251 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4308/2014

Eλληνικά Λογιστικά Πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 - ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗΣ
Άρθρο 24 - Επιμέτρηση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων στην εύλογη αξία
24 Νοεμβρίου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 251
24 Νοεμβρίου 2014

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4308
Eλληνικά Λογιστικά Πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 24Επιμέτρηση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων στην εύλογη αξίαΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Εναλλακτικά των οριζόμενων στα άρθρα 18 έως 23, παρέχεται η δυνατότητα τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποχρεώσεις του παρόντος άρθρου να επιμετρώνται με- ταγενέστερα της αρχικής τους αναγνώρισης στην εύλο- γη αξία τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Όταν ένα περιουσιακό στοιχείο ή υποχρέωση ενός κονδυλίου του ισολογισμού επιμετράται, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, όλα τα επιμέρους περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις παρόμοιας φύσης του σχετικού κονδυ- λίου επιμετρώνται στην εύλογη αξία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η επιμέτρηση, σύμφωνα με το παρόν άρθρο γίνεται μόνο όταν η εύλογη αξία ενός περιουσιακού στοιχείου ή υποχρέωσης μπορεί να επιμετρηθεί αξιόπιστα. Όταν η εύλογη αξία ενός περιουσιακού στοιχείου ή υποχρέω- σης δεν μπορεί να επιμετρηθεί αξιόπιστα, το στοιχείο αυτό επιμετράται με τη μέθοδο του κόστους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Όταν επιλέγεται η επιμέτρηση στην εύλογη αξία για χρηματοοικονομικά μέσα που ταξινομούνται ως «Διαθέ- σιμα για πώληση χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοι- χεία», «Χρηματοοικονομικά στοιχεία του εμπορικού χαρ- τοφυλακίου» και «Χρηματοοικονομικά στοιχεία κατεχό- μενα για αντιστάθμιση», η επιμέτρηση αυτή εφαρμόζεται στο σύνολο των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων και των τριών κατηγοριών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα α) Κέρδη (θετικές διαφορές) από την επιμέτρηση των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων στην εύλογη αξία τους αναγνωρίζονται, κατά στοιχείο ακινήτου, ως διαφορά στην καθαρή θέση στην περίοδο που προκύπτουν. β) Ζημιές (αρνητικές διαφορές) από την επιμέτρηση των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων στην εύλογη αξία τους πρώτα συμψηφίζουν τυχόν υπάρχουσα θετική δια- φορά εύλογης αξίας της καθαρής θέσης κατά περιουσια- κό στοιχείο και το απομένον ποσό αναγνωρίζεται ως ζη- μία απομείωσης στα αποτελέσματα της περιόδου που προκύπτει. γ) Το ποσό των θετικών διαφορών εύλογης αξίας (κέρ- δος) της καθαρής θέσης μπορεί να μεταφέρεται κατευ- θείαν στα αποτελέσματα εις νέον, στο βαθμό που το σχετικό ποσό έχει καταστεί πραγματοποιημένο. Η μετα- φορά γίνεται είτε σταδιακά, καθώς το περιουσιακό στοι- χείο αποσβένεται, είτε εφάπαξ κατά τη διαγραφή ή την καθ’ οιονδήποτε τρόπο διάθεση του στοιχείου από το ο- τελεσμάτων. ποίο προέρχεται η σχετική διαφορά. ποίο προέρχεται η σχετική διαφορά. δ) Η εύλογη αξία ενός στοιχείου, εφόσον έχει επιλε- γεί η εν λόγω μέθοδος για την επιμέτρησή του, επανε- κτιμάται τουλάχιστον ανά τετραετία και σε κάθε περί- πτωση όταν οι συνθήκες της αγοράς υποδηλώνουν ότι η λογιστική αξία του στοιχείου διαφέρει σημαντικά από την εύλογη αξία του. ε) Η εύλογη αξία ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων ε- κτιμάται κανονικά από επαγγελματία εκτιμητή που δια- θέτει τα κατάλληλα προσόντα, λαμβάνοντας υπόψη δε- δομένα της αγοράς και, σύμφωνα με τις αρχές των προ- τύπων του κλάδου της εκτιμητικής. στ) Τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα που παρακολου- θούνται σε εύλογες αξίες υπόκεινται σε απόσβεση όταν έχουν περιορισμένη ωφέλιμη ζωή. Η απόσβεση αυτή υ- πολογίζεται με βάση την αναπροσαρμοσμένη αξία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Επενδυτικά ακίνητα α) Οι διαφορές από την επιμέτρηση των επενδυτικών ακινήτων στην εύλογη αξία τους αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημίες στα αποτελέσματα της περιόδου που προκύπτουν. β) Η εύλογη αξία των επενδυτικών ακινήτων προσδιο- ρίζεται τουλάχιστον ανά