160 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4281/2014

Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οργανωτικά θέματα Υπουργείου Οικονομικών και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟ - ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
08 Αυγούστου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 160
8 Αυγούστου 2014

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4281
Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οργανωτικά θέματα Υπουργείου Οικονομικών και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Άρθρο 179Πεδίο εφαρμογήςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται στις διαφορές που αναφύονται: α) Κατά τη διαδικασία που προηγείται της σύναψης των δημοσίων συμβάσεων του παρόντος νόμου από ανα- θέτουσες αρχές του άρθρου 18 και αναθέτοντες φορείς του άρθρου 19, και β) κατά την εκτέλεση των δημοσίων συμβάσεων του παρόντος νόμου, πλην των εξαιρουμένων σύμφωνα με τα άρθρα 26 έως 30, 103 και 104 του παρόντος. Οι συμβάσεις της παρούσας παραγράφου περιλαμβά- νουν τις συμβάσεις προμηθειών, έργων και υπηρεσιών, τις συμφωνίες-πλαίσιο, τα δυναμικά συστήματα αγορών, τις συμβάσεις παραχώρησης δημοσίων έργων, καθώς και τις συμβάσεις υπηρεσιών της παραγράφου 3 του άρθρου 31 και της παραγράφου 3 του άρθρου 32.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται και για τις συμβάσεις που συνάπτουν οι κεντρικές αρχές προμηθειών του άρ- θρου 20. Όπου στο παρόν Μέρος γίνεται αναφορά σε α- ναθέτουσες αρχές/αναθέτοντες φορείς, η αναφορά αυ- τή καταλαμβάνει και τις κεντρικές αρχές προμηθειών. ΤΙΤΛΟΣ I ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Άρθρο 180Είδη έννομης προστασίας

Κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας, ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη δη- μόσια σύμβαση του άρθρου 179 και έχει υποστεί ή ενδέ- χεται να υποστεί ζημία από παράβαση της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της εσωτερικής νομοθεσίας, δικαιούται να ζητήσει, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στα επόμενα άρθρα: α) προσωρινά μέτρα για την επανόρθωση της εικαζό- μενης παράβασης ή για την αποτροπή περαιτέρω ζημίας, β) ακύρωση της παράνομης πράξης της αναθέτουσας αρχής/του αναθέτοντος φορέα ή της υπογραφείσας σύμβασης και γ) επιδίκαση αποζημίωσης.

ΤΜΗΜΑ ΠΡΩΤΟΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΕΝΙΑΙΑΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ/ΑΛΛΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ
Άρθρο 181Αρμόδια όργαναΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της πα- ραγράφου 2 του παρόντος, είναι αρμόδια σε πρώτο και τελευταίο βαθμό να αποφανθούν επί των προσφυγών του άρθρου 182 για την ακύρωση πράξεων ή παραλείψε- ων της αναθέτουσας αρχής/του αναθέτοντος φορέα ή της κεντρικής αρχής προμηθειών. Η Αρχή ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του παρόντος είναι αρμόδια να αποφανθούν επί των σχετικών προσφυγών, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) Οι προσφυγές αφορούν δημόσιες συμβάσεις με ε- κτιμώμενη αξία ανώτερη από το ποσό των εξήντα χιλιά- δων (60.000) ευρώ, στο οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται ο ΦΠΑ. β) Οι προσφυγές δεν αφορούν δημόσιες συμβάσεις, τις οποίες συνάπτει η Αρχή ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του παρό- ντος, ως αναθέτουσες αρχές.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από γνώμη της Αρχής με πρόταση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δι- κτύων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, το ποσό της παραγράφου 1 μπορεί να αναπροσαρμόζεται και μπορεί να ανατίθεται στην Αρχή ή σε άλλα όργανα η εξέταση προσφυγών για την ακύρωση πράξεων ή παρα- λείψεων των αναθετουσών αρχών/αναθέτοντων φορέ- ων, ή κεντρικών αρχών προμηθειών, οι οποίες αφορούν τις κατηγορίες συμβάσεων της παραγράφου 1 ή κατηγο- ρίες επιπλέον αυτών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Το Διοικητικό Εφετείο της έδρας της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα ή της κεντρικής αρχής προμηθειών, σε τριμελή σύνθεση, είναι αρμόδιο σε πρώ- το και τελευταίο βαθμό για την εκδίκαση αιτήσεων α- σφαλιστικών μέτρων και αιτήσεων ακύρωσης κατά απο- φάσεων της Αρχής της παραγράφου 20 του άρθρου 15, ή άλλου οργάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγ- μα της παραγράφου 2 του παρόντος, που εκδίδονται δυ- νάμει της παραγράφου 1 του άρθρου. Κατ’ εξαίρεση, το Συμβούλιο της Επικρατείας είναι αρμόδιο, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, για την εκδίκαση αιτήσεων ασφαλιστι- κών μέτρων και αιτήσεων ακύρωσης κατά αποφάσεων της Αρχής της παραγράφου 20 του άρθρου 2 ή άλλου οργάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της πα- ραγράφου 2 του παρόντος, που αφορούν: α) δημόσιες συμβάσεις που συνάπτουν αναθέτουσες αρχές με εκτι- μώμενη αξία, που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 25, ανώτερη του ποσού των δεκαπέντε εκατομμυρίων (15.000.000) ευρώ, στο οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται ο ΦΠΑ, β) συμβάσεις υψηλής αξίας που συνάπτουν αναθέ- τοντες φορείς, γ) συμβάσεις παραχώρησης δημοσίων έργων ή υπηρεσιών, καθώς και συμβάσεις σύμπραξης δημοσίου - ιδιωτικού τομέα του ν. 3389/2005 (Α΄ 232) και δ) δημόσιες συμβάσεις κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3894/2010 (Α΄ 204). Για την εκδίκαση των διαφο- ρών της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται αναλό- γως οι διατάξεις του π.δ.18/ 1989 (Α΄ 8).

