι δυνατή η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για τις ανοικτές ή κλειστές διαδικασίες, ή τις διαδικασίες με διαπραγμάτευση· ε) στην περίπτωση των συμβάσεων προμηθειών για συμπληρωματικές παραδόσεις εκ μέρους του αρχικού προμηθευτή, οι οποίες προορίζονται είτε για τη μερική ανανέωση προμηθειών ή εγκαταστάσεων τρέχουσας χρήσης είτε για την επέκταση υφισταμένων προμηθειών ή εγκαταστάσεων, εφόσον η αλλαγή προμηθευτή θα υποχρέωνε τον αναθέτοντα φορέα να προμηθευθεί υλικό με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ασυμβατότητα ή σε δυσανάλογες τεχνικές δυσχέρειες ως προς τη χρήση ή τη συντήρηση· στ) για συμπληρωματικά έργα ή υπηρεσίες που δεν περιλαμβάνονται στην αρχικά κατακυρωθείσα μελέτη ούτε στην αρχικά συναφθείσα σύμβαση αλλά τα οποία, λόγω μη προβλέψιμων περιστάσεων, έχουν καταστεί απαραίτητα για την εκτέλεση αυτής της σύμβασης, με την προϋπόθεση ότι ανατίθενται στον εργολήπτη ή τον πάροχο υπηρεσιών που εκτελεί την αρχική σύμβαση, όταν τα εν λόγω συμπληρωματικά έργα ή υπηρεσίες δεν μπορούν να διαχωρισθούν, τεχνικώς ή οικονομικώς, από την κύρια σύμβαση χωρίς να δημιουργηθούν μείζονα προβλήματα στους αναθέτοντες φορείς, ή όταν τα εν λόγω συμπληρωματικά έργα ή υπηρεσίες, αν και μπορούν να διαχωρισθούν από την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης, είναι απολύτως απαραίτητα για την ολοκλήρωσή της· ζ) στην περίπτωση των συμβάσεων έργων, για νέα έργα που συνίστανται στην επανάληψη παρόμοιων εργασιών και ανατίθενται στον εργολήπτη στον οποίο οι ίδιοι αναθέτοντες φορείς έχουν αναθέσει προγενέστερη σύμβαση, με την προϋπόθεση ότι τα έργα αυτά είναι σύμφωνα με μια βασική μελέτη και ότι για τη μελέτη αυτή έχει συναφθεί μια πρώτη σύμβαση έπειτα από προκήρυξη διαγωνισμού· τη στιγμή που προκηρύσσεται ο διαγωνισμός για την πρώτη μελέτη, πρέπει να επισημαίνεται ότι υπάρχει η δυνατότητα προσφυγής στην εν λόγω διαδικασία, το δε ποσό του συνολικού προϋπολογισμού για τη συνέχιση των έργων λαμβάνεται υπόψη από τους αναθέτοντες φορείς για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 16 και 17· η) εάν πρόκειται για προμήθειες που είναι εισηγμένες και αγοράζονται σε χρηματιστήριο εμπορευμάτων· θ) για τις συμβάσεις που συνάπτονται βάσει συμφωνίας−πλαισίου, εφόσον πληρούται η προϋπόθεση του άρθρου 14, παράγραφος 2· ι) για τις αγορές ευκαιρίας, όταν, με την αξιοποίηση μιας ιδιαίτερα ευνοϊκής ευκαιρίας που παρουσιάζεται για πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, μπορούν να αποκτηθούν προμήθειες σε τιμή πολύ χαμηλότερη από τις τιμές που επικρατούν συνήθως στην αγορά· ια) για την αγορά προμηθειών, υπό όρους ιδιαίτερα ευνοϊκούς, είτε από προμηθευτή που παύει οριστικά την εμπορική δραστηριότητά του είτε από το σύνδικο ή τον εκκαθαριστή πτώχευσης, δικαστικού συμβιβασμού, αναγκαστικής εκκαθάρισης ή άλλης ανάλογης διαδικασίας· ιβ) όταν η σχετική σύμβαση υπηρεσιών έπεται διαγωνισμού μελετών που έχει διοργανωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος και πρέπει, σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες, να ανατεθεί στο νικητή ή σε έναν από τους νικητές του εν λόγω διαγωνισμού· για την τελευταία αυτή περίπτωση, όλοι οι νικητές του διαγωνισμού πρέπει να καλούνται να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
Άρθρο 26Τεχνικές προδιαγραφές (άρθρo 34 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι τεχνικές προδιαγραφές, όπως ορίζονται στο σημείο 1 του παραρτήματος ΧΧΙ, καθορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης, δηλαδή στην προκήρυξη, στη συγγραφή υποχρεώσεων και τα συμβατικά τεύχη. Όταν είναι δυνατό, οι τεχνικές αυτές προδιαγραφές θα πρέπει να ορίζονται έτσι ώστε να λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια προσβασιμότητας για τα άτομα με ειδικές ανάγκες ή σχεδιασμό που να καλύπτει όλους τους χρήστες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι τεχνικές προδιαγραφές εξασφαλίζουν ισότιμη πρόσβαση στους προσφέροντες και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αδικαιολόγητων εμποδίων στο άνοιγμα των δημοσίων συμβάσεων στον ανταγωνισμό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με την επιφύλαξη των κείμενων διατάξεων, εφόσον είναι συμβατές με το κοινοτικό δίκαιο, οι τεχνικές προδιαγραφές πρέπει να διατυπώνονται: α) είτε με παραπομπή στις τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο παράρτημα XXΙ με την εξής σειρά προτεραιότητας: εθνικά πρότυπα που μεταφέρουν ευρωπαϊκά πρότυπα, ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις, κοινές τεχνικές προδιαγραφές, διεθνή πρότυπα, άλλα τεχνικά συστήματα αναφοράς που θεσπίζονται από τους ευρωπαϊκούς φορείς τυποποίησης ή, όταν αυτά δεν υπάρχουν, εθνικά πρότυπα, εθνικές τεχνικές εγκρίσεις ή εθνικές τεχνικές προδιαγραφές στον τομέα του σχεδιασμού, του υπολογισμού και της εκτέλεσης των έργων και της χρησιμοποίησης των προϊόντων· κάθε παραπομπή συνοδεύεται από τη μνεία “ή ισοδύναμο”· β) είτε με αναφορά σε επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις· αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, πρέπει δε να είναι ακριβείς, ώστε να επιτρέπουν στους προσφέροντες να καθορίζουν το αντικείμενο της σύμβασης και στους αναθέτοντες φορείς να αναθέτουν τη σύμβαση· γ) είτε, με αναφορά στις επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις, όπως ορίζονται στο στοιχείο β), με παραπομπή στις προδιαγραφές που αναφέρονται στο στοιχείο α), προκειμένου να τεκμαίρεται η συμμόρφωση προς τις εν λόγω επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις· δ) είτε με παραπομπή στις προδιαγραφές που μνημονεύονται στο στοιχείο α) για ορισμένα χαρακτηριστικά και με παραπομπή στις επιδόσεις ή τις λειτουργικές απαιτήσεις που μνημονεύονται στο στοιχείο β) για ορισμένα άλλα χαρακτηριστικά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όταν οι αναθέτοντες φορείς κάνουν χρήση της δυνατότητας παραπομπής στις προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο α), δεν μπορούν να απορρίπτουν προσφορά με την αιτιολογία ότι τα προσφερόμενα προϊόντα και υπηρεσίες δεν πληρούν τις προδιαγραφές, στις οποίες έχουν παραπέμψει, εφόσον ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, με τρόπο που ικανοποιεί τον αναθέτοντα φορέα, με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, ότι οι λύσεις που προτείνει ικανοποιούν κατά ισοδύναμο τρόπο, τις τεχνικές προδιαγραφές. Τεχνικός φάκελος του κατασκευαστή ή έκθεση δοκιμών από αναγνωρισμένο οργανισμό μπορεί να συνιστά ενδεδειγμένο μέσο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Όταν οι αναθέτοντες φορείς κάνουν χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στην παράγραφο 3 να θέσουν απαιτήσεις ως προς τις επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις, δεν μπορούν να απορρίπτουν προσφορά έργων, προϊόντων ή υπηρεσιών που τηρούν εθνικό πρότυπο, το οποίο αποτελεί μεταφορά ευρωπαϊκού προτύπου, ευρωπαϊκή τεχνική έγκριση, κοινή τεχνική προδιαγραφή, διεθνές πρότυπο ή τεχνικό πλαίσιο αναφοράς που έχει εκπονηθεί από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης, εφόσον οι εν λόγω προδιαγραφές καλύπτουν τις επιδόσεις ή τις λειτουργικές απαιτήσεις που έχουν ορίσει. Στην προσφορά του, ο προσφέρων υποχρεούται να αποδεικνύει, κατά τρόπο ικανοποιητικό για τον αναθέτοντα φορέα και με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, ότι το έργο, το προϊόν ή η υπηρεσία που τηρεί το πρότυπο ανταποκρίνεται στις επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις που ορίζει ο αναθέτων φορέας. Τεχνικός φάκελος του κατασκευαστή ή έκθεση δοκιμών από αναγνωρισμένο οργανισμό μπορεί να συνιστά ενδεδειγμένο μέσο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιβάλλουν περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά ως προς τις επιδόσεις ή τις λειτουργικές απαιτήσεις, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β), μπορούν να χρησιμοποιούν τις αναλυτικές προδιαγραφές ή, εν ανάγκη, τμήματά τους, όπως ορίζονται από τα (πολυ)εθνικά οικολογικά σήματα ή και από κάθε άλλο οικολογικό σήμα, εφόσον οι προδιαγραφές αυτές είναι ενδεδειγμένες για τον καθορισμό των χαρακτηριστικών των προμηθειών ή των υπηρεσιών που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης, οι απαιτήσεις για το σήμα διαμορφώνονται βάσει επιστημονικών στοιχείων, τα οικολογικά σήματα υιοθετούνται μέσω μιας διαδικασίας στην οποία μπορούν να συμμετέχουν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως οι κυβερνητικοί οργανισμοί, οι καταναλωτές, οι κατασκευαστές καθώς και οι διανομείς και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, και είναι προσιτά σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να προβλέπουν ότι τα προϊόντα ή υπηρεσίες που διαθέτουν οικολογικό σήμα τεκμαίρεται ότι πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης· πρέπει όμως να αποδέχονται και κάθε άλλο ενδεδειγμένο αποδεικτικό μέσο, όπως τον τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή ή έκθεση δοκιμών από αναγνωρισμένο οργανισμό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ως “αναγνωρισμένοι οργανισμοί”, κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, νοούνται τα εργαστήρια δοκιμών, τα εργαστήρια βαθμονόμησης, οι οργανισμοί ελέγχου και οι οργανισμοί πιστοποίησης που ανταποκρίνονται στα ισχύοντα ευρωπαϊκά πρότυπα. Οι αναθέτοντες φορείς αποδέχονται τα πιστοποιητικά των αναγνωρισμένων οργανισμών που έχουν συσταθεί σε άλλα κράτη μέλη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Εφόσον δεν δικαιολογείται από το αντικείμενο της σύμβασης, οι τεχνικές προδιαγραφές δεν επιτρέπεται να κάνουν μνεία συγκεκριμένης κατασκευής ή προέλευσης ή ιδιαίτερης μεθόδου κατασκευής ούτε να παραπέμπουν σε σήμα, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας ή τύπο καθώς και σε συγκεκριμένη καταγωγή ή παραγωγή που θα είχε ως αποτέλεσμα να ευνοούνται ή να αποκλείονται ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένα προϊόντα. Η εν λόγω μνεία ή παραπομπή επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, όταν δεν είναι δυνατόν να γίνει αρκούντως ακριβής και κατανοητή περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 3 και 4· η μνεία ή παραπομπή αυτή πρέπει να συνοδεύεται από τον όρο “ή ισοδύναμο”.

