Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., όπως
καταρτίσθηκε από την Επιτροπή του άρθρου 14 παρ. 1
του ν. 3242/2004, του οποίου το κείμενο έχει ως εξής:
«ΚΩΔΙΚΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ
ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
ΚΑΙ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Αρχές του Υπαλληλικού Κώδικα
Σκοπός του παρόντος Κώδικα είναι η καθιέρωση ενι−
αίων και ομοιόμορφων κανόνων που διέπουν την πρό−
σληψη και την υπηρεσιακή κατάσταση των πολιτικών
διοικητικών υπαλλήλων, σύμφωνα ιδίως με τις αρχές
της ισότητας, της αξιοκρατίας και της κοινωνικής αλ−
ληλεγγύης και την ανάγκη διασφάλισης της μέγιστης
δυνατής απόδοσης κατά την εργασία τους.
Άρθρο 2
Έκταση εφαρμογής
1. Στις διατάξεις του παρόντος Κώδικα υπάγονται οι
πολιτικοί διοικητικοί υπάλληλοι του κράτους και των
νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.
2. Υπάλληλοι ή λειτουργοί του κράτους ή νομικών προ−
σώπων δημοσίου δικαίου, οι οποίοι, κατά συνταγματική
ή νομοθετική πρόβλεψη, διέπονται από ειδικές διατάξεις,
καθώς και οι υπάλληλοι των οργανισμών τοπικής αυτο−
διοίκησης, υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος για
όσα θέματα δεν ρυθμίζονται από τις ειδικές γι’ αυτούς
διατάξεις.
Άρθρο 3
Αμφισβήτηση ιδιότητας υπαλλήλου
1. Οποιαδήποτε αμφισβήτηση ως προς την ιδιότητα
του πολιτικού διοικητικού υπαλλήλου, κατά τον παρό−
ντα Κώδικα, ακόμα και αν αναφύεται ως προδικαστικό
ζήτημα σε αστική ή ποινική δίκη, επιλύεται με απόφαση
τριμελούς Επιτροπής του αρμόδιου για την επίλυση
των υπαλληλικών διαφορών Τμήματος του Συμβουλίου
της Επικρατείας.
2. Η Επιτροπή της προηγούμενης παραγράφου συ−
γκροτείται από τον πρόεδρο του προαναφερόμενου
Τμήματος και αποτελείται από τον ίδιο ή τον αναπλη−
ρωτή του και δύο συμβούλους του ίδιου Τμήματος, από
τους οποίους ο ένας ορίζεται ως εισηγητής.
3. Η Επιτροπή επιλαμβάνεται ύστερα από ερώτημα
του δικαστηρίου ή της δημόσιας αρχής, ενώπιον των
οποίων έχει ανακύψει το σχετικό ζήτημα ή ύστερα από
σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου.
4. Η αίτηση του ενδιαφερομένου κοινοποιείται με μέ−
ριμνα του ίδιου προς την υπηρεσία του και τις τυχόν
άλλες εμπλεκόμενες δημόσιες αρχές. Τα ερωτήματα
που υποβάλλονται εκ μέρους δικαστηρίου ή δημόσιας
αρχής κοινοποιούνται, με μέριμνα τους, στον ενδια−
φερόμενο και στις αρχές του προηγούμενου εδαφίου.
Ο ενδιαφερόμενος και οι δημόσιες αρχές μπορούν να
υποβάλουν στην Επιτροπή υπόμνημα εντός δέκα (10)
ημερών από την κοινοποίηση σε αυτούς του σχετικού
ερωτήματος ή αίτησης.
5. Η απόφαση της Επιτροπής εκδίδεται εντός είκοσι
(20) ημερών από τις κατά την παρ. 4 του παρόντος
άρθρου, κοινοποιήσεις.
ΜΕΡΟΣ Α΄
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΚΑΙ ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ
Άρθρο 4
Ιθαγένεια
1. Ως υπάλληλοι διορίζονται μόνο Έλληνες και Ελλη−
νίδες πολίτες.