Άρθρο 182Προσφυγή ενώπιον της Αρχής/άλλου οργάνουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας οφείλει, μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών, αφότου έλαβε πλήρη γνώση της παράνομης πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής/του αναθέτοντος φορέα ή της κε- ντρικής αρχής προμηθειών, να υποβάλει προσφυγή ενώ- πιον της Αρχής ή άλλου οργάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, με ταυτόχρονη κοινοποίησή της στην αναθέτουσα αρ- χή/στον αναθέτοντα φορέα ή στην κεντρική αρχή προμη- θειών, υποβάλλοντας πλήρη φάκελο, όπου θα προσδιο- ρίζονται ειδικώς οι νομικές και πραγματικές αιτιάσεις που δικαιολογούν το αίτημά του. Με την προσφυγή του προηγούμενου εδαφίου ζητείται η ακύρωση ή η τροπο- ποίηση της παράνομης πράξης ή παράλειψης της αναθέ- τουσας αρχής/του αναθέτοντα φορέα ή της κεντρικής αρχής προμηθειών. Για την εφαρμογή της παρούσας πα- ραγράφου, ως πλήρης νοείται η γνώση της πράξης που βλάπτει τα συμφέροντα του ενδιαφερόμενου οικονομι- κού φορέα, καθώς και της αιτιολογίας της. Ειδικά για την άσκηση προσφυγής κατά της διακήρυξης ή πρόσκλησης, η πλήρης γνώση αποδεικνύεται με βεβαίωση παραλαβής ή αποστολής της στον προσφέροντα/υποψήφιο και, ελ- λείψει τέτοιας βεβαίωσης, τεκμαίρεται ότι συντελέστηκε στο μέσον του χρονικού διαστήματος από την έναρξη της διαδικασίας σύναψης σύμβασης κατά το άρθρο 37 μέχρι την λήξη της προθεσμίας υποβολής των προσφο- ρών/αιτήσεων συμμετοχής, που ορίζεται στα έγγραφα της σύμβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για το παραδεκτό της άσκησης της προσφυγής της παραγράφου 1 κατατίθεται παράβολο, το ύψος του ο- ποίου ορίζεται αναλογικά προς την, χωρίς να συνυπολο- γίζεται ο ΦΠΑ, εκτιμώμενη αξία της υπό ανάθεση σύμβα- σης με κλιμακωτό τρόπο και με ορισμό ανώτατου και κα- τώτατου ορίου ως προς το καταβαλλόμενο ποσό. Δεν μπορεί το κατώτατο όριο να είναι μικρότερο των διακο- σίων (200) ευρώ και το ανώτατο όριο να υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ. Σε περίπτωση ποσοστιαίου υπολογισμού του παραβόλου, το ποσοστό δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1% επί της εκτιμώμενης αξίας της σύμβα- σης. Το παράβολο δύναται να υπολογίζεται με διαφορε- τικό τρόπο και σε διαφορετικό ύψος ανάλογα με το αν πρόκειται για σύμβαση υψηλής ή χαμηλής αξίας κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 23 αντί- στοιχα. Αν στα έγγραφα της σύμβασης παρέχεται η δυ- νατότητα υποβολής προσφοράς για τμήμα μόνον της υ- πό ανάθεση σύμβασης, το ύψος του παραβόλου υπολο- γίζεται επί της, χωρίς να συνυπολογίζεται ο ΦΠΑ, εκτι- μώμενης αξίας του τμήματος ή των τμημάτων της σύμ- βασης για το οποίο συμμετέχει ο προσφεύγων. Το παρά- βολο της παραγράφου αυτής αποτελεί έσοδο του Κρατι- κού Προϋπολογισμού. Με προεδρικό διάταγμα που εκδί- δεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμά- των ορίζεται κλιμακωτά το ύψος του παραβόλου, ο τρό- πος υπολογισμού του, το ανώτατο και κατώτατο όριο αυ- τού, ο τρόπος και ο χρόνος κατάθεσης και είσπραξης του παραβόλου, ο τρόπος απόδειξης της είσπραξής του, η τυχόν απόδοσή του, σε περίπτωση ολικής ή μερικής απο- δοχής της προσφυγής, ή σε περίπτωση παραίτησης του προσφεύγοντος από την προσφυγή του πριν τη συζήτη- σή της. Με όμοιο προεδρικό διάταγμα προβλέπεται επί- σης συγκεκριμένο ποσό παραβόλου σε περίπτωση που η εκτιμώμενη αξία της υπό ανάθεση σύμβασης δεν είναι γνωστή κατά τον χρόνο άσκησης της προσφυγής, καθώς και η δυνατότητα να ζητηθεί η καταβολή της διαφοράς σε περίπτωση που κατά τη διαδικασία εκδίκασης της προσφυγής διαπιστωθεί ότι το ποσό του παραβόλου που κατεβλήθη ήταν πολύ χαμηλό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής του άρθρου αυτού και η άσκησή της κωλύουν τη σύναψη της σύμβασης. Κατά τα λοιπά, η άσκηση προσφυγής δεν κωλύει την πρόοδο της διαγωνιστικής διαδικασίας, με την επιφύλαξη της έκδοσης της πράξης της παραγρά- φου 2 του άρθρου 183.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η προσφυγή κοινοποιείται με φροντίδα του προ- σφεύγοντος σε κάθε θιγόμενο από τυχόν ολική ή μερι- κή παραδοχή της ή στον εκπρόσωπο ή στον αντίκλητο αυτού. Η παράλειψη της κοινοποίησης αυτής δεν επάγε- ται απαράδεκτο της προσφυγής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η κοινοποίηση της προσφυγής στην αναθέτουσα αρχή/στον αναθέτοντα φορέα ή στην κεντρική αρχή προμηθειών που προβλέπεται στην παράγραφο 1, πραγ- ματοποιείται με κάθε πρόσφορο μέσο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 36 του παρόντος, όπως με η επι- στολή, με τηλεομοιοτυπία, με τα ηλεκτρονικά μέσα και το τηλέφωνο υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 36 του παρόντος. Εντός δέκα ημερών από την κατάθεση της προσφυγής, η αναθέτουσα αρχή/ο αναθέτων φορέας ή η κεντρική αρχή προμηθειών οφείλει, εφόσον έχει ειδο- ποιηθεί κατά τα ανωτέρω, να αποστείλει στην Αρχή/άλ- λο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 με κάθε πρόσφορο μέσο τον διοικητικό φάκελο και τις τυχόν απόψεις της. Σε πε- ρίπτωση μη αποστολής φακέλου από την αναθέτουσα αρχή/τον αναθέτοντα φορέα ή την κεντρική αρχή προμη- θειών, η Αρχή/ άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρι- κό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 μπορεί να συνάγει τεκμήριο ομολογίας της αναθέτουσας αρχής /του αναθέτοντος φορέα ή της κεντρικής αρχής προμη- θειών για την πραγματική βάση των ισχυρισμών του προ- σφεύγοντος. Το ίδιο τεκμήριο μπορεί να θεωρηθεί ότι συντρέχει, όταν έχουν αποσταλεί ορισμένα στοιχεία α- πό την αναθέτουσα αρχή/τον αναθέτοντα φορέα ή την κεντρική αρχή προμηθειών, όμως η Αρχή/ άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 μπορεί να κρίνει ότι είναι ελλιπή και δεν επαρκούν για την πιθανολόγηση του βάσιμου των προβαλλόμενων αιτιάσεων. Η Αρχή/άλλο όργανο που ο- ρίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, σταθμίζοντας τις συντρέχουσες σε κάθε περίπτωση συνθήκες και εφόσον κρίνει ότι η παράλειψη αποστολής φακέλου και απόψεων ή η καθυστερημένη α- ποστολή τους καθιστά ιδιαιτέρως δυσχερή την ουσιαστι- κή παροχή έννομης προστασίας, μπορεί, με την απόφα- ση επί της προσφυγής, να επιβάλει αυτεπαγγέλτως χρη- ματική κύρωση στην αναθέτουσα αρχή/στον αναθέτοντα φορέα. Το ποσό της κύρωσης αυτής δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πεντακόσια (500) ευρώ ούτε μεγαλύτερο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ και καταβάλλεται μία φορά για κάθε στάδιο της διαδικασίας ανάθεσης, αποτε- λεί δε έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού. Με προε- δρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, ορίζεται ο τρόπος και χρόνος κατάθεσης και είσπραξης της χρηματικής κύρωσης, ο τρόπος απόδειξης της είσπραξής της, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Δεν επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής κατά πρά- ξης, η οποία δέχεται εν όλω ή εν μέρει προσφυγή άλ- λου προσώπου.