Άρθρο 27Ανακοίνωση των τεχνικών προδιαγραφών (άρθρo 35 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αναθέτοντες φορείς ανακοινώνουν στους οικονομικούς φορείς που ενδιαφέρονται για την ανάληψη σύμβασης, κατόπιν αιτήσεώς τους, τις τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται συστηματικά στις συμβάσεις προμηθειών, έργων ή υπηρεσιών, τις οποίες αναθέτουν, ή τις τεχνικές προδιαγραφές, στις οποίες προτίθενται να παραπέμψουν, για τις συμβάσεις που αποτελούν αντικείμενο περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης κατά την έννοια του άρθρου 34 παράγραφος 1.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όταν αυτές οι τεχνικές προδιαγραφές καθορίζονται στα έγγραφα που τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερομένων οικονομικών φορέων, αρκεί η παραπομπή στα εν λόγω έγγραφα.

Άρθρο 28Εναλλακτικές προσφορές (άρθρo 36 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Όταν η ανάθεση της σύμβασης γίνεται με βάση το κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τις εναλλακτικές προσφορές που υποβάλλουν οι προσφέροντες, εφόσον οι προσφορές αυτές ανταποκρίνονται στις ελάχιστες απαιτήσεις που έχουν ορίσει οι εν λόγω φορείς. Στην προκήρυξη ή στη συγγραφή υποχρεώσεων, οι αναθέτοντες φορείς μνημονεύουν εάν επιτρέπουν ή όχι τις εναλλακτικές προσφορές και, εφόσον τις επιτρέπουν, αναφέρουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές καθώς και τις ειδικές απαιτήσεις για την παρουσίασή τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων προμηθειών ή υπηρεσιών, οι αναθέτοντες φορείς που έχουν επιτρέψει εναλλακτικές προσφορές δυνάμει της παραγράφου 1, δεν μπορούν να απορρίπτουν εναλλακτική προσφορά για το μόνο λόγο ότι, εάν επιλεγεί, θα οδηγήσει αντίστοιχα είτε στη σύναψη σύμβασης υπηρεσιών και όχι σύμβασης προμηθειών, είτε στη σύναψη σύμβασης προμηθειών και όχι σύμβασης υπηρεσιών.

Άρθρο 29Υπεργολαβία (άρθρo 37 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)

Στη συγγραφή υποχρεώσεων, ο αναθέτων φορέας ζητεί από τον προσφέροντα να αναφέρει στην προσφορά του το τμήμα της σύμβασης που προτίθεται να αναθέσει υπό μορφή υπεργολαβίας σε τρίτους καθώς και τους υπεργολάβους που προτείνει. Σε μια τέτοια περίπτωση η ευθύνη του κυρίου οικονομικού φορέα δεν αίρεται.

Άρθρο 30Όροι εκτέλεσης της σύμβασης (άρθρo 38 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να προβλέπουν ειδικούς όρους σχετικά με την εκτέλεση της σύμβασης, εφόσον οι όροι αυτοί είναι συμβατοί με το κοινοτικό δίκαιο και προβλέπονται στην προκήρυξη ή στα τεύχη του διαγωνισμού ή στα έγγραφα της σύμβασης. Οι όροι αυτοί μπορούν ιδίως να αφορούν κοινωνικές και περιβαλλοντικές παραμέτρους.

Άρθρο 31Υποχρεώσεις σχετικά με τη φορολογία και την προστασία του περιβάλλοντος που απορρέουν από τις διατάξεις περί προστασίας και συνθηκών εργασίας (άρθρo 39 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο αναθέτων φορέας μνημονεύει στα έγγραφα της σύμβασης τις αρχές από τις οποίες οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες μπορούν να λαμβάνουν τις σχετικές πληροφορίες για τις υποχρεώσεις σχετικά με τη φορολογία, την προστασία του περιβάλλοντος και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις περί προστασίας της απασχόλησης και των συνθηκών εργασίας στην περιφέρεια ή τον τόπο όπου πρόκειται να εκτελεσθούν οι παροχές και οι οποίες εφαρμόζονται στις επί τόπου εκτελούμενες εργασίες ή παρεχόμενες υπηρεσίες κατά την εκτέλεση της σύμβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο αναθέτων φορέας που παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ζητεί από τους προσφέροντες ή από τους υποψηφίους να αναφέρουν ότι έλαβαν υπόψη, κατά την κατάρτιση της προσφοράς τους, τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις περί προστασίας της απασχόλησης και των συνθηκών εργασίας που ισχύουν στον τόπο όπου πρόκειται να εκτελεσθεί η σύμβαση. Το πρώτο εδάφιο δεν θίγει την εφαρμογή του άρθρου 48.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
Άρθρο 32Προκηρύξεις που χρησιμοποιούνται ως μέσο έναρξης διαγωνισμού (άρθρo 42 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στην περίπτωση συμβάσεων προμηθειών, έργων ή υπηρεσιών, ο διαγωνισμός αρχίζει με την έκδοση: α) περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης, όπως αναφέρεται στο παράρτημα XV Α, ή β) προκήρυξης για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής, όπως αναφέρεται στο παράρτημα XIV, ή γ) προκήρυξης σύμβασης, όπως αναφέρεται στο παράρτημα XIIΙ μέρος A, B ή Γ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στην περίπτωση των δυναμικών συστημάτων αγορών, ο διαγωνισμός για το σύστημα αρχίζει με την έκδοση της προκήρυξης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), ενώ ο διαγωνισμός για τις συμβάσεις που βασίζονται σε τέτοια συστήματα αρχίζει μέσω της απλουστευμένης προκήρυξης που αναφέρεται στο παράρτημα ΧΙΙΙ, μέρος Δ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Όταν ο διαγωνισμός αρχίζει μέσω περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης: α) η προκήρυξη πρέπει να αναφέρει ειδικά τα έργα, τις προμήθειες ή τις υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης που πρόκειται να συναφθεί· β) η προκήρυξη πρέπει να αναφέρει ότι η σύμβαση αυτή θα συναφθεί με κλειστή διαδικασία ή διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς εκ των υστέρων δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού και να καλεί τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να εκδηλώσουν γραπτώς το ενδιαφέρον τους και γ) πρέπει να έχει δημοσιευθεί σύμφωνα με το παράρτημα ΧΧ το πολύ δώδεκα (12) μήνες πριν από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 3. Ο αναθέτων φορέας τηρεί τις προθεσμίες του άρθρου 36.

Άρθρο 33Σύνταξη και λεπτομέρειες δημοσίευσης των προκηρύξεων και γνωστοποιήσεων (άρθρo 44 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στα παραρτήματα ΧΙΙΙ, ΧΙV, XV Α, XV Β και XVI και, ενδεχομένως, κάθε επί πλέον πληροφορία που κρίνεται χρήσιμη από τον αναθέτοντα φορέα, σύμφωνα με τα τυποποιημένα έντυπα που υιοθετούνται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την προβλεπόμενη στο άρθρο 68 παράγραφος 2 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ διαδικασία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αποστέλλονται από τους αναθέτοντες φορείς στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, διαβιβάζονται είτε με ηλεκτρονικά μέσα, στη μορφή και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες διαβίβασης του Παραρτήματος ΧΧ, σημείο 3, είτε με άλλα μέσα. Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 32, 34 και 35 δημοσιεύονται σύμφωνα με τα τεχνικά χαρακτηριστικά δημοσίευσης του παραρτήματος ΧΧ σημείο 1 στοιχεία α) και β).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που καταρτίζονται και αποστέλλονται με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τη μορφή και τις λεπτομέρειες διαβίβασης του παραρτήματος ΧΧ σημείο 3, δημοσιεύονται το πολύ πέντε (5) ημέρες από την αποστολή τους. Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις, οι οποίες δεν αποστέλλονται με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τη μορφή και τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στο παράρτημα ΧΧ σημείο 3, δημοσιεύονται εντός δώδεκα (12) ημερών το αργότερο μετά την αποστολή τους. Ωστόσο, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και κατ’ αίτηση του αναθέτοντος φορέα, οι προκηρύξεις διαγωνισμού που προβλέπονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο γ) δημοσιεύονται εντός πέντε (5) ημερών, εφόσον η προκήρυξη έχει αποσταλεί με τηλεομοιοτυπία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις δημοσιεύονται αναλυτικά στην ελληνική γλώσσα και αυθεντικό θεωρείται μόνο το πρωτότυπο κείμενο που δημοσιεύεται στη γλώσσα αυτή. Μια περίληψη των σημαντικότερων στοιχείων κάθε προκήρυξης ή γνωστοποίησης δημοσιεύεται και στις λοιπές επίσημες κοινοτικές γλώσσες. Η δαπάνη της δημοσίευσης των προκηρύξεων και γνωστοποιήσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή βαρύνει την Κοινότητα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις και το περιεχόμενό τους δεν μπορούν να δημοσιοποιούνται πριν από την ημερομηνία αποστολής τους στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο δεν πρέπει να περιλαμβάνουν πληροφορίες άλλες πέραν εκείνων που περιέχονται στις προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αποστέλλονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή δημοσιεύονται στο “προφίλ αγοραστή” σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, πρέπει δε να αναφέρουν την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης ή γνωστοποίησης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή της δημοσίευσης στο “προφίλ αγοραστή”. Οι ενδεικτικές περιοδικές προκηρύξεις δεν μπορούν να δημοσιεύονται στο “προφίλ αγοραστή” πριν να αποσταλεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή η γνωστοποίηση που ανακοινώνει τη δημοσίευσή τους με τη μορφή αυτή. Επίσης πρέπει να αναφέρουν την ημερομηνία της εν λόγω αποστολής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να εξασφαλίζουν ότι είναι σε θέση να αποδείξουν την ημερομηνία αποστολής των προκηρύξεων και γνωστοποιήσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χορηγεί στον αναθέτοντα φορέα βεβαίωση της δημοσίευσης των πληροφοριών που της διαβίβασε, αναφέροντας την ημερομηνία της εν λόγω δημοσίευσης. Η βεβαίωση αυτή συνιστά απόδειξη της δημοσίευσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να δημοσιεύουν σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 7, προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις για τις οποίες δεν ισχύει η υποχρέωση δημοσίευσης βάσει του παρόντος διατάγματος.

Άρθρο 34Περιοδικές ενδεικτικές προκηρύξεις και προκηρύξεις για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής (άρθρo 41 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)