2. Οι πολίτες των κρατών−μελών της Ευρωπαϊκής Ένω−
σης επιτρέπεται να διορίζονται σε θέσεις οι οποίες
δεν εμπίπτουν στην εξαίρεση της παρ. 4 του άρθρου
39 Συνθ. Ε.Κ., σύμφωνα με τα προβλεπόμενα γι’ αυτούς
σε ειδικό νόμο.
3. Ο διορισμός αλλοδαπών πολιτών των κρατών, που
δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιτρέπεται
μόνο στις προβλεπόμενες από ειδικούς νόμους περι−
πτώσεις.
4. Όσοι αποκτούν την ελληνική ιθαγένεια με πολιτο−
γράφηση δεν μπορούν να διορισθούν ως υπάλληλοι πριν
από τη συμπλήρωση ενός (1) έτους από την απόκτηση
της.
Άρθρο 5
Μη εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων
Δεν διορίζονται υπάλληλοι:
α) όσοι δεν έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους
υποχρεώσεις ή δεν έχουν απαλλαγεί νόμιμα από αυ−
τές,
β) όσοι έχουν αναγνωρισθεί ως αντιρρησίες συνείδη−
σης και δεν έχουν εκπληρώσει, σύμφωνα με τις ειδικές
διατάξεις της στρατολογικής νομοθεσίας, άοπλη θητεία
ή εναλλακτική πολιτική κοινωνική υπηρεσία.
Άρθρο 6
Ηλικία διορισμού
1. Το κατώτατο όριο ηλικίας διορισμού, κατά κατηγο−
ρία, ορίζεται ως ακολούθως: Για τις κατηγορίες Π Ε, ΤΕ
και ΔΕ το 21ο έτος της ηλικίας. Για την κατηγορία ΥΕ
το 20ό έτος της ηλικίας.
2. Ανώτατα όρια ηλικίας διορισμού μπορεί να καθο−
ρίζονται με την οικεία προκήρυξη μετά από γνώμη του
οικείου φορέα και απόφαση του Υπουργού Εσωτερι−
κών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, εφόσον
απαιτούνται από τη φύση και τις ιδιαιτερότητες των
καθηκόντων των προς πλήρωση θέσεων. Η παρούσα
διάταξη δεν εφαρμόζεται στους μετακλητούς και επί
θητεία υπαλλήλους του Δημοσίου και των νομικών προ−
σώπων δημοσίου δικαίου.
3. Παρεκκλίσεις από το κατώτατο όριο ηλικίας της
παρ.1 του παρόντος άρθρου μπορεί να καθορίζεται μόνο
για εξαιρετικούς υπηρεσιακούς λόγους με προεδρικά
διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού
Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και
του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, ύστερα από
γνώμη της Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
4. Για τη συμπλήρωση των προβλεπόμενων από τις
παραγράφους 1 και 2 κατώτατων και ανώτατων ορίων
ηλικίας για διορισμό, ως ημέρα γέννησης θεωρείται η
1η Ιανουαρίου του έτους γέννησης για το κατώτατο
όριο και η 31η Δεκεμβρίου του αντίστοιχου έτους για
το ανώτατο.
5. Η ηλικία αποδεικνύεται από το δελτίο αστυνομικής
ταυτότητας και, σε περίπτωση αμφισβήτησης, από τη
ληξιαρχική πράξη γέννησης που έχει συνταχθεί εντός
ενενήντα (90) ημερών από τη γέννηση. Αν δεν υπάρχει
τέτοια πράξη, η ηλικία αποδεικνύεται από τα μητρώα
αρρένων για τους άνδρες και από το γενικό μητρώο
δημοτών (δημοτολόγιο) για τις γυναίκες.
6. Εάν υπάρχουν περισσότερες εγγραφές στο οικείο
μητρώο, επικρατεί η πρώτη εγγραφή.
7. Βεβαίωση της ηλικίας ή διόρθωση της εγγραφής
με οποιονδήποτε άλλο τρόπο ουδέποτε λαμβάνεται
υπόψη.
8. Διατάξεις που προβλέπουν κατώτατα όρια ηλικίας
διορισμού μικρότερα από τα οριζόμενα στην παράγρα−
φο 1 του άρθρου αυτού εξακολουθούν να ισχύουν.
