Τροποποίηση και συμπλήρωση του ν.1402/1983 Το κεφάλαιο ΙΑ΄ του ν. 1402/1983 όπως έχει τροποποιηθεί από το Κεφάλαιο Δ΄ του ν. 3052/2002 (ΦΕΚ 221 Α΄), αντικαθίσταται ως ακολούθως: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ΄ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ Άρθρο 86 (άρθρα 1 και 2 της Οδηγίας 2008/55/ΕΚ) 1. Οι διατάξεις του κεφαλαίου αυτού αφορούν την είσπραξη απαιτήσεων από την Ελλάδα οι οποίες γεννήθηκαν σε άλλο κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφορούν σε οφειλέτη που διαμένει στην Ελλάδα, καθώς και την είσπραξη των απαιτήσεων από τα άλλα κράτη − μέλη της Ε.Ε. οι οποίες γεννήθηκαν στην Ελλάδα και αφορούν σε οφειλέτη που διαμένει σε άλλο κράτος − μέλος. 2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για κάθε απαίτηση που αφορά: α) τις επιστροφές, παρεμβάσεις και άλλα μέτρα που αποτελούν μέρος του συστήματος ολικής ή μερικής χρηματοδότησης του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης, καθώς και στα εισπρακτέα ποσά στα πλαίσια αυτών των ενεργειών, β) τις εισφορές και άλλα τέλη που προβλέπονται στα πλαίσια της κοινής οργάνωσης των αγορών για τον τομέα της ζάχαρης, γ) τους εισαγωγικούς δασμούς που οφείλονται, κατά τα οριζόμενα στο στοιχείο α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 87, δ) τους εξαγωγικούς δασμούς που οφείλονται, κατά τα οριζόμενα στο στοιχείο β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 87, ε) το φόρο προστιθέμενης αξίας, στ) τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης επί: αα) των βιομηχανοποιημένων καπνών, ββ) της αλκοόλης και των αλκοολούχων ποτών, γγ) των πετρελαιοειδών, ζ) τους φόρους επί του εισοδήματος και επί της περιουσίας, κατά τα οριζόμενα στο στοιχείο γ΄της παραγράφου 1 του άρθρου 87, η) τους φόρους επί των ασφαλίστρων, κατά τα οριζόμενα στο στοιχείο δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 87, θ) τους τόκους, διοικητικές κυρώσεις και πρόστιμα και τα έξοδα από απαιτήσεις που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ έως η΄, αποκλειομένης κάθε είδους ποινικής κυρώσεως που προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία του κράτους − μέλους, όπου έχει την έδρα της η αρμόδια αρχή. Άρθρο 87 (άρθρα 3 και 4 παρ.1, 2 και 5 και 7 παρ.1, 3, 4 και 11 και 17 της Οδηγίας 2008/55/ΕΚ) 1. Για την εφαρμογή του κεφαλαίου αυτού νοούνται ως: α) «εισαγωγικοί δασμοί», οι δασμοί και οι φόροι ισοδύναμου αποτελέσματος επί των εισαγωγών και οι επιβαρύνσεις επί των εισαγωγών, που έχουν θεσπισθεί στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής ή στα πλαίσια ειδικών καθεστώτων για ορισμένα εμπορεύματα προερχόμενα από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων, β) «εξαγωγικοί δασμοί», οι δασμοί και οι φόροι ισοδύναμου αποτελέσματος επί των εξαγωγών και οι επιβαρύνσεις επί των εξαγωγών, που έχουν θεσπισθεί στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής ή στα πλαίσια ειδικών καθεστώτων για ορισμένα εμπορεύματα προερχόμενα από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων, γ) «φόροι εισοδήματος και περιουσίας», αυτοί που ορίζονται από τις σχετικές διατάξεις των νόμων 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α΄), 1587/1950 (ΦΕΚ 294 Α΄) και 2961/2001 (ΦΕΚ 266 Α΄). δ) «φόροι επί των ασφαλίστρων», ο φόρος κύκλου εργασιών (Φ.Κ.