Άρθρο 183Διαδικασία λήψης απόφασης ενώπιον της Αρχής/άλλου οργάνουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Η Αρχή/άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 λαμβάνει τις αποφάσεις της μετά τη διεξαγωγή διαδικασίας κατ’ αντιμωλίαν. Η Αρχή/άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 ορίζει με πράξη του Προέδρου της/του την ημέρα και ώ- ρα εξέτασης της προσφυγής, καθώς και την προθεσμία κλήσης των μερών. Η ημερομηνία εκδίκασης δεν πρέπει να απέχει πέραν των σαράντα (40) ημερών από την κα- τάθεση της προσφυγής, η δε προθεσμία κλήσης δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δεκαπέντε (15) ημέρες. Αντίγραφο της προσφυγής κοινοποιείται με επιμέλεια του προσφεύγοντος προς την υπηρεσία που είναι αρμό- δια για την παραλαβή των προσφορών, η οποία οφείλει να ενημερώνει σχετικά και την αναθέτουσα αρχή/τον α- ναθέτοντα φορέα ή την κεντρική αρχή προμηθειών, αν υ- πηρεσία και αναθέτουσα αρχή/αναθέτων φορέας ή κε- ντρική αρχή προμηθειών δεν συμπίπτουν, και προς κάθε τρίτο ενδιαφερόμενο του οποίου την κλήση θεωρεί ανα- γκαία η Αρχή/άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181. Κάθε εν- διαφερόμενος, του οποίου επηρεάζονται τα συμφέρο- ντα, δικαιούται να ασκήσει παρέμβαση. Τα συμμετέχο- ντα μέρη οφείλουν να προσκομίσουν όλα τα κρίσιμα έγ- γραφα και τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που έχουν στη διά- θεσή τους, εντός προθεσμίας που ορίζεται με το διάταγ- μα που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της διάταξης της παραγράφου 7.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η Αρχή/άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 μπορεί, με την κατάθεση της προσφυγής και μετά από κλήση της α- ναθέτουσας αρχής/του αναθέτοντος φορέα ή της κε- ντρική αρχής προμηθειών, προ τριών (3) ημερών, να εκ- δώσει αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως, πράξη που καταχωρίζεται κάτω από την προσφυγή και περιέχει τα προσωρινά μέτρα, τα οποία πρέπει να ληφθούν έως την έκδοση της απόφασης, όπως την αναστολή της προόδου της διαδικασίας. Μπορεί επίσης, να διατάσσει την άρση της απαγόρευσης σύναψης της σύμβασης, εφόσον η προσφυγή κρίνεται ως προδήλως απαράδεκτη ή προδή- λως αβάσιμη, περί του οποίου αρκεί απλή μνεία. Η πράξη μπορεί να ανακληθεί από την Αρχή/ άλλο όργανο που ο- ρίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 ύστερα από αίτηση της αναθέτουσας αρ- χής/του αναθέτοντος φορέα ή της κεντρικής αρχής προ- μηθειών και αφού κληθεί προς ακρόαση ο αιτών προ τριών (3) ημερών.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αποφάσεις της Αρχής/άλλου οργάνου που ορίζε- ται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 αιτιολογούνται γραπτώς, κατά τις ειδικότε- ρες διατάξεις του διατάγματος που εκδίδεται κατ’ εξου- σιοδότηση της διάταξης της παραγράφου 7.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η Αρχή/ άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 αποφαίνε- ται επί της βασιμότητας των πραγματικών και νομικών αιτιάσεων της προσφυγής σε σχέση με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, της σχετικής λοιπής εσωτερικής νομο- θεσιας και της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και είτε την απορρίπτει είτε την αποδέχεται εν όλω ή εν μέ- ρει, εφόσον πιθανολογείται σοβαρά η παράβαση αυτών. Στην περίπτωση αποδοχής της προσφυγής ακυρώνει εν όλω ή εν μέρει την παράνομη πράξη της αναθέτουσας αρχής/του αναθέτοντος φορέα ή της κεντρικής αρχής προμηθειών ή επιβάλλει την οφειλόμενη ρητή ενέργεια. Η απόφαση επί της προσφυγής εκδίδεται μέσα σε προ- θεσμία είκοσι (20) ημερών από την εκδίκαση της προ- σφυγής. Η προσφυγή όμως μπορεί να απορριφθεί αν, α- πό τη στάθμιση της βλάβης του προσφεύγοντος, των συμφερόντων τρίτων και επιτακτικών λόγων γενικού δη- μοσίου συμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπει- ες από την παραδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ω- φέλεια του προσφεύγοντος. Η απόρριψη της προσφυ- γής για οποιονδήποτε λόγο δεν θίγει άλλα δικαιώματα του προσφεύγοντος. Το διατακτικό των αποφάσεων αυ- τών, υπογραφόμενο από τον Πρόεδρο, τα μέλη και τον Γραμματέα, εκδίδεται υποχρεωτικά σε προθεσμία επτά (7) ημερών από την εκδίκαση της προσφυγής ή, αν έχει χορηγηθεί προθεσμία στα μέρη για τη νομιμοποίησή τους ή για την υποβολή υπομνήματος, από τη λήξη της προθεσμίας αυτής. Η προθεσμία προς τα μέρη δεν μπο- ρεί, πάντως, να υπερβαίνει τις τρεις (3) ημέρες από την εκδίκαση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Οι αναθέτουσες αρχές/αναθέτοντες φορείς ή οι κε- ντρικές αρχές προμηθειών συμμορφώνονται με τις απο- φάσεις της Αρχής/άλλου οργάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 και είτε συνεχίζουν τη διαδικασία είτε ανακαλούν ή τρο- ποποιούν καταλλήλως τη διοικητική πράξη που προκάλε- σε τη διαφορά ενώπιον της Αρχής/άλλου οργάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, ή, επί παράλειψης, εκδίδουν την οφει- λόμενη ρητή πράξη, με την επιφύλαξη της προσβολής των αποφάσεων της Αρχής/άλλου οργάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρ- θρου 181 ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 181.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Οι αποφάσεις της Αρχής/άλλου οργάνου που ορίζε- ται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρ- θρου 181 δεν ανακαλούνται ούτε τροποποιούνται από τη διοίκηση και προσβάλλονται μόνο ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 181 και το άρθρο 186.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από γνώμη της Αρχής, ύστερα από πρόταση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μετα- φορών και Δικτύων και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Αν- θρωπίνων Δικαιωμάτων, εκδίδεται «Κανονισμός Εκδίκα- σης Προσφυγών» ενώπιον της Αρχής, με τον οποίο ρυθ- μίζεται κάθε θέμα που αφορά τον τρόπο λειτουργίας της Αρχής ή άλλου οργάνου ως οργάνου εξέτασης προσφυ- γών, κατά τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 181 και ιδίως: α) η ενώπιόν της διαδικασία, στην οποία συμπεριλαμ- βάνονται οι ειδικότερες προθεσμίες που δεν ρυθμίζονται στον παρόντα νόμο, η γλώσσα διεξαγωγής της διαδικα- σίας, οι ειδικότεροι κανόνες σύγκλησης της Αρχής/άλ- λου οργάνου, ο ορισμός και τα καθήκοντα εισηγητών, β) ο τρόπος και τα διαδικαστικά και τεχνικά θέματα που αφορούν στην κατάθεση των προσφυγών και στις ε- πιδόσεις και κοινοποιήσεις εγγράφων, καθώς και της κλήσης των μερών, η εκπροσώπησή τους κατά την ενώ- πιον της Αρχής/άλλου οργάνου διαδικασία, στην οποία συμπεριλαμβάνονται θέματα παροχής πληρεξουσιότη- τας και διορισμού αντικλήτου, και ο τρόπος άσκησης πα- ρέμβασης, γ) το ελάχιστο περιεχόμενο της προσφυγής, τα προ- σκομιζόμενα έγγραφα και τα στοιχεία του φακέλου, ο σχηματισμός φυσικού και ηλεκτρονικού αρχείου, δ) η διαδικασία ακρόασης των μερών και οι ειδικότεροι κανόνες διεξαγωγής της ενώπιον της Αρχής/άλλου ορ- γάνου, η διαδικασία συζήτησης της προσφυγής, η διακο- πή, η επανάληψη και η κατάργηση της ενώπιόν της διαδι- κασίας, η υποβολή υπομνημάτων από τα μέρη, ε) τα μέσα και οι κανόνες απόδειξης και ιδίως η δυνα- τότητα και η διαδικασία διορισμού πραγματογνώμονα, στ) οι ειδικότεροι κανόνες λήψης των αποφάσεων από την Αρχή/άλλου όργανο, στους οποίους συμπεριλαμβά- νεται η δυνατότητα συνεδρίασης και λήψης αποφάσεων σε τμήματα ή περιφερειακά παραρτήματα, ο αριθμός και η σύνθεσή τους, οι κανόνες της διεξαγωγής και του τό- που των συνεδριάσεων, ζ) οι ειδικότεροι κανόνες έκδοσης και δημοσίευσης των αποφάσεων της Αρχής/άλλου οργάνου, η) η εξαίρεση των μελών της Αρχής/άλλου οργάνου, θ) οι ειδικότεροι κανόνες σύνταξης των εισηγήσεων και κατάρτισης των αποφάσεων της Αρχής/άλλου οργά- νου, καθώς και των πρακτικών των συνεδριάσεων, ι) οι επιδόσεις των αποφάσεων της Αρχής/άλλου ορ- γάνου, ια) η διόρθωση των αποφάσεων της Αρχής/άλλου ορ- γάνου λόγω γραφικών ή αριθμητικών σφαλμάτων, ιβ) η τύχη της προσφυγής σε περιπτώσεις αποδοχής της προσβαλλόμενης πράξης ή απόφασης, παραίτησης από την προσφυγή, θανάτου ή λύσης των νομικών προ- σώπων, ανάκλησης, ακύρωσης ή τροποποίησης της προ- σβαλλόμενης πράξης ή απόφασης, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Μέχρι την έκδοση του ως άνω προεδρικού διατάγματος εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων122/2012 (Α΄ 215) και 123/2012 (Α΄ 216).

