13 Α' 2016

ΝΟΜΟΣ 4364/2016

Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ), στα άρθρα 2 και 8 της Oδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των Κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων και συναφείς διατάξεις της νομοθεσίας περί της ιδιωτικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ - ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΛΗΨΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΠΡΩΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ - ΣΚΟΠΟΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ, ΚΛΑΔΟΙ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
05 Φεβρουαρίου 2016

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 13
5 Φεβρουαρίου 2016

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4364
Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ), στα άρθρα 2 και 8 της Oδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των Κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, καθώς και στο άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων και συναφείς διατάξεις της νομοθεσίας περί της ιδιωτικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ΣΚΟΠΟΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ, ΚΛΑΔΟΙ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Άρθρο 1Σκοπός − πεδίο εφαρμογής (άρθρο 1 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)

Με τον παρόντα νόμο σκοπείται η θέσπιση κανόνων και η ρύθμιση: α) της ανάληψης και της άσκησης δραστηριοτήτων πρωτασφάλισης και αντασφάλισης από ιδιωτικές επιχειρήσεις που λειτουργούν στην Ελλάδα, είτε υπό καθεστώς εγκατάστασης είτε υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, β) της εποπτείας ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών ομίλων και γ) της εξυγίανσης και εκκαθάρισης των επιχειρήσεων πρωτασφάλισης. Προς το σκοπό αυτόν ενσωματώνονται διά του παρόντος στην ελληνική νομοθεσία: α) οι διατάξεις της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ), β) οι διατάξεις των άρθρων 2 και 8 της Oδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (εφεξής ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών και γ) οι διατάξεις του άρθρου 4 της Οδηγίας 2011/89/ ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων.

Άρθρο 2Πεδίο εφαρμογής − χρήση του όρου ασφαλιστής (άρθρο 2 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται: α) στις πρωτασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ελλάδα, ή που επιθυμούν να αποκτήσουν έδρα στην Ελλάδα, για το σύνολο των ασφαλίσεων ζημιών και ζωής, που αυτές ασκούν εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε υπό καθεστώς εγκατάστασης είτε ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, β) στις αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι οποίες ασκούν μόνον αντασφαλιστικές δραστηριότητες, με έδρα στην Ελλάδα, ή που επιθυμούν να αποκτήσουν έδρα στην Ελλάδα, για το σύνολο των αντασφαλίσεων, που αυτές ασκούν εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε υπό καθεστώς εγκατάστασης είτε ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, με εξαίρεση τις διατάξεις του Τετάρτου Μέρους του παρόντος, γ) στις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα σε τρίτη χώρα που λειτουργούν στην Ελλάδα, κατά τις διατάξεις του Κεφαλαίου Θ΄ του παρόντος Μέρους, δ) στις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα σε οποιοδήποτε κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που λειτουργούν στην Ελλάδα είτε υπό καθεστώς εγκατάστασης είτε υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, κατά τις διατάξεις του Κεφαλαίου Η’ του παρόντος Μέρους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η χρήση των όρων «ασφαλιστική εταιρεία» ή «ασφαλιστική επιχείρηση» ή «ασφαλιστής», ή οποιασδήποτε ξενόγλωσσης απόδοσής του στην επωνυμία ή το διακριτικό τίτλο επιχείρησης επιτρέπεται μόνο σε ασφαλιστικές επιχειρήσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος δύνανται να χρησιμοποιούν, για την άσκηση των δραστηριοτήτων τους στην Ελλάδα, την ίδια επωνυμία και τον ίδιο διακριτικό τίτλο, που χρησιμοποιούν στο κράτος καταγωγής τους. Η Εποπτική Αρχή δύναται να απαιτεί την προσθήκη στην επωνυμία ή στο διακριτικό τίτλο μιας επεξηγήσεως σε περίπτωση ύπαρξης κινδύνου σύγχυσης.

Άρθρο 3Ορισμοί (άρθρο 13 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, παράγραφος 1 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2014/51/ΕΕ) Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου δίδονται οι ακόλουθοι ορισμοί:ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

«Ασφαλιστική Επιχείρηση»: η επιχείρηση πρωτασφάλισης ζωής ή κατά ζημιών η οποία έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τα άρθρα 7 ή 10 και 11 του παρόντος ή, εφόσον πρόκειται για ασφαλιστική επιχείρηση με έδρα σε άλλο κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 14 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

«Εξαρτημένη Ασφαλιστική Επιχείρηση»: η ασφαλιστική επιχείρηση, ανήκουσα είτε σε χρηματοπιστωτική επιχείρηση εκτός από ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή όμιλο ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων υπό την έννοια της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 170 του παρόντος, είτε σε μη χρηματοπιστωτική επιχείρηση, σκοπός της οποίας είναι η παροχή ασφαλιστικής κάλυψης αποκλειστικά για τους κινδύνους της επιχείρησης ή των επιχειρήσεων στις οποίες ανήκει, ή για τους κινδύνους της επιχείρησης ή των επιχειρήσεων του ομίλου του οποίου είναι μέλος η εξαρτημένη ασφαλιστική επιχείρηση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

«Ασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας»: η ασφαλιστική επιχείρηση η οποία, αν είχε την καταστατική έδρα της εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα χρειαζόταν άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 14 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

«Αντασφαλιστική Επιχείρηση»: η επιχείρηση η οποία έχει λάβει άδεια λειτουργίας για την άσκηση αντασφαλιστικών εργασιών σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 11 του παρόντος ή, εφόσον πρόκειται για αντασφαλιστική επιχείρηση με έδρα σε άλλο κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 14 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

«Εξαρτημένη Αντασφαλιστική Επιχείρηση»: η αντασφαλιστική επιχείρηση, ανήκουσα είτε σε χρηματοπιστωτική επιχείρηση εκτός από ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή ομίλου ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων υπό την έννοια της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 170 του παρόντος, είτε σε μη χρηματοπιστωτική επιχείρηση, σκοπός της οποίας είναι η παροχή αντασφαλιστικής κάλυψης αποκλειστικά για τους κινδύνους της επιχείρησης ή των επιχειρήσεων στις οποίες ανήκει, ή για τους κινδύνους της επιχείρησης ή των επιχειρήσεων του ομίλου του οποίου είναι μέλος η εξαρτημένη αντασφαλιστική επιχείρηση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

«Αντασφαλιστική Επιχείρηση Τρίτης Χώρας»: η αντασφαλιστική επιχείρηση η οποία, εάν είχε την καταστατική έδρα της εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα χρειαζόταν άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 14 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

«Αντασφάλιση»: η δραστηριότητα που συνίσταται στην ανάληψη κινδύνων που εκχωρούνται από ασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας ή από μια άλλη αντασφαλιστική επιχείρηση ή αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας ή, στην περίπτωση της ένωσης ασφαλιστών, που είναι γνωστή ως Lloyd’s, η δραστηριότητα που συνίσταται στην ανάληψη κινδύνων που εκχωρούνται από οποιοδήποτε μέλος των Lloyd’s και αναλαμβάνονται από ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση άλλη από την ένωση ασφαλιστών Lloyd’s.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