Ε.) και τα τέλη χαρτοσήμου, καθώς και παρόμοιοι ή ανάλογου χαρακτήρα φόροι, που ενδεχομένως προστίθενται ή αντικαθιστούν τους φόρους αυτούς, ε) «αιτούσα αρχή», η αρμόδια αρχή της Ελλάδας ή άλλου κράτους − μέλους της Ε.Ε., η οποία απευθύνει αίτηση συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων, όπως προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του προηγούμενου άρθρου, στ) «αρμόδια αρχή», η αρμόδια αρχή της Ελλάδας ή άλλου κράτους − μέλους της Ε.Ε., η οποία δέχεται αίτηση συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων, ζ) «αίτηση συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων» μπορεί να είναι: (i) «Αίτηση παροχής πληροφοριών», με την οποία ζητούνται πληροφορίες χρήσιμες για την είσπραξη των απαιτήσεων. Η «αίτηση παροχής πληροφοριών» περιέχει το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του οφειλέτη και κάθε άλλο στοιχείο χρήσιμο για τον ακριβή προσδιορισμό της ταυτότητάς του, στο οποίο έχει πρόσβαση η αιτούσα αρχή σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και τη φύση και το ποσό της απαίτησης για την οποία υποβάλλεται η αίτηση. (ii) «Αίτηση κοινοποίησης», που υποβάλλεται από την αιτούσα αρχή και με την οποία ζητείται η κοινοποίηση στον παραλήπτη όλων των πράξεων ή αποφάσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι δικαστικές που αναφέρονται σε μια απαίτηση ή την είσπραξή της, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία της αρμόδιας αρχής. Η αίτηση κοινοποίησης περιέχει: (α) το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του παραλήπτη και κάθε άλλο στοιχείο χρήσιμο για τον προσδιορισμό της ταυτότητάς του, στο οποίο έχει πρόσβαση η αιτούσα αρχή, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, (β) τη φύση και το αντικείμενο της πράξεως ή της αποφάσεως προς κοινοποίηση, (γ) αν συντρέχει περίπτωση, το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του οφειλέτη και κάθε άλλο στοιχείο χρήσιμο για τον προσδιορισμό της ταυτότητάς του, στο οποίο έχει πρόσβαση η αιτούσα αρχή, καθώς και (δ) την απαίτηση που αναφέρεται στην πράξη ή την απόφαση, καθώς και κάθε σχετική χρήσιμη πληροφορία. Η αρμόδια αρχή πληροφορεί χωρίς καθυστέρηση την αιτούσα αρχή για τη συνέχεια που δόθηκε στην αίτηση κοινοποίησης και ειδικότερα για την ημερομηνία στην οποία η απόφαση ή η πράξη διαβιβάσθηκε στον παραλήπτη. (iii) «Αίτηση είσπραξης ή λήψης συντηρητικών μέτρων», η αίτηση την οποία απευθύνει η αιτούσα αρχή προς την αρμόδια αρχή για την είσπραξη απαιτήσεων, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, που εφαρμόζεται για την είσπραξη παρόμοιων απαιτήσεων, που γεννήθηκαν στο κράτος − μέλος, όπου έχει η αρμόδια αρχή την έδρα της και οι οποίες αποτελούν αντικείμενο τίτλου, ο οποίος επιτρέπει την εκτέλεση. Η αίτηση είσπραξης μιας απαίτησης την οποία η αιτούσα αρχή απευθύνει στην αρμόδια αρχή πρέπει να συνοδεύεται: (α) από ένα επίσημο αντίτυπο ή ακριβές κυρωμένο αντίγραφο του τίτλου, ο οποίος επιτρέπει την εκτέλεσή της, που εκδόθηκε στο κράτος − μέλος όπου η αιτούσα αρχή έχει την έδρα της και (β) αν συντρέχει περίπτωση, από το πρωτότυπο ή από ακριβές κυρωμένο αντίγραφο άλλων εγγράφων που είναι αναγκαία για την είσπραξη. Η αίτηση είσπραξης περιέχει: αα) το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση και κάθε άλλο στοιχείο χρήσιμο για τον προσδιορισμό της ταυτότητας του προσώπου που αφορά