Άρθρο 184Δικαστική προστασία κατά αποφάσεων της Αρχής/άλλου οργάνουΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να ζητήσει ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου, όπως αυτό ορίζεται στην πα- ράγραφο 3 του άρθρου 181, τη λήψη προσωρινών μέ- τρων για την επανόρθωση της εικαζόμενης παράβασης ή για την αποτροπή περαιτέρω ζημίας από τις αποφάσεις της Αρχής/άλλου οργάνου που ορίζεται από το προεδρι- κό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, που εκ- δίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 182 και 183, καθώς και την ακύρωση των αποφάσεων αυτών, εφόσον παραβιά- ζουν κανόνα του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της εσωτερικής νομοθεσίας, σχετικού με τη διαδικασία που προηγείται της σύναψης της σύμβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με την επιφύλαξη των ειδικότερων ρυθμίσεων του άρθρου αυτού, για την εκδίκαση των διαφορών αυτών εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατ’ εξαίρεση από τις διατάξεις του π.δ. 18/1989, η άσκηση αίτησης αναστολής δεν εξαρτάται από την προηγούμενη άσκηση της αίτησης ακύρωσης και κατατί- θεται μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την κοι- νοποίηση στα μέρη της απόφασης της Αρχής/άλλου ορ- γάνου που ορίζεται από το προεδρικό διάταγμα της πα- ραγράφου 2 του άρθρου 181. Η προθεσμία άσκησης της αίτησης αναστολής κωλύει τη σύναψη της σύμβασης, ε- κτός αν, με προσωρινή διαταγή που εκδίδεται κατά την παρ. 5 του άρθρου 52 του π.δ. 18/1989, ο αρμόδιος Δικα- στής ή το αρμόδιο Δικαστήριο αποφανθεί διαφορετικά. Στο διάστημα αυτό αναστέλλεται και η εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης της Αρχής/άλλου οργάνου που ορίζεται από το προεδρικό διάταγμα της παραγρά- φου 2 του άρθρου 181, εφόσον αυτή επιτρέπει τη σύνα- ψη της σύμβασης. Κατά τα λοιπά, η άσκηση των προβλε- πόμενων στο π.δ. 18/1989 ενδίκων βοηθημάτων δεν κω- λύει την πρόοδο της διαγωνιστικής διαδικασίας, εκτός αν ορίζεται άλλως με την προσωρινή διαταγή που εκδί- δεται κατά τα ανωτέρω.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Η προθεσμία άσκησης των ένδικων βοηθημάτων διακόπτεται με την κατάθεση της αιτήσεως αναστολής και αρχίζει από την επίδοση της σχετικής απόφασης. Ο διάδικος που πέτυχε υπέρ αυτού τη χορήγηση αναστο- λής, οφείλει μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών α- πό την επίδοση της απόφασης αυτής, να ασκήσει το κύ- ριο ένδικο βοήθημα, διαφορετικά αίρεται αυτοδικαίως η ισχύς της αναστολής. Η δικάσιμος για την εκδίκασή της δεν πρέπει να απέχει πέραν του τριμήνου από την κατά- θεση του δικογράφου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Τα προβλεπόμενα στο π.δ. 18/1989 ένδικα βοηθήμα- τα δεν επιτρέπεται να περιέχουν αιτιάσεις διαφορετικές από τις αιτιάσεις της προσφυγής που ασκήθηκε ενώπιον της Αρχής/άλλου οργάνου που ορίζεται από το προεδρι- κό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Εφόσον ασκηθούν τα προβλεπόμενα στο π.δ. 18/1989 ένδικα βοηθήματα, ο αιτών ειδοποιεί αμελλητί σχετικά τα λοιπά μέρη και την Αρχή/άλλο όργανο που ο- ρίζεται από το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 με κάθε πρόσφορο μέσο, σύμφωνα με το άρθρο 36, όπως είναι η επιστολή, η τηλεομοιοτυπία, τα ηλεκτρονικά μέσα και το τηλέφωνο υπό τις προϋπο- θέσεις του άρθρου 36. Σε κάθε περίπτωση, εντός δεκα- πέντε (15) ημερών, η Αρχή/άλλο όργανο που ορίζεται α- πό το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρ- θρου 181 οφείλει, εφόσον έχει ειδοποιηθεί κατά τα ανω- τέρω, να αποστείλει στο Δικαστήριο, με κάθε πρόσφορο μέσο, τον πλήρη φάκελο με τα υποβληθέντα έγγραφα και στοιχεία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Αντίγραφο των σχετικών δικογράφων κοινοποιεί- ται�με επιμέλεια του αιτούντος και προς την Αρχή/άλλο όργανο που ορίζεται από το π.δ. της παραγράφου 2 του άρθρου 181, προκειμένου να ασκήσει τις αρμοδιότητές της. της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Εφόσον η αίτηση αναστολής γίνει δεκτή, η αναθέ- τουσα Αρχή/ο αναθέτων φορέας ή η κεντρική αρχή προμηθειών μπορεί να συμμορφωθεί προς το διατακτικό ή και το εν γένει περιεχόμενο της απόφασης και να α- νακαλέσει ή να τροποποιήσει κατάλληλα τη διοικητική πράξη που προκάλεσε τη διαφορά ή, επί παράλειψης, να εκδώσει την οφειλόμενη ρητή πράξη. Στην περίπτωση αυτή, για το κύριο ένδικο βοήθημα που ασκήθηκε, εφαρ- μόζεται αναλόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του άρθρου 182 και του άρθρου 190, αν το δικαστήριο ακυρώσει α- πόφαση της Αρχής/άλλου οργάνου που ορίζεται από το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, δυνάμει της οποίας επιτρεπόταν η σύναψη σύμβα- σης, μετά τη σύναψη της σχετικής σύμβασης, η τελευ- ταία δεν θίγεται, εκτός αν πριν από τη σύναψή της είχε ανασταλεί η διαδικασία κατακύρωσης του διαγωνισμού με απόφαση επί αιτήσεως αναστολής ή με προσωρινή διαταγή. Στην περίπτωση αυτή, ο ενδιαφερόμενος δικαι- ούται να αξιώσει αποζημίωση σύμφωνα με τα αναφερό- μενα στο άρθρο 191.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Αν ο ενδιαφερόμενος δεν άσκησε ή άσκησε ανεπι- τυχώς την αίτηση αναστολής και η σύμβαση υπογράφη- κε και ολοκληρώθηκε η εκτέλεσή της πριν από τη συζή- τηση του κύριου ένδικου βοηθήματος, εφαρμόζεται ανα- λόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989.

Άρθρο 185Παράνομη υπογραφή σύμβασης

Η υπογραφή της σύμβασης από την αναθέτουσα αρ- χή/τον αναθέτοντα φορέα ή την κεντρική αρχή προμη- θειών κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 182 και 184, δεν αντιτάσσεται στον ενδιαφερόμενο, ούτε κωλύει την παροχή της προσήκουσας έννομης προστα- σίας.

ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΞΑΙΡΟΥΝΤΑΙ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ/ΑΛΛΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ ΩΣ ΟΡΓΑΝΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ
Άρθρο 186Αρμόδιο δικαστήριοΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση όλων των δια- φορών του παρόντος τμήματος, πλην των διαφορών της παραγράφου 3 του άρθρου 190 και των διαφορών του άρθρου 191, είναι το Διοικητικό Εφετείο της έδρας της αναθέτουσας αρχής/αναθέτοντος φορέα, σε τριμε- λή σύνθεση, το οποίο αποφαίνεται αμετακλήτως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σε περίπτωση συμβάσεων με εκτιμώμενη αξία ίση ή κατώτερη του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευ- ρώ, χωρίς συνυπολογισμό του ΦΠΑ, αιτήσεις ασφαλι- στικών μέτρων του παρόντος τμήματος εκδικάζονται α- πό τον Πρόεδρο Εφετών του Διοικητικού Εφετείου του τόπου όπου εδρεύει η αναθέτουσα αρχή/αναθέτων φο- ρέας ή από τον Εφέτη που αυτός ορίζει. Σε περίπτωση ι- διαίτερης σπουδαιότητας της υπόθεσης, ο ανωτέρω Πρόεδρος ή ο Εφέτης μπορεί να εισάγει την αίτηση στο τριμελές συμβούλιο του δικαστηρίου, στο οποίο προε- δρεύει ο Πρόεδρος Εφετών και μετέχει ο Εφέτης ειση- γητής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων των δύο προηγούμε- νων παραγράφων, διαφορές του παρόντος τμήματος, πλην των διαφορών της παραγράφου 3 του άρθρου 190 και των διαφορών του άρθρου 191, που αφορούν: α) δη- μόσιες συμβάσεις που συνάπτουν αναθέτουσες αρχές με εκτιμώμενη αξία, υπολογιζόμενη σύμφωνα με το άρ- θρο 25 του παρόντος νόμου, ανώτερη του ποσού των δε- καπέντε εκατομμυρίων (15.000.000) ευρώ, στο οποίο συ- μπεριλαμβάνεται ο ΦΠΑ, β) συμβάσεις υψηλής αξίας που συνάπτουν αναθέτοντες φορείς, γ) συμβάσεις παραχώ- ρησης δημοσίων έργων ή υπηρεσιών, καθώς και συμβά- σεις σύμπραξης δημοσίου - ιδιωτικού τομέα του ν. 3389/2005 (Α΄ 232) και δ) δημόσιες συμβάσεις κατ’ ε- φαρμογή των διατάξεων του ν. 3894/2010 (Α΄ 204), εκδι- κάζονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 186 έως 191, για την εκδίκαση των διαφορών των προηγού- μενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατά- ξεις του π.δ. 18/1989.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Τα δικαστήρια που είναι αρμόδια κατά τις γενικές διατάξεις εξακολουθούν να εκδικάζουν τις διαφορές της παραγράφου 3 του άρθρου 190 και του άρθρου 191.