Άρθρο 7
Υγεία
1. Υπάλληλοι διορίζονται όσοι έχουν την υγεία που
τους επιτρέπει την εκτέλεση των καθηκόντων της αντί−
στοιχης θέσης. Η έλλειψη φυσικών σωματικών δεξιοτή−
των δεν εμποδίζει το διορισμό, εφόσον ο υπάλληλος, με
την κατάλληλη και δικαιολογημένη τεχνική υποστήριξη,
μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντα της αντίστοιχης θέσης.
Ειδικές διατάξεις για το διορισμό ατόμων με αναπηρία
δεν θίγονται.
2. Η υγεία και η φυσική καταλληλότητα των υποψή−
φιων υπαλλήλων να ασκήσουν τα καθήκοντα της αντί−
στοιχης θέσης, πιστοποιούνται από τις αρμόδιες υγει−
ονομικές επιτροπές, με βάση παραπεμπτικό έγγραφο,
στο οποίο περιγράφονται από την υπηρεσία, σε γενικές
γραμμές, τα καθήκοντα της θέσης που πρόκειται να
καταληφθεί.
Άρθρο 8
Ποινική καταδίκη, στερητική ή επικουρική
δικαστική συμπαράσταση
1. Δεν διορίζονται υπάλληλοι:
α) Όσοι καταδικάσθηκαν για κακούργημα και σε
οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση (κοινή και
στην υπηρεσία), απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, απι−
στία δικηγόρου, δωροδοκία, καταπίεση, απιστία περί
την υπηρεσία, παράβαση καθήκοντος, καθ΄ υποτροπή
συκοφαντική δυσφήμηση, καθώς και για οποιοδήποτε
έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή έγκλημα
οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.
β) Οι υπόδικοι που έχουν παραπεμφθεί με τελεσίδικο
βούλευμα για κακούργημα ή για πλημμέλημα της περί−
πτωσης α΄, έστω και αν το αδίκημα έχει παραγραφεί.
γ) Όσοι, λόγω καταδίκης, έχουν στερηθεί τα πολιτικά
τους δικαιώματα και για όσο χρόνο διαρκεί η στέρηση
αυτή.
δ) Όσοι τελούν υπό στερητική δικαστική συμπαρά−
σταση (πλήρη ή μερική), υπό επικουρική δικαστική συ−
μπαράσταση (πλήρη ή μερική) και υπό τις δύο αυτές
καταστάσεις.
2. Η ανικανότητα προς διορισμό αίρεται μόνο με την
έκδοση του κατά το άρθρο 47 παρ.1 του Συντάγματος
διατάγματος που αίρει τις συνέπειες της ποινής.
Άρθρο 9
Απόλυση από άλλη θέση για πειθαρχικούς λόγους
Δεν διορίζονται υπάλληλοι όσοι απολύθηκαν από θέση
δημόσιας υπηρεσίας ή Ο.Τ.Α. ή άλλου νομικού προσώπου
του δημόσιου τομέα, λόγω επιβολής της πειθαρχικής
ποινής της οριστικής παύσης ή λόγω καταγγελίας της
σύμβασης εργασίας για σπουδαίο λόγο, οφειλόμενο σε
υπαιτιότητα του εργαζομένου, αν δεν παρέλθει πεντα−
ετία από την απόλυση.
Άρθρο 10
Χρόνος συνδρομής προϋποθέσεων διορισμού
1. Οι υποψήφιοι υπάλληλοι πρέπει να έχουν τα προ−
σόντα του διορισμού τόσο κατά το χρόνο λήξης της
προθεσμίας υποβολής αιτήσεων όσο και κατά το χρόνο
του διορισμού. Το ανώτατο όριο της ηλικίας διορισμού,
όπου υπάρχει, πρέπει να συντρέχει κατά το πρώτο,
σύμφωνα με τα ανωτέρω, χρονικό σημείο.
2. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του
παρόντος άρθρου ισχύουν και για τα κωλύματα διο−
ρισμού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ
Άρθρο 11
Προγραμματισμός πλήρωσης θέσεων
1. Οι δημόσιες υπηρεσίες και τα νομικά πρόσωπα δη−
μοσίου δικαίου προγραμματίζουν σε ετήσια βάση τις
ανάγκες τους σε τακτικό προσωπικό, υποχρεωτικώς
μετά από γνώμη της οικείας συνδικαλιστικής οργάνω−
σης.
