160 Α' 2014

ΝΟΜΟΣ 4281/2014

Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οργανωτικά θέματα Υπουργείου Οικονομικών και άλλες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟ - ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ - ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΞΑΙΡΟΥΝΤΑΙ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ/ΑΛΛΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ ΩΣ ΟΡΓΑΝΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ
08 Αυγούστου 2014

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 160
8 Αυγούστου 2014

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4281
Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, οργανωτικά θέματα Υπουργείου Οικονομικών και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΤΜΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΞΑΙΡΟΥΝΤΑΙ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ/ΑΛΛΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ ΩΣ ΟΡΓΑΝΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ
Άρθρο 186Αρμόδιο δικαστήριοΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση όλων των δια- φορών του παρόντος τμήματος, πλην των διαφορών της παραγράφου 3 του άρθρου 190 και των διαφορών του άρθρου 191, είναι το Διοικητικό Εφετείο της έδρας της αναθέτουσας αρχής/αναθέτοντος φορέα, σε τριμε- λή σύνθεση, το οποίο αποφαίνεται αμετακλήτως.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σε περίπτωση συμβάσεων με εκτιμώμενη αξία ίση ή κατώτερη του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευ- ρώ, χωρίς συνυπολογισμό του ΦΠΑ, αιτήσεις ασφαλι- στικών μέτρων του παρόντος τμήματος εκδικάζονται α- πό τον Πρόεδρο Εφετών του Διοικητικού Εφετείου του τόπου όπου εδρεύει η αναθέτουσα αρχή/αναθέτων φο- ρέας ή από τον Εφέτη που αυτός ορίζει. Σε περίπτωση ι- διαίτερης σπουδαιότητας της υπόθεσης, ο ανωτέρω Πρόεδρος ή ο Εφέτης μπορεί να εισάγει την αίτηση στο τριμελές συμβούλιο του δικαστηρίου, στο οποίο προε- δρεύει ο Πρόεδρος Εφετών και μετέχει ο Εφέτης ειση- γητής.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων των δύο προηγούμε- νων παραγράφων, διαφορές του παρόντος τμήματος, πλην των διαφορών της παραγράφου 3 του άρθρου 190 και των διαφορών του άρθρου 191, που αφορούν: α) δη- μόσιες συμβάσεις που συνάπτουν αναθέτουσες αρχές με εκτιμώμενη αξία, υπολογιζόμενη σύμφωνα με το άρ- θρο 25 του παρόντος νόμου, ανώτερη του ποσού των δε- καπέντε εκατομμυρίων (15.000.000) ευρώ, στο οποίο συ- μπεριλαμβάνεται ο ΦΠΑ, β) συμβάσεις υψηλής αξίας που συνάπτουν αναθέτοντες φορείς, γ) συμβάσεις παραχώ- ρησης δημοσίων έργων ή υπηρεσιών, καθώς και συμβά- σεις σύμπραξης δημοσίου - ιδιωτικού τομέα του ν. 3389/2005 (Α΄ 232) και δ) δημόσιες συμβάσεις κατ’ ε- φαρμογή των διατάξεων του ν. 3894/2010 (Α΄ 204), εκδι- κάζονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 186 έως 191, για την εκδίκαση των διαφορών των προηγού- μενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατά- ξεις του π.δ. 18/1989.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Τα δικαστήρια που είναι αρμόδια κατά τις γενικές διατάξεις εξακολουθούν να εκδικάζουν τις διαφορές της παραγράφου 3 του άρθρου 190 και του άρθρου 191.