Άρθρο 187Αίτηση ασφαλιστικών μέτρωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να ζητήσει ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου με τη διαδικασία των ασφαλι- στικών μέτρων προσωρινά μέτρα για την επανόρθωση της εικαζόμενης παράβασης ή για την αποτροπή περαι- τέρω ζημίας. Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων στρέφεται κατά των αποφάσεων της αναθέτουσας αρχής/αναθέτο- ντος φορέα ή της κεντρική αρχής προμηθειών ή της Αρ- χής της παραγράφου 20 του άρθρου 15, ή άλλου οργά- νου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παρα- γράφου 2 του άρθρου 181, όταν η εν λόγω Αρχή/άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της πα- ραγράφου 2 του άρθρου 181 συνάπτει δημόσιες συμβά- σεις ως αναθέτουσα αρχή και κατατίθεται στο αρμόδιο δικαστήριο μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών αφό- του ο ενδιαφερόμενος έλαβε πλήρη γνώση της παράνο- μης πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής/ανα- θέτοντος φορέα, της κεντρικής αρχής προμηθειών ή της Αρχής της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλου ορ- γάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παρα- γράφου 2 του άρθρου 181, όταν η εν λόγω Αρχή/άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της πα- ραγράφου 2 του άρθρου 181 συνάπτει δημόσιες συμβά- σεις ως αναθέτουσα αρχή. Για την εφαρμογή της παρού- σας παραγράφου, ως πλήρης νοείται η γνώση της πρά- ξης που βλάπτει τα συμφέροντα του ενδιαφερομένου, καθώς και της αιτιολογίας της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για δημόσιες συμβάσεις με εκτιμώμενη αξία ανώτε- ρη του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ, χω- ρίς το συνυπολογισμό του ΦΠΑ, η προθεσμία των δέκα (10) ημερών της προηγούμενης παραγράφου και η άσκη- ση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, κωλύουν τη σύνα- ψη της σύμβασης, εκτός εάν με προσωρινή διαταγή ο αρμόδιος δικαστής αποφανθεί διαφορετικά. Κατά τα λοι- πά, η άσκηση αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων δεν κωλύ- ει την πρόοδο της διαγωνιστικής διαδικασίας, εκτός αν ορίζεται αλλιώς με την προσωρινή διαταγή που εκδίδε- 8. Εφόσον η αίτηση αναστολής γίνει δεκτή, η αναθέ- τουσα Αρχή/ο αναθέτων φορέας ή η κεντρική αρχή προμηθειών μπορεί να συμμορφωθεί προς το διατακτικό ή και το εν γένει περιεχόμενο της απόφασης και να α- νακαλέσει ή να τροποποιήσει κατάλληλα τη διοικητική πράξη που προκάλεσε τη διαφορά ή, επί παράλειψης, να εκδώσει την οφειλόμενη ρητή πράξη. Στην περίπτωση αυτή, για το κύριο ένδικο βοήθημα που ασκήθηκε, εφαρ- μόζεται αναλόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989. 9. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του άρθρου 182 και του άρθρου 190, αν το δικαστήριο ακυρώσει α- πόφαση της Αρχής/άλλου οργάνου που ορίζεται από το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, δυνάμει της οποίας επιτρεπόταν η σύναψη σύμβα- σης, μετά τη σύναψη της σχετικής σύμβασης, η τελευ- ταία δεν θίγεται, εκτός αν πριν από τη σύναψή της είχε ανασταλεί η διαδικασία κατακύρωσης του διαγωνισμού με απόφαση επί αιτήσεως αναστολής ή με προσωρινή διαταγή. Στην περίπτωση αυτή, ο ενδιαφερόμενος δικαι- ούται να αξιώσει αποζημίωση σύμφωνα με τα αναφερό- μενα στο άρθρο 191. 10. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν άσκησε ή άσκησε ανεπι- τυχώς την αίτηση αναστολής και η σύμβαση υπογράφη- κε και ολοκληρώθηκε η εκτέλεσή της πριν από τη συζή- τηση του κύριου ένδικου βοηθήματος, εφαρμόζεται ανα- λόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989. ται κατά την παράγραφο 7.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τις δημόσιες συμβάσεις με εκτιμώμενη αξία ίση ή κατώτερη του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευ- ρώ, χωρίς το συνυπολογισμό του ΦΠΑ, η προθεσμία των δέκα (10) ημερών της παραγράφου 1 κωλύει τη σύναψη της σύμβασης, εκτός αν με την προσωρινή διαταγή, που εκδίδεται κατά την παράγραφο 7 ο δικαστής αποφανθεί διαφορετικά. Κατά τα λοιπά, η άσκηση αιτήσεως ασφαλι- στικών μέτρων δεν κωλύει την πρόοδο της διαγωνιστι- κής διαδικασίας, εκτός αν ορίζεται αλλιώς με την προ- σωρινή διαταγή που εκδίδεται κατά την παράγραφο 7.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για το παραδεκτό της άσκησης της αίτησης ασφαλι- στικών μέτρων της παραγράφου 1 κατατίθεται παράβο- λο, το ύψος του οποίου ορίζεται αναλογικά προς την, χωρίς το συνυπολογισμό του ΦΠΑ, εκτιμώμενη αξία της υπό ανάθεση σύμβασης με κλιμακωτό τρόπο και με ορι- σμό ανώτατου και κατώτατου ορίου ως προς το κατα- βαλλόμενο ποσό. Δεν μπορεί το κατώτατο όριο να είναι μικρότερο των διακοσίων (200) ευρώ και το ανώτατο ό- ριο να υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ. Σε περίπτωση ποσοστιαίου υπολογισμού του παραβόλου, το ποσοστό δεν πρέπει να υπερβαίνει το 1% επί της εκτι- μώμενης αξίας της σύμβασης. Το παράβολο δύναται να υπολογίζεται με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό ύψος ανάλογα με το αν πρόκειται για σύμβαση υψηλής ή χαμηλής αξίας κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 23 αντίστοιχα. Σε περίπτωση που στα έγγρα- φα της σύμβασης παρέχεται η δυνατότητα υποβολής προσφοράς για τμήμα μόνο της υπό ανάθεση σύμβασης, το ύψος του παραβόλου υπολογίζεται επί της, χωρίς το συνυπολογισμό του ΦΠΑ, εκτιμώμενης αξίας του τμήμα- τος της σύμβασης για το οποίο συμμετέχει ο αιτών. Το ύ- ψος του παραβόλου της παρούσας παραγράφου είναι ί- σο με το ύψος του παραβόλου της παραγράφου 2 του άρθρου 182 για συμβάσεις ίσης εκτιμώμενης αξίας. Με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 182 ορίζεται κλιμακωτά το ύψος του παραβόλου, ο τρό- πος υπολογισμού του, το ανώτατο και κατώτατο όριό του, ο τρόπος και χρόνος κατάθεσης και είσπραξης του παραβόλου, ο τρόπος απόδειξης της είσπραξής του, η τυχόν απόδοσή του, σε περίπτωση ολικής ή μερικής απο- δοχής της αίτησης, ή σε περίπτωση παραίτησης του αι- τούντος από την προσφυγή του πριν τη συζήτησή της. Με το ίδιο διάταγμα προβλέπεται επίσης συγκεκριμένο ποσό παραβόλου σε περίπτωση που η εκτιμώμενη αξία της υπό ανάθεση σύμβασης δεν είναι γνωστή κατά το χρόνο άσκησης της αίτησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Αν ασκηθεί αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, ο αιτών ειδοποιεί αμελλητί την αναθέτουσα αρχή/ αναθέτοντα φορέα ή την κεντρική αρχή προμηθειών ή την Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλο όργανο που ορί- ζεται από το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως τα ηλεκτρο- νικά μέσα και η τηλεομοιοτυπία. Σε κάθε περίπτωση ε- ντός δέκα (10) ημερών η αναθέτουσα αρχή/αναθέτων φορέας, η κεντρική αρχή προμηθειών ή η Αρχή της πα- ραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρ- θρου 181, οφείλει, εφόσον έχει ειδοποιηθεί κατά τα α- νωτέρω, να αποστείλει στο δικαστήριο με κάθε πρόσφο- ρο μέσο τον πλήρη διοικητικό φάκελο και τις τυχόν από- ψεις της μαζί με τα υποβληθέντα έγγραφα και στοιχεία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ο αρμόδιος δικαστής ορίζει με πράξη του την ημέρα και ώρα εκδίκασης της αιτήσεως, καθώς και την προθε- σμία κλήτευσης. Η ημερομηνία εκδίκασης δεν πρέπει να απέχει πέραν των τριάντα (30) ημερών από την κατάθε- ση της αιτήσεως, η δε προθεσμία κλήτευσης δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δεκαπέντε (15) ημέρες. Αντίγρα- φο της αιτήσεως με κλήση κοινοποιείται με επιμέλεια του αιτούντος προς την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την παραλαβή των προσφορών, η οποία οφείλει να ενη- μερώσει σχετικά και την αναθέτουσα αρχή/αναθέτοντα φορέα ή την Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 2 ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, αν υπηρεσία και αρχή δεν συμπίπτουν και προς κάθε τρίτο ενδιαφερόμενο του οποίου την κλήτευση θεωρεί αναγκαία ο δικαστής. Κάθε ενδιαφερόμενος, του οποίου επηρεάζονται τα συμφέρο- ντα, δικαιούται να ασκήσει παρέμβαση. Οι διάδικοι οφεί- λουν να προσκομίσουν κατά την εκδίκαση της υπόθεσης όλα τα κρίσιμα έγγραφα και τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που έχουν στη διάθεσή τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ο αρμόδιος δικαστής μπορεί, με την κατάθεση της αιτήσεως και μετά από κλήση της αναθέτουσας αρχής/α- ναθέτοντος φορέα προ τριών (3) ημερών, να εκδώσει, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως, προσωρινή διατα- γή, που καταχωρίζεται κάτω από την αίτηση και περιέχει τα μέτρα, τα οποία πρέπει να ληφθούν ως την έκδοση της απόφασης. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται: α) η άρ- ση της απαγόρευσης σύναψης της σύμβασης και β) για τις περιπτώσεις συμβάσεων με εκτιμώμενη αξία ίση ή κα- τώτερη του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ, χωρίς το συνυπολογισμό του ΦΠΑ, και η απαγόρευση σύναψης της σύμβασης. Η προσωρινή διαταγή μπορεί να ανακληθεί είτε από τον δικαστή που τη χορήγησε, ύστε- ρα από αίτηση της αναθέτουσας αρχής/αναθέτοντος φο- ρέα και αφού κληθεί προς ακρόαση ο αιτών προ τριών (3) ημερών, είτε από το δικαστήριο που θα δικάσει την αίτη- ση ασφαλιστικών μέτρων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων γίνεται δεκτή, εφό- σον πιθανολογείται σοβαρά η παράβαση κανόνα του δι- καίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της εσωτερικής νομο- θεσίας και η λήψη του μέτρου είναι αναγκαία για να αρ- θούν τα δυσμενή από την παράβαση αποτελέσματα ή να αποτραπεί η ζημία των συμφερόντων του αιτούντος. Η αίτηση μπορεί να απορριφθεί αν, από τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και επι- τακτικών λόγων γενικού δημοσίου συμφέροντος, κρίνε- ται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την παραδοχή θα εί- ναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. Η α- πόρριψη της αίτησης για οποιονδήποτε λόγο δεν θίγει άλλα δικαιώματα του αιτούντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Το δικαστήριο διατάζει τα κατάλληλα ασφαλιστικά μέτρα, χωρίς να δεσμεύεται από τις προτάσεις των δια- δίκων. Διατάζει ιδίως την αναστολή ισχύος όρων της δια- κήρυξης, των τευχών δημοπράτησης και οποιουδήποτε άλλου εγγράφου σχετικού με τη διεξαγωγή του διαγωνι- σμού, την αναστολή εκτέλεσης οποιασδήποτε πράξης της αναθέτουσας αρχής/του αναθέτοντος φορέα, την α- παγόρευση νομικών ή υλικών ενεργειών, την εκτέλεση των απαραίτητων θετικών πράξεων, όπως τη διατήρηση εγγράφων και άλλων στοιχείων, καθώς και την αναστολή σύναψης της σύμβασης. Η απόφαση επί της αιτήσεως α- σφαλιστικών μέτρων εκδίδεται μέσα σε προθεσμία είκο- σι (20) ημερών από την εκδίκαση της αίτησης. Το διατα- κτικό των αποφάσεων αυτών, υπογραφόμενο από τον Πρόεδρο, τα μέλη και τον Γραμματέα, εκδίδεται υποχρε- ωτικά σε προθεσμία επτά (7) ημερών από την εκδίκαση της αίτησης ή, αν έχει χορηγηθεί προθεσμία στους διαδί- κους για τη νομιμοποίησή τους ή για την υποβολή υπο- μνήματος, από τη λήξη της προθεσμίας αυτής. Η προθε- σμία προς τους διαδίκους δεν μπορεί, πάντως, να υπερ- βαίνει τις τρεις (3) ημέρες από την εκδίκαση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Η άσκηση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων δεν εξαρτάται από την προηγούμενη άσκηση του κύριου έν- δικου βοηθήματος. Η προθεσμία άσκησης των ένδικων βοηθημάτων διακόπτεται με την κατάθεση της αιτήσε- ως ασφαλιστικών μέτρων και αρχίζει από την επίδοση της σχετικής απόφασης. Ο διάδικος που πέτυχε υπέρ αυ- τού τη λήψη ενός ασφαλιστικού μέτρου, οφείλει μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της α- πόφασης αυτής, να ασκήσει το κύριο ένδικο βοήθημα, διαφορετικά αίρεται αυτοδικαίως η ισχύς του ασφαλιστι- κού μέτρου. Η δικάσιμος για την εκδίκασή του δεν πρέ- πει να απέχει πέραν του τριμήνου από την κατάθεση του δικογράφου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Εφόσον η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων γίνει δε- κτή, η αναθέτουσα αρχή/ αναθέτων φορέας ή η Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, μπορεί να συμμορφωθεί προς το διατα- κτικό ή και το εν γένει περιεχόμενο της απόφασης και να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει κατάλληλα τη διοικητική πράξη που προκάλεσε τη διαφορά ή, επί παράλειψης, να εκδώσει την οφειλόμενη ρητή πράξη. Στην περίπτωση αυτή, για το κύριο ένδικο βοήθημα που ασκήθηκε, εφαρ- μόζεται αναλόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989.