2. Το Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και
Αποκέντρωσης, στο πλαίσιο της γενικότερης κυβερνη−
τικής πολιτικής, συντονίζει τον προγραμματισμό του
ανθρώπινου δυναμικού, ανάλογα με τις πραγματικές
ανάγκες των υπηρεσιών.
Άρθρο 12
Τρόπος πλήρωσης θέσεων
1. Η πλήρωση των θέσεων διέπεται από τις αρχές
της ίσης ευκαιρίας συμμετοχής, της αξιοκρατίας, της
αντικειμενικότητας, της κοινωνικής αλληλεγγύης, της
διαφάνειας και της δημοσιότητας.
2. Η πλήρωση των θέσεων γίνεται με δημόσιο δια−
γωνισμό, γραπτό και, κατ’ εξαίρεση, προφορικό ή με
σειρά προτεραιότητας, βάσει σαφώς καθορισμένων και
αντικειμενικών κριτηρίων, σύμφωνα με τις αρχές του
άρθρου 1 του παρόντος και όπως ορίζει ο νόμος.
3. Ειδικές διατάξεις που ρυθμίζουν κατ’ εξαίρεση δι−
ορισμό χωρίς την τήρηση των διατάξεων της παρ. 2
εξακολουθούν να ισχύουν.
Άρθρο 13
Αρμόδιο όργανο
1. Οι διαδικασίες διορισμού τελούν υπό τον έλεγχο
ανεξάρτητης διοικητικής αρχής ή διενεργούνται από
αυτήν.
2. Κατά των πράξεων της ανεξάρτητης αυτής αρχής
επιτρέπεται στον αρμόδιο Υπουργό η άσκηση αίτησης
ακυρώσεως ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικα−
στηρίου.
Άρθρο 14
Προκήρυξη πλήρωσης θέσεων
1. Κάθε διαδικασία διορισμού προϋποθέτει προηγού−
μενη προκήρυξη, η οποία δημοσιεύεται υποχρεωτικά σε
ειδικό τεύχος της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως. Για
την εξασφάλιση της ευρύτερης δυνατής πληροφόρησης
των υποψηφίων, περίληψη της προκήρυξης δημοσιεύεται
δια του τύπου και ανακοινώνεται με άλλα μέσα μαζικής
ενημέρωσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο για
τις προσλήψεις, όπως εκάστοτε αυτός ισχύει.
2. Δεν επιτρέπεται η προκήρυξη χωρίς προηγούμενη
έγκριση για την πλήρωση των θέσεων από το εκάστοτε
αρμόδιο κυβερνητικό όργανο, εφόσον απαιτείται, καθώς
και βεβαίωση ύπαρξης των σχετικών πιστώσεων.
3. Ειδικές διατάξεις που προβλέπουν κατ’ εξαίρεση
πλήρωση κενής θέσης χωρίς την πρόβλεψη σχετικής
προκήρυξης εξακολουθούν να ισχύουν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
Άρθρο 15
Υποχρέωση διορισμού
Οι επιτυχόντες που περιλαμβάνονται στον πίνακα διο−
ριστέων διορίζονται υποχρεωτικά μέσα σε τριάντα (30)
ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των
δικαιολογητικών και το αργότερο μέσα σε τέσσερις (4)
μήνες από την έκδοση των πινάκων διοριστέων.
Άρθρο 16
Αρμοδιότητα έκδοσης και τύπος πράξης διορισμού
1. Οι δημόσιοι υπάλληλοι διορίζονται με απόφαση του
οικείου Υπουργού, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από
το νόμο.
2. Οι υπάλληλοι των νομικών προσώπων δημοσίου
δικαίου διορίζονται με απόφαση του ανώτατου μονο−
μελούς οργάνου διοίκησης του και, αν δεν υπάρχει,
του προέδρου του συλλογικού οργάνου διοίκησης του
νομικού προσώπου.
