Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 12 (που πριν την ανωτέρω αναρίθμηση έφερε τον αριθμό 11) του ν. 3832/2010, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ο Κανονισμός μπορεί να προβλέπει ότι η εξειδίκευση διατάξεών του μπορεί να γίνεται με αποφάσεις του Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ή με συμφωνίες συνεργασίας με τους φορείς του ΕΛ.Σ.Σ., καθώς και η δημοσίευση των αποφάσεων αυτών στο διαδικτυακό τόπο της ΕΛ.ΣΤΑΤ., χωρίς να απαιτείται δημοσίευσή του. 9. Το άρθρο 13 (που πριν την ανωτέρω αναρίθμηση έφερε τον αριθμό 12) του ν. 3832/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 13 Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. 1. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. επιλέγεται από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, με εισήγηση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από δημόσια προκήρυξη, με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων (4/5) των μελών της. 2. Αποκλειστικό κριτήριο επιλογής στη θέση του Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ., είναι η υψηλή επιστημονική κατάρτιση, με ακαδημαϊκή ή επαγγελματική εξειδίκευση στο αντικείμενο της στατιστικής ή συναφών κλάδων ή σε αντικείμενο συναφές προς το αντικείμενο των στατιστικών ερευνών και μελετών. Επιπρόσθετα, ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. πρέπει να διαθέτει διδακτορικό τίτλο σπουδών. 3. Μετά την επιλογή του από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. διορίζεται για πενταετή θητεία, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η θητεία του μπορεί να ανανεώνεται για μία μόνο φορά, με όμοια απόφαση και την ίδια διαδικασία. Δεν επιτρέπεται να ορισθεί εκ νέου Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ., πρόσωπο που έχει εκπέσει από την ιδιότητα αυτή. 4. Οι παράγραφοι 4, 6 και 8 του άρθρου 3 του ν. 3051/ 2002 (A΄ 220) εφαρμόζονται και για τον Πρόεδρο της ΕΛ.ΣΤΑΤ.» 10. Το άρθρο 13 του ν. 3832/2010 καταργείται, χωρίς αναρίθμηση των επόμενων άρθρων. 11. Το άρθρο 14 του ν. 3832/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 14 Αρμοδιότητες Προέδρου 1. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. είναι το ανώτατο όργανο της ΕΛ.ΣΤΑΤ., ασκεί όλες τις αρμοδιότητές της και έχει την ευθύνη της εύρυθμης λειτουργίας της για την εκπλήρωση των σκοπών της σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας, του Κώδικα Ορθής Πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές και των βέλτιστων διεθνών στατιστικών πρακτικών. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. έχει ιδίως τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α) εγκρίνει το ΕΛ.Σ.Π., β) καταρτίζει τον Κανονισμό Στατιστικών Υποχρεώσεων των φορέων του ΕΛ.Σ.Σ. και τον Κανονισμό Λειτουργίας και Διαχείρισης της ΕΛ.ΣΤΑΤ., γ) καταρτίζει το ετήσιο στατιστικό πρόγραμμα εργασίας της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και την έκθεση αξιολόγησης του στατιστικού προγράμματος, του προηγούμενου έτους, δ) αποφασίζει την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 12 του παρόντος νόμου, ε) λαμβάνει τις αποφάσεις σχετικά με τις στατιστικές μεθόδους, τα πρότυπα και τις διαδικασίες, καθώς και με το περιεχόμενο και τη χρονική στιγμή της δημοσίευσης στατιστικών στοιχείων, σχετικά με τη διαβίβαση των επίσημων στατιστικών του ΕΛ.