Άρθρο 188Παράνομη υπογραφή σύμβασης

Η κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 187 υπο- γραφή της σύμβασης από την αναθέτουσα αρχή/αναθέ- τοντα φορέα, ή την Αρχή της παραγράφου 20 του άρ- θρου 15 ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, δεν αντι- τάσσεται στον ενδιαφερόμενο ούτε κωλύει την παροχή της προσήκουσας δικαστικής προστασίας.

Άρθρο 189Ακύρωση πράξης ή παράλειψηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να ζητήσει την ακύ- ρωση κάθε πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρ- χής/αναθέτοντος φορέα ή της Αρχής της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλου οργάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, που παραβιάζει κανόνα του δικαίου της Ευρωπαϊκής Έ- νωσης ή της εσωτερικής νομοθεσίας σχετικού με τη δια- δικασία που προηγείται της σύναψης της σύμβασης. Ι- δίως, δικαιούται να ζητήσει την ακύρωση όρου που πε- ριέχεται στα έγγραφα της σύμβασης και αναφέρεται σε τεχνικές, οικονομικές και χρηματοδοτικές προδιαγρα- φές, καθώς και των πράξεων αποκλεισμού από τη συμ- μετοχή στο διαγωνισμό, αξιολόγησης προσφορών και κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 187 και του άρθρου 190, αν το δικαστήριο ακυρώσει πράξη ή παράλειψη της αναθέτουσας αρχής/του αναθέ- τοντος φορέα ή της Αρχής της παραγράφου 20 του άρ- θρου 15 ή άλλου οργάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, μετά τη σύναψη της σχετικής σύμβασης, η τελευταία δεν θίγε- ται, εκτός αν πριν από τη σύναψή της είχε ανασταλεί η διαδικασία κατακύρωσης του διαγωνισμού με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων ή προσωρινή διαταγή. Στην περί- πτωση αυτή, ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να αξιώσει α- ποζημίωση σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 191.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αν ο ενδιαφερόμενος δεν άσκησε ή άσκησε ανεπι- τυχώς την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων και η σύμβαση υπογράφηκε και ολοκληρώθηκε η εκτέλεσή της πριν από τη συζήτηση του κύριου ένδικου βοηθήματος, εφαρμόζε- ται αναλόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989.

Άρθρο 190Κήρυξη της σύμβασης ως άκυρηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει την κήρυξη της ακυρότητας της σύμβασης που υπογράφηκε, εφό- σον είτε ανατέθηκε χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης: α) στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊ- κής Ένωσης στις περιπτώσεις σύμβασης υψηλής αξίας, κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 23 ή β) στο ΚΗΜΔΗΣ στις περιπτώσεις σύμβασης χαμηλής α- ξίας, κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 23, είτε δεν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 145 είτε δεν τηρήθηκε η υποχρέωση α- ναστολής της σύναψης της σύμβασης, κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου 182, της παραγράφου 3 του άρθρου 184 και της παραγράφου 2 του άρθρου 187, ή, σε περίπτωση σύναψης συμφωνίας-πλαισίου και ε- φαρμογής δυναμικού συστήματος αγορών, όταν παρα- βιάζονται οι υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη δεύ- τερη περίπτωση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 54 και τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 133.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η κήρυξη της σύμβασης ως άκυρης έχει ως αποτέ- λεσμα την αναδρομική ακυρότητά της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αξιώσεις των συμβαλλομένων μερών διέπονται από τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού και οι σχετικές διαφορές εκδικάζονται από το, κατά τις γε- νικές διατάξεις, αρμόδιο δικαστήριο. Αν ο ανάδοχος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την ακυρότητα της σύμβα- σης, δεν γεννάται έναντι της Διοίκησης αξίωσή του, κα- τά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, ή η εν λόγω αξίωσή του ικανοποιείται μόνο εν μέρει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το δικαστήριο εκτιμώντας τις περιστάσεις και, ι- δίως, το στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης, τη σοβαρότη- τα της παράβασης και τη συμπεριφορά της αναθέτου- σας αρχής/ αναθέτοντα φορέα, μπορεί να κηρύξει την ακυρότητα μόνο του ανεκτέλεστου μέρους της σύμβα- σης ή να συντάμει τη διάρκειά της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Εφόσον επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος επιβάλλουν τη διατήρηση των αποτελεσμάτων της σύμ- βασης, παρόλο που αυτή είχε συναφθεί κατά παράβαση της παραγράφου 1, μπορεί το δικαστήριο να μην την κη- ρύξει άκυρη. Δεν θεωρείται επιτακτικός λόγος δημοσίου συμφέροντος η ύπαρξη οικονομικών συμφερόντων για τη διατήρηση των αποτελεσμάτων της σύμβασης, παρά μόνο αν η ακύρωσή της θα επέφερε δυσανάλογες συνέ- πειες. Σε κάθε περίπτωση, δεν αποτελεί τέτοιο λόγο η ε- πιβάρυνση της αναθέτουσας αρχής/αναθέτοντα φορέα με έξοδα λόγω καθυστέρησης στην εκτέλεση της σύμ- βασης, για τη διεξαγωγή νέας διαδικασίας ανάθεσης, για την αλλαγή του οικονομικού φορέα που εκτελεί τη σύμ- βαση ή για τις νομικές υποχρεώσεις που συνεπάγεται η ακύρωση της σύμβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στις περιπτώσεις των δύο προηγουμένων παραγρά- φων το δικαστήριο, με την ίδια απόφαση, επιβάλλει στην αναθέτουσα αρχή/τον αναθέτοντα φορέα πρόστι- μο, το ύψος του οποίου δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% του χρηματικού αντικειμένου της σύμβασης. Το πρόστιμο περιέρχεται στον αιτούντα. Το δικαστήριο στις περιπτώσεις αυτές δεν δεσμεύεται από τα αιτήματα των διαδίκων αλλά εκτιμά ελευθέρως τις συνθήκες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η αίτηση κήρυξης ως άκυρης της σύμβασης που υ- πάγεται στις διατάξεις του Δεύτερου Μέρους ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών, από την επομέ- νη της δημοσίευσης της απόφασης: α) για τις συμβάσεις υψηλής αξίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 56 και τα άρθρα 57 και 58 και β) για τις συμβάσεις χαμηλής αξίας στο ΚΗΜΔΗΣ, σύμφωνα με το άρθρο 152, εφόσον στη δημοσίευση περιλαμβάνεται αιτιολογία για τη σύνα- ψη της σύμβασης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης ή από την επομένη της ενημέρωσης των ενδιαφερομένων με άλλον τρόπο. Στην ενημέρωση αυτή πρέπει να εκτίθε- νται οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην παρά- γραφο 2 του άρθρου 116 και στην παράγραφο 2 του άρ- θρου 62. Η αίτηση δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να α- σκηθεί μετά την πάροδο έξι (6) μηνών από την επομένη της σύναψης της σύμβασης. Εφόσον η σύμβαση υπάγε- ται στις διατάξεις του Τρίτου Μέρους, οι προθεσμίες του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής αρχίζουν από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης: α) για τις συμβάσεις υψηλής αξίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την παράγραφο 5 του άρ- θρου 133 και τα άρθρα 110 και 112 και β) για τις συμβά- σεις χαμηλής αξίας στο ΚΗΜΔΗΣ, σύμφωνα με το άρθρο 152. Στην περίπτωση αυτή, στην κατά τα άνω ενημέρωση πρέπει να εκτίθενται οι πληροφορίες που περιλαμβάνο- νται στην παράγραφο 2 του άρθρου 116. Αντίγραφο της αίτησης ακύρωσης κοινοποιείται αμελλητί και στην Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 15.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η διαδικασία για την κήρυξη ως άκυρης της σύμβα- σης δεν εφαρμόζεται, αν η αναθέτουσα αρχή/ο αναθέ- των φορέας δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 58 ή την πα- ράγραφο 8 του άρθρου 110 και στο ΚΗΜΔΗΣ σύμφωνα με το άρθρο 152, προκήρυξη με την οποία γνωστοποιεί την πρόθεσή της να αναθέσει τη σύμβαση και εφάρμοσε δεκαήμερη τουλάχιστον προθεσμία αναστολής της σύ- ναψης, από την επομένη της δημοσίευσης της προκήρυ- ξης, εφόσον η προκήρυξη αυτή συντάχθηκε σύμφωνα με το Παράρτημα XIV του Κανονισμού 1564/2005/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με τον Κανονισμό 1336/2013/ΕΚ, όπως εκάστοτε ισχύει. Επίσης, δεν επιτρέπεται αίτηση σε πε- ρίπτωση σύναψης συμφωνίας-πλαισίου και εφαρμογής δυναμικού συστήματος αγορών, όταν παραβιάζονται οι υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη δεύτερη περίπτω- ση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρ- θρου 54 και τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 133 αν η αναθέτουσα αρχή/αναθέτων φορέας έχει αποστείλει την απόφαση ανάθεσης μαζί με συνοπτική έκθεση των λόγων της παραγράφου 2 του άρθρου 62 και της παρα- γράφου 2 του άρθρου 116 στους ενδιαφερόμενους προ- σφέροντες, αναφέροντας τις προθεσμίες αναστολής σύ- ναψης της σύμβασης και έχει τηρήσει δεκαήμερη τουλά- χιστον προθεσμία αναστολής της σύναψης, από την επο- μένη της αποδεδειγμένης παραλαβής της απόφασης α- πό τους ενδιαφερόμενους προσφέροντες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στις υποθέσεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται α- ναλογικά οι ρυθμίσεις του άρθρου 187. Η προθεσμία και η κατάθεση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Η διαδικασία προσωρινής δια- ταγής εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή. Αν η αίτη- ση γίνει δεκτή, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την α- ναστολή της περαιτέρω εκτέλεσης της σύμβασης.