Άρθρο 187Αίτηση ασφαλιστικών μέτρωνΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να ζητήσει ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου με τη διαδικασία των ασφαλι- στικών μέτρων προσωρινά μέτρα για την επανόρθωση της εικαζόμενης παράβασης ή για την αποτροπή περαι- τέρω ζημίας. Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων στρέφεται κατά των αποφάσεων της αναθέτουσας αρχής/αναθέτο- ντος φορέα ή της κεντρική αρχής προμηθειών ή της Αρ- χής της παραγράφου 20 του άρθρου 15, ή άλλου οργά- νου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παρα- γράφου 2 του άρθρου 181, όταν η εν λόγω Αρχή/άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της πα- ραγράφου 2 του άρθρου 181 συνάπτει δημόσιες συμβά- σεις ως αναθέτουσα αρχή και κατατίθεται στο αρμόδιο δικαστήριο μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών αφό- του ο ενδιαφερόμενος έλαβε πλήρη γνώση της παράνο- μης πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής/ανα- θέτοντος φορέα, της κεντρικής αρχής προμηθειών ή της Αρχής της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλου ορ- γάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παρα- γράφου 2 του άρθρου 181, όταν η εν λόγω Αρχή/άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της πα- ραγράφου 2 του άρθρου 181 συνάπτει δημόσιες συμβά- σεις ως αναθέτουσα αρχή. Για την εφαρμογή της παρού- σας παραγράφου, ως πλήρης νοείται η γνώση της πρά- ξης που βλάπτει τα συμφέροντα του ενδιαφερομένου, καθώς και της αιτιολογίας της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για δημόσιες συμβάσεις με εκτιμώμενη αξία ανώτε- ρη του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ, χω- ρίς το συνυπολογισμό του ΦΠΑ, η προθεσμία των δέκα (10) ημερών της προηγούμενης παραγράφου και η άσκη- ση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, κωλύουν τη σύνα- ψη της σύμβασης, εκτός εάν με προσωρινή διαταγή ο αρμόδιος δικαστής αποφανθεί διαφορετικά. Κατά τα λοι- πά, η άσκηση αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων δεν κωλύ- ει την πρόοδο της διαγωνιστικής διαδικασίας, εκτός αν ορίζεται αλλιώς με την προσωρινή διαταγή που εκδίδε- 8. Εφόσον η αίτηση αναστολής γίνει δεκτή, η αναθέ- τουσα Αρχή/ο αναθέτων φορέας ή η κεντρική αρχή προμηθειών μπορεί να συμμορφωθεί προς το διατακτικό ή και το εν γένει περιεχόμενο της απόφασης και να α- νακαλέσει ή να τροποποιήσει κατάλληλα τη διοικητική πράξη που προκάλεσε τη διαφορά ή, επί παράλειψης, να εκδώσει την οφειλόμενη ρητή πράξη. Στην περίπτωση αυτή, για το κύριο ένδικο βοήθημα που ασκήθηκε, εφαρ- μόζεται αναλόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989. 9. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του άρθρου 182 και του άρθρου 190, αν το δικαστήριο ακυρώσει α- πόφαση της Αρχής/άλλου οργάνου που ορίζεται από το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, δυνάμει της οποίας επιτρεπόταν η σύναψη σύμβα- σης, μετά τη σύναψη της σχετικής σύμβασης, η τελευ- ταία δεν θίγεται, εκτός αν πριν από τη σύναψή της είχε ανασταλεί η διαδικασία κατακύρωσης του διαγωνισμού με απόφαση επί αιτήσεως αναστολής ή με προσωρινή διαταγή. Στην περίπτωση αυτή, ο ενδιαφερόμενος δικαι- ούται να αξιώσει αποζημίωση σύμφωνα με τα αναφερό- μενα στο άρθρο 191. 10. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν άσκησε ή άσκησε ανεπι- τυχώς την αίτηση αναστολής και η σύμβαση υπογράφη- κε και ολοκληρώθηκε η εκτέλεσή της πριν από τη συζή- τηση του κύριου ένδικου βοηθήματος, εφαρμόζεται ανα- λόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989. ται κατά την παράγραφο 7.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τις δημόσιες συμβάσεις με εκτιμώμενη αξία ίση ή κατώτερη του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευ- ρώ, χωρίς το συνυπολογισμό του ΦΠΑ, η προθεσμία των δέκα (10) ημερών της παραγράφου 1 κωλύει τη σύναψη της σύμβασης, εκτός αν με την προσωρινή διαταγή, που εκδίδεται κατά την παράγραφο 7 ο δικαστής αποφανθεί διαφορετικά. Κατά τα λοιπά, η άσκηση αιτήσεως ασφαλι- στικών μέτρων δεν κωλύει την πρόοδο της διαγωνιστι- κής διαδικασίας, εκτός αν ορίζεται αλλιώς με την προ- σωρινή διαταγή που εκδίδεται κατά την παράγραφο 7.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Για το παραδεκτό της άσκησης της αίτησης ασφαλι- στικών μέτρων της παραγράφου 1 κατατίθεται παράβο- λο, το ύψος του οποίου ορίζεται αναλογικά προς την, χωρίς το συνυπολογισμό του ΦΠΑ, εκτιμώμενη αξία της υπό ανάθεση σύμβασης με κλιμακωτό τρόπο και με ορι- σμό ανώτατου και κατώτατου ορίου ως προς το κατα- βαλλόμενο ποσό. Δεν μπορεί το κατώτατο όριο να είναι μικρότερο των διακοσίων (200) ευρώ και το ανώτατο ό- ριο να υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ. Σε περίπτωση ποσοστιαίου υπολογισμού του παραβόλου, το ποσοστό δεν πρέπει να υπερβαίνει το 1% επί της εκτι- μώμενης αξίας της σύμβασης. Το παράβολο δύναται να υπολογίζεται με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό ύψος ανάλογα με το αν πρόκειται για σύμβαση υψηλής ή χαμηλής αξίας κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 23 αντίστοιχα. Σε περίπτωση που στα έγγρα- φα της σύμβασης παρέχεται η δυνατότητα υποβολής προσφοράς για τμήμα μόνο της υπό ανάθεση σύμβασης, το ύψος του παραβόλου υπολογίζεται επί της, χωρίς το συνυπολογισμό του ΦΠΑ, εκτιμώμενης αξίας του τμήμα- τος της σύμβασης για το οποίο συμμετέχει ο αιτών. Το ύ- ψος του παραβόλου της παρούσας παραγράφου είναι ί- σο με το ύψος του παραβόλου της παραγράφου 2 του άρθρου 182 για συμβάσεις ίσης εκτιμώμενης