Σ.Σ. στην Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat) και γενικότερα σχετικά με τη διαβίβαση, υποβολή ή γνωστοποίηση στατιστικών στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής και διεθνούς στατιστικής συνεργασίας. στ) Είναι αρμόδιος για το συντονισμό όλων των δραστηριοτήτων των λοιπών φορέων του ΕΛ.Σ.Σ. που αφορούν την ανάπτυξη, την παραγωγή και τη διάδοση των επίσημων στατιστικών της χώρας, καθώς και για την εφαρμογή του εθνικού πλαισίου διασφάλισης ποιότητας των στατιστικών. ζ) Μπορεί να αποφασίζει τη διενέργεια κάθε είδους στατιστικών ερευνών, απογραφών και μελετών, επιπλέον αυτών που προβλέπονται στο ΕΛ.Σ.Π. και στο ετήσιο στατιστικό πρόγραμμα εργασίας της ΕΛ.ΣΤΑΤ. η) Εκπροσωπεί την ΕΛ.ΣΤΑΤ. δικαστικώς και εξωδίκως, ενώπιον των Δικαστηρίων, κάθε Αρχής και τρίτων. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. μπορεί να αναθέσει την εκπροσώπησή της στον Νομικό Σύμβουλο της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ή σε υπάλληλο της ΕΛ.ΣΤΑΤ. θ) Προΐσταται των υπηρεσιών της ΕΛ.ΣΤΑΤ., συντονίζει και κατευθύνει τη λειτουργία τους, παρέχει τις υπηρεσιακές εντολές για την εκτέλεση κάθε ενέργειας που αφορά την εκπλήρωση της αποστολής της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και συγκροτεί ομάδες εργασίας από το ειδικό επιστημονικό ή το λοιπό προσωπικό της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ορίζοντας και το αντικείμενό τους. ι) Προΐσταται ιεραρχικά και πειθαρχικά του προσωπικού της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και μεριμνά για τη συγκρότηση και τη λειτουργία του Υπηρεσιακού και του Πειθαρχικού Συμβουλίου, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. ια) Καταρτίζει τους ετήσιους προϋπολογισμούς, απολογισμούς και ισολογισμούς της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ιβ) Είναι αρμόδιος για κάθε θέμα που αφορά τη διοικητική λειτουργία και την οικονομική διαχείριση της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και αναλαμβάνει ως διατάκτης των δαπανών της ΕΛ.ΣΤΑΤ. τις υποχρεώσεις σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού της. ιγ) Δύναται να μεταβιβάζει αρμοδιότητές του σε άλλα όργανα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και να εξουσιοδοτεί με απόφασή του όργανα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. να υπογράφουν «με εντολή Προέδρου» έγγραφα ή άλλες πράξεις της με αποφάσεις που δημοσιεύονται με ανάρτηση στο διαδικτυακό τόπο της ΕΛ.ΣΤΑΤ. χωρίς να απαιτείται άλλη δημοσίευσή τους. ιδ) Ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. που προβλέπει ο νόμος και ο Κανονισμός Λειτουργίας και Διαχείρισης της ΕΛ.ΣΤΑΤ. 2. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματός του, ο Πρόεδρος αναπληρώνεται στην άσκηση όλων των καθηκόντων του από τον Γενικό Διευθυντή Στατιστικών Ερευνών, και σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος και αυτού, από τον Γενικό Διευθυντή Διοίκησης και Οργάνωσης.» 12. Το άρθρο 15 του ν. 3832/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 15 Εγγυήσεις ανεξαρτησίας − Κωλύματα 1. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. απολαύει προσωπικής ανεξαρτησίας δεσμευόμενος κατά την άσκηση των καθηκόντων του από τις εκάστοτε κείμενες διατάξεις. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. τελεί υποχρεωτικά σε καθεστώς πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. 2. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. δύναται να παυθεί, με απόφαση του οργάνου που τον διόρισε, για αδυναμία άσκησης των καθηκόντων του λόγω κωλύματος, νόσου ή αναπηρίας ή για σπουδαίο λόγο που αφορά την εκτέλεση των καθηκόντων του, όπως ιδίως η αποκάλυψη εμπιστευτικών θεμάτων, για τα οποία έλαβε γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ή η κατάχρηση της θέσης του για ίδιο, προσωπικό ή εμπορικό όφελος. Οι λόγοι παύσης δεν επιτρέπεται να θέτουν σε κίνδυνο την επαγγελματική και επιστημονική του ανεξαρτησία. 3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι πάσης φύσεως αποδοχές του Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ.» 13. Η παράγραφος 2 του άρθρου 16 του ν. 3832/2010, αντικαθίσταται ως εξής: «2. Ο προϋπολογισμός της ΕΛ.ΣΤΑΤ. περιλαμβάνει όλα τα κονδύλια που είναι αναγκαία για τη διάθεση στους χρήστες στατιστικών υψηλής ποιότητας σύμφωνα με όλες τις εθνικές και ευρωπαϊκές υποχρεώσεις. Τον προϋπολογισμό της ΕΛ.ΣΤΑΤ. εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ., ο οποίος είναι και διατάκτης των δαπανών της. Με απόφαση του Προέδρου είναι δυνατή η κατά την διάρκεια του οικονομικού έτους εγγραφή ή αύξηση πιστώσεων στον προϋπολογισμό της ΕΛ.ΣΤΑΤ. με ισόποση μείωση άλλων πιστώσεων του προϋπολογισμού. Η εκτέλεση του προϋπολογισμού παρακολουθείται από την Επιτροπή του Απολογισμού και του Γενικού Ισολογισμού του Κράτους και ελέγχου της εκτέλεσης του Προϋπολογισμού του Κράτους, όπως ορίζεται από τον Κανονισμό της Βουλής. Η ΕΛ.ΣΤΑΤ. έχει υποχρέωση να τηρεί λογαριασμούς στους οποίους συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα χρήσης και ο ισολογισμός, όπως ειδικότερα ορίζεται στον Κανονισμό Λειτουργίας και Διαχείρισης. Ο έλεγχος των οικονομικών στοιχείων και των ετήσιων λογαριασμών και οικονομικών καταστάσεων γίνεται από δύο (2) ορκωτούς λογιστές. Τα στοιχεία αυτά και οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και στο διαδικτυακό τόπο της ΕΛ.ΣΤΑΤ. Οι λογαριασμοί και ο απολογισμός της ΕΛ.ΣΤΑΤ. υπόκεινται στον προληπτικό και στον κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. 14. Η παράγραφος 3 του άρθρου 16 του ν. 3832/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Κάθε ζήτημα σχετικά με την οικονομική διαχείριση της ΕΛ.ΣΤΑΤ., ιδίως όσον αφορά το λογιστικό σχέδιο που εφαρμόζει, το είδος, τη δομή και το περιεχόμενο των λογαριασμών και των βιβλίων που τηρεί, την έγκριση και εκκαθάριση των δαπανών της, την έκδοση χρηματικών ενταλμάτων ως και χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής, τον τρόπο πληρωμής των δαπανών, την ταμειακή διαχείριση, την εξόφληση των χρηματικών ενταλμάτων, τη διαχείριση διαθεσίμων, τον έλεγχο της οικονομικής διαχείρισης, τις κάθε είδους συμβάσεις (ιδίως προμήθειας αγαθών, ανάθεσης εκτέλεσης έργων, παροχής υπηρεσιών, μίσθωσης, εκμίσθωσης, αγοράς ή εκποίησης ακινήτων), καθώς και σχετικά με τη χρηματοδότηση και την κατανομή των δαπανών κάθε απογραφής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται στον Κανονισμό Λειτουργίας και Διαχείρισης της ΕΛ.ΣΤΑΤ. Μέχρι την έκδοση του Κανονισμού Λειτουργίας και Διαχείρισης της ΕΛ.