Άρθρο 191Αξίωση αποζημίωσηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος αποκλείσθηκε από τη συμμετοχή σε διαγωνισμό ή την ανάθεση σύμβασης του παρόντος νόμου, κατά παράβαση κανόνα του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της εσωτερικής νομοθεσίας, δικαιούται να αξιώσει από την αναθέτουσα αρχή/αναθέ- τοντα φορέα αποζημίωση, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 197 και 198 ΑΚ. Αν ο ενδιαφερό- μενος αποδείξει ότι θα του ανετίθετο η σύμβαση, αν δεν είχε εμφιλοχωρήσει η παράβαση, τότε δικαιούται αποζη- μίωση κατά τις γενικές διατάξεις. Κάθε διάταξη που απο- κλείει ή περιορίζει την αξίωση αυτή δεν εφαρμόζεται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για την επιδίκαση της αποζημίωσης απαιτείται η προηγούμενη ακύρωση της παράνομης πράξης ή παρά- λειψης από το αρμόδιο δικαστήριο. Η προϋπόθεση αυτή δεν απαιτείται στην περίπτωση της παραγράφου 3 του άρθρου 189 και των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 190 ή όταν, εν γένει, δεν καθίσταται εφικτή η δικαστική κή- ρυξη της ακυρότητας για λόγους μη συνδεόμενους με παραλείψεις του ενδιαφερομένου.

ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΤΟ
Άρθρο 192Διορθωτικός μηχανισμός σχετικά με συμβάσεις υψηλής αξίαςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θεωρώντας ότι έχει δια- πραχθεί σοβαρή παράβαση των διατάξεων του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες ρυθμίζουν τη διαδι- κασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων υψηλής αξίας κα- τά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 23, ζητεί την άρση αυτής, η αρμόδια αρχή που παραλαμβάνει τη γνωστοποίηση διαβιβάζει μέσα σε είκοσι μία (21) ημέρες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα ακόλουθα στοιχεία: α) βεβαίωση ότι η παράβαση διορθώθηκε ή β) αιτιολογημένη απάντηση με την οποία εξηγεί για ποιο λόγο δεν έγινε καμία διορθωτική ενέργεια ή γ) γνωστοποίηση ότι η διαδικασία σύναψης της υπόψη σύμβασης έχει ανασταλεί είτε με πρωτοβουλία της ανα- θέτουσας αρχής/αναθέτοντα φορέα είτε ύστερα από προσφυγή, σύμφωνα με το άρθρο 182 ή από αίτηση α- σφαλιστικών μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 187.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η αναθέτουσα αρχή/αναθέτων φορέας υποχρεού- ται μέσα σε δέκα (10) ημέρες, από τότε που θα της ζη- τηθεί από την αρμόδια αρχή, να αποστείλει σε αυτή κά- θε σχετικό με την πιθανολογούμενη παράβαση στοιχείο.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αν, σύμφωνα με το στοιχείο β΄ της παραγράφου 1, γνωστοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι δεν έγινε καμία διορθωτική ενέργεια λόγω εκκρεμούς προσφυγής του άρθρου 182 ή ενδίκου βοηθήματος των άρθρων 187, 189 ή 190, η αρμόδια αρχή ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το αποτέλεσμα της δίκης, όταν αυτό γίνει γνωστό.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Αν σύμφωνα με το στοιχείο γ΄ της παραγράφου 1 γνωστοποιηθεί ότι έχει χορηγηθεί αναστολή, η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή την ανά- κληση της αναστολής ή την έναρξη νέας διαδικασίας σύναψης σύμβασης που συνδέεται στο σύνολό της ή κα- τά ένα μέρος με την προηγούμενη διαδικασία. Η νέα αυ- τή γνωστοποίηση πρέπει να βεβαιώνει ότι η πιθανολο- γούμενη παράβαση έχει διορθωθεί ή να περιέχει αιτιολο- γημένη απάντηση και να εξηγεί για ποιο λόγο δεν έγινε καμία διορθωτική ενέργεια.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Η αρμόδια αρχή διαβιβάζει στην Ευρωπαϊκή Επιτρο- πή την 1η Μαΐου κάθε έτους πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με τα ένδικα βοηθήματα παροχής δικαστικής προστασίας κατά τον παρόντα νόμο. Οι αναθέτουσες αρχές/αναθέτοντες φορείς οφείλουν να διαβιβάζουν στην αρμόδια αρχή τα απαιτούμενα για την ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στοιχεία, τα οποία καθορίζο- νται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεννόηση με τη Συμβουλευτική Επιτροπή για τις Δημόσιες Συμβάσεις.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Αρμόδια αρχή κατά την έννοια του παρόντος άρ- θρου αποτελεί η Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων της παραγράφου 20 του άρθρου 15. ΤΙΤΛΟΣ II ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

Άρθρο 193Αρμόδια δικαστήρια

Κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών που προκύπτει από/ή με αφορμή την εκτέλεση ή ερμηνεία των δημοσίων συμβάσεων κατά την έννοια του παρό- ντος επιλύεται από το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο, κατά τις οικείες δικονομικές διατάξεις, με την επιφύλαξη του άρθρου 194.

Άρθρο 194Διαιτησία

Στα έγγραφα της σύμβασης μπορεί να εγκριθεί και να περιληφθεί ρήτρα διαιτησίας, για τις διαφορές που προ- κύπτουν από την εκτέλεση της σύμβασης. Στην περίπτω- ση αυτή, κατά παρέκκλιση των διατάξεων που ισχύουν για τις διαιτησίες του Δημοσίου, στη σύμβαση ορίζονται οι ειδικότεροι όροι της διαιτησίας, χωρίς καμία δέσμευση από οποιαδήποτε άλλη διάταξη.