αξίας. Με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 182 ορίζεται κλιμακωτά το ύψος του παραβόλου, ο τρό- πος υπολογισμού του, το ανώτατο και κατώτατο όριό του, ο τρόπος και χρόνος κατάθεσης και είσπραξης του παραβόλου, ο τρόπος απόδειξης της είσπραξής του, η τυχόν απόδοσή του, σε περίπτωση ολικής ή μερικής απο- δοχής της αίτησης, ή σε περίπτωση παραίτησης του αι- τούντος από την προσφυγή του πριν τη συζήτησή της. Με το ίδιο διάταγμα προβλέπεται επίσης συγκεκριμένο ποσό παραβόλου σε περίπτωση που η εκτιμώμενη αξία της υπό ανάθεση σύμβασης δεν είναι γνωστή κατά το χρόνο άσκησης της αίτησης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Αν ασκηθεί αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, ο αιτών ειδοποιεί αμελλητί την αναθέτουσα αρχή/ αναθέτοντα φορέα ή την κεντρική αρχή προμηθειών ή την Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλο όργανο που ορί- ζεται από το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181 με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως τα ηλεκτρο- νικά μέσα και η τηλεομοιοτυπία. Σε κάθε περίπτωση ε- ντός δέκα (10) ημερών η αναθέτουσα αρχή/αναθέτων φορέας, η κεντρική αρχή προμηθειών ή η Αρχή της πα- ραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρ- θρου 181, οφείλει, εφόσον έχει ειδοποιηθεί κατά τα α- νωτέρω, να αποστείλει στο δικαστήριο με κάθε πρόσφο- ρο μέσο τον πλήρη διοικητικό φάκελο και τις τυχόν από- ψεις της μαζί με τα υποβληθέντα έγγραφα και στοιχεία.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Ο αρμόδιος δικαστής ορίζει με πράξη του την ημέρα και ώρα εκδίκασης της αιτήσεως, καθώς και την προθε- σμία κλήτευσης. Η ημερομηνία εκδίκασης δεν πρέπει να απέχει πέραν των τριάντα (30) ημερών από την κατάθε- ση της αιτήσεως, η δε προθεσμία κλήτευσης δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δεκαπέντε (15) ημέρες. Αντίγρα- φο της αιτήσεως με κλήση κοινοποιείται με επιμέλεια του αιτούντος προς την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την παραλαβή των προσφορών, η οποία οφείλει να ενη- μερώσει σχετικά και την αναθέτουσα αρχή/αναθέτοντα φορέα ή την Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 2 ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, αν υπηρεσία και αρχή δεν συμπίπτουν και προς κάθε τρίτο ενδιαφερόμενο του οποίου την κλήτευση θεωρεί αναγκαία ο δικαστής. Κάθε ενδιαφερόμενος, του οποίου επηρεάζονται τα συμφέρο- ντα, δικαιούται να ασκήσει παρέμβαση. Οι διάδικοι οφεί- λουν να προσκομίσουν κατά την εκδίκαση της υπόθεσης όλα τα κρίσιμα έγγραφα και τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που έχουν στη διάθεσή τους.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Ο αρμόδιος δικαστής μπορεί, με την κατάθεση της αιτήσεως και μετά από κλήση της αναθέτουσας αρχής/α- ναθέτοντος φορέα προ τριών (3) ημερών, να εκδώσει, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως, προσωρινή διατα- γή, που καταχωρίζεται κάτω από την αίτηση και περιέχει τα μέτρα, τα οποία πρέπει να ληφθούν ως την έκδοση της απόφασης. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται: α) η άρ- ση της απαγόρευσης σύναψης της σύμβασης και β) για τις περιπτώσεις συμβάσεων με εκτιμώμενη αξία ίση ή κα- τώτερη του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ, χωρίς το συνυπολογισμό του ΦΠΑ, και η απαγόρευση σύναψης της σύμβασης. Η προσωρινή διαταγή μπορεί να ανακληθεί είτε από τον δικαστή που τη χορήγησε, ύστε- ρα από αίτηση της αναθέτουσας αρχής/αναθέτοντος φο- ρέα και αφού κληθεί προς ακρόαση ο αιτών προ τριών (3) ημερών, είτε από το δικαστήριο που θα δικάσει την αίτη- ση ασφαλιστικών μέτρων.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων γίνεται δεκτή, εφό- σον πιθανολογείται σοβαρά η παράβαση κανόνα του δι- καίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της εσωτερικής νομο- θεσίας και η λήψη του μέτρου είναι αναγκαία για να αρ- θούν τα δυσμενή από την παράβαση αποτελέσματα ή να αποτραπεί η ζημία των συμφερόντων του αιτούντος. Η αίτηση μπορεί να απορριφθεί αν, από τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και επι- τακτικών λόγων γενικού δημοσίου συμφέροντος, κρίνε- ται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την παραδοχή θα εί- ναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. Η α- πόρριψη της αίτησης για οποιονδήποτε λόγο δεν θίγει άλλα δικαιώματα του αιτούντος.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Το δικαστήριο διατάζει τα κατάλληλα ασφαλιστικά μέτρα, χωρίς να δεσμεύεται από τις προτάσεις των δια- δίκων. Διατάζει ιδίως την αναστολή ισχύος όρων της δια- κήρυξης, των τευχών δημοπράτησης και οποιουδήποτε άλλου εγγράφου σχετικού με τη διεξαγωγή του διαγωνι- σμού, την αναστολή εκτέλεσης οποιασδήποτε πράξης της αναθέτουσας αρχής/του αναθέτοντος φορέα, την α- παγόρευση νομικών ή υλικών ενεργειών, την εκτέλεση των απαραίτητων θετικών πράξεων, όπως τη διατήρηση εγγράφων και άλλων στοιχείων, καθώς και την αναστολή σύναψης της σύμβασης. Η απόφαση επί της αιτήσεως α- σφαλιστικών μέτρων εκδίδεται μέσα σε προθεσμία είκο- σι (20) ημερών από την εκδίκαση της αίτησης. Το διατα- κτικό των αποφάσεων αυτών, υπογραφόμενο από τον Πρόεδρο, τα μέλη και τον Γραμματέα, εκδίδεται υποχρε- ωτικά σε προθεσμία επτά (7) ημερών από την εκδίκαση της αίτησης ή, αν έχει χορηγηθεί προθεσμία στους διαδί- κους για τη νομιμοποίησή τους ή για την υποβολή υπο- μνήματος, από τη λήξη της προθεσμίας αυτής. Η προθε- σμία προς τους διαδίκους δεν μπορεί, πάντως, να υπερ- βαίνει τις τρεις (3) ημέρες από την εκδίκαση.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 10