ή/και του τρίτου κατόχου των περιουσιακών στοιχείων του, ββ) το όνομα, τη διεύθυνση και κάθε άλλο στοιχείο χρήσιμο για τον προσδιορισμό της αιτούσας αρχής, γγ) τον εκτελεστό τίτλο που έχει εκδοθεί στο κράτος − μέλος όπου έχει την έδρα της η αιτούσα αρχή, δδ) τη φύση και το ποσό της απαίτησης, συμπεριλαμβανομένων του κεφαλαίου και των τόκων, καθώς και κάθε άλλων οφειλόμενων κυρώσεων, προστίμων και εξόδων, εκφρασμένο στο νόμισμα των κρατών − μελών όπου έχουν την έδρα τους οι δύο αρχές, εε) την ημερομηνία κοινοποίησης του τίτλου στον αποδέκτη της από την αιτούσα αρχή ή/και από την αρμόδια αρχή, στστ) την ημερομηνία από την οποία και την περίοδο κατά την οποία είναι δυνατή η εκτέλεση βάσει της νομοθεσίας που ισχύει στο κράτος − μέλος, όπου έχει την έδρα της η αιτούσα αρχή, ζζ) κάθε άλλη χρήσιμη πληροφορία. Η αίτηση είσπραξης περιέχει επίσης δήλωση της αιτούσας αρχής που βεβαιώνει ότι πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του επόμενου άρθρου. Η αρμόδια αρχή πληροφορεί χωρίς καθυστέρηση την αιτούσα αρχή για τη συνέχεια που δόθηκε στην αίτηση είσπραξης. Η αιτούσα αρχή γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή, μόλις περιέλθει σε γνώση της, κάθε χρήσιμη πληροφορία για την υπόθεση που ήταν η βάση της αίτησης είσπραξης. 2. Οι αιτήσεις των υποπεριπτώσεων (i), (ii) και (iii) της περίπτωσης ζ΄ της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να αφορούν οποιοδήποτε από τα πρόσωπα που ορίζονται στο άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1179/2008 της Επιτροπής της 28ης Νοεμβρίου 2008 (L 319/29.11.2008) και είναι: (α) ο οφειλέτης, (β) οποιοδήποτε πρόσωπο υπόχρεο για την πληρωμή της απαίτησης σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις στο κράτος − μέλος της αιτούσας αρχής, (γ) οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο που κατέχει περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στα πρόσωπα των προηγούμενων περιπτώσεων. 3. Οι αιτήσεις συνδρομής, ο εκτελεστός τίτλος που επιτρέπει την είσπραξη και τα λοιπά έγγραφα που αναφέρονται στο κεφάλαιο αυτό συνοδεύονται από μετάφραση στην επίσημη γλώσσα ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του κράτους της αρμόδιας αρχής. Άρθρο 88 (άρθρα 4 παρ. 3, 4 και 7 παρ. 2 της Οδηγίας 2008/55/ΕΚ) 1. Η αρμόδια αρχή δεν υποχρεούται να διαβιβάζει πληροφορίες στην αιτούσα αρχή για τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 86, αν: α) δεν είναι σε θέση να έχει για την είσπραξη παρόμοιας φύσεως εθνικών της απαιτήσεων, ή β) θα αποκάλυπταν εμπορικό, βιομηχανικό ή επαγγελματικό απόρρητο, ή γ) η γνωστοποίησή τους θα προκαλούσε κίνδυνο για τη δημόσια τάξη ή την ασφάλεια. 2. Η αρμόδια αρχή πληροφορεί την αιτούσα αρχή για τους λόγους για τους οποίους απορρίπτει την αίτηση παροχής πληροφοριών. 3. Η αιτούσα αρχή διατυπώνει αίτηση είσπραξης μόνο αν: α) η απαίτηση ή ο τίτλος που επιτρέπει την εκτέλεσή της δεν αμφισβητείται στο κράτος − μέλος όπου έχει την έδρα της η αιτούσα αρχή, εκτός από την περίπτωση που εφαρμόζεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 91 του παρόντος, β) έχουν ενεργοποιηθεί οι προβλεπόμενες διαδικασίες είσπραξης στο κράτος − μέλος όπου έχει την έδρα της, οι οποίες μπορούν να ασκηθούν με βάση τον τίτλο που αναφέρεται στο στοιχείο ζ΄ της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου, τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί δεν θα καταλήξουν στην ολική πληρωμή της απαίτησης. Άρθρο 89 (άρθρα 6 και 8 της Οδηγίας 2008/55/ΕΚ) 1. Ο εκτελεστός τίτλος που επιτρέπει την είσπραξη της απαίτησης αναγνωρίζεται αμέσως και λογίζεται αυτομάτως ως τίτλος που επιτρέπει την εκτέλεση απαίτησης του κράτους − μέλους όπου έχει την έδρα της η αρμόδια αρχή. Κατά παρέκκλιση του προηγούμενου εδαφίου, ο εκτελεστός τίτλος που επιτρέπει την είσπραξη της απαίτησης μπορεί, αν είναι αναγκαίο και προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις του κράτους − μέλους της αρμόδιας αρχής, να γίνει δεκτός ως εκτελεστός τίτλος, να αναγνωρισθεί ως εκτελεστός τίτλος, να συμπληρωθεί με εκτελεστό τίτλο ή να αντικατασταθεί με εκτελεστό τίτλο. 2. Μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης είσπραξης, η αρμόδια αρχή προσπαθεί να ολοκληρώσει την αποδοχή, αναγνώριση, τη συμπλήρωση ή αντικατάσταση αυτού, εκτός των περιπτώσεων, κατά τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 4. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει την αιτούσα αρχή για τους λόγους που δικαιολογούν την ενδεχόμενη υπέρβαση του τριμήνου. Η αναγνώριση, αποδοχή, συμπλήρωση ή αντικατάσταση του τίτλου είναι υποχρεωτική για την αρμόδια αρχή, εφόσον ο τίτλος είναι νομότυπος, σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει στο κράτος − μέλος της αιτούσας αρχής. 3. Η είσπραξη της απαίτησης ενεργείται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για την είσπραξη των δημόσιων εσόδων του κράτους της αρμόδιας αρχής. 4. Αν για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού ανακύψουν θέματα αμφισβήτησης, η οποία αφορά την απαίτηση ή τον τίτλο που εκδόθηκε από την αιτούσα αρχή, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 91. Άρθρο 90 (άρθρο 9 και άρθρο 10 της Οδηγίας 2008/55/ΕΚ) 1. Η είσπραξη της απαίτησης ενεργείται στο εθνικό νόμισμα του κράτους − μέλους της αρμόδιας αρχής. Η αρμόδια αρχή μεταβιβάζει στην αιτούσα αρχή ολόκληρο το ποσό της εισπραχθείσας απαίτησης. 2. Η αρμόδια αρχή μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με την αιτούσα αρχή, να παρέχει στον οφειλέτη προθεσμία πληρωμής ή να επιτρέπει τμηματική καταβολή της οφειλόμενης απαίτησης, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας του κράτους − μέλους, όπου αυτή εδρεύει. 3. Οι τόκοι που εισπράττονται από την αρμόδια αρχή, λόγω της εκπρόθεσμης καταβολής ή της παροχής προθεσμίας καταβολής ή της τμηματικής καταβολής, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του κράτους όπου εδρεύει η αρμόδια αρχή, αποδίδονται στην αιτούσα αρχή. 4. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 3 του άρθρου 89, οι απαιτήσεις που πρόκειται να εισπραχθούν δεν απολαμβάνουν απαραίτητα των προνομίων, των οποίων τυγχάνουν ανάλογες απαιτήσεις, οι οποίες γεννώνται στο κράτος − μέλος όπου έχει την έδρα της η αρμόδια αρχή. Άρθρο 91 (άρθρο 12 της Οδηγίας 2008/55/ΕΚ) 1. Αν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας είσπραξης, η απαίτηση ή ο τίτλος που εκδόθηκε στο κράτος της αιτούσας αρχής αμφισβητούνται από τον ενδιαφερόμενο, η πράξη με την οποία διατυπώνεται η αμφισβήτηση αυτή (προσφυγή) φέρεται από αυτόν ενώπιον του αρμόδιου οργάνου του κράτους − μέλους της αιτούσας αρχής, σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει στο κράτος αυτό. Η πράξη του προηγούμενου εδαφίου κοινοποιείται από την αιτούσα αρχή στην αρμόδια αρχή. Μπορεί ακόμη να κοινοποιείται σε αυτήν από τον ενδιαφερόμενο. 