διετία και σε κάθε περίπτωση ό- ταν οι συνθήκες της αγοράς υποδηλώνουν ότι η λογιστι- κή αξία του στοιχείου διαφέρει σημαντικά από την εύλο- γη αξία του. γ) Η εύλογη αξία των επενδυτικών ακινήτων εκτιμάται κανονικά από επαγγελματία εκτιμητή που διαθέτει τα κα- τάλληλα προσόντα, λαμβάνοντας υπόψη δεδομένα της αγοράς και σύμφωνα με τις αρχές των προτύπων του κλάδου της εκτιμητικής. δ) Όταν τα επενδυτικά ακίνητα επιμετρώνται στην εύ- λογη αξία δεν υπόκεινται σε απόσβεση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Βιολογικά περιουσιακά στοιχεία α) Όταν εφαρμόζεται επιμέτρηση στην εύλογη αξία, τα βιολογικά περιουσιακά στοιχεία επιμετρώνται στην εύλογη αξία τους μείον το κόστος που απαιτείται για τη διάθεσή τους. β) Τα βιολογικά περιουσιακά στοιχεία που επιμετρώ- νται στην εύλογη αξία τους δεν υπόκεινται σε απόσβε- ση. γ) Διαφορές από την επιμέτρηση των βιολογικών περι- ουσιακών στοιχείων στην εύλογη αξία τους αναγνωρίζο- νται ως κέρδη ή ζημιές στα αποτελέσματα της περιόδου που προκύπτουν.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Αποθέματα εμπορευμάτων α) Εμπορεύματα οι τιμές των οποίων διαπραγματεύο- νται σε οργανωμένες αγορές και τα οποία προορίζονται για πώληση στα πλαίσια κερδοσκοπικών συναλλαγών, μπορούν να επιμετρώνται στην εύλογη αξία τους, μείον το κόστος που απαιτείται για τη διάθεσή τους. β) Οι διαφορές από την επιμέτρηση των εν λόγω στοι- χείων στην εύλογη αξία τους αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημίες στα αποτελέσματα της περιόδου που προκύ- πτουν.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Διαθέσιμα για πώληση χρηματοοικονομικά περιου- σιακά στοιχεία α) Οι διαφορές από την επιμέτρηση των διαθεσίμων για πώληση χρηματοοικονομικών στοιχείων στην εύλο- γη αξία τους (κέρδη ή ζημίες) αναγνωρίζονται ως στοι- χείο (διαφορά) της καθαρής θέσης, στην περίοδο που προκύπτουν. β) Το κονδύλι της καθαρής θέσης της περίπτωσης α΄ μεταφέρεται στα αποτελέσματα όταν τα εν λόγω στοι- χεία διαγραφούν ή όταν υπάρχουν αντικειμενικά τεκμή- ρια ότι τα περιουσιακά στοιχεία έχουν απομειωθεί, σύμ- φωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 19. γ) Οι ζημιές απομείωσης της περίπτωσης β΄ αναστρέ- φονται στα αποτελέσματα όταν οι λόγοι που τις προκά- λεσαν παύουν να ισχύουν. Κατ’ εξαίρεση, οι ζημίες απο- μείωσης από τίτλους καθαρής θέσης (συμμετοχικούς τίτ- λους) αναστρέφονται κατευθείαν στην καθαρή θέση και όχι μέσω αποτελεσμάτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία του ε- μπορικού χαρτοφυλακίου και χρηματοοικονομικές υπο- χρεώσεις που αποτελούν μέρος του εμπορικού χαρτο- φυλακίου α) Οι διαφορές από την επιμέτρηση των εν λόγω στοι- χείων στην εύλογη αξία τους αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημιές στην περίοδο που προκύπτουν. β) Παράγωγα χρηματοοικονομικά στοιχεία που δεν κα- τέχονται για σκοπούς αντιστάθμισης θεωρούνται μέρος του εμπορικού χαρτοφυλακίου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Παράγωγα για αντιστάθμιση α) Παράγωγα αντιστάθμισης εύλογης αξίας: α1) Όταν επιλέγεται η επιμέτρηση στην εύλογη αξία, τόσο το αντισταθμισμένο στοιχείο (για τον κίνδυνο που αντισταθμίζεται) όσο και το αντίστοιχο μέσο αντιστάθμι- σης επιμετρώνται στην εύλογη αξία. α2) Διαφορές από την επιμέτρηση του αντισταθμισμέ- νου στοιχείου και του αντίστοιχου μέσου αντιστάθμισης αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημίες της κατάστασης απο- τελεσμάτων στην περίοδο που προκύπτουν. β) Παράγωγα αντιστάθμισης ταμειακών ροών. Κέρδη και ζημιές από την επιμέτρηση του μέσου αντιστάθμισης αναγνωρίζονται ως στοιχείο (διαφορά) της καθαρής θέ- σης στην περίοδο που προκύπτουν. Αυτό το στοιχείο (διαφορά) της καθαρής θέσης μεταφέρεται στα αποτελέ- σματα στην ίδια περίοδο στην οποία οι αντισταθμισμένες ταμειακές ροές αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα. γ) Οι διαφορές από την επιμέτρηση των αντισταθμι- σμένων στοιχείων και των αντίστοιχων μέσων αντιστάθ- μισης υπό α΄ ή β΄ ανωτέρω, όταν αναγνωρίζονται ως κέρδη ή ζημιές στα αποτελέσματα συγχωνεύονται σε έ- να κονδύλι. δ) Η λογιστική της αντιστάθμισης της παραγράφου αυ- τής εφαρμόζεται εφόσον τεκμηριώνεται η ύπαρξη σχέ- σης αντιστάθμισης και η αντιστάθμιση αυτή είναι αποτε- λεσματική.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 12