Η άσκηση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων δεν εξαρτάται από την προηγούμενη άσκηση του κύριου έν- δικου βοηθήματος. Η προθεσμία άσκησης των ένδικων βοηθημάτων διακόπτεται με την κατάθεση της αιτήσε- ως ασφαλιστικών μέτρων και αρχίζει από την επίδοση της σχετικής απόφασης. Ο διάδικος που πέτυχε υπέρ αυ- τού τη λήψη ενός ασφαλιστικού μέτρου, οφείλει μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της α- πόφασης αυτής, να ασκήσει το κύριο ένδικο βοήθημα, διαφορετικά αίρεται αυτοδικαίως η ισχύς του ασφαλιστι- κού μέτρου. Η δικάσιμος για την εκδίκασή του δεν πρέ- πει να απέχει πέραν του τριμήνου από την κατάθεση του δικογράφου.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 11

Εφόσον η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων γίνει δε- κτή, η αναθέτουσα αρχή/ αναθέτων φορέας ή η Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, μπορεί να συμμορφωθεί προς το διατα- κτικό ή και το εν γένει περιεχόμενο της απόφασης και να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει κατάλληλα τη διοικητική πράξη που προκάλεσε τη διαφορά ή, επί παράλειψης, να εκδώσει την οφειλόμενη ρητή πράξη. Στην περίπτωση αυτή, για το κύριο ένδικο βοήθημα που ασκήθηκε, εφαρ- μόζεται αναλόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989.