«κράτος − μέλος Καταγωγής»: α) όσον αφορά στην ασφάλιση κατά ζημιών, το κράτος − μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική έδρα της ασφαλιστικής επιχείρησης που καλύπτει τον κίνδυνο, β) όσον αφορά στην ασφάλιση ζωής, το κράτος − μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική έδρα της ασφαλιστικής επιχείρησης που αναλαμβάνει την ασφαλιστική υποχρέωση, γ) όσον αφορά στην αντασφάλιση, το κράτος − μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική έδρα της αντασφαλιστικής επιχείρησης ή της ασφαλιστικής επιχείρησης που ασκεί αντασφαλιστικές δραστηριότητες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

«κράτος − μέλος Υποδοχής»: α) όσον αφορά στα υποκαταστήματα, το κράτος − μέλος, εκτός από το κράτος − μέλος καταγωγής, στο οποίο μια ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση έχει υποκατάστημα, β) όσον αφορά στην παροχή υπηρεσιών, το κράτος − μέλος, εκτός από το κράτος − μέλος καταγωγής, στο οποίο μια ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση παρέχει υπηρεσίες. Για τις ασφαλίσεις ζωής και κατά ζημιών, κράτος − μέλος παροχής υπηρεσιών θεωρείται αντίστοιχα το κράτος − μέλος της ασφαλιστικής υποχρέωσης ή το κράτος − μέλος στο οποίο βρίσκεται ο ασφαλιζόμενος κίνδυνος, τόσο όταν η ασφάλιση ασκείται από την έδρα της επιχείρησης, όσο και όταν ασκείται από άλλου κράτους − μέλους υποκατάστημα αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

«Εποπτικές Αρχές»: οι εθνικές αρχές οι οποίες, δυνάμει νομοθετικής ή κανονιστικής ρύθμισης, είναι αρμόδιες να εποπτεύουν ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις. Αρμόδια Ελληνική Εποπτική Αρχή είναι η Τράπεζα της Ελλάδος, στην οποία ανατίθεται το έργο της εποπτείας των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων και της άσκησης των λοιπών αρμοδιοτήτων της βάσει των διατάξεων του παρόντος νόμου και του Καταστατικού της. Οι αρμοδιότητες εποπτείας της ιδιωτικής ασφάλισης ασκούνται με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με το Καταστατικό της. Οι αρμοδιότητες αυτές μπορεί να εξειδικεύονται, ως προς τις λεπτομέρειες εφαρμογής τους, με περαιτέρω αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος. Ανεξαρτήτως της εφαρμογής των οικείων ποινικών διατάξεων του παρόντος νόμου και του άρθρου 55Α του Καταστατικού της η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να επιβάλλει τις διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 256 του παρόντος. Η παράγραφος 9 του άρθρου 256 του παρόντος ισχύει και για τα ανωτέρω σχετικά εξουσιοδοτημένα όργανα της Τράπεζας Της Ελλάδος, όπως και για τα μέλη των συλλογικών οργάνων διοίκησης αυτής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

«Υποκατάστημα»: το πρακτορείο ή υποκατάστημα ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, το οποίο βρίσκεται σε άλλο κράτος − μέλος από το κράτος − μέλος καταγωγής της. Με υποκατάστημα εξομοιώνεται κάθε μόνιμη παρουσία ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης στην Ελλάδα, που ασκείται μέσω απλού γραφείου το οποίο διευθύνεται από το προσωπικό της ίδιας της επιχείρησης, ή από ανεξάρτητο πρόσωπο, εντεταλμένο να ενεργεί μονίμως για την επιχείρηση όπως θα ενεργούσε ένα πρακτορείο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

«Εγκατάσταση»: η καταστατική έδρα ή υποκατάστημα της επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

«κράτος − μέλος στο οποίο βρίσκεται ο κίνδυνος» (για ασφαλίσεις κατά ζημιών): α) το κράτος − μέλος στο οποίο βρίσκονται τα ασφαλιζόμενα περιουσιακά στοιχεία, όταν η ασφάλιση αφορά ακίνητα ή ακίνητα και το περιεχόμενό τους, στο μέτρο που το περιεχόμενο αυτών καλύπτεται από το ίδιο ασφαλιστήριο, β) το κράτος − μέλος καταχώρισης των ασφαλιζομένων μεταφορικών μέσων, όταν η ασφάλιση αφορά κάθε είδους μεταφορικά μέσα, γ) το κράτος − μέλος στο οποίο ο αντισυμβαλλόμενος συνήψε τη σύμβαση, προκειμένου περί συμβάσεων διάρκειας μικρότερης ή ίσης των τεσσάρων μηνών οι οποίες αφορούν σε κινδύνους, οι οποίοι ανακύπτουν κατά τη διάρκεια ταξιδίου ή διακοπών, ανεξαρτήτως κλάδου ασφάλισης, δ) σε όλες τις περιπτώσεις που δεν αναφέρονται στις ως άνω υπό α΄, β΄, και γ΄ περιπτώσεις το κράτος − μέλος όπου βρίσκεται η συνήθης διαμονή του αντισυμβαλλομένου ή, εάν ο αντισυμβαλλόμενος είναι νομικό πρόσωπο, το κράτος − μέλος όπου βρίσκεται η αναφερόμενη στη σύμβαση εγκατάσταση του νομικού αυτού προσώπου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

«κράτος − μέλος της ασφαλιστικής υποχρέωσης» (για ασφαλίσεις ζωής): το κράτος − μέλος, στο οποίο βρίσκεται η συνήθης διαμονή του αντισυμβαλλομένου, ή εάν ο αντισυμβαλλόμενος είναι νομικό πρόσωπο, το κράτος − μέλος στο οποίο βρίσκεται η αναφερόμενη στη σύμβαση εγκατάσταση του εν λόγω αντισυμβαλλομένου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 15

«Μητρική Επιχείρηση»: η μητρική επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251), ή, εφόσον πρόκειται για μητρική επιχείρηση με καταστατική έδρα σε άλλο κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 1 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ (L 193/18.7.1983).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 16

«Θυγατρική Επιχείρηση»: η θυγατρική επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251), ή, εφόσον πρόκειται για θυγατρική επιχείρηση με καταστατική έδρα σε άλλο κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 1 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ (L 193/18.7.1983). Η θυγατρική της θυγατρικής θεωρείται επίσης θυγατρική της μητρικής επιχείρησης που είναι επικεφαλής των επιχειρήσεων αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 17

«Στενοί Δεσμοί»: η κατάσταση κατά την οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται με δεσμό ελέγχου, όπως ορίζεται στην περίπτωση (18) κατωτέρω ή μέσω συμμετοχής, όπως ορίζεται στην περίπτωση (20) κατωτέρω. Στενός δεσμός μεταξύ δύο ή περισσότερων προσώπων δημιουργείται επίσης από μία κατάσταση όπου τα πρόσωπα αυτά συνδέονται μόνιμα με το ίδιο πρόσωπο με δεσμό ελέγχου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 18