1 Οι αναθέτοντες φορείς γνωστοποιούν τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, μέσω περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης η οποία αναφέρεται στο παράρτημα XV Α, και δημοσιεύεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή από τους ίδιους τους αναθέτοντες φορείς στο “προφίλ αγοραστή”, όπως ορίζεται στο παράρτημα ΧΧ σημείο 2 στοιχείο β): α) όταν πρόκειται για προμήθειες, την εκτιμώμενη συνολική αξία των συμβάσεων ή των συμφωνιών−πλαισίων ανά ομάδες προϊόντων, τις οποίες προτίθενται να συνάψουν κατά τους δώδεκα (12) επόμενους μήνες, εφόσον η συνολική εκτιμώμενη αξία, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων των άρθρων 16 και 17, ισούται με ή υπερβαίνει τα 750.000 ευρώ. Οι ομάδες των προϊόντων καθορίζονται από τους αναθέτοντες φορείς με παραπομπή στην ονοματολογία CPV· β) όταν πρόκειται για υπηρεσίες, την εκτιμώμενη συνολική αξία των συμβάσεων ή των συμφωνιών− πλαισίων για καθεμία από τις απαριθμούμενες στο παράρτημα XVIΙ A κατηγορίες υπηρεσιών, τις οποίες προτίθενται να συνάψουν κατά τους δώδεκα (12) επόμενους μήνες, εφόσον η εν λόγω εκτιμώμενη συνολική αξία, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων των άρθρων 16 και 17, ισούται με ή υπερβαίνει τα 750.000 ευρώ· γ) όταν πρόκειται για έργα, τα κύρια χαρακτηριστικά των συμβάσεων έργων ή των συμφωνιών− πλαισίων που οι αναθέτοντες φορείς προτίθενται να αναθέσουν κατά τους δώδεκα επόμενους μήνες και των οποίων η εκτιμώμενη αξία ισούται με ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που αναφέρεται στο άρθρο 16, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 17. Οι προκηρύξεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) αποστέλλονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή δημοσιεύονται στο “προφίλ αγοραστή”, το ταχύτερο δυνατόν, μετά την έναρξη του οικονομικού έτους. Η προκήρυξη που αναφέρεται στο στοιχείο γ) αποστέλλεται στην Επιτροπή ή δημοσιεύεται στο «προφίλ αγοραστή», το ταχύτερο δυνατόν, μετά την έγκριση του προγράμματος εργασιών στο οποίο εντάσσονται οι συμβάσεις έργων ή οι συμφωνίες−πλαίσια, τις οποίες οι αναθέτοντες φορείς προτίθενται να συνάψουν. Οι αναθέτοντες φορείς που δημοσιεύουν την περιοδική ενδεικτική προκήρυξη στο “προφίλ αγοραστή” τους, διαβιβάζουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με ηλεκτρονικό τρόπο, σύμφωνα με τη μορφή και τις λεπτομέρειες διαβίβασης που προβλέπονται στο παράρτημα ΧΧ, σημείο 3, γνωστοποίηση με την οποία ανακοινώνουν τη δημοσίευση περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης στο “προφίλ αγοραστή”. Η δημοσίευση των προκηρύξεων που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) είναι υποχρεωτική μόνον εφόσον οι αναθέτοντες φορείς έχουν επιλέξει τις συντετμημένες προθεσμίες παραλαβής των προσφορών σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 4. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται στις διαδικασίες χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού. 2. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν, ιδίως, να δημοσιεύουν ή να αναθέτουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τη δημοσίευση, περιοδικών ενδεικτικών προκηρύξεων με αντικείμενο σημαντικά έργα, χωρίς να επαναλαμβάνουν τις πληροφορίες που έχουν ήδη περιληφθεί σε προηγούμενη περιοδική ενδεικτική προκήρυξη, εφόσον αναφέρεται ευκρινώς ότι οι προκηρύξεις αυτές είναι συμπληρωματικές. 3. Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να εφαρμόσουν σύστημα προεπιλογής, σύμφωνα με το άρθρο 44, συντάσσεται προκήρυξη, σύμφωνα με το τυποποιημένο υπόδειγμα προκήρυξης, που περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΧΙV, η οποία αναφέρει το σκοπό, τον οποίο εξυπηρετεί το σύστημα προεπιλογής, και τις λεπτομέρειες της πρόσβασης στους κανόνες που το διέπουν. Όταν το σύστημα έχει διάρκεια άνω των τριών (3) ετών, η προκήρυξη πρέπει να δημοσιεύεται ετησίως. Όταν το σύστημα έχει μικρότερη διάρκεια, αρκεί η αρχική προκήρυξη.

Άρθρο 35Γνωστοποιήσεις για συμβάσεις που έχουν συναφθεί (άρθρo 43 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)

1 Οι αναθέτοντες φορείς, οι οποίοι έχουν συνάψει σύμβαση ή συμφωνία−πλαίσιο, αποστέλλουν τη γνωστοποίηση που αφορά στις συναφθείσες συμβάσεις, η οποία περιλαμβάνεται στο παράρτημα XVΙ. Η γνωστοποίηση αυτή αποστέλλεται υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 68, παράγραφος 2 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ οδηγίας, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την ανάθεση της σύμβασης ή τη σύναψη της συμφωνίας−πλαισίου. Στην περίπτωση συμφωνιών− πλαισίων που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2, οι αναθέτοντες φορείς απαλλάσσονται από την αποστολή γνωστοποίησης των αποτελεσμάτων της ανάθεσης για κάθε σύμβαση που βασίζεται στη συμφωνία−πλαίσιο. Οι αναθέτοντες φορείς αποστέλλουν τη γνωστοποίηση με τα αποτελέσματα της σύναψης των συμβάσεων που βασίζονται σε δυναμικό σύστημα αγορών, το αργότερο δύο (2) μήνες μετά τη σύναψη κάθε σύμβασης. Μπορούν ωστόσο να συγκεντρώνουν τις προκηρύξεις αυτές σε τριμηνιαία βάση. Σε αυτή την περίπτωση, αποστέλλουν τις συγκεντρωμένες γνωστοποιήσεις εντός δύο (2) μηνών το αργότερο μετά τη λήξη εκάστου τριμήνου. 2. Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το παράρτημα XVΙ και προορίζονται να δημοσιευθούν, δημοσιεύονται σύμφωνα με το παράρτημα ΧΧ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σέβεται τον ευαίσθητο εμπορικό χαρακτήρα που τυχόν επικαλούνται οι αναθέτοντες φορείς κατά τη διαβίβαση αυτών των πληροφοριών σχετικά με τον αριθμό των υποβληθεισών προσφορών, την ταυτότητα των οικονομικών φορέων και τις τιμές. 3. Όταν οι αναθέτοντες φορείς συνάπτουν σύμβαση υπηρεσιών έρευνας και ανάπτυξης (“Σύμβαση Ερ. και Αν.”) με διαδικασία χωρίς προκήρυξη διαγωνισμού, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο β), μπορούν να περιορίζουν τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με το παράρτημα XVΙ σχετικά με τη φύση και την ποσότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών στην ένδειξη “υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης”. Όταν οι αναθέτοντες φορείς συνάπτουν σύμβαση έρευνας και ανάπτυξης, η οποία δεν μπορεί να συναφθεί με διαδικασία χωρίς προκήρυξη διαγωνισμού, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο β), μπορούν να περιορίζουν τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με το παράρτημα XVΙ σχετικά με τη φύση και την ποσότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για λόγους εμπορικού απορρήτου. Στις περιπτώσεις αυτές, οι αναθέτοντες φορείς μεριμνούν ώστε οι πληροφορίες που δημοσιεύονται σχετικά με αυτή την παράγραφο να είναι τουλάχιστον εξίσου λεπτομερείς με εκείνες που περιλαμβάνονται στην προκήρυξη του διαγωνισμού, η οποία έχει δημοσιευθεί σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 1. Όταν εφαρμόζουν σύστημα προεπιλογής, οι αναθέτοντες φορείς μεριμνούν, στις περιπτώσεις αυτές, ώστε οι εν λόγω πληροφορίες να είναι τουλάχιστον εξίσου λεπτομερείς με την κατηγορία που ορίζεται στο μητρώο των προεπιλεγμένων παρόχων υπηρεσιών, το οποίο καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 7. 4. Στις περιπτώσεις των συμβάσεων που συνάπτονται για υπηρεσίες οι οποίες απαριθμούνται στο παράρτημα XVIΙ B, οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν στην προκήρυξη εάν δέχονται τη δημοσίευσή τους. 5. Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το παράρτημα XVΙ και δηλώνονται ως μη δημοσιεύσιμες, δημοσιεύονται μόνο σε απλουστευμένη μορφή και σύμφωνα με το παράρτημα ΧΧ για στατιστικούς λόγους.

Άρθρο 36Προθεσμίες παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής και παραλαβής των προσφορών (άρθρo 45 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Κατά τον καθορισμό των προθεσμιών παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής, οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν υπόψη ιδίως το πολύπλοκο της σύμβασης και τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προσφορών, με την επιφύλαξη των ελάχιστων προθεσμιών που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στις ανοικτές διαδικασίες, η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών είναι πενήντα δύο (52) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στις κλειστές διαδικασίες και στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση έπειτα από προκήρυξη διαγωνισμού, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες: α) η προθεσμία για την παραλαβή των αιτήσεων συμμετοχής, έπειτα από προκήρυξη που δημοσιεύθηκε δυνάμει του άρθρου 32 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή πρόσκληση από αναθέτοντα φορέα δυνάμει του άρθρου 38 παράγραφος 3, ορίζεται, κατά γενικό κανόνα, σε τριάντα επτά (37) τουλάχιστον ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης ή της πρόσκλησης και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από είκοσι δύο (22) ημέρες, εάν η προκήρυξη αποστέλλεται για δημοσίευση με άλλα μέσα εκτός των ηλεκτρονικών ή της τηλεομοιοτυπίας, και σε δεκαπέντε (15) ημέρες τουλάχιστον, εάν η προκήρυξη αποστέλλεται με αυτά τα μέσα· β) η προθεσμία παραλαβής των προσφορών μπορεί να ορίζεται με κοινή συμφωνία μεταξύ του αναθέτοντος φορέα και των υποψηφίων που έχουν επιλεγεί, εφόσον παρέχεται σε όλους τους υποψηφίους ίσος χρόνος για την κατάρτιση και την υποβολή των προσφορών τους· γ) όταν δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί συμφωνία σχετικά με την προθεσμία παραλαβής των προσφορών, ο αναθέτων φορέας ορίζει προθεσμία η οποία, κατά γενικό κανόνα, ανέρχεται σε είκοσι τέσσερις (24) τουλάχιστον ημέρες, σε καμία δε περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δέκα (10) ημέρες, από την ημερομηνία της πρόσκλησης για υποβολή προσφοράς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Εφόσον οι αναθέτοντες φορείς έχουν δημοσιεύσει περιοδική ενδεικτική προκήρυξη, όπως ορίζει το άρθρο 34 παράγραφος 1, που αναφέρεται στο παράρτημα ΧΧ, η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών στις ανοικτές διαδικασίες είναι, κατά γενικό κανόνα, τριάντα έξι (36) ημέρες, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από είκοσι δύο (22) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης. Οι συντετμημένες αυτές προθεσμίες είναι αποδεκτές, υπό την προϋπόθεση ότι η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη περιλαμβάνει, εκτός από τις πληροφορίες που απαιτεί το παράρτημα XV A μέρος Ι, όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται από το παράρτημα XV Α μέρος ΙΙ, εφόσον αυτές υπάρχουν κατά τη δημοσίευση της προκήρυξης, και ότι η προκήρυξη έχει αποσταλεί προς δημοσίευση μεταξύ ενός ελάχιστου διαστήματος πενήντα δύο (52) ημερών και ενός μέγιστου διαστήματος δώδεκα (12) μηνών πριν από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης του διαγωνισμού, που προβλέπεται από το άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο γ).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Όταν οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις καταρτίζονται και αποστέλλονται με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τη μορφή και τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στο παράρτημα ΧΧ σημείο 3, οι προθεσμίες παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής στις κλειστές διαδικασίες και στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση και παραλαβής των προσφορών στις ανοικτές διαδικασίες, μπορούν να συντέμνονται κατά επτά (7) ημέρες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Εκτός εάν έχει ορισθεί προθεσμία με κοινή συμφωνία, βάσει της παραγράφου 3 στοιχείο β), η προθεσμία είναι δυνατόν να συντέμνεται κατά πέντε (5) ακόμη ημέρες για την παραλαβή των προσφορών στις ανοικτές διαδικασίες, τις κλειστές διαδικασίες και τις διαδικασίες με διαπραγμάτευση, εφόσον ο αναθέτων φορέας παρέχει απρόσκοπτη και πλήρη απευθείας πρόσβαση με ηλεκτρονικά μέσα στα έγγραφα του διαγωνισμού ήδη από την ημερομηνία δημοσίευσης της προκήρυξης που χρησιμοποιείται ως μέσο έναρξης του διαγωνισμού, σύμφωνα με το παράρτημα ΧΧ. Η προκήρυξη πρέπει να αναφέρει την ηλεκτρονική διεύθυνση, στην οποία διατίθεται η εν λόγω τεκμηρίωση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Στις ανοικτές διαδικασίες, το σωρευτικό αποτέλεσμα των συντμήσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 4, 5 και 6, δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να καταλήγει σε προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών μικρότερη από δεκαπέντε (15) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης του διαγωνισμού. Ωστόσο, όταν η προκήρυξη του διαγωνισμού δεν αποστέλλεται με τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονικό μέσο, το σωρευτικό αποτέλεσμα των συντμήσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 4, 5 και 6, δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να καταλήγει σε προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών μικρότερη από είκοσι δύο (22) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης του διαγωνισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Το σωρευτικό αποτέλεσμα των συντμήσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 4, 5 και 6, δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να καταλήγει σε προθεσμία, για την παραλαβή της αίτησης συμμετοχής, μικρότερη από δεκαπέντε (15) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης διαγωνισμού ή της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, έπειτα από προκήρυξη που δημοσιεύθηκε δυνάμει του άρθρου 32 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή πρόσκληση των αναθετόντων φορέων δυνάμει του άρθρου 38 παράγραφος 3. Στις κλειστές διαδικασίες και τις διαδικασίες με διαπραγμάτευση, το σωρευτικό αποτέλεσμα των συντμήσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 4, 5 και 6, δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, εκτός εάν έχει ορισθεί προθεσμία με κοινή συμφωνία βάσει της παραγράφου 3 στοιχείο β), να καταλήγει σε προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών μικρότερη από δέκα (10) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Όταν, για οποιοδήποτε λόγο, τα έγγραφα του διαγωνισμού ή οι συναφείς πληροφορίες, μολονότι ζητήθηκαν σε εύθετο χρόνο, δεν παρασχέθηκαν εντός των προθεσμιών που ορίζονται στα άρθρα 37 και 38 ή όταν οι προσφορές δεν μπορούν να καταρτισθούν παρά μόνον έπειτα από επιτόπια επίσκεψη ή επιτόπου εξέταση των εγγράφων που προσαρτώνται στην προκήρυξη ή συγγραφή υποχρεώσεων, η προθεσμία παραλαβής των προσφορών πρέπει να παρατείνεται, εκτός εάν πρόκειται για προθεσμία που έχει ορισθεί με κοινή συμφωνία βάσει της παραγράφου 3, στοιχείο β), ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς να είναι ενήμεροι όλων των πληροφοριών που είναι απαραίτητες για την κατάρτιση των προσφορών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Στο παράρτημα ΧΧΙΙ, παρατίθεται ανακεφαλαιωτικός πίνακας των προθεσμιών που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 37Ανοικτές διαδικασίες: έγγραφα του διαγωνισμού και συμπληρωματικές πληροφορίες (άρθρo 46 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στις ανοικτές διαδικασίες, όταν οι αναθέτοντες φορείς δεν προσφέρουν, με ηλεκτρονικό μέσο και σύμφωνα με το άρθρο 36, παράγραφος 6, απρόσκοπτη, και πλήρη, άμεση πρόσβαση στο κείμενο της συγγραφής υποχρεώσεων και εν γένει σε όλα τα έγγραφα του διαγωνισμού, αυτά αποστέλλονται στους οικονομικούς φορείς εντός έξι (6) ημερών από την παραλαβή της αίτησης, εφόσον αυτή έχει υποβληθεί εμπροθέσμως πριν από την λήξη της προθεσμίας υποβολής των προσφορών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με την προϋπόθεση ότι έχουν ζητηθεί εμπρόθεσμα, οι συμπληρωματικές πληροφορίες για τη συγγραφή υποχρεώσεων παρέχονται από τους αναθέτοντες φορείς ή τις αρμόδιες υπηρεσίες έξι (6) ημέρες το αργότερο πριν από τη λήξη της προθεσμίας παραλαβής των προσφορών.