Άρθρο 188Παράνομη υπογραφή σύμβασης

Η κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 187 υπο- γραφή της σύμβασης από την αναθέτουσα αρχή/αναθέ- τοντα φορέα, ή την Αρχή της παραγράφου 20 του άρ- θρου 15 ή άλλο όργανο που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, δεν αντι- τάσσεται στον ενδιαφερόμενο ούτε κωλύει την παροχή της προσήκουσας δικαστικής προστασίας.

Άρθρο 189Ακύρωση πράξης ή παράλειψηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να ζητήσει την ακύ- ρωση κάθε πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρ- χής/αναθέτοντος φορέα ή της Αρχής της παραγράφου 20 του άρθρου 15 ή άλλου οργάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, που παραβιάζει κανόνα του δικαίου της Ευρωπαϊκής Έ- νωσης ή της εσωτερικής νομοθεσίας σχετικού με τη δια- δικασία που προηγείται της σύναψης της σύμβασης. Ι- δίως, δικαιούται να ζητήσει την ακύρωση όρου που πε- ριέχεται στα έγγραφα της σύμβασης και αναφέρεται σε τεχνικές, οικονομικές και χρηματοδοτικές προδιαγρα- φές, καθώς και των πράξεων αποκλεισμού από τη συμ- μετοχή στο διαγωνισμό, αξιολόγησης προσφορών και κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 187 και του άρθρου 190, αν το δικαστήριο ακυρώσει πράξη ή παράλειψη της αναθέτουσας αρχής/του αναθέ- τοντος φορέα ή της Αρχής της παραγράφου 20 του άρ- θρου 15 ή άλλου οργάνου που ορίζεται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του άρθρου 181, μετά τη σύναψη της σχετικής σύμβασης, η τελευταία δεν θίγε- ται, εκτός αν πριν από τη σύναψή της είχε ανασταλεί η διαδικασία κατακύρωσης του διαγωνισμού με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων ή προσωρινή διαταγή. Στην περί- πτωση αυτή, ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να αξιώσει α- ποζημίωση σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 191.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Αν ο ενδιαφερόμενος δεν άσκησε ή άσκησε ανεπι- τυχώς την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων και η σύμβαση υπογράφηκε και ολοκληρώθηκε η εκτέλεσή της πριν από τη συζήτηση του κύριου ένδικου βοηθήματος, εφαρμόζε- ται αναλόγως η παρ. 2 του άρθρου 32 του π.δ. 18/1989.