«Έλεγχος»: η σχέση που υφίσταται μεταξύ μητρικής επιχείρησης προς θυγατρική κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251), ή του άρθρου 1 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ (L 193/18.7.1983), ή οποιαδήποτε παρόμοια σχέση μεταξύ οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου και επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 19

«Συναλλαγή στο πλαίσιο Ομίλου (Ενδοομιλική)»: οποιαδήποτε συναλλαγή, συμβατική ή χωρίς σύμβαση, με τίμημα ή χωρίς, δυνάμει της οποίας μια ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση αναμένει, άμεσα ή έμμεσα, την εκπλήρωση οποιασδήποτε παροχής ή υποχρέωσης από επιχείρηση του ιδίου ομίλου ή από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συνδέεται με επιχείρηση του εν λόγω ομίλου με στενούς δεσμούς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 20

«Συμμετοχή»: η άμεση ή έμμεση μέσω δεσμού ελέγχου κατοχή τουλάχιστον του 20% του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου μιας επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 21

«Ειδική Συμμετοχή»: η άμεση ή έμμεση κατοχή τουλάχιστον του 10% του μετοχικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου μιας επιχείρησης, ή κάθε άλλη δυνατότητα άσκησης ουσιώδους επιρροής στη διαχείριση της επιχείρησης αυτής. Για τον υπολογισμό της ειδικής συμμετοχής λαμβάνονται υπόψη τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 43 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 22

«Οργανωμένη Αγορά»: α) στην Ελλάδα, η οριζόμενη στην παράγραφο 10 του άρθρου 2 του ν. 3606/07 (Α΄ 195), β) σε άλλο κράτος − μέλος, η οριζόμενη στο σημείο 14 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ, και γ) σε τρίτη χώρα, η αγορά χρηματοπιστωτικών μέσων η οποία πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις: γα) είναι αναγνωρισμένη από το κράτος − μέλος καταγωγής της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης και πληροί προϋποθέσεις ανάλογες με εκείνες της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ, και γβ) τα διαπραγματεύσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα είναι ανάλογης ποιότητας προς εκείνα που διαπραγματεύονται στις οργανωμένες αγορές του κράτους − μέλους καταγωγής της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, και γγ) έχει οριστεί κατ’ εφαρμογή της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 59 του ν. 4099/2012 (Α΄ 250).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 23

«Εθνικό Γραφείο Ασφαλίσεως»: το εθνικό γραφείο ασφαλίσεως της παραγράφου 3 του άρθρου 1 της Οδηγίας 72/166/ΕΟΚ (L 103/24.4.1972) και για την Ελλάδα το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης του άρθρου 26 του κ.ν. 489/1976 (Α΄ 331).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 24

«Εθνικό Ταμείο Εγγυήσεως»: ο φορέας της παραγράφου 4 του άρθρου 1 της Οδηγίας 84/5/ΕΟΚ και για την Ελλάδα το Επικουρικό Κεφάλαιο του άρθρου 16 του κ.ν. 489/1976 (Α΄ 331).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 25

«Χρηματοπιστωτική Επιχείρηση»: μία εκ των κάτωθι αναφερόμενων επιχείρηση ή οντότητα: α) πιστωτικό ίδρυμα, χρηματοδοτικό ίδρυμα ή επιχείρηση παροχής επικουρικών υπηρεσιών, όπως ορίζονται στα σημεία 1, 26 και 18 αντιστοίχως της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή των σημείων 1, 22 και 17 αντιστοίχως της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 4261/2014 (Α΄ 107), β) ασφαλιστική επιχείρηση ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών, κατά την έννοια της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 212 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ, ή κατά την έννοια της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 170 του παρόντος, γ) επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών κατά την έννοια του σημείου 1 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ ή της ανώνυμης εταιρείας παροχής επενδυτικών υπηρεσιών των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007 (Α΄ 195), δ) μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών (ΜΧΕΣ), κατά την έννοια της παραγράφου 15 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ ή της παραγράφου 15 του άρθρου 2 του ν. 3455/2006 (Α΄ 84).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 26

«Φορέας Ειδικού Σκοπού»: οποιαδήποτε επιχείρηση, με εταιρική μορφή ή χωρίς, η οποία, χωρίς να έχει λάβει άδεια λειτουργίας ως ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, αναλαμβάνει κινδύνους από ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και χρηματοδοτεί πλήρως την έκθεσή της σε αυτούς με έσοδα από ομολογιακές εκδόσεις ή άλλους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς, όπου η επιστροφή κεφαλαίου, ήτοι η αποπληρωμή, των ομολογιούχων ή των εν γένει κατόχων των τίτλων που εκδόθηκαν στο πλαίσιο των χρηματοδοτικών αυτών μηχανισμών, έπεται της ικανοποίησης των υποχρεώσεων αντασφάλισης που φέρει ο φορέας ειδικού σκοπού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 27

«Μεγάλοι κίνδυνοι» θεωρούνται: α) οι κίνδυνοι που κατατάσσονται στους κλάδους ασφαλίσεων κατά ζημιών 4 «Σιδηροδρομικά οχήματα», 5 «Αεροσκάφη», 6 «Πλοία» (θαλάσσια, λιμναία και ποτάμια σκάφη)», 7 «Μεταφερόμενα εμπορεύματα», 11 «Αστική ευθύνη από αεροσκάφη» και 12 «Αστική ευθύνη από θαλάσσια, λιμναία και ποτάμια σκάφη» της ταξινόμησης της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του παρόντος, β) οι κίνδυνοι που κατατάσσονται στους κλάδους ασφαλίσεων κατά ζημιών 14 «Πιστώσεις» και 15 «Εγγυήσεις» της ταξινόμησης της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του παρόντος, όταν ο αντισυμβαλλόμενος ασκεί κατ’ επάγγελμα βιομηχανική ή εμπορική δραστηριότητα ή ελεύθερο επάγγελμα και ο κίνδυνος σχετίζεται με τη δραστηριότητα αυτή, γ) οι κίνδυνοι που κατατάσσονται στους κλάδους ασφαλίσεων κατά ζημιών 3 «Χερσαία οχήματα (εκτός σιδηροδρομικών)», 8 «Πυρκαϊά και στοιχεία της φύσεως», 9 «Λοιπές ζημίες αγαθών», 10 «Αστική ευθύνη από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα», 13 «Γενική αστική ευθύνη», 16 «Διάφορες χρηματικές απώλειες» της ταξινόμησης της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του παρόντος, εφόσον ο αντισυμβαλλόμενος πληροί δύο τουλάχιστον από τα ακόλουθα τρία αριθμητικά κριτήρια: γα) διαθέτει σύνολο ισολογισμού άνω των έξι εκατομμυρίων διακοσίων χιλιάδων (6.200.000) ευρώ, γβ) διαθέτει καθαρό ποσό κύκλου εργασιών, κατά την έννοια της Οδηγίας78/660/ΕΟΚ ή του Παραρτήματος Α΄ του ν. 4308/2014 (Α΄ 251) άνω των δώδεκα εκατομμυρίων οχτακοσίων χιλιάδων (12.800.000) ευρώ, γγ) απασχολεί, κατά μέσο όρο, πάνω από 250 άτομα κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους. Εάν ο αντισυμβαλλόμενος μετέχει σε σύνολο επιχειρήσεων που καταρτίζουν ενοποιημένους λογαριασμούς σύμφωνα με την Οδηγία 83/349/ΕΟΚ ή του παραρτήματος Α΄ του ν. 4308/2014 (Α΄ 251), η συνδρομή των κριτηρίων που παρατίθενται στην ανωτέρω περίπτωση γ΄ ελέγχεται βάσει των ενοποιημένων αυτών λογαριασμών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 28