2. Μόλις η αρμόδια αρχή παραλάβει την κοινοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1, είτε από την αιτούσα αρχή είτε από τον ενδιαφερόμενο, αναστέλλει τη διαδικασία εκτέλεσης μέχρι να εκδοθεί απόφαση από το αρμόδιο καθ’ ύλην όργανο του κράτους της αιτούσας αρχής, εκτός αν η αιτούσα αρχή ζητήσει διαφορετικά σύμφωνα με το επόμενο εδάφιο. Η αρμόδια αρχή μπορεί, εάν το κρίνει αναγκαίο και με την επιφύλαξη του άρθρου 92, να λάβει συντηρητικά μέτρα, για να εγγυηθεί την είσπραξη, εφόσον προβλέπονται στην εσωτερική της νομοθεσία για παρόμοιες απαιτήσεις. Η αιτούσα αρχή μπορεί, σύμφωνα με τη νομοθεσία της, να ζητεί από την αρμόδια αρχή να εισπράξει αμφισβητούμενη απαίτηση, εφόσον η νομοθεσία της χώρας όπου εδρεύει η αρμόδια αρχή, το επιτρέπει. Εάν το αποτέλεσμα της αμφισβήτησης είναι ευνοϊκό για τον οφειλέτη, η αιτούσα αρχή υποχρεούται να επιστρέψει κάθε εισπραχθέν ποσό, προσαυξημένο κατά την τυχόν οφειλόμενη αποζημίωση, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία όπου έχει την έδρα της η αρμόδια αρχή. 3. Αν η αμφισβήτηση στρέφεται κατά των μέτρων εκτέλεσης που λαμβάνονται στο κράτος − μέλος της έδρας της αρμόδιας αρχής, η πράξη της παραγράφου 1 φέρεται ενώπιον του αρμοδίου οργάνου αυτού του κράτους − μέλους, σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει στο κράτος αυτό. 4. Όταν το αρμόδιο όργανο, ενώπιον του οποίου φέρεται η πράξη της παραγράφου 1, είναι πολιτικό ή διοικητικό δικαστήριο, η απόφαση του δικαστηρίου αυτού, εφόσον είναι ευνοϊκή για την αιτούσα αρχή και επιτρέπει την είσπραξη της απαίτησης, αποτελεί τον «τίτλο που επιτρέπει την εκτέλεση», όπως αναφέρεται στα προηγούμενα άρθρα και η είσπραξη της απαίτησης διενεργείται με βάση την απόφαση αυτή. Άρθρο 92 (άρθρο 13 της Οδηγίας 2008/55/ΕΚ) 1. Με αιτιολογημένη αίτηση της αιτούσας αρχής, η αρμόδια αρχή λαμβάνει συντηρητικά μέτρα για να εγγυηθεί την είσπραξη της απαίτησης εφόσον η ισχύουσα νομοθεσία στο κράτος − μέλος όπου έχει την έδρα της το επιτρέπει. 2. Για την εφαρμογή της πρώτης παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα τα άρθρα 87, 89, 90, 91 και 93. Άρθρο 93 (άρθρο 14 της Οδηγίας 2008/55/ΕΚ) 1. Η αρμόδια αρχή δεν υποχρεούται: α) Να παρέχει τη συνδρομή που προβλέπεται στα προηγούμενα άρθρα του κεφαλαίου αυτού, εάν η είσπραξη της απαίτησης, λόγω της κατάστασης του οφειλέτη, μπορεί να δημιουργήσει σοβαρές οικονομικές ή κοινωνικές δυσχέρειες στο κράτος όπου αυτή εδρεύει, εφόσον η νομοθεσία της επιτρέπει ένα τέτοιο μέτρο για παρόμοιες εθνικές απαιτήσεις. β) Να παρέχει τη συνδρομή που προβλέπεται στα προηγούμενα άρθρα του κεφαλαίου αυτού, εάν η υποβαλλόμενη αρχική αίτηση αφορά απαιτήσεις παλαιότερες των πέντε ετών, από τη στιγμή της έκδοσης του εκτελεστού τίτλου που επιτρέπει την είσπραξη, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους όπου έχει την έδρα της η αιτούσα αρχή, μέχρι την ημερομηνία της αίτησης. Ωστόσο, όταν αμφισβητείται η απαίτηση ή ο τίτλος, η προθεσμία αρχίζει από τη στιγμή κατά την οποία το αιτούν κράτος αποφαίνεται ότι η παραπάνω απαίτηση ή ο εκτελεστός τίτλος που επιτρέπει την είσπραξη δεν μπορεί πλέον να αμφισβητηθεί. 