Άρθρο 17
Δημοσίευση και κοινοποίηση πράξης διορισμού
1. Περίληψη της πράξης διορισμού δημοσιεύεται στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και κοινοποιείται στον
διοριζόμενο το αργότερο εντός τριάντα (30) ημερών
από τη δημοσίευση.
2. Η κοινοποίηση στον διοριζόμενο γίνεται με έγγραφο
της οικείας αρχής, στο οποίο αναγράφεται ο αριθμός
του Φύλλου της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως όπου
δημοσιεύθηκε η περίληψη της πράξης διορισμού και
το οποίο επιδίδεται επί αποδείξει στην κατοικία του
είτε στον ίδιο είτε σε πρόσωπο που συνοικεί με αυτόν.
Με το έγγραφο αυτό τάσσεται και εύλογη προθεσμία
τριάντα (30) το πολύ ημερών για ορκωμοσία του διο−
ριζομένου και ανάληψη υπηρεσίας. Αν δεν καθορίζεται
τέτοια προθεσμία, θεωρείται ότι έχει ταχθεί προθε−
σμία τριάντα (30) ημερών. Η προθεσμία αυτή μπορεί
να παραταθεί έως έξι (6) μήνες, μόνο μία φορά, για
εξαιρετικούς λόγους.
3. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της παρ. 1, η
πράξη διορισμού θεωρείται ότι έχει κοινοποιηθεί την
τριακοστή ημέρα από τη δημοσίευση και από την ημέρα
αυτή αρχίζει η προθεσμία για ορκωμοσία του διοριζο−
μένου και ανάληψη υπηρεσίας.
Άρθρο 18
Κατάρτιση υπαλληλικής σχέσης
1. Η υπαλληλική σχέση καταρτίζεται με το διορισμό
και την αποδοχή του.
2. Η αποδοχή δηλώνεται με την ορκωμοσία.
Άρθρο 19
Ορκωμοσία − Ανάληψη υπηρεσίας
1. Ο όρκος δίνεται ενώπιον του οργάνου που έχει εκ−
δώσει την πράξη διορισμού ή του οργάνου που ορίζεται
στο έγγραφο της κοινοποίησης. Ο όρκος έχει ως εξής:
«Ορκίζομαι να φυλάττω πίστη στην πατρίδα, υπακοή
στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω τιμί−
ως και ευσυνειδήτως τα καθήκοντα μου.» Ο όρκος των
αλλοδαπών έχει ως εξής: «Ορκίζομαι να φυλάττω πίστη
στην Ελλάδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους
της και να εκπληρώνω τιμίως και ευσυνειδήτως τα κα−
θήκοντα μου.» Όσοι δηλώνουν ότι δεν πρεσβεύουν καμιά
θρησκεία ή πρεσβεύουν θρησκεία που δεν επιτρέπει τον
όρκο, παρέχουν, αντί όρκου, την ακόλουθη διαβεβαίω−
ση: «Δηλώνω, επικαλούμενος την τιμή και τη συνείδηση
μου, ότι θα φυλάττω πίστη στην Ελλάδα, υπακοή στο
Σύνταγμα και τους νόμους και ότι θα εκπληρώνω τιμίως
και ευσυνειδήτως τα καθήκοντα μου.»
2. Η ορκωμοσία βεβαιώνεται με πρωτόκολλο, που χρο−
νολογείται και υπογράφεται από τον ορκιζόμενο και
το όργανο ενώπιον του οποίου ορκίζεται. Η ανάληψη
καθηκόντων πιστοποιείται με έκθεση, που υπογράφεται
από τον προϊστάμενο της οικείας υπηρεσίας και τον
υπάλληλο. Η έκθεση φέρει αριθμό πρωτοκόλλου της
χρονολογίας ανάληψης καθηκόντων.
3. Αφετηρία υπολογισμού του χρόνου υπηρεσίας των
υπαλλήλων αποτελεί η χρονολογία δημοσίευσης στο
Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως της πράξης
διορισμού, με την προϋπόθεση ότι η ανάληψη υπηρεσί−
ας γίνεται μέσα σε ένα (1) μήνα από την κοινοποίηση
της πράξης διορισμού, αλλιώς η ημερομηνία ανάληψης
υπηρεσίας.