«Εξωτερική Ανάθεση (Εξωπορισμός)»: συμφωνία, οποιασδήποτε μορφής, μεταξύ μιας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης και ενός παρόχου υπηρεσιών, υποκείμενου ή όχι σε εποπτεία, με την οποία ο εν λόγω πάροχος αναλαμβάνει, άμεσα ή ως υπεργολάβος, τη διεκπεραίωση διαδικασιών, την παροχή υπηρεσιών ή την εκτέλεση δραστηριοτήτων, που διαφορετικά θα είχαν διενεργηθεί από την ίδια την ασφαλιστική ή την αντασφαλιστική επιχείρηση. Η έννοια της εξωτερικής ανάθεσης περιλαμβάνει και τις συμφωνίες ή διακανονισμούς της παραγράφου 4 του άρθρου 48 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 29

«Λειτουργία»: κάθε αρμοδιότητα διοίκησης, διαχείρισης, εκπροσώπησης ή ελέγχου συγκεκριμένων εργασιών μίας επιχείρησης εντός ενός ενιαίου συστήματος διακυβέρνησης. Το σύστημα διακυβέρνησης περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστο τις ακόλουθες βασικές λειτουργίες: α) τη λειτουργία διαχείρισης κινδύνων, β) τη λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης, γ) τη λειτουργία εσωτερικού ελέγχου και δ) την αναλογιστική λειτουργία. Ως κρίσιμες ή σημαντικές λειτουργίες θεωρούνται κατ’ ελάχιστον οι ως άνω βασικές λειτουργίες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 30

«Κίνδυνος Ανάληψης Ασφαλίσεων» (Ασφαλιστικός Κίνδυνος): ο κίνδυνος ζημίας ή δυσμενούς μεταβολής στην αξία των ασφαλιστικών υποχρεώσεων, λόγω ακατάλληλων παραδοχών κατά την τιμολόγηση και το σχηματισμό προβλέψεων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 31

«Κίνδυνος Αγοράς»: ο κίνδυνος ζημίας ή δυσμενούς χρηματοοικονομικής μεταβολής, που απορρέει, άμεσα ή έμμεσα, από τις διακυμάνσεις στο επίπεδο και στη μεταβλητότητα των τιμών αγοράς των στοιχείων του ενεργητικού ή του παθητικού και των χρηματοπιστωτικών μέσων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 32

«Πιστωτικός Κίνδυνος»: ο κίνδυνος ζημίας ή δυσμενούς χρηματοοικονομικής μεταβολής, που απορρέει από διακυμάνσεις στην πιστοληπτική κατάσταση των εκδοτών των χρηματοπιστωτικών μέσων ως και των εν γένει αντισυμβαλλομένων και οφειλετών προς τους οποίους οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις είναι εκτεθειμένες. Ο εν λόγω κίνδυνος εκδηλώνεται είτε ως κίνδυνος μη εκπλήρωσης ή πλημμελούς εκπλήρωσης από αντισυμβαλλόμενο (κίνδυνος αθέτησης) είτε ως κίνδυνος πιστωτικού περιθωρίου είτε ως κίνδυνος συγκέντρωσης κινδύνων αγοράς.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 33

«Επιλέξιμος κεντρικός αντισυμβαλλόμενος»: ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος που είτε έχει εξουσιοδοτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού (EΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201) είτε έχει αναγνωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 25 του εν λόγω κανονισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 34

«Λειτουργικός κίνδυνος»: ο κίνδυνος ζημίας, είτε λόγω ανεπαρκειών και ελλείψεων στις εσωτερικές διαδικασίες, στα μηχανογραφικά και λοιπά λειτουργικά συστήματα ή στο ανθρώπινο δυναμικό είτε λόγω δυσμενών εξωτερικών παραγόντων,

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 35

«Κίνδυνος Ρευστότητας»: ο κίνδυνος αδυναμίας της ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής επιχείρησης να εκποιήσει επενδύσεις και άλλα περιουσιακά στοιχεία προκειμένου να προβεί στο διακανονισμό των οικονομικών της υποχρεώσεων όταν αυτές καταστούν απαιτητές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 36

«Κίνδυνος Συγκέντρωσης»: όλες οι εκθέσεις στον κίνδυνο με ενδεχόμενη ζημία αρκετά σημαντική, σε βαθμό που να απειλείται η φερεγγυότητα ή η χρηματοοικονομική κατάσταση της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 37

«Τεχνικές Μετριασμού του Κινδύνου»: όλες οι τεχνικές οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα στην ασφαλιστική και αντασφαλιστική επιχείρηση να μεταβιβάζει τμήμα ή όλους τους κινδύνους της σε τρίτα μέρη.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 38

«Αποτελέσματα Διαφοροποίησης»: η μείωση της έκθεσης στον κίνδυνο ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων και ομίλων, που σχετίζεται με τη διαφοροποίηση των εργασιών τους και απορρέει από το γεγονός ότι το δυσμενές αποτέλεσμα από κάποιο κίνδυνο μπορεί να αντισταθμιστεί από το ευνοϊκότερο αποτέλεσμα ενός άλλου κινδύνου, όταν οι κίνδυνοι αυτοί δεν είναι πλήρως συσχετισμένοι μεταξύ τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 39

«Προβλεπτική Πιθανοθεωρητική Κατανομή»: μαθηματική συνάρτηση η οποία αποδίδει μια πιθανότητα επέλευσης σε ένα εξαντλητικό σύνολο αμοιβαία αποκλειόμενων μελλοντικών γεγονότων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 40

«Μέτρο Κινδύνου»: μαθηματική συνάρτηση η οποία αποδίδει μία χρηματική τιμή σε μια δεδομένη προβλεπτική πιθανοθεωρητική κατανομή και αυξάνεται μονοτονικά με το επίπεδο έκθεσης στον κίνδυνο στον οποίο στηρίζεται η εν λόγω προβλεπτική πιθανοθεωρητική κατανομή.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 41

«Εξωτερικός οργανισμός πιστοληπτικών αξιολογήσεων» ή «ECAI»: οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ο οποίος είναι εγγεγραμμένος ή πιστοποιημένος σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (ΕΕ L 302), ή κεντρική τράπεζα η οποία εκδίδει πιστωτικές διαβαθμίσεις που εξαιρούνται από την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 42

Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων ή «ΕΑΑΕΣ»: η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων που έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