Άρθρο 190Κήρυξη της σύμβασης ως άκυρηΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει την κήρυξη της ακυρότητας της σύμβασης που υπογράφηκε, εφό- σον είτε ανατέθηκε χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης: α) στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊ- κής Ένωσης στις περιπτώσεις σύμβασης υψηλής αξίας, κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 23 ή β) στο ΚΗΜΔΗΣ στις περιπτώσεις σύμβασης χαμηλής α- ξίας, κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 23, είτε δεν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 145 είτε δεν τηρήθηκε η υποχρέωση α- ναστολής της σύναψης της σύμβασης, κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου 182, της παραγράφου 3 του άρθρου 184 και της παραγράφου 2 του άρθρου 187, ή, σε περίπτωση σύναψης συμφωνίας-πλαισίου και ε- φαρμογής δυναμικού συστήματος αγορών, όταν παρα- βιάζονται οι υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη δεύ- τερη περίπτωση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 54 και τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 133.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Η κήρυξη της σύμβασης ως άκυρης έχει ως αποτέ- λεσμα την αναδρομική ακυρότητά της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οι αξιώσεις των συμβαλλομένων μερών διέπονται από τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού και οι σχετικές διαφορές εκδικάζονται από το, κατά τις γε- νικές διατάξεις, αρμόδιο δικαστήριο. Αν ο ανάδοχος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την ακυρότητα της σύμβα- σης, δεν γεννάται έναντι της Διοίκησης αξίωσή του, κα- τά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, ή η εν λόγω αξίωσή του ικανοποιείται μόνο εν μέρει.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Το δικαστήριο εκτιμώντας τις περιστάσεις και, ι- δίως, το στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης, τη σοβαρότη- τα της παράβασης και τη συμπεριφορά της αναθέτου- σας αρχής/ αναθέτοντα φορέα, μπορεί να κηρύξει την ακυρότητα μόνο του ανεκτέλεστου μέρους της σύμβα- σης ή να συντάμει τη διάρκειά της.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Εφόσον επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος επιβάλλουν τη διατήρηση των αποτελεσμάτων της σύμ- βασης, παρόλο που αυτή είχε συναφθεί κατά παράβαση της παραγράφου 1, μπορεί το δικαστήριο να μην την κη- ρύξει άκυρη. Δεν θεωρείται επιτακτικός λόγος δημοσίου συμφέροντος η ύπαρξη οικονομικών συμφερόντων για τη διατήρηση των αποτελεσμάτων της σύμβασης, παρά μόνο αν η ακύρωσή της θα επέφερε δυσανάλογες συνέ- πειες. Σε κάθε περίπτωση, δεν αποτελεί τέτοιο λόγο η ε- πιβάρυνση της αναθέτουσας αρχής/αναθέτοντα φορέα με έξοδα λόγω καθυστέρησης στην εκτέλεση της σύμ- βασης, για τη διεξαγωγή νέας διαδικασίας ανάθεσης, για την αλλαγή του οικονομικού φορέα που εκτελεί τη σύμ- βαση ή για τις νομικές υποχρεώσεις που συνεπάγεται η ακύρωση της σύμβασης.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6

Στις περιπτώσεις των δύο προηγουμένων παραγρά- φων το δικαστήριο, με την ίδια απόφαση, επιβάλλει στην αναθέτουσα αρχή/τον αναθέτοντα φορέα πρόστι- μο, το ύψος του οποίου δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% του χρηματικού αντικειμένου της σύμβασης. Το πρόστιμο περιέρχεται στον αιτούντα. Το δικαστήριο στις περιπτώσεις αυτές δεν δεσμεύεται από τα αιτήματα των διαδίκων αλλά εκτιμά ελευθέρως τις συνθήκες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 7

Η αίτηση κήρυξης ως άκυρης της σύμβασης που υ- πάγεται στις διατάξεις του Δεύτερου Μέρους ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών, από την επομέ- νη της δημοσίευσης της απόφασης: α) για τις συμβάσεις υψηλής αξίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 56 και τα άρθρα 57 και 58 και β) για τις συμβάσεις χαμηλής αξίας στο ΚΗΜΔΗΣ, σύμφωνα με το άρθρο 152, εφόσον στη δημοσίευση περιλαμβάνεται αιτιολογία για τη σύνα- ψη της σύμβασης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης ή από την επομένη της ενημέρωσης των ενδιαφερομένων με άλλον τρόπο. Στην ενημέρωση αυτή πρέπει να εκτίθε- νται οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην παρά- γραφο 2 του άρθρου 116 και στην παράγραφο 2 του άρ- θρου 62. Η αίτηση δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να α- σκηθεί μετά την πάροδο έξι (6) μηνών από την επομένη της σύναψης της σύμβασης. Εφόσον η σύμβαση υπάγε- ται στις διατάξεις του Τρίτου Μέρους, οι προθεσμίες του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής αρχίζουν από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης: α) για τις συμβάσεις υψηλής αξίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την παράγραφο 5 του άρ- θρου 133 και τα άρθρα 110 και 112 και β) για τις συμβά- σεις χαμηλής αξίας στο ΚΗΜΔΗΣ, σύμφωνα με το άρθρο 152. Στην περίπτωση αυτή, στην κατά τα άνω ενημέρωση πρέπει να εκτίθενται οι πληροφορίες που περιλαμβάνο- νται στην παράγραφο 2 του άρθρου 116. Αντίγραφο της αίτησης ακύρωσης κοινοποιείται αμελλητί και στην Αρχή της παραγράφου 20 του άρθρου 15.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 8