2. Η αρμόδια αρχή ανακοινώνει στην αιτούσα αρχή τους λόγους για τους οποίους απορρίπτει την αίτηση συνδρομής. Η αιτιολογημένη αυτή απόρριψη ανακοινώνεται και στην Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρθρο 94 (άρθρο 15 της Οδηγίας 2008/55/ΕΚ) 1. Τα θέματα που αφορούν την παραγραφή της απαίτησης ρυθμίζονται από τη νομοθεσία του κράτους στο οποίο έχει την έδρα της η αιτούσα αρχή. 2. Για την αναστολή ή διακοπή της παραγραφής, οι διαδικαστικές ενέργειες είσπραξης της απαίτησης που έγιναν από την αρμόδια αρχή θεωρούνται ότι πραγματοποιήθηκαν από την αιτούσα αρχή, εφόσον κατά τη νομοθεσία του κράτους της αρχής αυτής θα είχαν ως αποτέλεσμα την αναστολή ή διακοπή της παραγραφής. Άρθρο 95 (άρθρο 16 της Οδηγίας 2008/55/ΕΚ) Τα έγγραφα και οι πληροφορίες, που κοινοποιούνται στην αρμόδια αρχή για την εφαρμογή του κεφαλαίου αυτού, μπορούν να γνωστοποιηθούν από αυτήν μόνο: α) στο πρόσωπο που αναφέρεται στην αίτηση συνδρομής, β) στα πρόσωπα και στις αρμόδιες αρχές για την είσπραξη των απαιτήσεων και γ) στις δικαστικές αρχές, οι οποίες έχουν επιληφθεί των υποθέσεων που αφορούν στην είσπραξη των απαιτήσεων. Άρθρο 96 (άρθρο 18 της Οδηγίας 2008/55/ΕΚ) 1. Η αρμόδια αρχή εισπράττει επίσης από τον οφειλέτη και παρακρατεί όλα τα έξοδα που συνδέονται με την είσπραξη, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του κράτους που έχει την έδρα της οι οποίες εφαρμόζονται σε παρόμοιες απαιτήσεις. 2. Η Ελλάδα παραιτείται με τον όρο της αμοιβαιότητας απέναντι στα λοιπά κράτη − μέλη από οποιαδήποτε απαίτηση για την απόδοση των εξόδων που προκύπτουν από την αμοιβαία συνδρομή, την οποία παρέχει κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου αυτού. 3. Όταν η είσπραξη παρουσιάζει ιδιαίτερη δυσκολία, που χαρακτηρίζεται από πολύ μεγάλο ποσό εξόδων ή συνδέεται με την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, οι αιτούσες και οι αρμόδιες αρχές μπορούν να συμφωνούν ειδικούς διακανονισμούς απόδοσης εξόδων. 4. Η Ελλάδα είναι υπεύθυνη έναντι του κράτους μέλους όπου έχει την έδρα της η αρμόδια αρχή για όλα τα έξοδα και τις ζημίες που ενδεχομένως υπέστη κατόπιν προσφυγών ή αγωγών που κρίθηκαν αβάσιμες, είτε ως προς την ύπαρξη της απαίτησης είτε ως προς το κύρος του τίτλου που εκδόθηκε από την ελληνική αιτούσα αρχή. Άρθρο 97 (άρθρα 19 και 23 της Οδηγίας 2008/55/ΕΚ) 1. Η Ελλάδα υποχρεούται να κοινοποιεί κατάλογο των αρχών της όπως προβλέπονται στις περιπτώσεις ε΄ και στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 87. 2. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου δεν εμποδίζουν την παροχή ευρύτερης αμοιβαίας συνδρομής, την οποία η Ελλάδα και άλλα κράτη − μέλη θα συμφωνούσαν μεταξύ τους, στην οποία περιλαμβάνεται και η συνδρομή για την κοινοποίηση των δικαστικών και εξώδικων πράξεων. Άρθρο 98 Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται: α) η τελωνειακή ή φορολογική ή άλλη αρμόδια αρχή ή υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, ανάλογα με το είδος της απαίτησης, που ενεργεί «ως αιτούσα αρχή» και «ως αρμόδια αρχή» για την εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου αυτού, β) οι αρμόδιες αρχές για την είσπραξη, διαχείριση και απόδοση των απαιτήσεων αυτών, γ) ο τρόπος είσπραξης, διαχείρισης και απόδοσης στους δικαιούχους των απαιτήσεων που προβλέπονται από το κεφάλαιο αυτό, και κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου αυτού.»