Άρθρο 4Κλάδοι ασφαλίσεων κατά ζημιών (άρθρα 2, 197 και Παραρτήματα I και V της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι ασφαλίσεις κατά ζημιών ταξινομούνται στους ακόλουθους κλάδους ανάλογα με τον κίνδυνο που καλύπτεται από την ασφαλιστική σύμβαση: α) Κλάδος 1 «Ατυχήματα» (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών). Περιλαμβάνει τα εξής: 1.1 κατ’ αποκοπήν παροχές 1.2 περιοδικές παροχές αποζημιώσεων 1.3 συνδυασμούς των ανωτέρω 1.4 μεταφερόμενα πρόσωπα. β) Κλάδος 2 «Ασθένειες»: Περιλαμβάνει τα εξής: 2.1. περιοδικές παροχές 2.2. κατ’ αποκοπήν παροχές 2.3. συνδυασμούς των ανωτέρω. γ) Κλάδος 3 «Χερσαία οχήματα» (εκτός σιδηροδρομικών): Καλύπτει κάθε ζημία, την οποία υφίστανται αυτοκινούμενα και μη, χερσαία οχήματα εκτός των σιδηροδρομικών. δ) Κλάδος 4 «Σιδηροδρομικά οχήματα»: Καλύπτει κάθε ζημία, την οποία υφίστανται τα σιδηροδρομικά οχήματα. ε) Κλάδος 5 «Αεροσκάφη»: Καλύπτει κάθε ζημία την οποία υφίστανται αεροσκάφη. στ) Κλάδος 6 «Πλοία» (θαλάσσια, λιμναία και ποτάμια σκάφη): Καλύπτει κάθε ζημία, την οποία υφίστανται: 6.1. ποτάμια σκάφη 6.2. λιμναία σκάφη 6.3. θαλάσσια σκάφη/ πλοία, ζ) Κλάδος 7 «Μεταφερόμενα εμπορεύματα» (συμπεριλαμβανομένων των εμπορευμάτων, αποσκευών και κάθε άλλου αγαθού): Καλύπτει κάθε ζημία την οποία υφίστανται τα μεταφερόμενα εμπορεύματα, περιλαμβανομένων αποσκευών και κάθε άλλου αγαθού, ανεξαρτήτως του μεταφορικού μέσου. η) Κλάδος 8 «Πυρκαϊά και στοιχεία της φύσεως»: Καλύπτει κάθε ζημία που υφίστανται αγαθά, εξαιρουμένων των αγαθών που περιλαμβάνονται στους κλάδους 3, 4, 5, 6 και 7 ανωτέρω, εφόσον προξενείται από: 8.1. πυρκαϊά, 8.2. έκρηξη, 8.3. θύελλα, 8.4. στοιχεία της φύσεως άλλα εκτός θυέλλης, 8.5. πυρηνική ενέργεια και 8.6. καθίζηση του εδάφους. θ) Κλάδος 9 «Λοιπές ζημίες αγαθών»: Καλύπτει κάθε ζημία που υφίστανται αγαθά, εξαιρουμένων των αγαθών που περιλαμβάνονται στους κλάδους 3, 4, 5, 6 και 7 ανωτέρω, εφόσον προξενήθηκε από χαλάζι ή παγετό, καθώς και από κάθε άλλο συμβάν, όπως επί παραδείγματι κλοπή, εκτός των συμβάντων που υπάγονται στον κλάδο 8. ι) Κλάδος 10 «Αστική ευθύνη από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα»: Καλύπτει κάθε είδους αστική ευθύνη, που προκύπτει από τη χρήση χερσαίων αυτοκινήτων οχημάτων, συμπεριλαμβανομένης της ευθύνης του μεταφορέως. ια) Κλάδος 11 «Αστική ευθύνη από αεροσκάφη»: Καλύπτει κάθε είδους αστική ευθύνη, που προκύπτει από τη χρήση αεροσκαφών, συμπεριλαμβανομένης της ευθύνης του μεταφορέως. ιβ) Κλάδος 12 «Αστική ευθύνη από θαλάσσια, λιμναία και ποτάμια σκάφη»: Καλύπτει κάθε είδους αστική ευθύνη, που προκύπτει από τη χρήση θαλάσσιων, λιμναίων ή ποτάμιων σκαφών, συμπεριλαμβανομένης της ευθύνης του μεταφορέως. ιγ) Κλάδος 13 «Γενική αστική ευθύνη»: Καλύπτει κάθε είδους αστική ευθύνη που δεν εμπίπτει στους κλάδους 10 έως 12 ανωτέρω. ιδ) Κλάδος 14 «Πιστώσεις»: Στον ως άνω κλάδο, ο ασφαλιστής έναντι ασφαλίστρου καλύπτει τον ασφαλισμένο για ζημία την οποία αυτός πιθανόν να υποστεί ως αποτέλεσμα της αποτυχίας ενός ή περισσοτέρων οφειλετών του να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς αυτόν (ασφαλισμένο). Καλύπτει τα εξής: 14.1. γενική αφερεγγυότητα, 14.2. εξαγωγικές πιστώσεις (αφορά εξαγωγικές πιστώσεις που δεν γίνονται για λογαριασμό ή με την υποστήριξη του Κράτους), 14.3. πωλήσεις με δόσεις, 14.4. ενυπόθηκες πιστώσεις, 14.5. αγροτικές πιστώσεις. ιε) Κλάδος 15 «Εγγυήσεις»: Στον ως άνω κλάδο ο ασφαλιστής έναντι ασφαλίστρου εγγυάται για τον ασφαλισμένο την εκτέλεση από αυτόν των συμβατικών του υποχρεώσεων. Περιλαμβάνει: 15.1. άμεσες εγγυήσεις 15.2. έμμεσες εγγυήσεις. ιστ) Κλάδος 16 «Διάφορες χρηματικές απώλειες»: Καλύπτει διάφορες χρηματικές απώλειες που προκαλούνται από κινδύνους, όπως: 16.1. κίνδυνος απώλειας επαγγελματικής απασχόλησης, 16.2. γενική ανεπάρκεια εισοδήματος, 16.3. κακοκαιρία, 16.4. απώλεια κερδών, 16.5. τρέχοντα γενικά έξοδα, 16.6. απρόβλεπτες εμπορικές δαπάνες, 16.7. απώλεια / μείωση αγοραίας αξίας, 16.8. απώλεια μισθωμάτων ή εισοδημάτων, 16.9. έμμεσες εμπορικές απώλειες εκτός από αυτές που ήδη αναφέρθηκαν 16.10. μη εμπορικές οικονομικές απώλειες, 16.11. λοιπές οικονομικές απώλειες. ιζ) Κλάδος 17 «Νομική προστασία»: Περιλαμβάνει την ανάληψη δικαστικών εξόδων και την παροχή νομικής προστασίας. ιη) Κλάδος 18 «Βοήθεια»: Περιλαμβάνει την ανάληψη της υποχρέωσης άμεσης παροχής βοήθειας, στις περιπτώσεις και με τους όρους που προβλέπει σύμβαση, σε χρήμα ή σε είδος, έναντι προηγούμενης καταβολής ασφαλίστρου, προς πρόσωπα, που περιέρχονται σε δυσχερή θέση κατά τη διάρκεια μετακινήσεων ή απουσίας από την κατοικία ή από τον τόπο συνήθους διαμονής τους είτε υπό άλλες περιστάσεις ανεξάρτητα από μετακίνηση ή απουσία. Η σε είδος παροχή βοήθειας είναι δυνατόν να συνίσταται και στην χρησιμοποίηση του προσωπικού και του εξοπλισμού που ανήκουν σε αυτόν που παρέχει την βοήθεια. Δεν συνιστούν υπηρεσίες βοήθειας οι υπηρεσίες συντήρησης ή διατήρησης, η εξυπηρέτηση μετά την πώληση, ούτε η απλή υπόδειξη ή πρόβλεψη παροχής βοήθειας ως μεσολάβηση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όταν η άδεια λειτουργίας παρέχεται συγχρόνως για περισσότερους από τους ακόλουθους κλάδους, φέρει τις εξής ονομασίες: α) για τους Κλάδους 1 και 2: «Ατυχήματα και Ασθένειες», β) για τους Κλάδους 1.4., 3, 7 και 10: «Ασφάλιση αυτοκινήτων», γ) για τους Κλάδους 1.4., 4, 6, 7 και 12: «Ασφάλιση θαλάσσης και μεταφορών», δ) για τους Κλάδους 1.4., 5, 7 και 11: «Ασφάλιση αεροσκαφών», ε) για τους Κλάδους 8 και 9: «Πυρκαϊές και λοιπές ζημίες σε αγαθά», στ) για τους Κλάδους 10, 11, 12 και 13: «Αστική ευθύνη», ζ) για τους Κλάδους 14 και 15: «Πιστώσεις και εγγυήσεις», η) για όλους τους Κλάδους: «Γενικών Ασφαλίσεων Ζημιών». Η Εποπτική Αρχή ενημερώνει όλα τα κράτη μέλη, καθώς και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη χρήση της ονομασίας του σημείου η΄ της παρούσας παραγράφου.