Άρθρο 38Προσκλήσεις υποβολής προσφορών ή διαπραγμάτευσης (άρθρo 47 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στις κλειστές διαδικασίες και στις διαδικασίες διαπραγμάτευσης, οι αναθέτοντες φορείς καλούν ταυτοχρόνως και εγγράφως τους επιλεγέντες υποψηφίους να υποβάλλουν τις προσφορές τους ή να συμμετάσχουν σε διαπραγμάτευση. Η πρόσκληση προς τους υποψηφίους περιλαμβάνει είτε ένα αντίτυπο της συγγραφής υποχρεώσεων και εν γένει όλων των εγγράφων του διαγωνισμού, είτε αναφορά στον τρόπο πρόσβασης στα έγγραφα που αναφέρονται στην πρώτη περίπτωση, όταν τίθενται σε άμεση διάθεση με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 6.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όταν φορέας άλλος από τον αναθέτοντα φορέα που είναι υπεύθυνος για τη διαδικασία ανάθεσης έχει στη διάθεσή του τη συγγραφή υποχρεώσεων ή/και τυχόν συμπληρωματικά έγγραφα, η πρόσκληση διευκρινίζει τη διεύθυνση της υπηρεσίας, από την οποία μπορούν να ζητούνται η συγγραφή υποχρεώσεων και τα εν λόγω έγγραφα και, ενδεχομένως, την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής της αίτησης αυτής καθώς και το ύψος και τους τρόπους πληρωμής του ποσού που πρέπει να καταβληθεί για την απόκτηση των εν λόγω εγγράφων. Οι αρμόδιες υπηρεσίες αποστέλλουν τα έγγραφα αυτά στους οικονομικούς φορείς αμέσως μετά την παραλαβή της αίτησής τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τη συγγραφή υποχρεώσεων ή τα συμπληρωματικά έγγραφα, γνωστοποιούνται από τους αναθέτοντες φορείς ή τις αρμόδιες υπηρεσίες, το αργότερο έξι (6) ημέρες πριν από την εκπνοή της προθεσμίας που έχει ορισθεί για την παραλαβή των προσφορών, εφόσον έχουν ζητηθεί εμπρόθεσμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Επιπλέον, η πρόσκληση περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία: α) κατά περίπτωση, τη λήξη της προθεσμίας για την αίτηση συμπληρωματικών εγγράφων καθώς και το ποσό και τον τρόπο πληρωμής του ποσού που πρέπει, ενδεχομένως, να καταβληθεί για τη λήψη των εγγράφων, β) την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας παραλαβής των προσφορών, τη διεύθυνση στην οποία πρέπει να διαβιβασθούν και τη γλώσσα ή τις γλώσσες στις οποίες πρέπει να συνταχθούν, γ) τα στοιχεία κάθε προκήρυξης διαγωνισμού που έχει δημοσιευθεί ήδη, δ) μνεία των εγγράφων που πρέπει ενδεχομένως να επισυναφθούν, ε) τα κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης, όταν δεν περιλαμβάνονται στην προκήρυξη για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής που χρησιμεύει ως μέσο έναρξης διαγωνισμού, στ) τη βαρύτητα των κριτηρίων ανάθεσης της σύμβασης ή, ενδεχομένως, τη φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας αυτών των κριτηρίων, σε περίπτωση που δεν περιλαμβάνονται στην προκήρυξη διαγωνισμού, στην προκήρυξη για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής ή στη συγγραφή υποχρεώσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Όταν η έναρξη διαγωνισμού πραγματοποιείται με περιοδική ενδεικτική προκήρυξη, οι αναθέτοντες φορείς καλούν εκ των υστέρων όλους τους υποψηφίους να επιβεβαιώσουν το ενδιαφέρον τους βάσει λεπτομερών πληροφοριών σχετικά με την εν λόγω σύμβαση, πριν να αρχίσει η επιλογή των προσφερόντων ή των συμμετεχόντων σε διαπραγμάτευση. Η πρόσκληση αυτή περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες: α) φύση και ποσότητα, συμπεριλαμβανομένων όλων των δικαιωμάτων προαιρέσεως για συμπληρωματικές συμβάσεις και, εφόσον τούτο είναι δυνατόν, την εκτιμώμενη προθεσμία που τάσσεται για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων προαιρέσεως. Εάν πρόκειται για ανανεώσιμες συμβάσεις, φύση και ποσότητα, και, εφόσον τούτο είναι δυνατόν, την κατά προσέγγιση προθεσμία δημοσίευσης μεταγενέστερων προκηρύξεων διαγωνισμών για έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες που προκηρύσσονται, β) χαρακτήρα της διαδικασίας: κλειστή ή με διαπραγμάτευση, γ) ενδεχομένως, ημερομηνία έναρξης ή ολοκλήρωσης της παράδοσης των προμηθειών της εκτέλεσης των έργων ή της παροχής των υπηρεσιών, δ) διεύθυνση και ημερομηνία λήξης της προθεσμίας για την κατάθεση των αιτήσεων των ενδιαφερομένων να λάβουν πρόσκληση για υποβολή προσφοράς καθώς και γλώσσα ή γλώσσες, στις οποίες πρέπει να συντάσσονται, ε) διεύθυνση του αναθέτοντος φορέα που πρέπει να συνάψει τη σύμβαση και να παράσχει τις απαιτούμενες πληροφορίες στους ενδιαφερομένους να λάβουν τη συγγραφή υποχρεώσεων και άλλα έγγραφα, στ) όρους οικονομικού και τεχνικού χαρακτήρα, χρηματοοικονομικές εγγυήσεις και πληροφορίες που απαιτούνται από τους οικονομικούς φορείς, ζ) ύψος και λεπτομέρειες καταβολής οποιουδήποτε ποσού το οποίο απαιτείται για τη λήψη των εγγράφων της σύμβασης, η) είδος της σύμβασης που αποτελεί αντικείμενο της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, δηλαδή: αγορά, χρηματοδοτική μίσθωση, μίσθωση ή μίσθωση−πώληση ή συνδυασμός των ανωτέρω συμβάσεων, και θ) κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης και στάθμιση αυτών ή, ενδεχομένως, τα κριτήρια αυτά κατά σειρά σπουδαιότητας, σε περίπτωση που δεν περιλαμβάνονται στην ενδεικτική προκήρυξη ή στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στην πρόσκληση προς υποβολή προσφορών ή προς διαπραγμάτευση.

Άρθρο 39Επικοινωνία των μερών του διαγωνισμού (άρθρo 48 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η επικοινωνία καθώς και η ανταλλαγή πληροφοριών μπορούν, κατ’ επιλογή του αναθέτοντος φορέα, να πραγματοποιούνται με επιστολή, τηλεομοιοτυπία, ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5, το τηλέφωνο στις περιπτώσεις και υπό τους όρους που ορίζονται στην παράγραφο 6 ή με συνδυασμό των μέσων αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το επιλεγόμενο μέσο επικοινωνίας πρέπει να είναι γενικώς προσιτό και, συνεπώς, να μην περιορίζει την πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία ανάθεσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατά την επικοινωνία, την ανταλλαγή και την αποθήκευση πληροφοριών λαμβάνεται μέριμνα, προκειμένου να διαφυλάσσονται η ακεραιότητα των δεδομένων, το απόρρητο των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής και η λήψη γνώσης από τους αναθέτοντες φορείς του περιεχομένου των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής μόνο μετά τη λήξη της προβλεπόμενης προθεσμίας για την υποβολή τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται για τις επικοινωνίες με ηλεκτρονικά μέσα, καθώς και τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους, πρέπει να μην δημιουργούν διακρίσεις και να είναι γενικώς διαθέσιμα και συμβατά σε σχέση με τις εν γένει χρησιμοποιούμενες τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Στη διαβίβαση και στους μηχανισμούς ηλεκτρονικής παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες: α) Οι πληροφορίες σχετικά με τις προδιαγραφές που πρέπει να πληρούνται για την ηλεκτρονική υποβολή προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής, συμπεριλαμβανομένης της κρυπτογράφησης, πρέπει να είναι προσιτές στους ενδιαφερομένους· Επιπλέον, οι μηχανισμοί ηλεκτρονικής παραλαβής των προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος ΧΧIV· β) Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, τηρώντας το άρθρο 3 του π.δ/τος 150/2001 (Α΄125), να ζητούν οι ηλεκτρονικές προσφορές να συνοδεύονται από προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή σύμφωνα με την παράγραφο 1 του ανωτέρω άρθρου· γ) Μπορούν να καθιερώνονται ή διατηρούνται συστήματα εθελοντικής πιστοποίησης με σκοπό τη βελτίωση του επιπέδου των υπηρεσιών πιστοποίησης των εν λόγω μηχανισμών· δ) Οι προσφέροντες ή οι υποψήφιοι δεσμεύονται ώστε εάν τα έγγραφα, πιστοποιητικά ή δηλώσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφοι 2 και 3, και στα άρθρα 44 και 45, δεν είναι διαθέσιμα σε ηλεκτρονική μορφή, να υποβάλλονται πριν από τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται για την υποβολή των προσφορών ή των αιτήσεων συμμετοχής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Για την υποβολή των αιτήσεων συμμετοχής εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες: α) οι αιτήσεις συμμετοχής στις διαδικασίες σύναψης των δημοσίων συμβάσεων μπορούν να υποβάλλονται γραπτώς ή τηλεφωνικά· β) όταν οι αιτήσεις συμμετοχής υποβάλλονται τηλεφωνικά, πρέπει να αποστέλλεται γραπτή επιβεβαίωση πριν από τη λήξη της προθεσμίας που έχει ορισθεί για την παραλαβή τους· γ) οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να απαιτούν οι αιτήσεις συμμετοχής που υποβάλλονται με τηλεομοιοτυπία να επιβεβαιώνονται ταχυδρομικά σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 10 παρ. 2 και 4 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α΄45) ή με ηλεκτρονικά μέσα, στις περιπτώσεις που αυτό είναι αναγκαίο ως νόμιμη απόδειξη· ο σχετικός όρος, όπως και η προθεσμία για την αποστολή της επιβεβαίωσης, ταχυδρομικά ή με ηλεκτρονικά μέσα, πρέπει να προβλέπεται από τον αναθέτοντα φορέα στην προκήρυξη που χρησιμοποιείται ως μέσο έναρξης διαγωνισμού ή στην πρόσκληση που αναφέρει το άρθρο 38 παράγραφος 5.