ΣΤΑΤ. εφαρμόζονται οι διατάξεις του δημοσίου λογιστικού.» 15. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 20 του ν. 3832/ 2010, η φράση «μετά από γνώμη της ΕΛ.ΣΤΑΤ.», αντικαθίσταται από τη φράση «μετά από πρόταση της ΕΛ.ΣΤΑΤ.» 16. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του ν. 3832/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Με απόφαση του Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ. δύναται επίσης να ανατεθεί στο Τμήμα Ερευνών και Μελετών ή σε στελέχη που υπηρετούν σε αυτό και ορίζονται προς τούτο από τον Πρόεδρο, η εκπόνηση κοινωνικοοικονομικών μελετών, αυτοτελώς ή σε συνεργασία με άλλες υπηρεσιακές μονάδες της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ή με άλλους φορείς, καθώς και η εκτέλεση κάθε άλλης εργασίας στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της ΕΛ.ΣΤΑΤ.» 17. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 20 του ν. 3832/2010 οι λέξεις «σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 1649/1986 (Α΄ 149)» διαγράφονται και στο τέλος της παραγράφου προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ο Νομικός Σύμβουλος προσλαμβάνεται ύστερα από προκήρυξη, στην οποία ορίζονται τα κριτήρια, τα προσόντα και οι όροι αμοιβής και συνεργασίας.» 18. Στο άρθρο 23 του ν. 3832/2010 αναριθμείται η υφιστάμενη παράγραφος 6 σε 7 και προστίθεται νέα παράγραφος 6 ως εξής: «6. Η παράγραφος 4 του άρθρου 14 του ν. 3470/2006 και η παράγραφος 12 του άρθρου 21 του ν. 3144/2003 συμπληρώνεται ως εξής: «Η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) επιτρέπεται να αναθέτει με σύμβαση μίσθωσης έργου, για συγκεκριμένο έργο, σε εταιρικές και ατομικές επιχειρήσεις ή, για ορισμένη χρονική διάρκεια και όχι πέραν του οκταμήνου, σε φυσικά πρόσωπα την παροχή υπηρεσιών, όπως μεταφορά υλικού, χειρισμό μηχανημάτων και συναφείς εργασίες και άλλες υπηρεσίες που δεν αναφέρονται ρητά στο παρόν, προς εξυπηρέτηση αναγκών που απορρέουν από τις δραστηριότητές της.»» Άρθρο 324 Έγκριση του Σχεδίου Συμφωνίας Συμβιβασμού μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και των εταιρειών Siemens AG και Siemens A.E. 1. Εγκρίνεται το Σχέδιο Συμφωνίας Συμβιβασμού μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και των εταιρειών Siemens AG, που εδρεύει στην πόλη του Μονάχου στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και Siemens A.E., που εδρεύει στον Δήμο Αμαρουσίου του Νομού Αττικής, όπως το Σχέδιο αυτό με τα συνημμένα παραρτήματά του στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφρασή τους στην ελληνική γλώσσα προσαρτάται στον παρόντα νόμο ως Παράρτημα XI. 2. Παρέχεται στον Υπουργό Οικονομικών η εξουσιοδότηση να εκπροσωπήσει την Ελληνική Δημοκρατία και να υπογράψει την, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, Συμφωνία Συμβιβασμού. Άρθρο 325 Ρυθμίσεις για το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων 1. Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων δύναται να αναθέτει, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί προμηθειών του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., την εκτέλεση του έργου της φύλαξης των κτιρίων στέγασης των υπηρεσιών του, καθώς και της διενέργειας χρηματαποστολών σε ειδικές εταιρείες φύλαξης και χρηματαποστολών. 2.α. Ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα μπορούν να συνιστούν στο δεσμευμένο τομέα του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων λογαριασμούς ειδικού σκοπού, για την από το Ταμείο, έναντι αμοιβής και σύμφωνα με ορισμένους όρους, εκτέλεση ιδίως νομίμων ρυθμίσεων ή ειδικών μεταξύ τους συμφωνιών ή άρση αμφισβητήσεων επί κινητών ή ακινήτων ή ομαλή ολοκλήρωση συγκεκριμένης μεταξύ τους συναλλαγής. β. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι σκοποί των λογαριασμών, οι αναγκαίοι όροι συνομολόγησης των σχετικών προς τους λογαριασμούς συμβάσεων των μερών με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και οι λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής της προηγούμενης υποπαραγράφου. Άρθρο 326 Ρύθμιση θεμάτων Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και άλλες διατάξεις 1. Το άρθρο 3 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213) και το άρθρο 110Α του π.δ. 1225/1981 (Α΄ 304), όπως προστέθηκε με το άρθρο 70 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51) καταργούνται. Η διάταξη του προηγουμένου εδαφίου καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος αιτήσεις αναιρέσεως. 2. Οι παράγραφοι 2, 4 και 6 του άρθρου 61 του ν.δ. 86/1969 (Α΄ 7) αντικαθίστανται ως εξής: «2. Η ανακοπή κατά του πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής ασκείται κατά του Δημοσίου ή κατά των νομικών προσώπων της παρ. 1, στα οποία ανήκει η έκταση επί της οποίας επιχειρείται η παράνομη ενέργεια και απευθύνεται στο μονομελές πρωτοδικείο της τοποθεσίας του ακινήτου.» «4. Κατά της αποφάσεως του μονομελούς πρωτοδικείου δεν χωρεί ένδικο μέσο. Σε περίπτωση κατά την οποία, η απόφαση που εκδίδεται ακυρώνει το πρωτόκολλο, για λόγους που αφορούν την κυριότητα ή τη νομή του κτήματος, ο ανακόπτων οφείλει να ασκήσει τακτική αγωγή εντός ενενήντα ημερών από την επίδοση της αποφάσεως, άλλως το πρωτόκολλο παραμένει σε ισχύ και εκτελείται. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 8 του α.ν. 1539/1938, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 περ. 18 Εισ. Ν.Κ.Πολ.Δ.» «6. Η ανακοπή δεν αναστέλλει την εκτέλεση του πρωτοκόλλου αποβολής, δύναται όμως το μονομελές πρωτοδικείο να αναστείλει την εκτέλεση, κατόπιν αιτήσεως του ανακόπτοντος μέχρις εκδόσεως αποφάσεως επί της ανακοπής.» 3. Tα δέκατο και ενδέκατο εδάφια του άρθρου 115 του από 11/12.11.1929 διατάγματος «περί διοικήσεως δημοσίων κτημάτων» (Α΄ 399), τα οποία είχαν προστεθεί με την παρ. 1 του άρθρου 20 του α.ν. 1540/1938 (Α΄ 488) και αντικατασταθεί με την παρ. 1 του άρθρου 6 του α.ν. 1331/1949 (Α΄ 330), αντικαθίστανται ως εξής: «Αρμόδιο δικαστήριο προς εκδίκαση της ανακοπής είναι το μονομελές πρωτοδικείο της τοποθεσίας του κτήματος. Κατά των αποφάσεων που εκδίδονται δεν χωρεί ένδικο μέσο. Αν η απόφαση που εκδίδεται ακυρώνει το πρωτόκολλο για λόγους που αφορούν την κυριότητα ή τη νομή του κτήματος, ο ανακόπτων οφείλει να ασκήσει τακτική αγωγή εντός ενενήντα ημερών από την επίδοση της αποφάσεως, άλλως το πρωτόκολλο παραμένει σε ισχύ και εκτελείται. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 8 του α.ν. 1539/1938, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 περ. 18 Εισ.Ν.Κ.Πολ.Δ. Όπου στις διατάξεις του παρόντος άρθρου αναφέρεται «Πρόεδρος Πρωτοδικών» ή «Πρόεδρος» ή «Ειρηνοδίκης» νοείται το «Μονομελές Πρωτοδικείο». 