Άρθρο 5Κλάδοι ασφαλίσεων ζωής

(άρθρο 2 και Παράρτημα II της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ) Οι ασφαλίσεις ζωής ταξινομούνται στους ακόλουθους κλάδους ασφαλιστικών εργασιών των περιπτώσεων α΄ ως δ΄ του παρόντος και εργασιών διαχείρισης των περιπτώσεων ε΄ ως θ΄ του παρόντος, ανάλογα με τα προβλεπόμενα στην ασφαλιστική σύμβαση: α) Κλάδος Ι – «Ασφαλίσεις ζωής»: Περιλαμβάνει: Ι.1. ασφαλίσεις επιβίωσης ή θανάτου, μεικτές ασφαλίσεις, ασφαλίσεις ζωής με επιστροφή του ασφαλίστρου, Ι.2. ασφαλίσεις προσόδων, Ι.3. επιπλέον ασφαλίσεις, όπως ιδίως σωματικών βλαβών, περιλαμβανομένης και της ανικανότητας για επαγγελματική εργασία, θανάτου συνεπεία ατυχήματος, αναπηρίας συνεπεία ατυχήματος ή ασθένειας, εφόσον συνάπτονται συμπληρωτικά στις ασφαλίσεις ζωής των κλάδων Ι.1, Ι.2, ΙΙ και ΙΙΙ, β) Κλάδος ΙΙ – «Ασφαλίσεις γάμου και γεννήσεως». γ) Κλάδος ΙΙΙ – «Ασφαλίσεις ζωής συνδεδεμένες με επενδύσεις»: Περιλαμβάνει ασφαλίσεις των Κλάδων Ι.1., Ι.2. και ΙΙ οι οποίες συνδέονται με επενδυτικά κεφάλαια. δ) Κλάδος ΙV – «Διαρκής ασφάλιση ασθένειας»: Αφορά σε τύπους διαρκούς ασφάλισης ασθενείας, μη υποκείμενης σε ακύρωση από τον ασφαλιστή. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής καθορίζονται τα χαρακτηριστικά των ασφαλίσεων αυτών ανάλογα προς τα ισχύοντα για τις εν λόγω ασφαλίσεις στην Ιρλανδία και στο Ηνωμένο Βασίλειο. ε) Κλάδος V – «Τοντίνες»: Αφορά σε εργασίες, που συνεπάγονται τη δημιουργία ομάδων, στις οποίες συμμετέχουν τα μέλη με σκοπό την από κοινού κεφαλαιοποίηση των εισφορών τους και τη διανομή του συγκροτούμενου κεφαλαίου, είτε μεταξύ των επιζόντων, είτε των κληρονόμων των αποθανόντων. στ) Κλάδος VI – «Εργασίες κεφαλαιοποίησης»: Αφορά σε εργασίες με τις οποίες η επιχείρηση αναλαμβάνει, επί τη βάσει αναλογιστικών υπολογισμών, ασφαλιστικές υποχρεώσεις για ορισμένο χρονικό διάστημα και για ορισμένο ποσό έναντι προκαθορισμένων, εφάπαξ ή περιοδικών, καταβολών από τον αντισυμβαλλόμενο. ζ) Κλάδος VII – «Διαχείριση συλλογικών συνταξιοδοτικών κεφαλαίων ή οργανισμών»: Περιλαμβάνει: (1) εργασίες διαχειρίσεως συλλογικών συνταξιοδοτικών κεφαλαίων ή οργανισμών που καταβάλλουν παροχές σε περιπτώσεις θανάτου, επιβίωσης, διακοπής ή μείωσης της απασχόλησης, οι οποίες περιλαμβάνουν τη διαχείριση επενδύσεων και ειδικότερα όσων στοιχείων του ενεργητικού των κεφαλαίων ή οργανισμών αυτών αντιστοιχούν στα αποθεματικά τους, (2) οι εργασίες του σημείου (1) ανωτέρω, όταν συνοδεύονται με ασφαλιστική εγγύηση που περιλαμβάνει είτε τη διατήρηση του κεφαλαίου είτε καταβολή ελάχιστης απόδοσης. η) Κλάδος VIII – «Ασφαλίσεις του γαλλικού ασφαλιστικού κώδικα»: Περιλαμβάνει εργασίες ασφάλισης ζωής σύμφωνα με τον τίτλο 4 του πρώτου κεφαλαίου του βιβλίου IV του γαλλικού ασφαλιστικού κώδικα. θ) Κλάδος IX – «Εργασίες κοινωνικής ασφάλισης»: Περιλαμβάνει εργασίες που εξαρτώνται από τη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής, ορίζονται ή προβλέπονται από την περί κοινωνικής ασφάλισης εθνική νομοθεσία ή νομοθεσία άλλου κράτους − μέλους και ασκούνται ή τις διαχειρίζονται ασφαλιστικές επιχειρήσεις ζωής, οι οποίες αναλαμβάνουν πλήρως τον κίνδυνο των εν λόγω ασφαλίσεων.