Άρθρο 40Ενημέρωση των αιτούντων προεπιλογή, των υποψηφίων και των προσφερόντων (άρθρo 49 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αναθέτοντες φορείς ενημερώνουν, το συντομότερο δυνατόν, τους συμμετέχοντες οικονομικούς φορείς σχετικά με τις αποφάσεις που λαμβάνουν για τη σύναψη συμφωνίας − πλαισίου ή την ανάθεση της σύμβασης ή την ένταξη σε δυναμικό σύστημα αγορών, συμπεριλαμβανομένων των λόγων για τους οποίους αποφάσισαν να μη συνάψουν συμφωνία − πλαίσιο ή να μην αναθέσουν σύμβαση, για την οποία υπήρξε διαγωνισμός, ή να αρχίσουν νέα διαδικασία ή να μην εφαρμόσουν δυναμικό σύστημα αγορών. Οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται γραπτώς εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση, στους αναθέτοντες φορείς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερομένου μέρους, οι αναθέτοντες φορείς γνωστοποιούν, το συντομότερο δυνατό: α) σε κάθε απορριφθέντα υποψήφιο τους λόγους απόρριψης της υποψηφιότητάς του, β) σε κάθε απορριφθέντα προσφέροντα τους λόγους απόρριψης της προσφοράς του, στις δε περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφοι 4 και 5, αιτιολογούν και την απόφασή τους για την μη ισοδυναμία ή την απόφασή τους ότι τα έργα, οι προμήθειες ή οι υπηρεσίες δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις περί απόδοσης ή λειτουργίας και γ) σε κάθε προσφέροντα που έχει υποβάλει παραδεκτή προσφορά, τα χαρακτηριστικά και τα σχετικά πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς καθώς και το όνομα του αναδόχου ή των συμβαλλομένων μερών στη συμφωνία−πλαίσιο. Οι σχετικές προθεσμίες δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να υπερβαίνουν τις δεκαπέντε (15) ημέρες από την παραλαβή της γραπτής αίτησης. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να μη γνωστοποιήσουν ορισμένες πληροφορίες σχετικά με την ανάθεση της σύμβασης ή τη σύναψη της συμφωνίας− πλαισίου ή την ένταξη σε δυναμικό σύστημα αγορών, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφόσον η κοινολόγηση θα αποτελούσε εμπόδιο για την εφαρμογή των κείμενων διατάξεων ή θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον ή θα έθιγε νόμιμα εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών οικονομικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του οικονομικού φορέα, στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση, ή θα μπορούσε να θίξει τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ οικονομικών φορέων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αναθέτοντες φορείς που θεσπίζουν και διαχειρίζονται σύστημα προεπιλογής ενημερώνουν τους αιτούντες ως προς την απόφαση που λαμβάνουν σχετικά με την προεπιλογή εντός εύλογης προθεσμίας. Εάν για την απόφαση σχετικά με την προεπιλογή, απαιτείται διάστημα άνω του εξαμήνου από την κατάθεση της αίτησης προεπιλογής, ο αναθέτων φορέας γνωστοποιεί στον αιτούντα, μέσα σε δύο (2) μήνες από την κατάθεση αυτή, τους λόγους που δικαιολογούν την παράταση της προθεσμίας και την ημερομηνία κατά την οποία θα γίνει δεκτή ή θα απορριφθεί η αίτησή του.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι αιτούντες, η αίτηση προεπιλογής των οποίων απορρίπτεται, πρέπει να ενημερώνονται, το συντομότερο δυνατόν, και, εν πάση περιπτώσει, εντός δεκαπέντε (15) ημερών το αργότερο από την ημερομηνία της απόφασης, ως προς την απόφαση αυτή και ως προς τους λόγους απόρριψης της αίτησής τους. Οι λόγοι αυτοί πρέπει να βασίζονται στα κριτήρια προεπιλογής, που ορίζονται στο άρθρο 44 παράγραφος 2.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι αναθέτοντες φορείς που θεσπίζουν και διαχειρίζονται σύστημα προεπιλογής μπορούν να περατώνουν τη διαδικασία προεπιλογής ενός οικονομικού φορέα μόνο για λόγους που στηρίζονται στα κριτήρια προεπιλογής, που αναφέρονται στο άρθρο 44 παράγραφος 2. Η πρόθεση περάτωσης της διαδικασίας προεπιλογής πρέπει να κοινοποιείται εκ των προτέρων γραπτώς στον οικονομικό φορέα, τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από την ημερομηνία που προβλέπεται για την περάτωση της διαδικασίας προεπιλογής, με μνεία του λόγου ή των λόγων που οδήγησαν σε αυτήν.

Άρθρο 41Πληροφορίες που πρέπει να διατηρούνται για τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί (άρθρο 50 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αναθέτοντες φορείς διατηρούν, για κάθε σύμβαση, τις κατάλληλες πληροφορίες που τους επιτρέπουν, σε μεταγενέστερη φάση, να αιτιολογήσουν τις αποφάσεις τους σχετικά με: α) την προεπιλογή και την επιλογή οικονομικών φορέων και την ανάθεση των συμβάσεων· β) την εφαρμογή διαδικασιών χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 3· γ) τη μη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 24 έως και 40 δυνάμει των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στα άρθρα 3 έως 9 και τα άρθρα 16 έως 23. Οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα για την τεκμηρίωση της διεξαγωγής των διαδικασιών ανάθεσης που διεξάγονται με ηλεκτρονικά μέσα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι πληροφορίες αυτές διατηρούνται επί τέσσερα (4) τουλάχιστον έτη από την ημερομηνία ανάθεσης της σύμβασης, ούτως ώστε, κατά την περίοδο αυτή, ο αναθέτων φορέας να είναι σε θέση να παρέχει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, τις απαραίτητες πληροφορίες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
Άρθρο 42Γενικές διατάξεις (άρθρο 51 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τους σκοπούς της επιλογής των συμμετεχόντων στις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων: α) οι αναθέτοντες φορείς που έχουν θεσπίσει κανόνες και κριτήρια αποκλεισμού των προσφερόντων ή των υποψηφίων σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφοι 1, 2 ή 4 αποκλείουν τους οικονομικούς φορείς που ανταποκρίνονται στους εν λόγω κανόνες και κριτήρια· β) επιλέγουν τους προσφέροντες και τους υποψηφίους σύμφωνα με τους αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 45· γ) στις κλειστές και με διαπραγμάτευση διαδικασίες με προκήρυξη διαγωνισμού, περιορίζουν, ενδεχομένως, τον αριθμό των επιλεγέντων δυνάμει των στοιχείων α) και β) υποψηφίων, σύμφωνα με το άρθρο 45.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όταν η έναρξη του διαγωνισμού πραγματοποιείται με προκήρυξη για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής και ενόψει της επιλογής των συμμετεχόντων σε διαδικασίες σύναψης συμβάσεων για ειδικές συμβάσεις που αποτελούν αντικείμενο της προκήρυξης του διαγωνισμού, οι αναθέτοντες φορείς: α) επιλέγουν τους οικονομικούς φορείς σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44· β) εφαρμόζουν τις διατάξεις της παραγράφου 1 που αφορούν στις κλειστές ή με διαπραγμάτευση διαδικασίες στους εν λόγω οικονομικούς φορείς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αναθέτοντες φορείς ελέγχουν τη συμβατότητα των προσφορών που έχουν υποβάλει οι επιλεγμένοι προσφέροντες προς τους κανόνες και τις απαιτήσεις που ισχύουν για τις προσφορές και αναθέτουν τη σύμβαση βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στα άρθρα 46 και 48.

Άρθρο 43Αμοιβαία αναγνώριση όσον αφορά στους διοικητικούς, τεχνικούς ή χρηματοοικονομικούς όρους καθώς και τα πιστοποιητικά, τις δοκιμές και τα αποδεικτικά στοιχεία (άρθρο 52 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αναθέτοντες φορείς δεν μπορούν, όταν επιλέγουν τους συμμετέχοντες σε μια διαδικασία κλειστή ή με διαπραγμάτευση, όταν λαμβάνουν την απόφασή τους για την προεπιλογή ή όταν αναπροσαρμόζουν τα κριτήρια και τους κανόνες προεπιλογής: α) να επιβάλουν διοικητικούς, τεχνικούς ή χρηματοοικονομικούς όρους σε ορισμένους οικονομικούς φορείς, εφόσον δεν θα τους επέβαλαν σε άλλους· β) να απαιτούν δοκιμές ή αποδεικτικά στοιχεία για θέματα, ως προς τα οποία υπάρχουν ήδη αντικειμενικές αποδείξεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όταν ζητούν την υποβολή πιστοποιητικών που συντάσσονται από ανεξάρτητους οργανισμούς, με τα οποία βεβαιώνεται ότι ο οικονομικός φορέας τηρεί ορισμένα πρότυπα ποιοτικής εξασφάλισης, οι αναθέτοντες φορείς παραπέμπουν σε συστήματα ποιοτικής εξασφάλισης που βασίζονται στις σχετικές σειρές ευρωπαϊκών προτύπων και πιστοποιούνται από οργανισμούς που ακολουθούν τις σειρές ευρωπαϊκών προτύπων πιστοποίησης. Οι αναθέτοντες φορείς αναγνωρίζουν ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες στα άλλα κράτη μέλη. Αποδέχονται επίσης και άλλα αποδεικτικά στοιχεία για ισοδύναμα μέτρα διασφάλισης της ποιότητας εκ μέρους των οικονομικών φορέων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τις συμβάσεις έργων και υπηρεσιών και μόνο σε ενδεδειγμένες περιπτώσεις, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να ζητούν, προκειμένου να ελέγχουν την τεχνική ικανότητα του οικονομικού φορέα, την αναφορά μέτρων περιβαλλοντικής διαχείρισης που ενδέχεται να εφαρμόσει ο οικονομικός φορέας κατά την εκτέλεση της σύμβασης. Στις περιπτώσεις αυτές, όταν οι αναθέτοντες φορείς ζητούν την υποβολή πιστοποιητικών που συντάσσονται από ανεξάρτητους οργανισμούς, με τα οποία βεβαιώνεται ότι ο οικονομικός φορέας τηρεί ορισμένα πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης, παραπέμπουν στο EMAS ή στα πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης που βασίζονται στα σχετικά ευρωπαϊκά ή διεθνή πρότυπα και πιστοποιούνται από οργανισμούς που τηρούν την κοινοτική νομοθεσία ή τα ευρωπαϊκά ή διεθνή πρότυπα τα οποία αφορούν την πιστοποίηση. Οι αναθέτοντες φορείς αναγνωρίζουν ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη. Επίσης, κάνουν δεκτά και άλλα αποδεικτικά στοιχεία για ισοδύναμα μέτρα περιβαλλοντικής διαχείρισης εκ μέρους των οικονομικών φορέων.