Η διαδικασία για την κήρυξη ως άκυρης της σύμβα- σης δεν εφαρμόζεται, αν η αναθέτουσα αρχή/ο αναθέ- των φορέας δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 58 ή την πα- ράγραφο 8 του άρθρου 110 και στο ΚΗΜΔΗΣ σύμφωνα με το άρθρο 152, προκήρυξη με την οποία γνωστοποιεί την πρόθεσή της να αναθέσει τη σύμβαση και εφάρμοσε δεκαήμερη τουλάχιστον προθεσμία αναστολής της σύ- ναψης, από την επομένη της δημοσίευσης της προκήρυ- ξης, εφόσον η προκήρυξη αυτή συντάχθηκε σύμφωνα με το Παράρτημα XIV του Κανονισμού 1564/2005/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με τον Κανονισμό 1336/2013/ΕΚ, όπως εκάστοτε ισχύει. Επίσης, δεν επιτρέπεται αίτηση σε πε- ρίπτωση σύναψης συμφωνίας-πλαισίου και εφαρμογής δυναμικού συστήματος αγορών, όταν παραβιάζονται οι υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη δεύτερη περίπτω- ση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρ- θρου 54 και τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 133 αν η αναθέτουσα αρχή/αναθέτων φορέας έχει αποστείλει την απόφαση ανάθεσης μαζί με συνοπτική έκθεση των λόγων της παραγράφου 2 του άρθρου 62 και της παρα- γράφου 2 του άρθρου 116 στους ενδιαφερόμενους προ- σφέροντες, αναφέροντας τις προθεσμίες αναστολής σύ- ναψης της σύμβασης και έχει τηρήσει δεκαήμερη τουλά- χιστον προθεσμία αναστολής της σύναψης, από την επο- μένη της αποδεδειγμένης παραλαβής της απόφασης α- πό τους ενδιαφερόμενους προσφέροντες.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 9

Στις υποθέσεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται α- ναλογικά οι ρυθμίσεις του άρθρου 187. Η προθεσμία και η κατάθεση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Η διαδικασία προσωρινής δια- ταγής εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή. Αν η αίτη- ση γίνει δεκτή, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την α- ναστολή της περαιτέρω εκτέλεσης της σύμβασης.

Άρθρο 191Αξίωση αποζημίωσηςΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

Ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος αποκλείσθηκε από τη συμμετοχή σε διαγωνισμό ή την ανάθεση σύμβασης του παρόντος νόμου, κατά παράβαση κανόνα του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της εσωτερικής νομοθεσίας, δικαιούται να αξιώσει από την αναθέτουσα αρχή/αναθέ- τοντα φορέα αποζημίωση, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 197 και 198 ΑΚ. Αν ο ενδιαφερό- μενος αποδείξει ότι θα του ανετίθετο η σύμβαση, αν δεν είχε εμφιλοχωρήσει η παράβαση, τότε δικαιούται αποζη- μίωση κατά τις γενικές διατάξεις. Κάθε διάταξη που απο- κλείει ή περιορίζει την αξίωση αυτή δεν εφαρμόζεται.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Για την επιδίκαση της αποζημίωσης απαιτείται η προηγούμενη ακύρωση της παράνομης πράξης ή παρά- λειψης από το αρμόδιο δικαστήριο. Η προϋπόθεση αυτή δεν απαιτείται στην περίπτωση της παραγράφου 3 του άρθρου 189 και των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 190 ή όταν, εν γένει, δεν καθίσταται εφικτή η δικαστική κή- ρυξη της ακυρότητας για λόγους μη συνδεόμενους με παραλείψεις του ενδιαφερομένου.