Άρθρο 6Εξαιρούμενες επιχειρήσεις και οργανισμοί (άρθρα 3, 10 και 12 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)

Στις διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εντάσσονται: α) φορείς υπαγόμενοι στο εθνικό σύστημα υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης, β) αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες από τις 10 Δεκεμβρίου του 2007, έχουν παύσει να συνάπτουν νέες συμβάσεις αντασφάλισης και ασχολούνται αποκλειστικά με τη διαχείριση του υφιστάμενου χαρτοφυλακίου, με σκοπό την παύση των δραστηριοτήτων τους. Η Εποπτική Αρχή καταρτίζει κατάλογο των επιχειρήσεων αυτών και τον γνωστοποιεί στις εποπτικές αρχές όλων των άλλων κρατών − μελών, γ) οργανισμοί που εγγυώνται αποκλειστικά την καταβολή παροχών σε περίπτωση θανάτου, εφόσον το ύψος των παροχών αυτών δεν υπερβαίνει την μέση αξία των εξόδων κηδείας για κάθε θάνατο ή εφόσον οι παροχές αυτές καταβάλλονται σε είδος.

Άρθρο 7Ειδικές περιπτώσεις συνεταιρισμών Ειδικές περιπτώσεις λόγω μεγέθους (άρθρα 4 και 7 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Στους αλληλασφαλιστικούς συνεταιρισμούς που ασκούν δραστηριότητες ασφάλισης κατά ζημιών και έχουν συνάψει με άλλο αλληλασφαλιστικό συνεταιρισμό σύμβαση είτε για συνολική αντασφάλιση όλων των συναπτόμενων από αυτούς ασφαλίσεων είτε για υποκατάσταση του εκδοχέα συνεταιρισμού στον εκχωρητή συνεταιρισμό για την εκτέλεση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από τις εν λόγω ασφαλίσεις, υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 12 του παρόντος. Ο αντασφαλίζων ή ο εκδοχέας αλληλασφαλιστικός συνεταιρισμός του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και οι αλληλασφαλιστικοί συνεταιρισμοί που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου, εμπίπτουν στο σύνολο των διατάξεων του παρόντος νόμου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Επίσης, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 12 του παρόντος σε ασφαλιστική επιχείρηση που πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις, εφεξής καλούμενη ως εξαιρουμένη λόγω μεγέθους: α) τα ακαθάριστα ετήσια εγγεγραμμένα ασφάλιστρά της δεν υπερβαίνουν τα πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ, β) οι συνολικές τεχνικές προβλέψεις της επιχείρησης σύμφωνα με το άρθρο 51 του παρόντος, μη λαμβανομένων υπόψη των ανακτήσιμων ποσών από αντασφαλιστικές συμβάσεις και Φορείς Ειδικού Σκοπού, δεν υπερβαίνουν τα είκοσι πέντε εκατομμύρια (25.000.000) ευρώ, γ) αν η επιχείρηση ανήκει σε όμιλο, οι συνολικές τεχνικές προβλέψεις του ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 51 του παρόντος, μη λαμβανομένων υπόψη των ανακτήσιμων ποσών από αντασφαλιστικές συμβάσεις και Φορείς Ειδικού Σκοπού, δεν υπερβαίνουν τα είκοσι πέντε εκατομμύρια (25.000.000) ευρώ, δ) οι δραστηριότητες της επιχείρησης δεν περιλαμβάνουν ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές δραστηριότητες που να καλύπτουν κινδύνους ασφάλισης αστικής ευθύνης ή πιστώσεων και εγγυήσεων, εκτός εάν συνιστούν παρεπόμενους κινδύνους κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του παρόντος, ε) οι τυχόν αντασφαλιστικές εργασίες της επιχείρησης αντιστοιχούν σε ετήσιο έσοδο μικρότερο από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ σε όρους ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων και σε συνολική τεχνική πρόβλεψη μικρότερη των δύο εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων (2.500.000) ευρώ και σε ποσοστό μικρότερο του 10% των συνολικών ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων και σε ποσοστό μικρότερο του 10% του συνόλου των τεχνικών της προβλέψεων. Για τους υπολογισμούς της παρούσας περίπτωσης δεν λαμβάνονται υπόψη τα ανακτήσιμα ποσά από αντασφαλιστικές συμβάσεις και Φορείς Ειδικού Σκοπού, στ) η ασφαλιστική επιχείρηση δεν παρέχει υπηρεσίες σε άλλα κράτη μέλη, είτε υπό καθεστώς εγκατάστασης είτε υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Η΄ του Πρώτου Μέρους του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Εάν οποιοδήποτε από τα ποσά που ορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος υπερκαλυφθεί επί τρία συνεχή έτη, τότε η επιχείρηση υπάγεται στο σύνολο των διατάξεων του παρόντος νόμου από το τέταρτο έτος (άρση εξαίρεσης λόγω μεγέθους).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Κατά παρέκκλιση των οριζομένων στην παράγραφο 2 του παρόντος, εφαρμόζεται το σύνολο των διατάξεων του παρόντος νόμου σε επιχειρήσεις (χαρακτηριζόμενες ως μη εξαιρούμενες λόγω μεγέθους) που ζητούν άδεια λειτουργίας για ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εργασίες, εφόσον τα ετήσια ακαθάριστα εγγεγραμμένα ασφάλιστρα ή οι ακαθάριστες τεχνικές προβλέψεις, μη λαμβανομένων υπόψη των ανακτήσιμων ποσών από αντασφαλιστικές συμβάσεις και Φορείς Ειδικού Σκοπού, αναμένεται να υπερβούν εντός των επόμενων πέντε ετών τα ποσά που ορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Μη εξαιρουμένη λόγω μεγέθους ασφαλιστική επιχείρηση που δεν παρέχει υπηρεσίες σε άλλα κράτη μέλη, είτε με εγκατάσταση είτε με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, παύει να υπάγεται στο σύνολο των διατάξεων του παρόντος νόμου, υπαγόμενη πλέον στις διατάξεις του άρθρου 12 του παρόντος (εξαιρείται λόγω μεγέθους), εφόσον η Εποπτική Αρχή, με απόφασή της επαληθεύσει, κατόπιν σχετικής αιτήσεως της επιχείρησης, ότι πληρούνται και οι δύο κατωτέρω αναφερόμενες προϋποθέσεις: α) οποιοδήποτε από τα ποσά που ορίζονται στην παράγραφο 2 δεν υπερκαλύπτεται κατά τα τρία τουλάχιστον τελευταία συνεχή έτη, και β) οποιοδήποτε από τα ποσά που ορίζονται στην παράγραφο 2 δεν αναμένεται να υπερκαλυφθεί εντός των επόμενων πέντε ετών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Εξαιρουμένη λόγω μεγέθους ασφαλιστική επιχείρηση μπορεί να υποβάλλει στην Εποπτική Αρχή αίτηση για εκούσια υπαγωγή της στο σύνολο των διατάξεων του νόμου αυτού (εκούσια άρση εξαίρεσης λόγω μεγέθους).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ασφαλιστικές επιχειρήσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του παρόντος και επιθυμούν να χαρακτηριστούν ως αρχικά εξαιρούμενες λόγω μεγέθους ασφαλιστικές επιχειρήσεις μέχρι την 31.12.2015, υποβάλλουν υποχρεωτικά σχετική αίτηση προς την Εποπτική Αρχή το αργότερο μέχρι την 31.3.2016. Η Εποπτική Αρχή αποφασίζει για την ανωτέρω αίτηση επί τη βάσει των κριτηρίων της παραγράφου 2 του παρόντος, θεωρώντας ως τεχνικές προβλέψεις του άρθρου 51 του παρόντος το σύνολο των τεχνικών αποθεμάτων που σχημάτισε η επιχείρηση σύμφωνα με το άρθρο 7 του ν.δ 400/1970 (Α΄ 10) κατά την 31.12.2014. Σε περίπτωση θετικής απόφασης ή σε περίπτωση έλλειψης απόφασης μέχρι την 31.5.2016 οι ανωτέρω επιχειρήσεις χαρακτηρίζονται ως αρχικά εξαιρούμενες ασφαλιστικές επιχειρήσεις επί των οποίων εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 12 του παρόντος. Ασφαλιστικές επιχειρήσεις που δεν υπέβαλλαν αίτηση μέχρι την 31.3.2016 ή η Εποπτική Αρχή αποφάσισε αρνητικά επί της σχετικής αίτησης μέχρι την 31.5.2016 χαρακτηρίζονται ως μη εξαιρούμενες λόγω μεγέθους και υπάγονται στο σύνολο των διατάξεων του παρόντος νόμου. Αιτήσεις εξαίρεσης που υποβάλλονται μετά την 31.3.2016 ελέγχονται από την Εποπτική Αρχή ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων της παραγράφου 5 του παρόντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα ετήσια προς αυτή υποβαλλόμενα οικονομικά και λοιπά στοιχεία για τον έλεγχο της συνδρομής των προϋποθέσεων των παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος και το περιεχόμενο των αιτήσεων των παραγράφων 5, 6 και 7 παρόντος άρθρου.