Η εύλογη αξία των χρηματοοικονομικών περιου- σιακών στοιχείων και υποχρεώσεων ορίζεται ως εξής: α) Η αγοραία αξία, στην περίπτωση χρηματοοικονομι- κών στοιχείων για τα οποία υπάρχει αγορά που δημιουρ- γεί αξιόπιστες τιμές. β) Εάν η αγοραία αξία δεν είναι άμεσα διαθέσιμη για έ- να στοιχείο, αλλά μπορεί να εντοπιστεί για συστατικά του στοιχείου ή για ένα παρόμοιο στοιχείο, η εύλογη α- ξία μπορεί να προσδιοριστεί από τα συστατικά στοιχεία ή το παρόμοιο στοιχείο. γ) Στην περίπτωση χρηματοοικονομικών στοιχείων για τα οποία δεν μπορεί να εντοπιστεί μια αξιόπιστη αγορά, η αξία που προκύπτει από γενικά αποδεκτά μοντέλα και τεχνικές μέτρησης, υπό τον όρο ότι αυτά τα μοντέλα και οι τεχνικές διασφαλίζουν μια εύλογη εκτίμηση της αγο- ραίας αξίας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 13

Σύμβαση επί εμπορευμάτων που δίνει σε κάθε συμ- βαλλόμενο μέρος το δικαίωμα διακανονισμού αυτής σε μετρητά ή σε κάποιο άλλο χρηματοοικονομικό στοιχείο, θεωρείται ως παράγωγο χρηματοοικονομικό στοιχείο, ε- κτός εάν: α) Η σύναψη της σύμβασης έγινε για να καλυφθούν οι αναμενόμενες, κατά το χρόνο της αγοράς και μεταγενέ- στερα, απαιτήσεις της οντότητας σε ό,τι αφορά την αγο- ρά, χρήση ή πώληση του εμπορεύματος και η κάλυψη αυ- τών των απαιτήσεων εξακολουθεί να ισχύει. β) Η σύμβαση ορίσθηκε ως σύμβαση επί εμπορευμά- των κατά τη σύναψή της και γ) αναμένεται να διακανονιστεί με παράδοση των ε- μπορευμάτων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 14

Μεταφορά χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων μεταξύ επιμέρους κατηγοριών: α) Η μεταφορά χρηματοοικονομικών στοιχείων από και προς την κατηγορία «εμπορικό χαρτοφυλάκιο» δεν επιτρέπεται. β) Η μεταφορά χρηματοοικονομικών στοιχείων από την κατηγορία «Μη παράγωγα χρηματοοικονομικά στοι- χεία διακρατούμενα μέχρι τη λήξη» προς την κατηγορία «Διαθέσιμα για πώληση χρηματοοικονομικά στοιχεία» ε- πιτρέπεται μόνον όταν η οντότητα πάψει να έχει την πρόθεση να διακρατήσει τα στοιχεία αυτά μέχρι τη λήξη τους. Στην περίπτωση αυτή, η διαφορά μεταξύ λογιστι- κής αξίας του μεταφερόμενου στοιχείου και εύλογης α- ξίας του κατά την ημερομηνία της μεταφοράς αναγνωρί- ζεται στην καθαρή θέση και υπόκειται στο χειρισμό της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου. γ) Η μεταφορά χρηματοοικονομικών στοιχείων από την κατηγορία «Διαθέσιμα για πώληση χρηματοοικονομι- κά στοιχεία» προς την κατηγορία «Μη παράγωγα χρημα- τοοικονομικά στοιχεία διακρατούμενα μέχρι τη λήξη», ε- πιτρέπεται μόνον όταν η οντότητα αποφασίσει ότι έχει εφεξής την πρόθεση να διακρατήσει τα στοιχεία αυτά μέχρι τη λήξη τους. Στην περίπτωση αυτή τυχόν διαφο- ρές εύλογης αξίας της καθαρής θέσης από τα εν λόγω στοιχεία αποσβένεται τμηματικά μέχρι τη λήξη τους.

Αθήνα, 24 Νοεμβρίου 2014
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΓΚΙΚΑΣ ΧΑΡΔΟΥΒΕΛΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΚΡΕΚΑΣ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΟΛΓΑ ΚΕΦΑΛΟΓΙΑΝΝΗ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 24 Νοεμβρίου 2014
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