Άρθρο 44Συστήματα προεπιλογής (άρθρο 53 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να θεσπίζουν και να διαχειρίζονται σύστημα προεπιλογής των οικονομικών φορέων. ΦΕΚ 1517 Οι φορείς, οι οποίοι θεσπίζουν ή διαχειρίζονται ένα σύστημα προεπιλογής, εξασφαλίζουν τη δυνατότητα των οικονομικών φορέων να υποβάλλουν, ανά πάσα στιγμή, αίτηση για προεπιλογή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το σύστημα που προβλέπεται στην παράγραφο 1 μπορεί να περιλαμβάνει διάφορα στάδια προεπιλογής. Η διαχείρισή του πρέπει να γίνεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και κανόνων προεπιλογής που ορίζονται από τον αναθέτοντα φορέα. Όταν τα εν λόγω κριτήρια και κανόνες περιέχουν τεχνικές προδιαγραφές, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 26. Τα κριτήρια και κανόνες είναι δυνατόν να αναπροσαρμόζονται, εάν παρίσταται ανάγκη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα κριτήρια και κανόνες προεπιλογής που αναφέρονται στην παράγραφο 2 μπορούν να περιλαμβάνουν τα κριτήρια αποκλεισμού που απαριθμούνται στο άρθρο 43 του π.δ/τος 60/2007 για τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται σχετικά. Όταν ένας αναθέτων φορέας είναι αναθέτουσα αρχή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α), τα εν λόγω κριτήρια και κανόνες περιλαμβάνουν τα κριτήρια αποκλεισμού που απαριθμούνται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 του π.δ/τος 60/2007.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όταν τα κριτήρια και οι κανόνες προεπιλογής που αναφέρονται στην παράγραφο 2 περιλαμβάνουν απαιτήσεις σχετικά με τη χρηματοοικονομική ικανότητα του οικονομικού φορέα, τότε αυτός ο οικονομικός φορέας μπορεί, ενδεχομένως, να κάνει χρήση των ικανοτήτων άλλων φορέων, ανεξαρτήτως της νομικής φύσης των υφιστάμενων σχέσεων μεταξύ αυτού και των εν λόγω φορέων. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να αποδεικνύει στον αναθέτοντα φορέα ότι θα διαθέτει τα μέσα αυτά καθ’ όλη την περίοδο ισχύος του συστήματος προεπιλογής, π.χ. με την παρουσίαση σχετικών εγγυήσεων εκ μέρους των εν λόγω φορέων. Υπό τους ίδιους όρους, μια κοινοπραξία οικονομικών φορέων που αναφέρεται στο άρθρο 11 μπορεί να επικαλείται την ικανότητα των συμμετεχόντων στην κοινοπραξία ή άλλων φορέων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Όταν τα κριτήρια και οι κανόνες προεπιλογής που αναφέρονται στην παράγραφο 2 περιλαμβάνουν απαιτήσεις σχετικά με τις τεχνικές και/ή επαγγελματικές ικανότητες του οικονομικού φορέα, αυτός μπορεί, ενδεχομένως, να κάνει χρήση της ικανότητας άλλων φορέων, ανεξαρτήτως της νομικής φύσης των υφιστάμενων σχέσεων μεταξύ αυτού και των εν λόγω φορέων. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να αποδεικνύει στον αναθέτοντα φορέα ότι θα διαθέτει τα μέσα αυτά καθ’ όλη την περίοδο ισχύος του συστήματος προεπιλογής, π.χ. με την παρουσίαση εγγυήσεων εκ μέρους των εν λόγω φορέων ότι θα διαθέσουν στον οικονομικό φορέα τα απαραίτητα μέσα. Υπό τους ίδιους όρους, μια κοινοπραξία οικονομικών φορέων που αναφέρεται στο άρθρο 11 μπορεί να επικαλείται την ικανότητα των συμμετεχόντων στην κοινοπραξία ή άλλων φορέων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Τα κριτήρια και κανόνες προεπιλογής που αναφέρονται στην παράγραφο 2 παρέχονται, κατ’ αίτηση, στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς. Η αναπροσαρμογή αυτών των κριτηρίων και κανόνων ανακοινώνεται στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς. Εάν ένας αναθέτων φορέας κρίνει ότι το σύστημα προεπιλογής ορισμένων τρίτων φορέων ή οργανισμών ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του, ανακοινώνει στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς τις επωνυμίες των εν λόγω τρίτων φορέων ή οργανισμών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Τηρείται μητρώο των προεπιλεγέντων οικονομικών φορέων. Το μητρώο αυτό μπορεί να χωρίζεται σε κατηγορίες ανάλογα με τα είδη των συμβάσεων για τις οποίες ισχύει η προεπιλογή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Οι αναθέτοντες φορείς, όταν θεσπίζουν και διαχειρίζονται σύστημα προεπιλογής, τηρούν ιδίως τις διατάξεις του άρθρου 34 παράγραφος 3 σχετικά με τις προκηρύξεις για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής, του άρθρου 40 παράγραφοι 3, 4 και 5 σχετικά με την ενημέρωση των οικονομικών φορέων που έχουν ζητήσει προεπιλογή, του άρθρου 42 παράγραφος 2 σχετικά με την επιλογή συμμετεχόντων, όταν η προκήρυξη του διαγωνισμού πραγματοποιείται με προκήρυξη για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής και, τελικά, τις διατάξεις του άρθρου 43 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση όσον αφορά στους διοικητικούς, τεχνικούς ή χρηματοοικονομικούς όρους καθώς και τα πιστοποιητικά, τις δοκιμές και τα αποδεικτικά στοιχεία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Όταν η έναρξη του διαγωνισμού γίνεται με προκήρυξη για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής, οι προσφέροντες σε κλειστή διαδικασία ή οι συμμετέχοντες σε διαδικασία με διαπραγμάτευση επιλέγονται μεταξύ των υποψηφίων που έχουν προεπιλεγεί βάσει ενός τέτοιου συστήματος.

Άρθρο 45Κριτήρια ποιοτικής επιλογής (άρθρο 54 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αναθέτοντες φορείς που ορίζουν τα κριτήρια επιλογής σε ανοικτή διαδικασία ενεργούν σύμφωνα με αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια που είναι στη διάθεση των ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι αναθέτοντες φορείς, οι οποίοι επιλέγουν τους υποψηφίους για κλειστή διαδικασία ή για διαδικασία με διαπραγμάτευση, προβαίνουν στην επιλογή σύμφωνα με τα αντικειμενικά κριτήρια και κανόνες που έχουν ορίσει και τα οποία είναι στη διάθεση των ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Στις κλειστές διαδικασίες ή στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση, τα κριτήρια είναι δυνατόν να βασίζονται στην αντικειμενική ανάγκη του αναθέτοντος φορέα να μειώσει τον αριθμό των υποψηφίων στο επίπεδο που επιβάλλει η εξισορρόπηση μεταξύ των ειδικών χαρακτηριστικών της διαδικασίας σύναψης σύμβασης και των μέσων που απαιτούνται για τη διεξαγωγή της. Ο αριθμός των επιλεγέντων υποψηφίων πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη εξασφάλισης επαρκούς ανταγωνισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Τα κριτήρια που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 μπορούν να περιλαμβάνουν τα κριτήρια αποκλεισμού που απαριθμούνται στο άρθρο 43 του π.δ/τος 60/2007 για τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται σχετικά. Όταν ο αναθέτων φορέας είναι αναθέτουσα αρχή, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α), τα κριτήρια που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνουν τα κριτήρια αποκλεισμού που απαριθμούνται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 του π.δ/τος 60/2007.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Όταν τα κριτήρια που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 περιλαμβάνουν απαιτήσεις σχετικά με τη χρηματοοικονομική ικανότητα του οικονομικού φορέα, τότε ο οικονομικός φορέας μπορεί, οσάκις ενδείκνυται και για δεδομένη σύμβαση, να κάνει χρήση της ικανότητας άλλων φορέων, ανεξαρτήτως της νομικής φύσης των υφιστάμενων σχέσεων μεταξύ αυτού και των εν λόγω φορέων. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να αποδεικνύει στον αναθέτοντα φορέα ότι διαθέτει τα απαραίτητα μέσα, π.χ. με την παρουσίαση σχετικών εγγυήσεων εκ μέρους των εν λόγω φορέων. Υπό τους ίδιους όρους, μια κοινοπραξία οικονομικών φορέων που αναφέρεται στο άρθρο 11, μπορεί να επικαλείται την ικανότητα των συμμετεχόντων στην κοινοπραξία ή άλλων φορέων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Όταν τα κριτήρια που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 περιλαμβάνουν απαιτήσεις σχετικά με τις τεχνικές και/ή επαγγελματικές ικανότητες του οικονομικού φορέα, τότε ο οικονομικός φορέας μπορεί, όταν ενδείκνυται και για δεδομένη σύμβαση, να κάνει χρήση της ικανότητας άλλων φορέων, ανεξαρτήτως της νομικής φύσης των υφιστάμενων σχέσεων μεταξύ αυτού και των εν λόγω φορέων. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να αποδεικνύει στον αναθέτοντα φορέα ότι διαθέτει, για την εκτέλεση της σύμβασης, τα απαραίτητα μέσα, π.χ. με την παροχή εγγυήσεων εκ μέρους των εν λόγω φορέων ότι θα διαθέσουν στον οικονομικό φορέα τα απαραίτητα μέσα. Υπό τους ίδιους όρους, μια κοινοπραξία οικονομικών φορέων που αναφέρεται στο άρθρο 11, μπορεί να επικαλείται την ικανότητα των συμμετεχόντων στις κοινοπραξίες ή άλλων φορέων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΝΑΘΕΣΗΣ
Άρθρο 46Κριτήρια ανάθεσης των συμβάσεων (άρθρο 55 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Με την επιφύλαξη των κείμενων διατάξεων σχετικά με τα ελάχιστα όρια αμοιβής ορισμένων υπηρεσιών, τα κριτήρια βάσει των οποίων οι αναθέτοντες φορείς αναθέτουν συμβάσεις, είναι τα ακόλουθα: α) όταν η σύμβαση ανατίθεται στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής, κριτήρια που συνδέονται με το αντικείμενο της συγκεκριμένης δημόσιας σύμβασης, όπως η ημερομηνία παράδοσης ή ολοκλήρωσης, το κόστος λειτουργίας, η αποδοτικότητα του κόστους, η ποιότητα, τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, η τεχνική αξία, η εξυπηρέτηση μετά την πώληση και η τεχνική συνδρομή, οι δεσμεύσεις όσον αφορά στα ανταλλακτικά, την ασφάλεια των προμηθειών και την τιμή, είτε β) αποκλειστικά η χαμηλότερη τιμή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του τρίτου εδαφίου, στην προβλεπόμενη στην παράγραφο 1 στοιχείο α) περίπτωση ο αναθέτων φορέας προβλέπει το σχετικό βάρος που αποδίδει σε καθένα από τα επιλεγέντα κριτήρια για τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς. Η στάθμιση αυτή μπορεί να εκφράζεται με τον καθορισμό μιας διακύμανσης («ψαλίδας») με κατάλληλο εύρος. Όταν, κατά τη γνώμη του αναθέτοντος φορέα, είναι αδύνατη η στάθμιση για λόγους που μπορούν να αποδειχθούν, ο αναθέτων φορέας επισημαίνει τα κριτήρια με τη φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας που τους αποδίδεται. Η σχετική στάθμιση ή η σειρά σπουδαιότητας προβλέπονται, ανάλογα με την περίπτωση, στην προκήρυξη που χρησιμοποιείται ως μέσο έναρξης διαγωνισμού, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 5, στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς ή συμμετοχής σε διαπραγματεύσεις ή στη συγγραφή υποχρεώσεων.