Άρθρο 8Εξαιρούμενες ασφαλίσεις κατά ζημιών (άρθρα 5 και 6 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αναφορικά με τις ασφαλίσεις κατά ζημιών, ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες εργασίες: α) σε ειδικές εργασίες κεφαλαιοποιήσεως, όπως ορίζονται από το δίκαιο κάθε κράτους − μέλους, β) στις εργασίες των ιδρυμάτων προνοίας και αλληλοβοηθείας, οι παροχές των οποίων ποικίλλουν ανάλογα με τους διαθέσιμους πόρους και στους οποίους η εισφορά των μελών καθορίζεται βάσει σταθερού ποσοστού, όπως ορίζονται από το δίκαιο κάθε κράτους − μέλους, γ) στις εργασίες που πραγματοποιούνται από οργανισμό ο οποίος δεν έχει νομική προσωπικότητα και του οποίου το αντικείμενο συνίσταται στην αλληλασφάλιση των μελών του, άνευ πληρωμής ασφαλίστρων και άνευ δημιουργίας τεχνικών προβλέψεων, όπως ορίζονται από το δίκαιο κάθε κράτους − μέλους, δ) στις εργασίες ασφαλίσεως εξαγωγικών πιστώσεων για λογαριασμό ή με την εγγύηση του Κράτους ή όταν το Κράτος είναι ο ασφαλιστής, ε) στις εργασίες βοήθειας, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: εα) η βοήθεια παρέχεται σε περίπτωση ατυχήματος ή βλάβης οδικού οχήματος που συμβαίνει στην Ελλάδα, εβ) η παροχή περιορίζεται στις εξής εργασίες: εβα) στην επιτόπου επισκευή, για την οποία ο παρέχων τη βοήθεια χρησιμοποιεί, στις περισσότερες περιπτώσεις, δικό του προσωπικό και υλικό, εββ) στη μεταφορά του οχήματος μέχρι τον πλησιέστερο ή καταλληλότερο τόπο διενέργειας της επισκευής, ενδεχομένως δε και στη μεταφορά, κατά κανόνα με το ίδιο μέσο βοήθειας, του οδηγού ή και των επιβατών, μέχρι τον πλησιέστερο τόπο απ’ όπου θα μπορέσουν να συνεχίσουν το ταξίδι τους με άλλα μέσα, εβγ) στη μεταφορά του οχήματος, ενδεχομένως μαζί με τον οδηγό και τους επιβάτες, μέχρι την κατοικία τους, το σημείο εκκίνησης ή τον αρχικό τους προορισμό, εντός της Ελλάδας, εγ) η βοήθεια δεν παρέχεται από επιχείρηση που υπάγεται στον παρόντα νόμο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται στη δραστηριότητα βοήθειας ακόμη και εάν δεν συντρέχει η υποπερίπτωση εα΄ της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του παρόντος όσον αφορά στα εδάφια εβα΄ και εββ΄ της υποπερίπτωσης εβ΄ της ιδίας περίπτωσης, εφόσον ο δικαιούχος της βοήθειας είναι μέλος οργανισμού και η επισκευή ή η μεταφορά του οχήματος πραγματοποιείται μετά από απλή επίδειξη της ταυτότητας μέλους, χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση από ανάλογο οργανισμό του κράτους − μέλους όπου συνέβη το ατύχημα ή η βλάβη, βάσει συμφωνίας αμοιβαιότητας.

Άρθρο 9Εξαιρούμενες ασφαλίσεις ζωής και αντασφαλίσεις (άρθρα 9 και 11 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αναφορικά με τις ασφαλίσεις ζωής, ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες εργασίες και δραστηριότητες: α) στις εργασίες των ιδρυμάτων προνοίας και αλληλοβοηθείας, οι παροχές των οποίων ποικίλλουν ανάλογα με τους διαθέσιμους πόρους, και στους οποίους η εισφορά των μελών καθορίζεται με σταθερό ποσοστό, όπως ορίζονται από το δίκαιο κάθε κράτους − μέλους, β) στις εργασίες που διενεργούνται από άλλους οργανισμούς, εκτός των επιχειρήσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του παρόντος, σκοπός των οποίων είναι η καταβολή παροχών σε εργαζομένους, μισθωτούς ή μη, που ανήκουν σε μια επιχείρηση ή σε έναν όμιλο επιχειρήσεων ή σε μία επαγγελματική κατηγορία ή σε ομάδα επαγγελματικών κατηγοριών, σε περίπτωση θανάτου, επιβιώσεως ή διακοπής ή μείωσης της απασχόλησης, είτε οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τις εργασίες αυτές καλύπτονται εξ ολοκλήρου και ανά πάσα στιγμή από τις μαθηματικές προβλέψεις είτε όχι, όπως ορίζονται από το δίκαιο κάθε κράτους − μέλους,

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται στις δραστηριότητες αντασφάλισης που ασκούνται ή τις οποίες εγγυάται πλήρως, η ελληνική κυβέρνηση ή κυβέρνηση άλλου κράτους − μέλους όταν αυτή ενεργεί, για λόγους ουσιώδους δημοσίου συμφέροντος, με την ιδιότητα του αντασφαλιστή τελευταίου βαθμού, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων όπου ο ρόλος αυτός απαιτείται από τις συνθήκες της αγοράς, λόγω των οποίων καθίσταται ανέφικτη η ανάληψη του αντασφαλιστικού κινδύνου από ιδιωτικές ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις.

Αθήνα, 3 Φεβρουαρίου 2016
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΥΡΟΥΜΠΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΟΣΚΑΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΠΠΑΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 4 Φεβρουαρίου 2016
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