4. Στο άρθρο 20 του ν. 3086/2002 (Α΄ 324) προστίθεται παράγραφος 5, ως εξής: «5. Κατά την εκδίκαση σε πρώτο βαθμό των προσφυγών: α) της παρ. 2 του άρθρου 24 του ν. 2224/1994 (Α΄ 112), β) της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν. 2639/1998 (Α΄ 205) και γ) της παρ. 6 του άρθρου 24 του ν. 3996/2011(Α΄ 170) το Ελληνικό Δημόσιο εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο της υπηρεσίας που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη επιβολής προστίμου ή υπάλληλο νομίμως εξουσιοδοτημένο από αυτόν. Για την εκπροσώπηση ενημερώνεται η Κεντρική Υπηρεσία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Η αρμόδια Υπηρεσία μπορεί να ζητήσει αιτιολογημένα σε συγκεκριμένη υπόθεση τον ορισμό ως εκπροσώπου μέλους του Ν.Σ.Κ. Κατά των αποφάσεων που εκδίδονται ασκείται έφεση από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ύστερα από αιτιολογημένο έγγραφο της Διοίκησης, στο οποίο επισυνάπτεται ο φάκελος της υποθέσεως.» 5. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 3068/2002 (Α΄274) προστίθενται εδάφια ως εξής: «Η εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων ή άλλων εκτελεστών τίτλων, που υπόκεινται σε ένδικα μέσα ή βοηθήματα και από τους οποίους απορρέει χρηματική υποχρέωση του Δημοσίου, διενεργείται ύστερα από προσκόμιση εκ μέρους του δικαιούχου ισόποσης εγγυητικής επιστολής Τραπέζης. Το δικαστήριο, που εξέδωσε την εκτελεστή απόφαση ή το δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί η εκδίκαση του ενδίκου βοηθήματος, μπορεί, κατόπιν σχετικού αιτήματος, αναλόγως της φερεγγυότητας του δικαιούχου ή των λοιπών εγγυήσεων που προσφέρει ή κρίνονται αναγκαίες να μειώσει το ύψος της εγγυητικής επιστολής μέχρι του ενός δευτέρου. Αν η άσκηση του ενδίκου βοηθήματος δεν υπόκειται σε χρονικό περιορισμό ο εκτελεστός τίτλος μπορεί να εκτελεσθεί χωρίς εγγύηση, μετά την άπρακτη πάροδο 90 ημερών από την επίδοσή του. Η εγγυητική επιστολή εκδίδεται υπέρ της υπηρεσίας, που είναι αρμόδια για την καταβολή, και επιστρέφεται μετά από την προσκόμιση πιστοποιητικού αμετάκλητης, υπέρ του αντιδίκου του υπόχρεου, επίλυσης της διαφοράς ή της μη ασκήσεως ενδίκου μέσου ή βοηθήματος μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται από το νόμο.» 6. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 57 του ν. 3086/ 2002 (Α΄ 324) προστίθενται εδάφια ως εξής: «Απαγορεύεται η απόσπαση διοικητικών υπαλλήλων του Ν.Σ.Κ., κατ’ εφαρμογή γενικής ή ειδικής διάταξης, σε άλλη Υπηρεσία, αρχή, σώμα, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ.» 7. Στο άρθρο 6 του ν. 3086/2002 (Α΄ 324) προστίθεται παράγραφος 7 που έχει ως εξής: «7. Διατάξεις νόμων με έναρξη ισχύος μεταγενέστερη της ισχύος του παρόντος νόμου, που προβλέπουν εφεξής την ανάθεση αρμοδιοτήτων στο Ν.Σ.Κ., ισχύουν εφόσον: 1) έχει εκδοθεί σχετικώς γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ. και 2) με απόφαση της ίδιας Ολομέλειας διαπιστώνεται η συνδρομή των προϋποθέσεων που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή τους.» 8. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 228 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄ 97), μετά τις λέξεις «η πράξη αναστέλλεται» προστίθενται λέξεις ως εξής: «, ως προς τους δανειστές των οποίων προσβάλλεται η κατάταξη, ».