Άρθρο 47Χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών πλειστηριασμών (άρθρο 56 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να προσφεύγουν σε ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Στις ανοικτές, κλειστές ή με διαπραγμάτευση διαδικασίες, με προηγούμενο διαγωνισμό, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αποφασίζουν ότι, πριν από την ανάθεση μιας δημόσιας σύμβασης, διεξάγεται ηλεκτρονικός πλειστηριασμός, όταν οι προδιαγραφές της σύμβασης μπορούν να καθορισθούν με ακρίβεια. Υπό τους ίδιους όρους, ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να χρησιμοποιείται κατά τον νέο διαγωνισμό για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων, στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών που προβλέπει το άρθρο 15. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός αφορά: α) είτε μόνον τις τιμές, εφόσον η σύμβαση ανατίθεται στην κατώτερη τιμή· β) είτε τις τιμές και/ή τις αξίες των στοιχείων των προσφορών που επισημαίνονται στη συγγραφή υποχρεώσεων, εφόσον η σύμβαση ανατίθεται στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αναθέτοντες φορείς που αποφασίζουν να κάνουν χρήση του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, το αναφέρουν υποχρεωτικώς στην προκήρυξη που χρησιμοποιείται ως μέσο έναρξης διαγωνισμού. Η συγγραφή υποχρεώσεων περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τις εξής πληροφορίες: α) τα στοιχεία, οι αξίες των οποίων θα αποτελέσουν αντικείμενο του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, εφόσον τα εν λόγω στοιχεία είναι προσδιορίσιμα ποσοτικώς κατά τρόπον ώστε να εκφράζονται σε αριθμούς ή ποσοστά· β) τα ενδεχόμενα όρια των αξιών που μπορούν να υποβάλλονται, όπως αυτά προκύπτουν από τις προδιαγραφές του αντικειμένου της σύμβασης· γ) τις πληροφορίες που τίθενται στη διάθεση των προσφερόντων κατά τη διάρκεια του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού και τη χρονική στιγμή που, ενδεχομένως, τίθενται στη διάθεσή τους· δ) τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τη διεξαγωγή του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού· ε) τους όρους, υπό τους οποίους οι προσφέροντες μπορούν να υποβάλουν τις προσφορές τους, ιδίως τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις οι οποίες, ενδεχομένως, απαιτούνται για την υποβολή προσφορών και στ) τις κατάλληλες πληροφορίες για το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό σύστημα και για τον τρόπο και τις τεχνικές προδιαγραφές της σύνδεσης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι αναθέτοντες φορείς, πριν να προβούν στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, διενεργούν μια πρώτη πλήρη αξιολόγηση των προσφορών σύμφωνα με το επιλεγμένο κριτήριο ή τα επιλεγμένα κριτήρια ανάθεσης και με τη στάθμισή τους, όπως έχουν καθορισθεί. Οι προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτές προσφορές καλούνται ταυτόχρονα με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων να υποβάλλουν νέες τιμές και/ή νέες αξίες. Η πρόσκληση περιέχει όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για τη σύνδεσή τους σε ατομική βάση με το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό σύστημα και προσδιορίζει την ημερομηνία και την ώρα έναρξης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να διεξάγεται σε διάφορες διαδοχικές φάσεις. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός δεν είναι δυνατόν να αρχίζει προτού παρέλθουν δύο (2) εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία αποστολής των προσκλήσεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Όταν γίνεται η ανάθεση στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, η πρόσκληση συνοδεύεται από το αποτέλεσμα της πλήρους αξιολόγησης της προσφοράς του οικείου προσφέροντος, η οποία γίνεται σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο. Η πρόσκληση αναφέρει επίσης το μαθηματικό τύπο βάσει του οποίου καθορίζεται κατά τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, η αυτόματη κατάταξη σε συνάρτηση με τις νέες υποβαλλόμενες τιμές και/ή τις νέες αξίες. Ο μαθηματικός αυτός τύπος εκφράζει τη βαρύτητα του κάθε κριτηρίου που έχει επιλεγεί για τον καθορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, όπως αυτή αναφέρεται στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στη συγγραφή υποχρεώσεων. Προς τούτο, οι ενδεχόμενες διακυμάνσεις («ψαλίδες») πρέπει να εκφράζονται εκ των προτέρων με συγκεκριμένες τιμές. Στην περίπτωση που επιτρέπονται εναλλακτικές προσφορές, πρέπει να προβλέπεται χωριστός μαθηματικός τύπος για κάθε εναλλακτική προσφορά.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Κατά τη διάρκεια κάθε φάσης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, οι αναθέτοντες φορείς γνωστοποιούν αμέσως σε όλους τους προσφέροντες τις πληροφορίες εκείνες που τους δίνουν τουλάχιστον τη δυνατότητα να γνωρίζουν, ανά πάσα στιγμή, την αντίστοιχη κατάταξή τους. Μπορούν επίσης να γνωστοποιούν και άλλες πληροφορίες σχετικά με άλλες τιμές ή αξίες που υποβάλλονται, υπό τον όρο ότι αυτό επισημαίνεται στη συγγραφή υποχρεώσεων. Μπορούν επίσης, ανά πάσα στιγμή, να ανακοινώνουν τον αριθμό των συμμετεχόντων σε κάθε φάση του πλειστηριασμού. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να γνωστοποιούν την ταυτότητα των προσφερόντων κατά τη διεξαγωγή των διαφόρων φάσεων του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Οι αναθέτοντες φορείς περατώνουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό σύμφωνα με έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τρόπους: α) επισημαίνουν, στην πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό, την ημερομηνία και την ώρα λήξεως της διαδικασίας που έχουν ήδη καθορισθεί· β) όταν δεν λαμβάνουν πλέον νέες τιμές ή νέες αξίες που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις σχετικά με τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις. Στην περίπτωση αυτή, οι αναθέτοντες φορείς προσδιορίζουν, στην πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό, την προθεσμία που θα τηρήσουν μετά την παραλαβή της τελευταίας υποβολής προτού περατώσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό· γ) όταν οι φάσεις του πλειστηριασμού, όπως καθορίζονται στην πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό, έχουν πραγματοποιηθεί στο σύνολό τους. Όταν οι αναθέτοντες φορείς αποφασίζουν να περατώσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό σύμφωνα με το στοιχείο γ), ενδεχομένως σε συνδυασμό με το στοιχείο β), η πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό προσδιορίζει το χρονοδιάγραμμα κάθε φάσης του πλειστηριασμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Μετά την περάτωση του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, οι αναθέτοντες φορείς αναθέτουν τη σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο 46, βάσει των αποτελεσμάτων του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Οι αναθέτοντες φορείς δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό καταχρηστικά ή κατά τρόπο που να εμποδίζει, περιορίζει ή στρεβλώνει τον ανταγωνισμό ή τροποποιεί το αντικείμενο της σύμβασης, όπως αυτό καθορίσθηκε στην προκήρυξη του διαγωνισμού και διευκρινίστηκε στη συγγραφή υποχρεώσεων.

Άρθρο 48Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές (άρθρο 57 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Εάν, για δεδομένη σύμβαση, οι προσφορές φαίνονται ασυνήθιστα χαμηλές σε σχέση με το αντικείμενό της, ο αναθέτων φορέας, πριν να απορρίψει τις προσφορές αυτές, ζητεί γραπτώς διευκρινίσεις για τα συστατικά στοιχεία των προσφορών, τις οποίες τυχόν κρίνει σκόπιμες. Οι διευκρινίσεις αυτές μπορούν να αφορούν ιδίως: α) την οικονομία της μεθόδου δομικής κατασκευής, της μεθόδου κατασκευής των προϊόντων ή της παροχής των υπηρεσιών· β) τις επιλεγείσες τεχνικές λύσεις και/ή τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες που διαθέτει ο προσφέρων για την εκτέλεση του έργου, την προμήθεια των προϊόντων ή την παροχή των υπηρεσιών· γ) την πρωτοτυπία του έργου, των προμηθειών ή των υπηρεσιών που προτείνει ο προσφέρων· δ) την τήρηση των διατάξεων περί προστασίας της εργασίας και των συνθηκών εργασίας που ισχύουν στον τόπο εκτέλεσης της παροχής· ε) την ενδεχόμενη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης στον προσφέροντα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο αναθέτων φορέας ελέγχει, σε συνεννόηση με τον προσφέροντα, τη σύνθεση της προσφοράς βάσει των υποβληθέντων δικαιολογητικών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εφόσον ο αναθέτων φορέας διαπιστώνει ότι μια προσφορά είναι ασυνήθιστα χαμηλή λόγω χορήγησης κρατικής ενίσχυσης στον προσφέροντα, η προσφορά μπορεί να απορρίπτεται αποκλειστικά για αυτόν τον λόγο, μόνο μετά από διαβούλευση με τον προσφέροντα και εάν αυτός δεν μπορέσει να αποδείξει, εντός επαρκούς προθεσμίας την οποία τάσσει ο αναθέτων φορέας, ότι η εν λόγω ενίσχυση χορηγήθηκε σε νόμιμα πλαίσια. Όταν ο αναθέτων φορέας απορρίπτει μια προσφορά υπό τις συνθήκες αυτές ενημερώνει σχετικά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Άρθρο 49Προσφορές που περιέχουν προϊόντα, καταγωγής τρίτων χωρών (άρθρο 58 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το παρόν άρθρο ισχύει για τις προσφορές που περιέχουν προϊόντα, καταγωγής τρίτων χωρών, με τις οποίες η Κοινότητα δεν έχει συνάψει, σε πολυμερή ή διμερή πλαίσια, συμφωνία που να εξασφαλίζει αντίστοιχη και ουσιαστική πρόσβαση των κοινοτικών επιχειρήσεων στις αγορές των εν λόγω τρίτων χωρών. Εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων της Κοινότητας και της Ελλάδας έναντι τρίτων χωρών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κάθε προσφορά που υποβάλλεται για την ανάθεση σύμβασης προμηθειών μπορεί να απορρίπτεται, όταν το μέρος των προϊόντων, καταγωγής τρίτων χωρών, όπως καθορίζεται από τον Κανονισμό (ΕΟΚ) υπ’αριθμ. 2913/1992 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (30), υπερβαίνει το 50% της συνολικής αξίας των προϊόντων που συνιστούν την εν λόγω προσφορά. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τα λογισμικά που χρησιμοποιούνται στον εξοπλισμό των δικτύων τηλεπικοινωνιών θεωρούνται ως προϊόντα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου, μεταξύ δύο ή περισσότερων προσφορών που είναι ισοδύναμες σύμφωνα με τα κριτήρια ανάθεσης που καθορίζονται στο άρθρο 46, προτιμάται η προσφορά που δεν μπορεί να απορριφθεί κατ’ εφαρμογήν της παραγράφου 2. Το ύψος των προσφορών αυτών θεωρείται ισοδύναμο, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, εφόσον η διαφορά των τιμών δεν υπερβαίνει το 3 %. Δεν προτιμάται προσφορά έναντι άλλης, δυνάμει του πρώτου εδαφίου, όταν η αποδοχή της θα υποχρέωνε τον αναθέτοντα φορέα να αποκτήσει υλικό με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά από εκείνα του ήδη υφισταμένου υλικού, πράγμα που θα οδηγούσε σε ασυμβατότητα ή τεχνικές δυσχέρειες κατά τη χρήση ή τη συντήρηση ή σε δυσανάλογες δαπάνες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, προκειμένου να καθορισθεί η αναλογία προϊόντων, καταγωγής τρίτων χωρών, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2, δεν λαμβάνονται υπόψη οι τρίτες χώρες στις οποίες επεκτείνεται το ευεργέτημα των διατάξεων της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ οδηγίας με απόφαση του Συμβουλίου, σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 50Σχέσεις με τρίτες χώρες στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων προμηθειών και υπηρεσιών (άρθρο 59 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις τυχόν γενικού χαρακτήρα δυσχέρειες που συναντούν και αναφέρουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων, στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών σε τρίτες χώρες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις τυχόν δυσχέρειες που συναντούν και αναφέρουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων, και οι οποίες οφείλονται στη μη τήρηση των διεθνών διατάξεων εργατικού δικαίου που αναφέρονται στο παράρτημα XXΙΙΙ στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την ανάθεση συμβάσεων σε τρίτες χώρες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων της Κοινότητας έναντι τρίτων χωρών, οι οποίες απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, ιδίως στο πλαίσιο του ΠΟΕ.

ΤΜΗΜΑ ΠΕΜΠΤΟΚΑΝΟΝΕΣ ΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥΣ ΜΕΛΕΤΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Άρθρο 51Γενική διάταξη (άρθρο 60 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι κανόνες σχετικά με τη διοργάνωση διαγωνισμού μελετών θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και με τα άρθρα 52 και 54 έως 57 και τίθενται στη διάθεση όλων των ενδιαφερομένων να συμμετάσχουν στο διαγωνισμό μελετών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το δικαίωμα συμμετοχής στους διαγωνισμούς μελετών δεν μπορεί να περιορίζεται: α) στην ελληνική επικράτεια ή σε τμήμα της ελληνικής επικράτειας· β) από την ιδιότητα των συμμετεχόντων ως φυσικών ή νομικών προσώπων

Άρθρο 52Κατώτατα όρια (άρθρο 61 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, άρθρο 1 παρ. 2 του Κανονισμού 2083/2005)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται στο πλαίσιο διαδικασίας ανάθεσης συμβάσεων υπηρεσιών, η εκτιμώμενη αξία των οποίων εκτός ΦΠΑ, ισούται με ή υπερβαίνει τα 422.000 ευρώ. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως κατώτατο όριο νοείται η εκτιμώμενη αξία εκτός ΦΠΑ της σύμβασης υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των ενδεχόμενων βραβείων συμμετοχής και/ή πληρωμής ποσών στους συμμετέχοντες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το παρόν τμήμα εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις διαγωνισμών μελετών, όταν το συνολικό ύψος των χρηματικών βραβείων συμμετοχής στους διαγωνισμούς και των ποσών που καταβάλλονται στους συμμετέχοντες, ισούται με ή υπερβαίνει τα 422.000 ευρώ. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως “κατώτατο όριο” νοείται το συνολικό ύψος των εν λόγω βραβείων και ποσών, συμπεριλαμβανομένης της εκτιμώμενης αξίας εκτός ΦΠΑ της σύμβασης υπηρεσιών, η οποία μπορεί να ανατίθεται εκ των υστέρων δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφος 3, εφόσον ο αναθέτων φορέας δεν έχει αποκλείσει μια τέτοιου είδους ανάθεση στην προκήρυξη διαγωνισμού.

Άρθρο 53Διαγωνισμοί μελετών που εξαιρούνται (άρθρο 62 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ) Το παρόν τμήμα δεν εφαρμόζεται:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

στους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται υπό τις ίδιες συνθήκες που προβλέπονται στο άρθρο 19 παράγραφοι 2, 3 και 4 για τις συμβάσεις υπηρεσιών,

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

στους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται για την άσκηση μιας δραστηριότητας για την οποία το άρθρο 23 παράγραφος 1 έχει κριθεί εφαρμοστέο με απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή θεωρείται ότι εφαρμόζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 δεύτερο ή τρίτο εδάφιο ή την παράγραφο 4 τέταρτο εδάφιο του εν λόγω άρθρου,

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

στους διαγωνισμούς μελετών που διέπονται από το ν. 3316/2005 «Ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» (Α΄42)

Άρθρο 54Κανόνες δημοσιότητας και διαφάνειας (άρθρο 63 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι αναθέτοντες φορείς που επιθυμούν να διοργανώσουν διαγωνισμό μελετών, τον διοργανώνουν μέσω προκήρυξης. Οι αναθέτοντες φορείς που έχουν διοργανώσει διαγωνισμό, ανακοινώνουν τα αποτελέσματά του με σχετική γνωστοποίηση. Η προκήρυξη διαγωνισμού περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα XVIΙI και η γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων διαγωνισμού μελετών περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα XIX, σε σχήμα τυποποιημένου εντύπου που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 68 παράγραφος 2 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ οδηγίας. Η γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων διαγωνισμού μελετών διαβιβάζεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από τη λήξη του διαγωνισμού και υπό τους όρους που καθορίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 68 παράγραφος 2 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ οδηγίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σέβεται τις τυχόν ευαίσθητες εμπορικές πτυχές που ενδέχεται να επισημάνουν οι αναθέτοντες φορείς, όταν διαβιβάζουν τις πληροφορίες αυτές, όσον αφορά στον αριθμό των μελετών ή σχεδίων που έχουν παραληφθεί, την ταυτότητα των οικονομικών φορέων και τις προσφερόμενες τιμές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Το άρθρο 33 παράγραφοι 2 έως 8 εφαρμόζονται και στις προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις σχετικά με διαγωνισμούς μελετών.

Άρθρο 55Μέσα επικοινωνίας (άρθρο 64 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Προκειμένου για κάθε μορφής επικοινωνία σχετικά με διαγωνισμούς εφαρμόζεται το άρθρο 39 παράγραφοι 1, 2 και 4.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η επικοινωνία, η ανταλλαγή και η αποθήκευση πληροφοριών πραγματοποιούνται κατά τρόπο που να εξασφαλίζει ότι δεν θίγεται η ακεραιότητα και το απόρρητο του συνόλου των πληροφοριών που διαβιβάζονται από τους συμμετέχοντες σε διαγωνισμούς μελετών. Η κριτική επιτροπή λαμβάνει γνώση του περιεχομένου των σχεδίων και μελετών μόνο μετά την εκπνοή της προθεσμίας που προβλέπεται για την υποβολή τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες για τα συστήματα ηλεκτρονικής παραλαβής των σχεδίων και μελετών: α) οι πληροφορίες σχετικά με τις αναγκαίες προδιαγραφές για την παρουσίαση των σχεδίων και μελετών με ηλεκτρονικό τρόπο καθώς και για την κρυπτογράφηση, πρέπει να τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερομένων· επιπλέον, τα συστήματα ηλεκτρονικής παραλαβής των σχεδίων και μελετών πρέπει να είναι σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παραρτήματος XXIV· β) μπορεί να καθιερώνονται ή να διατηρούνται μηχανισμοί εθελοντικής πιστοποίησης με σκοπό τη βελτίωση του επιπέδου των υπηρεσιών πιστοποίησης που παρέχονται για αυτά τα συστήματα.

Άρθρο 56Διοργάνωση διαγωνισμών μελετών, επιλογή των συμμετεχόντων και κριτική επιτροπή (άρθρο 65 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Για τη διοργάνωση των διαγωνισμών, οι αναθέτοντες φορείς εφαρμόζουν διαδικασίες προσαρμοσμένες στις διατάξεις του παρόντος διατάγματος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όταν οι διαγωνισμοί μελετών αφορούν περιορισμένο αριθμό συμμετεχόντων, οι αναθέτοντες φορείς θεσπίζουν σαφή και αντικειμενικά κριτήρια επιλογής. Σε κάθε περίπτωση, ο αριθμός των υποψηφίων που καλούνται να συμμετάσχουν στους διαγωνισμούς μελετών πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη εξασφάλισης πραγματικού ανταγωνισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η κριτική επιτροπή απαρτίζεται αποκλειστικά από φυσικά πρόσωπα ανεξάρτητα από τους συμμετέχοντες στο διαγωνισμό μελετών. Όταν απαιτείται από τους συμμετέχοντες στο διαγωνισμό μελετών να διαθέτουν συγκεκριμένο επαγγελματικό προσόν, το ένα τρίτο (1/3) τουλάχιστον των μελών της κριτικής επιτροπής πρέπει να διαθέτει το ίδιο ή ισοδύναμο προσόν.

Άρθρο 57Αποφάσεις της κριτικής επιτροπής (άρθρο 66 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η κριτική επιτροπή είναι αδέσμευτη κατά τη λήψη των αποφάσεών της ή κατά τη διατύπωση των γνωμοδοτήσεών της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η επιτροπή εξετάζει τις μελέτες και τα σχέδια που υποβάλλουν οι υποψήφιοι κατά τρόπο ανώνυμο και αποκλειστικά βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στην προκήρυξη του διαγωνισμού μελετών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η επιτροπή καταχωρίζει την κατάταξη των μελετών σε πρακτικά, τα οποία υπογράφουν τα μέλη της και στα οποία αναφέρονται τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα κάθε μελέτης, τις παρατηρήσεις της και ενδεχόμενα σημεία που πρέπει να διευκρινισθούν.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι υποψήφιοι μπορούν να καλούνται, εφόσον απαιτείται, να απαντήσουν στις ερωτήσεις τις οποίες έχει καταχωρήσει στα πρακτικά της η κριτική επιτροπή, προς διευκρίνιση οιουδήποτε στοιχείου της μελέτης. Στην περίπτωση αυτή τηρούνται πλήρη πρακτικά του διαλόγου μεταξύ της κριτικής επιτροπής και των υποψηφίων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η ανωνυμία πρέπει να τηρείται μέχρι την ολοκλήρωση του έργου της κριτικής επιτροπής.

ΤΜΗΜΑ ΕΚΤΟΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ, ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ, ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 58Στατιστικές υποχρεώσεις (άρθρο 67 Οδηγίας 2004/17/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Το αρμόδιο Υπουργείο μεριμνά ώστε να διαβιβάζεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάθε χρόνο, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 68 παράγραφος 2 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ οδηγίας, στατιστική κατάσταση σχετικά με το συνολικό ύψος, κατά κατηγορίες δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα παραρτήματα Ι έως Χ, των συναφθεισών συμβάσεων αξίας μικρότερης από τα όρια του άρθρου 16 αλλά οι οποίες, εάν δεν υπήρχαν τα όρια αυτά, θα καλύπτονταν από το παρόν διάταγμα.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όσον αφορά στις κατηγορίες δραστηριοτήτων στις οποίες αναφέρονται τα παραρτήματα ΙI, IΙI, V, IX και X, οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν, σύμφωνα με ρυθμίσεις που θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 68, παράγραφος 2 της υπ’αριθμ. 2004/17/ΕΚ οδηγίας, ώστε να διαβιβάζεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στατιστική κατάσταση των συμβάσεων που ανατέθηκαν το αργότερο στις 31 Οκτωβρίου 2004 για το προηγούμενο έτος και στη συνέχεια πριν από τις 31 Οκτωβρίου κάθε έτους. Στην κατάσταση αυτή, περιλαμβάνονται τα στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα για τον έλεγχο της ορθής εφαρμογής της συμφωνίας. Τα στοιχεία που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο δεν περιλαμβάνουν τις πληροφορίες σχετικά με συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο τις υπηρεσίες οι οποίες απαριθμούνται στην κατηγορία 8 του παραρτήματος XVIΙ A, τις υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών οι οποίες απαριθμούνται στην κατηγορία 5 του παραρτήματος XVII A των οποίων οι κλάσεις στο CPV είναι αντίστοιχες με αριθμό αναφοράς CPC 7524, 7525 και 7526 ή τις υπηρεσίες οι οποίες απαριθμούνται στο παράρτημα XVII B.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι ρυθμίσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 καταρτίζονται κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται ότι: α) για λόγους διοικητικής απλούστευσης, μπορούν να εξαιρούνται οι συμβάσεις μικρότερης αξίας, εφόσον δεν θίγεται η χρησιμότητα των στατιστικών και β) τηρείται ο εμπιστευτικός χαρακτήρας των παρεχομένων πληροφοριών.

Άρθρο 59Από την έναρξη ισχύος του παρόντος:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Διατηρείται σε ισχύ ο ν. 3316/2005 (Α΄42).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Καταργείται το π.δ. 57/2000 (Α΄45), όπως τροποποιήθηκε με το π.δ. 22/2002 (Α΄17) καθώς και κάθε γενική ή ειδική διάταξη που είναι αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος ή ρυθμίζει τα θέματα αυτά με άλλον τρόπο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού μπορεί να ρυθμίζεται κάθε θέμα που αναφέρεται σε διαδικαστικές λεπτομέρειες, αναγκαίες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το παρόν εφαρμόζεται επίσης και στη σύναψη δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, μελετών ή έργων του ν. 3389/2005 (Α΄232), οι διατάξεις του οποίου εφαρμόζονται συμπληρωματικώς, καθ’ ό μέρος δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος, μη εφαρμοζομένων στην περίπτωση αυτή των διατάξεων του ν. 3316/2005 (Α΄42).

Άρθρο 60Παραρτήματα I− XXIV

Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του παρόντος διατάγματος τα παραρτήματα Ι−ΧΧIV. ΦΕΚ 1533 ΦΕΚ 1547 ΦΕΚ 1563 ΦΕΚ 1579

Άρθρο 61Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στο Υφυπουργό Ανάπτυξης αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.

Αθήνα, 16 Μαρτίου 2007
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΦΥΠ. ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Γ. ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Α. ΝΕΡΑΝΤΖΗΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ
Γ. ΣΟΥΦΛΙΑΣ Μ. Γ. ΛΙΑΠΗΣ